Search the Community
Showing results for tags 'Albert Camus'.
-
Λιανική τιμή: 17,70 € Έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια από τότε που διάβασα το πρωτότυπο και γι' αυτό δεν το θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια. Ωστόσο έχω την εντύπωση πως το συγκεκριμένο κόμικ είναι πιστό όχι μόνο στη διήγηση αλλά και στο ύφος που συνάδει με το διήγημα του Καμύ. Ο ξένος στην περίπτωση του βιβλίου είναι ένας άνθρωπος ούτε καλός ούτε κακός, αλλά βασικά αδιάφορος, κάτι που θεωρείται δεδομένο στην κοινωνία του σήμερα αλλά άκρως παράδοξο την εποχή που διαδραματίζεται η ιστορία. Ένα μοιραίο σφάλμα θα τον οδηγήσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου, όπου θα κριθεί ουσιαστικά για τη στάση ζωής του και όχι για την κατηγορία αυτή καθαυτή. Η θεματική του έργου θυμίζει λίγο τη "Δίκη" του Κάφκα. Η έκδοση είναι εξαιρετική, μεγάλου μεγέθους με σκληρό εξώφυλλο, σελίδες με χοντρό χαρτί και πολύ όμορφη γραμματοσειρά (κόλλημά μου αυτό). Μα και το σκίτσο (όπως και ο ταιριαστός χρωματισμός) είναι υψηλού επιπέδου, καθιστώντας το βιβλίο μία εξαιρετική πρόταση για διάβασμα.
- 4 replies
-
- 27
-
- Albert Camus
- Jacques Ferrandez
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
«Ένας άντρας συγκρατιέται. Να τι σημαίνει άντρας»∙ αυτή η φράση του πατέρα Κορμερύ αποκτά πλήρες νόημα μόνο σε σχέση με τη στάση του Καμύ στην πραγματική ζωή του. Άρα κατά μία έννοια και το graphic novel μένει ημιτελές, όσο κι αν ολοκληρώνει μιαν Οδύσσεια επιστροφής στην παιδική ηλικία και σε ότι συγκρότησε την προσωπικότητα του Αλμπέρ Καμύ. Ο Ζακ Φεραντέζ βασισμένος στο αρχικό ημιτελές μυθιστόρημα του Καμύ δημιουργεί στη μεταφορά του σε graphic novel ένα πλήρες έργο Είναι πολύ άτυχο να γίνεις ένας εξαιρετικά μετριοπαθής άνθρωπος μα να ζήσεις σε «εποχή των άκρων», όπως χαρακτήρισε ο Έρικ Χόμπσμπαουμ την περίοδο 1914-1991. Ο Αλμπέρ Καμύ γεννήθηκε το 1913. Το φοβερό «άκρο» του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου όμως με τις πρωτόγνωρες ανθρωποθυσίες, του στέρησε τον πατέρα του, Λυσιέν Καμύ. Ως Γάλλος της Αλγερίας ο πατέρας του βρέθηκε με τη γραφική στολή του Ζουάβου στο μέτωπο του Μάρνη, όπου μόλις πρόλαβε να δει τη χώρα καταγωγής του σκοτώθηκε. Ο Αλμπέρ μεγάλωσε σε συνθήκες μιας φτωχής αλλά ήσυχης ζωής στο Αλγέρι του μεσοπολέμου. Ενήλικος πια, το φοβερότερο «άκρο» του Β΄ Παγκοσμίου το βίωσε στο Παρίσι, όπου είχε βρεθεί λίγο πριν τη γερμανική κατοχή αρθρογραφώντας σε εφημερίδες της αντίστασης. Κι αμέσως μόλις ο Πόλεμος τελείωσε, ακριβώς το 1945, άρχισε το μακελειό για την ανεξαρτησία της Αλγερίας με τις δικές του «ακρότητες». Εκεί η μετριοπάθεια του Καμύ γνώρισε τις μεγαλύτερες ίσως δοκιμασίες της. Ιδίως στην περίοδο 1954-1957, ενόσω γενικεύονταν οι βαρβαρότητες από όλες τις πλευρές. Ο θάνατός του σε αυτοκινητικό δυστύχημα το 1960 τον απάλλαξε από διλημματικές επιλογές όταν η βία κορυφωνόταν, μέχρι την οριστική αποχώρηση των Γάλλων από την Αλγερία το 1962 [1]. Στην εξέλιξη του Καμύ έπαιξαν κρίσιμο ρόλο εκείνες οι πρώτες δεκαετίες της ζωής του στο Αλγέρι του μεσοπολέμου. Μια αυστηρή γιαγιά, διαχειρίστρια των οικονομικών του σπιτιού∙ μια τρυφερή και όμορφη μητέρα, που του «ζωγράφισε» το πορτρέτο του φιλόπονου πατέρα τον οποίο δεν πρόλαβε να γνωρίσει∙ ένας περίγυρος πολύχρωμος, με τον εξωτισμό της αραβικής κουλτούρας και τον ορθολογισμό της δυτικής να αναμιγνύονται∙ ανάμικτες επίσης παιδοπαρέες που μοιράζονταν όσα τους επέτρεπε το πενιχρό χαρτζιλίκι τους∙ και, κυρίως, ένας σπουδαίος δάσκαλος δημοτικού, ικανός να εξάψει τη φιλομάθεια των μαθητών, να διακρίνει τους πιο προικισμένους και να καταβάλει κάθε προσπάθεια να συνεχίσουν την εκπαιδευτική τους άνοδο. Βεβαίως οι Γάλλοι, ως αποικιοκράτες, παρέμεναν πολίτες Α΄ κατηγορίας σε σχέση με τους ντόπιους. Αλλά ως προς τους Γάλλους της μητροπολιτικής Γαλλίας έμεναν κι αυτοί υποτιμημένοι. Ήταν οι «pieds noirs», οι «μαυροπόδηδες» [2]. Αυτές οι ιεραρχήσεις δεν σημαίνει ότι ανταποκρίνονταν και σε οικονομικές. Μεταξύ των Β΄ κατηγορίας πολιτών που αποτελούσαν οι αυτόχθονες Αλγερινοί, κάποιοι ήταν πιο εύποροι από πάρα πολλούς Α΄ κατηγορίας «pieds noirs», όπως και μεταξύ των τελευταίων υπήρχαν μεγαλοϊδιοκτήτες γης, ικανοί να ανταγωνίζονται σε πλούτο αρκετούς Γάλλους κτηματίες με τίτλους ευγενείας. Με τις οικονομικές δυσκολίες της οικογένειάς του, ο νεαρός Καμύ παρέμεινε ένας «pied noir», πολύ κοντά στους φτωχούς νεαρούς Γάλλους ή Άραβες φίλους του. Και ίσως κατέληγε λογιστής ή δημόσιος υπάλληλος όταν τέλειωσε το δημοτικό, όπως θα τον ήθελε η σφιχτοχέρα γιαγιά του, αν δεν μεσολαβούσε ο εμπνευσμένος δάσκαλος. Πρόθεση του παρόντος άρθρου δεν είναι να παρουσιάσει τη βιογραφία του Καμύ. Πρόθεση του ίδιου του Καμύ όμως, ήταν να περάσει αυτές τις καθοριστικές για την εξέλιξη της ζωής του εμπειρίες σε ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα. Όπου με το όνομα Ζακ Κορμερύ, ενός πολυβραβευμένου γαλλο-αλγερινού συγγραφέα που επιστρέφει στο Αλγέρι μετά από μακρά απουσία, μιλά για τα χρόνια μετάβασης από την παιδική στην εφηβική του ηλικία, σε διαρκή αντιπαραβολή με τις συνθήκες της ώριμης ζωής του στα τέλη του 1950, τους καλλιτεχνικούς ανταγωνισμούς και τις λοιπές δικές της δυσκολίες. Ένα είδος Αναζήτησης του χαμένου χρόνου για «pieds noirs» θα μπορούσε να το πει κανείς, χωρίς ειρωνεία. Πάνω στην ορμή της σύνθεσής του το μυθιστόρημα αυτό αποτέλεσε το έσχατο έργο του Καμύ. Εκατόν πενήντα δυσανάγνωστες χειρόγραφες σελίδες που βρέθηκαν στην τσάντα του μετά το δυστύχημα. Τελευταίο έργο ενός από τους νεότερους συγγραφείς με Νόμπελ λογοτεχνίας και, σαν μακάβρια αντίστιξη, τιτλοδοτημένο: Ο πρώτος άνθρωπος. Αυτό το ημιτελές έργο εκδόθηκε εν τέλει μα μόλις το 1994, μετά από πολλή δουλειά της συζύγου και της κόρης του Καμύ. Για να γίνει, το 2017, σενάριο ενός graphic novel από τον Ζακ Φεραντέζ. Η σύμπραξη στάθηκε ιδεώδης. Ένα έργο μεγάλου συγγραφέα, με άλλοτε εμπνευσμένες κι άλλοτε μακροπερίοδες ή ανεπεξέργαστες φράσεις, κάποιες ασυνέχειες στην πλοκή και μια μετέωρη κατάληξη (κατάλληλο για τους αφοσιωμένους αναγνώστες του Καμύ ή για τους μελετητές του), προσφερόταν να βρει την ολοκληρωμένη αφηγηματική εκδοχή του στα εκφραστικά μέσα μιας άλλης φόρμας – του «γραφιστικού μυθιστορήματος». Ο όρος «graphic novel» δεν είναι, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, παρά το εξευγενισμένο κόμικς. Ίδιοι αφηγηματικοί κώδικες, ίδια ευρήματα (όπως λ.χ. στα flash backs), ίδια ποικιλία γραφιστικών ταλέντων. Απλώς, αν η πλοκή έχει να κάνει με τις περιπέτειες του Ντόναλντ Ντακ ή του Σούπερμαν, ανεξαρτήτως σχεδιαστικής ποιότητας τα έργα εντάσσονται στα «παιδικά» ή στα «περιπετειώδη κόμικς»∙ αν έχει να κάνει με ζεύγη σε ερωτική έξαψη, ανεξαρτήτως πάλι αν πρόκειται για το πενάκι του Σερπιέρι ή κάποιου απειρότεχνου, όλα εντάσσονται στα «ερωτικά κόμικς». Αν όμως η πλοκή έχει να κάνει με ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης, όπου οι Εβραίοι είναι ποντίκια, οι Ες-Ες γάτες και οι Αμερικανοί σκυλιά που έρχονται να τις φάνε, ακόμη κι αν απουσιάζει μια εντυπωσιακή σχεδιαστική ποιότητα, τότε θαυμάζουμε το βραβευμένο με Πούλιτζερ graphic novel: Maus του Αρτ Σπίγκελμαν∙ ή αν έχει να κάνει με την ταραγμένη ιστορία του Ιράν μέσα από τα μάτια ενός κοριτσιού, τότε το περιοδικό Time εγκωμιάζει το graphic novel Περσέπολις της Μαργιάν Σατραπί κ.ο.κ. Τα πράγματα γίνονται λιγότερο απλά σε περιπτώσεις όπου ένας εξαιρετικά προικισμένος σχεδιαστής όπως ο Μανάρα λ.χ., έχει μεν διαπρέψει στα «ερωτικά κόμικς» (με Το κουμπί της και άλλες σχετικές σειρές), αλλά προσθέτει στα τελευταία του έργα τους δυο τόμους για τα ώριμα χρόνια της ζωής του Καραβάτζιο. Ο Μανάρα δεν διαφοροποιείται εκεί ως προς τον ερωτισμό των πιο παλιών του κόμικς. Αλλά θα ήταν μάλλον άδικο να ενταχθεί και ο Καραβάτζιο σε αυτά. Ίσως ο χαρακτηρισμός graphic novel το αναβαθμίζει, αν και ακριβέστερο θα ήταν: «αριστούργημα». Κάτι ανάλογο ίσχυσε πολύ νωρίτερα για τον Γουίλ Άιζνερ, δημιουργό ενός μασκοφόρου ήρωα – του Spirit – ο οποίος ανταγωνίστηκε αρκετούς ομοίους του στα φτηνά κόμικς του 1940 και 1950. Ωστόσο το 1978 ο Άιζνερ εκδίδει το Ένα συμβόλαιο με τον Θεό, με πλοκή βασισμένη σε περιστατικά από φτωχογειτονιές της Νέας Υόρκης και με εξαιρετικά επιδέξιο ασπρόμαυρο σχέδιο. Χάρη σ’ ένα είδος μελοδραματικού σοσιαλιστικού ρεαλισμού τον οποίο αποπνέει το έργο, άρχισε έκτοτε να διακινείται ο όρος «graphic novel». Αυτή η «εξευγενιστική» ονομασία έδωσε την ευκαιρία σε ικανούς ή λιγότερο ικανούς σεναριογράφους και γραφίστες να μετατρέψουν σε κόμικς οτιδήποτε: μεγάλα μυθιστορήματα όσο και επιστημονικά δοκίμια. Από το 1941 βέβαια τα περίφημα Classics Illustrated άρχιζαν να φροντίζουν την κουλτούρα του μέσου αμερικανού νέου που ποτέ του δεν θα διάβαζε Ντίκενς, Μέλβιλ ή Όμηρο, δίνοντάς του μια ιδέα για το τι συμβαίνει στο Ντέιβιντ Κόπερφιλντ, στο Μόμπυ Ντικ ή στην Ιλιάδα. Με εξαιρετική επιτυχία σε όλο τον κόσμο, τα Κλασικά Εικονογραφημένα έφεραν σε επαφή τα παιδιά της μεταπολεμικά αναπτυσσόμενης μεσαίας τάξης με σπουδαία λογοτεχνήματα, χωρίς πολύωρες αναγνώσεις. Μέτρια «εικονογραφημένα» κάποιες φορές, παρέμεναν οπωσδήποτε «κλασικά». Αλλά μετά το 1970 η μόδα τους παρήλθε. Με τα κόμικς να κυριαρχούν στην ψυχαγωγία νεαρών ηλικιών και τα καλά σχολεία να στρέφουν τους μαθητές τους στα ίδια τα πρωτότυπα έργα, το πεδίο για μια πιο λόγια εκδοχή των Classics Illustrated – δηλαδή τα Graphic Novels – άνοιγε λαμπρό. Πρόσφατα λ.χ. ολοκληρώθηκε στη Γαλλία η σχετική μεταφορά και των επτά τόμων της Αναζήτησης του χαμένου χρόνου του Προυστ, ενώ είχε προηγηθεί σε αγγλόφωνες χώρες η μεταφορά του Πορτρέτου ενός καλλιτέχνη του Τζόυς. Εκεί όμως έγκειται το πρόβλημα. Οσοδήποτε επινοητικός κι αν αποδειχθεί ο σεναριογράφος ή προικισμένος ο γραφίστας, αν δεν υπάρχει κάποιο πρωτότυπο σενάριο, όπως λ.χ. με το Συμβόλαιο του Άιζνερ, το αρχικό λογοτέχνημα χάνεται μέσα στους κώδικες του graphic novel. Αλλά στην περίπτωση που η γραφιστική μεταφορά αφορά γνωστό λογοτέχνημα κι αυτό έχει μείνει ημιτελές για κάποιους λόγους, τότε πράγματι επιτρέπει στον προικισμένο γραφίστα να δημιουργήσει ένα νέο, πλήρες έργο. Τέτοια είναι η ιδιαιτερότητα του Ο πρώτος άνθρωπος ως γραφιστικού μυθιστορήματος. Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για «ποιητική του φωτός» στις ακουαρέλες του Ζακ Φεραντέζ. Αναπτύσσονται σε μια παλέτα που συνάδει απολύτως με την αίσθηση για τον κόσμο των αφρικανικών παραλίων της Μεσογείου: πόλεις, λιμάνια, προάστια, μεταφορικά μέσα κι ατέλειωτη ποικιλία ενδυμασιών. Το «γραφιστικό» αποδίδει στο αρχικό μυθιστόρημα επιπλέον ποιότητες. Η δε εικαστική δεξιότητα του Φεραντέζ ενισχύεται από το ότι γεννήθηκε στην ίδια γειτονιά με τον Καμύ, πλουτίζοντας τον Πρώτο άνθρωπο με αυθεντικότητα κι ευαισθησία. Στον κοινό αφηγηματικό πυρήνα έχουμε: Τον διαπρέποντα συγγραφέα Ζακ Κορμερύ να επισκέπτεται τον γενέθλιο τόπο του. Συναντά τη γηραιά μητέρα του στο παλιό τους διαμέρισμα καθώς και τον δάσκαλο που τόσο εύστοχα τον κατηύθυνε στα γράμματα, ενώ συλλέγει από πρώτο χέρι εικόνες της σύγκρουσης που βράζει μεταξύ αποικιοκρατών και αυτοχθόνων. Κι ανάμεσα σε όλα αυτά, οι αναδρομές στα χρόνια της παιδικής του ηλικίας και οι απόπειρες προσέγγισης του πρόωρα χαμένου πατέρα είναι συνεχείς. Συναντώντας επιζώντες γνωστούς του πατέρα του χτίζει την εικόνα τού πώς εκείνος έβλεπε τον κόσμο, μια που έφυγε απ’ αυτόν νεότερος από τον γιο που επιστρέφει να αναπλάσει το πορτρέτο του. Κρίσιμο εκεί ένα επεισόδιο από την εφηβική ηλικία του πατέρα: η επιμονή του να παραστεί σε μια θανατική εκτέλεση, με το θέαμα της καρατόμησης να τον αφήνει άρρωστο για μέρες. Και πιο κρίσιμη η αναφορά από έναν συμπολεμιστή του πατέρα, στην πρωτοφανώς βίαιη αντίδρασή του απέναντι σε φρικτούς ακρωτηριασμούς πτωμάτων των ηττημένων μιας μάχης. Στο σχόλιο του συμπολεμιστή: «σε ορισμένες περιστάσεις ένας άντρας μπορεί να κάνει τα πάντα», ο πατέρας ξεσπά: «Όχι! Ένας άντρας συγκρατιέται. Να τι σημαίνει άντρας». Μερικά ακόμη σημαντικά σημεία: η παρουσία μιας ωραιότατης νεαρής θαυμάστριας, η οποία συνοδεύει τον Κορμερύ σε αυτό το ταξίδι στο παρελθόν του, και οι συναντήσεις του με διάφορους ντόπιους. Γάλλους που πάλεψαν να στήσουν μια σχετικά εύπορη ζωή επί δυο-τρεις γενιές, και τώρα πρέπει να εγκαταλείψουν τα πάντα. Ή Αλγερινούς που πρόκοψαν σε συνεργασία με Γάλλους και υποχρεώνονται πλέον να στραφούν εναντίον τους, πριν τιμωρηθούν ως προδότες από τους δικούς τους. Σε αυτό το κάπως μελαγχολικό κλίμα παιδικών αναμνήσεων αμεριμνησίας και διλημμάτων της πολεμικής σύγκρουσης που ξεσπά, στον παρόντα χρόνο το γραφιστικό μυθιστόρημα ολοκληρώνεται. Με τα χρώματα μιας θάλασσας του δειλινού να περιβάλλουν το πλοίο που ξαναφέρνει τον διάσημο συγγραφέα και τη θαυμάστρια πίσω στη Γαλλία. Πιο προβληματισμένο για το μέλλον, μα και πιο έτοιμο να το αποδεχτεί. Θα έλεγα μάλιστα ότι στα δυο πολύ τελευταία σχεδιαστικά καρέ ηχεί κάτι από το τέλος του πρώτου φιλοσοφικού έργου του Καμύ (Ο μύθος του Σισύφου): «πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο». Το γραφιστικό μυθιστόρημα ολοκληρώνεται μεν, ενώ το πρωτότυπο έμεινε ημιτελές, αλλά πλήρες νόημα αποκτά για όποιον γνωρίζει, αδρομερώς έστω, τη ζωή του Αλμπέρ Καμύ. Μια ζωή που ούτε στιγμή μέσα στον δημιουργικό πυρετό της δεν έχασε τη βαθιά ανθρωπιστική της πυξίδα. Ο Καμύ δοξάστηκε χωρίς να ενδώσει στην έπαρση, κακολογήθηκε χωρίς να ενδώσει στη μικροψυχία, τόλμησε να υπερασπιστεί τα κομμουνιστικά ιδεώδη όπως τόλμησε, μετά την εισβολή των Σοβιετικών στην Ουγγαρία, να καταφερθεί εναντίον της ΕΣΣΔ. Γκρεμίζοντας, όχι ανέξοδα, παλιές φιλίες με διαπρεπείς κύκλους αριστερών διανοουμένων. Και ήρθε σε σύγκρουση τόσο με τη γαλλική αποικιοκρατία, δικαιώνοντας ηθικά τον αγώνα των αλγερινών εθνικιστών, όσο και με αυτούς τους τελευταίους, αφού οι τρομοκρατικές βόμβες τους σκότωναν αδιακρίτως κόσμο μέσα στον οποίο κυκλοφορούσε ακόμα η μητέρα του. Η δήλωσή του: «Αν έχω να διαλέξω ανάμεσα στη δικαιοσύνη και στη μητέρα μου, διαλέγω τη μητέρα μου», δεν τον έκανε συμπαθή στους Γάλλους της Αλγερίας ούτε στους εθνικιστές τρομοκράτες, ενώ τον άφησε έκθετο, ως φυγόμαχο, μεταξύ ταυτισμένων με τους αντιαποικιακούς αγώνες Αριστερών. Αυτός όμως ήταν ο πείσμων ουμανισμός του Καμύ. Ανυποχώρητος ανθρωπισμός, τη θεμελίωση του οποίου παρακολουθούμε στο Ο πρώτος άνθρωπος. Τρυφερότητα προς τη μητέρα, που του πέρασε ευαισθησίες της∙ ευγνωμοσύνη στον δάσκαλο, που άνοιξε τους πνευματικούς ορίζοντές του∙ ανίχνευση του χαρακτήρα του άγνωστου πατέρα, με την απέχθειά του στις ακρότητες (όπως μιας καρατόμησης ή ενός ακρωτηριασμού πτωμάτων του εχθρού) και την αποδοχή ρήξεων ή εξεγέρσεων, χωρίς απώλεια της μετριοπάθειας: «Ένας άντρας συγκρατιέται. Να τι σημαίνει άντρας»∙ αυτή φράση του πατέρα Κορμερύ αποκτά πλήρες νόημα μόνο σε σχέση με τη στάση του Καμύ στην πραγματική ζωή του. Άρα, κατά μία έννοια, και το γραφιστικό μυθιστόρημα μένει ημιτελές, όσο κι αν ολοκληρώνει μιαν Οδύσσεια επιστροφής στην παιδική ηλικία και σε ότι συγκρότησε την προσωπικότητα του συγγραφέα. Αλλά αυτή είναι η μοίρα κάθε βιβλίου: όσο πιο πολλά γνωρίζεις για το «έξω», τόσο πληρέστερα κατανοείς το «μέσα». Jacques Ferrandez, Ο πρώτος άνθρωπος. Βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Αλμπέρ Καμύ, μτφρ. Νίκη Καρακίτσου-Dougé και Μαρία Κασαμπαλόγλου-Roblin, Πατάκη, Αθήνα 2020, σελ. 184 [1] Ακούγεται κάπως υπερβολικό, αλλά πολλοί υποστηρίζουν πως αν δεν μεσολαβούσε το δυστύχημα, ίσως η φωνή του Καμύ με το κύρος του ανάμεσα στους Γάλλους και τις φιλίες του ανάμεσα σε Αλγερινούς να ασκούσε κρίσιμη επίδραση στην έκβαση του «πολέμου της Αλγερίας». Ο οποίος εξάλλου μεταβλήθηκε σε συνεχή εμφύλια μακελειά και νέες αγριότητες μεταξύ εκείνων που είχαν διώξει τους αποικιοκράτες. [2] Συνήθως φτωχοί αγρότες από διάφορες περιοχές της Γαλλίας, οι οποίοι από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά έφταναν με την προσδοκία ενός καλύτερου μέλλοντος στην Αλγερία. Κάτι οι «μαύρες» μπότες των στρατιωτών που μετά την κατάκτηση της χώρας αποτέλεσαν τους πρώτους αποίκους, κάτι οι αγροτικές διαδρομές στα σκούρα εδάφη των χωραφιών, κάτι ο τρύγος και το πάτημα των σταφυλιών που έβαφε τις πατούσες των αμπελοκαλλιεργητών, μονιμοποίησαν τον υποτιμητικό χαρακτηρισμό του «μαυροπόδαρου» για τους γεννημένους στην Αλγερία Γάλλους. Και το σχετικό link...
-
- 2
-
- ζακ φεραντέζ
- αλμπέρ καμύ
- (and 4 more)
-
Το έγραφε για πολύ καιρό με ενθουσιασμό. Δεν πρόλαβε όμως να το ολοκληρώσει. Στα συντρίμμια του αυτοκινητικού δυστυχήματος που του αφαίρεσε τη ζωή βρέθηκε η τσάντα με τα χειρόγραφά του. Το ημιτελές βιβλίο «Ο Πρώτος Άνθρωπος» του Αλμπέρ Καμύ ήταν εκεί. Ο Ζακ Φεραντέζ το προσαρμόζει σε κόμικς και συμβάλλει στη συμπλήρωσή του. «Ο πόλεμος ήταν σαν ένα κακό σύννεφο, γεμάτο σκοτεινές απειλές. Μα που δεν μπορούσαμε να το εμποδίσουμε να κατακλύσει τον ουρανό, όπως και τις ακρίδες ή τις καταστροφικές θύελλες που ορμούσαν πάνω στα αλγερινά στρατόπεδα», γράφει ο Αλμπέρ Καμύ στον «Πρώτο Άνθρωπο» και μεταφέρει σε κόμικς ο Ζακ Φεραντέζ (εκδόσεις Πατάκη, μετάφραση: Νίκη Καρακίτσου-Douge και Μαρία Κασαμπάλογλου-Roblin, 184 σελίδες). Ενα βιβλίο ημιαυτοβιογραφικό που δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ο Αλμπέρ Καμύ πέθανε ακαριαία σε ηλικία σαράντα επτά ετών όταν το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε με οδηγό τον εκδότη του, Μισέλ Γκαλιμάρ, έπεσε με δύναμη πάνω σε ένα δέντρο στον δρόμο προς το Παρίσι, στις 4 Ιανουαρίου του 1960. Όπως πάντα τον τελευταίο καιρό πριν από τον θάνατό του είχε μαζί του τα χειρόγραφα και τις σημειώσεις του από το βιβλίο πάνω στο οποίο εργαζόταν πυρετωδώς για μήνες. Η συνέχεια αυτού του βιβλίου μπορεί να μη γράφτηκε ποτέ. Όπως επισημαίνει όμως η Άλις Κάπλαν στην εισαγωγή της στον «Πρώτο Άνθρωπο» του Φεραντέζ: «Από το καλοκαίρι κιόλας του 1961 η Φρανσίς Καμύ, η χήρα του συγγραφέα, έκανε μια πρώτη δακτυλογράφηση του κειμένου, εργασία σισύφεια, καθώς το χειρόγραφο του Καμύ, πυκνογραμμένο και με μικροσκοπικούς χαρακτήρες, είναι ιδιαίτερα δυσανάγνωστο. Ανακαλύπτουμε έτσι την προσωπική και αυτοβιογραφική ιστορία του Ζακ Κορμερί, συγγραφέα, στα ίχνη ενός πατέρα εργάτη γης στην ανατολική περιοχή της Αλγερίας που σκοτώθηκε τις πρώτες εβδομάδες του Μεγάλου Πολέμου. Στις σημειώσεις σχετικά με το πλάνο που προβλέπει για το μυθιστόρημά του ο Καμύ γράφει: “Επιστράτευση. Όταν επιστρατεύθηκε ο πατέρας μου δεν είχε δει ποτέ τη Γαλλία. Την είδε και σκοτώθηκε”». Αυτό το μεγαλεπήβολο έργο για την ιστορία του ίδιου του Καμύ και μέσα από αυτή την ιστορία της σχέσης της Γαλλίας και της Αλγερίας, κρίθηκε ότι δεν μπορεί να κυκλοφορήσει τότε λόγω και της εύθραυστης πολιτικής κατάστασης την ώρα που η βορειοαφρικανική χώρα απελευθερωνόταν από τους Γάλλους. Το σχέδιο όμως δεν εγκαταλείφθηκε. Τρεις δεκαετίες αργότερα το ξαναέβαλε σε κίνηση η Κατρίν Καμύ, κόρη του πρόωρα χαμένου νομπελίστα συγγραφέα. Το βιβλίο τελικά κυκλοφόρησε το 1994 με δεδομένο τον ανολοκλήρωτο χαρακτήρα του και αμέσως άρχισε να προκαλεί συζητήσεις. «"Ο Πρώτος Άνθρωπος" παραμένει ένα αίνιγμα. Μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε ένα λογοτεχνικό έργο κατά τη διαδικασία της διαμόρφωσής του, μας καλεί αναγκαστικά να φανταστούμε τη συνέχεια, τις συνέχειες, να αναρωτηθούμε, ανά πάσα στιγμή, τι θα ήθελε ο συγγραφέας – γνωστός για την τελειομανία του – να κρατήσει ή να αλλάξει. Ίσως γι’ αυτό, επειδή είναι το έργο που διακόπηκε πάνω στην ορμή της εκπόνησής του, "Ο Πρώτος Άνθρωπος" να συγκινεί περισσότερο: μας δίνει την εντύπωση πως συναντάμε τον Αλμπέρ Καμύ, όπως πραγματικά ήταν και δίχως ρετουσάρισμα», τονίζει η Άλις Κάπλαν. Μα έστω κι αν όλα αυτά δεν απασχολούν τον αναγνώστη, το έργο από μόνο του ακόμα και χωρίς τον μύθο που δικαιολογημένα το περιβάλλει, είτε θεωρηθεί εν μέρει αυτοβιογραφικό είτε όχι, εξακολουθεί να είναι ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα. Γιατί αφορά έναν άνθρωπο που ερευνά και ανασκαλεύει το παρελθόν του και τις ρίζες του και αναζητά τη συμβολική παρουσία του πατέρα του, προσπαθώντας να ερμηνεύσει το παρόν του ανάμεσα σε δύο χώρες στις οποίες δεν γνωρίζει αν ανήκει, στη σκιά μεγάλων κοσμοϊστορικών γεγονότων που καθόρισαν και καθορίζουν τη μοίρα του, σε μια πορεία από την Αλγερία στο Παρίσι κι από την παιδική στην ενήλικη ζωή του. Αυτό το «δυσερμήνευτο» σενάριο, που γίνεται ακόμα πιο αινιγματικό λόγω της αναπόφευκτης απουσίας ενός «τέλους», έρχεται να συμπληρώσει ο Ζακ Φεραντέζ, που φαίνεται να γνωρίζει βαθιά τον Καμύ καθώς είχε μεταφέρει σε κόμικς και το άλλο εμβληματικό του έργο, τον «Ξένο». Με τα σχέδιά του και τις τολμηρές πρωτοβουλίες που παίρνει σε ορισμένα σημεία, πάντα σεβόμενος το πρωτότυπο, δεν διστάζει να βάλει την προσωπική του σφραγίδα. Όπως για παράδειγμα στη σκηνή ενός κοκτέιλ-πάρτι, όπου με έναν ευφυή αναχρονισμό τοποθετεί τον πρωταγωνιστή του βιβλίου και φανταστικό πρόσωπο, Ζακ Κορμερί, μαζί με τον Ζαν-Πολ Σαρτρ, τον Αντρέ Μαλρό, τον Γκαστόν Γκαλιμάρ και τον ίδιο τον Καμύ. Ή στην τραγική σκηνή που οι φαντάροι, Άραβες και Γάλλοι της Αλγερίας, μεταφέρονται εσπευσμένα στη Γαλλία για να πολεμήσουν τους Γερμανούς, φορώντας τις πολύχρωμες στολές τους και τα ψάθινα καπελάκια τους και μέσα στην κωμική εικόνα τους μετατρέπονται σταδιακά σε σκελετούς ανάμεσα σε αποκαΐδια. Σε ένα τέτοιο κλίμα, ο «Πρώτος Άνθρωπος» του τίτλου μπορεί να έχει πολλές ταυτότητες και να παραπέμπει σε πολλές προσωπικότητες. Επικρατέστερη είναι όμως αυτή του πρώτου δολοφόνου της «ιστορίας» σύμφωνα με έναν κυνικό χαρακτήρα του βιβλίου: «Κι έτσι φτάνουμε στον πρώτο φονιά. Ξέρετε, λεγόταν Κάιν και από τότε έχουμε τους πολέμους!». Είτε σημαίνει κάτι τέτοιο ο «Πρώτος Άνθρωπος» είτε κάτι άλλο που βρισκόταν στο μυαλό του Αλμπέρ Καμύ, δεν θα το μάθουμε ποτέ. Θα παραμείνει για πάντα ένα μυστήριο που δεν χρειάζεται να λυθεί. Αρκεί η διατήρησή του που είναι ακόμα πιο εύκολη μέσω της εξαιρετικής προσαρμογής από τον δεξιοτέχνη Ζακ Φεραντέζ. Και το σχετικό link...
-
- 5
-
- ο πρώτος άνθρωπος
- αλμπέρ καμύ
- (and 5 more)
-
Ο Μάκης το Σάββατο πήγε στο βιβλιοπωλείο του Πατάκη, και ενώ κοίταζε διάφορα βιβλία, κάποια στιγμή η υπάλληλος του είπε «δες αυτό το βιβλίο. Ήρθε σήμερα, πριν από λίγη ώρα». Σε graphic novel ο ‘Ξένος’ του Αλμπέρ Καμύ… Μία από τις μεγαλύτερες χαρές είναι να πηγαίνεις σε ένα βιβλιοπωλείο και να σου λένε «Δες αυτό το βιβλίο. Ήρθε σήμερα, πριν από λίγη ώρα». Όταν δε, σου δείχνουν τον Ξένο του Καμύ σε graphic novel του Jacques Ferrandez, τότε η χαρά γίνεται ίδιου επιπέδου με αυτή των μικρών παιδιών όταν μπαίνουν στο Jumbo ή στον ‘Μουστάκα’… Άσε τη φοβερή μυρωδιά πού έχει κάθε καινούργιο βιβλίο… Σαν τα καινούργια χάρτινα επιτραπέζια όταν μας τα έφερναν δώρο όταν ήμασταν μικροί. Οι δυο πρώτες πρακτικές παρατηρήσεις είναι ότι καταρχάς μιλάμε για 134 σελίδες στην ουσία ισόποσο με το βιβλίο που είναι γύρω στις 140 σελίδες (ανάλογα με την έκδοση). Κατά δεύτερον, είναι εξαιρετικά τα σκίτσα. Πέρα από την εμφανή υψηλή τεχνική τους, μεταφέρουν με σπουδαίο τρόπο ακόμα και τις σιωπές που υπάρχουν στο αριστούργημα του Καμύ. Επίσης, έχει ακριβώς αυτό που πρέπει να έχει η έκδοση σε graphic novel ενός παγκόσμιου αριστουργήματος έτσι ώστε: - Αν έχεις διαβάσει το βιβλίο, βλέπεις μπροστά σου μια εξαιρετικά εικονογραφημένη, και ουσιαστική μεταφορά του σε graphic novel. - Αν δεν έχεις διαβάσει το βιβλίο, στο τέλος της ανάγνωσης το κατέχεις ουσιαστικά σχεδόν όσο να το χες διαβάσει. Φυσικά κράτησε τις πολύ μεγάλες στιγμές του κειμένου, όπως αυτή που ο παπάς ρωτάει τον Πατρίς Μερσώ πώς βλέπει εκείνη την άλλη ζωή, και ο Μερσώ απαντάει «σα μια ζωή όπου θα μπορούσα να θυμάμαι αυτήν εδώ». Και εκείνη που ο ανακριτής ρωταει τον Μερσώ «Σας περιγράφουν σαν κλειστό χαρακτήρα και λιγομίλητο άτομο. Τι έχετε να πείτε γι αυτό;» και αυτός απανταει «Δεν έχω σχεδόν ποτέ να πω κάτι το σημαντικό γι αυτό και σιωπώ». Ο Καμύ ξεκίνησε να γράφει τον ‘Ξένο’ το 1937 στο Αλγέρι, και τον τελείωσε το 1940 στο Παρίσι, στη διάρκεια των βομβαρδισμών της πόλης από τους Γερμανούς. Σ.Σ.1: Θα είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον μια συζήτηση ανάμεσα σε έναν που έχει διαβάσει μόνο το βιβλίο και έχει κάνει τις εικόνες με τη φαντασία του, και σε κάποιον που θα έχει διαβάσει μόνο το graphic novel και θα έχει δει με αυτό τον τρόπο τις εικόνες μπροστά του. Σ.Σ. 2: Οι Cure έχουν εμπνευσθεί το “Killing an Arab” από τον Ξένο. Και το σχετικό link...
- 4 replies
-
- 7
-
- Ξένος
- graphic novel
-
(and 3 more)
Tagged with: