Dr Paingiver Δημοσιεύτηκε Απριλίου 29, 2012 Member ID: 3930 Group: Veterans Topic Count: 722 Content Count: 12978 Reputation: 104435 Achievement Points: 12997 Days Won: 138 With Us For: 6016 Days Status: Offline Last Seen: 16 ώρες πριν Age: 66 Share Δημοσιεύτηκε Απριλίου 29, 2012 ΠΙΚΡΙΑ (Νίκος Καββαδίας) Ότι αγαπούσα αρνήθηκα για το πικρό σου αχείλι: τον τρόμο που δοκίμαζα πηδώντας το κατάρτι, το μπούσουλα, τη βάρδια μου και την πορεία στο χάρτη, για ένα δυσεύρετο μικρό θαλασσινό κοχύλι. Τον πυρετό στους Τροπικούς, του Ρίο τη μαλαφράντζα την πυρκαγιά που ανάψαμε μιά νύχτα στο Μανάο. Τη μαχαιριά που μου 'δωσε ο Μαγιάρος στην Κωστάντζα και " Σε πονάει με τη νοτιά;" - "'Οχι, απ' αλλού πονάω". Του τρατολόγου τον καημό, του ναύτη την ορφάνια του καραβιού που κάθησε την πλώρη τη σπασμένη. Τις ξεβαμμένες στάμπες μου που 'χα για περηφάνεια, για σένα, που σαλπάρισες, γολέτα αρματωμένη. Τι να σου τάξω ατίθασο, παιδί να σε κρατήσω; Παρηγοριά μου ο σάκος μου, σ' Αμερική κι Ασία. Σύρμα που εκόπηκε στα δυό και πως να το ματίσω; Κατακαημένε η θάλασσα μισάει την προδοσία. Κατέβηκε ο Πολύγυρος και γίνηκε λιμάνι, λιμάνι κατασκότεινο, στενό χωρίς φανάρια, απόψε που αγκαλιάστηκαν Εβραίοι και Μουσουλμάνοι και ταξιδέψαν τα νησιά, στον Πόντο τα Κανάρια. (Γέρο, σου πρέπει μοναχά το σίδερο στα πόδια δυό μέτρα καραβόπανο και αριστερά τιμόνι. Μιά μέδουσα σε αντίκρυσε, γαλάζια και σιμώνει κι ένας βυθός που βόσκουνε σαλάχια και χταπόδια). Τρύφωνα 13 Σύνδεσμος για σχολιασμό Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους More sharing options...
tryfev Δημοσιεύτηκε Μαίου 10, 2012 Member ID: 11531 Group: Members Topic Count: 34 Content Count: 4674 Reputation: 35863 Achievement Points: 4674 Days Won: 32 With Us For: 5257 Days Status: Offline Last Seen: Απριλίου 1, 2020 Age: 77 Share Δημοσιεύτηκε Μαίου 10, 2012 Τρύφωνα Φίλε Παύλο, συνοδεύω τις ευχαριστίες μου για την εύφημη μνεία με ένα άλλο θαυμάσιο ποίημα του αγαπημένου Νίκου Καββαδία μελοποιημένο εξίσου υπέροχα από τον εξαίρετο Θάνο Μικρούτσικο: «Federico García Lorca» Στο Θανάση Καραβία Ανέµισες για µια στιγµή το µπολερό και το βαθύ πορτοκαλί σου µεσοφόρι. Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ, τότε που φεύγανε µπουλούκια οι Σταυροφόροι. Παντιέρες πάγαιναν του ανέµου συνοδιά και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου. Στο ρωγοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά κι ο γέρος έλιαζε ακαµάτης τ’ αχαµνά του. Του ταύρου ο Πίκασσο ρουθούνιζε βαριά και στα κουβέλια τότε σάπιζε το µέλι. Τραβέρσο ανάποδο –πορεία προς το Βοριά. Τράβα µπροστά –ξοπίσω εµείς –και µη σε µέλει. Κάτου απ’ τον ήλιο αναγαλλιάζαν οι ελιές και φύτρωναν µικροί σταυροί στα περιβόλια. Τις νύχτες στέρφες αποµέναν οι αγκαλιές τότες που σ’ έφεραν, κατσίβελε, στη µπόλια. Ατσίγγανε κι Αφέντη µου, µε τι να σε στολίσω; Φέρτε το µαυριτάνικο σκουτί το πορφυρό. Στον τοίχο της Καισαριανής µας φέραν από πίσω κ’ ίσα έν’ αντρίκιο ανάστηµα υψώσαν το σωρό. Κοπέλες απ’ το Δίστοµο φέρτε νερό και ξύδι. Κι απάνω στη φοράδα σου δεµένος σταυρωτά σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι, µέσα απ’ τα διψασµένα της χωράφια τ’ ανοιχτά. Βάρκα του βάλτου ανάστροφη, φτενή, δίχως καρένα. Σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά. Σµάρι κοράκια να πετούν στην έρηµην αρένα και στο χωριό ν’ ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά. 10 Σύνδεσμος για σχολιασμό Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους More sharing options...
Προτεινόμενες Καταχωρήσεις