Search the Community
Showing results for tags 'βήμα'.
-
O Ανδρέας Πετρουλάκης, πολιτικός γελοιογράφος στις μεγαλύτερες εφημερίδες και σε πλήθος εντύπων εδώ και δεκαετίες, μιλάει για την άδοξη τέχνη του. Η συνέντευξη που ακολουθεί μπορεί να σας φανεί ασυνήθιστη. Συνήθως μιλάμε με κάποιον επειδή βρίσκεται στην επικαιρότητα για κάποιον λόγο. Στην περίπτωση του Ανδρέα Πετρουλάκη, του ανθρώπου που μας κάνει καθημερινά να γελάμε, αυτό δεν ισχύει. Μπορεί ο ίδιος να λέει πως η τέχνη της γελοιογραφίας είναι η πλέον άδοξη, καθώς γεννιέται και πεθαίνει την ίδια μέρα, στην πραγματικότητα όμως η δουλειά του Πετρουλάκη δεν αποτυπώνει απλώς την επικαιρότητα, χαρακτηρίζεται πάντα από την επικαιρότητα. Συναντήσαμε λοιπόν αυτόν τον εργάτη του εφήμερου και μιλήσαμε μαζί του ένα πρωινό Κυριακής στο Παγκράτι, ξεκινώντας να συζητάμε ακριβώς γι’ αυτό: το εφήμερο στοιχείο της γελοιογραφίας. ― Κύριε Πετρουλάκη, καθώς ερχόμουν, σκεφτόμουν πως αυτή θα είναι μια περίεργη συνέντευξη. Συνήθως έχω στα χέρια μου κάποιο πρόσφατο βιβλίο, κάποιο άλμπουμ, κάτι που έφτιαξε ο συνεντευξιαζόμενος. Εδώ δεν έχουμε κάτι τέτοιο. Έχουμε ένα μεγάλο σώμα από εφήμερα σκίτσα. Είναι η πιο άδοξη τέχνη. ― Γιατί άδοξη; Γιατί «ό,τι κάνω γεννιέται το πρωί και πεθαίνει το ίδιο βράδυ». Η γελοιογραφία είναι αυτό ακριβώς. Οι καλύτερες γελοιογραφίες είναι αυτές που ζουν μία μέρα. Που έχουν τον παλμό της ημέρας. Που προκαλούν ένα αντανακλαστικό γέλιο ανθρώπων που συμμετέχουν, ας πούμε, στο ίδιο παραμύθι. Μετά δεν έχει διάρκεια, ζωή. ― Κι όμως. Ξεφυλλίζοντας άλμπουμ με γελοιογραφίες σας από τα 90s, με έπιανα να γελάω συχνά. Ναι, αλλά πρέπει να τα θυμάσαι. Και είναι άχαρο να σ’ τα θυμίζουν για να γελάσεις. Οι περισσότεροι δεν τα θυμούνται. ― Γι’ αυτό και δεν βγάζετε πια άλμπουμ; Ναι. Και όλα τα άλμπουμ στο πόδι τα έβγαλα. Δεν είχα καμιά ιδιαίτερη διάθεση να τα βγάλω. Μερικά τα έβγαλα νέος, άλλα με πίεσαν φίλοι να τα βγάλω. Το βρίσκω λίγο άχαρο. Ούτε οι εκθέσεις μού αρέσουν ούτε τα λευκώματα. Αυτό που μου αρέσει είναι να κάνω ένα ωραίο σκίτσο αύριο. ― Ισχύει αυτό που λένε ότι «είσαι τόσο καλός όσο το επόμενό σου σκίτσο»; Καταρχάς – αυτό είναι προς απόδειξη – είμαι τόσο καλός όσο το τελευταίο μου. ― Πώς μπήκατε σ’ αυτή τη δουλειά; Υπηρετούσα στο Πολεμικό Ναυτικό. Τα ταξίδια ήταν τρομερά πολυήμερα. Έναν μήνα το κάθε ταξίδι. Διάβαζα, ζωγράφιζα και, καθώς προέρχομαι από μια πολύ πολιτικοποιημένη γενιά, διάβαζα και εφημερίδες. Είμαστε η γενιά της Μεταπολίτευσης, ήταν πολύ μέσα στη ζωή μας η πολιτική. Οπότε ο χώρος μού ήταν πολύ οικείος. Πάντα είχα τη λόξα της εφημερίδας, της πολιτικής, της επικαιρότητας και επίσης διάβαζα φανατικά κόμικς. Και φυσικά τις γελοιογραφίες των παλαιότερων, που από πολύ μικρή ηλικία προσπαθούσα να αντιγράψω: τον Κώστα και τον Βασίλη Μητρόπουλο, τον Κυρ, τον Ηλία Σκουλά. Έτσι λοιπόν, εκείνο το καλοκαίρι στο Ναυτικό, προσπαθούσα να αποδώσω πρόσωπα της τότε επικαιρότητας με γελοιογραφικό τρόπο, σε πολύ πρώιμο στάδιο φυσικά, καμία σχέση με τον τρόπο που το κάνω σήμερα. Ήταν όμως τότε τα πρόσωπα της πολιτικής επικαιρότητας πρόσωπα μεγάλου διαμετρήματος: Καραμανλής, Παπανδρέου, Φλωράκης, Μητσοτάκης, Κύρκος. Πολιτικοί που, αν έκανες ένα σκίτσο γι’ αυτούς, προσέλκυε το κοινό μόνο και μόνο ο πρωταγωνιστής. Ειδικά τα χρόνια που ξεκίνησα εγώ, είχαμε τον Ανδρέα Παπανδρέου, έναν «μάγο» της πολιτικής, που έκανε εντυπωσιακές κινήσεις. Ο Τύπος δεν βαριόταν ποτέ μαζί του, ήταν πολύ πρόσφορο το έδαφος. Τώρα νομίζω ότι για έναν νέο συνάδελφο είναι πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα. Πολύ πιο λίγοι οι πρωταγωνιστές. ― Και όχι τόσο «γελοιογραφήσιμοι»; Μερικοί είναι, αλλά έχει μεγάλη σημασία και το βεληνεκές που έχουν στη δημόσια ζωή. Αν έχεις για παράδειγμα, έναν γραφικό υφυπουργό ενός όχι και τόσο σημαντικού υπουργείου και κάνεις ένα καλό σκίτσο, οι μισοί δεν ξέρουν το πρόσωπο και οι άλλοι μισοί δεν ξέρουν το γεγονός. ― Νιώθετε πως είναι είδος προς εξαφάνιση η δουλειά του γελοιογράφου; Το βασικό πρόβλημα είναι η συρρίκνωση των εφημερίδων: χαμηλά μπάτζετ, μικρός αριθμός εφημερίδων και σελίδων. Πολλοί θεωρούν τη γελοιογραφία πολυτέλεια, εγώ θεωρώ ότι ένας καλός γελοιογράφος είναι σημαντικό asset για μια εφημερίδα, ακόμα και για μια ολιγοσέλιδη ή χαμηλής κυκλοφορίας εφημερίδα. Αυτό έχει ως συνέπεια πολλοί συνάδελφοι να μη δημοσιεύουν ή να δημοσιεύουν στο ίντερνετ ή να κάνουν παραπλήσιες δουλειές. Κάτι που ίσως προκάλεσε και μια επιπρόσθετη ανάπτυξη των κόμικς. ― Ξεκινήσατε στο «Βήμα» το 1985; Στο «Αντί» πρώτα το 1984, για ένα μικρό διάστημα κάνοντας κόμικς κοινωνικά, όχι πολιτικά, και το 1985 πήγα στο «Βήμα». ― Έχετε συμπληρώσει λοιπόν 40 χρόνια ως γελοιογράφος. Μη λέμε νούμερα, παρακαλώ. (γέλια) Το «Αντί» ήταν ένα περιοδικό ελεύθερης έκφρασης πολλών ανθρώπων, και ερασιτεχνών. Ήταν ένα πολύ ανοιχτό έντυπο. Ήμουν τότε πιτσιρικάς και έγραφε ο Χρήστος Παπουτσάκης, ο εκδότης του περιοδικού, στην ταυτότητα «Σκίτσα: Ιωάννου, Καλαϊτζής, Πετρουλάκης». Έζησα μια αυταπάτη μ' αυτό. Θεώρησα ότι ήμουν ήδη γελοιογράφος. Το επάγγελμα αυτό είναι παράξενο. Δεν μπορείς να πεις «θέλω να γίνω γελοιογράφος». ― Αυτή η γενναιοδωρία του Χ. Παπουτσάκη σάς βοήθησε να σταθείτε στα πόδια σας ως γελοιογράφος; Όχι, καθόλου. Ίσα ίσα. Σ’ ένα τεύχος δημοσιευόταν κάτι δικό μου, σε δύο δεν δημοσιευόταν. Ήταν ένα άναρχο περιοδικό. Κάποια στιγμή μάζεψα κάποια σκίτσα και τα έστειλα σε διευθυντές εφημερίδων. Και απάντησε ο Ψυχάρης. Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη που έγινε εξώφυλλο στην Athens Voice (11.12.2003) Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη που έγινε εξώφυλλο στην Athens Voice (11.10.2006) ― Πώς ήταν ο Ψυχάρης; Για τον Ψυχάρη έχουν ειπωθεί διάφορα πράγματα. Δεν τον έζησα για μεγάλο διάστημα ώστε να έχω μια στέρεη άποψη. Ήμουν και μικρός, οπότε ίσως να μην μπορούσα να εκτιμήσω πράγματα και καταστάσεις. Εμένα με βοήθησε πολύ πάντως. Ήταν και υποστηρικτικός και διδακτικός με έναν τρόπο. Δεν με απόπαιρνε. Μου έλεγε: «Αυτό δεν μπορούμε να το πούμε». Ή για μια έκφραση έλεγε: «Δεν μιλάει έτσι ο Καραμανλής. Τι το βάζεις αυτό στη γλώσσα του Καραμανλή; Δεν θα το έλεγε ποτέ έτσι». Τέτοια πράγματα, που για μένα ήταν άγνωστα, δεν μπορούσα καν να τα φανταστώ. Δημοσίευε τακτικά τα σκίτσα μου στο «Βήμα», το οποίο τότε ήταν ημερήσιο, μετά έγινε εβδομαδιαίο. Στο μεταξύ άρχισα να καταλαβαίνω ότι ήθελα να μείνω σ’ αυτή τη δουλειά, γιατί ξεκίνησα με μια αντίληψη ερασιτέχνη. Σιγά σιγά όμως μου άρεσε. Σκεπτόμουν πως, αν δημοσίευα μόνο μία φορά την εβδομάδα στο Κυριακάτικο πια «Βήμα», δεν υπήρχε περίπτωση ούτε εγώ να ωριμάσω ούτε να γίνω γνωστός, οπότε πήγα και του είπα: «Κύριε Ψυχάρη, θα φύγω». «Πού θα πας;» «Στην “Αυγή”». Ο Ψυχάρης μού είπε τότε: «Είσαι παιδί του “Βήματος”, δεν μπορείς να δουλεύεις και στο “Βήμα” και στην “Αυγή”. Είσαι πολύ μικρός ακόμα, αλλά αν θέλεις να γυρίσεις στο “Βήμα”, μπορείς». Πήγα στην “Αυγή”, που τότε τη διηύθυνε ο Γιάνναρος. ― Ανήκατε, όπως είπατε πριν, στη γενιά του Πολυτεχνείου. Αισθανόσασταν πιο οικεία σ' αυτόν τον χώρο; Πολιτικά τότε είχαμε όλοι, ας το πούμε, μια αριστερή «πετριά». Δεν ήμουν ποτέ κομματικά ενταγμένος, αλλά γενικά υπήρχε μια ροπή των νέων μετά τη Μεταπολίτευση προς την Αριστερά. Μου ήταν πολύ φιλικός ο χώρος, και στο Πανεπιστήμιο μ’ αυτά τα παιδιά έκανα παρέα. Πήγα έτσι, δοκιμαστικά κι έμεινα δεκαπέντε χρόνια. Την «Αυγή» της εποχής αυτής την αγάπησα, αγάπησα τους ανθρώπους, με τους οποίους διατηρώ ακόμα στενές σχέσεις. Δεν είναι βέβαια στον χώρο της Αριστεράς πια οι περισσότεροι απ' αυτούς. Τη θεωρώ μεγάλο σχολείο. Όταν αργότερα ήρθε στην εξουσία η κυβέρνηση Τσίπρα, η προϋπηρεσία μου στην «Αυγή» με βοήθησε να δω πιο καθαρά. Είχα πια και μεγαλύτερη ωριμότητα για να καταλάβω ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν την προπαρασκευή για να αναλάβουν την κεντρική εξουσία. Ήταν πολλοί από αυτούς χρήσιμες αιρετικές φωνές. Η συμβολή τους και η συνεισφορά τους ήταν συχνά πολύτιμη όταν ήταν στην εξουσία άλλα κόμματα: ήταν οι μόνοι που μιλούσαν συχνά για οικολογία, για δικαιώματα. Το πρόβλημα ήρθε όταν αυτά αποτέλεσαν την κεντρική ύλη της πολιτικής. Ήξερα ενστικτωδώς ότι δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν. Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη που έγινε εξώφυλλο στην Athens Voice (10.11.2010) Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη που έγινε εξώφυλλο στην Athens Voice (28.06.2015) ― Μπήκατε πολύ νεαρός σε μια πολύ μεγάλη εφημερίδα όπως το «Βήμα». Τι σας είχε εντυπωσιάσει τότε; Είχα μάθει από τους πρώτους ότι ο Παπανδρέου δεν θα πρότεινε Καραμανλή για Πρόεδρο της Δημοκρατίας αλλά Σαρτζετάκη. Το έμαθα πριν το μάθουν πολιτικοί! Είχα πάει εκείνο το πρωί του Σαββάτου στην εφημερίδα και έκανα ένα σκίτσο που έδειχνε ότι ο Παπανδρέου θα πρότεινε Καραμανλή, και ο Ψυχάρης, που ήταν φίλος του Κουτσόγιωργα και είχε μάθει τι θα συνέβαινε, μου αποκάλυψε ότι θα πρότεινε τον Σαρτζετάκη. Είχα τρελαθεί. Έπαιρνα τηλέφωνο τους φίλους μου, τους το έλεγα και δεν με πίστευαν. Είναι βέβαιο πως δεν το ήξεραν ούτε πολύ υψηλόβαθμα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Τότε είπα θα μείνω στις εφημερίδες. Ένιωσα ότι εδώ είναι το κέντρο των εξελίξεων. Έπαιξε μεγάλο ρόλο αυτό για μένα. Είχα βέβαια και άγνοια κινδύνου, με την έννοια ότι δεν λογάριαζα και σε όλη μου τη ζωή να δουλεύω ως γελοιογράφος. Στην αρχή είχα νοοτροπία ερασιτέχνη. Το έκανα για τον εαυτό μου. Γούσταρα. Μου λέγανε και οι φίλοι μου: «Τι λες, ρε μεγάλε! Δημοσιεύεις στο “Βήμα”;» (γέλια). Είχε βάλει και μερικά σκίτσα μου στο πρωτοσέλιδο ο Ψυχάρης, οπότε ξέρεις, στον στενό μου κύκλο είχε γίνει χαμός. Μου άρεσε όλο αυτό. Άλλωστε επαγγελματικά το μέλλον μου δεν εξαρτιόταν από αυτό τότε. Αυτό συνέβη πολύ αργότερα. Το λέω και στα νέα παιδιά που ζωγραφίζουν κι έρχονται και μου λένε «Θέλω να γίνω γελοιογράφος». Δεν ξέρεις αν μπορείς να γίνεις γελοιογράφος. Είναι μερικά επαγγέλματα στα οποία δεν ξέρεις αν μπορείς να ανταποκριθείς. ― Τι χρειάζεται να έχει ένας γελοιογράφος; Χρειάζεται να έχει μια πολιτική αντίληψη. Αν μιλάμε για πολιτικούς γελοιογράφους. Να έχει αίσθηση του χιούμορ. Να ζωγραφίζει κάπως καλά, γιατί το σκίτσο είναι εργαλείο, πρέπει να αποδίδει τις εκφράσεις των προσώπων, τις κινήσεις των σωμάτων, τον περιβάλλοντα χώρο, έστω και ελλειπτικά. Πρέπει ο αναγνώστης να λάβει αστραπιαίες πληροφορίες. Δεν είναι να εξηγήσεις κάτι, γιατί μέχρι να εξηγήσεις, πάει το αστείο, έφυγε. Πρέπει κάποιος, με το που δει το σκίτσο, να εγκλιματιστεί αμέσως – πού βρίσκεται, ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές και σε τι κατάσταση βρίσκονται. Το σκίτσο είναι το τρένο, είναι ο τρόπος που θα βάλεις τον αναγνώστη σε μια δεκτική κατάσταση, ώστε να δεχτεί το αστείο ή ό,τι άλλο θέλεις να πεις. ― Στην «Αυγή» μείνατε 15 χρόνια. Και το 2000 περάσατε από την «Αυγή» στην «Καθημερινή», σ’ έναν χώρο πολύ διαφορετικό, μια εφημερίδα δεξιού προσανατολισμού, ενίοτε συντηρητική. Πώς το αποφασίσατε; Κι όμως δεν ήταν έτσι. Η «Καθημερινή» είναι ένας χώρος με μεγάλη ελευθερία, με μεγάλο σεβασμό στη δουλειά σου, με μια εσωτερική ησυχία και μια μακρά παράδοση, που πέρασε μεν από χίλια μύρια κύματα, αλλά είναι μια ώριμη αστική εφημερίδα, με μεγάλη δεκτικότητα στο να φιλοξενήσει μια γκάμα απόψεων διαφορετικών από τις κυρίαρχες του συντηρητικού χώρου. Όταν πήγα στην «Καθημερινή» είχε ήδη πολλούς δημοσιογράφους με αριστερές καταβολές που ήταν όλοι τους πολύ αρμονικά ενταγμένοι. Μέχρι και σήμερα αποτελούν μερικά από τα εμβληματικά ονόματα της εφημερίδας. Δεν δυσκολεύτηκα απ’ αυτή την άποψη. Άλλωστε στο διάστημα που ήμουν στην «Αυγή», δούλεψα και σε άλλες εφημερίδες και περιοδικά – στην «Πρώτη», στο «Έθνος», στη «Μεσημβρινή», στον «Επενδυτή», στο «Κλικ», στο «ΜΕΝ», στο «Μετρό», στη «Γαλέρα». Ήμουν καλά στην «Αυγή», δεν ήθελα να φύγω. Όμως γύρω στο 2000 άρχισα να νιώθω ότι η «Αυγή» ήταν ένας «στενός» χώρος. Πολιτικά είχε αρχίσει να χάνει την αίγλη και την πνευματικότητα που είχε παλαιότερα. Οι συνεργάτες υψηλού επιπέδου άρχισαν λίγο λίγο να αραιώνουν. Εκείνη τη στιγμή της καριέρας μου ένιωσα πως δεν μου έκανε καλό η «πάνδημη» αποδοχή από ένα πολύ μικρό κοινό. Έβρισκα ανταπόκριση και έξω απ’ αυτό, αλλά πρακτικά, όταν έχεις ένα συγκεκριμένο κοινό που σε ακολουθεί πολλά χρόνια, δεν θα σου μάθει τι είσαι. Δεν θα σου μάθει ποιος είσαι. Σε καθησυχάζει, κι αυτό δεν είναι σωστό. Ήταν εν πολλοίς η αίγλη ενός μικρόκοσμου, κάτι που επαγγελματικά δεν είναι καλό. Έτσι λοιπόν πήγα στην «Καθημερινή». ― Αλλάξατε λοιπόν εφημερίδα το 2000. Είχατε να αντιμετωπίσετε αφενός το άγχος της αλλαγής περιβάλλοντος, αφετέρου το γεγονός ότι στην εξουσία βρισκόταν μια κυβέρνηση που προετοίμαζε μεγάλες μεταρρυθμίσεις και έργα και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στην Ευρώπη. Ήρεμα τα πράγματα γενικά. Πώς ήταν εκείνη η περίοδος. Μπορούσατε να τη γελοιογραφήσετε με ευκολία; Κάθε φορά που απευθύνεσαι σ’ ένα καινούργιο κοινό αγχώνεσαι, γιατί νιώθεις πως έχεις προσωπική επαφή με τον κάθε αναγνώστη σου, κι όταν αλλάζεις μέσο – αυτό στη δική μου περίπτωση δεν ισχύει απολύτως – νιώθεις ότι απευθύνεσαι σε ξένους, που πρέπει να σε μάθουν από την αρχή. Έχεις διαρκώς την αμφιβολία αν τη γλώσσα που οι άλλοι καταλάβαιναν θα την καταλαβαίνουν και οι καινούργιοι. Η γελοιογραφία, όντας ένα ελλειπτικό είδος, θέλει κι έναν εκπαιδευμένο αναγνώστη, κι εγώ δεν ήξερα ποιοι απ’ αυτούς ήταν και ποιοι δεν ήταν. Πάντως τις εποχές που είναι ήρεμα τα πράγματα, μπορώ να πω ότι μπορείς να κάνεις καλύτερες γελοιογραφίες. Άλλωστε κάνεις καλύτερα σκίτσα για προσωπικότητες που συμπαθείς παρά γι’ αυτούς που σε θυμώνουν. ― Δεν δείχνετε να «μισείτε» τους πρωταγωνιστές σας. Καθόλου. Όποιος μισεί τους πρωταγωνιστές του δεν κάνει καλές γελοιογραφίες. Δεν χωράει μίσος σε όλο αυτό. Το χιούμορ δεν πρέπει να έχει βαρβαρότητα ή εχθροπάθεια, δεν πρέπει να είναι τοξικό. Δεν υπάρχει χιούμορ σ’ αυτές τις συνθήκες. Οι γελοιογραφίες είναι αστεία ανθρωπάκια, επομένως με κάποιον τρόπο, ακόμα κι αν τους αντιπαθείς, τους κάνεις συμπαθείς. Πρέπει να είσαι προσεκτικός σε αυτό. Για παράδειγμα, σε σκίτσα για τη Χρυσή Αυγή – όχι μόνο εγώ, κι άλλοι – δεν αποτυπώναμε τα πρόσωπα των χρυσαυγιτών με ακρίβεια και με ανθρώπινα χαρακτηριστικά, γελαστά, έκπληκτα κ.λ.π. Τα έκανα πάντα θυμωμένα, απωθητικά. Δεν ήθελα να συμβάλω στην εξοικείωση του κόσμου με αυτά τα πρόσωπα. Αυτή τη στάση την είχα μόνο απέναντι σε εχθρούς της δημοκρατίας. Όποιος είναι εχθρός της δημοκρατίας, στα σκίτσα μου αποκλείεται να γίνει συμμέτοχος στο αστείο. Θα γίνει στόχος του αστείου. Δεν θα είναι αυτοί τα συμπαθητικά ανθρωπάκια που συμμετέχουν σε ένα σκετς. Αν αυτό αντίστοιχα το έκανες σε πρωθυπουργούς, πολιτικούς, δημόσια πρόσωπα κ.λ.π., στην ουσία μεγάλο μέρος της ύλης σου θα ήταν ποτισμένο με μίσος. Δεν υπάρχει χιούμορ εκεί. Παρ’ όλα αυτά, αυτούς που μπορεί να συμπαθούσα περισσότερο ενδεχομένως να μπορούσα να τους ψυχρογραφήσω και καλύτερα, ίσως να μπορούσα να αναδείξω και κάποιες ανατροπές, κάποιες αστείες πλευρές. Το καλύτερο βέβαια είναι να μην ταυτίζεσαι. Να έχεις μια απόσταση. Και γενικά δεν μ’ αρέσει να έχω σχέσεις με πολιτικούς, μετά δεν μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου. ― Η πιο δύσκολη περίοδος για εσάς σε αυτό το επάγγελμα ποια ήταν; Υπήρξαν και υπάρχουν δύσκολες περίοδοι, όταν είχαμε ένα ομοιόμορφο πολιτικό σκηνικό που σχοινοτενώς τραβούσε επί εβδομάδες και μήνες. Με τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν γινόταν ποτέ. Ο άνθρωπος ήταν μάγος της πολιτικής και χαρισματικός πρωταγωνιστής της γελοιογραφίας. Σκίτσο σχεδιασμένο ειδικά για την επέτειο των 5 χρόνων της Athens Voice, τεύχος 231, 22 Οκτωβρίου 2008. Σκίτσο σχεδιασμένο ειδικά για την επέτειο των 10 χρόνων της Athens Voice, τεύχος 459, 20 Νοεμβρίου 2013. Σκίτσο σχεδιασμένο ειδικά για την επέτειο των 20 χρόνων της Athens Voice, τεύχος 891, 2 Νοεμβρίου 2023. ― Τηλέφωνα από πολιτικούς δέχεστε συχνά; Οι περισσότεροι έχουν την εμπειρία και την εξυπνάδα, ακόμα και δίκιο να έχουν, να μην τα βάλουν μ’ έναν γελοιογράφο. Οι περισσότεροι σε παίρνουν να σου πουν συγχαρητήρια γι’ αυτό που έκανες εναντίον του άλλου. Μπορώ να πω ότι ένας άνθρωπος ο οποίος συστηματικά μάζευε ο ίδιος γελοιογραφίες, όχι κάποιος γραμματέας, ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος. Μου έλεγε πάντα διάφορα ωραία λόγια και ότι, όταν θα τελείωνε τη θητεία του, θα έκανε μια μεγάλη έκθεση με γελοιογραφίες που τον αφορούσαν στην Ελευσίνα. Καταλάβαινες ότι επρόκειτο για έναν ευφυή άνθρωπο, λάτρη της γελοιογραφίας, αγαπούσε το χιούμορ. Κρατούσε ακόμα και τις γελοιογραφίες που τον «διέλυαν». Δεν πρόλαβε να το κάνει. Ελπίζω να το κάνει η οικογένειά του. Όλα τα σκίτσα υπάρχουν. Επίσης ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ζητούσε γελοιογραφίες. Εκτιμούσε τις καλές γελοιογραφίες. ― Φοβηθήκατε κάποια στιγμή με αφορμή κάποιο σκίτσο ή κάποιο άρθρο σας; Ο φόβος ο πραγματικός είναι αν έκανες λάθος. Αν έχεις πίστη σε αυτό που κάνεις, δεν υπάρχει φόβος. Προφανώς αυτές τις δεκαετίες είχα κατά καιρούς αμφιβολίες για κάποια σκίτσα, αποδείχθηκε όμως ότι ποτέ δεν ήταν κάτι σοβαρό. Υπάρχουν άλλα που ξέρω ότι θα προκαλέσουν και προκάλεσαν τηλεφωνήματα, απειλές, μηνύσεις. Μου ζητούσαν εκατομμύριο ο ένας, εκατοντάδες χιλιάδες ο άλλος. Ποτέ δεν τους φοβήθηκα αυτούς. Είχα πίστη σ' αυτό που έκανα. Και το σχετικό link...
-
- 5
-
-
-
- ανδρέας πετρουλάκης
- αντί
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Το 2003 η εφημερίδα "ΒΗΜΑ" καινοτομεί και φιλοξενεί σαν ένθετο το κλασικό "THE NATIONAL GEOGRAPHIC MAGAZINE", το οποίο έχει αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του στην Αμερικανική (κι όχι μόνο) ήπειρο. Τα τεύχη μεταφράζονται στην Ελληνική γλώσσα και μεταφέρονται αυτούσια στο περιεχόμενό τους, ώστε κι ο Έλληνας αναγνώστης να μπορεί να αποκτήσει τα τεύχη που κυκλοφόρησαν στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα! Τα έντυπα είναι όμορφα σχεδιασμένα, με γερή κόλληση και καλό, γυαλιστερό χαρτί στο εσωτερικό. Εκτός από τα πρωτοποριακά άρθρα για την εποχή, ενδιαφέρον παρουσιάζει και το πλούσιο φωτογραφικό υλικό, που μας κάνει να βγάλουμε το καπέλο όχι μόνο στο αρχικό περιοδικό, αλλά και στην ελληνική μεταφορά του. Άγνωστο πόσα τεύχη κατάφεραν να κυκλοφορήσουν συνολικά, αλλά το σίγουρο είναι ότι η διανομή γινόταν τις Τετάρτες κι όχι με το Κυριακάτικο φύλλο, όπως συνηθίζουν να κάνουν οι εφημερίδες. Να τονίσουμε, τέλος, ότι τα συγκεκριμένα τεύχη (όπως αναγράφεται στα εξώφυλλα) δεν διατίθεται αυτόνομα στα περίπτερα.
-
Την τελευταία ημέρα του 2021, η εφημερίδα "Βήμα", μαζί με την επανακυκλοφορία του ημερολογίου τοίχου του Αρκά, που είχε κυκλοφορήσει τα Χριστούγεννα, χαρίζει στους αναγνώστες κι ένα μικρό βιβλίο με τίτλο "Η Κυριακή και οι εργάσιμες". Αφήνουμε για λίγο ήσυχο τον Θανασάκη να φάει τις πατάτες του κι ασχολούμαστε, λοιπόν, με τις ημέρες της εβδομάδας, οι οποίες λειτουργούν σαν κανονικοί άνθρωποι και μάλιστα με αναπτυγμένη την αίσθηση του χιούμορ. Σε αυτές ξεχωρίζει, βέβαια, η Κυριακή, η οποία είναι πιο ανέμελη και ράθυμη από τις υπόλοιπες ημέρες κι αυτό στέκεται αφορμή να ξεσπάσουν διάφορα ειρωνικά πειράγματα, πάντα με το βιτριολικό χιούμορ του βετεράνου κομίστα. Η έκδοση έρχεται σε μικρές διαστάσεις, έχει τίμιο πάχος στο εξώφυλλο, ενώ το χαρτί στο εσωτερικό είναι γυαλιστερό. Η κόλληση φαίνεται ανθεκτική. Γενικά θα την χαρακτήριζα μία απλή δουλειά, που όμως δεν θα απογοητεύσει εκείνους που δεν ζητούν μεγάλη πολυτέλεια από τις εκδόσεις περιπτέρου. Αφιέρωμα στον Αρκά
-
Εκτάκτως την Παρασκευή με ΤΟ ΒΗΜΑ, ο Αρκάς σας εύχεται...Ευτυχιθμένο το 2022! Eνα μεγάλο, συλλεκτικό ημερολόγιο τοίχου με τις περιπέτειες του απολαυστικού Θανασάκη! Οι σπαρταριστοί διάλογοι με τη μαμά του και τους φίλους του, αλλά και ο μεγάλος του έρωτας για τη Σίσσυ! Αυθεντικό χιούμορ και απολαυστικές ατάκες από τον φοβερό πιτσιρικά με τη θεληματική φράντζα. Αφεθείτε στην παιδική αθωότητα, που τόσο έχουμε ανάγκη! Το αυθεντικό χιούμορ είναι πιο σπάνιο από όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Το δημιουργικό χιούμορ, εκείνο δηλαδή που λαμβάνει και καλλιτεχνική μορφή, αναγνωρίσιμη και δημοφιλή, είναι ακόμη σπανιότερο. Αυτό ακριβώς το πολυδιάστατο πράγμα ενσαρκώνει ο Αρκάς τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ο Θανασάκης ή Σάκης ή «Αθανάθιοθ», όπως λέει ο ίδιος το όνομά του, επειδή δεν μπορεί να πει το σίγμα, ανήκει στις πρόσφατες δημιουργίες του κορυφαίου έλληνα κομίστα. Συνιστά μια δική του σπουδή πάνω στην παιδική αθωότητα, που, μοιραία, όλοι χάνουμε και στην οποία, ευτυχώς, συχνά επανερχόμαστε. Ο Θανασάκης, αυτός ο φοβερός πιτσιρικάς με τη θεληματική φράντζα, ικανός για τον πλέον συντριπτικό κυνισμό αλλά και την πιο γλυκιά τρυφερότητα, είναι η επιτομή εκείνου του μικρού και του τρελού από το οποίο, κατά το κοινώς λεγόμενο, μαθαίνουμε την αλήθεια. Ο Θανασάκης, αφελής και δηκτικός, ένα αυθόρμητο παιδί, αυτό το απίθανο ζιζάνιο, αυτός ο γκρινιάρης αισθηματίας, πρωταγωνιστεί στη νέα προσφορά του «Βήματος». Οι αναγνώστες παρακολουθούν τις περιπέτειές του κατά το 2022, ημερολογιακά, μήνα τον μήνα. Ο Θανασάκης είναι απολαυστικός και έχει μέλλον μπροστά του! ΠΗΓΗ
- 3 replies
-
- 10
-
-
-
-
- αρκάς
- ημερολόγιο
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Ο Κώστας Μητρόπουλος έχει πιο πολλή πλάκα off the record. Η συνέντευξη αυτή έγινε μισή γραπτώς και η άλλη μισή σε μία επίσκεψη στο σπίτι του – μας είχε ετοιμάσει ουίσκι και φιστίκια και μας περίμενε. «Έτσι είναι καλύτερα» είχε πει. «Να σου απαντήσω στις ερωτήσεις και μετά να γνωριστούμε από κοντά και να μιλήσουμε όση ώρα θέλουμε». Αυτό και μόνο αρκεί για να δείξει την εμπειρία του στον τύπο, τη γνώση του για την οικονομία του λόγου και την αξία της αφαίρεσης. Κάτι σαν τα σκίτσα του. Ένας χαρούμενος, οξυδερκής άνθρωπος 93 χρονών, γεμάτος χιούμορ, με γρήγορες ατάκες και παρατηρητικότητα. Που ξυπνάει κάθε πρωί ανελλιπώς, από το 1960, παρακολουθεί την ειδησεογραφία της ημέρας και ετοιμάζει τα σκίτσα του για να τα στείλει στο «Βήμα» και στα «Νέα». Που ζει και σχεδιάζει διαρκώς – διακόπτει μόνο κατά τη διάρκεια των ματς του Ολυμπιακού, όπως λέει. Σχολιάζει τα πάντα με οξεία κρίση, είναι ένας αυθεντικός «εφημεριδάς» παλαιάς κοπής με άφθονες ιστορίες να διηγηθεί – όπως εκείνη με το σκίτσο του, που έγινε σχεδόν από λάθος η αφορμή να τις αρπάξει από τους λογοκριτές της χούντας. Ο Κώστας Μητρόπουλος έχει εκδώσει πολλά βιβλία με ανθολογία σκίτσων στην Eλλάδα και στο εξωτερικό. Έχει εκθέσει και διακριθεί σε διάφορες διεθνείς εκθέσεις και έχει βραβευθεί από την Aκαδημία Aθηνών. Γελοιογραφίες του υπάρχουν σε ελληνικές και ξένες συλλογές ενώ σκίτσα του έχουν αναδημοσιεύσει έντυπα όπως το «Time», οι «New York Times», το «Punch» κ.ά. Μας μιλάει και σκιτσάρει γρήγορα για να μας δείξει την αφαιρετική γραμμή που είναι το στιλ του, «τα δύο μάτια στο πλάι» όπως λέει. Μπροστά του το «Charlie Hebdo» το οποίο αγοράζει πάντα από το Σύνταγμα. Μιλάει για το σεξ και την πολιτική, για το γυμνό και το πώς μπορεί να μην είναι προκλητικό. Άλλωστε αυτό φαίνεται και στο πρόσφατο άλμπουμ του «Γυμνοί στην κρίση», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Ένας άνθρωπος αυθόρμητος και κομψός που μιλάει με «λεζάντες». Είστε ο μακροβιότερος Έλληνας σκιτσογράφος. Πώς είναι να έχετε σκιτσάρει και σατιρίσει σχεδόν όλη τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας; Είναι σαν να ’σουνα στο Μάτι και τη γλίτωσες. Θέλω να πω, δεν μου έκανε ζημιά. Είχε ενδιαφέρον. Πέρασα καλά με τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Σαν ν’ ακούω κάποιον αναγνώστη σας να γκρινιάζει: Ρε, μανία όλοι αυτοί οι παππούδες με τις νεότερες. Τι έχει αλλάξει από τότε μέχρι σήμερα; Τίποτα. Οι ίδιες μαλακίες γίνονται. Και σίγουρα θα γίνονται και προσεχώς. Σας υπόσχομαι ότι θα κάτσω να το σχεδιάσω. Έχει την πλάκα του. Πώς μπήκε το σκίτσο στη ζωή σας; Εγώ μπήκα στο σκίτσο. Αυτό προσπαθεί να βγει μπας και βρει κάνα καλύτερο, αλλά του ’χω κάνει κεφαλοκλείδωμα. Ποια είναι τα πιο σημαντικά σημεία στη ζωή σας; Αυτά που σας διαμόρφωσαν σαν άνθρωπο; Να σας πω τα ελαττώματά μου; Είμαι ακόμα αδιαμόρφωτος. Μερικές φορές μοιάζω κατασταλαγμένος, αλλά είναι πρόσκαιρο. Και ποια θεωρείτε τα σημαντικότερα σημεία της καριέρας σας; Τον καιρό της Χούντας. Ήταν δύσκολα και είχε κι ένα ψιλοκίνδυνο. Όχι να σε σκοτώσουν, ας είμαστε σοβαροί. Αλλά να φας τίποτα σφαλιάρες και κλωτσοπατινάδα. Ποια ήταν η καλύτερη εποχή για να είναι κανείς γελοιογράφος; Νομίζω, η εποχή των υψηλών μισθών. Ήταν πολύ ωραία, μου ’λεγαν συνάδελφοι άλλων εντύπων. Στον οργανισμό Λαμπράκη δεν δόθηκαν ποτέ. Ή εγώ δεν το πήρα χαμπάρι. Με ποιους άλλους σκιτσογράφους κάνατε παρέα; Υπήρχε ανταγωνισμός; Παλιά έκανα με όλους. Τώρα όχι. Διαισθάνομαι ότι ενοχλώ, ειδικά τους νεότερους, εκτός από τον Κώστα Σκλαβενίτη, τον καινούργιο σκιτσογράφο στα «ΝΕΑ» που σχεδιάζει μ’ έναν τρόπο φρέσκο και κεφάτο. Και έχουμε μια καλή φιλική σχέση. Γιατί όχι μ’ όλους; Δεν ξέρω. Η γυναίκα μου λέει ότι φταίει που εξυπνακίζω! Μπορεί. Σήμερα, πώς περνά μία μέρα σας; Άστε το. Μη με κάνετε να θυμηθώ πώς περνώ μια μέρα μου. Κάθε βράδυ που το συνειδητοποιώ γίνομαι έξω φρενών. Αγαπάτε την Αθήνα; Ποια είναι η αγαπημένη σας βόλτα; Πάρα πολύ. Κάθε φορά που βρισκόμουν εκτός πόλεως και χώρας λύσσαγα να γυρίσω. Όχι μόνο γιατί είχαν τελειώσει τα λεφτά. Την αγαπημένη μου βόλτα την ψάχνω ακόμα. Πώς σας φαίνονται οι σημερινοί Αθηναίοι; Φίλε Γιάννη, δεν υπάρχουν «Αθηναίοι». Ο τελευταίος πέθανε προ ετών. Λεγόταν Σκουζές. Οι εναπομείναντες είμαστε όλοι βλάχοι. Ακόμα και οι γεννηθέντες εδώ, από γεννηθέντες εδώ γονείς. Είμαστε χωρίς ευγένεια, κουλτούρα και τρόπους. Κανείς δεν κρατάει μια εφημερίδα, ένα βιβλίο. Κολλημένοι στον διαδικτυακό τενεκέ ή στα κινητά. Ζευγάρια αμίλητα. Άδειες γκαλερί, μουσεία και βιβλιοπωλεία… αν είσαι σαραντάρης, σε φωνάζουν μπάρμπα. Αν είσαι πενηντάρης, σε φωνάζουν παππού. Φρίκη. Μιλήστε μου για τα σημερινά πιτσιρίκια, και για τα «Άγρια Μωρά» σας. Τα σημερινά πιτσιρίκια με τα σμαρτ-φονς νυχθημερόν στα χέρια, μας έχουν γράψει κανονικά. Ήταν χαρά Θεού το σχεδίασμά τους, αλλά ενηλικιώθηκαν. Ποιοι θα λέγατε ότι είναι οι άλλοι ήρωες των σκίτσων σας, εκτός από τους πολιτικούς; Νόμιζα πως είχα τον Μήτσο, αλλά απαλλοτριώθηκε από άφθονους συναδέλφους. Έχω βγάλει στα γκεζί ένα ώριμο ζευγάρι μ’ ένα παιδί και την καθημερινότητά τους. Ντάξει, δεν είναι η ανακάλυψη του αιώνος. Τι είναι τα γκεζί; Η αγορά, η πιάτσα, στη γλώσσα των εφημεριδάδων. Το τελευταίο σας άλμπουμ «Γυμνοί στην κρίση» δείχνει μία πολύ υγιή σχέση των Ελλήνων με το σεξ. Πιστεύετε ότι το σεξ είναι το αντίδοτο στην κρίση; Όχι μόνο το άλμπουμ. Φαντάζομαι κι η πραγματικότητα. Είναι αντίδοτο, όντως. Αλλά λειτουργεί ανάποδα. Αντί να πηδάμε την κρίση, μας πηδάει! Ελπίζω να γυρίσει κι ο τροχός κάποια στιγμή και να, τέλος πάντων, μη βάζουμε ιδέες… Πώς επηρέασε η κρίση τη σάτιρα στη γελοιογραφία; Απίστευτα! Τους μισούς τους άφησε άνεργους και τους άλλους μισούς με μισθούς ψίχουλα! Τι αποφεύγετε να σατιρίζετε στα σκίτσα σας; Προσπαθώ να αποφεύγω προσωπικές επιθέσεις. Προσπαθώ να μένω στα γεγονότα. Μερικές φορές μου ξεφεύγει και ειλικρινά στεναχωριέμαι. Πόσο κουραστικό είναι να σατιρίζεις την πολιτική; Είναι μία ιστορία που επαναλαμβάνεται; Όπως είναι μ’ αρέσει. Έχει ζωντάνια και νεύρο. Λογική δεν έχει, αλλά δεν μπορείς να τα ’χεις όλα. Η ιστορία επαναλαμβάνεται αλλά με άλλους πρωταγωνιστές. Αυτό την κάνει και ενδιαφέρουσα. Μπορεί να μην ωφελεί τον λαό βέβαια, αλλά αυτός δεν τους επέλεξε; Προτιμάτε την πολιτική σάτιρα ή την κοινωνική σάτιρα; Εγώ προτιμώ την ποδοσφαιρική. Όσο την έκανα στην «Αθλητική Ηχώ» το γλέντησα και μου ’χει μείνει αξέχαστο. Στη δική σας γενιά των γελοιογράφων υπήρχε μία τάση να ζωγραφίζετε υπερβολικά σέξι γυναίκες, όπως π.χ. οι σεξοβόμβες που σχεδίαζε ο Βασίλης Χριστοδούλου. Πιστεύετε ότι έχει αλλάξει το γυμνό σήμερα; Εγώ τα γυμνά τα σχεδιάζω γυμνά. Ούτε ένα χέρι καλύπτει κάτι, ούτε ένα πανάκι κυματίζει σε καίρια σημεία. Όταν το είχε δει ο Χριστοδούλου είχε μπουρλοτιάσει. «Εγώ γιατί τους καλύπτω, ρε Κώστα;» απορούσε. «Μα ξέρεις πώς είναι ακάλυπτες, Βασίλη;» τον ρωτούσαμε όλοι τότε. «Στον επόμενο γάμο μου θα το προσέξω» απαντούσε και έπεφτε γέλιο γιατί ο Χριστοδούλου παντρευόταν συνεχώς. Αλλά με ρωτήσατε και αν έχει αλλάξει το γυμνό σήμερα. Όχι, δεν έχει αλλάξει. Όλα μείνανε στη θέση τους. Γλουτοί, στήθη, αιδοία, αμετακίνητα. Εκεί που τα ξέρουμε, παραμένουν. Ευτυχώς, δηλαδή. Πώς εντοπίζετε τα χαρακτηριστικά των πολιτικών για να τους σκιτσάρετε; Αλίμονο στους ωραίους! Οι καράφλες, οι μυταράδες, οι τετράπαχοι, οι δασύτριχοι είναι η χαρά του γελοιογράφου. Παρακολουθείτε άλλους, σύγχρονους σκιτσογράφους; Ποιοι σας αρέσουν; Όλους τους δικούς μας. Κάνουν τέλεια δουλειά. Και στη γραμμή και στα ευρήματα. Απ’ τους ξένους βλέπω τα σκίτσα στη Μοντ, στη Φιγκαρό, δεν τα βρίσκω και εκκωφαντικά. Καλύτερα είναι του Rowson στην «Γκάρντιαν» και προ πάντων του Peter Brookes στους «Τάιμς». Φοβερές δουλειές! Το ίντερνετ πώς έχει επηρεάσει τη δουλειά σας; Έχω μεσάνυχτα από ίντερνετ. Δεν έχετε πρόβλημα; Γιατί να έχω. Εγώ έχω μείνει στο χαρτάκι και στο μολυβάκι. Δεν έπαθα τίποτα που δεν έμαθα γραφομηχανή στα 20 μου. Στέλνετε μηνύματα με το κινητό; Τι γνώμη έχετε για τα emoticons; Πειράζει που δεν έχω κινητό; Υπάρχει ένα στο σπίτι αλλά δεν είναι δικό μου. Ούτε ξέρω να σβήσω τον φακό του. Τι είναι τα emoticons; Τα σύμβολα με τις φατσούλες στα μηνύματα των κινητών τηλεφώνων… Εσείς με τι γελάτε; Δεν υπάρχουν σοβαρά πράγματα, φίλε Νένε. Και το σχετικό link...
-
Μετά την επανέκδοση της Ελληνικής Μυθολογίας του Τσιφόρου και την διάθεση της μέσω του Βήματος, ο δημοσιογραφικός οργανισμός Λαμπράκη - μέσω της εφημερίδας - προχώρησε και στην επανέκδοση του ΣΤΗΒ: ΤΟ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΚΑΘΑΡΜΑ το οποίο είχε κυκλοφορήσει αρχικά από τις εκδόσεις DIRECTION το 1996. Η έκδοση είναι φωτογραφική αναπαραγωγή της αρχικής έκδοσης. Δεν περιλαμβάνει πάντως τον πρόλογο του Νίκου Πλατή (τον οποίο μπορείτε να διαβάσετε στην παρουσίαση της πρώτης έκδοσης). Στην θέση του έχει έναν πρόλογο του Λάμπρου Γατή, ανιψιό του Τσιφόρου και Παραγωγό-κάτοχο δικαιωμάτων και των δύο εκδόσεων.
- 2 replies
-
- 28
-
-
- 2013
- νίκος πλατής
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Ποιος μυθικός παίκτης «ενώνει» Παρί Σ.Ζ. και Μπάρτσα; «Αγωνίστηκε» στην Μπαρτσελόνα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 για να «μεταγραφεί» μετά στους Παριζιάνους Ο πρωταγωνιστής του περίφημου κόμικ Ερίκ Καστέλ πανηγυρίζει με τη φανέλα της Παρί την κατάκτηση του τίτλου απέναντι στην παλιά του ομάδα, Μπαρτσελόνα Τους σημερινούς αντιπάλους στον α' προημιτελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, Παρί Σεν Ζερμέν και Μπαρτσελόνα, δεν «ενώνουν» μόνο ο σουηδός φορ Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, ο πολιτογραφημένος ιταλός βραζιλιάνικης καταγωγής μέσος Τιάγο Μότα και ο βραζιλιάνος αριστερός μπακ Μάξγουελ που φόρεσε τη φανέλα και των δύο ομάδων αλλά και μια... μυθική προσωπικότητα του ποδοσφαίρου, ο Ερίκ Καστέλ. Πρόκειται για τον πρωταγωνιστή του διασημότερου ποδοσφαιρικού κόμικ που πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία του 1970 με δημιουργό τον Βέλγο Ραϊμόντ Ρεντίνγκ. Στη διάρκεια της θρυλικής καριέρας του ο Ερίκ Καστέλ και για 15 τεύχη αγωνίστηκε διαδοχικά στην Μπάρτσα, στην Παρί Σ.Ζ και εκ νέου στην Μπάρτσα. Ο Ρεντίνγκ δημοσιεύει τις πρώτες ποδοσφαιρικές περιπέτειες το καλοκαίρι του 1974 με πρωταγωνιστή όμως έναν γερμανό παίκτη ονόματι Βάλτερ Μίλερ, ο οποίος έμοιαζε φυσιογνωμικά με τον Ιταλό Ρομπέρτο Μπέτεγκα. Κυκλοφόρησε όμως μόνο ένα τεύχος και δεν υπήρξε συνέχεια στην ιστορία του Βάλτερ Μίλερ. Το 1979 όμως επιστρέφει η ίδια φυσιογνωμία αλλά με το όνομα Ερίκ Καστέλ και γαλλική εθνικότητα. Ηταν ένα αριστερό εξτρέμ με εξαιρετικό αριστερό πόδι που ήταν ποδοσφαιριστής της Ιντερ Μιλάνου ο οποίος προέρχονταν από ένα μακρόχρονο τραυματισμό και μεταγράφηκε στην Μπαρτσελόνα για να κάνει μια νέα αρχή στην ποδοσφαιρική καριέρα του. Στην Μπάρτσα μεταμορφώθηκε σε σταρ παγκοσμίου επιπέδου. Η «προδοσία» και η επιστροφή Ο Καστέλ έμεινε στους Μπλαουγκράνα για περίπου πέντε χρόνια και επτά τεύχη για να αναζητήσει νέα ποδοσφαιρικούς ορίζοντες στην Παρί Σεν Ζερμέν με την οποία υπέγραψε το 1984. Οι δύο ομάδες μάλιστα συναντήθηκαν στον τελικό του (φανταστικού) Κυπέλλου των Πόλεων των Τεχνών με τους Παριζιάνους να κατακτούν τον τίτλο χάρη στον Καστέλ. Η επιλογή των δημιουργών του κόμικ να χαρίσουν το πιο βαρύτιμο ευρωπαϊκό τρόπαιο στην Παρί και μάλιστα με την... υπογραφή του παλιού ειδώλου τους ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών από τους οπαδούς της Μπάρτσα. Ο εκδοτικός οίκος δέχτηκε εκατοντάδες κάρτες διαμαρτυρίας ενώ οι πωλήσεις του κόμικ είχαν αξιοσημείωτη πτώση. Μετά την εξέλιξη αυτή οι δημιουργοί του ξανάφεραν το 1986 τον Ερίκ Καστέλ στην Μπαρτσελόνα την οποία οδήγησε μάλιστα δύο χρόνια αργότερα στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου που της είχε στερήσει λίγα χρόνια πριν. Ο Καστέλ παρέμεινε για δεύτερη φορά στη Βαρκελώνη για έξι τεύχη προτού μεταγραφεί στη Λιλ όπου έκλεισε την καριέρα του και την ιστορία του... πηγή: tovima.gr