Search the Community
Showing results for tags 'SOLOUP'.
-
Με αφορμή τα 10 χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του, το «Αϊβαλί» του Soloύp επανεκδίδεται από τις εκδόσεις Διόπτρα και γίνεται η πρώτη ύλη για ένα πρωτοποριακό εγχειρίδιο για την αξιοποίηση των κόμικς στην εκπαίδευση. Στα 10 και κάτι χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του από τις εκδόσεις Κέδρος, το «Αϊβαλί» του Soloύp έχει ήδη γίνει κλασικό. Οι απανωτές επανεκδόσεις του, οι μεγάλες εκθέσεις που έχουν γίνει γι’ αυτό, οι ημερίδες, οι συζητήσεις και οι εκδηλώσεις, οι θεατρικές μεταφορές και προσαρμογές του, οι επιστημονικές εργασίες, οι διπλωματικές, μεταπτυχιακές και διδακτορικές διατριβές που επικεντρώνονται στη σπουδαιότητα και στις ιδιαιτερότητές του, η κουβέντα που ανάβει με κάθε νέα αφορμή και παρουσίασή του, οι πολλές μεταφράσεις του σε άλλες γλώσσες (αγγλικά, τουρκικά, ισπανικά, γαλλικά) αποδεικνύουν ότι το «Αϊβαλί» έχει ακόμα πολλά να πει. Η πολυεπίπεδη, σπονδυλωτή αφήγηση που υφαίνεται πάνω σε κείμενα του Φώτη Κόντογλου, του Ηλία Βενέζη, της Αγάπης Βενέζη-Μολυβιάτη και του Αχμέτ Γιορουλμάζ, μαζί με τα συγκλονιστικά ασπρόμαυρα σχέδια του Soloύp, συνθέτουν μία πλήρως και διεξοδικά τεκμηριωμένη προσέγγιση των γεγονότων του 1922 αλλά και όσων προηγήθηκαν και ακολούθησαν τις ανταλλαγές πληθυσμών, που δημιούργησαν τις κοινές πληγές Ελλήνων και Τούρκων του Βόρειου Αιγαίου. Χωρίς να γίνεται διδακτικό ή να κουνάει το δάκτυλο, το «Αϊβαλί» αποτελεί μια απόπειρα διάσωσης της μνήμης μέσω της τέχνης των κόμικς και παράλληλα μια δημοσιογραφική έρευνα κι ένα ιστορικό ντοκουμέντο με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία από την εμπλοκή του ίδιου του Soloύp και των προγόνων του με το Αϊβαλί. Την επικαιρότητα που εξακολουθεί να διατηρεί ένα τόσο σπουδαίο έργο επισημαίνει και η νέα, «διακριτικά αναθεωρημένη» έκδοση από τη Διόπτρα, που περιλαμβάνει και πλούσια στοιχεία από την υπερδεκαετή παρουσία και πορεία του έργου στην ελληνική και διεθνή σκηνή των κόμικς. Ενός έργου που αποτέλεσε, μάλιστα, την απαρχή μιας σχετικής αλλαγής της διαδρομής του δημιουργού του, από τα αμιγώς πολιτικά – χιουμοριστικά έργα σε μια πιο προσωπική και βαθιά συγκινητική αφήγηση μεγάλης έκτασης («Ο Συλλέκτης»), στην ελληνική Ιστορία («’21, Η Μάχη της Πλατείας»), στην προσέγγιση και τη δημιουργική ανασύνθεση της λογοτεχνίας του Νίκου Καζαντζάκη («Ζορμπάς, Πράσινη Πέτρα Ωραιοτάτη»). Σε αυτή την τεθλασμένη αλλά συνεπή διαδρομή με τους πολλούς και διαφορετικούς ενδιαφέροντες σταθμούς εντάσσεται και η κυκλοφορία του πρόσφατου «Comics & Graphic Novels με οδηγό το Αϊβαλί. Λογοτεχνία, Ιστορία και Οπτική Επικοινωνία. Τα Κόμικς στην Εκπαίδευση», ενός βιβλίου των Soloύp και Ευαγγελίας Μουλά και πάλι από τις εκδόσεις Διόπτρα, που φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα πρωτοποριακό εγχειρίδιο για την αξιοποίηση των κόμικς σε ποικίλα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα, αντλώντας αφορμές και παραδείγματα από το «Αϊβαλί». Τα ερωτήματα στα οποία το βιβλίο καλείται να απαντήσει συνοψίζονται στα εξής: «Τι είναι τα graphic novels και πώς συνδέονται με τα κόμικς; Πώς εξελίχθηκε το Μέσο στην Ελλάδα; Ποια η σχέση των κόμικς με τη λογοτεχνία και με την ιστορία; Πώς μπορεί ο εκπαιδευτικός να αξιοποιήσει ένα κόμικς στην τάξη, υπηρετώντας ταυτόχρονα τους διδακτικούς σκοπούς των προγραμμάτων σπουδών, την κριτική σκέψη αλλά και τον οπτικό και πολυτροπικό γραμματισμό; Πώς να φτιάξουν μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές μόνοι τους μια ιστορία κόμικς ακολουθώντας συγκεκριμένα βήματα;» Από τη μία, η τεράστια καλλιτεχνική διαδρομή αλλά και η ιστορική και θεωρητική κατάρτιση του Soloύp και, από την άλλη, η μεγάλη εμπειρία της Ευαγγελίας Μουλά (φιλόλογος και σύμβουλος Εκπαίδευσης Φιλολόγων στη Δωδεκάνησο) σε θέματα γύρω από τα κόμικς, τη λογοτεχνία, την παιδαγωγική αξιοποίηση των ΤΠΕ στην εκπαίδευση και τον κριτικό γραμματισμό κ.ά., εγγυώνται ένα πολύ ενδιαφέρον και πρωτότυπο βιβλίο στο οποίο αναλύεται σε βάθος η τέχνη των κόμικς και επισημαίνονται τα σημειολογικά κλειδιά και οι μηχανισμοί της οπτικής αφήγησής τους. Το πρώτο μέρος καταπιάνεται με τις έννοιες των κόμικς και των graphic novels και με τις θεματικές περιοχές για την αξιοποίηση των κόμικς στην εκπαίδευση (ένταξη εικονογραφηγημάτων στην εκπαίδευση, μεταφορές λογοτεχνικών κειμένων σε κόμικς, μεταφορά, διασκευή, απόδοση, πιστότητα, ανάπλαση, ανοικείωση κ.ά.) και την προσέγγιση της ιστορίας και άλλων ευαίσθητων κοινωνικών ζητημάτων, ενώ στο δεύτερο μέρος, με συγκεκριμένα, πολύ εύστοχα επιλεγμένα παραδείγματα από το «Αϊβαλί», προτείνονται ερωτήσεις / δραστηριότητες ανταπόκρισης, κατανόησης και ερμηνείας των κειμένων, γνώσεων για τη λογοτεχνία, συζητήσεις με όρους της γλώσσας των κόμικς, δραστηριότητες έκφρασης (εικαστικής, θεατρικής, ρητορικής) / δημιουργικής γραφής, σχέσεις των λογοτεχνικών πρωτοτύπων με τις διασκευές κ.ά. Τέλος, στο τρίτο μέρος προτείνονται μια σειρά βήματα δημιουργίας κόμικς στην τάξη και οι κατάλληλες οδηγίες ώστε η θεωρία να μετουσιωθεί σε πράξη, και το βιβλίο κλείνει με την παράθεση εκτενούς βιβλιογραφίας και δικτυογραφίας που το καθιστούν σημαντικότατο εργαλείο προς άμεση χρήση από την ελληνική ακαδημαϊκή, σχολική και καλλιτεχνική κοινότητα, που όσο περνούν τα χρόνια γίνεται, ευτυχώς, όλο και πιο ανοικτή και δεκτική σε τέτοιες σπουδαίες και τεκμηριωμένες προτάσεις. Και το σχετικό link...
-
- 2
-
-
- αϊβαλί
- εκδόσεις κέδρος
- (and 5 more)
-
«Κι έφτασε η στιγμή που μετρήσανε τον ανθρώπινο πόνο όπως μετράνε οι κρεατέμποροι τα γελάδια. Πάνω από δύο εκατομμύρια ξεχωριστές τραγωδίες. Νεκροί αμέτρητοι. Σχεδόν ενάμισι εκατομμύριο βίαια διωγμένοι Ρωμιοί πρόσφυγες. Κάπου πεντακόσιες χιλιάδες μουσουλμάνοι “ανταλλαγμένοι”. Κανείς δεν τους ρώτησε. Παρέλαση από τραγωδίες. Ένας ασύλληπτος κατατρεγμός. Μια φούγκα από αμέτρητες απεγνωσμένες φωνές. Ελάχιστες από αυτές αποτυπώθηκαν σε βιβλία. Αρκετές πάλι – άλλοτε σαν παραμύθια και άλλοτε σαν εφιάλτες – τις άκουσαν παιδιά κι εγγόνια. Με τον καιρό λησμονιούνται, χάνονται κι αυτές. Συναντιούνται μ’ εκείνες που δε μαθεύτηκαν ποτέ». Με αυτά τα λόγια συνοδεύει ο Soloúp τη συγκλονιστική σελίδα από το «Αϊβαλί» με τα δεκάδες πορτρέτα των ανώνυμων θυμάτων της τραγωδίας του 1922. Θύματα που έγιναν αριθμοί στα στατιστικά της Ιστορίας, άνθρωποι που τους έκλαψαν μόνο οι συγγενείς τους μέχρι να ξεχαστούν. Εικόνες που όσο πιο πίσω πας θολώνουν, ξεθωριάζουν και χάνονται. Φωτογραφίες που παραταγμένες εν σειρά χάνουν την ακρίβειά τους και μετατρέπονται σε κουκίδες, σε τελίτσες, σε γραμμούλες, σε «λεκέδες» της Ιστορίας που «πρέπει» να σβηστούν. Κι εκεί ακριβώς είναι που συμβάλλει το «Αϊβαλί»: στο να μη σβηστούν οι μνήμες, να μην ξεχαστούν τα γεγονότα, να μην καταπιεί η λήθη την Ιστορία, να μην αναθεωρηθεί η αλήθεια εις όφελος των νέων πολιτικών συμφερόντων. Γι’ αυτό και η σελίδα με τα πορτρέτα αποτελεί μέρος του εγχειριδίου του Soloúp και της Ευαγγελίας Μουλά για τη χρήση των Κόμικς στην Εκπαίδευση. Ώστε εκπαιδευτικοί, φοιτητές και μαθητές να μπορούν να μιλούν για τη μνήμη και την Ιστορία χωρίς να φοβούνται. Ότι ακριβώς πρέπει να προσπαθήσουμε στο παρόν για την Παλαιστίνη και τη γενοκτονία που διαπράττει το Ισραήλ. Να μην αφήσουμε να γίνουν τελίτσες και κουκίδες οι ανώνυμοι νεκροί της Παλαιστίνης. Και παράλληλα, να μη δώσουμε ποτέ συχωροχάρτι στους δολοφόνους και τους εγκληματίες του Ισραήλ. Να μην ξεχάσουμε την κτηνωδία τους. Και το σχετικό link...
-
- 1
-
-
- αϊβαλί
- ευαγγελία μουλά
- (and 5 more)
-
Ο κομίστας Soloúp και η εκπαιδευτικός Ευαγγελία Μουλά μιλούν στην «Κ» για τη δύναμη που μπορεί να έχουν τα καρέ των κόμικς στην εκπαίδευση, με αφορμή το νέο τους βιβλίο. Όταν πριν από 10 και βάλε χρόνια ο Soloúp – κατά κόσμον Αντώνης Νικολόπουλος – δημιουργούσε το graphic novel «Αϊβαλί», είχε στο μυαλό του έναν αναγνώστη δυνάμει συνομήλικό του, με τον οποίο θα άνοιγε έναν διάλογο, θέτοντας ερωτήματα και προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις για ένα σημείο στον χώρο και τον χρόνο ιδιαίτερα φορτισμένο ιστορικά, όπως υπήρξε το λιμάνι της Μικράς Ασίας. Αυτό που σίγουρα δεν φανταζόταν ήταν πως με το συγκεκριμένο graphic novel θα έμπαινε σε τάξεις και αμφιθέατρα σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης: από νηπιαγωγεία, μέχρι κολέγια και πανεπιστήμια, εντός συνόρων αλλά και ώς τον μακρινό Καναδά στον οποίο βρέθηκε πρόσφατα. Δεν υπήρξαν λίγοι οι εκπαιδευτικοί που τον κάλεσαν μέσα σε αυτή τη δεκαετία για ένα μάθημα ή μια δραστηριότητα λίγο διαφορετική από αυτές που γνωρίζει η «παραδοσιακή» εκπαίδευση. Η Ευαγγελία Μουλά πάλι, φιλόλογος στο επάγγελμα και σύμβουλος Εκπαίδευσης Φιλολόγων στα Δωδεκάνησα τα τελευταία δύο χρόνια, είχε από μικρή όπως κάθε παιδί μια επαφή με τα κόμικς. Μεγαλώνοντας και μπαίνοντας στον κόσμο της φιλολογίας, ενστικτωδώς άρχισε να «παίζει» με τη δομή των κόμικς προκειμένου να βρει πιο βατούς τρόπους να εξηγήσει λόγου χάρη, συντακτικά φαινόμενα. Έτσι, έσβηνε με μπλάνκο τους διαλόγους και τους προσάρμοζε στο συντακτικό φαινόμενο που ήθελε κάθε φορά να εξηγήσει στους μαθητές. Στη συνέχεια ασχολήθηκε και θεωρητικά με το φαινόμενο, σε ένα βιβλίο-συλλογή άρθρων που κυκλοφόρησε με τη Χαρά Κοσεγιάν. Η Ευαγγελία Μουλά και ο Αντώνης Νικολόπουλος (Soloúp) συνυπογράφουν το νέο βιβλίο «Comics & Graphic Novels με οδηγό το Αϊβαλί» (εκδόσεις Διόπτρα). Το «Αϊβαλί», η Μουλά «το ερωτεύτηκε» από την πρώτη ανάγνωση. Σε κάθε επόμενη ανάγνωση και «συνάντηση» μαζί του, έβρισκε κάποια νέα αφορμή και προσέγγιση να το μοιραστεί και με τους μαθητές της, κάτι που της ξεκλείδωσε νέες και φρέσκιες εκπαιδευτικές δυνατότητες. Μετά την πολύχρονη αυτή εμπειρία, ο Soloúp και η Ευαγγελία Μουλά έγραψαν από κοινού τώρα ένα εγχειρίδιο για τις δυνατότητες των κόμικς στην εκπαίδευση, με τίτλο «Comics & Graphic Novels με οδηγό το Αϊβαλί» (εκδόσεις Διόπτρα). Παιδιά μυημένα στην εικόνα Ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή, ένα graphic novel που συνδυάζει κείμενο και εικόνα, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Για αυτόν τον λόγο η Ευαγγελία Μουλά το χρησιμοποίησε σε μαθητές 13-15 ετών. «Τα παιδιά πραγματικά ενθουσιάζονται. Γιατί δεν έχουν μάθει, ειδικά στην εποχή μας, να διαβάζουν μακροσκελή κείμενα και φυσικά είναι μυημένα στην εικόνα. Δεν μπορούμε να το παραγνωρίζουμε αυτό», σχολιάζει η εκπαιδευτικός. Είναι πολύ σημαντικό σε μια τέτοια διαδικασία «να συνδυαστεί η απόλαυση της ανάγνωσης με την καλλιέργεια των δεξιοτήτων ερμηνείας της εικόνας». Είναι πολλές οι εκπαιδευτικές προσεγγίσεις για ένα graphic novel σαν το «Αϊβαλί», όπως εξηγεί και η Ευαγγελία Μουλά. Ένα graphic novel όπως το «Αϊβαλί», αλλά και κάθε παρόμοια λογικής έργο, πώς αλλιώς μπορεί να το προσεγγίσει ένας εκπαιδευτικός; Ένας φιλόλογος το φέρνει στην τάξη ως λογοτεχνικό κείμενο; Ως ιστορικό; Για την Ευαγγελία Μουλά, μπορεί να λειτουργήσει τόσο σε πιο «κλασικές» όσο και πιο σύγχρονες προσεγγίσεις: «Προσφέρεται και για έναν πιο “κλασικό” φιλόλογο που θέλει να δώσει το βάρος του στον λόγο και να ετοιμάσει δραστηριότητες κατανόησης, που αναδεικνύουν πτυχές της θεωρίας λογοτεχνίας. Όταν μιλάμε για κάποια διασκευή ενός άλλου έργου, το graphic novel προσφέρεται και για μία σύγκριση πρωτότυπου κειμένου και κόμικς διασκευής. Μπορεί να αναλυθεί επίσης και η ίδια η δομή και η γλώσσα των κόμικς», εξηγεί. Ο συνδυασμός κειμένου και εικόνας που έχει ένα graphic novel το κάνει ένα πολύ επίκαιρο εκπαιδευτικό εργαλείο για τους μαθητές του σήμερα. Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και την ιστορική πτυχή του έργου σε μια τέτοια περίπτωση. «Ένα τέτοιο graphic novel σου δίνει μια εικόνα της ιστορικής περιόδου από πολλαπλές οπτικές. Κάτι που υπηρετεί τη σύγχρονη μεθοδολογία της ιστορίας, που βασίζεται στην πολυπρισματικότητα. Οι μαθητές μπορούν να αντιληφθούν το πνεύμα της εποχής. Τα καρέ έχουν μια αφηγηματική συμπύκνωση και μία αμεσότητα που δεν μπορείς να την πετύχεις μέσα από το βιβλίο ιστορίας. Είναι πολύ πιο θετική η αντίδραση από το να τους πεις “Ανοίξτε το βιβλίο”», καταλήγει η εκπαιδευτικός. Ένα ενήλικο graphic novel για τους μαθητές του σήμερα Από τη δική του εμπειρία, ο Αντώνης Νικολόπουλος έχει ως τώρα μια πολύ ζεστή υποδοχή στις τάξεις που βρέθηκε. «Είναι πάντα σαν γιορτή. Με αντιμετωπίζουν πολύ θετικά, υπάρχουν και παιδιά που έχουν μελετήσει αρκετά ήδη και κάνουν καίριες ερωτήσεις πάνω στο έργο. Η ώρα του μαθήματος δεν φτάνει ποτέ. Χτυπάνε τα κουδούνια και συνεχίζουμε να μιλάμε στους διαδρόμους», λέει. Οι νέες προσεγγίσεις στην εκπαίδευση δεν βρίσκουν πάντα σύμφωνους όλους τους εκπαιδευτικούς ή τους γονείς. Το γεγονός ότι το «Αϊβαλί» είχε εξαρχής σκοπό να απευθυνθεί σε ενήλικες αναγνώστες, ακόμα και στην εκπαιδευτική πτυχή λειτούργησε υπέρ του. «Εκ των υστέρων, βλέπω πως έχει μια ειλικρίνεια που ξεπερνά άλλα θέματα που μπορεί να προκύπτουν σε ένα καθαρά εκπαιδευτικό βιβλίο. Είναι ειλικρινείς και άμεσες οι ερωτήσεις που θέτει και αυτό μπορεί να λειτουργήσει σαν κλειδί για έναν εκπαιδευτικό. Επιπλέον, ένα βιβλίο για ενήλικες στην εποχή μας και με τα ερεθίσματα που έχουν οι νέοι, μπορεί να μιλήσει και σε αυτούς σαν ίσο προς ίσο». Ο Νικολόπουλος φέρνει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που αναλύεται και μέσα στο βιβλίο που έγραψε με τη Μουλά, και αφορά την αναπαράσταση μιας ερωτικής σκηνής που βρίσκουμε στο «Αϊβαλί». Υποστηρίζει ωστόσο πως δεν θα έβαζε την εν λόγω σκηνή αν είχε στο μυαλό του ένα εφηβικό κοινό. «Το παράδοξο όμως, είναι ότι αυτή η σκηνή ξεκλειδώνει τρομερά τα παιδιά» λέει. «Κάτι τέτοιο που τσιγκλάει και βγάζει χαμογελάκια και ντροπούλες μέσα στην τάξη, έχω δει στην πράξη πως τελικά κερδίζει τους μαθητές. Ύστερα από αυτή τη σκηνή, παρακολουθούσαν με μεγαλύτερο ενδιαφέρον και όλα τα υπόλοιπα που λέγαμε. Βοήθησε ακόμα και παιδιά με ΔΕΠΥ στο να συγκεντρωθούν καλύτερα», εξηγεί ο κομίστας. Τα κόμικς πάντως, είναι ένας τρόπος να τραβήξεις την προσοχή ενός μαθητή για κάτι που μπορεί να του είναι φαινομενικά «αδιάφορο» ή «βαρετό». Όπως κάθε τι καινούργιο, έτσι και με τα κόμικς που «επισκέπτονται» τις σχολικές αίθουσες δεν λείπουν και οι αντιδράσεις. Όπως παραδέχεται η Ευαγγελία Μουλά, υπάρχουν και γονείς πιο συντηρητικοί που παρεμβαίνουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, στοχοποιώντας τους εκπαιδευτικούς όταν τολμούν να κάνουν κάτι που είναι έξω από τα νερά της «στάνταρ» εκπαίδευσης. Όσον αφορά το «Αϊβαλί» λόγου χάρη, έχει αντιμετωπίσει αντιδράσεις γονέων ακόμα και για το γεγονός πως το βιβλίο δείχνει τόσο την πλευρά των Ελλήνων όσο και των Τούρκων. Όσο για την ίδια την εκπαιδευτική κοινότητα, οι πιο παλιοί «παραδοσιακοί» εκπαιδευτικοί είναι λιγότερο ανοιχτοί σε μια νέα προσέγγιση, σε αντίθεση με τους νεότερους καθηγητές που είναι πιο δεκτικοί. Αλλά και οι δεύτεροι, καλούνται να κάνουν μια υπέρβαση προκειμένου να φέρουν στην τάξη κάτι για το οποίο δεν έχουν τα ερμηνευτικά εργαλεία ώστε να το αξιοποιήσουν στη διδασκαλία. Αλλά και για αυτό η Ευαγγελία Μουλά έχει κάτι κατά νου: να αρχίσει από τη νέα σχολική χρονιά μια σειρά από σεμινάρια που θα γίνονται και εξ αποστάσεως, για να εξοικειωθούν οι εκπαιδευτικοί με την ένατη τέχνη και να τη μεταδώσουν στους μαθητές τους. Το βιβλίο του Soloúp (Αντώνη Νικολόπουλου) και της Ευαγγελίας Μουλά «Comics & Graphic Novels με οδηγό το Αϊβαλί», αλλά και το graphic novel «Αϊβαλί» κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διόπτρα. Και το σχετικό link...
-
- 4
-
-
- αϊβαλί
- αντώνης νικολόπουλος
- (and 4 more)
-
Το «ΝΣυν» προδημοσιεύει αποσπάσματα από το εγχειρίδιο «Με οδηγό το Αϊβαλί – τα κόμικς στην εκπαίδευση» των Soloup και Ευαγγελίας Μουλά για τη χρησιμότητα που μπορούν να αποκτήσουν τα εικονογραφηγήματα μέσα στη σχολική τάξη. Από μια άποψη, η έκδοση ενός εγχειριδίου για την αξιοποίηση των κόμικς στην εκπαίδευση δεν θα μπορούσε να έχει καλύτερη αφορμή: τη συμπλήρωση 10 χρόνων από τότε που ο Soloup (Αντώνης Νικολόπουλος) εξέδωσε το «Αϊβαλί» στον «Κέδρο». Το graphic novel διέγραψε ήδη έναν πρώτο κύκλο ως μία από τις πληρέστερες δημιουργίες που αντλεί έμπνευση από την ελληνική Ιστορία και μπορεί να περάσει στις νεότερες γενιές. Αποτελεί, λοιπόν, και το επίκεντρο στο εγχειρίδιο «Με οδηγό το Αϊβαλί – τα κόμικς στην εκπαίδευση», που κυκλοφορεί από αύριο η «Διόπτρα», με τις υπογραφές των Soloup και Ευαγγελίας Μουλά (από τον ίδιο οίκο κυκλοφορεί πλέον και η επετειακή έκδοση για το «Αϊβαλί»). Το βιβλίο χρησιμοποιεί συγκεκριμένα παραδείγματα από πραγματικά κόμικς και διαβάζεται σαν ένα δυνητικό βοήθημα για εκπαιδευτικούς που μπορεί να σταθεί μέσα σε μια σχολική τάξη (αλλά και σε ομάδες δημιουργικής γραφής). Στο πρώτο, θεωρητικό μέρος του, ο Soloup επιχειρεί μία αναδρομή στο μέσο των κόμικς και της φόρμας των graphic novels. Στο δεύτερο μέρος οι δύο συγγραφείς «μπαίνουν στην τάξη». Ειδικά η Ευαγγελία Μουλά, φιλόλογος και εκπαιδευτικός, εξοικειωμένη με τη διαδικασία συγγραφής εκπαιδευτικών υλικών, αναδεικνύει την έκδοση σε οδηγό για εκπαιδευτικούς και γονείς, όσο και σε χρήσιμο εργαλείο σε εργαστήρια, βιβλιοθήκες και ομάδες ανάγνωσης, δημιουργικής γραφής, forum συζητήσεων κ.ά. Το τρίτο μέρος αφορά το πρακτικό κομμάτι: την ίδια τη συνεργασία των συντονιστών/εκπαιδευτικών με την ομάδα τους και τον τρόπο που μπορούν να ξεκλειδώσουν την προσοχή των συμμετεχόντων καθώς δουλεύουν πάνω σε ένα συγκεκριμένο εικονογραφήγημα. Και, ακόμα περισσότερο, πώς μέσα από ένα εργαστήριο κόμικς μέσα στην τάξη μπορούν οι ίδιοι οι μαθητές να φτιάξουν τις δικές τους ιστορίες συνδυάζοντας τα λόγια με τις εικόνες. Από το εγχειρίδιο προδημοσιεύουμε δύο αποσπάσματα, το πρώτο του Soloup, το δεύτερο της Ευαγγελίας Μουλά. «Δεν είναι όλα τα κόμικς graphic novels» Τα εικονογραφηγήματα δεν αντιμετωπίζονταν πάντα με τον ίδιο τρόπο (και) στην Ελλάδα. Σε βάθος δεκαετιών παρατηρούμε σημαντικές διαφοροποιήσεις στη θεώρηση, πρόσληψη και ευρύτερη αποδοχή του μέσου. Μέχρι και τη δεκαετία του 1980 γονείς και εκπαιδευτικοί αντιλαμβάνονταν τα κόμικς ως ευτελή αναγνώσματα που απευθύνονταν σε ένα παιδικό/εφηβικό κοινό, τα οποία όχι μόνο δεν είχαν να προσφέρουν τίποτα χρήσιμο στους μαθητές, αντίθετα τους αποσπούσαν από τα μαθήματα του σχολείου και άλλες δημιουργικές δραστηριότητες. Μοναδική ίσως εξαίρεση τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Η αναφορά και μόνο σε λογοτεχνικούς τίτλους, ονόματα σημαντικών συγγραφέων ή πρόσωπα της ένδοξης ελληνικής ιστορίας και μυθολογίας αρκούσε για να αμβλύνει κάπως το αρνητικό κλίμα εναντίον τους. Τα ειδικά περιοδικά κόμικς, όπως η «Βαβέλ» και το «Παρά Πέντε», που εμφανίζονται γύρω στο 1980 και απευθύνονται πλέον ξεκάθαρα – με το ανατρεπτικό ύφος των ιστοριών που δημοσιεύουν και το ακραίο σαρκαστικό χιούμορ – σε ενήλικες αναγνώστες, αλλάζουν την έως τότε κυρίαρχη αντίληψη. Τα κόμικς περιγράφονται πλέον ως η «ένατη τέχνη» και σταδιακά αρχίζουν να αντιμετωπίζονται ως διακριτό έντεχνο μέσο. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες η κυκλοφορία σημαντικών – μεταφρασμένων ή εγχώριων – τίτλων κόμικς, που εστιάζουν συχνά με ερευνητική επάρκεια και εικαστική αρτιότητα σε πιο σύνθετα ζητήματα (κοινωνία, πολιτική, βία, οικολογία κ.λ.π.), ανέτρεψε πλήρως την αρνητική εικόνα του παρελθόντος. Η εμφάνιση εικονογραφηγημάτων, τα οποία αντλούν τα θέματά τους όχι μόνο από τη μακρινή (και σε κάποιο βαθμό ιδεολογικά ανώδυνη) ιστορία, αλλά και από πιο πρόσφατα τραυματικά γεγονότα, την ίδια ώρα που αρκετά κόμικς μεταφέρουν στη γλώσσα τους γνωστά λογοτεχνικά έργα, κερδίζει σταδιακά το ενδιαφέρον του ευρύτερου αναγνωστικού κοινού. Έτσι, σιγά σιγά, πλάι σε εκείνους όσους διάβαζαν κόμικς από πιτσιρικάδες προστέθηκαν και άλλοι – από την ευρύτερη κοινότητα των αναγνωστών λογοτεχνίας, ιστορικών δοκιμίων κ.λ.π. – οι οποίοι δεν είχαν προγενέστερα κάποια εξοικείωση με τη γλώσσα και τις συμβάσεις τους. Η φόρμα των graphic novels, η οποία μέσα από μια πιο σύνθετη αφηγηματική προσέγγιση βρέθηκε να εστιάζει με μεγαλύτερη συχνότητα σε σύγχρονα θέματα και προβληματισμούς απ’ ότι άλλες φόρμες και ομαδοποιήσεις των κόμικς – για παράδειγμα, τα comic strips ή τα υπερηρωικά κόμικς –, είχε εκείνα ακριβώς τα χαρακτηριστικά της «ωριμότητας» που επιθυμούσαν πλέον να αναγνωρίσουν όλοι (γονείς, εκπαιδευτικοί, κριτικοί, δημοσιογράφοι, πανεπιστημιακοί, εκδότες, δημιουργοί) στα σύγχρονα εικονογραφηγήματα. Το γεγονός ότι πλέον τα κόμικς αφορούν όλο και πιο πολλούς – καθώς όλες οι επιμέρους φόρμες και τα υποείδη τους εξελίσσονται – και η συνειδητοποίηση πως η υβριδική τους γλώσσα (Λόγος και Εικόνα) μπορεί να αξιοποιηθεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπαίδευση είναι τα στοιχεία εκείνα που επιτάχυναν τη μεταστροφή αυτή, οδήγησαν στην αλλαγή στάσης απέναντί τους και στην ανάγκη να διαχωριστούν τα σύγχρονα κόμικς από τις προκαταλήψεις που κουβαλούσαν στο παρελθόν. Εκείνο που συνέβη τελικά ήταν να ταυτιστούν όλα τα «ώριμα» σύγχρονα κόμικς με τα GN. Η σύγχυση του Μέσου (κόμικς) και της Φόρμας (graphic novels), η οποία αποδίδει μάλιστα στο όνομα της δεύτερης ποιοτικά/αξιολογικά χαρακτηριστικά για τα σύγχρονα κόμικς, είναι πλέον κυρίαρχη. Έχει αποκτήσει τη δική της δυναμική, με νέες πλαισιώσεις του όρου «GN», εντάσσοντας σε αυτόν οποιοδήποτε κόμικ θεωρούμε ή αντιλαμβανόμαστε ως «ώριμο» και «άξιο λόγου». Ποια είναι αυτά τα «ώριμα» και «άξια» κόμικς; Μα εκείνα που σε μεγάλο βαθμό συνδέονται με την «υψηλή» λογοτεχνία – η λέξη novel/μυθιστόρημα έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση – και τη «σοβαρή» ενασχόληση με σύγχρονα ιστορικά ζητήματα. Όμως, σε καμία τέχνη μια επιμέρους φόρμα δεν εξασφαλίζει από μόνη της την ποιοτική ανωτερότητα. Και όπως στη μουσική υπάρχουν συμφωνίες, φούγκες, μενουέτα αριστουργήματα, έτσι υπήρξαν στην ιστορική της εξέλιξη και συμφωνίες, φούγκες, μενουέτα αδιάφορα, μέτρια ή και κακά. Το να βαφτίσουμε λοιπόν κάποιο κόμικ ως GN επειδή και μόνο ασχολείται με ένα ιστορικό θέμα ή επειδή μεταφέρει στη γλώσσα των εικονογραφηγημάτων ένα αγαπημένο μας λογοτεχνικό έργο δεν του εξασφαλίζει αυτόματα ποιοτική ανωτερότητα. Θα λέγαμε λοιπόν απλά πως υπάρχουν πολλά αξιόλογα κόμικς (comic strips, comic books, graphic novels, albums, ολιγοσέλιδες ιστορίες, manga κ.λ.π.), αλλά όλα τα αξιόλογα κόμικς δεν είναι graphic novels. Μια άσκηση μέσα στην τάξη Φτιάξτε ένα πρωτοσέλιδο εφημερίδας για τα «Λεσβιακά Νέα», με ημερομηνία 8 Νοεμβρίου 1912. Στις 8 Νοεμβρίου 1912, κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, μοίρα του ελληνικού στόλου υπό τη διοίκηση του ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, μετά την απελευθέρωση της Λήμνου (8 Οκτωβρίου 1912), κατέπλευσε στη Μυτιλήνη και απαίτησε από τις οθωμανικές Αρχές την παράδοση της πρωτεύουσας του νησιού, όπερ και εγένετο. Αν θέλετε, διενεργήστε έρευνα σχετικά με τα πολιτικά γεγονότα της ημέρας. Στο άρθρο να εκφράζετε την έξαψη του λαού για την επικείμενη απελευθέρωση. Επικουρικά, διαβάστε την πρώτη στήλη του άρθρου: Η υπό του ελληνικού στόλου κατάληψις της Μυτιλήνης, στη δεύτερη σελίδα του Λαϊκού Αγώνος στην αμέσως προηγούμενη σελίδα (η αξιοποίηση του πρότυπου που σας δίνεται είναι προαιρετική). Μετατρέψτε το κείμενο που ακολουθεί σε κόμικς, το πολύ δύο σελίδων. Επιλέξτε ανάμεσα σε έναν παντογνώστη εξωδιηγητικό αφηγητή και σε έναν ενδοδιηγητικό, που θα καθιστά την παρουσία του οπτικά αισθητή και θα εντάσσεται στα πλάνα. Στη συνέχεια δικαιολογήστε την επιλογή σας (και οι δύο επιλογές είναι εξίσου θεμιτές). Συμβουλευτείτε το τρίτο μέρος του βιβλίου. Στο λιμάνι χθες, συνωστισμός! Παιδάκια ντυμένα νησιώτες και τσολιαδάκια, τα σχολεία στη σειρά, οι πρόσκοποι, οι σύλλογοι, οι επίσημοι… τα εμβατήρια, η μπάντα,ο στρατός του νησιού. Όλοι! Κόσμος στους δρόμους. Γεμάτες οι καφετέριες. Οι Μυτιληνιοί χειροκροτούσαν τα παιδιά τους. Κι ανάμεσά τους, τι παράξενο, Τούρκοι τουρίστες! Εκδρομείς απ’ το Αϊβαλί. Μου ζήτησαν να τους φωτογραφίσω. Μια «οικογενειακή», όλους μαζί. Σημάδεψα τα χαμόγελά τους όσο καλύτερα μπορούσα. CHEESE! Μοιράζονταν άθελά τους την εθνική μας χαρά. Την απελευθέρωσή μας από τους βάρβαρους Τούρκους. Και το σχετικό link...
-
- 3
-
-
-
Κάθε νέο Graphic novel του Soloup, (πραγματικό όνομα Αντώνης Νικολόπουλος), είναι μια σημαντική είδηση για το χώρο των κόμικ στη χώρα μας. Μετά το "Αϊβαλί", το "Ο Συλλέκτης - Έξι Διηγήματα Για Έναν Κακό Λύκο" και το "21 η μάχη της πλατείας", που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία και έγιναν μέρος σεμιναρίων και εκθέσεων, ήρθε και η ώρα της διασκευής σε Graphic novel ενός εκ των σημαντικότερων μυθιστορημάτων, του σημαντικοτέρου ίσως Έλληνα συγγραφέα - λογοτέχνη των τελευταίων αιώνων. Πρόκειται, όπως μαρτυρά και ο τίτλος, για τη δισκευή του "Βίου και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά" του τεράστιου Νίκου Καζαντζάκη. Πρόκειται για μια εξαιρετική και χορταστική διασκευή 520 σελίδων του διάσημου διηγήματος του Καζαντζάκη, το οποίο έχει γίνει και ταινία το 1964 και χάρισε στην ιστορία υπέροχες ερμηνίες και το περίφημο συρτάκι του Ζορμπα. Αν δεν έχετε διαβάσει το βιβλίο είναι μια ευκαιρία να το διαβάσετε αλλιώς. Ο Soloup έχει φτιάξει μια υπέροχη καλλιτεχνική απεικόνιση του Ζορμπά, η οποία κρατάει τη βασική ιστορία διανθισμένη με κάποιες εμβόλιμες πινελιές, που εμπλουτίζουν το έργο. Η μεγάλη επιτυχία του Soloup είναι ότι κρατάει το ύφος του Καζαντζάκη σε όλο το graphic novel, βγάζοντας πολλά από τα στοιχεία που βγάζει και το βιβλίο. Οι σημαντικές σκηνές του βιβλίου είναι και εδώ τονισμένες επαρκώς (υπέροχες οι σκηνές με τη Μανταμ Ορτάνς και τη Χήρα), όπως και οι διδαχές του Ζορμπά στον Καζαντζάκη. Το παιχνίδι με τις χρωματικές παλέτες στο γνώριμο σχέδιο του Soloup βγάζει μια εναλλαγή συναισθημάτων, καθώς, ενώ η βασική αφήγηση είναι σε μπλε παλέτα χρωμάτων, έρχεται η κίτρινη και η κόκκινη παλέτα να μπει σε κρίσιμες στιγμές της ιστορίας. Μπορώ να γράψω πολλά πράγματα για την ιστορία αλλά δεν είναι το αντικείμενο της παρουσίασης αυτής. Άλλωστε το βιβλίο του Ζορμπά είναι από τα γνωστότερα ελληνικά βιβλία και ένα από εκείνα που κάποιος πρέπει να διαβάσει κάποια στιγμή στη ζωή του. Χρήζει να αναφερθεί ότι στο παρόν Graphic novel έχει γίνει πολύ σημαντική προσπάθεια για να διατηρηθεί και η γλώσσα του κειμένου (όσο γίνεται). Συμπερασματικά είναι ένα υπέροχο graphic novel που αξίζει σίγουρα περισσότερα από την ονομαστική του τιμή (με την έκπτωση 23 ευρώ). Άλλωστε, η έκδοση είναι υπέροχη, με εκπληκτική ποιότητα εκτύπωσης, χαρτιού, μυρωδιάς, χρωμάτων κσι εξώφυλλου. Συνημμένα βάζω εξώφυλλο και οπισθόφυλλο καθώς και 7 χαρακτηριστικά καρέ από το βιβλίο.
- 3 replies
-
- 19
-
-
-
-
- soloup
- καζαντζάκης
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Ένα έργο του Soloup γύρω από τον Πόλεμο Ανεξαρτησίας του 1821. Αντιγράφω από το εσωτερικό: "Το βιβλίο αποτελείται από 21 σπονδυλωτά κεφάλαια, χωρισμένα σε 5 μεγάλες ενότητες. Σε αυτά παρεμβάλλονται 21 ιστορίες σε αφηγήσεις και κείμενα ανθρώπων που έζησαν ή μελέτησαν την Επανάσταση, καθώς και μια σειρά από ένθετα πορτραίτα "ηρώων" και "αντιηρώων". Στο Παράρτημα αναλύεται το σκεπτικό της συγγραφής του βιβλίου και φωτίζονται πρόσωπα και γεγονότα της Ιστορίας, ενώ παρατίθενται και οι πηγές στις οποίες βασίστηκε το graphic novel" Με λίγο πιο διαφορετικά Ελληνικά (από εμένα ): Αφηγείται την Επανάσταση του 1821 με μεγάλη ποικιλία τεχνικών. Κατά κύριο λόγο ένας άστεγος στην πλατεία Κολοκοτρώνη μπροστά από την Παλιά Βουλή και το άγαλμα του Κολοκοτρώνη, εξιστορεί σε μια νεαρή γυναίκα την Επανάσταση. Ο Soloup αλλού βάζει τον άστεγο να εξιστορεί τα γεγονότα, αλλού βάζει κάποιον που ήταν παρών, αλλού κάποιον που έχει μελετήσει τα συμβάντα. Αλλού βάζει να μιλούν Έλληνες, αλλού Τούρκοι, αλλού ξένοι. Αλλού αφηγείται πράγματα που ξέρουμε όλοι, αλλού αφηγείται μικρά παραλειπόμενα. Ως εικονογράφηση το 90% είναι καθαρά Σολούπ. Ένα 10% όμως είναι φωτογραφίες, γκραβούρες, αντιγραφές πινάκων. Παραθέτω υλικό που έκανε διαθέσιμο στο issuu ο εκδότης. Έβαλα 15 σελίδες. Σε άλλες εκδόσεις αυτό είναι το μισό κόμικ. Εδώ είναι περίπου το 2% Οι 620 σελίδες είναι κόμικ, οι υπόλοιπες 130 είναι κείμενα και βιβλιογραφία. Όπως λέει ο εκδότης "Ακολουθώντας τα κείμενα πάνω από 30 συγγραφέων, αλλά και τις εικαστικές δημιουργίες περισσότερων από 50 ζωγράφων και χαρακτών, το βιβλίο αποτελεί ένα παζλ υποκειμενικών προσεγγίσεων για τις μάχες και τα πρόσωπα του Αγώνα, τα γεγονότα και τις ιδέες της Επανάστασης. Το παράρτημα του βιβλίου, με γλωσσάρι, χρονολόγιο, βιογραφικά, αλλά και κατατοπιστικά κείμενα και αναφορές σε πηγές, προσφέρεται για μια πολυεπίπεδη ανάγνωση." Δεν μου αρέσει να κοπιάρω τα Δελτία Τύπου και τις επίσημες ανακοινώσεις, αλλά ρε φίλε, εδώ πολύ απλά λέει την εντυπωσιακή αλήθεια Πρώτο πράμα που έκανα πριν το αρχίσω ήταν να το ζυγίσω γιατί εντυπωσιάστηκα από το βάρος του στο χέρι. 1831-1832 γραμμάρια Για 10 γραμμάρια θα χτύπαγε το συμβολικό νούμερο Δεν ξέρω άμα τους έκατσε ή άμα ήταν σχεδιασμένο. Αμφότερες εξηγήσεις μου κάνουν Το ξεκίνησα με ένα τουπέ. Με παρότρυναν και κάποια προσωπικά σχόλια του Manitou για την ποιότητά του. Το έχω αυτό με τα ιστορικά κόμικ. Πάντα πιστεύω ότι ξέρω περισσότερα από τον δημιουργό ή, ειδικά για κομβικά σημεία της ιστορίας μας, ότι θα πέσω στα κοινότυπα και τα τετριμμένα. Μου άλλαξαν όμως τη διάθεση δυο πράγματα που συνέβησαν αρκετά νωρίς. Το ένα ήταν η χρήση POV (point of view) από Τούρκους. Ένα φιρμάνι του Σουλτάνου και μια αφήγηση ενός στρατιωτικού διοικητή. Πάντα είχα την περιέργεια του πως έχουν δει οι Τούρκοι αυτή την Ιστορία και είναι κάτι που το ψιλοψάχνω (αλλά δεν έχω βρει ). Το άλλο ήταν η αφήγηση των συμβάντων στην Πόλη την Άνοιξη του 21. Εκεί απλά σταμάτησα την ανάγνωση προκειμένου να συνέλθω. Η συνέχεια ήταν αέρα πατέρα. Παρά τον τεράστιο όγκο του, παρά το ότι μέσες άκρες ήξερα την ιστορία, δεν βαρέθηκα χιλιοστό. Βοήθησε το ότι ήταν χωρισμένο σε κεφάλαια, το ότι αλλού μιλούσε ο ένας, αλλού ο άλλος, το ότι διανθιζόταν με κειμενάκια, το ότι αλλού μίλαγε για τα μεγάλα και τα τρανά, αλλού για τα μικρά και τα επι μέρους, το ότι σε διάφορα σημεία έχει ενσωματώσει φωτογραφίες, πίνακες, γκραβούρες. Τις 100+ σελίδες κείμενο στο τέλος δεν τις άγγιξα ακόμα. Επί του παρόντος ήθελα να διαβάσω κόμικ. Είναι πασιφανέστατο από την ανάγνωση ότι ο Soloup έκατσε και διάβασε, έκατσε και μίλησε με ιστορικούς. Φαίνεται. Είναι επίσης προφανές το γιατί του πήρε 3 χρόνια Υπάρχουν σημεία που ίσως να έχω μια διαφορετική ματιά για τα γεγονότα. Οι γνώσεις μου όμως για το 21 είναι τρομερά επιδερμικές, προέρχονται κυρίως ως "και γιατί ο τάδε ιστορικός λέει κάτι το διαφορετικό για αυτό εκεί?" και συν τοις άλλοις το λέει ξεκάθαρα ο εκδότης. Μια υποκειμενική ματιά Λέει όμως ξεκάθαρα κι όλας ότι όλο αυτό έχει ως στόχο το να γίνει συζήτηση Καραπροτείνεται. Απέχει αιώνες από τις φουστανέλα-γιούχου-πανηγυρικός του γυμνασιάρχη στα 60ς προσεγγίσεις που τόσο εκνευρίζουν Δεν είναι για μικρά παιδιά. Ειδικά κάποια σημεία, πολύ μακριά από αυτά. Έχει πολύ ρεαλισμό σε κάποια σημεία... Χάρηκα πολύ που το διάβασα Καλοτάξιδο γιατί του αξίζει εδιτ Υπάρχει και επίσημο site του comic αφού φιλοδοξεί να είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό κόμικ, αλλά θέλει να είναι μια πολυεπίπεδη εμπειρία
- 16 replies
-
- 21
-
-
-
-
Τιμή: 22 Ευρώ Ιδού λοιπόν το πρώτο graphic novel του πολυγραφότατου Soloùp. Και με τι θέμα! Τον ξεριζωμό των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μέσα από τα μάτια του δημιουργού βλέπουμε το ταξίδι του από τη Μυτιλήνη στο Αϊβαλί, πόλη της Μικράς Ασίας μεν, αλλά σχεδόν αμιγώς ελληνική δε. Στην πορεία προς το Αϊβαλί, διαβάζουμε και βλέπουμε εικονογραφημένες τις αφηγήσεις του Φώτη Κόντογλου για τη ζωή στο Αϊβαλί πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, του Ηλία Βενέζη και της αδερφής του Αγάπης Βενέζη-Μολυβιάτη για τη δραματική φυγή των Ελλήνων από το Αϊβαλί και τέλος τη μυθιστορηματική αφήγηση ενός Τουρκοκρητικού, του Αχμέτ Γιορουλμάζ σχετικά με τη φυγή ενός Τούρκου προς την αντίθετη κατεύθυνση, από την Ελλάδα στην Τουρκία, στα πλαίσια της διαβόητης ανταλλαγής πληθυσμών. Στο τελευταίο μέρος του έργου, ο συγγραφέας επισκέπεται ο ίδιος το Αϊβαλί και συνομιλεί με μια οικογένεια Τούρκων, όπου ανακαλύπτει ότι αυτά που τους ενώνουν είναι πολύ περισσότερα από όσα τους χωρίζουν. Σοφά πράττων ο Soloùp δίνει το λόγο στους ίδιους τους συγγραφείς και χρησιμοποιεί τα κείμενά τους σχεδόν αυτούσια, ενώ προσπαθεί (και σε πολύ μεγάλο βαθμό) να εικονογραφήσει τις εντυπώσεις που δημιουργούν τα γραπτά τους, αποφεύγοντας έτσι την παγίδα μιας στείρας εικονογράφησης του κειμένου, σε στιλ Κλασικών Εικονογραφημένων. Επιπλέον, είναι πολύ έξυπνη και η επιλογή του να αρθρώσει το έργο σαν μια μουσική σύνθεση. Η δε εικονογράφηση είναι περίτεχνη στο φόντο, αλλά απλή για τους ανθρώπους και αναδεικνύει τη δραματικότητα των καταστάσεων, αλλά και την ιλαρότητα, γιατί ναι, υπάρχουν και στιγμές διασκέδασης μέσα στον όλο ζόφο. Και το κυριότερο όλων: ποτέ δεν προσπαθεί να επισκιάσει τους συγγραφείς από τους οποίους εμπνέεται ή τις καταστάσεις τις οποίες αφηγείται, έχοντας πλήρη επίγνωση ότι η ιστορία που αφηγείται είναι κομμάτι της Ιστορίας (με κεφαλαίο) και ως εκ τούτου υπερβαίνει τον ίδιο ως άτομο, όπως και τον καθένα από εμάς, εξάλλου. Ο Soloùp δεν χαρίζεται σε κανένα: περιγράφει χωρίς καμία διάθεση εξωραϊσμού τα εγκλήματα του τούρκικου στρατού, δείχνει την απελπισία των Ελλήνων που ξεριζώθηκαν με βίαιο τρόπο, αλλά δεν ξεχνά και την ελληνική πλευρά, που επίσης διέπραξε λάθη και σε κάποιες περιπτώσεις και εγκλήματα και δεν ξεχνά ότι υπήρξε και ξεριζωμός και από την άλλη πλευρά για τους χιλιάδες ανθρώπους που έφυγαν από την Ελλάδα, για να πάνε υποχρεωτικά στη Μικρά Ασία. Κρατά τους συμβολισμούς στο ελάχιστο (τα πουλιά που είναι σχεδόν πανταχού παρόντα ως παρατηρητές και ενίοτε σχολιαστές) και στο τέλος μας αφήνει με την πικρή επίγνωση ότι είμαστε όλοι ως άτομα γρανάζια στους μηχανισμούς της εξουσίας. Η έκδοση είναι εξαιρετική με υπέροχο εξώφυλλο, με μέγεθος που αναδεικνύει τα σχέδια, με πολύ ωραίο χαρτί και γενικώς πολυσέλιδη και χορταστική. Περιέχει εισαγωγή από τον Μπρους Κλαρκ. βιβλιογραφικό σημείωμα, βιογραφικά των συγγραφέων, γλωσσάρι και φωτογραφίες. Γενικώς, ότι θα έπρεπε να περιέχει μια έκδοση ενός graphic novel, για να μπορεί όντως να χαρακτηριστεί τέτοιο. Με απλά λόγια: κόσμημα για τη βιβλιοθήκη σας. Μόνη αντίρρηση είναι ότι ίσως θα ήταν καλύτερο το σκληρό εξώφυλλο, για να κρατά καλύτερα τον όγκο των σελίδων, αν και προφανώς αυτό θα ανέβαζε την τιμή. Και μιλώντας για την τιμή, θα απορήσετε γιατί δεν έχω γκρινιάξει ως τώρα: σαφώς και τα 22 ευρώ δεν είναι καθόλου λίγα, αλλά από τη μία μπορείτε να το βρείτε με σημαντική έκπτωση και από την άλλη κακά τα ψέμματα: ο όγκος του βιβλίου και η έκδοση τα αξίζουν. Ελπίζω ειλικρινά να ανοίξει το δρόμο για παρόμοιες εκδόσεις. Ευχαριστούμε για τα εξώφυλλα της έκτης έκδοσης τον Argail.
- 45 replies
-
- 44
-
-
Τιμή καταλόγου: 16,60 € Η νέα δουλειά του Soloup είναι εδώ. Μετά το υπέροχο Αϊβαλί ο Soloup επιστρέφει με ένα κοινωνικό graphic novel που διαπραγματεύεται ένα δύσκολο και επίκαιρο θέμα. Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο: Παιδιά και γονείς. Παιδιά και χωρισμένοι γονείς. Έρωτες που κατέρρευσαν. Σιωπές και φωνές. Δικαιολογίες κι αφορμές όταν, κάποια στιγμή, τον έναν σύντροφο έπαψε να τον αφορά ό,τι απασχολεί τον άλλον. Έπειτα διαζύγια, εντάσεις, αίθουσες δικαστηρίων, απαρχαιωμένοι νόμοι, χρονοβόρες δίκες, προκάτ αποφάσεις. Παράλογος πόλεμος χαρακωμάτων εκεί που κάποτε υπήρχε αγάπη. Κάπου ανάμεσα, στα ερείπια των ερώτων, παιδιά μπερδεμένα καλούνται να διαλέξουν στρατόπεδο. Άραγε, οι γονείς παίρνουν διαζύγιο και από τα παιδιά τους; Ποιος κερδίζει όταν το παιδί αποξενώνεται από τον έναν γονιό; Πόσο συνυπεύθυνη σε αυτή την αδικία είναι η Δικαιοσύνη; Πεταλούδες, γραμματόσημα, δαχτυλήθρες, δόντια, ταξί. Σκιές και μαύρες τρύπες. Μια παρέα στο καφενείο, ένα καναρίνι και μια διάρρηξη, δυο φίλοι, η πόρτα μιας πολυκατοικίας, η Κοκκινοσκουφίτσα. Πέντε διηγήματα κι ένα παραμύθι για τον «κακό» λύκο. Ένα graphic novel για την οδυνηρή απόσταση που χωρίζει τον Διονύση από τη μικρή Φωτεινή. Πρόκειται για ένα υπέροχο graphic novel που τιμάει τόσο το δύσκολο θέμα με το οποίο ασχολείται όσο και τη φήμη του δημιουργού. Πέντε και μια ιστορίες οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους κάτω από το κοινό πέπλο της σχέσης δύο χωρισμένων γονιών με το παιδί τους. Το σχέδιο απλό υποβλητικό γεμάτο συναίσθημα. Το σενάριο σφιχτό δυνατό και έξυπνο. Κάθε μία ιστορία σε οδηγεί πιο κοντά στην ολοκλήρωση του έργου που συμβαίνει με την τελευταία από αυτές. Οι τέσσερις πρώτες ιστορίες και η τελευταία είναι ασπρόμαυρες γεμάτες ρεαλισμό. Η πέμπτη έγχρωμη ή μάλλον χρωματισμένη σε αποχρώσεις του πράσινου και του κόκκινου πρόκειται για ένα παραμύθι. Ή μήπως όχι? Στα τεχνικά θέματα, τόσο η εκτύπωση, όσο και η ποιότητα του βιβλίου είναι εξαιρετικά! Ωραίο χαρτί ωραία χρώματα (όπου είχε) ωραία αίσθηση. Σε προκαλεί να το διαβάσεις. Το διάβασα μονορούφι. Μ άρεσε περισσότερο από το Αϊβαλί λόγω των συναισθημάτων που μου έβγαλε. Η δύναμη ενός τέτοιου graphic novel είναι συγκρίσιμη σαφώς με αυτή ενός καλού βιβλίου. Άλλη μια εξαιρετική δουλειά του Soloup λοιπόν. Προβληματίστηκα, μελαγχόλησα, αλλά απόλαυσα ένα πολύ σοβαρό έργο που με άφησε με μια γλυκόπικρη γεύση. Πικρή γιατί πικρό είναι το θέμα που πραγματεύεται. Γλυκιά γιατί γλυκό ήταν το φιλί που έδωσα στην κόρη μου χτες καθώς κοιμόταν μετά το τέλος του βιβλίου σαν ένα φόρο τιμής στους Διονύσηδες (και Διονυσίες) του κόσμου τούτου.
- 16 replies
-
- 30
-
-
-
-
Ο Soloúp σκιτσάρει την Κατοχή 80 χρόνια μετά και μιλά στο CNN Greece Στέλιος Παπαγρηγορίου Ο Soloup, δημιουργός κόμικς. marimation.gr Μιλήσαμε με τον γνωστό κομίστα Soloúp με αφορμή την έκθεση «Ένα γλυκό ξημέρωμα» που διαρκεί μέχρι τις 17 Σεπτεμβρίου στην Τεχνόπολη στα πλαίσια των εκδηλώσεων του Δήμου Αθηναίων με τίτλο «1974 & 1944: Η Αθήνα γιορτάζει την ελευθερία της». Το CNN Greece βρέθηκε με τον Soloúp, τον γνωστό δημιουργό κόμικς και μίλησε μαζί του σχετικά με την τέχνη του και την έκθεση «Ένα γλυκό ξημέρωμα» στην οποία και συμμετέχει. Ο Soloúp (Αντώνης Νικολόπουλος) είναι πολιτικός γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς. Είναι διδάκτωρ του τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου και έχει σπουδάσει Πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο. Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει 14 άλμπουμ με γελοιογραφίες και κόμικς του, η μελέτη Τα Ελληνικά Κόμικς (Τόπος, 2012) και τα graphic novels Αϊβαλί (Κέδρος, 2014) και Ο Συλλέκτης: έξι διηγήματα για έναν κακό λύκο (Ίκαρος, 2018). Από τις εκδόσεις Διόπτρα κυκλοφορεί το τελευταίο του graphic novel, «Ζοrμπάς – Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη». Καθημερινά, από τις 10:00 έως τις 16:00, στην αίθουσα Νέοι Φούρνοι οι επισκέπτες της έκθεσης ανακαλύπτουν έργα δεκατεσσάρων Ελλήνων δημιουργών κόμικς που αφηγούνται ιστορίες για την Αθήνα της Κατοχής, επικεντρωμένες στους ανθρώπους που έβλεπαν ή ονειρεύονταν «γλυκά ξημερώματα» τη στιγμή που βίωναν σκοτεινές ημέρες, ζοφερές νύχτες, εφιαλτικές εποχές. Έργα του Soloup από την έκθεση «Ένα γλυκό ξημέρωμα». Nikolas Kominis - Studio Kominis Τα έργα που φιλοτεχνούν οι καλλιτέχνες δεν αποτελούν ντοκουμέντα, μαρτυρίες, τεκμήρια, αποδείξεις ή ιστορικά στοιχεία. Κάποια εδράζονται σε ιστορικά δεδομένα και κάποια αποτελούν μυθοπλαστικές αφηγήσεις. Οι Soloúp, Αλέκος Παπαδάτος, Αλέξια Οθωναίου, Γιώργος Γούσης, Γιώργος Φαραζής, Δημήτρης Καμένος, Θανάσης Πέτρου, Θοδωρής Μπαργιώτας, Λέανδρος, Πέτρος Ζερβός, Πέτρος Χριστούλιας, Σπύρος Δερβενιώτης, Τάσος Μαραγκός και Τόμεκ Γιοβάνης αποτυπώνουν με τον δικό τους τρόπο πτυχές των θλιβερών χρόνων της Κατοχής, σε μια απόπειρα προσέγγισης και απόδοσης της εποχής εκείνης μέσω της καλλιτεχνικής έκφρασης. Τι συνέβαινε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής; Πώς ήταν να ζεις κάτω από τη γερμανική μπότα, σε ένα καθεστώς απόλυτης τρομοκρατίας και φόβου όπου τίποτα δεν είναι ασφαλές; Ποιοι και πώς αντιστάθηκαν και ποιοι συνεργάστηκαν με τον κατακτητή; Μα, πάνω απ’ όλα, πώς ήρθε η απελευθέρωση; Οι δημιουργοί της έκθεσης «Ένα γλυκό ξημέρωμα – 14 ιστορίες για την Αθήνα της Κατοχής», μπροστά στο δέος και τον αποτροπιασμό που γεννά η τρομακτική διάσταση του εγκλήματος, αντιτάσσουν τη μνήμη, προτάσσουν τη γνώση και παρακινούν σε εγρήγορση. Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη: Πόσο καιρό ασχολείσαι με τα κόμικς και τι ήταν αυτό που σε τράβηξε να το κάνεις; Soloúp: Διάβαζα κόμικς από πάντα όπως και σκάρωνα σκιτσάκια από πάντα. Αλλά για να φτιάξω το πρώτο μου τετρασέλιδο κόμικς, χρειάστηκε να περάσουν μερικά ακόμα χρονάκια από εκείνο το παιδικό «πάντα», τότε που ήμουν φοιτητής στο Πάντειο, όπου και υπέγραψα για πρώτη φορά τα σκίτσα μου ως Soloύp. Τώρα το τι με τράβηξε σε αυτά, ακόμα το ψάχνω. Ίσως το ότι μπορείς να αφηγείσαι ιστορίες γι’ αυτά που σε απασχολούν και αυτές τις ιστορίες να τις μοιράζεσαι με τους άλλους. Ένας ιδιαίτερος αλλά και ουσιαστικός τρόπος επικοινωνίας. Η εικόνα μαζί με το κείμενο έχουν μεγάλη δύναμη. Από την έκθεση «Ένα γλυκό ξημέρωμα». Nikolas Kominis - Studio Kominis Μίλησέ μας λίγο για την έκθεση «Ένα γλυκό ξημέρωμα», τι θα δούμε εκεί και τι έργα σου μπορεί κάποιος να συναντήσει. Soloúp: Τα εύσημα φυσικά πάνε στον Μενέλαο Χαραλαμπίδη και τον Γιάννη Κουκουλά που στήσανε από το τίποτα ένα τόσο όμορφο συλλογικό έργο και μας έβαλαν κι εμάς στο παιχνίδι. Όπως φυσικά και στην Jemma press που μετέτρεψε το υλικό της έκθεσης σε ένα πολύ όμορφο άλμπουμ. Νομίζω πως είναι μια ξεχωριστή έκδοση γιατί προσεγγίζει ένα θέμα της σύγχρονης ιστορίας μας, τόσο τραγικό αλλά ταυτόχρονα και τόσο άγνωστο για τους περισσότερους νεοέλληνες. Και το άλμπουμ αυτό δεν σου μιλάει όπως ένας ιστορικός, αλλά με την ευαισθησία 14 διαφορετικών σύγχρονων Ελλήνων σκιτσογράφων. Γιατί ναι, η «μεγάλη» ιστορία είναι και γεγονότα και αριθμοί και αρχεία αλλά για εμάς τους θνητούς είναι πάνω απ’ όλα, μικρές, ανθρώπινες, τραγικές, ιστορίες. Η δική μου συμμετοχή αφορά κάτι τέτοιο. Μια ιστορία του παππού μου την περίοδο της κατοχής όπως μου την αφηγήθηκε και την έζησε ο πατέρας μου με τα μάτια και τ' αφτιά ενός παιδιού. Αφορά δυο αεροπόρους Γερμανούς, τους Σουλτς και Σαχτ. Δυο πολύ νέους ανθρώπους τόσο διαφορετικούς από τον κυρίαρχο τύπο των σκληρών και αδίστακτων Ναζί των πολεμικών ταινιών. Δυο νέα παιδιά που δεν ήθελαν τον πόλεμο, αναγκάστηκαν να βρεθούν εκεί και τελικά κάηκαν μαζί με τα αεροπλάνα τους. Ο Soloup μίλησε στο CNN Greece. Soloup Πώς βλέπεις την κόμικς σκηνή στην Ελλάδα; Έχεις αγαπημένους καλλιτέχνες Έλληνες; Soloúp: Αποτελούμε πλέον μια πολύ δυναμική σκηνή, με εξαιρετικές δουλειές και με αρκετούς Έλληνες δημιουργούς να δημοσιεύουν πλέον τις δουλειές τους στο εξωτερικό. Σε ποιον συνάδελφο και από ποια γενιά-παλαιότεροι, νεότεροι, νεότατοι- να πρωτοαναφερθώ; Ο καθένας βάζει το δικό του λιθαράκι -με τις αφηγήσεις και το προσωπικό του εικαστικό στιλ- σε αυτό που προχωράμε όλοι μαζί. Πιστεύεις πως η πιο νέα γενιά διαβάζει κόμικς; Soloúp: Και ναι και όχι. Σίγουρα τα κόμικς έχουν αφήσει πίσω τους τα βαρίδια του κακού αναγνώσματος, των «μικιμάου» που λέγανε παλιά, και έχουν πια και πολλές εφαρμογές στην εκπαίδευση, με κόμικς που κυρίως αναφέρονται στην Ιστορία ή τη Λογοτεχνία. Οι εκδότες, οι κριτικοί, οι πανεπιστημιακοί ασχολούνται μαζί τους και πολλά νέα βιβλία εικονογραφηγημάτων κυκλοφορούν κάθε νέα εκδοτική σεζόν. Όμως έχω δει τα τελευταία 10 χρόνια –από την εποχή δηλαδή που κυκλοφόρησε το «Αϊβαλί» αλλά και στη συνέχεια με το «21-η μάχη της πλατείας», τον «ΖοRμπά» και τον «Συλλέκτη» που δουλεύονται πλέον στην εκπαίδευση – αρκετές διαφοροποιήσεις στον τρόπο που συντονίζουν τα παιδιά σε τέτοιες έντυπες αφηγήσεις. Η ατέλειωτη απασχόληση με τις εφαρμογές των κινητών και τα ατελείωτα μεταξύ τους μηνύματα δημιουργούν ένα εντελώς διαφορετικό επικοινωνιακό και πολιτισμικό πλαίσιο. Νομίζω πως αυτό γίνεται αντιληπτό παντού. Τα ενδιαφέροντα, τα ερεθίσματα, οι κώδικες επικοινωνίας αναπόφευκτα έχουν αλλάξει. Έτσι μέσα στην τάξη, ακόμα και όταν μιλάς για την Ιστορία μέσα από ένα κόμικς, οι αναφορές στον κόσμο των βιβλίων και όσων είναι οικεία στους ενήλικες, είναι ελάχιστες. Είναι ένας διαφορετικός τρόπος σκέψης. Και αυτό θέλει μια διαφορετική προσέγγιση για να γίνουν τέτοια εργαστηριακά μαθήματα σε σχολεία, λειτουργικά. Από την έκθεση «Ένα γλυκό ξημέρωμα». Nikolas Kominis - Studio Kominis Τι συμβουλή θα έδινες σε κάποιο νέο κομίστα που ξεκινάει τώρα; Soloúp: Ν’ ακολουθήσει το ένστικτό του σε αυτό που τον ενδιαφέρει πραγματικά. Συχνά ρωτούν γονείς αν το να ασχοληθεί πιο σοβαρά το παιδί τους με τα κόμικς θα ήταν ένα καλό επάγγελμα για το μέλλον. Για τα «προς το ζην» θα τους έλεγα κατηγορηματικά όχι. Όμως κι εγώ όταν ξεκινούσα - που ήταν σίγουρα πιο δύσκολες εποχές για τέτοια … χόμπι και οι γονείς φαντάζονταν τα παιδιά τους αποκατεστημένα στο Δημόσιο ή σε μια τράπεζα - εγώ ακολούθησα τα καραγκιοζάκια που σκάρωνα στο χαρτί και τελικά κάπου με έβγαλε. Θέλει σίγουρα σοβαρή σκέψη μια τέτοια απόφαση, αλλά πως να συμβουλέψω εγώ κάποιον νέο άνθρωπο που αγαπάει τα κόμικς, κάτι διαφορετικό; Από την αφίσα της έκθεσης «Ένα γλυκό ξημέρωμα». Πόσο σημαντικό είναι για έναν κομίστα να ζει στη χώρα του; Πόσο επηρεάζει τη δουλειά ο τόπος που ζεις; Soloúp: Σίγουρα η Ελλάδα δεν είναι η καλύτερη βάση για μια σειρά επαγγελμάτων, πόσο μάλλον για τα κόμικς που έχουν εκ των πραγμάτων και έναν πρόσθετο περιορισμό λόγω γλώσσας. Το διαδίκτυο όμως μας έχει κάνει εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες, κατοίκους του ίδιου μεγάλου χωριού. Ήδη πολλοί καλοί Έλληνες συνάδελφοι όπως ο Κυριαζής, ο Διαλυνάς, η DaNi, ο Παπαδάτος, Ο Γκογτζιλάς και άλλοι που ζουν εδώ, μπορούν να δουλεύουν την ίδια ώρα στην Αμερική ή στην Ευρώπη σε μεγάλες παραγωγές εκδοτικών οίκων. Μπορεί ένας κομίστας να επιβιώσει στην Ελλάδα μόνο από την τέχνη του; Soloúp: Υπό κάποιες προϋποθέσεις όπως κάποιες που σας περιέγραψα, ναι. Αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθούν πάρα πολλά χρόνια ενασχόλησης μέχρι αυτό να γίνει εφικτό. Το πιο σοφό είναι να υπάρχει και ένα δεύτερο επάγγελμα, σχετικό ή όχι με τα κόμικς, για τον βιοπορισμό. Σας ανέφερα ήδη και περιπτώσεις όπου το να ζεις στην Ελλάδα δεν σημαίνει πως δεν μπορείς να δουλεύεις μέσω διαδικτύου και στο εξωτερικό. Κάτι που κάνει τα πράγματα ακόμα πιο ευοίωνα. Το σχετικό link
-
- 4
-
-
- soloup
- στέλιος παπαγρηγορίου
-
(and 4 more)
Tagged with:
-
Μιλήσαμε με τον γνωστό κομίστα για το φιλόδοξο εγχείρημα που έφερε εις πέρας, τη διαχρονικότητα του μυθιστορήματος αλλά και τον πάντα αιρετικό λόγο του Νίκου Καζαντζάκη. O Ζορμπάς να κοιτά μέσα από το τζάμι του καφενείου σαν αδέσποτο σκυλί, να φτιάχνει με ξυλαράκια στην άμμο ένα προσχέδιο για ένα πρωτόγονο τελεφερίκ, να πίνει κρασί δίχως αύριο, να χορεύει για να διώξει τον χάρο, να θυμάται απίθανες περιπέτειες από τα χίλια μέρη που έζησε, να αγκαλιάζει παθιασμένα Μαντάμ Ορτάνς, να φαίνεται με τη λαϊκή του ματιά πολύ πιο σοφός από τον πολυδιαβασμένο φίλο του· οι σκηνές που έχουν χαραχτεί στο μυαλό μας διαβάζοντας το εμβληματικό μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη είναι δεκάδες. Δεν πρόκειται απλά για έναν καλογραμμένο χαρακτήρα – είναι ένα σύμβολο, όχι απλά λογοτεχνικό αλλά πανανθρώπινο. Πώς λοιπόν μπορεί να αναμετρηθεί κανείς με ένα τέτοιο μέγεθος; Κι όμως, κάποιοι τολμούν και μάλιστα τα καταφέρνουν εξαιρετικά. Όπως δηλαδή έκανε ο Soloup για τις ανάγκες του graphic novel με τίτλο «Ζοrμπάς – Πράσινη Πέτρα Ωραιοτάτη», που κυκλοφόρησε πριν κάποιο καιρό από τις εκδόσεις Διόπτρα. Έτσι, δημοσιεύουμε μία γραπτή συζήτηση μαζί του για το δύσκολο εγχείρημα που έφερε εις πέρας, για το πώς είναι να ετοιμάζεις ένα κόμικ 500 σελίδων, για τη διαχρονικότητα του Ζορμπά, τον πάντα αιρετικό λόγο του Νίκου Καζαντζάκη αλλά και για το πόσο απλό πράγμα είναι τελικά η ευτυχία. Στις πρώτες σελίδες του graphic novel βλέπουμε θρησκευτικά σύμβολα (ο Χριστός, ο Βούδας, ένας περιστρεφόμενος Δερβίσης) να γίνονται ένα με τον Ζορμπά και αυτός με τη σειρά του να γίνεται ένα με το γυναικείο αναπαραγωγικό όργανο. Μπορεί ακόμα και σήμερα να σπάει τα ταμπού ο Καζαντζάκης; Σίγουρα μπορεί. Όταν ξαναθέτεις, όπως εκείνος, πρωτογενή ερωτήματα σε αυτά που θεωρούνται πλέον δεδομένα και θέσφατα – ας πούμε για την κοινωνία, τη θρησκεία ή τις ανθρώπινες σχέσεις – μπορείς να θεωρηθείς ακόμα και αιρετικός. Αυτό συμβαίνει με τον Καζαντζάκη: Το έργο του είναι γεμάτο από τέτοιες πρωτογενείς σκέψεις και αγωνίες. Καθώς λοιπόν προσπαθούσα να τις επαναφηγηθώ στον δικό μου Ζορμπά, συνειδητοποιούσα πόσο δύσκολο είναι κάποιες ιδέες να διατυπωθούν ή να γίνουν εικόνες, ακόμα και σήμερα. Τι είναι εκείνο που κάνει το συγκεκριμένο μυθιστόρημα τόσο διαχρονικό; Σε όλα τα έργα του ο Καζαντζάκης θέτει αυτές ακριβώς τις πρωτογενείς αγωνίες και τα ερωτήματα. Όμως εδώ στον Ζορμπά, η φιλοσοφία, η μεταφυσική, η αγωνία της ύπαρξης, παντρεύονται με έναν ξεχωριστό τρόπο. Υπάρχουν τόσες εμβόλιμες ιστορίες, αφηγήσεις, αναμνήσεις και σκέψεις, οι οποίες άλλοτε διατυπώνονται με σκληρό, τραγικό τρόπο, άλλοτε με σχετική αποστασιοποίηση, άλλοτε με χιούμορ, αυτοσαρκασμό κι ένα μοναδικό γκροτέσκο ύφος. Κι όλα ετούτα με επίκεντρο τη ζωή, τον έρωτα, τον θεό και τον θάνατο. Θέματα τα οποία, πέρα από τις προφάσεις, τις διασκεδάσεις και τις σιωπές της καθημερινής μας ζωής, απασχολούν οποιονδήποτε άνθρωπο σε κάθε εποχή όταν βρίσκεται στον πυρήνα της υπαρξιακής μοναξιάς του. Έχει τη φήμη που του αρμόζει ή με τα χρόνια έχει αποκτήσει μία καλτ υπόσταση όμοια με τις δεκάδες ταβέρνες που κουβαλούν το όνομά του; Κάθε εποχή προσλαμβάνει τα ίδια ερεθίσματα με διαφορετικό τρόπο. Είναι αυτός ο τρομερός χρονότοπος που περιγράφει ο Μιχαήλ Μπαχτίν και κάνει τα ίδια πράγματα, τα ίδια βουνά, τα ίδια συναισθήματα να φαντάζουν κάθε φορά τόσο διαφορετικά. Εμείς επιλέγουμε να ντύσουμε έναν ήρωα ή μία κοινωνική συνθήκη με τα δικά μας ρούχα. Προσαρμόζουμε τα πάντα από το παρελθόν στις δικές μας ανάγκες και διερωτήσεις. Ο Ζορμπάς είναι πάντα εκεί και μας περιμένει. Και δεν είναι μόνο ο Ζορμπάς του Καζαντζάκη με την αγωνία της ζωής αλλά και του Κακογιάννη με τα στερεότυπα που του φόρτωσε με την ταινία του, χωρίς κατ’ ανάγκη να το επιδιώκει. Ο Ζορμπάς είναι ιδεότυπος. Ένας αρχετυπικός χαρακτήρας όπως ο Δον Κιχώτης του Θερβάντες ή ο Γαργαντούας του Ραμπελέ. Δεν μπορεί να είσαι λοιπόν μια τόσο ξεχωριστή φιγούρα, τόσο ιδιαίτερος με τα καμώματα και τις ιδέες σου, και να μην υπάρχει μια ταβέρνα, κάποιο μαγαζί με τ’ όνομά σου. «Άμα πεθαίνω εγώ, όλα πεθαίνουν», λέει ο Ζορμπάς σε μία από τις πρώτες του κουβέντες με τον ήρωα-αφηγητή. Υπήρξαν στιγμές που οι απόψεις και τα λόγια του τον έκαναν αντιπαθητικό στα μάτια σας; Δεν συμφωνώ με όλα όσα γράφονται μέσα στο μυθιστόρημα. Αλλά νομίζω πως με κανένα μυθιστόρημα ή ταινία ή έντεχνη αφήγηση δεν συμφωνούμε σε όλα. Εδώ καλά-καλά δεν συμφωνούμε σε όλα ούτε με τους καλύτερους φίλους μας ή τους συντρόφους μας. Κρατάμε όμως, και μάλλον έτσι είναι το σοφό, τα καλά και ουσιαστικά. Καμιά φορά βέβαια, φωλιάζουν σε αυτά που δεν μας αρέσουν και μερικές ενοχλητικές αλήθειες, κάπως βαριές για το στομάχι μας. Είναι δύσκολο να τις καταπιείς, να τις αποδεχτείς, αλλά δεν είναι κακό να τις έχεις εκεί διατυπωμένες, στις σελίδες ενός βιβλίου, και να τις αντικρίζεις κάθε τόσο. «Κάθε χωριό έχει τον παλαβό του. Και αν δεν έχει παλαβό τον φτιάχνει για να περνά την ώρα του». Η φράση αυτή ισχύει και για τον σημερινό κόσμο των social media; Ίσχυε πάντα και ισχύει και στο σημερινό μας «χωρίο», το Facebook, το Tik Tok και το Instagram. Αυτό που γεννάει σε κάθε εποχή τους τρελούς και τους παλαβούς, είναι η ανάγκη των υπολοίπων της κοινωνικής ομάδας να αισθανθούν φυσιολογικοί βγάζοντας κάποιους λιγότερο προσαρμοσμένους στη σέντρα. Τους κουνάμε το δάχτυλο σαν εισαγγελείς ή γελάμε μαζί τους. Το χιούμορ εκτός των άλλων, όπως το διατυπώνει πολύ όμορφα και ο Μπερκσόν – ο «Μπέρξονας» του Καζαντζάκη – έχει και αυτή την τιμωρητική διάσταση. Φωτογραφίες, αποφθέγματα, ιστορίες∙ ο Καζαντζάκης «πουλάει» μέχρι σήμερα τόσο στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις όσο και στα κοινωνικά δίκτυα. Ποιο είναι το μυστικό του; Από τη μια βρίσκουμε στο έργο του διατυπωμένες τις πρωτογενείς υπαρξιακές αγωνίες κάθε ανθρώπου. Από την άλλη ο ίδιος ο συγγραφέας κατάφερε να προσπεράσει τα διάφορα σινάφια και κουτσομπολιά, κλεισμένος πάντα σε μια κάμαρα πλάι στη θάλασσα ή σκαρφαλωμένος στις Άλπεις, παλεύοντας τις εμμονές του. Ταυτόχρονα οι σκέψεις του τσιγκλούσαν πολύ τους σύγχρονούς του. Τσιγκλούσαν πολιτικούς, ιερείς, συντηρητικούς και προοδευτικούς. Κανείς δεν μπορούσε να τον κατατάξει με σιγουριά σε μια κατηγορία, να τον ταυτίσει με μια ιδεολογία ή να του βάλει μια ξεκάθαρη ταμπέλα. Ακόμα και σήμερα ακούγονται τόσα πολλά αντικρουόμενα πράγματα γι’ αυτόν. Έχετε κάποια εξήγηση γιατί ο ήρωας-αφηγητής συγχωρεί τις συνεχείς ατασθαλίες του Ζορμπά; Ο Καζαντζάκης δεν τοποθετεί τίποτα στην τύχη. Προσπάθησα έτσι κάποια στιγμή ενώ δούλευα τον δικό μου Ζορμπά, να καταλάβω τι μπορεί να σημαίνει η αναφορά, η παρομοίωση της περιπέτειας στο κρητικό ακρογιάλι με την Τρικυμία του Σαίξπηρ. Επέστρεψα σε αυτήν κι εκεί βρήκα ένα ακόμα από τα κλειδιά του μυθιστορήματος: Την έννοια της συγχώρεσης, που λέτε. Τόσο ο Σαίξπηρ όσο και ο Καζαντζάκης, στο μυαλό και στη στάση του Πρόσπερο διατυπώνουν μια τεράστια ανθρώπινη αξία, τη συγχώρεση. Άλλωστε, καθόλου τυχαία, τη στιγμή που γράφουν οι δυο συγγραφείς βρίσκονται σε μια ηλικία που μπορούν να κατανοήσουν τη ματαιότητα ενός τιμωρητικού κύκλου που δεν οδηγεί πουθενά. Στα χνάρια των Ευμενίδων του Αισχύλου λοιπόν, σπάνε τον κύκλο και πάνε παραπέρα, για τα σημαντικά αλλά και για τα πιο ασήμαντα. Το graphic novel είναι πραγματικά τεράστιο και ιδιαίτερα πυκνό σε νοήματα. Πόσο πολύ σας δυσκόλεψε και πόσο χρόνο χρειάστηκε για να ολοκληρωθεί; Ενάμιση χρόνο. Παρά τα τρελά ξενύχτια και την εντατική δουλειά, το διάστημα αυτό για ένα κόμικς με όγκο δουλειάς 500 σελίδων είναι ελάχιστο. Σκεφτείτε μόνο τι απαιτείται για να ολοκληρωθεί ένα τόσο εκτενές έργο: την έρευνα και τα διαβάσματα, τις οκτώ διαφορετικές γραφές του σεναρίου, τα storyboards, τα μολύβια, τα μελάνια και τα χρώματα. Συνήθως τα άλλα graphic novel μου, το Αϊβαλί και Η μάχη της πλατείας, χρειάστηκαν τουλάχιστον τρία χρόνια δουλειάς, ενώ ο Συλλέκτης που είναι λίγο πιο μικρός, άλλα δυόμιση. «Ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, η βουή της θάλασσας. Βεβαιώθηκα πάλι πόσο η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο». Είναι άραγε απλή έννοια η ευτυχία ή τρομερά πολύπλοκη; Είναι απλή, πολύ απλή. Περίπλοκο είναι το πώς καταφέρνουμε να σπαταλάμε μια ολόκληρη ζωή για να το καταλάβουμε και για να εκτιμήσουμε στο τέλος το ελάχιστο. «Να ζεις μακριά από τους ανθρώπους». Ο Καζαντζάκης αποζητά τον μοναχικό βίο και την ίδια στιγμή οι ήρωές του στον Ζορμπά δείχνουν να κάνουν τα πάντα για λίγη συντροφιά. Τελικά, ήταν αντιφατικός ως άνθρωπος και ως συγγραφέας; Ή μήπως γνώριζε κάτι περισσότερο; Είναι αντίφαση στο ίδιο εικοσιτετράωρο να υπάρχει και μέρα και νύχτα; Άλλωστε πώς ορίζεται η μέρα αν δεν υπάρχει η νύχτα; Βρίσκω απόλυτα φυσιολογικό και υγιές ένας άνθρωπος που σκέφτεται να συνειδητοποιεί και να αναζητά τη μοναχικότητά του και ταυτόχρονα να επιδιώκει και να χαίρεται τη ζεστασιά των άλλων. Υπάρχει μια μελαγχολία αλλά και μια τεράστια ομορφιά στο να μπορείς να ζεις με αυτόν τον τρόπο. Χωρίς να θέλω να κάνω σπόιλερ, σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του έργου παίζει μία γυναικτονία. Ήταν άραγε ο τρόπος του συγγραφέα να στηλιτεύσει τη βία της επαρχίας ενάντια στις γυναίκες; Ισχύει αυτό που λέτε. Κι έχει ενδιαφέρον να κάνουμε μια τέτοια κουβέντα σε μέρες που ακούμε καθημερινά για γυναικοκτονίες. Είναι ένα ακόμα παράδειγμα για το πόσο επίκαιρο μπορεί να είναι το έργο του Καζαντζάκη, πηγαίνοντας μάλιστα και τον γενικότερο συλλογισμό παρακάτω. Στον Ζορμπά δεν απομονώνει το έγκλημα στον θύτη, αλλά το συνδέει και με την ευρύτερη κοινωνική στάση, αποστασιοποίηση και αδιαφορία. Ξέρετε, όπως στην Τρικυμία του Σαίξπηρ που σας ανέφερα προηγουμένως, ξεκλειδώνει και αυτή ακριβώς την κοινωνική στάση, την έμμεση συμμετοχή σε τέτοια εγκλήματα, παρομοιάζοντας τους κατοίκους του κρητικού χωριού, τον «λαό», με τον Κάλιμπαν, τον άξεστο εκείνο αγροίκο κάτοικο του νησιού, παιδί μιας μάγισσας με τον διάβολο. Τι ειρωνεία λοιπόν, αργότερα στο μυθιστόρημα, τη στιγμή της δολοφονίας της Χήρας, αυτός ο άξεστος «Κάλιμπαν-λαός» γίνεται με τη στάση του συνένοχος. Υπάρχει περίπτωση να μεταφέρεις κάποιο άλλο έργο του σπουδαίου Κρητικού σε μορφή κόμικς; Από πολύ νωρίς στη νεότητά μου διάβασα τα περισσότερα έργα του Καζαντζάκη, οπότε νομίζω πως τον γνωρίζω σε αρκετό βάθος. Θα μπορούσα να ασχοληθώ και με αλλά έργα του, αλλά όπως ίσως είδατε και στον Ζορμπά, με ιντριγκάρουν τα δύσκολα στη σκέψη του συγγραφέα. Το πώς δηλαδή θα περιγράψεις μεταφέροντας ένα βιβλίο σε κόμικς, όχι τόσο τα όσα συμβαίνουν σε αυτό σε γραμμική αφήγηση, αλλά πρωτίστως τα όσα σημαίνουν. Μην εκπλαγείτε λοιπόν αν κάποια στιγμή με δείτε να προσπαθώ μεταφέρω σε εικονογραφήγημα την Ασκητική, που δεν σου δίνει ούτε μια ευκαιρία για γραμμική εξιστόρηση και αφήγηση. Εμφανίζονται στην αγορά όλο και περισσότερα νέα graphic novels τα οποία μεταφέρουν «κλασικά» μυθιστορήματα σε κόμικς. Πιστεύετε ότι συμβαίνει επειδή ο κόσμος θέλει να διαβάσει πιο «γρήγορα» κάτι κλασικό ή επειδή έχουμε ανάγκη ως αναγνώστες να επιστρέψουμε σε σταθερές αξίες; Αυτό είναι πραγματικά ένα τεράστιο ζήτημα, που θα χρειάζονταν πολλές συνεντεύξεις και συνέδρια για να το αναλύσουμε. Τι είναι και ποια θεωρούνται graphic novels; Μπορούν να θεωρηθούν λογοτεχνία; Πώς εφαρμόζονται στην εκπαίδευση; Το σίγουρο είναι πως το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα κόμικς κάτι σημαίνει. Δεν είναι άσχετο από τα σύγχρονα πολιτισμικά πρότυπα όπως διαμορφώνονται μέσα από τις οθόνες των κινητών και τα social media, από την απομάκρυνση των νέων από ερεθίσματα και «αξίες» παλαιότερων γενεών. Και τελικά ότι οι τελευταίοι, από τη θέση των γονιών ή των εκπαιδευτικών, αναζητούν διαύλους επικοινωνίας με τις νεότερες γενιές, επιστρατεύοντας μέχρι και τα κόμικς, που κάποτε στην εποχή τους θεωρούνταν ευτελή αναγνώσματα – πιθανότατα ακόμα και από τους ίδιους. Επόμενα σχέδια; Πολλά. Τα σενάρια και οι ιδέες όσο μεγαλώνουμε πληθαίνουν κι αυτά. Τώρα είμαι στη φάση του Σίσυφου στη βάση του βουνού, που εξετάζει ποια πέτρα θα είναι η πιο κατάλληλη για να τη σπρώξει πάλι στον ανήφορο. Υγεία και τύχη να έχουμε! Και το σχετικό link...
-
Soloup και Παναγιώτης Πανταζής επανασυστήνουν στο κοινό τον Ζορμπά και τον Καπετάν Μιχάλη, δύο ξακουστά έργα του πιο δημοφιλούς και πολυμεταφρασμένου Έλληνα συγγραφέα, δύο αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Οι ταλαντούχοι δημιουργοί μιλούν στο OneMan. Δύο χρόνια συμπληρώνονται αυτές τις μέρες από την επίσημη ανακοίνωση των εκδόσεων Διόπτρα για την απόκτηση των δικαιωμάτων του συνόλου του έργου του Νίκου Καζαντζάκη και μετά από την επανακυκλοφορία των βιβλίων του με επανασχεδιασμένα εξώφυλλα και σύγχρονη αισθητική, την πολυσυζητημένη κυκλοφορία του ανέκδοτου, άγνωστου μυθιστορήματος Ανήφορος, αλλά και τις διασκευές του σε παιδικά παραμύθια που παρέμεναν άγνωστες για δεκαετίες στο ευρύ κοινό, δύο από τα πλέον ξακουστά και διαχρονικά έργα του πιο δημοφιλούς και πολυμεταφρασμένου Έλληνα συγγραφέα – Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά και Καπετάν Μιχάλης – μεταφέρονται για πρώτη φορά σε graphic novel με την υπογραφή δύο καθιερωμένων ονομάτων του συγκεκριμένου χώρου. Ο μεν Soloup (Ζοrμπάς – Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη) τονίζει ότι προσπάθησε να επαναφηγηθεί τον Ζορμπά «με μια άλλη σειρά των επεισοδίων από αυτή του καζαντζακικού κειμένου. Ουσιαστικά, να κάνω ένα νέο μοντάζ, ώστε να αποκτήσει τον ρυθμό και τη ροή ενός σύγχρονου έργου στον κινηματογράφο ή μιας τηλεοπτικής σειράς, κρατώντας όμως τον λόγο και τις ιδέες του πρωτοτύπου». Ο δε Παναγιώτης Πανταζής (Καπετάν Μιχάλης) ότι έγραψε και σχεδίασε ένα κόμικ «με βάση ένα κλασικό έργο, αλλά το έφτιαξα έτσι ώστε να στέκεται μόνο του, να είναι η δική μου εκδοχή και να αποτελεί ένα καλοδουλεμένο κόμικ, το οποίο βγάζει νόημα ως αυτόνομο έργο». Οι δύο ταλαντούχοι δημιουργοί μιλούν στο OneMan για τη βιωματική τους σχέση με τις λέξεις του Καζαντζάκη, για τα θεμελιώδη ζητήματα που πραγματεύονται ο Ζορμπάς και ο Καπετάν Μιχάλης, και φυσικά για την έρευνα που έκαναν πριν πιάσουν, με σεβασμό και τόλμη, μολύβι και χαρτί. Ο Soloup Πριν από την προσωπική σας εμπλοκή, ποια ήταν η σχέση σας με το έργο του Καζαντζάκη; Εννοώ γενικά αλλά και ειδικά, όσον αφορά τα συγκεκριμένα έργα. Soloup: Στην εφηβεία αλλά και αργότερα, είχα ήδη κολλήσει με τον Καζαντζάκη. Είχα διαβάσει όλα τα μυθιστορήματά του, τον Ζορμπά, τον Φτωχούλη του Θεού, την Αναφορά στον Γκρέκο, τον Καπετάν Μιχάλη, τις Αδερφοφάδες… αλλά και τα πιο αναστοχαστικά, όπως ας πούμε την Ασκητική και τον Βραχόκηπο. Κι ανάμεσα σε αυτά και την απαιτητική Οδύσσεια. Στη συνέχεια βέβαια, καθώς ανακάλυπτα άλλες σκέψεις και άλλα κείμενα, απομακρύνθηκα από τον λόγο του Καζαντζάκη, που τον θεωρούσα πλέον υπερβολικό και κάπως παρωχημένο. Έλα όμως που κάποια πράγματα κάνουν κύκλους στις ζωές μας. Έτσι, πριν από δυο χρόνια και με αφορμή την πρόταση της Διόπτρας, όπως ξανάπιασα να μελετώ τον Ζορμπά, συνειδητοποίησα πόσα ουσιαστικά πράγματα έχει ακόμα να πει και στους σύγχρονους αναγνώστες. Τα πρωτογενή, υπαρξιακά ερωτήματα παραμένουν πάντα επίκαιρα. Παναγιώτης Πανταζής: Στο δημοτικό είχα εντυπωσιαστεί από το απόσπασμα που είχαμε στα Κείμενα. Αν δεν κάνω λάθος ήταν από το Αναφορά στον Γκρέκο. Βέβαια, απέτυχα παταγωδώς όταν προσπάθησα να το διαβάσω ολόκληρο. Ξαναδιάβασα Καζαντζάκη στον στρατό, την περίοδο δηλαδή που προσπαθούσα να γεμίσω τα νεκρά τρίωρα στους θαλάμους με όσο περισσότερα βιβλία γινόταν. Η αλήθεια είναι πως τα πήγα πολύ καλά. Δεν κατάφερα να ξαναδιαβάσω τόσο πολύ στην ενήλικη ζωή μου όσο τότε. Τον Καπετάν Μιχάλη τον διάβασα μετά από την πρόταση των εκδόσεων Διόπτρα για συνεργασία. Ποια θεωρείτε ότι είναι τα κεντρικά ζητήματα που πραγματεύεται ο Καζαντζάκης αφενός στον Ζορμπά, αφετέρου στον Καπετάν Μιχάλη; Soloup: Ο Καζαντζάκης έχει ασχοληθεί με διαφορετικά είδη κειμένων: δοκίμια, άρθρα σε εφημερίδες, σενάρια, ένα ιδιόμορφο μυθιστόρημα, το Τόντα Ράμπα, μεταφράσεις, κείμενα σε περιοδικά, πολυσέλιδα ποιήματα, θεατρικά, ταξιδιωτικά. Μόνο στα τελευταία χρόνια της ζωής του καταπιάστηκε πιο συστηματικά με τα μυθιστορήματα που τον έκαναν ευρύτερα γνωστό. Και το πρώτο χρονολογικά υπήρξε ο Ζορμπάς. Ένα βιβλίο κομβικό για το σύνολο του δικού του έργου αλλά, όπως φάνηκε και στην πορεία, και για τα Ελληνικά γράμματα, αφού ο Ζορμπάς αποτελεί το πλέον πολυμεταφρασμένο ελληνικό λογοτεχνικό έργο. Σε αυτό συνυπάρχουν συμπυκνωμένες οι συγγραφικές και αναγνωστικές αναζητήσεις του Καζαντζάκη, αποδοσμένες με έναν ιδιόμορφο αφηγηματικό τρόπο, όπου το ψέμα και η αλήθεια παντρεύονται μοναδικά. Διαμορφώνουν έτσι ένα μυθιστόρημα που διαφέρει και απ’ όσα ακολούθησαν, αφού το σατιρικό και το γκροτέσκο στοιχείο πλέκονται με το τραγικό, σε μια σύνθεση που τη συναντούμε μόνο σε αρχετυπικά μυθιστορήματα, όπως για παράδειγμα στον Δον Κιχώτη του Θερβάντες ή στο Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ του Ραμπελαί. Παναγιώτης Πανταζής: Με κεντρική φιγούρα μια εκδοχή του πατέρα του – πιο άγρια και ηρωοποιημένη από τον άνθρωπο στον οποίο βασίστηκε – ο Καζαντζάκης περιγράφει με χορταστικό τρόπο τη ζωή στην Κρήτη το 1889, δηλαδή πριν και κατά τη διάρκεια μιας ακόμη εξέγερσης των Χριστιανών απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η ακατάπαυστη και εξουθενωτική αίσθηση του καθήκοντος, τα ανθρώπινα πάθη από τα οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν ούτε οι ατσάλινοι μαχητές, οι μικρές χαρές που συντηρούν τους ανθρώπους ακόμη και σε καταστάσεις συντριπτικής πίεσης, είναι κάποια από τα θέματα που έχουν απασχολήσει τους ανθρώπους από πάντα, και τα οποία στον Καπετάν Μιχάλη βλέπουμε να δίνουν ζωή ή να βασανίζουν τους χαρακτήρες του. O Παναγιώτης Πανταζής Σε τι είδους προετοιμασία και έρευνα επιδοθήκατε; Ήταν ξεκάθαρη εξαρχής η εικόνα για το τι σκοπεύατε να κάνετε – ο οδικός, αν θέλετε, χάρτης για να φτάσετε στον τελικό προορισμό; Soloup: Όπως σας είπα και πιο πριν, ο Ζορμπάς έχει πολλές αναφορές σε λογοτεχνικά ή φιλοσοφικά κείμενα ή και σε ρεύματα ιδεών (Χριστιανισμός, Βουδισμός, Κομμουνισμός). Χρειάστηκε λοιπόν μια πραγματικά μεγάλη αναζήτηση σε αυτές τις κατευθύνσεις, η οποία αποτυπώνεται και στη βιβλιογραφία που παραθέτουμε στο τέλος του graphic novel. Ακόμα, για να μπω και στη σκέψη του συγγραφέα ανέτρεξα και σε άλλα κείμενά του, όπως για παράδειγμα στα ημερολόγιά του από το Άγιον Όρος, αλλά και στην αλληλογραφία του με στενούς του ανθρώπους – κυρίως με τον Πρεβελάκη. Στο οπτικό κομμάτι τώρα, εκμεταλλεύτηκα όσο καλύτερα μπορούσα τις αναφορές του σε έργα τέχνης, όπως ας πούμε στο «χέρι του Θεού», ενός συγκεκριμένου αγάλματος του Ροντέν, ώστε να αποδώσω με γραμμές και εικόνες τις δύσκολα μεταφερόμενες οπτικά, έννοιες και ιδέες του. Επιδίωξα όμως να βρεθώ και ο ίδιος σε τόπους του Ζορμπά ή της ευρύτερης Καζαντζακικής μυθοπλασίας: στο ορυχείο στην Καλογριά της Μάνης, στα βουνά και στις παραλίες της Κρήτης, στο μουσείο Ροντέν στο Παρίσι, στα μοναστήρια του Υμηττού και στο Τολέδο, όχι για μια «πιστή» αποτύπωση των όσων περιγράφει, όσο περισσότερο για να υποθέσω τις δικές του εντυπώσεις καθώς τα έβλεπε όλα αυτά. Παναγιώτης Πανταζής: Ένα ελεύθερο και απολαυστικό διάβασμα σαν αναγνώστης, για να γνωρίσω το έργο. Ένα ακόμη, αλλά αυτή τη φορά κρατώντας σημειώσεις για τα πάντα, προκειμένου να βγει η σκαλέτα του σεναρίου μου. Αμέτρητες ώρες στο ίντερνετ και στα βιβλία, ψάχνοντας για φορεσιές, χτενίσματα, αρχιτεκτονική και τοπία. Και δυο επισκέψεις στο Ηράκλειο, γιατί ο ψυχολογικός τόνος ενός τόπου είναι κάτι που βιώνεται. Ποιες ήταν οι σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε; Υπήρξαν συγκεκριμένες ζόρικες στιγμές που σας φάνηκαν βουνό; Από την άλλη, υπήρξαν στιγμές που σας έκαναν να εκπλαγείτε με το πόσο απρόσμενα αβίαστη ήταν η διαδικασία; Soloup: Στον Ζορμπά, όπως ίσως μπορείτε να φανταστείτε, η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν το να παλέψω με τα στερεότυπα που έχουν δημιουργηθεί από την ταινία του Κακογιάννη, Zorba the Greek. Η εικόνα του Ζορμπά σήμερα έχει ταυτιστεί τόσο πολύ με τη φιγούρα του Άντονι Κουίν αλλά και με την ευρύτερη μυθολογία της ταινίας, όπως το συρτάκι. Όμως από τη στιγμή που διαμορφώθηκε στα σχέδια η δική μου εκδοχή για την εικόνα του Ζορμπά, ο ήρωας άρχισε να αυτονομείται και να παίρνει, θα έλεγα, ακόμα και την πρωτοβουλία των κινήσεών του μέσα στα σκίτσα. Παναγιώτης Πανταζής: Το έργο είναι πλούσιο σε εικόνες, αλλά σχεδόν από την αρχή και σχετικά εύκολα ήξερα τι θα κρατήσω και τι θα μείνει έξω από τη δική μου εκδοχή. Αυτό που δεν υπολόγιζα όταν ξεκινούσα να δουλεύω, ήταν πως στην τελική ευθεία του project θα είχαμε κι ένα νεογέννητο στο σπίτι. Βέβαια, όπως γίνεται πάντα, αφού έχουν περάσει τα δύσκολα, κοιτάς με τι έχεις μείνει και σβήνεις το ζόρικο κομμάτι. Εγώ έχω μείνει με ένα κόμικ και μια κόρη, άρα όλα πήγαν καλά. Τελικά ο στόχος σας είναι να συστηθεί ο Καζαντζάκης σε ένα νεότερο κοινό, που δεν τον γνώριζε μέχρι σήμερα, ή να τον δει με μια νέα ματιά το ήδη υπάρχον κοινό; Soloup: Η δική μου προσπάθεια ήταν να επαναφηγηθώ τον Ζορμπά με μια άλλη σειρά των επεισοδίων από αυτή του καζαντζακικού κειμένου. Ουσιαστικά, να κάνω ένα νέο μοντάζ, ώστε να αποκτήσει τον ρυθμό και τη ροή ενός σύγχρονου έργου στον κινηματογράφο ή μιας τηλεοπτικής σειράς, κρατώντας όμως τον λόγο και τις ιδέες του πρωτοτύπου. Μια επαναφήγηση που νομίζω πως αφορά τόσο εκείνους που έχουν διαβάσει ήδη το έργο, όσο και εκείνους που το προσεγγίζουν για πρώτη φορά. Παναγιώτης Πανταζής: Για εμένα τίποτα από τα δύο. Σε καθετί που καταπιάνομαι, στόχος είναι να μείνει μια καλή δουλειά, για την οποία εγώ θα είμαι περήφανος και ο κόσμος θα έχει νιώσει κάτι. Εν προκειμένω, είναι ένα κόμικ που έγραψα και σχεδίασα με βάση ένα κλασικό έργο, αλλά το έφτιαξα έτσι ώστε να στέκεται μόνο του, να είναι η δική μου εκδοχή και να αποτελεί ένα καλοδουλεμένο κόμικ, το οποίο βγάζει νόημα ως αυτόνομο έργο. Ο Καζαντζάκης θα συστηθεί σε νεότερο κοινό – επειδή τα κόμικς απευθύνονται στατιστικά σε νεότερους ανθρώπους – και ταυτόχρονα θα ιδωθεί με νέα ματιά και από αυτούς που ήδη τον γνώριζαν. Ωστόσο, δεν ένιωσα ποτέ πως κάτι από τα δύο είναι ο στόχος μου. Και αν κάποιος δεν είχε ιδέα πριν, και με αφορμή το κόμικ μου διαβάσει και το πρωτότυπο, αυτό θα είναι τέλειο, καθώς μιλάμε για ένα αριστούργημα. Έχοντας πια εμβαθύνει στον Καζαντζάκη και ως δημιουργοί, υπάρχει κατά τη γνώμη σας κάποια παρεξήγηση ή/και παρερμηνεία για εκείνον και το έργο του, που καλό θα ήταν επιτέλους να αποσαφηνιστεί; Εν πάση περιπτώσει, σχετικά με ότι σας αφορά, ποιο κρατάτε ως το σημαντικότερο μάθημα που πήρατε για τον Καζαντζάκη μέσα από αυτή τη δημιουργική διαδικασία; Soloup: Η επαναφήγηση και η επανερμηνεία ενός κλασικού κειμένου όπως είναι ο Καπετάν Μιχάλης ή ο Ζορμπάς από τον Παναγιώτη κι εμένα, είναι ταυτόχρονα μια σύγχρονη ανάγνωση που γίνεται προφανώς με σεβασμό προς τον συγγραφέα. Και αυτός ο σεβασμός αποτυπώνεται με την ανάδειξη στοιχείων των κειμένων που μιλούν στον σημερινό αναγνώστη για τις δικές του προβολές. Αυτή ακριβώς η προσέγγιση είναι, νομίζω, που ξαναζωντανεύει τόσο τα κλασικά κείμενα όσο και το ενδιαφέρον του κοινού. Ειδικά όταν αυτά πλαισιώνονται από μια παράλληλη, προσεγμένη επανασύσταση του συνόλου του έργου του Καζαντζάκη, όπως αυτήν που πραγματοποιούν εδώ και δυο χρόνια οι εκδόσεις Διόπτρα. Παναγιώτης Πανταζής: Με συγκλόνισε ανά στιγμές ο τρόπος που σκάβει στα πιο κρυφά σημεία των ψυχών των χαρακτήρων του. Θα ήθελα να μπορώ να το κάνω κι εγώ σε δικά μου έργα, να δημιουργώ τρισδιάστατους χαρακτήρες με τόση άνεση. Τα graphic novels Ζοrμπάς – Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη του Soloup και Καπετάν Μιχάλης του Παναγιώτη Πανταζή κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διόπτρα. Και το σχετικό link...
-
- 4
-
-
-
- soloup
- παναγιώτης πανταζής
- (and 6 more)
-
Το εικονογραφημένο μυθιστόρημα, ή διεθνώς graphic novel, ανθίζει ιδιαιτέρως τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα κι ένας από τους πιο συζητημένους εκπροσώπους του είναι ο Soloup (κατά κόσμον Αντώνης Νικολόπουλος), πολιτικός γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς. O Soloup έγινε πολύ γνωστός με το πρώτο του graphic novel που ήταν το «Αϊβαλί» (2014), ένα αφήγημα για τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη Συνθήκη της Λοζάννης με παραπομπές, μεταξύ άλλων, στον Φώτη Κόντογλου και τον Ηλία Βενέζη. Το δεύτερο γραφιστικό μυθιστόρημα του Soloup τιτλοφορείται «Ο συλλέκτης» (2018) και προκάλεσε μια έκθεση με τα εικαστικά υλικά του στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς. Το θέμα αυτή τη φορά θα είναι εντελώς διαφορετικό, την αδυναμία του πατέρα να αποκτήσει μια ισορροπία με το παιδί του όταν έχει χωρίσει από τη μητέρα του και η επιμέλεια ανήκει στη ίδια. «Η μάχη της πλατείας» (2021), το τρίτο εικονογραφημένο μυθιστόρημα του Soloup, είναι για την Επανάσταση του 1821 με κέντρο το πρόσωπο του Κολοκοτρώνη και πεδίο αναφοράς όλα τα σημαντικά γεγονότα (στρατιωτικά και πολιτικά) του Αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία. Το έργο κέρδισε την πρώτη θέση στον διαγωνισμό «200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση» του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ). Οι εικόνες του κόμικ του Soloup κινούνται συνεχώς εδώ ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν. Μετά από μια πορεία σαν και την προηγούμενη, ο Soloup επανέρχεται στην τέχνη του με ένα πολυσέλιδο graphic novel που τιτλοφορείται «Ζοrμπάς – Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη» και μόλις κυκλοφόρησε από τη Διόπτρα στο πλαίσιο της συστηματικής επανέκδοσης του καζαντζακικού έργου, όπως και του πρώτου, άγνωστου μέχρι προ τίνος καζαντζακικού μυθιστορήματος «Ο ανήφορος». Το κόμικ Πώς θα μετατραπεί ο μυθιστορηματικός λόγος σε γλώσσα των εικόνων, πολλώ δε μάλλον αν ο κομίστας έχει να αναμετρηθεί και με την εμβληματική κινηματογραφική μεταφορά του Μιχάλη Κακογιάννη; Είναι φανερό πως ο Soloup έχει εργαστεί πολύ και με κόπο. Ως προς την κινηματογραφική μεταφορά, οι δικές του εικόνες επιδιώκουν να επανέλθουν εγγύτερα στο πρωτότυπο κείμενο του «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» (1946), αναδιατάσσοντας παρόλα αυτά με ριζικό τρόπο τη διαδοχή και τη λογική των επιμέρους ιστοριών του που θα προκύψουν ως αυτόνομα επεισόδια της συνεχούς και ενιαίας αφήγησης του κόμικ. Σκοπός αυτής της επιλογής είναι να αποσπαστεί ο Ζορμπάς από το πρότυπο ενός τοπικού και κατά τεκμήριον αφελούς και απλοϊκού γλεντζέ, το οποίο κυριάρχησε διεθνώς μέσω της ταινίας, και να επανέλθει στο πνεύμα του Καζαντζάκη και στα κεφαλαιώδη μοτίβα-αναρωτήσεις που έχουν εγγραφεί στην ταυτότητά του: ποια είναι η σχέση του έρωτα με τον θάνατο, τι απαιτεί ο Θεός από τους ανθρώπους και από τον εαυτό του, πού συναντιέται η σάρκα με το πνεύμα, πώς αντιμετωπίζουν οι αρσενικοί τις θηλυκές, τι σημαίνει ανδρική τόλμη και παρρησία, πώς είναι δυνατόν να υπάρξει μια κοινοβιακή ζωή ικανή να θρέψει τις αυθεντικότερες ανάγκες της ύπαρξης, πώς να απαντήσουμε στον τρόμο του θανάτου δίχως να παραβλέψουμε την ακατανίκητη παρόρμηση της ελευθερίας; Ο Soloup δεν θα περιοριστεί σε εικόνες που ανασταίνουν την καζαντζακική έκφραση Εστιάζοντας την προσοχή του σε απαρατήρητες λεπτομέρειες του «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» θα εντάξει στο σκηνικό του τοπίο τις γλυπτικές μορφές του Ροντέν, θα αναδείξει τις σκιτσογραφικές επιδόσεις του Ζορμπά, θα μετασχηματίσει σε υπότιτλο του μυθιστορήματός του μια ανύποπτη ρήση του προλόγου του Καζαντζάκη («Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη») ενώ παράλληλα θα επιμείνει στις κλασικές αναγνώσεις του τελευταίου (Νίτσε και Μπερξόν), χωρίς να παραλείψει επιστολές του, την αυτοβιογραφική «Αναφορά στον Γκρέκο» (1961) και άλλες παρόμοιες πηγές. Η ενδελεχής έρευνα των κειμενικών διαθεσίμων που σχετίζονται με πρόσωπα και εποχές του ιστορικού χρόνου του κόμικ τροφοδοτεί για άλλη μια φορά την εικονογράφηση του Soloup, χωρίς να της επιτρέψει ποτέ να φιλολογήσει ή να φλυαρήσει. Όσο για τον ίδιο τον εικονογραφικό του λόγο, ο Soloup θα μοιράσει τα επεισόδια του μυθιστορήματός του σε ποικίλα χρώματα (ανάλογα με τα αισθήματα και τις καταστάσεις που περιγράφονται). Το γκρι, το πράσινο, το μαύρο και το λευκό των προηγούμενων μυθιστορημάτων του θα δώσουν τώρα τη θέση του στο μπλε, στο κόκκινο και στο κίτρινο (με τα μπλε να τείνει να επικρατήσει). Τα χρώματα υποβοηθούνται από φωτογραφικά και άλλα ετερογενή εικαστικά υλικά. Και όλα αυτά επιστρατεύονται και συντονίζονται πυρετικά όποτε χρειάζεται να υποστηρίξουν όσα φαντάζονται, επιθυμούν ή συλλογιούνται οι ήρωες (από τον Ζορμπά και τον στενό του φίλο και σύντροφο, που δεν είναι άλλος από το συγγραφικό προσωπείο του Καζαντζάκη, μέχρι την αγία Γαλλίδα πόρνη Μαντάμ Ορτάνς και τους κατοίκους και τους μοναχούς της Κρήτης, ή και τον Soloup που αιφνιδίως θα εμφανιστεί αυτοπροσώπως στη δράση). Εκείνο που πρωτίστως αποδεικνύει ο Soloup με τη δουλειά του είναι η αυτονομία και οι εγγενείς δυνατότητες του graphic novel, που δεν χρειάζεται όταν συνομιλεί με τη λογοτεχνία να καταλήξει με τη σειρά του σε κάποιο είδος λογοτεχνίας: αρκεί να οργανώσει τη χρωματική του σύνθεση και τη σκηνογραφική γραμμή του με έναν τρόπο που θα μας παροτρύνει να επιστρέψουμε στη λογοτεχνία μέσα από τη δύναμη, τη φαντασία και την ελευθερία του σκίτσου – του σκίτσου όταν χτίζει ένα αυτοδύναμο, απολύτως πλέον ξεχωριστό σύμπαν. Και το σχετικό link...
-
- 2
-
-
- ζοrμπάς – πράσινη πέτρα ωραιοτάτη
- soloup
- (and 6 more)
-
Οι εκδόσεις «Διόπτρα» μάς ξανασυστήνουν τον Καζαντζάκη και ο Soloup μάς ξανασυστήνει τον Ζορμπά, μέσα από το ολοκαίνουργιο ογκωδέστατο κόμικς «ΖORΜΠΑΣ – Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη». 140 χρόνια μετά τη γέννηση του Νίκου Καζαντζάκη, το ογκώδες έργο του επανεκδίδεται, ξαναδιαβάζεται και συζητιέται από νέες γενιές αναγνωστών και αναγνωστριών. Στο πλαίσιο, λοιπόν, του πλούσιου εκδοτικού τους προγράμματος που φέρνει το καζαντζακικό έργο στο επίκεντρο, οι εκδόσεις «Διόπτρα» μας συστήνουν τον σπουδαίο Κρητικό συγγραφέα από την αρχή, με τη μεταφορά δύο κορυφαίων βιβλίων του σε κόμικς. Το πρώτο είναι «Ο Βίος και η Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» και το δεύτερο «Ο Καπετάν Μιχάλης». Καθώς ο «Καπετάν Μιχάλης» διά χειρός Παν Παν βρίσκεται υπό έκδοση και αναμένεται να κυκλοφορήσει προσεχώς, το ενδιαφέρον μας σε αυτό το φύλλο επικεντρώνεται εξ ολοκλήρου στον «Ζορμπά», που μόλις τις προηγούμενες μέρες σάλπαρε για το μεγάλο εκδοτικό του ταξίδι. Πρόκειται για το πολυαναμενόμενο κόμικς 500 και πλέον σελίδων, με την υπογραφή του Soloup (Αντώνη Νικολόπουλου), ο οποίος διασκεύασε με την εικονογραφική γλώσσα ένα από τα πλέον εμβληματικά και δημοφιλή μυθιστορήματα του Καζαντζάκη. «Πώς ν’ αναμετρηθείς με αυτόν τον Δράκο;» είχε γράψει ο Καζαντζάκης για τον Ζορμπά. Όμως η δουλειά του Soloup ήταν ακόμα πιο δύσκολη, καθώς είχε να αναμετρηθεί με δύο δράκους: τόσο με τον εκρηκτικό αυτό λογοτεχνικό ήρωα, όσο και με τον Νίκο Καζαντζάκη. Το να πούμε απλώς ότι τα κατάφερε θα αδικούσε τον γνωστό γελοιογράφο, δημιουργό κόμικς, αλλά και διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Και αυτό γιατί ο καταξιωμένος καλλιτέχνης δεν έκανε απλώς μια μεταφορά και μια προσαρμογή του βιβλίου για τον Αλέξη Ζορμπά στη δομή και τη φόρμα των κόμικς. Ο Soloup ουσιαστικά μας επαναφηγήθηκε την ιστορία του, τον προσέγγισε μέσα από ένα πολυσύνθετο πρίσμα και μας πρότεινε έναν νέο τρόπο να τον διαβάζουμε, αλλά και να τον... «διαβάζουμε». Ήταν λοιπόν εύστοχη, κατά τη γνώμη μας, η επιλογή των ανθρώπων της «Διόπτρας» να αναθέσουν στον συγκεκριμένο δημιουργό την εικονογραφηγηματική διασκευή του μυθιστορήματος. Έχοντάς μας χαρίσει στο πρόσφατο παρελθόν έργα όπως το «Αϊβαλί» και «Η Μάχη της Πλατείας», ο Soloup έχει αποδείξει ότι επιθυμεί να «συνομιλήσει» και να αναμετρηθεί με τα Μεγάλα Αφηγήματα (της ιστορίας, της λογοτεχνίας, της συλλογικής μνήμης) με ένα πνεύμα ελεύθερο και αδέσμευτο από εθνοκεντρικές ή άλλου είδους συμβάσεις, κρατώντας παράλληλα επαφή τόσο με τα σύγχρονα προβλήματα της εποχής μας, όσο και με τα δικά του ερευνητικά ενδιαφέροντα. Αρχικά, ο δημιουργός αναδιέταξε την αυθεντική αφηγηματική ροή και κατηγοριοποίησε το βιβλίο σε 17 κεφάλαια με θεματικούς τίτλους (και με διαφορετικές χρωματικές παλέτες), στη λογική των επεισοδίων των σίριαλ. Από την άλλη μεριά, διατήρησε αυτούσιους σε πολλά σημεία τους μυθιστορηματικούς διαλόγους με την καζαντζακική ιδιόλεκτο. Στη συνέχεια επαναπροσέγγισε δημιουργικά τον «Ζορμπά» μέσα από τις φιλοσοφικές συνισταμένες της σκέψης του Καζαντζάκη: Βούδας, Νίτσε, Μπερξόν, Σέξπιρ, Δάντης, Ροντέν κ.ά. Πρόκειται λοιπόν για έναν συνεχή διάλογο του συγγραφέα με τον λογοτεχνικό του ήρωα, ένα αέναο φιλοσοφικό ταξίδι, που τροφοδοτείται ξανά και ξανά μέσα από γόνιμα αντιθετικά σχήματα όπως: ζωή-θάνατος, πνεύμα-ύλη, διονυσιακό-απολλώνιο, πίστη στον Θεό-αθεΐα. Ενώ από τη μέση του βιβλίου παρεμβάλλεται και ο ίδιος ο Soloup, προσθέτοντας τη σύγχρονη κριτική ματιά μιας εποχής που έχει αναθεωρήσει αρκετές από τις παλιότερες «αξίες», οι οποίες θεωρούνταν αδιαμφισβήτητες στα χρόνια του Καζαντζάκη. Ο πιο επικίνδυνος σκόπελος πάντως που ο σκιτσογράφος έπρεπε να αποφύγει, ήταν ο κινηματογραφικός Ζορμπάς με όλες τις συνδηλώσεις που αυτός δημιούργησε τη δεκαετία του ’60: συρτάκι, ούζο, θάλασσα, «ελληνική λεβεντιά». Αν και το βιβλίο του Καζαντζάκη είναι από τα πιο πολυδιαβασμένα της νεοελληνικής πεζογραφίας, γεγονός παραμένει ότι η πρόσληψη που έχει τόσο το ελληνικό κοινό, όσο και πολύ περισσότερο το διεθνές, βασίζεται κυρίως στα ισχυρά στερεότυπα που μας κληροδότησε η ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Zorba the Greek» (1964), με πρωταγωνιστή τον Άντονι Κουίν. «Τρομερή η ταινία του Κακογιάννη […], αλλά εκεί, νομίζω, αρχίζει η παρεξήγηση», λέει ο ίδιος ο Soloup, διά στόματος του... χάρτινου εαυτού του (σ. 188). «Ο Καζαντζάκης δεν μιλάει για τον Ζορμπά τον “γραφικό Έλληνα”, αλλά για έναν άνθρωπο που αναζητά την ελευθερία». Και το σχετικό link...
-
- 2
-
-
- soloup
- εκδόσεις διόπτρα
- (and 6 more)
-
Ο Soloup συστήνει τον Ζορμπά στο σύγχρονο κοινό μέσα από μια νέα αφήγηση λόγου και εικόνας. — Το graphic novel είναι μια σύγχρονη αφηγηματική τέχνη. Πώς μπορεί να προσεγγίσει τους κλασικούς κώδικες της πεζογραφίας; Τα graphic novels είναι, όπως λέτε, μια αυτόνομη αφηγηματική τέχνη που συνδυάζει και χρησιμοποιεί στοιχεία από τον κινηματογράφο, τη λογοτεχνία, το θέατρο, τη γραφιστική, τη ζωγραφική. Έτσι, η δυνατότητα που έχουν να χρησιμοποιούν στοιχεία από όλες αυτές τις τέχνες, συνδυάζοντας ταυτόχρονα τον λόγο και την εικόνα στην αφήγηση, είναι και η δύναμή τους να προσεγγίζουν δημιουργικά τις άλλες μορφές τέχνης, προσθέτοντας στοιχεία σε αυτές. Κάτι τέτοιο συμβαίνει λοιπόν και με τη μεταφορά λογοτεχνικών έργων σε κόμικς, μεταφορές που είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς τα τελευταία χρόνια. Όμως σε κάθε τέτοια μεταφορά θα πρέπει αφηγηματικά να ακολουθούμε τις δυνατότητες και τους κώδικες του νέου μέσου, για παράδειγμα των κόμικς ή του κινηματογράφου, αν θέλουμε να κάνουμε κάτι πραγματικά ενδιαφέρον και πρωτότυπο και όχι ένα «υποπροϊόν» του πρωτότυπου κειμένου. Τα κόμικς και η φόρμα των graphic novels δεν είναι «λογοτεχνία». Είναι μια αυτόνομη τέχνη κι έτσι, με τα δικά της μέσα και τη συνδυαστική δυνατότητα αφήγησης που έχει, θα πρέπει να τα προσεγγίζουμε. Όχι ως μια «σχεδόν-λογοτεχία», «εικονογραφημένη-λογοτεχνία» ή «παρα-λογοτεχνία». — Δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολείστε με τη μεταφορά μυθιστορημάτων στη φόρμα του graphic novel. Στο συγκεκριμένο, ποια είναι τα στοιχεία που σας τράβηξαν το ενδιαφέρον; Ποιος είναι ο στόχος, το αποτέλεσμα που επιθυμείτε να πετύχετε; Πράγματι, κάτι τέτοιο είχα αρχικά επιχειρήσει με λογοτεχνικά κείμενα των Κόντογλου και Βενέζη στο Αϊβαλί. Αλλά και τότε, το ζητούμενο για μένα δεν ήταν να μεταφέρω το Νούμερο 31328 ή το Αϊβαλί, η πατρίδα μου σε κόμικ. Ήταν να συνομιλήσω με τα κείμενα, τοποθετώντας τα μάλιστα παράλληλα και σε αντιπαράθεση, παράγοντας έτσι μια νέα αφήγηση και νέες προσλήψεις, παραπέμποντας στα αρχικά κείμενα και όχι παρακάμπτοντας ή διασκευάζοντάς τα. Αυτό, νομίζω, μπορεί να παράγει στις κόμικ μεταφορές λογοτεχνικών έργων κάτι πραγματικά νέο και ενδιαφέρον. Με την ίδια λογική κινούμαι και τώρα στον Ζορμπά. Εδώ η πρόκληση ήταν να πάρω το πλέον διάσημο έργο του Καζαντζάκη και, ακολουθώντας το πνεύμα αλλά και τις διακειμενικές παραπομπές του, να φτιάξω κάτι οικείο για το σύγχρονο κοινό. Ουσιαστικά επιχείρησα μια επαναφήγηση του έργου, προτείνοντας μια νέα ματιά για το έργο του Καζαντζάκη στους σημερινούς αναγνώστες, σίγουρα μακριά από τα στερεότυπα που έχει προσθέσει η, κατά τα άλλα, αδιαμφισβήτητα επιτυχημένη κινηματογραφική μεταφορά του Κακογιάννη. Σε αυτό το σημείο είμαι πραγματικά ευγνώμων γιατί οι εκδόσεις Διόπτρα με άφησαν να κινηθώ ελεύθερα στην αναζήτηση μιας τέτοιας επαναφήγησης. Ο Ζορμπάς είναι ένα πολυεπίπεδο έργο με πολλές διακειμενικές αναφορές, που απαιτεί έναν αντίστοιχο χειρισμό, αν θέλουμε να αναδείξουμε τον πλούτο του. — Το μυθιστόρημα «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» πραγματεύεται έννοιες όπως ο έρωτας, η ζωή, ο θάνατος, ο Θεός. Πώς έχουν αποτυπωθεί στον δικό σας «Zoρμπά»; Προσπάθησα να μείνω πιστός στο πνεύμα και τις ανησυχίες του συγγραφέα, εκμεταλλευόμενος ταυτόχρονα τις σύνθετες δυνατότητες οπτικής και λεκτικής αφήγησης των κόμικς. Έννοιες όπως ο έρωτας, ο θάνατος, ο Θεός, αποδόθηκαν με διάφορους τρόπους οπτικών μεταφορών ή παραπομπών σε πολιτισμικά φορτισμένες εικόνες. Για παράδειγμα, στον σχεδιασμό των ερωτικών σκέψεων του «αφεντικού» για τη Χήρα εκμεταλλεύτηκα τις αναφορές του Καζαντζάκη στα γλυπτά του Ροντέν. Έτσι η αποτύπωση των γραμμών των αγαλμάτων του συγκεκριμένου γλύπτη έγιναν το οπτικό όχημα για μια τέτοια εικαστική απόδοση. Απαιτήθηκαν μάλιστα δύο ταξίδια στο μουσείο Ροντέν στο Παρίσι για να μπορέσω να αντλήσω το υλικό αυτό, με φωτογραφίες, επιτόπια σκίτσα αλλά και τη σχετική βιβλιογραφία. — Ο «Ζορμπάς», όπως και συνολικά ο Καζαντζάκης, έχει μελετηθεί εκτενώς. Στην κινηματογραφική του μεταφορά το έργο έχει δεχθεί την ερμηνεία της σκηνοθετικής ματιάς του Μιχάλη Κακογιάννη. Στην εκδοχή του graphic novel επιχειρείτε κι εσείς, ως δημιουργός, μια δική σας ερμηνεία; Ναι, βέβαια. Ζητούμενο και σ’ εμένα από την αρχή ήταν η δημιουργία ενός νέου πρωτότυπου έργου που θα συνομιλεί με το κείμενο του Καζαντζάκη, όχι αποτελώντας ένα πάρεργο αλλά, αντίθετα, προσθέτοντας στοιχεία, σκέψεις και αναφορές σε αυτό, προσδίδοντάς του ταυτόχρονα μια πιο σύγχρονη ροή αφήγησης. — Είχατε προηγούμενη επαφή με το έργο του Καζαντζάκη; Ποια ήταν η προετοιμασία σας, σε θεωρητικό ή άλλο επίπεδο, προκειμένου να ασχοληθείτε με τον «Ζορμπά»; Στη νεότητά μου είχα διαβάσει τα περισσότερα βιβλία του Καζαντζάκη, και εκείνα τα χρόνια με είχαν επηρεάσει σημαντικά. Τώρα βέβαια, για τη δημιουργία του δικού μου Ζορμπά, χρειάστηκε κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή ανάγνωση. Έτσι, όπως και σε όλα μου τα graphic novels, προηγήθηκε σοβαρή έρευνα και μελέτη. Και σε αυτό το κομμάτι είμαι ιδιαίτερα τυχερός γιατί, λόγω και της ακαδημαϊκής μου εμπειρίας, η συστηματοποίηση της έρευνας και η διαχείριση της βιβλιογραφίας μού είναι ιδιαίτερα οικείες διαδικασίες. Ανέτρεξα έτσι σε φιλολογικά ή άλλα σχετικά κείμενα (για παράδειγμα, για την κινηματογραφική αφήγηση του Ζορμπά), στην αλληλογραφία του ίδιου του συγγραφέα αλλά και σε πλήθος άλλων έργων που αναφέρονται ή υπονοούνται στο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη. Αναφέρω ενδεικτικά την Τρικυμία του Σαίξπηρ ή τη Θεία Κωμωδία του Δάντη. Είναι δουλειά επίπονη και χρονοβόρα αλλά ταυτόχρονα και μια εξαιρετικά όμορφη εμπειρία, αφού σε ταξιδεύει σε τόπους και σου γνωρίζει πράγματα που ούτε καν φανταζόσουν όταν ξεκινούσες. Και αυτό ίσως είναι το μεγαλύτερο προσωπικό κέρδος απ’ όλη ετούτη την καταβύθιση σε ένα τόσο πλούσιο κείμενο, όπως το συγκεκριμένο του Ζορμπά. Και το σχετικό link...
-
Στη μνήμη του γελοιογράφου Αρχέλαου Αντώναρου, τρεις προσωπικότητες που τον γνώρισαν από κοντά γράφουν γι’ αυτόν. Ο Αρχέλαος Αντώναρος στο γραφείο του Ο Αρχέλαος Αντώναρος, γνωστός και ως Αρχέλαος, ήταν ταλαντούχος σκιτσογράφος που με τη ζωντανή καρτουνίστικη γραμμή του και το κοινωνικοπολιτικό χιούμορ του ξεχώρισε στη μεταπολεμική ελληνική γελοιογραφία. Από τον Απρίλιο του 1998 που μας άφησε πέρασαν 25 χρόνια. Ένα παιδί που γεννήθηκε τότε είναι πλέον 25 χρόνων νέος, ακόμα ένας πιθανόν άνεργος και αγχωμένος πτυχιούχος μέσα στην αβεβαιότητα του σήμερα. Στις επόμενες σειρές γράφουν για αυτόν τρεις προσωπικότητες που γνώρισαν το έργο του και τον ίδιο: ο γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς Soloup (Αντώνης Νικολόπουλος), ο εικαστικός, δημοσιογράφος και συγγραφέας της «Ιστορίας της Ελληνικής Γελοιογραφίας» Δημήτρης Σαπρανίδης, και ο πολιτικός, δημοσιογράφος και γιος τού Αρχέλαου, Ευάγγελος Αντώναρος. Soloup «Τον ένιωθα κάτι σαν τον… γελοιογραφικό μου παππού» Ήταν μια ξεχωριστή φιγούρα στον χώρο της γελοιογραφίας ο Αρχέλαος. Με παχιά, αστεριξίστικα μουστάκια, εκτός από τα χαμόγελα και τα γέλια των αναγνωστών, προκαλούσε και την αγάπη, τον θαυμασμό τον ίδιων των συναδέλφων του. Φαρδιά μουστάκια που όμως δεν κατάφερναν να κρύψουν το πλατύ του χαμόγελο. Αντίθετα το τόνιζαν, το μεγάλωναν. Είχα τη μεγάλη χαρά στα σκιτσογραφικά μου ξεκινήματα να γνωρίσω τον «διάσημο γελοιογράφο» Αρχέλαο αλλά και να νιώσω τη ζεστασιά που μετέδιδε ως άνθρωπος. Τον ένιωθα κάτι σαν τον… γελοιογραφικό μου παππού. Εκείνος με σύστησε στους άλλους μεγάλους σκιτσογράφους της γενιάς του που θαύμαζα. Τον Μπόστ, τον Μητρόπουλο, τον Κυρ… Με καλούσε ως νεαρό σκιτσακούδι στις εκθέσεις, στις μαζώξεις της Λέσχης Γελοιογράφων που ήταν και πρόεδρος, μα και στο σπίτι του στην Καλλιθέα. Εκεί με τράταρε με καρτούλες και σκιτσάκια αλλά και με κάποια από τα όμορφα ζωγραφιστά του βότσαλα που είχε τοποθετημένα σ’ ένα καλάθι πάνω στο γραφείο του. Από τότε, σαν ευχή, σαν «γούρι», ως δείγμα ήθους και ύφους, το έχω πάντα κοντά στο δικό μου σχεδιαστήριο. Καθημερινή παρουσία στα πενήντα εκατοστά απ’ την καρέκλα μου. Βότσαλο ζωγραφισμένο από τον Αρχέλαο, δώρο στον Soloup (από τη συλλογή του Soloup) Ήταν κορυφαίος, μαζί με τον Χριστοδούλου, εκείνης της θεματικής φόρμας που θα την περιγράφαμε ως «κοινωνική» γελοιογραφία. Είχε τον δικό του, καλόκαρδα σαρκαστικό τρόπο να αναδείξει το αστείο στην καθημερινότητα των Ελλήνων στον «Θησαυρό», στο «Ρομάντζο» ή και σε άλλα έντυπα τις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Υπήρξε όμως το ίδιο πολιτικοποιημένος και ευαίσθητος, όχι μόνο ως ΤΟΤ στον «Ριζοσπάστη», αλλά ως το τέλος του στην «Αθηναϊκή» και παραδόξως στη «Βαβέλ». Εξώφυλλο του άλμπουμ του Αρχέλαου «Βαρελόφρονες», των εκδόσεων Βαβέλ Ναι, τον θαύμαζα ως σκιτσογράφο. Ένιωθα δέος με όλους αυτούς τους μεγάλους της γενιάς του. Όμως αυτό που μου έμεινε ήταν και το ανθρώπινο της επαφής του. Η ζεστασιά, η φροντίδα, το χιούμορ στις συναναστροφές του. Και πώς αλλιώς, αφού, εκτός των άλλων είχα και μια εμπειρία ζωής από τον Αρχέλαο. Όταν βρισκόμουν «αβυσματίας» δυσμενώς στον στρατό, μακριά από τους δικούς μου και έχοντας φύγει με μετάθεση από την αγαπημένη μου Λέσβο, έμαθε ο Αρχέλαος από τη μητέρα μου τις μαύρες μου πλερέζες. Ανέλαβε λοιπόν αμέσως δράση χωρίς να του ζητήσει κανείς κάτι τέτοιο. Έβαλε σ’ έναν φάκελο το βιβλιαράκι του «Γέλα καρδιά μου γέλα» που μόλις είχε κυκλοφορήσει, φυσικά με ιδιαίτερη αφιέρωση για να μου… ακμαιώσει το ηθικό. Όμως το έκανε με τον δικό του τρόπο, υπογράφοντας τον φάκελο ως «Αρχέλαος Γελοιογράφος» (για να το «δουν») και με ξεχωριστό γράμμα για τον διοικητή του τάγματος! Απ’ ό,τι μου είπε αργότερα, για να μάθουν οι αξιωματικοί πως έχω τη γνωριμία του και πως είμαι κι εγώ «σπουδαίος» σκιτσογράφος, να με προσέχουν και να μη με βασανίζουν. Τέτοια μεγάλη καρδιά, ο Αρχέλαος. Πιο μεγάλη απ’ τη χαμογελάρα που δεν κατάφερναν να κρύψουν τα μουστάκια του. Δημήτρης Σαπρανίδης «Είχε δικό του γελοιογραφικό χαρακτήρα στο σκίτσο» Τον Αρχέλαο τον κατατάσσω με τους πρώτους μεταπολεμικούς γελοιογράφους της Ελλάδας. Ήταν ο μεγαλύτερος και ο πρώτος που δούλεψε στον «Ριζοσπάστη» ως γελοιογράφος. Ο «Ριζοσπάστης» την εποχή του Εμφυλίου ήταν φυτώριο, δεν ήταν απλώς μια εφημερίδα. Μέσα εκεί μεγάλωσαν γελοιογράφοι, λογοτέχνες, ήταν λαμπρή εποχή του πνεύματος. Ο Κώστας Μητρόπουλος μου είχε πει πως γνώρισε τον Αρχέλαο στον «Ριζοσπάστη», όπου εκεί έδωσε τα πρώτα του σκίτσα και τον εγκρίναν, καθώς αυτός που ιδιαίτερα ξεχώρισε το ταλέντο του ήταν ο Αρχέλαος. Μετά τον Εμφύλιο οι γελοιογράφοι πέρασαν στον αστικό Τύπο όπου «τους άλλαξαν» τα γούστα και, επί εποχής Παπάγου και Τσαλδάρη, η πολιτική γελοιογραφία τους άρχισε να γίνεται τυπική, μια μεταπολεμική γελοιογραφία που δεν έγινε καθαρά πολιτική. Ο Αρχέλαος, μαζί με τον (Βασίλη) Χριστοδούλου, δημιούργησαν έναν τύπο που ήταν πολύ επίκαιρος, τον μεθύστακα και τους «Βαρελόφρονες». Ήταν ως άνθρωπος χιουμορίστας. Όλοι αυτοί οι γελοιογράφοι ήταν χιουμορίστες ως άνθρωποι. Έλεγαν αστεία στην καθημερινότητά τους, άλλα κρύα και άλλα ζεστά, και έπιναν πολύ κρασί. Οι τύποι που χρησιμοποιούσαν στις γελοιογραφίες τους, οι «Βαρελόφρονες», ήταν από προσωπικά τους βιώματα. Γενικά ο Αρχέλαος είχε ένα χιουμοριστικό σκίτσο το οποίο είχε μια εξέλιξη. Ήταν αυτόνομος και δεν έγινε ούτε κέντρο μίμησης από άλλους γιατί είχε δικό του γελοιογραφικό χαρακτήρα στο σκίτσο. Ευάγγελος Αντώναρος «Έβλεπε τη ζωή από την ευχάριστη πλευρά κι ας είχε κάτι το αδιόρατα μελαγχολικό» Είναι δύσκολο να γράψεις για κάποιο γνωστό πρόσωπο που ήταν πατέρας σου. Είναι ακόμη πιο δύσκολο να γράψεις όταν αυτό το πρόσωπο ήταν, αποδεδειγμένα, ευρύτατα αγαπητός. Μιλάω για τον Αρχέλαο που μεσουράνησε ως σκιτσογράφος από τις αρχές της δεκαετίας του ‘50 μέχρι τη δεκαετία του ‘90 κι έφυγε από τη ζωή πρόωρα πριν από 25 χρόνια τον Απρίλη του 1998, τέτοιες μέρες. «Μεγάλο παιδί» τον αποκαλούσαν οι συνάδελφοί του. Άκακος ήταν. Αλλά όχι ανυποψίαστος. Ήταν πολιτικοποιημένος από τα φοιτητικά του χρόνια. Αμετακίνητος δημοκράτης με προοδευτικές για τα χρόνια του αντιλήψεις. Έβλεπε τη ζωή από την ευχάριστη πλευρά κι ας είχε κάτι το αδιόρατα μελαγχολικό στα γκριζογάλανα μάτια του. Ας είχε περάσει όχι και τόσο εύκολα παιδικά χρόνια στην αγαπημένη του Σαλονίκη. Οι συνάδελφοί του εκτιμούσαν όχι μόνο την ανυστερόβουλη συμπεριφορά του, αλλά και την ενθάρρυνση που έδινε σε πραγματικά ταλαντούχους νέους οι οποίοι ονειρεύονταν να μπουν σε αυτόν τον δύσκολο και πολύ ανταγωνιστικό χώρο. Ίσως γι’ αυτό τον είχαν εκλέξει επανειλημμένα «Πρόεδρο» στη Λέσχη τους. Γελοιογραφικό αυτοπορτρέτο του Αρχέλαου Κάποιοι νομίζουν πως οι σκιτσογράφοι είναι πάντα μέσα στην καλή χαρά γιατί με τις δημιουργίες τους κάνουν τους αναγνώστες να γελούν. Μεγάλο λάθος. Συνήθως κουβαλάνε μέσα τους μια μελαγχολία, έναν σκεπτικισμό κι έχουν ένα ιδιότυπο κοφτό χιούμορ. Βλέπουν πράγματα, χαρακτηριστικά και ιδιότητες στους άλλους και την κοινωνία που ο μέσος άνθρωπος δεν διακρίνει ή, πολύ συχνά, προσπερνά. Έτσι ήταν κι ο Αρχέλαος. Άνθρωπος της παρέας μεν, αλλά και με δόσεις εσωστρέφειας. Δεν του άρεσαν οι λεκτικές περιπλοκάδες. Ζωγράφιζε με το θείο δώρο που είχε «όπως έβλεπε». Κι όταν μια ηθοποιός, νούμερο ένα της εποχής της, του παραπονέθηκε πως σ’ ένα σκίτσο της είχε αποδώσει ένα χαρακτηριστικό του προσώπου της που εκείνη θαρρούσε πως την αδικούσε, της απάντησε: «Μα αυτό είναι το σήμα κατατεθέν σου που σε κάνει αγαπητή στον κόσμο». Και δεν την ξαναζωγράφισε. Όχι γιατί θύμωσε. Σπάνια άλλωστε τον είχα δει θυμωμένο – μερικές φορές με μένα (κι είχε δίκιο!). Όπως έλεγε η σύζυγός του και μητέρα μας Γεωργία: «Όταν κατεβάζει τα μουστάκια του, φεύγουμε από το δωμάτιο». Εκείνος δούλευε συνήθως στο γραφειάκι της μονοκατοικίας στην οδό Φορνέζη στην Καλλιθέα, όπου έζησε. Κάθε φορά που πάω να δω την 98χρονη μάνα μου, ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα. Είναι σαν να τον βλέπω ακόμη καθισμένο εκεί, έχοντας μπροστά τα πινέλα του. Τον χώρο τον έχουμε διατηρήσει όπως ήταν τη μέρα που μας είπε αντίο. Με τους τοίχους βαμμένους σε αιγαιοπελαγίτικο μπλε που εκείνος είχε διαλέξει. Και το σχετικό link...
-
- 6
-
-
-
- αρχέλαος αντώναρος
- θησαυρός
- (and 9 more)
-
Πώς μεταφέρεις ιστορικά γεγονότα στα καρέ της ένατης τέχνης; Δύο κομίστες με εμπειρία στο είδος αναλύουν τη μακρά διαδικασία, αλλά κοιτούν και τις ενδεχόμενες, αλλά όχι πάντα απαραίτητες, εκπαιδευτικές προεκτάσεις του ιστορικού κόμικ. Στην Ελλάδα, ήδη από τη δεκαετία του '50 έχουμε κόμικ ιστορικού ενδιαφέροντος στη σειρά «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Έχουν περάσει περισσότερα από 70 χρόνια από όταν τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» έφτασαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, όχι μόνο για να χωρέσουν σε καρέ κόμικ κείμενα αναφοράς από την παγκόσμια λογοτεχνία, αλλά και για να καταπιαστούν με θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος. Τον Οκτώβριο του 1953 στα περίπτερα της εποχής κρεμάστηκε ένα «Κλασσικό» διαφορετικό από τα άλλα: ήταν η ιστορία του «Περσέα και της Ανδρομέδας» φιλοτεχνημένη από τον Κώστα Γραμματόπουλο και γραμμένη από τον Βασίλη Ρώτα. Ήταν το πρώτο κόμικ μιας νέας κατηγορίας των «Κλασσικών Εικονογραφημένων» με θέματα βγαλμένα «Από τη Μυθολογία και την Ιστορία της Ελλάδας». Ακολούθησαν δεκάδες τεύχη με ιστορίες από το Βυζάντιο, την Ελληνική Επανάσταση, αλλά και την αρχαία μυθολογία. Μια νέα κατηγορία κόμικ εδραιωνόταν πλέον και στα μέρη μας, στα οποία συνεχίζει να δημιουργεί με επιτυχία μέχρι και σήμερα: το ιστορικό κόμικ. Πλέον εδώ και χρόνια τα κόμικ δίνουν όλο και περισσότερο τη σκυτάλη σε πιο ολοκληρωμένες και προσεγμένες δουλειές, τα λεγόμενα graphic novels, που όχι μόνο είναι πιο εκτενή, αλλά αγγίζουν και θέματα που κάποτε, χωρούσαν μόνο σε «σοβαρά» συγγράμματα. Το κόμικ γίνεται πλέον μια μορφή «εκλαϊκευμένης επιστήμης» που καταφέρνει να προσφέρει διασκέδαση και γνώση την ίδια στιγμή, απαλλαγμένο από δαιδαλώδεις αφηγήσεις και λεπτομέρειες που ενδεχομένως θα κούραζαν κάποιους αναγνώστες. Και η απήχηση είναι μεγάλη. Να θυμηθούμε πως πριν λίγες μέρες μάθαμε πως το graphic novel «Αριστοτέλης» που έκαναν οι έμπειροι με την ιστορία κομίστες Τάσος Αποστολίδης και Αλέκος Παπαδάτος, μεταφράζεται αυτή τη στιγμή σε επτά γλώσσες, από γερμανικά μέχρι κινέζικα. Από τις ιστορικές μάχες, στις «μάχες» με το πενάκι Πόσο εύκολο είναι όμως να μπορέσει κανείς να μετουσιώσει την πολυπλοκότητα των ιστορικών γεγονότων σε μία πιο απλή και άμεση αφήγηση όπως είναι αυτή των κόμικ; Και μάλιστα χωρίς να είναι συγχρόνως και ιστορικός; Με «πολλή βιβλιογραφική έρευνα, πολύ διάβασμα και πολλές σημειώσεις», θα απαντήσει ο Θανάσης Πέτρου. Αυτό έκανε και ο ίδιος προκειμένου να προετοιμαστεί για graphic novels του όπως το «1922 – Το Τέλος του Ονείρου» που ταξιδεύει πίσω στις σκοτεινές ημέρες της Μικρασιατικής Καταστροφής, αλλά και το «Οι Όμηροι του Γκαίρλιτς», που αποπειράται να πει μία αληθινή ιστορία της περιόδου του Εθνικού Διχασμού. Απόσπασμα από κόμικ του Θανάση Πέτρου Η ιστορική έρευνα για ένα τέτοιο εγχείρημα είναι απαραίτητη και μακρόχρονη. Για να κάνει το «Αϊβαλί» και το «’21 – Η Μάχη της Πλατείας» (για τη Μικρασιατική Καταστροφή και την Επανάσταση του 1821, αντίστοιχα), ο Soloύp χρειάστηκε για το καθένα τρία με τέσσερα χρόνια εντατικής μελέτης: «Τα δέκα-είκοσι βιβλία για “βιβλιογραφία” και μερικά σερφαρίσματα, δυστυχώς δεν επαρκούν για μια σοβαρή έρευνα», εξηγεί. Κι αυτός ο χρόνος είναι απαραίτητος «για έναν ακόμα σημαντικό λόγο: Να ωριμάσει, να κατασταλάξει η επαφή με τα γεγονότα της ιστορίας και να μην παρασυρθούμε από απλουστεύσεις, κλισέ και έντονα υποκειμενικές προσεγγίσεις», σημειώνει ο κομίστας. Πάντως, αυτό είναι ένα στάδιο που ο Θανάσης Πέτρου βρίσκει ιδιαίτερα γοητευτικό γιατί σε αυτό ανακάλυπτε «στοιχεία και λεπτομέρειες, ώστε να μπορέσω να κάνω συσχετισμούς, οι οποίοι με τη σειρά τους με βοήθησαν να σχηματίσω μια πιο σφαιρική άποψη για τα γεγονότα της περιόδου που με ενδιέφερε». Μια ιστορική αφήγηση, είτε σε κόμικ είτε σε οποιαδήποτε άλλη μορφή της, πρέπει να αποτυπώνει μία εποχή όχι μόνο οπτικά και μεταφέροντας ένα πλαίσιο γεγονότων, αλλά και να μπορεί να μιλήσει τη γλώσσα του εκάστοτε τόπου και χρόνου. Όχι όμως και να ξενίζει τον σύγχρονο αναγνώστη. Ο δημιουργός των «Ομήρων του Γκαίρλιτς» βάζει στο τραπέζι δύο σημαντικούς παράγοντες που πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του όταν διαμορφώνει ιστορικούς ήρωες: «Από τη μία μπορεί να έχουμε περιγραφές με τη μορφή voice over και από την άλλη έχουμε διαλόγους. Οι περιγραφές ακολουθούν τους κανόνες της γραπτής αφήγησης, ενώ οι διάλογοι ακολουθούν τους κανόνες του προφορικού λόγου. Αν θέσουμε και το ζήτημα της ιστορικότητας, και με δεδομένο ότι η ελληνική γλώσσα είχε δύο μορφές, την καθαρεύουσα και την καθομιλουμένη δημοτική, τότε τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο». Ο ίδιος στις δουλειές του προσπαθεί να διατηρήσει τον διαφορετικό τρόπο ομιλίας που αρμόζει σε κάθε περίσταση: «Στα κόμικ μου “μιλάνε” διαφορετικά οι Μικρασιάτες πρόσφυγες και διαφορετικά οι μάγκες από τον Πειραιά, ή χρησιμοποιώ αυθεντικά κείμενα σε καθαρεύουσα όταν αυτό είναι απαραίτητο». Παρόμοια μέθοδο χρησιμοποιεί και ο Soloύp με τη διαφορά πως, σε περιπτώσεις που στις προαναφερθείσες δουλειές του χρειάστηκε να παραθέσει πηγές ή να εντάξει κείμενα άλλων συγγραφέων και ιστορικών στην αφήγηση, τότε προσπάθησε να παραμείνει πιστός στο πρωτότυπο κείμενο και το αρχικό ύφος, που κάποιες φορές μπορεί να ρέπει προς μια πιο δοκιμιακή γλώσσα. Από graphic novel του Θανάση Πέτρου Δεν παύει βέβαια ακόμα και ένα ιστορικό κόμικ να είναι μια νέα αφήγηση, με τη ματιά και την κατεύθυνση που του δίνει ο δημιουργός του. Μια προσπάθεια ισορροπίας ανάμεσα στον πολύ «αυτοσχεδιασμό» αλλά και τον κίνδυνο να καταλήξει μία ιστορία σε ένα συνεχές εγκυκλοπαιδικό «fact checking» της ιστορικής πραγματικότητας. Ο Θανάσης Πέτρου δεν θέλει τα graphic novels του να καταλήγουν να γίνονται «στεγνά, ιστορικά ντοκιμαντέρ». Εξακολουθεί βέβαια να προσέχει τι βάζει και πού: «Οι χαρακτήρες, αφού εντάσσονται σ’ ένα ιστορικό πλαίσιο, πιστεύω πως πρέπει να συμβαδίζουν με τις πολιτιστικές και κοινωνικές συνθήκες αλλά και την επικρατούσα ιδεολογία της εποχής, είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ μ’ αυτή. Δεν νομίζω ότι θα εξυπηρετούσε ιδιαιτέρως την αφήγησή μου για τη Μικρασιατική Εκστρατεία η ύπαρξη ενός άθεου, αναρχικού, αντιπατριώτη στρατιώτη που υπηρετούσε στον Ελληνικό Στρατό το 1922. Η ύπαρξη ενός τέτοιου χαρακτήρα δεν θα έπειθε ιδιαιτέρως τον αναγνώστη μου», παραδέχεται. Έπειτα βέβαια, η υπερβολική προσήλωση στην πραγματικότητα μπορεί τελικά να φέρει τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα: «Η υπερβολική λεπτομέρεια τόσο στην εικόνα (για παράδειγμα εμμονή στις λεπτομέρειες μιας στολής ή ενός κτιρίου) ή μια επίδειξη γνώσεων ιστορίας από τον δημιουργό μέσα στην αφήγηση» κρίνει ο Soloύp πως είναι στοιχεία που μπορεί τελικά «να υπονομεύσουν την ιστορική αληθοφάνεια». Εκτός κι αν πρόκειται για ένα αισθητικό ή αφηγηματικό ζητούμενο, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των «300» του Φρανκ Μίλλερ. Αυτό που τελικά είναι το κλειδί για την επιτυχή δημιουργία ενός ιστορικού κόμικ, είναι να δώσει ο δημιουργός του στον εαυτό του και τη διαδικασία τον απαραίτητο χρόνο ωρίμανσης. «Η ωρίμανση της αντίληψής μας για τα ιστορικά γεγονότα και τις πηγές που μελετήσαμε από τη μια και η εικαστική αφαίρεση απ’ την άλλη, είναι ένας δρόμος που μας οδηγεί τελικά πιο κοντά σε αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα», συμπεραίνει ο Soloύp. Πρώτη ώρα: Ιστορία σε κόμικ Η ιστορία είναι και κάτι, βέβαια, που πολλοί έχουμε συνδέσει με ένα εκπαιδευτικό και δη σχολικό πλαίσιο, κάτι που για να το πούμε απλά κάναμε σαν παιδιά όταν δεν διαβάζαμε κόμικ. Αν και το κόμικ δεν είναι κάτι που αφορά φυσικά μόνο τα παιδιά, πού έρχονται τελικά αυτοί οι δύο κόσμοι να συναντηθούν; Μπορεί να γίνει η ένατη τέχνη ένα εργαλείο μιας πιο ευχάριστης και αφομοιώσιμης εκπαίδευσης; Σκίτσο του Soloύp Δεν ήταν ποτέ μέσα στις προθέσεις του Θανάση Πέτρου να πάρουν τα κόμικ του έναν εκπαιδευτικό χαρακτήρα, παρ’ όλα αυτά κάποτε επικοινώνησαν μαζί του εκπαιδευτικοί που του είπαν πως χρησιμοποιούν τα κόμικ του ως επικουρικό εκπαιδευτικό υλικό στις σχολικές τάξεις. Ο Soloύp από την άλλη έχει δει στην πράξη το κόμικ να λειτουργεί σαν εκπαιδευτικό εργαλείο, μέσα από εργαστήρια που κάνει συστηματικά την τελευταία δεκαετία και παρουσιάσεις του σε σχολεία και πανεπιστήμια. Όπως και να ‘χει, όποιος αναγνώστης πιάσει στα χέρια του ένα ιστορικό graphic novel σίγουρα κάτι θα μάθει. Μέλημα πάντως του Θανάση Πέτρου κάθε φορά που καταπιάνεται με μια καινούργια του δουλειά είναι «να κάνω κάτι που έχει ιστορική πιστότητα, και ταυτόχρονα μέσα από τις επιλογές μου, να μπορώ να εκφράσω και τη δική μου άποψη». Και όπως καταλήγει και ο Soloύp πρέπει πάντα να θυμόμαστε το εξής: Ότι τα κόμικ είναι τελικά «μια αυτόνομη τέχνη λόγου και εικόνας με εξαιρετικές αφηγηματικές και εικαστικές δυνατότητες. Μια εύκολα προσβάσιμη τέχνη που αφορά όλες τις ηλικίες, τις αισθητικές και τα γούστα. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνούν ούτε οι εκδότες και κυρίως οι ίδιοι οι δημιουργοί». Και το σχετικό link...
-
- 3
-
-
- 1922 – το τέλος του ονείρου
- οι όμηροι του γκαίρλιτς
- (and 4 more)
-
Tο Facebook δεν είναι κανένα φόρουμ δημοκρατίας και διαλόγου, ούτε τόπος διεξαγωγής ελεύθερης ανταλλαγής απόψεων. Αυτά είναι γνωστά. Άλλους σκοπούς υπηρετεί. Πάντα με γνώμονα το κέρδος. Από εκεί όμως μέχρι τη λογοκρισία αντιφασιστικών σκίτσων υπάρχει απόσταση. Θύμα της λογοκρισίας έπεσε πριν από λίγες μέρες και ο Soloup, ο οποίος σε δημόσια ανακοίνωσή του αναρωτιέται: «Τι το “επικίνδυνο” μπορεί να κρύβει ένα σκίτσο από το Αϊβαλί στο Facebook; Και ποιοι είναι τελικά εκείνοι που “τρομοκρατούνται”; Η “επικίνδυνη” απειλή λοιπόν υπήρξε η εξής: την ημέρα μνήμης για τα θύματα του ολοκαυτώματος (27 Ιανουαρίου) ανέβασα στη σελίδα μου στο FB, ως ελάχιστη συνεισφορά σε αυτό, ένα δισέλιδο από τη γαλλική μετάφραση του graphic novel Αϊβαλί. Το σκίτσο κάνει μια τριπλή αναφορά στην πύλη του Άουσβιτς, τα συρματοπλέγματα του Γκουαντάναμο και στην αντιπολεμική χαλκογραφία του Francisco Goya. Σπουδαίο κατόρθωμα! Με νεκρούς! Η δική μου ανάρτηση είχε τίτλο “Στο δρόμο για τα ολοκαυτώματα” και μια λεζάντα απ’ το κόμικς: “Πάντα οι άνθρωποι κρύβονταν πίσω από αυτή τη δικαιολογία: ΟΙ ΑΛΛΟΙ”. Ποια είναι λοιπόν η απειλή για τα ψαλίδια του FB; Είναι ο δημιουργός (ή και ο… ζωγράφος) ενός τέτοιου σκίτσου “επικίνδυνο άτομο”; Το να μιλάς για τα θύματα του φασισμού, για την ξενοφοβία και τη μισαλλοδοξία συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με κάποια “επικίνδυνη οργάνωση”; Γιατί προτρέχουν πάντα (και) στο FB να προλάβουν το “κακό” που έρχεται σε οποιαδήποτε αντιφασιστική αντίδραση με σκοπό να προστατέψουν εκείνους που θέλουν “να νιώθουν ασφαλείς και να εισπράττουν τον σεβασμό”; Ενδεικτικό της δυσανεξίας κάποιου “θιγμένου” επισκέπτη υπήρξε το σχόλιο: “Χασάπης ο σκιτσογράφος εμπνέεται με τις κομμένες σάρκες”. Κι έτσι απλά, από “xασάπης” ο σκιτσογράφος (προφανώς και ο ζωγράφος Γκόγια) με ένα σκίτσο που σχολιάζει για εκείνους που σφάζουν ανθρώπους στα ολοκαυτώματα, βρέθηκε σφαγμένο το σκιτσάκι. Μια ακόμα περίπτωση “δημοκρατικής ευθιξίας” από το FB. Έτσι, για να μην έχουμε και πολλές αυταπάτες μέχρι πού φτάνουν τα όρια της δημοκρατίας και η ελευθερία του λόγου στα social media. Αυτοί έχουν το καρπούζι, αυτοί και το μαχαίρι». Με τη συμπαράστασή μας στον Soloup ως δεδομένη, ίσως το περιστατικό να είναι ακόμα μία αφορμή για εμάς τους χρήστες να αναζητήσουμε νέους τόπους και τρόπους συνεύρεσης. Πιο φυσικούς και πιο ελεύθερους. Και το σχετικό link...
-
Τι το «επικίνδυνο» μπορεί να κρύβει ένα σκίτσο από το «Αϊβαλί» στο Facebook; Και ποιοι είναι τελικά εκείνοι που «τρομοκρατούνται»; Η «επικίνδυνη» απειλή λοιπόν υπήρξε η εξής: Την ημέρα μνήμης για τα θύματα του ολοκαυτώματος (27 Ιανουαρίου) ανέβασα στη σελίδα μου στο FB, ως ελάχιστη συνεισφορά σε αυτό, ένα δισέλιδο από τη γαλλική μετάφραση του graphic novel «Αϊβαλί». Το σκίτσο κάνει μια τριπλή αναφορά στην πύλη του Άουσβιτς, τα συρματοπλέγματα του Γκουαντάναμο και στην αντιπολεμική χαλκογραφία του Francisco Goya: «Grande hazaña! Con muertos!» («Σπουδαίο κατόρθωμα! Με νεκρούς!»). Η δική μου ανάρτηση είχε ως τίτλο «Στο δρόμο για τα ολοκαυτώματα» και υπήρχε και η μετάφραση μιας λεζάντας απ’ το κόμικς: «Πάντα οι άνθρωποι κρύβονταν πίσω από αυτή τη δικαιολογία: ΟΙ ΑΛΛΟΙ». Ποια είναι λοιπόν η απειλή για τα ψαλίδια του FB; Είναι ο δημιουργός (ή και ο… ζωγράφος) ενός τέτοιου σκίτσου «επικίνδυνο άτομο»; Το να μιλάς για τα θύματα του φασισμού, για την ξενοφοβία και τη μισαλλοδοξία συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με κάποια «επικίνδυνη οργάνωση»; Γατί προτρέχουν πάντα (και) στο FB να προλάβουν το «κακό» που έρχεται σε οποιαδήποτε αντιφασιστική αντίδραση με σκοπό να προστατέψουν εκείνους που θέλουν «να νιώθουν ασφαλείς και να εισπράττουν τον σεβασμό»; Ενδεικτική της δυσανεξίας κάποιου «θιγμένου» επισκέπτη υπήρξε το σχόλιο: «Χασάπης ο σκιτσογράφος εμπνέεται με τις κομμένες σάρκες». Κι έτσι απλά, από «Χασάπης» ο σκιτσογράφος (προφανώς και ο ζωγράφος Γκόγια) με ένα σκίτσο που σχολιάζει για εκείνους που σφάζουν ανθρώπους στα ολοκαυτώματα, βρέθηκε σφαγμένο το σκιτσάκι απ’ το «Αϊβαλί». Μια ακόμα περίπτωση «δημοκρατικής ευθιξίας» από το FB. Έτσι για να μην έχουμε και πολλές αυταπάτες μέχρι πού φτάνουν τα όρια της δημοκρατίας και η ελευθερία του λόγου στα social media. Αυτοί έχουν το καρπούζι, αυτοί και το μαχαίρι. Και το σχετικό link...
-
Η ελληνική ιστορία μέσα από το graphic novel του Soloúp Πέγκυ Κεκέ Πηγή: elculture.gr Σημαιάκια, παρελάσεις, σχολικές γιορτές, τραγούδια και ποιήματα· σε τέτοιο κλίμα κυμαίνεται η καθημερινότητα του ελληνικού λαού δύο φορές τον χρόνο, με την μια από αυτές να πλησιάζει. Με τον ερχομό της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου του 1940, μικροί και μεγάλοι έχουν την ευκαιρία να βρεθούν πιο κοντά σε μια πτυχή της ιστορίας του ελληνικού κράτους, σε μια πτυχή δηλαδή της ιστορίας τους, αναπολώντας τα τρανταχτά γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά κυρίως δίνοντας έμφαση στον ρόλο που διαδραμάτισε η ίδια η χώρα σε αυτόν. Στο πλαίσιο της εθνικής αφύπνισης και της ενθύμησης της πολιτιστικής κληρονομιάς της ελληνικής πραγματικότητας, βρήκα την ευκαιρία να μιλήσω για ένα έργο το οποίο, με τρόπο ιδιαίτερο και προσιτό, περικλείει όλες αυτές της αξίες και τα ιδανικά που ο ελληνικός λαός με τόσο σθένος προβάλει τις παραμονές των εθνικών επετείων. Ο λόγος γίνεται για το graphic novel του ταλαντούχου πολιτικού γελοιογράφου Soloúp, με το όνομα «21: Η μάχη της πλατείας», μέσα στο οποίο παρουσιάζονται γεγονότα της άλλης μεγάλης εθνικής εορτής, του Αγώνα για την σύσταση του νέου ελληνικού κράτους, του 1821. Λίγα λόγια για τον Soloúp Πηγή: culturenow.gr Ο διακεκριμένος σκιτσογράφος, πολιτικός γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς, Αντώνης Νικολόπουλος είναι πλέον περισσότερο γνωστός με το όνομα Soloúp, με το οποίο υπογράφει τα έργα του ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια. Με σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και αισθητή παρουσία στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου ως διδάκτωρ μα και μεταδιδακτορικός ερευνητής, ο Soloúp μετρά μια σημαντική σειρά από κόμικς και γελοιογραφίες σε γνωστά περιοδικά και εφημερίδες, μα και graphic novels, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και το «Αϊβαλί», ένα μεγάλης εμβέλειας έργο που πραγματεύεται με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής, δημοσιευμένο το 2014 από τις εκδόσεις Κέδρος, και στο οποίο απονέμεται σημαντικός αριθμός βραβείων. Το βασικό στοιχείο των έργων του βασίζεται γύρω από την παρουσίαση της πραγματικότητας μέσω εικόνων, φωτογραφιών και σκίτσων, εντάσσοντάς την σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μυθοπλασίας, όπως βλέπουμε στο «Αϊβαλί» (Κέδρος, 2014), στο «Ο Συλλέκτης: Έξι διηγήματα για έναν κακό λύκο» (Ίκαρος, 2018) και στο «21: Η μάχη της πλατείας» (Ίκαρος, 2021). Μερικά ακόμη από τα έργα του είναι: Τα ελληνικά comics (Τόπος, 2012), Βαβέλ, Γαλέρα (κόμικς) κ.ά. «21: Η μάχη της πλατείας» Πηγή: www.kathimerini.gr Πόσα ξέρουν οι Έλληνες για τον Αγώνα του ’21; Πώς οι γνώσεις αυτές θα μεταφερθούν στις επόμενες γενιές και πώς η ελληνική ιστορία θα γίνει πιο προσιτή σε μικρούς και μεγάλους; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που έθεσαν τις βάσεις για τη δημιουργία του graphic novel που με τόση επιτυχία εκδόθηκε από τις εκδόσεις Ίκαρος το 2021, στα πλαίσια των διακοσίων χρόνων από την ελληνική επανάσταση. Η ιδέα έπεσε στο τραπέζι ήδη από το 2017 οπότε και ξεκίνησαν οι διεργασίες για το σημαντικό αυτό έργο, το οποίο πήρε τεράστιες διαστάσεις. Μέσα από διεξοδικές έρευνες, σε ένα πεδίο αχανές, μέσα από αφηγήσεις ανθρώπων που έζησαν την επανάσταση και άλλων που την μελέτησαν με προσοχή, μέσα από ομιλίες, εικόνες και κάθε είδους πηγή που είναι προσιτή, ο Soloúp με την σημαντική βοήθεια των συνεργατών του, φρόντισαν να μη λείψει κανείς από το βιβλίο· ήρωες, αντιήρωες, φιλέλληνες και οπλαρχηγοί, Φαναριώτες, κοτζαμπάσηδες, Έλληνες, Τούρκοι και όσοι άλλοι πήραν μέρος στα γεγονότα, απλώνονται στις σελίδες αυτού του graphic novel και παρουσιάζουν την ιστορία με μια αλλιώτικη μορφή. Πηγή: elculture.gr Σκοπός των δημιουργών ήταν να γίνει μια άρρηκτη σύνδεση του παρόντος με το παρελθόν, να μπορέσει κανείς να δει τα γεγονότα υπό το πρίσμα του σήμερα ώστε να αποκτήσει μια πιο σφαιρική άποψη για την ιστορία. Για το λόγο αυτό, η αφήγηση ξεκινά σε παροντικό χρόνο, στην πλατεία μπροστά από το άγαλμα του Κολοκοτρώνη, από έναν γέρο άστεγο ο οποίος μιλά για τα γεγονότα του 1821, και με αποδέκτη ένα νεαρό κορίτσι, στα μάτια του οποίου ζωντανεύουν οι μορφές, οι μάχες και τα γεγονότα. Το βιβλίο χωρίζεται σε 21 κεφάλαια, τα οποία εντάσσονται σε 5 ευρύτερες κατηγορίες (Πλατεία, Χατζάρια, Σεργούνι, Ήρωες, Γκιλοτίνα), ενώ στο παράρτημά του μπορεί κανείς να βρει τη διαδικασία εκπόνησης του έργου, τη σκέψη γύρω από τη δημιουργία του, καθώς και σημαντικά στοιχεία για κάθε μια από τις ιστορίες που συμπεριλαμβάνονται. Έχοντας τεθεί υπό την αιγίδα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, μα και με την αμέριστη υποστήριξη του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας και τη συμβολή του Πανεπιστημίου του Αιγαίου, πρόκειται για ένα graphic novel πολλά υποσχόμενο και δικαίως διαδεδομένο. «Ιστορίες πολλών ανθρώπων, η Ιστορία μας.» (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) Πηγή: www.kathimerini.gr Η ανδρεία και η ρωμιοσύνη των Ελλήνων προβάλλεται με κάθε ευκαιρία από τον λαό, με κύριους φορείς τις εθνικές μας επετείους· οι δυο αυτές ημερομηνίες (25 Μαρτίου 1821 και 28 Οκτωβρίου 1940) είναι χαραγμένες στην ψυχή και στο μυαλό κάθε ανθρώπου ήδη από την νηπιακή μας ηλικία. Ωστόσο, σε τελική ανάλυση, είναι χρέος μας ως άνθρωποι να κάνουμε ένα βήμα πίσω προκειμένου να δούμε τα πράγματα με σφαιρικότητα και αμεροληψία, λαμβάνοντας υπόψη μια μαζική μορφή της ιστορίας, ένα διευρυμένο όλον και όχι τα μερικά και συχνά διαδεδομένα μέρη. Η ιστορία μας, ή μάλλον καλύτερα η ιστορία ολόκληρου του κόσμου, είναι μια συνέπεια συλλογικής προσπάθειας, σειρές από γεγονότα, αμέτρητοι άνθρωποι, μάχες, τραγούδια και πολιτισμοί, στο πέρασμα των χρόνων συναντιούνται και μπερδεύονται. Το να περιορίσει λοιπόν κανείς την ιστορία σε μια μόνο πλευρά της μπορεί μονάχα να τη φθείρει και να την υπονομεύσει, άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε πως «Ιστορίες πολλών ανθρώπων είναι η Ιστορία μας». Πηγούλα
-
Νέα φεστιβάλ, εκθέσεις, συζητήσεις και κάθε είδους αφορμές με επίκεντρο την Ένατη Τέχνη θα μας κρατήσουν συντροφιά τους υπόλοιπους μήνες του φθινοπώρου. Αντιπολεμική Έκθεση «Look Around You» To φετινό φθινόπωρο ξεκίνησε με δυο άκρως επιτυχημένες διοργανώσεις σε Χανιά (6ο Chaniartoon 2022) και Θεσσαλονίκη (The Comic Con 6). Το πρόγραμμα συνεχίζεται με νέα φεστιβάλ, εκθέσεις, συζητήσεις και κάθε είδους αφορμές με επίκεντρο την Ένατη Τέχνη. 6ο Φεστιβάλ Εφαρμοσμένων Τεχνών Ορνεράκης Επιστρέφει για έκτη χρονιά το Φεστιβάλ Εφαρμοσμένων Τεχνών του Εργαστηρίου Ελευθέρων Σπουδών Ορνεράκης. Θα πραγματοποιηθεί και φέτος στο νεοκλασικό κτίριο της Σχολής και θα περιλαμβάνει, όπως κάθε χρόνο, την ετήσια έκθεση των σπουδαστών καθώς και masterclasses, παρουσιάσεις, προβολές, workshops, αυτοεκδόσεις, animation. Στόχος του Φεστιβάλ είναι να αναδείξει και να παρουσιάσει τα πολυδιάστατα επαγγέλματα του χώρου. Μην παραλείψετε να περάσετε από όλους τους πάγκους των FANZINάδων, ανακαλύπτοντας φρέσκες δουλειές και ανερχόμενα ταλέντα! 📌 Σαββατοκύριακο 1-2/10 Κέντρο Εφαρμοσμένων Τεχνών Ορνεράκης, Θήρας 19, πλατεία Αμερικής, Αθήνα Τηλ. επικοινωνίας: 210-8665611 Αντιπολεμική Έκθεση «Look Around You» Ως μέρος του Φεστιβάλ, εγκαινιάστηκε στις 27 Σεπτεμβρίου στο πολιτιστικό κέντρο «Μελίνα» η Αντιπολεμική Έκθεση «Look Around You» με έργα των σπουδαστών της Σχολής Ορνεράκης. Η έκθεση σκοπό έχει να στείλει ισχυρό αντιπολεμικό μήνυμα σε μια εποχή που οι πολεμόχαρες ιαχές πυκνώνουν και οι ειρηνοποιοί σε θέσεις εξουσίας ολοένα και λιγοστεύουν. Οι σπουδαστές με μόνα όπλα τους τα πενάκια, τα πινέλα, τα χρώματα και τη φαντασία τους, ανασυνθέτουν το πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής, βλέπουν τι είναι αυτό που μας ενώνει και όχι τι μας χωρίζει. 📌 Μέχρι τις 6/10 Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα» Ηρακλειδών 66, Αθήνα Χάρτινοι Ήρωες: η δική σου εκδοχή Οι «Χάρτινοι Ήρωες» είναι ένα διαδραστικό εικαστικό φεστιβάλ το οποίο αποσκοπεί στο να αναδείξει τη διαδικασία της εικονογράφησης των παραμυθιών και των κόμικς μέσα από ένα πλούσιο διήμερο στην πόλη του Πύργου. Απευθύνεται σε μικρούς και μεγάλους, σε απόφοιτους ή σπουδαστές εικαστικών σχολών, εκπαιδευτικούς, αλλά και σε λάτρεις της εικονογράφησης που θέλουν να μάθουν να εικονογραφούν με τον δικό τους τρόπο. Βασικός άξονας, το διήμερο εργαστήριο σχεδιασμού χαρακτήρα παραμυθιού με τον Νίκο Τουμαζάτο, όπου οι συμμετέχοντες δημιουργούν τη δική τους εκδοχή του ήρωα. Το φεστιβάλ εμπλουτίζεται με παράλληλες δράσεις, όπως ομιλία της ψυχολόγου Ειρήνης Μεσσήνη, έκθεση εικονογράφησης από διάφορους καλλιτέχνες, έκθεση βιβλίων παραμυθιού και κόμικς, έκθεση χειροποίητων δημιουργιών, προβολή ταινιών animation και live μουσικών σχημάτων (Kolibri Sessions, κ.ά.) και dj sets. 📌 2η μέρα: Σάββατο 1/10, από τις 18.00, Πάρκο ΣΠΚ, Πύργος Η Μικρασιατική Καταστροφή μέσα από τα graphic novels Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, το Γαλλικό Ινστιτούτο διοργανώνει ανοιχτή συζήτηση με τους Allain Glykos και Soloup, δημιουργούς των γκράφικ νόβελ «Μανώλης» και «Αϊβαλί» αντίστοιχα. Ο μεν πρώτος, Γάλλος καθηγητής, ερευνητής και συγγραφέας ελληνικής καταγωγής, αφηγείται την ιστορία του πρόσφυγα πατέρα του Μανώλη, ο οποίος διώχτηκε από το χωριό του στη Σμύρνη σε ηλικία οκτώ ετών. Ο δεύτερος, Έλληνας σκιτσογράφος, κάνει το αντίστροφο ταξίδι σε ενεστώτα χρόνο από τη Λέσβο στο Αϊβαλί, όπου τα σπίτια που εγκατέλειψαν οι Έλληνες κατοικούνται πια από Τούρκους, που και οι ίδιοι εκδιώχθηκαν από την Κρήτη. Την παρουσίαση και τη συζήτηση με το κοινό θα συντονίσει ο Γιάννης Κουκουλάς. 📌 Τετάρτη 5/10, ώρα 20.00 Γαλλικό Ινστιτούτο, Σίνα 31, Αθήνα Ennio Morricone παντού Ο σπουδαίος Ιταλός μουσικοσυνθέτης Ennio Morricone (1927-2020) φέτος έχει την τιμητική του… στην Ελλάδα! Και αυτό χάρη στην ακούραστη προσπάθεια του Πολιτιστικού Συλλόγου με έδρα τη Λάρισα που φέρει το όνομά του (για περισσότερα βλ. Καρέ Καρέ 10/6/2022: «26 δημιουργοί κόμικς για έναν σινεφίλ Maestro»). Έτσι, στο πλαίσιο του 28ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» πρόκειται να παρουσιαστεί ένα μεγάλο, πολύπλευρο αφιέρωμα στο έργο και στην προσωπικότητα του μεγάλου Ιταλού μαέστρου. Το αφιέρωμα περιλαμβάνει συναυλία, βιβλιοπαρουσίαση και την πανελλήνια πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ «Ennio» (σε σκηνοθεσία του βραβευμένου με Όσκαρ Τζουζέπε Τορνατόρε) στο Μέγαρο Μουσικής. Παράλληλα θα είναι δωρεάν επισκέψιμες οι παρακάτω εκθέσεις: Αθήνα Η εικαστική έκθεση «Ennio Formes», εμπνευσμένη από τον μαέστρο με έργα 16 εικαστικών, γραφιστών, street και tattoo artists. 📌 Μέχρι τις 9/10, στο Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας» (Ακαδημίας 59). Τρίτη – Παρασκευή (11.00-19.00), Σάββατο & Κυριακή (11.00-15.00). Δευτέρα κλειστά. Λάρισα ■ Η βιογραφική έκθεση «Io, Ennio Morricone» σε σκίτσα του John Antono. ● Μέχρι τις 7/10, στον κήπο του Γαλλικού Ινστιτούτου Λάρισας. ■ Η ομαδική έκθεση «Ennio the Cinephile» από 26 δημιουργούς κόμικς. ● Μέχρι τις 10/10, στη στοά «Speakeasy», πλησίον του Kubrick Pure Social Club. ■ Η έκθεση 56 κινηματογραφικών αφισών με τίτλο «Ennio Posterized», στην πλατεία Ταχυδρομείου. Όλα τα παραπάνω θα επισκεφτούν ως επίτιμοι προσκαλεσμένοι ο γιος του μουσικοσυνθέτη, Μάρκο Μορικόνε, και ο παραγωγός της ταινίας «Ennio», Τζιάνι Ρούσο. Και το σχετικό link...
-
- 4
-
-
-
- look around you
- χάρτινοι ήρωες
- (and 8 more)
-
Εκατό χρόνια μετά το τραγικό 1922, η μικρασιατική εκστρατεία, ο ξεριζωμός και ο Γολγοθάς της προσφυγιάς ξαναζωντανεύουν μέσα από πέντε αξιόλογα ιστορικά κόμικς. Απόσπασμα από το «Αϊβαλί» του Soloup Ένας αιώνας συμπληρώθηκε από τη Μικρασιατική Καταστροφή – όπως ονομάστηκε η κορύφωση των κεμαλικών διωγμών και το ξερίζωμα του χριστιανικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Ανατολικής Θράκης, μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου. Ένα τραύμα χαραγμένο στο συλλογικό ασυνείδητο, με την εικόνα της φλεγόμενης Σμύρνης να συμβολίζει όσο καμία άλλη τον ενταφιασμό του ελληνικού μεγαλοϊδεατισμού. Μακριά από εθνικιστικές μονομέρειες, η αφορμή 100 χρόνων από την καταστροφή του μικρασιατικού ελληνισμού προσφέρεται για μελέτη και αναστοχασμό: στοιχεία απαραίτητα για την καλλιέργεια ιστορικής συνείδησης, που παραμένει το ζητούμενο σε μια εποχή όπου ο φανατισμός συνυπάρχει με (και τροφοδοτείται από) την αφασία ενός άχρωμου, λοβοτομημένου παρόντος. Ως ελάχιστη συμβολή προς αυτή την κατεύθυνση προτείνουμε πέντε αξιόλογες ελληνικές εκδόσεις οι οποίες αφηγούνται με τη γλώσσα των κόμικς τα γεγονότα της εποχής εκείνης. «Αϊβαλί» (εκδ. Κέδρος) Το «Αϊβαλί» του Soloup έχει γράψει τη δική του εκδοτική ιστορία. Πολυβραβευμένο και πολυμεταφρασμένο, το μνημειώδες γκράφικ νόβελ 440 σελίδων μάς μιλάει για το δράμα και την αξιοπρέπεια των απλών ανθρώπων στη δίνη του 1922, για την ανθρώπινη περιπέτεια στα άγρια κύματα της ιστορίας. Ο Soloup ταξιδεύει από τη Μυτιλήνη στο Αϊβαλί. Συναντάει ανθρώπους της «άλλης πλευράς». Ξεψαχνίζει ιστορικά αρχεία. Και αφήνει τέσσερις Αϊβαλιώτες, τρεις Έλληνες κι έναν Τούρκο, να αφηγηθούν την ιστορία τους: τον Φώτη Κόντογλου, τον Ηλία Βενέζη, την Αγάπη Βενέζη-Μολυβιάτη και τον Αχμέτ Γιορουλμάζ. Μέσω αυτών μας ξανασυστήνει την Ανατολή: την «καθ’ ημάς», αλλά και των «άλλων». Τη Μικρασία των αρχαίων, βυζαντινών και νεότερων λογίων Ελλήνων που περήφανα έφεραν στην κουλτούρα τους οι πρόσφυγες του ’22, αλλά και την πατρίδα των τόσο άγνωστων και τόσο οικείων μας γειτόνων, με τους οποίους τόσες οδυνηρές μνήμες μας χωρίζουν, αλλά και τόσοι αιώνες συνύπαρξης μας ενώνουν. «1922 – Το τέλος ενός ονείρου» (εκδ. Ίκαρος) Ως συνέχεια του βιβλίου «Οι όμηροι του Γκαίρλιτς», το κόμικς του Θανάση Πέτρου ακολουθεί κάποιους από τους ήρωες στην πορεία προς τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πρόκειται για την πιο αριστοτεχνικά αποδοσμένη σύνοψη των δύο χρόνων στρατιωτικών επιχειρήσεων που προηγήθηκαν της εισόδου των κεμαλικών στρατευμάτων στη Σμύρνη. Καρέ από το «1922» του Θανάση Πέτρου Κεντρικός πρωταγωνιστής ο Σμυρνιός Γιώργης Αμπατζής που, μετά την επάνοδό του από το Γκέρλιτς της Γερμανίας, κατατάχτηκε στον ελληνικό στρατό. Τον συναντάμε τον Αύγουστο του 1920, δεύτερο χρόνο μετά την έναρξη της ελληνικής κατοχής της ζώνης της Σμύρνης, να προελαύνει προς Ανατολάς με τον λόχο του, διασχίζοντας την Αλμυρά Έρημο. Μέσα από τη βασανιστική αυτή πορεία, που ξεκίνησε για την αντιμετώπιση των ανταρτών του Κεμάλ, παρακολουθούμε την καθημερινότητα των Ελλήνων στρατιωτών. Μια καθημερινότητα γεμάτη κακουχίες, στερήσεις, αιφνιδιαστικές επιθέσεις, πολύνεκρες μάχες και ελάχιστες στιγμές ψυχαγωγίας. Ο διχασμός ανάμεσα στους στρατιώτες είναι κυρίαρχος, ενώ οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα (π.χ. ήττα Βενιζέλου στις εκλογές της 1ης/14ης Νοεμβρίου 1920, δημοψήφισμα για την επιστροφή του βασιλιά) εντείνουν την αποσάθρωση του στρατεύματος. Τα αλλοπρόσαλλα και χιμαιρικά σχέδια που εκπόνησε η αντιβενιζελική κυβέρνηση οδηγούν σε στασιμότητα. Ειδικά μετά την αποτυχία της εκστρατείας προς την Άγκυρα, το καλοκαίρι του 1921, το ηθικό των φαντάρων κάμπτεται. Ο Πέτρου δεν... χαρίζει κάστανα στην ελληνική πλευρά: τα έκτροπα Ελλήνων στρατιωτών σε βάρος του άμαχου τουρκικού πληθυσμού (σφαγές, τρομοκρατία, βιασμοί) είναι διάχυτα στην αφήγηση, ενώ από την άλλη δεν λείπουν στιγμές πονοψυχίας προς τον πληγωμένο αντίπαλο. Το «Τέλος ενός ονείρου» ολοκληρώνεται με τη μεγάλη τουρκική αντεπίθεση της 13ης/26ης Αυγούστου 1922, τη διάλυση του μετώπου Εσκί Σεχίρ-Αφιόν Καραχισάρ, την άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού και την πανικόβλητη μαζική φυγή των αγροτικών ελληνικών πληθυσμών από την ενδοχώρα της Μικράς Ασίας προς τη Σμύρνη. «1923 – Εχθρική πατρίδα» (εκδ. Ίκαρος) …και από τη γενική υποχώρηση πριν από την καταστροφή, μεταφερόμαστε στον Πειραιά και στα περίχωρά του τον Σεπτέμβρη του ’22, αμέσως μετά την καταστροφή. Η ίδια η καταστροφή είναι αποτυπωμένη στις συνέπειές της: στο χάος που έχει φτάσει στην Ελλάδα σαν ωστικό κύμα. Στα αντίσκηνα που έχουν καταλάβει κάθε πεζοδρόμιο, κάθε πλατεία, κάθε δημόσιο χώρο. Στα μάτια των εξαθλιωμένων προσφύγων που κατακλύζουν τη νέα, αφιλόξενη πατρίδα. Απόσπασμα από το «1923» του Θανάση Πέτρου Από τα «εξωτικά» τοπία της Ανατολίας με τα τζαμιά, τις παλαιοχριστιανικές εκκλησίες και τα σπαράγματα αρχαίων ναών, ο Θ. Πέτρου μάς πάει στα πρόχειρα παραπήγματα και τους μαχαλάδες που στήνονται όπως-όπως για να στεγάσουν χιλιάδες ανθρώπους. Η αντιμετώπιση από τους ντόπιους, τους «παλαιοελλαδίτες», είναι στις περισσότερες περιπτώσεις υποτιμητική έως εχθρική. Κάποιοι πρόσφυγες για να επιβιώσουν κάνουν μεροκάματα μεταφέροντας κάρβουνο. Μια νεαρή προσφύγισσα εξαναγκάζεται σε πορνεία. Εν τω μεταξύ ο εξανθηματικός τύφος θερίζει. Στο φόντο όλων αυτών, ο αναβρασμός της επαναστατικής κυβέρνησης Πλαστήρα, η ανακήρυξη της Αβασίλευτης, τα γεμάτα ένταση συλλαλητήρια. «Μανώλης» (εκδ. Μικρός Ήρως) Το παιδικό βίωμα του ξεριζωμού και της προσφυγιάς πραγματεύεται το γκράφικ νόβελ σε σχέδια του Antonin Dubuisson, το οποίο βασίζεται στο μυθιστόρημα του Alain Glykos με τίτλο «Ο Μανώλης απ’ τα Βουρλά». Πρόκειται για την ιστορία του μικρού Μανώλη από τα Βουρλά της Μικράς Ασίας που έχασε βίαια την παιδική του ηλικία όταν οι Τσέτες εισέβαλαν στην περιοχή. Άφησε το πολυπολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε μέσα σε συνθήκες ολέθρου και αιματοχυσίας, για να ταξιδέψει υπό δυσχερείς συνθήκες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας με τελικό προορισμό τη Γαλλία. Ο Alain Glykos επί της ουσίας παραθέτει τις αφηγήσεις του πρόσφυγα πατέρα του, οι οποίες μοιάζουν με τις αφηγήσεις εκατομμυρίων άλλων ανθρώπων που πήραν τον δρόμο της ξενιτιάς: «Όταν μπάρκαρα με τη γιαγιά μου από τη Μικρά Ασία, ο πατέρας μου μάλλον είχε ήδη πεθάνει. Κανείς δεν ήξερε τι είχε απογίνει το πτώμα του. Η θάλασσα ήταν κόκκινη απ’ το αίμα. H μάνα και τ’ αδέρφια μου πήραν άλλο καράβι…». «1922-2022: Ανακαλύπτοντας τα ίχνη ενός ξεριζωμού» (εκδ. Σύγχρονη Εποχή) Απόσπασμα από το «1922-2022: Ανακαλύπτοντας τα ίχνη ενός ξεριζωμού» του Θανάση Καραμπάλιου Αν και δεν πρόκειται αμιγώς για κόμικς, το βιβλίο που επιμελήθηκε η «Διατμηματική Επιτροπή της Κ.Ε. του ΚΚΕ για τις μικρότερες ηλικίες της νεολαίας» χρησιμοποιεί το μέσο και την αισθητική των κόμικς, διά χειρός Θανάση Καραμπάλιου. Έχοντάς τη δομή εκπαιδευτικού εγχειριδίου (στα χνάρια της προηγούμενης έκδοσης του 2020, με τίτλο «Κι όμως, κινείται»), απευθύνεται σε παιδιά 10+, διαβάζεται όμως εξίσου ευχάριστα και από ενηλίκους που αναζητούν μια άλλη προσέγγιση της Μικρασιατικής Καταστροφής πέρα από το αμήχανο αστικό αφήγημα. Ο Καραμπάλιος, γνωστός για την προσήλωσή του στην ιστορική ακρίβεια, όπως μας έχει συνηθίσει στη βραβευμένη σειρά «1800», εικονογραφεί την τραγωδία του πολέμου και της προσφυγιάς ως κομμάτι της γενικότερης διεθνούς κατάστασης με το τότε ελληνικό κράτος ως θύτη και ως θύμα στη σκακιέρα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Με λύπη πληροφορηθήκαμε την αναβολή άφιξης του José Muñoz στη Θεσσαλονίκη λόγω προβλήματος υγείας. Η ομάδα του The Comic Con εκφράζει ευχές για ταχεία ανάρρωση στον σπουδαίο Αργεντινό δημιουργό, ώστε σύντομα να επανέλθει υγιής στην καθημερινή του ζωή και μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν το κοινό της Θεσσαλονίκης να μπορέσει να του μεταφέρει και από κοντά την αγάπη του. Και το σχετικό link...
-
Το καίριο ερώτημα, που τίθεται κάθε φορά που ο άνθρωπος βρίσκεται στην καμπή της Ιστορίας, για τον Soloup είναι ένα. «Πώς στεκόμαστε εμείς οι απλοί άνθρωποι απέναντι στα ιστορικά γεγονότα». Αυτό το ερώτημα διατρέχει τη νέα, επαυξημένη επετειακή έκδοση του graphic novel «Αϊβαλί» (εκδ. Κέδρος), που, μέσα στην επετειακή χρονιά για το 1922, έρχεται να μας θυμίσει τον τρόπο με τον οποίο οι απλοί άνθρωποι, Έλληνες και Τούρκοι, βίωσαν την ίδια ιστορία. Από την Αγάπη Βενέζη μέχρι τον τουρκοκρητικό Χασανάκη, η απόσταση που διανύθηκε και από τις δύο πλευρές, αν δεν είναι παράλληλη, μοιάζει ταυτόσημη. Ο «άλλος» έσωσε τον διωκώμενο. Αυτόν τον «άλλο», Έλληνα ή Τούρκο, τα πάθη και τις τραγωδίες του θυμίζει το νέο «Αϊβαλί», τώρα, καθώς συμπληρώνονται τα 100 χρόνια από τα σκληρά γεγονότα του 1922, δίνοντας ευκαιρία και αφορμή να ξανασκεφτούμε τα γεγονότα του πρώτου τέταρτου του 20ού αιώνα σε παραλληλία μ' αυτά που βιώνουμε σήμερα, στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα. «Σ' αυτό ήθελα ακριβώς να εστιάσω, σε αυτόν τον ανθρώπινο πόνο, ο οποίος, μετά από 100 χρόνια, μπορεί να ιδωθεί και ως μια γέφυρα αλληλοκατανόησης, σε αντίθεση με όλους αυτούς τους εξοπλισμούς και τις κορώνες επιθετικότητας που ακούμε, δυστυχώς, και στις μέρες μας» λέει ο Soloup, κατά κόσμον Αντώνης Νικολόπουλος. Ωστόσο επισημαίνει και κάτι ακόμα πιο σημαντικό. «Το να μπορείς να διατυπώνεις αλλά και να πράττεις τη δύσκολη ώρα υπερασπιζόμενος την ανθρώπινη ζωή είναι ένα πρώτο βήμα για να κατακτήσεις πρώτα απ' όλα τη δική σου αξιοπρέπεια». Τι είναι αυτό που συγκινεί τον αναγνώστη του βιβλίου σου «Αϊβαλί» αλλά και της ιστορίας που φέρει; Το μαγικό με αυτό το graphic novel είναι ότι τα 7-8 χρόνια που κυκλοφορεί δεν σταμάτησε στιγμή να δημιουργεί καινούργια ερεθίσματα, φιλίες και αναγνώσεις. Έχει μεταφραστεί ήδη στα τουρκικά, στα γαλλικά όπου έκανε δύο εκδόσεις, στα αγγλικά και στα ισπανικά. Ακόμα έχει γίνει αντικείμενο ακαδημαϊκής έρευνας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, έχει προκαλέσει εικαστικές εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα κ.ά. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το κατεξοχήν graphic novel για το 1922, το οποίο αναφέρεται πλέον στην ευρύτερη βιβλιογραφία για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Αυτή ήταν και η αφορμή για την επετειακή, επαυξημένη έκδοση του. Τι νέο περιλαμβάνεται σ' αυτή την επετειακή έκδοση; Έχει όλον τον απόηχο που δημιούργησε το οχτάχρονο ταξίδι του βιβλίου. Από τη μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη το 2015, τις ξένες μεταφράσεις του, το ερευνητικό υλικό που προέκυψε αλλά και όσα συνέβησαν στις παρουσιάσεις του όλων αυτών των χρόνων. Για παράδειγμα, μια φωτογραφία Ελληνίδας Αϊβαλιώτισσας που μου έδωσε ένας σημερινός κάτοικος του Αϊβαλίκ όταν παρουσίασα εκεί το βιβλίο μου, φωτογραφία που είχαν βρει οι γονείς του στο ελληνικό σπίτι που κατοίκησαν με την ανταλλαγή. Ή σπάνιο υλικό που βρέθηκε κατά την έρευνα που ακολούθησε για την οργάνωση της έκθεσης στο Μπενάκη. Ακόμα περιλαμβάνονται κείμενα της Άννας Βενέζη-Κοσμετάτου, κόρης του Ηλία, του Μιχάλη Παγίδα, απογόνου της γνωστής οικογένειας Αϊβαλιωτών κοντραμπατζήδων και δισέγγονος του περίφημου «Στριγκάρου», αλλά και σχόλια ανθρώπων που έζησαν την πορεία του βιβλίου. Επίσης αναφορές σε σημειολογικά κλειδιά που αναδεικνύουν το σκεπτικό και τους μηχανισμούς της αφήγησης. Σ' αυτή λοιπόν την έκδοση τοποθετείς και την άλλη πλευρά, την οπτική ματιά των Τούρκων. Η επιστημονική δεοντολογία είναι κομβική, τι εξυπηρετεί ωστόσο σε ένα graphic novel, στο δικό σου «Αϊβαλί»; Μπορεί το συγκεκριμένο βιβλίο να είναι ένα «λογοτεχνικό» έργο, αλλά η ανάγκη για να απαντήσουμε σε κάποια ερωτήματα που μας απασχολούν διαχρονικά σε σχέση με τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου και της διαρκώς ταραγμένης σχέσης μας με τους Τούρκους, η φωνή και η ματιά της άλλης πλευράς, ήταν και είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία. Τα εθνικά αφηγήματα και από τις δύο πλευρές εμπεριέχουν πάντα και αποσιωπήσεις ή διαστρεβλώσεις γεγονότων που ίσως δεν είναι τόσο θετικά για τη δράση των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Γι' αυτό και η ματιά του Κόντογλου και του Βενέζη και της αδελφής του Αγάπης, που ως Αϊβαλιώτες έζησαν πολύ έντονα τα γεγονότα του 1922, συνδιαλέγονται και αντιπαραβάλλονται με τις αφηγήσεις του Αχμέτ Γιορουλμάζ, Τούρκου λογοτέχνη τουρκοκρητικής καταγωγής, που γνώρισε την ανταλλαγή των γονιών του μέσα από τα βιώματά τους. Μέσα από τις προσωπικές ιστορίες των ανθρώπων μπορούμε να προσεγγίσουμε με διαφορετικό τρόπο τη «μεγάλη» ιστορία των συνθηκών, της εμπόλεμης ζώνης, των πολιτικών και διπλωματικών διεργασιών. Πώς τοποθετούνται οι άνθρωποι την άλλης πλευράς απέναντι στα γεγονότα της «μεγάλης» Ιστορίας, που καθόρισαν τις προσωπικές ιστορίες και τις ζωές τους; Πέρα από τις δύο αντικρουόμενες εθνικές αφηγήσεις, ο ανθρώπινος πόνος είναι ο ίδιος. Οι Έλληνες Μικρασιάτες διώχθηκαν βίαια από τις εστίες τους. Από την άλλη, οι μουσουλμάνοι της ελληνικής επικράτειας αναγκάστηκαν, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης και την προβλεπόμενη ανταλλαγή πληθυσμών, να εγκαταλείψουν κι αυτοί τα δικά τους σπίτια. Η απώλεια, η προσφυγιά, η αλλαγή ταυτότητας στο πλαίσιο των κοινωνιών που τους υποδέχτηκαν ήταν κοινή, λοιπόν, γι' αυτούς τους ανθρώπους – και Τούρκους και Έλληνες. Και σ' αυτό ήθελα ακριβώς να εστιάσω, σε αυτόν τον ανθρώπινο πόνο, ο οποίος, μετά από 100 χρόνια, μπορεί να ιδωθεί και ως μια γέφυρα αλληλοκατανόησης, σε αντίθεση με όλους αυτούς τους εξοπλισμούς και τις κορώνες επιθετικότητας που ακούμε, δυστυχώς, και στις μέρες μας. Μπορεί η λογοτεχνία ή τα κόμικς να κατευνάσουν τα πάθη στις μέρες μας, που έχει ξεσπάσει και πάλι ένας πόλεμος στην Ευρώπη και που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν περνούν την καλύτερη φάση τους; Κάπως έτσι διατυπώνεται και στην εισαγωγή του βιβλίου το ερώτημα του Μπρους Κλαρκ, συγγραφέα του «Δυο φορές ξένος». Δυστυχώς, η τέχνη ποτέ δεν προλαβαίνει να φρενάρει εγκαίρως τον όλεθρο ενός πολέμου. Όμως αυτό δεν σημαίνει πως θα σταματήσουμε να αντιδρούμε και να αντιστεκόμαστε στον παραλογισμό της μισαλλοδοξίας και των εθνικών φανατισμών, που προφανώς κρύβουν από πίσω τους και άλλες ισορροπίες και συμφέροντα. Αυτό ακριβώς διατυπώνεται και μέσα στo «Αϊβαλί», το ότι δηλαδή αν είναι ουτοπία να θέλουν οι άνθρωποι να μην είναι ούτε δήμιοι ούτε θύματα, τότε εγώ προτιμώ αυτού του είδους την ουτοπία. Πού αναζητείται η ουτοπία σε έναν κόσμο εμπόλεμο, που βρίσκεται στη δίνη μιας πανδημίας και στην προοπτική μιας ακόμα πιο σκληρής οικονομικής, ενεργιακής και επισιτιστικής κρίσης; Η εκδοχή αυτή της «ουτοπίας», όπως την περιέγραψα, έχει τις ρίζες της εκτός των άλλων και στον Αλμπέρ Καμύ. Έχουμε φτάσει να θεωρούμε τη λογική και τον ορθό λόγο ουτοπία. Να θεωρείται «ρεαλισμός» η πιθανότητα ενός πυρηνικού ολέθρου ή να αναβληθεί η «σωτηρία του πλανήτη» όπως ευαγγελίζονταν μέχρι πρόσφατα οι ισχυροί του κόσμου, λόγω του ουκρανικού πολέμου και της ενεργειακής κρίσης. Πόσες καταστροφές πρέπει να βιώσει ακόμη η ανθρωπότητα για να καταλάβουμε ότι αυτός ο δρόμος είναι αδιέξοδος; Στην πράξη πώς απαντιέται αυτό το ερώτημα; Η σιωπή, η λήθη και ο εφησυχασμός σίγουρα δεν είναι η λύση. Το να προσπαθούμε να δούμε με διαύγεια, όσο αυτό είναι δυνατόν, τα προβλήματα στο σύνολό τους είναι ένα πρώτο βήμα. Το επόμενο βήμα είναι να είμαστε παρόντες και να παίρνουμε θέση για όσα συμβαίνουν γύρω μας. Ο τροχός της Ιστορίας, συχνά, παρασύρει και αλέθει τις ζωές των απλών ανθρώπων, όπως έγινε το 1922 στη Σμύρνη, όπως γίνεται το 2022 στην Ουκρανία. Αυτό δυστυχώς δεν αλλάζει εύκολα. Κανείς δεν ρώτησε το '22 ή το '23 αν ήθελαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια, τις περιουσίες και τους τάφους των προγόνων τους οι Έλληνες της Μικρασίας αλλά και οι Τούρκοι των ελληνικών περιοχών. Πού συναντούμε αυτό που περιγράφες στο «Αϊβαλί» σου; Η ωμότητα και η ασυδοσία των ανθρώπων στον πόλεμο απαντιέται σε αρκετά σημεία από τους πρωταγωνιστές του βιβλίου. Και αυτό ήταν ακριβώς το στοιχείο που με έκανε να επιλέξω τις συγκεκριμένες ιστορίες. Για παράδειγμα, στην ιστορία της Αγάπης Βενέζη-Μολυβιάτη, αδελφής του Ηλία, ένας Τούρκος αξιωματικός, ο Κεμαλεντίν, είναι αυτός που την προστατεύει και εντέλει τη σώζει και τη φυγαδεύει μαζί με τον πατέρα της στο καράβι για τη Μυτιλήνη. Ανάλογα, στην ιστορία του Αχμέτ Γιορουλμάζ, ο Τουρκοκρητικός Χασανάκης αρχικά σώζεται από την οργή των Ελλήνων της Κρήτης και μετά φυγαδεύεται και αυτός στο πλοίο της σωτηρίας του από μια Ελληνίδα, τη Μαριγώ. Το να μπορείς να διατυπώνεις αλλά και να πράττεις τη δύσκολη ώρα υπερασπιζόμενος την ανθρώπινη ζωή, είναι ένα πρώτο βήμα για να κατακτήσεις πρώτα απ' όλα τη δική σου αξιοπρέπεια. Καθώς φτάνουμε στο μέσο πια της επετειακής χρονιάς για τα σκληρά γεγονότα του 1922, πώς διαβάζεις σήμερα αυτή την ιστορία; Έχοντας την εμπειρία και από το προηγούμενο graphic novel «'21 – Η μάχη της πλατείας», που αφορούσε την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, αυτό που έμεινε τελικά ήταν η πραγματική ανάγκη των ανθρώπων, όλων μας, να προσεγγίσουμε την Ιστορία μακριά από τα στερεότυπα και το εθνικό αφήγημα. Έτσι, και λόγω της πανδημίας, φιλτραρίστηκαν οι όποιες «εντυπωσιακές» επετειακές εκδηλώσεις και έμεινε η ουσία της έρευνας και της μελέτης σοβαρών συγγραφέων και ακαδημαϊκών έτσι όπως κατατέθηκε στα βιβλία τους που κυκλοφόρησαν αυτή την περίοδο. Το ίδιο πιστεύω και ελπίζω ότι θα συμβεί και τώρα, με την επικαιροποίηση της συζήτησης για το 1922, σε μια και πάλι ταραγμένη περίοδο της ανθρωπότητας. Αναρωτιέμαι αν και το επόμενο graphic novel που ετοιμάζεις θα έχει σχέση με κομβικά ιστορικά γεγονότα του τόπου. Συνήθως δουλεύω παράλληλα σενάρια, που αρκετά απ' αυτά έχουν να κάνουν με ιστορικές περιόδους. Όμως πράγματι ένα από αυτά, που το δουλεύω από το 2013, αφορά το ίδιο ιστορικό πλαίσιο με το «Αϊβαλί» και τους ίδιους τόπους, δηλαδή την Κρήτη, τη Λέσβο και το Αϊβαλίκ. Το ζητούμενο όμως δεν είναι μόνο το ιστορικό πλαίσιο αλλά αυτό το καίριο ερώτημα που τίθεται κάθε φορά, δηλαδή πώς στεκόμαστε εμείς οι απλοί άνθρωποι απέναντι στα ιστορικά γεγονότα. Φωτογραφίες: Εύα Λουκάτου, Κωνσταντίνος Οικονόμου Και το σχετικό link...
-
- 2
-
-
- soloup
- αντώνης νικολόπουλος
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Ανθολογία με έργα 14 δημιουργών για την κατοχή. Τα ολιγοσέλιδα κόμικ είχαν δημιουργηθεί για την ομώνυμη έκθεση που έλαβε χώρα τον Οκτώβριο του 2016 στο πολιτιστικό κέντρο Μελίνα Μερκούρη. Στην ανάρτηση για την εκδήλωση μπορείτε να δείτε τις διαφορετικές τεχνοτροπίες των δημιουργών καθότι το σκανάρισμα σελίδας από το κόμικ είναι δύσκολο. Απ'ότι βλέπω ο μόνος που λείπει από την ανθολογία είναι ο Γεώργιος Τραγάκης. Περιεχόμενα: σ.5 Πρόλογος, Γιάννης Κοκουλάς σ.7 Εισαγωγή, Μενέλαος Χαραλαμπίδης σ.12 Μαύρες Ελιές, Τόμεκ Γιοβάνης σ.17 Ο Τερματοφύλακας μιλάει για τον Μεγάλο Αγώνα, Γιώργος Γούσης σ.22 Σκιές στο Μνημείο, Σπύρος Δερβενιώτης σ.27 Το Φιλί, Πέτρος Ζερβός σ.32 Το Πείραμα, Δημήτρης Καμένος σ.37 Πουθενά, Λέανδρος σ.42 Das Roastbeef, Τάσος Μαραγκός σ.47 Το Ρεβίθι, Θοδωρής Μπαργιώτας σ.52 Η Μπερέτα, Αλέξια Οθωναίου σ.57 Η Καπαρτίνα, Αλέκος Παπαδάτος σ.62 Ξεροκόμματο, Θανάσης Πέτρου σ.67 Σουλτς και Σαχτ, Soloup σ.72 Μέλπω, Γιώργος Φαραζής σ.77 Μαθημένοι, Πέτρος Χριστούλιας Πριν από κάθε ιστορία προηγείται μια σελίδα με φωτογραφία του δημιουργού και ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα. Το κόμικ πρωτοκυκλοφόρησε 30/8 στο 48ο φεστιβάλ βιβλίου στο Ζάππειο. Διαφορετικές τεχνοτροπίες, διαφορετικές εμπνεύσεις, διαφορετικές αφηγήσεις. Αλλού είναι καθαρή μυθοπλασία, αλλού είναι ιστορίες της προφορικής παράδοσης, αλλού μεταφορές λογοτεχνικού έργου, αλλού απόδοση ιστορικών γεγονότων. Άνισο, όπως ίσως κάθε ανθολογία, αλλά ενδιαφέρον. Κάποιες ιστορίες μου μίλησαν πολύ. Σχετικά άρθρα 14 δημιουργοί για την απελευθέρωση της Αθήνας [Ιατρού Γιάννης, efsyn.gr, 31/08/2019] Η κατοχική Αθήνα με την πένα των σκιτσογράφων [Τζουμερκιώτη Κατερίνα, Έθνος, 10/10/2016] Ένα γλυκό ξημέρωμα [Αντωνόπουλος Γιάννης, edromos.gr, 11/10/2016]
- 3 replies
-
- 17
-
-
-
- jemma press
- ένα γλυκό ξημέρωμα
- (and 9 more)
-
Για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 ετοιμάζονταν γιορτές και πανηγύρια. Ο Covid απέτρεψε τα γλέντια και έτσι μείναμε μόνο με τον Κάρολο και τις καβαλίνες των αλόγων. Κυκλοφόρησαν όμως ορισμένα σπουδαία βιβλία για το θέμα. Με το «’21, η μάχη της πλατείας» του Soloup να ξεχωρίζει. Έχουμε χορτάσει από Παπαφλέσσα και Κώστα Πρέκα, από ξυρισμένες φάτσες ηρώων της Επανάστασης και καλοσιδερωμένες φουστανέλες, από παρελάσεις και λόγους εκπροσώπων σωματείων και πολιτιστικών συλλόγων, από εμβατήρια και καταθέσεις στεφάνων. Μπορεί να είναι αναπόφευκτα όλα αυτά όταν συντηρούν εθνικούς μύθους και μεγάλες αφηγήσεις. Αλλά πόσο συμβάλλουν στη γνώση της Ιστορίας; Και ακόμα περισσότερο στην κατανόησή της; Πόσα γνωρίζουμε για το τι πράγματι συνέβη το 1821, λίγο πριν και λίγο μετά; Και από ποιων τα γραπτά, τις μαρτυρίες, τα απομνημονεύματα, τις αφηγήσεις; Με πόσο κριτικό μάτι είμαστε διατεθειμένοι και ικανοί να ξαναδούμε το 1821 ως ιστορικό γεγονός, ενταγμένο στην εποχή του και απαλλαγμένο από σύγχρονα εθνικά συμφέροντα; Να αντικρίσουμε τους πρωταγωνιστές του όχι ως αφίσες σε σχολικές τάξεις και εξώφυλλα στα Κλασσικά Εικονογραφημένα αλλά ως ανθρώπους με σάρκα και οστά, με πάθη, όνειρα και ανησυχίες; Να μάθουμε λίγο περισσότερα τόσο για την από δω πλευρά, τη «δικιά μας», όσο και για την άλλη πλευρά; Να αποφύγουμε τις εξιδανικεύσεις και τις ωραιοποιήσεις και να τοποθετήσουμε την αλλαγή που συνέβη στην Ελλάδα σε ένα γενικότερο πλαίσιο γεωπολιτικών ανακατατάξεων; Όλα αυτά είναι δύσκολα και απαιτούν χρόνο, διάβασμα και σίγουρα αλλαγή νοοτροπίας. Μπορεί να είναι πιο εύκολα όμως αν έρθουν μέσω της τέχνης, μέσω μιας μυθοπλασίας που στο επίκεντρό της βρίσκονται η ελληνική ιστορία και η Επανάσταση του 1821. Και τέτοιο είναι το «’21, η μάχη της πλατείας» (εκδόσεις Ίκαρος, 750 σελίδες) του Soloup, επτά χρόνια μετά το πολυβραβευμένο «Αϊβαλί» για τα γεγονότα του 1922 και τρία χρόνια μετά τον σπαρακτικό και πανέμορφο «Συλλέκτη» για τη γονεϊκή αποξένωση. Το «’21» αποτελεί μια ιδανική πρόταση αλλαγής παραδείγματος απέναντι στα καθιερωμένα και προτείνει μια διαφορετική ματιά πάνω στα γεγονότα που οδήγησαν στη σύσταση του νεοελληνικού κράτους. «Τι πραγματικά γνωρίζουμε σήμερα για το 1821; Και τι θα νιώθουν, τι θα λένε για την Επανάσταση οι millennials στα δικά τους παιδιά; Ποια είναι η εικόνα, η παράσταση, η οπτική αντίληψη που έχουμε για εκείνο τον Αγώνα; Ανταποκρίνεται στην αισθητική και το περιεχόμενο των πινάκων του Βρυζάκη; Σε όσα μας εξιστορεί ο Μακρυγιάννης και αναπαριστά ο γνωστός ως Παναγιώτης Ζωγράφος; Σε όσα έβλεπε σε αυτήν ο Θεόφιλος; Στη συγκινησιακή φόρτιση των κειμένων και των ζωγραφικών έργων των φιλελλήνων διανοουμένων της εποχής της; Ανταποκρίνεται στην οπτική – και σε έναν βαθμό κιτς – σημειολογική αφήγηση του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου, με ιδιαίτερα παραγωγική έμφαση κατά την περίοδο της Επταετίας; Κι αλήθεια γιατί χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ η Ελληνική Επανάσταση – μια επανάσταση στο πλαίσιο του αγώνα των λαών για ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση, μέσα στο εκρηκτικό κοινωνικοϊστορικό και ιδεολογικό τοπίο της Ευρώπης που άλλαζε τόσο δραματικά τον 19ο αιώνα – στα χείλη “εθνικοφρόνων σωτήρων” παντός τύπου;» αναρωτιέται η Εύη Σαμπανίκου, καθηγήτρια του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, που συμμετείχε στην υλοποίηση του βιβλίου ως επιστημονικός σύμβουλος, στο εισαγωγικό της σημείωμα. Και συμπληρώνει ότι αυτό που ενδιέφερε ιδιαίτερα την ομάδα που εργάστηκε για την υλοποίηση του βιβλίου μαζί με τον Soloup ήταν το μετά την Επανάσταση: «Αυτό το μετά είναι που αναζητήσαμε. Επιχειρήσαμε λοιπόν να ξαναδούμε την Επανάσταση με όσο το δυνατόν πιο αποστασιοποιημένη, σύγχρονη ματιά και να αποδώσουμε σε αυτήν τη δική μας ανάγνωση των αθέατων όψεων, καλά φυλαγμένων σαν σκοτεινά μυστικά στα αρχεία της Ιστορίας». Την έρευνα των αρχείων και την επιμέλεια του παραρτήματος του βιβλίου υπογράφουν οι Νατάσα Καστρίτη, ιστορικός Τέχνης, Ρεγγίνα Κατσιμάρδου, ιστορικός, και Παναγιώτα Παναρίτη, δρ Αρχαιολογίας, όλες επιστημονικές συνεργάτριες του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου που, όπως αναφέρουν στο δικό τους εισαγωγικό σημείωμα, είχαν εργασία εξαντλητική και πολυεπίπεδη: «Η αφήγηση και η τεκμηρίωση του έργου βασίστηκαν σε πρωτότυπο υλικό (πηγές της περιόδου, ιστορικά κείμενα, απομνημονεύματα αγωνιστών και ξένων φιλελλήνων, ημερολόγια, αρχειακό υλικό κ.λ.π.), ιστορικά αναγνώσματα, ιστορικές μελέτες κ.ά. Το ίδιο ισχύει και για την εικονογράφηση: πρωτότυπο εικαστικό υλικό της περιόδου (προσωπογραφίες, ζωγραφικοί πίνακες, χαρακτικά κ.λ.π), καλλιτεχνικές αποτυπώσεις, σύγχρονες των γεγονότων, αποτέλεσαν σε μεγάλο βαθμό πρότυπα για τα τελικά σκίτσα». Και όλα αυτά με τελικό υπεύθυνο τον Soloup που, όπως αναφέρει, είχε πολύ δύσκολες αποφάσεις να λάβει μπρος σε έναν τεράστιο όγκο υλικού: «Υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν μάθαμε ποτέ. Μια άλλη ιστορία ή, καλύτερα, πολλές διαφορετικές ιστορίες για την Ελληνική Επανάσταση, που απέχουν σημαντικά από τα στερεότυπα του εθνικού αφηγήματος και των σχολικών επετείων. Πώς θα μπορούσαμε, λοιπόν, να τα δέσουμε όλα αυτά μαζί; Τις διαφορετικές θέσεις και τα αντικρουόμενα συμφέροντα των πρωταγωνιστών, τις κυρίαρχες αφηγήσεις πλάι στις αιρετικές; Και εκείνο που θα προκύπτει στο τέλος να είναι, πάνω από όλα, ένα έντεχνο ανάγνωσμα, ένα κόμικς με τους δικούς του αφηγηματικούς και αισθητικούς κανόνες». Το «’21» είναι λοιπόν, πρώτα και κύρια, μια μεγάλη ιστορία κόμικς. Έχει μια πρωταγωνίστρια και έναν πρωταγωνιστή. Και αυτή δεν είναι η Μπουμπουλίνα ούτε η Μαντώ Μαυρογένους, όπως και αυτός δεν είναι ούτε ο Κολοκοτρώνης ούτε ο Αθανάσιος Διάκος. «Συμμετέχουν» και αυτοί φυσικά στο βιβλίο, αλλά η ιστορία χτίζεται πάνω σε ένα εντελώς διαφορετικό από τους ήρωες της Επανάστασης δίδυμο και διαδραματίζεται κυρίως στην πλατεία της Παλιάς Βουλής, δίπλα στο άγαλμα του Κολοκοτρώνη με την περικεφαλαία (μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία όπως την αφηγείται και τη σχεδιάζει ο Soloup) στη σύγχρονη Αθήνα. Μια νέα κοπέλα παρκάρει το σκουτεράκι της στον δρόμο και φεύγει για δουλειές στο κέντρο. Όταν επιστρέφει η βαλίτσα είναι ανοιχτή αλλά ένας ηλικιωμένος κύριος την καθησυχάζει ότι δεν λείπει τίποτα από μέσα. Στη σκιά του αγάλματος γίνεται η πρώτη γνωριμία του Κάρπου (από το Πολύκαρπος) και της Λίμπυ (από το Ελευθερία, Liberty). Μια γνωριμία που θα εξελιχθεί σε ένα «μάθημα» για την Ελληνική Επανάσταση σε 21 κεφάλαια. Ο Κάρπος και η Λίμπυ θα μιλήσουν για τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, τον Νικηταρά, τον Ρήγα Φεραίο, τον Υψηλάντη, τον Μάρκο Μπότσαρη, τον Διονύσιο Σολωμό, τον Καποδίστρια, τον Κωλέττη, τον Μαυροκορδάτο, τον Μαχμούτ Β’, τον Βαχίτ Πασά, τον Ντελακρουά, τα Δερβενάκια, το Μεσολόγγι, την Τρίπολη, το Βαλτέτσι. Ο Κάρπος αφηγείται και η Λίμπυ μαθαίνει. Και μέσα από τις αφηγήσεις αναδύονται όλα τα σημαντικά περιστατικά που οδήγησαν στην Επανάσταση, όσα συνέβησαν κατά τη διάρκειά της και όσα ακολούθησαν. Αλλά και πολλά που δεν είναι ευρέως γνωστά ή αποσιωπήθηκαν από την επίσημη ιστοριογραφία. Και κάποια που δεν φωτίζουν μόνο τις πράξεις των εξεγερμένων αλλά και των Τούρκων, των συμμάχων των Ελλήνων και των αντιπάλων τους, των ξένων που έγραψαν για την Ελλάδα ή την επισκέφθηκαν κ.ά. Σ’ αυτό το τεράστιο μωσαϊκό δεν μένουν κρυφές πτυχές, καθώς ο Soloup δεν επιδιώκει να εξιδανικεύσει την Επανάσταση ή να αποδώσει τα μελανά σημεία της σε αόρατους παράγοντες ή ορκισμένους ανθέλληνες. Γι’ αυτό δίπλα στις ηρωικές πράξεις, στον αγώνα για την ελευθερία και την αυτοδιάθεση, στην αυτοθυσία και τον αλτρουισμό, περιγράφει και τις στιγμές της διχόνοιας, της βαναυσότητας όλων των πλευρών, της προδοσίας. Δεν αποκρύπτει τα πολιτικά σφάλματα και τα ιδιοτελή κίνητρα που χαρακτήρισαν στιγμές της Επανάστασης ούτε επιχειρεί να φιλοτεχνήσει τις συνήθεις αγιογραφίες των πρωταγωνιστών παρουσιάζοντάς τους ως άσπιλους και αμόλυντους από τα ανθρώπινα ελαττώματα, τα πάθη και τα λάθη. Κι όταν η συγκινητική ιστορία του Κάρπου και της Λίμπυ μέσω της οποίας ο αναγνώστης έχει δει με άλλα μάτια την Επανάσταση ολοκληρώνεται, αρχίζει το δεύτερο μέρος του βιβλίου, ένα υπόδειγμα τεκμηρίωσης και πληροφοριών με κεφάλαια όπως «Η Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης και η συγγραφή της», «Βόλια vs Γράμματα», «Φουστανέλα vs Βελάδα», «Λόγος και Εικόνα στο '21». Τέλος, ιδιαιτέρως κατατοπιστικά είναι το εκτενές Χρονολόγιο, το λεπτομερές Γλωσσάρι, το Λεξικό Ονομάτων με περισσότερες από 150 αναφορές σε πρόσωπα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην Επανάσταση, αλλά και οι αναφορές σκίτσων σε εικαστικά έργα που ξεπερνούν τις 75. Όλα αυτά μαζί αποτελούν το ιδανικό υλικό και συνθέτουν το ιδανικό αποτέλεσμα για να τιμηθεί η Επανάσταση του 1821. Χωρίς στερεότυπα και ρομαντικές αφηγήσεις με «αθάνατες Ελλαδάρες», «κρυφά σχολειά» και «βρομότουρκους», αλλά με τεκμηριωμένη γνώση, με στοιχεία, με αναφορές στις πηγές και πάνω απ’ όλα, μέσω της τέχνης των κόμικς με την υπογραφή του Soloup σε σενάριο και σχέδια. Στο πλαίσιο του 7ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου στην Καλαμάτα που φέτος έχει θέμα «Διεκδικώντας την Ελευθερία» και θα διεξαχθεί από 18 Ιουνίου έως 28 Ιουλίου, θα λάβει χώρα η διεθνής έκθεση κόμικς «Η 7η Τέχνη Συναντά την 9η» με τη συμμετοχή των Giuseppe Palumbo και Andrea Bruno, δύο εμβληματικών δημιουργών που πρωταγωνιστούν εδώ και χρόνια στην ιταλική σκηνή των κόμικς, του Κροάτη Danijel Zezely και τριών εκ των σημαντικότερων Ελλήνων δημιουργών, των Θανάση Πέτρου, Soloup και Γιώργου Μπότσου καθώς και του γραφίστα-εικονογράφου και καλλιτεχνικού διευθυντή της Βαβέλ Soto Anagno. Η επιλογή των έργων και η επιμέλεια της έκθεσης ανήκει στη δημιουργική ομάδα του Διεθνούς Φεστιβάλ Κόμικς της Βαβέλ, ενώ η έκθεση του Soloup θα έχει ως θέμα της φυσικά το νέο του βιβλίο «’21, Η Μάχη της Πλατείας». Τα εγκαίνια της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν στις 19 Ιουνίου στις 7.30 το απόγευμα στην γκαλερί A49 (Αναγνωσταρά 49, Καλαμάτα). Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει την Κυριακή 20 Ιουνίου και θα μιλήσουν γι’ αυτό ο σκηνοθέτης Μελέτης Μοίρας, ο ιστορικός τέχνης Γιάννης Κουκουλάς και ο δημιουργός του, ενώ αμέσως μετά θα ακολουθήσει η πρώτη επίσημη παρουσίαση του ντοκιμαντέρ «’21, Η Μάχη της Πλατείας / Making of… behind the scenes» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Μελέτη Μοίρα. Και το σχετικό link...
- 1 reply
-
- 5
-
-
-
- soloup
- η μάχη της πλατείας
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Ο Soloup (Αντώνης Νικολόπουλος) μιλάει στην ATHENS VOICE για το graphic novel «Η Μάχη της Πλατείας», που αναφέρεται στην Επανάσταση του 1821. Ξεκίνησα να παρακολουθώ τη δουλειά του Soloup σποραδικά από την εποχή του «Ανθρωπόλυκου», στη Βαβέλ, πίσω στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Κάποια στιγμή τον συνάντησα κιόλας για κάποια υπόθεση που αφορούσε τις κοινές μας σπουδές, οπότε έχοντας εικόνα τόσο του ανθρώπου όσο και της δουλειάς του, μου ήταν πολύ ευκολότερο να κρατάω στο μυαλό μου τα πράγματα με τα οποία καταπιανόταν. Δεν είμαι ο ειδικός των κόμικς ή των graphic novels, έρχεται όμως η στιγμή που καταλαβαίνεις πότε κάποιος καλλιτέχνης δουλεύει τη ματιά του, προχωράει την τέχνη του, κάνει βήματα μπροστά. Το «Αϊβαλί» ήταν μια καταπληκτική δουλειά, πρωτόγνωρη για την Ελλάδα, βαθιά και ταυτόχρονα απολαυστική. Ο «Συλλέκτης», τα «Έξι Διηγήματα Για Έναν Κακό Λύκο» ήταν ένα από τα πολύ συγκινητικά κείμενα-έργα των τελευταίων χρόνων. Κι ύστερα, η «Μάχη της Πλατείας». Με μια ερευνητική ομάδα που αποτελούνταν από τις Νατάσα Καστρίτη, Ρεγγίνα Κατσιμάρδου και Παναγιώτα Παναρίτη και με την επιστημονική συμβολή της Εύης Σαμπανίκου. Ένα έργο που υποστηρίχτηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.) στο πλαίσιο της 1ης προκήρυξης της δράσης «Επιστήμη και κοινωνία – 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση» και το Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας κι Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, ένα έργο που τελεί υπό την αιγίδα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου (ΕΙΜ). Το πιο φιλόδοξο αλλά και το πιο απαιτητικό έργο για τον Soloup, το οποίο πηγαίνει καλά όχι μόνο ως έκδοση. Ήδη υπάρχει η ταινία-ντοκιμαντέρ του Μελέτη Μοίρα «’21 – Η μάχη της πλατείας / Making of... behind the sketches» που θα παρουσιαστεί μαζί με το graphic novel στο 7ο Διεθνές Φεστιβάλ Πελοποννήσου στις 19 και τις 20 Ιουνίου, ενώ ετοιμάζεται και η ομώνυμη έκθεση που θα παρουσιαστεί στο Κτίριο της Παλαιάς Βουλής σύντομα. Μετά από περισσότερο από 25 χρόνια είχα τη χαρά να μιλήσω και πάλι με τον Soloup, τον Αντώνη Νικολόπουλο, κι αυτή τη φορά η συζήτηση αφορούσε αποκλειστικά την τέχνη του. Γεια σου Αντώνη! Ας ξεκινήσουμε από την ιδιότητά σου, με την οποία θα ασχοληθούμε λιγότερο στη συζήτησή μας. Τι απαιτεί το να είσαι γελοιογράφος; Μολύβια, γόμες και το να μπορείς όλα αυτά που μας βάζουν να καταπιούμε αμάσητα, τον θυμό, τη στενοχώρια, τη μελαγχολία που σου βγαίνει απ’ όσα φορτώνουν στις ζωές μας, να τα κάνεις χιούμορ. Το ότι έχεις σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες σε βοηθάει στην πολιτική γελοιογραφία ή καμιά φορά σε δυσκολεύει κιόλας; Όχι, ίσα ίσα. Σίγουρα βοηθάει. Το χιούμορ είναι το ένα συστατικό της γελοιογραφίας. Το άλλο είναι η κριτική ματιά. Το να μπορείς ν’ αντιλαμβάνεσαι δηλαδή τη δομή των πραγμάτων. Τις συγκρούσεις, τα συμφέροντα πίσω από τα πολιτικά πρόσωπα της επικαιρότητας. Δεν αρκεί να σπας πλάκα με τους πολιτικούς. Μπορείς φυσικά να σατιρίζεις τις φιγούρες τους αλλά η σάτιρα δεν πρέπει να αφορά την προσωπική τους ζωή αλλά τις πολιτικές επιλογές και τις ιδέες που εκπροσωπούν. Και σε αυτό σίγουρα βοηθάει να έχεις μια βαθύτερη, πιο ειδική γνώση. Να προσπερνάς τις εντυπώσεις της επικαιρότητας και να σημαδεύεις μακρύτερα, στην ουσία των καταστάσεων. Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στο να δουλεύεις πάνω σ’ ένα χιουμοριστικό κι ένα μη χιουμοριστικό κόμικ; Ξεκίνησα στη «Βαβέλ» φτιάχνοντας χιουμοριστικά κόμικς. Τον «Ανθρωπόλυκο», τον «Μήτσο Κυκλάμινο». Τα περισσότερα χρόνια μου τα πέρασα φτιάχνοντας χιουμοριστικά κόμικς. Με μυτόνγκες σαν αυτή του Αστερίξ και βάζοντας τους ήρωες σε τρελές καταστάσεις όπως στις ιστορίες του Edika και του Crump. Όμως δεν μπορείς όλα τα θέματα να τα κάνεις εικόνες και σκίτσα με τον ίδιο τρόπο. Πώς να μιλήσεις δηλαδή για την τραγική παγίδα που βιώνει ένας πατέρας καθώς αναζητά το παιδί του στον «Συλλέκτη» ή για τη Μικρασιατική καταστροφή στο «Αϊβαλί»; Μπορείς να τους σκιτσάρεις με μυτόνγκες σαν του Αστερίξ; Το θέμα που καταπιάνεσαι είναι, λοιπόν, αυτό που σε οδηγεί. Το σενάριο και η ανάγκη να το υπηρετήσεις όσο γίνεται καλύτερα. Με τα κατάλληλα σκίτσα και την ανάλογη ατμόσφαιρα. Είναι πολύ όμορφο που με τα χρόνια μπορώ πλέον να εκφράζομαι με διαφορετικά σχεδιαστικά στιλ. Και για τα ευτράπελα και σαρκαστικά, αλλά και τα πιο βαθιά και ψυχοβόρα ζητήματα. Όταν πρωτοδιάβασα το «Αϊβαλί» μου είχε φανεί ότι επρόκειτο για μια κοπιαστική και δύσκολη εργασία. Ήταν πραγματικά έτσι; Ποιες ήταν οι προκλήσεις που είχες να αντιμετωπίσεις; Στο «Αϊβαλί» ακολούθησα σχεδόν υπνωτισμένος μια υπαρξιακή περιέργεια: τις δικές μου ρίζες απ’ τη Μικρασία, τις αναμνήσεις από τις ιστορίες της γιαγιάς μου της Μαρίας, τη δική μου τοποθέτηση στον χρόνο, αν θέλεις και τους «άλλους», τους αιώνια εθνικούς εχθρούς μας, τους Τούρκους. Αυτό πήγαινε κι εγώ ακολουθούσα. Όταν όμως σκαλίζεις τέτοια θέματα, προκύπτουν και άλλα ζητήματα που έχεις ν’ αντιμετωπίσεις. Ο εθνικισμός, η μισαλλοδοξία, ο κατατρεγμός, η προσφυγιά. Να δεις τα ιστορικά γεγονότα πέρα από συναισθηματισμούς αλλά την ίδια ώρα να μπορείς ν’ ακούσεις φορτισμένες μαρτυρίες των ανθρώπων που τους έλιωσε στην κυριολεξία ο τροχός της ιστορίας. Έτσι δεν τέθηκε ποτέ ζήτημα «κοπιαστικής δουλειάς». Κι αυτή η φόρτιση νομίζω πως είναι και το δυνατό σημείο στο «Αϊβαλί». Και ο λόγος που το «Αϊβαλί» δεν σταμάτησε, 7 χρόνια τώρα, να επικοινωνεί με διαρκώς νέους αναγνώστες, και στην Ελλάδα και αλλού. Το μυρίστηκε η Κάτια Λεμπέση των εκδόσεων Κέδρος από τη πρώτη στιγμή και δεν διαψεύστηκε. Υπογράψαμε συμβόλαιο πριν καλά-καλά το δει. Αυτό της το οφείλω. Μοιάζει σαν το «Αϊβαλί» να δημιούργησε ένα κοινό που δεν υπήρχε πιο πριν στην Ελλάδα: Εκείνους που θα εμπιστευτούν το κόμικ ως κάτι περισσότερο από μια μορφή απλής διασκέδασης… Συμφωνείς; Ναι, και ήταν το πρώτο ελληνικό κόμικ που εκτός των άλλων το 2015 μπήκε στις αίθουσες ενός τόσο σημαντικού χώρου πολιτισμού όπως το Μουσείο Μπενάκη, προσεγγίζοντας πράγματι ένα εντελώς διαφορετικό αλλά και πλατύτερο κοινό. Αυτό που προϋπήρχε σίγουρα ήταν η διεθνής επιτυχία του Logicomix των εκδόσεων Ίκαρος. Κάτι που, αν θέλεις, έδωσε και σ’ εμένα το θάρρος με το «Αϊβαλί» να προχωρήσω σε μια φόρμα, τα graphic novels, που θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν διαφορετικά με το κοινό. Το «Αϊβαλί» όμως έθετε για πρώτη φορά τόσο οικεία και ταυτόχρονα τόσο ευαίσθητα ζητήματα όπως το 1922, αλλά μέσα από μια διεθνιστική, πολιτικοποιημένη ματιά. Αυτή προφανώς η διάσταση το έκανε ένα βιβλίο που δεν αφορά μόνο τους Έλληνες και το οδήγησε στις μεταφράσεις που έχουμε σήμερα στα Τουρκικά, Γαλλικά, Αγγλικά και, μόλις αυτές τις μέρες, στα Ισπανικά. Εισήγαγε επίσης μια ευθεία, πολιτικοποιημένη προσέγγιση της σύγχρονης ιστορίας που μέχρι τότε δεν υπήρχε, πλην μεμονωμένων εξαιρέσεων όπως το «Εκ των υστέρων» του Μαλισιόβα. Εκείνο που συναντούσαμε περισσότερο, ήταν οι εμπορικά πιο «ασφαλείς» μεταφορές ελληνικών λογοτεχνικών έργων σε άλμπουμ κόμικς, συχνά με τον προσδιορισμό ως graphic novels. Με τη «Μάχη της Πλατείας» τα πράγματα μοιάζουν ακόμη πιο πολύπλοκα. Είναι πραγματικά έτσι; Εδώ κυριολεκτικά έριξα τρελά ξενύχτια. Κι εκμεταλλεύτηκα στο έπακρο τον αναγκαστικό εγκλεισμό της πανδημίας. Είχε φτάσει στο τέλος η μέρα μου να ξεκινά στις δύο τα χαράματα. Το graphic novel «21 – Η μάχη της πλατείας», που κυκλοφόρησε πρόσφατα με την ιδιαίτερη φροντίδα των εκδόσεων Ίκαρος, ακολουθεί τα χνάρια του Αϊβαλιού. Όμως είναι πραγματικά κάτι πολύ πιο μεγάλο και πιο σύνθετο από το «Αϊβαλί». Και όχι μόνο λόγω των 753 σελίδων της έκδοσης του Ίκαρου ή των 870 σελίδων του τρίτομου εργαστηριακού e-book. Πού έγκειται αυτή η πολυπλοκότητα; Από την αρχή της συνεργασίας μας με τις ερευνήτριες του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, τις Παναγιώτα Παναρίτη, Ρεγγίνα Κατσιμάρδου και Νατάσα Καστρίτη, είχαμε θέσει ως στόχο τη δημιουργία μιας φορτισμένης, «λογοτεχνικής» αφήγησης που όμως θα συνομιλούσε δυναμικά με την επιστημονική ιστορική τεκμηρίωση και με αναφορές σε συγγραφείς, εικαστικούς και αρχειακές πηγές. Η ένταξη της δουλειάς μας στο πρόγραμμα του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ) για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση – που βγήκαμε μάλιστα και πρώτοι ανάμεσα σε 10 πολύ αξιόλογες προτάσεις – απογείωσε και τις δυνατότητές μας. Με τη βοήθεια λοιπόν του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας κι Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου και της καθηγήτριας Εύης Σαμπανίκου, τώρα εκτός από το βιβλίο και το πολλά υποσχόμενο εργαστηριακό e-book ετοιμάζουμε εκθέσεις, επιστημονικές συναντήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα κι ένα σωρό σημαντικές δράσεις. Θα ενημερώνουμε σχετικά γι’ αυτές τις δράσεις και από την επίσημη ιστοσελίδα μας: 1821graphicnovel.gr Ποιες ήταν οι πιο σημαντικές αποφάσεις που είχες να πάρεις ως προς την κατανομή της ύλης; Πώς να πεις με κατανοητό και τεκμηριωμένο τρόπο τόσο πολλά γεγονότα και φωτίζοντας διαφορετικές απόψεις χωρίς να κουράσεις τους αναγνώστες. Και για ένα ζήτημα τόσο ευαίσθητο όπως η Επανάσταση του 1821, που έχει να κάνει και με τη νεοελληνική μας ταυτότητα αλλά και τα κυρίαρχα εθνικά αφηγήματα που έχουμε μεγαλώσει μαζί τους. Με μια πρώτη ματιά μοιάζει σαν το βιβλίο να θέλει να θέσει μια σειρά πολύ σοβαρών ερωτημάτων σε σχέση με την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης. Θα μπορούσες να αναφέρεις αυτά που για σένα είναι πιο σημαντικά; Όπως σου είπα, είναι τόσα πολλά τα στερεότυπα που έχουμε στο μυαλό μας για την επανάσταση και τους αγωνιστές. Θυμήσου τις καλοσιδερωμένες κατάλευκες φουστανέλες στους πίνακες και τα καλοξουρισμένα μάγουλα στις σχολικές αφίσες και τους πίνακες ζωγραφικής. Αλλά τελικά, αν το καλοσκεφτείς, είναι τόσο λίγα εκείνα που ξέρουμε για την πραγματική ιστορία. Έπρεπε λοιπόν να βρούμε μια αφήγηση που όλα αυτά να τα περιγράφει. Και επίσης να κάνουμε τη σύνδεση με το σήμερα. Η ιστορία δεν είναι κάτι ακίνητο, γραμμένη μια για πάντα. Κάθε φορά τα ιστορικά γεγονότα αποκτούν νέες σημασίες και φορτίσεις από το χρονικό σημείο που τα κοιτάμε. Θέλαμε έτσι να δούμε την Επανάσταση με τα ματιά αλλά και τις ανάγκες των σημερινών ανθρώπων. Το να θέτεις ερωτήματα πάνω σε ζητήματα που για τα σχολικά εγχειρίδια μοιάζουν απαντημένα εδώ και δεκαετίες, είναι μια πράξη αμφισβήτησης. Ποια είναι τα ζητήματα που πιστεύεις ότι πρέπει να μπουν σε συζήτηση σήμερα; Να ξανατεθούν τα βασικά ερωτήματα. Τι είναι η Ιστορία; Πώς γράφεται η ιστορία; Ποιοι γράφουν την ιστορία; Και ν’ αναζητήσουμε τις απαντήσεις εκ νέου σε καλογραμμένα βιβλία, στις καταγραφές των αρχείων, στις μαρτυρίες. Η σοβαρή επιστημονική έρευνα είναι εκείνη που μπορεί να μας δώσει μια άλλη εικόνα της Ιστορίας ενάντια στην κυριαρχία των στερεότυπων και των στρεβλώσεών της. Το βιβλίο μας σε αυτή τη κατεύθυνση κινείται. Να δώσει τα ερεθίσματα ώστε οι αναγνώστες, συμφωνώντας ή διαφωνώντας με τα όσα αφηγούμαστε, να ψάξουν, ν’ αναζητήσουν οι ίδιοι την ιστορία. Η βιβλιογραφία και οι πηγές είναι εκεί και μας περιμένουν. Κάτι γενικότερο τώρα… Ποιους σχεδιαστές παρακολουθείς φανατικά; Φανατικά δεν είναι η κατάλληλη λέξη, αλλά όσο πιο συστηματικά μπορώ διαβάζω τους περισσότερους συναδέλφους σκιτσογράφους: Χριστούλιας, KON, Μπότσος, Κουλιφέτης, Αδαμοπούλου, Ζερβός, Λέανδρος, Βιτάλης, Βερύκιος, Μαστώρος, Καραμπάλιος, Πανταζής, Γούσης, Cob, Κυριαζής, Παπαδάτος, Ρουμπούλιας, Διαλυνάς, Στεφαδούρος, Τόμεκ, Τασμάρ, Τσαούσης, Ζάχαρης, Τσιαμάντας, Βαβαγιάννης, Πετρόπουλος, Καμμένος, Φραγκιαδάκης, Πέτρου, Δερβενιώτης, Koύτσης, Κούρτης, Οθωναίου, Ζάχαρη, Χατζόπουλος… Καθώς έχεις ασχοληθεί με το θέμα σε επίπεδο διδακτορικού, με ποια ελληνικά comics νιώθεις να έχει συνάφεια η δουλειά σου; Και με ποια ξένα; Σίγουρα οφείλω πολλά στον τρόπο που έβλεπα να δουλεύει ο Γιάννης Καλαϊτζής. Και κάποιες βασικές συμβουλές που μου έλεγε, όχι μόνο για θέματα σχεδίου. Και από ξένους οι Spiegelman, Thompson, Satrapi, Sacco, Horrocks, Larcenet, Pedrosa… Όμως μελετώντας διάφορα comics για το διδακτορικό που αφορούσε τόσο την ιστορία όσο και τη σημειολογία των κόμικς, μου μπήκαν κάποιες ιδέες αφήγησης που τις εφάρμοσα αρχικά στο «Αϊβαλί». Και στη συνέχεια, αφού μου βγήκαν, στον «Συλλέκτη» και ακόμα περισσότερο τώρα στη «Μάχη της Πλατείας». Στοιχεία που αφορούν τη ροή της αφήγησης, το σενάριο αλλά και την αποτύπωσή τους στην εικόνα. Έτσι θα έλεγα πως ακολουθώ ένα προσωπικό μονοπάτι πειραματισμών χωρίς πολλές άμεσες συγγένειες με άλλους συναδέλφους. Τι διαβάζεις αυτή την εποχή; Φρεσκάρω Roland Barthes και διαβάζω εξαντλητικά τον Mikhail Bakhtin για τις ανάγκες της μεταδιδακτορικής μου εργασίας – που συνδέεται με κάποιον τρόπο και πάλι με τα κόμικς –, πριν ξαναχωθώ στο καινούργιο μου graphic novel. Τι να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον; Τι έχεις στα σκαριά; Δουλεύω πλέον όπως σου είπα ένα νέο graphic novel για το 1922 που συνδέεται άμεσα με το «Αϊβαλί». Άλλωστε το σενάριο άρχισε να γράφεται παράλληλα μαζί του από τότε, το 2013. Όμως μετά την επιτυχία έκπληξη του «Αϊβαλί» δεν θέλησα να το βγάλω αμέσως και να φανεί σαν sequel. Ήθελα να ωριμάσει κι άλλο το σενάριο και να μεσολαβήσουν και άλλες δουλειές, όπως κι έγινε. Νομίζω όμως πως τώρα ήρθε η σειρά του και αν πάνε όλα καλά, θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2022. Όμως ακόμα πιο άμεσα προηγούνται άλλα. Μια ζωντανή παρουσίαση της «Μάχης της πλατείας» στην Καλαμάτα στο 7ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ μαζί με την επίσημη πρώτη παρουσίαση του ντοκιμαντέρ making of «Behind the sketches» σε σκηνοθεσία του Μελέτη Μοίρα και το οποίο αποτυπώνει τον τρόπο που δουλέψαμε στο graphic novel. Ακόμα βρίσκονται σε εξέλιξη οι εργασίες για το στήσιμο της κεντρικής μας έκθεσης στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Και θα ακολουθήσουν πολλά πολλά άλλα για τα οποία θα ενημερώνουμε στο site μας, 1821graphicnovel.gr Και το σχετικό link...
-
- 5
-
-
- soloup
- αντώνης νικολόπουλος
-
(and 3 more)
Tagged with: