Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'εκδόσεις δίαυλος'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Ένα εξαιρετικό γκράφικ νόβελ για τον Τζορτζ Μπεστ, που δεν κοιμόταν ποτέ, γιατί δεν τον άφηναν η μπάλα και οι γυναίκες. «Είμαι ανταγωνιστικός, θέλω να είµαι ο καλύτερος, κανείς να µη σκοράρει περισσότερο από μένα, να μην πίνει περισσότερο από μένα, να μην έχει περισσότερες γυναίκες από μένα…». Η παραπάνω δήλωση αποδίδεται στον Τζορτζ Μπεστ, τον ποδοσφαιριστή για τον οποίο ο σερ Άλεξ Φέργκιουσον είχε πει πως υπήρξε «ο σπουδαιότερος». Πράγματι, ο Βορειοϊρλανδός άσος έλαμψε σαν χρυσός θεός σε μια εποχή που η βρετανική εργατική τάξη έβγαινε από το σκοτάδι του πολέμου και δημιουργούσε μια πολύχρωμη νέα κουλτούρα, με τους δικούς της αγίους και ήρωες. Και ο Μπεστ ήταν ένας από αυτούς – τόσο λαοφιλής, τόσο αντιπροσωπευτικός του παλμού της εποχής του, που βαφτίστηκε «ο πέμπτος Μπητλ». Σε ομώνυμη νουβέλα που κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 2014 («George Best, le Cinquieme Beatles»), ο κορυφαίος Γάλλος αθλητικογράφος Βενσάν Ντιλίκ προσφέρει ένα πορτρέτο όχι μόνο του Μπεστ, αλλά και των βρετανικών «swinging ’60s». «Ήταν ο πρώτος ποπ σταρ του ποδοσφαίρου. Οι στοχαστές εκείνη την εποχή έλεγαν ότι οι Μπητλς έκαναν τη μουσική και ο Τζορτζ Μπεστ τη χορογραφία. Έγινε θρύλος γιατί σταμάτησε να παίζει ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου στα 27 του, χωρίς να ενδιαφέρεται για άλλες κατακτήσεις, γιατί οι περισσότεροι από αυτούς που τον είδαν ήταν πεπεισμένοι ότι ήταν ο σπουδαιότερος, γιατί κανείς δεν τόλμησε ποτέ, ούτε πριν ούτε μετά, να ζει και να καίγεται όπως αυτός», γράφει παθιασμένα ο Ντιλίκ. Με βάση αυτό το φορτισμένο συναισθηματικά πρωτότυπο υλικό δημιουργήθηκε το 2022 στη Γαλλία ένα γκράφικ νόβελ με τον τίτλο-λογοπαίγνιο «George Best, Twist and Shoot», έκδοση ενός πρωταγωνιστή του χώρου, των εκδόσεων Dalcourt, του τρίτου μεγαλύτερου οίκου γαλλοβελγικών κόμικς στον κόσμο με κυκλοφορία περίπου 500 άλμπουμ τον χρόνο. Πρόσφατα οι εκδόσεις Δίαυλος έφεραν το άλμπουμ και στα εγχώρια βιβλιοπωλεία, σε μια ελληνόφωνη έκδοση με μετάφραση του Γιάννη Ανδρέου και έναν συγκινητικό επίλογο από τον έμπειρο αθλητικογράφο Μάκη Διόγο. Τα σκίτσα υπογράφονται από τον Φλοράν Καλβέζ, έναν εικονογράφο χαμηλών τόνων από τη Βρετάνη ο οποίος έχει περγαμηνές και ως σεναριογράφος. Εδώ συνεργάζεται με έναν άλλο συντοπίτη του, τον Κριστόφ Γκορέ, που εδώ και 22 χρόνια υπογράφει σενάρια με το ψευδώνυμο «Kris» για μεγάλη σειρά από επιτυχημένα γκράφικ νόβελ του ιστορικού οίκου Futuropolis. Η αυλαία στο δράμα ανοίγει αυτοβιογραφικά, με τον συγγραφέα να μας γυρίζει πίσω στον χειμώνα του 1974 και στο ανατολικό Λονδίνο, όπου είχε βρεθεί στα δώδεκά του φιλοξενούμενος μιας αγγλικής οικογένειας. Τα σκοτεινά καρέ και τα εξίσου σκοτεινά λόγια αποδίδουν πιστά μια τυπική σκηνή σε ένα μικροαστικό σπίτι της βροχερής Αγγλίας, όπου όλη η οικογένεια κάθεται στο σαλόνι, λουσμένη από το απόκοσμο φως της ασπρόμαυρης τηλεόρασης, και μαθαίνει πως ο Μπεστ κρεμάει τα παπούτσια του. «Εκείνο το Σαββατόβραδο τον χειμώνα του 1974, με μια ξένη οικογένεια, στην άκρη του καναπέ, μπροστά από μια τζαμαρία χωρίς κουρτίνα, η τηλεόραση ανακοίνωσε το τέλος μιας εποχής», εξιστορεί δραματικά ο Ντιλίκ, έχοντας ταυτίσει εξαρχής τον ήρωα με την εποχή του. Όπως γράφει, «η Αγγλία είχε αρχίσει να τον νοσταλγεί ενώ ήταν ακόμα εκεί. (…) Είχε δει τη δική της αντανάκλαση στον καθρέφτη των υπερβολών, των αυτοκαταστροφών και των γαλάζιων ματιών, αυτού του όμορφου μελαχρινού που δεν κοιμόταν ποτέ, γιατί τα κορίτσια δεν τον άφηναν να κοιμηθεί». Γυρνώντας πίσω στο 1958, για να μνημονεύσει το αεροπορικό δυστύχημα που στοίχισε τη ζωή σε οκτώ παίκτες της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (του συλλόγου με τον οποίο συνδέθηκε ο Μπεστ για έντεκα χρόνια, από το 1963 έως το 1974), για να περάσει μέσα από την άνοδο και την κορύφωση και να καταλήξει στο πικρό τέλος του 2005, το άλμπουμ χτίζει σταθερά μια γκρίζα, μελαγχολική ατμόσφαιρα. Ακόμη και όταν το Λονδίνο ζει ξέφρενα και ο κεντρικός ήρωας πετάει στον ουρανό, κάτι στα λόγια του Ντιλίκ και στα σκίτσα του Καλβέζ φέρνει μια γαλλική ευαισθησία (υπαρξιακή, πολιτισμική ή αμιγώς ποδοσφαιρική) σε μια ιστορία απολύτως βρετανική. Το «George Best, ο πέμπτος Μπητλ», πέραν μιας ευκαιρίας για τους νεότερους να μάθουν ποιος ήταν ο «πρώτος σελέμπριτι» της μπάλας μέσα από ένα εξαιρετικό γκράφικ νόβελ, είναι ακόμη μια μαρτυρία της διαχρονικής γοητείας που ασκεί στη Γαλλία το νησί βόρεια της Μάγχης. VINCENT DULUC, FLORENT CALVEZ George Best, ο πέμπτος Μπητλ μτφρ. Γιάννης Ανδρέου εκδ. Δίαυλος, 2023 σελ. 88 Και το σχετικό link...
  2. Ένα μεγάλο λεωφορείο που διασχίζει την πόλη από πάνω ως κάτω, από Κηφισιά ως παραλία, 56 στάσεις, είναι το θέμα ενός κόμικ με αυτόν ακριβώς τον τίτλο, «Λεωφορείο 550», που δημιούργησαν ο Χρήστος Χαντζής και ο Γαβριήλ Μελισσουργάκης. Ένα κόμικ συγκινητικό, βαθιά αστικό και οικείο. Σαν ένα είδος ρεπορτάζ στη μεγάλη διαδρομή της Αθήνας. Μπαινοβγαίνω χρόνια στο «550 Π. Φάληρο-Κηφισιά», ακόμα κι όταν πρόκειται να αλλάξω λεωφορείο ή τρόλεϊ πιο κάτω, θα φάω σίγουρα 6-7 στάσεις, είτε κρεμασμένη από χειρολαβή είτε καθιστή στο-βάθος-κήπος. Χαζεύω τις φάτσες, αναρωτιέμαι για τις ιστορίες τους, κοιτάζω έξω το αστικό τοπίο και όχι το κινητό μου – είμαι στη γενιά που χαζεύει από τα παράθυρα των λεωφορείων. Και τους συνεπιβάτες, οπωσδήποτε: είναι υλικό για ιστορίες ολόκληρες, απορώ πώς μπορεί να γράφει ένας άνθρωπος που δεν μπαινοβγαίνει στα λεωφορεία. Ειδικά στο 550, που πιάνει τόσο πλατιά γκάμα επιβατών λόγω της τεράστιας διαδρομής του. Πενήντα έξι στάσεις, αν τις έχω μετρήσει σωστά και κάμποσα χιλιόμετρα, από τις 5.20 τα χαράματα ως τις 11.45 τη νύχτα, το 550 οργώνει την Αθήνα πάνω-κάτω λες κι είναι χωράφι του παππού του. Που λέει ο λόγος. Γαβριήλ Μελισσουργάκης και Χρήστος Χαντζής Δύο παιδιά λοιπόν έφτιαξαν ένα κόμικ για αυτό ακριβώς το λεωφορείο. Δεν ξέρω πόσο παιδιά είναι, σίγουρα νέοι, ο Χρήστος Χαντζής που έγραψε τα κείμενα και ο Γαβριήλ Μελισσουργάκης που έκανε τα σκίτσα. Παραθέτω βιογραφικά τους μια και δεν τους ξέρω, το κόμικ μόνον είδα: «O Χρήστος Χαντζής μεγάλωσε στο Αγρίνιο και τα Γρεβενά. Τώρα ζει στην Καισαριανή και προσπαθεί ως ηλεκτρολόγος μηχανικός να καταλάβει τι λένε τα κομπιούτερς και οι αριθμοί. Υποστηρίζει τον ποδοσφαιρικό Παναιτωλικό και ακούει τραγούδια με ελληνικούς στίχους. O Γαβριήλ Μελισσουργάκης γεννήθηκε στη Νέα Αλικαρνασσό και μεγάλωσε στην Κοκκινιά. Έγινε γραφίστας πριν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Δεν έχει αυτοκίνητο. Πηγαίνει στη δουλειά με το 550». Ο Γαβριήλ λοιπόν μπαίνει στο 550 με το τάμπλετ του και σχεδιάζει για κάμποσους μήνες, πρόσωπα και βασικά άλλα πρόσωπα που βλέπει μέσα στο λεωφορείο. Ο Χρήστος παίρνει τις εικόνες και γράφει ιστορίες πάνω σε αυτές, λόγια που σκέφτονται οι ανώνυμοι «ήρωες», φράσεις που θα έλεγαν αν μιλούσαν, κουβέντες που αρπάζει στον αέρα ο υποψιασμένος συνεπιβάτης και συναισθήματα που πετάνε σπίθες ανάμεσα στα καθίσματα. Η αίσθηση είναι αυτή που αναγνωρίζω από τον εαυτό μου, του (βασικά) επαρχιώτη καλλιτέχνη, για τον οποίον το αστικό τοπίο όσα χρόνια κι αν το τρώει στη μάπα είναι γοητευτικό με τον τρόπο του. Όχι με όλους τους τρόπους. Απλώς με τον δικό του τρόπο που λίγο θυμίζει Σειρήνες του Οδυσσέα. Το κόμικ κυκλοφόρησε πρόσφατα, μου φάνηκε ιδιαίτερο, συγκινητικό, βαθιά αστικό και οικείο. Σαν ένα είδος ρεπορτάζ στη μεγάλη διαδρομή της Αθήνας, αυτήν που δεν προσφέρεται για τηλεοπτικά ρεπορτάζ επειδή μοιάζει με συλλογή διηγημάτων. Στην περίπτωση του «Λεωφορείου 550», μια συλλογή διηγημάτων με εικόνες. «Λεωφορείο 550», κείμενα Χρήστος Χαντζής, σκίτσα Γαβριήλ Μελισσουργάκης, εκδόσεις Δίαυλος. Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.