Jump to content

Search the Community

Showing results for tags 'Βαβελ'.

  • Search By Tags

    Type tags separated by commas.
  • Search By Author

Content Type


Forums

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Find results in...

Find results that contain...


Date Created

  • Start

    End


Last Updated

  • Start

    End


Filter by number of...

Joined

  • Start

    End


Group


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


City


Profession


Interests

  1. Μια δουλειά του Paolo Bacilieri (Baciliero) που εκδόθηκε από τη ΒΑΒΕΛ τον Ιούνιο του 1989. 56 α/μ σελίδες σε 21χ28 εκ. Το χιούμορ του είναι "κάπως" για τα δικά μου δεδομένα... Μετάφραση της Γιώτας Ιωαννίδου του Le Bavard. Bedetheque
  2. Το Νοέμβριο του 1991 η Βαβέλ κυκλοφόρησε ένα τομάκι με ιστορίες του Frank Margerin. 48 σελίδες, 21χ27,5 μέγεθος, οι περισσότερες ιστοριούλες μέσα είναι έγχρωμες, 2 είναι α/μ. Κατά κύριο λόγο έχει ιστορίες με τον Λουσιέν. Ιστοριούλες με Λουσιέν (αν και καμία δεν είναι από αυτό το κόμικ) θα βρείτε ΕΔΩ, ΕΔΩ, ΕΔΩ και ΕΔΩ. Ευχαριστούμε για το εξώφυλλο τον: Retroplaymo
  3. Σύνθεση εξωφύλλου: Σταύρος Κούλας Η ιστορία που ακολουθεί, προεκτείνει, με την παρουσία κάποιων ηρώων, τη «Γιορτή των Αθανάτων», άλμπουμ που ήδη κυκλοφορεί… Θα ξαναβρούμε κυρίως τον Αλσιντ Νικοπόλ, στο Παρίσι πάντα, δύο χρόνια μετά την είσοδό του στο ψυχιατρικό κέντρο Σαιν - Σωνέρ… Η πολιτική κατάσταση στην πόλη είναι χωρίς ενδιαφέρον και η σημερινή ημερομηνία, η 22 Φεβρουαρίου 2025.* Μια πόλη σε τρία επίπεδα. Μια πυραμίδα που πετάει πάνω από την πόλη. Ένας πληθυσμός μεταλλαγμένων ανθρώπων από μια άλλη διάσταση. Ένας θεός με κεφάλι γερακιού. Ο Χόρους είναι καταδικασμένος σε θάνατο από τους συντρόφους του. Ζητά προθεσμία επτά ημερών και ψάχνει τη λύτρωση στην Τζιλ Μπιοσκόπ, μια γυναίκα περίεργη, μια θεά με μπλε μαλλιά και που όταν κλαίει τα δάκρυά της είναι μπλε. Η Τζιλ καταφεύγει συχνά στα χάπια H.L.V. που έχουν την ιδιότητα να σβήνουν τη μνήμη και τα συναισθήματα και να αυξάνουν τα συγκινησιακά σοκ. Ο Χόρους πρέπει να την αποπλανήσει, αλλά χρειάζεται να κατοικήσει σ’ ένα ζωντανό ανθρώπινο σώμα. Το βρίσκει στον Νικοπόλ, έναν πολιτικό κρατούμενο που καταδικάστηκε επειδή γνώριζε πολλά για το πολιτικό καθεστώς. Οι τρεις ήρωες συνδέονται με έναν τρόπο περίεργο, σε μια διασταύρωση από φωνές, σώματα και μνήμες. Το άλμπουμ συνοδεύεται από μια τετρασέλιδη έκδοση της εφημερίδας Liberation με ημερομηνία Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 1993. Ο ρόλος της είναι να συμπληρώσει την ανάγνωση της «Γυναίκας παγίδας», επεξηγώντας ορισμένα σημεία που, ηθελημένα, αφέθηκαν σκοτεινά. Ο Enki Bilal είναι ένας κομίστας μ' ένα εξαιρετικό δικό του προσωπικό στιλ, όπως κάθε δημιουργός που σέβεται τον εαυτό του. «Η Γυναίκα Παγίδα» εκδόθηκε το 1986 από την Dargaud éditeur στην Γαλλία και οι κριτικές ομόφωνα την χαρακτήρισαν αριστούργημα. Το 2003 σκηνοθετεί τη «Γυναίκα Παγίδα» για τον κινηματογράφο σε μια γαλλική παραγωγή και όπως ήταν αναμενόμενο βάζει λίγο από την υφή των κόμικς του στους ήρωες της ταινίας του. Από τεχνολογική πλευρά το εγχείρημα του Enki Bilal είναι άψογο. Τρισδιάστατη ψηφιακή εικονογράφηση και φιγούρες που μοιάζουν πραγματικά να βγήκαν από κόμικ. Η ταινία κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Immortel» με τους Λίντα Χάρνεϊ, Τόμας Κρέτσμαν, Σαρλότ Ράμπλινγκ κ.α. Το φιλμ προβλήθηκε στην Γαλλία στις 24 Μαρτίου 2004. * Έτσι ξεκινάει «Η Γυναίκα Παγίδα» Bedetheque
  4. Τον Σεπτέμβριο του 1983, η ΒΑΒΕΛ κυκλοφορεί ένα τόμο του SEGRELLES ονόματι Ο ΜΙΣΘΟΦΟΡΟΣ. Εγχρωμο, μεγάλο μέγεθος, 56 σελίδες Για την υπόθεση, την τεχνοτροπία και την σειρά μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ. Σχετική Αρθρογραφία Ευχαριστούμε τον tik για το εξώφυλλο.
  5. LKS

    MAFALDA 25

    "Με αυτό το βιβλίο η δημοφιλής σ' όλο το κόσμο Μαφάλντα ξαναγυρνάει με ανέκδοτες ιστορίες της. Σ' αυτές τις σελίδες μαθαίνουμε όχι μόνο για το άγνωστο παρελθόν της Μαφάλντα, αλλά και για τις λίγες και σπάνιες περιπτώσεις που ο Quino (Joaquin Lavado) την ξανασχεδίασε αυτά τα τελευταία χρόνια. Περιπτώσεις πολύ συγκεκριμένες, εξαιρέσεις θα λέγαμε, που έγιναν για να επιβεβαιώσουν περισσότερο ένα κανόνα." (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου) Ευχαριστούμε τον lunatic για το εξώφυλλο. Το άλμπουμ Μαφάλντα 25 κυκλοφόρησε από τη Βαβέλ, μάλλον το 1991 (το δικό μου αντίτυπο έχει ημερομηνία έκδοσης Ιούλιο 1991) χωρίς να μπορώ να γνωρίζω εάν αυτή είναι η πρώτη του ημερομηνία έκδοσης. Το βιβλίο είναι σε μεγάλο φορμάτ (27,5εκ. x 21εκ.) και αποτελείται από 80 ασπρόμαυρες σελίδες. Ξεκινάει από την προϊστορία της Μαφάλντα, τις πρώτες βινιέτες δηλαδή που οδήγησαν στη δημιουργία του χαρακτήρα και της προσωπικότητας της Μαφάλντα, πριν ακόμα εμφανιστεί το κοριτσάκι με τα πυκνά μαύρα μαλλιά και το φιογκάκι. Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι περίοδοι της ζωής της Μαφάλντα ανάλογα με το ρυθμό έκδοσης (Οι 48 πρώτες, Μία την ημέρα, Τέσσερις την εβδομάδα, Οι πέντε εβδομάδες του αντίο) και το περιοδικό που εργαζόταν ο Quino. Περιέχονται πολλές ιστορίες της Μαφάλντα που δεν είχαν συμπεριληφθεί στη σειρά των 12 άλμπουμ (εκδόσεις Ars Longa). Ένας από τους λόγος που δεν είχαν δημοσιευτεί κάποια από αυτά τα στρηπάκια είναι ότι αφορούσαν σχολιασμό της επικαιρότητας (είτε της Αργεντινής - ο Quino είναι Αργεντίνος - είτε του κόσμου), κι ότι δεν θα γίνονταν κατανοητά από τον αναγνώστη χωρίς γνώση των γεγονότων τα οποία καυτηριάζουν. Έτσι, στo Μαφάλντα 25, τα στρηπ αυτά συνοδεύονται από μια - δυο γραμμές που αναφέρουν το γεγονός που σχολιάζεται (βλέπε φωτο). Ο σχολιασμός αυτός γίνεται και σε μερικές από τις ήδη δημοσιευμένες ιστορίες. Τέλος περιλαμβάνονται οι τελευταίες εμφανίσεις της Μαφάλντα (αδημοσίευτες στα ελληνικά) καθώς και οι δύο έκτακτες εμφανίσεις της, μία το 1976 για τη UNICEF (οι δέκα αρχές της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Παιδιού, που συνοδεύονται από δέκα απολαυστικά σχόλια της Μαφάλντα) και μία το 1984 για λογαριασμό του Οργανισμού Στοματικής Υγιεινής της Αργεντινής, όπου η Μαφάλντα και ο Μανολίτο πλένουν δημόσια τα δόντια τους. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που ο Quino σχεδίασε τη Μαφάλντα. Ουσιαστικά το Μαφάλντα 25 δεν αποτελεί συνέχεια των 12 τευχών που είχαν εκδοθεί, αλλά συμπλήρωμα τους. Ομαδοποίηση Quino - Αφιέρωμα στον Quino - Αφιέρωμα στη Μαφάλντα (Χαρακτήρες)
  6. Σειρά : Noir Άλλος ένας τίτλος για ψυλλιασμένους. Το όνομα "Νέστωρ Μπούρμα" δεν υπάρχει καν στο οπισθόφυλλο (η ράχη είναι κενή στοιχείων). Στη πραγματικότητα είναι ο πρώτος τόμος επί συνόλου 7 (ο 7ος μόλις κυκλοφόρησε στη Γαλλία). Συγχωρείται όμως η Βαβέλ γιατί εκείνη την εποχή είχε κυκλοφορήσει μόνο ο πρώτος. Όλη η σειρά είναι σε σενάριο Léo Malet, οι 5 πρώτοι τόμοι (και αυτός φυσικά) σε σκίτσο Jacques Tardi, οι 2 τελευταίοι σε σκίτσο Emmanuel Moynot. Έκδοση της βαβέλ NOIR του Γενάρη 1986 σε μετάφραση Βαρβάρας Δεληβοριά. 74 α/μ σελίδες με μια περιπέτεια του πρώην αναρχικού, νυν αστυνομικού Νέστωρα Μπούρμα σε 21χ28 εκ. διαστάσεις. Πρωτότυπος τίτλος: Brouillard au pont de Tolbiac Είναι μια περιπέτεια του πρώην αναρχικού ντετέκτιβ Νέστωρ Μπουρμά, ο οποίος λαμβάνει στο γραφείο του ένα αινιγματικό σημείωμα. Ενας άγνωστος σε αυτόν αποστολέας, ο οποίος στη συνέχεια αποδεικνύεται πως είναι παλιός σύντροφός του, θαμώνας σε ένα κέντρο φανατικών χορταροφάγων στην οδό Τολμπιάκ, ο Αλμπέρ Λεναντέ, ένας ονειροπόλος αναρχικός ρακοσυλλέκτης, τον καλεί να τον επισκεφθεί στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται, ύστερα από μια επίθεση με μαχαίρι, ώστε να σωθούν μερικοί φίλοι του. Φθάνοντας όμως εκεί ο τραυματισμένος είναι ήδη νεκρός και ο Μπουρμά με τη βοήθεια της Μπελίτα Μοράλες, μιας όμορφης νεαρής τσιγγάνας, προστατευομένης του μυστηριώδους ασθενούς, προσπαθεί να εξιχνιάσει την υπόθεση, με την οποία ασχολείται παράλληλα και η επίσημη παρισινή αστυνομία με τον επιθεωρητή Φαμπρ και τον αρχηγό Φαρού. Ερευνώντας και ψάχνοντας τα αποκόμματα παλιών εφημερίδων ο Μπουρμά ανακαλύπτει ότι το θύμα μαζί με κάποιους αναρχικούς συντρόφους του σχεδίαζαν μια γερή μπάζα, που ίσως ήταν η ληστεία μιας χρηματαποστολής που έγινε το 1936 και οδήγησε στην εξαφάνιση ή στον θάνατο του υπαλλήλου που μετέφερε τα χρήματα. H νεαρή τσιγγάνα είναι το κλειδί στην υπόθεση, χάρη σε αυτήν ο Μπουρμά φθάνει στο ξετύλιγμα της πλοκής, η παρουσία της όμως δίνει στον συγγραφέα την ευκαιρία να δημιουργήσει ένα σύντομο ειδύλλιο ανάμεσα σε αυτήν και στον ήρωα. Ωστόσο το κύριο μέλημα του Μαλέ είναι να αφηγηθεί μια ιστορία με κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις, δεδομένου ότι οι παλιοί σύντροφοι του νεκρού ρακοσυλλέκτη δεν είναι τόσο σύντροφοι ούτε τόσο έντιμοι όσο θα επέβαλλαν οι ιδέες τους ......... Ευχαριστούμε τον mOeBiUs για τα επιπλέον στοιχεία.
  7. Τον Σεπτέμβριο του 1985 η Βαβέλ κυκλοφορεί ένα ακόμη άλμπουμ του (πρόωρα χαμένου) Ιταλού δημιουργού Andrea Pazienza με τίτλο "Κακές παρέες". Το βιβλίο συγκεντρώνει διάφορες ιστορίες της πολύ ιδιαίτερης τεχνικής (ή μάλλον των πολλών ταυτόχρονων τεχνικών του Pazienza), που είχαν τυπωθεί ήδη (όλες ή σχεδόν όλες) στο περιοδικό Βαβέλ. Η μετάφραση έγινε από τον Σ. Γεωργίου, το lettering από τον Ηλία Ταμπακέα και την Παυλίνα Καλλίδου, η σύνθεση εξωφύλλου από τον (επίσης πρόωρα χαμένο) Μιχάλη Μιχαήλ και η επιμέλεια από τον Βαγγέλη Περρή. Μέγεθος κλασσικό Α4, 84 σελίδες εκ των οποίων οι 11 έγχρωμες.
  8. #3 - Η ΖΩΗ ΣΤΟΝ ΚΑΘΑΡΟ ΑΕΡΑ (REISER) Λοιπόν ημερομηνία δεν αναγράφεται αλλά πρέπει να είναι ένα από τα πρώτα άλμπουμ που εξέδωσε η Βαβέλ. Φέρει την ένδειξη Τα άλμπουμς της Βαβέλ Νο 3. Το άλμπουμ αυτό του Reiser πρέπει λοιπόν να βγήκε στην Ελλάδα γύρω στο 1983 (χρονιά που ο Reiser αποδήμησε εις τόπον χλοερό), έχει διαστάσεις 21Χ28, και 58 σελίδες. Μεταφραστής και λετερινγκ δεν χρειάζονται μια και τα σκίτσα του Reiser, όλα δημοσιευμένα στο Charlie Mensuel μεταξύ 1970 -1972, είναι βουβά. Ο πρωτότυπος τίτλος είναι La Vie Au Grand Air (ο αγγλικός τίτλος είναι Fresh Air). Περιλαμβάνονται 19 ιστορίες, από μια έως πέντε σελίδες η καθεμία, με πρωταγωνιστές τα μέλη ενός πρωτόγονου αφρικάνικου χωριού που χρησιμοποιούνται για τις αναρχοσατιρικές επιδιώξεις του δημιουργού. O Reiser βλάσφημος όπως πάντα κατηγορήθηκε (δικαιολογημένα) για ρατσισμό γι αυτό του το έργο. Για τον Reiser βλέπε: Reiser: Αναρχικός, Βλάσφημος, Βίαιος και Ρομαντικός / Μαλανδράκης, Άρης, Έψιλον #135, 03 Νοε 1993 και Reiser: Η τρυφερή χυδαιότητα της εξέγερσης / Ηλίας Κανέλλης , Ταχυδρόμος, νο 205, 31/1/2004 Για το Charlie Mensuel εδώ Αφιέρωμα στον Jean Marc Reiser - Ομαδοποίηση Reiser
  9. δελεάζομαι να προσθέσω "οπότε πιάσε ένα τσιγαράκι" (και ο καθείς καταλαβαίνει ότι θέλει).... βέβαια σε αυτό το φόρουμ, ίσως να κόλλαγε "οπότε πιάσε ένα μπυρόνι" 3 ιστοριούλες του ήρωα των Carlos Sampayo (σενάριο) και José Muñoz (σκίτσο) (με τους δημιουργούς συμπρωταγωνιστές στην τελευταία που φέρει και τον τίτλο αυτής της έκδοσης). Δεν μπορώ να κάνω αντιστοίχηση με τις εκδόσεις στα γαλλικά (αν και πρωτοκυκλοφόρησε στην Ιταλία και οι δημιουργοί είναι ισπανόφωνοι) αλλά να αναφέρω ότι στη Γαλλία υπάρχουν 8 τόμοι (ο τελευταίος μόλις τον 1/06). Ένα μικρό σχόλιο. Πρώτα έγινε αυτή και μετά το Sin City του Miller. 88 χορταστικές α/μ σελιδούλες από τον Απρίλη του 90 και τη βαβέλ NOIR σε μετάφραση Γ.Σιούνας. 21χ27,5. ΥΓ 15/12/2007 κυκλοφόρησε από την Ελευθεροτυπία ο 8ος τόμος της σειράς το ΑΛΑΚ ΣΙΝΕΡ: ΥΠΟΘΕΣΗ ΗΠΑ
  10. ramirez

    ADA

    Άλλο ένα άλμπουμ του μεγάλου Ιταλού γελοιογράφου Altan. Αυτή τη φορά η ιστορία λαμβάνει χώρα στην Αφρική, λίγο πριν το Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Πρωταγωνίστρια είναι η Άντα Φρόουζ, η οποία από εσώκλειστη σε οικοτροφείο κορασίδων στην Αγγλία βρίσκεται στην Αφρικανική ζούγκλα αναζητώντας έναν άγνωστό της ξάδερφο, δικαιούχο της οικογενειακής περιουσίας. Παρωδία των αναλόγων ταινιών περιπέτειας και εξερεύνησης, καθώς και αισθηματικών δραμάτων με το ανάλογο εξωτικό φόντο. Χιούμορ πολύ κυνικό, που λατρεύουν οι φανς του Altan. Μέγεθος, τεχνοτροπία και στυλ αφήγησης ανάλογο με το άλλο άλμπουμ του Ιταλού σκιτσογράφου Colombo.
  11. Δυστυχώς είναι το μόνο του εργο που έχει πεσει στα χερια μου κι ομολογώ ότι με ενθουσίασε! Η υπόθεση ειναι μια ιστορία εκδίκησης στους κόλπους της μαφίας. Ένας πατέρας μαφιόζος που έχει αποσυρθεί, θέλει να πάρει εκδίκηση για το θάνατο του γιού του. Το θέμα θα μπορούσε να θεωρηθεί κοινότυπο - έχουν υπάρξει πολλά παρόμοια στην ιστορία του noir (κόμικς, λογοτεχνια, κινηματογράφος). Καταφέρνει όμως να ξεχωρίσει με διαφορά, αφενός μέσω του πολύ καλού και ιδιαίτερου σχεδίου και κινηματογραφικών καρέ, αφετέρου με την ιδιαίτερη εμβάθυνση στους χαρακτήρες. Οι χαρακτήρες όπως συνηθίζεται στα noir, δεν είναι ούτε καλοί, ούτε κακοί. Είναι προϊόντα συγκυριών και καλών ή κακών επιλογών. Ο πατέρας, πρώην μαφιόζος, νυν εκδικητής, μεταμορφώνεται σελίδα τη σελίδα. Βγαίνει από το λήθαργο μιας ζωής συνταξιούχου, ανακτά το πάθος του για το "κυνήγι" και γεμάτος αδρεναλίνη ξεχύνεται σε έναν αγώνα όπου δεν του έχει μείνει τίποτα να χάσει- αυτό τον κάνει αληθινά επικίνδυνο. Είναι ελεύθερος, καθώς έχει ό, τι χρειάζεται. 5 είναι το ιδανικό νούμερο : Δυο χερια, δυο πόδια, μια φατσα. Και στη συνέχεια μεταλάσσεται και πάλι όπως θα ανακαλύψετε διαβάζοντας το άλμπουμ.. (όλα θα σας τα πω; ) Η έκδοση είναι πολύ καλή, το μόνο που με χάλασε λίγο καθώς δεν είμαι ιταλομαθής, είναι ότι διάφορες φράσεις στο background έχουν παραμείνει στα ιταλικά κι έμεινα με την αίσθηση ότι κάτι έχασα.. παραθέτω και δυο σελίδες: μάζεψε και κάτι λίγα βραβεία... Winner of the "book of the year" award in Frankfurt Bookfair 2003 Winner of the Coccobill award as best author 2003 (Milano comics festival Cartoomics) Winner of the special award A.N.A.F.I. 2003 (Associazione Nazionale Amici Fumetto Italiano) Winner of grand prix in Romics comic festival (Rome 2003) Nominated for the best volume 2003 in Angouleme Comics festival Nominated as best artist 2003 in Naples Comics Festival (Comicon) Nominated as best artist 2003 in Milano Comics Festival (Cartoomics) και όσοι θέλετε να μάθετε και κάτι παραπάνω για τον Igort μπορείτε να ρίξετε μια ματιά εδώ
  12. Μετά από επτά φεστιβάλ και δύο βραβεία, προβάλλεται στους κινηματογράφους Ανδόρα και Άστορ από σήμερα το ντοκιμαντέρ για την ιστορία του θρυλικού περιοδικού. Τον Φλεβάρη του 1981 εμφανίζεται στα περίπτερα η «τρέλα» της Νίκης και της Εύης Τζούδα. Η «τρέλα» μιας δημιουργικής παρέας: το πρώτο τεύχος «Βαβέλ – Περιοδικό Κόμικς (και όχι μόνο)». Τιμή, δρχ. 60. Οι διηγήσεις των ανθρώπων που την έζησαν εικονογραφούν τη διαδρομή του θρυλικού περιοδικού και του φεστιβάλ του στο φιλμ «Βαβέλ – Από τη σιωπή στην έκρηξη». Ένα ντοκιμαντέρ για ένα περιοδικό κόμικς – και όχι μόνο. Θα προλάβει να φέρει το ελληνικό κοινό κοντά στα ενήλικα κόμικς, να καλλιεργήσει μια ουσιαστική σχέση με την «Ένατη Τέχνη», να συστήσει την εναλλακτική κουλτούρα, να πληροφορήσει για τις ευρύτερες σύγχρονες καλλιτεχνικές τάσεις, να φιλοξενήσει στις σελίδες του και να φέρει στην Ελλάδα μερικούς από τους διεθνώς σημαντικότερους κομίστες, να δώσει το πρώτο βήμα σε μια νέα και ταλαντούχα γενιά Ελλήνων δημιουργών. Τελικά, να σημαδέψει μια ολόκληρη εποχή. Η «Βαβέλ» θα προλάβει να αποδείξει ότι η συλλογικότητα, η συντροφικότητα, η επίμονη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας και της πολυφωνίας, η αισθητική σύμπνοια και η πίστη σε μια ιδέα είναι τα απαραίτητα συστατικά για την υλοποίηση μιας «τρέλας». Με τη «ματιά» του δημιουργού Η ιδέα για το νέο αυτό κινηματογραφικό πόνημα γεννήθηκε στο μυαλό του Μελέτη Μοίρα σχεδόν ταυτόχρονα με το ντοκιμαντέρ του για τον – πάλαι ποτέ – JazzFm της δεκαετίας του 1990, τον σταθμό του οποίου υπήρξε μέλος και μουσικός παραγωγός. Από τα χρόνια που ήταν φαντάρος, η «Βαβέλ» συνυπήρχε στις αισθητικές του επιλογές. «Η ‘Βαβέλ’ με διαμόρφωσε αισθητικά. Με δίδαξε εικαστικά, μουσική, φωτογραφία και βέβαια την ‘9η Τέχνη’ των κόμικς που χωρούσε στις σελίδες της» λέει συγκινημένος. Στη διάρκεια της έρευνάς του για τη συγκέντρωση του απαραίτητου οπτικού υλικού για το ντοκιμαντέρ βοηθήθηκε ιδιαίτερα από τη συλλογή των τευχών της «Βαβέλ» – πάνω από 200 από τα συνολικά 246 που εκδόθηκαν – που βρίσκεται στην κατοχή του. Ο Μελέτης Μοίρας είχε παρακολουθήσει όλα τα νέα αισθητικά ρεύματα που έφερνε ο χρόνος στην πορεία της «9ης Τέχνης», των ενήλικων κόμικς. «Αισθανόμουν ότι η 'Βαβέλ' όλο και βελτιωνόταν και με κέρδιζε όλο και περισσότερο!» Με τον ίδιο τρόπο που δημιούργησε τα «Διαμάντια στον ουρανό της νύχτας» για τον JazzFM – το ντοκιμαντέρ που εντυπωσίασε πριν από δύο χρόνια στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης –, ο Μελέτης Μοίρας επέλεξε να τιμήσει την παρέα της «Βαβέλ» για τα όσα μας προσέφερε. Η «Βαβέλ» έσβησε, δεν «έκλεισε», έπειτα από 246 τεύχη αλλά και 14 φεστιβάλ-γιορτές «Βαβέλ» στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων. * «Βαβέλ – Από τη σιωπή στην έκρηξη». Από τις 18.11 στους κινηματογράφους Ανδόρα και Άστορ. Μαζί θα προβάλλεται και η μικρού μήκους ταινία του Μελέτη Μοίρα με τίτλο «Silence». Σενάριο και σκηνοθεσία: Μελέτης Μοίρας Κάμερες: Κώστας Καπερνάρος, Χρήστος Τόλης, Εύη Τσάδαρη, Γιάννης Καπερνάρος Film Editing & Colour Grading: Μιχάλης Καλλίγερης Μουσική: Βασίλης Μαντζούκης / Cello: Νίκος Παπαϊωάννου / Mix: Χρήστος Παραπαγίδης Sound Design: Σωτήρης Λάσκαρης / Open Studio Illustrator: Σώτος Ανάγνος, Νατάσα Πολύζου Φωτογραφίες: François L’ Hotel Poster: Σταύρος Κούλας, Σώτος Ανάγνος Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από το βιβλίο «Η τελική λήθη/Δε Φάιναλ Θολούθιον» του Κωστάκη Ανάν. Απαγγελία από τον Αντώνη Τσιοτσιόπουλο. Φωτογραφικό αρχείο: Κώστας Κουτσαφτίκης Αρχείο βίντεο: Μιχάλης Ασθενίδης Παραγωγός Εταιρεία: World Sound Και το σχετικό link...
  13. Το τρίτο και τελευταίο μέρος της τριλογίας του ''Νικοπόλ'' ''Γ τάσγ! Αθιαπορώ τεζείωξ πια τγν τάσγ! Δ'εζω ν΄ απαφγξω και να φεδάνω μέξα ξε φζγργ ατασία!'' Α. Νικοπόλ, Πόλη του Ισημερινού, 2034 ''Βρισκόμαστε στο έτος 2034. Το περιβάλλον έχει καταστραφεί ολοκληρωτικά. Στον Ισημερινό επικρατεί πολικό ψύχος. Την εξουσία έχει αναλάβει ένας συνασπισμός πολυεθνικών μαφίας''. Οκτώβριος 2034 και στα στούντιο του Ντέμπι Ντόλο, ο γιός Νικοπόλ έχει μιά συνάντηση με τον σκηνοθέτη Τζιανκάρλο Ντοναντόνι, αναζητώντας πληροφορίες για τον πατέρα του, οι οποίες θα τον οδηγήσουν σε ένα οδοιπορικό μέσα από.... Η ολοκλήρωση της απαισιόδοξης για το μέλλον τριλογίας του Bilal, αφήνει χαραμάδες ελπίδας και αισιοδοξίας, εμένα προσωπικά όμως μου άφησε την αίσθηση ενός κενού, την αίσθηση ότι κάτι έμεινε ανολοκλήρωτο. Οι εικόνες και οι σκέψεις του Bilal για το ζοφερό μέλλον, αλλά και για το σκληρό παρόν, την αληθινή και πίσω από τα γεγονότα ιστορία που παρουσιάζεται εικαστικά με σουρρεαλιστικό τρόπο, πλημυρίζει τις περισσότερες ιστορίες του. Έχω ιδιαίτερη αδυναμία στον Bilal, και οποιαδήποτε αναφορά μου σ' αυτόν δεν θα ήταν αντικειμενική. Bedetheque Ομαδοποίηση Μπιλάλ
  14. Valtasar

    TORPEDO

    Στο διάστημα 1986 με 1989, η ΒΑΒΕΛ κυκλοφορεί 3 άλμπουμ με περιπέτειες του TORPEDO, σε σχέδιο BERNET και κείμενα ABULI μέσα από το imprint βαβέλ NOIR. Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοίχηση με τις γαλλικές εκδόσεις. Μεγάλο μέγεθος, ασπρόμαυρο το 1936, έγχρωμα τα άλλα 2, αφορούσαν ένα πληρωμένο δολοφόνο, τον TORPEDO, έναν εντελώς καλτ χαρακτήρα σε εποχή Αλ Καπόνε στην Αμερική... Πολύ ενδιαφέρον ιστορίες για τους φαν της περιπέτειας σε καλτ περιβάλλον. Αν τυχόν γνωρίζετε κάποια κυκλοφορία που δεν ξέρω, ενημερώστε με να την συμπεριλάβω στην παρουσίαση. Παραθέτω τα εξώφυλλα Μάρτιος 86, μετάφραση Γ.Πιτένης Φεβρουάριος 88, μετάφραση Σ.Γεωργίου Σεπτέμβριος 89, μετάφραση Γ.Ιωαννίδου Περιεχόμενα κατά τόμο TORPEDO 1936 Δολλάρια με τη σέσουλα - Α/Μ - 46 σελίδες (Υπάρχει στο Complete Torpedo v2) Η ΕΠΙΤΑΓΗ ΠΟΥ ΣΚΟΤΩΝΕΙ (άτιτλο) - ΕΓΧ - 46 σελίδες (Υπάρχει α/μ στο Complete Torpedo v3) ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Το Αμερικάνικο Όνειρο - ΕΓΧ - 10 σελίδες (Υπάρχει α/μ στο Complete Torpedo v3) Flash-Back - Α/Μ - 10 σελίδες (Υπάρχει στο Complete Torpedo v1) Ράσκαλ - Α/Μ - 8 σελίδες (Υπάρχει στο Complete Torpedo v2) Σόλο Τρομπέτα - Α/Μ - 10 σελίδες (Υπάρχει στο Complete Torpedo v1) De Profondis - A/M - 8 σελίδες Miami Bitch - Α/Μ - 8 σελίδες (Υπάρχει στο Complete Torpedo v2) Γεύση από το τι εστί Torpedo μπορείτε να πάρετε στα κάτωθι. Καμία από αυτές τις ιστοριούλες δεν έχει δημοσιευτεί στα ανωτέρω κόμικ. Άτιτλη (πρωτότυπος τίτλος Conmigo no se juega) Σκληρό καρύδι Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς εχθρούς Τρεις άντρες κι ένα μπιμπερό Να γιατί έγινα σκληρός Παρουσίαση της αμερικάνικης έκδοσης The Complete Torpedo εδώ
  15. Kabuki

    ON THE ROAD

    Περιεχόμενες ιστορίες: 1. Μια σχολική αστυνομική ιστορία (Giallo scolastico, 1981) 2. Don Pepe 3. Πρόλογος (prologo) 4. Η καρδιά της μάνας - φωτογραφίες (cuore di mama) 5. Άντε στα γρήγορα 6. Τούρκικες ακτές Δυστυχώς δε δίνονται παραπάνω στοιχεία για τις ιστορίες.. Λοιπόν... Το άλμπουμ αυτό είναι μια συλλογή διαφόρων ιστοριών του Pazienza. Τέσσερεις απ’ αυτές έχουν σαν ήρωα τον Τζινάρτι, πολύ γνωστό ήρωα στην Ελλάδα μέσα από τις σελίδες της βαβέλ. Μέσα από τις περιπέτειές του και της παρέας του, ο Pazienza δίνει το προφίλ της ιταλικής άγριας νεολαίας στα τέλη δεκαετίας 70- αρχές 80. Πολύ sex, drugs & rock’n’roll, αγοροπαρέες, βία κι αλητεία, μηδενισμός. Στις ιστορίες αυτές, υπάρχει κι έντονα ειρωνική διάθεση απέναντι στους κυριλέδες και ψευτοδιανοούμενους της εποχής. Το σχέδιο βρώμικο, με έντονα underground χαρακτηριστικά και πάνκ αισθητική. Οι άλλες δυο ίστορίες λαμβάνουν χώρα η μια στο μεξικό και η άλλη στην τουρκία. Το σχέδιο εδώ είναι λιγότερο σκοτεινό, οι ιστορίες πιο χιουμοριστικές. Φαντάζομαι ότι ανήκουν σε μεταγενέστερη περίοδο του έργου του. Πολύ έντονο χαρακτηριστικό στον συγκεκριμένο δημιουργό ήταν η τεράστια σχεδιαστική του γκάμα και η ποικιλία της θεματολογίας με την οποία καταπιάστηκε. Κι όλα αυτά μέχρι τα 32 του χρόνια που πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών, για να συμπληρωθεί το πορτρέτο ενός ροκ σταρ δημιουργού κόμικς.. Στοιχεία για τον Andrea Pazienza και τη βιβλιογραφία του εδώ κι εδώ
  16. ramirez

    CANDID CAMERA

    H δεκαετία του '80 ήταν η περίοδος που ο Manara "παρήγαγε" πολύ καλό υλικό, είτε αυτό ήταν μικρές ιστορίες (όπως εδώ), είτε μεγάλες ιστορίες - σε έκταση άλμπουμ - όπως αυτές με πρωταγωνιστή τον Τζουζέπε Μπέργκμαν. Το παρόν άλμπουμ αποτελείται από 6 ολιγοσέλιδες ιστορίες, που έχουν ως κοινό στοιχείο την ύπαρξη κάποιας κάμερας στην εξέλιξή τους. Η Ιταλική έκδοση κυκλοφόρησε το 1988, ενώ παρ' όλο που αντίστοιχη ημερομηνία δεν αναφέρεται στην Ελληνική, αυτή πρέπει να έλαβε χώρα μεταξύ 1992 και 1993, λόγω ανάλογων κυκλοφοριών από τη Βαβέλ αλλά και λόγω της ύπαρξης ISBN (που δεν χρησιμοποείτο λίγα χρόνια νωρίτερα). Και οι έξι ιστορίες είχαν πρωτοδημοσιευθεί στο περιοδικό της Βαβέλ.
  17. Vuillemin. Για όσους τον ξέρουν. Για όσους δεν τον ξέρουν, ένα τυπικό δείγμα εδώ. Έκδοση του 1991, 21χ27,5 με 48 έγχρωμες σελίδες και αρκετές μικρές ιστοριούλες, ενίοτε εμπνευσμένες από κλασσικά ανέκδοτα. Μετάφραση Σ.Γεωργίου. Δεν γνωρίζω αν είναι μετάφραση κάποιου συγκεκριμένου τόμου ή αν είναι επιλογές.
  18. “O Hugo Pratt είναι ο μεγάλος δάσκαλος του ευρωπαϊκού κόμικ, κι ο Milo Manara ο καλύτερος μαθητής του. Αποφάσισαν να συνεργαστούν σε μια ιστορία συναρπαστική, όπως όλες του Hugo Pratt, αλλά και σκληρή και αισθησιακή, όπως όλες του Milo Manara. Το αποτέλεσμα είναι μνημειώδες. Είναι ένας σταθμός του σύγχρονου κόμικ.” Ο τίτλος “Ινδιάνικο Καλοκαίρι” παραπέμπει σε μια συγκεκριμένη περίοδο του χρόνου, προς το τέλος του Φθινοπώρου και λίγο πριν μπει ο Χειμώνας, συνήθως προς τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου, περίοδο που κρατάει λίγες μόνο ημέρες και που ο καιρός είναι αρκετά ζεστός και ηλιόλουστος. Κατά τη διάρκεια της όμορφης αυτής εποχής, και ενώ η φύση είναι πιο όμορφη από ποτέ, η ανιψιά του πάστορα Μπλακ θα βιαστεί από δύο Ινδιάνους. Ο Αμπνερ Λιούις που θα δει τυχαία το περιστατικό θα τους σκοτώσει, προκαλώντας την οργή της φυλής τους. Η οικογένεια Λιούις θα περιθάλψει την νεαρή, ενώ ο πάστορας Μπλακ με τον λοχαγό Μπριούστερ και τους στρατιώτες απ’ το μικρό χωριό της Νέας Χαναάν θα σπεύσουν να την προστατεύσουν απ’ τους άγριους. Με φόντο τις σκληρές διαμάχες μεταξύ λευκών και ερυθρόδερμων, θα αποκαλυφθούν πολλά μυστικά που αφορούν την καταγωγή της οικογένειας Λιούις και το σκοτεινό παρελθόν του πάστορα Μπλακ, ενώ παλιές φιλίες ανάμεσα σε λευκούς και ινδιάνους θα τεθούν σε δοκιμασία.
  19. Το 1982 κυκλοφόρησε στο Ηνωμένο Βασίλειο το κόμικς «When the wind blows» (Όταν φυσάει ο άνεμος) του Ρέιμοντ Μπριγκς (ελληνική έκδοση από το περιοδικό «Βαβέλ», 1987). Το κόμικς μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με τον ίδιο τίτλο υπό μορφή κινουμένων σχεδίων από τον Τζίμι Μουρακάμι το 1986, με μουσική από τους Ρότζερ Γουότερς (των Πινκ Φλόιντ), Ντέιβιντ Μπάουι, το συγκρότημα Τζένεσις κ.ά. Η πλοκή του έργου σχετίζεται με ένα τυπικό, απλοϊκό ζευγάρι ηλικιωμένων Άγγλων (Χίλντα και Τζέιμς), ένα πολύ δεμένο και αγαπημένο ανδρόγυνο που απολαμβάνει την ήσυχη ζωή των συνταξιούχων στη βρετανική ύπαιθρο. Ξαφνικά ανακοινώνεται ότι επίκειται μαζική επίθεση με χρήση πυρηνικών όπλων προερχόμενων από την (τότε) Σοβιετική Ένωση. Το ζευγάρι, με έντονα τα βιώματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έχει πλήρη εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και στα μέτρα που αυτή θα λάβει για την αντιμετώπιση του νέου κινδύνου. Όμως, ο μαζικός πυρηνικός πόλεμος είναι κάτι εντελώς διαφορετικό όχι μόνο από αυτό που έχουν βιώσει, αλλά και από αυτό που μπορούν να φανταστούν. Ο Τζέιμς, ακολουθώντας τις οδηγίες των φυλλαδίων των βρετανικών κυβερνήσεων της δεκαετίας του 1950 «Protect and Survive» (Προστάτευσε και Επιβίωσε) κατασκευάζει ένα πρόχειρο πυρηνικό καταφύγιο εκ των ενόντων, με όποια υλικά μπορεί να χρησιμοποιήσει από το σπίτι. Το ζευγάρι κλείνεται στο αυτοσχέδιο αυτό καταφύγιο, έχοντας προμήθειες για λίγες μέρες. Προνοούν μάλιστα να μη φορούν ρούχα με σκούρα χρώματα, γνωρίζοντας ότι στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι τα σκουρόχρωμα σχέδια των ενδυμάτων απορροφούσαν περισσότερο τη ραδιενεργό ακτινοβολία και εντυπώνονταν πάνω στο δέρμα. Οι βόμβες πέφτουν, τα πάντα καταστρέφονται. Δεν υπάρχει τρεχούμενο νερό, τηλέφωνο, ηλεκτρικό. Διάχυτη είναι μια οσμή καμένου κρέατος, που το ζευγάρι δεν αντιλαμβάνεται ότι προέρχεται από τα πτώματα των καμένων γειτόνων τους. Ωστόσο, σύντομα θα αρχίσουν να εμφανίζουν τα συμπτώματα της ασθένειας της ακτινοβολίας: κόπωση, ζαλάδες, έμετος, διάρροια, αιμορραγία στα ούλα, έντονη τριχόπτωση. Στο τέλος, καλύπτουν τα πρόσωπά τους με χαρτοσακούλες· απομένουν στο σκοτάδι χωρίς καμία ελπίδα. Όλο αυτό το διάστημα φαίνεται να μην έχουν αντιληφθεί το μέγεθος της καταστροφής που έχει συμβεί, ενώ δεν παραλείπουν κάθε τόσο να εκφράζουν την άποψη ότι σίγουρα υπάρχει κρατικός σχεδιασμός για την αντιμετώπιση της κατάστασης, ότι όπου να ’ναι καταφτάνει η κρατική βοήθεια. Σβήστε τα φώτα, κλείστε τα κλιματιστικά, μη μαγειρεύετε για μερικές μέρες – αυτές ήταν οι βασικές οδηγίες που ακούστηκαν επίσημα και δημόσια προς τους πολίτες, εν όψει του καύσωνα που κατακαίει τη χώρα. Ίσως να είπαν και για χαρτοσακούλες και χρήση ανοιχτόχρωμων ενδυμάτων. Είπαμε: κυβέρνηση χωρίς σχέδιο. Τα μόνα σχέδια, όσα «γράφουν» στο δέρμα. * (Ph.D.)2, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής Φυσικής - Υπολογιστικής Ιατρικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης Και το σχετικό link...
  20. Τον Οκτώβριο του 1988 η Βαβέλ κυκλοφορεί ένα άλμπουμ του MARTΙN VEYRON, με το όνομα ΤΟ ΣΩΣΤΟ ΠΗΔΗΜΑ Μεγάλο μέγεθος(21Χ28), ασπρόμαυρο περιεχόμενο, 48 σελίδες. Παραθέτω εξώφυλλο, οπισθόφυλλο και μια εσωτερική σελίδα Bedetheque
  21. Όλα τα θεατρικά του ιδιαίτερου Αργεντίνου συγγραφέα και κομίστα Copi μεταφράζονται στα ελληνικά από τον Νεκτάριο-Γεώργιο Κωνσταντινίδη στις εκδόσεις Άπαρσις. Ο Χρήστος Παρίδης μας συστήνει έναν σπουδαίο, αλλά σχετικά άγνωστο στην Ελλάδα άνθρωπο του θεάτρου, των τεχνών και του ακτιβισμού. Ο Copi, που το όνομα με το οποίο γεννήθηκε ήταν Raúl Damonte Botana. «Copi» δεν είναι παρά το υποκοριστικό του copo de nieve που στα ισπανικά σημαίνει «νιφάδα χιονιού». Το ψευδώνυμο που επέλεξε ο Ραούλ Νταμόντε Μποτάνα όταν ξεκινούσε το 1964 την καριέρα του ως bande dessinateur, δηλαδή κομίστας για τα περιοδικά «Twenty» και «Bizarre», μια ασχολία του που αγαπούσε πολύ και είχε πρωτοξεκινήσει στα 16 του για τη σατιρική εφημερίδα «Tia Vicenta» στο Μοντεβίδεο. Γεννήθηκε στις 20 Νοεμβρίου του 1939 στο Μπουένος Άιρες. Οι πολιτικές δραστηριότητες του πατέρα του, διευθυντή εφημερίδας και ορκισμένου αντι-περονιστή, ταξίδεψαν την οικογένεια από την Ουρουγουάη και την Αϊτή μέχρι τη Νέα Υόρκη. Ο ίδιος ο Copi, αφού έκανε μια πρώτη απόπειρα να σκηνοθετήσει την πρώτη του παράσταση το 1962 στην Αργεντινή, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, σε ένα πιο πρόσφορο έδαφος, ώστε να κυνηγήσει το πάθος του για το θέατρο. Καθώς τα γαλλικά του πρόδιδαν μια ξενική προφορά, αποφάσισε να βιοποριστεί κάνοντας κόμικς. Έγινε γνωστός από την πρώτη σχεδόν στιγμή, όταν τον ανακάλυψε ο Σερζ Λαφορί της «Nouvel Observateur» και χάρη στην «Καθιστή Γυναίκα» που επινόησε, μια κυρία με μεγάλη μύτη και κατσαρά μαλλιά, ασάλευτη σαν μια άλλη Πυθία που μονολογούσε ή διαλογιζόταν με ένα πνεύμα. Παράλληλα συνεργαζόταν και με τα περιοδικά «Hara-kiri» και «Charlie Hebdo», όπου οι ακραίες φιγούρες του με τον αιχμηρό και σουρεαλιστικό λόγο και την ανάλογη θεματολογία, αντίστοιχα του είδους του θεάτρου που μετά από λίγο καιρό παρουσίασε στο παριζιάνικο κοινό, τον έκαναν εξαιρετικά δημοφιλή. Ο ίδιος ο Copi υποδύεται θεατρικούς χαρακτήρες του Με μια μνημειώδη ερμηνεία στις Δούλες του Ζαν Ζενέ εξελίσσεται κι ο ίδιος σε έναν άλλο Ζενέ, με έργα στα οποία κυριαρχούν ο θάνατος, η σχέση εξουσίας-εξουσιαζόμενου, που όμως συνεχώς ανατρέπεται, και ως εκ τούτου ο αλληλοσπαραγμός, ο εξευτελισμός, το παράλογο της ανθρώπινης συμπεριφοράς in extremis και η αστική υποκρισία. Οι χαρακτήρες του περιφέρονται προσποιούμενοι, σε μια κοινωνία εκλεπτυσμένη, με έναν κώδικα αριστοκρατικών τελετουργιών όπου λέγονται τα πλέον αποτροπιαστικά, παραλυτικά και απρόσμενα πράγματα! Οι ανθρώπινες αυτές υπάρξεις, βγαλμένες από την κόλαση που ο Copi είτε αποκωδικοποίησε από τον μεγαλοαστικό του background είτε ανέσυρε από τις καταβυθίσεις του στην άγρια παρισινή νύχτα, αιωρούνται μεταξύ του θεάτρου του παραλόγου και της τραγωδίας. Aλλοπρόσαλλες κι απελπισμένες τραγικομωδίες, όπου το τρομακτικό μας αδιέξοδο απέναντι στο τέλος, η αγωνία του ίδιου ίσως να το ξορκίσει και η μοναξιά οδηγούν τους χαρακτήρες τους στα μεγαλύτερα εγκλήματα, άλλοτε στον οικείο τους μικρόκοσμο άλλοτε ως εξουσία απέναντι στις μάζες. Ο Copi, ενταγμένος στην ομάδα ομοφυλόφιλων συντακτών της «Nouvel Observateur» ως μέλος του Front homosexuel d' action revolutionnaire – Μέτωπο ομοφυλόφιλης επαναστατικής δράσης, αμφιταλαντεύοταν μεταξύ της μαοϊστικής άκρας αριστεράς και των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων. Οι χαρακτήρες του είναι βγαλμένοι από από τον μεγαλοαστικό του background είτε από τις καταβυθίσεις του στην άγρια παρισινή νύχτα. Είχε την τύχη τα θεατρικά του κείμενα να τα αναλάβει από την αρχή ο συμπατριώτης του και γνωστός θεατρικός σκηνοθέτης Χόρχε Λαβελλί. Με την πρώτη κιόλας παράσταση του Saint Genevieve dans sa baignoire (Η Αγία Γενεβιέβη στο λουτρό) το 1966 έκανε μεγάλη αίσθηση και τα χρόνια που ακολούθησαν η συγγραφική δραστηριότητα του Copi κάλυψε όλα τα είδη: νουβέλα, μυθιστόρημα, μονόπρακτο, δίπρακτο, μονόλογος. Ο ίδιος έπαιξε το ρόλο της τραβεστί στο L' homosexuel ou la difficulte de s' exprimer (Ο ομοφυλόφιλος ή η δυσκολία της έκφρασης), ενώ ως Loretta Strong έκανε τη γαλλική αβανγκάρντ να παραληρεί μαζί του. Στο έργο που αφιέρωσε στην Εύα Περόν και πρωτοανέβασε ο εραστής του Αλφρέντο Αρίας στο Theatre de l' Epee de Bois και λίγο μετά στο Μπουένος Άιρες – όπου ο θίασος δέχτηκε τρομερούς τραμπουκισμούς και απειλές από τους περονιστές –, η Εβίτα απομυθοποιείται εντελώς. Μια γυναίκα εγκλωβισμένη στον μύθο που έχτισε η ίδια, απ' όπου προσπαθεί να ξεφύγει, σκηνοθετώντας τον θάνατό της και την απόδρασή της από την προεδρία και τη χώρα. Ο Copi καταφέρνει, με τον παραμορφωτικό καθρέπτη που βάζει μπροστά στην κοινωνία των ανθρώπων, να καταγράφει τις πλέον ακραίες εκφάνσεις τους και δραματοποιώντας τες να πετυχαίνει ένα είδος θεάτρου που παραπέμπει στη μεγάλη παράδοση του σουρεαλισμού και του παραλόγου. Η ευφάνταστη πορεία του συνεχίστηκε καθ' όλη τη δεκαετία του '70 με έργα όπως Les escaliers du Sacre-Coeur (Τα σκαλιά της Σακρ Κερ), La tour de la defence, Cachafaz, L'ombre de Venceslao. Με το La nuit de madame Lucienne (Η νύχτα της κυρίας Λουσιέν) το1985, σε σκηνοθεσία του Λαβελλί και με πρωταγωνίστρια τη σημαντική Γαλλίδα ηθοποιό Μαρία Καζαρές, έφτασε μέχρι το Φεστιβάλ της Αβινιόν, ενώ με το Une visite inopportune (Μια ανώφελη επίσκεψη) προανήγγειλε τον επικείμενο θάνατό του από AIDS. Το έργο λαμβάνει χώρα σε ένα νοσοκομείο, όπου ακριβώς ένας διάσημος ηθοποιός πεθαίνει από AIDS και δίνει την τελευταία του παράσταση μπροστά σε μια νοσοκόμα, έναν δημοσιογράφο, μια υψίφωνο, έναν σεξομανή γιατρό και έναν φίλο του. Ο Copi πέθανε στις 14 Δεκεμβρίου του 1987 και το τελευταίο αυτό έργο, σε σκηνοθεσία Λουκάς Εμπλέμπ, ανέβηκε στην Comedie Francaise το 2001. Πέντε χρόνια μετά, η Αβινιόν τού οργάνωσε αφιέρωμα με το ανέβασμα πέντε έργων του. Τα κόμιξ του δημοσιεύονταν τακτικά στο περιοδικό Βαβέλ Στην Ελλάδα είναι γνωστός κυρίως ως κομίστας χάρη στα περιοδικά «Βαβέλ» και «Παρά Πέντε», αλλά ελάχιστα ως θεατρικός συγγραφέας. Δραματοποιημένα του κόμικς πρωτοπαίχτηκαν στον Τεχνοχώρο του Γιάννη Κακλέα και από την ομάδα του Θέαμα, αργότερα ανέβηκε η Ανώφελη Επίσκεψη από το Στούντιο Παράθλαση της Θεσσαλονίκης, το Tour de la defence έγινε γνωστό ως Σκρατς στο Αποθήκη και Το Ψυγείο το 2007 στο Πορεία από την ομάδα «Ακροβάτες του ονείρου». Τώρα, χάρη στον φιλόλογο-κριτικό θεάτρου Νεκτάριο-Γεώργιο Κωνσταντινίδη και τις μεταφράσεις του, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άπαρσις ο Α' Τόμος με τα θεατρικά του έργα Εύα Περόν, Η Πυραμίδα, Οι Τέσσερις Δίδυμες και τον μονόλoγο Λορέττα Στρονγκ, με εκτενείς αναλύσεις της συγγραφέως Μαρίας Κυριάκη. Συγχρόνως κυκλοφορεί από τη γνωστή σειρά της Δωδώνης «Παγκόσμιο Θέατρο» το επίσης πολύ επιτυχημένο του Η νύχτα της κυρίας Λουσιέν, πάλι από τους ίδιους συντελεστές. Και το σχετικό link...
  22. Τύπος Άλμπουμ: Φλιπ Κόμικ Άλμπουμ Ιστορίες που περιέχονται στα Φαινόμενα Απατούν 1.Τόλος 2.John Lennon 3.Μπλε Περίοδος 4.Acherontia Atropos 5.Η τελευταία τραγική μέρα του Γκόρι Μπάου και της Καλλίγλουτης Σίστερ Παρουσίαση από Μανάρα Είναι αλήθεια ότι τα φαινόμενα απατούν; Ίσως είναι αλήθεια μόνο κατά το ήμισυ, μόνο φαινομενικά. Κατά τα φαινόμενα, τα φαινόμενα απατούν. Η απάτη των φαινομένων δεν είναι μια πραγματική απάτη. Είναι μια απάτη μόνο φαινομενική. Ή μήπως απατώμαι; Δεν μπορείς ποτέ να είσαι ήσυχος. Δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για τίποτα. Τουλάχιστον φαινομενικά. Στην πραγματικότητα, ο Αϊνστάιν απέδειξε ότι η απάτη των φαινομένων είναι μια απάτη μόνο φαινομενική κι ότι, με βάση τις νέες γνώσεις μας, μπορούμε να φτάσουμε ακόμα και σ« βεβαιότητες. 0 δρόμος της γνώσης είναι, κατά τα φαινόμενα, μακρύς και δύσκολος, γιατί είναι φαινομενικά σπαρμένος με παγίδες: τις παγίδες της απάτης που είναι παγίδες μόνο φαινομενικές. Μόνο η αμφιβολία είναι καλός σύντροφος, γιατί η αμφιβολία δεν πέφτει εύκολα στη1 απάτη. Είναι αναγκαίο να συμφιλιωθούμε με την αμφιβολία, να ζήσουμε μαζί της καλά, χαρούμενα. Μόνο φαινομενικά, η αμφιβολία προκαλεί άγχος. Στην πραγματικότητα, η αμφιβολία είναι ήρεμη, διασκεδαστική, παιχνιδιάρα, χαρούμενη και γεμάτη αυτοπεποίθηση, φαινομενικά, τουλάχιστον. Όπως και να 'χει το πράγμα, εδώ υπάρχουν μερικές ιστορίες. Περιέχουν περισσότερες αμφιβολίες παρά βεβαιότητες, περισσότερα φαινόμενα παρά απάτες, περισσότερο έρωτα παρά άγχος. Τουλάχιστον κατά τα φαινόμενα, αν δεν απατώμαι. Το Ημερολόγιο της Σάντρα Φ. υποτίθεται ότι είναι η εικονογράφηση σελίδων από το ημερολόγιο μιας αναγνώστριας του Μανάρα...
  23. Bonadrug

    ΒΑΒΕΛ

    To Φεβρουάριο του 1981 εκδίδεται η Βαβέλ με την οποία αρχίζει οριστικά η παρουσία του ενήλικου και εν πολλοίς εναλλακτικού κόμικ στην Ελλάδα. Η Βαβέλ δεν ήταν ωστόσο η πρώτη προσπάθεια. Είχε προηγηθεί χρονικά πρώτα η Κολούμπρα του Τουφεξή και της Παυλίνας Καλλίδου και μετά το Μαμμούθ του Π. Κουτρουλάρη. Δυο καθόλα αξιοπρεπείς εκδόσεις - ανθολογίες ενήλικου κόμικ, που ωστόσο δεν μακροημέρευσαν, σε αντίθεση με τη Βαβέλ που συνεχίζει να εκδίδεται μέχρι σήμερα επί 27 συναπτά έτη διεκδικώντας τον τίτλο του «μακροβιότερου ελληνικού περιοδικού κόμικ». Τον Ιούνιο του 2008 σταμάτησε και στις 16 Δεκεμβρίου 2009 ξεκίνησε να βγαίνει ο "απόγονός" της, το διφορούμενο MOV Κάθε πότε εκδίδεται η Βαβέλ; Είναι μηνιαία; Χμ, καλό ερώτημα. Αν ήταν μηνιαία θα έγραφε σήμερα γύρω στα 310 τεύχη. Βρίσκεται όμως ακόμα στο Νο 244, το οποίο υπάρχει ( ; ) αυτές τις μέρες στα περίπτερα και τιμάται προς 5€ (το τεύχος 1 της Βαβέλ το 1981 έκανε 60 δρχ και μάλλον ήταν αρκετά ακριβό για τα δεδομένα της εποχής, αν δεν με απατά η μνήμη μου). Το θέμα της ακανόνιστης κυκλοφορίας του περιοδικού έδωσε το έναυσμα στον Φραντζή να κάνει λόγο για το "λιγότερο μηνιαίο απ'όλα τα μηνιαία περιοδικά» στο αφιέρωμα για τα 25χρονα της Βαβέλ το 2006 (αναφέρεται από τον blogger Frank Barrell). Ποιοι εξέδωσαν τη Βαβέλ; Σύμφωνα με συνέντευξη του Γ. Μπαζίνα στο Comicdom.gr , τρεις ήταν οι άνθρωποι που ξεκίνησαν την ιστορία της Βαβέλ: ο ίδιος, o Σταύρος Τσελεμέγκος και η Νίκη Τζούδα. Παραθέτω αποσπάσματα από τη συνέντευξη αυτή του Μπαζίνα (στον Ηλ. Κατιρτζιγιάννογλου) «Προτού ξεκινήσουμε με το ΒΑΒΕΛ, να μην παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι το πρώτο περιοδικό με ενήλικα comics που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα, ήταν η ΚΟΛΟΥΜΠΡΑ, που για μένα σήμαινε την ανακάλυψη του είδους. Εκείνη την εποχή λοιπόν, είχα ήδη αρχίσει να ασχολούμαι με τις εκδόσεις, όταν βρεθήκαμε με τον Σταύρο Τσελεμέγκο, ο οποίος ήταν ένας πολύ ενδιαφέρον άνθρωπος, με μεγάλη γνώση (και βιβλιοθήκη) των comics που τα είχε γνωρίσει σπουδάζοντας στην Ιταλία. Με τον Σταύρο, με έφερε σε επαφή ένας κοινός φίλος εξαιτίας της επίσης κοινής αγάπης μας για τα comics. Έτσι βρεθήκαμε τότε, να συζητάμε το ενδεχόμενο της δημιουργίας ενός περιοδικού comics. Κι έτσι γνωρίστηκα και με τη Νίκη (Τζούδα), η οποία τότε ήταν γυναίκα του Σταύρου. Δυστυχώς όταν γίνονται σήμερα αναφορές στη Βαβέλ, ο Σταύρος δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ. Και είναι κρίμα, γιατί... εν πάσει περιπτώσει, όπως και να το κάνουμε, παρ' όλο που αποχώρησε μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα, ήμασταν τρεις οι -ας το πούμε- πρωτεργάτες αυτού του πράγματος. Η.Κ: Λίγα τεύχη μετά, στην Ταυτότητα του περιοδικού, εμφανίζεται το όνομά σου ως εκδότη αντί για της Νίκης Τζούδα. Για ποιο λόγο είχε γίνει αυτό; ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΖΙΝΑΣ: Για καθαρά... στρατιωτικούς λόγους. Ούτε ο Σταύρος, ούτε εγώ είχαμε υπηρετήσει ακόμη τη θητεία μας, οπότε μπήκε το όνομα της Νίκης. Όταν ξεμπέρδεψα προώρως με την στρατιωτική μου υποχρέωση, μπήκε το όνομα μου, γιατί ήμουν και υπεύθυνος των εκδόσεων Ars Longa, που ήταν ο επίσημος εκδοτικός φορέας του περιοδικού. Η.Κ: Τι οδήγησε στη διάλυση της «τριανδρίας» που έβγαλε το πρώτο τεύχος της Βαβέλ; Ήταν εκτός των άλλων και δημιουργικοί οι λόγοι; ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΖΙΝΑΣ: Ένα βασικό πρόβλημα είναι πάντα οι ανθρώπινες σχέσεις. Ο Σταύρος αποχώρησε νωρίς, δυστυχώς ύστερα από αδιέξοδο στη σχέση του με τη Νίκη, το οποίο και επηρέαζε αρνητικά όλο το κλίμα στο περιοδικό. Στη συνέχεια μεσολάβησαν μερικά χρόνια δουλειάς, με φοβερές δυσκολίες και οικονομικά αδιέξοδα. Αυτά ή δένουν τους ανθρώπους ή τους χωρίζουν οριστικά. Σε μας, ατυχώς, συνέβη το δεύτερο. Ξεχωρίσαμε τα δικαιώματα, ο καθένας τι ήθελε να κρατήσει, η Νίκη τον τίτλο του περιοδικού ΒΑΒΕΛ, εγώ την Ars Longa και τη γάτα μας τη Λόλα, με την προοπτική ότι θα ξεκινούσα ένα νέο περιοδικό χιουμοριστικό. Δεν πίστευα ότι ο τίτλος κάνει το περιοδικό. Δεν επρόκειτο να διεκδικήσουμε το ίδιο κομμάτι της αγοράς, γι αυτό και λέω σήμερα ότι ήταν κρίμα που εμφανίστηκε σαν «διάσπαση». Απόδειξη ότι ο χωρισμός ήταν για καλό, ήταν ότι η ΒΑΒΕΛ και το ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ είχαν τις καλύτερες πωλήσεις τους όταν υπήρχαν παράλληλα" . ---------------------- Ο Μπαζίνας αποχώρησε από τη Βαβέλ μετά το τεύχος 43. Τι ήταν η Βαβέλ; Την εποχή που βγήκε η Βαβέλ, κυκλοφορούσε ήδη το περιοδικό Μαμμούθ του Π. Κουτρουλάρη το οποίο στόχευε επίσης σε ένα ενήλικο κοινό. Αυτό που το διαφοροποιούσε από τη Βαβέλ ήταν ότι η τελευταία είχε εκτός από μια καλλιτεχνική αισθητική άποψη και μια πολιτική ματιά. Ήδη στο πρώτο τεύχος αναφέρεται από τους εκδότες της Βαβέλ «..Γιατί το περιοδικό δεν είναι για μας απλώς ένα ανθολόγημα καλών κόμικς, αλλά ένα περιοδικό κριτικής ματιάς που ζευγαρώνει τη ματιά των δημιουργών με μιαν άλλη ματιά... » (Αναφέρεται από τον Soloup). Πράγματι όλα αυτά τα χρόνια, επισημαίνει ο Soloup πάλι, η Βαβέλ επέδειξε την κοινωνική της ευαισθησία με «αφιερώματα στα ναρκωτικά, την οικολογία, το AIDS (σκοτώνει λιγότερο από τις εφημερίδες), για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τον προφυλακισμένο για 5 χρόνια Dalmaviva και τα σκιτσάκια του (πόρτες κελιών φυλακής)». Όπως αναφέρει η Νίκη Τζούδα σε κοινή τηλεοπτική συνέντευξη της με τον Γ. Σιούνα στην εκπομπή του Παρασκηνίου για τα ελληνικά κόμικς, πρότυπο της έκδοσης ήταν το Ιταλικό περιοδικό «Linus». Ακόμα και το γεγονός ότι επελέγη ως τίτλος της έκδοσης η λέξη «Βαβέλ» έχει να κάνει με το ότι ήταν πενταγράμματη όπως και το Linus. Επίσης το «...και όχι μόνο» (Περιοδικό κόμικς ...και όχι μόνο), έχει επίσης ιταλική ρίζα: ...e non solo... (Soloup) Τι περιείχε η Βαβέλ; Η Βαβέλ έκανε την εμφάνιση της «με έγχρωμο φουτουριστικό εξώφυλλο δια χειρός Caza, αλλά ασπρόμαυρες σελίδες . Με σαφή πολιτική θέση, αλλά ασαφή αισθητική κατεύθυνση. Με τον στρατευμένο μινιμαλισμό των Wolinski και Copi αλλά και τον ηδυπαθή αισθητισμό της Βαλεντίνας του Crepax. Με την ανατρεπτική χυδαιολογία του Reiser, αλλά στην πιο λάιτ εκδοχή της - μη μας πάνε και μέσα. Με πέντε ολόκληρες διαφημιστικές καταχωρήσεις αλλά και με δοκίμιο σχετικά με τη γλώσσα των κόμικς» (Παναγιωτάκης) . Από τις σελίδες του περιοδικού πέρασε, και περνάει, ολόκληρη η σύγχρονη παγκόσμια παραγωγή κόμικς. Μέσα απ' αυτό το περιοδικό μάθαμε τον Μπιλάλ, τον Μέμπιους, τον Κάζα, τον Κίνο, τον Λουστάλ, τον Μπερνέτ, τον Μπατάλια, τον Μπριγκς, τον Ταρντί, τον Πασιέντζα, τον Βαρέν, τον Τζιαρντίνο, τον Μανάρα, τον Σεγκρέλες, αλλά και τον Λέανδρο, τον Αρκά, τον Καλαϊτζή, τον Λάτα, τον Σούλα, τον Κομνηνό, τον Δημήτρη και τον Κώστα Βιτάλη, τον Ζερβό, τον Ταμπακέα, τη Ναβροζίδου, τη Ζογλοπίτου, τον Ελευθερίου. (Μαστοράκης) Η Βαβέλ σήμερα: είναι πολύ περισσότερα από κόμικς, είναι θεσμός της εναλλακτικής κουλτούρας στη χώρα μας. Από το 1995 ξεκινάει το φεστιβάλ της (υπό την αιγίδα μάλιστα του υπουργείου Πολιτισμού το πρώτο) το οποίο έκλεισε φέτος 12 έτη στην Τεχνόπολη στο Γκάζι. Είναι επίσης εκδοτικός οίκος με σημαντική προσφορά στην ελληνική εκδοτική παραγωγή των κόμικς. Παρακάτω αναγράφονται οι σταθμοί της 18άχρονης πολύχρωμης διαδρομής όπως έχουν επιλεγεί από τον Ηλία Κανέλλη σε άρθρο του στην Ελευθεροτυπία (18χρονης γιατί το άρθρο είναι του 1999- είπαμε και πριν πως τώρα πια η Βαβέλ έχει σβήσει 26 και πάει σε 3 μήνες στα 27 κεράκια). ΦΛΕΒΑΡΗΣ (έτσι το έγραφαν τότε) 1981. Τεύχος πρώτο. Εγχρωμο εξώφυλλο, γνωριμία με άγνωστα πρόσωπα των κόμικς. Μεταξύ άλλων, Reiser (πικρόχολος και αηδιασμένος), Copi (σαρκαστής της σεξουαλικότητας και της ύπαρξης), Wolinski (κομμουνιστής χιουμορίστας χωρίς παρωπίδες) και η πρώτη εμφάνιση της θρυλικής «Βαλεντίνα» του Guido Crepax με την ιστορία «Η στροφή του Λέσμο». Εκδότρια η Νίκη Τζούδα (η ίδια και σήμερα). Εκδοτικός φορέας ο οίκος «Ars Longa (Vita Brevis)» ¬ που σημαίνει «Η τέχνη μακρά, ο βίος βραχύς». Διακήρυξη αρχών «για παρέμβαση σε ό,τι γίνεται γύρω μας». Αποδεικνύεται ότι είναι συνεπείς. ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ 1981. Τεύχος 7. Πρώτη εμφάνιση του Γιάννη Καλαϊτζή σε αντικείμενο διαφορετικό από το πολιτικό κόμικς - καρικατούρα. Γεννιέται η «Τσιγγάνικη Ορχήστρα» ¬ βινιέτα από το προλογικό επεισόδιο δημοσιεύεται στο εξώφυλλο. Στο ίδιο τεύχος πρώτη δημοσίευση κόμικς του Αρκά (ο μετέπειτα περίφημος για τη σεξουαλική του πείνα και τον σαρκασμό του Κόκορας). Η υπόσχεση για την παρουσίαση δουλειάς Ελλήνων σχεδιαστών γίνεται πράξη. ΜΑΗΣ 1982. Τεύχος 15. Ως εκδότης εμφανίζεται πλέον ο Γιώργος Μπαζίνας. Πρώτη εμφάνιση μεγάλης ιστορίας που υπογράφει ο Enki Bilal, της «Γιορτής των αθανάτων». Έχει ήδη μεσολαβήσει η δημοσίευση της πρώτης επίσης μεγάλης κόμικς ιστορίας του Ιταλού Altan («Ada», λίγο καιρό αργότερα θα ακολουθήσει ο «Colombo»), καθώς και ένα πολιτικό τεύχος αφιερωμένο στα γεγονότα της εξέγερσης των Πολωνών εργατών και του πραξικοπήματος του Γιαρουζέλσκι, που έβαλε σε μεγάλη ιδεολογική περιπέτεια την τότε ελληνική Αριστερά. ΜΑΡΤΙΟΣ (πλέον) 1984. Τεύχος 35. Εξώφυλλο που κάνει αίσθηση: κόμικς από τη φυλακή του καταδικασμένου για συμμετοχή στις Ερυθρές Ταξιαρχίες Mario Dalmaviva: «Ενα πράγμα με αγχώνει, τα άλλα με καταθλίβουν». Ακόμη: Munoz-Sampayo, o θεωρούμενος δεξιός σαρκαστής του πνεύματος του γαλλικού Μάη Lauzier και ένα διήγημα του Μπορίς Βιαν. Η στήλη με λογοτεχνικά κείμενα έχει εγκαινιασθεί λίγο νωρίτερα ¬ και η δημοσίευση αποσπασμάτων από την «Αβάσταχτη ελαφράδα της ύπαρξης» (έτσι είχε αποδοθεί ο τίτλος του μυθιστορήματος του Κούντερα) με σχολιαστικές βινιέτες του Altan συζητιόταν επί μήνες. ΜΑΡΤΙΟΣ - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1985.Τεύχος 47-48 . Το περιοδικό έχει διασπασθεί. Ο Γιώργος Μπαζίνας ήδη έχει αρχίσει να εκδίδει το περιοδικό «Παρά Πέντε», με άριστες προϋποθέσεις υψηλής ποιότητας συναγωνισμού. Η «Βαβέλ» ανασυντάσσεται με εκδότρια τη Νίκη Τζούδα και κάνει ένα πλήρες αφιέρωμα στο ιταλικό περιοδικό «Frigidaire», σκληρό, βίαιο, στις παρυφές ενός ανυπότακτου μεταμοντερνισμού. Mattioli, Liberatore (ο δημιουργός του μυθικού Ranxerox) και το τρομερό παιδί των ιταλικών κόμικς, ο Andrea Pasienza, κάνουν την πρώτη τους εμφάνιση. ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1991.Τεύχος 118 . Το περιοδικό γιορτάζει τα 10 χρόνια του. Εξώφυλλο μια θελκτική κορασίς διά χειρός Milo Manara (για πολλούς ανανεωτής των ερωτικών κόμικς, για άλλους απλώς καλός τεχνίτης που το πωλούσε). Ορατές οι γραφιστικές αναζητήσεις. Επιπλέον ήδη έχει αρχίσει η (βραχυχρόνια) δημοσίευση κόμικς του μετρ της κόμικς περιπέτειας Hugo Pratt (και του ήρωά του Κόρτο Μαλτέζε). Έναρξη του φλερτ με το εικαστικό ρεύμα της transavangardia, που μάλλον ταλαιπώρησε το περιοδικό παρά του προσέφερε νέες ιδέες. ΜΑΡΤΙΟΣ 1996. Τεύχος 167. Το σχήμα έχει ήδη μεγαλώσει. Η στήλη «Αεροπλανάκι», που περιείχε κυρίως ειδήσεις από την παγκόσμια κόμικς αγορά, έχει αρχίσει και παίρνει έντονα πολιτικό - παρεμβατικό χαρακτήρα. Το περιοδικό ανακτά σιγά σιγά το παλαιό του σφρίγος. Και στο εξώφυλλο, έπειτα από διάφορες γραφιστικές εφαρμογές με ζωγραφισμένα γυναικεία κορμιά να δεσπόζουν (στο άσχετο), ο Moebius. Στα περιεχόμενα και οι πρώτες δουλειές μιας νέας φουρνιάς Ελλήνων καλλιτεχνών που αποφεύγουν τα τετριμμένα. ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1997. Τεύχος 187. Εχει πάρει ξανά τον δρόμο του ¬ έστω και αν κυκλοφορεί πιο αραιά. Σχεδόν μόνιμοι οι βάναυσοι σαρκαστές Edika, Vuillemin, Ralf Konig και ο ευγενέστερος Altan. Και στο εξώφυλλο (επιτέλους) ο νεαρός Έλληνας σχεδιαστής Λέανδρος , που ήδη έχει διαβεί την πύλη της Σχολής Καλών Τεχνών. Από τότε ίσαμε σήμερα το ύφος του περιοδικού παραμένει συνεπές στις απαιτήσεις των εμπνευστών του. Και των πιστών αναγνωστών του άλλωστε. Επιπλέον, στις 3 Ιουνίου 1982, ανάμεσα από τα τεύχη 15 και 16, κυκλοφόρησε ένα Σπέσιαλ Σατιρικό τεύχος. Τέλος, ένα άρθρο για τα 25 χρόνια του τίτλου, ΕΔΩ. Ως πηγές του αφιερώματος χρησιμοποιήθηκαν: Γιώργος Παναγιωτάκης & Ανδρέας Κασάπης. Ο Εφικτός Στόχος και το Αρχετυπικό Όνειρο. Α . Αθηναϊκή Επιθεώρηση Τέχνης. Τεύχος 13. Μάιος - Ιούνιος 2007 Κανέλλης, Ηλίας . Η «Βαβέλ» των Κόμικς. Το ΒΗΜΑ, 05/09/1999 Τσαγκαρουσιάνος, Στάθης . Σ' αγαπάμε Βαβέλ!. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 07/10/2006 Barell, Frank (2/4/2007). ΒΑΒΕΛ - Ένα Περιοδικό Κόμικς (Και όχι μόνο)! http://frankbarrell..../blog-post.html Μπαζίνας, Γιώργος. Δεν Ακολουθήσαμε Ποτέ Κανόνες Marketing .Συνέντευξη στον Ηλία Κατιρτζιγιανόγλου . (22/07/07) (εδώ) Μαστοράκης, Άγγελος . 1974 - 2004 ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΚΟΜΙΚΣ . Πυξίδα, 27-06-2005. (εδώ) Αποστολίδης Τάσος . Μια Ιστορική Αναδρομή στα Ελληνικά Κόμικς. Νέο Επίπεδο, Vol. 2, Issue 17, 1993 Συνέντευξη Γιώργου Μπαζίνα στη Γαλέρα (εδώ) κριτικό σημείωμα του Soloup για το πρώτο τεύχος της Βαβέλ (sorry έχασα το link) και η τηλεοπτική εκπομπή του Παρασκηνίου για τα Ελληνικά Κόμικς Σκαναρισμένες ιστορίες διαθέσιμες για ανάγνωση θα βρείτε στην ενότητα των DOWNLOADS. Ευχαριστούμε για τα υπόλοιπα εξώφυλλα και οπισθόφυλλα τους crc, andstef, ramirez, dionik, Pavlos, melandros, frequently attittudes, erma jaguar, Valtasar, Mits Mits, Θρηνωδός, GreekComicFan & tik.
  24. Ο Μπάρνεϊ Γουίλεν και η τζαζική «Θλιμμένη Νότα» του, σύμβολο του μεταπολεμικού φλερτ της Αμερικής με τη Γαλλία. To graphic novel «Ο Μπάρνεϊ και η Θλιμμένη Νότα» των Φιλίπ Παρινγκό και Ζακ ντε Λουστάλ κυκλοφόρησε σε συνέχειες στο γαλλικό περιοδικό «À Suivre». Δυτικό Βερολίνο, καλοκαίρι του 1989. Στους δρόμους μπορεί κανείς να αφουγκραστεί τον ήχο της επερχόμενης παγκοσμιοποίησης: κάτω από τον καυτό ήλιο αντηχεί ένα μείγμα από αμερικανικές και γερμανικές ομιλίες και ένας αρμονικός συρφετός από ήχους του κόσμου που ξεχύνεται από τα παζάρια μεταχειρισμένων δίσκων. Εκεί μπορείς να βρεις από bootleg με συναυλίες που έδωσαν οι Smiths στην Ισπανία και παλιά γιαπωνέζικα σάουντρακ έως προπολεμικούς δίσκους γραμμοφώνου με αμερικανικά μπλουζ. Οι προθήκες των βινυλίων και τα χέρια που τις σκανάρουν, χέρια μουσικόφιλων απ’ όλο τον πλανήτη, είναι, αυτή τη ζεστή αυγουστιάτικη μέρα, μια προοικονομία για το πέσιμο του Τείχους που χώριζε Δύση κι Ανατολή – του Τείχους που θα έπεφτε μόλις τρεις μήνες μετά. Σε αυτά τα δισκάδικα, τα δικά μου χέρια, φερμένα από την γκρίζα αλλά συναρπαστική πολιτισμικά Αθήνα της εποχής (μια Αθήνα που έχει ήδη στρέψει τις κεραίες της με λαχτάρα προς όλο τον πλανήτη), ανακαλύπτουν με έκπληξη ένα άλλο ψήγμα πρώιμης παγκοσμιοποίησης: ένα δίσκο όπου ένας Γαλλοαμερικανός σαξοφωνίστας, o Μπάρνεϊ Γουίλεν, παίζει μαζί με μια διεθνή μπάντα ένα κλασικό ανθολόγιο της τζαζ, επενδύοντας μουσικά ένα πρώιμο «graphic novel» – μια γαλλική ιστορία κόμικς που είχαμε μόλις μάθει στην Ελλάδα από τη θρυλική «Βαβέλ», το περιοδικό που μας έμπασε στην κουλτούρα της «ένατης τέχνης» τη δεκαετία του ’80. Έμοιαζε απίστευτο: ένα σάουντρακ για μια ιστορία κόμικς – μια μοναδική πρωτοτυπία. Η αγορά αυτού του ασυνήθιστου δίσκου έγινε για εμένα η απαρχή ενός πολύχρονου μαθήματος πάνω σε μια μουσική γλώσσα που, με τη σειρά της, μπορεί κανείς να πει πως αποτελεί μια από τις πρώτες προοικονομίες παγκοσμιοποιημένου πολιτισμού: η τζαζ δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το παιδί που γέννησε το πάντρεμα της Αφρικής και της Ευρώπης στο έδαφος της Αμερικής. Ο Γουίλεν «…ήρθε από το πουθενά. Ότι έβλεπε, το ήθελε. Ότι αποκτούσε, τον απογοήτευε. Μουσική, γυναίκες, ναρκωτικά, Παρίσι, Νέα Υόρκη, Χόλιγουντ – τα έζησε όλα, ψάχνοντας απελπισμένα μέσα τους κάτι για να καλύψει το κενό μέσα του. Στο τέλος, τα πρόδωσε όλα…». Ο Μπάρνεϊ Γουίλεν (Bernard Jean Wilen) ήταν το σύμβολο του μεταπολεμικού φλερτ της Αμερικής με τη Γαλλία αλλά και της γαλλικής πρωτεύουσας ως ευρωπαϊκού κέντρου της τζαζ. Γεννημένος το 1937 στη Νότια Γαλλία, στη Νίκαια, από Αμερικανό πατέρα και Γαλλίδα μητέρα, δραπετεύει από τον πόλεμο μαζί τους, τριών ετών, για την Αμερική. Εκεί, ο θείος του τού κάνει δώρο ένα τενόρο σαξόφωνο. Έξι χρόνια μετά, έχει γυρίσει με τους γονείς του στη Γαλλία και μέχρι να γίνει έφηβος είναι ήδη ένας μικρός βιρτουόζος του σαξοφώνου. Κι όμως, προοριζόταν από την οικογένειά του για δικηγόρος. Προτού μπει στο πανεπιστήμιο φεύγει για το Παρίσι αναζητώντας εκεί καριέρα μουσικού, αλλά αναγκάζεται να γυρίσει στη Νίκαια για να ξεκινήσει τις σπουδές του. Βλέποντας πως αγαπούσε περισσότερο την τζαζ παρά τη Νομική, οι γονείς του κατάσχουν το σαξόφωνό του. Αρνούμενος τελικά τη γονεϊκή ηγεμονία, επιστρέφει στο Παρίσι για να ακολουθήσει το πάθος του για τη μουσική. Στα τέλη του ’50 παίζει στο θρυλικό Club St. Germain του Μπορίς Βιάν, έρχεται σε επαφή με ιερά τέρατα της τζαζ από την Ευρώπη και την Αμερική και φτιάχνει έναν ήχο που θυμίζει αυτόν του γίγαντα Λέστερ Γιανγκ. Το 1957 ένας άλλος γίγαντας της τζαζ, ο Μάιλς Ντέιβις, γράφει τη μουσική της ταινίας «Ασανσέρ για δολοφόνους», της πρώτης του Λουί Μαλ – και τον καλεί, μόλις είκοσι ετών τότε, να συμμετάσχει στην ηχογράφηση. Εκείνη την εποχή ο Μπάρνεϊ μεσουρανούσε – κέρδισε το βραβείο Django Reinhardt, ηχογράφησε δικούς του δίσκους, έγραψε ένα μουσικό θέμα για την ταινία του Εντουάρ Μολιναρό «Un temoin dans la ville» και το 1960 συμμετείχε στην ηχογράφηση του μουσικού θέματος των «Επικίνδυνων σχέσεων» του Ροζέ Βαντίμ, δίπλα στον μεγάλο ντράμερ της τζαζ Αρτ Μπλέικι. Στην ηχογράφηση αυτή λάμπει ξεκάθαρα η ερμηνεία του στο «A prelude in blue» – ίσως η πιο συγκινητική στιγμή στην ιστορία του σοπράνο σαξοφώνου. Το άστρο του νεαρού Μπάρνεϊ έλαμψε δυνατά εκείνη την «bebop» περίοδο του Παρισιού του τέλους του ’50 και αρχών του ’60, αλλά σιγά σιγά προς το τέλος της δεκαετίας, είχε αφήσει μακριά μαλλιά, είχε μπει στον χώρο της free jazz και, με την τότε σύντροφό του Caroline de Bendern, μοντέλο από την Αγγλία, έφυγε για την Αφρική, όπου περιπλανώμενος μαζί της μέσα σε ένα Land Rover επί μήνες πέρασε από το Μαρόκο, την Αλγερία, το Μάλι, τη Σενεγάλη και τη Νιγηρία, παίζοντας και ηχογραφώντας με ντόπιους μουσικούς. Όταν γύρισε στην έδρα του στην Κυανή Ακτή, εξαφανίστηκε για χρόνια, για να εμφανιστεί ξανά το 1987. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, η λαϊκή κουλτούρα έμοιαζε να επιστρέφει στην αισθητική του ’50 και να ερωτοτροπεί με τις εικόνες του ροκ εν ρολ και της τζαζ. Ο Μπερνάρ Ταβερνιέ σκηνοθέτησε εκείνη την εποχή το «Γύρω από τα μεσάνυχτα», όπου ο γίγαντας της τζαζ Ντέξτερ Γκόρντον πρωταγωνιστούσε σε μια ταινία μυθοπλασίας βασισμένη στη ζωή άλλων γιγάντων της τζαζ, του Λέστερ Γιανγκ και του Μπαντ Πάουελ – και, με πολύ παρόμοιο τρόπο, ένας Γάλλος δημοσιογράφος, ο Φιλίπ Παρινγκό, ταλαντούχος γραφιάς μουσικής και διευθυντής του μουσικού περιοδικού Rock & Folk, έγραψε μια ιστορία με πρωταγωνιστή τον Μπάρνεϊ Γουίλεν, εμπνευσμένη από τη ζωή του ιδίου αλλά και άλλων μουσικών. Πρότεινε το σενάριο στον μάστορα της ακουαρέλας, τον σχεδιαστή κόμικς Ζακ ντε Λουστάλ, κι αυτός δέχτηκε. Όπως είχε πει χαρακτηριστικά: «Είχα μια αρκετά γενική εικόνα για την προσωπικότητα και το παρουσιαστικό αυτού του χαρακτήρα, που ήταν κάποιου είδους απρόβλεπτος δανδής, ένας εύθραυστος τύπος με γυαλιά. Έδωσα στον Λουστάλ φωτογραφίες του Μπιλ Έβανς, του Μπάντι Χόλι, του Πολ Ντέσμοντ και του… Μπάρνεϊ Γουίλεν. Ο τελικός χαρακτήρας ήταν ένας συνδυασμός από όλους αυτούς». Το ντεμπούτο Η ιστορία που σκάρωσαν αυτοί οι δύο φοβεροί Γάλλοι ονομάστηκε «Ο Μπάρνεϊ και η Θλιμμένη Νότα» και κυκλοφόρησε σε συνέχειες στο γαλλικό περιοδικό À Suivre. Το ντεμπούτο έγινε στο τεύχος αρ. 94, τον Νοέμβριο του 1985. Στην Ελλάδα, η ομάδα της «Βαβέλ», η Νίκη Τζούδα και ο Γιώργος Σιούνας, δαιμόνιοι λάτρεις των ευρωπαϊκών κόμικς, μας έφεραν τον Μπάρνεϊ στο περιοδικό τους το 1988, μεταξύ των τευχών αρ. 85 και 98. Οι ακουαρέλες και η κομψή μελαγχολία του Λουστάλ έμοιαζαν σαν μια πειστική εικόνα του κόσμου της τζαζ, μια εικόνα που, μέσα στα ατέλειωτα στερεότυπά της, μπορούσε να μοιάζει φιλική και γνώριμη σε όποιον δεν γνώριζε το μουσικό αυτό ιδίωμα και τη σημειολογία του. Στο τέλος της ιστορίας ο πρωταγωνιστής πεθαίνει – κάτι που φυσικά δεν συνέβη στον… αληθινό Μπάρνεϊ, ο οποίος βρίσκει τους δημιουργούς της και τους προτείνει να φτιάξουν το σάουντράκ της. H ηχογράφηση γίνεται το 1987, γνωρίζει μεγάλη επιτυχία πουλώντας 60.000 κομμάτια και ξαναφέρνει τον Γουίλεν στο φως της δημοσιότητας, ξεκινώντας έτσι για αυτόν μια τελευταία δημιουργική περίοδο. Μια ηχογράφηση-ιστορία της τζαζ κυκλοφορεί ξανά Το σάουντρακ περιείχε κλασικά τραγούδια του τζαζ ανθολογίου (τα λεγόμενα «στάνταρ»), ανάμεσα στα οποία εμφανίζονταν πρωτότυπες συνθέσεις των μουσικών της μπάντας. Ξεκινώντας με μια μπόσα νόβα εκδοχή του «Besame mucho», αρκεί μόνο μισό λεπτό της ώρας για να καταλάβει κανείς ποιο είναι το ηχόχρωμα της ηχογράφησης. Το πιάνο του Αλάν-Ζαν Μαρί, ενός εξαιρετικού πολυβραβευμένου πιανίστα από τη Γουαδελούπη, πρωταγωνιστεί από την πρώτη στιγμή: ο επιδέξιος και θερμός ήχος του πλουτίζει όλο τον δίσκο με μια πολύχρωμη καραϊβική γεύση. Αυτός και ο Γουίλεν υπήρξαν ένα από τα πιο δεμένα ντουέτα της τζαζ, έχοντας μια αβίαστη συνομιλία που θύμιζε το αξέχαστο ντουέτο του μεγάλου σαξοφωνίστα Σταν Γκετζ με τον επίσης μέγα πιανίστα Κένι Μπάρον. Τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας δεν υστερούν σε ταλέντο και λάμψη: τα ντραμς του Αμερικανού Σανγκόμα Έβερετ χρωματίζουν μ’ έναν τρόπο που θυμίζει Αρτ Μπλέικι και ο ήχος της κιθάρας του Φιλίπ Πετί συνοδεύει γλυκά το κουιντέτο. Ο εξαιρετικός αυτός Γάλλος κιθαρίστας παρουσιάζει στην ηχογράφηση αυτή και μια δική του σύνθεση, όπου φαίνεται η τεχνική κι η εφευρετικότητά του – τον «Κλέφτη της αγάπης» (Voleur d’ amour). Παρομοίως και ο μπασίστας της μπάντας, ο καταξιωμένος Ιταλός μουσικός Ρικάρντο ντελ Φρα, μας προσφέρει ένα μικροσκοπικό διαμάντι διάρκειας ενός λεπτού, που ονομάζει «Κόκκινο φιλί» (Un baiser rouge) και ο Γουίλεν τη σύντομη ελεγεία «Pauline». Στο «Round about midnight» του Τελόνιους Μονκ λάμπει συγκλονιστικά η συνομιλία του με τον Ζαν Μαρί, ακριβώς όπως και στο «Whisper not» του Μπένι Γκόλσον. Η μπαλάντα «Goodbye», «το πιο λυπημένο κομμάτι στον κόσμο» όπως είχε πει ο συνθέτης Άλεκ Γουάιλντερ, κλείνει μελαγχολικά την ηχογράφηση. Εδώ το σαξόφωνο του Μπάρνεϊ παίζει, στ’ αλήθεια, μερικές ακαταμάχητα θλιμμένες νότες και, όπως έγραψε στο σχετικό promo της με τόσο γοητευτικά «αμερικανικό» τρόπο η Fantagraphics, η εκδοτική εταιρεία που τύπωσε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού τον Μπάρνεϊ των Λουστάλ και Παρινγκό: «…Ήρθε από το πουθενά. Ότι έβλεπε, το ήθελε. Ότι αποκτούσε, τον απογοήτευε. Μουσική, γυναίκες, ναρκωτικά, Παρίσι, Νέα Υόρκη, Χόλιγουντ – τα έζησε όλα, ψάχνοντας απελπισμένα μέσα τους κάτι για να καλύψει το κενό μέσα του. Στο τέλος, τα πρόδωσε όλα – φίλους, ερωμένες, θαυμαστές –, ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό. Και όμως, αυτοί γύριζαν πάντα πίσω σ’ αυτόν, ξανά και ξανά. Γιατί όταν ο Μπάρνεϊ έπαιζε τη θλιμμένη νότα του, μπορούσαν να του συγχωρήσουν τα πάντα». ΥΓ.: Ο Μπάρνεϊ πέθανε από καρκίνο 25 χρόνια πριν, στις 25 Μαΐου του 1996. Στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Δισκοπωλείων (Record Store Day), θα επανακυκλοφορήσει η «Θλιμμένη Νότα» σε βινύλιο 180 γραμμαρίων μαζί με το κόμικς, μια έκδοση 40 σελίδων με σπάνιο υλικό και bonus ένα CD. Η παραγγελία του πακέτου μπορεί να γίνει στο recordstoreday.com στις 17 Ιουλίου. Και το σχετικό link...
  25. ΤΙΜΗ: 100 δρχ. Οι μοναδικές κυκλοφορίες σε παραλληλόγραμμμο φορμάτ (comic strips) που έχει εκδώσει η Βαβέλ είναι τα δύο άλμπουμ με μικρές ιστορίες του Raul Damonte Taborda (Copi), το Δεν τολμώ Μαντάμ και το "Οι γριές πουτάνες". Πικρές, κυνικές και με μαύρο χιούμορ όλες οι ιστορίες, που αν δεν κάνω λάθος έχουν επανατυπωθεί και στο περιοδικό της Βαβέλ.
×
×
  • Create New...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.