Jump to content

Search the Community

Showing results for tags 'Μανίνα'.

  • Search By Tags

    Type tags separated by commas.
  • Search By Author

Content Type


Forums

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Find results in...

Find results that contain...


Date Created

  • Start

    End


Last Updated

  • Start

    End


Filter by number of...

Joined

  • Start

    End


Group


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


City


Profession


Interests

Found 5 results

  1. Το κορίτσι μεγάλωσε, έγινε γυναίκα, μητέρα. Το όνομά της Μανίνα Μπαζαίου. Μας υποδέχτηκε στο διαμέρισμά της στην Αγία Παρασκευή, όπου συζητήσαμε για μια εκδοτική επιτυχία που σημάδεψε ολόκληρη την ζωή της μιας που, ακόμα, κάθε φορά που συστήνεται, ο νους πάει αμέσως στο ομώνυμο περιοδικό για κορίτσια. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο εκλιπών πια εκδότης του περιοδικού Μανίνα, Νικόλας Δεληγιώργης είχε δηλώσει σε παλιότερη συνέντευξη που παραχώρησε στον συγγραφέα και μελετητή κόμικς Νίκο Νικολαΐδη ότι οι ιστορίες άγγιζαν μοντέρνα θέματα της καθημερινότητας που είχαν κοινωνικές προεκτάσεις και απέφευγαν τις ακρότητες. Για να συμπληρώσει: «Όταν αποφάσισα να κάνω περιοδικά, μαζί με το συχωρεμένο το Μπαζαίο, δραστήριο δημοσιογράφο που δυστυχώς έφυγε νέος από την επάρατη νόσο, επισκέφθηκα τον κύριο Σγούρα, καλλιτεχνικό αντιπρόσωπο εκδόσεων του εξωτερικού. Έκπληκτος διαπίστωσα πως στην Αγγλία, υπήρχαν εκείνη την εποχή, αρχή της δεκαετίας του ’70 και ενώ ήδη είχαμε φτιάξει το ‘Γκολ’, που σημείωνε επιτυχία, δεκαπέντε το λιγότερο περιοδικά για κορίτσια! Επέλεξα λοιπόν τις ιστορίες που μου άρεσαν περισσότερο, με ευαίσθητα και κοινωνικά θέματα και με αυτές τροφοδότησα τη ‘Μανίνα’, η οποία πήρε το όνομά της τόσο από την κόρη του συνεργάτη μου, όσο και από την εγγονή της δημοφιλούς τότε, ‘Θείας Λένας’» Μάλιστα, σύμφωνα με αποκλειστική πληροφορία της Μανίνας Μπαζαίου, το εκδοτικό team των δύο αντρών σχεδίαζε να κυκλοφορήσει ακόμα ένα περιοδικό αντίστοιχης, ελαφρώς διαφοροποιημένης θεματικής, ονόματι Ναταλία, από το όνομα της κόρης του Δεληγιώργη, αλλά και της άλλης κόρης του Μπαζαίου. Η Μανίνα κυκλοφορούσε στην διάρκεια των 80s (εμφανίστηκε στα μέσα του 1972, μεσουράνησε στα 80s και η έκδοσή της διακόπηκε τέλη του 1992) μαζί με την Κατερίνα -αν και η Μανίνα ας πούμε ότι γκέλαρε στις πιο ρομαντικές και ονειροπόλες κοπέλες, πουλώντας περισσότερα από 100.000 φύλλα εβδομαδιαίως. Άγγιξαν και τις 140.000 οι πωλήσεις! Ο εκδότης είχε δηλώσει, και μπορούμε εύκολα να τον πιστέψουμε, ότι οι αναγνώστριες ήταν πενταπλάσιες από τα αντίτυπα που κυκλοφορούσαν, αφού κάθε τεύχος ανακυκλωνόταν μέσα από από δεκάδες χέρια. To περιοδικό απευθυνόταν κυρίως σε κορίτσια ηλικίας 8-15 ετών και αρχικά περιελάμβανε πολλά κόμικς από ξένους εκδοτικούς οίκους, μιας που οι εγχώριοι τίτλοι σπάνιζαν. Με την πάροδο του χρόνου προστέθηκαν στην ύλη του διάφορα ένθετα αφιερώματα, αλλά και πολλές προσφορές ώστε να παραμείνει ανταγωνιστικό σε σχέση με τα υπόλοιπα έντυπα που υπήρχαν στην αγορά. Κατά την τελευταία περίοδο έκδοσής της, τη Μανίνα είχε αναλάβει ο Κώστας Μπαζαίος, ο πατέρας της γυναίκας που συνάντησε το Olafaq ένα καυτό μεσημέρι και, με εξομολογητική όσο και μετρημένη, διάθεση μας άνοιξε το μαγικό σύμπαν του περιοδικού που δεν υπάρχει πια και της ζωής της που συνεχίζεται. «Ο πατέρας μου και συνδημιουργός του περιοδικού, ο Κώστας Μπαζαίος ήταν γνωστός δημοσιογράφος και διατροφολόγος της εποχής με πολυετή εμπειρία στον τύπο. Γεννήθηκε το 1936 και έφυγε από την ζωή το 2003, ήταν σύμβουλος διατροφής, με πολύχρονες σπουδές και μετεκπαίδευση στην Αμερική, ισόβιο μέλος της “The American Association of Nutritional Consultants” και επιστημονικός συνεργάτης του Κέντρου Εναλλακτικής Ιατρικής, με δική του σελίδα στην Ελευθεροτυπία επί 20 χρόνια, ως το καλοκαίρι του 1996, αλλά και με 20 best seller βιβλία. Έγραψε και παρουσίασε στην τηλεόραση την εκπομπή της ΕΤ 1 “Ποι-Κοιλία” και ήταν ιδρυτής / διευθυντής του περιοδικού “Διατροφή & Υγεία” από το 1987 ως το 1994. Ήταν άνθρωπος με όραμα και πρωτοπόρος στον τομέα του. Λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας ως δημοσιογράφος, δεν μπορούσε να είναι εκδότης, ούτε είχε χρόνο να ασχολείται με όλη τη διαδικασία. Έτσι συνεταιρίστηκε με τον Νίκο Δεληγιώργη (ο οποίος εξέδιδε και το περιοδικό Δυναμικό Αγόρι, ΒΑΒΟΥΡΑ, ΠΑΤΤΥ, ΤΡΟΥΕΝΟ, ΓΚΟΛ ). Το δημιούργησαν και του έδωσαν το όνομά μου. Ο πατέρας μου ανέλαβε ως διευθυντής. Ήμουν τότε επτά ετών. Τον θυμάμαι να φέρνει υλικό στο σπίτι τάχα για να δουλέψει, γνωρίζοντας όμως την περιέργειά μου, με άφηνε να τα εξερευνήσω. Ό,τι μου είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον, το έβλεπα μετά τυπωμένο. Το περιοδικό μεγάλωνε μαζί μου κι εγώ μαζί του. Το καθόρισα και με καθόρισε. Ξέρετε, η Μανίνα είχε ψυχή. Ήταν κάτι το οποίο άρεσε πολύ στον πατέρα μου, οπότε του έδωσε πνοή. Κάτι το οποίο κάνω κι εγώ με το maninamag, τώρα. Συνεχίζω την παράδοση αυτή. Πέρα από τα κόμικς που βρίσκονταν στο τεύχος, τα δημοσιεύματα και οι ιστορίες αναφέρονταν σε σύγχρονα για την τότε εποχή θέματα, κοινωνικά αλλά και πιο ανάλαφρα.Τα άρθρα θυμάμαι ήταν πάντα φρέσκα και παιχνιδιάρικα και όταν δεν ακολουθούσαν τις τάσεις της μόδας, τις διαμόρφωναν. Στο περιοδικό αρθρογραφούσε ο Νίκος Μουρατίδης και απαντούσε σε ερωτήσεις, μεταδίδοντας με έναν τρόπο και τα κουτσομπολιά των τότε celebrities, ενώ συνεργάστηκαν και η Κική Σεγδίτσα, η Βίκυ Βανίτα, αλλά και η Πέπη Ραγκούση στις συμβουλές ομορφιάς. Στην αρχή, η Μανίνα ήταν σαν προβολέας που αναβόσβηνε πάνω από το κεφάλι μου. Αλλά το συνήθισα. Χαίρομαι πραγματικά που εισπράττω θετική αντίδραση και από άτομα της νεότερης γενιάς, γιατί ακόμα κι αν δεν το πρόλαβαν, έχουν ακούσει ιστορίες από γυναίκες του οικογενειακού τους κύκλου, μαμάδες, μεγαλύτερες αδερφές, θείες κλπ. Αυτό σημαίνει πως το περιοδικό έχει μείνει στην ιστορία και η αναγνωσιμότητά του είναι αδιαμφισβήτητη. Χωρίς να έχω μελετήσει αρκετά τα σημερινά περιοδικά, δεν υπάρχει κάποιο το οποίο να με έχει ταρακουνήσει. Αισθάνομαι πως λείπει το προσωπικό στοιχείο, είναι πιο απρόσωπα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει, αλλά μου λείπουν τα περιοδικά με έντονη προσωπικότητα. Ούτως ή άλλως όλα κρίνονται στο χρόνο. Θα αφήσει άραγε κάποιο από αυτά τη σφραγίδα και το αποτύπωμά του έντονα στην εκδοτική ιστορία; Για να δούμε… Όσο για μένα, όπως λέει και το τραγούδι της Αφροδίτης Μάνου, «είμαι η Μαίρη Παναγιωταρά μια εργαζόμενη μητέρα μια καλή νοικοκυρά, δεν είμαι τίποτα το σπέσιαλ, το καταπληκτικό, είμαι αυτό που λέμε δείγμα τυπικό.» Είμαι παντρεμένη με τον Μιχάλη Γριβέα (συγγραφέας) και έχω μια κόρη από τον πρώτο μου γάμο, τη Λυδία. Το μεράκι μου ήταν πάντα η τέχνη. Ξεκίνησα με αγιογραφία και προχώρησα στο βιτρό, το ψηφιδωτό και τέλος στη ζωγραφική. Διδάχτηκα τον ρεαλισμό, μεταπήδησα στον ιμπρεσιονισμό γιατί θεωρούσα πως μου ταίριαζε εκείνη η εποχή, αλλά η ανάγκη μου να συνδέσω αυτά τα δύο με έκαναν να καταλήξω σε αυτό που λέμε μετα-ιμπρεσιονισμό , με συμβολισμούς. Εστίασα κυρίως σε πορτρέτα και νεκρή φύση. Μέσα από τα αντικείμενα αντιλαμβάνομαι το φως το χρόνο, ενίοτε τη φθορά, αλλά και το συναίσθημά μου, που αλλάζει ημέρα με την ημέρα, παρατηρώντας τα αντικείμενα να στέκονται εκεί, στον ίδιο χώρο, αλλά σε άλλες συνθήκες. Πλέον, με ελκύει κάθε μορφή ενασχόλησης με τα εικαστικά, όπως η γλυπτική και η ξυλογλυπτική, αλλά και σύνθετες κατασκευές. Έχω το προφίλ μου στο Instagram όπου δημοσιεύω δημιουργίες μου. Πιστεύω εντέλει ότι το «ποια είμαι» το περιγράφω μέσα από ότι κάνω. Αν ιεραρχήσω τη ζωή μου και σχηματίσω μια πυραμίδα από τις στιγμές, στην κορυφή θα έβαζα τη στιγμή που έγινα μαμά. Η μαμά της Λυδίας. Σταμάτησα να είμαι επίκεντρο και αναθεώρησα σε πολλά πράγματα. Έμαθα να βλέπω τον κόσμο διαφορετικά. Τα θέματα που δημοσιεύω στο maninamag κοιτάω να καλύπτουν ευρύτερο ηλικιακό φάσμα, διότι ,όπως ανέφερα προηγουμένως, το περιοδικό κι εγώ μεγαλώσαμε μαζί. Οπότε συνεχίζω την παράδοση από τον πατέρα μου και πολλές φορές συζητώ με την κόρη μου, ώστε να αφουγκραστώ καλύτερα τα θέματα που ενδιαφέρουν περισσότερο τις νέες γυναίκες σήμερα. Θεωρώ πως βιώνουν μεγάλες αλλαγές ακόμη και στον τρόπο με τον οποίο προσδιορίζουν τον εαυτό τους. Αυτό είναι κάτι το οποίο θαυμάζω και επικροτώ. Με όσους τρόπους μπορώ ενθαρρύνω τους νέους να κυνηγούν και να αγκαλιάζουν τέτοιου είδους αλλαγές, διότι είμαστε ήδη σε μια νέα εποχή και έχουν πολλά πράγματα να μας διδάξουν. Σαν άνθρωπος σέβομαι την ατομικότητα, αλλά πιστεύω κιόλας πως μαζί πάντα μπορούμε να καταφέρουμε περισσότερα. Στο περιοδικό υπάρχουν κατηγορίες που αφορούν την ομορφιά και την εμφάνιση της γυναίκας, αλλά και ζητήματα υγείας, κατασκευές, κοινωνικά και περιβαλλοντικά θέματα. Επιπλέον, φιλοξενώ αναλύσεις και πολιτιστικό περιεχόμενο από ανθρώπους οι οποίοι ασχολούνται με τις τέχνες και τη συγγραφή, οπως το «Λογοτεχνικό εργαστήρι» (μαθήματα δημιουργικής γραφής). Όλοι οι καλοί χωράνε». === Πηγή Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου
  2. Χτύπησε βαθιά νοσταλγική φλέβα η αναγγελία της απώλειας του εκδότη κάποιων περιοδικών που αποτελούσαν κάποτε το εικονογραφημένο ευαγγέλιο των ατέλειωτων και ανέμελων καλοκαιριών της προεφηβείας. Ίσως αν δεν ήταν καλοκαίρι, έστω και πέντε-έξι ζωές μετά από τα ατέλειωτα και ανέμελα καλοκαίρια της προεφηβείας, να μην είχε τον ίδιο αντίκτυπο και να μη χτύπαγε τόσο βαθιά νοσταλγική φλέβα η αναγγελία θανάτου του εκδότη κάποιων περιοδικών που αποτελούσαν το εικονογραφημένο ευαγγέλιο εκείνης της περιόδου. Ο Νίκος Δεληγιώργης ήταν εκείνος που είχε λανσάρει περιοδικά μαζικής και απόλυτης δημοτικότητας όπως η «Μανίνα» και το «Αγόρι» (απαραίτητα σχεδόν αξεσουάρ / εγχειρίδια κάποτε για τα κοριτσάκια και τα αγοράκια αντιστοίχως), αλλά και οι πιο χορταστικές μηνιαίες ή δεκαπενθήμερες εκδοχές τους («Πάττυ» και «Τρουένο») καθώς και την πιο εφηβική και ψαγμένη «Βαβούρα» αργότερα. Θυμήθηκα έναν μεγαλύτερο στο σχολείο μου που είχε θέμα με το ρο, παρ’ όλα αυτά όμως ζητούσε με μεγαλίστικη αυτοπεποίθηση από τον περιπτερά «ένα Μάγμπογο και τη Βαβούγα». Δεν είχα πετύχει στην ώρα του το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αγόρι» που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα μέσα του καλοκαιριού του 1975 (και ολοκλήρωσε την εκπαιδευτική του διαδρομή τον Μάρτιο του 1992) και θα πρέπει η πρώτη επαφή να έγινε γύρω στο 1977, όταν είχε φύγει από τον τίτλο ο επιθετικός προσδιορισμός «Δυναμικό» και είχε μείνει σκέτο το «Αγόρι» μαζί με τον, ξεκάθαρων προθέσεων, υπότιτλο: Περιπέτειες – Δράση – Ηρωισμοί. Παρότι έμοιαζε να βασίζεται στην ίδια συνταγή (μια ανθολογία από ξένα κόμικς, εν προκειμένω βρετανικά και ισπανικά κυρίως), έμοιαζε κάπως πιο σύγχρονο ή πιο προχωρημένο ή πιο βίαιο ή πιο συναρπαστικό από το αντίπαλο δέος του, το «Μπλεκ» των εκδόσεων Ανεμοδουρά που υπήρχε ήδη από το 1969, όπως υπήρχαν και διάφοροι άλλοι τίτλοι, βραχύβιοι συχνά, που κατέκλυζαν σιγά-σιγά την αγορά ικανοποιώντας την μετάβαση από τα «παιδικά» στα «κόμικς», και κάθε καλοκαίρι έμοιαζαν να πολλαπλασιάζονται. Παρά την πανσπερμία του είδους στην αυγή της δεκαετίας του ’80, τον ερχομό των κόμικς της Marvel από τις εκδόσεις Καμπανά και την πληθώρα των κόμικς που κυκλοφορούσαν για χρόνια με ηρωικές ιστορίες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου («Μάχη», «Κράνος», «Τανκς», «Έφοδος» κ.λ.π., στα οποία μπορούσες, έστω και εξαιρετικά σπανίως, να πετύχεις και κανέναν καλό Γερμανό, οι Γιαπωνέζοι όμως ήταν σταθερά οι «κίτρινοι σατανάδες» και αντιπροσώπευαν όλοι ανεξαιρέτως το εξωτικό / εφιαλτικό «Άλλο»), το «Αγόρι» παρέμενε το αγαπημένο προεφηβικό αγορίστικο ανάγνωσμα, το χάιλαϊτ της εβδομάδας. Και κάποιες ιστορίες που είχα διαβάσει εκεί, βδομάδα με τη βδομάδα, και που ενδεχομένως προορίζονταν για «μεγαλύτερα παιδιά», μου προκάλεσαν μια αίσθηση που δεν μπορούσε να επαναληφθεί ποτέ ξανά μετά την επέλαση της εφηβείας. Όπως ο ανελέητος (και φασίζων) «Δικαστής Ντρεντ», που εκεί τον ανακαλύψαμε, εισαγόμενο από το θρυλικό βρετανικό περιοδικό κόμικς «2000AD» και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά. Όπως θα μάθαινα πολύ εκ των υστέρων, δύο ακόμα αγαπημένα μου κόμικς στο «Αγόρι» προέρχονταν επίσης από την ίδια Βίβλο: Τα «Τέρατα του Μετώπου», που ξεκινούσαν με την ανακάλυψη του ημερολογίου ενός νεαρού Γερμανού στρατιώτη που βρέθηκε να πολεμά στο Ανατολικό Μέτωπο μαζί με Ρουμάνους βρικόλακες, και το αγρίως φουτουριστικό «Αερομπόλ», η παράνοια του οποίου είναι δύσκολο να περιγραφεί (μια ομάδα μαύρων παικτών ενός υβριδικού σπορ δίνουν στο μέλλον αγώνες ζωής και θανάτου). Ίσως το πιο αγαπημένο μου όμως ήταν ένα «παλιομοδίτικο» εμφανισιακά κόμικ που λεγόταν «Αδάμ ο Αιώνιος» (δεν έχει σχέση με τον «Αιώνιο Αδάμ» του Ιουλίου Βερν) με πρωταγωνιστή έναν νεαρό βοηθό αλχημιστή του 16ου αιώνα που δοκιμάζει το ελιξίριο της αιώνιας ζωής και καταδικάζεται να περιφέρεται μαρτυρικά στον αέναο χωροχρόνο. Κι επειδή εκείνα τα καλοκαίρια υπήρχαν και ξαδέλφες στο οικογενειακό εξοχικό, προσφερόταν η δυνατότητα κατασκοπείας του «εχθρού» μέσα από τη (λαθραία) ανάγνωση της «Μανίνας» και της «Πάττυ». Από μία άποψη ήταν η διαφορά της μέρας με τη νύχτα, η διαφορά ανάμεσα στη μακάρια προεφηβεία των αγοριών και την πρώιμη εφηβεία των κοριτσιών. Τα κοριτσίστικα περιοδικά έμοιαζαν ταγμένα στην ποπ ειδωλολατρία και τα κόμικς που περιείχαν ήταν πλημμυρισμένα με ρομαντικές προσμονές, ερωτικές απογοητεύσεις και πλήθος γκομενικές καταστάσεις, την ώρα που εμείς ασχολούμασταν μόνο με μπάλα, με τέρατα και με μεταλλαγμένους υπερήρωες. Τα μόνα ινδάλματα που επιτρέπονταν στα αγοράκια ήταν οι ποδοσφαιριστές. Μετά μπήκαν, διά της βίας σχεδόν, κι άλλα ενδιαφέροντα στην εξίσωση και τα πράγματα μπλέχτηκαν. Το «Αγόρι» έμοιαζε παιδικό πια κατάλοιπο μιας προηγούμενης ύπαρξης, μια χαρά όμως είχε κάνει τη δουλειά του. Επίσης, η αγάπη για τα κόμικς από εκεί ξεκίνησε και δεν υποχώρησε ποτέ. Και το σχετικό link...
  3. Αφιέρωμα στο Έψιλον της Κυριακάτικης για τα εφηβικά περιοδικά. Ξέρει κανείς αυτό το καρέ στην τελευταία σελίδα κάτω αριστερά από ποια ιστορία είναι;
  4. Από το Μπλεκ και το Αγόρι, τον Μίκι Μάους και τον Ποπάυ μέχρι την... Βαβούρα, το G-Weekend «κατεβάζει» από το πατάρι των αναμνήσεων τα περιοδικά με τα οποία μεγάλωσες. «ΚΑΤΕΡΙΝΑ» Ήταν η επανάσταση για τα κορίτσια των περασμένων δεκαετιών! Το πρώτο εβδομαδιαίο περιοδικό το οποίο απευθύνονταν κυρίως σε έφηβες κοπέλες! Η τιμή του πρώτου τεύχους στις 23 Ιουνίου 1973 ήταν οι 5 δραχμές και έφτασε να πωλείται στα μέσα της δεκαετίας του ’90 με 400 δραχμές. Ένα περιοδικό το οποίο απευθύνονταν σε κορίτσια ηλικίας 14 έως 16 ετών και το οποίο πήρε το όνομά του από την Κατερίνα Ρώσσιου-Ανεμοδουρά, σύζυγος του γιου του Στέλιου Ανεμοδουρά, Γιώργου Ανεμοδουρά! Χρονιά με τη χρονιά η ύλη του περιοδικού άλλαζε, αν και υπήρχαν στάνταρ στήλες με την καθιερωμένη -της εποχής- αλληλογραφία, εικονογραφημένες και μη ιστορίες, αλλά και θέματα ποικίλης ύλης και τα οποία αφορούσαν αποκλειστικά τις… κοριτσίστικες ανησυχίες. Φυσικά είναι από τα λίγα περιοδικά που «έζησαν» με την πάροδο του χρόνου, ενώ τα παλιά τεύχη είναι από τα πιο διαχρονικά που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ. «ΜΑΝΙΝΑ» Η Μανίνα έκανε θραύση στη δεκαετία του '80 αποτελώντας το αντίπαλο δέος της Κατερίνας. Η ιστορία της «Έμμα» καθήλωνε τις κορασίδες και αποτελούσε τον βασικό λόγο αγοράς του περιοδικού. Ακόμα και τα αγόρια της οικογένειας έριχναν κλεφτές ματιές στις αφίσες της Μανίνας. Κυκλοφόρησε το 1972 και η έκδοση ανεστάλη το 1992. Απευθυνόταν κυρίως σε κορίτσια ηλικίας 8-15 ετών και αρχικά περιελάμβανε πολλές εικονογραφημένες ιστορίες από ξένους εκδοτικούς οίκους. Με την πάροδο του χρόνου προστέθηκαν στην ύλη του διάφορα ένθετα αφιερώματα αλλά και πολλές προσφορές. Οι ιστορίες άγγιζαν σύγχρονα θέματα της καθημερινότητας που είχαν κοινωνικές προεκτάσεις και απέφευγαν τις ακρότητες. Στο γεγονός αυτό οφείλονταν η επιτυχία που γνώρισε το περιοδικό, επιτυγχάνοντας στην κορύφωσή του τον αριθμό των 140.000 αντιτύπων κάθε εβδομάδα. «ΜΠΛΕΚ» Το… Ευαγγέλιο των αγοριών τη δεκαετία’80! Κάθε Τετάρτη γινόταν χαμός στα ψιλικατζίδικα αφού όλοι (ελάχιστες οι εξαιρέσεις) έδιναν το χαρτζιλίκι τους για να απολαύσουν το ανανεωμένο και ποικίλης ύλης, Μπλεκ! Να διαβάσουν για το παιδί-πάνθηρα. Τις ιστορίες του τερματοφύλακα-γιατρού, Μπεν Λήπερ. Τα γκολ του Τζίμι Γκραντ. Κούτσα-κούτσα προς τη δόξα. Τον γάτο. Τον Ρόι των Ρόβερς. Τον Μπλεκ, τον Ρόντι και τον καθηγητή Mυστήριο. Και ένα σωρό ακόμα ιστορίες που μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Και φυσικά το περιοδικό ήταν εμπλουτισμένο με πλούσια και πρωτότυπα δώρα για την εποχή. Σιδερότυπα, αφίσες, χαλκομανίες, αυτοκόλλητα, χαρτοκοπτικές, αφιερώματα, άλμπουμ με χαρτάκια τα οποία κολλούσαν με.. UHU. Το περιοδικό ήρθε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ωστόσο το μεγάλο «μπαμ» έγινε στα… χρυσά 80’s όπου γνώρισε και τη μεγαλύτερη άνθιση με την ανανεωμένη μορφή του. «ΣΟΥΠΕΡ ΚΑΤΕΡΙΝΑ» Στα τέλη της δεκαετίας του '70 έκανε την εμφάνιση της η «Σούπερ Κατερίνα» αποτελώντας προέκταση της «Κατερίνας». Σε αντίθεση με την τελευταία, η «Σούπερ Κατερίνα» κυκλοφορούσε κάθε μήνα, ενώ διαβάζονταν και από μεγαλύτερες ηλικίες. Η «Σούπερ Κατερίνα» ήταν σε μεγαλύτερες διαστάσεις σε σχέση με τα υπόλοιπα περιοδικά τσέπης και φιλοξενούσε θέματα ομορφιάς, μόδας, υγείας, αλλά και ρεπορτάζ για τους σταρ της εποχής. Στο πρώτο εξώφυλλο της «Σούπερ Κατερίνας» εμφανίστηκε ο Τζον Τραβόλτα κάνοντας το περιοδικό να πουλήσει στην Αθήνα περίπου 70.000 αντίτυπα και άλλα τόσα στην επαρχία. Αναφέρεται ότι από εκεί εμφανίστηκε μετά και η ατάκα των παιδιών «Είναι σούπερ!». Οι σελίδες αρχικά ήταν ασπρόμαυρες, εκτός από τα κεντρικά σαλόνια που τα κοσμούσαν αφίσες, ενώ κάποια κεντρικά θέματα κάποιες φορές ήταν έγχρωμα. Το 1980 η «Σούπερ Κατερίνα» βγάζει για πρώτη φορά σιδερότυπα τα οποία σημειώνουν μεγάλη επιτυχία. Το 1989 η «Σούπερ Κατερίνα» γίνεται έγχρωμη (από 50 έγχρωμες σελίδες γίνονται 180, το σύνολο του περιοδικού). Τον πρώτο καιρό το εφηβικό περιοδικό, αν και κυρίως για κορίτσια, απευθυνόταν και στα δύο φύλα, αλλά στην πορεία, το 1995, η Κατερίνα Ανεμοδουρά αποφάσισε να το στρέψει αποκλειστικά στο κοριτσίστικο εφηβικό κοινό. Συχνά το περιοδικό συνοδεύονταν από δώρα, όπως βραχιόλια, κολιέ και τσιμπιδάκια για τα μαλλιά. «ΒΑΒΟΥΡΑ» Μία λέξη μπορούσε να χαρακτηρίσει το συγκεκριμένο περιοδικό! Γέλιο! Γέλιο και μόνο γέλιο. Πρωτοήρθε στην Ελλάδα το 1981 και από τη στιγμή που έγινε εβδομαδιαίο και μετά, κυκλοφορούσε κάθε Παρασκευή. Όπως βλέπετε και στον υπότιτλο του πρωτοσέλιδου ήταν το «εβδομαδιαίο περιοδικό της πλάκας» και σχεδόν όλοι ξεκινούσαν την ανάγνωσή του από το τέλος. Η «Οδός Τρέλας 13» ήταν… όλα τα λεφτά και φιλοξενούνταν πάντα στο οπισθόφυλλο του περιοδικού, ενώ οι εσωτερικές σελίδες ήταν ασπρόμαυρες με… ξεκαρδιστικές ιστορίες. Για την ακρίβεια μεταφράσεις από τα Αγγλικά περιοδικά Beano, Buster, ενώ δεν έλειπαν και αναδημοσιεύσεις από Ισπανικά κόμικς, όπως οι Zippy y Zappe. Η Βαβούρα «άγγιξε» τα 400 τεύχη και ανάμεσα στις ιστορίες που ξεχώριζαν ήταν και η Τρίξι που εξαφανίζεται, ο βουλομάτης, ο φίτσουλας, ο Πόνγκο, ο Βρωμιάρης, ο άτυχος, Σουήνι, o υπερφυσικός μπεμπές, οι πλούσιοι, τα αεριωθούμενα παπούτσια, ο χερούκλας και πολλές ακόμα… «ΑΓΟΡΙ» Το περιοδικό «Αγόρι» έχει περάσει πλέον στη σφαίρα του «θρύλου». Κατά γενική ομολογία μαζί με τον «Μπλεκ» αποτελούν τα πιο δημοφιλή περιοδικά της εποχής. Δεν νοείται να γαλουχήθηκες στα 80's και να μην ξεφύλλισες το «Αγόρι». Εκεί θα είδες τις πρώτες αφίσες των Iron Maiden, τα άρθρα του Γιάννη Κουτουβού, συναρπαστικά ποδοσφαιρικά κόμικς, ποδοσφαιρικές αφίσες και χαλκομανίες. Εκεί διαβάσαμε και μία από τις πιο πιασάρικες ποδοσφαιρικές ιστορίες. Εκείνη του «Γκρεγκ του Κανονιέρη», ο οποίος από εξαιρετικά αδύναμος ποδοσφαιριστής γινόταν σταρ παγκόσμιας κλάσης όταν έτρωγε τα μαγικά χόρτα. Πρωτοεκδόθηκε ως «Δυναμικό Αγόρι» στις 26 Ιουλίου 1975 μέχρι τον Μάιο του 1977 και εν συνεχεία έως τις αρχές της δεκαετίας του '90 με τον τίτλο «Αγόρι». Στο περιοδικό παρουσιάστηκαν σειρές κόμικς όπως τα «Ελ Ζαμπάτο», «Δικαστής Ντρεντ» και ο «Ρόι της Ρόβερς» που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Στο «Αγόρι» επίσης διάβαζες τα: «Τζόνυ Ρεντ», «Φρικιά», «Ο Πολεμιστής του Κομπιούτερ», «Σλέιν», «Τζακ ο Τίγρης», «Τζίμυ ο Κεραυνός», «Το 13ο Πάτωμα», «Νταν Ντέαρ (Νταν ο Τολμηρός), «Η Προσωπίδα του Κακού», «Ιβανόης», «Πέτρος ο Νεκροθάφτης». «ΣΕΡΑΦΙΝΟ» Ένα… ανθρωπόμορφο καγκουρό (αν και για κάποιους ήταν… ανθρωπόμορφος σκύλος) έμελλε να κερδίσει τις καρδιές των παιδιών (κυρίως) την δεκαετία του ’70. Ο Σεραφίνο ήταν δημιούργημα του Ιταλού σχεδιαστή Egidio Gherlizza (πιο γνωστός ως Τσιαμπίνο) και αποτελούσε έναν φτωχό, άστεγο και… πεινασμένο ήρωα, πλην όμως κι έναν καλόκαρδο (με την καλή έννοια) αλήτη. Αν και υπήρχαν ιστορίες που έβγαζαν γέλιο, η γενική αίσθηση που άφηνε το εν λόγω περιοδικό ήταν μελαγχολική και στενάχωρη. Πάντα μοιραζόταν το φαγητό που έβρισκε με τους… υπόλοιπους φτωχούς φίλους του, ενώ ήταν χαρακτηριστική η αδυναμία του στα… κοτόπουλα. Οι περισσότερες σελίδες ήταν ασπρόμαυρες, ενώ οι περισσότερες ιστορίες είχαν ως meeting point τα χαρτόκουτα κάτω από τη γέφυρα όπου ήταν το «σπίτι» του Σεραφίνο. Το περιοδικό ήταν εβδομαδιαίο και κυκλοφορούσε κάθε Τετάρτη, ενώ στην Ελλάδα έμεινε μέχρι το 1992. Ουσιαστικά μέχρι τη στιγμή που… αποσύρθηκε ο δημιουργός του από την ενεργό δράση, έγραφε πολύ λιγότερες ιστορίες και τρία χρόνια αργότερα έφυγε από τη ζωή. «ΓΚΟΛ» H Ελληνικές Εκδόσεις ΕΠΕ κυκλοφόρησαν στη δεκαετία του '80 το περιοδικό «Γκολ» με αμιγώς ποδοσφαιρικές ιστορίες. Οι ποδοσφαιρόφιλοι της εποχής το στήριξαν απολαμβάνοντας τις πρωτότυπες ιστορίες του. Το πρώτο τεύχος το οποίο συνέπεσε παραμονές Eυρωμπάσκετ '87 φιλοξενούσε συνέντευξη του «Ευρωκόουτς», Κώστα Πολίτη που δήλωνε πως στόχος της Εθνικής είναι η 5η θέση! Το «Γκολ» μας λείπει, καθώς εκεί διαβάσαμε για σειρές κόμικς όπως ήταν «Ο Γρουσούζης», η «Ιστορία του Ίαν Ρας», για τον «Θρύλο-Βραζιλιάνο κυνηγό Αγκοστίνο Ντα Σίλβα», το φτωχόπαιδο «Τουίστι», τον «Κιντ Κοξ», «οι 11 Φυλακισμένοι», «Ταξιαρχία του Σαίνη», «Νίπερ» και «η βολίδα του Ρόι». Δεν ξεχνάμε επίσης την συνέντευξη του Νίκου Αναστόπουλου που τότε αγωνιζόνταν στην Αβελίνο». «ΠΟΠΑΫ» Από τους πιο παλιούς ήρωες των παιδικών -και όχι μόνο- χρόνων. Ο Ποπάυ πήρε το όνομά του επειδή το ένα του μάτι ήταν κλειστό (Pop-eye) και συντρόφευε την πιτσιρικαρία στην Ελλάδα από τη δεκαετία του '70 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '90 απαριθμώντας 1.114 τεύχη! Ο γνωστός και μη εξαιρετέος ναύτης ήταν φυσικά ο ήρωας του εν λόγω κόμικ, έχοντας ως σήμα... κατατεθέν τη δύναμη που έπαιρνε από το σπανάκι. Στο πλευρό του είχε την αγαπημένη του Όλιβ, την οποία... ορέγονταν και ο μεγάλος του αντίπαλος, Μπρούτο. Έχοντας στο πλευρό του τη μητέρα του, την γριά μάγισσα! Από το κόμικ του Ποπάυ γνωρίσαμε και τον αχόρταγο Πόλντο που καταβρόχθιζε το ένα χάμπουργκερ μετά το άλλο (πάντα από... κέρασμα!) δίνοντας και το στίγμα για την... λαίλαπα των φαστ φουντ που θα ακολουθούσε. Φυσικά, ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στον καλοκάγαθο γίγαντα Γκρισίνο, στον Ρεβυθούλη, στη φυλή των σατανικών νάνων ονόματι 'Μινγκς', στον τηλεπαθητικό του σκύλο, τον Τζιπ, όπως επίσης και στους... γονείς του Ποπάυ. Σχεδιαστής του ήταν ο Αμερικανός Έλζι Κράισλερ Σίγκαρ και έκανε... ντεμπούτο το 1929 μέσα από τις σελίδες των εφημερίδων. «ΤΙΡΑΜΟΛΑ» Ο Τιραμόλα ήταν ένας χαρακτήρας κόμικ, ο οποίος είχε σώμα φτιαγμένο από καουτσούκ με αποτέλεσμα να εκτείνει τα μέλη του κατά το δοκούν! Εξ ου και η φράση σε όποιον εντυπωσίαζε με τις δεξιότητες του: «Ο Τιραμόλα είσαι;». Έτσι μάλιστα αποκαλούσαν τον Νίκο Βαμβακούλα! Επρόκειτο για ένα απλό σχέδιο, με μαύρες γραμμές για σώμα, οβάλ πρόσωπο, έναν κύλινδρο για μύτη και ημίψηλο καπέλο. Τα κόμικς του Τιραμόλα κυκλοφόρησαν στην Ιταλία για αρκετά χρόνια και υπήρχαν στην αγορά μέχρι τη δεκαετία του '80. Στη δεκαετία του '90 το κόμικ έγινε ξανά της μόδας και κυκλοφόρησε από άλλες εκδόσεις, με νέες ιστορίες και μοντέρνο σχέδιο, χωρίς όμως επιτυχία. Στην Ελλάδα το περιοδικό πρωτοκυκλοφόρησε το 1970, από τον εκδοτικό οίκο Καμπανά. Στο περιοδικό εμφανίζονταν εκτός από τον Τιραμόλα και άλλοι ήρωες, όπως οι Πέπο και Κάρλο, ο λύκος Πουγκατσώφ, ο ινδιάνος Καριμπού και ο υπερήρωας Μίστερ Ματζέστικ. «ΤΡΟΥΕΝΟ» Μαζί με το Μπλεκ και το Αγόρι συμπλήρωνε την τριάδα των αγορίστικων περιοδικών που είχαν εφάμιλλη ύλη. Βέβαια υστερούσε σε σχέση με τα άλλα δύο (Μπλεκ, Αγόρι, Τρουένο η δική μου σειρά) ωστόσο περιείχε αυτοτελείς ιστορίες και δώρο μία αφίσα. Ο Τρουένο ήταν ο βασικός ήρωας του περιοδικού, ένας ιππότης στον ευρωπαϊκό μεσαίωνα έχοντας στο πλάι του την Σίγκριντ, τον Κρίσπιν και τον Γολιάθ. Συνήθως ήταν εκείνος που κοσμούσε το εξώφυλλο, αν και μερικές φορές έμπαιναν «σφήνα» ποδοσφαιριστές, καλλιτέχνες ή κάποια άλλη ιστορία. Από τις καλές ιστορίες ήταν ο Δικαστής Ντρεντ, ο Στρατιώτης Φάντασμα, ο Φτερωτός Τζάκσον, ο Υπερφυσικός Μπεμπές, ο Μεγάλος Ντετέκτιβ, ενώ πρωτοεμφανίστηκε στο Τρουένο και ο ποδοσφαιριστής Μπίλι Ντέην (πριν... μετακομίσει στο Γκολ) και τα μαγικά παπούτσια του Μπίλι. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1977 και σταμάτησε στις αρχές της δεκαετίας του '90. «ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ & ΟΜΠΡΑΞ» Το δημοφιλές περιοδικό Περιπέτεια φιλοξενούσε ιστορίες του Λοχαγού Μαρκ αλλά και του Όμπραξ σε διαστάσεις τσέπης. Οι περιπέτειες του Μαρκ εκδόθηκαν με ιδιαίτερη επιτυχία σε τρεις τουλάχιστον ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ιταλία φυσικά ("Il Commandante Mark") και στη Γαλλία ("Captain Swing") ως αυτόνομη έκδοση και στην Ελλάδα, αρχικά από τις εκδόσεις Φλεβοτόμου (Κάπτεν Σουίνγκ) και στη συνέχεια από τις εκδόσεις του Στ. Ανεμοδουρά στα έντυπα "Όμπραξ" (1971) και "Περιπέτεια" (1983). Ο Μαρκ είναι ένας μελαχρινός και μυώδης αξιωματικός του στρατού των Αμερικανικών αποίκων που μάχονται για την ελευθερία. Το άντρο του βρίσκεται στη Λίμνη Οντάριο και είναι ένα φρούριο χτισμένο πάνω σε μικρή νησίδα, στο κέντρο της λίμνης. Στον αγώνα του, πλαισιώνεται από δυο βασικούς συμπρωταγωνιστές, τον ινδιάνο Θλιμμένο Μπούφο και τον γενειοφόρο Μίστερ Μπλουφ, που τον συνδράμουν στις διάφορες περιπέτειες του. Το στρατόπεδο των "Λύκων" προστατεύεται από το μικρό στόλο που έχει επικεφαλής τον πρώην πειρατή «Καπετάν-Γάντζο», ενώ η μνηστή του Λοχαγού Μαρκ ονομάζεται «Μπέτυ» και ζει στο φρούριο, μαγειρεύοντας νόστιμα πιάτα για τον αγαπημένο της και τους υπόλοιπους μαχητές. Ουσιαστικά ο Μαρκ είναι ορφανός, καθώς ο πατέρας του, προσπαθώντας να τον σώσει από ένα ναυάγιο όταν ήταν μωρό, πνίγηκε και ο Μαρκ μεγάλωσε στα χέρια πατριού, που του δίδαξε γραφή, ανάγνωση και τον εκπαίδευσε στη χρήση όπλων, με συνέπεια να εξελιχθεί σε δεινό ξιφομάχο. Μετά το θάνατο και του πατριού του, ο Μαρκ εντάχθηκε στον αμερικανικό στρατό και έγινε ένας από τους ηγέτες των επαναστατών. O «Όμπραξ» ήταν εβδομαδιαίο περιοδικό κόμικς που πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα στα μέσα του 1971 και η έκδοσή του διακόπηκε 4,5 χρόνια αργότερα. Το 1983 μάλιστα επανέλαβε ουσιαστικά την έκδοση του περιοδικού με νέο εβδομαδιαίο τίτλο (σαν «Περιπέτεια» πλέον), του οποία η έκδοση συνεχίστηκε (τόσο με επταήμερη συχνότητα, όσο και υπό μορφή μηνιαίων τόμων) έως και τα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στις ΗΠΑ, κοντά στα Μεξικανικά σύνορα, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Αναφέρεται σε ένα δυναμικό κοκκινομάλη πιστολέρο, ο οποίος βρίσκεται σε συνεχείς μυστικές αποστολές εναντίον κάθε είδους εγκληματιών. Χρησιμοποιεί εκπληκτικές μεταμφιέσεις, οι οποίες ξεγελούν εχθρούς και φίλους. Στο πλευρό του έχει δύο πιστούς συντρόφους, έναν αριστοκράτη χαρτοπαίκτη που ονομάζεται «Βαρώνος» και τον αιωνίως πεινασμένο και άξεστο «Φαγάνα». «ΜΙΚΙ ΜΑΟΥΣ» Δεν πρέπει να υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος σε όλον τον κόσμο που να μην έχει ξεφυλλίσει ένα «Μίκι Μάους» ή να μην ξέρει τι εστί... Μίκι Μάους. Ο πιο διάσημος χαρακτήρας που έκανε την εμφάνισή του τον Νοέμβριο του 1928 χάρη στη πένα του Ουόλτ Ντίσνεϊ. Το κόμικ ήρθε στην Ελλάδα την 1η Ιουλίου 1966 από τις εκδόσεις Τερζόπουλου και έμελλε να γνωρίσει τεράστια επιτυχία. Η πρώτη του τιμή ήταν στις 3 δραχμές και περιείχε 52 σελίδες. Τον Μίκι συντρόφευε μια ολόκληρη παρέα χαρακτήρων, όπως η Μίνι, ο Γκούφη, ο Πλούτο, ο Ντόναλντ, οι Χιούη-Λιούι-Ντιούι, η Κλάρα, ο Γκαστόνε, ο Θείος Σκρουτζ, ο Κύρος Γρανάζης, η Μάτζικα Ντε Σπελ, ο Μαύρος Πητ, ο Φέθρυ, οι Μουργόλυκοι, ο Ρόμπαξ και πολλοί ακόμα. Στην Ελλάδα η συμπλήρωση των 2.000 γιορτάστηκε με διάφορες εκδηλώσεις, ενώ στα 40 χρόνια (30 Ιουνίου 2006), εκδόθηκε ένα ακόμη συλλεκτικό τεύχος, 548 σελίδων. Τον Σεπτέμβριο του 2013 κυκλοφόρησε το τελευταίο τεύχος, ενώ τον Ιούνιο του 2014 έγινε η επανακυκλοφορία με την τιμή του σήμερα να βρίσκεται στο 1,90€. «ΠΙΝΟΚΙΟ» Το εβδομαδιαίο εικονογραφημένο περιοδικό «Πινόκιο» περιελάμβανε ιστορίες του γνωστού ήρωα που η μύτη του μεγαλώνει όταν λέει ψέματα. Το περιοδικό γνώρισε 4 εκδοτικές περιόδους ξεκινώντας από το 1975, ενώ οι 2 τελευταίες (91' και 04') είναι τετράχρωμες. Μια εναλλακτική εκδοτική προσπάθεια που είχε πολλούς υποστηρικτές. «ΣΟΥΠΕΡ ΜΙΚΙ» Το «Σούπερ Μίκι» σε αντίθεση με το «Μίκι Μάους» κυκλοφορούσε σε μεγάλο μέγεθος με τις ιστορίες του να αφορούν τον Μίκι Μάους, τον Ντόναλντ Ντακ, τον Σκρουτζ και τους Μουργολύκους. Στο «Σούπερ Μίκι» μπορούσες να βρεις σπαζοκεφαλιές, παιχνίδια γνώσεων, quiz, Sudoku, διαγωνισμούς και κρυπτόλεξα. «ΣΟΥΠΕΡ ΜΠΟΫ» Από τα λιγότερο γνωστά περιοδικά της δεκαετίας του '80. Για την ακρίβεια κυκλοφόρησαν 88 τεύχη από το 1983 μέχρι και το 1985. Συνήθως στο εξώφυλλο υπήρχαν ιστορίες με αυτοκίνητα, ενώ μεγάλο μερίδιο έκλεβαν οι Ντιουκς και το Star Wars. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρχε ιστορία «η επιστροφή του Τζεντάι» (ναι, 'των Τζεντάι' είναι το σωστό, αλλά μέσα στις σελίδες έτσι το έγραφαν) ενώ από τις must ιστορίες ήταν «οι Κάσερς», τα... πρωτοεμφανιζόμενα στην Ελλάδα «Στρουμφάκια», όπως και «οι Οδοστρωτήρες». Οι αφίσες φιλοξενούσαν περισσότερο μηχανοκίνητα, ενώ είχε επανακυκλοφορήσει ως δώρο μαζί με το Μπλεκ στα τέλη της δεκαετίας του '80. Φυσικά δεν πρέπει να παραλείψουμε τη κυκλοφορία και πολλών ακόμα περιοδικών, όπως τα Κλασικά, το Κόμιξ, τον Μικρό Σερίφη, το Αλμανάκο, τον Σούπερμαν, τον Σπάιντερμαν, τον Μπόζο, την Πάτι, τον Φελίξ, το σατιρικό MAD, το Πεπίτο, το Βαβέλ, τους Τομ και Τζέρι, την Μικρή Λουλού, τον Ζαγκόρ, τον Κόναν και πολλά ακόμα... ΥΓ: Για να σας προλάβουμε: Επίτηδες δεν έχουμε συμπεριλάβει τον Ερικ Καστέλ, τον Λούκι Λουκ, τον Αστερίξ, το Storm που ήταν κλασσικότατα κόμικς της εποχής. Απλά η επιλογή έγινε για τα εικονογραφημένα τσέπης (όπως τα αποκαλούσαν) ενώ οι εκδόσεις των συγκεκριμένων ήταν αρκετά μεγάλες! Περιμένουμε τις δικές σας προτιμήσεις για τα περιοδικά που σημάδεψαν τα δικά σας παιδικά χρόνια. Και το σχετικό link... Σημείωση δική μου. Το άρθρο έχει κάποια λαθάκια, όπως ότι το Σούπερ Μίκυ περιείχε Sudoku (!), ότι οι ιστορίες Κασέρς και Οδοστρωτήρες στο Σούπερ Μπόϋ είναι διαφορετικές (η ίδια ιστορία ήταν), Ο Ρόι των Ρόβερς στο Μπλεκ κλπ...
  5. Το G-Weekend κάνει μία ακόμη βουτιά στα 80's θυμίζοντας τον παροξυσμό που επικρατούσε με τα σιδερότυπα ή αλλιώς χαλκομανίες που έβρισκες στα νεανικά περιοδικά! Στις αρχές της δεκαετίας του '80, Μπλεκ, Αγόρι, Κατερίνα, Μανίνα, Τρουένο σε μία προσπάθεια να εμπλουτίσουν το υλικό τους, το οποίο αποτελούνταν από εικονογραφημένες ιστορίες και αφίσες πρόσθεσαν στην φαρέτρα τους και πρωτότυπες πολύχρωμες χαλκομανίες, οι οποίες σιδερώνονταν στα ρούχα. Με αυτό τον τρόπο μπορούσες να ανανεώσεις το ξεθωριασμένο μπλουζάκι σου κοσμώντας το με τις φιγούρες των αγαπημένων ποδοσφαιριστών/μουσικών/ηθοποιών σου ή ακόμα και με το έμβλημα της ομάδας που λάτρευες. Το τελευταίο ήταν σύνηθες στους νεανίες στα 80's. Τα λευκά φανελάκια μεταμορφώνοντας, με το σίδερο των μανάδων να παίρνει φωτιά στην κυριολεξία, προκειμένου να πετύχουν την στάμπα που πρόσφερε το Μπλεκ. Οι χαλκομανίες έγιναν ανάρπαστες εκείνη την εποχή, καθώς δεν απαιτούσαν ιδιαίτερη κατάρτιση προκειμένου να τις πετύχεις σωστά πάνω στο ρούχο. Ακολουθούσες τις οδηγίες χρήσης, τοποθετώντας το σιδερότυπο πάνω στο ύφασμα και στη συνέχεια σιδέρωνες με προσοχή το χαρτί προκειμένου να αποτυπωθεί με ακρίβεια στη φανέλα! Οι Μαραντόνα, Τραβόλτα, Έλβις Πρίσλεϊ, Ιππότης της Ασφάλτου, Σούπερμαν, Ντιουκς και οι «Άγγελοι του Τσάρλι» είχαν την τιμητική τους, με τους πιτσιρικάδες να σιδερώνουν επίσης τα σήματα των αγαπημένων του ομάδων, αφού ακολουθούσε μπάλα στην αλάνα. Τα ελληνικά νοικοκυριά θρήνησαν αρκετά σίδερα, ενώ ουκ ολίγα κάηκαν στον βωμό του σιδερότυπου, τα οποία μετά από λίγα πλυσίματα έχαναν το χρώμα τους. Το Μπλεκ στις οδηγίες του για τα σιδερότυπα έγραφε χαρακτηριστικά: «Το αγαπημένο σας περιοδικό, προσπαθώντας πάντα να σας προτείνει κάτι καλύτερο θα σας χαρίζει για όλο το καλοκαίρι, κάθε εβδομάδα, πρωτότυπες, σιδερότυπες χαλκομανίες για να στολίσετε, τις μπλούζες, τις φανέλες, τα τζιν, τα μαντίλια, τις εσάρπες, τις ποδοσφαιρικές φανέλες κ.α. Ο τρόπος που μεταφέρονται οι χαλκομανίες από το χαρτί στο ύφασμα είναι ο ακόλουθος: Τοποθετούμε πάνω σε ένα τραπέζι από φορμάικα ή μάρμαρο ένα περιοδικό μεγάλου μεγέθους ατσαλάκωτο, στρώνουμε πάνω του ένα σιδερόπανο και πάνω στο σιδερόπανο στρώνουμε με προσοχή το ύφασμα μας που πρέπει να είναι πολύ καλά σιδερωμένο. Κόβουμε τη χαλκομανία και τη βάζουμε με την εικόνα προς τα κάτω, πάνω στο σημείο του υφάσματος όπου θέλουμε να την αποτυπώσουμε. Έπειτα σιδερώνουμε με πολύ καυτό σίδερο, πιέζοντας το γερά πάνω στο χαρτί της χαλκομανίας και μετακινώντας το πολύ-πολύ αργά έως ότου δούμε (ανασηκώνοντας τη μια άκρη του χαρτιού) ότι αποτυπώθηκε στο ύφασμα η εικόνα. Συνιστούμε στα πρώτα σιδερώματα να ζητήσετε την βοήθεια της μητέρας σας». Τα σιδερότυπα χάθηκαν στη λήθη. Η μόδα παρήλθε και ακόμη και η λέξη χαλκομανία φαντάζει άγνωστη στη σημερινή εποχή! Και το σχετικό link...
×
×
  • Create New...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.