ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Λέων ο Φιλόσοφος ή Μαθηματικός, υπήρξε από τις μεγαλύτερες πνευματικές φυσιογνωμίες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μαζί με άλλους λόγιους της ίδιας περιόδου όπως ο Πατριάρχης Φώτιος, ο συνονόματός του, Λέων Στ’ ο Σοφός, αλλά και μεταγενέστερα, ο Μιχαήλ Ψελλός, σφράγισαν κατά τρόπο μοναδικό την ιστορική εξέλιξη της Αυτοκρατορίας. Τόση στάθηκε η επιρροή τους, που μέχρι και οι σύγχρονοι μελετητές- με πρωτεργάτη τον Πωλ Λεμέρ, τον μεγαλύτερο ενδεχομένως μελετητή της μεσοβυζαντινής Ιστορίας- κάνουν λόγο για τον 9ο αιώνα, ως την πρώτη φάση του βυζαντινού Ουμανισμού. Δυστυχώς, από το καθαυτό έργο του μεγάλου διανοητή, δεν έχουν διασωθεί παρά μονάχα θραύσματα που επιβίωσαν του αβυσσαλέου μένους της Ιστορίας. Εντούτοις, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ζωή του, και δη σε αντιπαραβολή με όλα εκείνα τα συνταρακτικά γεγονότα της Εποχής, όπως η Εικονομαχία, η ίδρυση του Πανεπιστημίου της Μαγναύρας, η πτώση της δυναστείας του Αμορίου και η άνοδος της Μακεδονικής Δυναστείας που καθόρισαν όχι μόνο το πρόσωπο του Βυζαντίου, το οποίο γινόταν όλο και πιο συμπαγές εθνικά, με την ελληνική και τον Χριστιανισμό να κυριαρχούν, αλλά και συλλήβδην την πορεία του ελληνισμού. Μεγάλο ενδιαφέρον δε, παρουσιάζει η ιστορική διαδρομή του Λέοντα και των ψηγμάτων της σκέψης του μέσω της ανακτορικής ιστοριογραφίας, η οποία αποτελεί και την κυριότερη πηγή γνώσεων, από τον πρώιμο 9ο έως τον μέσο 10ο αιώνα. Τέλος, αδιαμφισβήτητο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ίδιο το έργο του- ή έστω, ό,τι έχει φθάσει ως εμάς.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Λέων φαίνεται, σύμφωνα με την πλειονότητα των πηγών, να γεννήθηκε κάπου στην περιοχή της Θεσσαλίας, η οποία εκείνη την Εποχή είχε μοιραστεί μεταξύ των θεμάτων Θεσσαλονίκης και Ελλάδος. Πιο συγκεκριμένα, λέγεται ότι γεννήθηκε στον οικισμό Υπάτη, στα σύνορα των δύο θεμάτων. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με άλλες πηγές, μεταξύ των οποίων και η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, υποστηρίζεται ότι γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Ανεξαρτήτως τόπου γέννησης, ήταν μάλλον αρμένικης καταγωγής, αφού ο ξάδελφος ή θείος του( ο ακριβής βαθμός συγγένειάς τους παραμένει αδιευκρίνιστος) και πατριάρχης Ιωάννης Γραμματικός ήταν γιος ενός Αρμένη κατασκευαστή έγχρωμων υφασμάτων από την Παφλαγονία, του Μπαγκράτ( αναφέρεται και ως “Παγκράτιος”) Μοροχαρζάνιου. Περαιτέρω οικογενειακές πληροφορίες δεν μας είναι γνωστές, ωστόσο αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι έλαβε τη στοιχειώδη παιδεία στην Κωνσταντινούπολη.
Στο Βυζάντιο, δεν υπήρχε δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα κι έτσι μόνο τα μέλη εύπορων αστικών οικογενειών μπορούσαν να παρακολουθήσουν την κοσμική ιδιωτική εκπαίδευση. Εναλλακτικά, υπήρχε πάντοτε η διέξοδος των τεχνικών ή αγροτικών επαγγελμάτων ή της εκκλησιαστικής ή μοναστικής εκπαίδευσης. Ο Λέων, κατά πάσα πιθανότητα έλαβε κοσμική εκπαίδευση, δηλαδή την επονομαζόμενη προπαιδεία, από ηλικία περίπου 8 χρονών, μέχρι περίπου τα 12 και διδάχτηκε έτσι τη βασική γραμματική, γραφή και ανάγνωση, ενώ ξεκίνησε τη μελέτη των κλασικών και ιδίως του Ομήρου. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, τη στοιχειώδη αυτή εκπαίδευση, την έλαβε στην Άνδρο και γι’ αυτό κατέληξε εκεί και για τις ανώτερες σπουδές του. Εν πάση περιπτώσει, τα τέσσερα χρόνια που ακολούθησαν, από τα 12 έως τα 16, συνέχισε με την εγκύκλιο παιδεία, η οποία περιελάμβανε τη Ρητορική( οι Βυζαντινοί έτρεφαν ιδιαίτερη εκτίμηση για τον Δημοσθένη) και την Ορθοφωνία, τη Φιλοσοφία, αλλά και τις τέσσερις τέχνες( τετρακτύς του Πυθαγόρα, η οποία αργότερα πέρασε στους Ρωμαίους ως quadrivium), οι οποίες ήταν η Αριθμητική, η Γεωγραφία, η Μουσική και η Αστρονομία.
Όταν τελείωσε τις βασικές σπουδές του, θέλησε να συνεχίσει το ταξίδι του στον χώρο της σκέψης, ακολουθώντας ανώτατη εκπαίδευση. Παρά το ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αυτοκρατορίας λειτουργούσαν παλιά και εκπληκτικά ακτινοβόλα για το κύρος τους πανεπιστήμια, με κορυφαίο αυτό της πρωτεύουσας, της Κωνσταντινούπολης, δηλαδή τον Πανδιδακτήριο, το οποίο λειτουργούσε από το 425 ο Λέων για αδιευκρίνιστες αιτίες, εγκαταλείπει τη γενέτειρά του και εγκαθίσταται στην Άνδρο, σε νεαρή σχετικά ηλικία( κατά πάσα πιθανότητα αφού είχε συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας του). Εγκατέλειψε λοιπόν την Πόλη, με τα σπουδαία της Πανεπιστήμια, και ξεκίνησε την αναζήτησή του στη “Μικρά Αγγλία”, όπως θα ονομαστεί- πολύ αργότερα- η νήσος των βόρειων Κυκλάδων, δηλαδή η Άνδρος. Μαθήτευσε πλάι σε έναν ανώνυμο σοφό, πιθανότατα καλόγερο, με κύρια αντικείμενα τη φιλοσοφία, την αριθμητική και την ρητορική ενώ περιόδευε στα μοναστήρια της Άνδρου, ερευνώντας για σπάνια χειρόγραφα, τα οποία αργότερα πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη. Είναι η περίοδος που εμφανίζει την κλίση του στις θετικές επιστήμες και δη στην αστρονομία και τα μαθηματικά.
Η επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη δεν αποτελεί ένα θέμα για το οποίο ομονοούν οι ιστορικοί, καθώς άλλοι υποστηρίζουν ότι επανήλθε το 835, άλλοι το 833, ενώ η "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" αναφέρει ότι δίδαξε επί δεκαπέντε με είκοσι χρόνια ως ιδιωτικός δάσκαλος, μέχρι το 840, που σημαίνει ότι γύρισε στην Κωνσταντινούπολη τουλάχιστον το 825. Οι απόψεις όλων των ιστορικών ωστόσο, συγκλίνουν στο ότι ο μεγάλος αυτός διανοητής εργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους ως ιδιωτικός δάσκαλος. Σύμφωνα με τους χρονικογράφους, ο Λέων ζούσε εξαιρετικά λιτά, ενώ παρ‘ ότι γνωστός στους πνευματικούς κύκλους της πρωτεύουσας, η φήμη του δεν είχε φθάσει στο παλάτι.
Η περίοδος αυτή είναι γενικά αρκετά σκοτεινή, όχι γιατί δεν διαθέτουμε πολλές μαρτυρίες, τουναντίον, επειδή διαθέτουμε πολλαπλές και συχνά αντικρουόμενες μεταξύ τους αναφορές. Μια σχετικά αποδεκτή σειρά των γεγονότων είναι ότι ο Λέων επέστρεψε από την Άνδρο στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ 825 και 835, δίδασκε ως ιδιωτικός δάσκαλος, αναγνωρισμένος από την πνευματική ελίτ μεν, όχι από την πολιτική δε, ενώ παράλληλα, ένας από τους μαθητές του που βρισκόταν στο Αραβοβυζαντινό μέτωπο ως γραμματέας ενός εκ των στρατηγών των Ανατολικών θεμάτων πιάστηκε αιχμάλωτος των Αράβων κάποια στιγμή μέσα σε αυτή τη δεκαετία.
Αν και φυλακισμένος στα μπουντρούμια της Βαγδάτης, ο μαθητής κατάφερε να κλείσει ακρόαση με τον μαικήνα Χαλίφη Αλ- Μαμούν, ο οποίος είχε επιδείξει τεράστιο ενδιαφέρον τόσο για τη Γεωμετρία, όσο και για την Αλχημεία. Ο Χαλίφης, δοκίμασε τον νεαρό απέναντι στους σοφούς της Αυλής του. Απ’ όσο περιγράφουν οι ιστορικοί, υπήρξε μακρά συζήτηση- κυρίως γύρω από τη Γεωμετρία- κατά την οποία ο μαθητής του Λέοντα, επέδειξε γεωμετρικές γνώσεις που ακόμα και οι μεγάλοι σοφοί της Βαγδάτης αγνοούσαν, πράγμα που τους εξέπληξε. Σύμφωνα με μία διήγηση των γεγονότων, ο Χαλίφης, ο οποίος διακρινόταν για τη φιλομάθειά του, διέταξε αμέσως την απελευθέρωση του αιχμαλώτου, ενώ απαίτησε να τον πληροφορήσει για την εκπαιδευτική κατάσταση στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αυτός, τον ενημέρωσε ότι αφ’ ενός η παιδεία στο Βυζάντιο είναι σχετικά προσιτή, ακόμα και στους λαϊκούς, ανεξαρτήτως της κοινωνικής θέσης του καθενός( πράγματι, θεωρείται ότι κατά πάσα πιθανότητα το Βυζάντιο διατήρησε το "ρεκόρ" των περισσότερων εγγράμματων μέχρι και τον 19ο- 20ο αιώνα, οπότε και επήλθε η θέσπιση των σύγχρονων εκπαιδευτικών συστημάτων) κι αφ’ ετέρου ότι όλη αυτή η γνώση του, δεν ήταν παρά μια μικρή πτυχή του πολυσχιδούς έργου του δασκάλου του. Βέβαια άξιο λόγου είναι, το χρονολογικό πρόβλημα που παρουσιάζουν αυτές οι αφηγήσεις, καθώς ο Χαλίφης Αλ- Μαμούν πέθανε το 833. Συνεπώς, δύο είναι τα τινά. Είτε οι- διόλου αξιόπιστοι- ιστορικοί της Εποχής, κατέγραψαν λανθασμένες χρονολογίες, είτε εννοούσαν τον γιο και διάδοχο του Αλ- Μαμούν, Αλ- Μουτασίμ. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με άλλη πηγή, ο μαθητής δεν υπήρξε ποτέ αιχμάλωτος των Αράβων, απλώς διέδωσε αυτήν την ψευδή ιστορία στην Κωνσταντινούπολη και εξ ου οι χρονικές ανακρίβειες.
Όπως και να εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα, η διάνοια του Λέοντα αναγνωρίστηκε από τους Άραβες κάποια στιγμή στη δεκαετία του 830. Πράγματι λοιπόν, πρέπει να του ζητήθηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη για την Αυλή των Αββασιδών. Ο διανοητής ωστόσο στάθηκε διστακτικός, οπότε απευθύνθηκε στον Λογοθέτη του Δρόμου, το ανώτατο κρατικό αξίωμα κατά τη Βυζαντινή περίοδο μετά τον Αυτοκράτορα, που τότε διατελούσε ο Θεόκτιστος. Εκείνος επικοινώνησε επί του θέματος με τον Αυτοκράτορα, τον Θεόφιλο. Όταν έμαθε ότι ένα από τα λαμπρότερα- αν όχι το λαμπρότερο- μυαλό του αιώνα θα εγκατέλειπε την Κωνσταντινούπολη για τη Βαγδάτη, του παραχώρησε τον Ναό των Αγίων Σαράντα μαρτύρων για να διδάξει. Δημόσια πανεπιστήμια δεν υπήρχαν τότε, ωστόσο η περίπτωση του Λέοντα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς οι σπουδαστές είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις του δωρεάν, επειδή το κράτος κάλυπτε τον μισθό και τα όποια έξοδά του. Αυτή η πρακτική ονομάστηκε από σύγχρονους του “διδάσκειν δημοσία”, κάτι το πρωτόγνωρο για το Βυζάντιο!
Παρά την απασχόλησή του στον βυζαντινό κρατικό μηχανισμό, ο Λέων εξακολουθεί να αλληλογραφεί με τον Άραβα Χαλίφη, ιστορικοί της Εποχής εξακολουθούν να αναφέρουν τον Αλ- Μαμούν, κάτι καταφανώς λανθασμένο, αφού εκείνος απεβίωσε το 833 και ο Λέων έλαβε την έδρα του το 838. Η επικοινωνία λοιπόν, κατά πάσα πιθανότητα εκτελούνταν μεταξύ του διαδόχου του Αλ- Μαμούν, Αλ- Μουτασίμ και του Λέοντα. Οι επιστολές τους αφορούσαν- όπως μας πληροφορούν οι πηγές- προβλήματα Γεωμετρίας, τα οποία προβλημάτιζαν ιδιαίτερα τους Άραβες λόγιους. Το ιδιοφυές πνεύμα του Λέοντα είχε γίνει γνωστό, μέσω αυτών των επιστολών, σε όλον τον πνευματικό κόσμο της Βαγδάτης. Ο Χαλίφης μάλιστα ενθουσιάστηκε σε τέτοιον βαθμό από τις ικανότητες και τον αιχμηρό νου του Λέοντα, που πρότεινε στον Θεόφιλο τη σύναψη ειρήνης και συμμαχίας, καθώς και την καταβολή μεγάλου χρηματικού ποσού για να επιτρέψει στον Λέοντα να διδάξει στην αυλή του για κάποιο χρονικό διάστημα. Οι χρονογράφοι αναφέρονται σε 20 “κεντενάρια”, δηλαδή σε 2.000 λίτρες χρυσού. Μάλιστα κλείνει την επιστολή του προς τον Θεόφιλο, γράφοντας «Αν γίνει αυτό (δηλαδή η αποστολή του Λέοντα στη Βαγδάτη), όλο το γένος των Σαρακηνών θα υποκλιθεί μπροστά σου και πλούτου θα αξιωθείς τόσου, όσον δεν είδαν μάτια ανθρώπου!». Ο Θεόφιλος, όμως, όπως πληροφορούμαστε από μεταγενέστερες πηγές, αρνήθηκε.
Αντιθέτως, αναγνωρίζοντας τη διεθνή του ακτινοβολία, το 840 μ.Χ., κατόπιν ταχείας, αντικανονικής ανάβασης στις βαθμίδες της ιεροσύνης, φροντίζει να χειροτονηθεί ο Λέων μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ο Συμεών ο Λογοθέτης, κάνει λόγο για τη διδασκαλία του Λέοντα στην Κωνσταντινούπολη από το 838 έως το 840, που συνάδει με τη συγκεκριμένη ροή γεγονότων. Το 842 όμως, ο Αυτοκράτορας Θεόφιλος απεβίωσε, ενώ έναν χρόνο αργότερα, το 843 η Θεοδώρα, Επίτροπος του ανήλικου τότε γιου της, Μιχαήλ, συγκαλεί τη Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο, με την οποία αναστηλώνονται οριστικά οι εικόνες και οι ιερωμένοι του παλαιού καθεστώτος, διώκονται μαζικά ή εξαναγκάζονται σε παραίτηση. Ο Λέων, παρά τον αποσχηματισμό του, δεν τιμωρήθηκε περαιτέρω από την εικονόφιλη Θεοδώρα, όπως για παράδειγμα ο ξάδελφός του, ο έκπτωτος Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωάννης ο Γραμματικός, ο οποίος τιμωρήθηκε με μαστίγωμα( κατά μερικούς χρονογράφους και τύφλωση), ενώ μεταθάνατον, πραγματοποιήθηκε εκταφή και δημόσιο μαστίγωμα και πυρπόληση των οστών του από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ'( η πληροφορία προέρχεται από ιστορικούς της Μακεδονικής Δυναστείας, οι οποίοι αποστρέφονταν τον Μιχαήλ( εξ ου και το προσωνύμιο "Μέθυσος"), οπότε καλό είναι να εκλαμβάνονται με σκεπτικισμό) . Για την περίοδο αυτή της ζωής του λίγα είναι γνωστά. Πιθανόν συνέχισε να εργάζεται ως ιδιωτικός δάσκαλος, ώστε να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Είναι πάντως γνωστή η παραδειγματική λιτότητα, σε βαθμό ασκητή, που δίεπε τη ζωή του.
Όταν το 855 ο Καίσαρας, Δομέστικος των Σχολών, αδελφός της Θεοδώρας και θείος του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’, Βάρδας, αποφάσισε ότι το Πανδιδακτήριο της Μαγναύρας, το μεγαλύτερο Πανεπιστήμιο της Αυτοκρατορίας, έπρεπε να ανασυγκροτηθεί, κάλεσε τον Λέοντα να αναλάβει ρόλο “Υπάτου των φιλοσόφων”, δηλαδή κάτι αντίστοιχο με τους σημερινούς πρυτάνεις. Το ανασυγκροτημένο πανεπιστήμιο της Βασιλεύουσας, το λεγόμενο «παιδευτήριον της σοφίας», έγινε πόλος έλξης χιλιάδων φοιτητών, οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν δωρεάν τα μαθήματα του μεγάλου διανοητή. Τα μαθήματα που διδάσκονταν, περιγράφονται από τη λέξη «τετρακτύς», η οποία- όπως αναφέρθηκε παραπάνω-περιελάμβανε τα αντικείμενα των Μαθηματικών, δηλαδή της Άλγεβρας και της Γεωμετρίας, της Αστρονομίας, καθώς και της Μουσική. Ενδεικτικά, ορισμένοι από τους μαθητές του που διέπρεψαν αργότερα, ως πρωταρχικές φυσιογνωμίες της «Μακεδονικής Αναγέννησης» (867 – 1081), όπως ο Μέγας Φώτιος( αργότερα Πατριάρχης), οι Κύριλλος και Μεθόδιος( που εκχριστιάνισαν τους Σλάβους) , ο αστρονόμος Θεοδήγιος( που τον διαδέχθηκε στην πρυτανεία). Παρέμεινε στη θέση του Υπάτου τουλάχιστον μέχρι και το 869, οπότε και αναφέρεται ως ένας από τους επιζήσαντες ενός μεγάλου σεισμού που έπληξε την Κωνσταντινούπολη. Ακριβής χρονολογία θανάτου δεν είναι γνωστή.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Το έργο του εκτείνεται σε πολλαπλούς χώρους, από την συγγραφή ποιημάτων και σχολίων στα έργα του Πλάτωνα, μέχρι σε πρωτοποριακές μηχανικές εφευρέσεις. Δυστυχώς, μετά το τέλος της Εικονομαχίας και δη μετά τον θάνατό του, πολλά από τα έργα του καταστράφηκαν επιμελώς από εικονόφιλους ή από λοιπές καταστροφές. Ακριβώς λόγω του τεράστιου σε όγκο, μα εντελώς διασπασμένου του έργου, δύσκολο είναι να προσδιορισθεί με ακρίβεια ποια δραστηριότητα του Λέοντα έχει διασωθεί μέχρι τις μέρες μας. Ο κορυφαίος Ολλανδός κλασικιστής, Βέστερινκ( “L.G.Westerink”), υπολογίζει - και είναι η εγκυρότερη μελέτη( απ' όσες πηγές μελέτησα) που αφορά τα τελευταία θρύμματα του έργου του Λέοντα- ότι διασώθηκαν διάφορες, πλην αποσπασματικές πτυχές της κατά τα λοιπά εξαιρετικά πολυσχιδούς εργασίας του.
Όσον αφορά τη φιλοσοφία, δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα στον σχολιασμό του Πλάτωνα- μάλιστα είναι ο πρώτος γνωστός εκδότης των πλατωνικών διαλόγων στο Βυζάντιο. Οι διορθώσεις του, των οποίων ωστόσο δεν γνωρίζουμε την έκτασή, στους Νόμους του Πλάτωνα θεωρούνταν στα βυζαντινά χρόνια πολύ σπουδαίο έργο.
Αντίστοιχα, αναφορικά με τη δραστηριοποίησή του στον χώρο της θρησκείας, συνέγραψε αρκετά ποιήματα διδακτικού περιεχομένου, τα οποία μάλιστα χαρακτηρίζονται για τη λογοτεχνική τους αξία. Το μοναδικό μεγάλο του ποίημα που έχει διασωθεί είναι ο Ιώβ, ένα πόνημα που εκτείνεται σε 638 στίχους και πραγματεύεται τη γνωστή βιβλική ιστορία του Ιώβ, δοσμένη με ποιητικό ύφος. Και βέβαια, από την Παλατινή Ανθολογία, μία πολύτομη συλλογή χιλιάδων επιγραμμάτων, στην οποία πιστεύεται ότι έχουν συμπεριληφθεί έντεκα επιγράμματα του Λέοντα, δίχως να έχει εξακριβωθεί.
Η μεγαλύτερη συμβολή του Λέοντα όμως στον κόσμο της γνώσης, στάθηκε η εφευρετικότητα που επέδειξε σε τομείς της μηχανικής, η φιλομάθειά του όσον αφορά τους αρχαίους μαθηματικούς, καθώς και η επιμέλειά του στη μελέτη όλων των γνωστών επιστημών της Εποχής, πλην της Αλχημείας.
Χάρη στην ακάματο διάθεσή του για διαφύλαξη της αρχαίας επιστημονικής γνώσης, διασώθηκαν τα “Κωνικά” του μεγάλου ελληνιστικού επιστήμονα Απολλωνίου του Περγαίου, έργο που πραγματεύεται αρχές της μηχανικής και ειδικότερα τις κωνικές τομές. Ακόμα, δημοσίευσε ένα δελτίο τεσσάρων σελίδων με ερμηνευτικά σχόλια στα “Στοιχεία” του Ευκλείδη, τα οποία σημάδεψαν τα Δυτικά μαθηματικά για πολλά χρόνια, ενώ μνημειώδης στάθηκε η προσπάθειά του να περισώσει το “ Μαθηματική Σύνταξις”, του Ρωμαίου αστρονόμου Πτολεμαίου. Το κείμενο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα της αστρονομίας, ενώ θεωρούνταν η Βίβλος της αστρονομίας από την εποχή της δημοσίευσής του, περίπου το 140 π.Χ. μέχρι και τον 16ο αιώνα. Ο Πτολεμαίος υπήρξε τόσο διορατικός, που πολλά από τα όσα αναφέρει ως βασικές αρχές, αναγνωρίζονται και σήμερα ως επιστημονικές αλήθειες. Πιο συγκεκριμένα, το ότι ο ουράνιος θόλος είναι σφαιρικός και κινείται ως σφαίρα, το ότι η Γη είναι μια σφαίρα, αλλά και το ότι η Γη, σε σχέση με την απόσταση των σταθερών αστεριών, δεν έχει αξιόλογο μέγεθος και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μαθηματικό σημείο είναι εκπληκτικά διορατικές παρατηρήσεις. Σφάλματα βέβαια παρατηρούνται στο έργο του Πτολεμαίου, ο οποίος υποστηρίζει ότι η Γη βρίσκεται στο κέντρο του Κόσμου, καθώς και ότι η Γη δεν κινείται, δηλαδή πράγματα άτοπα, που σήμερα έχουν αποδειχθεί λανθασμένα. Το χειρόγραφο του Λέοντα- ένα από τα πρώτα με μικρογράμματη γραφή- έχει χαρακτηριστεί από τον κορυφαίο Δανό κλασικιστή φιλόλογο J. L. Heiber ως το κομψότερο και ωραιότερο που είχε ποτέ δει. Τέλος, διέσωσε περαιτέρω Αλεξανδρινούς μαθηματικούς, φυσικούς και μηχανικούς, όπως τον Μαρκέλλο τον Κυρίνο και την πραγματεία του περί μηχανικής, τον κορυφαίο αστρονόμο Θεωνά τον Αλεξανδρέα, πατέρα της Υπατίας, του οποίου το αστρονομικό σύγγραμμα το είχε δέσει με ένα εγχειρίδιο γεωμετρίας του Πρόκλου του Ξανθία, αλλά και το ιερό τέρας της μηχανικής, τον Αρχιμήδη.
Όσον αφορά τη συμβολή του στις επιστήμες, απ’ όσα ελάχιστα έχουν επιζήσει μέχρι τις μέρες μας, γνωρίζουμε ότι αυτός πρώτος εισήγαγε τα γράμματα αντί των αριθμών σε τομείς όπως η θεωρητική αριθμητική, αλλά και η Άλγεβρα.( για παράδειγμα στις εξισώσεις). Παράλληλα, υπήρξε ευφυής αστρονόμος( και αστρολόγος) και συνέταξε τους δικούς του αστρονομικούς πίνακες( δεν έχει εξακριβωθεί αν ο σκοπός πίσω από τη δημιουργία τους αφορούσε τη διδασκαλία του στη Μαγναύρα ή προορίζονταν για ιδιωτική χρήση), ενώ διόρθωσε κάποιες λανθασμένες παρατηρήσεις του Πορφύριου, ενός εκ των κορυφαίων φιλοσόφων της Ύστερης Αρχαιότητας, για ορισμένες τροχιές κάποιων πλανητών. Από όλα αυτά όμως, ελάχιστα είναι γνωστά, κυρίως μέσα από έμμεσες αναφορές από συγκεντρωτικά βιβλία μεταγενέστερων Βυζαντινών που αφορούσαν το έργο διαφόρων επιστημόνων, μεταξύ των οποίων ο Λέων.
Στη μηχανική, επίσης υπήρξε πρωτοπόρος, καθώς ως βαθύς γνώστης της αλεξανδρινής τεχνολογίας , κατασκεύασε μηχανές που ακόμα και σήμερα φαντάζουν βγαλμένες από κάποια ταινία επιστημονικής φαντασίας. Ενδεικτικά, δημιούργησε «αυτόματα», ορισμένα από τα πρώτα ρομπότ στην Ιστορία δηλαδή, για τα βυζαντινά ανάκτορα, αξιοποιώντας την υδροστατική και αεροστατική πίεση. Κατασκεύασε για τον «Χρυσοτρίκλινο», την αίθουσα ακροάσεων του “Μεγάλου Πλατιού”, έναν επιχρυσωμένο πλάτανο που στα κλαδιά του κουνούσαν τα φτερά τους και κελαηδούσαν χρυσά πουλιά, ενώ στην κορυφή του ένας αυτόματος χρυσός άγγελος σάλπιζε. Κάτω από το δέντρο, ολόχρυσοι αυτόματοι οινοχόοι κερνούσαν κρασί εκείνους που είχαν αιτηθεί ακρόαση από τον αυτοκράτορα! Στη μαρμάρινη βάση του θρόνου, είχαν τοποθετηθεί ορειχάλκινα επιχρυσωμένα λιοντάρια, τα οποία σηκώνονταν και βρυχόνταν όποτε κάποιος πλησίαζε το θρόνο! Παρόμοια μηχανήματα μάλιστα, φαίνεται να είχαν δημιουργηθεί από τον Ήρωνα τον Αλεξανδρέα για τους Πτολεμαίους, ενώ άλλα αυτόματα προϋπήρχαν στα βυζαντινά ανάκτορα, αλλά και στην αυλή του Άραβα χαλίφη για τον εντυπωσιασμό των ξένων.
Το πιο εντυπωσιακό επίτευγμα του Λέοντος στον τομέα του αυτοματισμού υπήρξε κατά το «Περί βασιλείου τάξεως», έργο ιστορικής υφής( με έντονη υποκειμενικότητα βέβαια) του Κωνσταντίνου Ζ’ του Πορφυρογέννητου, το «μηχανικόν σάρωθρον», δηλαδή μια μηχανική χελώνα που καθάριζε τους δρόμους της Κωνσταντινούπολης αυτόματα! Όλα αυτά τα εντυπωσιακά μηχανήματα, σύμφωνα με τις πηγές αχρηστεύτηκαν από τους ίδιους τους Βυζαντινούς σε εποχές οικονομικής δυσπραγίας, οπότε είτε τα έλιωναν για να κόψουν χρυσά και χάλκινα νομίσματα, ενώ πολλά καταστράφηκαν και από τον Σταυροφόρους, οι οποίοι τα έλιωσαν και αξιοποίησαν τον χρυσό, στέλντοντάς τον στη Δύση.
Το magnum opus του Λέοντα ωστόσο, αποτελεί αναμφίβολα η τελειοποίηση του αρχαίου συστήματος τηλεπικοινωνίας, του οπτικού τηλέγραφου. Φρυκτωρικοί πύργοι, χρησιμοποιούνταν από τους ανθρώπους ήδη από τα αρχαία χρόνια, με σκοπό την προειδοποίηση επικείμενων επιδρομών. Οι φρυκτωρίες αυτές όμως, είχαν μήκος μόνο μερικές δεκάδες χιλιόμετρα. Το επίτευγμα του Λέοντα ήταν, ότι κατόρθωσε με μόλις επτά(7) σταθμούς, να δημιουργήσει μια αλυσίδα πληροφόρησης που εκτεινόταν από την Ταρσό της Κιλικίας στην Κωνσταντινούπολη( μια απόσταση περίπου 2.000 χιλιομέτρων) σε ένα χρονικό διάστημα από μία(1) έως έντεκα(11) ώρες, ταχύτητα που ξεπεράστηκε μόλις τον 19ο αιώνα με την εφεύρεση του τηλέγραφου.
Οι σταθμοί είχαν τοποθετηθεί στις επτά υψηλότερες κορυφές των οροσειρών της Μικράς Ασίας και κατέληγαν στον Φάρο του “Μεγάλου Παλατιού”. Οι σταθμοί ξεκινούσαν από το φρούριο του Λούλου, που δέσποζε πάνω από τις Κιλίκιες Πύλες και συνέχιζε στον
Αργαίο
Ίσαμο( Σάμος)
Αίγαλο, τον Μάμα( Όλυμπο)
Κίρκο( Κύριζος)
Μώκιλο( Μούκιλο)
και τελικά στον Άγιο Αυξέντιο, έναν λόφο 428 μέτρων σε απόσταση 12 χιλιομέτρων στα ανατολικά της Χαλκηδόνας.
Η μέση απόσταση μεταξύ των δύο σταθμών, ήταν μικρότερη από 100 χιλιόμετρα. Το σύστημα ήταν σε θέση να μεταδώσει δώδεκα διαφορετικά μηνύματα(“υποθέσεις”), όπως “εκδρομήν”(επιδρομή), νίκη ή ήττα, υποχώρηση του εχθρού, “εμπρησμόν”(πυρκαγιά), σεισμό ή πλημμύρα. Αυτό είχε επιτευχθεί με τη χρήση δύο τέλεια συγχρονισμένων μηχανικών ρολογιών , των λεγόμενων “ωρολογίων”(τα οποία μάλιστα απετέλεσαν τα πρώτα γνωστά μηχανικά ρολόγια στην ιστορία), τοποθετημένων στα δύο άκρα της φρυκτωρικής αλυσίδας, στο Παλάτι και το φρούριο του Λούλου, που λειτουργούσαν με βάση μία διαίρεση της ημέρας σε δώδεκα(12) σταθερές ζώνες, σε δώδεκα(12) ώρες με αντίστοιχα συμφωνημένα δώδεκα(12) μηνύματα. Το σύστημα ήταν καλύτερα ορατό τις νύχτες, αλλά φαίνεται ότι οι Βυζαντινοί είχαν επινοήσει ένα σύστημα συναγερμού με καπνό ορισμένου χρώματος, που γινόταν αντιληπτός και την ημέρα. Δεν είμαστε βέβαιοι για πόσο καιρό λειτούργησε αυτό το σύστημα. Η επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι με την κατάληψη της Ταρσού στα τέλη του 9ου αιώνα από τους Άραβες( δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς, αλλά μάλλον πριν το 883), το φρούριο του Λούλου κατελήφθη και το ακραίο “ωρολόγιον” καταστράφηκε, με αποτέλεσμα να αχρηστευθεί το σύστημα. Μια άλλη πηγή όμως, που χρονολογείται την Εποχή της Μακεδονικής Δυναστείας και είναι εχθρικά διακείμενη απέναντι στον Μιχαήλ Γ’, υποστηρίζει ότι κάποια στιγμή, μάλλον κατά το τέλος της βασιλείας του( το έτος 867μ.Χ.), ο αυτοκράτορας διέταξε να παύσουν τα “ωρολόγια” της Κωνσταντινούπολης, καθώς αυτά, απέσπασαν την προσοχή του πλήθους κατά τη διάρκεια μιας ιπποδρομίας. Άγνωστο παραμένει πάντως και το έτος εφαρμογής του συστήματος. Παρ’ όλα αυτά, το πιθανότερο είναι ότι χρησιμοποιήθηκε για περισσότερο από δέκα έτη.
Η παρακαταθήκη του ωστόσο δεν περιορίζεται σε αυτά. Κατά τον κορυφαίο ιστορικό της μεσοβυζαντινής περιόδου, Πωλ Λεμέρ, ο Λέων είχε συγκροτήσει σημαντική βιβλιοθήκη με κλασικούς συγγραφείς, την πρώτη ιδιωτική βιβλιοθήκη για την οποία διαθέτουμε κάποιες πληροφορίες αναφορικά με το περιεχόμενό της, όσον αφορά τα κλασικά κείμενα. Πιθανότατα, εκτός απ’ όλα τα προαναφερθέντα έργα, περιείχε και μερικά από τα πονήματα του Πορφύριου, ενός εκ των κορυφαίων νεοπλατωνικών φιλοσόφων, και ίσως το μυθιστόρημα του Αχιλλέα Τάτιου, Λευκίππη και Κλειτοφών.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ελπίζω να βρήκατε ενδιαφέρουσα την παρουσίαση μιας προσωπικότητας, η οποία κατά τη γνώμη μου είναι αξιοθαύμαστη για την πολυπραγμοσύνη της, σε μία ολότελα διαφορετική Εποχή, σε μια Εποχή με πολύ λιγότερα διαθέσιμα μέσα, κατά την οποία οι ερευνητές και οι επιστήμονες, διέθεταν βασικά τη σκέψη και τη διάνοιά τους! Ανέκαθεν επίσης με συνάρπαζε πώς ένας πνευματικός άνθρωπος, μπορεί να λειάνει τις διαφορές, όπως μεταξύ της Αυτοκρατορίας και του Χαλιφάτου, δύο κράτη τα οποία παρ' όλο που κατά το μεγαλύτερο μέρος της συνύπαρξής τους εχθρεύονταν στο πολιτικό πεδίο, βρίσκονταν σε έναν αδιάκοπο πολιτισμικό διάλογο, με πρωτεργάτες του να στέκουν τέτοιοι διανοητές. Αν και κάπως "δύσκολος", εξ αιτίας των πολλαπλών και αντικρουόμενων πηγών σχετικά με τη ζωή του και το έργο του( άφησα έξω διάφορα μη επαρκώς τεκμηριωμένα στοιχεία, όπως λόγου χάρη μια υποτιθέμενη διαμάχη με άλλον λόγιο της Εποχή), νομίζω ο Λέων αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός Αναγεννησιακού ανθρώπου, καθώς κι ένα καλό δείγμα του Βυζαντινού πολιτισμού, ο οποίος δεν εκτεινόταν αποκλειστικά σε εκκλησιαστικούς τομείς, όπως πιστεύεται ευρύτερα, αλλά έχει να επιδείξει ενδιαφέρον σε κλάδους όπως η Επιστήμη, η Φιλολογία και η Μουσική!