Search the Community
Showing results for tags 'scary tales'.
-
Σπούδασε Ιστορία κι Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική σχολή της Αθήνας, ενώ το πενάκι της ζωγραφικής το κρατά στο χέρι από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Άρα, οι σπουδές σκίτσου στη σχολή Ορνεράκη ήταν μονόδρομος. Σε καμία εποχή δεν είναι εύκολο πράγμα να είσαι γελοιογράφος. Ο Πάνος Ζάχαρης, που εδώ και μια δεκαπενταετία υπάρχει δυναμικά στο χώρο της πολιτικής γελοιογραφίας, είναι μια ξεχωριστή περίπτωση ανθρώπου. Ευαίσθητος, ευφυής, ξέρει να χωράει στις δωρικές του γραμμές το κυρίαρχο επιστέγασμα της επικαιρότητας, πάντα με τη βεβαιότητα ότι και ο ίδιος είναι αναπόσπαστο κομμάτι ενός κόσμου που δεν σταματά να αγωνίζεται για το «μεγάλο, το ωραίο, το συγκλονιστικό». Παράλληλα, η σειρά κόμικ στριπ «Scary Tales» και το «The Working Dead» έχουν βραβευτεί στο πλαίσιο των Ελληνικών Βραβείων Κόμικς το 2017, το 2018, το 2019 και το 2020. «Καλλιεργημένος είναι αυτός που ξέρει πώς να ακούει τις χίλιες και μία φωνές του φυσικού κόσμου, του οποίου είμαστε μέρη», έλεγε ο Εδουάρδο Γκαλεάνο το 2008, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του. Εκείνος ο άνθρωπος που στην ιλιγγιώδη συνθήκη της ζωής κρατά ακέραιη τη φωνή, ακέραια και τα χέρια του. Πάνο, σε ευχαριστώ. Πάνο, όταν κάπου στις αρχές του 2000 άρχισες να σπουδάζεις ιστορία στη Φιλοσοφική, πόσο κατασταλαγμένος ένιωθες για το δρόμο ή τους δρόμους που σου ταίριαζαν; Τι γνωρίζουν τελικά για την πρώτη ενηλικίωση τα δεκαοκτάχρονα παιδιά, διαχρονικά, στην Ελλάδα; Επέλεξα να σπουδάσω στο ιστορικό-αρχαιολογικό χωρίς να έχω την παραμικρή επιθυμία να γίνω εκπαιδευτικός ή να ασχοληθώ με την έρευνα. Απλά η Ιστορία μου φάνηκε το πιο ενδιαφέρον αντικείμενο σπουδών εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Ήξερα καλά και τι μου ταίριαζε και τι ήθελα να κάνω κι αυτό ήταν το να γίνω σκιτσογράφος. Φοβόμουν πολύ ωστόσο πως δεν θα τα κατάφερνα κι αναζητούσα πιο «ρεαλιστικές» επαγγελματικές εναλλακτικές, απωθώντας παράλληλα την σκέψη να ζήσω κάνοντας επάγγελμα αυτό που αγαπώ. Μου πήρε λίγα χρόνια να πάρω απόφαση πως αν δεν το πάλευα να γίνω σκιτσογράφος θα κουβαλούσα ένα μεγάλο βάρος ακόμα κι αν – λέμε τώρα – επέλεγα ένα πιο προσοδοφόρο ή σίγουρο επάγγελμα. Δεν έχω ιδέα πώς νιώθουν οι σημερινοί δεκαοχτάρηδες. Μάλλον κανείς δεν έχει ιδέα εκτός από τους ίδιους, κι ας μιλάμε όλοι για αυτούς. Αυτό που ξέρω σίγουρα είναι πως στα σαράντα μου πρέπει να συμβάλλω να έχουν μπροστά τους ανοιχτούς όλους τους δρόμους και τα μονοπάτια για να βαδίζουν εκεί που επιθυμούν. Σχεδίαζες από μικρός; Θυμάσαι κάτι να σε είχε συγκλονίσει πολύ όσο ήσουν παιδί, που να ήθελες να το αποτυπώσεις στο χαρτί, είτε μέσω της εικόνας είτε μέσω του λόγου; Ζωγράφιζα ασταμάτητα. Στην πραγματικότητα δεν άφησα ποτέ από τα χέρια μου τον μαρκαδόρο που έπιασα σαν παιδί. Με μάγευαν κυρίως τα ζώα και η μυθολογία, αλλά γενικά προσπαθούσα να σχεδιάζω οτιδήποτε έπεφτε στην αντίληψή μου. Πάντα το να σχεδιάζω ήταν ο βασικός τρόπος που επέλεγα να επικοινωνήσω. Μια προσπάθεια να μεταφράζω κάθε ερέθισμα στη γλώσσα μου. Ο Κώστας Μητρόπουλος έχει πει ότι η γελοιογραφία είναι μια εύκολη δουλειά. Το δύσκολο είναι να βρεις έναν τρόπο να γράψεις το αστείο. Ποιο είναι το δικό σου σχόλιο. Με κάθε σεβασμό προς τον τεράστιο Μητρόπουλο, έχω διαφορετική αντίληψη για τη γελοιογραφία. Για μένα προέχει το πολιτικό σχόλιο, όχι η προσπάθεια να κάνω χιούμορ. Βασανίζομαι για να διατυπώσω την άποψή μου για ένα γεγονός ή μια κατάσταση όσο το δυνατόν πιο συμπυκνωμένα κι εύστοχα. Αν προκύψει το αστείο, καλώς. Έχω κάνει εκατοντάδες σκίτσα ωστόσο τα οποία γεννούν άλλα συναισθήματα. Δεν ξέρω αν είναι εύκολη δουλειά. Είναι απλώς αυτό που κάνω και είναι μια δουλειά που σου δίνει την ευκαιρία να εκφραστείς, να μιλήσεις για όσα σε απασχολούν πριν σχολάσεις και το αποτέλεσμα της σε ανταμείβει σε πολλά επίπεδα. Δε θα τολμούσα ποτέ όμως να την χαρακτηρίσω δύσκολη ή σκληρή. Θα ήταν θράσος απέναντι στους ανθρώπους που πραγματικά δουλεύουν σκληρά. Συναντάς συχνά ανθρώπους με χιούμορ; Συναναστρέφομαι αισιόδοξους ανθρώπους που αγωνίζονται κι αγαπούν τη ζωή. Αυτή η αγάπη για τη ζωή, αυτή η σιγουριά ότι τα πράγματα θα αλλάξουν δίνει χώρο στο να αφεθείς, να τσαλακωθείς και να αυτοσαρκαστείς. Κι αυτό για μένα είναι το χιούμορ. Άρα… ναι! Πότε είσαι φουλ από ιδέες και πότε το τοπίο μοιάζει άνυδρο; Δεν έχω προλάβει να δουλέψω σε συνθήκες «κανονικότητας», αφού ξεκίνησα να εργάζομαι στις αρχές της κρίσης, το ’08. Αυτό είναι ευχή και κατάρα. Κατάρα γιατί δεν πρόλαβα τα καλά χρόνια του Τύπου, ευχή γιατί οι ακραίες συνθήκες δίνουν την ευκαιρία στη γελοιογραφία να γίνει πιο πολιτική και να σκάψει βαθύτερα. Δεν χρειάζεται να αναζητήσεις μια περίεργη δήλωση ενός υπουργού π.χ. για να τραβήξεις από τα μαλλιά μια ιδέα, όπως μπορεί να συνέβαινε το 2000. Δεκαπέντε χρόνια σκιτσάρω σε συνθήκες χαμού, σε όλα τα επίπεδα, κι όσο και να με πονάει ως εργαζόμενο, ως σκιτσογράφο με αναγκάζει να αναμετρηθώ με τα Μεγάλα και με τον τρόπο αυτό να εξαντλώ τα όρια της συγκεκριμένης τέχνης. Το αν αυτό συμβαίνει πάντα με επιτυχία ή όχι είναι άλλο θέμα. Πόσος χρόνος χρειάστηκε για να ολοκληρώσεις το Working Dead; Ποιος είναι ο τρόπος που έχεις βρει ότι σου πάει όσον αφορά στη δημιουργία; Η έμπνευση με τι έχει να κάνει; Άραγε με τον χρόνο που προηγείται της ιδέας; Το Working Dead το ξεκίνησα το 2016 και παρότι μετά την έκδοση του 3ου τόμου φέτος έχω σταματήσει να δουλεύω νέα επεισόδια, δεν αισθάνομαι ότι το έχω ολοκληρώσει. Ασχολούμαι με μια άλλη σειρά τώρα, το Fear Future, αλλά το Working είναι σε μια γωνία και περιμένει να επανέλθει με κάποιον τρόπο. Συνήθως οι ιδέες που αφορούν στα κόμιξ μου ωριμάζουν αρκετό καιρό ως προς την κεντρική ιδέα. Η ιδέα του Working Dead π.χ., μιας σειράς δηλαδή με αυτοτελείς ιστοριούλες με επίκεντρο την πάλη των «πάνω» και των «κάτω» ανά τους αιώνες, με βασάνιζε τρία χρόνια πριν τραβήξω την πρώτη μολυβιά. Περιμένω να νιώσω έτοιμος, να ξέρω πως θα ξεκινήσω κάτι που θα με γεμίζει και θα μπορώ να το φέρω σε πέρας. Όταν συμβαίνει αυτό, δουλεύω πολύ εντατικά και η μια ιδέα γεννάει την επόμενη. Όσο για την έμπνευση, η πρώτη ύλη είναι αυτό που ζω ο ίδιος καθημερινά. Το καταπίνω, το μεταβολίζω και δημιουργώ κάτι δικό μου, που νιώθω πως αξίζει να το μοιραστώ. Ποιοι άνθρωποι σε έχουν καθορίσει; Ποιαν/ποιον θα ήθελες (που ίσως δε ζει) να συμπεριλάβεις σε μια γελοιογραφία σου ή σε ένα μεγαλύτερο έργο σου, με την ιντριγκαδόρικη παράλληλα σκέψη ότι θα σε διαβάσει, θα αντιδράσει, ίσως και να σου απαντήσει (μακάρι) με χιούμορ; Έχω μεγαλώσει κάτω από τη σκιά γιγάντων και δεν αναφέρομαι μόνο σε σκιτσογράφους. Στα σαράντα μου, απομακρύνομαι αναζητώντας τον δικό μου ήλιο, αλλά οι ρίζες μου παραμένουν εκεί. Με καθόρισαν τα ιερά τέρατα της Γελοιογραφίας και κυρίως ο Στάθης και ο Ιωάννου. Σκιτσογράφοι όπως ο Quino και ο Uderzo, αλλά και συγγραφείς όπως ο Γκαλεάνο, ο Στάινμπεκ, ο Τζακ Λόντον. Και βέβαια ο Μαρξ, ο Ένγκελς και ο Λένιν που επηρέασαν καθοριστικά και τον τρόπο που σκέφτομαι, αλλά και το πώς αντιλαμβάνομαι τη θέση μου και τον ρόλο μου στην κοινωνία. Κατά καιρούς, έχω σκιτσάρει πολλούς ανθρώπους η ζωή των οποίων έφυγε από τα χέρια τους κι έγινε κληρονομιά της τάξης τους και της ανθρωπότητας. Θα ήθελα να μάθω π.χ. την άποψη ενός εκ των 200 της Καισαριανής για το πώς αποτύπωσα τις τελευταίες του στιγμές. Δεν πρόκειται, άρα θα συνεχίσω να φοβάμαι πως υπήρξα ασεβής, όταν κοιτάω το συγκεκριμένο σκίτσο. Τι σε κάνει ευτυχισμένο και σε βοηθά να παραμένεις αισιόδοξος; Ευτυχισμένο με κάνουν οι δικοί μου άνθρωποι. Η οικογένεια, οι φίλοι και οι σύντροφοί μου. Και το να βλέπω καινούρια πράγματα. Χρησιμοποιώ επίτηδες το ρήμα «βλέπω» αντί του «μαθαίνω», αν και στο μυαλό μου σχεδόν ταυτίζονται, γιατί πράγματι με γεμίζει χαρά να ταξιδεύω, να κοιτάω μέρη κι ανθρώπους, να παρατηρώ εμμονικά. Η δουλειά μου δεν αρκεί για να με κάνει ευτυχισμένο, αλλά με γεμίζει πολύ. Αισιόδοξο με κάνει η πίστη ότι όλα μπορούν να ανατραπούν εν ριπή οφθαλμού, κατά τη διάρκεια του δικού μας διαλείμματος από την ανυπαρξία. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, το 112 στέλνει μηνύματα για εκκένωση περιοχών λόγω ανεξέλεγκτων πυρκαγιών. Άλλο ένα καλοκαίρι όπου η καταστροφή συμβαίνει χωρίς να έχει προηγηθεί σχεδιασμός για την αποτροπή της. Είχες γράψει στο facebook τον Αύγουστο του 2021, «το πλάνο είναι να καούν μόνο δέντρα, ζώα, σπίτια και αυτοκίνητα». Τόσο ισχνή είναι η οργή πια; Η οργή είναι μεγάλη, ίσως όμως οι αντοχές μας στη μαυρίλα να είναι μεγαλύτερες. Νομίζω πως όμως υπάρχει συσσώρευση θυμού, ο οποίος αργά ή γρήγορα θα μετασχηματιστεί σε κάτι απόλυτο, δημιουργικό, επαναστατικό. Προσπαθώ να μην απελπίζομαι κι αυτό το κάνω στρέφοντας το βλέμμα στους ανθρώπους που παλεύουν να σώσουν το σπίτι του διπλανού, να δώσουν λίγο νερό και κουράγιο στα θύματα της καταστροφής. Κι όπως λένε οι αγαπημένοι Κοινοί Θνητοί, «φίλε, δεν είμαστε λίγοι». Θέλω να μοιραστώ μαζί σου κάτι. Ένα κορίτσι 15-16 χρόνων που σε ακολουθεί στο facebook, άρχισε κάποια στιγμή να γεμίζει το τετράδιό της με φράσεις που μοιάζουν συνώνυμες της μεγάλης φράσης «χρέος στη ζωή». «Το γράφει ο Ζάχαρης συχνά. Ένας τύπος που καταλαβαίνω τη γλώσσα του. Κι έχει για μένα μεγάλη σημασία αυτό», μου είπε. Αυτό ακριβώς είναι η ανταμοιβή που έλεγα πριν. Το να διαπιστώνω δηλαδή πως τα όσα σκέφτομαι αφήνουν κάτι στους ανθρώπους με τους οποίους τα μοιράζομαι. Όσο για τη συγκεκριμένη φράση, όντως λειτουργεί ως οδηγός στη ζωή μου. Νιώθω πως οφείλω κάπως να ανταποδώσω στην Ζωή το ότι υπάρχω και μάλιστα σε συνθήκες που μου επιτρέπουν να αγωνίζομαι και να παρεμβαίνω. Θέλω να εκμεταλλευτώ στο έπακρο το ότι είμαι εδώ και να εξαντλήσω τα περιθώρια να αφήσω πίσω μου κάτι καλύτερο. Στις πρόσφατες εκλογές ήσουν υποψήφιος βουλευτής με το ΚΚΕ, ενώ κατεβαίνεις ως υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος με την Λαϊκή Συσπείρωση και τον Γιάννη Πρωτούλη στην Αττική. Δεν σε δυσκολεύει στη σχέση σου με τους αναγνώστες το να ταυτίζεσαι με ένα Κόμμα; Δεν σου αρκεί να παρεμβαίνεις ως σκιτσογράφος; Για μένα είναι αυτονόητο το να αγωνίζομαι με όποιον τρόπο μπορώ. Τόσο με τη δουλειά μου όσο και με την συνδικαλιστική και την πολιτική μου δράση. Αν δεν το έκανα θα ένιωθα ασυνεπής ή και υποκριτής: Δεν μπορώ να κάνω σκίτσα που να μιλούν π.χ. για τη φτώχεια και να μην είμαι στο δρόμο να την αντιπαλεύω. Έτσι βλέπω και την υποψηφιότητα μου με το Κ.Κ.Ε. ή τη Λαϊκή Συσπείρωση, ως μια εξαιρετικά τιμητική ιδιότητα συνέχεια της καθημερινής μου δραστηριότητας, εντελώς αναπόσπαστη από όλα τα υπόλοιπα. Ποτέ δεν έκρυψα την κομματική μου ταυτότητα. Δεν το έχω παίξει γενικά αριστερός, προοδευτικός ή – ακόμα χειρότερα – δήθεν αντικειμενικός για να είμαι πιο αποδεκτός. Νομίζω πως αυτό έχει εκτιμηθεί ακόμα κι από ανθρώπους που υποστηρίζουν άλλους χώρους και σε καμία περίπτωση δεν με έχει δυσκολέψει. Και το σχετικό link...
-
- 3
-
- πάνος ζάχαρης
- the working dead
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Το άλμπουμ που κρατάτε στα χεριά σας είναι μια ανθολογία της σειράς στριπ Scary Tales του Πάνου Ζάχαρη, που δημοσιεύεται στο "Καρέ-Καρέ" της Εφημερίδας των Συντακτών κάθε Σάββατο. Κάποιες από τις ιστορίες που περιλαμβάνονται σε αυτή την έκδοση μπορεί να σας κάνουν να γελάσετε, αλλά και κάποιες είναι πολύ πιθανό να φέρουν δάκρυα στα μάτια σας. Είναι ακόμα πιθανότερο δε, αυτά τα δάκρυα να μην είναι μόνο λύπης, αλλά και οργής. «Οι κόσμοι που πλάθει ο Πάνος Ζάχαρης, γειτνιάζοντες με αυτούς της άλλης περιβόητης και βραβευμένης σειράς του υπό τον τίτλο «The Working Dead», δεν αποτελούν παρωδίες του περιεχομένου των πηγών τους, αλλά των παρερμηνευμένων νοημάτων τους από όσους θεωρούν τα παραμύθια ιερά κι ανέγγιχτα κείμενα». (Γιάννης Κουκουλάς, από την εισαγωγή του) Ευχαριστούμε τον @nikos99 για τη διάθεση του τεύχους
- 3 replies
-
- 10
-
- scary tales
- κουκουλας γιωργος
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Η πολιτική γελοιογραφία κατά βάση… ενοχλεί. Από την ακραία περίπτωση της δολοφονικής επίθεσης στα γραφεία του διεθνούς φήμης περιοδικού Charlie Hebdo, μέχρι φυλακίσεις, μηνύσεις και απειλές σε σκιτσογράφους-γελοιογράφους. Στην Τουρκία, σύμφωνα με τουρκικά Μέσα Ενημέρωσης, ένας σκιτσογράφος τέθηκε υπό κράτηση το 2018 επειδή τα σκίτσα του θεωρήθηκαν πως «εξυβρίζουν» τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Βέβαια για να μην πάμε πολύ μακριά, στην Ελλάδα ο σκιτσογράφος Γιώργος Μικάλεφ, όπως έχει καταγγείλει δέχθηκε απειλές κατά της ζωής του για αντιφασιστικό σκίτσο, την ίδια στιγμή που το Facebook «κατέβασε» το εν λόγω σκίτσο από το χρονολόγιό του. Γεγονός είναι λοιπόν ότι η σάτιρα είναι ένα «όπλο» όπως μας αναφέρει ο Πάνος Ζάχαρης. Ένα όπλο το οποίο μπορεί να προκαλέσει «τριβές» στην εξουσία, είτε αυτή είναι πολιτική, είτε είναι οικονομική, είτε θρησκευτική. Ο Πάνος Ζάχαρης εργάζεται από το 2008 μέχρι σήμερα ως γελοιογράφος στην εφημερίδα «Το Ποντίκι» και παράλληλα συνεργάζεται με την «Εφημερίδα των Συντακτών». Μέσω των σκίτσων του καταπιάνεται με θέματα της καθημερινότητας όπως η «σχέση των κάτω με τους πάνω», των εργατών και των εργοδοτών. Έχει εκδώσει επίσης και βιβλία με τα σκίτσα του: Αρνητικοί Συσχετισμοί, The Working Dead, Scary Tales. Τον τελευταίο χρόνο ετοιμάζει «κάτι, πολύ αργά και κοπιαστικά», όπως ομολόγησε σε συνέντευξη που μας παραχώρησε. Πόσο σε έχει επηρεάσει το γεγονός ότι, επί της ουσίας, διανύουμε τον 6ο μήνα σε καραντίνα; Δεν ξέρω κατά πόσο είναι «επί της ουσίας» το lockdown. Είναι μια μεγάλη συζήτηση. Για το κατά πόσο δηλαδή, τα μέτρα που έχουν ληφθεί συνιστούν όντως ένα κλείσιμο, γιατί την ίδια ώρα που εμείς μιλάμε εδώ με μάσκες και αποστάσεις, στο μετρό και στα εργοστάσια γίνεται της κακομοίρας. Είναι λίγο σχετικό το «lockdown». Επαγγελματικά είμαι από τους τυχερούς που δεν έχω σταματήσει να δουλεύω, εργάζομαι κανονικά. Βέβαια είμαι σε καθεστώς τηλεργασίας, το οποίο για το δικό μας τον κλάδο, τα ΜΜΕ, είναι αρκετά δύσκολο, γιατί ένα βασικό κομμάτι της δουλειάς μου είναι και η αλληλεπίδραση με τους συναδέλφους, η συζήτηση, η σύσκεψη στην εφημερίδα. Όλα αυτά με έχουν επηρεάσει πάρα πολύ. Σε προσωπικό επίπεδο, είμαι από τους τυχερούς που δεν έχω σοβαρό κρούσμα στον κοντινό μου περίγυρο. Με μια έννοια δεν πολυθέλω να γκρινιάζω γιατί καταλαβαίνω ότι πολλοί άνθρωποι περνάνε πολύ πιο δύσκολα από εμένα. Μου έχει ανατρέψει ωστόσο πάρα πολύ τη ζωή. Είμαι κλεισμένος σε ένα σπίτι, γεγονός που ψυχολογικά και συναισθηματικά με έχει επηρεάσει σημαντικά. Έχει αντίκτυπο και στη δουλειά μου. Κάνω μια δουλειά η οποία βασίζεται στην παρατήρηση, στο τι συμβαίνει στην κοινωνία. Προσωπικά, βασίζομαι και στη ζωντανή επαφή. Συνολικά η δουλειά σου πόσο έχει επηρεαστεί από την πανδημία του κορονοϊού και την αναστολή δραστηριοτήτων; Η δουλειά μου έχει επηρεαστεί εν μέρει γιατί δουλεύω σε εφημερίδα, δεν είμαι ελεύθερος επαγγελματίας ούτε στηρίζομαι, όπως στηρίζονται οι καλλιτέχνες, σε παραστάσεις ή συναυλίες, ή οι ζωγράφοι στις εκθέσεις τους, οπότε αν το δούμε καθαρά εισοδηματικά δεν έχω επηρεαστεί ιδιαίτερα. Με έχει επηρεάσει όμως επειδή έχουν πάψει να γίνονται τα φεστιβάλ comics, γιατί ασχολούμαι και με το comic, οι παρουσιάσεις βιβλίων, η δουλειά μου παρουσιάζεται σε εκθέσεις, οπότε με αυτήν την έννοια έχει αντίκτυπο. Ωστόσο σε σχέση με το τι συμβαίνει με τους καλλιτέχνες, με όσους δηλαδή δεν έχουν αυτήν τη σταθερή εργασιακή σχέση, είμαι σε αρκετά καλύτερη κατάσταση. Πώς κρίνεις τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στον πολιτισμό; Νομίζω ότι και στον πολιτισμό δεν συμβαίνει κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι συμβαίνει σε κάθε επίπεδο, δηλαδή η κυβέρνηση εξ’ αρχής έκανε επιλογές οι οποίες φάνηκαν καθαρά. Δηλαδή, στήριξε με πάρα πολύ χρήμα τα ΜΜΕ, όχι τους εργαζόμενους, τους ιδιοκτήτες, τους καναλάρχες, στήριξε τους επιχειρηματικούς ομίλους και από κει και πέρα προσπαθεί με μια επιδοματική πολιτική, που είναι στα όρια του χαρτζιλικιού πολλές φορές, ίσα ίσα να συντηρηθούν κάποιοι άνθρωποι, εργαζόμενοι δηλαδή κ.λ.π. Στο χώρο του πολιτισμού αυτό είναι ακόμα πιο έντονο με την έννοια ότι πάρα πολύς κόσμος επί της ουσίας έμεινε με μηδενικό εισόδημα, δεν πληρούσε τα κριτήρια τα οποία έβαλε και φοβάμαι ότι καταστράφηκε κόσμος. Ωστόσο δεν με εκπλήσσει, γιατί από την αρχή της πανδημίας έγινε σαφές το πώς θα το πάνε. Από την άλλη νομίζω είναι σημαντικό ότι στο χώρο του πολιτισμού αναπτύχθηκαν αντιστάσεις. Και σε επίπεδο κινήματος οι άνθρωποι προσπάθησαν με κάθε τρόπο, αλλά και σε επίπεδο καλλιτεχνικής δημιουργίας σε ένα μικρότερο βαθμό, να γίνουν κάποια πράγματα έστω και εν μέσω πανδημίας. Το οποίο είναι ελπιδοφόρο. Για ποιο λόγο θεωρείς ότι η κυβέρνηση δεν συνομιλεί με τους καλλιτέχνες; Εδώ αρνείται να συνομιλήσει με τους γιατρούς. Τον υπουργό Υγείας τον «κυνηγάει» η Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας να μιλήσουν εδώ και μήνες. Θα μιλήσει με τους καλλιτέχνες; Ή θα μιλήσει με τους εργάτες των εργοστασίων ή με τους φοιτητές; Συνομιλεί με τους επιχειρηματίες ή τους καναλάρχες, και όλη της η πολιτική στοχεύει στο πώς θα ελαχιστοποιηθούν οι ζημιές αυτών, όχι των εργαζομένων. Μπορεί η πανδημία να «δώσει κίνητρο» για νέες δημιουργίες; Θεωρητικά οι πιο ακραίες περίοδοι, ο ζόφος, η μαυρίλα, πυροδοτεί δημιουργία. Το έχουμε δει. Γιατί όταν οι καταστάσεις είναι πιο ακραίες, αυτό μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για έναν δημιουργό. Αυτό βέβαια είναι κάτι γενικό που θα ήθελα να συμβεί. Από την άλλη πλευρά, όλη αυτή η πίεση η οποία ασκείται σε όλους μας, πολλές φορές μπορεί να πνίξει την καλλιτεχνική δημιουργία. Θα περίμενα για παράδειγμα περισσότερα πολιτικά τραγούδια αυτήν την περίοδο. Το ίδιο περίμενα και την περίοδο της πρώτης κρίσης, από το 2008 έως και το 2019, αλλά και πιο μετά, και δεν έγινε κάτι τέτοιο. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα συμβεί. Ενώ υπάρχουν οι προϋποθέσεις, γιατί η τέχνη μπορεί να δώσει διέξοδο και να βοηθήσει έναν κόσμο να ξεπεράσει μια κατάσταση πιεστική, από την άλλη δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και οι δημιουργοί βιώνουν πίεση και δυσκολεύονται. Πρέπει να ζήσουν μέσα στην καθημερινότητα τους, δεν είναι εύκολο. Πόσο «ενοχλεί» το πολιτικό σκίτσο την εξουσία; Γενικά η πολιτική γελοιογραφία, η σάτιρα, εξ’ ορισμού είναι ένα όπλο των κάτω απέναντι στους πάνω. Το ανάποδο δεν είναι σάτιρα, είναι χαβαλές ή κάτι άλλο τέλος πάντων. Οπότε με αυτήν την έννοια, όσο οξύνεται η σχέση των πάνω με των κάτω, θα πρέπει και η σάτιρα να εναρμονίζεται με αυτήν την όξυνση. Είναι αναμενόμενο να υπάρχει και δημιουργία η οποία να είναι οξύτερη και αμεσότερη και όταν περνάει τόσος καιρός με τέτοια κατάσταση, πέφτουν οι μάσκες και τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα, οπότε προφανώς γίνονται και σκίτσα που ενοχλούν και γενικότερα υπάρχει παραγωγική σατιρική που προσεγγίζει πιο πολύ την ουσία των θεμάτων. Τώρα, το να ενοχλεί ένας σκιτσογράφος με τη δουλειά του, όχι μόνο την πολιτική εξουσία αλλά και την οικονομική, τη θρησκευτική, γενικά την εξουσία, κατά τη γνώμη μου είναι μια απόδειξη ότι κάνει καλά τη δουλειά του. Παράσημα είναι όλα αυτά. Βέβαια αυτές τις τελευταίες μέρες υπάρχει το παράδειγμα του Γιώργου Μικάλεφ, τον οποίο τον τραβολογάνε κάθε λίγο και λιγάκι στη ΓΑΔΑ μετά από μηνύσεις κάτι απόστρατων για βλάσφημα, και καλά, σκίτσα. Αυτό μπορεί να φαίνεται όντως σαν παράσημο για το παλικάρι, και είναι, αλλά το να στοχοποιείσαι, το να σε τραβολογάνε στην αστυνομία δεν είναι απλή ιστορία. Είναι μια μορφή βάρβαρης λογοκρισίας και χρειάζεται να είσαι και εσύ συνειδητοποιημένος και κατασταλαγμένος και σίγουρος γι’ αυτό που κάνεις, για να μην πτοηθείς. Με τι ασχολείσαι περισσότερο, όσον αφορά στις γελοιογραφίες σου, κατά την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού; Υπάρχει εδώ και ένα χρόνο ένα και μόνο θέμα, ο κορονοϊός. Στην αρχή γελάγαμε με τον κόσμο που στόκαρε αντισηπτικά και μακαρόνια. Αυτό δεν μπορεί να είναι το αντικείμενο της σάτιρας. Εγώ προσπάθησα, και ακόμα προσπαθώ, να πιάσω τις πλευρές αυτές της πανδημίας που αφορούν τους πολλούς. Είτε αφορά το κλείσιμο στο σπίτι, είτε είναι τα εργασιακά, είτε η οικονομική κατάσταση, είτε η καταστολή και ο αυταρχισμός που μέσα στην καραντίνα οξύνθηκαν. Προσπάθησα να ασχοληθώ με τέτοια θέματα. Και βέβαια με τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση και η εξουσία χειρίστηκε την πανδημία. Οπότε προσπάθησα σε μια περίοδο μονοθεματική να σκάψω όσο μπορώ και να κοιτάξω και λίγο πίσω από το «Τσιόδρας-Χαρδαλιάς» κάθε μέρα, τα «συμπολίτες μου» του πρωθυπουργού κ.λ.π. Νομίζω ότι είναι δύσκολο όταν έχεις ένα κεντρικό θέμα να ξεφεύγεις και λίγο από αυτό που φαίνεται και να καταπιάνεσαι και με τις προεκτάσεις του. Και το σχετικό link...
-
- 5
-
- πάνος ζάχαρης
- the working dead
- (and 5 more)
-
Δεν ήταν μια συνηθισμένη, φυσιολογική χρονιά αυτή που φεύγει. Μια από τις πολλές συνέπειες της κυριαρχίας του ιού επί των ζωών μας ήταν και η ελάττωση της παραγωγής κόμικς. Λίγο πριν από το νέο έτος ξαναθυμόμαστε τα σημαντικότερα έργα του 2020 με την ευχή του χρόνου τέτοιες μέρες τα πράγματα να είναι καλύτερα. «Οι Όμηροι του Γκαίρλιτς» του Θανάση Πέτρου (εκδόσεις Ίκαρος) Ήρωες ή προδότες; Οι Όμηροι του Γκαίρλιτς στο περιθώριο (ή στην καρδιά;) του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου γίνονται οι ανώνυμοι πρωταγωνιστές σε μια ιστορία διχασμού και πολέμου. Ξεχασμένοι από όλους, έρμαια των παλινωδιών και της αναποφασιστικότητας της ελληνικής κυβέρνησης, οι Έλληνες φαντάροι ένιωσαν στο πετσί τους την έννοια της εγκατάλειψης. Ο Θανάσης Πέτρου παρουσιάζει έπειτα από εξαντλητική έρευνα και τεκμηρίωση τις ζωές αυτών των ανθρώπων σε μια από τις ελάχιστα γνωστές πτυχές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, στην οποία αντικατοπτρίζονται μοναδικά οι πολιτικές συνθήκες της εποχής. «Ληστές» των Γιάννη Ράγκου και Γιώργου Γούση (εκδόσεις Polaris) Στην Ήπειρο των πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα, με κεντρικά πρόσωπα τους ληστές που λυμαίνονταν την ύπαιθρο αλλά και τις πόλεις, τοποθετείται η μυθοπλασία των Γιάννη Ράγκου (σενάριο) και Γιώργου Γούση (σχέδια). Μια ιστορία που μπορεί να έχει φανταστικούς πρωταγωνιστές, αλλά βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και είναι εμπνευσμένη από τη ζωή των αδελφών Ρέντζου. Νουάρ ατμόσφαιρα, ηθογραφία, ακρίβεια σε όλα τα πραγματολογικά στοιχεία και τα ιστορικά δεδομένα χαρακτηρίζουν αυτή την ιδιότυπη βιογραφία, από την οποία αναδύονται όλες οι κλασικές παθογένειες του νεοελληνικού κράτους και η διαχρονικά αμετάβλητη διαφθορά της εξουσίας. «Berlin» των Κυριάκου Αθανασιάδη και Νικόλα Κούρτη (εκδόσεις Jemma Press) Ένας λιγόλογος και φλεγματικός ιδιωτικός ντετέκτιβ που ασχολείται με μικροϋποθέσεις δέχεται μια δελεαστική πρόταση που μπορεί να αλλάξει (ή να τερματίσει) τη ζωή του. Αναλαμβάνει τη δουλειά αδιαφορώντας για τους κινδύνους. Αλλά αυτοί θα είναι τελικά απρόβλεπτοι και πολύ περισσότεροι σε μια θηριώδη, επιβλητική και απάνθρωπη μητρόπολη που λέγεται Μπερλίν. Σε μια πνιγηρή και κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και με πολλά στοιχεία εξπρεσιονιστικού και παραφυσικού τρόμου, η αυτοτελής νουάρ ιστορία των Αθανασιάδη και Κούρτη αποτελεί την αρχή μιας σειράς που αναμένεται να έχει πολλές ακόμη συνέχειες. «Στο δάσος» των Σπύρου Γιαννακόπουλου και Στέλλας Στεργίου (εκδόσεις Πατάκη) Ένα μοντέρνο παραμύθι που πλάθεται με σκοπό να ανατρέψει κάθε στερεότυπο και κάθε σύμβαση του είδους φιλοτεχνούν ο συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας Σπύρος Γιαννακόπουλος και η γνωστή από την υπέροχη εκδοχή του «Μικρού Πρίγκιπα» Στέλλα Στεργίου. Η συνταγή τα έχει όλα: μάγισσες, γίγαντες, τέρατα, νάνους, μαγεμένες βατραχίνες, πρίγκιπες και σκουπόξυλα. Αλλά τίποτα δεν πηγαίνει όπως συνηθίζεται σε παρόμοιες ιστορίες. Οι ανατροπές κρύβονται σε κάθε γωνιά αυτού του γοητευτικού δάσους που διαβάζεται εξίσου απολαυστικά από μικρούς και μεγάλους. «1800» του Θανάση Καραμπάλιου (εκδόσεις Jemma Press) Στο τέταρτο μέρος της βραβευμένης σειράς «1800», με τίτλο «Χάκι» (= εκδίκηση στα αρβανίτικα) ο Θανάσης Καραμπάλιος παρακολουθεί και καταγράφει τα επόμενα βήματα της οικογένειας των Καραμάνων λίγο πριν από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Κλέφτες και αρματολοί, Έλληνες και Τούρκοι, στρατιώτες και χωρικοί, πλούσιοι και φτωχοί στην ακόμα ρευστή, σαν καζάνι που κοχλάζει, ελληνική ύπαιθρο, παρουσιάζονται με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια σε μια μυθοπλασία που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον μπλέκοντας πραγματικά πρόσωπα και fiction χαρακτήρες και προχωρώντας βήμα βήμα προς τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που θα ακολουθήσουν σε λίγα χρόνια. «Η γυναίκα με τα τραπουλόχαρτα» της Αλέξιας Οθωναίου (εκδόσεις Jemma Press) Μια σειρά από εγκλήματα με θύματα επιτυχημένους άνδρες στοιχειώνουν τη σκέψη και τη ζωή ενός ντετέκτιβ που πασχίζει να λύσει το μυστήριο στη βροχερή και αφιλόξενη Αθήνα μιας νουάρ και σκοτεινής ιστορίας. Σε κάθε κατακρεουργημένο πτώμα κρύβεται και ένα διαφορετικό τραπουλόχαρτο που οδηγεί στην επόμενη κίνηση σε μια παράδοξη και εφιαλτική παρτίδα πόκερ. Κι όλα αυτά στη βαριά σκιά ενός μεγάλου και μοιραίου έρωτα που αποτελεί μέρος της ίδιας παρτίδας, από την οποία κανείς από τους παίκτες δεν μπορεί να βγει. «Ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου» των Αγγελικής Δαρλάση και Δημήτρη Μαστώρου (εκδόσεις Μεταίχμιο) Ένα κλασικό βιβλίο της Άλκης Ζέη, μιας από τις σπουδαιότερες εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, προσαρμόζουν σε κόμικς η συγγραφέας Αγγελική Δαρλάση και ο Δημήτρης Μαστώρος. Η ιστορία ξεκινά μια μέρα πριν οι Ιταλοί κηρύξουν τον πόλεμο στην Ελλάδα το 1940 και εξελίσσεται μέχρι τη λήξη του πολέμου μέσα από τα μάτια και τη ζωή του μικρού Πέτρου που βλέπει τον εαυτό του να «ενηλικιώνεται» απότομα υπό καθεστώς κατοχής. Κι ας είναι μόνο εννιά χρονών όταν ακούει τις πρώτες σειρήνες. Η πείνα, οι διωγμοί, ο φόβος, ο θάνατος αλλά και η φιλία, η Αντίσταση, η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά εναλλάσσονται σε ένα υπέροχο βιβλίο που γεννά σπάνια συναισθήματα στον αναγνώστη. «Μετεωρίτες» των Τάκη Θεοδοσίου και John Antono (εκδόσεις Λόγος Slovo Α-Ω) Διευθυντής του Ελληνικού Μουσείου Μετεωριτών ο Τάκης Θεοδοσίου και πολιτικός γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς με επιστημονικές ανησυχίες ο Γιάννης Αντωνόπουλος, συνεργάζονται σε ένα σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα βιβλίο εκλαΐκευσης της επιστημονικής γνώσης. «Ταξίδι στη Γνώση» είναι ο υπότιτλός του και πράγματι προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία στον αναγνώστη του να μάθει τι ακριβώς είναι οι μετεωρίτες, από πού έρχονται, ποιες οι διαφορές τους, τι μας διηγούνται για την ιστορία του ηλιακού συστήματος, πόσο κινδυνεύουμε από αυτούς, πώς θα εκμεταλλευτούμε την ύπαρξή τους. «Τετράς η Ξακουστή του Πειραιώς» των Γιώργου Σκαμπαρδώνη και Δημήτρη Κερασίδη (εκδόσεις Μικρός Ήρως) Τέσσερις ρεμπέτες που μετέπειτα έγραψαν ιστορία, ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιώργος Μπάτης, ο Ανέστος Δελιάς και ο Στράτος Παγιουμτζής αποτέλεσαν την Τετράδα την Ξακουστή του Πειραιώς, μια ρεμπέτικη κομπανία που σχηματίστηκε το 1934. Η ιστορία τους βασίζεται στο βιβλίο «Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας» του συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη, ενώ τα σχέδια φιλοτεχνεί ο Δημήτρης Κερασίδης και το εξώφυλλο ο Κωνσταντίνος Σκλαβενίτης. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ιστορία μιας παρέας που άφησε εποχή και μέσω αυτής η ιστορία του ρεμπέτικου ως κοινωνικού και καλλιτεχνικού φαινομένου αλλά και η κατάσταση της Ελλάδας την προπολεμική περίοδο. «All Hell Broke Loose» των Αντώνη Β. και Λέανδρου (εκδόσεις Skewed Press) Η Κόλαση στις εικόνες του Λέανδρου και τα κείμενα του Αντώνη Β. είναι οι σύγχρονες βρόμικες, εχθρικές και σκοτεινές μητροπόλεις και οι κολασμένοι πολίτες καίγονται στα καζάνια της. Αλλά δεν έχουν συνθηκολογήσει. Και κάποια μέρα ξεχύνονται στους δρόμους για να πάρουν εκδίκηση. Πάνω στις φωτογραφίες του Αντώνη Β. από το Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας, το Χονγκ Κονγκ και το Λος Αντζελες που θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί από κάθε μεγαλούπολη της Δύσης, ο Λέανδρος στήνει τα δικά του σχέδια και παρουσιάζει ένα «πριν» απελπισίας και ένα φωτεινό «μετά» από το ξέσπασμα της βίας και της επανάκτησης της αξιοπρέπειας έστω κι αν το μέλλον θα είναι πάντα αβέβαιο και υπό διαμόρφωση. «Scary Tales» του Πάνου Ζάχαρη (εκδόσεις Jemma Press) Ο Κακός Λύκος, τα Τρία Γουρουνάκια, ο Κοντορεβιθούλης, η Κοκκινοσκουφίτσα, ο Πίτερ Παν, ο Πινόκιο, ο Λαγός κι η Χελώνα συμπρωταγωνιστούν στα «τρομακτικά παραμύθια» του Πάνου Ζάχαρη που δημοσιεύονται κάθε εβδομάδα στις σελίδες της Εφ. Συν. Ο τρόμος ωστόσο δεν προκύπτει από το περιεχόμενο των πρωτότυπων παραμυθιών αλλά από τις απολαυστικές παρωδίες του δημιουργού τους, από τους ευφυέστατους αναχρονισμούς του, από τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα στην οποία παραπέμπουν. Όλα τα στριπάκια του Ζάχαρη αποτελούν μοναδικά χιουμοριστικά σχόλια πάνω στην εξοργιστική γύμνια των βασιλιάδων αλλά και την κομφορμιστική σιωπή των υπηκόων τους. «Καραντινιέροι» του Κλήμη Κεραμιτσόπουλου (αυτοέκδοση) Ως «μια αφ’ υψηλού και εκ του ασφαλούς θεώρηση καταστάσεων εγκλεισμού» χαρακτηρίζει σαρκαστικά και αυτοσαρκαστικά ο ίδιος ο δημιουργός το έργο του. Και καταγράφει τη διόλου αρμονική συμβίωση δύο συγκατοίκων στα χρόνια της καραντίνας και του κορονοϊού. «Τι μέρα είπαμε ότι είναι;» είναι η λιτή και λακωνική φράση που παίζει τον ρόλο του προλόγου για να ξεκινήσει ένα χιουμοριστικό «πιτζάμα πάρτι», με μόνους πρωταγωνιστές δύο φίλους σε κατάσταση απομόνωσης και σε διαρκή ανταγωνισμό για το ποιος θα ξεστομίσει την πιο απαισιόδοξη και φαρμακερή ατάκα. Αν όλα αυτά κάτι θυμίζουν στους περισσότερους από εμάς, δεν είναι τυχαίο. Όπως δεν είναι τυχαίο ότι τα ζούμε ακόμα και απ’ ότι φαίνεται θα συνεχίσουμε για πολύ ακόμα. Και το σχετικό link...
-
- 5
-
- οι όμηροι του γκαίρλιτς
- ληστές
-
(and 20 more)
Tagged with:
- οι όμηροι του γκαίρλιτς
- ληστές
- 1800
- berlin
- μπερλίν
- στο δάσος
- η γυναίκα με τα τραπουλόχαρτα
- ο μεγάλος περίπατος του πέτρου
- μετεωρίτες
- τετράς η ξακουστή του πειραιώς
- all hell broke loose
- scary tales
- καραντινιέροι
- εκδόσεις ίκαρος
- εκδόσεις polaris
- jemma press
- εκδόσεις πατάκη
- εκδόσεις μεταίχμιο
- εκδόσεις λόγος slovo α-ω
- εκδόσεις μικρός ήρως
- εκδόσεις skewed press
- αυτοέκδοση
-
Η Κοκκινοσκουφίτσα, ο Κοντορεβιθούλης, τα Τρία Γουρουνάκια, ο Παπουτσωμένος Γάτος και άλλα φανταστικά πλάσματα των παραδοσιακών παραμυθιών δίνουν στον Πάνο Ζάχαρη την αφορμή για μια μοναδική παρωδιακή προσαρμογή στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα που δεν μοιάζει καθόλου με παραμύθι. Τι θα γινόταν αν ο Αλαντίν από τις «Χίλιες και μία Νύχτες», έμπλεος αγαθών προθέσεων και αφέλειας, ζητούσε από το τζίνι του λυχναριού να πραγματοποιήσει μία και μοναδική ευχή: να επιστρέψει η Ευρώπη στις ιδρυτικές της αξίες; Κατά τον Πάνο Ζάχαρη, ακόμα και το παντοδύναμο τζίνι θα ένιωθε ανίκανο να πραγματοποιήσει την ευχή. Θα έβγαζε απογοητευμένο το γυαλιστερό και κοφτερό σπαθί από το θηκάρι και θα το έμπηγε με δύναμη στα σπλάχνα του, αυτοκτονώντας μπρος στο ανέφικτο της ικανοποίησης της επιθυμίας του αφέντη του. Και πώς θα υποδεχόταν σήμερα η ανθρωποφάγα κακιά μάγισσα από το «Χάνσελ και Γκρέτελ» των Αδερφών Γκριμ τα δύο αθώα και εγκαταλειμμένα παιδάκια; Θα προσπαθούσε να τα προσελκύσει με λιχουδιές και γλυκίσματα; Όχι! Θα είχε βάλει προ καιρού το σπίτι της στο AirBnb! Τα παραμύθια ανανεώνουν την αξία τους και παραμένουν επίκαιρα γιατί δεν είναι στατικές αφηγήσεις, ούτε έχουν προκαθορισμένα, παγιωμένα, σταθερά και άκαμπτα μηνύματα. Προσαρμόζονται έτσι κι αλλιώς στην εκάστοτε εποχή, στον λόγο του αφηγητή τους, στις συνθήκες και μεταδίδονται από γενιά σε γενιά εντός νέων συμφραζομένων. Δεν είναι ιερά κείμενα ούτε τοτέμ, αλλά δυνητικά ευμετάβλητες ιστορίες που διατηρούν το ενδιαφέρον των αναγνωστών και ακροατών τους από την ποικιλία του εκφερόμενου λόγου και των εύπλαστων νοημάτων. Εντάξει, ο Πάνος Ζάχαρης μπορεί λίγο να το παράκανε, αλλά οι εκδοχές των κλασικών παραμυθιών που φιλοτεχνεί εδώ και χρόνια στην πρώτη σελίδα του Καρέ Καρέ είναι απολαυστικές. Και βαθύτατα πολιτικές καθώς αυτός είναι ο πρωταρχικός στόχος του: να μιλήσει για τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα με χιούμορ. Γι’ αυτό και το παράκανε. Και καλά έκανε! Η επιδίωξη του Πάνου να μιλήσει για τα τρέχοντα προβλήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο, στην Ελλάδα και την Ευρώπη, εντέλει στον κόσμο όλο, επιτυγχάνεται στον υπερθετικό βαθμό με το όχημα της παρωδίας, την οποία και αξιοποιεί με δεξιοτεχνικό τρόπο χωρίς να λοιδορεί ή να χλευάζει τα πρωτότυπα κείμενα. Χλευάζοντας ωστόσο τους «κακούς» των παραμυθιών, που δεν είναι κατ’ ανάγκη οι ίδιοι με τους κακούς των πρωτοτύπων. Αλλά και οι «καλοί» δεν είναι σίγουρα τόσο καλοί όσο τα κείμενα-πηγές τούς παρουσιάζουν. Να, ο Κοντορεβιθούλης για παράδειγμα, ήταν ένας επινοητικός πιτσιρικάς που σκέφτηκε να αφήνει πίσω του ψίχουλα για να βρει μαζί με τα αδέρφια του τον δρόμο της επιστροφής όταν εγκαταλείφθηκαν όλοι μαζί στο άγριο και αφιλόξενο δάσος. Ο άλλος Κοντορεβιθούλης όμως, αυτός του Ζάχαρη, τα θαλάσσωσε. Χάθηκαν στη μέση του πουθενά. Καθώς τα ψίχουλα δεν ήταν αρκετά. Η δικαιολογία είναι αναμενόμενη: «…Τα ψίχουλα δεν ήταν το ιδανικό, αλλά ήταν προτιμότερο από το τίποτα!» τους λέει. Και ολοκληρώνει, φέρνοντας στον νου τις δικαιολογίες αυτών που θα έσκιζαν τα μνημόνια σε μια νύχτα: «Ήταν αυτό που μπόρεσα να κάνω μέσα στο υπάρχον ασφυκτικό δημοσιονομικό πλαίσιο…». Όπως ακριβώς και ο αηδιαστικός βάτραχος με το στέμμα που τον κρατά στα χέρια της η άτυχη πριγκίπισσα. Αυτή πασχίζει να πειστεί ότι πρόκειται για μαγεμένο πρίγκιπα κι αυτός εκμεταλλεύεται την αδυναμία της και τη θέλησή της να πιστέψει. Για να κάμψει τις αντιστάσεις της τής δηλώνει ότι αρκεί ένα φιλί για να μεταμορφωθεί σε πρίγκιπα «με έναν νόμο και ένα άρθρο»! Αυτού του τύπου οι παρωδίες παραμυθιών είναι που κρατούν πάντα αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, καθώς αν και ξέρει ότι θα εκπλαγεί από τον συνδυασμό φαινομενικά αταίριαστων θεμάτων, δεν μπορεί να φανταστεί ποτέ ποιος θα είναι ο συνδυασμός. Η Κοκκινοσκουφίτσα που συναντά τον μοχθηρό Κακό Λύκο στις πετρελαιοπηγές, λίγο νωρίτερα τον είχε βρει νεκρό, καμένο στο δάσος. Ο Σκορπιός με τη σβάστικα ετοιμάζεται να τσιμπήσει τον αφελή βάτραχο. Ο Πινόκιο καίει τη μύτη του για να ζεσταθεί. Οι αδερφές της Σταχτοπούτας κατακρίνουν τον πρίγκιπα που τη διάλεξε, γιατί επιβράβευσε τη μετριότητα αντί να επιλέξει την αριστεία. Κι ο Αλή Μπαμπά με τους Σαράντα Αντικρατιστές μπροστά στη σπηλιά, αντί για «Άνοιξε Σουσάμι» φωνάζει «Άνοιξε Δημόσιο» για να αρχίσει το πλιάτσικο. Αυτήν την ανοικείωση του θεατή-αναγνώστη ως προς το ουσιαστικό θέμα κάθε μικρής ιστορίας σε σχέση με το περιτύλιγμα εντός του οποίου «σερβίρεται» ξέρει να προκαλεί πολύ καλά ο Πάνος. Κάτι παρόμοιο επιτυγχάνει και στην άλλη του σταθερή σειρά με τον τίτλο «The Working Dead» (λογοπαίγνιο με βάση τη σειρά τρόμου με ζόμπι «The Walking Dead», δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr και έχουν κυκλοφορήσει δύο τόμοι από τις εκδόσεις Τόπος). Εκεί παρακολουθεί την ταξική ανισότητα στα βάθη της ιστορίας και στα πέρατα της Γης, καταγράφοντας τους εργατικούς αγώνες από τη μια και τη σθεναρή αντίσταση των αφεντικών από την άλλη. Όμως, είτε τοποθετεί την ιστορία του στην αρχαία Αίγυπτο είτε στις βαμβακοφυτείες του ρατσιστικού αμερικανικού Νότου είτε στα χρόνια του Κολόμβου είτε στην εποχή των μνημονίων, θέλει να μιλήσει για το σήμερα και να παρακινήσει τους αναγνώστες να ξεσηκωθούν ώστε να πάψουν να αποτελούν υποψήφιους «working dead». Το ίδιο «σήμερα» τον απασχολεί και στο «Scary Tales» από την πρώτη ιστορία του εδώ, στο Καρέ Καρέ, μέχρι τώρα και πιστεύω για πολλά χρόνια ακόμα, καθώς η διαχρονική βαρβαρότητα (και γελοιότητα) της εξουσίας δεν φαίνεται να αλλάζει εύκολα. Τα παραμύθια μπορεί να μην τα αφηγούνται πια οι γιαγιάδες δίπλα στο τζάκι στα τρομαγμένα εγγονάκια τους και οι δράκοι δεν αποτελούν φόβητρο για φτωχούς χωρικούς, ούτε εξολοθρεύονται από αλτρουιστές ιππότες. Οι κακοί των παραμυθιών δεν παραμονεύουν στις σκιές, ούτε μεταμφιέζονται για να κατασπαράξουν τα θύματά τους. Φορούν ακριβά κοστούμια και στήνουν οικονομικές συμφωνίες σε ολόφωτα κτίρια, ερήμην των θυμάτων τους. Αυτό δεν απαλλάσσει, αλίμονο, τα «θύματα» από τις ευθύνες τους. Ο Πάνος έχει έναν λόγο και για αυτά τα θύματα. Και όπως ξεκίνησε αυτή η παρουσίαση με τον Αλαντίν ας κλείσει κιόλας, καθώς τα λόγια που του λέει το τζίνι ακούγονται σαν μια υπόμνηση του Ζάχαρη προς όλους μας. «Θέλω ψωμί, παιδεία και ελευθερία» είναι η καλών προθέσεων και εκ του ασφαλούς ευχή του Αλαντίν. Κι η αυστηρή απάντηση που του δίνει το τζίνι: «Τράβα να αγωνιστείς ρε μαλάκα, γαμώ την ανάθεσή μου μέσα»! Και το σχετικό link...
-
- 4
-
- πάνος ζάχαρης
- scary tales
- (and 5 more)
-
Ο σκιτσογράφος Πάνος Ζάχαρης μιλάει στο Gazzetta Weekend Journal για τη νέα του δουλειά, το «Working Dead... and...», η οποία τσακίζει κόκαλα. Το «The Working Dead» αποτελεί μια σειρά που ξεχωρίζει, αντανακλώντας εντυπωσιακά την εποχή που ζούμε, χρησιμοποιώντας το χθες. Το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ πήρε δύο σερί βραβεία ως το καλύτερο διαδικτυακό κόμικ στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς και ο δρόμος για το τυπογραφείο ήταν προδιαγεγραμμένος. Ένα άλμπουμ-σφραγίδα των καιρών, το οποίο αγγίζει τόσο τις νεότερες γενιές, όσο και τις παλιότερες. Πλέον, κυκλοφορεί και η συνέχειά του! Ο Πάνος Ζάχαρης «κεντάει» με το πενάκι του, συνδυάζοντας αρμονικά την τεχνική με το χιούμορ, την αντίληψη με την ευφυΐα, την γνώση της ιστορίας με τη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Οι ιστορίες του, πέραν από την εικόνα ενός τρομερά εμπνευσμένου ανθρώπου που σου δίνουν διαβάζοντάς τες, εντυπωσιάζουν και με το background τους. Οι «Working Dead» του κόμικ ζουν και πέφτουν θύματα εργασιακής εκμετάλλευσης και καταπίεσης σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους, δείχνοντας με ανατριχιαστικό και συνάμα χιουμοριστικό τρόπο ότι η σχέση των «πάνω» με τους «κάτω» συνεχίζει να είναι προβληματική. Μολονότι το Working Dead ξεκίνησε ως μια σειρά που είχε στο επίκεντρο τις εργασιακές σχέσεις, το «Working Dead... and...» που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες από τις εκδόσεις Τόπος διευρύνει τη θεματολογία, αγγίζει ζητήματα όπως ο πόλεμος και η προσφυγιά, διατηρώντας αναλλοίωτο τον χαρακτήρα και την καυστικότητα της ιδέας. Ο Πάνος Ζάχαρης, ο οποίος εργάζεται ως πολιτικός γελοιογράφος εδώ και περίπου 10 χρόνια, σχεδιάζει γι' αυτά που ζει. Δίνει στους ήρωές τους μια βαθιά πολιτική στάση, φροντίζοντας ωστόσο να μην χάσει την έμπνευση, να μην «απονευρώσει» το κόμικ του. Αισθάνεται κομμάτι της κοινωνίας και παίρνει τη δουλειά του πολύ στα σοβαρά. Και το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Συγκλονίζει, καταφέρνοντας παράλληλα να σου ζωγραφίσει ένα χαμόγελο. Με αφορμή τη νέα του δουλειά, ο Πάνος μιλάει στο Gazzetta Weekend Journal για την τέχνη του και τους «εργαζόμενους νεκρούς». Ποιο κόμικ σε σημάδεψε περισσότερο στην παιδική ηλικία και αποφάσισες ότι θέλεις να φτιάξεις το δικό σου; Oι επιρροές μου παραείναι κλασικές και μάλλον mainstream: Αστερίξ, Λούκι Λουκ, Μαφάλντα και Αρκάς (ο παλιός, ο ανορθόδοξος). Παράλληλα διάβαζα πολιτική γελοιογραφία πριν καλά καλά βρεθώ σε θέση να την καταλαβαίνω. Κυρίως Ιωάννου και Στάθη. Σαν παιδάκι δεν σκέφτηκα ποτέ να φτιάξω δικά μου κόμιξ, αλλά με ενθουσίαζε η ιδέα να «ζωγραφίζω και να κοροϊδεύω τους πολιτικούς». Άργησα να ασχοληθώ με τα κόμικς. Στην πραγματικότητα ακόμα τα ανακαλύπτω σαν αναγνώστης και σαν δημιουργός. Πρώτα έγινα «παραδοσιακός» πολιτικός γελοιογράφος και μετά διαπίστωσα ότι το κόμικ στριπ είναι ένα εξαιρετικό μέσο να εκφραστώ. Εκφράζεσαι καλύτερα με τα κείμενα ή τα σκίτσα; Ρίχνω συνειδητά βάρος στο σενάριο και τις λεζάντες. Αντιμετωπίζω το σχέδιο ως την γλώσσα, τον κώδικα μέσα από τον οποίο θα πω αυτό που θέλω. Ακόμα κι όταν κάνω σκίτσα χωρίς λόγια, η ιδέα είναι που θα με παιδέψει. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν απολαμβάνω να σχεδιάζω ή ότι δεν προσπαθώ να βελτιώνομαι σαν σχεδιαστής, ωστόσο πολύ δύσκολα θα έκανα π.χ. σκίτσα σε σενάριο άλλου. Το ανάποδο μου φαίνεται πολύ πιο πιθανό. Το Working Dead ήταν μια πολύ φρέσκια προσπάθεια, άμεσα συνδεδεμένο με την κοινωνία και την σημερινή εργασιακή πραγματικότητα. Είναι για σένα αυτός ο σκοπός της τέχνης σου; Να αφουγκράζεται την κοινωνία και να μιλάς για πράγματα που πραγματικά έχουν σημασία; Το Working Dead ξεκίνησε μετά από μια 10ετία δουλειάς στο Ποντίκι ως μια προσπάθεια να ξεφύγω από την εφήμερη επικαιρότητα της κλασικής πολιτικής γελοιογραφίας και ως μια ανάγκη μου να μιλήσω για το κεντρικό κατά τη γνώμη μου ζήτημα κάθε κοινωνίας διαχρονικά: Τη σχέση κεφαλαίου και εργασίας. Η πρόσφατη Κρίση νομίζω πως μας ανάγκασε όλους να γίνουμε πιο πολιτικοί, να στρέψουμε το βλέμμα από τις λεπτομέρειες στα πιο κεντρικά ζητήματα. Δεν σκιτσάρω για πλάκα, παρότι εκτιμώ αφάνταστα αυτούς που το κάνουν καλά. Δεν «αφουγκράζομαι την κοινωνία», είμαι κομμάτι της. Δουλεύω, αγχώνομαι, ζορίζομαι και θέλω να μιλήσω για όσα ζω, όχι για όσα παρατηρώ. Σκιτσάρω για να πω τη γνώμη μου για όσα συμβαίνουν γύρω μας με όσο το δυνατόν πιο ευχάριστο και εύληπτο τρόπο. Tι μεσολάβησε, στην ψυχή και το μυαλό του καλλιτέχνη, ανάμεσα στο Working Dead και το Working Dead... and...; Πώς αποφάσισες από το πεδίο της εργασίας που ποτέ δεν θα σταματήσει νομίζω να γεννά έμπνευση, να διευρύνεις τον σχολιασμό σου; Δεν υπάρχουν στεγανά ανάμεσα στο Working Dead και στο Working Dead…and… Στην ουσία η ίδια σειρά είναι, άσε που αρκετοί αναγνώστες μάλλον δεν ενδιαφέρονται για τη μετεξέλιξη του τίτλου και έχουν μείνει στον τίτλο Working Dead. Η αλλαγή του τίτλου απλώς σηματοδοτεί τη διεύρυνση της θεματολογίας που προέκυψε μάλλον αυθόρμητα. Καταπιάνομαι πέρα από την εργασιακή κανονικότητα και με στιγμές κορύφωσης της ταξικής πάλης τις οποίες θεωρώ απλώς φυσική συνέχεια αυτής της υποτιθέμενης κανονικότητας. Νομίζω πως το εξώφυλλο σε βάζει στο κλίμα για τα νέα επεισόδια. Μίλησε μου λίγο για αυτούς που βρίσκονται στη βάρκα και παίζουν κορώνα-γράμματα τη ζωή τους. Δεν είναι λίγα τα επεισόδια τα οποία έχουν ως θέμα την προσφυγιά, τη μετανάστευση και τον ξεριζωμό, έμμεσα ή άμεσα. Το άλμπουμ ωστόσο δεν έχει ένα κεντρικό θέμα πέρα από το ίδιο το περιεχόμενο της σειράς. Δεν είναι ένα άλμπουμ για την προσφυγιά, είναι ένα άλμπουμ για την σχέση των «πάνω» και των «κάτω» μέσα στην Ιστορία. Θέλησα απλώς να αφιερώσω το εξώφυλλο στους ξεριζωμένους γιατί θεωρώ την προσφυγιά το σημαντικότερο ως τώρα γεγονός του νεαρού ακόμα αιώνα που διανύουμε και παράλληλα ένα καταλυτικό φαινόμενο διαχρονικά. Άλλαξε τίποτα από τον καιρό που δούλευες το πρώτο άλμπουμ μέχρι το δεύτερο για τους working dead; Η ουσία των όσων ζούμε δεν άλλαξε ούτε στο ελάχιστο. Η Κρίση θεωρητικά έφυγε κι αυτό είναι μια αλλαγή. Έμειναν όμως οι συνέπειες της, οι νόμοι που πέρασαν, η ιδεολογική επίθεση που δεχόμαστε οι εργαζόμενοι όλα αυτά τα χρόνια. Αν κάτι άλλωστε επιδιώκω μέσω της σειράς, είναι να αναδείξω τη διαχρονικότητα του ταξικού μπρα ντε φερ ,τόσο σε εποχές ύφεσης, όσο και σε ανάπτυξης. Πιστεύεις πως η τέχνη μπορεί τελικά να διαμορφώσει συνειδήσεις; Η Τέχνη μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση συνειδήσεων, δεν ξέρω όμως αν αυτή η συμβολή είναι καθοριστική. Τη θεωρώ περισσότερο ενισχυτική, επικουρική, χωρίς να υποτιμάω το ρόλο της. Ένας στίχος δεν ρίχνει καθεστώτα, οι άνθρωποι όμως που παλεύουν για την ανατροπή μπορεί να τραγουδάνε έναν στίχο τη στιγμή της εφόδου. Ένα σκίτσο μπορεί να γίνει προκήρυξη, εικονογραφημένο λαβαράκι. Μπορεί να φωτίσει πλευρές, να δώσει κουράγιο, να χαρίσει χαμόγελο. Η συνείδηση όμως διαμορφώνεται στη δουλειά και στον δρόμο. Όπως λένε οι Urban Pulse και οι Κοινοί Θνητοί, δύο εκπληκτικά χιπ χοπ συγκροτήματα «δεν είναι οι στίχοι κύμα, που θα σπάσουν το κρίμα, μα οι καρδιές που τους γράφουν έχουν φωτιάς τμήμα». Θα πρόσθετα και τις καρδιές που τους τραγουδάνε και τους ακούνε. Έχεις κλάψει ποτέ σχεδιάζοντας, λόγω του συμβάντος ή της περίστασης που γέννησε το σκίτσο; Είμαι γενικά πολύ ευσυγκίνητος. Φορτίζομαι πολύ συναισθηματικά όταν κάνω έρευνα για κάποια γελοιογραφία ή κάποιο κόμικ, όταν ανατρέχω σε κάθε είδους πηγές για να δουλέψω. Όσο όμως δουλεύω, αποστασιοποιούμαι σταδιακά. Μόλις κατασταλάξω στην ιδέα και κάνω το προσχέδιο, αφήνω στην άκρη τους συναισθηματισμούς και προσπαθώ να αναμετρηθώ με τα προβλήματα του σχεδίου. Επιτρέπω στον εαυτό μου να αισθανθεί ξανά, αφού τελειώσω. Θυμάμαι κάποιες περιπτώσεις που αυτό δεν λειτούργησε. Δάκρυσα όταν έφτιαχνα ένα επεισόδιο με τους 200 της Καισαριανής βλέποντας παράλληλα -για 3η ή 4η φορά- το Τελευταίο Σημείωμα του Βούλγαρη. Έκλαψα με το βίντεο της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου. Έκλαψα πολύ και ανεξέλεγκτα ακούγοντας τα ηχητικά ντοκουμέντα της δολοφονίας του Φύσσα. Το συγκεκριμένο ηχητικό δεν μπορώ να το ακούσω ξανά. Επειδή στην ουσία όλοι είμαστε Working Dead, πώς ισορροπείς τη δουλειά για ένα άλμπουμ με την καθημερινότητα; Υπάρχουν στιγμές που νιώθεις να αδειάζεις; Πώς το διαχειρίζεσαι; Αγαπώ πάρα πολύ τη δουλειά μου, κυρίως γιατί μπορώ να εκφράζομαι πολιτικά και συναισθηματικά μέσα από αυτή, χωρίς να περιμένω το διάλειμμα ή το σχόλασμα. Είναι κουραστική, αλλά δεν τολμώ να γκρινιάξω. Θα ήταν πρόκληση απέναντι σε ανθρώπους που κυριολεκτικά λιώνουν σε γραφεία, μαγαζιά και εργοστάσια. Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζω πέρα των όσων βιώνει ο κάθε εργαζόμενος, και που αντανακλάται και στην κοινωνική μου ζωή είναι το γεγονός ότι δουλεύω ακόμα και όταν θεωρητικά δε δουλεύω. Δεν έχω ωράριο. Με απασχολεί η επικαιρότητα και επεξεργάζομαι ιδέες μόνιμα με αποτέλεσμα να δυσκολεύομαι να αποφορτιστώ. Νομίζω πως συμβαίνει σε όλους όσοι έκαναν επάγγελμα το χόμπι τους και ίσως ακούγεται ωραίο, αλλά η περιβόητη φράση «βρες μια δουλειά που να σου αρέσει και δεν θα χρειαστεί να ξαναδουλέψεις ποτέ στη ζωή σου» είναι μια μεγαλειώδης μπαρούφα. Έχεις σπουδάσει ιστορία και τα σκίτσα σου έχουν συχνά αναφορές στο παρελθόν, σε πρόσωπα της ιστορίας, καταστάσεις κλπ. Ποια περίοδος σε εμπνέει περισσότερο και ποια προσωπικότητα; Κατά καιρούς ασχολούμαι εντονότερα με συγκεκριμένες περιόδους. Πολλές φορές σχεδόν εμμονικά. Διαβάζω, βλέπω ταινίες, ξαναδιαβάζω και ζαλίζω τους γύρω μου… Επειδή όμως θέλω να υπάρχει εναλλαγή στα στριπάκια μου, συνήθως αποθηκεύω ιδέες και τις ανασύρω αργότερα. Υπάρχουν ωστόσο περίοδοι που έχω μελετήσει περισσότερο και θεωρώ ενδιαφέρουσες και ιστορικά ελκυστικές, όπως ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Αποικισμός της Αμερικής. Στα σκίτσα μου αποφεύγω να εμφανίζω ξανά και ξανά τις ίδιες προσωπικότητες. Συνήθως μια φορά αρκεί και πάντα προσπαθώ να εντάσσω τον άνθρωπο στην εποχή του. Δεν ζωγραφίζω υπερήρωες. Αν έπρεπε να αναφέρω κάποιους που έχω σκιτσάρει με αγάπη και θαυμασμό θα έλεγα ενδεικτικά τον ηγέτη των Γερμανών χωρικών Τόμας Μίντσερ, τη Ρόζα Παρκς και τον Φιντέλ. Ποια ιστορία του Working Dead θα ταίριαζε περισσότερο στο ελληνικό ποδόσφαιρο; Να διευκρινίσω ότι είμαι καθαρόαιμος μπασκετικός, κατανοώ και υποκλίνομαι όμως στη δημοφιλία του ποδοσφαίρου και στη δύναμη της. Έχω κάνει δύο καθαρά ποδοσφαιρικά επεισοδιάκια. Στο ένα ο οπαδός ταυτίζεται με τον εργοδότη-ιδιοκτήτη της ομάδας, παρότι πεινάει και υποφέρει εξαιτίας του και στο άλλο Πράσινοι και Βένετοι αφήνουν στην άκρη τα οπαδικά και ξεκινούν τη στάση του Νίκα. Και τα δυο είναι στο πρώτο βιβλίο της σειράς και τα θεωρώ πολύ ταιριαστά στο ποδοσφαιρικό-οπαδικό μας σήμερα. Ανατριχιάζεις όταν ακούς ή βιώνεις ιστορίες που παραπέμπουν στα σκίτσα σου; Ανατριχιάζω όταν βλέπω ιστορίες που εκτυλίσσονται στο σήμερα αλλά τα σενάρια τους έχουν γραφτεί στις πιο σκοτεινές περιόδους της Ιστορίας. Απογοητεύομαι επίσης όταν διαπιστώνω πως η πραγματικότητα έχει περισσότερο χιούμορ και φαντασία από εμένα. Το μήνυμα της υπουργού Παιδείας για την 28η Οκτωβρίου είναι ένα εξαιρετικό σενάριο για κόμικ, που δεν χρειάζεται παρεμβάσεις. Ή για παράδειγμα πως είναι δυνατόν να σατιρίσεις τον Τραμπ, περισσότερο απ’ ότι ο ίδιος; Σε έχει βρίσει κανείς που να βρήκε τον εαυτό του στις ιστορίες σου; Πλέον τις αντιδράσεις τις βλέπεις κυρίως μέσω των social media. Έχω λάβει αρνητικές κριτικές, οριακά υβριστικές, κυρίως όσες φορές έχω επιχειρήσει να αποδημήσω κάποιον ελληνικό ή χριστιανικό «μύθο». Θυμάμαι ενδεικτικά μια ιστορία για την μετανάστευση των Ιωνικών φύλων και τον… αποπελασγισμό της -τότε- χώρας, και μια ιστορία για την άλωση της Άκρα από τους Σταυροφόρους που έλαβε σχόλια του τύπου «ναι, αλλά για τους ισλαμιστές δε λες τίποτα». Με έχουν πει ανιστόρητο ακροαριστερό χωρίς χιούμορ, προπαγανδιστή. Και βεβαίως αντισημίτη, όπως συμβαίνει με κάθε σκιτσογράφο που αποφασίσει να καυτηριάσει την πολιτική του Κράτους του Ισραήλ απέναντι στους Παλαιστίνιους. Γενικά όμως ξέρω σε ποιους αναγνώστες απευθύνομαι και νομίζω ότι όσοι έχουν επιλέξει να με παρακολουθούν ξέρουν καλά τι χρώμα έχουν τα «γυαλιά» μέσα από τα οποία διαβάζω την ιστορία, οπότε συνήθως η ζωντανή ή η ψηφιακή κουβέντα είναι σε πολύ καλό και ενθαρρυντικό για μένα κλίμα. Έχεις υποστεί λογοκρισία ή αυτολογοκρισία; Πώς ανταποκρίνεσαι αν σου συμβεί; Στα 10 χρόνια που εργάζομαι στο Ποντίκι δεν έχω υποστεί λογοκρισία. Μπορώ να πω πως δεν έχω καν δεχτεί παρατηρήσεις, πέρα από κάποιες επουσιώδεις αλλαγές σε φωτομοντάζ που κάνω και που έχουν «την υπογραφή» της εφημερίδας. Αυτό είναι κάτι το οποίο εκτιμώ πολύ, είναι οξυγόνο για έναν σκιτσογράφο. Το ίδιο ισχύει και για την Εφημερίδα των Συντακτών και το SoComic όπου δημοσιεύονται τα κόμικ μου. Αν μου συνέβαινε θα αντιδρούσα ανάλογα με το που θα στόχευε η λογοκρισία. Αν αφορούσε μια λεπτομέρεια ή κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει νομικό ζήτημα ενδεχομένως να το συζήταγα, αν όμως άγγιζε τον πυρήνα της ιδέας ή της άποψης μου θα υπήρχε σοβαρό πρόβλημα στη σχέση μου με το Μέσο. Έχω αυτολογοκριθεί πολλές φορές. Πάντα όταν ξεκινάω να δουλέψω προσπαθώ να βρω τρόπο να εκφράσω ανόθευτη την άποψη μου για ένα θέμα, χωρίς όμως να χτυπήσω κάποιον άνθρωπο ή κάποια ομάδα κάτω από τη ζώνη. Πολλές φορές φορές η αρχική σκέψη αλλάζει σε αυτή την κατεύθυνση. Ας πούμε της… διατύπωσης. Επίσης πάντα παίρνω υπόψη το κοινό όπου απευθύνομαι. Π.χ. το Working Dead θέλω να είναι -λέμε τώρα- κατάλληλο, και για πιο μικρές ηλικίες, όχι μόνο γιατί δημοσιεύεται σε site της Σοκοφρέτας ΙΟΝ, αλλά και γιατί έχω διαπιστώσει με χαρά πως πολλοί γονείς το διαβάζουν με τα πιτσιρίκια τους. Τα Social Media βοηθούν ή περιορίζουν τον καλλιτέχνη; Είμαι πολύ ενεργός χρήστης, κυρίως του facebook και οφείλω να παραδεχτώ ότι με έχει βοηθήσει τόσο στο να ενημερώνομαι γρήγορα όσο και στο να διαδίδω τη δουλειά μου και τη γενικότερη οπτική μου για τα πράγματα. Έχω δημιουργήσει σχέσεις, όχι μόνο μεταξύ δημιουργού και αναγνώστη, αλλά ακόμα και φιλίες στην «κανονική ζωή». Πολλές φορές νιώθω να ασφυκτιώ με την ατζέντα των social media. Όλοι ασχολούμαστε με ένα θέμα για 2 ή 3 μέρες αναμασώντας πολλές φορές τα ίδια επιχειρήματα και τίποτε άλλο δεν μπορεί να αναδειχτεί ακόμα κι αν είναι απείρως σοβαρότερο. Στη συνέχεια ως δια μαγείας ξεχνιέται. Δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω από αυτή τη διαδικασία η οποία σαν δημιουργό όμως με δυσκολεύει αφού νιώθω πολλές φορές «υποχρεωμένος» να μιλήσω για το θέμα που παίζει, ακόμα κι αν στη δική μου ιεράρχηση δεν είναι το βασικό. Θα έχει συνέχεια το Working Dead; Ξεκίνησα τη σειρά το καλοκαίρι του 2016 με τέσσερα έτοιμα επεισόδια, δυο προσχέδια της κακιάς ώρας και ένα απίστευτο άγχος για πόσες βδομάδες μπορεί να συνεχιστεί το συγκεκριμένο κόνσεπτ. Πλέον είμαστε στα 170 περίπου επεισόδια και παρότι το άγχος αυτό παραμένει, η σκέψη να το σταματήσω με αγχώνει πολύ περισσότερο. Η συγκεκριμένη ιδέα, ένα εβδομαδιαίο ιστορικό πολιτικό στριπάκι, είναι πολύ κοντά σε αυτό που πάντα ήθελα να κάνω σαν σκιτσογράφος. Είναι απαιτητικό και χρονοβόρο, αλλά με έχει «ανταμείψει» σε πολλά διαφορετικά επίπεδα. Θα το συνεχίσω για όσο η ανταπόκριση είναι θετική και για όσο νιώθω πως έχω καινούρια πράγματα να πω, χωρίς να επαναλαμβάνομαι ή να κάνω εκπτώσεις στην ποιότητα της δουλειάς μου μόνο και μόνο για να το διατηρήσω ζωντανό. Διλήμματα Λούκι Λουκ ή Αστερίξ; Λούκι Λουκ, παραδόξως, διότι λατρεύω την αμερικάνικη ιστορία. V for Vendetta ή The Watchmen; V fot Vendetta. Marvel ή DC; Marvel. Λε Μπρον ή Τζορνταν; ΛεΜπρον. Μέσι ή Μαραντόνα; Μαραντόνα. Τo Working Dead...and... κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος. Και το σχετικό link...
-
- 6
-
- πάνος ζάχαρης
- scary tales
- (and 4 more)
-
Ανάμεσα στα δεκάδες γεγονότα που εξελίσσονται κάθε χρόνο κατά το τριήμερο της διεξαγωγής του Comicdom Con, ιδιαίτερη σημασία έχει η απονομή των Ελληνικών Βραβείων Κόμικς. Στα φετινά βραβεία που αφορούσαν έργα που δημοσιεύτηκαν το 2016, κυριάρχησε ο «Ερωτόκριτος» των Δημοσθένη Παπαμάρκου, Γιάννη Ράγκου και Γιώργου Γούση. Σε μια σφιχτή και σύντομη τελετή, διανθισμένη με το ιδιαίτερο, έξυπνο και προσαρμοσμένο στην περίσταση χιούμορ της θεατρικής ομάδας «Στενός Κορσές» που είχε αναλάβει την παρουσίαση, απονεμήθηκαν τα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2016 στο επιβλητικό Auditorium του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας. Η Ακαδημία Κόμικς, αποτελούμενη από δημιουργούς κόμικς, σχεδιαστές, εκδότες, σεναριογράφους, δημοσιογράφους, μεταφραστές κ.ά., λειτούργησε, ίσως αναπόφευκτα, συγκεντρωτικά και τίμησε τον «Ερωτόκριτο» (εκδόσεις Polaris) των σεναριογράφων Δημοσθένη Παπαμάρκου, Γιάννη Ράγκου και του σχεδιαστή Γιώργου Γούση με πέντε βραβεία, ανάμεσά τους και τα πιο σημαντικά από αυτά. O «Ερωτόκριτος» των Δημοσθένη Παπαμάρκου, Γιάννη Ράγκου και Γιώργου Γούση απέσπασε 5 σημαντικά βραβεία ενώ το «Mezolith» (εκδόσεις Jemma Press) πήρε το βραβείο Καλύτερης Μεταφρασμένης Έκδοσης Η έμμετρη ιπποτική μυθιστορία και ταυτόχρονα ερωτική ιστορία του Βιτσέντζου Κορνάρου, γραμμένη στην Κρήτη τον δέκατο έβδομο αιώνα, με την ελεύθερη απόδοση και εκδοχή δύο καταξιωμένων συγγραφέων και τα εξαιρετικά σχέδια ενός νέου στην ηλικία αλλά ήδη έμπειρου και αναγνωρισμένου καλλιτέχνη, είχε αποτελέσει το σημαντικότερο εκδοτικό γεγονός στα ελληνικά κόμικς τη χρονιά που πέρασε, ενώ παράλληλα σημείωσε και μεγάλη εμπορική επιτυχία. Δεν ήταν έκπληξη, λοιπόν, η επιλογή του από την Ακαδημία με τα βραβεία Καλύτερης Καλλιτεχνικής Επιμέλειας, Καλύτερου Εξωφύλλου, Καλύτερου Σεναρίου, Καλύτερου Σχεδίου και Καλύτερου Κόμικς. Το «Ρώτα τον Νικήτα» (Εκδόσεις του Κάμπου) του Κωνσταντίνου Μοσχονά που βραβεύτηκε με το Καλύτερου Νέου Καλλιτέχνη Το βραβείο Καλύτερου Νέου Καλλιτέχνη απονεμήθηκε στον Κωνσταντίνο Μοσχονά για το χιουμοριστικό και αυτοσαρκαστικό «Ρώτα τον Νικήτα» (Εκδόσεις του Κάμπου), ενώ η Σιαδώρα Παπαθεοδώρου τιμήθηκε με το βραβείο Καλύτερης Αυτοέκδοσης για το «Η Δανάη στο Στόμα του Λύκου». Αναμενόμενη ήταν η βράβευση του «Mezolith» (εκδόσεις Jemma Press) των Ben Haggarty και Adam Brockbank, μιας λυρικής αφήγησης για τη ζωή μιας φυλής προϊστορικών ανθρώπων, στην κατηγορία Καλύτερη Μεταφρασμένη Έκδοση. Η σειρά «The Working Dead» του Πάνου Ζάχαρη που δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr απέσπασε το βραβείο του Καλύτερου Διαδικτυακού Κόμικς Ο νέος μας συνεργάτης Πάνος Ζάχαρης, τη σειρά «Scary Tales» του οποίου θα διαβάζετε από σήμερα και κάθε εβδομάδα στο «Καρέ Καρέ», απέσπασε το βραβείο του Καλύτερου Διαδικτυακού Κόμικς για τη σειρά «The Working Dead» που δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr, μια χιουμοριστική και αλληγορική ματιά στον διαχρονικό εργασιακό μεσαίωνα που χαρακτηρίζει τη μισθωτή εργασία, πέρα από σύνορα, πολιτισμούς και εποχές. Τα βραβευμένα «Η Δανάη στο Στόμα του Λύκου» της Σιαδώρας Παπαθεοδώρου και «GRamers» των Θοδωρή Παπαδάκη, Δημήτρη Παπαδόπουλου και Νικόλα Στεφαδούρου Μόνη έκπληξη, ενδεχομένως, αποτέλεσε το βραβείο Κοινού που απονέμεται μετά την ανοιχτή ηλεκτρονική ψηφοφορία μέσω διαδικτύου χωρίς να έχει καμιά ανάμιξη η Ακαδημία. Εκ φύσεως απρόβλεπτο το συγκεκριμένο βραβείο, απονεμήθηκε στους Θοδωρή Παπαδάκη, Δημήτρη Παπαδόπουλο και Νικόλα Στεφαδούρο για το «GRamers» (εκδόσεις Webcomics) που απ’ ό,τι φαίνεται έχει πιστούς αναγνώστες που το υποστήριξαν και του έδωσαν τη νίκη. Απόσπασμα από το «Σπαλτς!» των Σταύρου Ντίλιου και Γαβριήλ Παγώνη που πήρε το βραβείο Καλύτερου Ένθετου Κόμικς Τέλος, το βραβείο Καλύτερου Ένθετου Κόμικς για έργα που προέρχονται από ένθετα εφημερίδων ή περιοδικών, παρουσιάστηκαν σε εκθέσεις ή, γενικά, δεν δημοσιεύτηκαν σε βιβλίο ή στο διαδίκτυο ήταν λίγο-πολύ, υπόθεση του «Καρέ Καρέ». Άλλωστε από τις πέντε υποψηφιότητες, οι τέσσερις ήταν έργα που φιλοξενήθηκαν σε αυτές εδώ τις σελίδες: «Εφημερίδα: Οδηγίες Χρήσης» του Σπύρου Δερβενιώτη, «Μεφίστο» του Δημήτρη Καμένου, «Ρόμπο και Κόπο» του Τόμεκ, «Σπαλτς!» των Σταύρου Ντίλιου και Γαβριήλ Παγώνη, ενώ την πεντάδα συμπλήρωνε το εξίσου σπουδαίο «Μια Τελευταία Βουτιά» του Κωνσταντίνου Σκλαβενίτη από την εφημερίδα «Τα Νέα». Το βραβείο κατέληξε στο σουρεαλιστικά ανατρεπτικό «Σπαλτς!» για το οποίο είμαστε υπερήφανοι, όπως και για κάθε άλλο έργο, βραβευμένο ή μη, που δημοσιεύεται στην «Εφ.Συν.» κάθε εβδομάδα. Και το σχετικό link...
-
- 10
-
- Mezolith
- Ρώτα τον Νικήτα
- (and 8 more)