Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'jemma press'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Το Φάντασμα-Το νοτιοκορεάτικο manga (manhwa) είναι μια καλοζυγισμένη δυστοπική ιστορία δράσης Επιστροφή σε μια παλαιότερη μετάφραση της  Jemma Comics, που αποτελεί την ιδανική εναλλακτική για όσους θέλουν να πειραματιστούν με αυτή την ιδιαίτερη φόρμα manga. Για όσους δεν γνωρίζουν, τα Manhwa είναι τα Κορεάτικα Manga/Comics (Νότια Κορέα προφανώς)τα οποία τα διαβάζεις όπως τα δυτικά comics από τα αριστερά προς τα δεξιά. Ένας μεγάλος αριθμός Manhwa, σε αντίθεση με τα Manga είναι ολοκληρωτικά χρωματισμένα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι υστερούν σε ποιότητα τα σχέδια, πράγμα το οποίο είναι μια φρέσκια και ευπρόσδεκτη αλλαγή από την ασπρόμαυρη μονοτονία των Manga. Δυστυχώς, ένα αρνητικό στοιχείο των Manhwa σε αυτήν την λίστα είναι ότι τα περισσότερα είναι Web-Comics, δηλαδή δεν εκδίδονται σε υλική μορφή Manga/Comic άρα μπορείς να τα βρεις μόνο στο ίντερνετ. Yπάρχουν δεκάδες Manhwa που ανταγωνίζονται ή και ακόμα ξεπερνάνε σε ποιότητα τα κλασικά και πλέον πασίγνωστα manga τα οποία ανήκουν στην Ιαπωνική κουλτούρα. Μια παλαιότερη λίστα με προτάσεις για webcomic αυτού του είδους θα βρεις εδώ . Η Κορέα του 2020 είναι ο τόπος και ο χρόνος όπου τοποθετείται το manhwa δηλαδή ο αναγνώστης του τώρα απέχει δυο χρόνια από την φανταστική ημερομηνία. Ωστόσο, το μέλλον όπως περιγράφεται από τον Seok Jeong-Hyun βρίσκει τον ανθρώπινο πληθυσμό κατά 60% μειωμένο από αυτόν στις αρχές του 20ου αιώνα, αφού οι φυσικές καταστροφές και οι εμφύλιες συρράξεις έχουν εξολοθρεύσει το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας. Εκεί λοιπόν γίνεται μια συμφωνία για παύση οποιασδήποτε πολεμικής σύρραξης και ο πλανήτης διανύει ίσως την πρώτη περίοδο ολοκληρωτικής ειρήνευσης. Έτσι το άλλοτε τηλεπικοινωνιακό κέντρο της Κορέας περνά την περίοδο της επονομαζόμενης Αναγέννησης που συνδέεται από τον μαρασμό της τηλεόρασης ως μέσο πληροφόρησης και την ταυτόχρονη ανάδειξη του ίντερνετ. Μια τρομοκρατική επίθεση έρχεται να ταράξει το ειρηνευτικό προσωπείο της Συμμαχίας των Εθνών. Μια νεαρή δημοσιογράφος μαζί με τον καμεραμάν καταγράφουν το γεγονός, χωρίς να είναι πιστοποιημένοι από την αστυνομία που οργανώνεται πια σε Πολιτοφυλακές και έτσι ξεδιπλώνεται όλη η διαφθορά του κρατικού μηχανισμού αλλά και ένα μυστικό από το οποίο εξαρτάται η τύχη όλης της ανθρωπότητας. Η κριτική στα ΜΜΕ ως μέσο στήριξης της κυρίαρχης πολιτικής με βάση τον φόβο και την παραπληροφόρηση δεν απέχει πολύ από τα fake news και τα πληρωμένα τρολλ που κατακλύζουν το διαδίκτυο. Εξάλλου, μεγάλο μέρος της ρητορικής του Τραμπ προεκλογικά και μετεκλογικά αναλώθηκε στην θυματοποίηση του από τον «κίτρινο» τύπο. Όμως στην Κορέα της Συμμαχίας των Εθνών η παραπληροφόρηση γίνεται σε ένα πλαίσιο υπεραναπτυγμένης τεχνολογίας, όπου οι Πολιτοφυλακές έχουν ειδικούς ρομποτικούς εξωσκελετούς για τα μέλη τους. Στην πραγματικότητα, αυτό που θίγεται είναι η σχέση των τηλεοπτικών σταθμών με τις Πολιτοφυλακές, όπου οι δεύτερες χρηματοδοτούν τους πρώτους για την ανάδειξη της αποτελεσματικής τους δράσης στην διαδικασία ειρήνευσης που τόσο διατείνεται το καθεστώς. Όμως η νεαρή δημοσιογράφος μπαίνει στο στόχαστρο όχι για την επαγγελματική της ιδιότητα αλλά επειδή είναι μέρος μυστικού πειράματος που σχετίζεται με την άμβλυνση των αισθήσεων στα πλαίσια δημιουργίας εξελιγμένων ανθρώπινων όντων. Ζητήματα βιοηθικής μπολιασμένα με έντονες σκηνές δράσης και καταδίωξης διατρέχουν το σύνολο του manhwa. Το αισθητικό μέρος είναι ίσως αυτό που θα εκπλήξει ευχάριστα αναγνώστες και μη των manhwa. Κυρίαρχοι οι σκουρόχρωμοι τόνοι και οι αποχρώσεις του γκρι που έρχονται σε αντίθεση με το λαδί και τα άσπρα συννεφάκια κειμένου. Οι σκηνές δράσης φωτίζονται από τις εκρήξεις με τόνους κόκκινου και πορτοκαλί, ξεκουράζοντας το μάτι. Η αφήγηση ακολουθεί την καταιγιστική δράση με σύντομες περιγραφές και διαλόγους, ενώ στο τέλος ακολουθεί αναλυτική περιγραφή της υπόθεσης και επιπλέον σκηνές που δεν χρησιμοποιήθηκαν στο τελικό αποτέλεσμα. Με λίγα λόγια, τόσο η καλή ποιότητα της έκδοσης όσο και της επιμέλειας από την Jemma Press καθιστούν το «Φάντασμα» μια θαυμάσια εναλλακτική για τους λάτρεις ή μη του είδους. Πηγή
  2. World War Sapiens- Ενάντια στον φασισμό σε κάθε παράλληλο σύμπαν Το ιδιαίτερο και οξύ στυλ του Δημήτρη Καμένου δεν μας είναι ξένο. Ήδη, στο Mεφίστο, στις τέσσερις συνέχειες του «Homo”, και στο συμπλήρωμά του, την ανθολογία «Homo: Ιστορίες από το Μέτωπο«, η ανάμειξη φανταστικού και πραγματικού, το παιχνίδι με τα όρια του cult και το στιβαρό σχέδιο παραμένουν κυρίαρχα στοιχεία. Το War World Sapiens έρχεται σε αυτό το κλίμα, με αυτά τα χαρακτηριστικά και αυτόν τον τόνο για να επεκτείνει την ιστορία του Μεγάλου Γονιδιακού Πολέμου, την δική του εκδοχή του Β Παγκοσμίου Πολέμου, όπου τον ρόλο των Ναζί παίζουν οι Homo Sapiens και οι Neanderthal της Γενοσοσιαλιστικής συμμαχίας, ενώ τη θέση των Συμμάχων έχουν άλλα, διαφορετικά ανθρώπινα είδη. Ο Δημήτρης Καμένος, στην παράλληλη αυτή εξιστόρηση/ διασκευή του Πολέμου, δεν μένει απλά στη μεταφορά των γεγονότων σε ένα σκηνικό διαφορετικό, μεταξύ steampunk και fantasy, αλλά μπολιάζει την αφήγηση με πολλά στοιχεία από τη μαζική κουλτούρα: ταινίες, κόμικ και σύγχρονα τραγούδια βρίσκουν τον χώρο και τον χρόνο για να γίνουν κομβικά μέρη της ιστορίας αλλά και της Ιστορίας του αλλοπρόσαλλου αυτού κόσμου. Ένα ενδιαφέρον παιχνίδι που κρύβεται στις σελίδες του WWS είναι η αναγνώριση των στοιχείων αυτών, αλλά και των συμβόλων που ο Καμένος χρησιμοποιεί για να υποδηλώσει πρόσωπα, καταστάσεις και γεγονότα από την ιστορία του δικού μας Πολέμου. Ταυτόχρονα, ο Πόλεμος που γίνεται λόγος στις σελίδες του κόμικ δεν είναι απλά μια καπιταλιστική διαμάχη. Ο Καμένος, όντας δημιουργός που ποτέ δεν κρύφτηκε ή μάσησε τα λόγια του για τον φασισμό, φέρνει στο προσκήνιο θέματα πολιτικά και κοινωνικά για την παράλογη, βάναυση και σκοταδιστική ιδεολογία του φασισμού και το πώς γίνεται να μισείς έναν άνθρωπο απλά και μόνο επειδή είναι διαφορετικός από σένα. Η επιλογή να εστιάσει περισσότερο στις δυνάμεις του Άξονα ρίχνει φως σε αυτήν την παράνοια και δεν είναι τυχαία. Οι δυνατές γραμμές και οι σκιές του Καμένου αποκαλύπτουν τις απάνθρωπες σκιές στα μυαλά των ναζιστών. Ταυτόχρονα βέβαια αναδύεται το ερώτημα: υπάρχει δρόμος πέρα από την βία; Υπάρχει ένα μέλλον όπου όλα τα είδη ανθρώπων ζουν μαζί; Ο Καμένος, μέσα από το ιδιαίτερο, nerd χιούμορ του, μας λέει ναι. Και όχι μόνο για όλα τα είδη, αλλά και για όλες τις διαδρομές της ζωής, όλα τα φύλα, όλα τα μεγέθη! Εξάλλου, μια από τις πιο βασικές μορφές του κόμικ, η οποία ενσαρκώνει αυτή την δυναμική είναι και η σκληροτράχηλη «Σιδηρά Βαλκυρία», η φλόγα της Σιλεσιοπομερανικής αντίστασης! Στο στυλ του δημιουργού παρατηρούνται αλλαγές. Κυρίαρχη είναι η απουσία χρώματος, μια επιλογή καθαρά προσωπική. Έτσι, σε αντίθεση με τους σκούρους, γήινους τόνους του HΟΜΟ, το World War Sapiens εμφανίζει έναν πολύ πιο ώριμο, σίγουρο για τον εαυτό του και σοβαρό τόνο, ο οποίος όχι μόνο δεν στερεί κάτι από την συνολική εικόνα, αλλά στηρίζει την ιστορία, πότε ερχόμενος σε αντίθεση με το λεπτό χιόυμορ του δημιουργού (και άρα ενισχύοντάς το), και πότε προσδίδοντας ένταση και βάρος. Βλέπουμε δηλαδή ένα πολλαπλό ασπρόμαυρο και έναν δημιουργό που μπορεί να το μεταχειρίζεται με μια αξιοσημείωτη ελευθερία, την οποία το χρώμα, όσο στρωτό και αν ήταν στο «Homo”, ίσως την στερούσε. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, το World War Sapiens αποτελεί το πρώτο βήμα της (επαν)ασχολίας με τον Μεγάλο Γονιδιακό Πόλεμο, μονάχα το κατώφλι των περιπετειών του Αρχινεκρομάντη Μπάρετ και των άλλων μορφών που συχνάζουν στο μπαρ του Ντικ, το ουδέτερο καζαμπλανκικό μπαρ στην άκρη του κόσμου. Στην αρχή της μεγάλης ιστορίας, κάποιες φορές παρατηρούμε τον Δ. Καμένο να ενθουσιάζεται και να χάνει τον ρυθμό των πραγμάτων που θέλει να πει, σαν να μην μπορεί να βάλει χαλινάρι και ρυθμό στη φαντασία του. Ωστόσο, αυτό μπορεί να οφείλεται στη χαρά για τη δημιουργική ελευθερία των περισσότερων σελίδων, σε αντίθεση με το περιορισμένο μέγεθος των τευχών του «Ηomo”. Επίσης, μιας και το κόμικ αποτελεί συνέχεια των ιστοριών και του κόσμου του Homo, ενδείκνυται οι αναγνώστες να έχουν μια εικόνα του τι και του πως… Όπως και να έχει, ανυπομονούμε να δούμε και άλλες ιστορίες από την παράλληλη αυτή ιστορία, η οποία μας δείχνει τελικά πολλά πράγματα για την δική μας ζωή, παρελθούσα και μελλοντική. Πηγή
  3. Βαλκυρία: Ο Δέκατος Κόσμος- Το επικό φινάλε ενός αλλιώτικου Ragnarok Η σειρά Βαλκυρία, με τα δύο της επεισόδια, φτάνει στο τέλος της. Το πρώτο, το Νεκρικό Ψύχος μας είχε απασχολήσει και στο παρελθόν. Τώρα, το » Ο Δέκατος Κόσμος» (εκδόσεις Jemma Press) φέρνει τα πράγματα στο λυκόφως τους. Πως είναι όμως αυτό το φινάλε; Τι έχει να πει αυτό το αλλιώτικο Ράγκαροκ και τελικά γιατί έπρεπε να γίνει; Το Νεκρικό Ψύχος είχαμε πει πως ήταν μια απόπειρα για να δοθεί ένα νέο περιεχόμενο, μια διαφορετική αφήγηση για την σκανδιναβική μυθολογία. Να ξεφύγουν οι ιστορίες που, ορμόμωμενες από αυτή, λένε ξανά για τον Θορ και τον Λόκι, τον Όντιν και την Φρέγια, τον τεράστιο Φένριρ και την ουδέτερη Χέλα. Ο σεναριογράφος Sylvain Cordurié, ο Drazen Kovacevic στο σχέδιο και ο Simon Champelovier στον χρωματισμό προσπάθησαν και μας έδωσαν έναν κόσμο όπου ο χρόνος είχε σπάσει, κατά το σαιξπηρικό time is out of joint. Ένα κόσμο όπου ο Φέρνιρ δεν ήταν ένας αλλά αγέλη, η Χέλα μια γοητευτική πλανεύτρα και το Ράγκαροκ όχι φόβος, αλλά λυτρωμός από τις δυνάμεις του παρελθόντος, τους μύθους που τρέφονται με αίμα και κρατούν τους ανθρώπους δέσμιους της άγνοιας. Η συνθήκη της Βαλκύριας ήταν μία όπου το παρελθόν, με όλη την φρικτή μυσταγωγία του ξυπνά από ένα λήθάργο αιώνων και αναγορεύει πως το μέλλον του ανήκει. Αυτή τη κατάσταση δεν υπήρχαν πια θεοί να την σταματήσουν, δεν υπήρχε το φως τους, με αυτή την τόσο γοητευτική, εξανθρωπισμένη και γήινη διάσταση που έχει η νορβηγική μυθολογία. Το παρελθόν τους είχε καταπιει και αυτούς. Τέρμα ο Θορ και τα παιχνίδια του Λόκι, οι σοφίες του Όντιν και η ομορφιά του Μπάλντερ. Τώρα ο φακός της Ιστορίας εστιάζει στους δευτεραγωνιστές, τον ατιμασμένο αγγελιοφόρο Χέρμοντ, μια έκπτωση Βαλκύρια και ένας νεαρός πρίγκηπας με τους συντρόφους του. Οι τελευταίοι είναι ίσως το πιο αδύναμο κομμάτι της Βαλκύριας, ωστόσο δεν αναιρούν την ευχαρίστηση από την αφήγηση, ούτε στα σημεία κίνησης/ δράσης της, ούτε στο περιρρέοντα λόγο της μυθολογικής ανατροπής. Αυτό που πραγματικά αποτελεί την αιχμή του δόρατος της Βαλκύριας είναι το σχέδιο και κυρίως το χρώμα των Kovacevic και Champelovier αντίστοιχα. Το πρώτο δίνει ένα πολύ προσγειωμένο, σωματικό και προσεγμένο τόνο που δένει την αφήγηση στο συγκεκριμένο και της απαγορεύει να γίνει πολύ θεωρητική, κάτι που κάλλιστα θα μπορούσε να συμβεί. Είναι η άγκυρα με τις προσδοκίες του αναγνώστη για συνέπεια, ακόμα και αυτό αυτό οδηγεί σε κάποιες ατυχείς στιγμές, όπως η στιγμιαία σεξουαλικοποίηση κάποιων γυναικείων χαρακτήρων. Ωστόσο, το έπος ρέει μέσα στις φλέβες του σχεδίου και η ίδια η ιστορία του δίνει πολλές δυνατότητες να λάμψει και να προσφέρει ένα εντυπωσιακό και με νόημα θέαμα. Ταυτόχρονα, το χρώμα του Champelovier δίνει μια ψυχρή, σχεδόν απόμακρη διάσταση στην ιστορία, χωρίς ωστόσο να την καθιστά ανοικεία. Είναι προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις και την τοπολογία της ιστορίας, αλλά διεκδικεί και αυτό την δική του χάρη και καλλιτεχνεία, με την στρωτή υφή και την ομοιομορφία του, η οποία όμως, ανά στιγμές σπάει, σαν να σε αφήνει ο Champelovier να δεις πίσω από τις κουρτίνες του κόμικ. Αλλά μονάχα για μια στιγμή, μονάχα για μια υποψία. Τελικά, η Βαλκύρια αξίζει το ταξίδι που θα κάνετε για να την συναντήσετε. ΄Σίγουρα. Τόσο το «Νεκρικό Ψύχος» όσο και ο «Ο Δέκατος Κόσμός» κρύβουν πολλά στρώματα και μεθόδους ανάγνωσης, και είναι σίγουρος πως δεν απογοητεύσουν κανέναν, όπου και αν θελήσει να σταματήσει. Πηγή
  4. Βαλκυρία: Νεκρικό Ψύχος- Μια προσπάθεια για μια νέα φωνή στην μυθολογική περιπέτεια Σαν σεναριογράφος, ο Sylvain Cordurié μετεωρίζεται μεταξύ της σωματικής και της ψυχολογικής δράσης. Πότε με καταιγιστικά καρέ μάχης και πότε με ψυχαναλυτικά δοσμένες συγκρούσεις, εξωτερικές και εσωτερικές, καταφέρνει και πλάθει χαρακτήρες που έχουν να προσφέρουν πολλά περισσότερα από ένα απλά καλοφτιαγμένο επικό/ιστορικό κόμικ. Η νέα του δουλειά, Bαλκύρια (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Jemma Press) συνεχίζει αυτή την φόρμα. Το πρώτο από τα δύο βιβλία της Βαλκύριας, το Νεκρικό Ψύχος, επιχειρεί μέσα από τους χαρακτήρες πολυεπίπεδους να αφηγηθεί το χιλιοειπωμένο Ragnarok με έναν τρόπο που φέρει αξιώσεις πρωτοτυπίας. Κρατώντας το πνεύμα και τις βασικές λειτουργικές των επικών μυθευμάτων της Σκανδιναβίας, ο Cordurié φέρνει στο προσκήνιο την εξαρχής μείξη θεϊκού και ανθρώπινου στοιχείου, θέτοντας το πρώτο ως βάση του δεύτερου και όχι το αντίθετο. Στην Βαλκύρια, οι θεοί περιμένουν να σωθούν από τους θνητούς, όχι με μεταφυσικό τρόπο αλλά με πάρα πολύ ρεαλιστικό. Τα μυθολογικά τέρατα, όπως ο θεοκτόνος Fenrir έρχονται αντιμέτωπα με απλούς πολεμιστές και πεθαίνουν με απλούς (αλλά εικαστικά εντυπωσιακούς τρόπους). Ενδεικτικό του ολοκληρωτικού εξανθρωπισμού των καταστάσεων και των χαρακτήρων που επιχειρεί ο Cordurié είναι και ότι φέρνει στο προσκήνιο, σαν θεμελιώδη λίθο της ιστορίας της Βαλκύριας, τον Έρωτα, όχι όμως σαν εμψυχωτικό συναίσθημα που δίνει δύναμη, αλλά σαν απαγόρευση που την στερεί. To θεικό ζεύγος που ρίχνεται στην Midgard δεν επιδεικνύει παρά ελάχιστες σχέσεις αναμεταξύ τους, όχι μόνο λόγω της θεικής τιμωρίας, αλλά και των τεταμένων σχέσεων που οδήγησαν στην εξορία. Επίσης, αξίζει σίγουρα ένα μπράβο που ο Cordurié απέφυγε να χρησιμοποιήσει την πολυφορεμένη φιγούρα του Thor και προτίμησε τον πιο χαμηλών τόνων Χέρμοντ (Hermod the Brave), ο οποίος αναφέρεται στην σκανδιναδική παράδοση μόλις μία φορά, και αυτή σαν αγγελιοφόρος. Tαυτόχρονα, σε αυτό το περισσότερο εισαγωγικό τόμο, ο Cordurié θέτει τις βάσεις για την εξέλιξη των χαρακτήρων του: καθήκον ή συναίσθημα, πολεμιστής ή ηγέτης, επιβίωση ή θάνατος. Οι ήρωες περνούν από αυτά τα διλήμματα και εντάσσονται στο ατέρμονο μπρος πίσω του κόμικ ανάμεσα στο φανταστικό (στο οποίο έχουν προστεθεί πολλοί νεολογισμοί) και το πραγματικό. Εικαστικά, ο Drazen Kovacevic στο σχέδιο και ο Simon Champelovier στον χρωματισμό καταφέρνουν και φέρνουν αυτήν την ιστορία σε εμάς μέσα από ένα γκριζογάλανο πρίσμα. Με έμφαση στις κοφτές γραμμές και μεγάλη προσοχή στις ανθρώπινες εκφράσεις, που είναι ο κύριος καμβάς που μεταφέρει την ιστορία, κατορθώνουν να δημιουργήσουν μια ψυχρή ατμόσφαιρα για το περιβάλλον και μια θαλπωρή που προέρχεται από τους ανθρώπους. Αυτός ο δυισμός, βασικά ανάμεσα στα διαλεκτικά δίπολα που κυριαρχούν στο κόμικ, είναι τελικά και ένας από τους πιο σημαντικούς, αυτό που συνδέει και μεταφέρει όλα τα άλλα. Επιπρόσθετα, η καθαρά σωματική δράση, μεταφέρεται με κοφτά, ακανόνιστα καρέ, τα οποία δημιουργούν έναν ρυθμό έξαψης και έντασης, επιτυγχάνοντας τον σκοπό τους. Η Βαλκύρια (Βιβλίο 1- Το Νεκρικό Ψύχος) είναι ένα σύγχρονο κόμικ φαντασίας, το οποίο παρόλο που βουτά στην ευρωπαϊκή μυθολογική παράδοση, δεν εφησυχάζει, ούτε αρκείται στην οικειότητα της θεματικής του. Προσπαθεί να πάει παραπέρα ένα θέμα και ύφος που έχουμε δει πολλές φορές, με τρόπο που θέλει να ξαφνιάσει. Ας του δώσουμε μια τέτοια ευκαιρία. Πηγή
  5. Αν ο Δαρβίνος δεν είχε δίκιο σε όλα κι αν η εξέλιξη του ανθρώπου δεν κατέληγε σε ένα και μοναδικό είδος, ποια θα ήταν η Ιστορία; Πώς θα συμβίωνε ο Homo Sapiens με τους αποκαλούμενους προγόνους του; Πόσο ρατσισμό, βία και εκμετάλλευση θα είχε ένα τέτοιο σενάριο; Ο Δημήτρης Καμένος απαντά με το συναρπαστικό «World War Sapiens». «Οι παλαιοντολόγοι έχουν μια πρακτική. Τοποθετούν έναν σταυρό μπροστά από τα ονόματα των εξαφανισμένων ειδών. Υπάρχει π.χ. ο αγαπητός σε όλους †Tyrannosaurus Rex που εξαφανίστηκε πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια. Το ίδιο κάνουν και με τους μακρινούς συγγενείς των ανθρώπων: †Homo Habilis, †Homo ergaster, †Homo neanderthalensis κ.ο.κ. Αντίθετα από ότι πιστεύεται, η επιβίωση ενός είδους εξαρτάται όχι μόνο από την ικανότητα του να προσαρμόζεται στο περιβάλλον αλλά και από τη θεά Τύχη. Ας επισκεφθούμε λοιπόν έναν κόσμο όπου κάποιοι από αυτούς τους σταυρούς δεν μπήκαν ποτέ!» Έτσι προλογίζει το νέο βιβλίο του με τίτλο «World War Sapiens» (εκδόσεις Jemma Press) ο Δημήτρης Καμένος και προειδοποιεί τους αναγνώστες ότι πρόκειται να διαβάσουν μια εναλλακτική εκδοχή της Ιστορίας και της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους. Και είναι μια εκδοχή εφιαλτική, μια διαφορετική πραγματικότητα γεμάτη ρατσισμό, μίσος και πόλεμο, όχι, ωστόσο πολύ χειρότερη από την «πραγματική» πραγματικότητα. Στο παράλληλο Σύμπαν του Καμένου συνυπάρχουν πολλά ανθρώπινα είδη ως «χάντρες στο πολυποίκιλο κομπολόι που είναι η ανθρώπινη αλυσίδα» και μάχονται μεταξύ τους. Από το Λονδίνο, ένας απολαυστικά αστείος Ουίνστον Τσόρτσιλ με αναμμένο πούρο και ουίσκι απευθύνει διάγγελμα στον βρετανικό λαό από το τροχοφόρο κρεβάτι του και κατατροπώνει λεκτικά τους ναζί: «Οι αντίπαλες δυνάμεις του γενοσοσιαλιστικού άξονα, οι ορδές του Αλόις Χίτλερ και των άφρονων συνεταίρων του στράφηκαν εναντίον μας σαν ατσάλινη τανάλια. Αλλά τα παλικάρια μας, δυναμωμένα με ιγγλέζικο λαρδί και σκοτσέζικο μολτ πέτυχαν μια τολμηρή εκκένωση στη Δουνκέρκη». Ο μεγάλος εχθρός του δεν είναι άλλος από τη Γενοσοσιαλιστική Συμμαχία που έχει βαλθεί να εξαγνίσει την Ευρώπη από όλα τα «κατώτερα» ανθρώπινα είδη. Αλλά παρά τη δύναμη των όπλων και τις μαγικές-μαντικές ικανότητες των φασιστών, κάποιοι αντιστέκονται όχι μόνο με τα λόγια αλλά και με φλογοβόλα, με πρώτη και καλύτερη τη «Σιδηρά Βαλκυρία», τη φλόγα της Σιλεσιοπομερανικής αντίστασης! Σ’ αυτό το απίστευτο μωσαϊκό από φυλές και είδη που έχει εμπνευστεί και φιλοτεχνήσει ο Καμένος, δημιουργώντας μια μοναδική παρωδία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ανατροπές είναι διαδοχικές και συνεχείς. Αλλά στο επίκεντρο βρίσκεται διαρκώς το ερώτημα: «Μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά όλα τα είδη ή ο αλληλοσπαραγμός είναι φυσικό επακόλουθο;» Οι φασίστες τάσσονται με τη βία, ενάντια στην πολυποικιλότητα. Οι άνθρωποι αντιστέκονται. Κι η εναλλακτική Ιστορία μας διδάσκει πολλά για την επισήμως καταγεγραμμένη. Το «World War Sapiens» του Δημήτρη Καμένου έρχεται ως συνέχεια του συγκλονιστικού «Homo» που δημοσιεύτηκε σε πέντε τεύχη και έθεσε τις βάσεις και τα θεμέλια αυτού του αλλόκοτου, σκοτεινού, τρομακτικού κόσμου. Το χιούμορ εξακολουθεί να είναι διάχυτο και αβάσταχτα πικρό, ενώ η εγκατάλειψη του χρώματος και η μετατροπή της σειράς σε ασπρόμαυρη δεν αφαιρεί τίποτα από την εικαστική της αρτιότητα, αντιθέτως συνθέτει μια ακόμη πιο υποβλητική ατμόσφαιρα. Είναι, άλλωστε, δεδομένη η σχεδιαστική δεινότητα του Καμένου, την ξεκαρδιστική σειρά «Μεφίστο» του οποίου απολαμβάνετε κάθε εβδομάδα στη βάση αυτής της σελίδας, και με τη δυνατότητα που του δίνεται μέσω του μεγαλύτερου σε έκταση «World War Sapiens» συγκριτικά με τα ολιγοσέλιδα τεύχη του «Homo» το σενάριο απογειώνεται. Και απ’ ό,τι φαίνεται, θα έχει πολλές ακόμη συνέχειες με τα ανθρώπινα είδη να αντιμετωπίζουν τον φασισμό μέχρι την τελική επικράτηση. Και το σχετικό link...
  6. Οι Νύφες του Δράκουλα: Νουρ- Το φως και το σκοτάδι στις (δευτερ) αγωνίστριες Είναι αλήθεια πως είναι πολύ δύσκολο να πει κανείς πλέον κάτι για τον Δράκουλα του Μπραμ Στόκερ. Ένα έργο σταθμός για την σύγχρονη λογοτεχνία γενικά, στέκει ακόμα και σήμερα, 121 χρόνια μετά την έκδοση του στην αρχή μιας μακράς λογοτεχνικής παράδοσης για τους Βασιλιάδες των Παρεκκλίσεων από τους φυσικούς νόμους. Μπορεί οι μύθοι για τους βρυκόλακες να υπήρχαν και πριν, ωστόσο ήταν ο Στόκερ που τους έδωσε την μορφή με την οποία έφτασαν στις μέρες μας μέχρι σήμερα, και στην οποία βασίστηκαν αργότερα τόσοι και τόσοι δημιουργοί, σε όλες τις τέχνες. Θα έλεγε κανείς οτι τόσα χρόνια μετά, οι βρυκόλακες θα έπρεπε να είχαν προχωρήσει. Και, σε μεγάλο βαθμό, το έκαναν. Αλλά πάντα η επανεφεύρεση των πηγών ασκεί μια τεράστια γοητεία στους δημιουργούς και το κοινό. Ειδικά όταν έτσι πέφτει φως σε άτομα, μέρη και ιστορίες που ποτέ πριν δεν είχαμε φανταστεί αλλά πάντα τριγυρνούσαν στο πίσω μέρος του μυαλού μας, σαν άμορφες απορίες. Μια τέτοια πτυχή του μύθου έρχεται σήμερα, στα δεδομένα της ελληνικής κόμικ σκηνής, να λύσουν ο Αβράαμ Κάουα και ο Γιάννης Ρουμπούλιας με το νέο τους πόνημα «Οι Νύφες του Δράκουλα» (εκδόσεις Jemma Press), μια (ελπίζουμε) τριλογία αφιερωμένη στις Νύφες του Βλάντ του Παλουκωτή, οι οποίες στο αρχικό έργο δεν εμφανίζονται παρά σε ελάχιστα μέρη. Και όμως, αυτά τα όντα κάποτε ήταν άνθρωποι με θέλω, επιδιώξεις και ελπίδες. Με φόβους, μίση και απογοητεύσεις. Στο πρώτο βιβλίο λοιπόν βυθιζόμαστε στην ιστορία της πρώτης Νύφης, της Νουρ (φως στα Αιγυπτιακά), μιας σκλάβας σε ένα χαρέμι στην Κωσταντινούπολη. Η Νουρ αντάλλαξε μια ζωή στο φως με μια άλλη, πέρα από τα όρια του θανάτου και της τρέλας, και, κοιτώντας το πως έφτασε εκεί, δεν μπορούμε να πούμε πως την αδικούμε. O Κάουα φτιάχνει με μια εικόνα μόνο μια ολόκληρη ιστορία με βάθος και χαρακτήρες προσεγμένους, προσεγγίσιμους. Το κυριότερο όμως είναι οτι, αναγνωρίζοντας την ιστορικότητα των χαρακτήρων, δεν τους κάνει πιόνια σε μια κοινότυπη ιστορία εκδίκησης ή εντυπωσιασμού. Οι Νύφες δεν είναι μια ευκαιρία να ξαναδούμε τον Δράκουλα. Η Νουρ είναι πρωταγωνίστρια σε όλα. Από το ψυχολογικό προφίλ, μέχρι την στιγμή της εναντίωσης/ ενηλικίωσης. Οι επιλογές της είναι δικές της και το σενάριο μας οδηγεί σε αυτές χωρίς άλματα, βιασύνες ή εφηβικό ενθουσιασμό. Καταλαβαίνουμε πως μια γυναίκα που επί χρόνια βιώνε την χειρότερη καταπίεση μπορεί να επιλέγει ελεύθερα τον θάνατο (και τελικά την προσωοποποίηση του). Καταλαβαίνουμε γιατί τελικά ξεσηκώνεται και σηκώνει τα όπλα απέναντι σε μια ολόκληρη κοινωνία που την έστειλε στα μεταξένια αλλά πολύ πραγματικά κάτεργα. Η άρνηση όλων των ανθρώπων που γνώρισε και ο εναγκαλισμός της νύχτας μας δίνεται με λογική, ευαισθησία και κατανόηση. Μακριά από εύκολες και παιδιαρίστικες λογικές της αδύναμης γυναίκας που παρασύρεται από τον γοητευτικό ξένο, η Νουρ με το γιαταγάνι στο χέρι μαθαίνει να ορίζει την μοίρα της- και να δέχεται τις συνέπειες των επιλογών της. Όσον αφορά το σχέδιο, παραμένει ένα από τα πιο δυνατά στοιχεία της έκδοσης. Ο Γιάννης Ρουμπούλιας αφήνει λίγο στην άκρη το γνωστό, έντονα σωματικό στυλ του και μας δίνει μια καλοακονισμένη σκοτεινή ατμόσφαιρα, έντονα επηρεασμένη από πιο παραδοσιακές απεικονίσεις του Δράκουλα. Οι έντονες γραμμές και σκιάσεις δίνουν έμφαση στα πρόσωπα, τα οποία πολύ συχνά γεμίζουν εντελώς τα ακανόνιστα καρέ, ως κοντινά στους χαρακτήρες. Το μαύρο, σε όλες του τις αποχρώσεις, κυριαρχεί, ενώ οι αντιθέσεις μεταξύ των τονών Η βία και το αίμα ενώ υπάρχουν σε αφθονία, θα ήταν λάθος να καθορίσουν τον τόνο του έργου και, σε μεγάλο βαθμό, αυτό αποφεύγεται, δίνοντας έμφαση σε πάλεις και στοιχεία εσωτερικά. Ταυτοχρονα, το ερωτικό στοιχείο, εφόσον μάλιστα μιλάμε για γάμους, είναι ιδιαίτερα έντονο τόσο εκφραστικά όσο και σχεδιαστικά στους χαρακτήρες, πολύ περισσότερο στους γυναικείους, πράγμα που ενώ σαν επιλογή δικαιολογείται, θα μπορούσε να ακολουθήσει τον δρόμο του υπόλοιπου έργου. Σε κάθε περίπτωση, οι Νύφες ήταν μια πολύ ιδιαίτερη και ευχάριστη έκπληξη που θα θέλαμε να συνεχιστεί. Πηγή
  7. Μόνο για ενήλικους. Ένα αλμπουμάκι γεμάτο ερωτικά, φετιχιστικά σχέδια, από τον δημιουργό των “Yellow Boy”, “Ο Δεξιοτέχνης”, “Νικολέτ” και πολλών άλλων. O Σταύρος για πρώτη φορά δημιουργεί σκίτσα γεμάτα με ερωτική διάθεση, δροσερές κοπέλες αντικείμενο πόθου και πάθους. Καλά μην τα παραλέω κιόλας, ερωτικά μεν αλλά τους PICHARD, SERPIERI, CREPAX, MANARA δεν τους φτάνει.Τα σκίτσα έχουν το γνωστό στυλ του δημιουργού που δεν σου προκαλεί την ερωτική διάθεση. Βέβαια δεν λείπει το γνωστό χιούμορ του. Το αλμπουμάκι το προλογίζει ο Λευτέρης Σταυριανός, αν και κατά την γνώμη μου τα παραλέει λίγο. Ένα από τα αγαπημένα μου σχέδια: Η CATWOMAN παιίζοντας χαδιάρικα με τον... εαυτό της μονολογεί I GET BATS IN MY STOMACH. 4 σκιτσάκια ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ 18 ΜΗ ΤΖΙΖ Αφιέρωμα στον Σταύρο Κιουτσιούκη
  8. Βασιλεύς των κόμικς

    WWS: WORLD WAR SAPIENS

    Καλώς ήρθατε στον παράξενο, αλλόκοτο και εναλλακτικό κόσμο του Δημήτρη Καμένου που δημιούργησε και γνωρίσαμε στο HOMO. Οί γνωστοί χαρακτηρες ,επιστρέφουν αυτή την φορά σε έναν τόμο 50 σελίδων. Παρέα με τον Μπόγκυ (Χάμφρέυ Μπόγκαρτ) σαν Ρίκ στην Καζαμπλάνκα να δίνει μία εύθυμη νότα στην ιστορία, συνεχίζουν ακάθεκτοι τις περιπέτειες τους. Βρισκόμαστε στο έτος 1940 και ένας απόλυτος πόλεμος μεταξύ των ανθρωπίνων ειδών μοιάζει αναπόφευκτος. Οι δυνάμεις του Γενοσοσιαλιστικού Άξονα, αποτελούμενες από Homo Sapiens και Neanderthal γενικεύουν την επίθεση εναντίον των ανθρώπων της Χαϊδελβέργης, των αυστραλοπιθήκων και των άλλων ανθρωπιδών που θεωρούν «μη καθαρά». Η κατεχόμενη Σιλεσιοπομερανική Κοινοπολιτεία γεμίζει από στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η Φραγκία έχει κατακτηθεί και οι δυνάμεις της Ιγγλετέρας, καθηλωμένες, αντιμετωπίζουν τους βομβαρδισμούς των φασιστών. Το μπαρ του Ντικ, κάπου στην Β.Α. Αφρική, θεωρείται ουδέτερο έδαφος. Εκεί συχνάζουν αξιωματικοί της πανίσχυρης Ένωσης Δενισοβιετικών Δημοκρατιών. Εκεί οι εξόριστοι ακούν τους φλογερούς λόγους του πρωθυπουργού της Ιγγλετέρας που προσπαθεί να ενισχύσει το φρόνημα των κατατρεγμένων. Εκεί βρίσκεται και ο Υπερνεκρομάντης Άλιστερ Κρώλεϊ που περιμένει τον Αρχινεκρομάντη Φράνσις Μπάρετ με μια διαταγή στα χέρια του, υπογεγραμμένη από τον ίδιο τον Αλόις Χίτλερ. Ο πρώτος τόμος του World War Sapiens εξιστορεί νέα, αιματοβαμμένα κεφάλαια του Μεγάλου Γονιδιακού Πολέμου και μας γυρίζει πίσω στο συναρπαστικό παράλληλο σύμπαν που θεμελίωσε η τετραλογία του Homo και επέκτεινε η cult ανθολογία Homo: Ιστορίες από το Μέτωπο. Σε ενα καρέ βλέπουμε την Ινγκριντ Μπέργκμαν, τον Σαμ να "τραγουδά" το γνωστό τραγούδι του έργου AS TIME GOES BY, ''ακούμε την γνωστή φράση του φινάλε «Αυτή είναι η αρχή μιας ωραίας φιλίας» και την πιο γνωστή ατάκα που ποτέ δεν ακούστηκε ποτέ στο έργο «Παίξτο ξανά ΣΑΜ».*Ο τόμος είναι η άμεση συνέχεια των 4 πρώτων τευχών. Το άλμπουμ πλαισιώνει και μια μικρη ιστορία 8 σέλιδων ,με πρωταγωνιστες τον ΣΕΡΤΖΙΟ ΜΟΓΚΡΕΓΚΟΡΕ και την ΣΙΜΟΝΟΒΝΑ. Καλοφτιαγμένη έκδοση, ιστορία που δεν σε αφήνει να την παρατήσεις στην μέση, σχέδιο αυτό που ξέρουμε, ωραίο χιούμορ εκεί που δεν το περιμένεις. Αφού το διαβάσεις έχεις την αίσθηση του "κορεσμού", ότι πήρες την δόση σου αλλά ότι πεινάς και άλλο για το τι θα γίνει ύστερα, στο μεταίχμιο δηλαδή, πράγμα που το καταφέρνουν οι καλοί σεναριογράφοι. Δεν πρέπει να λείπει απο την βιβλιοθήκη σας. Τίτλος πρώτου τόμου : ΑΝΘΡΩΠΟΙ & ΚΟΥΝΟΥΠΙΑ Τίτλος προσεχούς τόμου :ΔΕΝΙΣΟΒΙΕΤΙΚΑ ΖΟΜΠΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΦΑΣΙΣΤΩΝ (Ελπίζω να μην καθυστερήσει πολύ). * Κανονική ατάκα του έργου ήταν "ΤΟ ΠΑΙΞΕΣ ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΗΝ, ΠΑΙΞΤΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΜΕΝΑ". Η ατάκα "ΠΑΙΞΤΟ ΞΑΝΑ, ΣΑΜ" ακούστηκε στο έργο "PLAY IT AGAIN SAM'" του Γούντι Αλλεν. Είναι πρώτη φορα που μια ατάκα άλλου έργου έγινε γνωστή για άλλο έργο.
  9. Βασιλεύς των κόμικς

    ΟΙ ΝΥΦΕΣ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΥΛΑ

      1622. Η Οθωμανική αυτοκρατορία έχει εξαπλωθεί σχεδόν σε όλη την Ανατολή, Κωνσταντινούπολη, παιχνίδια εξουσίας, θανάσιμα μυστικά, μυστικές συμφωνίες, επικίνδυνες συμμαχίες. Όμορφες αισθησιακές γυναίκες σκλάβες στα χαρέμια για να ικανοποιούν τις ορέξεις των αφεντάδων τους. Μία από αυτές η ΝΟΥΡ βλέπει το θανάσιμο παιχνίδι που υφαίνεται γύρω της μη μπορώντας να αντιδράσει. Ένας ξένος με σκοτεινή όψη που στο πέρασμά του σπέρνει θάνατο και χάος, θα της αλλάξει την ζωή. Και αυτή είναι μόνο η αρχή... Μια ιστορία τριών γυναικών που έγιναν οι ... ΝΥΦΕΣ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΥΛΑ. Στο δεύτερο άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει προσεχώς η ιστορία της ΣΝΤΕΝΚΑ Η ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΤΩΝ ΒΟΥΡΝΤΑΛΑΚ Με σενάριο του Κάουα και σχέδιο του Γιάννη Ρουμπούλια πιστεύω ότι θα είναι από τα καλά κόμικς που θα διαβάσουμε. Τίτλος πρώτου άλμπουμ: ΝΟΥΡ* *Που σημαίνει Φως στα Αιγυπτιακά. ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ Ευχαριστούμε για τα υπόλοιπα εξώφυλλα τους Indian & albertus magnus.
  10. Βασιλεύς των κόμικς

    ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ

    Πως και το προπέρσινο (2016) κόμικς "ΗΡΩΕΣ" οι ''ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ'' περιέχουν τους τρεις πρώτους νικητές που διοργάνωσε το Κέντρο Εφαρμοσμένων Τεχνών πέρσι το Φθινόπωρο με τίτλο ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ. Την ιστορία τους έπρεπε να την φτιάξουν μέσα σε 4 σελίδες. Διαβάζεται μέσα σε ένα λεπτό, δεν με ενθουσίασε καθόλου ούτε σεναριακά ούτε σχεδιαστικά. Ευτυχώς που το παρών κομιιξάκι δίνεται δωρεάν. Αν αυτά ήταν τα καλύτερα δεν θέλω να φανταστώ τα χειρότερα. Οι περισσότεροι φανζινάδες κάνουν καλύτερες δουλείες.    ΑΝΑΓΝΩΣΤΕ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ Υ.Γ.ΣΕΛΙΔΕΣ ΘΑ ΑΝΕΒΑΣΩ ΑΡΓΟΤΕΡΑ
  11. Βασιλεύς των κόμικς

    ΚΟΥΡΑΦΕΛΚΥΘΡΑ: ΠΑΙΧΤΕ ΠΑΝΚ

    Για μία άλλη μια χρονιά ο Αντώνης Βαβαγιάννης έχει σκοπό να μας δώσει μια γερή δόση χιούμορ ετοιμάζοντας ένα ακόμη άλμπουμ από τα ΚΟΥΕ ΛΡ... από τα ΚΟΘΟΥΛ... από ΤΑ ΚΑΡΕΛΟΥΘ.... από αυτά που αναγράφει ο τίτλος επάνω. Πανκιές, Βουγιούκλακη, Ναπολέων, Θείος Αιμίλιος και ότι δεν μπορείς να φανταστείς μπορείς να το βρεις εδώ. Τα μονοσέλιδα κομιξάκια εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στο socomic. Σε πέντε σελίδες σχεδιάζει ο Ηλίας Κυριαζής. ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ & ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ
  12. Βασιλεύς των κόμικς

    COMEDICS RELOADED

    Ο Ατζαράκης ξαναχτυπά και ο Στεφαδούρος πιάνει μολύβια στο αλμπουμάκι της σειράς, που δεν έχει αρίθμηση αλλά έχει μπόλικο χιούμορ. ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ Παρουσίαση του αρχικού Comedics ΕΔΩ.
  13. MeZolith (Vol. 2): Όταν o φόβος της ενηλικίωσης περιπλέκεται με την ιδεοληψία Η σειρά των Ben Haggarty και Adam Brockbank, σε μετάφραση της Jemma Press, συνεχίζει την επιτυχημένη της πορεία στον ελληνικό χώρο, προσθέτοντας νέες εμπειρίες από την συλλογική μνήμη της φυλής των Κάνσα. Η συνέχεια της σειράς έρχεται να ικανοποιήσει κάθε προσδοκία του αναγνωστικού κοινού του πρώτου κόμικ, αλλά και να το συστήσει εκ νέου εξαιτίας της αφηγηματικής της αυτοτέλειας. Ο πήχης είχε ήδη τεθεί ψηλά, οπότε αυτό που προσφέρει το δεύτερο κόμικ είναι μια πιο ώριμη ματιά, ενώ παράλληλα επαναθεμελιώνει το γνωστό προϊστορικό κόσμο της φυλής των Κάνσα(ακολουθούν ελάχιστα spoiler). Κεντρικός ήρωας παραμένει ο Πόικα, ο οποίος δεν είναι πια ανέμελο παιδάκι που πάσχιζε να μάθει το κυνήγι. Ενόσω προχωράει προς την ενηλικίωση, νέες συνήθειες και υποχρεώσεις έρχονται να προστεθούν στον ρόλο του στην φυλή και το αγόρι δεν μπορεί παρά να τις παρατηρεί με αβεβαιότητα και φόβο. Συνεχίζει να διακατέχεται από ένα αίσθημα ευθύνης προς τους υπόλοιπους της φυλής, αλλά πια τείνει να πάρει την θέση του στον αντρικό πληθυσμό, οπότε πρέπει να διαλέξει και σύζυγο. Αυτή είναι ίσως η κυριότερη επιθυμία του Πόικα, που τον γεμίζει παράλληλα και φόβο. Δεν είναι εξοικειωμένος με τις ερωτικές σχέσεις και παρερμηνεύει καταστάσεις, καταλήγοντας σε μεγαλύτερη σύγχυση. Αυτό το κενό αναπληρώνεται με μύθους και ιδεοληψίες που έχουν επιβιώσει στην προφορική παράδοση της φυλής και αποτελούν συγχρόνως την αφηγηματική ραχοκοκκαλιά του δεύτερου τεύχους. Βέβαια, ο Πόικα στο τέλος φαίνεται να αποδέχεται(;) την νέα του ταυτότητα και να περνάει συμβολικά μια μεταμόρφωση, που αναμένουμε να δούμε πως θα εξελιχθεί. Φαίνεται λοιπόν αναπόφευκτη πια η συναισθηματική σύνδεση του κοινού με τον Πόικα, κάτι που έλειπε από το προηγούμενο τεύχος. Τότε παρατηρούσαμε σχεδόν από επιστημονική, ανθρωπολογική πολλές φορές, ματιά τους Κάνσα, ως ουσιαστικά δρώντα πρόσωπα στην προϊστορική Αγγλία, την μακρινή περίοδο του 10.000 π.Χ. Τώρα αλλάζοντας κάπως αυτήν την κατεύθυνση, το MeZolith 2 φαίνεται να βρήκε την συνταγή της επιτυχίας και να διαβαίνει σε ένα καλοδομημένο αφηγηματικό περιβάλλον μέσα στο οποίο μπορεί να πατήσει και να δώσει ένα σαφές στίγμα στο ξένο κόμικς. Άλλη μια φορά, ο Adam Brockband βαδίζει σχεδιαστικά στα ίδια βήματα με τον συγγραφέα Ben Haggarty και όποτε αποφασίζει να αυτονομηθεί, μας χαρίζει καρέ και σελίδες που ξεδιπλώνουν το ταλέντο του. Οι πιο σκοτεινοί τόνοι και η αντίθεση με το λευκό δημιουργούν μια σκοτεινή και μυστηριακή ατμόσφαιρα με κέντρο την προσπάθεια της σεξουαλικής αφύπνισης του Πόικα, παρά την αθωότητα της παιδικής ηλικίας. Θάνατος, μητρότητα, αποδοχή, κυριαρχία και υποταγή είναι επίσης κυρίαρχα μοτίβα που περικλείονται από απωθημένα, επιθυμίες και ιδεοληψίες της συλλογικής μνήμης των Κάνσα. Είναι απίστευτο πως μικρές λεπτομέρειες και αντικείμενα που βρίσκονται διάσπαρτα στις μικρές αυτοτελείς ιστορίες καταφέρνουν να ψυχολογικοποιήσουν με τόσο κρυστάλλινο τρόπο την ψυχική διάθεση των προσώπων και να αποτελέσουν μια σημαντική προσθήκη στην εξιστόρηση. Εκτός από τα υπόλοιπα τεχνικά ζητήματα που προϋπήρχαν και στο πρώτο τεύχος, αξίζει να αναφερθεί η πολύ καλή εκτύπωση, η ποιότητα του χαρτιού και η μετάφραση του πρωτότυπου κειμένου από την Βασιλεία Βαξεβάνη, που δεν στερείται τίποτα σε επίπεδο νοήματος και συνοχής. Πηγή Εκτός από το άρθρο για το πρώτο μέρος του κόμικ, στο οποίο παραπέμπει το λινκ σε αυτό το άρθρο, υπάρχει και ένα επιπλέον άρθρο εδώ.
  14. HOMO : Μια πρόποση, με μπύρα, ενάντια στην διαχρονική μαλακία του ανθρώπινου είδους. Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας. Κάθε φορά που σκάει στο inbox μου μήνυμα από κάποιον επίδοξο καλλιτέχνη, μουσικό, συγγραφέα ή σχεδιαστή (δεν είναι και πολλές αυτές οι φορές.) η πρώτη μου σκέψη είναι ‘ωχ, όχι ξανά’. Βλέπεις όταν κάποιος θέλει την άποψη μου για κάποιο έργο που δημιούργησε πάντα έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου το ενδεχόμενο ότι δεν θα μου αρέσει καθόλου αυτό που θέλει να μου παρουσιάσει και κατευθείαν αρχίζω να σκαρφίζομαι σχέδια ώστε να τον ξεφορτωθώ διακριτικά και ευγενικά και χωρίς να θίξω τα συναισθήματα και τον εγωισμό του εκάστοτε δημιουργού. Όταν μια μέρα ο σκιτσογράφος Δημήτρης Καμένος μου πρότεινε να μου στείλει το comic του με τίτλο Homo ώστε να του πω μια άποψη η παράνοια επέστρεψε στο μυαλό μου. Του είπα οκ σκεπτόμενος ότι το πολύ, πολύ να του γράψω δυο, τρεις αποστειρωμένες παραγράφους ώστε να μην του την ‘σπάσω’. Όταν του ανέφερα την προοπτική ενός ‘review‘ η απάντηση του ήταν ότι δεν υπήρχε καμία ανάγκη για κάτι τέτοιο. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να του δώσω μια τίμια άποψη σχετικά με αυτά που μου άρεσαν και με εκείνα που δεν μου άρεσαν στο ‘παιδί’ του. ‘Το πολύ, πολύ να το θάψω’ του είπα. ‘Έγινε !’ μου απάντησε εκείνος. Τέτοια ειλικρίνεια και άνεση δεν την συναντάς εύκολα στους νέους , ‘διψασμένους’ δημιουργούς και ευτυχώς ακριβώς αυτή η ίδια ειλικρίνεια και άνεση διακατέχει το Homo. Το Homo μας στέλνει στην κεντρική Ευρώπη του 1939 σε έναν κόσμο στα πρόθυρα ενός ακόμη μεγάλου πολέμου. Έναν κόσμο αρκετά οικείο όμως ταυτόχρονα και αρκετά διαφορετικό μιας και ουσιαστικά η υπόθεση διαδραματίζεται σε ένα παράλληλο σύμπαν όπου οι Homo Sapiens συνυπάρχουν με τους Νεάντερταλ (ή Ντελ για συντομία), τους ανθρώπους της Χαϊδελβέργης, τους Δενισόβιους αλλά και άλλους χαμένους (για εμάς) κρίκους της εξελικτικής αλυσίδας. Παρά τις διαφορές στην εξέλιξη του είδους μας σε αυτό το σύμπαν η ανθρωπότητα παραμένει και εδώ στα χειρότερα της μιας και οι συγκρούσεις μεταξύ των διαφόρων ειδών είναι ασταμάτητες. Βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός ακόμη Παγκοσμίου Πολέμου και οι άνθρωποι , ασχέτως του μεγέθους του κρανίου τους, καλούνται να επιλέξουν πλευρές. Και κάπως έτσι συστηνόμαστε στον Φράνσις Μπάρετ, έναν Νεκρομάντη που κατατάσσεται στην σωστή παράταξη. Η τουλάχιστον έτσι νομίζει… Λόγο θεματολογίας το Homo προφανώς και είναι ένα comic που χαρακτηρίζεται από κοινωνικό, πολιτικό και ένα ξεκάθαρο αντιφασιστικό περιεχόμενο. Συνήθως τα comics με ανάλογο ύφος με κουράζουν απίστευτα μιας και προτιμούν να κρύβονται πίσω από την ταμπέλα του ‘ακτιβισμού’ και της ‘πάλης για τα δικαιώματα’ και να την μοστράρουν σε κάθε ευκαιρία με αποτέλεσμα στο φινάλε να ξεχνάνε ή να αδυνατούν να στα βγάλουν όλα αυτά μέσα από μια ιστορία της προκοπής (βλέπε πχ Mockingbird) . Ευτυχώς ο Καμένος δεν πέφτει σε αυτή την παγίδα. Δεν παίρνει ένα χωνί το οποίο στη συνέχεια στο χώνει στο λαρύγγι και σε πνίγει με τις ιδεολογίες του. Αντίθετα σου κάνει έναν απλό και άκρως καυστικό πολιτικό και κοινωνικό σχολιασμό τον οποίο στον σερβίρει, με την μορφή μιας παγωμένης μοναστηριακής μπύρας, σε μικρές, δροσερές και φρέσκες γουλιές. Διαβάζοντας το comic του μπορείς να βγάλεις διάφορα συμπεράσματα όμως προσωπικά εκείνο που έμεινε σε έμενα είναι ότι η ‘μαλακία‘ που μαστίζει το ανθρώπινο είδος είναι διαχρονική και δεν επηρεάζεται από την ‘εξέλιξη‘ του. Πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα προσπαθεί να σου επιβάλλει τα πιστεύω και τις ιδεολογίες του και πάντα θα υπάρχει κάποιος πρόθυμος να τον ακολουθήσει. Επίσης πάντα θα υπάρχουν και εκείνοι που αντιστέκονται αλλά και εκείνοι που απλά προσπαθούν να την βγάλουν καθαρή ώστε να την αράζουν να πίνουν μπύρες με την ησυχία τους, μακριά από την όλη παράνοια. Και κάπως έτσι φτάνουμε στον Νεκρομάντη Φράνσις Μπάρετ. Ο Μπάρετ είναι ο ορισμός του μηδενιστή αντι-ήρωα. Διαλέγει μια παράταξη ώστε να πολεμήσει για λογαριασμό της όχι επειδή είναι πιστός και ιδεολογικά προσκείμενος σε εκείνη αλλά απλά επειδή πιστεύει ότι είναι το ‘φαβορί’ για να νικήσει τον πόλεμο κάτι που θα του επιτρέψει να παραμείνει ζωντανός και να συνεχίσει το μπεκρούλιασμα του σε καθημερινή βάση. Οι αληθινές σκέψεις του Μπάρετ σχετικά με την μεγάλη ‘μάχη’ των ειδών δεν μας γίνονται ποτέ ξεκάθαρες μιας και ο τύπος υιοθετεί ένα προσωπείο απόλυτης απάθειας απέναντι στην ανθρωπότητα και το χάος που την χαρακτηρίζει. Μιας και έχει την ικανότητα του Νεκρομάντη ο Μπάρετ κερδίζει μια περίοπτη θέση στις τάξεις των φασιστών όμως ο ίδιος δείχνει να αμφισβητεί τις δυνάμεις του και φτάνει μάλιστα στο σημείο να τις απαξιώσει πλήρως. Όμως οι γύρω του δεν συμμερίζονται την αμφιβολία του και σύντομα ο Φράνσις Μπάρετ θα βρεθεί μπλεγμένος σε ένα παιχνίδι κατασκοπίας, συνωμοσιών, φονικών, πολέμου και παράνοιας… Η σκιαγράφηση που κάνει ο συγγραφέας στους χαρακτήρες της ιστορίας του είναι κάτι παραπάνω από επαρκής όμως το μεγαλύτερο βάρος πέφτει αποκλειστικά στους ώμους του Νεκρομάντη του ο οποίος είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής της ιστορίας του και με το ‘υφάκι’ του κερδίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η ιστορία του Καμένου ‘τσουλάει’ ομαλά και σου χαρίζει αρκετές σκοτεινές, βίαιες, ‘τριπαρισμένες’ αλλά και κωμικές στιγμές. Οι τελευταίες είναι και εκείνες που για μένα αποτελούν το δυνατό χαρτί του Homo. Το χιούμορ που διακατέχει αυτό το comic κινείται στο επίπεδο του πετυχημένου καλαμπουριού της παρέας. Είναι απλό, καμιά φορά ‘βρώμικο’ και ελαφρά ‘πρόστυχο’ και άκρως λειτουργικό ! Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω μερικά γελάκια όταν ένας από τους συντρόφους του Νεκρομάντη του δηλώνει ότι είναι πεπεισμένος ότι οι ‘μαγικές του δυνάμεις’ προέρχονται από το δαχτυλίδι του… Επίσης αν είχες ποτέ σου την απορία πως καλούμε στην Γη έναν δαίμονα της κολάσεως ο Καμένος σου δίνει μια ξεκαρδιστική απάντηση αλλά θα αποφύγω να την σποιλάρω εδώ πέρα. Το μόνο που με τσίγκλησε κάπως σε τούτο το comic είναι οι διάλογοι που μου φάνηκαν κάπως πρόχειροι σε μερικά σημεία όμως από την άλλη χαρακτηρίζονται από μια ‘αναρχία‘ που κολλάει με την θεματολογία αλλά και το σχέδιο του Homo. O Καμένος, που έχει αναλάβει και το σχέδιο, αντλεί ξεκάθαρες επιρροές από τον ‘Hellboy‘ Mike Mignola (κάτι που παραδέχεται πρώτος απ’όλους και ο ίδιος) και κάνει μάχιμη δουλειά ενώ σε αρκετές στιγμές μου θυμίζει και λίγο από John McCRea επί εποχών ‘Hitman‘ κάτι που μετράει στα υπέρ του μιας και το ξέφρενο έπος ‘φιλίας και φονικού’ του Garth Ennis είναι ένα από τα αγαπημένα μου comics ever. Επίσης δεν γίνεται να μην κάνω ιδιαίτερη μνεία σε ένα πάνελ όπου ο δημιουργός κάθεται και αναλύει τις ιδιότητες της μπύρας Westmalle κάτι που καθιστά το comic του ως ένα έργο με σημαντικό παιδαγωγικό περιεχόμενο ! Κλείνοντας δεν θα γράψω το κλισέ ‘το Homo είναι μια αξιόλογη προσπάθεια από έναν Έλληνα δημιουργό και τέτοιες προσπάθειες πρέπει να τις στηρίζουμε’ και μπλα, μπλα, μπλα… Θεωρώ ότι τέτοιες δηλώσεις είναι απλά μπουρδολογίες. Αν κάτι σου αρέσει και αξίζει πραγματικά τότε δεν έχει σημασία αν το έχει γράψει κάποιος τύπος στην άλλη μεριά της Γης ή ο τυπάς που μένει στο δίπλα διαμέρισμα. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για κάτι που δεν σου αρέσει. Για μένα η αξία ενός έργου τέχνης δεν καθορίζεται από την γεωγραφική τοποθεσία και την καταγωγή του καλλιτέχνη και σε καμία περίπτωση τα κριτήρια μου δεν επηρεάζονται από αυτούς τους παράγοντες. Δεν θα πω ψέματα ότι το Homo ξαφνικά έγινε ένα από τα αγαπημένα μου comics και ότι ο Καμένος είναι ο επόμενος Jim Lee. Αυτό που έχω να πω είναι ότι το Homo του Δημήτρη Καμένου είναι ένα comic που με ‘ανάγκασε’ να ανοίξω μια καλή μοναστηριακή μπύρα (δροσερή, όχι παγωμένη. Sorry σύντροφε Νεκρομάντη Μπάρετ αλλά έτσι την προτιμώ !) και να το διαβάσω από την αρχή μέχρι το φινάλε με αμείωτο ενδιαφέρον και να προσμένω και την συνέχεια. Είναι ένα comic πρωτότυπο, ειδικά για τα φτωχά ντόπια δεδομένα μας, ειλικρινές και τίμιο το οποίο σε λίγο καιρό που θα κάθομαι σπίτι και θα ψάχνω κάτι να διαβάσω θα με κάνει να σκεφτώ μέσα μου ‘χμ ας ξαναπιάσω από την αρχή το Homo’. Και αυτό είναι η καλύτερη απόδειξη της αξίας του. Το Homo του Δημήτρη Καμένου κυκλοφορεί από την JEMMA PRESS. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφτείτε την σελίδα του στο Facebook, World War Sapiens/Homo The Comic. Πιστέψτε με αξίζει τον ‘κόπο’. Πηγή
  15. leonidio

    ΒΑΛΚΥΡΙΑ

    Η Jemma Press κάνει πάντα υπέροχες επιλογές και μας προσφέρει πάντα εξαιρετικές εκδόσεις. Φυσικά, η νέα της εκδοτική προσπάθεια δεν ξεφεύγει από αυτό τον κανόνα και ως αποτέλεσμα έχουμε στα χέρια μας ένα καλό BD, ίσως όχι το καλύτερο που θα μπορούσαμε να δούμε στα ελληνικά, αλλά σίγουρα καλό. Όπως είναι σαφές από τον τίτλο και τη σύνοψη, η ιστορία ανήκει στον κύκλο της Σκανδιναβικής Μυθολογίας, μια θεματική ενότητα στην οποία - περιέργως - οι Γάλλοι κομίστες έχουν εισχωρήσει δυνατά τα τελευταία χρόνια, και συγκεκριμένα αναφέρεται στην Οδύσσεια μιας ομάδας πολεμιστών, οι οποίοι με επικεφαλής μια Βαλκυρία επιχειρούν να φτάσουν στην Άσγκαρντ, προκειμένου να πείσουν τον Οντίν, βασιλιά των θεών του Σκανδιναβικού Πάνθεου, να σταματήσει το αφόρητο ψύχος που καταστρέφει τη Μίντγκαρντ (η Γη στη σκανδιναβική Μυθολογία) . Μην περιμένετε τίποτα εντυπωσιακό ή καινοτόμο από πλευράς σεναρίου, αρκεστείτε σε μια στρωτή αφήγηση, χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες. Αντίθετα, το σχέδιο και τα χρώματα είναι πολύ πετυχημένα και αναδεικνύουν πολύ όμορφα όλη τη μουντάδα της συγκεκριμένης ιστορίας και μας προσφέρουν και εντυπωσιακές απεικονίσεις μαχών και τεράτων. Η ιστορία διακόπτεται στη μέση, συνεπώς θα πρέπει να περιμένουμε λίγο μέχρι να διαβάσουμε και το δεύτερο τόμο, προκειμένου να σχηματίσουμε τις τελικές μας εντυπώσεις. Η έκδοση είναι πολύ καλή, παρόμοια με εκείνη του Mezolith. Προτίμησα να βάλω τον τίτλο "Βαλκυρία" στην παρουσίαση και όχι και τον υπότιτλο του πρώτου τόμου ("Νεκρικό Ψύχος"), θεωρώντας ότι πρόκειται για σειρά, η οποία θα ολοκληρωθεί σύντομα (ελπίζω). Είμαι βέβαιος ότι η Jemma Press να συνεχίσει να μας προσφέρει ποιοτικές επιλογές. Ευχαριστούμε για το εξώφυλλο του δεύτερου τεύχους τον Βασιλεύς των Κόμικς.
  16. Hard Rock: Η πολύμορφη καταπίεση του μικροαστισμού σε comic! Το ξεκαθαρίζω απ’ την αρχή: Το Hard Rock του Τάσου Μαραγκού (ή Tasmar) των εκδόσεων Jemma Press πρόκειται για ένα απ’ τα καλύτερα ελληνικά comics που κυκλοφορούν. Σε μια περίοδο που το ελληνικό comic χαρακτηρίζεται από μεγάλη παραγωγή μονοσέλιδων στριπς, ο Τάσος Μαραγκός (Αδέσποτα Σκίτσα, The very closed circle, Super Condom) επιλέγει να μας προσφέρει μια ολοκληρωμένη ιστορία, την οποία αφηγήθηκε για χρόνια (από το 2007 έως το 2013) σε συνέχειες μέσα απ’ τις σελίδες του Krak komics. Το Hard Rock συγκεντρώνει όλες τις ιστορίες του Μάρκου και της παρέας του, όπως είχαν εκδοθεί τότε, αλλά επιπρόσθετα μας προσφέρει και δύο ολοκαίνουριες ιστορίες, που γράφτηκαν φέτος για να ολοκληρώσουν το comic με ένα νέο τέλος. Βέβαια αυτό το τέλος ελπίζουμε να αποτελέσει και μια καινούρια αρχή για το comic το οποίο μέσα σε ελάχιστους μήνες κυκλοφορίας έχει σημειώσει ήδη εκδοτική επιτυχία, αφού έχει εξαντλήσει την πρώτη έκδοσή του. Πρωταγωνιστής του Hard Rock είναι ο Μάρκος, ένας έφηβος, μεταλάς που τελειώνει το σχολείο και θέλει απεγνωσμένα να φύγει απ’ το νησί που μεγάλωσε, τη Σύρο. Τον Μάρκο θα τον γνωρίσουμε μαθητή, αλλά θα τον ακολουθήσουμε και σε επόμενες περιόδους της νεανικής του ζωής. Ο Μάρκος θα δουλέψει μετά το σχολείο σε τουριστικό εστιατόριο της Σύρου, θα πάει στο στρατό και τελικά θα πιάσει μια κανονική δουλειά στο ναυπηγείο στο οποία σιχαίνεται κάθε δευτερόλεπτο που περνάει. Όπως και με κάθε έφηβο θα γνωρίσουμε τις παρέες του, τις πρώτες του κοπέλες, θα ταξιδέψουμε μαζί του σε μια απρόσμενα «κουραστική» σχολική 5ημερη, θα τον ακούσουμε να παίζει σκληρούς ήχους με το μπάσο του και θα του κρατήσουμε παρέα στις ατέλειωτες σκοπιές όταν θα έρθει η σειρά του για του «παράλογου» τη θητεία. Στις ιστορίες του Μάρκου και της παρέας του υπάρχουν κάποια στοιχεία που ποτέ δεν λείπουν.Ένα απ’ αυτά είναι η αγαπημένη του μουσική. Για τον Μάρκο το ότι είναι μεταλάς είναι τρόπος ζωής. Τα μακριά του μαλλιά, οι καθημερινές του μπλούζες με στάμπες συγκροτημάτων, η δυνατή μουσική που ακούει στο δωμάτιό του, τα συγκροτήματα και τα στοιχεία παραβατικότητας στη ζωή του είναι βασικά στοιχεία της προσωπικότητάς του. Δεν θα ήταν ο Μάρκος χωρίς αυτά. Ένα άλλο στοιχείο είναι η αμφισβήτηση. Ο Μάρκος δεν γουστάρει πολλά από αυτά που συμβαίνουν γύρω του και δεν φοβάται να το πει. Δεν είναι ο τύπος που θα αφήσει ασχολίαστη την παρατήρηση του καθηγητή του (του κυρίου Κλάνη) ότι μιλάει στον αγιασμό, δεν αντέχει τον έλεγχο της ζωής του απ’ τον αυταρχικό πατέρα του και σίγουρα δεν έχει καμία όρεξη να δουλεύει στο εστιατόριο «Η περήφανη Ελλάς» για τον φασίστα ταβερνιάρη ή να πάει 18 μήνες στο στρατό για να τον διατάζει ο κάθε στρατόκαβλος. Αντίθετα τα μακριά μαλλιά και το ανέμελο λουκ γι’ αυτόν είναι σύμβολο ελευθερίας, απέναντι στις νόρμες που θέλουν να του επιβάλλουν οι αυστηροί καθηγητές, οι γονείς του, τα αφεντικά του και ο στρατός. Ακόμα και τα ναρκωτικά, στα οποία θα μπλεχτεί αυτός και η παρέα του, τα βλέπει σαν έναν τρόπο να ξεφεύγει απ’ την πραγματικότητα που του επιβάλλουν όλοι αυτοί. Οι ιστορίες του Hard Rock τοποθετούνται στη Σύρο και σίγουρα δεν θα υπήρχαν χωρίς αυτήν. Αρχικά σε πολλά σημεία του comic ο Tasmar έχει σκιτσάρει νησιώτικα κτήρια και περιοχές που μας θυμίζουν συνεχώς τον τόπο στον οποίο τοποθετείται το comic. Αλλά η Σύρος αποκαλύπτεται πολύ βαθύτερα, μέσα απ’ την εξιστόρηση της καθημερινής ζωής των εφήβων της δεκαετίας των ‘90’s σε αυτήν (τουλάχιστον των πιο cool και αντισυμβατικών εφήβων, αν όχι όλων). Εξάλλου αυτές οι ιστορίες σίγουρα περιέχουν και προσωπικά (ή και κάποια αυτοβιογραφικά) στοιχεία του ίδιοι του Μαραγκού, ο οποίος μεγάλωσε στη Σύρο. Οι παρέες του Μάρκου είναι άμεσα συνδεδεμένες με το νησί. Ο Μάρκος πολλές φορές δυσανασχετεί με τους φίλους του. Ειδικά με τον Γόγο έχουν μεγάλες διαφορές, αφού εκείνος θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένας κάγκουρας της εποχής του. Πολλές φορές προσβάλλει τους γύρω του, αρχικά γουστάρει στην ιδέα να πάει στο στρατό και να γίνει ΟΥΚας, ενώ πολλές φορές είναι ενοχλητικός. Όμως ο Μάρκος, ο Γόγος και ο Τζίμης (ένας μεσήλικας αργόσχολος με τον οποίο συχνάζουν στα ίδια μέρη) κάνουν πάντα παρέα, ενώ μάλιστα ο Τζίμης τους εισάγει και στη χρήση ναρκωτικών. Η αντίφαση της δυσαρέσκειας του Μάρκου με την παρέα του και από την άλλη της συνέχισής της μας δείχνει τον περιορισμένο κοινωνικό περίγυρο ενός νησιού, στον οποίο δεν έχεις και πολλές επιλογές για τον κόσμο που θα κάνεις παρέα. Είναι σίγουρα ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους ο Μάρκος έχει μπουχτίσει με το νησί και θέλει να φύγει ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του. Βέβαια, απ’ την άλλη έτσι αναπτύσσονται και οι καλύτεροι φιλικοί δεσμοί. Έτσι λοιπόν ο Μάρκος μπορεί να μην περνάει καλά με τον Γόγο και τον Τζίμη όταν βλέπουν περιπέτειες του Βαν Νταμ σε βιντεοκασέτες και συζητάνε, όμως με τον Γόγο θα περάσει όλη του τη σχολική χρονιά και όλες του τις μέρες στο στρατό. Αντίστοιχα και η φιλία του με την Αννούλα θα κρατήσει μέχρι και την τελευταία σελίδα του comic. Αλλά και πέρα απ’ τους φίλους του, ο Μάρκος μπορεί να μισεί το νησί και ώρες – ώρες να μην αντέχει τους γονείς του, όμως είναι φανερό ότι αγαπάει τη μάνα του, ακόμα κι αν είναι υπερπροστατευτική και δεν τον καταλαβαίνει πολλές φορές. Η Σύρος δεν είναι μόνο φυλακή για τον Μάρκο, αλλά είναι και η περιοχή στην οποία έχει δημιουργήσει ακλόνητους δεσμούς με ανθρώπους και με μέρη, στους οποίους δεν θα ρίξει ποτέ μαύρη πέτρα. Αρκετά όμως με την ιστορία του Μάρκου, την οποία σίγουρα αξίζει να διαβάσει κανείς για να κάνει μόνος του αυτό το υπέροχο ταξίδι μέσα απ’ τις σελίδες του Hard Rock. Όμως ένα επιπλέον στοιχείο που αξίζει να αναφερθεί είναι το σκιτσάρισμο του Tasmar. Το ασπρόμαυρο σκίτσο εν προκειμένω δεν σημαίνει και απλό σχέδιο. Ο Tasmar έχει δημιουργήσει καρέ με πολύ λεπτομέρεια και προσοχή. Στα καρέ του Hard Rock θα περπατήσουμε στα σοκάκια της Σύρου, που βρίσκεται στο background των ιστοριών, θα παίζουμε το παιχνίδι του σκιτσογράφου να διαβάζουμε κάθε φορά τι λέει η μπλούζα του Μάρκου και των φίλων του και θα νιώσουμε την αίσθηση του εγκλωβισμού και της ματαιότητας στα σκούρα καρέ της στρατιωτικής θητείας. Συνολικά το σκιτσάρισμα του Tasmar είναι τόσο ευχάριστο, ώστε να διαβάσεις απνευστί την πρώτη φορά τον τόμο και τόσο λεπτομερειακό, ώστε να το διαβάσεις άλλες δύο τρείς φορές για να διασκεδάσεις με τις λεπτομέρειές του και με τα αμέτρητα ηχητικά εφέ του («ξύσε ξύσε» «γκνταπ» κ.α.). Πραγματικά αξίζει να διαβάσει κανείς τις ιστορίες του Hard Rock, γιατί πρόκειται για ένα εξαιρετικά διασκεδαστικό και καλοδουλεμένο comic, το οποίο θα μας φέρει στο νου αναμνήσεις της δικής μας εφηβικής ηλικίας. Τότε που όλοι ξέραμε ότι «η ζωή είναι Hard Rock, baby». Βέβαια και τώρα η ζωή είναι Hard Rock! Ποτέ δεν σταμάτησε να είναι.. Πηγή Κι άλλο ένα άρθρο σχετικά με το κόμικ
  17. Αγαπημένο μοτίβο του κινηματογραφικού τρόμου είναι οι ιστορίες με έφηβους πρωταγωνιστές που μπλέκουν σε απίθανες καταστάσεις απότομης ενηλικίωσης. Όσοι παραμείνουν ζωντανοί… Ο πρώτος τόμος από «Το Γριμόριο της Γκρέτα» του Paul Mallory (σενάριο) και της Αυγής Κανάκη (σχέδια) υπόσχεται τέτοιου τύπου ανατριχίλες αποφεύγοντας τα συνήθη, ανιαρά κινηματογραφικά κλισέ. Δεν είναι εύκολο να δημιουργήσεις κάτι πρωτότυπο και να κρατήσεις αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη όταν το αντικείμενό σου είναι ένα είδος τόσο πολύ χρησιμοποιημένο στη λογοτεχνία, στα κόμικς, στον κινηματογράφο. Απαιτείται δεξιοτεχνία και γνώση των έργων του παρελθόντος ώστε να μην επαναληφθούν, ακούσια ή εσκεμμένα. Ο σεναριογράφος Paul Mallory με «Το Γριμόριο της Γκρέτα» (εκδόσεις Jemma Press) δείχνει να το γνωρίζει, φιλοτεχνώντας μια συναρπαστική ιστορία, τουλάχιστον στην αρχή της. Στις εβδομήντα σελίδες του πρώτου βιβλίου της νέας σειράς οι έμμεσες υποσχέσεις για μια εφάμιλλη συνέχεια διαδέχονται η μία την άλλη. Κι αυτό γιατί οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες δεν είναι προσχηματικοί και επίπεδοι, όπως συμβαίνει συχνά σε ανάλογες περιπτώσεις, αλλά χτίζονται σελίδα με τη σελίδα, ενώ η υπόθεση φαίνεται να κρύβει πολύ περισσότερα από όσα παρουσιάζονται σε πρώτο πλάνο. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε δύο χρόνους: στο παρόν και στο 1881, κάπου στη Σουηδία. Οι δύο φαινομενικά ασύνδετες εποχές σχετίζονται μεταξύ τους με ένα μυστήριο πρόσωπο που καταδιώκεται και καταδιώκει. Το «Βιβλίο 1» φέρει τον τίτλο «Μύηση» και αυτή η μύηση αφορά τόσο τους στρατιώτες του παρελθόντος που κυνηγούν μια σκιά, μια απόμακρη και τρομακτική σιλουέτα, όσο και τα τρία νέα παιδιά του παρόντος που σταδιακά έρχονται αντιμέτωπα με υπερφυσικές και σκοτεινές δυνάμεις που τα υπερβαίνουν. Υπαινικτικά στην αρχή, πιο ξεκάθαρα στη συνέχεια, οι ανεξήγητες και μεταφυσικές καταστάσεις «που απειλούν την εύθραυστη ισορροπία του κόσμου μας», όπως πληροφορεί το οπισθόφυλλο του τόμου, απορρέουν από πανάρχαιες δυνάμεις που (επαν)έρχονται στην επιφάνεια. Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, με τίτλο «Το άνοιγμα της αυλαίας», συστήνει στον αναγνώστη τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του παρόντος, το δεύτερο, με τίτλο «Παρόν και Παρελθόν», συνδέει το «τώρα» με το «τότε», και στο τρίτο, με τίτλο «Αν είναι να πιεις λίγο απ’ την Πηγή των Μουσών, μην πιεις καθόλου», τα πράγματα παίρνουν τον δρόμο τους και ο αναγνώστης επιβεβαιώνει τις υποψίες του για το ξεκάθαρα παραφυσικό περιεχόμενο αυτού που θα ακολουθήσει. Τελετές μαγείας, λυκάνθρωποι, αποκρυφισμός, απαγορευμένα βιβλία, πανάρχαια αντικείμενα μπλέκονται με την καθημερινότητα καθιστώντας την εφιαλτική. Όλο αυτό το φιλόδοξο σενάριο υπηρετείται ιδανικά από το ασπρόμαυρο σχέδιο της Αυγής Κανάκη, που στήνει αριστοτεχνικά τις σελίδες της, ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τα παγωμένα τοπία της Σουηδίας και μια ομάδα πιστών στρατιωτών, ταγμένων σε έναν ιερό ( ; ) σκοπό: την εξόντωση ενός μυστηριώδους πλάσματος που απ’ ότι φαίνεται θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη συνέχεια. Σε μια ιστορία που, αν διατηρήσει το ίδιο κλίμα και εμβαθύνει ακόμη περισσότερο στους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, μπορεί να έχει ακόμη πολλές εξίσου ενδιαφέρουσες συνέχειες. Κάτι που είναι ζητούμενο σε μια εποχή fast track βιβλίων που, δικαιολογημένα ή μη, παράγονται και καταναλώνονται τάχιστα. Και το σχετικό link...
  18. Σταθερά ενάντια σε κάθε λογική Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Ενα απολύτως ετερόκλιτο καστ χαρακτήρων που διαρκώς εμπλουτίζεται με νέες προσθήκες εξακολουθεί να αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο ο Αντώνης Βαβαγιάννης φιλοτεχνεί σουρεαλιστικές μικρές ιστορίες που αντιστέκονται σθεναρά σε κάθε πρόβλεψη και λογική Σιδερόφρακτοι ιππότες, κομμένα κεφάλια, ξεκοιλιασμένα πτώματα, ακρωτηριασμένα κορμιά, αφηνιασμένα άλογα σε μια λίμνη αίματος. Μια σκληρή μάχη με αδίστακτους πολεμιστές κορυφώνεται. Και ξάφνου, ένας από αυτούς σταματάει και φωνάζει «Οπα! Οπα! Παιδιά! Ο φακός μου!» Με τέτοιες απρόβλεπτες ατάκες οι χαρακτήρες των «Κουραφέλκυθρων» (εκδόσεις Jemma Press, πρώτη δημοσίευση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr) ανατρέπουν το αναμενόμενο και εγκαθιδρύουν ως κανονικότητα του δικού τους κόσμου το παράλογο, το άκαιρο, το ετεροχρονισμένο. Ο τέταρτος τόμος της σειράς έχει υπότιτλο «Εμένα μου φαίνονται συμπαθέστατα» και στο εξώφυλλο φιγουράρει ο κύριος Δαπόντες, ο στοργικός μπαμπάς που δέχεται με συμπάθεια και κατανόηση κάθε νέο αμόρε της κόρης του, ακόμα και την κραυγάζουσα Χρύσα Ρώπα σε μια ενοχλητική επίδειξη των αειθαλών φωνητικών χορδών της. Η Ζοζεφίνα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα με τις σχολικές της επιδόσεις («Μήπως πρέπει να αλλάξω τάπερ για κολατσιό;» αναρωτιέται αντικρίζοντας έναν ακόμη απογοητευτικό έλεγχο), ο Κύριος Κλιάφας εξομολογείται στον μπάρμαν Λούθερ τα μυστικά και τα απωθημένα του («Ιπτάμενοι αρουραίοι καταχέζουν το μπαλκόνι μου»), ο Κλέαρχος με το τικ του αποτυγχάνει να «ολοκληρώσει» τα ραντεβού του και ο Θείος Αιμίλιος, μακράν ο πιο δημοφιλής χαρακτήρας της σειράς, επιμένει να αερολογεί αναμασώντας με νοσταλγία τις μεγαλύτερες κοινοτοπίες, κολλημένος σε ένα εξωραϊσμένο παρελθόν που προκαλεί χασμουρητά στους ακροατές του και άφθονο γέλιο στους αναγνώστες του (για να μην ξεχάσουμε την έμμεση, σύντομη αλλά συγκλονιστική παρουσία του Θείου Αιμίλιου σε ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή σημερινού αρχηγού πολιτικού κοινοβουλευτικού κόμματος με αμφισβητούμενες αντιληπτικές ικανότητες, όταν ανάγνωσε επιστολή τηλεθεατών με τα λόγια του χαρακτήρα, μην καταλαβαίνοντας ότι πρόκειται για μια αθώα αλλά απολαυστική φάρσα). Ο Βαβαγιάννης με την πολυεπίπεδη προσωπικότητά του και τις πολλές επαγγελματικές ενασχολήσεις του (δάσκαλος, δημιουργός κόμικς, ραδιοφωνικός παρουσιαστής, τραγουδιστής του συγκροτήματος «Empty Frame»), ενσωματώνει και εντάσσει οργανικά στις σελίδες του στοιχεία από εντελώς διαφορετικές σφαίρες του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Το δυσάρεστο σχολικό περιβάλλον («Η Ζοζεφίνα έχει απορίες»), οι ιδεοτυπικά κυνικοί ντετέκτιβ ανθρωποκτονιών («CSI: Πλατεία Βάθη»), τα meeting εργασίας προς εξύμνηση του εργοδότη («Καλή ιδέα αφεντικό!») διανθίζονται με one-shot «περιστατικά» από την ιστορία της τέχνης (ο Μποτιτσέλι μαλώνει τη μάνα του γιατί επενέβη στην «Αφροδίτη»), από άγνωστες πτυχές της θρησκείας (ο Ιούδας ως ναυαγοσώστης δίνει σωτήρια και μοιραία φιλιά, ο Θεός ανακοινώνει στον γιο του και σε ένα περιστέρι την ελευθερία της βούλησης), από παρωδίες παραμυθιών (η Χιονάτη συναντά τους οκτώ νάνους, το ασχημόπαπο γεννιέται από αυγό τίγρης) κ.λπ. Οσο διαφορετικές και να φαίνονται μεταξύ τους όλες αυτές οι μονοσέλιδες ιστορίες, συνδέονται αδιάρρηκτα μέσω της κοινής αίσθησης του παραλόγου που αποπνέουν. Ο αναγνώστης, ιδιαίτερα αυτός που παρακολουθεί σταθερά τη σειρά τα τελευταία χρόνια, γνωρίζει ότι «κάτι δεν πάει καλά» με την ψυχοσύνθεση αυτών των πρωταγωνιστών και χαιρέκακα περιμένει να τους δει να πέφτουν ακόμη πιο χαμηλά, να ξεστομίζουν ακόμη μεγαλύτερες ασυναρτησίες, να πράττουν ενάντια σε κάθε λογική. Αυτοί ανταποκρίνονται. Και έτσι εδραιώνεται μια σχέση αγάπης που, προϊόντος του χρόνου, γίνεται όλο και πιο σουρεαλιστική, όλο και πιο απρόβλεπτη, όλο και πιο ανθρώπινη. Πηγή
  19. Τριγυρνώ μες στην Αθήνα: Η νυχτερίδα ωρίμασε και βγήκε πάλι παγανιά Ο λόγος γίνεται προφανώς για το comic «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» του Πέτρου Χριστούλια, το δεύτερο της σειράς με πρωταγωνιστή τον Καπετάν Νυχτερίδα, το οποίο είναι υποψήφιο σε διάφορες κατηγορίες των φετινών βραβείων κόμικς, συμπεριλαμβανομένου του βραβείου καλύτερου κόμικ. Πρόκειται για μια σειρά κόμικς, τα οποία δημοσιεύτηκαν αρχικά διαδικτυακά στο socomic.gr και στη συνέχεια τυπώθηκαν απ’ την Jemma Press. Την πρώτη περιπέτεια του Καπετάν Νυχτερίδα την γνωρίσαμε πέρσι με το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», ενώ στο comicdom-con Athens θα κυκλοφορήσει και η τρίτη περιπέτεια, την οποία αναμένουμε να διαβάσουμε. Το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» σαν γενική εικόνα μας προσφέρει μια ωριμότερη προσπάθεια του Πέτρου Χριστούλια να αφηγηθεί την ιστορία του Καπετάν Νυχτερίδα. Ο Χριστούλιας αφού μας γνώρισε τους πρωταγωνιστές, την ιστορία και τη δικιά του μετεμφυλιακή Αθήνα στο «Γυρνώ σαν νυχτερίδα», αυτή τη φορά αναπτύσσει τις ιδέες του πιο άνετα και εμβαθύνοντας περισσότερο, όμως απ’ την άλλη δεν καταφέρνει να ξεπεράσει κάποια αρνητικά στοιχεία που υπήρχαν και στο πρώτο έργο. Αρχικά, λοιπόν, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» μας προσφέρει μια πιο ολοκληρωμένη ιστορία που έχει εμβαθύνει στην ατμόσφαιρα της μετεμφυλιακής Ελλάδας και στους χαρακτήρες της. Η Αθήνα της δεκαετίας του ’50 είναι στο επίκεντρο της ιστορίας. Είναι μια Αθήνα πολυδιάστατη, με διαφορετικούς ανθρώπους και διαφορετικές ιστορίες. Θα γνωρίσουμε την Αθήνα της «υψηλής κοινωνίας», μέσα από το ιατρείο του δρ. Μπουζιανόπουλου. Ο Μπουζιανόπουλος είναι μια τυπική φιγούρα ενός συντηρητικού της εποχής, με ιδιωτικό ιατρείο και φανερή οικονομική άνεση, ο οποίος μιλάει κοφτά στην καθαρεύουσα, χωρίς να σου αφήνει πολλά περιθώρια να τον συμπαθήσεις. Είναι άνθρωπος της ίδια πάστας με τον Μπουγιουρντόπουλο, το μαυραγορίτη που πλούτισε στην κατοχή, αλλά τα πλούτη του έμειναν κρυμμένα μετά το θάνατό του στην Απελευθέρωση. Οι μαυραγορίτες ήταν ένα φαινόμενο με μεγάλη έξαρση στην κατοχική Αθήνα και ιδιαίτερα την περίοδο του μεγάλου λιμού, όπου συγκέντρωσαν τεράστια πλούτη απ’ τη δυστυχία του λαού. Όμως συγκέντρωσαν και μεγάλο μίσος απ’ την κοινωνία και τις δυνάμεις της Αντίστασης. Η ιστορία του Μπουγιουρντόπουλου είναι μια απ’ τις τόσες ιστορίες των συνεργατών των κατακτητών, που ξεκοκάλισαν το λαό αφού επένδυσαν στον πόλεμο, την πείνα και τον θάνατο. Όμως (spoiler) τα πλούτη αποδείχτηκε ότι κανείς δεν τα παίρνει στον τάφο του, σε αντίθεση με το μίσος και την απαξίωση που θα κυνηγάει για πάντα τη μνήμη του. Απ’ την άλλη όμως στο «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» υπάρχει και η άλλη Αθήνα των απλών λαϊκών ανθρώπων, του «προλεταριάτου» που λέει και ο Καπετάν Νυχτερίδας, ο οποίος μπορεί να είναι πλούσιος, αλλά προτιμάει να συχνάζει στα δικά τους μέρη. Αυτή η Αθήνα διασκεδάζει στα ρεμπετάδικα ή απλά εκεί πίνει για να πνίξει τον πόνο της. Το ρεμπέτικο έχει μάλιστα εξέχουσα θέση σε όλο το κόμικ, αφού με έναν πολύ πρωτότυπο τρόπο ο Χριστούλιας έχει δημιουργήσει soundtrack στο κόμικ με τραγούδια του Τσιτσάνη, του Μητσάκη και άλλων. Η Αθήνα του ρεμπέτικου είναι και η Αθήνα ανθρώπων, κτηρίων και επαγγελμάτων για τα οποία ακούγαμε μικροί και ίσως έχουμε δει σε παλιές ελληνικές ταινίες. Οι Αθηναίοι πηγαίνουν τα παιδιά τους το βράδυ στον Καραγκιόζη, ο οποίος εμφανίζεται με ζωντανή ορχήστρα. Ασκούν επαγγέλματα, τα οποία δεν υπάρχουν σήμερα, όπως ο παγοπώλης, ο θυρωρός ή ακόμα και η χαρτορίχτρα που διαβάζει το φλιτζάνι. Και όλοι αυτοί ζουν σε μια πόλη με κτήρια με σιδερένια ασανσέρ που βρίσκει κανείς πια μόνο σε πολύ παλιές πολυκατοικίες. Και φυσικά είναι μια Αθήνα που περιπολείται από αστυνομικούς που περισσότερο θυμίζουν χωροφύλακες με τα καπέλα που κρύβουν το πρόσωπό τους και όποια υποψία προσωπικότητας και ανθρωπιάς, με την αυταρχική φωνή και το αυστηρό ύφος. Σε αυτή την Αθήνα τριγυρνά ο Καπετάν Νυχτερίδας, ο οποίος δεν έχει ξεπεράσει παλιότερα κουσούρια που κουβαλάει από το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα». Ίσως το βασικότερο κουσούρι του είναι ότι θα μπορούσε και να μην υπάρχει στην ιστορία. Η προσπάθεια μιας μεταφοράς – παρωδίας του Μπάτμαν στη μετεμφυλιακή Ελλάδα παραμένει ασταθής, αφού ο Καπετάν Νυχτερίδας δεν έχει καταφέρει να μας αποδείξει την αξία του ως πρωταγωνιστής μαζί με τον πιστό του Ρόμπιν, τον Δεκαοχτούρα. Και αυτή τη φορά ο Καπετάν Νυχτερίδας δεν έχει να μας προσφέρει πολλά αστεία, πέρα από γκάφες που προκαλούν εύκολο γέλιο. Όμως αυτή τη φορά και η ίδια η ιστορία του Καπετάν Νυχτερίδα παρουσιάζεται πιο ώριμη. Πέρα από την έξυπνη εξέλιξη της ιστορίας με ανατροπές και δουλεμένους χαρακτήρες που τη βοηθάνε να προχωρήσει, το μεγάλο ατού της νέας ιστορίας του Χριστούλια είναι ότι βρήκε έναν κακό που χρειαζόταν το κόμικ. (Από εδώ και πέρα όντως ακολουθούν spoiler για το τέλος της ιστορίας.) Ο δρ. Μπουτζιανόπουλος, ο οποίος είναι θύμα του μαυραγορίτη Μπουγιουρντόπουλου μετά το θάνατο της γυναίκας του δεν έχει πλέον κανέναν ενδοιασμό να γίνει θύτης και να σκοτώσει τον εκμεταλλευτή του. Με έναν τυπικό μονόλογο villain αλλά και με όλα τα χαρακτηριστικά του ιδιοφυούς εγκληματία της μετεμφυλιακής Ελλάδας, που μιλάει σαν να απειλεί τους ήρωές μας και αφηγείται τα γεγονότα στην καθαρεύουσα ο Μπουζιανόπουλος συμπλήρωνε ένα μεγάλο κενό στην ιστορία και μας άφησε τελικά με μια ωραία γεύση. Με το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» οι ιστορίες του Καπετάν Νυχτερίδα, παρά τα κάποια ελαττώματα που παραμένουν, έχουν πια βρει το σωστό δρόμο, έχουν ωριμάσει και έχουν τη δυνατότητα να μας προσφέρουν κι άλλες όμορφες στιγμές στο μέλλον. Και πώς αλλιώς να αποχαιρετήσουμε αυτό το κόμικ; Με το να του ευχηθούμε καλή επιτυχία στα βραβεία την Παρασκευή, αλλά και βάζοντας να ακούσουμε το soundtrack του… Πηγή
  20. Ο Ουμπέρτο Έκο είχε περιγράψει και αναλύσει επαρκώς τη δυναμική της μαζικής κουλτούρας και την αναγκαιότητα της εμβάθυνσης σε αυτήν ως προς τις κοινωνικοπολιτικές ερμηνείες που μπορεί να παρέχει. Τα ιταλικά κόμικς των δεκαετιών του 1960 και του 1970 αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Και εξέχουσα περίπτωση ανάμεσά τους είναι «Ο Άγνωστος» του Magnus που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά. Η συλλήβδην και από θέση αρχής αξιωματική απόρριψη των πολιτιστικών προϊόντων της μαζικής κουλτούρας υπήρξε επί σειρά δεκαετιών η κυρίαρχη στάση της λεγόμενης διανόησης και ειδικότερα της αριστερής. Με τέτοιου τύπου γενικευτικούς και ισοπεδωτικούς αποκλεισμούς και με τη δημιουργία μανιχαϊστικών διπόλων ανάμεσα στην «υψηλή τέχνη» και την «pulp παραλογοτεχνία», μια μεγάλη μερίδα των κόμικς απέκτησε τη ρετσινιά των «σκουπιδιών» και καταχωρίστηκε στη «σκοτεινή» και ανάξια περαιτέρω μελέτης πλευρά της τέχνης. Από διαφορετική οπτική και διαφορετικές αφετηρίες, πανεπιστημιακοί και διανοητές όπως ο Ουμπέρτο Έκο και ο Ερνστ Γκόμπριτς άμβλυναν με τις έρευνές τους τις διαφορές ανάμεσα στα «νόμιμα» και στα «απορριφθέντα» έργα και επιχείρησαν να γεφυρώσουν το χάσμα αναδεικνύοντας τα στοιχεία των δεύτερων που τα καθιστούν πολύτιμα εργαλεία κοινωνικοπολιτικών ερμηνειών. Ο διαρκώς αναπτυσσόμενος τομέας των πολιτισμικών σπουδών κατά τις τελευταίες δεκαετίες, αντιμετωπίζει με ακόμα μεγαλύτερη διαλλακτικότητα τη μαζική κουλτούρα και με δημοκρατικό τρόπο μελετά τα έργα της, επιχειρώντας μέσω αυτών να ρίξει φως στην κατανόηση της εποχής τους χωρίς να υποτιμά την κάποτε δαιμονοποιημένη ψυχαγωγική τους διάσταση. Τα ιταλικά κόμικς μαζικής απεύθυνσης των δεκαετιών του 1960 και του 1970 αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων έργων που, αν και συνάρπασαν το κοινό, θεωρήθηκαν ευτελή στην εποχή τους από την επίσημη κριτική και αναγνωρίστηκαν χρόνια αργότερα, με αποτέλεσμα σήμερα να αναδημοσιεύονται και να ερευνώνται με μεγάλη ζέση. Τέτοια έργα είναι και αυτά του Magnus (Roberto Raviola, γεν. 1939), ενός δημιουργού που σπούδασε καλές τέχνες και σκηνογραφία, εργάστηκε ως δάσκαλος σχεδίου, θεατρικός σκηνογράφος, εικονογράφος και γραφίστας για να εγκαταλείψει τα πάντα με σκοπό να αφιερώσει τη δημιουργικότητά του στα κόμικς. Ως δημιουργός κόμικς συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα της εποχής σε περιπετειώδεις ιστορίες, με επίκεντρο το φανταστικό και σε σοφτ πορνογραφήματα, αλλά το έργο του απογειώθηκε το 1975 με την κυκλοφορία του «Αγνώστου». «Η μεγάλη περιπέτεια του "Αγνώστου" βρίθει από εφιάλτες και ξαφνικά νυχτερινά ξυπνήματα, από παλιές ουλές και φρέσκα τραύματα ημέρας. Είναι μια ιστορία διακοσμημένη με συνεχή αναβλημένα ραντεβού θανάτου, μετά από τα οποία, αυτός ο ασπρομάλλης κύριος που ονομάζεται Unknow, μοιάζει να γονατίζει οριστικά και να φθάνει στο τέλος. Κι ενώ συνέρχεται και δείχνει πως έχει το απαιτούμενο σθένος για να αντιμετωπίσει τη βασανισμένη του ζωή, καταλήγει να περιμένει για μια ακόμη φορά το επόμενο ύπουλο χτύπημα. Τα ταξίδια προς το θάνατο από τον οποίο σώζεται κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή από κάποιο αόρατο ευσπλαχνικό χέρι, τοποθετούνται στην ιστορία του άλλοτε με τρόπο ειρωνικό κι άλλοτε με τρόπο σαδιστικό» γράφουν οι μεταφραστές της ελληνικής έκδοσης (εκδ. Jemma Press), Γιάννης Μιχαηλίδης και Κωνσταντίνα Ευαγγέλου στον πρόλογό τους. Ο Magnus συνέχισε να φιλοτεχνεί τις ιστορίες με πρωταγωνιστή τον Άγνωστο μέχρι το 1984 διατηρώντας την ίδια βασική συνταγή: έναν ήρωα, πρώην λεγεωνάριο και μισθοφόρο, μοναχικό και λιγόλογο στα διαρκή τυχοδιωκτικά του ταξίδια στα πέρατα της Γης. «Τριγυρνάει χαμένος και μελαγχολικός ανά τον κόσμο: από το Μαρακές στη Ρώμη, από το Μοντ Σαν Μισέλ στην Αϊτή και από κει στη Βυρηττό. Για να επιβιώσει δέχεται περιστασιακές δουλειές, του περνάει η ιδέα της αυτοκτονίας, σκοτώνει για να μη σκοτωθεί. Όμως η μοίρα του τον κρατάει πάντα ζωντανό, έτοιμο να ξαναφύγει. Στα χωρίς προορισμό ταξίδια του συναντάει τρομοκράτες και αντάρτες, βιαστές και βασανιστές, επαγγελματίες δολοφόνους και ανώνυμους μαχαιροβγάλτες. Όπου και να κοιτάξει βλέπει να κυλάει το αίμα» επισημαίνουν οι μεταφραστές του βιβλίου. Η ακρωτηριασμένη του ταυτότητα και προσωπικότητα αντανακλάται ακόμη και στο ανορθόγραφο όνομά του: «Unknow» και όχι Unknown όπως θα ήταν το σωστό. Όνομα ανορθόγραφο όπως των αντίστοιχων πρωταγωνιστών στα ιταλικά κόμικς της περιόδου (Kriminal, Satanik, Diabolik κ.ά.), ακρωτηριασμένο από την αδυναμία των εξωτικών συμπρωταγωνιστών του να το προφέρουν σωστά και από την πρόθεση του Magnus να τον στιγματίσει με μια ακόμη απουσία από τη ζωή του (ενός τελικού «n») όπως τόσες και τόσες απουσίες (κανονικότητας, φίλων, πατρίδας, επαγγέλματος, σταθερότητας, μέλλοντος). Το σκοτεινό και ταραγμένο παρελθόν του, τα τραύματά του και ο πολυδαίδαλος ψυχισμός του παραπέμπουν σε ανάλογους χαρακτήρες της αστυνομικής λογοτεχνίας και των κόμικς. Αυτός όμως ξεχωρίζει για τον κυνισμό του, την αποξένωση από τους ανθρώπους, την έλλειψη ηθικών φραγμών. Ζει για να ζει σε ένα περιβάλλον εχθρικό και αφιλόξενο, σε ένα διαρκές αδιέξοδο που καταλήγει να γίνεται ψυχολογικά κλειστοφοβικό έστω και αν οι ιστορίες διαδραματίζονται σε ερήμους, ωκεανούς και μεγαλουπόλεις. Μέσω αυτού του ήρωα που καταφέρνει να επιβιώνει χωρίς να ξέρει τι τον περιμένει στην επόμενη στροφή –και χωρίς να έχει τον χρόνο να πολυνοιαστεί για κάτι τέτοιο– ο Magnus στρέφει την απαλλαγμένη συναισθημάτων ματιά του προς τον περίπλοκο και ευμετάβλητο κόσμο της εποχής του και περιγράφει ευσύνοπτα, απλά, αλλά εμπεριστατωμένα, τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις του τέλους του προηγούμενου αιώνα σε συγκεκριμένα σημεία του πλανήτη, κυρίως σε θερμές ζώνες και ασταθείς περιοχές πολιτικής έντασης, πολέμων, συρράξεων κ.λ.π. Μέσα σ’ αυτό το ασφυκτικό κλίμα, ο Άγνωστος παραμένει πάντα ένας δυστυχισμένος που περιτριγυρίζεται από το έγκλημα και τη βία. Ο δημιουργός του, ωστόσο, δείχνει να τον συμπαθεί. Ή, τουλάχιστον, να τον κατανοεί. Ίσως γι’ αυτό να παρουσιάζει συχνά τους διώκτες του, τους εχθρούς του, τους περιστασιακούς αντιπάλους του ως γκροτέσκες, παραμορφωμένες φιγούρες σε αντίστιξη με αυτόν που παρά τα ψυχολογικά του αδιέξοδα παραμένει ευθυτενής, ακμαίος και ετοιμοπόλεμος. Οι Μιχαηλίδης και Ευαγγέλου επισημαίνουν επ’ αυτού: «Αν η τραγικότητα και το γκροτέσκο ήταν τα δυο συστατικά στοιχεία της ποιητικής στη λαϊκή εμπορική παραγωγή του, στον “Άγνωστο” το στοιχείο της τραγικότητας γίνεται πιο φανερό μέσα από το συνεχή αγώνα του πρωταγωνιστή να σκεφτεί πως υπάρχει λύση στα αδιέξοδά του. Το γκροτέσκο λειτουργεί ώστε να μη μετατραπεί το έργο σε υπαρξιακό. Ίσως γιατί ο δημιουργός δε θέλει να επιβαρύνει τον αγαπημένο του ήρωα ακόμη περισσότερο. Να τον κάνει πιο δυστυχισμένο». Η κυκλοφορία του «Αγνώστου», ενός cult διαμαντιού των (όχι ιδιαίτερα δημοφιλών στη χώρα μας κατά τα τελευταία χρόνια) ιταλικών fumetti της δεκαετίας του 1970 από τις εκδόσεις Jemma Press, σε μια πλούσια έκδοση 352 σελίδων αριθμημένη σε 500 αντίτυπα, καταγράφεται αναμφίβολα στα θετικά της ελληνικής παραγωγής. Η πιθανή επιτυχία μιας τέτοιας αξιέπαινης αλλά ρηξικέλευθης εμπορικά έκδοσης θα αποτελέσει παράδειγμα για αντίστοιχες μελλοντικές εκδόσεις, ειδών και κατηγοριών ευρωπαϊκών κόμικς που είναι σχετικώς ανεξερεύνητα στη χώρα μας, αλλά αξίζουν περαιτέρω προσοχής από ένα ειδικό κοινό. Και το σχετικό link...
  21. Η αποκάλυψη της καθημερινότητας Συντάκτης:Γιάννης Κουκουλάς Στη ρουτίνα της καθημερινότητας, στις επαναλαμβανόμενες πράξεις, στα πιο ταπεινά αντικείμενα και στα πιο συνηθισμένα μέρη κρύβονται αναπάντεχες εκπλήξεις. Οχι τόσο ως προς τις συνέπειές τους στη ζωή μας αλλά κυρίως ως προς τη συνειδητοποίηση μιας πραγματικότητας που ήταν πάντα εκεί αλλά δεν τη βλέπαμε. Η Αλέξια Οθωναίου αφηγείται και σκιτσάρει τέτοιες «Ιστορίες που Κρύβονταν σε Προφανή Μέρη» Πόσες φορές έχουμε φάει τον τόπο για να βρούμε τα γυαλιά μας την ώρα που τα φοράμε; Πού είχαν κρυφτεί τα κλειδιά μας όταν τα ψάχναμε και τώρα μας «χαμογελούν» σαρκαστικά από το πιο κεντρικό σημείο του σπιτιού; Τι κάνουμε όταν δεν μας βλέπει κανείς και πόσο είμαστε διατεθειμένοι να το μοιραστούμε με τους άλλους; Σε ποιο παράλληλο Σύμπαν ζουν οι εξαφανισμένες μονές κάλτσες και πώς ετοιμάζουν τη Δευτέρα Παρουσία τους; Πόσο συχνά αισθανόμαστε ότι το Σύμπαν συνωμοτεί εναντίον μας ή είμαστε πρωταγωνιστές σε μια σκηνοθετημένη από άλλους κωμωδία με εκατομμύρια θεατές; Ποια είναι τα ανομολόγητα εγκλήματά μας σχετικά με τα κοινόχρηστα και τα σκουπίδια; Και τι είναι τελικά το ποτήρι, μισοάδειο ή μισογεμάτο; Παρόμοια ερωτήματα επιχειρεί να θέσει και να απαντήσει η Αλέξια Οθωναίου στις «Ιστορίες που Κρύβονταν σε Προφανή Μέρη» (εκδόσεις Jemma Press, πρώτη δημοσίευση στην πλατφόρμα socomic.gr). Και είναι μικρές ιστορίες, εμπνευσμένες από τα θαυμαστά και ανεξήγητα φαινόμενα της καθημερινότητας, με πρωταγωνιστές τα πιο απρόσμενα πρόσωπα και τα πιο αναπάντεχα αντικείμενα (τη διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, μια οδοντόπαστα, τα απαίσια σιρόπια για το κρύωμα, τα προβατάκια που μετράμε για να κοιμηθούμε, τον εαυτό μας κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος γιόγκας κ.λπ.). Αυτές οι ιστορίες που φέρνουν στο νου τα εγκεφαλικά παιχνίδια των στριπ του Tom Gauld είναι συνήθως οδυνηρές και τραυματικές όταν τις ζεις εν θερμώ, σε καταβάλλουν, σε τσακίζουν. Οταν τις δεις από απόσταση, ωστόσο, είναι ξεκαρδιστικές. Αυτό ακριβώς επιτυγχάνει η Οθωναίου. Να μας παρουσιάσει με τρυφερότητα και χιούμορ, κάποιες φορές και με κυνισμό, τις μικρές απολαυστικές σκηνές της προσωπικής μας αβάσταχτης κοινοτοπίας με τρόπο που μας συμφιλιώνει μαζί της χωρίς να μας απαλλάσσει από τις ευθύνες. Γι’ αυτό και το νέο της βιβλίο μπορεί να θεωρηθεί το πρώτο μέρος ενός οδηγού επιβίωσης, που δεν προσπαθεί να δώσει συμβουλές λάιφσταϊλ ούτε υπόσχεται να μας βγάλει από δύσκολες καταστάσεις. Απλώς να μας μιλήσει ανοιχτά για τον ελέφαντα που έχει εγκατασταθεί στο σαλόνι μας και υποκρινόμαστε πως δεν τον βλέπουμε ή πράγματι δεν τον βλέπουμε -άραγε ποιο από τα δυο είναι χειρότερο; Επιπλέον δίνει την ευκαιρία στη δημιουργό του να επιδοθεί σε ασκήσεις χιούμορ, κάτι που το επιτυγχάνει κάθε εβδομάδα, επίσης, από την τελευταία σελίδα αυτού του τετρασέλιδου μέσω των περιπετειών της «Μαντάμ Ξυδέα-Πομπιντού». Αποδεικνύοντας ότι είναι ικανή να ελίσσεται με μεγάλη επιτυχία ανάμεσα σε διαφορετικά είδη κόμικς, από τον τρόμο και την πολιτική φαντασία μέχρι την παρωδία και το θρίλερ. Και να πλάθει με την ίδια μαεστρία μεγάλες και μικρές ιστορίες για τα σπουδαία και τα σημαντικά, αλλά και για τα ευτελή και ταπεινά. Ακόμα και γι' αυτά που κρύβονται σε προφανή μέρη αλλά διαφεύγουν την προσοχή μας. Πηγή
  22. YOSHIMITSU

    HARD ROCK: SCHOOL, DRUGS & ROCK N' ROLL

    Ονομαστική τιμή: 14,5€ Η σειρά Krak Komiks ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2007 από την εκδοτική giganto books στο 12ο Φεστιβάλ Κόμικς της Βαβέλ έχοντας εσωτερικά ως τίτλο της κεντρικής ιστορίας τον ξενικό Hard Rock. Σύντομα οι περιπέτειες του νεαρού Μάρκου από την Σύρο και του φίλου του Γόγο έγιναν ανάρπαστες θα έλεγα και ιδιαίτερα αγαπητές στο κοινό των Ελληνικών κόμικ (και αν δεν συμφωνείτε σκασίλα μου, εγώ είμαι φαν) και έτσι ως αποτέλεσμα αυτής της πέρασης που είχαν οι δύο φίλοι ήταν το κόμικ να έχει φυσικά συνέχεια και παράλληλα οι ιστορίες του Μάρκου, του Γόγου και του τρίτου της παρέας πλέον φίλου τους Τζίμη, να έχουν μία σχεδόν και τουλάχιστον ετήσια σταθερή παρουσία (αν και πολλοί από εμάς θα θέλαμε και πιο συχνή). Ακόμη και όταν η εκδοτική giganto έκλεισε τον κύκλο της με την κυκλοφορία του 5ου τεύχους, το Krak δεν σταμάτησε εκεί αφού σύντομα βρήκε στέγη σε άλλη αγαπημένη εκδοτική την Jemma Press και οι συνέχειες συνεχίστηκαν πλέον έγχρωμες. Το Hard Rock εξιστορεί τις ανησυχίες και τις αγωνίες του πρωταγωνιστή Μάρκου, ενός ατίθασου νεαρού στην μικρή κοινωνία του νησιού που μένει, όπου παλεύει και ονειρεύεται την ώρα που θα καταφέρει να ξεφύγει από αυτή. Τα νεανικά του σκιρτήματα, έρωτες, μικρές ή λίγο μεγαλύτερες περιπέτειες, σκέψεις, αγωνίες, τα θέλω και δεν θέλω του. Τα παιδάτα του που λίγο πολύ κάτι έχουμε να συνδεθούμε όλοι μας και να ταιριάξουμε με τα δικά μας. Τελικά καταφέρνει να φύγει από το νησί... εν μέρει θα έλεγα, όχι με τον καλύτερο τρόπο καθώς η "ηρωική" (λέμε τώρα) έξοδος του ήταν η υποχρεωτική του υπηρεσία στον Ελληνικό στρατό, μάλλον όχι αυτό ακριβώς που είχε στο μυαλό του ότι θα έκανε όταν θα πρωτοέφευγε από το νησί. Τουλάχιστον έχει μαζί του τον καλύτερο του φίλο τον Γόγο... θα μου πεις είναι καλό αυτό; Τον Μάιο του 2017 (στις 5 του μπι εξάκτ) η Jemma κυκλοφορεί στην Θεσσαλονίκη και το εκεί φεστιβάλ κόμικς (the Comic Con 3) έναν πλούσιο και παχύ τόμο που περιέχει συγκεντρωμένες όλες τις περιπέτειες του Μάρκου και των φίλων του, έχοντας επιπλέον και δύο εντελώς νέες ιστορίες στο πακέτο με το ίδιο όμως ύφος που ξέραμε και μας άρεσε. Επιπλέον μέσα θα βρείτε και τις δύο sortie ιστορίες Gogos + Tzimis, Hitting on girls! και Markos + Judy on Teenage Kicks, που δεν είχαν δημοσιευθεί στα Ελληνικά Krak αλλά υπήρχαν στην Αγγλική έκδοση Hard rock #1 της Jemma που κυκλοφόρησε το 2012. ΔΕΝ περιλαμβάνει την ιστορία των τευχών Krak 9 έως 11 μιας και είναι άσχετες με τον Μάρκο και πραγματεύονται τις περιπέτειες των τριών φίλων Φράνκι, Πόρθο και Ντάνι. Επίσης, δεν περιλαμβάνει κανένα από τα πρόσθετα στριπάκια - ιστορίες των τευχών 1 έως 8 με ήρωες όπως τον Κομίστα, Ελληνόπουλο, Fanboy με Τζατζίκια, Greek Comics Wonderworld και λοιπά άσχετα. Όπως είπαμε παντελώς άσχετο περιεχόμενο με Σύρο, Μάρκο, Γώγο, Τζίμη, νεανικές ανησυχίες κλπ σχετικά δεν θα βρείτε σε αυτόν τον Hard Rock τόμο, κοπρέντε; Χαίρομαι που το ξεκαθαρίσαμε από τόσο νωρίς. Δυστυχώς σαν έλλειψη θα μπορούσε να θεωρηθεί κυρίως η απουσία της μονοσέλιδης: Μάρκος ο μικρός Αντίχριστος που δημοσιεύθηκε στο οπισθόφυλλο του Krak #10, λιγότερο η επίσης μονοσέλιδη από το οπισθόφυλλο του #9: Μια μέρα στην αυτοκρατορία του Krak Komiks που έχουν μικρή παρουσία οι Μάρκος και Γόγος. Ο τόμος αυτός της Jemma είναι σε διαστάσεις ίδιος με τα αλμπουμάκια, ήτοι 16,5 πλάτος Χ 24 εκατοστά ύψος, όμως πιο παχύς, πολύ πιο παχύς. ΟΚ, άντε όσο είναι τα 6 πρώτα όταν τα βάλεις το ένα πάνω στο άλλο και τα πατήσεις λίγο κάτω στο γραφείο σου, μάλιστα 18 ολόκληρα χιλιοστά ράχη σας λέω. Σας φαίνεται λίγο; Τότε οι 292 σελίδες (μαζί με τα εξώφυλλα) θα σας αλλάξουν σίγουρα γνώμη, μαζί με την ποιοτική δουλειά της εκδοτικής που μας έχει κακομάθει. Η αλήθεια είναι ότι ίσως το χαρτί να μπορούσε να ήταν λίγο καλύτερο ώστε να αποφεύγεται αυτή η μικρή υποψία διαφάνειας που μερικοί περίεργοι (ποιος κοιτάει εμένα) βλέπουν εκεί που άλλοι δεν χαμπαριάζουν που παν τα τέσσερα (εμένα η κιτρινίλα που έχει δεν με ενοχλεί αλήθεια είναι κι ας μην είναι φυσική παλαίωση), αλλά γενικά η έκδοση είναι εξαιρετική και σαν κερασάκι έρχεται και η τιμούλα η οποία ονομαστική κουμπώνει εκεί στα 14,50€ (να το αφήσω;). Ο τόμος φυσικά πλέον στερείται του χρώματος που είχαν τα τεύχη της Jemma (6 έως 8) και παρότι από όσο είδα και κρίνω, δεν έγινε κάποια ιδιαίτερη επεξεργασία πέραν της μετατροπής τους από έγχρωμα σε αποχρώσεις του γκρι, δεν είναι ευτυχώς άσχημα. Σε όποιους άρεσε το Krak Komiks και οι ιστορίες του Μάρκου, νομίζω ότι θα τους αρέσει και το παρόν πακέτο το οποίο περιέχει ακόμη και τις μικρές ιστοριούλες, τα "παιχνίδια" (Ντύσε τον Μάρκο και το επιτραπέζιο) αλλά και νέο περιεχόμενο, προλόγους από τους δύο εκδότες που έδωσαν στέγη στις δημιουργίες του Τάσου Μαραγκού τους Τάσσο Παπαϊωάννου της giganto και τον Λευτέρη Σταυριανό της Jemma. Στην αρχή υπάρχει και μία σελίδα που αποκαλείται σημειώσεις προς τους αναγνώστες και αναφέρει επιγραμματικά που δημοσιεύθηκε πρώτη φορά κάθε κεφάλαιο/ιστορία του παρόντος, ενώ στο τέλος υπάρχει ένα μικρό βιογραφικό του δημιουργού. Κρίνεται έτσι ως μία σχεδόν πλήρης (λόγω της έλλειψης του: Μάρκος ο μικρός Αντίχριστος από το Krak #10) και ιδιαίτερα προσεγμένη συλλογή όσον αφορά το θέμα Hard Rock και περιπέτειες του Μάρκου. Ο τόμος περιέχει τα παρακάτω: Σελίδα 2: Σημειώσεις προς τους αναγνώστες (όπως είπα ήδη αναφέρει που δημοσιεύθηκαν οι ιστορίες πρώτη φορά - σε ποιο τεύχος Krak ουσιαστικά) Σελίδα 3: τα περιεχόμενα Περιεχόμενα (όπως δημοσιεύονται και στον τόμο - εντός παρενθέσεων δικά μου σχόλια): σελ. 4: πρόλογος από τον Τάσσο Παπαϊωάννου σελ. 5: πρόλογος από τον Λευτέρη Σταυριανό σελ. 9: Hard Rock 1 σελ. 33: Gogos + Tzimis, Hitting on girls! σελ. 34: Sea, Sex, Sun and Watermelons σελ. 39: Markos + Judy on Teenage Kicks σελ. 43: Hard Rock 2 σελ. 67: Extra special Hard Rock Comic με τους Τζίμη και Μπρούνο σελ. 68: Ο Γόγος και η καθηγήτρια μαθηματικών σελ. 71: Hard Rock 3 σελ. 95: Η τελευταία εξομολόγηση του Μάρκου σελ. 96: Ο δακρύβρεχτος χωρισμός του Μάρκου και της Τζούντη σελ. 99: Hard Rock 4 σελ. 123: Go! Go! Gogos! σελ. 124: 3 καυτά αγόρια σελ. 126: Ο Κος Κλάνης μας εξηγεί σελ. 129: Hard Rock 5 σελ. 155: Γόγος + Τζίμης: το άπαικτο ντουέτο ξαναχτυπά! σελ. 156: Γδύσε και ντύσε τον Μάρκο (σημ.: το ένα παιχνίδι που λέγαμε) σελ. 159: Hard Rock 6 σελ. 185: Hard Rock 7 σελ. 209: Συνέντευξη με τον Μάρκο σελ. 210: Βοήθα Μάρκο και Γόγο να φτάσουν στην Ροζαλία (σημ: το έτερο παιχνίδι που λέγαμε) σελ. 213: Hard Rock 8 σελ. 237: Συνέντευξη με τον Γόγο σελ. 238: Γιουβαρλάκια με κόκκινη σάλτσα (σημ.: μμμ συνταγή από την μαμά του Μάρκου) σελ. 240: Μάρκος και Γόγος σε ένα ανοιξιάτικο καφεδάκι σελ. 248: Η σπηλιά της Χαρίκλειας σελ. 257: Hard Rock 9 (σημ.: νέα ιστορία πρώτη δημοσίευση) σελ. 284: Markos & Gogos Psychedelic Experience (σημ.: νέα ιστορία πρώτη δημοσίευση) σελ. 288: Βιογραφικό Tasmar Μάρκος + Γόγος Στο Markos & Gogos Psychedelic Experience, έχουν μικρή συμμετοχη διάφοροι Έλληνες δημιουργοί (18 τον αριθμό αν τους μέτρησα σωστά), αναλαμβάνοντας από ένα καρεδάκι ο καθένας τους. Ο τόμος αυτός είναι αφιερωμένος στην μητέρα του δημιουργού, Ελπίδα την οποία έχασε το 2009. Θέλετε και την κριτική μου; Δεν σας έφτασαν τα παραπάνω; Δεν είχατε κανένα από τα Krak και δεν το πήρατε; Ακόμη εδώ είστε; ------------------------------ Στις 20 Απριλίου, στο Comicdom CON Athens 2018, κυκλοφόρησε η δεύτερη έκδοση του Hard Rock - School, Drugs & Rock N' Roll, με καινούριο εξώφυλλο Ευχαριστούμε για τα εξώφυλλα της επανέκδοσης τον ramirez.
  23. Είναι δύσκολο να είσαι έφηβος. Πόσο μάλλον «διαφορετικός» και ανήσυχος έφηβος. Και, ακόμη χειρότερα, διαφορετικός και ανήσυχος έφηβος στην ελληνική επαρχία. Οι έφηβοι πρωταγωνιστές του «Hard Rock» παλεύουν να μην ενηλικιωθούν κυνηγώντας το σεξ, ακούγοντας δυνατή μουσική και δοκιμάζοντας ουσίες. Διατηρώντας το χιούμορ τους και παραμένοντας ανυπότακτοι. Η εφηβεία αποτελεί μια μακρά ορμονική έκρηξη και μια εσωτερική επανάσταση – μεταμόρφωση αυτογνωσίας. Συνήθως διαρκεί βασανιστικά πολύ, με ανάμικτα τα συναισθήματα και τη συλλογή εμπειριών που τη συνοδεύουν. Οι νέοι δοκιμάζουν τα πάντα και πειραματίζονται. Για να γνωρίσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο ρισκάρουν. Ευτυχώς. Μπορεί κάποιοι να τσακίζονται στα βράχια του καθωσπρεπισμού και των απαγορεύσεων, άλλοι να χάνουν τον έλεγχο αψηφώντας τις κοινωνικές συμβάσεις και άλλοι να ισορροπούν σε τεντωμένο σκοινί για να παραμείνουν νέοι, ενώ ταυτόχρονα όλοι τους ζητούν να μεγαλώσουν και να «ωριμάσουν». Ο Μάρκος και ο Γόγος, λίγο πριν από τα δεκαοκτώ τους, μαθητές στη Σύρο της δεκαετίας του 1990, διανύουν το τέλος της παιδικότητάς τους και στον λίγο χρόνο που τους απομένει προσπαθούν να γευτούν τη χαρά με κάθε τίμημα. Και με πολύ χιούμορ για τους αναγνώστες. Οι περιπέτειες των δύο νεαρών δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Krak Komiks» του Τάσου Μαραγκού από το 2007 έως το 2013 και η έκδοσή τους υπό τον τίτλο «Hard Rock» αποτελεί την πρώτη συλλογή τους σε ενιαίο τόμο από τις εκδόσεις Jemma Press. Στη χορταστική έκδοση των 288 σελίδων, επιπλέον, περιλαμβάνεται μια αδημοσίευτη μέχρι τώρα ιστορία καθώς και ένα flip comic με τη φιλική συμμετοχή δεκαοκτώ Ελλήνων δημιουργών (Δ. Κάσδαγλης, Τόμεκ, Μ. Διαλυνάς, Χ. Σταμπουλής, Κ. Τζωρτζακάκης, Κ. Κυριακάκης, Π. Χριστούλιας, Θ. Ψαρρός, Γ. Γούσης, J. Sapillas, Η. Κυριαζής, Γ. Ρουμπούλιας, Δ. Πανταζής, Δ. Καμένος, Α. Σαλαμαλίκη, Κ. Σκλαβενίτης, Τ. Ζαφειριάδης, Τ. Παπαϊωάννου) που αφηγούνται και καταγράφουν καρέ-καρέ μια μοναδική ψυχεδελική εμπειρία των πρωταγωνιστών. Ο Μαραγκός, με καταγωγή από τη Σύρο, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια καταπιάνεται στα κόμικς του με πολιτικά ζητήματα, ιδιαίτερα κατά το διάστημα της συνεργασίας του με την «Εφ.Συν.» μέσω των «Αδέσποτων Σκίτσων» που δημοσιεύονταν σε αυτές εδώ τις σελίδες, παραμένει πάντα ένας δημιουργός με έμφαση στο χιούμορ, έστω κι αν αυτό είναι συχνά πικρό και σαρκαστικό. Σε αυτό τον βοηθάνε τα υπέροχα σχέδιά του, οι γκροτέσκες φιγούρες, οι κοφτοί διάλογοι και οι ευφυείς ονοματοποιίες που φέρνουν στον νου τα κόμικς του Peter Bagge από την εποχή του «Hate» αλλά και άλλων μεγάλων των αμερικανικών alternative κόμικς, όπως του Dan Clowes και των αδερφών Hernandez. Στο «Hard Rock» εφαρμόζει αυτήν ακριβώς τη συνταγή της μεγάλης αφήγησης σε συνέχειες, με σταθερούς πρωταγωνιστές που μεγαλώνουν όσο περνάνε τα χρόνια, εξελίσσουν τους χαρακτήρες τους και το πεδίο της δράσης τους, διαμορφώνονται από τις εμπειρίες τους και σταδιακά γίνονται όλο και πιο σύνθετοι και πολυδιάστατοι. Παράλληλα, στο background ξεδιπλώνεται η Ελλάδα των περασμένων δεκαετιών (και σε μεγάλο βαθμό τού σήμερα) με όλες τις παθογένειες των μικρόκοσμων της ελληνικής επαρχίας, με τους συντηρητικούς και οπισθοδρομικούς γονείς, τους φονταμενταλιστές παπάδες, τους θρησκόληπτους και αυταρχικούς δασκάλους σε ένα αφιλόξενο και εχθρικό σχολείο, τη διαρκή και αθεράπευτη παράνοια του ελληνικού στρατού, τα τραγελαφικά αποτελέσματα της προσκόλλησης στον τουρισμό ως πανάκειας κ.λπ. Χωρίς ποτέ να απουσιάζει η πλάκα και ο σαρκασμός προς όλα αυτά τα πρόσωπα-ιδεότυπους της νεοελληνικής τραγωδίας. «Πίσω από το χιούμορ και τον χαβαλέ, πίσω από όλες τις αστείες καταστάσεις και τα ευτράπελα στις ζωές του Μάρκου, του Γόγου και των άλλων ηρώων του “Hard Rock”, της σειράς που επί μία δεκαετία δημοσιευόταν στο “Krak Komiks”, κρύβεται ένας έφηβος που ουρλιάζει στα μούτρα μας: “Δε σε γουστάρω, ρε φίλε!” Και ο έφηβος αυτός δεν γουστάρει ούτε εμάς ούτε τον κόσμο που χτίσαμε γι’ αυτόν, ούτε το ψέμα ούτε την αδικία, ούτε τους πολιτικούς ή θρησκευτικούς “σωτήρες”. Ίσως κάποιες φορές να μη γουστάρει ούτε τον ίδιο του τον εαυτό, γιατί μπορεί να συμβιβάζεται και δεν γουστάρει τον συμβιβασμό», επισημαίνει ο Λευτέρης Σταυριανός προλογίζοντας την έκδοση. Ενώ ο Τάσος Παπαϊωάννου στο εισαγωγικό του σημείωμα τονίζει: «Πέρα, όμως, από τις Hard Rock καταστάσεις που βιώνουν οι χαρακτήρες και που μας θυμίζουν κομμάτια της δικής μας Hard Rock ζωής, αυτό που μας συνδέει ως αναγνώστες (και ανθρώπους) περισσότερο με τον Μάρκο είναι το άγχος του -που διέπει τις σελίδες του comic- για το μέλλον, η αβεβαιότητα για το τι θα του συμβεί μετά». Αυτό το άγχος κάνει τον αναγνώστη σύμμαχο και συνοδοιπόρο του Μάρκου. Και έμμεσα τον επανατοποθετεί σε μια απότομα διακοπείσα νεότητα που, αν και απρόβλεπτα σκληρή όταν βιωνόταν, στις μνήμες επανέρχεται πάντα νοσταλγικά ως αστεία, γλυκιά και γεμάτη προσδοκίες ελευθερίας και ανατροπής. Για να απαλύνει τον πόνο από τις αλλεπάλληλες ήττες του μέλλοντος. Η επίσημη παρουσίαση του «Hard Rock» θα γίνει σήμερα, Σάββατο 20 Μαΐου, στις 7 το απόγευμα στο White Rabbit (Σολωμού 12, Εξάρχεια). Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο δημιουργός του Τάσος Μαραγκός, ο εκδότης Λευτέρης Σταυριανός και ο ιστορικός τέχνης Γιάννης Κουκουλάς. Την Παρασκευή 26 Μαΐου, ο Τάσος Μαραγκός θα βρίσκεται στο βιβλιοπωλείο Tilt (Ασκληπιού 37) από τις 5 έως τις 9 το βράδυ για να υπογράψει αντίτυπα των βιβλίων του και να ανταλλάξει απόψεις με τους αναγνώστες του. Και το σχετικό link...
  24. Ποιος κρύβεται πίσω από το προσωπείο ενός βιβλιοπώλη κόμικς; Ποιες είναι οι μύχιες σκέψεις του απέναντι στις φυλές των αναγνωστών που τον κατακλύζουν; Πόση υπομονή χρειάζεται για να αντεπεξέλθει; Λατρεύει τους πελάτες του; Αγαπά τη δουλειά του; Στα ερωτήματα απαντά ο Σπύρος Δερβενιώτης με μια κόμικς-σαπουνόπερα. Στο Box Office Poison (εκδόσεις ΚΨΜ, μετάφραση Μπέλλα Σπυροπούλου), ο Alex Robinson απέδωσε με απολαυστικό τρόπο το επαγγελματικό άγχος των εργαζομένων στα βιβλιοπωλεία, καθώς είναι υποχρεωμένοι με χαμόγελο και κατανόηση να απαντούν ακόμα και στις πιο παράλογες ερωτήσεις, να ικανοποιούν ακόμα και τις πιο εξωφρενικές απαιτήσεις. Οι φυλές των αναγνωστών κόμικς και ο ιδιοκτήτης ενός βιβλιοπωλείου πρωταγωνιστούν στο «Comic Soap» του Σπύρου Δερβενιώτη Αν ήταν υπάλληλοι σε ένα ειδικό βιβλιοπωλείο με κόμικς, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι ακόμη χειρότερα. Και ακόμη πιο απολαυστικά για τους αναγνώστες. Ο Σπύρος Δερβενιώτης με το Comic Soap (εκδόσεις Jemma Press, προδημοσίευση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr) δίνει αυτήν ακριβώς την εκδοχή. Τοποθετεί ως πρωταγωνιστή του έναν ιδιοκτήτη (που για τους παροικούντες την ελληνική κοινότητα των κόμικς κάτι θυμίζει…) εξειδικευμένου στα κόμικς καταστήματος και μεταφέρει με άφθονο χιούμορ τις περιπέτειές του στη «ζούγκλα του βιβλιοπωλείου». Οι πελάτες του, άλλοι μόνιμοι θαμώνες και συχνά λαθραναγνώστες και άλλοι περιστασιακοί ή απλώς περαστικοί που είδαν «μικιμάου» και μπήκαν, καλύπτουν μια μεγάλη γκάμα των αναγνωστών του πραγματικού κόσμου: φίλοι της επιστημονικής φαντασίας, θιασώτες των εναλλακτικών κόμικς, εχθροί της αμερικανικής κόμικς-κουλτούρας, φαν του υπερηρωικού είδους, νοσταλγοί της τάχα αθωότητας των περιοδικών της παιδικής τους ηλικίας, φιλόδοξοι δημιουργοί που βαφτίζουν τα ορθινοσκαλίσματά τους αριστουργήματα, οπαδοί των graphic novels και των trade paperbacks και ορκισμένοι followers των τευχών, θρησκόληπτες γιαγιάδες, μυημένοι και αμύητοι στην ένατη τέχνη (η έκδοση συνοδεύεται από ορισμένα «λήμματα» του εν εξελίξει λεξικού «Maxima Encyclopedia Comicana», με αναλυτική περιγραφή των «ειδών»). Με όλους αυτούς έρχεται αντιμέτωπος ένας φαινομενικά πράος και μειλίχιος βιβλιοπώλης. Που πολλές φορές θέλει να παρέμβει στις κενές περιεχομένου συζητήσεις, στις αδιέξοδες διαφωνίες και στα ατελέσφορα debates που εξελίσσονται δίπλα του, αλλά προτιμά να κρατήσει το στόμα του κλειστό ώστε να φερθεί «επαγγελματικά», δίνοντας απλά τις συμβουλές του. Κάποιες φορές, όμως, ξεσπά και ξεθυμαίνει. Πασχίζοντας, φύσει και θέσει, να τους κρατήσει όλους ικανοποιημένους. Και πελάτες του. Δίπλα του, ως ανταγωνιστική αλλά και συμπληρωματική sidekick, βρίσκεται η υπάλληλός του σε μια σχέση συμβιωτικής υποχώρησης και εξ ανάγκης ειρηνικής συνύπαρξης. Ανάμεσα σε χιλιάδες τεύχη κόμικς, χαρτόκουτα, ζελατίνες, αφίσες και βιβλία, σε νέες παραλαβές, σε action figures, σε ράφια που στενάζουν από το βάρος, σε μεταλλαγμένους και μασκοφόρους και σε μυωπικούς παππούδες που ζητάνε κιμά. Φυσικά, με τις υποχρεώσεις να τρέχουν, τους διανομείς να καθυστερούν και τους χονδρέμπορους να αδιαφορούν. Μέχρι να κατέβουν τα ρολά για να τελειώσει ακόμα μια μέρα. Και να αρχίσει η επόμενη. Και το σχετικό link...
  25. Μετά το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα» (2015) και το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» (2016), ο Πέτρος Χριστούλιας και ο wannabe «υπερήρωάς» του παραμένουν πιστοί στο ετήσιο ραντεβού τους με τους αναγνώστες. Το τρίτο μέρος των περιπετειών του Νυχτερίδα με τον εξομολογητικό τίτλο «Αφού μ’ Αρέσει να Γυρνώ» μόλις κυκλοφόρησε. Και είναι εξίσου απολαυστικό. Οι υπερηρωικές παρωδίες έχουν κατακλύσει τα κόμικς τα τελευταία τριάντα χρόνια. Μετά τον αποδομητικό οδοστρωτήρα του 1986 με τον «Σκοτεινό Ιππότη» του Frank Miller και τους «Watchmen» των Alan Moore και Dave Gibbons, οι μασκοφόροι ήρωες με τις μπέρτες, τα κολάν και τα βρακιά πάνω από το παντελόνι έγιναν αντικείμενο ανελέητης σάτιρας και σκληρής κριτικής από το ίδιο τους το μέσο. Ωστόσο, ακόμα και αυτή η πρωτότυπη, κάποτε, τάση δείχνει να έχει πλέον κορεστεί. Για να ανανεωθεί και να παραμείνει επίκαιρη η θεματολογία της απαιτεί φρέσκο χιούμορ, νέα σεναριακά ευρήματα και τοποθέτηση της δράσης σε ακόμη πιο ανοίκεια «σύμπαντα» και «περιβάλλοντα». Ένα τέτοιο επινόησε ο Πέτρος Χριστούλιας πριν από τρία χρόνια και τοποθέτησε εντός του έναν αξύριστο μεσήλικα με αυτοσχέδια στολή που θέλει να μοιάσει στον Μπάτμαν και ονειρεύεται να γίνει κάποτε λαϊκός ήρωας. Και έχει πολλούς λόγους να προσπαθεί να το πετύχει μια και ζει στον μουντό Πειραιά και στη σκοτεινή Αθήνα της δεκαετίας του 1950. Που δεν μοιάζουν καθόλου με τις glamorous αναπαραστάσεις τους στον παλιό εμπορικό κινηματογράφο. Αλλά σφύζουν από φτώχεια, μιζέρια, ασφαλίτες, πόρνες, κουτσαβάκια και χαφιέδες. Ιδανικοί τόποι για τη δράση ενός υπερήρωα που μπορεί να μη σώζει τον κόσμο από θεομηνίες, βιβλικές καταστροφές, πυρηνικούς πολέμους, εισβολές εξωγήινων και παρανοϊκούς εξουσιομανείς αλλά τουλάχιστον καταφέρνει να βοηθήσει τον φίλο του τον Ανέστο που έχει μεταμφιεστεί σε ουρακοτάγκο ως μέλος ενός περιφερόμενου μπουλουκιού. Και να τον προτρέψει να μπαρκάρει με προορισμό μια «λαϊκή δημοκρατία» για να γλιτώσει από τους διώκτες του. Στο «Αφού μ’ Αρέσει να Γυρνώ» (εκδ. Jemma Press, πρώτη δημοσίευση στην πλατφόρμα socomic.gr) ο πιστός και αγράμματος sidekick με το όνομα Δεκαοχτούρας είναι και πάλι στο πλευρό του Νυχτερίδα που διασταυρώνεται με χαρακτηριστικές φιγούρες των 50's όπως τον Μίμη τον Άτλα, την «Ασώματο Κεφαλή του Πλάτωνος», έναν ρουφιάνο κάπελα, ρεμπέτες και χορεύτριες. Σε μια Ελλάδα ουδόλως εξωραϊσμένη αλλά αποδιδόμενη με μεγεθυμένα τα χαρακτηριστικά της μετεμφυλιακής παθογένειάς της, με τη σκληρή Δεξιά να έχει κυριαρχήσει και να ευαγγελίζεται την πρόοδο πάνω στα κορμιά των αντιφρονούντων «ηττημένων». Σ’ αυτήν την Ελλάδα, η ταμπέλα για την τουαλέτα γράφει «Αποχωρητήριο», αλλά επειδή κανείς από τους θαμώνες του κουτουκιού δεν την καταλαβαίνει, δίπλα είναι συμπληρωμένο χειρόγραφα το ξεκάθαρο και κατανοητό «Καμπινές», τα ρεμπετάδικα ονομάζονται «Τα δυο Περιστέρια» ή «Χατζή Μπαξέ», ο κόσμος διασκεδάζει στην «Εμπορική Πανήγυρη» και τρώει πάστες στα ζαχαροπλαστεία, οι αυλές είναι γεμάτες λάσπες και στις πλατείες ανάμεσα στους χωματόδρομους δεσπόζει το άγαλμα του Αδαμάντιου Κοραή, βορά στις κουτσουλιές. Κι ο Δεκαοχτούρας πασχίζει να πείσει τον Νυχτερίδα: «Πρέπει να ξεπεράσεις την επίδραση του Υπερεγώ σου. Η δομή αυτή του ασυνείδητου που αντιπροσωπεύει τις ηθικές και κοινωνικές αξίες είναι που κρύβει πίσω από τις μάσκες τις πραγματικές σου δυνατότητες». Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.