Μετάβαση στο περιεχόμενο

ramirez

Members
  • Περιεχόμενο

    5561
  • Εγγραφή

  • Τελευταία επίσκεψη

  • Κερδισμένες ημέρες

    15

Όλα όσα δημοσιεύθηκαν από ramirez

  1. Το βιβλίο του Karl Lagerfeld βασίζεται σε πηγές που μέχρι πρόσφατα ήταν άγνωστες, προσφέροντας μια «πικάντικη» και ειλικρινή ματιά στην προσωπικότητα του Karl Lagerfeld, πέρα από τη δημόσια εικόνα του. Ο Karl Lagerfeld, μία από τις πιο θρυλικές μορφές στον κόσμο της μόδας, επιστρέφει στο προσκήνιο μέσα από μια νέα, εικονογραφημένη βιογραφία που φέρνει στο φως άγνωστες, προσωπικές στιγμές της ζωής του. Το βιβλίο αποτελεί μια πρωτοποριακή προσέγγιση στη βιογραφία του Karl Lagerfeld, συνδυάζοντας αφήγηση και σκίτσα με μοναδική αισθητική και περιεχόμενο. Ο συγγραφέας και κριτικός μόδας της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) Άλφονς Κάιζερ, που είχε προσωπική γνωριμία με τον Karl Lagerfeld, είναι ο δημιουργός της βιογραφίας, ενώ την εικονογράφηση ανέλαβε ο γνωστός κομίστας και εικονογράφος Σίμον Σβαρτζ. Μαζί, οι δύο δημιουργοί κατάφεραν να αποτυπώσουν με οπτικοαφηγηματικό τρόπο την πορεία του Karl Lagerfeld από τα πρώτα του βήματα μέχρι το τέλος της ζωής του. Η εικονογραφημένη βιογραφία του Karl Lagerfeld ξεκινά από τη γέννησή του το 1933 στο Αμβούργο και φτάνει μέχρι τον θάνατό του το 2019, παρουσιάζοντας την καριέρα, τα πάθη και την προσωπικότητά του. Στις 383 σελίδες του βιβλίου, αποτυπώνεται η πολύπλευρη ζωή του Karl Lagerfeld: ο σχεδιαστής μόδας, ο ακούραστος εικονογράφος, ο παθιασμένος φωτογράφος, ο συλλέκτης βιβλίων και το σύμβολο της αισθητικής. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον άνθρωπο πίσω από το μύθο του Karl Lagerfeld: το παιδί που προτιμούσε να σχεδιάζει μόνο του στη σοφίτα αντί να παίζει με συνομηλίκους του, τον γιο που είχε έντονες αλλά βαθιά ανθρώπινες σχέσεις με την οικογένειά του, τον καλλιτεχνικό αντίπαλο του Yves Saint Laurent, και τον σύντροφο του Jacques de Bascher. Ο Karl Lagerfeld δεν ήταν μόνο ένας δημιουργός μόδας, αλλά ένας ολόκληρος κόσμος από ιδέες, εμμονές και πάθη. Το βιβλίο του Karl Lagerfeld βασίζεται σε πηγές που μέχρι πρόσφατα ήταν άγνωστες, προσφέροντας μια «πικάντικη» και ειλικρινή ματιά στην προσωπικότητα του Karl Lagerfeld, πέρα από τη δημόσια εικόνα του. Δεν πρόκειται απλώς για έναν απολογισμό της καριέρας του Karl Lagerfeld, αλλά για ένα πορτρέτο του ανθρώπου που σημάδεψε ανεξίτηλα τη μόδα και τον πολιτισμό του 20ού και 21ου αιώνα. Η παρουσίαση της βιογραφίας του Karl Lagerfeld πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Εβδομάδας Μόδας του Βερολίνου, με τον Άλφονς Κάιζερ και τον Σίμον Σβαρτζ να μοιράζονται με το κοινό το πώς δημιούργησαν αυτό το ξεχωριστό αφηγηματικό έργο γύρω από τον Karl Lagerfeld. Η βιογραφία του Karl Lagerfeld αποτελεί πολύ περισσότερα από ένα ακόμα βιβλίο για τη μόδα. Είναι ένα δημιουργικό ταξίδι στη ζωή ενός ανθρώπου που δεν σταμάτησε ποτέ να οραματίζεται, να σχεδιάζει και να εμπνέει. Μια έκδοση που θα γοητεύσει όχι μόνο τους θαυμαστές του Karl Lagerfeld, αλλά και όσους αναζητούν τη βαθύτερη κατανόηση ενός αυθεντικού καλλιτέχνη και στοχαστή της εποχής του. Και το σχετικό link...
  2. Γράφουν στο ΒΗΜΑ ο Μάρκος Καρασαρίνης, η διδάκτωρ Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου Λήδα Τσενέ, ο πολιτικός γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς Soloúp (Αντώνης Νικολόπουλος) καθώς και η ποιήτρια και μεταφράστρια Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη. Από τον ήρωα των επιφυλλίδων στον Superman Του Μάρκου Καρασαρίνη Η εξοικείωσή μας με τα υπερηρωικά μπλοκμπάστερ, με τους κάθε λογής Batman, Iron Man, Spider-Man και Avengers που παρελαύνουν κάθε χρόνο από τις οθόνες μας σώζοντας σε τακτική βάση τον κόσμο και σωρεύοντας δισεκατομμύρια εισπράξεων στην πορεία, μετρά ήδη δύο δεκαετίες. Ακόμη και έτσι όμως, ακόμη κι όταν τα εκθαμβωτικά CGI τα οποία κατάφεραν να μεταφέρουν πειστικά στο σελιλόιντ την άπιαστη ως τότε γοητεία των χάρτινων σελίδων λογίζονται πια προβλέψιμα, η επιστροφή του Superman στον κινηματογράφο στις 10 Ιουλίου δεν περνά απαρατήρητη. Σημαιοφόρος όλων, ο αρχετυπικός ήρωας του αμερικανικού κόμικ βαδίζει αισίως στην ένατη δεκαετία της ζωής του (γεννηθείς το 1938) αποτελώντας ένα από τα πιο διάσημα σύμβολα της σύγχρονης ποπ κουλτούρας – σύμβολο μάλιστα εύπλαστο και προσαρμοζόμενο σε πλείστες όσες κοινωνικές και ιδεολογικές μεταβολές από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης ως αυτή της παγκοσμιοποίησης. AI GENERATED Αυτή η προσαρμοστικότητα του «υπερανθρώπου των μαζών», κατά τον εύστοχο όρο του Ουμπέρτο Έκο για μια σειρά παρόμοιων χαρακτήρων που ξεκινούν από τον Ταρζάν και φτάνουν ως τον Τζέιμς Μποντ, δεν είναι καινοφανής ιδιότητα. Προέρχεται, όπως και το ίδιο το πρότυπο, από το λαϊκό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα: άμεσος πρόγονος των απανταχού σούπερ ηρώων, κατά τον Έκο, δεν είναι ο ημίθεος της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας ή ο υπεράνθρωπος του Νίτσε αλλά ο πρωταγωνιστής των επιφυλλίδων – o Ροδόλφος του Γερολστάιν στα Μυστήρια των Παρισίων του Ευγένιου Σύη, ο κόμης Μοντεχρίστος στο ομώνυμο έργο του Αλέξανδρου Δουμά, ο Ροκαμβόλ του Πονσόν ντι Τεράιγ, ο Αρσέν Λουπέν του Μορίς Λεμπλάν. Κυνηγοί της περιπέτειας ή ανατροπείς της τάξης, εραστές της εξουσίας ή εκδικητές που επιδίδονται σε πράξεις ιδιωτικής απόδοσης δικαιοσύνης, προορίζονται, όπως και οι επίγονοί τους, να υποδηλώσουν υπαινικτικά ή μη τις αξίες της εποχής τους, να επανορθώσουν ανισότητες και αδικίες παρασύροντας τον αναγνώστη σε μια κατάσταση αναστολής της δυσπιστίας για τους απίστευτους άθλους τους. Μέσα στις αντιφάσεις τους ωστόσο (η διπλή ταυτότητα του ήρωα, είτε ως μεταμφίεση είτε ως μάσκα, προκάλεσε ποικίλους φροϋδικούς συνειρμούς) οι υπεράνθρωποι των μαζών δεν ασκούν έλξη μόνο ως μυθοπλασία φυγής από την πραγματικότητα. Όπως ο Εντμόν Νταντές, το αληθινό πρόσωπο του κόμη Μοντεχρίστου, ή ο Κλαρκ Κεντ, ο καθημερινός εαυτός του Superman, κλείνουν το μάτι σε όλους μας ότι μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί τους, ότι – κατά τον στίχο του Ντέιβιντ Μπόουι – we could be heroes, just for one day. Η καλοσύνη του ξένου Της Λήδας Τσενέ Συμπληρώθηκαν φέτος 87 χρόνια από την πρώτη εμφάνιση του Superman το 1938. Και ενώ κάποιος θα περίμενε η δημοφιλία του ήρωα να φθίνει, αντίθετα παραμένει υψηλή, τόσο ώστε η νέα ταινία που θα κυκλοφορήσει σύντομα στη μεγάλη οθόνη, να συγκεντρώνει ήδη τα φώτα της δημοσιότητας επάνω της. Τι συμβαίνει λοιπόν και ο Superman παραμένει, μετά από τόσα χρόνια, το ίδιο δημοφιλής; Πώς γίνεται, ο άνθρωπος από ατσάλι να είναι τόσο ανθεκτικός – όπως το ατσάλι άλλωστε – στο πέρασμα του χρόνου και να βρίσκει απήχηση ακόμα και σε γενιές που τον γνώρισαν κυρίως μέσα από ταινίες και videogames; Και κυρίως, γιατί σήμερα χρειαζόμαστε, ίσως περισσότερο από ποτέ, λίγο από την καλοσύνη του Κλαρκ Κεντ και την ενσυναίσθηση του Superman; Από την πρώτη του εμφάνιση στο «Action Comics» το 1938 μέχρι και σήμερα, ο Superman καταφέρνει να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες εποχές. Σύμφωνα με τον Μπεν Σόντερς, καθηγητή και συγγραφέα του βιβλίου Do the Gods Wear Capes? Spirituality, Fantasy and Superheroes, «ο Superman αλλάζει με αξιοσημείωτη ταχύτητα και όμως καταφέρνει, παραδόξως, να ενσαρκώνει την ιδέα μιας αμετάβλητης αρετής». Και συνεχίζει, υπογραμμίζοντας γλαφυρά, «από την άποψη της ποπ κουλτούρας του 20ού αιώνα, αποτυπώνει την έννοια ενός πλατωνικού ιδανικού του καλού. Όταν ο Superman τα πάει καλά, δεν ντρέπομαι να τον αποκαλώ μια όμορφη ιδέα». Και πράγματι, η επιρροή του Superman είναι τόσο μεγάλη που πολλοί συγκρίνουν τη διαδρομή και τη μυθική του αφήγηση με τους μυθολογικούς ήρωες της αρχαίας Ελλάδας ή της Ρώμης, εκπληρώνοντας ακριβώς την ίδια κοινωνική λειτουργία, ενισχύοντας τις αξίες, τους κανόνες και τις κοινωνικές δομές ενός πολιτισμού. Οι μύθοι παρέχουν εξηγήσεις για τα φυσικά φαινόμενα, θεσπίζουν ηθικούς κώδικες και καθοδηγούν τα άτομα στους ρόλους τους μέσα στην κοινωνία. Δημιουργούν επίσης μια αίσθηση κοινότητας και κοινής ταυτότητας παρέχοντας κοινές αφηγήσεις και σύμβολα. Και αναμφισβήτητα, ο Superman καταφέρνει αρκετά από τα παραπάνω. Αυτό που όμως πραγματικά ξεχωρίζει τον Superman και τον καθιστά τον απόλυτο ήρωα, δεν είναι οι εξωπραγματικές του δυνάμεις. Είναι τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του και κυρίως αυτά της καλοσύνης και της ενσυναίσθησης, χαρακτηριστικά που φροντίζει να αναδεικνύει σε κάθε του περιπέτεια. Στο εμβληματικό «All Star Superman» του Γκραντ Μόρισον, ο Superman πεθαίνει και καλείται να εκτελέσει μια σειρά από αποστολές πριν από το θάνατο του. Ωστόσο, η γοητεία αυτής της τελευταίας διαδρομής δεν βρίσκεται στο μεγαλείο των προκλήσεων, αλλά στις αλληλεπιδράσεις του με τους φίλους, τους εχθρούς και τους πολίτες που σώζει. Και όπως πολύ χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος ο Μόρισον, «οι καλύτερες ιστορίες αφορούν έναν τύπο που προσπαθεί να κατανοήσει τα πράγματα γενικά, αλλά και το κορίτσι δεν τον συμπαθεί όσο θα ήθελε. Ο κακός τον μισεί, αλλά εκείνος συμπαθεί τον κακό. Αυτό το πραγματικό, μικρό ανθρώπινο συναισθηματικό στοιχείο λειτουργεί υπέροχα όταν το ανατινάζεις σε κοσμικές διαστάσεις». Ακόμα ένα παράδειγμα είναι η ιστορία «Generations» του Ντάνιελ Γουόρεν Τζόνσον που περιλαμβάνεται στη συλλογή «Superman – Red and Blue». Σε αυτήν παρακολουθούμε τον Τζόναθαν Κεντ, τον θετό πατέρα του Superman, να φοβάται ότι μπορεί να μην τα καταφέρει καλά στην ανατροφή αυτού του εξωγήινου μωρού. Σε όλη την ιστορία τον βλέπουμε να επαναλαμβάνει μερικές βασικές φράσεις στον νεαρό Superman, ο οποίος στη συνέχεια, ενώ σώζει ζωές ανθρώπων, τις επαναλαμβάνει για να τους ενθαρρύνει. Αυτές οι φράσεις είναι «Είσαι ξεχωριστός», «Σ’ αγαπώ» και «Είμαι περήφανος για σένα». Η τελευταία εικόνα στην ιστορία είναι o Superman να κοιτάζει τη Γη από το Διάστημα, με ένα χαμόγελο και δάκρυα στα μάτια του, καθώς δηλώνει την αγάπη του για το θετό του σπίτι. Ο Superman μπορεί να μοιάζει άτρωτος, πολλές φορές ακόμα και βαρετός, καθώς τα κάνει όλα τέλεια, αλλά αν κανείς κοιτάξει λίγο πιο προσεκτικά θα δει ότι φέρει τραύματα – μην ξεχνάμε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του, τον πλανήτη Κρύπτον –, έχει ελαττώματα, ανησυχίες. Μπορεί να πετά αγέρωχος από πάνω μας, όμως είναι η αντανάκλαση των επιθυμιών, των ελπίδων και των φόβων μας. Και σε έναν κόσμο όπου κυριαρχούν οι συγκρούσεις και η αλαζονεία και εκλείπει η πίστη στις ανθρώπινες αξίες, ο Superman είναι εδώ για να μας θυμίσει ότι, ακόμα και αν δυσκολευόμαστε να το δούμε, η μεγαλύτερη δύναμή μας είναι η καλοσύνη. Η κυρία Λήδα Τσενέ είναι διδάκτωρ Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου, καλλιτεχνική διευθύντρια του Comicdom CON Athens. Κόμικς με «ήρωες» και «χαρακτήρες» Του Soloup (Αντώνης Νικολόπουλος) Τους πρωταγωνιστές στα κόμικς συνηθίζουμε να τους αποκαλούμε «ήρωες». Οι «ήρωες των κόμικς» λέμε, και ας μην είναι όλοι τους υπερήρωες όπως ο Superman, ο Batman, η Wonder Woman ή κάποιοι ακόμα, σαν τον Τεν Τεν και τον Κόρτο Μαλτέζε, που καταφέρνουν πάντα στο τέλος με την εξυπνάδα τους να φέρνουν τις δύσκολες καταστάσεις σε μια λεπτή ισορροπία, έστω μέχρι το επόμενο επεισόδιο. Υπάρχουν και οι άλλοι… ήρωες, οι πλακατζήδες, αφελείς και γκαφατζήδες. Ο Ντόναλντ Ντακ ας πούμε ή ο Ραν Ταν Πλαν. Και ακόμα παραπέρα, κάποιοι χαρακτήρες σε τελείως διαφορετικές αφηγήσεις, που συγκινούν και προβληματίζουν. Δεν είναι μικρότερος άθλος και αυτός, η συγκίνηση, όταν καταφέρνουν οι σκιτσογράφοι να τη μεταδώσουν στους αναγνώστες με απλές γραμμές, μπαλονάκια και σιωπές. Τα κόμικς θεωρούνται ακόμα και σήμερα από πολλούς μια μονοδιάστατη, «λάιτ» τέχνη. Όμως οι «ήρωές» τους, η ποικιλία των χαρακτήρων, όπως και οι προσεγγίσεις διαφορετικών αναγνωστικών ομάδων και ηλικιών, αποδεικνύουν στην πράξη το αντίθετο. Ας επιχειρήσουμε παρ’ όλα αυτά έναν γενικό διαχωρισμό: «ήρωες» και «χαρακτήρες». Μια ομαδοποίηση αρκετά αυθαίρετη – δεν είναι άσπρο/μαύρο τα πράγματα εδώ όπως σε κάποια κόμικς – και η οποία σίγουρα δεν περιγράφει μια ποιοτική διαφοροποίηση, αφού συναντούμε αριστουργήματα της «ένατης τέχνης» και στις δύο περιπτώσεις. Άλλωστε υπάρχουν φιγούρες που διαπερνούν με άνεση τα όρια των ορισμών, όπως συμβαίνει με τις σύγχρονες εξιστορήσεις του Σατούφ (στη Γαλλία) και του Ζεροκάλκαρε (στην Ιταλία). Σε ένα τόσο γενικό σχήμα όμως, μπορούμε να εντοπίσουμε καλύτερα δύο βασικούς μηχανισμούς αφήγησης και στυλιζαρίσματος. Από τη μια λοιπόν συναντούμε «ήρωες» κόμικς με ευδιάκριτη τυπολογία χαρακτήρων, αναγνωρίσιμες μορφές και αναμενόμενες συμπεριφορές. Σε αυτήν την πλευρά θα βρούμε τις πλέον διάσημες φιγούρες του μέσου των κόμικς: τον Μίκυ Μάους, τον Αστερίξ και τον Λούκυ Λουκ, τον Ισοβίτη, τον Superman, τον Τσάρλι Μπράουν, τον Spider-Man. Κόμικς χιουμοριστικά αλλά και κόμικς υπερηρωικά, φαντασίας και περιπέτειας που τα βρίσκουμε να δημοσιεύονται σε συνέχειες και αυτοτελή επεισόδια (σε comic album, τεύχη σε σειρές, comic strips ή πλέον και web comics). Κοινό τους χαρακτηριστικό, τα αναγνωρίσιμα και επαναλαμβανόμενα στοιχεία. Οι πρωταγωνιστές αλλά και οι φιγούρες που τους πλαισιώνουν όχι μόνο είναι σχεδιαστικά στυλιζαρισμένοι, αλλά οι συμπεριφορές και οι αντιδράσεις τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικές και αναμενόμενες. Συχνότατα μοιράζονται μεταξύ τους ευδιάκριτους ρόλους. Ο έξυπνος και ο χαζός, ο καλός, ο μοχθηρός, ο σοφός, ο καβγατζής, ο ζηλιάρης, είναι μόνο κάποια από αυτά τα ενδεχόμενα. Σκεφθείτε τέτοιες ομάδες ρόλων στους υπερήρωες (στον Batman) ή ακόμα περισσότερο στα χιουμοριστικά κόμικς (ας πούμε στο γαλατικό χωριό του Αστερίξ). Ο Ιζνογκούντ σε αυτήν την αφηγηματική δομή πάντα θα θέλει να γίνει Χαλίφης στη θέση του Χαλίφη, ο Joker (σχεδόν) πάντα θα είναι ο ψυχοπαθής αντίπαλος του Batman, ο Οβελίξ πάντα θα βαράει λεγεωνάριους και θα τρώει αγριογούρουνα ενώ ο Λούκυ Λουκ πάντα στο τέλος του κάθε τεύχους του θα είναι… ένας φτωχός και μόνος καουμπόι. Η επανάληψη των συμπεριφορών και των αντιδράσεων στους «ήρωες» όχι μόνο δεν είναι βαρετή, αλλά και από τα πλέον επιθυμητά χαρακτηριστικά αυτών των κόμικς που καθόλου τυχαία μεταφέρθηκαν αυτούσια και με τεράστια ανταπόκριση στη μεγάλη οθόνη. Ας περάσουμε όμως και στην άλλη μπάντα των «ηρώων», που συμβατικά περιγράψαμε ως «χαρακτήρες». Αυτούς θα τους συναντήσουμε συχνότερα σε αφηγηματικά αυτοτελή κόμικς με ιστορίες πιο σύνθετες και πολυσέλιδες. Συνθήκη που τα βοηθάει να αναπτύξουν τον ψυχισμό, τα συναισθήματα και τις σκέψεις των δρώντων προσώπων κατά τρόπο ανάλογο θα λέγαμε με κάποιες ταινίες του κινηματογράφου ή την πλοκή ενός μυθιστορήματος, κάτι που δεν θα μπορούσε να συμβεί σε ένα comic strip. Το τέλος των ιστοριών και οι συμπεριφορές δεν είναι προβλέψιμες, ενώ συχνά η ανατροπή ενυπάρχει και στην ίδια την δομή της αφήγησης. Όπως για παράδειγμα στα «μετακόμικς» όπου οι αφηγητές / σκιτσογράφοι εμφανίζονται οι ίδιοι στις σελίδες τους παρεμβαίνοντας στη ροή ή και διατυπώνοντας μια προσωπική οπτική σε όσα διαδραματίζονται γύρω τους. Εδώ ο Αρτ Σπίγκελμαν στο Maus, ο Τζο Σάκο στο Palestine ή η Μαρζάν Σατραπί στο Persepolis (για ν’ αναφερθούμε σε κάποια ιδιαίτερα γνωστά κόμικς) δίνουν άλλη διάσταση στην αφήγηση καθώς προστίθεται στο θεματικό / χρονικό πλαίσιο που κινούνται, ένας συγκεκριμένος κοινωνικός προβληματισμός (οι αναφορές στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, το παλαιστινιακό ζήτημα και το καθεστώς της Περσίας, αντίστοιχα). Πολιτική και πολιτισμική θέαση που αντιλαμβάνεται τον σύγχρονο κόσμο, την ιστορία και την κοινωνία μέσα από την υποκειμενική ματιά των συγγραφέων. Ή ακόμα και το παρελθόν με όχημα την Ιστορία και τη Λογοτεχνία – σε κάποια άλλα θεματικά κόμικς και διαμεσικές μεταφορές –, θέτοντας στους σύγχρονους αναγνώστες τα πλέον ενδιαφέροντα ερωτήματα για το μέλλον. Χαρακτηριστικά γραφής και αγωνιώδους προβληματισμού που συναντούμε άλλωστε σε κάθε μορφή έντεχνης δημιουργίας. «Ήρωες» και «Χαρακτήρες» λοιπόν. Δύο βασικές μορφές αφήγησης – και αναγνωστικής απόλαυσης – από μια ιδιαίτερα πλούσια, πολυτροπική τέχνη, τα κόμικς. Ο Soloúp (Αντώνης Νικολόπουλος) είναι πολιτικός γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς, διδάκτωρ Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Ιστορίες εκδικητών (χάρτινων και μη) Της Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη Στο τομίδιο Πράξεις Εκδίκησης Ι (εκδ. Τοποβόρος), συλλογή μαρτυριών και δοκιμίων που αναφέρονται σε πράξεις αυτοδικίας Εβραίων εναντίον Γερμανών κατά τη διάρκεια ή μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου – και εν πάση περιπτώσει πριν ψηφιστεί ο «Νόμος για την Τιμωρία των Ναζί και των Συνεργατών τους», που καθιστούσε το κράτος του Ισραήλ κύριο φορέα της διαχείρισης εγκλημάτων σχετιζομένων με το Ολοκαύτωμα – ο ιστορικός Νιρ Μαν αναφέρει την ιστορία ενός τσαγκάρη ονόματι Μίτερμαν. Ο Μίτερμαν λοιπόν, ένας κατά τα άλλα λιγομίλητος και μονίμως μουρμουρίζων γίγαντας, «στα γεράματα γνωστός για το σκαρί του και τα παχιά του χέρια», αποφασίζει να αποκαλύψει στον αφηγητή ότι μετά τον πόλεμο επιστρατεύτηκε από τον αμερικανικό στρατό για να δουλέψει στη νυχτερινή φύλαξη των γερμανικών τρένων, πράγμα που του επέτρεπε επίσης να πηγαίνει από το ένα στρατόπεδο εκτοπισμένων στο άλλο, προσπαθώντας να εντοπίσει τον χαμένο του γιο. Οι βάρδιες αυτές τού επέτρεπαν και κάτι ακόμα: να δολοφονεί όσους έκοβε με το μάτι (από την υπεροπτική τους στάση, τη γλώσσα του σώματος, τον τρόπο ντυσίματος) ότι ανήκαν, μέχρι πολύ προσφάτως, στο ναζιστικό κόμμα. «Στα εξπρές τρένα του Μονάχου, της Φρανκφούρτης και του Αμβούργου: εκεί τους καθάριζα» λέει ο τσαγκάρης Μίτερμαν στον εντελώς ανυποψίαστο έφηβο Μαν, που έκτοτε θα τον αντιμετωπίζει ως μυθικό, σχεδόν, ήρωα. Στο φαντασιακό ενός λαού κατατρεγμένου, δεν απέχει πολύ η εκδίκηση από την ηρωοποίηση. Το βλέπουμε, εξάλλου, συνεχώς στην ιστορία αλλά και στις ειδήσεις: ο τρομοκράτης του ενός είναι ο ήρωας κάποιου άλλου. Και το ανάποδο. Πώς λοιπόν να μην υπάρξει ολόκληρο κομμάτι της ισραηλινής λογοτεχνίας που να αποτυπώνει, διαχρονικά, φαντασιώσεις για εκδίκηση μέσα από τη δράση αυτόκλητων τιμωρών – είτε μιλάμε για «υψηλή» λογοτεχνία (π.χ., στο See Under: Love του Νταβίντ Γκρόσμαν) είτε για το ακριβώς αντίθετό της: τη λεγόμενη «Στάλαγκ» μυθιστοριογραφία, μια σειρά από φτηνά βιβλιαράκια τσέπης που υποτίθεται ότι παρουσίαζαν ιστορίες πορνογραφικής εκμετάλλευσης κρατουμένων στα «Joy Division» (πορνεία για γερμανούς αξιωματικούς στα στρατόπεδα συγκέντρωσης) και, εν τέλει, στυγνής εκδίκησης των κρατουμένων εναντίον των βασανιστών τους; Ο Ουμπέρτο Έκο θα έβρισκε σίγουρα πολλά να σχολιάσει για τους κλασικούς «υπερανθρώπους των μαζών» της ισραηλινής λογοτεχνίας, για το πώς αποτυπώνουν και ανατροφοδοτούν το συλλογικό φαντασιακό του λαού τους, είτε ως απλοί άνθρωποι που γίνονται μυθικοί (και μυστικοί) πράκτορες της Μοσάντ και κυνηγοί Ναζί (ή νεο-Ναζί) σε δημοφιλέστατα αστυνομικά μυθιστορήματα (σαν το τεράστιο μπεστ-σέλερ Το Σημάδι του Κάιν, του Ραμ Ορέν) είτε ως ήρωες κόμικς, όπως ο βρετανο-εβραίος μαχητής Λέσλι Τόλιβερ στην Εβραϊκή Ταξιαρχία του Marvano, που μετά το τέλος του πολέμου επιστρέφει στην Ευρώπη για να καταδιώξει και να σκοτώσει αυτοβούλως και αυτόκλητα εγκληματίες πολέμου. Αποχρώσεις και αποκλίσεις φυσικά υπάρχουν: από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 αρχίζουν και αποτυπώνονται στις απαιτήσεις του αναγνωστικού κοινού εξελίξεις που αντικατοπτρίζουν μια ωρίμανση στην πολυπλοκότητα του ισραηλινού δημόσιου λόγου, στην πολιτική, στη δημοσιογραφία και στα σχολικά βιβλία. Οι αυτόκλητοι τιμωροί της ισραηλινής ποπ κουλτούρας εμφανίζονται και ως ψυχολογικά επιβεβαρημένοι, τραυματισμένοι άνθρωποι, με θολά τα όρια που τους ξεχωρίζουν από τα θύματά τους και πρώην δράστες. Ο κόσμος γίνεται ξαφνικά πολύπλοκος, πολυεπίπεδος, πολύ πιο γκρίζος από αυτός των προκατόχων τους, λίγο σαν τα ποιήματα του Γιεουντά Αμιχάι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου σύγχρονου, πολύπλοκου «υπερήρωα» είναι ο χαρακτήρας του Ντορόν στην επιτυχημένη σειρά του Netflix «Fauda» (Χάος). Βεβαίως, υπάρχει κι ένα σημείο στο οποίο η ανάλυση του Έκο δεν «κουμπώνει» σωστά στη συζήτησή μας. Οι κλασικοί «υπεράνθρωποι των μαζών» έρχονται πολλές φορές αντιμέτωποι με το σύστημα με σκοπό να αποδώσουν δικαιοσύνη, δίχως όμως να γκρεμίσουν τις υπάρχουσες δομές εξουσίας· άντε να τις αναταράξουν λίγο: σκεφτείτε τον Superman ή τον Τζέιμς Μποντ. Εν αντιθέσει με αυτό το σχήμα, οι αυτόκλητοι τιμωροί/υπερήρωες της ισραηλινής λογοτεχνίας – απαστράπτοντες, τσαλακωμένοι, μυθικοί ή ταπεινοί – έχουν το εξής κοινό χαρακτηριστικό: τη διακαή επιθυμία να αμφισβητήσουν την άδικη εικόνα των Εβραίων ως παθητικών θυμάτων και να αψηφήσουν το στερεότυπο της αδυναμίας που τους στιγμάτιζε για αιώνες. Υπό αυτήν την έννοια, βρίσκονται ξεκάθαρα πολύ πιο κοντά στον V του V for Vendetta ή στους Watchmen του Αλαν Μουρ: έρχονται για να αλλάξουν πραγματικά τον κόσμο – και τον αλλάζουν. Αλλά, όπως κι οι χαρακτήρες του Μουρ, ξεσκεπάζουν την επικίνδυνη φαντασίωση ότι μπορούν οι υπεράνθρωποι και οι υπερήρωες να «σώσουν τον κόσμο» χωρίς συνέπειες. Η κυρία Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη είναι ποιήτρια και μεταφράστρια. Και το σχετικό link...
  3. Super ευκαιρία, super comic...
  4. Απόσπασμα από άρθρο του Οδυσσέα Γραμματικάκη στην ιστοσελίδα efsyn.gr στις 2/07/2025. Ένας φωτεινός ιππότης στo Γκόθαμ Στην ταινία «Ο σκοτεινός ιππότης: Η επιστροφή» η πόλη του Γκόθαμ έχει καταληφθεί από τους «αναρχικούς» του Bane, ο οποίος με τρομοκρατικές ενέργειες έχει καταφέρει να εκδιώξει την αστυνομία και τον Μπάτμαν από την πόλη. Είναι μια ταινία που ο συγχωρεμένος David Graeber την αποκάλεσε «ως μια προπαγάνδα εναντίον του κινήματος Occupy». Και είναι αλήθεια. Η ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν κυκλοφόρησε έναν χρόνο αφότου το κίνημα για την Κατάληψη της Wall Street είχε κάνει την εμφάνισή του και στην ουσία απεικόνιζε μια Γκόθαμ κατειλημμένη από εχθρούς του κράτους και του κεφαλαίου (ό,τι εκπροσωπεί δηλαδή ο Μπάτμαν) γεμάτη λαϊκά δικαστήρια, τρομοκρατία και δολοφονίες πλουσίων και χρηματιστών. Γνωρίζουμε ότι η φανταστική πόλη του Γκόθαμ είναι επηρεασμένη από τη Νέα Υόρκη. Μια πόλη βρόμικη, όπου η μαφία, οι διεφθαρμένοι μπάτσοι και (δισεκατομμυριούχοι) πολιτικοί κάνουν κουμάντο. Αλλά τι τους έπιασε όλους ξαφνικά και θυμήθηκαν την Γκόθαμ, ενώ τόσα χρόνια συναινούν στην ασυδοσία της πόλης από τους πλούσιους; Το «πείραμα» Μαμντάνι να το παρακολουθούμε. Έχουμε αρκετό και δύσκολο δρόμο μέχρι τις εκλογές της 4ης Νοεμβρίου, αλλά έχει αποδειχτεί ξανά και ξανά: όταν υπάρχει ένα εναλλακτικό προοδευτικό και σοσιαλιστικό μήνυμα, τότε αυτό κερδίζει ενάντια στο μίσος και τον ρατσισμό. ( Ή τουλάχιστον μέχρι να ξεθάψουν τον Μπάτμαν για να επαναφέρει την τάξη των πραγμάτων…) Και το σχετικό link...
  5. Δώδεκα αυτοτελή κομιξάκια από την τελευταία δεκαετία με τη σεναριακή υπογραφή του Ηλία Κατιρτζιγιανόγλου συγκεντρώνονται στη συλλογή «Μικρού Μήκους». «Δηλώσεις» της Ευγενίας Κουμάκη «Ως παιδί σχεδίαζα και, όπως έλεγαν όλοι, σχεδίαζα – μάλλον – καλά. Σύντομα όμως αντιλήφθηκα ότι το γεγονός πως σχεδίαζα ατελείωτες ώρες μέσα στην ημέρα δεν ήταν κάποιου είδους φυσική κλίση, παρά η αγάπη μου για την εικονογραφημένη αφήγηση. Κυρίως η ανάγκη μου να διηγηθώ ιστορίες μέσω αυτής. Όσο όμως κι αν δούλευα πάνω στο σχέδιό μου, δεν έβλεπα την πρόοδο εκείνη που θα μου έδινε τον απαραίτητο αέρα για να συνεχίσω να προσπαθώ. […] Εν τέλει ο λόγος, η αφήγηση και το χτίσιμο των κόσμων θα αποτελούσαν το μέσο για να δώσω διέξοδο στη φαντασία, τις προσλαμβάνουσες, τις αρχές και τη ματιά μου στη ζωή». Έτσι ξεκινάει το προλογικό σημείωμα του Ηλία Κατιρτζιγιανόγλου στη νέα δουλειά του με τίτλο «Μικρού Μήκους», που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις του Κάμπου και την Comicdom Press. Πρόκειται για μια συλλογή από 12 κομιξάκια έκτασης από 1 έως 3 σελίδες, τα οποία υπογράφει ο ίδιος ως σεναριογράφος. Είναι αδύνατον να κινείσαι ως επαγγελματίας ή ως φαν στην ελληνική σκηνή κόμικς και να μην έχεις πέσει πάνω στο όνομα του Ηλία Κατιρτζιγιανόγλου. Και αυτό γιατί είναι ένας από τους τέσσερις «γονείς» – δηλαδή συν-ιδρυτές και συν-διοργανωτές – του Comicdom CON Athens, του μεγαλύτερου και μακροβιότερου φεστιβάλ κόμικς στην Ελλάδα, καθώς επίσης και ο εκδότης της Comicdom Press. Εκτός αυτών (και πολλών άλλων) είναι και σεναριογράφος κόμικς, έχοντας γράψει στο παρελθόν αρκετά σενάρια που εικονογράφησαν γνωστοί εγχώριοι δημιουργοί. Ενδεικτικά: η 4τευχη σειρά κόμικς «Σύνδρομο», η συλλογή ιστοριών «Μαύρο Φως», το «Αστικό Κενό» και «Τα Ενήλικα – Κωμικοτραγικόμιξ 18+», ενώ έχει διασκευάσει σε γκράφικ νόβελ και το μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου «Η Κερένια Κούκλα». «Πώς φτάσαμε εδώ;» της Βάλιας Καπάδαη και το εξώφυλλο της έκδοσης. Οι 12 αυτοτελείς ιστορίες κόμικς «Μικρού Μήκους» είναι η πιο πρόσφατη δουλειά με την υπογραφή του Κατιρτζιγιανόγλου, όπου η σεναριακή γραφή του παίρνει «σάρκα και οστά» από δώδεκα επαγγελματίες των κόμικς. Είναι ο καρπός της «συνάντησης» του Ηλία, από το 2014 μέχρι το 2025, με 11 καλλιτέχν(ιδ)ες, οι οποίοι/ες ανέλαβαν να μετατρέψουν τις αφηγήσεις του σε εικονογραφηγήσεις, ο καθένας και η καθεμία με το δικό του/της ιδιαίτερο αισθητικό ύφος. Όπως ο Φώτης Τσελεπατιώτης, που έδωσε μορφή σε ένα κείμενο εμπνευσμένο από χιπ χοπ κομμάτι ή ο Δημήτρης Γαβαλάς που εικονοποίησε την τρυφερή ιστορία «Κραταιά ως θάνατος, αγάπη» που αναφέρεται σε μια διευρυμένη έννοια της οικογένειας. «Ο εχθρός εντός» διά χειρός Άρη Λάμπου μιλάει για την κατάθλιψη, ενώ η Μαρία Όλια Ντακογιάννη περιγράφει μια σκηνή συνάντησης δύο γνώριμων «απ’ τα παλιά», των οποίων οι εκφράσεις και η «γλώσσα» του σώματος λένε περισσότερα απ’ όσα αποκαλύπτουν τα χείλη τους. Με τη σκοτεινή του τεχνοτροπία, ο Χρήστος Μαρτίνης αποδίδει μια διαφορετική ανάγνωση της «Χριστουγεννιάτικης Ιστορίας» του Ντίκενς και η παραμυθένια τεχνική του Αποστόλη Ιωάννου αποδομεί τον μύθο των «αυτοδημιούργητων». Στη συνέχεια, η Ευγενία Κουμάκη σκιαγραφεί πέντε ανθρωπότυπους που αντιστοιχούν σε πέντε ανάλογες «Δηλώσεις», αλλά και το «δώρο» της οικολογικής καταστροφής που κληροδοτούμε στις επόμενες γενιές, και η Βάλια Καπάδαη βάζει τους ήρωες της ζοφερής προηγούμενης δεκαετίας της κρίσης να αναρωτιούνται «Πώς φτάσαμε εδώ;». «Στη Λέρο υπάρχει μια εκκλησία» της οποίας ο τρούλος δεν διαθέτει σταυρό – και τον λόγο αναλαμβάνει να μας τον εξηγήσει ο Γαβριήλ Τομπαλίδης, ενώ το κλασικών προτύπων σχέδιο του Παναγιώτη Τσαούση μιλάει για την παρανόηση του μύθου της Κασσάνδρας. Τέλος, ο Γιώργος Δουτσιόπουλος εικονογραφεί άψογα τον «Τέταρτο Τοίχο» με το υπέροχο σχέδιο και την παλέτα του. «...θα ήμουν για πάντα ένας εικονογράφος που τελικά δεν υπήρξε, κι οι εικονογράφοι θα ήταν για μένα το άλλο μου μισό», σημειώνει τρυφερά ο Ηλίας για τις συνεργασίες του με τα άτομα τα οποία εικονοποίησαν εκείνα τα οποία είχε στο μυαλό του. Συμπληρώνοντας ότι «όποτε βλέπω μια ιστορία μου εικονογραφημένη, η ευγνωμοσύνη μου στον καλλιτέχνη που της έδωσε εικόνα και μορφή δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια». Ας μας επιτραπεί να σχολιάσουμε ότι η ευγνωμοσύνη των εικονογράφων προς την πολύτιμη γραφή του σεναριογράφου είναι αμοιβαία, καθώς ποτέ, μα ποτέ, ένα καλό σχέδιο δεν «σώζει» μια κακή ιστορία, αλλά πάντα μια καλή ιστορία μάς κάνει να παρακάμπτουμε ένα αδύναμο και ατελές σχέδιο. Και ας παραδεχτούμε ότι κάθε σεναριογράφος, είτε στα μεγαλόπνοα γκράφικ νόβελ είτε στα «μικρού μήκους κομιξάκια», δεν μπορεί παρά να κερδίζει τον σεβασμό καλλιτεχνών και αναγνωστών με την αναγνώριση της ιδιότητάς του ως ισότιμου δημιουργού κόμικς. Και το σχετικό link...
  6. Το πιο εξωφρενικό («σχιζοειδές» το έχει χαρακτηρίσει ο Jules Feiffer) «ερωτικό τρίγωνο» στην ιστορία των κόμικς ήταν αυτό μεταξύ Κλαρκ Κεντ, Λόις Λέιν και Σούπερμαν. Κι αυτό γιατί το «τρίγωνο» ήταν ουσιαστικά «δίγωνο», καθώς ο Κλαρκ και ο Σούπερμαν ήταν το ίδιο πρόσωπο! Ο Κλαρκ ήταν ερωτευμένος με τη Λόις και η Λόις με τον Σούπερμαν. Ο τελευταίος, ως υπερήρωας, ήταν αποστασιοποιημένος από τα ανθρώπινα πάθη και ως άνθρωπος έλιωνε από έρωτα, ενώ η Λόις κοιτούσε με δέος τον ιπτάμενο υπεράνθρωπο, αλλά αδιαφορούσε τελείως όταν αυτός έβγαζε τη στολή και φορούσε το φθαρμένο κοστούμι του για να πάει στη δουλειά. Ένα παρόμοιο ερωτικό παράξενο σχήμα, ίσως ακόμα πιο παρανοϊκό στη σύλληψή του και σίγουρα πιο χιουμοριστικό, δημιουργήθηκε το 1980 από τον Μπαντ Σάγκεντορφ. Το αποτελούσαν ο Ποπάυ, η Όλιβ Όιλ και η Βάιπερ Βέλμα. Ιδιαιτερότητά του ήταν ότι η Όλιβ και η Βάιπερ ήταν και εδώ το ίδιο πρόσωπο. Η αλλόκοτη ιστορία δημοσιεύεται στον 5ο τόμο από τις «Κλασικές Ιστορίες» του Ποπάυ (μετάφραση: Γαβριήλ Τομπαλίδης, εκδόσεις Μικρός Ήρως) σε επιμέλεια του Γιώργου Ζωιτά, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει έναν άθλο ως προς την τεκμηρίωση, τη σύγκριση των ιστοριών με την πρώτη τους κυκλοφορία στα ελληνικά από τις εκδόσεις Δραγούνη, τον εντοπισμό ανασχεδιασμών και άλλων αλλαγών, την ανάδειξη και τη μεταφορά στα ελληνικά των λογοπαιγνίων και άλλων λεκτικών τεχνασμάτων που χρησιμοποιήθηκαν στα αγγλικά κ.λ.π. Στην ιστορία, η Όλιβ προσπαθεί να φυτέψει σπανάκι για τον Ποπάυ στην αυλή της αλλά ανακαλύπτει – τι πιο συνηθισμένο – ένα στέμμα που στην ετικέτα του γράφει πως «κατασκευάστηκε στην Αφροδίτη». Το φορά και αποκτά υπεράνθρωπες ιδιότητες, αλλάζει το όνομά της σε Βάιπερ και ξεχύνεται στους αιθέρες για να επιβάλει δικαιοσύνη. Φυσικά ο Ποπάυ την ερωτεύεται κι αρχίζει να αγνοεί και να παραμελεί την Όλιβ η οποία σκάει από τη ζήλια της εναντίον του εστεμμένου εαυτού της… Σε μια απολαυστικά σουρεαλιστική ιστορία του δεξιοτέχνη Μπαντ Σάγκεντορφ που μπορεί να διαβαστεί και ως παρωδία της «μη ευκλείδειας» γεωμετρίας των ερωτικών υποθέσεων του Σούπερμαν. Και το σχετικό link...
  7. Απόσπασμα από άρθρο της Ναταλί Χατζηαντωνίου στην ιστοσελίδα efsyn.gr στις 28/06/2025. Αν ο Τραμπ ήταν ήρωας της DC Comics ή της Marvel Με τον «ιό» των πολιτιστικών αναφορών στον οργανισμό μου, καιρό τώρα με τριγυρίζει η ιδέα ότι η δημόσια παρουσία του Τραμπ, η προσωπικότητά του και οι δηλώσεις του θα μπορούσαν να είναι φτιαγμένες σε στούντιο της DC Comics ή της Marvel. Οι δημιουργίες άλλωστε των δύο εμβληματικών εταιρειών κόμικς είχαν συχνά περιγράψει εύστοχα έναν εγωπαθή ηγέτη «θεατρικό και σαρκαστικό, με ρετρό γκανγκστερική αισθητική», ο οποίος «πιστεύει ότι γνωρίζει το απόλυτο καλό για το σύμπαν και δρα σαν θεός-κριτής», συνδυάζει «χιούμορ και φρίκη, περνώντας από το γελοίο στο τρομακτικό σε δευτερόλεπτα» κι «ενώ δεν έχει σχέδιο, καταστρώνει τα πάντα σαν ένας τέλειος αναρχικός “στρατηγός”». Αυτές δεν είναι περιγραφές για τον Αμερικανό πρόεδρο βέβαια, αλλά για δύο από τους διασημότερους «κακούς» στην ιστορία του αμερικανικού κόμικς: τον Joker του Batman και τον Thanos των Avengers, που όπως όλοι οι δημοφιλείς κινηματογραφικοί ή «χάρτινοι» ήρωες έχουν ξεστομίσει φράσεις προορισμένες να γίνουν «ιστορικές ατάκες». Π.χ. «Οι δυσκολότερες επιλογές απαιτούν τη δυνατότερη θέληση» ή «Είμαι αναπόφευκτος» (Thanos). «Όταν οι ισχυροί λένε “τάξη”, εννοούν “υποταγή”», «Δεν τους ελέγχεις με όπλα. Τους ελέγχεις με φόβο», «Η εξουσία ανήκει σ’ αυτόν που έχει το θάρρος να την πάρει», «Ο Νόμος είναι ένα ανέκδοτο που όλοι έχουμε βαρεθεί να ακούμε», «Δεν παίζω με κανόνες, δεν έχω σχέδιο. Είμαι το χάος!» (Joker). Από αυτής της απόψεως, οι δημιουργοί των κόμικς μας είχαν προειδοποιήσει. Και το σχετικό link...
  8. Ο Κλήμης Κεραμιτσόπουλος στο νέο του κόμικς «Όπως το κάνουν στις ταινίες» δημιουργεί ένα κωμικό road trip στην έρημο με αφετηρία τα αδιέξοδα της τέχνης. Το κόμικς «Όπως το κάνουν στις ταινίες» κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Ένατη Διάσταση. Το art block και το writer’s block είναι δύο δημοφιλείς όροι για την «ασθένεια του δημιουργού»: όταν σταματούν να ρέουν ιδέες στο μυαλό ενός συγγραφέα ή όταν ο καλλιτέχνης χάνει τη διάθεσή του να πιάσει μολύβι. Εν ολίγοις, ο χειρότερος εφιάλτης ενός δημιουργικού ατόμου. Ποια είναι η θεραπεία; Η αλλαγή παραστάσεων, τα νέα ερεθίσματα ή ακόμα και ένα ταξίδι. Δηλαδή, αυτό ακριβώς που κάνει ο Κλήμης Κεραμιτσόπουλος στους ήρωές του στο «Όπως το κάνουν στις ταινίες», το νέο του κόμικς που κυκλοφόρησε τον Μάιο από τις εκδόσεις Ένατη Διάσταση. Ο Κλήμης, ένας από τους πλέον παραγωγικούς Έλληνες δημιουργούς κόμικς των τελευταίων ετών είτε σε σενάρια άλλων («Μπαντιλίκια» σε σενάριο Λάζαρου Αλεξάκη) είτε σε δικά του («Στρίκτλι Κομμέρσιαλ», «Όλα λάθος»), ξεχωρίζει για το λεπτομερές και προσεγμένο «γαλλοβελγικού στιλ» σχέδιο και για τα σατιρικά, κοινωνικοπολιτικά του μηνύματα. Στο νέο του κόμικς επιστρατεύει ξανά τους δύο κλασικούς του ήρωες/alter ego του εαυτού του: τον ευαίσθητο και ανήσυχο σκιτσογράφο Αναγνώστη Παλάμπρα και τον ήρεμο και κυνικό Κορνήλη Διμπούχο. Η ιστορία ξεκινά με τον Αναγνώστη να καταλαμβάνεται από art block και την υπαρξιακή αγωνία να αφήσει μια παρακαταθήκη στον κόσμο. Η λύση που προτείνει ο Κορνήλης είναι ένα road trip για να αλλάξουν παραστάσεις και να βρεθεί η έμπνευση που αναζητά ο Αναγνώστης. Όχι όμως σε ένα οποιοδήποτε μέρος αλλά στην Route 66, τη μυθική λεωφόρο των 4 χιλιάδων χιλιομέτρων διαμέσου της βορειοαμερικανικής ερήμου! Σύντομα, οι δύο ήρωες βρίσκονται στις ΗΠΑ και με ένα παλιό νοικιασμένο βανάκι ξεχύνονται στο άγνωστο. Θα πάει καλά αυτό; Σίγουρα όχι, μια και η μία κωμική ατυχία συμπληρώνει την άλλη οδηγώντας το δίδυμο στον φόβο και στην παράνοια! Με αφετηρία λοιπόν την ασθένεια των δημιουργών και με σκηνικό τη λεωφόρο των μηχανόβιων, ο Κλήμης εκθέτει απροστάτευτο το κλασικό του δίδυμο σε μια buddy comedy όπου όλα μπορούν να συμβούν (από μηχανολογικά προβλήματα μέχρι σλάπστικ τραυματισμούς, καφρίλες και τριπαρίσματα) μπολιασμένη με αναφορές σε κλασικά ροκ και μέταλ τραγούδια, ταινίες, σειρές και κόμικς. Το αποτέλεσμα είναι άλλο ένα διασκεδαστικό ανάγνωσμα του Κλήμη για κάθε λάτρη των κωμικών κόμικς, της γαλλοβελγικής αισθητικής και των απέραντων δρόμων της βορειοαμερικανικής ερήμου… Και το σχετικό link...
  9. Παππούς του, ο δημιουργός του θρυλικού «Μικρού Ήρωα». Ο ίδιος, πατέρας της νέας εποχής των ελληνικών κόμικς, που συνεχίζει με επιτυχία την παράδοση της οικογένειας: πρόσφατα η έκδοση με τη ζωή του Θανάση Βέγγου έκανε τη μεγάλη έκπληξη! Μα, πόσο ωραίο να έχεις κληρονομήσει έναν ήρωα! Πόσο ωραίο αυτός ο ήρωας να έχει μεγαλώσει προπαππούδες, παππούδες, μπαμπάδες και γιους, να έχει γίνει τραγούδι του Κηλαηδόνη και όλοι, φίλοι των κόμικς ή μη, αν πέσει κάποιο συλλεκτικό τεύχος στα χέρια μας, να αισθανόμαστε αυτομάτως μέλη της μυστικής οργάνωσης του Γιώργου Θαλάσση, της Κατερίνας και του Σπίθα! Αλλά πώς είναι να έχεις παππού τον Στέλιο Ανεμοδουρά, τον άνθρωπο που εμπνεύστηκε και δημιούργησε τον «Μικρό Ήρωα»; Ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς, εκδότης και πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Κόμικς, συνεχίζοντας την οικογενειακή κληρονομιά και φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο αγαπημένες σειρές, όπως «Μπλεκ», «Μίστερ Νο», «Κόρτο Μαλτέζε», «Μικρός Ήρως» και «Ζαγκόρ», έχει τις απαντήσεις. GALA: Ποια είναι η πρώτη ανάμνηση που έχετε από τον παππού σας; ΛΕΩΚΡΑΤΗΣ ΑΝΕΜΟΔΟΥΡΑΣ: Δεν μπορώ να είμαι ακριβής. Αυτό που θυμάμαι ωστόσο ήταν οι ιστορίες που μου διηγούνταν από την περίοδο της Κατοχής. Ως καταζητούμενος των Γερμανών, λόγω ενός υπομνήματος ενάντια στον ναζισμό, έζησε απομονωμένος στη Σίφνο την περίοδο της Κατοχής. Εκεί ανέπτυξε μια άτυπη αντιστασιακή δράση και σίγουρα οι εμπειρίες αυτές υπήρξαν καθοριστικές στη συγγραφή του «Μικρού Ήρωα». G.: Πότε και πώς συνειδητοποιήσατε ότι αυτή η κληρονομιά που ήρθε στα χέρια σας δεν είναι απλώς ένα υλικό αγαθό, αλλά έχει να κάνει με την Ιστορία της νεότερης Ελλάδας; Λ.Α.: Με αρκετή δόση παιδικής αφέλειας, όταν είδα πρώτη φορά, σε ηλικία 11-12 ετών, τον Στέλιο Ανεμοδουρά σε συνέντευξη στην τηλεόραση. Έως τότε τον έβλεπα ως παππού και κάποιον που μου χάριζε κόμικς. Από τότε και μέσα από τις εκδηλώσεις θαυμασμού παλαιότερων αναγνωστών αντιλήφθηκα τη σπουδαιότητα του «Μικρού Ήρωα» και τον αντίκτυπο που είχε στους εφήβους των δεκαετιών του ’50 και του ’60. Αγαπημένα τεύχη με τους θρυλικούς ήρωες των εκδόσεων G.: Ποια ήταν η αγαπημένη σας ιστορία από τα δημιουργήματα του παππού σας; Λ.Α.: Έχει τον τίτλο «Δύο Εναντίον Ενός» (#27) και σε αυτήν υπάρχει μια χαρακτηριστική σκηνή όπου η Φροϋλάιν-Χ, μια Γερμανίδα σαμποτέρ, έχει αιχμαλωτίσει τον Θαλάσση και τον απειλεί να της αποκαλύψει έναν κωδικό-σύνθημα. Ο Θαλάσσης αρνείται να μιλήσει, όμως αυτή, γοητευμένη από τον ηρωισμό του, τον πυροβολεί αστοχώντας εξεπίτηδες και αφήνοντάς τον ελεύθερο. Ήταν μια ιστορία με έντονο το αισθηματικό στοιχείο, αλλά και κάτι ακόμα πολύ σημαντικό: τον σεβασμό στον αντίπαλο. G.: Σε ποιον χαρακτήρα από τον «Μικρό Ήρωα» θέλατε να μοιάσετε ως παιδί; Λ.Α.: Σίγουρα στον Γιώργο Θαλάσση! Αυτός είχε όλα τα προσόντα που με γοήτευαν σε έναν ήρωα. Ατρόμητος, έξυπνος, δυνατός, μορφωμένος. Ένας υπερήρωας στην πραγματικότητα, όχι όμως με την κλασική έννοια που γνωρίζουμε από τα αμερικανικά κόμικς. O Στέλιος Ανεμοδουράς με τον γιο του, Γιώργο G.: Είχατε άλλα ερεθίσματα; Διαβάζατε κόμικς; Λ.Α.: Διάβαζα όπως όλα τα παιδιά εκείνης της εποχής και βέβαια ήμουν αρκετά προνομιούχος, καθώς είχα σε αφθονία οτιδήποτε κυκλοφορούσε από εμάς. Διάβαζα, λοιπόν «Μπλεκ», «Περιπέτεια», «Μίστερ Νο», «Πινόκιο», ωστόσο λάτρευα και άλλα κόμικς όπως «Βαβούρα», «Ποπάυ», «Ερίκ Καστέλ», «Τιραμόλα», «Σεραφίνο». Για να είμαι ειλικρινής, ήμουν περισσότερο παιδί της μπάλας και του παιχνιδιού και λιγότερο του βιβλίου. Δύο ήταν οι μεγάλες μου αγάπες ως παιδί: το μπάσκετ και το σκάκι. G.: Από την αμερικανική, την ευρωπαϊκή και την ιαπωνική σχολή κόμικς ποια προτιμάτε περισσότερο και γιατί; Λ.Α.: Προτιμώ ξεκάθαρα την ευρωπαϊκή! Μου είναι πιο οικεία και είμαι λάτρης ρεαλιστικών ιστοριών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εκτιμώ πόσο μπροστά είναι οι Αμερικανοί και οι Ιάπωνες. Λατρεύω τα ιταλικά κόμικς («Κόρτο Μαλτέζε», «Μίστερ Νο», «Ντύλαν Ντογκ»), όμως πιο πολύ είμαι λάτρης των γαλλοβελγικών, τόσο των κλασικών σειρών («Αστερίξ», «Λούκυ Λουκ») όσο και των αυτοτελών graphic novels που κυκλοφορούν και καταπιάνονται με διάφορες θεματικές. G.: Από τις άλλες δύο τι εκτιμάτε; Λ.Α.: Από την αμερικανική εκτιμώ απεριόριστα τον εντυπωσιακό σχεδιασμό, το άναρχο layout και τα ευφάνταστα σενάρια. Οι Ιάπωνες είναι μια σχολή που δεν γνωρίζω καλά, ωστόσο με εντυπωσιάζουν η λιτή αφήγηση, η τεράστια γκάμα ιστοριών και η διείσδυση που έχουν στο νεανικό κοινό. G.: Πρόσφατα τα social media κατακλύστηκαν από εκατοντάδες χιλιάδες εικόνες των χρηστών που μετατρέπουν τις φωτογραφίες τους μέσω AI σε στυλ, κυρίως, Studio Ghibli. Ποια είναι η γνώμη σας; Πόσο ηθικό είναι όλο αυτό για κάποιον δημιουργό; Πιστεύετε ότι ο χώρος των κόμικς μπορεί να αντισταθεί και να διαφοροποιηθεί από το AI; Λ.Α.: Εννοείται ότι δεν είναι ηθικό κάποιος να μπορεί να κλέψει την τεχνοτροπία ενός δημιουργού. Ωστόσο, θα πρέπει να είμαστε πραγματιστές. Το ΑΙ είναι εδώ και θα γίνεται όλο και περισσότερο κομμάτι της ζωής μας. Θεωρώ λοιπόν αφελή την οποιαδήποτε προσπάθεια να αντισταθούμε σε αυτό, πόσο μάλλον δε όταν σε αρκετούς τομείς η Τεχνητή Νοημοσύνη βοηθάει σημαντικά. Για μένα λοιπόν, το θέμα είναι να δημιουργηθεί ένα ρυθμιστικό πλαίσιο στο οποίο να προστατεύονται τα δικαιώματα των καλλιτεχνών. G.: Στα σχέδια των εκδόσεών σας συμπεριλαμβάνεται και κάτι σε ηλεκτρονική μορφή; Λ.Α.: Έχουμε ήδη κάποιες, λίγες, εκδόσεις σε ηλεκτρονική μορφή, ωστόσο είναι κάτι που παγκοσμίως – εκτός εξαιρέσεων, όπως είναι οι πλατφόρμες των μάνγκα – δεν λειτουργεί. Εξάλλου, η συντριπτική πλειονότητα των αναγνωστών κόμικς είναι συνδεδεμένοι με το έντυπο και επιθυμούν να το έχουν στη βιβλιοθήκη τους. G.: Τον Μάιο οι εκδόσεις σας παρουσίασαν κόμικ με πρωταγωνιστή τον Θανάση Βέγγο, και μάλιστα σε χρόνο dt έγινε μεγάλη επιτυχία. Πώς ξεκίνησε και πώς υλοποιήθηκε αυτή η ιδέα; Λ.Α.: Πράγματι, τον περασμένο Μάιο κυκλοφόρησε το κόμικ μας «ΘΒ – Η γαλέρα της ζωής μου», σε σενάριο Σπύρου Δερβενιώτη και σχέδιο Θανάση Πέτρου. Πραγματεύεται τη ζωή και το έργο του σπουδαίου ηθοποιού και συνοδεύεται από έναν υπέροχο πρόλογο του Φοίβου Δεληβοριά, επίμετρο του Γιάννη Σολδάτου και βέβαια ολόκληρη την εργογραφία του. Ήταν πραγματικά εντυπωσιακό το πώς το αγκάλιασε ο κόσμος. Για μένα, η δημιουργία αυτού του βιογραφικού κόμικ ήταν ένα εκδοτικό απωθημένο. Ο Θανάσης Βέγγος ήταν ένας άνθρωπος που άφησε ένα ξεχωριστό αποτύπωμα στον κινηματογράφο και στον τόπο, όχι μόνο με το ταλέντο του, αλλά και με το ήθος του. Ο κόσμος μας χρειάζεται περισσότερους Βέγγους. G.: Ποια ιστορία και ποιο άλλο πρόσωπο από την ελληνική πραγματικότητα θα θέλατε να δείτε σε κόμικ; Λ.Α.: Δουλεύουμε ήδη σε ένα άλλο πρόσωπο από την ελληνική πραγματικότητα που όμως δεν είναι ανακοινώσιμο αυτή τη στιγμή. Προσανατολιζόμαστε για κυκλοφορία τον επόμενο Μάιο και προς το τέλος του έτους θα υπάρξουν σχετικές ανακοινώσεις. G.: Στον νεογέννητο γιο σας τι θα του πείτε όταν μεγαλώσει για όλη αυτή την ιστορία που συνεχίζετε εσείς; Λ.Α.: Για να είμαι ειλικρινής, δεν θα του πω τίποτε. Και αν θέλει να εμπλακεί σε αυτή επειδή κάτι βρίσκει, είναι κάτι που θα ήθελα να το ανακαλύψει μόνος του. Εμένα ο ρόλος μου είναι απλώς να τον στηρίζω. Και το σχετικό link...
  10. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία του Τζεροκαλκάρε, του σημαντικότερου ονόματος των σύγχρονων εναλλακτικών ευρωπαϊκών κόμικς, ήταν η «Προφητεία του Αρμαντίλλο», ενός ημιαυτοβιογραφικού έργου με πικρό χιούμορ για την απώλεια, τις νευρώσεις, τις αποτυχίες αλλά και τη συντροφικότητα μιας γενιάς που παλεύει να βρει την ψυχική της ισορροπία και την πολιτική ταυτότητά της. «Ονομάζεται “Προφητεία του Αρμαντίλλο” κάθε αισιόδοξη πρόβλεψη που στηρίζεται σε υποκειμενικά και ανορθολογικά στοιχεία καμουφλαρισμένα σε λογικά και αντικειμενικά, προορισμένη να τρέφει απογοήτευση, απελπισία και τύψεις, στον αιώνα των αιώνων. Αμήν». Οι προφητείες αυτές είναι καταδικασμένες όχι μόνο να μην εκπληρωθούν ποτέ, όταν τις διατυπώνει ο «φανταστικός φίλος» του Τζεροκαλκάρε που βρίσκεται μόνο μέσα στο κεφάλι του, αλλά και να τον γεμίζουν θλίψη κι ενοχές σε κάθε νέα αποτυχία που διαδέχεται την προηγούμενη και προηγείται της επόμενης, σε μια αλυσίδα δίχως τέλος. Κάπως έτσι εξηγεί ο Ιταλός δημιουργός τον τίτλο της πρώτης ολοκληρωμένης του αυτοέκδοσης από το 2011, έτος που φαίνεται πια τόσο «μακρινό» με δεδομένη την παραγωγική έκρηξή του από τότε μέχρι σήμερα· μια έκρηξη που τον μετέτρεψε σε ένα μοναδικό καλλιτεχνικό φαινόμενο όχι μόνο για την Ιταλία αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη. Γεννημένος το 1983, ο Τζεροκαλκάρε, κατά κόσμον Μικέλε Ρεκ, με την «Προφητεία του Αρμαντίλλο» (συνεργασία των εκδόσεων Chaniartoon Press και DocMZ Publishing, μετάφραση Γιάννης Ιατρού, Τζόναθαν Τσικαρέλι, 164 σελίδες) διαμόρφωσε την πολιτική του συνείδηση και ταυτότητα κατά τη σκληρή περίοδο του «μπερλουσκονισμού», συμμετέχοντας στις διαμαρτυρίες της Γένοβας με αφορμή τη Σύνοδο του G-8 το 2001 και υπό το σοκ της αστυνομικής και κρατικής βίας που οδήγησε στη δολοφονία του Κάρλο Τζουλιάνι, γεγονός που σημάδεψε τη μετέπειτα καριέρα του. Όπως αναφέρεται και στο σύντομο βιογραφικό του που περιλαμβάνεται στην υποδειγματικά προσεγμένη και πλούσια έκδοση: «Γνήσιο τέκνο της γενιάς του, ο Τζεροκαλκάρε μεγάλωσε με τα κόμικς και τις ταινίες κινουμένων σχεδίων της Disney, με αμερικανικά κόμικς και μάνγκα, με τα βιντεοπαιχνίδια της Nintendo με προεξέχον το Game Boy, με επιρροές από την τηλεόραση και τον κινηματογράφο της εποχής, όπως το Star Wars και το Jurassic Park. Παράλληλα με τις ποπ αναφορές του, μεγαλώνοντας ανακάλυψε την πανκ σκηνή και τα πολιτικοποιημένα μονοπάτια των καταλήψεων, όπου έκανε τα πρώτα βήματά του ως καλλιτέχνης σχεδιάζοντας φλάιερ, αφίσες, εξώφυλλα δίσκων και φυσικά κόμικς». Αυτά δημοσιεύονταν σε περιοδικά (Carta), ανθολογίες (Zero Tolleranza), φανζίν (Antifa!nzine) και εφημερίδες (Liberazione και La Repubblica) ενώ παράλληλα εργαζόταν περιστασιακά ως καθηγητής ιδιαιτέρων μαθημάτων γαλλικών, μεταφραστής ντοκιμαντέρ κυνηγιού και ψαρέματος, συμβασιούχος στο αεροδρόμιο Φιουμιτσίνο και άλλες δουλειές του ποδαριού. «Η Προφητεία του Αρμαντίλλο» όμως το 2011 απογείωσε την καριέρα του με αποτέλεσμα τα βραβεία να διαδέχονται το ένα το άλλο, τα επόμενα βιβλία του να ξεπερνούν σε πωλήσεις τις 100 χιλιάδες αντίτυπα και να προκύψουν και δύο σειρές animation στο Netflix («Κατά μήκος της διακεκομμένης γραμμής» και «Αυτός ο κόσμος δε θα με κάνει κακό») με μεγάλη επιτυχία. Τι είναι όμως αυτό που κάνει το «Αρμαντίλλο» τόσο ιδιαίτερο και ενδιαφέρον; «Το αρμαντίλλο, ένα μικρό τεθωρακισμένο θηλαστικό που επιβιώνει κλείνοντας τον εαυτό του σε μια προστατευτική μπάλα, γίνεται το άλτερ έγκο του δημιουργού, η φωνή του υποσυνείδητού του. Μέσα από αυτόν τον φανταστικό συνομιλητή, ο Τζεροκαλκάρε ψυχογραφείται. […] Ο δημιουργός από τις σελίδες του κόμικς μοιράζεται μαζί μας μικρά και μεγάλα συμβάντα που τον καθόρισαν, μέσα από τις σχέσεις του με τους φίλους του, την οικογένειά του και μια μεγάλη γκάμα ζωόμορφων χαρακτήρων. Έτσι, βλέπουμε τις κοινωνικές σχέσεις του, τα επαγγελματικά του, τα ερωτικά του, πάντα με οδηγό το χιούμορ και το ταλέντο του. Μας αφήνει να τα ερευνήσουμε, να πάρουμε δύναμη από τις εξομολογήσεις του και να φωτίσουμε όχι μόνο τα δικά του, αλλά και τα δικά μας σκοτάδια», τονίζει ο Γιώργος Τσαγκόζης στον εύστοχο πρόλογό του περιγράφοντας ιδανικά τις δυσκολίες μιας γενιάς που μεγάλωσε χειρότερα από την προηγούμενη. Κάποια μέλη της ωστόσο, όπως ο Τζεροκαλκάρε δεν το βάζουν κάτω. Κι αν δεν καταφέρνουν να αλλάξουν τον κόσμο, τουλάχιστον μπορούν να γελούν μαζί του, ακόμα κι όταν κλαίνε. Κόμικς στην Καλαμάτα Δεν είναι λίγες οι φορές που η Καλαμάτα φιλοξένησε σημαντικά γεγονότα για τα κόμικς: εκθέσεις, παρουσιάσεις, προβολές, συζητήσεις κ.ά. Σε μια τέτοια εκδήλωση με τίτλο «Κουβεντιάζοντας για τα Ελληνικά Κόμικς» μας καλεί το Κέντρο Δημιουργικού Ντοκιμαντέρ (Κουτσομητοπούλου 6), μεθαύριο Δευτέρα 23 Ιουνίου στις 8 το βράδυ, με ελεύθερη είσοδο και καλεσμένους τους βραβευμένους και ιδιαίτερα παραγωγικούς τα τελευταία χρόνια John Antono, Γεωργία Ζάχαρη και Στηβ Στιβακτή. Οι τρεις καλλιτέχνες, σε μια ζωντανή συζήτηση που θα συντονίσει η Λίλα Γκλεγκλέ, θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους και θα μιλήσουν για την πορεία τους στον χώρο των ελληνικών κόμικς. Μια πορεία που είναι διαρκώς ανοδική και θα έχει ακόμα πολλά ενδιαφέροντα επεισόδια. Και το σχετικό link...
  11. Για το ελεεινό, βαθύτατα προσβλητικό για τους νέους επιστήμονες και αποικιοκρατικού τύπου σύστημα πρόσληψης και απασχόλησης των αναπληρωτών εκπαιδευτικών στα δημόσια σχολεία θα μπορούσαμε να γράψουμε τόμους. Πρόκειται για ακόμα μία απόδειξη της πλήρους απαξίωσης με την οποία οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν τους εκπαιδευτικούς, προσλαμβάνοντας και απολύοντάς τους κάθε χρόνο σε άτακτα χρονικά διαστήματα, στέλνοντάς τους εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τα σπίτια τους, υποχρεώνοντάς τους να περιφέρονται από σχολείο σε σχολείο για να συμπληρώσουν ωράριο και πληρώνοντάς τους μόνο για τους μήνες που εργάζονται με ποσά που δεν επαρκούν όχι για τη στέγη τους, αλλά ούτε καν για τη διαβίωση και τις μετακινήσεις τους. Την κατάσταση αυτή, όχι για μια αναπληρώτρια εκπαιδευτικό μεν αλλά για μια αναπληρώτρια ψυχολόγο της εκπαίδευσης, περιγράφει γλαφυρά και κωμικοτραγικά η μίνι αυτοέκδοση «Σε ποιον να το πω;» που κυκλοφόρησε πριν από λίγες ημέρες σε κείμενο της Μιρέλλας Παπαϊωσήφ και σχέδια της Διονυσίας Δεδούση. «Κάθε χρόνο το Υπουργείο Παιδείας βγάζει τις προκηρύξεις για πρόσληψη Αναπληρωτών Ψυχολόγων στα σχολεία. Κάθε χρόνο υποβάλλουμε τα ίδια χαρτιά προϋπηρεσίας στην ίδια ιστοσελίδα […] Δουλεύουμε σε πέντε διαφορετικά σχολεία, κάθε μέρα σε άλλο. Συνήθως δεν υπάρχει χώρος διαθέσιμος για τη δουλειά μας. Χρησιμοποιούμε όποιον υπάρχει διαθέσιμος όπως ο διάδρομος. Στο υπόγειο… να μυρίζει ο λέβητας που είναι δίπλα στο μηχανοστάσιο. Μια φορά μας διέκοψαν για να τσεκάρουν τον λέβητα. Σε κάποια αποθήκη τάξης, στην οποία η διευθύντρια μάζευε το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Οι άλλοι δάσκαλοι σε περιμένουν έξω από την πόρτα να σου μιλήσουν. Α, και ο αναπληρωτής δεν δικαιούται αναρρωτική άδεια. Κόβεται το ημερομίσθιο εκείνων των ημερών στο μισό. Τελειώνει η χρονιά και είμαι χίλια κομμάτια. Αλλά στα θετικά του επαγγέλματος: “Κυρία, θα ξαναέρθετε του χρόνου;” “Θα μας λείψετε!” “Έκανα αυτή τη ζωγραφιά!” “Κυρία σ’ αγαπώ!” Και κάθε νέα σχολική χρονιά ξεκινάμε από την αρχή». Κι αυτή η αγάπη είναι το μόνο κίνητρο για να αντέξεις και να συνεχίσεις σε μια χώρα που οι κυβερνώντες της θέλουν να σε εξοντώσουν. Αλλά εσύ δεν τους κάνεις τη χάρη! Και το σχετικό link...
  12. Ο «Αμμιανός – Το τέλος του αρχαίου κόσμου» (εκδ. Byzantine Tales) μας μεταφέρει στην Ιταλία της κοσμογονίας ανάμεσα στη δύση της αρχαιότητας και στην αυγή του Μεσαίωνα. Υπάρχουν στην ιστορία κάποιες περίοδοι όπου, για να παραφράσουμε ελαφρώς τον Γκράμσι, «το παλιό έχει πεθάνει και το νέο δεν έχει ακόμα γεννηθεί». Μια τέτοια περίοδος ήταν και τα μέσα του 6ου μεταχριστιανικού αιώνα. Ο 6ος αιώνας θεωρείται, για τα εδάφη που κάποτε συνιστούσαν την ενιαία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κοσμογονικός και μεταμορφωτικός για μια σειρά από πολιτικές, στρατιωτικές, θρησκευτικές και κοινωνικές εξελίξεις που άλλαξαν ριζικά τον χαρακτήρα και την πορεία του τότε γνωστού κόσμου. Στην ελληνόφωνη Ανατολή, ο Ιουστινιανός της Reconquista, της κωδικοποίησης του Ρωμαϊκού Δικαίου (Codex Justinianus), των μεγάλων αυτοκρατορικών έργων (ανάμεσα στα οποία και η Αγία Σοφία) και της πολεμικής κατά του μονοφυσιτισμού, διαμόρφωσε καθοριστικά αυτό που γνωρίζουμε ως βυζαντινό πολιτισμό. Τι συνέβη όμως παράλληλα στη λατινόφωνη Δύση; Αυτήν την περίοδο επιχειρεί να φωτίσει το ιταλικό κόμικς «Αμμιανός – Το τέλος του αρχαίου κόσμου» (εκδ. Nubes), σε σενάριο του Φραντσέσκο Βάκκα και σχέδια της Μαρτίνα Μοντράσι, που κυκλοφόρησε φέτος στα ελληνικά (σε μετάφραση Σπύρου Θεοχάρη) από τις εκδόσεις Byzantine Tales. O «Αμμιανός» βασίζεται στο διάσημο επεισόδιο 105 του πόντκαστ «Storia d’ Italia» («Ιστορία της Ιταλίας») από τον Μάρκο Καπέλι και μας καλεί, μέσα από τις ζωές απλών ανθρώπων, να κατανοήσουμε τις δραματικές αλλαγές που συνέβησαν στη διάρκεια μιας πεντηκονταετίας κρίσιμης για την ιστορία της ιταλικής χερσονήσου. Κρίσιμης όχι μόνο για την Ιταλία, αλλά και για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και την ευρωπαϊκή ήπειρο γενικότερα. Βρισκόμαστε στο 520 μ.Χ. Η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έχει τυπικά καταρρεύσει από το 476 και στα εδάφη της θεμελιώνονται νέες εξουσίες: στη μεν Γαλατία η φράγκικη δυναστεία των Μεροβίγγειων, στη δε Ιταλία το βασίλειο των Οστρογότθων υπό τον Θεοδώριχο. Στο μεταίχμιο μεταξύ των τελευταίων αναλαμπών της κλασικής αρχαιότητας και της εισόδου στον Μεσαίωνα, ένας γάμος ανάμεσα σε έναν Ρωμαίο πατρίκιο, τον Στέφανο, και μια ευγενούς καταγωγής κόρη των Γότθων, τη Βαλατρολούδη, μοιάζει να προαναγγέλλει ένα λαμπρό μέλλον συμφιλίωσης και ευημερίας ανάμεσα στους δύο λαούς. Όμως, παρά την αισιοδοξία του Κάλλιστου, του σοφού γραμματέα της έπαυλης, το σκοτάδι του πολέμου, της βίας και του θανάτου απλώνεται στην Ιταλία. Το ερώτημα είναι αν ένα παλιό, ξεχασμένο βιβλίο του αρχαίου ιστορικού Αμμιανού Μαρκελλίνου θα καταφέρει να οδηγήσει τους πρωταγωνιστές στην αυγή ενός νέου κόσμου που «δεν έχει ακόμα γεννηθεί». Ο «Αμμιανός» είναι μια ιστορικά τεκμηριωμένη μυθοπλασία που αποδίδει επιβλητικά τους ανθρώπους, τα τοπία και την αρχιτεκτονική της εποχής. Η αφηγηματική δομή του Βάκκα πλέκει επιδέξια τις ιστορικές με τις προσωπικές ιστορίες. Οι χαρακτήρες δεν είναι απλώς οι περίκλειστες ατομικές τους ταυτότητες αλλά, εκουσίως ή ακουσίως, ιστορικά υποκείμενα: σύμβολα μιας εποχής που έδυσε και μιας καινούργιας εποχής που ανατέλλει. Και το σχετικό link...
  13. ramirez

    ΝΕΚΡΟΝ

    Μια που έπεσε το μάτι μου στο θέμα μετά από κάτι χρόνια, να διορθώσω τον DJO γιατί κάπου μπέρδεψε αυτά που έγραφε η wiki. Η ιταλική σειρά αποτελείται από 11 τομάκια της βασικής σειράς, 1 τομάκι εκτός σειράς (το 12ο) και 2 σπέσιαλ τομάκια (σύνολο 14 άλμπουμ). Έχουν επανεκτυπωθεί και ως μέρος σειράς με τίτλο I Grandi Maestri (όχι του Disney) σε 7 τόμους που περιείχαν 2 άλμπουμ ανά τόμο (στα Ιταλικά πάλι εννοείται)...
  14. Είχε προγραμματίσει να έρθει στην Ελλάδα – σε Αθήνα και Πάτρα (16 Ιουνίου) – για την παρουσίαση του graphic novel του «Δύναμη γεννημένη από Όνειρα – Η ιστορία μου είναι η Παλαιστίνη» (των πατρινών εκδόσεων Χαραμάδα), ωστόσο ο πόλεμος που κήρυξε το Ισραήλ στο Ιράν του ανέτρεψε τα σχέδια, εγκλωβίζοντάς τον στην Ιορδανία καθότι έκλεισε ο εναέριος χώρος της Μέσης Ανατολής. Ο Μοχαμάντ Σαμπανέχ, καταξιωμένος Παλαιστίνιος πολιτικός σκιτσογράφος και ζωγράφος, μίλησε στην «Πελοπόννησο» αποτυπώνοντας εύγλωττα όσα βιώνει ο ίδιος και οι ομοεθνείς του στην κατεχόμενη χώρα τους – τη «μεγάλη φυλακή» τους, όπως την αποκαλεί. Όπως μας λέει, όταν τον ρωτάμε για την τετραήμερη περιπέτειά του στο αεροδρόμιο της Ιορδανίας: «Ως Παλαιστίνιοι, ζούμε σε μεγάλες, κατακερματισμένες φυλακές που έχει δημιουργήσει η κατοχή στραγγαλισμένοι από τα σημεία ελέγχου, τις πύλες και τη βία των εποίκων. Κάποιες φορές, το να ταξιδεύω γίνεται ένας τρόπος για να ανακτώ τη δύναμή μου και την ικανότητά μου να αντέχω. Συχνά ταξιδεύω για να μιλήσω για την Παλαιστίνη και για την τέχνη, αλλά είμαι κι εγώ άνθρωπος – όπως όλοι οι άλλοι. Εμείς οι Παλαιστίνιοι είμαστε όπως εσείς. Αγαπάμε τη ζωή. Αγαπάμε να επισκεπτόμαστε καινούργιες χώρες, να εξερευνούμε, να ζούμε νέες εμπειρίες». Γροθιά στο στομάχι η λαχτάρα του να επιστρέψει στη χώρα του, όντας εγκλωβισμένος στο αεροδρόμιο: «Επί τέσσερις μέρες προσπαθούσα να επιστρέψω στην Παλαιστίνη, τη μεγάλη μας φυλακή, που η κατοχή την είχε κλείσει ξανά. Μπορείτε να φανταστείτε έναν φυλακισμένο να λαχταρά να επιστρέψει στη φυλακή του και να μην μπορεί; Τι ειρωνεία… Ναι, η Παλαιστίνη είναι η μεγάλη μας φυλακή – μια φυλακή όπου κρατούμαστε όχι μόνο σωματικά, αλλά και συναισθηματικά». – Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η σύρραξη Ισραήλ – Ιράν; Πιστεύω πως με την αμερικανική υποστήριξη, το Ισραήλ πιθανότατα θα προκαλέσει μεγάλη καταστροφή στο Ιράν. Αυτό θα έχει ολέθριες συνέπειες όχι μόνο για την Παλαιστίνη, αλλά για ολόκληρη την περιοχή. – Πώς είναι η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη και πώς επηρεάζει εσάς και τους αγαπημένους σας; Το να ζεις στην Παλαιστίνη σημαίνει να νιώθεις συνεχώς πως ο θάνατος είναι κοντά – σε κάθε σημείο ελέγχου, με τα όπλα στραμμένα πάνω σου και στους αγαπημένους σου. Κάθε δρόμος που περπατώ έχει την πιθανότητα να κρύβει μια έκπληξη – στρατιώτης ή έποικος; Εδώ, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να φυλακιστώ χωρίς λόγο – απλώς επειδή είμαι Παλαιστίνιος. Ανά πάσα στιγμή, μπορεί να χάσω κάποιον που αγαπώ – απλώς επειδή έτσι αποφάσισε η κατοχή. Η επιβίωση εδώ είναι καθαρή τύχη. Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη ξεκινά με έναν καφέ και το ερώτημα: Είναι αυτός ο τελευταίος μου; – Ποια είναι η κατάσταση της οικονομίας και πώς επηρεάζει την προμήθεια αγαθών πρώτης ανάγκης; Ζω στη Δυτική Όχθη, όπου οι Παλαιστίνιοι βιώνουν οικονομικό πόλεμο. Το Ισραήλ ελέγχει τα πάντα – το ρεύμα, το νερό, τα σύνορα, τις εισαγωγές, τις εξαγωγές, ακόμη και το νόμισμα που χρησιμοποιούμε. Αλλά ακόμα κι έτσι, τίποτα δεν συγκρίνεται με όσα περνούν οι άνθρωποι στη Γάζα. Σήμερα στη Γάζα, οι άνθρωποι ψάχνουν στα σκουπίδια κάτι να φάνε. Και ο κόσμος παρακολουθεί σιωπηλός. Τι είδους ανθρώπινα δικαιώματα υπερασπίζεται αυτός ο λεγόμενος «πολιτισμένος» κόσμος; Δεν μπορώ να παραπονεθώ για την οικονομική κρίση στη Δυτική Όχθη όταν ο λαός μου στη Γάζα πεινάει. – Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η πολιτική κατάσταση; Θεωρείτε ότι υπάρχει προοπτική για την απελευθέρωση του παλαιστινιακού λαού; Βλέποντας την κατάσταση ως έχει και όσα έρχονται σε πολιτικό επίπεδο, πιστεύω ότι βαδίζουμε προς εξαιρετικά δύσκολα χρόνια – τόσο στη Γάζα όσο και στη Δυτική Όχθη. Η Γάζα έχει καταρρεύσει πλήρως. Και στη Δυτική Όχθη, η βία των εποίκων έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα. Δεν υπάρχει κανείς να συγκρατήσει το Ισραήλ. Η σιωπή των διεθνών και περιφερειακών δυνάμεων του δίνει πλήρη ελευθερία κινήσεων. Κι όμως, δεν χάνουμε την ελπίδα. Τη δημιουργούμε από το τίποτα. Και οι ελεύθεροι άνθρωποι σαν εσάς έχετε σημαντικό ρόλο στο να μας δίνετε δύναμη. Σήμερα, η παλαιστινιακή σημαία είναι σύμβολο επανάστασης για ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Είμαστε σίγουροι ότι αυτό θα οδηγήσει σε πραγματική αλλαγή. Και το σχετικό link...
  15. Με φόντο τα ερείπια του Βερολίνου, η «3η Κάμερα» των Rodier και Apikian (εκδ. Μικρός Ήρως) αφηγείται μια δραματική ιστορία πολέμου για τις ζοφερές όψεις του ναζισμού. Εδώ και περίπου 200 χρόνια η ανθρώπινη ιστορία είναι ταυτισμένη με τη φωτογραφική της τεκμηρίωση (από τα τέλη του 19ου αιώνα προστέθηκε και η κινηματογραφική). Οι οπτικές αποτυπώσεις των γεγονότων που τη συνιστούν αποτελούν τις κατεξοχήν ιστορικές πηγές για την αναπαράσταση του παρελθόντος. Καθώς βέβαια τα πολεμικά γεγονότα πρωταγωνιστούν στη σκηνή του κόσμου, ήδη από τον Κριμαϊκό Πόλεμο και τον Αμερικανικό Εμφύλιο έχουμε τα πρώτα φωτογραφικά τεκμήρια, ενώ στον Μεγάλο Πόλεμο του 1914-1918 καταγράφηκε σε όλο της το εύρος η φρίκη των χαρακωμάτων. Είναι ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος όμως που «απογείωσε» την τέχνη της φωτογραφίας, ανάγοντάς την, μαζί με την τέχνη του κινηματογράφου, σε υπέρτατο όπλο προπαγάνδας. Ο θρίαμβος του Blitzkrieg, η κατάληψη της Ίβο Τζίμα από τους Αμερικανούς ή του Βερολίνου από τους Σοβιετικούς, απαθανατίστηκαν σε αντίστοιχες – σκηνοθετημένες ως επί το πλείστον – φωτογραφίες, που έχουν αποτυπωθεί ανεξίτηλα στη συλλογική μνήμη εδώ και 80 χρόνια. Πέρα από τη στρατιωτική και ιδεολογική προπαγάνδα βέβαια, φωτογραφικές και κινηματογραφικές εικόνες από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αξιοποιήθηκαν από τα μεταπολεμικά δικαστήρια ως πειστήρια ενοχής για τους κατηγορουμένους. Ποια είναι όμως η ιστορία των ανθρώπων πίσω από τις μηχανές που με κάθε «κλικ» έγραψαν, κυριολεκτικά, ιστορία; Το κόμικς του Denis Rodier (δημιουργού του πολυβραβευμένου κόμικς «Η βόμβα») σε συνεργασία με τον Cédric Apikian μας μεταφέρει στη σκοτεινή πλευρά της φωτοδημοσιογραφίας και καταπιάνεται με την ιστορία των ανταποκριτών του Τρίτου Ράιχ. Πρόκειται για τις Propaganda Kompanien (Μονάδες Προπαγάνδας), έναν πραγματικό στρατό 15.000 ανδρών με επικεφαλής τον στρατηγό Χάσο φον Βέντελ, που από το 1938 έως τον Απρίλιο του 1945 κατέγραφαν ακατάπαυστα τα έργα και τις ημέρες της Βέρμαχτ. Οι ανταποκριτές, στρατιωτικά εκπαιδευμένοι για να υπηρετούν τον προπαγανδιστικό μηχανισμό του Γκέμπελς, διέθεταν δύο φωτογραφικές μηχανές. Πολλοί εξ αυτών όμως διέθεταν και μια τρίτη μηχανή ή κάμερα που δεν περνούσε από έλεγχο, ούτε υπόκειτο σε λογοκρισία. Με αυτήν απαθανάτιζαν πτυχές του πολέμου που δεν επιθυμούσε η ναζιστική προπαγάνδα, καθώς περιείχε πιο προσωπικά και ενίοτε ευαίσθητα δεδομένα. Διέθεταν, θα λέγαμε, την ελευθερία ενός ερασιτέχνη φωτογράφου και την ποιότητα ενός επαγγελματία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ενώ πολλά από τα ρεπορτάζ ή τις ταινίες που είχε παραγγείλει το καθεστώς καταστράφηκαν κατά τις μάχες του Βερολίνου, τα «ανεπίσημα» ρεπορτάζ της «3ης κάμερας» διασώθηκαν, καθώς στην πλειονότητά τους οι κάτοχοί τους φρόντισαν να κρύψουν τις συσκευές τους. Στο επίκεντρο του κόμικς των Rodier και Apikian βρίσκεται το κυνήγι για την ανεύρεση μιας συγκεκριμένης λαθραίας τρίτης συσκευής. Η ανάκτηση των φωτογραφιών της θα μπορούσε, στο πλαίσιο των προετοιμασιών για τις δίκες της Νυρεμβέργης, να παράσχει αδιάσειστες αποδείξεις για τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι ναζί εντός και εκτός στρατοπέδων συγκέντρωσης, αλλά και να αποκαλύψει τα πρόσωπα των αξιωματικών των Ες Ες. Το ερώτημα που δεν παύει να απασχολεί την προβληματική της «3ης Κάμερας» είναι εάν οι Γερμανοί φωτορεπόρτερ ήταν σύμμαχοι του καθεστώτος ή απλοί καταγραφείς της εφιαλτικής πραγματικότητας που αυτό δημιουργούσε. Φόντο είναι το Βερολίνο και πιο συγκεκριμένα η αμερικανική ζώνη κατοχής του Βερολίνου, η οποία εκτεινόταν στο νοτιοδυτικό του κομμάτι. (Συγκλονίζει ο ρεαλιστικός τρόπος με τον οποίο έχει αποδοθεί η καταστροφή της πρώην πρωτεύουσας της ναζιστικής Γερμανίας: ισοπεδωμένη από τους βομβαρδισμούς και τις μάχες, με άνω του 1/3 των κατοικιών σωριασμένο σε ερείπια και την παρουσία 75 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων χαλικιού στο κέντρο της πόλης.) Χρονικό πλαίσιο, η περίοδος αμέσως μετά την πτώση του ναζιστικού καθεστώτος, από τον Μάιο του 1945 μέχρι τον Ιούνιο του 1946. Στους χαρακτήρες της ιστορίας, εκτός από τον προσωπικό εικονολήπτη του Αδόλφου Χίτλερ Βάλτερ Φρεντς και τον εβραϊκής καταγωγής λοχαγό του αμερικανικού στρατού Χόρογουιτς, περιλαμβάνονται ανώνυμοι Αμερικανοί και Σοβιετικοί στρατιώτες, εξαθλιωμένοι Γερμανοί πολίτες αλλά και αμετανόητοι φανατικοί ναζί, ανάμεσα στους οποίους μέλη της οργάνωσης «Werwolf» («Λυκάνθρωπος») που προκαλούσαν πλήγματα στον συμμαχικό στρατό ακόμα και πολλούς μήνες μετά τη συνθηκολόγηση του Ράιχ. Εκτός από τον μέσο αναγνώστη, η «3η Κάμερα» θα ικανοποιήσει και τον απαιτητικό ιστοριοδίφη, με ένα πολυσέλιδο παράρτημα επιμελημένο από τον ιστορικό Nicolas Férard και διανθισμένο με φωτογραφικό υλικό από το αρχείο του Βάλτερ Φρεντς. Και το σχετικό link...
  16. Σκίτσο του Βασίλη Μητρόπουλου στο εξώφυλλο. Εξώφυλλο του Ηλία Σκουλά.
  17. Επανειλημμένα έχουμε αναφερθεί τα τελευταία χρόνια στις διάφορες σχολές, τα εργαστήρια, τα κέντρα που διδάσκουν κόμικς, γελοιογραφία και σκίτσο στη χώρα μας. Άλλες φορές το κάνουν επιτυχημένα και άλλες λιγότερο, αλλά σίγουρα το κάνουν πάντα με αγάπη για το είδος. Κάποιες φορές η εκπαίδευση αυτή φαίνεται να γίνεται ερασιτεχνικά από «δασκάλους» που δεν έχουν την κατάλληλη εμπειρία ή που πιστεύουν πως επειδή διάβασαν μερικά κόμικς μπορούν και να τα διδάξουν. Υποτιμώντας τόσο πολύ το είδος… Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που οι «δάσκαλοι» είναι επιτυχημένοι επαγγελματίες και έμπειροι δημιουργοί, άνθρωποι που βρίσκονται χρόνια στον χώρο έχοντας χτίσει το όνομα και τη φήμη τους με κόπο και δουλειά. Κι αυτό αποδεικνύεται από τα έργα των μαθητών και μαθητριών τους. Τέτοια έργα είδαμε σε δύο ενδιαφέρουσες εκδόσεις τις τελευταίες ημέρες. Η μία με τίτλο «Ξάγρυπν@ τη Νύχτα», περιλαμβάνει τα εξαιρετικά κόμικς που κέρδισαν τα τρία πρώτα βραβεία (Βενετία Κέλερη, Άννα Μαρία Δραγάση, Ανδρέας Τσέτης) του Κέντρου Εφαρμοσμένων Τεχνών Ορνεράκης το 2025. Το Κέντρο άλλωστε λειτουργεί από το 1994 με πολλές ειδικότητες και οι χιλιάδες απόφοιτοί του αποδεικνύουν το υψηλό επίπεδο των σπουδών. Η δεύτερη με τίτλο «Άρτζι Μπούρτζι και Λουλάς», περιέχει έργα των μαθητών και μαθητριών (από 7 έως 23 ετών) των εργαστηρίων «Tomek *Space» από την περίοδο 2024-2025. Ο Τόμεκ Γιοβάνης, παλαιός συνεργάτης του «Καρέ Καρέ», είναι από τους σημαντικότερους εικονογράφους και δημιουργούς κόμικς στην Ελλάδα, που εδώ και χρόνια στα εργαστήριά του μεταφέρει γνώσεις και εμπειρίες στις επόμενες γενιές. Όσο υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις σχολών και δασκάλων για τα κόμικς και τις συγγενείς του τέχνες, θα είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον. Ελπίζοντας στην ίδρυση αντίστοιχων πανεπιστημιακών τμημάτων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που πλέον δεν αποτελούν πολυτέλεια αλλά αναγκαιότητα. Και το σχετικό link...
  18. Δύο επετειακές εκδηλώσεις – αμφότερες σχετικές με τα κόμικς – λαμβάνουν χώρα αυτό το Σαββατοκύριακο στην Αθήνα, σε απόσταση λίγων μέτρων μεταξύ τους: το 5ο books n’ beer στο Πεδίον του Άρεως και το Smass Fest 2025 στο Matchpoint, λίγο παραδίπλα. Ένα υπαίθριο φεστιβάλ στην καρδιά της πρωτεύουσας, το books n’ beer, λαμβάνει χώρα για πέμπτη χρονιά και υπόσχεται ένα τριήμερο αφιερωμένο στο βιβλίο και τις μπίρες – αλλά όχι μόνο. ■ Βooks n’ beer 2025 «[…]Δεν θεωρούμε το βιβλίο ένα μεταφυσικό αγαθό, αποκομμένο από την πραγματικότητα και την κοινωνική ζωή, αλλά ένα (ομολογουμένως αγαπημένο) αντικείμενο με επιδραστικό περιεχόμενο, αλλά και κοινωνικό πρόσημο. Πιστεύουμε πως το βιβλίο δεν ανήκει στη σφαίρα του “ιερού”, αλλά πως, αντίθετα, αποτελεί μια βιωμένη και απτή πραγματικότητα, αιτία και αφορμή για ζωηρή και “αφρώδη” κουβέντα[…]», δηλώνουν χαρακτηριστικά οι διοργανωτές του. Με πολλές εκδηλώσεις και ενδιαφέρουσες ομιλίες και παρουσιάσεις, το πρόγραμμα είναι πλήρες για ακόμα μια χρονιά. Οι θεματικές της πρώτης ημέρας αφορούσαν «Το βιβλίο ως αντί-κείμενο» και τις μπίρες με την εκδήλωση «Reading a beer» για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική μικροζυθοποιία. Η μέρα έκλεισε με έναν διαγωνισμό γνώσεων με τη συνοδεία μπίρας, με τον ευφάνταστο τίτλο «Drinking a book». Σήμερα Σάββατο, θα ακολουθήσουν παρουσιάσεις βιβλίων κόμικς, με χαρακτηριστικά πλην όμως ενδεικτικά παραδείγματα την παρουσίαση του φετινού νικητή του Βραβείου Κοινού στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς, του κόμικς «Το Φάντασμα» (Εκδόσεις του Αύριο), του πρώτου βιβλίου κόμικς του Ιταλού καλλιτέχνη-φαινόμενο Τζεροκαλκάρε, της «Προφητείας του Αρμαντίλλο» (Chaniartoon Press και DocMZ Publishing), με την προβολή μαγνητοσκοπημένου μηνύματος του δημιουργού, καθώς και του συγκλονιστικού γκράφικ νόβελ του Παλαιστίνιου συγγραφέα Μοχαμάντ Σαμπανέχ, «Δύναμη γεννημένη από όνειρα: Η ιστορία μου είναι η Παλαιστίνη» (εκδόσεις Χαραμάδα). Τέλος, την Κυριακή θα παρουσιαστούν επτά βιβλία ποίησης και πεζογραφίας που ξεχώρισε η διοργανωτική ομάδα. Πού: Πλατεία Οικονομίδη (Πεδίον του Άρεως, Αθήνα) Πότε: 13-15 Ιουνίου 17:00-23:00 Είσοδος ελεύθερη ■ Smass Fest 2025 Με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα ετών ενεργούς παρουσίας στα διαδικτυακά – και όχι μόνο – τεκταινόμενα της εγχώριας σκηνής κόμικς της ιστοσελίδας Smassing Culture, το φετινό Smass Fest που διοργανώνεται για τέταρτη χρονιά επιστρέφει με πλούσιο πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει εκθέσεις, ομιλίες και παρουσιάσεις. Με «στόχο […] να μιλήσει για τη μαζική και τη nerd κουλτούρα (έννοιες πολύ πιο διαδεδομένες τότε απ’ ότι σήμερα) με όρους πολιτικούς και κοινωνικούς, με γνώμονα τη γνήσια αγάπη […] για τα κόμικς, τις σειρές και τις ταινίες», η διοργανωτική ομάδα του Smass Fest εγκαινίασε χθες την έκθεση σκίτσων «Gentrification: Ξένοι στον Τόπο Μας», με τη συμμετοχή 17 Ελλήνων δημιουργών κόμικς. Το πρόγραμμα της πρώτης ημέρας έκλεισε με την ενδιαφέρουσα ομιλία του Λευτέρη Παπαθανάση με θέμα «Ρατσισμός και Αντιρατσισμός στα Κόμικ». Σήμερα Σάββατο, στις 20:00 θα λάβει χώρα η εκδήλωση «Το Fantasy στην Εποχή του ΑΙ», με ομιλητές τους Θωμά Μαστακούρη (συγγραφέα/μεταφραστή), Γιάννη Ρουμπούλια (δημιουργό κόμικς) και Άρτεμις Παπατσαρούχα (Dungeon Master/ εργαζόμενη στην Κάισσα), κλείνοντας με ένα μεγάλο πάρτι που θα ξεκινήσει στις 22:00. Πού: Matchpoint (Ανιάνος 1, Αθήνα) Πότε: Παρασκευή 13 - Σάββατο 14 Ιουνίου Είσοδος ελεύθερη Και το σχετικό link...
  19. Μεγάλωσε διαβάζοντας Ντίσνεϋ, έμαθε ιταλικά για να γνωρίσει τους αγαπημένους του κομίστες και σήμερα εκδίδει στα ελληνικά το έργο του πιο εμβληματικού δημιουργού της σύγχρονης ιταλικής σκηνής. Μιλήσαμε με τον εκδότη – δημοσιογράφο και μεταφραστή κόμικς Γιάννη Ιατρού, για την αγάπη του προς τα κόμικς και ιδιαίτερα τα ιταλικά, για το πώς από μικρός αναγνώστης και ερασιτέχνης μεταφραστής έγινε επαγγελματίας συνεντευξιαστής δημιουργών, και τελικά εκδότης. Μας μίλησε για την έκδοση της Προφητείας του Αρμαντίλλο στα ελληνικά, την ανταπόκριση του διάσημου Ιταλού δημιουργού της Προφητείας Τζεροκαλκάρε για την ελληνική έκδοση, μας είπε ποιο ελληνικό κόμικς θα ήθελε να δει στο Netflix και τα μελλοντικά σχέδια της DocMZ Publishing. Γιάννη, πώς ξεκίνησε η αγάπη σου για τα κόμικς και ιδιαίτερα για τα ιταλικά; Διαβάζω κόμικς από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, βασικά έμαθα να διαβάζω μέσα από τα κόμικς – κάτι που εξηγεί τη διαχρονική αδυναμία μου στον σωστό τονισμό των λέξεων, αφού τα διάβαζα όλα κεφαλαία. Έτυχε να γαλουχηθώ μέσα από τις σελίδες των περιοδικών Ντόναλντ και Αλμανάκο, αλλά και των υπόλοιπων εκδόσεων κόμικς με ήρωες του Ντίσνεϋ από τις εκδόσεις Νέα Ακτίνα (Μίκυ Μάους, Κλασικά, ΚΟΜΙΞ), επομένως διέκρινα το σχέδιο των αμέτρητων Ιταλών καλλιτεχνών που δημοσιεύονταν στις σελίδες του: Τζόρτζιο Καβατσάνο, Μάσιμο Ντε Βίτα, Σίλβια Τζίκε, Λούτσιο Λεόνι, ήταν μερικά από τα ονόματα που ξεχώρισα από παιδί, αναζητώντας ενστικτωδώς το σχέδιό τους καθώς ξεφύλλιζα τα επόμενα τεύχη που μου αγόραζαν οι γονείς μου. Μεγαλώνοντας, μου καλλιεργήθηκε το ενδιαφέρον για τη μετάφραση και τη δημοσιογραφία. Ξεκίνησα μαθήματα ιταλικών και ήδη σε ηλικία 13 ετών βρέθηκα να πραγματοποιώ συνεντεύξεις με γνωστούς δημιουργούς κόμικς με ήρωες του Ντίσνεϋ, κατά βάση Ιταλούς. Ανοίγοντας τους αναγνωστικούς μου ορίζοντες, σταδιακά άρχισα να εξερευνώ όλο και περισσότερο την πλούσια παράδοση των ιταλικών κόμικς, ανακαλύπτοντας καλλιτέχνες όπως ο Μίλο Μανάρα, ο Τανίνο Λιμπερατόρε, ο Αντρέα Πατσιέντζα, ο Αλτάν, ο Βιτόριο Τζαρντίνο, ο Ούγκο Πρατ, ο Τιτσιάνο Σκλάβι και άλλοι τόσοι ακόμα. Είχα την τύχη να περάσω ένα εξάμηνο ως φοιτητής Erasmus στη Ρώμη και να επισκεφτώ όσο περισσότερα φεστιβάλ κόμικς μπορούσα, βιώνοντας από κοντά τη ζωντάνια και την αμείωτη πειραματική διάθεση της ιταλικής σκηνής κόμικς. Πώς φτάνουμε από αναγνώστης και δημοσιογράφος κόμικς να γίνεσαι εκδότης; Παραμένω και τα δύο προηγούμενα πάντως! (γέλια) Η πιο ειλικρινής απάντηση είναι ότι το ένα έφερε το άλλο.Το μικρόβιο της μετάφρασης μου είχε ήδη μπει από τότε που ο Χρήστος Τερζόπουλος των εκδόσεων Νέα Ακτίνα μου είχε προτείνει να μεταφράζω Disney κόμικς από αγγλικά και ιταλικά… Μετά έκλεισαν και έμεινα με το απωθημένο. Είχα γνωρίσει έναν μεγάλο αριθμό δημιουργών κόμικς, όχι μόνο μέσα από τη δημοσιογραφική μου δραστηριότητα, αλλά και από τη συμμετοχή μου στη διοργάνωση διαφόρων φεστιβάλ κόμικς ανά την επικράτεια (AthensCon, The Comic Con, Chaniartoon – International Comics & Animation Festival), όπου συνήθως αναλαμβάνω χρέη υπεύθυνου διεθνών καλεσμένων, διερμηνέα ιταλικών και επιμελητή εκθέσεων. Πολλοί από τους καλλιτέχνες με τους οποίους είχα επαφές, ενδιαφέρονταν να δουν τα λιγότερο ή περισσότερο γνωστά έργα τους να δημοσιεύονται στην Ελλάδα – μεταξύ μας, πιστεύω ότι πολλοί εξ αυτών αναζητούν τρόπο να ξανάρθουν. (γέλια) Στην αρχή πρότεινα σε άλλους Έλληνες εκδότες να βγάλουν κάποιους από τους τίτλους που μου φαίνονταν ενδιαφέροντες, αλλά, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, δεν ανταποκρίθηκαν. Επομένως σκέφτηκα: γιατί δεν το κάνω εγώ κατευθείαν; Το πρώτο βιβλίο κόμικς που κυκλοφόρησε από την DocMZ Publishing ήταν το Infierno!, ένα βουβό κόμικς δίχως καμία λεζάντα και κανένα συννεφάκι διαλόγου, δια χειρός Τίτο Φαράτσι και Σίλβια Τζίκε. Οι δυο τους με βοήθησαν σημαντικά στα πρώτα εκδοτικά μου βήματα, αφού είχαμε γίνει ήδη φίλοι – με την Τζίκε γνωρίζομαι από τα 13 μου – άρα υπήρχε απόλυτη εμπιστοσύνη και ανοχή στους πειραματισμούς και την απειρία μου. Ο Φαράτσι εδώ και μερικά χρόνια είναι υπεύθυνος των εκδόσεων κόμικς ενός από τους μεγαλύτερους ιταλικούς εκδοτικούς οίκους, του Feltrinelli, επομένως οι συμβουλές του ήταν καθοριστικές – εξίσου υποστηρικτικοί βέβαια, υπήρξαν και πολλοί Έλληνες συνάδελφοι στους οποίους κάθε τόσο προστρέχω για βοήθεια. Το καλό με την επιλογή ενός βουβού κόμικς σαν πρώτη έκδοση ήταν ότι δεν υπήρχε ο επιπλέον κόπος της μετάφρασης και της συνακόλουθης επιμέλειας (lettering, διορθώσεις, διορθώσεις, διορθώσεις), κάτι που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε στους επόμενους δύο τίτλους που κυκλοφόρησαν τον πρόσφατο Μάιο, των Σμάλτο & Τζόννυ των Τζόρτζιο Πετσίν και Τζόρτζιο Καβατσάνο και Όλυμπος Α.Ε. των Βιντσέντζο Τσεράμι και Σίλβια Τζίκε. Η εμπειρία από τις δύο τελευταίες εκδόσεις απεδείχθη πολύτιμη για την προετοιμασία της Προφητείας του Αρμαντίλλο, του πρώτου ολοκληρωμένου έργου του Τζεροκαλκάρε στα ελληνικά. Πώς αποφασίσατε να βγάλετε την Προφητεία του Αρμαντίλλο στα ελληνικά και ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε; Η Προφητεία του Αρμαντίλλο ήταν από τα πρώτα κόμικς χωρίς παπιά και ποντίκια που διάβασα! Ήταν δώρο ενός παιδικού φίλου μου που είχε επισκεφτεί τη Ρώμη το 2015, ο οποίος είχε ζητήσει απ’ το κομιξάδικο που το αγόρασε «το καλύτερο ιταλικό κόμικς που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή». Μαγεύτηκα αμέσως από την αμεσότητα της αφήγησης και την απλότητα του σχεδίου, αλλά και τη φυσικότητα με την οποία εναλλάσσει διαρκώς τη συναισθηματική κατάσταση των χαρακτήρων του – και κατ’ επέκταση του αναγνώστη. Μετά το κλείσιμο του Μπλε Κομήτη όπου πρωτοδημοσιεύτηκαν ιστορίες του (Kobane Calling), οι εκδόσεις Polaris κυκλοφόρησαν ένα βιβλίο του Τζεροκαλκάρε (Στον μακαρίτη Αϊ-Βασίλη) το 2021 αλλά δε συνέχισαν. Το 2023 ξεκίνησα να συνεργάζομαι με το φεστιβάλ κόμικς και κινουμένων σχεδίων Chaniartoon. Συζητώντας με τον διοργανωτή του φεστιβάλ Μάριο Ιωαννίδη το ενδεχόμενο να προσκαλέσουμε τον Τζεροκαλκάρε σε κάποια επόμενη διοργάνωση, συμφωνούσαμε ότι θα είχε περισσότερο νόημα αν είχαν κυκλοφορήσει περισσότερα έργα του στα ελληνικά. Έτσι, ήταν μία από τις πρώτες βλέψεις αμφότερων όταν την επόμενη χρονιά ξεκινήσαμε την εκδοτική μας δραστηριότητα – έτσι συνεργαστήκαμε για να φέρουμε σε πέρας το ομολογουμένως φιλόδοξο πρότζεκτ της μεταφοράς στην Ελλάδα του συνόλου της βιβλιογραφίας του Ιταλού καλλιτέχνη-φαινόμενο. Η μεγαλύτερη δυσκολία θα έλεγα πως ήταν το κομμάτι της μετάφρασης, καθώς ο Τζεροκαλκάρε χρησιμοποιεί διαρκώς ιταλική και ειδικότερα ρωμαϊκή αργκό στα κείμενά του. Επομένως έπρεπε να είμαστε πολύ προσεκτικοί για να αποδοθούν σωστά οι διάλογοι στα ελληνικά – καθοριστική γι’ αυτό ήταν η συμβολή του ελληνόφωνου Ιταλού συνεργάτη της DocMZ Publishing Τζόναθαν Τσικαρέλι, ο οποίος επισφραγίζει με την παρουσία του στην ομάδα την γλωσσική πιστότητα. Ποια ήταν η αντίδραση του Τζέρο όταν του κάνατε κρούση για να κυκλοφορήσει το κόμικς στα ελληνικά; Είχα γνωρίσει τον Τζεροκαλκάρε κατά τη διάρκεια του Erasmus μου, στην πρώτη μεγάλη έκθεση που αφιέρωσε σε αυτόν το Μουσείο Τέχνης του 21ου Αιώνα (MAXXI) στη Ρώμη το 2019. Τον είχα πλησιάσει δειλά-δειλά και του ζήτησα να μου υπογράψει τα βιβλία μου με τα σπαστά ιταλικά μου. Ήταν πολύ προσηνής και φιλικός, μου είχε κάνει πολύ καλή εντύπωση γιατί δεν ήθελε να με ξεπετάξει, αλλά αφιέρωσε αρκετό χρόνο για να συζητήσουμε, παρά τα ανυπόμονα βλέμματα των επόμενων από μένα στην ουρά. Κρατήσαμε επαφή, συναντηθήκαμε ξανά μερικούς μήνες αργότερα στη Νάπολη, όπου το έδωσα μερικά τεύχη του Μπλε Κομήτη που δημοσίευαν το Kobane Calling σε συνέχειες, και αργότερα του έστειλα ένα αφιέρωμα που είχα γράψει για εκείνον και το έργο του στο Καρέ Καρέ της Εφημερίδας των Συντακτών. Οι συνεννοήσεις για την μετάφραση του βιβλίου στα ελληνικά έγιναν απευθείας με την Bao Publishing, τον εκδοτικό οίκο με τον οποίο συνεργάζεται, επομένως τις προάλλες που τον συνάντησα ξανά στη Νάπολη και του αποκάλυψα ότι είμαι ένας από τους δύο Έλληνες εκδότες του, φάνηκε να είναι μια ευχάριστη έκπληξη και για εκείνον. Μου απάντησε «τώρα που έκανα τη σύνδεση είμαι δύο φορές χαρούμενες που θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά!», ενώ σχολίασε με νόημα πως δεν έχει έρθει ποτέ στην Ελλάδα… ακόμα. O Γιάννης Ιατρού με τον Zerocalcare στο Comicon Napoli 2025. Γιατί πιστεύεις ότι ο Τζεροκαλκάρε είχε τόσο μεγάλη επιτυχία παγκοσμίως; Νομίζω ότι το εξηγεί καλύτερα ο ίδιος στη συνέντευξη που μου παραχώρησε για την κυκλοφορία του νέου βιβλίου στα ελληνικά, επομένως θα παραπέμψω απευθείας στην απάντησή του. Λέει ο Τζεροκαλκάρε: «Εν μέρει, προφανώς ένα από τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης είναι ότι σε πολλές διαφορετικές περιπτώσεις έχουμε τα ίδια πολιτιστικά καταναλωτικά αγαθά: βλέπουμε τα ίδια κινούμενα σχέδια, τις ίδιες ταινίες, παίζουμε τα ίδια βιντεοπαιχνίδια, τρώμε τα ίδια πράγματα κ.λ.π. Μερικά από αυτά τα πράγματα είναι κοινές εμπειρίες. Όμως, το θέμα είναι ότι ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής για να καταφέρεις να συντονιστείς με αυτό που διηγούμαι είναι να βιώνεις το ίδιο αίσθημα ανεπάρκειας, ίσως ανασφάλειας ή και ευθραυστότητας, που στην πραγματικότητα δεν έχει ηλικιακούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς. Αν το ‘χεις μέσα σου, είναι κάτι που σου επιτρέπει να αναγνωρίσεις την παράνοια που βιώνει ο χαρακτήρας μου. Αντίθετα, αν ήσουν ένα πολύ ήρεμο άτομο, γεμάτο αυτοπεποίθηση, ίσως ακόμα κι αν είσαι από τη Ρώμη, από τη γειτονιά μου και στην ηλικία μου, πάλι να μην κατάφερνες να ταυτιστείς με αυτό που αφηγούμαι». Η αφίσα της πρώτης σειράς του Τζεροκαλκάρε στο Netflix, Κατά Μήκος της Διακεκομμένης Γραμμής. Το κόμικς γράφτηκε το 2011. Τι πιστεύεις ότι το κάνει να είναι τόσο επίκαιρο 14 χρόνια μετά; Πριν από μένα, το ίδιο πρέπει να πίστεψε και το Netflix για να βασίσει την πλοκή της πρώτης σειράς του Τζεροκαλκάρε πάνω του. (γέλια) Το ενδιαφέρον με αυτό το έργο είναι ότι, ενώ περιγράφει μία πολύ συγκεκριμένη και σαφώς οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή και χρονική περίοδο σαν background της ιστορίας που αφηγείται, δομείται με τέτοιο τρόπο που μπορείς να αντιληφθείς ακριβώς το συνολικό πνεύμα του, ακόμη κι αν δε μοιράζεσαι τα ίδια ή παρόμοια ερεθίσματα, αφού μπορείς πολύ εύκολα να το φέρεις στα μέτρα του δικού σου πού και του δικού σου πότε. Μπορεί να μην έχουμε Σπακαροτέλα, αλλά έχουμε τον Κορκονέα, δεν έχουμε Κάρλο, αλλά έχουμε Παύλο… κατάλαβες. Από την άλλη, πολλές από τις πολιτισμικές του αναφορές είναι πράγματι καθολικές: ταινίες όπως Star Wars και Jurassic Park, μάνγκα και άνιμε όπως το Fist of the North Star, κόμικς όπως το Blacksad… Αλλά πέραν όλων αυτών, ο συναισθηματικός αντίκτυπος της ανθρώπινης απώλειας και η εξομολογητική διήγηση μιας νεανικής ανθρώπινης σχέσης είναι μερικά από τα απολύτως άχρονα στοιχεία αυτού του εξαιρετικού κόμικς του Τζεροκαλκάρε – δεν είναι τυχαίο ότι έχει μεταφραστεί σε άλλες επτά γλώσσες μέχρι σήμερα. Ποιο ελληνικό κόμικς θα ήθελες να δεις σε μια μεγάλη τηλεοπτική πλατφόρμα; Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε ταινίες και σειρές – τόσο με ηθοποιούς όσο και κινουμένων σχεδίων – οι οποίες αντλούν την έμπνευσή τους από τα κόμικς να κατακλύζουν τον κινηματογράφο και τις διάφορες τηλεοπτικές πλατφόρμες. Το Happy! και το Watchmen στο HBO, το Κατά Μήκος της Διακεκομμένης Γραμμής και το πρόσφατο Eternauta στο Netflix, το Invincible και το The Boys στο amazon prime, για να μη μιλήσουμε για το Disney+. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτή η κουλτούρα – ειδικά σε ό,τι αφορά τις ενήλικες σειρές κινουμένων σχεδίων, έχουμε να δούμε κάτι άξιο λόγου από το Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος, ενώ τα ελληνικά κόμικς, αν και βρίσκονται σε ανοδική πορεία, δεν είναι το πιο εξαγώγιμο προϊόν μας, ενώ παραμένουν στην κοινή αντίληψη εν πολλοίς στο φάσμα του niche, για να απασχολήσουν σοβαρά μία ελληνική εταιρεία παραγωγής. Στην Ελλάδα μόνο Τα Χρονικά του Δρακοφοίνικα με τον Αδάμαστο και τα Κουραφέλκυθρα με το 5λεπτο short στο Cinobo το έχουν καταφέρει με έναν τρόπο μέχρι στιγμής – αλλά μιλάμε για μια εξαίρεση στον κανόνα. (Τα Κουραφέλκυθρα είχαν και μια αριστουργηματική live action μεταφορά του Θείου Αιμιλίου στην εκπομπή του Βασίλη Λεβέντη, αλλά τι σας λέω κι εγώ τώρα…) Επομένως, δυστυχώς μία τέτοια συζήτηση δε μου φαίνεται ρεαλιστική αυτή τη στιγμή. Θα μου επιτρέψεις όμως να μη βάλω φραγμούς στη φαντασίωσή μου και να αναφερθώ σε περισσότερα από ένα κόμικς που θα ήθελα να μεταφερθούν στη μικρή οθόνη. Θα μπορούσα να δω πολύ άνετα το Hard Rock, τη χιουμοριστική σειρά με αυτοαναφορικά στοιχεία του Tasmar, ως σειρά κινουμένων σχεδίων – πιστεύω θα είχε μεγάλη επιτυχία γιατί συνδυάζει μια εύπεπτη εικαστικά αισθητική με ένα πολύ φρέσκο στόρι. Πλάκα-πλάκα, το σχεδιαστικό και αφηγηματικό ύφος του Τάσου Μαραγκού είναι πολύ κοντά σε αυτό του Τζεροκαλκάρε. Αντίστοιχα, θα ήθελα πολύ να δω τον ξεκαρδιστικό Φωτογράφο των Βαβαγιάννη – Δερβενιώτη σε σειρά κινουμένων σχεδίων, ή ακόμα και μια σειρά σύντομων επεισοδίων με σενάρια α λα Κουραφέλκυθρα. Μιας και τα άνιμε κερδίζουν διαρκώς έδαφος στις προτιμήσεις του δυτικού τηλεθεατή, θεωρώ ότι μια καλή περίπτωση για αυτό θα ήταν το Galaxia του Μάνου Λαγουβάρδου, μια διαγαλαξιακή περιπέτεια δράσης με manga αισθητική. Τέλος, μπορώ εύκολα να φανταστώ την ιστορική σειρά του Θανάση Καραμπάλιου 1800 ως σειρά εποχής ζωντανής δράσης – τώρα που το σκέφτομαι, αν κρίνω από τις τάσεις της ελληνικής τηλεόρασης τα τελευταία χρόνια, το τελευταίο θα μπορούσε να μην προϋποθέτει τη συμμετοχή κάποιας μεγάλης τηλεοπτικής πλατφόρμας. Τι άλλο ετοιμάζει η DocMZ Publishing το επόμενο διάστημα; Η DocMZ Publishing είναι μία από τις πτυχές της DocMZ Entertainment, ενός φιλόδοξου πρότζεκτ με αναφορά στην ευρύτερη ποπ κουλτούρα, το θέαμα και την ψυχαγωγία. Γεννήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη μου να δω στα ελληνικά κόμικς που αγαπώ να διαβάζω ο ίδιος, να μπορέσω να μοιραστώ με την υπόλοιπη κοινότητα που αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να τα διαβάσει εύκολα λόγω γλώσσας. Πολλά ιταλικά χιουμοριστικά κόμικς σε μεγάλο βαθμό δεν έχουν μεταφραστεί καν στα αγγλικά. Μερικές φορές νιώθω σαν να τα μεταφράζω για να τα δείχνω στους φίλους μου και να μπορώ επιτέλους να συζητήσω με κάποιον για αυτά. (γέλια) Η αρχική προσέγγιση ήταν η μετάφραση μη Disney κόμικς Ιταλών καλλιτεχνών που είναι γνωστοί στην Ελλάδα κυρίως για την δουλειά τους με την Disney. Αν δείτε τους πρώτους, αλλά και πολλούς από τους επόμενους τίτλους μας, αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό. Η περίπτωση του Τζεροκαλκάρε και η συγκυρία της συνέκδοσης – της σύμπραξης δηλαδή δύο εκδοτικών οίκων για την κυκλοφορία ενός κοινού βιβλίου – μου αποκάλυψαν τη γοητεία αυτού του μοντέλου συνεργασιών, οι οποίες δεν είναι και πολύ συνηθισμένες στο χώρο μας. Ωστόσο, νομίζω ότι είναι ένα μονοπάτι που θα ήθελα να εξερευνήσω, καθώς ο νεοσύστατος εκδοτικός μας οίκος αναζητά το βηματισμό και την ταυτότητά του. Έτσι λοιπόν, τα προσεχή σχέδιά μας περιλαμβάνουν δύο κατηγορίες εκδόσεων. Η πρώτη αφορά στις καθαρά δικές μας εκδόσεις, οι οποίες θα κινηθούν στο ίδιο μοτίβο, με την κυκλοφορία νέων βιβλίων των καλλιτεχνών με τους οποίους συνεργαζόμαστε ήδη όπως η Σίλβια Τζίκε και ο Τζόρτζιο Καβατσάνο, αλλά και με άλλους. Μπορώ να αναφέρω ενδεικτικά το έργο των Στέφανο Τουρκόνι και Τερέζα Ραντίτσε όπως το Porto proibito (Το Απαγορευμένο Λιμάνι) για το οποίο έχουμε ήδη συζητήσει, αλλά και ιερών τεράτων που δε βρίσκονται πλέον στη ζωή όπως ο Λουτσιάνο Μποτάρο. Η δεύτερη αφορά στις «συνεταιρικές» εκδόσεις, οι οποίες μας δίνουν τη δυνατότητα να πειραματιζόμαστε με διαφορετικά είδη και να μεταφράζουμε έργα μεγάλων Ιταλών – και όχι μόνο – καλλιτεχνών. Σε αυτό το μήκος κύματος, θα δείτε πολλές εκπλήξεις το επόμενο διάστημα, για τις οποίες δεν μπορώ να μιλήσω ακόμα, τόσο αναφορικά με τους συνεργαζόμενους καλλιτέχνες, όσο και με τους εκδοτικούς οίκους με τους οποίους θα ενώσουμε δυνάμεις. Η παρουσίαση του κόμικ θα γίνει στις 14/6 στις 20:30 στο Πεδίον του Άρεως στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Beers and books 2025! Και το σχετικό link...
  20. Σ’ έναν φεγγαρόλουστο χωματόδρομο κάπου στο Αρκάνσας στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ένα παιδί ακούει έναν μυστηριώδη ήχο που μοιάζει με μπλουζ να βγαίνει μέσα από τους βάλτους. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινά το εμμονικό ταξίδι του μικρού Miles προς την αναζήτηση του ήχου. Στο «Miles Davis and the search for the sound» ένας από τους πλέον σημαντικούς δημιουργούς κόμικς σήμερα, ο Dave Chisholm, που διδάσκει Κόμικς και Μουσική στη Σχολή Hochstein και στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Ρότσεστερ κοντά στη Νέα Υόρκη, απεικονίζει τη ζωή ενός ήρωά του ενώ αφηγείται την ιστορία με τα λόγια του ίδιου του Miles, έχοντας την αυτοβιογραφία του ως αφηγηματική ραχοκοκαλιά. O Chisholm μοιάζει να γεννήθηκε για να αφηγηθεί τη ζωή του μεγάλου ινδάλματός του με τη δική του τέχνη: τα κόμικς. Τζαζ και κόμικς, βίοι παράλληλοι Ο D. Chisholm, που το 2013 πήρε το διδακτορικό του στην τζαζ τρομπέτα από το Eastman Music School, με την εμπειρία του στη μουσική και την εφευρετικότητά του στα κόμικς έχει δημιουργήσει σημαντικά μουσικοκεντρικά graphic novels, όπως το «Chasin’ the Bird: Charlie Parker in California» του 2020. Στο «Miles Davis and the search for the sound» οδηγεί τους αναγνώστες σε μια οδύσσεια που ακολουθεί και καταγράφει την εξέλιξη αυτής της διάνοιας, η οποία επαναπροσδιόρισε τα όρια του τι θα μπορούσε να είναι η τζαζ, αλλά και όλη η μουσική σήμερα. Αυτό το graphic novel των 150 σελίδων ακολουθεί τον Miles στη διάρκεια τεσσάρων δεκαετιών μουσικής καινοτομίας και κλιμακούμενων εμποδίων. Ο Chisholm «χτίζει» την αφήγησή του γύρω από την εποχή που ο Davis ζούσε μια από τις πιο δυσάρεστες περιόδους του: την ανάρρωσή του από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο το 1982, όταν παρέλυσε προσωρινά το δεξί του χέρι. Καθώς δεν μπορούσε να παίξει τρομπέτα, η ιατρική ομάδα τον παρότρυνε να ανακτήσει τον συντονισμό του γράφοντας μικρά μοτίβα και σκιτσάροντας με μολύβι σε χαρτί. Κάτι που έκανε, με όλα τα μέσα, στο υπόλοιπο της ζωής του. Πίσω στον χρόνο Μετά από ένα διάστημα η ικανότητά του να εκφράζεται μέσα από τις ζωγραφιές του μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο. Προσηλώθηκε στο να σκιτσάρει με μολύβι, πένες και μαρκαδόρους και με τον καιρό γέμισε εκατοντάδες μπλοκ. Από εκεί η ιστορία γυρίζει πίσω στον χρόνο, για να «βρει» έναν μυστηριώδη τόνο που άκουγε στα παιδικά του χρόνια σε έναν φεγγαρόλουστο επαρχιακό δρόμο. O Miles Davis επιστρέφει στη ζωή, φεύγει από το σπίτι του στο Σεντ Λούις για να σπουδάσει μουσική στη Νέα Υόρκη και να παίξει με τον Charlie Parker, μέχρι που ξεκινά, με τη βοήθεια του Gil Evans, να παράγει τη μουσική του νονέτου του. Στη συνέχεια ακολουθούν το ταξίδι στη Γαλλία το 1949, όπου συναντά την Juliette Greco και την ερωτεύεται ανυπόκριτα, οι δίσκοι της Prestige που τον έκαναν παγκόσμια γνωστό, τα περίφημα κουιντέτα του με τον John Coltrane και τον Wayne Shorter, η υιοθέτηση της ηλεκτρικής τζαζ και η επιστροφή του στη σκηνή τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, χάρη στον υπερταλαντούχο ηλεκτρικό μπασίστα Marcus Miller. Η μουσική κυριαρχεί Σε όλο το βιβλίο κυριαρχούν ο εθισμένος σε γυναίκες και ναρκωτικά Miles Davis, η απαράδεκτη συμπεριφορά του απέναντι στα παιδιά του και το ακατανίκητο εγώ του που ανατρέπει τη ζωή του και καταστρέφει τις σχέσεις του. Ο Chisholm δεν διστάζει να αναφερθεί στον χαρακτήρα του και προσπαθεί να εξηγήσει τη συνεχή αναζήτησή του για τον «δικό του» ήχο ως μια μάχη που μαινόταν μέσα του. «Καθώς σχεδίαζα το έργο, ήταν λογικό να προσαρμόσω τα ίδια τα λόγια του για να δείξω το χάσμα μεταξύ όσων είπε και όσων έκανε» εξηγεί ο D. Chisholm. Πέρα από τη ζωή, η μουσική κυριαρχεί στο graphic novel που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Οξύ, σε μετάφραση του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη. Απεικονίζεται στις σελίδες που περιγράφουν τη δημιουργία του μαγικού «Sketches Of Spain», του πρώτου σε πωλήσεις όλων των εποχών τζαζ άλμπουμ «Kind of blue», αλλά και την ψυχεδελική κακοφωνία που συνοδεύει την ηλεκτρισμένη μουσική του εποποιία, στη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, με κορυφαίο έργο το εκρηκτικό «Bitches brew». Ο δημιουργός, ο μεταφραστής, ο υιός «Η μουσική του Davis ήταν πραγματικά μια διά βίου εμμονή μου, εμπνέοντάς με να ασχοληθώ με την τζαζ τρομπέτα στο κολέγιο, και όχι μόνο. Το δε περίφημο άλμπουμ “Sketches of Spain” είναι η πρώτη μουσική που θυμάμαι να έχω ακούσει ποτέ. Είχα την ευκαιρία να ερμηνεύσω όλη τη μουσική που έπαιξαν – μαζί με τον Gil Evans – στο Φεστιβάλ Τζαζ της Umbria, στην Περούτζια της Ιταλίας» έλεγε ο Chisholm. «Ο Miles με εμπνέει στην αναζήτηση στιλιστικών – καλλιτεχνικών αλλαγών, τόσο οπτικών όσο και μουσικών. Αυτό το βιβλίο είναι η πιο μεγάλη τιμή στην καλλιτεχνική μου ζωή!». Ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης Λάτρης του Miles Davis ήδη από πιτσιρικάς, όταν τον μύησε στην τζαζ ο αείμνηστος Νίκος Σαχπασίδης στο μπαρ Braxton’s της πλατείας Αμερικής, ο φίλος συγγραφέας Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης ενθουσιάστηκε με τη δεξιοτεχνία και τις γνώσεις του Dave Chisholm. Κι ήταν χαρά και τιμή του η ανάθεση της μετάφρασης από τον οίκο Οξύ και τον Νίκο Χατζόπουλο. Τον διευκόλυνε ότι είχε διαβάσει την «Αυτοβιογραφία» του Μάιλς από την πρώτη έκδοση και είχε γράψει κείμενα για το έργο και τον βίο του. «Δεν περνάει εβδομάδα που να μην ακούσω το “Kind of blues”, το “Birth of the cool”, το “Some day my prince will come”, το “Bitches brew”, τα πάντα όλα. Ο Μάιλς, σε μια ψηλομύτα λευκή Νότια (κατ᾽ άλλους, ήταν η ίδια η Νάνσυ Ρίγκαν), όταν τον ρώτησε τι σημαντικό έχει κάνει και τον κάλεσαν για δείπνο στον Λευκό Οίκο, απάντησε ότι έχει αλλάξει την ιστορία της μουσικής πέντε έξι φορές. Και πράγματι! Ο M.D. είναι ο Σεργκέι Μπούμπκα της τζαζ, έσπαγε διαρκώς τα ίδια του, τα δικά του ρεκόρ! Μαζί με τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Τζον Κολτρέιν απαρτίζουν την Αγία Τριάδα της τζαζ» μας είπε ο Γιώργος-Ίκαρος, ο οποίος είχε μεταφράσει προ δεκαετίας το graphic novel «Nick Cave – Mercy on me» του Reinhard Kleist και είχε γράψει τον πρόλογο στο «Johnny Cash», επίσης του Reinhard Kleist (αμφότερα κυκλοφόρησαν από το Οξύ). «Ένιωσα δέος και ένταση αρχικά, όπως κάθε φορά που καλούμαι να μεταφράσω κάτι που έχει σχέση με όσα με διέπλασαν. Και η μουσική του Μάιλς έχει διαδραματίσει πολύ κρίσιμο ρόλο στη ζωή μου. Πολλά πεζογραφήματά μου τα έγραψα ακούγοντας Μάιλς. Αφέθηκα στη ροή του κειμένου, φροντίζοντας να είμαι πιστός στα λόγια του Dave Chisholm. Η τεχνική μου είναι η αναζήτηση της πιστότητας στις λέξεις και στον ρυθμό κάθε πονήματος που μεταφράζω. Καμία αυθαιρεσία, προσπάθεια γυρίσματος στα ελληνικά όσο πιο πιστά στο πρωτότυπο γίνεται, ακόμα και στα σημεία της στίξης μένω πιστός», ήταν η απάντηση στην εύλογη απορία μου με ποια συγγραφική μέθοδο αντιμετώπισε το έργο ο μεταφραστής του Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης. «Το όραμα του Dave για το ταξίδι του Miles ανάμεσα στους ήχους είναι κάτι που ο Miles θα ήθελε πολύ να δει. Ξέρω ότι θα ήταν τόσο περίεργος να δει τη ζωή του να απεικονίζεται μέσα από το πρίσμα που μόνο τα γραφικά μυθιστορήματα μπορούν να μεταδώσουν. Ο Chisholm, όντας τρομπετίστας και γραφίστας, έχει μια έντονη άποψη για το μακρύ ταξίδι του» σχολιάζει στον πρόλογο του βιβλίου ο Erin Davis, γιος του σπουδαίου ανανεωτή τρομπετίστα. Και το σχετικό link...
  21. Αν και προοριζόταν αρχικά για δευτερεύοντα ρόλο, εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο δημοφιλείς ήρωες της Disney και ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα σύμβολα της παγκόσμιας ποπ κουλτούρας. Ο Ντόναλντ πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 150 ταινίες κινουμένων σχεδίων μικρού μήκους. Στις 9 Ιουνίου 1934, ένα παπί με ναυτικό καπέλο, μπλε στολή και οξύθυμο ταμπεραμέντο έκανε την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση στην ταινία κινουμένων σχεδίων “The Wise Little Hen” (Η σοφή κοτούλα). Ήταν ο Ντόναλντ Ντακ, ένας χαρακτήρας που προοριζόταν αρχικά για δευτερεύοντα ρόλο, αλλά εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο δημοφιλείς ήρωες της Disney και ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα σύμβολα της παγκόσμιας ποπ κουλτούρας. Αυτή η μικρού μήκους ταινία ήταν μέρος της σειράς “Silly Symphonies”, ενός πειραματικού προγράμματος κινουμένων σχεδίων που συνδύαζε μουσική και αφήγηση και λειτουργούσε ως εργαστήριο καινοτομίας για την ομάδα της Disney. Στην υπόθεση της «Σοφής κοτούλας», μια κότα προσπαθεί να πείσει τους γείτονές της – ανάμεσά τους και τον Ντόναλντ – να τη βοηθήσουν να φυτέψει και να θερίσει καλαμπόκι. Εκείνοι αρνούνται προσποιούμενοι πόνους στην κοιλιά, αλλά στο τέλος δεν δικαιούνται μερίδιο από τη σοδειά. Ο Ντόναλντ, με τη χαρακτηριστική στριγκή φωνή του – την οποία «χάρισε» ο ηθοποιός Κλάρενς Νας (Clarence Nash) –, τράβηξε αμέσως την προσοχή των θεατών. Η φωνητική του ερμηνεία ήταν τόσο ξεχωριστή που η Disney αποφάσισε να εξελίξει τον χαρακτήρα πέρα από τον ρόλο του κομπάρσου. Μόλις έναν χρόνο αργότερα, ο Ντόναλντ εμφανίστηκε και σε ταινία της βασικής σειράς του Μίκυ Μάους, και σύντομα απέκτησε το δική του σειρά ταινιών. Ο Ντόναλντ δεν ήταν ένα τυπικό «καλό» παπί. Σε αντίθεση με τον πάντοτε ευγενικό και προσηνή Μίκυ Μάους, ο Ντόναλντ ήταν ευέξαπτος, γκρινιάρης, αλλά βαθιά «ανθρώπινος». Τα ξεσπάσματά του, οι αποτυχίες του και η αγωνία του να διατηρήσει την ψυχραιμία του μπροστά στις ατυχίες της καθημερινότητας τον έκαναν προσιτό και αναγνωρίσιμο. Ήταν, με άλλα λόγια, ένας χαρακτήρας που οι θεατές μπορούσαν να κατανοήσουν και να ταυτιστούν μαζί του. Κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, ο Ντόναλντ εξελίχθηκε σε πολυδιάστατο ήρωα. Πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 150 ταινίες κινουμένων σχεδίων μικρού μήκους, έγινε μέρος της πολεμικής προπαγάνδας των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ απέκτησε και οικογένεια – με γνωστότερους τους ανιψιούς του Χιούι, Λιούι και Ντιούι, καθώς και τον εμβληματικό θείο του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Στη δεκαετία του 1940 ο Ντόναλντ ξεπέρασε ακόμη και τον Μίκυ Μάους σε δημοτικότητα, ενώ η επιρροή του επεκτάθηκε από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση στα κόμικς. Ο Σκωτσέζος δημιουργός Καρλ Μπαρκς (Carl Barks), θεωρούμενος πατέρας του «Κόσμου του Ντόναλντ», ανέπτυξε πολυεπίπεδες ιστορίες με χιούμορ, φαντασία και πολιτισμικές αναφορές, μετατρέποντας τα παπιά της Disney σε ολόκληρη μυθολογία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το γεγονός ότι σε ορισμένες χώρες όπως η Φινλανδία, ο Ντόναλντ είναι ακόμη πιο δημοφιλής από τον Μίκυ, ενώ στην Ελλάδα η σειρά κόμικς Μίκυ Μάους που κυκλοφόρησε από τη δεκαετία του 1960 καθιέρωσε τον Ντόναλντ ως αγαπημένο ήρωα γενεών. Η 9η Ιουνίου έχει πλέον καθιερωθεί ως επίσημα «γενέθλια» του Ντόναλντ Ντακ, και κάθε χρόνο γιορτάζεται από τους θαυμαστές του σε όλο τον κόσμο. Και το σχετικό link...
  22. Μια νέα βιογραφία του πρωτοπόρου των underground κόμικς ακολουθεί την περιπλάνηση του από το περιθώριο στην αναγνώριση. Ο Ρόμπερτ Κραμπ το 1968 στο Σαν Φρανσίσκο. Στην εισαγωγή της νέας αυτής βιογραφίας του Ρόμπερτ Κραμπ, του πιο διάσημου και του πιο επιδραστικού δημιουργού στην ιστορία των underground κόμικς και ενός από τους κορυφαίους εικαστικούς αφηγητές των τελευταίων εξήντα ετών, ο συγγραφέας της Νταν Νέιντελ γράφει ότι το υποκείμενο του συμφώνησε να συνεργαστεί στη δημιουργία του βιβλίου υπό έναν όρο: «Να είμαι ειλικρινής σχετικά με τα ελαττώματά του, να εξετάσω προσεκτικά τους ψυχαναγκασμούς του και να εξετάσω τις φυλετικά και σεξουαλικά φορτισμένες πτυχές του έργου του». Ο Κραμπ, γλαφυρά ειλικρινής στο έργο του ως σουρεαλιστής πρωτοπόρος των σύγχρονων κόμικς, περίμενε το ίδιο και από τον βιογράφο του. Ο Νέιντελ, επιμελητής μουσείων και ειδικός στην ιστορία των κόμικς ακολουθεί την περιπατητική ανατροφή και την καλλιτεχνική πρόοδο του Κραμπ, από τη συνεργασία με τον αδελφό του Τσαρλς σε εφηβικά κόμικς στο πνεύμα των παιδικών τους ηρώων, όπως ο Καρλ Μπαρκς της Disney και ο δημιουργός της «Μικρής Λουλού» Τζον Στάνλεϊ, μέχρι τη δημιουργία ευχετήριων καρτών για την εταιρεία American Greetings, και μέχρι να ακολουθήσει τη μούσα του LSD σε μια εκστρατεία κάθαρσης του υποσυνείδητου χάους του. Ο συγγραφέας σκιαγραφεί ένα ζωηρό πορτρέτο όχι μόνο του Κραμπ αλλά και της έκρηξης του underground comix στα τέλη της δεκαετίας του '60 και στις αρχές της δεκαετίας του '70. Και όταν έρχεται η ώρα να εξερευνήσει τις προβληματικές απεικονίσεις γυναικών από τον Κραμπ (οι φαντασιώσεις βιασμού έγιναν ένα μόνιμο μοτίβο στα underground comix αλλά και στο έργο του Κραμπ) και τους μαύρους (ο Κραμπ χρησιμοποιούσε ελεύθερα διάφορα παραδοσιακά ρατσιστικά στερεότυπα), ο συγγραφέας δεν δικαιολογεί τον καλλιτέχνη ούτε τον καταδικάζει απλά. Προϊόν μιας πολύ λευκής, πολύ μισογυνικής μεταπολεμικής αμερικανικής κουλτούρας (και οικογένειας), ο Κραμπ συχνά επιδιδόταν στα ίδια στερεότυπα με τα οποία μεγάλωσε – και τα απέδιδε με γκροτέσκο μπρίο. Πάρτε για παράδειγμα την φιγούρα της Angelfood McSpade, «τη ρατσιστική φαντασίωση του Ρόμπερτ Κραμπ για μια μεγαλόσωμη, μυώδη και αφελή μαύρη γυναίκα, φαινομενικά φτιαγμένη από φουσκωμένο καουτσούκ». Η Νέιντελ την περιγράφει ως «ένα υποκατάστατο για κάθε λευκό όραμα των μαύρων γυναικών (σκεφτείτε το τραγούδι Brown Sugar των Rolling Stones και το μάρκετινγκ της Tina Turner ως φορέα «πρωτόγονου» ερωτισμού) και ως ένα ευρύχωρο σύμβολο για όλα όσα έχει κάνει η λευκή αμερικανική κουλτούρα στους μαύρους». Το εξώφυλλο της βιογραφίας του Ρόμπερτ Κραμπ από τον Νταν Νέιντελ. Ο Κραμπ γεννήθηκε το 1943 στη Φιλαδέλφεια, ένα από τα πέντε παιδιά μιας οικογένειας που ήταν γεμάτη ψυχικές ασθένειες και μετακόμιζε συχνά, γεγονός που ενίσχυε τον αυτοπροσδιορισμό του Ρόμπερτ ως αταίριαστου. Αυτός και ο Τσαρλς, ο μεγαλύτερος αδελφός του, αποσύρθηκαν νωρίς στον κόσμο των κόμικς όπου έδειξαν αξιοσημείωτο ταλέντο και φιλοδοξία, δημιουργώντας εξελιγμένες αφηγήσεις ήδη από τη δεκαετία του '50. Ο Nadel θέτει το πολιτισμικό φόντο: «Ο Έλβις Πρίσλεϊ βρισκόταν παντού στον αέρα, ο Άλεν Γκίνσμπεργκ έκανε διάγνωση στη χώρα και η ‘άρρωστη’ κωμωδία των Λένι Μπρους και του Μορτ Σαλ ήταν σε τροχιά ανόδου». Και βέβαια, το σατιρικό περιοδικό Mad βρισκόταν παντού στα περίπτερα. Όπως γράφει ο Νέιντελ, «σύμφωνα με το Mad, τα πάντα ήταν παράλογα, μπερδεμένα και στο χείλος της καταστροφής, όπως ακριβώς και το σπίτι του Κραμπ». Το περιοδικό ήταν μια σανίδα σωτηρίας για τον Ρόμπερτ, όπως και για αμέτρητους άλλους απροσάρμοστους της δεκαετίας του '50. Ο Κραμπ δραπέτευσε στο Κλίβελαντ όπου γνώρισε τη μέλλουσα σύζυγό του Ντέινα Μόργκαν και το 1967 έφυγαν για το Σαν Φρανσίσκο, όπου ο γάμος τους καταλήγει σε μια παράνοια χωρίς τέλος ενώ το εκθαμβωτικό ταλέντο του συγκλίνει με την αντικουλτούρα και, από ορισμένες απόψεις, έρχεται να την καθορίσει. Αλλά ακόμη και εκεί έβλεπε τον εαυτό του ως παρείσακτο. «Οι χίπηδες δεν τον ενδιέφεραν καθόλου», γράφει ο Νέιντελ. «Αυτό που τον συγκίνησε ήταν η ξαφνική ζήτηση για τη δουλειά του». Ο Κραμπ φιλοτέχνησε το 1968 το εμβληματικό εξώφυλλο του άλμπουμ “Cheap Thrills” των Big Brother and the Holding Company με την Τζάνις Τζόπλιν, η οποία ήταν γειτόνισσά του και δημιούργησε την πρωτοποριακή underground σειρά των «Zap Comix», δουλεύοντας παράλληλα σε άλλα κόμικς με μανιακό ρυθμό. Δημιούργησε τον σαρδόνιο γκουρού Mr Natural, ένα μικροσκοπικό σεξουαλικό τέρας που ονομάζεται Snoid και άλλα διαρκώς ιδρωμένα και ανήσυχα πλάσματα, ανθρώπινα και μη. Ήταν τόσο καινοτόμος που το έργο του δημιούργησε μια υπαρξιακή κρίση μεταξύ των συναδέλφων του. «Συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να αλλάξω τους στόχους μου», αναφέρει στο βιβλίο ο Αρτ Σπίγκελμαν, κάτοχος του βραβείου Πούλιτζερ για το μνημειώδες «Maus» (το μοναδικό μέχρι σήμερα graphic novel που έχει λάβει αυτή την τιμή). Ο Κραμπ έγινε διάσημος, και ενώ απολάμβανε τα χρήματα και η αναγνώριση, δεν βολεύτηκε ποτέ με αυτά. Ιδανικός εξόριστος, μετακόμισε στη Γαλλία με τη δεύτερη σύζυγό του, την καλλιτέχνιδα Αλίν Κομίνσκι-Κραμπ και την κόρη τους Σόφι το 1991. Η Αλίν πέθανε το 2022. Με στοιχεία από Los Angeles Times. Και το σχετικό link...
  23. Μετά τις επιτυχημένες διοργανώσεις των φεστιβάλ κόμικς του Μαΐου σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, αυτό το Σαββατοκύριακο η γιορτή των κόμικς συνεχίζεται στο Ηράκλειο. Το Cretan Comic Con επιστρέφει για πέμπτη χρονιά στη μεγαλύτερη πόλη της Κρήτης. Το μεγάλο φεστιβάλ κόμικς του Ηρακλείου, το οποίο πλέον έχει εξελιχθεί σε θεσμό για τους λάτρεις των κόμικς και της ποπ κουλτούρας, φέτος ανανεώνεται και υπόσχεται περισσότερη ψυχαγωγία από ποτέ, αναδιαμορφώνοντας τη χωροταξία του, αλλά και το πρόγραμμά του. Όπως κάθε χρόνο, το Πολιτιστικό Κέντρο Ηρακλείου θα βάλει τα καλά του το Σαββατοκύριακο 7 και 8 Ιουνίου, για να υποδεχτεί 56 Έλληνες δημιουργούς κόμικς, οι οποίοι θα έχουν την ευκαιρία να εκθέσουν το έργο τους στο κοινό. Το Artist Alley από αυτή τη διοργάνωση μεταφέρεται σε νέο χώρο, στον πρώτο όροφο του κτιρίου, ελευθερώνοντας τον εξωτερικό χώρο στο ισόγειο για άλλου τύπου δραστηριότητες – κάτι που αποδεικνύει τη διαρκώς ανοδική πορεία του Cretan Comic Con. Φυσικά θα φιλοξενήσει ακόμα πολλούς εκθέτες, εκδοτικούς οίκους, βιβλιοπωλεία, καταστήματα με συναφή δραστηριότητα, προσφέροντας μια αντιπροσωπευτική εικόνα της ζωηρής εγχώριας κοινότητας κόμικς και ποπ κουλτούρας. Για πρώτη χρονιά το φεστιβάλ θα φιλοξενήσει δύο διεθνείς καλλιτέχνες. Ο λόγος για τους Tom McKay και Luke Dale, δύο δημοφιλείς Βρετανούς ηθοποιούς οι οποίοι έγιναν γνωστοί στον χώρο των βιντεοπαιχνιδιών από τη συμμετοχή τους στο action-rpg παιχνίδι «Kingdom Come: Deliverance». Με αυτόν τον τρόπο, το φεστιβάλ επιλέγει να δώσει ξεχωριστή βαρύτητα στον τομέα των παιχνιδιών, καθώς κατά τη διάρκεια του διημέρου, εκτός από την παρουσία των διεθνών προσκεκλημένων, Έλληνες δημιουργοί βιντεοπαιχνιδιών και επιτραπέζιων θα συγκαταλέγονται στους πολυάριθμους εκθέτες του. Την φετινή αφίσα της διοργάνωσης σχεδίασε η Δήμητρα Νικολαΐδη. Η ιδιαίτερη φροντίδα του Cretan Comic Con για τη μουσική και την κωμωδία φέτος θα συνδυαστεί στο μεγάλο πάρτι με live μουσική με τη συμμετοχή του γνωστού κωμικού Αριστοτέλη Ρήγα, το Σάββατο 7 Ιουνίου – και φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει ο διαγωνισμός cosplay, ο οποίος θα λάβει χώρα την Κυριακή 8 Ιουνίου. Καλλιτεχνικά εργαστήρια, ομιλίες και παρουσιάσεις συμπληρώνουν το πρόγραμμα της εκδήλωσης, μαζί με κωμικά και μουσικά δρώμενα. Εννοείται πως δεν θα λείπουν οι εκθέσεις: η ιδιαίτερη έκθεση «Noir et Blanc» που παρουσιάστηκε πριν από λίγες εβδομάδες στο Comicdom Con Athens 2025 θα ταξιδέψει μέχρι την Κρήτη, για να παρουσιάσει τη δυναμική μεταξύ σεναριογράφου και σκιτσογράφου, αλλά και τη σημασία του πρώτου για τον δεύτερο, μέσα από 15 σύντομες ασπρόμαυρες ιστορίες κόμικς. ℹ️ Cretan Comic Con Πότε: Σάββατο και Κυριακή 7-8 Ιουνίου 2025 Πού: Πολιτιστικό Κέντρο Ηρακλείου, Κρήτη Είσοδος δωρεάν Και το σχετικό link...
  24. Με αφορμή τα 10 χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του, το «Αϊβαλί» του Soloύp επανεκδίδεται από τις εκδόσεις Διόπτρα και γίνεται η πρώτη ύλη για ένα πρωτοποριακό εγχειρίδιο για την αξιοποίηση των κόμικς στην εκπαίδευση. Στα 10 και κάτι χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του από τις εκδόσεις Κέδρος, το «Αϊβαλί» του Soloύp έχει ήδη γίνει κλασικό. Οι απανωτές επανεκδόσεις του, οι μεγάλες εκθέσεις που έχουν γίνει γι’ αυτό, οι ημερίδες, οι συζητήσεις και οι εκδηλώσεις, οι θεατρικές μεταφορές και προσαρμογές του, οι επιστημονικές εργασίες, οι διπλωματικές, μεταπτυχιακές και διδακτορικές διατριβές που επικεντρώνονται στη σπουδαιότητα και στις ιδιαιτερότητές του, η κουβέντα που ανάβει με κάθε νέα αφορμή και παρουσίασή του, οι πολλές μεταφράσεις του σε άλλες γλώσσες (αγγλικά, τουρκικά, ισπανικά, γαλλικά) αποδεικνύουν ότι το «Αϊβαλί» έχει ακόμα πολλά να πει. Η πολυεπίπεδη, σπονδυλωτή αφήγηση που υφαίνεται πάνω σε κείμενα του Φώτη Κόντογλου, του Ηλία Βενέζη, της Αγάπης Βενέζη-Μολυβιάτη και του Αχμέτ Γιορουλμάζ, μαζί με τα συγκλονιστικά ασπρόμαυρα σχέδια του Soloύp, συνθέτουν μία πλήρως και διεξοδικά τεκμηριωμένη προσέγγιση των γεγονότων του 1922 αλλά και όσων προηγήθηκαν και ακολούθησαν τις ανταλλαγές πληθυσμών, που δημιούργησαν τις κοινές πληγές Ελλήνων και Τούρκων του Βόρειου Αιγαίου. Χωρίς να γίνεται διδακτικό ή να κουνάει το δάκτυλο, το «Αϊβαλί» αποτελεί μια απόπειρα διάσωσης της μνήμης μέσω της τέχνης των κόμικς και παράλληλα μια δημοσιογραφική έρευνα κι ένα ιστορικό ντοκουμέντο με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία από την εμπλοκή του ίδιου του Soloύp και των προγόνων του με το Αϊβαλί. Την επικαιρότητα που εξακολουθεί να διατηρεί ένα τόσο σπουδαίο έργο επισημαίνει και η νέα, «διακριτικά αναθεωρημένη» έκδοση από τη Διόπτρα, που περιλαμβάνει και πλούσια στοιχεία από την υπερδεκαετή παρουσία και πορεία του έργου στην ελληνική και διεθνή σκηνή των κόμικς. Ενός έργου που αποτέλεσε, μάλιστα, την απαρχή μιας σχετικής αλλαγής της διαδρομής του δημιουργού του, από τα αμιγώς πολιτικά – χιουμοριστικά έργα σε μια πιο προσωπική και βαθιά συγκινητική αφήγηση μεγάλης έκτασης («Ο Συλλέκτης»), στην ελληνική Ιστορία («’21, Η Μάχη της Πλατείας»), στην προσέγγιση και τη δημιουργική ανασύνθεση της λογοτεχνίας του Νίκου Καζαντζάκη («Ζορμπάς, Πράσινη Πέτρα Ωραιοτάτη»). Σε αυτή την τεθλασμένη αλλά συνεπή διαδρομή με τους πολλούς και διαφορετικούς ενδιαφέροντες σταθμούς εντάσσεται και η κυκλοφορία του πρόσφατου «Comics & Graphic Novels με οδηγό το Αϊβαλί. Λογοτεχνία, Ιστορία και Οπτική Επικοινωνία. Τα Κόμικς στην Εκπαίδευση», ενός βιβλίου των Soloύp και Ευαγγελίας Μουλά και πάλι από τις εκδόσεις Διόπτρα, που φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα πρωτοποριακό εγχειρίδιο για την αξιοποίηση των κόμικς σε ποικίλα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα, αντλώντας αφορμές και παραδείγματα από το «Αϊβαλί». Τα ερωτήματα στα οποία το βιβλίο καλείται να απαντήσει συνοψίζονται στα εξής: «Τι είναι τα graphic novels και πώς συνδέονται με τα κόμικς; Πώς εξελίχθηκε το Μέσο στην Ελλάδα; Ποια η σχέση των κόμικς με τη λογοτεχνία και με την ιστορία; Πώς μπορεί ο εκπαιδευτικός να αξιοποιήσει ένα κόμικς στην τάξη, υπηρετώντας ταυτόχρονα τους διδακτικούς σκοπούς των προγραμμάτων σπουδών, την κριτική σκέψη αλλά και τον οπτικό και πολυτροπικό γραμματισμό; Πώς να φτιάξουν μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές μόνοι τους μια ιστορία κόμικς ακολουθώντας συγκεκριμένα βήματα;» Από τη μία, η τεράστια καλλιτεχνική διαδρομή αλλά και η ιστορική και θεωρητική κατάρτιση του Soloύp και, από την άλλη, η μεγάλη εμπειρία της Ευαγγελίας Μουλά (φιλόλογος και σύμβουλος Εκπαίδευσης Φιλολόγων στη Δωδεκάνησο) σε θέματα γύρω από τα κόμικς, τη λογοτεχνία, την παιδαγωγική αξιοποίηση των ΤΠΕ στην εκπαίδευση και τον κριτικό γραμματισμό κ.ά., εγγυώνται ένα πολύ ενδιαφέρον και πρωτότυπο βιβλίο στο οποίο αναλύεται σε βάθος η τέχνη των κόμικς και επισημαίνονται τα σημειολογικά κλειδιά και οι μηχανισμοί της οπτικής αφήγησής τους. Το πρώτο μέρος καταπιάνεται με τις έννοιες των κόμικς και των graphic novels και με τις θεματικές περιοχές για την αξιοποίηση των κόμικς στην εκπαίδευση (ένταξη εικονογραφηγημάτων στην εκπαίδευση, μεταφορές λογοτεχνικών κειμένων σε κόμικς, μεταφορά, διασκευή, απόδοση, πιστότητα, ανάπλαση, ανοικείωση κ.ά.) και την προσέγγιση της ιστορίας και άλλων ευαίσθητων κοινωνικών ζητημάτων, ενώ στο δεύτερο μέρος, με συγκεκριμένα, πολύ εύστοχα επιλεγμένα παραδείγματα από το «Αϊβαλί», προτείνονται ερωτήσεις / δραστηριότητες ανταπόκρισης, κατανόησης και ερμηνείας των κειμένων, γνώσεων για τη λογοτεχνία, συζητήσεις με όρους της γλώσσας των κόμικς, δραστηριότητες έκφρασης (εικαστικής, θεατρικής, ρητορικής) / δημιουργικής γραφής, σχέσεις των λογοτεχνικών πρωτοτύπων με τις διασκευές κ.ά. Τέλος, στο τρίτο μέρος προτείνονται μια σειρά βήματα δημιουργίας κόμικς στην τάξη και οι κατάλληλες οδηγίες ώστε η θεωρία να μετουσιωθεί σε πράξη, και το βιβλίο κλείνει με την παράθεση εκτενούς βιβλιογραφίας και δικτυογραφίας που το καθιστούν σημαντικότατο εργαλείο προς άμεση χρήση από την ελληνική ακαδημαϊκή, σχολική και καλλιτεχνική κοινότητα, που όσο περνούν τα χρόνια γίνεται, ευτυχώς, όλο και πιο ανοικτή και δεκτική σε τέτοιες σπουδαίες και τεκμηριωμένες προτάσεις. Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.