Search the Community
Showing results for tags 'διόπτρα'.
-
Το Heartstopper είναι μία σειρά πέντε βιβλίων, γέννημα της φαντασίας της Alice Oseman. Στο συγκεκριμένο διήγημα ακολουθούμε την ζωή δύο μαθητών, του Nick Nelson και του Charlie Spring, οι οποίοι φοιτούν στο ίδιο σχολείο κι ενώ στην αρχή δεν γνωρίζονται καθόλου, στην συνέχεια η μοίρα τα φέρνει έτσι ώστε να γίνουν φίλοι. Με τον καιρό αυτή η φιλία μετατρέπεται σε άδολο κι αγνό έρωτα. Έτσι ο αναγνώστης μαθαίνει την πορεία αυτής της σχέσης, μέσα από τα μάτια των δύο παιδιών, αλλά και της παρέας τους και φυσικά διαβάζει με ενδιαφέρον το πώς (και πόσο) αυτή η σχέση θα επηρεάσει τους οικείους τους. Οι δύο έφηβοι αρχίζουν σιγά-σιγά να νοιάζονται ο ένας για τον άλλο και προσπαθούν να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που έρχονται στον δρόμο τους με αγάπη και κατανόηση. Η Oseman μέσα από την άρτια αφηγηματική της γλαφυρότητα, δίνει μία δυνατή γροθιά στο υπογάστριο του κατεστημένου και των στερεοτύπων και το ενδιαφέρον είναι ότι αυτό το κάνει με έναν ρομαντικό, γλυκό και τρυφερό τρόπο. Έτσι, λοιπόν, η σειρά προτείνεται αυστηρά και μόνο σε εκείνους που διαθέτουν… ανοιχτά μυαλά. Ο εικαστικός τομέας, σε σύγκριση με το σενάριο νομίζω ότι έρχεται δεύτερος, χωρίς όμως να είναι κακός. Το σχέδιο αποτελείται από μεγάλα ασπρόμαυρα καρέ, που δεν διαθέτουν πολλά backgrounds και οι χαρακτήρες αποδίδονται αρκετά χοντροκομμένοι. Προσωπικά έχω την εντύπωση ότι πατάει στα χνάρια των αντίστοιχων παιδικών κόμικς. Και πάλι, όμως, αυτό που αφηγείται το σενάριο είναι πολύ δυνατό, με αποτέλεσμα να κρατά τον αναγνώστη στις σελίδες ακόμα και με αυτό το σχεδιαστικό μοτίβο. Η ελληνική έκδοση, προερχόμενη από την ΔΙΟΠΤΡΑ, είναι αξιοπρεπέστατη και πιστεύω ότι μπορεί να αναμετρηθεί επάξια με την αγγλική. Η ράχη είναι δεμένη με κόλλα η οποία συγκρατεί πάνω από 250 σελίδες στον κάθε τόμο με στιβαρότητα. Η υφή του χαρτιού στο εσωτερικό είναι ματ και το πάχος του περισσότερο αυξημένο από το κανονικό. Έτσι το συνολικό αποτέλεσμα είναι αρκετά ανθεκτικό, το οποίο είναι πολύ θετικό αν αναλογιστούμε ότι απευθύνεται κυρίως σε έφηβους αναγνώστες. Στο τέλος του (τέταρτου) βιβλίου βρίσκουμε μία σελίδα που παραθέτει διάφορες πηγές πληροφόρησης για ζητήματα ψυχικής υγείας ( ), καθώς επίσης κι ένα σημείωμα της δημιουργού η οποία αναφέρεται στο πόνημά της και δίνει και τις ευχαριστίες της. Αν θελήσουμε να παραθέσουμε μερικές πληροφορίες για το σύμπαν του Heartstopper, αυτές θα ήταν οι εξής: Τα βιβλία φέρουν τους εξής τίτλους: Ένα αγόρι γνωρίζει ένα αγόρι Φιλί Αποκάλυψη Ταξίδι ? Το πέμπτο βιβλίο της σειράς θα είναι κι αυτό που την ολοκληρώνει. Προβλέψεις αναφέρουν ότι θα κυκλοφορήσει από τις 02/02/23. Το Heartstopper ξεκίνησε αρχικά σαν ένα webcomic και στην συνέχεια πέρασε σε έντυπη μορφή με την βοήθεια της πλατφόρμας Kickstarter. Κυκλοφόρησε πρώτη φορά στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2016 (ηλεκτρονικά) και σε έντυπη μορφή το 2018. Οι βασικοί πρωταγωνιστές της σειράς ήταν supporting characters σε μία προγενέστερη νουβέλα της δημιουργού, ονόματι Solitaire. Το Heartstopper έχει κατακτήσει και την μικρή οθόνη, καθώς έγινε σειρά, η οποία φιλοξενείται στην πλατφόρμα του Netflix. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα συνεχόμενο έργο το οποίο είναι χωρισμένο σε 5 βιβλία. Έτσι τα κεφάλαια συνεχίζουν αριθμητικά από εκεί που σταμάτησαν στο προηγούμενο βιβλίο, ενώ και η αρίθμηση των σελίδων είναι ενιαία σε όλα τα βιβλία. Πληροφοριακά να πούμε ότι ο συνολικός αριθμός των σελίδων αγγίζει τις 1259! Η επίσημη σελίδα της σειράς στο IMDB Η επίσημη ιστοσελίδα του Heartstopper Η επίσημη ιστοσελίδα της Alice Oseman Οι εσωτερικές σελίδες προέρχονται από την αγγλική έκδοση και δεν είναι σκαναρισμένες από εμένα. Πολλές ευχαριστίες στον φίλο @ nikos99 για την διάθεση του τεύχους #04.
-
Από την εκδοτική: Ορκισμένος να μη γελάσει αν δεν ελευθερωθεί η Κρήτη, ο Καπετάν Μιχάλης ζει στο Μεγάλο Κάστρο στα τέλη του 19ου αιώνα, με τη φήμη του αγριμιού να τον συνοδεύει σε κάθε του στιγμή. Ο ίδιος όμως δείχνει να χάνει τη συγκέντρωσή του και να απομακρύνεται από τις αξίες του όταν γνωρίζει την Εμινέ, σύζυγο του αδερφοχτού του Νουρήμπεη, σαν να τον κυριεύει ένας «δαίμονας» άγνωστος σε εκείνον μέχρι τότε. Καθώς η τεταμένη κατάσταση ανάμεσα σε Οθωμανούς και Χριστιανούς στο νησί καταλήγει σε μια σειρά γεγονότων που θα οδηγήσει στην επανάσταση του 1889, ο Καπετάν Μιχάλης βρίσκεται να αναζητά την ελευθερία σε έναν ακόμη τομέα… Η ιστορία: Έχει γίνει αρκετά δημοφιλής η μεταφορά σπουδαίων έργων της ελληνικής λογοτεχνίας και πεζογραφίας σε κόμικ και οι εκδόσεις Διόπτρα δεν μένουν εκτός παιχνιδιού. Ο Παναγιώτης Πανταζής, γνωστός και στα μουσικά ως PAN PAN έχει ήδη δουλέψει σε μια παρόμοια ιστορία με τα Μυστικά του Βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα και γενικότερα έχει μια πολύ αξιοσέβαστη πορεία με δουλειές σε πολλές εκδοτικές καθώς και περιοδικά όπως ο Μπλε Κομήτης. Αν και ήταν γνωστός ως ο σχεδιαστής των ιστοριών, ειδικά στις εκδόσεις της Polaris, εδώ αναλαμβάνει και το σενάριο, το οποίο επιμελείται ο Γιώργος Γούσης. Η ιστορία λοιπόν είναι μια μεταφορά του κλασικού μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη με πρωταγωνιστή τον Καπετάν Μιχάλη. Ο Πανταζής αποδίδει άψογα τον σκυθρωπό και αγριωπό πρωταγωνιστή του. Το κόμικ βλέπει μέσα από τα μάτια του Καπετάν Μιχάλη τις πολύ τεταμένες σχέσεις μεταξύ των Χριστιανών Κρητικών και των Οθωμανών μουσουλμάνων με τους δεύτερους να φοβούνται ιδιαίτερα τον ήρωα μας και να μη μπορούν να του πάνε κόντρα σε τίποτα. Όμως τα πράγματα δεν πάνε καλά και το αποτέλεσμα είναι το ξέσπασμα της Κρητικής Επανάστασης του 1889, καθώς όπως λέει ο Καπετάν Μιχάλης θα χαμογελάσει μόνο όταν ελευθερωθεί η Κρήτη. Η ιστορία κυλάει πολύ όμορφα και μελετάει πολύ τη σχέση του Καπετάν Μιχάλη με τον Νουρήμπεη που έδωσαν όρκο αίματος να μη σκοτώσουν ο ένας τον άλλον, αλλά ο ίδιος έχει σαν πειρασμό τη γυναίκα του, ενώ και ο Νουρήμπεης δε θα φερθεί σωστά στην οικογένεια του Καπετάν Μιχάλη. Επίσης βλέπουμε την κόντρα των μπέηδων και του τοπικού Πασά με την ηγεσία της Χριστιανικής Εκκλησίας της περιοχής και το πως για πολύ λίγο συνέχεια αποφεύγεται η κόντρα και η τελική μάχη. Το σενάριο έχει αρκετούς ιδιωματισμούς και ωραία γλώσσα σε γενικές γραμμές αποτίοντας φόρο τιμής στη γραφή του Καζαντζάκη. Το σχέδιο: Πιστεύω ότι αν δεν ήξερα τον Πανταζή θα ήμουν σίγουρος ότι το δυνατό του σημείο δημιουργικά είναι το σενάριο και όχι το σχέδιο. Όχι πως είναι κακό, σίγουρα είναι όμορφο, αλλά μοιάζει λίγο ερασιτεχνικό ώρες ώρες και κάπως όχι και τόσο δουλεμένο ανά σημεία προκειμένου να τελειοποιηθεί. Μου έλειψε η λεπτομέρεια και ξέρω πως αυτές οι ιστορίες που αφορούν παλιότερες εποχές χρειάζονται τέτοιου τύπου χωρίς την παραμικρή λεπτομέρεια ή έντονα μελάνια, αλλά για μένα αυτό το έχει τελειοποιήσει ο Θανάσης Πέτρου στα εξαιρετικά του graphic novels και εδώ κάτι μου έλειψε. Η έκδοση: Έβαλε μεράκι στην έκδοση η Διόπτρα και αυτό φαίνεται αφού συνολικά έχουμε ένα όμορφο αποτέλεσμα. Ωραίο εξώφυλλο, παχύ και με τα χαρακτηριστικά "αυτάκια" για έξτρα πληροφορίες, ωραίο χαρτί και προσεγμένη δουλειά σε ένα κόμικ που βρίθει κρητικής λεβεντιάς, θανάτου, πόνου και όλα αυτά με ένα πάρα πολύ καλό σενάριο και αρκούντως ικανοποιητικό σχέδιο. Συνολικά η προσπάθεια παίρνει θετικότατο πρόσημο και χαίρομαι που δίνονται ευκαιρίες να βγαίνουν τέτοιες δουλειές από μεγάλους εκδοτικούς όπως η Διόπτρα. Καλό διάβασμα σε όλους
- 8 replies
-
- 14
-
- παναγιώτης πανταζής
- διόπτρα
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Οι εκδόσεις Διόπτρα μας δίνουν μια νέα έκδοση κόμικς, σε καταπληκτική ποιότητα και μέγεθος Absolute!!! Με το που το είδα μπροστά μου, το άρπαξα χωρίς δεύτερη σκέψη. Πρόκειται για διασκευή της ομώνυμης ιστορίας της Αγκάθα Κρίστι, με ηρωίδα την Μις Μαρπλ. Διαβάστηκε αμέσως. Το σενάριο εγγυημένα καλό, και το σχέδιο πολύ όμορφο και ταιριαστό, στο ευρωπαϊκό στυλ της καθαρής γραμμής και με πολλή λεπτομέρεια στα περιβάλλοντα. Με τιμή γύρω στα 11 ευρώ και σε αυτό το μέγεθος και ποιότητα συστήνεται ανεπιφύλακτα. Και μιας και ανέφερα την ευρωπαϊκή σχολή της καθαρής γραμμής στο σχέδιο, κάνουν και ένα πέρασμα κάποιοι γνώριμοι φίλοι μας που ταιριάζουν στο όλο στυλ και περιβάλλον
- 26 replies
-
- 33
-
- dominique ziegler
- αγκάθα κρίστι
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Ένα ακόμα κόμικ βασισμένο σε μυθιστόρημα της θείας Αγκάθα από τις εκδόσεις Διόπτρα. Περιπέτεια 2 λιγότερο γνωστών ηρώων της, του Tommy και της Tuppence σε σχέδιο και σενάριο του Βέλγου Emilio Van der Zuiden. Εδώ έχουμε μεταφορά του πρώτου από τα 5 βιβλία τους, το The Secret Adversary του 1922 ("Μια σκιά στην ομίχλη: οι τυχοδιώκτες του Πικαντίλυ" εκδόσεις Λυχνάρι ή "Ο παράξενος αντίπαλος" εκδόσεις Ερμείας) . Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι το 2ο της θείας Αγκάθα που δημοσιεύτηκε. Το πρώτο ήταν το The Mysterious Affair at Styles του 1920 που ήταν και η πρώτη εμφάνιση του Πουαρώ. Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο αναφορικά με την υπόθεση: Η Προύντενς Κάουλι και ο Τόμι Μπέρεσφορντ, νέοι, φιλόδοξοι και ριψοκίνδυνοι, αποφασίζουν να παραστήσουν τους τυχοδιώκτες και άθελά τους βρίσκονται μπλεγμένοι σε μια υπόθεση διεθνούς κατασκοπείας. Πώς θα κατορθώσουν να ανακαλύψουν την πραγματική ταυτότητα του μυστηριώδους κυρίου Μπράουν, αυτού του τρομερού αντιπάλου τους που απειλεί το Ηνωμένο Βασίλειο; Και πώς θα καταφέρουν να βρουν την Τζέιν Φις, που μοιάζει να κρατάει το κλειδί του μυστηρίου; Οι 3 μεταφράσεις της Διόπτρα, αυτό εδώ, το Μις Μαρπλ Ένα Πτώμα στη Βιβλιοθήκη και το Ηρακλής Πουαρώ Έγκλημα στο Οριέντ Εξπρές είναι μεταφράσεις 3 γαλλικών κόμικ από την εκδότικη Paquet, που βγήκαν το Νοέμβριο 2017 ως μέρος μιας collection με κόμικ της λαίδης του αστυνομικού μυθιστορήματος. Στην Γαλλία βγήκαν τον Ιούνιο άλλοι 2 τίτλοι. Αμφότεροι Πουαρώ. Το Έγκλημα στο Νείλο και το Ραντεβού με τον Θάνατο. Άγνωστο εάν θα τις μεταφράσει και αυτές η Διόπτρα. Προσωπικά δεν με ενθουσίασε ως κόμικ. Η υπόθεση είναι μεστή και λογοτεχνική. Έχει αρχή, μέση και τέλος. Εξ'όσων διαβάζω στη wiki γύρω από το μυθιστόρημα φαίνεται να είναι αρκετά πιστή σε αυτό. Αυτό όμως ίσως και να είναι το μειονέκτημά του. Το συνωμοσιολογικό σκέλος του, οι πολιτικές του προεκτάσεις (όποιες έχει τέλος πάντων), το μυστήριο που κουβαλάει, αισθάνομαι ότι είναι "παλιά" Ίσως το 1922 να ήταν cutting edge τα όσα συμβαίνουν. Έκτοτε όμως έχουμε δει και διαβάσει πολύ καλύτερες ιδέες και κόλπα. Εικαστικά ήταν ένα τυπικό BD με καθαρή γραμμή. Ωραίο μεν, δεν με συνεπήρε δε. Βρήκα γοητευτικό τον τρόπο που σχεδίαζε την Tuppence, αλλά απ''ότι βλέπω στο lambiek ο van der Zuiden είναι γνωστός για τα pin up girls του Δεν εκπλήσσομαι Παρόλο που είναι φετινή έκδοση, το βρήκα στον Σκλαβενίτη στα 5 ευρώ! Το βρήκα επίσης, όπως και τα άλλα 2, στα 5 ευρώ στον Ποθητό στην Κάνιγγος. Σε μια τέτοια τιμή είναι καθαρή ληστεία και αξίζει ασυζητητί τον κόπο. Δεν θα σας μείνει ως κάτι το συγκλονιστικό, δεν θα κλάψετε με τίποτα όμως τα λεφτά σας 64 σελίδες υπερμεγέθες BD. Δεν μεταφράζονται και τόσα, διαβάζεται άνετα ενώ θα πίνετε τον Κυριακάτικο καφέ σας στο Da Capo ή έστω στο Ζάππειο. Παραθέτω μερικές σελίδες που έχει διαθέσιμες ο Γάλλος εκδότης στο σάητ του. (παραείναι μεγάλο για να σκανάρω τα εξώφυλλα τα σκάναρα τμηματικά ) λινκ της έκδοσης στην Διόπτρα Εδώ μνημονεύει ως χώρα προέλευσης το Ηνωμένο Βασίλειο. Μέσα στο βιβλίο λέει τίτλος πρωτοτυπου The Secret Adversary. Εγώ πάντως κόμικ με τέτοιο τίτλο από αυτόν τον δημιουργό στα αγγλικά, δεν βρίσκω (υπάρχουν αυτά που είχε κάνει ο Francois Riviere όπου κάποια μεταφραστήκαν από την Μαμούθ, κάποια από την Modern Times, αλλά είναι άλλα κόμικ) Στα στοιχεία στο βιβλίο λέει "published by arrangement with Agatha Christie Ltd, Editions Paquet & JLM Literary Agency". Για να το αλλάξω στα αγγλικά θα πρέπει να εμφανιστεί τουλάχιστον η ίδια η μεταφράστρια και να μου πει ότι το μετέφρασε από τα αγγλικά. Που ούτε εκεί θα πειστώ Μάλλον θα χρειαστώ τον ίδιο τον Van der Zuiden να μου πει ότι το έγραψε στα αγγλικά Απ'ότι βλέπω και τα άλλα 2 είναι μεταφράσεις της ιδίας και μνημονεύονται στο biblionet ως αγγλικής προέλευσης.
-
Κάθε νέο Graphic novel του Soloup, (πραγματικό όνομα Αντώνης Νικολόπουλος), είναι μια σημαντική είδηση για το χώρο των κόμικ στη χώρα μας. Μετά το "Αϊβαλί", το "Ο Συλλέκτης - Έξι Διηγήματα Για Έναν Κακό Λύκο" και το "21 η μάχη της πλατείας", που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία και έγιναν μέρος σεμιναρίων και εκθέσεων, ήρθε και η ώρα της διασκευής σε Graphic novel ενός εκ των σημαντικότερων μυθιστορημάτων, του σημαντικοτέρου ίσως Έλληνα συγγραφέα - λογοτέχνη των τελευταίων αιώνων. Πρόκειται, όπως μαρτυρά και ο τίτλος, για τη δισκευή του "Βίου και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά" του τεράστιου Νίκου Καζαντζάκη. Πρόκειται για μια εξαιρετική και χορταστική διασκευή 520 σελίδων του διάσημου διηγήματος του Καζαντζάκη, το οποίο έχει γίνει και ταινία το 1964 και χάρισε στην ιστορία υπέροχες ερμηνίες και το περίφημο συρτάκι του Ζορμπα. Αν δεν έχετε διαβάσει το βιβλίο είναι μια ευκαιρία να το διαβάσετε αλλιώς. Ο Soloup έχει φτιάξει μια υπέροχη καλλιτεχνική απεικόνιση του Ζορμπά, η οποία κρατάει τη βασική ιστορία διανθισμένη με κάποιες εμβόλιμες πινελιές, που εμπλουτίζουν το έργο. Η μεγάλη επιτυχία του Soloup είναι ότι κρατάει το ύφος του Καζαντζάκη σε όλο το graphic novel, βγάζοντας πολλά από τα στοιχεία που βγάζει και το βιβλίο. Οι σημαντικές σκηνές του βιβλίου είναι και εδώ τονισμένες επαρκώς (υπέροχες οι σκηνές με τη Μανταμ Ορτάνς και τη Χήρα), όπως και οι διδαχές του Ζορμπά στον Καζαντζάκη. Το παιχνίδι με τις χρωματικές παλέτες στο γνώριμο σχέδιο του Soloup βγάζει μια εναλλαγή συναισθημάτων, καθώς, ενώ η βασική αφήγηση είναι σε μπλε παλέτα χρωμάτων, έρχεται η κίτρινη και η κόκκινη παλέτα να μπει σε κρίσιμες στιγμές της ιστορίας. Μπορώ να γράψω πολλά πράγματα για την ιστορία αλλά δεν είναι το αντικείμενο της παρουσίασης αυτής. Άλλωστε το βιβλίο του Ζορμπά είναι από τα γνωστότερα ελληνικά βιβλία και ένα από εκείνα που κάποιος πρέπει να διαβάσει κάποια στιγμή στη ζωή του. Χρήζει να αναφερθεί ότι στο παρόν Graphic novel έχει γίνει πολύ σημαντική προσπάθεια για να διατηρηθεί και η γλώσσα του κειμένου (όσο γίνεται). Συμπερασματικά είναι ένα υπέροχο graphic novel που αξίζει σίγουρα περισσότερα από την ονομαστική του τιμή (με την έκπτωση 23 ευρώ). Άλλωστε, η έκδοση είναι υπέροχη, με εκπληκτική ποιότητα εκτύπωσης, χαρτιού, μυρωδιάς, χρωμάτων κσι εξώφυλλου. Συνημμένα βάζω εξώφυλλο και οπισθόφυλλο καθώς και 7 χαρακτηριστικά καρέ από το βιβλίο.
- 2 replies
-
- 18
-
- soloup
- καζαντζάκης
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Η εικονογραφημένη εκδοχή του μυθιστορήματος του Volker Kutscher "Το βρεγμένο ψάρι", που κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις "Διόπτρα". Μία ακτινογραφία της γερμανικής κοινωνίας στα χρόνια του Μεσοπολέμου, όπως διαμορφώθηκε μετά την ήττα της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πίσω από την κυρίως δράση, δηλαδή τις περιπέτειες του επιθεωρητή Γκέρεον Ρατ του Τμήματος Ηθών, του Αρχηγείου της Αστυνομίας του Βερολίνου, που παρακολουθεί ο αναγνώστης σε πρώτο πλάνο, διαφαίνονται οι πολιτικές δολοπλοκίες, η ηθική παρακμή, η άνοδος του ναζισμού. Η πλοκή αφορά τη δράση πλουσίων αριστοκρατών Ρώσων αντιφρονούντων (οικογένεια Σορόκιν) που αγοράζουν όπλα της αστυνομίας για ν' ανατρέψουν τον Στάλιν. Ο Γκέρεον που έρχεται με μετάθεση από την Κολονία, μετά από ένα φόνο που διέπραξε κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών του καθηκόντων, θα μπλέξει από τις πρώτες σελίδες του κόμικ σε μια υπόθεση με ανθρωποκτονίες που δεν είναι της αρμοδιότητάς του και, ύστερα από έρωτες, λάθη και ατυχίες, θα καταφέρει να ξεσκεπάσει τον υψηλά ιστάμενο υπεύθυνο που μεσολαβεί στην παράνομη αγορά των όπλων με αντάλλαγμα μια μεγάλη ποσότητα χρυσού, η οποία όμως είναι πολύ καλά κρυμμένη. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον κόμικ, καλοσχεδιασμένο, με πειστική απόδοση της ατμόσφαιρας της εποχής στο Βερολίνο του 1929 και ειδικότερα στους χώρους που διαδραματίζονται τα διάφορα επεισόδια της ιστορίας. [έχω χρόνια να κάνω παρουσίαση στο φόρουμ κι αν απαιτείται κάτι επιπλέον ή κάποια διόρθωση παρακαλώ να μου το ζητήσετε. Αν πάλι έχει γίνει η παρουσίαση από άλλο μέλος, σβήστε τη δική μου]
-
Σκοτεινή υπόθεση στο Βερολίνο του '29 Ο επiτυχημένος επiθεωρητής Ρατ έγινε και κόμiκ, που μεταφέρει με εκπληκτiκή ακρίβεια την ατμόσφαιρα της εποχής VOLKER KUT5CHER - ARNE JYSCΗ Το βρεγμένο ψάρι εκδ. Δίοπτρα, 2021, σελ. 232 Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΡΑΊΣΚΟΥ Βερολίνο, 1929. Τεσσεράμισι εκατομμύρια άνθρωποι, μητροπολιτικη αρχιτεκτονική, μεθυστικά νυχτερινά στέκια, πρωτοποριακά μιούζικαλ και πέντε χιλιάδεs κινηματογραφικέs αίθουσεs. Την ίδια στιγμή, πολυvεκρεs διαδηλώσειs στου δρόμουs, πολιτική και κοινωνική αναταραχή, το κραχ τηs Γουόλ Στριτ που δημιουργεί εκατομμύρια ανέργου στη χώρα και η απειλητική άνοδοs του εθνικοσοσιαλισμού. Η Πρώτη Γερμανixή Δημοκρατία, Θεσπισμένη περίπου μια δεκαετία πριν, έχει ακόμα τρία χρόνια ζωήs. Στο τέλοs τηs «χρυσήs δεκαετίαs» του '20, η τότε τρίτη μεγαλύτερη πόλη του κόσμου είναι ένα ηφαίστειο που βράζει και πάνω του ακροβατεί έναs αστυνομixόs εmθεωρητήs που μπλέκεται σε μια σκοτεινή υπόθεση. Ο Γκέρεον Ρατ, νέοs, ωραιos, τολμηρόs και διόλου «άγιος», έχoνταs μόλιs πάρει μετάθεση από την Κολωνία, ενδίδει στα χιλιάδεs Θέλγητρα τηs «πιο αμερικανικήs πόληs τηs Ευρώπηs» και γεύεται τι γλύκεs τηs γυναίκεs, ναρκωτικά, τι πρώτεs εmτυχίεs επί το έργον— κι αυτή σύντομα του δείχνει τα δόντια τηs. Ακολουθώνταs τιs αναζητήσειs του,παρασυρόμαστε από τον ακαταμάχητο συνδυασμό ιστοριογνωσίαs και μυθοπλαστικήs δεινότηταs του δημιουργού του, του Γερμανού συγγραφέα Φόλκερ Κούτσερ, που από το 2007 έωs σήμερα έχει γράψει επτά ιστoρίεs για τον ήρωά του, ξαναφέρνονται στη ζωή ένα επεισόδιο τηs ιστορία τηs χώρα του που οι συμπατριώτεs του απέφυγαν για Παρασυρόμαστε από τον ακαταμάχητο συνδυασμό ιστοριoγνωσίας και μνθοπλαστικης δεινότητας του δημιουργού του, του Γερμανού συγγραφέα Φόλκερ Κούτσερ. χρόνια να κοιτάξουν κατάματα. Οι ΝewYork Times λένε χαρακτηριστixά γι' αυτόν: «Οπωs πολλοί άνθρωποι, ο Φόλκερ Κούτσερ διαβάζει εφημερίδεs για να κρατείται ενήμεροs. Αυτό όμωs που είναι λιγότερο συνηθισμένο είναι πως οι δύο εφημερίδεs τι οποίεs διαβάζει, η Vossische Zeitung και η Berliner Ταgeblαtt, έχουν σταματήσει να κυκλοφορούν εδώ και επτά δεκαετίεs». Την ίδια χρονιά, ο ίδιοs ο Κούτσερ γράφει σ' ένα δικό του άρθρο: «Κάπου δέκα χρόνια πριν ξεκίνησα να γράφω μια σειρά μυθιστορημάτων που διαδραματίζονται στο Βερολίνο μεταξύ του 1929 και του 1938. Εγραψα αυτά τα βιβλία για διάφορουs λόγουs: μου αρέσουν οι ιστορίεs με γκάνγκστερ και τα αυτοκίνητα, η μουσική και τα ρούχα τηs εποχηs. Υπήρξε όμωs και έναs πιο σοβαpόs λόγος: ήθελα να κατανοήσω πώs είναι ποτέ δυνατόν μια πολιτισμένη χώρα σαν τη Γερμανία, που έσπασε τα δεσμά τηs βασιλείαs και έγινε δημοκρατία (και μάλιστα μια καλή δημοκρατία), να υποκύψει στη χειρότερη δικτατορία του 20ού αιώνα. Πώς ένα έθνος ποιητών και φιλοσόφων, με τόσο πλούσια πολιτιστική και επιστημονικη παραδοση,ένα εθνος οπου η εβραικη κοινότητα ηταν οχι μόνο αποδεκτη άλλα και πατριωτικη, τελικα κατάφερε νcι γυρισει την πλατη σε όλα αυτά, οι νομοι ενός αποτροπαιου εθνικού πρότζεκτ;» Η εμπορικά επιτυχία του όλου εγχειρήματοs ήταν τόσο μεγάλη που γέννησε μια σειρά από παραπροϊόντα με τη δική του αίγλη και απήχηση: την πιο ακριβή τηλεοπτική παραγωγή στην ιστορία τηs Γερμανίαs (τη σειρά «Babylon Berlin», βασισμένη στα' βιβλία του Κούτσερ, που στοίχισε συνολικά 55 εκατομμύρια ευρώ και την έχουν δει δεκάδεs εκατομμύρια θεατέs) αλλά και ένα κόμix (ή graphic novel) βασισμένο στο πρώτο βιβλίο της σειράς, με τον ομώνυμο τίτλο — «Το βρεγμένο ψάρι» (που στη γερμανική αστυνομική διάλεκτο σημαίνει Οι Νew York Tlmes εγρaψαν: «Οπως πολλοί άνθρωποι, ο Φόλκερ Κούτσερ διαβάζει εφημερίδες για να κρατείται ενήμερος. Αυτό όμως που είνάι λιγότερο συνηθισμένο είναι πως οι δυο εφημερίδες τις οποίες διαβαζει, η Vossische Zeίtung και η Berliner Ταgeblαtt, έχουν σταματήσει να κυκλοφορούν εδώ και επτα δεκαετίες». «ανεξιχνίαστη υπόθεση»). Στα χέριά μα κρατάμε την ελληνική έκδοση αυτού του grαρhlc novel, που κυκλοφορεί από τι εκδόσειs Διόπτρα. Σμιλευμένο καρέ καρέ με εμφανέs πάθοs απ'τό τον Γερμανό εικονογράφο Αrne Jysch, μdστορα του storyboarding («τέχνη» αδερφικά αυτά των κομικ), δίνει εικόνα στην έρευνά και στη μυθοπλασία του Φόλκερ Κουτσερ και τελικά δημιουργεί μια παραλλαγη τηs πρωτότυπηs ιστορία, εξίσου συναρπαστική με αυτήν. Κι ενώ λένε για τη μνημη πως παει χέρι χέρι με την εmνόηση και τη φαντασία, ο εν λόγω κομίσταs φαίνεται πως ακολούθησε τα βήματα του Κούτσερ στην εμμονή του για ενδελεχή ιστορική έρευνα. Σε συνέντευξή του που περιλαμβάνεται στον επίλογο τηs έκδοσηs μιλάει για το αρχείο από φωτογραφίεs τηs εποχήs που άρχισε να φτιάχνει και για την προσοχή που έδωσε σε κάθε λεπτομέρεια, που, όπωs λέει, «Θα προσέδιδε έστω και υποσυνείδητα αυθεντικότητα στην ατμόσφαιρα». Πράγματι, ο εmθεωρητήs Γκέρεον Ρατ που δημιούργησε ο Arne Jysιh φοράει στυλάτα κοστούμια, παπούτσια και καπέλα του Βερολίνου του 1929 και αναπνέει τον αέρα μια εποχήs που πέρασε εδώ και σχεδόν ένα αιώνα. Κι όμωs, μοιάζει σαν χάρτινη εκδοχή ενόs σημερινού ηθοποιού —του Μάικλ Φασμπέντερ— και έχει άχρονα πάθη: βωμολοχεί, σαρκάζει και είναι γεμάτοs λάθη που τον οδηγούν σε μια δίνη από αδιέξοδα. Η κολασμένη πορεία του μέσα στι αναπάντεχεs τροπέs του σεναρίου μά παρασέρνει σε μια τρομακτικό διαδρομή στο βαγόνι ενόs τρένου τηs εποχήs: τα τοπία έξω από το παράθυρο είναι χάρτινα, βαμμένα με συννεφιασμένεs ακουαρέλεs, και η αμαξοστοιχία ξεφυσά γκρίζο καπνό, ενώ μπαίνει αγριεμένη σε ένα τούνελ που μοιάζει να μην έχει διέξοδο. Η προσεγμένη γραφιστικά έκδοση, με το σκληρό εξώφυλλο, βαριά σαν παλιό βιβλίο, είναι το εισιτήριο για μια (πολύ ενήλικη) εμπειρία στον κόσμο του graphic novel ενός μέσου που έφερε τα κόμικς στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, αλλά και στο Βερολίνο τηs Δημοκρατίας τηs Βαϊμάρη, ενόs τόπου και ενός χρόνου που άλλαξαν τον κόσμο. Δημοσιευτηκε στην Καθημερινη στις 16.01.22
-
- 6
-
- σκοτεινή υπόθεση στο βερολίνο του 29
- kathimerini
- (and 4 more)
-
Στις 5 Οκτωβρίου ενημερωθήκαμε ότι οι εκδόσεις Διόπτρα, ενόψει της νέας ταινίας του Μπράνα "Έγλημα στο Όριεντ Εξπρες", θα κυκλοφορήσουν στα Ελληνικά το φρεσκότατο Le crime d l'Orient Express. Στο bedetheque η σειρά αναγράφεται ότι θα συνεχιστεί, οπότε λογικά περιμένουμε προσαρμογές και άλλων ιστοριών της Αγκάθα Κρίστι από το ζευγάρι Eckartsberg-Chaiko. Ο Chaiko είναι αρκετά φρέσκος σχεδιαστής με μόλις 7 δουλειές στο ιστορικό του, ενώ ο Eckartsberg έχει ακόμα λιγότερες ως σεναριογράφος (μόλις 4). Το άλμπουμ κυκλοφόρησε στην Γαλλία μόλις μερικές μέρες πριν το Ελληνικό, κάτι που τιμάει την Διόπτρα για την πρωτοβουλία, έστω και αν ήθελε να πιάσει το κοινό που προέκυψε από τον απόηχο της ταινίας. Η έκδοση είναι πανέμορφη και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού είναι το κλασικό grand format BD και δίνει απολαυστικότατη εμπειρία ανάγνωσης στα σχεδόν 33 εκατοστά ύψος. Την μετάφραση ανέλαβε η Τατιάνα Γαλατούλα, την επιμέλεια η Λύντη Γαλάτη, την προσαρμογή εξωφύλλου η Ελένη Οικονόμου και την σελιδοποίηση ο Ηλίας Σούφρας. Σκληρόδετο εξώφυλλο με γυαλιστερό παχύ χαρτί, δεν περιέχει κάποια έξτρα. Τα εξώφυλλα με δυσκόλεψαν να τα σκανάρω λόγω μεγέθους, ευχαριστώ τον comico για την βοήθεια
- 18 replies
-
- 35
-
- διόπτρα
- b. von eckartsberg
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Η τέχνη του graphic novel υποκλίνεται με σεβασμό στην Άγκαθα Κρίστι Και ζωντανεύει δύο σπουδαία έργα της (εκδ. Διόπτρα) Η Άγκαθα Κρίστι, η αδιαμφισβήτητη βασίλισσα της αστυνομικής λογοτεχνίας, έγραψε 80 μυθιστορήματα, 30 συλλογές διηγημάτων και 15 θεατρικά έργα, καθώς και 6 αισθηματικά ρομάντζα με το ψευδώνυμο Μαίρη Γουέστμακοτ. Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της, τα βιβλία της έχουν πουλήσει 1 δισεκατομμύριο αντίτυπα στα αγγλικά και ακόμη ένα δισεκατομμύριο σε 103 άλλες γλώσσες. Με σεβασμό απέναντι στον αξεπέραστο θρύλο της, οι Emilio Van der Zuiden, Dominique Ziegler και Olivier Dauger αποφάσισαν να δώσουν μια νέα πνοή σε δύο διάσημα έργα της επιστρατεύοντας την ομορφιά και τη δύναμη της τέχνης του graphic novel. «Μια σκιά στην ομίχλη» και «Ένα πτώμα στη βιβλιοθήκη» ζωντανεύουν στο χαρτί –με τη συμβολή της εξαιρετικής μετάφρασης της Τατιάνας Γαλάτουλα– και παρασύρουν τους λάτρεις του είδους και τους φανατικούς αναγνώστες της Άγκαθα Κρίστι σε δύο ιστορίες που δίνουν αξία και υπόσταση στη λέξη «ανατροπή». Το «Μια σκιά στην ομίχλη» (The Secret Adversary) που εκδόθηκε το 1922, συγκαταλέγεται στα πρώτα έργα της συγγραφέως, η οποία εμπλέκει στη διαλεύκανση της μυστηριώδους υπόθεσης ένα αλλιώτικο δίδυμο πρωταγωνιστών. Η Προύντενς Κάουλι, χαρισματική και αυθόρμητη, και ο Τόμι Μπέρεσφορντ που αναζητεί την αλήθεια με πάθος, συναντιούνται στα χρόνια του πολέμου και αποφασίζουν να παραστήσουν τους τυχοδιώκτες. Είναι νέοι και δεν φοβούνται τίποτα, όμως η υπόθεση που θα κληθούν να φέρουν εις πέρας ξεπερνά τις δυνατότητές τους. Ή έτσι φαίνεται τουλάχιστον. Γιατί το παρορμητικό δίδυμο θα καταφέρει να ακολουθήσει τις ενδείξεις και να έρθει αντιμέτωπο με καλά κρυμμένα μυστικά, συνωμοσίες και πολιτικές πλεκτάνες. Θα καταφέρουν άραγε να βρουν την Τζέιν Φις που αγνοείται επί τέσσερα συναπτά έτη; Θα μπορέσουν να ξεφύγουν από τα χέρια των αδίστακτων κατασκόπων; Ένα κατασκοπικό μυθιστόρημα με φόντο το ταραγμένο κοινωνικοπολιτικό σκηνικό της εποχής, που μυεί τους αναγνώστες στα άδυτα του πολέμου, των μηχανορραφιών και των αδυσώπητων παιχνιδιών της πολιτικής και της διπλωματίας. Με χρώματα που κινούνται περισσότερο στις αποχρώσεις του καφέ, ο εικονογράφος έχει κατορθώσει να αποτυπώσει το ομιχλώδες σκηνικό και να αποδώσει εξαιρετικά τη σκοτεινή ατμόσφαιρα αλλά και το ενδυματολογικό πλαίσιο, παρέχοντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να αποδοθεί με πιστότητα η δυνατή πλοκή. Το «Ένα πτώμα στη βιβλιοθήκη» (The Body in the Library) κυκλοφόρησε το 1942 και αποτελεί την τρίτη περιπέτεια της αξιαγάπητης Μις Μαρπλ, η οποία αποτελεί μία από τις πλέον διάσημες ντετέκτιβ της αστυνομικής μυθοπλασίας παγκοσμίως. Η ηλικιωμένη κυρία με την έμφυτη περιέργεια και την απαράμιλλη ικανότητά της να εντοπίζει και τις πιο ασήμαντες λεπτομέρειες, και η οποία διαθέτει συν τοις άλλοις σπουδαίες γνώσεις ανατομίας, καλείται από τη φίλη της κυρία Ντόροθι Μπάντρι να συμβάλει στις έρευνες της αστυνομίας, καθώς το πτώμα μιας άγνωστης ξανθιάς κοπέλας ανακαλύπτεται αναπάντεχα στη βιβλιοθήκη του σπιτιού της. Για άλλη μια φορά, η χαρισματική Μις Μαρπλ θα ακολουθήσει το ένστικτό της και την παρατηρητικότητά της και θα αποκαλύψει την αλήθεια που κανείς δεν καταφέρνει να δει πίσω από τις ενδείξεις. Οι εικονογράφοι έχουν επιλέξει να διανθίσουν την ανατρεπτική και μυστηριώδη αυτή ιστορία με έντονα, ζωηρά και φωτεινά χρώματα, που αποδίδει στους χώρους και στους πρωταγωνιστές μια ασύγκριτη ζωντάνια μαγνητίζοντας το βλέμμα του αναγνώστη από την πρώτη στιγμή. Η εστίαση των σκίτσων εναλλάσσεται διαρκώς επιτυγχάνοντας το βέλτιστο αποτέλεσμα: άλλοτε είναι κοντινή δίνοντας βάρος στις συναισθηματικές μεταπτώσεις των ηρώων και τις εκφράσεις τους, και άλλοτε απομακρύνεται σαν κινηματογραφική κάμερα από τα πρόσωπα και αποτυπώνει τη γενικότερη εικόνα της εκάστοτε σκηνής αναδεικνύοντας τις λεπτομέρειες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαλεύκανση της μυστηριώδους πλοκής. Και τα δύο graphic novel έχουν κατορθώσει να διατηρήσουν αναλλοίωτη τη γοητεία των αντίστοιχων μυθιστορημάτων της Άγκαθα Κρίστι και να μη μειώσουν την αξία των έργων της. Οι περιγραφές της συγγραφέως έχουν μετουσιωθεί σε ρεαλιστικές εικόνες και οι διάλογοι, όπως και οι ενδόμυχες σκέψεις των χαρακτήρων, έχουν βρει χώρο να αναπνεύσουν με άνεση στις 64 σελίδες που εκτείνονται οι εμβληματικές αυτές υποθέσεις κατασκοπείας και εγκλημάτων. Ακόμα και οι ήχοι έχουν βρει τη θέση τους στις ευφυείς αυτές εικονογραφήσεις, απογειώνοντας το αποτέλεσμα. Τα προσεγμένα εξώφυλλα, η εξαίρετη βιβλιοδεσία, τα δεκάδες συναρπαστικά καρέ που εναλλάσσονται με απίστευτο ρυθμό και έντονες χρωματικές αντιθέσεις, καταφέρνουν να αναδείξουν με ιδιαίτερο τρόπο την αξεπέραστη συγγραφική δεξιοτεχνία και ευστροφία της διάσημης Βρετανίδας συγγραφέως και να προσδώσουν μια σύγχρονη πινελιά στο διαχρονικό της έργο, ικανοποιώντας απόλυτα κάθε λάτρη των ιστοριών της. ~/|-|\~ Πηγή
-
Μετά το κλείσιμο της IntroBooks/Imaco Media, η σειρά Vampire Academy πέρασε στην Διόπτρα, η οποία έβγαλε το έκτο βιβλίο της σειράς για να την ολοκληρώσει. Παραδόξως όμως δεν φαίνεται να έχει επανεκδώσει όλα τα υπόλοιπα βιβλία της σειράς, πέρα από το πέμπτο βιβλίο και το πρώτο, το οποίο βγήκε ξανά με αφορμή την πρώτη - και μοναδική - ταινία που βγήκε το 2014 βασισμένη στα βιβλία της σειράς. Αντιθέτως, η εκδοτική έδωσε βάση στην υπόλοιπη εργογραφία της συγγραφέως. Παρουσίαση της έκδοση της Intrabooks εδώ.
-
"NOTHING IS TRUE. EVERYTHING IS PERMITTED." Κάπως έτσι ξεκινάει το ταξίδι μέσα στους αιώνες ενός τάγματος ασσασίνων, ταγμένων να πολεμούν ενάντια στους εχθρούς τους Τέμπλαρς που προσπαθούν για την κατάκτηση κάποιων μυστικών που θα τους προσφέρουν την απόλυτη εξουσία επί της Γης. Ο Desmond είναι το νέο πείραμα μίας εταιρείας βιτρίνας των Τέμπλαρς στην παρούσα εποχή την Abstergo Corporation, που αν και αρχικώς πάει κάπως στραβά, στην συνέχεια αποδεικνύεται ότι οι δεσμοί και οι γέφυρες με τους προγόνους του είναι πιο ισχυρές και πολύτιμες από ότι κάποιοι νόμιζαν. Το κόμικ εκτυλίσσεται μερικώς στο παρόν με κεντρικό πρωταγωνιστή τον Desmond, και μερικώς στο παρελθόν με πρωταγωνιστές κυρίως τους προγόνους του Desmond μέσω μία αλυσίδας αναμνήσεων που ξυπνάνε στο μυαλό και ζωντανεύουν μπροστά μας με την βοήθεια ενός ειδικού μηχανήματος του Animus, το οποίο ωθεί τον δέκτη να ξαναζήσει την ιστορία των προγόνων του μέσω των αποτυπωμάτων που έχουν αυτοί αφήσει στο γενετικό υλικό και μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Όλοι ψάχνουν κάποια χαμένα μυστικά από το παρελθόν που θα τους δώσει την δύναμη να ελέγξουν το μέλλον, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Ποιοι θα τα καταφέρουν τελικά; Υπεύθυνοι για την δημιουργία της συγκεκριμένης σειράς κόμικς είναι η Γαλλική Ubisoft με τους δημιουργούς που έχουν επιλεγεί για την υλοποίηση της να είναι οι Eric Corbeyran στο σενάριο και ο Djillali Defali στο σχέδιο και ο Alexis Sentenac στα χρώματα. Στην Ελλάδα εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2014 από την εκδοτική Διόπτρα σε μία έκδοση ποιοτικά αντίστοιχη με αυτή του εξωτερικού, σε μεγάλο μέγεθος 23.0x30.5 και σκληρόδετο ενώ το χαρτί στις 48 έγχρωμες σελίδες (56 συνολικά με δέσιμο και εξώφυλλα) που το απαρτίζουν είναι τύπου ιλουστρασιόν και αποδίδονται όμορφα οι γραμμές και τα χρώματα. Την μετάφραση και επιμέλεια της σειράς έχουν αναλάβει οι Γιάννης Πλιώτας, Βίκυ Κατσαρού και την προσαρμογή του δημιουργικού η Ελένη Οικονόμου. Η τιμή εκδότη στην ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας ήταν 13,40€ ανά τόμο. Μερικές πληροφορίες για τους δημιουργούς όπως αναφέρονται στην επίσημη ιστοσελίδα της εκδοτικής ΕΔΩ. Για την ώρα στην Ελλάδα έχει εκδοθεί η πρώτη τριλογία της σειράς αυτής των κόμικ ενώ στο εξωτερικό έχει ήδη ξεκινήσει η δεύτερη. Το πρώτο τεύχος μάλιστα ακολουθεί τα βήματα του ομώνυμου βιντεοπαιχνιδιού της Ubisoft Assassin's Creed και ρίχνει τις γέφυρες για την έλευση του δεύτερου Assassin's Creed II. Από το δεύτερο και μετά αρχίζει να ξεχωρίζει το κόμικ χαράζοντας σιγά - σιγά την δική του πορεία μέσα στους αιώνες που πέρασαν, ακολουθώντας την ιστορία του Ακουίλου ο οποίος δεν αποτελεί κεντρικό μέχρι σήμερα πρόσωπο του βασικού κορμού των βιντεοπαιχνιδιών. Όντας μεγάλη επιτυχία η σειρά του παιχνιδιού, δεν έχει επέλθει κάποιο οριστικό τέλος οπότε και το κόμικ ακολουθώντας στα ίδια χνάρια παραμένει και αυτό ως ongoing σειρά. Let go of your burden. Be at peace… Παρακάτω ακολουθούν οι πληροφορίες που υπάρχουν στα οπισθόφυλλα των αντίστοιχων τευχών. Η αρχική ανακοίνωση της σειράς στο φόρουμ μας έγινε από τον The_Sandman ΕΔΩ. Ένα μικρό δείγμα από τον πρώτο τόμο της σειράς: Τιμή εκδότη: 13,40€
- 8 replies
-
- 27
-
- assassins creed
- 2014
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Θέλετε να μάθετε Πόσα στραγάλια χωράνε σε μια μαύρη τρύπα του διαστήματος; Πού βρίσκεται κρυμμένο το όγδοο χρώμα του ουράνιου τόξου; και Γιατί οι καμηλοπαρδάλεις έχουν γαλάζιες γλώσσες; Δεν έχετε παρά να ρωτήσετε τον Ευγένιο Τριβιζά το Σάββατο 13/01 και ώρα 11.30. Καταφτάνει με το Εξπρές των Ονείρων με την βοήθεια των Public και των εκδόσεων Διόπτρα στο Public at The Mall για να λύσει όλες μας τις απορίες εκτός από τρεις… Ώρα προσέλευσης: 11:00 πμ Είσοδος ελεύθερη, θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας. ΠΗΓΗ
-
Ο αξιαγάπητος ΚΥΡιος Κυριακόπουλος Μια ανοιχτόκαρδη κουβέντα με τον πιο αγαπητό Έλληνα γελοιογράφο Στο σπίτι παίρναμε «Τα Νέα» και την «Ελευθεροτυπία». Την «Ελευθεροτυπία» την άρπαζα πρώτος εγώ, την άπλωνα ωραία, στρωτά στο χαλί, να μη τσαλακώνεται, και τη διάβαζα, την ξεκοκάλιζα. Τα Σάββατα ιδιαίτερα, όταν είχα να απολαύσω τον ολοσέλιδο ΚΥΡ. Ένα σεντόνι με πανέξυπνο χιούμορ, με τα μικρά μίνιμαλ σχεδιασμένα ανθρωπάκια του που κυκλοφορούσαν στην Αθήνα με φόντο την Ακρόπολη, σε πάρκα, πλατείες, σπίτια, όλα ζωγραφισμένα ολοκάθαρα και απλά. Χωρίς σκιές και λεπτομέρειες. Μία ανθοστήλη εδώ, ένα λαμπατέρ εκεί. Ανθρωπάκια Έλληνες, απλός λαός, με τα ολοστρόγγυλα ορθάνοιχτα μάτια τους, σαν να απορούν μονίμως με όλα όσα συμβαίνουν. Μίνιμαλ και οι ατάκες τους. Μια φράση που χτύπαγε στόχο και πυροδοτούσε το γέλιο της έκπληξης, της ευχαρίστησης, της γλυκιάς εκδίκησης προς το κατεστημένο – έτσι όπως το καυτηρίαζε ο ΚΥΡ. ΚΥΡ, Γιάννης Κυριακόπουλος. Ο χαμογελαστός κύριος που εμφανιζόταν πάντα στις φωτογραφίες φορώντας τα γυαλιά του και κρατώντας την πίπα του. Δημοφιλής και αποδεκτός παντού γιατί η σάτιρά του ήταν πάντα έξυπνη και διακριτική, δαιμόνια αληθινή χωρίς να γίνεται χυδαία ή άγαρμπη. Τα σκίτσα του καταγράφουν καθημερινά την ελληνική πραγματικότητα εδώ και 50τόσα χρόνια. Μια καθημερινή συνήθεια που, στο τέλος της κάθε χρονιάς, έρχεται πακέτο σε ένα λεύκωμα όπου είναι συγκεντρωμένα όλα τα σκίτσα. Κλασική παράδοση χριστουγεννιάτικου, και πάντα ευπρόσδεκτου, δώρου: σου πήρα το λεύκωμα του ΚΥΡ. Το φετινό λεύκωμα που ετοιμάζει πυρετωδώς για τις εκδόσεις Διόπτρα, έχει τίτλο «Πρώτη φορά πουθενά». Ο ΚΥΡ δεν εμφανίζεται πια σε καμιά εφημερίδα, το χαρτί έδωσε τη θέση του στα πίξελς. Σήμερα, ο ΚΥΡ έρχεται ηλεκτρονικά στο email μας καθημερινά, χαρίζοντάς μας την πιο χαμογελαστή καλημέρα. Η πρόσβαση του κόσμου μέσω internet είναι πολύ μεγαλύτερη, τον εκπλήσσει και τον ίδιο πόσοι είναι συνδρομητές -δωρεάν- στην ιστοσελίδα του. Συνεχίζει να καταγράφει την ελληνική σύγχρονη ιστορία, το χιούμορ του είναι αειθαλές και αστραπιαίο, η πίπα μόνο αντικαταστάθηκε από ένα ηλεκτρονικό τσιγάρο και στη συλλογή του πρόσθεσε άλλη μία αναγνώριση δίπλα στα διεθνή βραβεία: πριν λίγες μέρες, στο Προεδρικό Μέγαρο, ο ΚΥΡ βραβεύτηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Παυλόπουλο με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος του Φοίνικος. Τιμή που απονέμεται σε Έλληνες πολίτες που υπερέχουν στις τέχνες και τη λογοτεχνία, την επιστήμη, τη δημόσια διαχείριση, τη ναυτιλία, το εμπόριο και τη βιομηχανία. Μπροστά σε αυτή την επισημότητα, ο ΚΥΡ παρέμεινε ο ίδιος, αγαπημένος μας γελοιογράφος: έκανε δώρο στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ένα σκίτσο που γράφει «Στο τέλος, σε φιλική ατμόσφαιρα, ο ΚΥΡ είπε στον Πρόεδρο… “Δεν είναι οξύμωρο, σε μια χώρα ανέργων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, να λέγεται ΠΡΟΚΟΠΗΣ;…”» Ο κύριος Κυριακόπουλος ζει σε ένα περιβάλλον γεμάτο αγάπη. Έχει αποκτήσει το πρώτο του εγγόνι, «Γιάννης Κυριακόπουλος κι αυτός» λέει με τεράστιο χαμόγελο. Η σύντροφός του, η γνωστή δημοσιογράφος Εύη Κυριακοπούλου, είναι μία κομψή, ευγενική παρουσία που του υπενθυμίζει τρυφερά κάτι για τη συνέχεια της ημέρας και αποσύρεται. Ο κύριος Γιάννης κάθεται στο γραφείο με τα πενάκια του, τις λευκές κόλλες χαρτί και αραδιασμένα τα μικρά αξεσουάρ του σκιτσογράφου μπροστά του. Όλα είναι απλά, στρωτά και συντονισμένα στο πηγαίο του χιούμορ. Από πίσω του, η «πολυτιμότερη συλλογή του», όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος: ένας ολόκληρος τοίχος γεμάτος από πορτρέτα του που του έχουν σχεδιάσει άλλοι διάσημοι σκιτσογράφοι, Έλληνες και ξένοι. «…Ο Μποστ… ο Καλαϊτζής… ο Αργυράκης… ο Ιωάννου… ο Αρχέλαος… ο Παυλίδης… ο Κώστας ο Μητρόπουλος… ο Αλέκος Φασιανός… ο Στάθης… αυτό είναι του Plantu από τη Le Monde… κι εκεί στην άκρη το πιο πολύτιμο, του Wolinski που σκοτώσανε στο Παρίσι…». Όλοι αγαπούν τον ΚΥΡ. Αλλά κατά κάποιο τρόπο, μοιάζει σαν να τον βρήκαμε έτσι, έτοιμο, έναν αιώνια φρέσκο, χιουμορίστα φίλο. Πώς ήταν πριν; Του ζητάω να πάμε πίσω, στα παιδικά, νεανικά του χρόνια... «Η ζωή μου άρχισε από τη Νέα Σμύρνη. Είμαι παιδί προσφύγων της Μικράς Ασίας. Την προσφυγιά δεν τη γνώρισα, αλλά όλη μου η παρέα, όλη η γειτονιά ζούσαμε με σκηνικό τον εμφύλιο. Ο πατέρας μου ήταν εργολάβος, έφτιαχνε σπίτια και όλοι οι πατριώτες τα έδιναν σε αυτόν να τους τα φτιάξει. Καλά ζούσαμε, δεν είχα παράπονο. Πήγα σε σχολεία της Νέας Σμύρνης και μετά σε ιδιωτικό Γυμνάσιο. Εκεί βγάζαμε και ένα περιοδικό όπου άρχισα για πρώτη φορά να κάνω γελοιογραφίες. Μάλιστα σε μια-δυο σατίριζα και ένα συμμαθητή μας που έκανε το διαιτητή σε αγώνες μπάσκετ. Σύμπτωση, αυτόν το φίλο μου τον ξανασατίρισα μετά από χρόνια, όταν έγινε υπουργός Παιδείας – ήταν ο Πέτρος ο Μώραλης του Πασόκ. Κατά τα άλλα, στην τάξη πάντα ήμουν έτοιμος να πετάξω καλαμπούρια. Καλός μαθητής δεν ήμουνα. Δεν θα μπορούσα να μπω ούτε στο Πανεπιστήμιο ούτε στο Πολυτεχνείο. Το μόνο άριστα το είχα στα τεχνικά. Κι έτσι στράφηκα σε μία άλλη μορφή τέχνης, ήθελα κάτι μεταξύ διαφήμισης, γραφικών τεχνών, διακόσμησης… κάτι τέτοιο. Κι έτσι πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών της Ιταλίας. Τα πρωινά μου ήταν ολίγον τι ακαδημαϊκά αλλά τα βράδια φοιτούσα σε νυχτερινή σχολή όπου μάθαινα γραφικές τέχνες, κάναμε αφίσες, κεραμική και λοιπά. Μου άρεσε πιο πολύ αυτό. Αλλά και πάλι δεν είχα βρει το στίγμα μου, το χώρο μου. Κάποια μέρα έτυχε να πάω στην Αμερικάνικη Βιβλιοθήκη στη Ρώμη και καθώς έψαχνα τα διάφορα βιβλία, τράβηξα ένα που ήτανε του Αμερικάνου Ρουμανοεβραίου Στέινμπεργκ. Και άρχισαν να χτυπάνε οι καμπάνες! Έμπνευση! Γύρισα θυμάμαι στο δωμάτιό μου και αμέσως άρχισα να σχεδιάζω. Τα είδε μία συμμαθήτριά μου Ιταλίδα και μου πρότεινε να τα πάω σε ένα χιουμοριστικό περιοδικό που κυκλοφορούσε τότε, το «Il Travaso». Ήταν αντίστοιχο του εγγλέζικου Punch. Δεν ήταν πολιτικά σκίτσα, είχαν κοινωνικό χιούμορ. Πήγα, τους αρέσανε, κράτησαν ένα σεβαστό αριθμό και μου έδωσαν κι ένα χαρτί για να πάω να πληρωθώ στο ταμείο. (Γελάει) Ένιωσα για πρώτη φορά ότι κάτι είχα κάνει. Μάλιστα με αυτά τα λεφτά, μάζεψα κάτι φίλους μου Έλληνες και Ιταλούς και τους έκανα το τραπέζι σε μία πιτσερία». Στην Ιταλία, εκείνη την περίοδο, υπήρχε έντονα ένα μεγάλο αριστερό κίνημα. Πώς ήταν η δική σας ζωή εκεί σε ένα τέτοιο φοιτητικό σκηνικό; Η αλήθεια είναι ότι τότε, το Partito Comunista Italiano ήταν μεγάλη υπόθεση. Είχε 8 εκατομμύρια μέλη με ταυτότητες. Τόσα δεν είχε ούτε η Σοβιετική Ένωση. Στο Τορίνο όπου ήταν όλες οι αυτοκινητοβιομηχανίες, η Φίατ, η Λάντσια, η Άλφα Ρομέο και είχε πολλή εργατιά, θυμάμαι μία Πρωτομαγιά η παρέλαση κρατούσε χιλιόμετρα, είχε κοκκινίσει το σύμπαν. Σαν φοιτητικό κίνημα, όμως, μέσα στη Σχολή Καλών Τεχνών δεν το αισθάνθηκα. Άλλωστε είχα ζήσει και έναν εμφύλιο, δεν ήθελα να ξαναμπαίνω σε διχασμούς. Στη σχολή δεν είχαμε αριστερούς - δεξιούς ίσως γιατί τα τρία πέμπτα εκεί ήταν κοπέλες, υπήρχε μεγαλύτερη προσήλωση στην τέχνη παρά σε άλλα. Σαν νέος ήσασταν άτακτος; Σε ένα μεγάλο μέρος της παιδικής μου ηλικίας πήγαινα στα Κατηχητικά. Τότε με την παρέα για να έχουμε ένα γήπεδο, μία λέσχη, έπρεπε να μαζευόμαστε στα Κατηχητικά ή στους προσκόπους. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο. Ακόμα και για να γίνεις αθλητής, να γραφτείς ας πούμε στον Πανιώνιο, χρειαζόταν ειδική άδεια από το Υπουργείο Παιδείας. Αλλά μισούσα τις στολές. Γι’ αυτό πήγα Κατηχητικό, εκεί ήταν η περισσότερη παρέα. Αν με ρωτήσεις τώρα αν έχω μετανιώσει, ναι υπήρξαν κάποια πράγματα για τα οποία έχω μετανιώσει αλλά περνούσαμε και ωραία. Κατασκηνώσεις, μαζί όλη η παρέα... …Έτσι λοιπόν, στα φοιτητικά χρόνια μου είχα αρχίσει και έδινα σκίτσα. Κάποια μέρα λαμβάνω από την Αθήνα ένα επείγον πακετάκι, ήταν το περιοδικό «Ταχυδρόμος» που έβγαζε τότε ο Οργανισμός Λαμπράκη με διευθυντή τον Γιώργο Σαββίδη. Στο περιοδικό υπήρχε ένα δισέλιδο που έγραφε «Ποιος είναι ο Κυριακόπουλος;» και είχε όλα μου τα σκίτσα που είχα δημοσιεύσει στο ιταλικό περιοδικό. Σε εκείνα τα σκίτσα υπέγραφα ως «Κύργια» και στο τελευταίο άλφα έβαζα μία ελληνική σημαία. Στη Ρώμη τότε ήταν και η Ροζίτα Σώκου λεχώνα, με τον άντρα της τον Ιταλό, μόλις είχε γεννηθεί η κόρη τους. Με ρωτάει λοιπόν, τι έχεις σκοπό να κάνεις; Θα πας στην Αθήνα; Αν πας θα σου γράψω ένα γράμμα για τη φίλη μου την Ελένη Βλάχου. Να πας να τη δεις. Μια μέρα, αφού είχα γυρίσει στην Ελλάδα, είχα το γράμμα στην τσέπη μου και περνούσα από την Πλατεία Καρύτση, εκεί που ήταν ο «Ταχυδρόμος». Λέω, δεν πάω επάνω να ευχαριστήσω αυτούς τους ανθρώπους που μου κάνανε αυτό το αφιέρωμα; Ανεβαίνω, ζητάω τον κύριο Σαββίδη, περνάω μέσα και τον βλέπω όρθιο, με ένα χαμόγελο μεγάλο, να με χαιρετάει και να μου λέει καθίστε, φωνάζει και τον Κώστα τον Μητρόπουλο, τα έχασα εγώ με αυτή την υποδοχή. Με συγκίνησε. Μου λέει, εμείς κάθε Σάββατο που βγαίνουμε, αφιερώνουμε δύο σελίδες στο χιούμορ και θέλουμε ελληνικές υπογραφές. Ό,τι έχετε να μας το φέρνετε κι εμείς θα το δημοσιεύουμε. Άρχισα έτσι συνεργασία και ταυτόχρονα πήγα και στην Ελένη Βλάχου που με σύστησε στο διευθυντή των «Εικόνων», Τάκη Λαμπρία, και άρχισα να στέλνω και σε αυτούς σκίτσα· μου κάνανε ειδικά δισέλιδα. Ακόμα και όταν πήγα στο στρατό μπορούσα και τους έστελνα συνεργασίες. Ήμουν έφεδρος αξιωματικός του Μηχανικού στο Κιλκίς και έμενα έξω σε δικό μου δωμάτιο. Είχα μαζί τα σύνεργά μου, σκιτσάριζα σε χαρτάκια, τα έβαζα σε φάκελο και τα ταχυδρομούσα. Μετά από καιρό, μια εβδομάδα αφού είχα πάρει το απολυτήριό μου, παίρνω ένα τηλεφώνημα από τον Τάκη Λαμπρία και μου λέει, κύριε Κυριακόπουλε, η Ελένη Βλάχου ετοιμάζει εφημερίδα, τη «Μεσημβρινή». Εσύ μέχρι τώρα κάνεις χιούμορ αλλά εμείς θέλουμε πολιτικό σκίτσο. Κάνε μία δοκιμή και φέρε μας. Το πάλεψα, δεν με δυσκόλεψε και πολύ η μεταφορά από το ένα είδος στο άλλο. Τους αρέσανε. Όταν κάνω ένα σκίτσο, βάζω έναν στόχο και γυρίζω γύρω από αυτόν, βρίσκω μια ιδέα, προσπαθώ, ξαναπροσπαθώ. Εάν δεν πετύχω αυτό που θέλω, τσακ, πετάγομαι σε άλλο στόχο, παρόμοιου γεγονότος ή περιεχομένου. Μέχρι να το βρω. Κι έτσι, κυκλοφόρησε το φύλλο της «Μεσημβρινής», ανοίγω να δω τα σκίτσα και βλέπω υπογραφή: «του ΚΥΡ». Εκεί είδα για πρώτη φορά τη λέξη ΚΥΡ. Η Ελένη Βλάχου ήθελε να μπει έτσι το όνομα. Έγινε επίσημα η νονά μου. Κι από εκεί σιγά σιγά προχωρήσαμε… περιοδικά, εφημερίδες, εκθέσεις… Η καθαρή γραμμή που έχετε χαρακτήριζε πάντα τα σκίτσα σας; Ναι, πάντα μου άρεσε το μίνιμαλ. Ήμουνα πιο πολύ της γαλλικής σχολής και όχι της αγγλικής. Καθαρή γραμμή, όχι πολλές φιοριτούρες. Οι Εγγλέζοι, για παράδειγμα, φτιάχνουν έναν άνθρωπο που κάθεται σε ένα γραφείο μιλώντας σε έναν άλλο και λέει το αστείο, κι από πίσω κάνουν τη βιβλιοθήκη, τα αμπαζούρ, το ένα, το άλλο… Εγώ μπορεί να βάλω μια ανθοστήλη μόνο. Κι αυτό για να γεμίσει το σκίτσο, δηλαδή. Να ζυγίζω την εικόνα. Έχετε κάποια tips, κάποια στάνταρντς που ακολουθείτε στην έμπνευσή σας; Αποφεύγω να σκιτσάρω πολιτικά πρόσωπα. Μία στα χίλια θα χρειαστεί να βάλω τον Σαμαρά ή τον Καραμανλή ή τον Τσίπρα. Εγώ θέλω να σχολιάζουν το γεγονός απλοί άνθρωποι. Οι αναγνώστες. Αυτή είναι η αρχή μου. Ο απλός λαός. Άνθρωποι όλων των κατηγοριών. Δυο συνταξιούχοι που τους καίει το θέμα, η γιαγιά με το κλασικό τσεμπέρι, ο τύπος με την τραγιάσκα ο επαρχιώτης, ο κουλτουριάρης με τα γυαλιά, ο πιτσιρικάς, ο πατέρας κ.λπ. Και τους βάζω να μιλάνε στο καφενείο, σε ένα παγκάκι, στην κρεβατοκάμαρα ένας να κουβεντιάζει με τη γυναίκα του... Φροντίζω να είμαι πάντα πολύ καλά ενημερωμένος, δημοσιογραφικά. Διαβάζω δύο εφημερίδες, ει δυνατόν μία της δεξιάς και μία της altera parte, βλέπω τις ειδήσεις στο ίντερνετ, ακούω ραδιόφωνο και μεγάλος μου τροφοδότης πληροφοριών είναι η γυναίκα μου που έρχεται απ’ έξω: «ξέρεις, στο κομμωτήριο όλες οι γυναίκες ήταν έξω φρενών με αυτό.. αυτό… κ.λπ.». Ή ερχόντουσαν τα πιτσιρίκια μου: «Μπαμπά, ξέρεις, όλοι συζητάγανε που ακρίβυνε η βενζίνη ξέρω ’γω…». Πιο πολύ ποντάρω στο τι καίει τον κόσμο ώστε εγώ να πάρω το παράπονό του και να το ρίξω στα μούτρα της εξουσίας. Και επειδή το λένε λαϊκοί άνθρωποι στο σκίτσο μου, αμέσως ο αναγνώστης ευχαριστιέται. Για έμπνευση από τις ειδήσεις, παλιά, είχαμε τις εφημερίδες γιατί ήταν το μόνο μέσον που δεν ήταν κρατικό. Το ραδιόφωνο ήταν κρατικό, τηλεόραση δεν υπήρχε… Ο κόσμος έπαιρνε πολύ τις εφημερίδες τότε. Την υπερ-προσφορά για σάτιρα που υπάρχει στις μέρες μας πώς την αντιμετωπίζετε; Πολλές φορές με ρωτάνε: Κι αν δεν έχεις κάποια φορά ιδέα; Τους λέω, τι λέτε τώρα; Ώσπου να στεγνώσει το μελάνι, έχουνε βγει τρεις νέες ιδέες. Κι αυτό που λέω πάντα: αν ζούσα στη Φινλανδία θα ήμουνα στο ταμείο ανεργίας. Η Ελλάδα είναι ο παράδεισος του γελοιογράφου. Οι γελοιογράφοι είναι η μόνη τάξη η οποία από την πολιτική έχει πριμοδοτηθεί. Έχετε πει ότι το πολιτικό σκίτσο υπάρχει κατ’ εξοχήν στην εφημερίδα. Αυτό πώς το βλέπετε σήμερα με την κυριαρχία του ίντερνετ; Παλιότερα υπήρχε το ερώτημα, αν βουλιάξει ο τύπος θα βουλιάξει και η γελοιογραφία; Σωστό ερώτημα. Γιατί η γελοιογραφία είναι το μόνο πράγμα που θέλει μία σχετική απόσταση από το μάτι. (Δείχνει με το χέρι του την απόσταση ανάγνωσης μίας εφημερίδας). Μου λέγανε παλιότερα, γιατί δεν τα κάνεις τα σκίτσα σου καρτούν για την τηλεόραση; Όχι. Γιατί εκεί είναι μακριά. Ο άλλος το σκίτσο το θέλει «εκεί», για να δει τη γραμμή. Αυτό που πέτυχε ο υπολογιστής, το ίντερνετ. Σήμερα, μόνο η «Καθημερινή» και τα «Νέα» έχουν συναδέλφους και πολύ καλούς μάλιστα… Όταν άρχισαν να κλείνουν οι εφημερίδες ή δεν βγαίνανε για να έχουν συνεργάτες, ο γιος μου επέμενε πολύ στο ίντερνετ. Ευτυχώς, το παιδί. Κυρίως ήθελα να κάνω καθημερινά ένα σκίτσο για να τα έχω για αυτή την παράδοση που κρατάω, του ημερολογίου στο τέλος της χρονιάς. Το να τα κάνω και να τα βάζω στο συρτάρι για το τέλος της χρονιάς, δεν έχει νόημα. Η γελοιογραφία γίνεται για να τη δούνε. Έτσι αποφάσισα να τη δημοσιεύω στη σελίδα μου στο ίντερνετ, αυτό άρχισε να διαδίδεται και έφτασα σήμερα να έχω 22 και 24 χιλιάδες χτυπήματα καθημερινά. Σημαντικό είναι ότι παίρνω μηνύματα. Ειδικά τώρα που βραβεύτηκα πήρα ένα ολόκληρο πάκο από email. Ήταν συγκινητικό, δεν το περίμενα. Μου γράφανε, ξέρεις, σημασία δεν έχει τόσο το βραβείο που πήρες όσο το χαμόγελο που δίνεις καθημερινά στον κόσμο την ώρα που ξεκινάμε τη μέρα. Είναι πιο επικοινωνιακό από τις εφημερίδες γιατί εδώ ξέρεις ότι πατάει το κουμπί ειδικά για σένα και μόνο. Εδώ τώρα έχω επισκεψιμότητα όσο τα «Νέα» και η «Καθημερινή» μαζί. Ευτυχώς, έπεσαν και μερικές διαφημίσεις. Ήμουν λίγο αυστηρός στις επιλογές μου στην αρχή, δεν ήθελα να βάζω κάτι πιτσερίες κλπ. Ήθελα να είναι σαν μπουτίκ (γελάει). Το διαχειρίζομαι μόνος μου το site, δεν είναι τίποτα σπουδαίο. Είναι 5-6 πελάτες στους οποίους κάθε δυο μήνες στέλνω εγώ το τιμολόγιο κι αυτοί βάζουν στο λογαριασμό μου τα χρήματα. Δεν έχω ούτε να τρέξω, ούτε να κάνω κανένα λογιστικό κατόρθωμα. Έτσι βγήκε και ο τίτλος του νέου άλμπουμ «Πρώτη φορά πουθενά». Βλέπεις, έχει γίνει έθιμο πλέον αυτό το ημερολόγιο. Κάποτε ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης, πολύ αξιόλογος άνθρωπος, μου είχε πει ότι αυτά τα ημερολόγια είναι σαν να βλέπεις την ιστορία της νεότερης Ελλάδας χιουμοριστικά. Θέλεις να δεις τι έγινε το 1998; Παίρνεις το ημερολόγιο εκείνης της χρονιάς και το βλέπεις. Μερικές φορές βλέποντας παλιά ημερολόγια, αναρωτιέμαι – τι ήθελα να πω εδώ; Ήτανε γεγονότα που είχανε συμβεί τότε. Έχει δημιουργηθεί ένα συγκεκριμένο κοινό που το περιμένει και το παίρνει. Ποια θεωρείτε ότι ήταν η καλύτερη περίοδος για την πολιτική γελοιογραφία; Για μένα η καλύτερη περίοδος ήταν της «Ελευθεροτυπίας». Ο τότε ιδιοκτήτης της, ο Τεγόπουλος και ο Φυντανίδης, λαμπρός διευθυντής της, ήταν της άποψης: βάλτε ό,τι θέλετε, αρκεί να το υπογράψετε. Βρίστε και την «Ελευθεροτυπία» αρκεί να το υπογράψετε. Μην το αφήσετε σαν να είναι άποψη της εφημερίδας. Ήταν ωραία στάση αυτή. Για να πω την αλήθεια, την περίοδο στην αρχή της «Μεσημβρινής», δεξιάς εφημερίδας, πώς να το κάνουμε, δεν μπορούσα να βρίσω ούτε το βασιλιά, ούτε το παλάτι, ούτε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον μεγάλο… Η χειρότερη περίοδός μου ήταν της χούντας. Έκλεισε η εφημερίδα που εργαζόμουνα. Τότε ο Λαμπρίας πήρε άδεια και άνοιξε τις «Εικόνες». Εκεί εγώ έκανα ένα κόμικ, τον Τρωικό Πόλεμο. Πώς μου ήρθε τώρα εμένα και έκανα ότι η Ιθάκη ήταν η κατεχομένη υπό των μνηστήρων χώρα και περίμενε τον Οδυσσέα να έρθει να την ελευθερώσει. Ε λοιπόν εκεί μέσα πέρναγα τέρατα. Είχα κάνει την Ιθάκη, το νησί, βάζοντας μία ταμπέλα επάνω: «Ιθάκη Ιθακησίων Ειδωλολατρών». Τελικά το μυρίστηκαν από τη χούντα και μου απαγορέψανε να εργάζομαι. Ό,τι σκίτσο έστελνα μου το επέστρεφαν με μία κόκκινη μολυβιά. Είχε αντίκτυπο και στο βιοπορισμό μου. Ευτυχώς που δεν ήμουνα παντρεμένος, να έχω πολλά έξοδα. Ήταν δύσκολη περίοδος. Ζούσα με τη μητέρα μου, είχαμε κάποιο εισόδημα, είχα κι εγώ κάτι στην άκρη… Δεν μπορώ να πω ότι υπέφερα. Εκείνη τη εποχή έβγαζε η Ελένη Βλάχου το «Hellenic Review» στο Λονδίνο. Άρχισα να της στέλνω αντιστασιακά σκίτσα με ψευδώνυμο, Μακ Πάπα. Όλοι νόμιζαν ότι είμαι ένα σκωτσέζος σκιτσογράφος. Τελικά το Μακ Πάπα (γελάει) ήταν τα αρχικά των συνταγματαρχών: Μακαρέζος, Παπαδόπουλος, Πατακός. Προσπαθούσα να είναι λίγο διαφορετική η τεχνική των σκίτσων. Μετά την απελευθέρωση, έγινε μία έκθεση εναντίον του φασισμού στο Άλσος Κηφισιάς. Μεταξύ των άλλων υπήρχε και ένα περίπτερο με το τι είχε δημοσιεύσει ο ξένος τύπος για τη χούντα. Εκεί είχε και τα σκίτσα του Σκωτσέζου Μακ Πάπα. Εγώ ήμουν σε άλλο περίπτερο, πιο δίπλα. Τη λογοκρισία και την αυτολογοκρισία πώς την έχετε διαχειριστεί; Πολλές φορές λέμε ότι δεν πρέπει να υπάρχει αυτολογοκρισία. Όχι, έχω μία αυτολογοκρισία. Ας πούμε για μερικά από τα σκίτσα του «Charlie Hebdo» έχω αντίρρηση. Έκαναν τώρα τις γελοιογραφίες με τους σεισμούς της Ιταλίας στην Αματρίτσε, τα σπαγγέτι α λα Αματριτσάνα κι αντί για ντομάτα είχανε τα αίματα… Δεν θέλω να σατιρίζω πράγματα τα οποία ο άλλος σέβεται. Γιατί να σατιρίσω εγώ τον Μωάμεθ; Πάγματα πάνω από την πολιτική; Ο άλλος προσεύχεται σε αυτά κάθε μέρα, γιατί να τα θίξω; Άλλο: μου αρέσουν πολύ τα σόκιν, όταν στηρίζονται πάνω σε μία λεπτή γραμμή. Λίγο να κλίνεις προς τη μία, γίνεσαι χυδαίος. Αν πας προσεκτικά, έχεις εκατό τοις εκατό επιτυχία. Πώς αντιμετωπίζετε τον τρόπο που αντιδράει πια ο κόσμος απέναντι σε ό,τι δεν συμφωνεί; Παράδειγμα ο Αρκάς ο οποίος τελευταία κάνει μία οξεία πολιτική σάτιρα... Δεν συμφωνώ, δεν συμφωνώ με αυτά που του λένε! Ο Αρκάς είναι μεγάλος και δεν θέλω καμία κουβέντα εναντίον του. Η αλήθεια είναι ότι τώρα μπήκε στον χώρο της πολιτικής ο Αρκάς. Μπορώ να πω, με μεγάλη επιτυχία. Έχει έναν ωραίο τρόπο σκέψης. Μου έχει κάνει και δύο πολύ ωραία σκίτσα…» (Δείχνει τον τοίχο με τα σκίτσα του) Φαντάζομαι, θα έχετε κάποιο τεράστιο αρχείο. Κάποια στιγμή δεν θα πρέπει να το αξιοποιήσετε; Αυτά τα πράγματα είναι σαν την τυρόπιτα. Τρώγονται ζεστά. Τι νόημα έχει τώρα μία γελοιογραφία με τον Αντρέα Παπανδρέου ή με τον Γέρο Παπανδρέου;… Αδημοσίευτα σκίτσα όχι, δεν έχω. Τι θα πει αυτό. Ή θα δημοσιευτεί ή θα σκιστεί. Η Ελένη Βλάχου έλεγε ότι η γελοιογραφία είναι κάτι που δεν μπορώ να το διορθώσω. Σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο μπορώ και διορθώνω, σβήνω μια γραμμούλα, μία φράση… στο σκίτσο δεν μπορώ να το κάνω. Θυμάμαι και το άλλο που είχε πει, το είπα μάλιστα και στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Δείξτε μου τα σκίτσα μίας χώρας και θα σας πω τι πολίτευμα έχει. Στην Ελλάδα υπάρχει ένα τιμ από καμιά δεκαριά γελοιογράφους που είναι πάρα πολύ αξιόλογοι. Συγκρίνοντάς τους με τους ξένους, αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, γιατί ποιος ενδιαφέρεται τώρα τι είπε ο Φίλης και τι είπε ο Κατρούγκαλος, αν όμως αυτή η δεκάδα των γελοιογράφων ήταν μέσα στα τεκταινόμενα της κεντρικής Ευρώπης ή της Αμερικής θα ήταν πρώτα ονόματα. Υπάρχει πολλή οξυδέρκεια στο μυαλό των ελλήνων γελοιογράφων. Πολλοί μπερδεύουνε το σκιτσογράφο με το γελοιογράφο. Κάποιος που κάνει ένα ωραίο σκίτσο νομίζει ότι είναι και γελοιογράφος. Δεν είναι. Η ιδέα μετράει και η συχνότητα που το κάνεις. Ο Κώστας Μητρόπουλος είναι 91 ετών και κάθε μέρα κάνει αυτό που βλέπεις στα «Νέα». Αντίθετα έχει εκλείψει εκείνη η παλιά γελοιογραφία που έβλεπες σε οικογενειακά περιοδικά όπως το «Ρομάντσο», τα κλασικά αστεία με την πεθερά, με τον μεθυσμένο που γύριζε αργά κ.λπ. Αυτό το είδος σάτιρας πέρασε στην τηλεόραση σε χυδαία μορφή. Στεναχωριέμαι που χάνονται τα έντυπα. Εγώ αν δεν διαβάσω τις δύο μου εφημερίδες τη μέρα, δεν αισθάνομαι ότι ενημερώνομαι. Θέλω να πιάσω χαρτί στα χέρια μου. Ένας γάλλος διευθυντής εφημερίδας είχε πει στον Φυντανίδη «κάποτε θα υπάρξουν μόνο δύο εφημερίδες σε όλες τις χώρες: μια πολύ σοβαρή και μία πολύ λαϊκή». Όταν είσαστε σκοτεινός πώς είσαστε; Όταν δεν πάνε καλά τα πράγματα, όταν έχετε μια κακοθυμία;… Απλά δεν υπάρχει παραγωγικότητα. Ίσως γιατί χρειάζεσαι να ξεδώσεις λίγο. Επειδή η δική μου δουλειά δεν έχει άλλα κεφάλαια, δεν είμαι οδοντίατρος να έχω μηχανήματα, δεν έχω γραμματέα, είμαι μόνο εγώ και ένα άσπρο χαρτί. Όλο το κεφάλαιο της δουλειάς μου είναι να μην είμαι κακόκεφος. Η γυναίκα μου και τα παιδιά μου το ξέρουν και αποφεύγουν να έρθουμε σε μία δύσκολη κατάσταση (γελάει). Είναι το επάγγελμα του μπαμπά, ας μην του το κλείσουμε το μαγαζί. Κι εγώ προσπαθώ όσο μπορώ να είμαι καλοδιάθετος. Η καθημερινότητά σας; Πώς είναι; Ξυπνάω κατά τις 10, ενημερώνομαι πάρα πολύ καλά μιάμισι-δύο ώρες. Δεν είχα ποτέ μου ωράριο, εκτός αν μου το επέβαλλε η εφημερίδα. Αλλά πάντα είχα αυτό το όριο – ότι μέχρι τις 6 πρέπει να έχει έρθει το σκίτσο γιατί πάμε για τύπωμα. Ενημερώνομαι, και το απόγευμα εκτελώ το σκίτσο. Το βραδάκι ή θα βγούμε με καμιά παρέα και κυρίως με τον Διονύση Σαββόπουλο, που είμαστε πολύ φίλοι. Όπως επίσης και με τον Μάκη Μάτσα, τον Μετζικώφ, τον γλύπτη τον Βαρώτσο… Είμαστε μια παρεούλα. Ή θα βγούμε, ή θα κάτσω με τη γυναικούλα μου να πιούμε ένα κρασάκι στην τηλεόραση να δούμε καμιά ταινία, ανάβουμε και το τζάκι μας… Τώρα έχουμε και το εγγόνι που έρχεται κάθε Κυριακή και Δευτέρα και το βλέπουμε. Πρώτο εγγόνι: Γιάννης Κυριακόπουλος (γελάει). Την Αθήνα κατά καιρούς την έχετε παρουσιάσει στα σκίτσα σας και την έχετε σατιρίσει. Ποια είναι η δικιά σας Αθήνα; Ποια σημεία της αγαπάτε και ποια όχι; Εάν εσένα η μάνα σου ζει στη Θεσσαλονίκη και έχει βγει πουτάνα, δεν πας τακτικά στη Θεσσαλονίκη (γελάει και σοβαρεύει)… Δεν κατεβαίνω τακτικά στην Αθήνα. Μετά από πολλά χρόνια στη Νέα Σμύρνη ήρθαμε εδώ στη Φιλοθέη. Πάντα το όνειρο με τη γυναίκα μου, επειδή ήμασταν παιδιά των πολυκατοικιών, ήταν λίγο ένας κηπάκος, λίγο πράσινο και ησυχία. Πουλήσαμε κάποια πατρικά, πήραμε αυτό εδώ το σπίτι και είμαστε σε μία ωραία ησυχία. Όσες φορές χρειάστηκε να κατέβω από ανάγκη στην Αθήνα με ενοχλούσε πολύ η εικόνα με τους ζητιάνους, με κατέθλιβε. Ήταν σαν να ακούω τη μάνα μου από την Κατοχή που μου έλεγε για τον κόσμο που ζητούσε να φάει γιατί πείναγε. Όποτε κατεβαίνω, πληγώνομαι. Πάντως η περιοχή που μου αρέσει πολύ είναι το Μοναστηράκι. Με την παρέα δεν έχουμε κάποιο συγκεκριμένο στέκι, πάμε σε διάφορα μέρη, σε σπίτια πολλές φορές αλλά και ό,τι προκύψει, από πολύ καλό έως κουτούκι. Info: Εάν θέλετε να λαβαίνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπορείτε να μπείτε σε αυτό το site και γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση: i-kyr.gr Πηγή Αφιέρωμα στον Κυρ
-