Μετάβαση στο περιεχόμενο

ΣΑΝ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ: ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΔΕΛΗΟΛΑΝΗ


Tounas

Προτεινόμενες Καταχωρήσεις

Τίτλος:
ΣΑΝ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ: ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΔΕΛΗΟΛΑΝΗ
Σενάριο/Kείμενα:
Περικλής Δεληολάνης
Σχέδιο:
Περικλής Δεληολάνης
Εξώφυλλα:
0 ΕΔΩ ΛΙΣΤΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ  (Λείπουν τα: 1)
Τεύχη:
1
Είδος εντύπου:
Βιβλίο
Μέγεθος:
15.0 x 23.0
Σελίδες:
320
Επιμέλεια:
Γιάννης Δεληολάνης
ISBN:
978-960-6654-16-8

  • Member ID:  2007
  • Group:  Members
  • Topic Count:  18
  • Content Count:  82
  • Reputation:   219
  • Achievement Points:  82
  • Days Won:  0
  • With Us For:  6215 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  51

 

post-189-1178833017_thumb.jpg

 

post-2007-1178073938_thumb.jpg

 

Τιμή €18,81

Μετά την διαφορά…

«Μετά την διαφορά… Πώς να μιλήσεις για κάποιον που έφυγε; Παλιά και σχεδόν ρητορική η ερώτηση, γνωστές και βλοσυρά απαράλλακτες οι απαντήσεις. Το τι αφήνει πίσω του κανείς απλώνεται σαν αύρα στην ατμόσφαιρα ή αγγίζει, σε απρόοπτο χρόνο και χώρο, κάποιους ανθρώπους - μια διαδικασία φαινομενικά τυχαία. Το τι μπορεί να «ήταν» κανείς το υποψιάζονται στην ιδανική περίπτωση όσοι τον γνώριζαν βαθιά, και τότε μόνο εν μέρει, μέσα από το μοιραίο υποκειμενικό φίλτρο. Κατά τα άλλα, όλα γύρω από έναν άνθρωπο γίνονται μια ιστορία, κι από εδώ ξεκινάει κάτι πολύ διαφορετικό: τα φυλετικά τυπικά του πένθους και η κοινωνική εκτόνωση της νεκρολογίας, η οποία προσποιείται ότι κλείνει σε ένα αποχαιρετιστήριο ευχολόγιο την πραγματική, αεικίνητη και ουσιαστικά ανεξερεύνητη ζωή μιας συνείδησης, η οποία όμως δεν θα μπορούσε να υπάρχει παρά μόνο μέσα από μια συνεχή μεταμόρφωση. Η αληθινή ζωή του καθένα είναι ούτως ή άλλως μυστική, ανήκει σε ένα πραγματικό την πλήρη εποπτεία του οποίου δε μοιάζουμε να έχουμε ούτε οι ίδιοι. Με τον καιρό, σκέψεις, μύθοι, συμβάντα, δυνατότητες, ευχές και ιστορίες γίνονται μια σχεδόν ενιαία ουσία που παραγεμίζει τα ολοένα και μεγαλύτερα κενά της μνήμης, μεταμορφώνοντας τα περασμένα σε μύθο, πριν κι αυτός με την σειρά του διαλυθεί στη νύχτα. Τα πιο στοιχειώδη γεγονότα είναι τα μόνα που απομένουν να προσφερθούν.

Ο Περικλής Δεληολάνης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το Μάρτιο του 1963. Άρχισε να γράφει στο κινηματογραφικό περιοδικό «Οθόνη» στα 18 του κι έγινε μέλος της ελληνικής και της διεθνούς ένωσης κριτικών κινηματογράφου λίγο καιρό αργότερα. Τα περιοδικά με τα οποία συνεργάστηκε περιλαμβάνουν την «Βαβέλ», το «Σινεμά», το «Κλικ» (στα πρώτα του χρόνια) και το «Futura». Σπούδασε αρχιτεκτονική, αλλά τον ενδιέφεραν αποκλειστικά οι πιο οραματικές ερευνητικές της παράμετροι. Στα πιο άμεσα από τα πολλαπλά ενδιαφέροντά του υπήρχαν η μουσική και η κινούμενη εικόνα, η ζωγραφική και τα κόμικς, η επιστήμη – στοιχεία από τα μαθηματικά συν μια αδυναμία σε κάποιες ενδιαφέρουσες περιοχές της σύγχρονης φυσικής – και η επιστημονική φαντασία, ο σωστός ασκητισμός και η αληθινή γκουρμέ μαγειρική, αμέτρητα διαβάσματα πέρα από την πεπατημένη κι οι ατέλειωτες ώρες που απαιτεί η αρμονική ενοποίηση των παραπάνω στα πλαίσια της πράξης: μιας φιλοσοφίας ζωής.

Όσον αφορά την τέχνη και τα οποιοδήποτε ιδιώματα της διανόησης; Κάποια στιγμή, αρκετά νωρίς είναι η αλήθεια, το ενδιαφέρον του Περικλή άρχισε να κινείται και πέρα από την αναπαραστατική διάσταση, μια στροφή που σημαδεύτηκε από την συχνά αναπόφευκτη συνέπεια της σιωπής. Το κάθε μορφής έργο της συνείδησης, πέρα βεβαίως από τους οποιουσδήποτε κοινωνικούς αυτοματισμούς (κι είναι αληθινά πολλοί), δεν μπορεί παρά να αφορά την ίδια την πηγή του, την συνείδηση, σε μια μορφή παγιωμένης – με οποιονδήποτε τρόπο – αντανάκλασης στον εξωτερικό κόσμο, ως πίνακας, ποίημα ή οτιδήποτε άλλο... Αυτό όμως που μετράει είναι ότι το θεωρούμενο «μέσα» και το αντίστοιχο «έξω» βρίσκονται σε ποικιλοτρόπως εκμηδενίσιμη απόσταση, και η σιωπή παραμένει ιδέα παραγνωρισμένη. Γεγονός είναι ότι υπάρχουν έργα που απαιτούν την σιωπή, ιδίως για όποιον δουλεύει χωρίς οποιονδήποτε καμβά. Έργα χωρίς κοινωνική υπόσταση – «εκτός εμπορίου» με την καλύτερη δυνατή έννοια. Κι αν η σιωπή χωράει πολλές διαφορετικές ερμηνείες, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Με ποιον τρόπο μπορεί να γίνει όχημα; Αυτό είναι ένα από τα μικρά αινίγματα που ο Περικλής άφησε για τους φίλους του, μαζί με εκείνον τον ιδιαίτερο τρόπο να μετασχηματίζεις τους μύθους (κι είναι αληθινά πολλοί...) υψώνοντάς τους ραγδαία ψηλά, εκεί όπου κάθε σκιά έπρεπε πια να παραδοθεί στο φως. Απεριόριστο φως, φίλε. Το’ χε το όνομα, κι είναι για πάντα».

Γιάννης Δεληολάνης

 

Από τις αυθεντικότερες και πιο ποιοτικές φωνές που μίλησαν για τον κινηματογράφο στην χώρα μας, ο Περικλής Δεληολάνης (1963-2004) άφησε μια κληρονομιά δημοσιευμένων κειμένων τα οποία αξίζει να ανακαλυφθούν από τη νέα γενιά των σινεφίλ, και συγκεντρώνονται για πρώτη φορά στην παρούσα έκδοση.

Όσοι αγαπούν το σινεμά θα βρουν στον τόμο αυτό γραπτά που εξακολουθούν να ξαφνιάζουν με την ενέργεια των ιδεών και την μαχητική φιλοσοφική τους στάση απέναντι στη μεγάλη οθόνη, μα και στον κόσμο μας. Στις σελίδες τους κρύβεται ένας μικρός οδηγός ιδιωτικής σινεφίλ απόλαυσης που πηγαίνει ένα κρίσιμο βήμα παραπέρα, γεμίζοντας μια συλλογή από λαμπερά διαπεραστικές ματιές στην κουλτούρα·της αλλαγής του αιώνα.

Την παρουσίαση της συγγραφικής δουλειάς συνοδεύει μια εκλεκτική παράθεση προσωπικών σχεδίων του Περικλή Δεληολάνη - μια πλάγια, εναλλακτική, μα τουλάχιστον εξίσου αποκαλυπτική ματιά στο έργο μιας ζωής.

 

post-2007-1178073502_thumb.jpg post-2007-1178073534_thumb.jpg post-2007-1178073583_thumb.jpg post-2007-1178073615_thumb.jpg post-2007-1178073677_thumb.jpg post-2007-1178073707_thumb.jpg post-2007-1178073733_thumb.jpg post-2007-1178073763_thumb.jpg post-2007-1178073788_thumb.jpg post-2007-1178073815_thumb.jpg

[Σχέδια του Περικλή Δεληολάνη και το #11 της "Οθόνης"]

 

Κριτική

Το σινεμά στη δεκαετία του ’80

Κείμενα κινηματογραφικής κριτικής μιας «αμήχανης» εποχής

Του Δημητρη Μπαμπα

Σαν μια εικόνα – κείμενα και σχέδια του Περικλή Δεληολάνη

εκδ. Futura, σελ. 320

 

Η δεκαετία του ’80 υπήρξε μια μεταβατική δεκαετία για την κινηματογραφική κριτική. Είναι το πέρασμα από ένα κινηματογραφικό λόγο που ζητούσε την επικύρωσή του εκτός της κινηματογραφικής εικόνας, στη θεωρία, προς ένα λόγο και μια γραφή που πρότασσε την αγάπη για το σινεμά, μια βιωματική σχέση με την εικόνα και πολλές φορές αρνούνταν να δει έξω από το κινηματογραφικό κάδρο. Ενα από τα έντυπα της εποχής που μαζί με τα Κινηματογραφικά Τετράδια διατηρούσε ακέραιες τις αξίες της κινηματογραφοφιλίας και κατέγραψε αυτά τα στάδια της μετάβασης υπήρξε το περιοδικό Οθόνη που εκδιδόταν στη Θεσσαλονίκη από μια ομάδα σινεφίλ. Μέλος αυτής παρέας υπήρξε ο Περικλής Δεληολάνης (1963-2004).

Χωρίς προκαταλήψεις

Η συγκεντρωτική έκδοση των κειμένων του, είναι κάτι πέρα από μια τυπική έκδοση μνήμης. Τα κείμενά του, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία δημοσιεύτηκαν στην Οθόνη, μας υπενθυμίζουν αυτή τη μεταβατική περίοδο της κινηματογραφικής κριτικής, αφού αντανακλούν με τον πιο έντονο τρόπο την εποχή τους, κυοφορώντας ταυτόχρονα το καινούργιο. Διάστικτα από την αγάπη για το σινεμά, μαρτυρίες ενός πάθους χωρίς όρια διατρέχουν χωρίς προκαταλήψεις όλο το φάσμα: ο Ζουλάφσκι και ο Φασμπίντερ, ο Βέντερς και ο Κόπολα, ο Βερχόφεν και ο Μιχάλκωφ. Και δίπλα σ’ αυτά οι εμμονές του συγγραφέα: η επιστημονική φαντασία και οι ταινίες του φανταστικού.

Τα κείμενα του Περικλή Δεληολάνη είναι δοκίμια με πολύ έντονο το προσωπικό στοιχείο, και σε κάποια απ’ αυτά ο λόγος είναι βιωματικός. Αυτός ο ορισμένες φορές εσωτερικός λόγος, αναπτύσσεται υπό τη σκέπη της θεωρίας της εποχής (σημειολογία και ψυχανάλυση) που ακόμα οι απόηχοί της δεν έχουν σβήσει, τα θεμέλια του όμως είναι μια άκρατη και άναρχη κινηματογραφοφιλία: ο Ρολάν Μπαρτ και ο Κάπτεν Σποκ του Star Trek, ο Μπατάιγ και ο Γκι Ντεμπόρ, τα κόμικς και ο Μιζογκούτσι, ο Τζάρμους και ο Αλμοντόβαρ.

Σαν κριτικός ο Περικλής Δεληολάνης συνέλαβε στα γραπτά του κάτι από το πνεύμα και την ατμόσφαιρα μιας αμήχανης εποχής: σ’ ένα κείμενο του μιλά για «το σιωπηλό διάστημα του ’80, την υποτονικότητα της αναζήτησης, την ύπνωση της έμπνευσης». Είναι μάλλον γι’ αυτό που ο ίδιος κατευθύνθηκε στον χώρο του φανταστικού, αναζητώντας κάτι πέρα από τη συμβατικότητα και την ευταξία του δεδομένου. Τα κείμενα του πάντα υποκλίνονται στη μυστηριακή και κρυπτική γοητεία της ταινίας, στοχάζονται πάνω στις ανοίκειες ηδονές της κινούμενης εικόνας. Σε αυτά, όπως σημειώνει και ο επιμελητής της έκδοσης Γιάννης Δεληολάνης, υπάρχει συχνά ένα στοιχείο ενόρασης: «Κάποιες ενοράσεις αφορούν το σινεμά, και βρήκαν (περιστασιακά) το δρόμο προς τις λέξεις. Και κάποιες άλλες μίλησαν από μόνες τους την γλώσσα των εικόνων». Εδώ τα σχέδια που συμπληρώνουν την έκδοση φωτίζουν, από μια άλλη οπτική γωνία, κείμενα και ιδέες, αποκαλύπτοντας πέρα από τις «ένοχες απολαύσεις» του συγγραφέα, τις οργιαστικές και μυστικιστικές διαστάσεις που μπορεί να πάρει η φαντασία.

Καθώς η δεκαετία έφευγε και οι εποχές άλλαζαν ο ίδιος θα αλλάξει το ύφος της γραφής του και θα κατευθυνθεί στα νέα έντυπα: Σινεμά, Κλικ, Diva. Εδώ τα κείμενα του φέρνουν κάτι αληθινά νέο: είναι υποδείγματα ενός άλλου τύπου δημοσιογραφικού λόγου, που όντας αναλυτικός και πληροφοριακός δεν παύει να ’ναι καίριος, κριτικός και βιωματικός. Ομως αυτό το βήμα θα μείνει ανολοκλήρωτο και μετέωρο. Ο Περικλής Δεληολάνης θα επιστρέψει πάλι πίσω στη Οθόνη μέχρις ότου και αυτό το περιοδικό ολοκληρώσει τον κύκλο του και ο ίδιος σιωπήσει.

"Καθημερινή" Kυριακή, 28 Iανoυαρίου 2007

http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_article.../01/2007_213495

 

post-2007-1178073853_thumb.jpg post-2007-1178073884_thumb.jpg post-2007-1178073918_thumb.jpg post-2007-1178074606_thumb.jpg

[Σχέδια του Περικλή Δεληολάνη]

 

ΣΑΝ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ

ΤΟ ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ ΜΑΣ

Αν μπορούσες να μαζέψεις όλα τα δάκρυα που έχουν χυθεί στην ιστορία του κόσμου, δε θα είχες μόνο ένα τεράστιο υδάτινο στρώμα· θα είχες μπροστά σου ολόκληρη την ιστορία του κόσμου.

 

Χθες, σήμερα, αύριο, κάποτε, κάπου... μακριά…και τόσο κοντά

 

Ο δημιουργός Περικλής Δεληολάνης, είναι ένας πιονέρος, ένας σκαπανέας ενός παγκόσμιου χωριού με περισσότερο φως, με ανοικτούς ορίζοντες, με πολύχρωμες ανταύγειες κάθε ανθρώπινης λειτουργίας, ανάγκης και συμπεριφοράς: ένας σκεπτόμενος, τολμηρός κόσμος, γεμάτος μηνύματα, που δε σκοτώνει τον Άνθρωπο μπροστά στην τηλεοπτική οθόνη...

Γνώρισα το όνομα του Περικλή στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Το μισό σχεδόν πρώτο τεύχος του περιοδικού «Σινεμά» υπογραφόταν από τον Περικλή και τον Γιάννη. Ήταν η χρονιά του Μπάτμαν του Τιμ Μπάρτον. Τα κείμενα τους μου έκαναν πιο όμορφη τη ζωή, και έγιναν μακρινοί δάσκαλοί μου. Δεν γνώριζα τα πρόσωπά τους μα με έλκυε η γοητευτική αύρα που άνθιζε από τα κείμενα τους. Τους ακολούθησα, διάβαζα και ξαναδιάβαζα τα πανέμορφα κείμενα τους. Τα χρόνια περάσανε και η υπογραφή του Περικλή όλο και χανόταν από το περιοδικό, ώσπου τελικά χάθηκε. Δεν μπορούσα να το καταλάβω και πάντα σκεφτόμουν γιατί συνέβηκε αυτό. Η δεκαετία του ’90 κύλησε και πέρασε. Μελέτησα και δεν σταμάτησα ποτέ να μελετώ τα κείμενα, τη μουσική γλώσσα του αγνώστου Δασκάλου μου, του Περικλή. Κάποια στιγμή σκέφτηκα πως θα είχε τους λόγους του που προτίμησε τη σιωπή. Και το σεβάστηκα αν και ποτέ δεν σταμάτησα να ελπίζω ότι κάποια στιγμή θα ξαναγυρίσει. Και τα χρόνια συνέχισαν να περνάνε μα η φωνή δεν επέστρεφε. Δεν επέστρεφε. Όποιοι κι αν ήταν οι λόγοι, πρέπει να ήταν σοβαροί. Κάποια στιγμή πέρασα από τα γραφεία του περιοδικού Σινεμά και γνωρίστηκα με τον Χρήστο. Είχα μια ελπίδα πως κάπου εκεί θα βρισκόταν ο Περικλής και ο Γιάννης. Ο Γιάννης ήταν μα ο Περικλής όχι. Και κάμποσο μετά, τότε, το 2004, ήρθε αυτή η είδηση πως ο Περικλής αποφάσισε να φύγει. Και πόνεσε η καρδιά μου. Η ενέργεια του δεν χάθηκε, εξακολουθεί να ζει μαζί μας, αυτό πιστεύω και από τα υπέροχα κείμενα και σχέδια του που υπάρχουν σε αυτό το βιβλίο ζωντανής μνήμης αυτό απορρέει. Τίποτε δεν χάνεται πραγματικά και η παντοδύναμη λάμψη του Περικλή συνεχίζει να με συντροφεύει. Οι νεκροί ζουν μαζί μας, στις θύμησες μας, στις σκέψεις μας, στις καρδιές μας και στα όνειρά μας. Κι όπως αναφέρεται στο Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού, «Για δες θάμα κι αντίθαμα που γίνεται στον κόσμο να περπατούν οι ζωντανοί με τους αποθαμένους». Τον θυμάμαι και δεν ξεχνώ…θυμάμαι τα κείμενα του, τις αγνές κριτικές του και τον συναντώ συχνά μες στα όνειρα μου… Τη δεύτερη φορά ήταν πάνω στη σκηνή μιας ροκ συναυλίας και εγώ κάτω, στο κοινό. Μου είπε να πω στον Γιάννη πως αυτό πρέπει να γίνει, αυτό πρέπει να το κάνει. Και αυτό έγινε, ο Γιάννης κατάφερε να εκδώσει το Σαν Μια Εικόνα, που αποτελεί μια εικόνα του Περικλή σήμερα. Δεν είπα στον Περικλή αντίο μια και θα ανταμωθούμε αργά ή γρήγορα.

 

Ο βιολογικός θάνατος Είναι - δεν χρειάζεται καν να το πει κανείς, έτσι δεν είναι; - είναι ένα φυσικό γεγονός. Για κάποιο χρόνο είμαστε εδώ, και μετά φεύγουμε. 'Οταν τελειώσει ο χρόνος μας, ναι, θα παραδοθούμε όλοι μας στο μετά. Ο Τ. Σ. Έλιοτ αναφέρει:

Πεθαίνουμε με εκείνους που πεθαίνουν:

Δες, φεύγουν, και πηγαίνουμε μαζί τους.

Γεννιόμαστε με τους νεκρούς:

Δες, επιστρέφουν και μας φέρνουνε μαζί τους.

 

Κι αυτό το ανεκλάλητο για τους νεκρούς, όσο ζούσαν / Μπορούν να σου το πουν, σαν είναι πεθαμένοι: η επικοινωνία / Των νεκρών έχει τη γλώσσα της φωτιάς / πέρα από τη γλώσσα αυτών που ζουν.

 

Δεν θα πάψουμε να εξερευνούμε / Και όλης μας της εξερεύνησης το τέλος / Θα είναι να φτάσουμε εκεί που ξεκινήσαμε / Και να γνωρίσουμε για πρώτη φορά το μέρος.

 

Ο Henry Vaughan (1621-1695) έγραψε: Τις προάλλες είδα την Αιωνιότητα. / Μοιάζει δαχτυλίδι από αγνό, / ανέσπερο φως...

Αυτός που από δίπλα του διώχνει τη χαρά,

Σπάει της ζωής τα πλουμιστά φτερά.

Εκείνος όμως που στη χαρά καθώς πετάει δίνει ένα φιλί,

Για πάντα ζει μες στης αιωνιότητας την ανατολή.

 

Και ο Νόρμαν Ο. Μπράουν είπε: Το καινούριο είναι ανανέωση: κάνοντας το πάλι καινούριο, όπως την πρώτη μέρα. Αναμόρφωση, ή ανάπλαση· αναγέννηση. Η ζωή είναι σαν τον Φοίνικα, πάντα αναγεννάται από το θάνατό της. Η αληθινή φύση της ζωής είναι η ανάσταση· κάθε ζωή είναι ζωή μετά θάνατον, δεύτερη ζωή, μετεμψύχωση. Το παγκόσμιο σχέδιο επανάληψης μαρτυρά την ανάσταση των νεκρών.

 

Οπότε… Τι προμηνύεται; Τι θα φέρει το μέλλον; Δεν ξέρω, δεν έχω προαισθήματα. Όταν μια αράχνη κατεβαίνει από κάποιο σταθερό σημείο, σύμφωνα με τη φύση της, βλέπει πάντα μπροστά της ένα άδειο διάστημα όπου δεν μπορεί να βρει στήριγμα όσο και να απλωθεί. Το ίδιο συμβαίνει και με μένα: πάντα μπροστά μου ένα άδειο διάστημα· αυτό που με κάνει να προχωρώ είναι μια συνέπεια, μια λογική, που βρίσκεται πίσω μου. Αυτή η ζωή είναι άνω - κάτω, τρομερή, ανυπόφορη.

Δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για το τι είναι πραγματικό ή εξωπραγματικό. Αναφέρονται μόνο στη σκοπιμότητα. Είναι το σύστημα που έχει σημασία. Το πώς κατατάσσονται τα δεδομένα μέσα του. Μερικά συμφωνούν, άλλα ανατρέπονται.

 

Ο Φιλιπ Ντικ έγραψε στο Θυμωμένο ποτραίτο του: «O κόσμος μας είναι πραγματικός;», «Είμαστε όλοι άνθρωποι ή μήπως μερικοί είναι απλά μηχανές αντανακλαστικών;» Έχω μέσα μου πολύ θυμό. Πάντα είχα. Ο θάνατος με τρελαίνει. Το μαρτύριο των ανθρώπων και των ζώων με τρελαίνει, βρίζω το Θεό και το κάνω συνειδητά. Νιώθω οργή απέναντί του. Θα 'θελα να τον είχα μπροστά μου να τον ανακρίνω, να του πω πως πιστεύω ότι ο κόσμος έχει γίνει χάλια, ότι ο άνθρωπος έπεσε όχι γιατί αμάρτησε αλλά γιατί σπρώχτηκε πράγμα αρκετά κακό - κι ύστερα του πούλησαν το παραμύθι ότι είναι αμαρτωλός, πράγμα που ξέρω πολύ καλά πως δεν ισχύει. Κάθε τόσο, κάποιος πεθαίνει κι αυτό μου τη δίνει, στ' αλήθεια, σαλτάρω. Θέλω να πω στο Θεό. Μα τι κάνεις; Ακουσε με! Είναι λάθος αυτό που κάνεις!». Όπως στο ποίημα του Χάινε, το «Ατλας», υπάρχει ο στίχος «Κουβαλάω αυτά που κανείς δεν μπορεί να μεταφέρει» κι ο επόμενος είναι, «Και στο κορμί μου, η καρδιά μου θέλει να σπάσει!» Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο συστατικό της ζωής, εκτός ίσως σ' αυτό των νιχιλιστών Γάλλων υπαρξιστών. Ο Καμπίρ, o Σούφι ποιητής του l6ου αιώνα έγραφε πως «Αν δεν έχεις περάσει κάτι, δεν έχεις ζήσει αληθινά». «Πρέπει να ζήσουμε λοιπόν μέσα σ' αυτό, θέλω να πω, μέχρι το τέλος. Τότε μόνο μπορούμε να το κατανοήσουμε, όχι στη διάρκεια του, όσο συμβαίνει.

Στην καρδιά ενός άρθρου για την Ινδική φιλοσοφία στην Εγκυκλοπαίδεια της Φιλοσοφίας, υπήρχε αυτό:

«Οι Βουδιστές φιλόσοφοι χρησιμοποίησαν διάφορα επιχειρήματα για να δείξουν ότι η αντίληψη για τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου είναι εξαρτημένη από το υποκείμενο... O εξωτερικός κόσμος, υποθετικά, απαρτίζεται από ένα πλήθος διαφορετικών μεταξύ τους αντικειμένων που όμως μπορούν να αναγνωριστούν σαν διαφορετικά, μονάχα επειδή το υποκείμενο τα βιώνει ως τέτοια. Όμως, αν τα αντικείμενα είναι διαφορετικά επειδή τα υποκείμενο τα αντιλαμβάνεται έτσι, δεν υπάρχει λόγος να διατηρούμε την περιττή υπόθεση των εξωτερικών αντικειμένων... Με άλλα λόγια, εφαρμόζοντας το ξυράφι του Οκκάμ στο βασικά επιστημονικό ερώτημα «Τι είναι πραγματικότητα;» οι θεωρητικοί του Βουδισμού φτάνουν στο συμπέρασμα πως η αποδοχή του εξωτερικού κόσμου είναι μια «περιττή υπόθεση», δηλαδή, καταργεί την Αρχή της Φειδωλότητας, τη βάση για ολόκληρη την επιστήμη της Δύσης. Ο εξωτερικός κόσμος απαλείφεται και μπορούμε να συνεχίσουμε με πιο σημαντικά πράγματα - όποια κι αν είναι αυτά. Να σπρώχνεις τη φιλοσοφία και τη θεολογία στο έσχατό τους σημείο (και η Βουδιστική θεωρία είναι το έπακρο και των δυο) και να μένεις με τι στα χέρια; Με τίποτα. Τίποτα δεν υπάρχει (απέδειξαν ότι δεν υπάρχει ούτε καν ο εαυτός).

Και τυφλώθηκα από μια έκρηξη φωτός, από την ορμή του αέρα, από το πέρασμα κάποιου πράγματος που βρισκόταν ακριβώς κάτω από την επιφάνεια και αγωνιζόταν να ελευθερωθεί, και για μια στιγμή ήξερα πως ο Δον Χουάν του Καστανέντα είχε πει την αλήθεια: μια παχιά δεσμίδα αραχνοϋφαντων ινών με χρυσές αποχρώσεις, φωτεινές ίνες, απελευθερώθηκαν από τη φλέβα, υψώθηκαν μέσα από το πηγάδι του αφαλού τρεμοπαίζοντας προς τον αντισηπτικό ουρανό. Το εσωτερικό του κόσμου είναι μια χρυσή ανταύγεια.

Λευτέρης Ταρλαντέζος

 

Τώρα θα μεταφέρω κάποια πράγματα που έγραψε ο Περικλής:

 

Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ

Δύο συμπτώματα και ένας υπαινιγμός για το τέλος του μυθιστορήματος

Δύο εξαιρετικά αγαπημένοι δημιουργοί πέρασαν το 1984 από τις σελίδες του περιοδικού «Βαβέλ»: ο Pazienza και ο Micheluzzi. Μοιράζονται και οι δυο τους μια μεγάλη αγάπη για τον κινηματογράφο που δεν εξαντλείται σε μια ιδιωτική σχέση μαζί του, αλλά καταγράφεται και στερεώνεται παραγωγικά στις δουλειές τους. Ο Pazienza βασίζεται αποκλειστικά στη συναρμογή των ήχων και των διαλόγων με την διαδοχή των κάδρων. Αποκλείει την εξωτερική αφήγηση και προκρίνει το μύθο πάνω σε συνεχή ευρήματα. Κατασκευάζει έτσι μια πυκνογραμμένη πλοκή που προωθείται με έντονους ρυθμούς προς τη λύση της. Ο Micheluzzi προτιμά μια άλλη προσέγγιση. Οργανώνει το κάδρο του με τρόπο εκλεπτυσμένο και ιδιοσυγκρατικό. Το πλέξιμο της ίντριγκας επιχειρείται γύρω από μια απειλή που ελάχιστα σκιαγραφείται καθώς κρύβεται μέσα σ' ένα πλήθος από πλοκές που συναντιούνται. Χρησιμοποιεί την off αφήγηση άλλοτε σε πρώτο και άλλοτε σε τρίτο πρόσωπο, συσκοτίζοντας έτσι το πρόσωπο του ήρωα που εξαφανίζεται μέσα στις περιπλοκές των επεισοδίων. Όλα αυτά καθώς και η σύντομη, σχεδόν ιμπρεσσιονιστική, χάραξη των χαρακτήρων, περιγράφουν έναν ευγενικό θαυμασμό προς το film noir και τις κλασικές ταινίες των Χωκς, Χιούστον ή του Μέλβιν Λήροϋ.

Μιλώντας για μια στενή σχέση ανάμεσα στο κόμικς (bande dessinee) και τον κινηματογράφο, δεν λέμε τίποτα καινούριο. Είναι για πολλούς αυτονόητη και αδιάρρηκτη. Τα προβλήματα αρχίζουν όταν κανείς αποπειράται μια χαρτογράφηση της. Αυτή η απόπειρα — αμήχανη στην αρχή, μετέωρη λίγο αργότερα — διαχύθηκε και τελικά εξανεμίστηκε μπροστά σε δύο κυρίως προβλήματα: το πρώτο είναι η σχέση των δύο μέσων που είναι ανισοβαρής, θα απαιτούσε μακρόχρονη επεξεργασία και δύσβατη ορολογία για να παρουσιαστεί σ' όλες τις αποχρώσεις και τους αναπάντεχους κλυδωνισμούς της. Το δεύτερο είναι η εξαιρετικά εκτεταμένη φιλολογία που ήδη καλύπτει τα δύο πεδία (και τη σχέση τους), καθώς αποδεικνύεται δύσχρηστο και δυσκίνητο υλικό για μια παρουσίαση της έκτασης και του πνεύματος που θα μπορούσε να καλύψει η «Βαβέλ». Έτσι το κείμενο αυτό αποφασίζει να εκταθεί σ' ένα ευρύτερο πεδίο και να οριοθετήσει μερικά κρίσιμα ερωτήματα που αναφύονται στην περιοχή που ονομάζει διάσταση του εικονογραφημένου. Είναι φανερό ότι το πλήθος των φαινομένων που διαπλέκονται σ' ένα τόσο ευρύ πεδίο υπαγορεύει τον εισηγητικό του χαρακτήρα και το περιορίζει στο προ του προλόγου. Υποδεικνύει επίσης μια εκλεκτική προσέγγιση στην προσπάθεια του να παρακάμψει τις πελαγοδρομίες. Εκκινώντας από τις σκέψεις αυτές προσεγγίζει τον κινηματογράφο και την bande dessinee σαν δύο μόνο εκφράσεις του εικονογραφημένου. Όχι βέβαια με σκοπό να παγιδεύσει τις συνεχείς ωσμώσεις που υφίστανται στο χώρο που εκτείνεται από τα κόμικς και την κομέρσιαλ αρτ ως την τέχνη του βίντεο αλλά για να αχνογράψει έναν σύνδεσμο που τα διαπερνά: την επιθυμία να αφηγηθώ μια ιστορία με εικόνες. Επιθυμία με την οποία τα κόμικς και το σινεμά διατηρούν προνομιούχα σχέση.

Ας ξεκινήσουμε με δύο μικρά (πόσο μικρά, θα δείξει η συνέχεια) ψέματα· το πρώτο: «Διάβασα το τελευταίο άλμπουμ του Φιλίπ Ντριγιέ». Το δεύτερο: «Είδα την τελευταία ταινία του Τζων Κασσαβέτις». Δύο δηλώσεις που διασφαλίζουν την αθωότητα τους μέσα στην ασφάλεια της καθημερινής χρήσης. Όταν λέω ότι διάβασα το τελευταίο άλμπουμ του Ντριγιέ, ενοποιώ ανόσια δύο τελείως διαφορετικές λειτουργίες. Λίγο πριν διάβαζα ένα βιβλίο· ούτε λίγο ούτε πολύ πρόκειται για μια τελείως διαφορετική αντίληψη του χρόνου. Κατ' αναλογίαν, πώς βλέπω μια ταινία, όταν λίγο αργότερα βλέπω την κολόνα της ΔΕΗ έξω από το παράθυρο; Η απάντηση βέβαια είναι απλή, χωρίς να εξαντλεί τα παραπάνω σε σοφιστείες. Διαβάζω ένα κόμικς σημαίνει φυλλομετρώ, βρίσκομαι μέσα στην παράδοση της ανάγνωσης: κρατώ ένα έντυπο και γυρίζω σελίδες. Αντίστοιχα στον κινηματογράφο δεν βλέπω, παρά μάλλον κοιτάζω στην κατεύθυνση της οθόνης: βρίσκομαι στη μεγάλη παράδοση της θέασης.

Αυτό το παράδειγμα, ψηλαφώντας μια μικρή αντίφαση, συνδέεται απευθείας με τη σημαίνουσα σύγκρουση που συνιστά την διάσταση του εικονογραφημένου. Τόσο τα κόμικς όσο και το σινεμά προωθούν μια ευτυχή (όχι ευγενή και καθόλου αθώα) σύγκρουση: ο λόγος (η κλασική αφήγηση, το μυθιστόρημα) εναντίον της εικόνας (η κλασική ζωγραφική, η εισβολή της φωτογραφίας). Κοντολογίς, τόσο αυτά, όσο και το πλήθος των σύγχρονων οπτικοακουστικών μέσων, καθιστούν κρίσιμη μια επανεξέταση της σχέσης ανάμεσα στη συνείδηση που μιλά και τη διαδικασία του βλέπειν (βλέπεσθαι). Ναρκοθετούν την περιοχή μιας αθώας κατανάλωσης, γιατί μπροστά στην οθόνη ή την εικονογραφημένη σελίδα, δεν είμαι ούτε αθώος αναγνώστης, ούτε αθώος θεατής. Είμαι ο μάρτυρας μιας δραπέτευσης. Αδυνατώ να εστιασθώ στην κειμενικότητα του εικονογραφημένου, εγκαταλείπομαι στο αμβλυνόμενο νόημα. Είμαι εκτεθειμένος στο διαφυγόν νόημα, γιατί το νόημα είναι που διαφεύγει και με απειλεί. Κι όμως δεν εγκαταλείπω το πάθος μου, παρά επιστρέφω σ' αυτό κι εγκαταλείπομαι μέσα του. Αυτή η ανομολόγητη ενοχή, που μοιράζεται ο δημιουργός και ο καταναλωτής του εικονογραφημένου, το διαπερνά και παράγει ηδονή αποδιαρθρώνοντας την οριακή περιοχή της επιθυμίας: το βλέμμα. Στη θέση του εγκαθιστά ένα παιχνίδι· μια μυστικιστική γεωμετρία του βλέπεσθαι. Ο καταναλωτής της κινηματογραφικής εικόνας ή του πάνελ των κόμικς είναι ένας καταδιωκόμενος ηδονοβλεψίας. Η ακινησία του, στην πολυθρόνα ή την καρέκλα του σινεμά (σκυμμένος μπροστά στην κλειδαρότρυπα) και η έκθετη αδυναμία του (ο ηδονοβλεψίας είναι ένα βρέφος που θηλάζει το βλέμμα), συνιστούν την επιφάνεια όπου ακουμπάει το κάδρο.

Μιλήσαμε ήδη για μια σύγκρουση που διατρέχει ολόκληρη την έκταση του εικονογραφημένου, κι ακόμη περισσότερο την οριοθετεί. Εξαιρούμε την τηλεόραση, εξαιτίας μιας σειράς από ιδιαιτερότητες που δεν είναι σκόπιμο να αναφερθούν επί του παρόντος. Μάχες κερδίζονται ή χάνονται σε όλα τα μέτωπα, όμως πριν προελάσουμε στην πρώτη γραμμή ας σημειώσουμε τη γενεσιουργό αντίθεση αυτής της επίσης γόνιμης σύγκρουσης.

Στο πεδίο του μυθιστορήματος τα γεγονότα χαρακώνουν την αλήθεια τους μέσα σε ευδιάκριτα και καθορισμένα κομμάτια παρελθόντος: «Ο απλός αόριστος είναι ο εμπράγματος χρόνος του μυθιστορήματος» (Ρ. Μπαρτ). Μια διήγηση δεν αναπαριστάνει τίποτα. Είναι ο εκφραστής της τάξης και ο αρχιτέκτονας της οχύρωσης των γεγονότων σε μια έλλογη πλάνη. Είναι ένα σύστημα που διαφυλάσσει τη σημασία του.

Αντίθετα το πεδίο της αναπαράστασης είναι ένα ανοιχτό σύστημα σημασίας: το είδωλο είναι ένα καθαρό σημαίνον έκθετο στο βλέμμα. Το αναπαριστώμενο αντικείμενο συνιστά έναν χρόνο πριν τον λόγο. Τη σύνταξη αυτού του λόγου εναποθέτει στο βλέμμα του θεατή. «Ο πίνακας σχηματίζεται μέσα στο μάτι» για να θυμηθούμε τον Λακάν. Η αναπαράσταση βρίσκεται ένα βήμα πριν την άρθρωση. Έτσι η εικόνα διατηρεί πάντα ένα κανάλι ανοιχτό προς το ασυνείδητο.

Αρκεί νομίζω αυτή η εναρκτήρια τοποθέτηση για να διαγνώσουμε τις πολιτισμικές παραδόσεις που κουβαλούν τα δύο συστήματα. Και γιατί περιγράφουμε τη συνάντηση τους σαν σύγκρουση και όχι σαν συμπόρευση. Στη σύντομη ιστορία του εικονογραφημένου, ο λόγος και η εικόνα συναντιούνται, συστρέφονται, προσπαθώντας να εγκολπώσουν το ένα το άλλο, ή απωθούνται· μπλέκονται σ' ένα γενετήσιο χορό: παράγουν αρμονία. Ακόμη περισσότερο αναγγέλλουν την ανάδυση ενός νέου σημαίνοντος. Αν κι η στιγμή είναι κατάλληλη για να παραθέσουμε στοιχεία για έναν γενικευμένο κώδικα του εικονογραφημένου, οι περιορισμοί που αναφέραμε από την αρχή μας αποτρέπουν.

Η νέα παράδοση του εικονογραφημένου έχει ήδη μια κλασική και μια νεότερη εποχή. Στον κινηματογράφο η κλασική εποχή ευνοεί τη λογοκρατούμενη εκδοχή του εικονογραφημένου. Οι τεχνικές της κίνησης της κάμερας και του μοντάζ ακολουθούν την επιταγή του σεναρίου. Το κλασικό ντεκουπάζ δεν είναι παραπάνω από μια σειρά τυπικών κανόνων. Η ιδιαίτερη φροντίδα της μυθοπλασίας και η προώθηση της γραμμικής αφήγησης προκαλούν την παραγωγή εξαιρετικών αφηγηματικών δειγμάτων που βασίζονται όμως στην παράδοση του μυθιστορήματος. Η νεότερη εποχή βρίσκει τον κινηματογράφο να απομακρύνεται από το μύθο και να συγκεντρώνεται σε μία εκ των έσω διερεύνηση των δυνατοτήτων του. Οι παλιές και οι νέες πειραματικές ταινίες προσφέρουν υλικό για σκέψη πάνω στην άρθρωση των εικόνων και στο μοντάζ. Το σινεμά κινείται ολοταχώς προς την ωριμότητα του. Σήμερα η νέα αντίληψη ανακαλύπτει αναπάντεχα τα πιο προωθημένα της φυλάκια στο χώρο της διαφήμισης, του σινεμά πορνό και στα μουσικά βίντεο. Καθώς είναι προσανατολισμένα στην κατεύθυνση της παραγωγής ενός ξεκάθαρου, ελκυστικού και ευανάγνωστου προϊόντος, ελαχιστοποιούν την κλασική σεναριακή δομή και προωθούν μια ταχύτατη αφήγηση βασισμένη περισσότερο στην επεξεργασία του ρυθμού και λιγότερο σ' αυτήν του μύθου. Τα κόμικς, παρότι μοιράζονται μια ανάλογη εξέλιξη, βρίσκονται σήμερα περισσότερο προσηλωμένα στην παράδοση της αφήγησης. Κι αυτό γιατί το κόμικς είναι πολύ δυσκίνητο σε ζητήματα χρόνων και ρυθμών σε σχέση με το σινεμά. Το σίγουρο ατού πάντως του κόμικς είναι ότι αποτελεί ένα γρήγορο μέσο. Παράγεται γρήγορα και καταναλώνεται γρήγορα και με μικρή δαπάνη. Αν αυτό δεν του απονέμει τη βαρύτητα της κινηματογραφικής εικόνας, του επιτρέπει τουλάχιστον να ιδιοποιείται τον τίτλο του θεματοφύλακα της αφηγηματικής επιθυμίας. Ένα κόμικς μπορεί πάντα να διηγηθεί απλά και σύντομα μια ιστορία. Σήμερα αυτό δεν είναι λίγο.

Το εικονογραφημένο, στο δρόμο πια της ωριμότητας, δεν αποσιωπά τη γενεαλογία του παρά τη σκαλίζει και ετοιμάζεται να την εκθέσει σε άπλετο φως αλλάζοντας την ελευθερία του. Έτσι κι αλλιώς οι μεγάλες παραδόσεις της γραφής και της εικόνας ακολουθούν τους δικούς τους δρόμους. Εγκαταλείπουν στο εικονογραφημένο τη νεοαποκτημένη του ταυτότητα, ακόμη σαθρή και αμφίβολη.

Η λογοτεχνία, καθώς συσπειρώνεται γύρω από εκλεκτικές προσεγγίσεις του όντος, εγκαταλείπει την παράδοση του διηγημένου και στρέφεται προς τον εαυτό της. Παραχωρεί στο εικονογραφημένο τούτο το προνόμιο και μια βαριά κληρονομιά. Αυτή του μυθιστορήματος, μια και η ίδια διστάζει πια να την καλύψει. «Το σινεμά πρέπει να ζήσει, αλλιώς η ανάγκη για ιστορίες θα εξαφανιστεί». Όλα τότε κινδυνεύουν να εξαφανιστούν μέσα σ' ένα αδυσώπητο ενεστώτα. Απειλή; Τέλος (του μύθου και του κινηματογράφου). Και του κειμένου φυσικά.

Περικλής Δεληολάνης

(πρωτοδημοσιεύηκε στο Περιοδικό «Βαβέλ» # 50, Ιούνιος 1985, σελίδες 38-40)

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους

  • 1 month later...

  • Member ID:  10
  • Group:  Members
  • Topic Count:  6
  • Content Count:  878
  • Reputation:   390
  • Achievement Points:  878
  • Days Won:  0
  • With Us For:  6426 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  

Τίποτε δεν χάνεται πραγματικά και η παντοδύναμη λάμψη του Περικλή συνεχίζει να με συντροφεύει. Οι νεκροί ζουν μαζί μας, στις θύμησες μας, στις σκέψεις μας, στις καρδιές μας και στα όνειρά μας.

 

Αυτη τη γνωμη εχω κι εγω Tounas1. Ευχαριστω για τον κοπο σου. :thanks::thanks::thanks:

 

Ας πιουμε στη μνημη του Περικλη :beer::beer::beer::beer::beer:

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Επισκέπτης
Απάντηση σε αυτό το θέμα ...

×   Έχετε επικολλήσει περιεχόμενο με μορφοποίηση.   Κατάργηση μορφοποίησης

  Επιτρέπονται μόνο 75 emoticons maximum.

×   Ο σύνδεσμός σας έχει ενσωματωθεί αυτόματα.   Εμφάνιση ως σύνδεσμος

×   Το προηγούμενο περιεχόμενό σας έχει αποκατασταθεί.   Διαγραφή εκδότη

×   Δεν μπορείτε να επικολλήσετε εικόνες απευθείας. Ανεβάστε ή εισάγετε εικόνες από URL

×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.