Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τα διονυσιακά και πρωτοπόρα κόμικς του Γιάννη Καλαϊτζή [Κουκουλάς Γιάννης, efsyn.gr, 21/02/2016]


leonidio

Προτεινόμενες Καταχωρήσεις


  • Member ID:  12189
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  848
  • Content Count:  3050
  • Reputation:   41670
  • Achievement Points:  3061
  • Days Won:  28
  • With Us For:  5135 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  51

Τα διονυσιακά και πρωτοπόρα κόμικς του Γιάννη Καλαϊτζή

 

kalaitzis3_0.jpg

Στην Τσιγγάνικη Ορχήστρα, ο σκιτσογράφος – πρωταγωνιστής περιφέρεται στην Αθήνα της μεταπολιτευτικής περιόδου, δίπλα σε Ντάτσουν και μέλη κομματικών οργανώσεων, στη σκιά του Αρη, «ακούγοντας» Διονύση Σαββόπουλο

 

Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς

 

Ηταν γνωστός κυρίως ως πολιτικός γελοιογράφος. Τα ρηξικέλευθα σκίτσα του επί σχεδόν πενήντα χρόνια δημοσιεύονταν σε πληθώρα εντύπων της Αριστεράς. Ομως, παράλληλα, ήταν και δημιουργός κόμικς. Και το έργο που αφήνει πίσω του είναι μοναδικό.

 

Οταν πριν από περίπου δύο χρόνια ξεκινούσαμε αυτό το ένθετο τετρασέλιδο για τα κόμικς, ο Γιάννης Καλαϊτζής ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του.

 

Η συμβολή του σε ιδέες και προτάσεις ήταν καθοριστική. Οταν είχαμε δυσκολίες τον συμβουλευόμασταν πάντα. Κάθε στιγμή ήταν έτοιμος να καταθέσει τις απόψεις του, να επαινέσει όταν τον ικανοποιούσε το αποτέλεσμα αλλά και να ασκήσει καλόπιστη, πολλές φορές σκληρή, κριτική. Είναι αυτονόητο ότι δεν θα καταφέρουμε να πούμε όλα όσα θα θέλαμε σε τέσσερις μόνο σελίδες. Αλλωστε τις τελευταίες ημέρες, μίλησαν πολλοί και πολλές για κάθε πτυχή του πολύπλευρου έργου του. Το «Καρέ Καρέ» είναι σήμερα εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στα κόμικς του συνάδελφου, συνεργάτη, δάσκαλου, καλλιτέχνη,και μοναδικού δημιουργού, Γιάννη Καλαϊτζή (1945-2016)

 

kalaitzis1_0.jpg

Αριστερά η «Τσιγγάνικη Ορχήστρα» (Εκδόσεις Πολύτυπο, 1984). Δεξιά, εξώφυλλο του περιοδικού «Eψιλον» με σκίτσο του Καλαϊτζή (1994)

 

Στην πρώτη σελίδα της Τσιγγάνικης Ορχήστρας, στο πρώτο πρώτο καρέ φιγουράρει ένα Ντάτσουν με την επιγραφή «Ιχθυεμπορικόν – έδρα Οινόφυτα» ως σύμβολο των πρώτων ετών της μεταπολιτευτικής Ελλάδας που πάσχιζε να ισορροπήσει ανάμεσα στη φενάκη της εισόδου της στην ΕΟΚ και τη βαλκανική της καταγωγή και μοίρα. Στα επόμενα οκτώ καρέ, ο πρωταγωνιστής Κώστας Φαναρτζής, σκιτσογράφος στη «Σημαία – καθημερινή εφημερίδα του λαού», φορά ένα λευκό πουκάμισο και καπνίζει, περιμένοντας τον καφέ του. Και ξαφνικά στο ένατο καρέ και για όλο το υπόλοιπο βιβλίο, το πουκάμισο χωρίς κανέναν προφανή λόγο μεταμορφώνεται σε μαύρο. Δεν χρειάζεται να επιχειρήσει κάποιος να ερμηνεύσει αυτή την αλλαγή. Ετσι βόλευε τον δημιουργό της, έτσι έκρινε ότι εξυπηρετεί τις αισθητικές του απαιτήσεις, έτσι έπραξε. Και έτσι έπραττε ο Γιάννης Καλαϊτζής σε όλα του τα κόμικς. Εστηνε πανηγύρια με εικόνες και λέξεις που παρέπεμπαν σε διονυσιακά γλέντια. Εκεί που η λογική δίνει, συχνά, τη θέση της στο παραλήρημα, στην πνευματική και σωματική απελευθέρωση από κάθε σύμβαση. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήταν μελετημένα με αυστηρότητα και μεστά σενάρια. Το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Αντιθέτως. Στα κόμικς του Γιάννη Καλαϊτζή το ένα συμβαδίζει με το άλλο. Το επιβεβαιώνουν η απολλώνια σοβαρότητα και η προσήλωσή του όταν δημιουργούσε σε συνδυασμό με το γκροτέσκο και καρναβαλικό στοιχείο που αποτύπωνε.

 

Η κυκλοφορία της Τσιγγάνικης Ορχήστρας σε ενιαίο τόμο το 1984 (εκδόσεις Πολύτυπο, μέρη της είχαν δημοσιευτεί νωρίτερα στη «Βαβέλ») δεν ήταν κάτι αναμενόμενο για την κατάσταση των ελληνικών κόμικς. Σε μια εποχή που ο όρος graphic novel ήταν σχεδόν άγνωστος στην Ελλάδα και ίσως στον περισσότερο κόσμο, μια ασπρόμαυρη «περιπέτεια» αστικής επιβίωσης στην γκρίζα μεταπολιτευτική Αθήνα, ένα road movie ανάμεσα σε διαδηλώσεις, ΜΑΤατζήδες, παλαιοπωλεία, σκυλάδικα, ξενοδοχεία ημιδιαμονής, ρυζόγαλα, ταξιτζήδες και βοσκοπούλες, έτυχε απρόσμενα αλλά απολύτως δικαιολογημένα υμνητικής υποδοχής.

 

Με γραμμή που έφερνε στον νου τις πολυπληθείς συνθέσεις των Munoz-Sampayo και με σενάριο βγαλμένο μέσα από τη ζούγκλα της Αθήνας, υπό το βλέμμα του Βελουχιώτη, τους στίχους του Σαββόπουλου και τα συνθήματα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, η Τσιγγάνικη Ορχήστρα ήταν η καταγραφή μιας ατελέσφορης απόπειρας ενός ζευγαριού να κάνει σεξ όταν δίπλα σφάζονται κοτόπουλα και, ταυτόχρονα, το ψυχογράφημα μιας πόλης που αργοπέθαινε, πιστεύοντας πως έτσι συντηρεί το φολκλόρ για να έλκει τους τουρίστες.

 

kalaitzis2.jpg

Το Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης (Εκδόσεις Ars Longa, 1990) και ο Τυφών (Εκδόσεις Κώμος, 1997)

 

Το 1990, κάνει την εμφάνισή του το επόμενο έπος του Καλαϊτζή, το Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης (εκδόσεις Ars Longa). Το θέατρο της δράσης μεταφέρεται στη Σαντορίνη, διακόσια τόσα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και πρωταγωνιστές είναι ο Αλέκος ο Τράκας, ένας «κάλπης» άρχοντας, κι ο Καράμπαμπας, δούλος κι αφέντης του εαυτού του σε μάταιη αναζήτηση του made in Greece άγιου δισκοπότηρου. Ο πρώτος σχεδιάζεται με πρότυπο τον, μεσουρανούντα τότε, ποδοσφαιριστή Τάσο Μητρόπουλο και ο δεύτερος είναι ένα υβρίδιο του Στέλιου Καζαντζίδη και του Καραγκιόζη. Και γύρω τους αμπέλια και σταφύλια που προσφέρουν την πρώτη ύλη για το «όργιο», παπάδες που αφορίζουν, πόρνες που κολάζουν, δελφίνια που αναδύονται στον αφρό και μια οσμή πανούκλας στην ατμόσφαιρα.

 

Στο ίδιο κλίμα, «την ίδια μέρα, ή μάλλον την ίδια νύχτα σε διαφορετικό τόπο της Σαντορίνης» του 1707, κατά τον Καλαϊτζή, διαδραματίζεται ο Τυφών (εκδόσεις Κώμος, 1997). Οι ημίγυμνες Καλλονές καβάλα στους γαϊδάρους του εξωφύλλου προδιαθέτουν για το περιεχόμενο. Ενα νέο δίδυμο, ο Καπετάν Γκρέκο και ο Γκογκόσης, και δίπλα τους αδίστακτοι κυνηγοί αρχαιοτήτων επιδίδονται «σε μια πλειοδοσία κυνισμού και αρπαγής» με αντίπαλό τους «το φρικτότερο τέρας που γέννησε ποτέ η γη: τον Τυφώνα». Ο Τζελεπή-Γιαννάκης, η μάγισσα Τζατζαμίλια, ο καλόγερος Ταντέους Στάνισλας, ο Κολαούζος και πάνω απ’ όλους, ο γενίτσαρος Σουλεϊμάν Σαλίκ με το πρόσωπο του Περικλή Κοροβέση, αγαπημένου φίλου του Καλαϊτζή, μπλέκονται σε μια περιπέτεια χωρίς τέλος, την ώρα που σκάει το ηφαίστειο «εκεί που σμίγουν τα νερά με τους παλιούς κουρσάρους».

 

kalaitzis-12.jpg

Στο Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης, ο Αλέκος Τράκας κι ο Καράμπαμπας αψηφούν την πανούκλα

 

Εκτός από τα μεγάλου μήκους κόμικς όμως, ο Γιάννης Καλαϊτζής φιλοτέχνησε και μια σειρά από μικρότερα, όχι λιγότερο σημαντικά. Το Πέλαγος της Μποτίλιας στο «9» της «Ελευθεροτυπίας», το Μαρξ και Σπένσερ στη «Γαλέρα», τα Συνειρμικά Ντεκουπάζ που λάτρευε ο Μάνος Χατζιδάκις στο «Τέταρτο», τα λογοκριμένα Χαμένα Δάση, τα Εκτακτα Περιστατικά, μικρά ή μονοσέλιδα στην «Αυγή», στο «Ντέφι», στο «Αντί», στο «Ενα», στο «Εψιλον». Και τη σειρά Μπον και Βιβέρ, για την οποία είμαστε τόσο περήφανοι, εδώ στο «Καρέ Καρέ».

 

Επειδή είναι αβάσταχτο και αμήχανα άβολο να σκέφτεσαι ορθολογικά την «τελευταία φράση» που «πρέπει» να χρησιμοποιήσεις εν είδει κατακλείδας σε ένα τέτοιο αφιέρωμα, θα χρησιμοποιήσω την πιο αυθόρμητη σκέψη μου. Γιάννη, σε ευχαριστούμε για το έργο που μας πρόσφερες. Θα είναι για πάντα αξέχαστο. Οπως αξέχαστος θα μας μείνεις κι εσύ.

 

Περισσότερα κόμικς του Γιάννη Καλαϊτζή θα βρείτε στην προσωπική του ιστοσελίδα: http://gianniskalaitzis.gr/index.php/comics

 

kalaitzis-11_0.jpg

Ο Γκογκόσης του Τυφώνα, μια φαινομενικά λούμπεν φιγούρα, είναι πιο θαρραλέος και ευθύς από τον εσμό που τον περιτριγυρίζει

 

Επιτρέψτε μου και κάτι προσωπικό που άπτεται του δημοσίου, πέρα από τις ατέλειωτες προσωπικές στιγμές που θα κρατήσω για πάντα στη μνήμη μου με ατέλειωτη αγάπη προς τον άνθρωπο και δέος προς το έργο του.

 

▪ Οταν χτύπησε το τηλέφωνό μου, στις αρχές του 2005 και άκουσα τον Γιάννη να μου ζητά να συναντηθούμε γιατί σκέφτεται να δημιουργήσει ένα νέο περιοδικό, δεν μπορούσα καν να φανταστώ αυτά που θα ακολουθούσαν. Η «Γαλέρα» υπήρξε ένα μοναδικό κι ανεπανάληπτο, απολύτως ανεξάρτητο από κάθε διαπλοκή, συνεργατικό εγχείρημα. Μια σύμπραξη λόγου και εικόνας, κειμένων και κόμικς, ρεπορτάζ και γελοιογραφιών που άφησε εποχή. Γιάννη, σε ευχαριστώ που με έκανες μέλος αυτής της κωπηλατικής ομάδας προς τις Ακυβέρνητες Πολιτείες. Μπορεί να μη φτάσαμε μέχρι το τέλος αλλά, όπως πάντα, το ταξίδι ήταν συναρπαστικό.

 

▪ Τον Νοέμβριο του 2008, κανονίστηκε η ραδιοφωνική εκπομπή Γαλέρα στους Πέρα Κάμπους (καπετάνιος ο Γιάννης Καλαϊτζής και δίπλα του οι Νίκος Κουνενής, Μελίνα Χαριτάτου, Αλέκα Ζουμή, Νέστορας Πουλάκος και ο γράφων) στο «Κόκκινο» (σε έναν αγωνιστικό και αντιπολιτευόμενο τότε, απολύτως διαφορετικό από τον σημερινό κυβερνητικό ραδιοσταθμό). Η έναρξη ορίστηκε για τις 7 Δεκεμβρίου. Σε συνεργασία με τους αείμνηστους Γιώργο Ανανδρανιστάκη και Βαγγέλη Βέκιο, διευθυντικά στελέχη του σταθμού, συμφωνήθηκε οι πρώτες εκπομπές να είναι μαγνητοφωνημένες. Επειτα από ατέλειωτες, εξοντωτικές ηχογραφήσεις και δοκιμές όλα ήταν έτοιμα. Και ξαφνικά, λίγες ώρες πριν από την έναρξη, πέφτει νεκρός ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος και ξεκινούν τα εξεγερσιακά σύγχρονα Δεκεμβριανά. Ολες οι ηχογραφήσεις πήγαν στα σκουπίδια και η εκπομπή έγινε live. Δεν ξαναηχογραφήσαμε ποτέ.

 

Πηγή

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Επισκέπτης
Απάντηση σε αυτό το θέμα ...

×   Έχετε επικολλήσει περιεχόμενο με μορφοποίηση.   Κατάργηση μορφοποίησης

  Επιτρέπονται μόνο 75 emoticons maximum.

×   Ο σύνδεσμός σας έχει ενσωματωθεί αυτόματα.   Εμφάνιση ως σύνδεσμος

×   Το προηγούμενο περιεχόμενό σας έχει αποκατασταθεί.   Διαγραφή εκδότη

×   Δεν μπορείτε να επικολλήσετε εικόνες απευθείας. Ανεβάστε ή εισάγετε εικόνες από URL

×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.