Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'ρεμπέτικο'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Indian

    ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΝΟΤΟΥΡΝΟ

    Με την νέα του αυτοέκδοση, η οποία κυκλοφόρησε το 2022, ο Περικλής Κουλιφέτης αποπειράται να μας βγάλει σεργιάνι πίσω στο 1929 και συγκεκριμένα στα καταγώγια και τα ρεμπετάδικα του Πειραιά της εποχής. Η όμορφη Ρίτα, το αηδόνι του τραγουδιού, όπως την αποκαλούσαν οι θαμώνες, τραγουδάει στην ταβέρνα του Νικόλα για τους μάγκες του λιμανιού. Κάθε βράδυ, σε ένα τραπέζι, ήσυχος, τα πίνει ο Μπάμπης, μία παλιά της σχέση, που όμως εκείνος δεν την έχει ξεπεράσει ακόμα. Εκείνο το μοιραίο βράδυ, λοιπόν, το κατώφλι της ταβέρνας το περνά κι ο Μανώλης, ο οποίος μόλις έχει αποφυλακισθεί και είναι το αγόρι της Ρίτας. Τα αίματα δεν αργούν να ανάψουν, λοιπόν. Ο Μανώλης, στέκεται μπροστά από το τραπέζι του Μπάμπη και τον ρωτά, γεμάτος νταηλίκι, αν τον πρόδωσε αυτός στους… σταυρωτήδες, τους αστυνομικούς. Ο Μπάμπης αντιδρά σχετικά ψύχραιμα στην αρχή, αλλά το κακό δεν αργεί να γίνει. Οι δύο τους θα έρθουν σε σύγκρουση, τα μαχαίρια θα τραβηχτούν και η μοίρα θα έχει τον τελευταίο λόγο… Ο Περικλής, λοιπόν, επινοεί ένα κόμικ, το οποίο στηρίζεται σε μία και μοναδική σκηνή δράσης, ενώ το τοπικό πλαίσιο δεν είναι άλλο από μία ταβέρνα. Αν νομίζει κάποιος, όμως, ότι αυτό είναι λίγο για να υπάρξει μία πλήρης αφήγηση, πλανάται. Μέσα στις ελάχιστες σελίδες έχουμε μία καλογραμμένη πλοκή χωρίς να κάνει κάποια “κοιλιά”, οι χαρακτήρες προλαβαίνουν να στηθούν κι ο καθένας έχει την δική του ξεχωριστή προσωπικότητα, ενώ παράλληλα ο δημιουργός πετυχαίνει αξιόλογα την ατμόσφαιρα της εποχής και του τόπου, μία ατμόσφαιρα που φέρνει λίγο στο “Ρεμπέτικο – Το κακό βοτάνι” και το “Τετράς: Η ξακουστή του Πειραιώς”. Και σαν να μην ήταν αρκετά όλα αυτά, ο Περικλής μάς τρατάρει κι ένα πανέξυπνο plot twist στα τελευταία δευτερόλεπτα πριν το φινάλε, το οποίο κλείνει την ιστορία με τραγικό, αλλά υποδειγματικό τρόπο. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα κόμικ που σίγουρα θα το ήθελα περισσότερο σε έκταση και σε λεπτομέρειες, αν κι έτσι καταφέρνει να κάνει την δουλειά του απόλυτα. Το προτείνω ανεπιφύλακτα σε εκείνους που αρέσκονται σε αυτή την εποχή κι έχουν αυτές τις μουσικές προτιμήσεις, χωρίς βέβαια να αποκλείονται οι υπόλοιποι αναγνώστες, οι οποίοι θεωρούν αυτή την εποχή κι αυτή την στάση ζωής, σαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της Ελληνικής ιστορίας. Φτάνοντας στην ανάλυση του εικαστικού τομέα, αυτό που θα πρέπει να επισημάνουμε είναι ότι παρατίθεται ένα σχέδιο που έχει πολλές ομοιότητες τεχνικά με τους “Έγκλειστους”. Διαθέτει λεπτομέρειες και μία καλή αποτύπωση του χώρου, αλλά πιστεύω ότι χωλαίνει αρκετά στην απόδοση των χαρακτήρων, οι οποίοι βγαίνουν στο χαρτί εξαιρετικά λεπτοκαμωμένοι και με τεράστια κεφάλια. Επίσης και τα χαρακτηριστικά των προσώπων είναι αρκετά άγρια και δεν αποτυπώνουν τον ρεαλισμό που θα έπρεπε να υπάρχει, λόγω του συγκεκριμένου σεναρίου. Στον αντίποδα, έχουμε ένα τίμιο κι άκρως εύστοχο ασπρόμαυρο χρώμα, με ένα εξίσου πολύ καλό μελάνωμα. Συμπερασματικά, λοιπόν, το σχέδιο το βρήκα μέτριο προς καλό, πάντα σε σχέση με το σενάριο. Η έκδοση έχει μέτριο μέγεθος και είναι δεμένη με καρφίτσα. Το χαρτί στο εσωτερικό είναι ματ, αλλά καλοτυπωμένο, ενώ το εξώφυλλο έχει χαρτονένια υφή και τίμιο πάχος. Στο έξτρα υλικό μπορούμε να συμπεριλάβουμε έναν επίλογο (μάλλον) από τον δημιουργό, καθώς και σημειώσεις για το κόμικ. Τέλος βρίσκουμε μία σελίδα με μία σύντομη βιογραφία του δημιουργού, ενώ υπάρχουν και προσχέδια των πρωταγωνιστών στο πίσω μέρος του εξώφυλλου και του οπισθόφυλλου. Πολλές ευχαριστίες στον φίλο @ nikos99 για την διάθεση του τεύχους.
  2. Η «Τετράς η Ξακουστή του Πειραιώς» σχηματίστηκε το 1934, ήταν η πρώτη κομπανία με μπουζουκομπαγλαμάδες σπεσιαλίστες μουσικούς. Αποτελούνταν από τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Γιώργο Μπάτη, που υπήρξε ο «νονός» του ονόματος της ορχήστρας, και τους Μικρασιάτες Ανέστο Δελιά και Στράτο Παγιουμτζή. Ο Μάρκος ήταν τότε 29 χρονών, ο Δελιάς 22, ο Στράτος 28 με 30 και ο Μπάτης, από τους πρωτομάστορες του ρεμπέτικου, 45 με 50, του οποίου οι ηχογραφήσεις εντοπίζονται από τις αρχές του αιώνα. Μάρκος Βαμβακάρης Το graphic novel «Τετράς η Ξακουστή του Πειραιώς» (εκδ. Μικρός Ήρως) βασίστηκε στο βιβλίο του πεζογράφου-δημοσιογράφου Γιώργου Σκαμπαρδώνη «Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας» και φιλοτεχνήθηκε από τον πολιτικό γελοιογράφο Δημήτρη Κερασίδη, δύο ανθρώπους από τη Θεσσαλονίκη, συνεπαρμένους από την ιστορία της κομπανίας του Μάρκου Βαμβακάρη, τις άγνωστες πτυχές της ζωής του, τον έρωτα του Μάρκου για τη Ζιγκοάλα, τα ναρκωτικά, την τιμή και όλα τα στοιχεία που διαμόρφωσαν το ρεμπέτικο. Το εξώφυλλο σχεδιάστηκε από τον Κωνσταντίνο Σκλαβενίτη. Ο Δημήτρης Κερασίδης και ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης μιλάνε στην Athens Voice για τη δημιουργία του βιβλίου τους «Τετράς η Ξακουστή του Πειραιώς», τον Μάρκο Βαμβακάρη, το ρεμπέτικο και τα κόμικς. Πώς συναντήθηκαν οι δρόμοι σας για το graphic novel «Τετράς, η Ξακουστή του Πειραιώς»; Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Είχα γράψει προ ετών το μυθιστόρημα «Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας» με θέμα μια φάση της ζωής του Μάρκου Βαμβακάρη. Ο φίλος Δημήτρης Κερασίδης, με τον οποίο ήμασταν μαζί επί χρόνια στην ίδια εφημερίδα, το διάβασε και εμπνεύστηκε από εκεί το σενάριο και γενικά τη μετατροπή του σε κόμικς. Επικέντρωσε βέβαια σε εκείνα που τον ενδιέφεραν, δηλαδή κυρίως στην «Ξακουστή Τετράδα του Πειραιώς» με τρόπο δυναμικό, αποσπασματικό, έτσι ώστε να εξυπηρετείται η δική του οπτικοποιημένη αφήγηση. Από εκεί και πέρα, πάλεψε για πολύ καιρό με τα σκίτσα και τους διαλόγους ώστε να φτάσει στο ωραιότατο αποτέλεσμα που έχουμε με το κόμικς του. Δημήτρης Κερασίδης: Με τον Γιώργο εργαζόμασταν στην ίδια εφημερίδα, τη «Θεσσαλονίκη». Όταν αποφάσισα να μεταφέρω μέρη από το έργο του σε graphic novel, του τηλεφώνησα για να πάρω την άδειά του να χρησιμοποιήσω αυτούσιους τους διαλόγους της νουβέλας. «Δημήτρη, κάνε ότι νομίζεις», ήταν η απάντηση. Πώς δουλέψατε πάνω στη μεταφορά του βιβλίου «Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας» σε κόμικ; Ποιες ήταν οι προκλήσεις; Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Σας είπα πως αυτό είναι εξ ολοκλήρου εργασία του Κερασίδη, βασισμένη στο βιβλίο μου. Ο Δημήτρης έφτιαξε μια δική του εκδοχή ώστε να εκφράσει εκείνα που αυτός ήθελε και με τον τρόπο που τον εξυπηρετούσε. Διότι άλλο η λογοτεχνία και άλλο το κόμικ. Κοινοί τόποι υπάρχουν, αλλά το κάθε είδος έχει τα δικά του μυστικά και τη δική του εκφορά. Και το πώς γίνεται κόμικ ένα μυθιστόρημα το ξέρει κυρίως ένας κομίστας. Δημήτρης Κερασίδης: Οι κινηματογραφικές σπουδές και η θητεία μου στις διαφημιστικές παραγωγές ήταν ο οδηγός για το screenplay της νουβέλας. Οι γωνίες λήψης, οι φωτισμοί, η όλη αντίληψη γενικά, είναι καθαρά κινηματογραφικά. Καμία πρόκληση για κάποιον με βιωματική περπατησιά στον ρεμπέτικο δρόμο. Το τρίχορδο μπουζούκι μου είναι δώρο του βιρτουόζου κιθαρίστα και φίλου Φώτη. Γιατί graphic novel; Το θεωρείτε ένα καινούργιο αφηγηματικό είδος; Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Καθόλου καινούργιο. Είναι παμπάλαιο. Απλώς κάθε κομίστας εκφράζεται με το δικό του στιλ, και αφηγηματικά και από άποψη σκίτσου. Φέρνει τη δική του αισθητική, τη δική του γραμμή και αίσθηση. Δεν υπάρχει καινούργιο είδος στην Τέχνη. Αλλά και όλα ξαναγίνονται καινούργια, κάθε φορά που ένας δημιουργός καταθέτει την προσωπική του, πρωτότυπη, ξεχωριστή αίσθηση για τα πράγματα, τη δική του ματιά και το δικό του τάλαντο. Δημήτρης Κερασίδης: Όταν διαβάζεις τις σελίδες του βιβλίου σχηματίζεις προσωπικές εικόνες. Όταν διαβάζεις τα καρέ του graphic novel βλέπεις αντικειμενικές εικόνες. Πόσο μάλλον όταν είναι εποχής. Στην Ελλάδα, καθώς αργήσαμε, ναι, είναι νέο αφηγηματικό είδος και προσμένω συνεχιστές. Γιώργος Σκαμπαρδώνης Τι είναι αυτό που κάνει την ιστορία του «Τετράς της Ξακουστής του Πειραιώς» ενδιαφέρουσα; Αντανακλά στο σήμερα; Δημήτρης Κερασίδης: Ο ίδιος ο Μάρκος ο Βαμβακάρης. Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Καμιά ιστορία δεν οφείλει να αντανακλά στο σήμερα. Και ποιο είναι το σήμερα; Ποιο απ’ όλα, πού και πώς; Κάθε αφήγηση αντανακλά στον εαυτό της και καταξιώνεται όχι τόσο από το θέμα, αλλά από τους όρους εκφοράς της, δηλαδή την αισθητική αξίωση που περιέχει. Και δεν είναι η ιστορία της «Τετράδος» ενδιαφέρουσα, αλλά το πώς τη γράφει, ή τη σκιτσάρει κάποιος. Έπειτα, το «σήμερα» είναι διαρκής ροή, διαφεύγουσα, και δεν συλλαμβάνεται. Γίνεται εύκολα αύριο και χτες. Δημήτρης Κερασίδης Τι κάνει το ρεμπέτικο τόσο ξεχωριστό και διαχρονικό; Δημήτρης Κερασίδης: Το ρεμπέτικο ήταν το λαϊκό μουσικό είδος που άκμασε το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Με επιρροές από το δημοτικό και το μικρασιατικό τραγούδι, αντικατοπτρίζει το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής όπου αναπτύχθηκε και ιδιαίτερα τη ζωή του περιθωρίου. Στην εξέλιξή του, η κοινωνική του βάση επεκτάθηκε στους πρόσφυγες, στην εργατική και τη μεσοαστική τάξη, ενώ στις μέρες μας αναγνωρίζεται ως δημοφιλής πολιτιστική κληρονομιά, λειτουργώντας ως ισχυρό σύμβολο ταυτότητας και ιδεολογίας για την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση. Εξάλλου, το ρεμπέτικο εγγράφηκε στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς το 2016 και στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας της Unesco το 2017. Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Η θεματική και μουσική τους αξία, ο ξεχωριστός τρόπος που παίζονται, τα όργανα που χρησιμοποιούνται, το ύφος τους αλλά και το ύφος ζωής εκείνων που τα δημιούργησαν σε μια ορισμένη εποχή και τρόπο ζωής. Δεν ξαναγίνονται. Αλλά θα ακούγονται πάντα γιατί προφανώς περιέχουν και εκπέμπουν στοιχεία βαθύτερα, που ξεπερνούν κάθε εποχή, και αρέσουν και συγκινούν πάντα. Κουβαλούν εντός τους φορτία διαχρονικά, συχνά ακατανόητα, που νομίζω θα πετυχαίνουν δια παντός αυτό το θαύμα της έκστασης που προκαλεί η σημαντική Τέχνη. Είχε και η Θεσσαλονίκη ζωντανή σκηνή και καλλιτέχνες του ρεμπέτικου την ίδια εποχή με την «Tετράς»; Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Η Θεσσαλονίκη είχε πολλούς τεκέδες και μπουζούκια και μπαρμπουτάδικα από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ακόμα και το 1960 υπήρχαν 600 λέσχες χαρτοπαιξίας. Υπήρχαν πολλοί καλοί παίχτες κι εκείνη την εποχή του ’30, αλλά όχι σημαντικοί δημιουργοί που να γραμμοφωνήσουν τραγούδια και να μείνουν. Δημήτρης Κερασίδης: Θα δανειστώ από το βιβλίο του αείμνηστου Ντίνου Χριστιανόπουλου «Το Ρεμπέτικο και η Θεσσαλονίκη» τι είπε ο Τσιτσάνης την περίοδο της Κατοχής, που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη: «Η Κατοχή υπήρξε η εποχή που έδωσα ότι καλύτερο είχα στην ψυχή μου, που έδωσα ότι πιο αληθινό βγήκε μέσα από τις τραγικές εκείνες συνθήκες. Η Κατοχή, με δυο λόγια, είναι η καρδιά του λαϊκού τραγουδιού». Πώς βλέπετε τη σκηνή των κόμικς στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια; Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Υπάρχει άνθιση και εξαιρετικοί κομίστες. Δεν είναι πολλοί, αλλά κι αυτοί που δρουν είναι αρκετοί. Ίσως τα τελευταία χρόνια λείπουν τα περιοδικά που υπήρξαν σε προηγούμενες δεκαετίες, που πάντα προωθούν και δίνουν βήμα σε νέα ταλέντα. Δημήτρης Κερασίδης: Πιστεύω, δυστυχώς, πως είναι στάσιμη. Περιοδικά όπως Βαβέλ, Μαμούθ, Παραπέντε κ.ά. ανέστειλαν την έκδοσή τους. Η προσπάθεια του Άγγελου Μαστοράκη με το 9 της Ελευθεροτυπίας ήταν μια αναλαμπή για την όποια εγχώρια παραγωγή. Τα τελευταία χρόνια όμως, βλέπω μια επαναδραστηριοποίηση εκδοτικών οίκων στον χώρο των κόμικς, αρκεί να προωθήσουν μαζί με την ξένη και την ελληνική παραγωγή. Σε αυτή την πρωτόγνωρη συνθήκη που καλούμαστε να ζήσουμε, τι μπορεί να μας κρατήσει όρθιους; Δημήτρης Κερασίδης: Η σοβαρότητα, σε μια εποχή που ανθεί η άνοδος της ασημαντότητας. Γιώργος Σκαμπαρδώνης: Ας είμαστε υγιείς και θα κρατηθούμε όρθιοι μια χαρά. Ο καθένας έχει τους δικούς του τρόπους και τις δικές του μανίες και κρατιέται απ’ ότι τον συγκινεί και απ’ ότι μπορεί να βρει. Το θέμα είναι να κρατήσουμε όρθιους και τους άλλους. Η Τετράς η Ξακουστή του Πειραιώς Το graphic novel «H Τετράς η Ξακουστή του Πειραιώς» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως. Και το σχετικό link...
  3. Υμνώντας το επαναστατικό ρεμπέτικο Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Υπάρχουν ατέλειωτες λέξεις στην ελληνική γλώσσα που καταλήγουν σε «-κρατία». Η «Ρεμπετοκρατία» μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε στο λεξικό. Επινοήθηκε από τους Νίκο Κάρμάν και Νίκο Παπαμιχαήλ για μια ενδιαφέρουσα σειρά κόμικς με το ρεμπέτικο τού σήμερα στο επίκεντρο Η «Ρεμπετοκρατία» είναι «μια ιστορία για το ρεμπέτικο, μια παρέα και μια επανάσταση» όπως πληροφορούν τα οπισθόφυλλα των δύο, μέχρι σήμερα, τευχών της ενδιαφέρουσας αυτοέκδοσης. Ο Νίκος Καρμάν στο σενάριο και ο Νίκος Παπαμιχαήλ στα σχέδια φαίνεται να γνωρίζουν πολύ καλά το αντικείμενο και να έχουν εντρυφήσει στην ιστορία του ρεμπέτικου. Δεν επιχειρούν όμως να γράψουν αυτή την ιστορία αλλά να αφηγηθούν μια δική τους ιστορία γεμάτη ρεμπέτικη ατμόσφαιρα και πολλά τραγούδια στην ταραγμένη σύγχρονη Ελλάδα. Χωρίς φολκλόρ και νοσταλγία αλλά με το βλέμμα στο αύριο και σε όλες τις κοινωνικές διεργασίες που συντελούνται εδώ και τώρα. Και ξεκαθαρίζουν από τον πρόλογό τους την οπτική τους: «Οι μελετητές δεν έχουν καταλήξει ακόμα στην ορθή ετυμολογία του όρου “ρεμπέτικο”, μα για εμάς το ρεμπέτικο και ειδικότερα ο ρεμπέτης σημαίνει άνθρωπος του περιθωρίου, της διαφορετικότητας, εκφραστής της αταξίας, της ελευθερίας και της περιπλάνησης, με λίγα λόγια ο άνθρωπος με ελεύθερη σκέψη». Η ιστορία της «Ρεμπετοκρατίας» ξεκινά από την πλατεία Εξαρχείων με τα ΜΑΤ παραταγμένα απέναντι σε διαδηλωτές και την πόλη να μυρίζει χημικά και δακρυγόνα. Ο μουσικός-πρωταγωνιστής βρίσκει καταφύγιο σε ένα μπαράκι της περιοχής και εκεί στήνεται μια αυτοσχέδια κομπανία σε πείσμα των ένστολων που τρομοκρατούν τον κόσμο. Γι’ αυτό και οι ρεμπέτες μας τραγουδούν «Τούτοι μπάτσοι που ‘ρθαν τώρα, τι γυρεύουν τέτοιαν ώρα, ήρθανε να μας ρεστάρουν και τα σέα να μας πάρουν, μπάτσοι και χωροφυλάκοι μας το κλείσαν το τσαρδάκι, μάγκες πιάστε τα γιοφύρια, μπάτσοι κλάστε μας τα’ αρχίδια». Ο τίτλος του πρώτου μέρους της σειράς είναι «Γκεζί», ρεμπέτικος όρος για την παρέα, τη συνάντηση από το τουρκικό «gezi» που σημαίνει «εκδρομή, περιήγηση» ενώ το δεύτερο μέρος τιτλοφορείται «Εσμέρ», τουρκική λέξη για τη μελαχρινή γυναίκα μια και κάνει την εμφάνισή της στη σειρά η ρεμπέτισσα τραγουδίστρια που θα συντροφεύσει τους άντρες μουσικούς. «Η κύρια θεματολογία του ρεμπέτικου είναι ο έρωτας, τα ναρκωτικά, η φυλακή, ο θάνατος, η ξενιτιά, ο πόλεμος, η φτώχεια, η εργασία, η ασθένεια, η πορνεία, οι μικρές λύπες, και καημοί των ανθρώπων, θέματα της καθημερινής ζωής. Το ρεμπέτικο είναι η επαναστατική ροκ μουσική του χτες και το θεμέλιο της ελληνικής μουσικής του σήμερα. Το ρεμπέτικο είναι στάση ζωής. Το ρεμπέτικο είναι κίνημα. Το ρεμπέτικο είναι ιδέα» δηλώνουν οι Καρμάν και Παπαμιχαήλ στον πρόλογό τους υπό μορφή μανιφέστου. Και πράγματι όλα τα θέματα που αναφέρουν εξακολουθούν να απασχολούν τη σύγχρονη Ελλάδα και ίσως περισσότερο από τις δεκαετίες κατά τις οποίες άνθησε το ρεμπέτικο, κάτι που ερμηνεύει και την επιβίωσή του μέχρι σήμερα αλλά και το μεγάλο καλλιτεχνικό, ιστορικό και ερευνητικό ενδιαφέρον γι’ αυτό. Πρόσφατα άλλωστε σε αυτήν την κατεύθυνση ήταν ενταγμένο και το «Ρεμπέτικο - Το Κακό Βοτάνι» (κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις της Ελευθεροτυπίας και στη συνέχεια από τις εκδόσεις Γνώση) του David Prudhomme αλλά και η τριλογία του Πέτρου Χριστούλια με πρωταγωνιστή τον Καπετάν Νυχτερίδα (εκδόσεις Jemma). Στο πλαίσιο αυτό είναι εξαιρετικά χρήσιμα σε κάθε τεύχος τα ευσύνοπτα και σύντομα κείμενα των Καρμάν και Παπαμιχαήλ με τα βιογραφικά στοιχεία εμβληματικών μορφών του ρεμπέτικου τραγουδιού (Γιαννάκης Ιωαννίδης, Μάρκος Βαμβακάρης, Ρόζα Εσκενάζυ, Γιώργος Μπάτης). Σημαντικότερη όλων ωστόσο (θα πρέπει να) είναι η ίδια η ιστορία τους που σιγά σιγά χτίζεται: οι χαρακτήρες σταδιακά αποκτούν περιεχόμενο και η πλοκή γίνεται ενδιαφέρουσα. Παρακαταθήκη για τις επόμενες συνέχειες αφήνει η σκοτεινή ασφαλίτικη φιγούρα στο κλείσιμο του δεύτερου τεύχους που προετοιμάζει τους αναγνώστες για σεναριακές εξελίξεις σε μια σειρά που ξεκίνησε με υποσχέσεις. Και απ’ ό,τι φαίνεται θα της τηρήσει, κάτι που θα ήταν ευκολότερο και πιο ασφαλές αν η περιοδικότητα δεν ήταν ετήσια αλλά συχνότερη. Πηγή
  4. Ένα τετρασέλιδο άρθρο για το Ρεμπέτικο, από τη Χριστίνα Μπάτρα... Τέσσερις μάγκες στον Περαία.cbr Αφιερωμένο στον DJO.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.