Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Drawn and Quarterly'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. "Η Αλίκη στην χώρα των θαυμάτων, αν την σκηνοθετούσε κάποιος ανάμεσα σε Linch και Burton" Το "Jolies tenebres" είναι ένα αρκετά ιδιαίτερο κόμικ που ξεπήδησε από την φαντασία του Fabien Vehlmann (ναι εκείνου που γράφει Spirou και έκανε και το αξιόλογο Le Marquis d'Anaon) και της Marie Pommepuy, ενώ προσαρμόστηκε επί χάρτου από το ζευγάρι σχεδιαστών γνωστό ως Kerascoet, ήτοι του Sebastien Cosset και της γυναίκας του Marie Pommepuy. Της ίδιας που γράφει και μέρος του σεναρίου. Εκδόθηκε από την Dupuis το 2009 σε μπεντέ μέγεθος 92 σελίδων, ενώ κάποια χρόνια αργότερα το κυκλοφόρησε και η Καναδική Drawn and Quarterly. Τώρα που τελειώσαμε με τις τυπικότητες, ας μπούμε σύντομα στο ζουμί αυτού του κόμικ. Και τι ζουμί. Ένα κόμικ βαθιά ανησυχητικό, βασισμένο σε μια αρρωστημένη ψυχεδέλεια που δεν χαρίζεται σε κανένα χαρακτήρα. Ξεκινάει εισάγοντας μια ομάδα μικρών ανθρώπων/πλασμάτων όχι ψηλότερων από 10-15 cm, των οποίων η καθημερινότητα ταράζεται όταν ξεπηδούν μέσα από τα σπλάχνα ενός κοριτσιού 10 ετών που βρίσκεται νεκρό στο δάσος (ποτέ δεν απαντάται από τι). Δημιουργούν κοινωνίες, επιλέγουν αρχηγούς, διαφθείρονται, βασανίζονται και προδίδουν τους γύρω τους και τους εαυτούς τους σε μια μικρογραφία της σύγχρονης εποχής. Στο μέσο όλων η Aurora, μια φιλική κοπελίτσα που για μένα αποτελεί την συνείδηση και την προσωποποίηση της αθωότητας του κοριτσιού μέσα από το οποίο βγήκε. Φροντίζει για τους πάντες και όσο περνάει ο καιρός έρχεται αντιμέτωπη με όλο και αυξανόμενα παράλογα, κυνικά και σκληρά γεγονότα και συμπεριφορές. Μια Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων όπως λέει και η Βίβλος, πιο ανώμαλη και ωμή. Δεν νομίζω ότι θα απογοητεύσει όσους έχουν μια άλφα εμπειρία να αντιληφθούν τα πάρα πολλά υποσυνείδητα μηνύματα που περνάει. Με μικρά μπαλονάκια και διεκπεραιωτικούς διαλόγους, το δίδυμο Kerascoet με το εσκεμμένα παιδικό σκίτσο χτίζει χαρακτήρες και απορροφά τον αναγνώστη μέσα σε αυτό τον τρελό μικρόκοσμο. Μια παλέτα χρωμάτων που προσαρμόζεται ανάλογα με την ατμόσφαιρα της κάθε πράξης συμπληρώνει το μείγμα για ένα μακάβριο και σύνθετο έργο που θα ταράξει πολλούς ενήλικες. Πάρα πολύ καλό.
  2. Ήταν ένα μικρό σοκ για το παραδοσιακό βιβλιόφιλο κοινό ότι η μακρά λίστα για το βραβείο Booker 2018 περιλάμβανε μεταξύ άλλων λογοτεχνικών έργων, για πρώτη φορά, και ένα graphic novel. Η Sabrina δεν κατάφερε τελικά να φτάσει μέχρι την βραχεία λίστα (το βραβείο εν τέλει κατέκτησε η Βορειο-ιρλανδή Anna Burns, με το Milkman της), παρ’ όλα αυτά πρόκειται για ένα από τα πιο επείγοντα έργα της σύγχρονης αγγλόφωνης λογοτεχνίας. (φωτογραφία της Abe Olson) Ο ίδιος ο δημιουργός, έχοντας παραδώσει το 2016 την πρώτη του ολοκληρωμένη δουλειά με την ιδιόρρυθμη suburbia του Beverly, επιστρέφει εδώ με την ίδια θαμπάδα στα καρέ του, με την ίδια μινιμαλιστική κατατονία στα πρόσωπα των ηρώων του, αλλά σε μεγάλης έκτασης φόρμα αυτή την φορά – σε αντίθεση με την ανθολογία του Beverly. Η ιστορία ξεκινά με μια φρικτή δολοφονία που λαμβάνει χώρα σε μια αμερικανική μεγαλούπολη και η οποία αποδίδεται σε έναν τυχαίο δολοφόνο, γνώριμη ειδησεογραφικά ιστορία, η απόλυτη βία της οποίας είθισται να μην διερευνάται, να αποδίδεται ως επί το πλείστον σε μία μεμονωμένη πράξη, σε μία ψυχική παρεκτροπή. Το κενό όμως αυτό, του αποτυπώματος της ανομολόγητης βίας, έρχεται εδώ να καλύψει μία γνώριμη στο αμερικανικό κοινό ψευδοπροφητική, συνομωσιολαγνική φωνή που εκπέμπει μέσω του ραδιοφώνου της αμερικανικής ενδοχώρας. Απεγνωσμένος, βυθισμένος στην οδύνη, ο κεντρικός ήρωας αναζητά απαντήσεις. Αλλά το κενό μπορεί να καλυφθεί μονάχα με κενό. Η συνωμοσιολογική εκδοχή ότι η δολοφονία ήταν τάχα μία σκηνοθετημένη πράξη προκειμένου να περιοριστεί νομοθετικά η οπλοχρησία και η οπλοκατοχή, η διαρκής αναφορά στο θύμα ως μία συμμετέχουσα στην παραπλανητική ιστορία ηθοποιό, όλα αυτά αποστερούν τους οικείους από το πένθος, αφαιρώντας τους ουσιαστικά την δυνατότητα να είναι άνθρωποι. (Καρέ από την Sabrina του Nick Drnaso (Drawn and Quarterly, 2018) Η επιτακτική ανάγκη κατανόησης, ο πόνος, η αδυναμία του ορθού λόγου να δώσει απαντήσεις σε πράξεις εξτρεμιστικής βίας, η πανεθνική ανάγκη για ιεροκήρυκες και ψευδοπροφήτες , όλα αυτά επενεργούν στην διάσταση του πένθους, δημιουργώντας περαιτέρω ερωτήματα στον κεντρικό ήρωα. Δραματουργικά, η καταβύθιση του ήρωα στην παράνοια, η de facto μετατροπή ενός έργου με παραστατική χροιά σε λογοτεχνία πρωτοπρόσωπης αφήγησης, λειτουργούν σωρευτικά στην ενσυναίσθηση˙ το μόνο αναγκαίο συναίσθημα για την ανάγνωση του έργου. Σεναριακά, ο λόγος που παράγει ο σύγχρονος ραδιοφωνικός ψευδοπροφήτης, τα σχόλια των ανώνυμων χρηστών του διαδικτύου που παρατίθενται, η άρνηση του εαυτού εκ μέρους των ηρώων, όλα αυτά προσθέτουν το δίχως άλλο στην παράνοια, την αμφισβήτηση του ήρωα για αυτό που ζει και δευτερευόντως, την αμφισβήτηση του αναγνώστη για αυτό που διαβάζει. Εκτός των άλλων, η επιλογή του δημιουργού να θέσει ως background την αεροπορική βάση του Κολοράντο και την πέριξ αυτής πόλη, μια μικρή ετεροτοπία καθοριζόμενη από την καθημερινότητα και τους κανόνες της αμερικανικής αεροπορίας, δημιουργεί τον απαραίτητο σεναριακά χώρο για να επιδράσουν οι από ραδιοφώνου ρητορείες αμφισβήτησης και παρανοϊκής καταβύθισης στο μη πραγματικό, που στοχεύουν απευθείας στον ψυχισμό των ηρώων. Το απόλυτα μινιμαλιστικό σχέδιο, η αρμονία των διαστάσεων από καρέ σε καρέ και η χαρακτηριστική οικονομία της χρωματικής παλέτας, επιτείνουν την συναισθηματική αποστασιοποίηση των ηρώων μεταξύ τους, αλλά και από το περιβάλλον που τους περικλείει, καταδεικνύοντας την ουσιαστική βάση άρνησης της αλήθειας˙ την πρωτόλεια αδυναμία του ανθρώπου να κατανοήσει το Κακό. Γιατί, αν εξαιρέσεις το γεγονός ότι αποδεικνύεται, πως αλλιώς ορίζεται η αλήθεια; Και το σχετικό link...
  3. Strativarious

    DAYBREAK [ BRIAN RALPH ]

    Νομίζατε ότι δεν μπορεί να βρεθεί πια κόμικ με ζόμπι που δεν είναι ‘’αμερικανιά’’ και δε μοιάζει με τα υπόλοιπα; Ε, λοιπόν, λάθος! Υπάρχει indie κομικ με σχέδιο και στυλ που το κάνουν διαφορετικό. To Daybreak είναι το κόμικ του Brian Ralph [όπως αναφέρει στη βικιπαίδεια, γεννημένος το 1973 είναι ένας U.S. alternative cartoonist]. Εκδόθηκε από την Drawn and Quarterly τον Σεπτέμβριο του 2011. Σκληρόδετο, δίχρωμο των 160 σελίδων που συγκεντρώνει τα τρία τευχάκια που είχαν κυκλοφορήσει από Bodega Distribution (48 - 48 -52 σελίδες). Αργότερα, ξανατυπώθηκε τον Φεβρουάριο του 2013 με τον ίδιο αριθμό σελίδων αλλά αυτή τη φορά paperback. Ένα από τα στοιχεία που κάνει το κόμικ ξεχωριστό είναι ότι ξεκινά με έναν τύπο που έχει χάσει το ένα χέρι του, να μιλά σε πρώτο πρόσωπο προς τον αναγνώστη ο οποίος παίρνει τον ρόλο του σιωπηλού παρατηρητή και συγχρόνως συμμετέχοντα. Ενώ, ο τύπος που μιλά, του προστάτη που σε καλωσορίζει στο σπίτι-κρησφύγετό του, σου παρέχει ένα μέρος να κοιμηθείς και φαγητό. Έξω από αυτό, υπάρχει ένας post-apocalyptic κόσμος κατεστραμμένος με σκουπίδια και πολύ επικίνδυνος για τους απειροελάχιστους ανθρώπους που έχουν μείνει, καθώς έχουν επικρατήσει τα ζόμπι. Σου ανακοινώνει, αργότερα, ότι θα κάνει την πρώτη νυχτερινή βάρδια, εξαιτίας του φόβου μήπως ανά πάσα στιγμή σας ανακαλύψουν τα ζόμπι και πρέπει να διαφύγετε. Έτσι, ξεκινά το χρονικό της απίστευτης προσπάθειας για επιβίωση, ενώ ψάχνετε για φαγητό, νερό, ασφαλές κατάλυμα, κυνηγητό με ζόμπι κ.α.. Τέλος, συναντάτε ένα επιζήσαντα άνθρωπο που όμως το έχει χάσει, και δε ξέρεις τι πρόκειται να κάνει. Όπως διάβασα και σε μια κριτική στο ιντερνετι, στην οποία συμφώνησα απολύτως: Ο Brian Ralph χτίζει σιγά-σιγά την ένταση και τον φόβο που προκαλούν τα ζόμπι που περιφέρονται χωρίς να μας το συγκεκριμενοποιεί. Αφήνοντας τη διάχυτη απειλή, παρά την πραγματική σφαγή, να είναι η κινητήριος δύναμη. Βοηθά και το σκηνικό που είναι ερημικό με βουναλάκια από κατεστραμμένα σπίτια, βράχους, ξύλα καθώς και αυτοκίνητα παρατημένα και φυσικά πολλά άχρηστα αντικείμενα και σκουπίδια. Όσον αφορά το τέλος είναι τόσο απλά και ανθρώπινα συγκινητικό χωρίς υπερβολές. Βάζω σποιλερ γιατί αλλιώς θα το χαλάσω. Ο τρόπος που παρουσιάζει το τέλος της ιστορίας είναι εκπληκτικός και πολύ δυνατός. Χωρίς φανφάρες, με ευαισθησία, προσεκτική ρεαλιστικότητα διαχειρίζεται την ανθρώπινη τραγικότητα. Σε φορτίζουν συναισθηματικά οι διαφορές εκφράσεις του προσώπου του.. (δε λέω ποιός) που μπαίνουν σε σχετικά μικρά διαδοχικά καρέ. Όταν κοιτά ο αναγνώστης στα μάτια αυτού του προσώπου, ίσως να μεταφέρεται τελείωςστη θέση αυτού ή να τον νιώθει πραγματικά. πηγή: 0, 1
  4. Πατώντας «δέχομαι» σε μια ηλεκτρονική εφαρμογή απολαμβάνεις μια σειρά «προνομίων». Πόσους από τους όρους έχεις διαβάσει; Τι σημαίνουν αυτοί; Τι κρύβεται πίσω από τα «ψιλά γράμματα;». Ποιον προστατεύουν οι αμέτρητες σελίδες που προσπερνάς με ένα πλήκτρο; Ο Robert Sikoryak μεταφέρει σε κόμικς όλους τους όρους χρήσης των itunes, χωρίς να αλλάξει ούτε μια λέξη. Ο Robert Sikoryak είναι ένας μεγαλοφυής καλλιτέχνης που με συνέπεια αλλά και ανατρεπτική διάθεση στο σύνολο της καριέρας του προχωρεί από το ένα project στο άλλο δημιουργώντας πάντα αίσθηση και προκαλώντας συζητήσεις, διαφωνίες, αντιθέσεις. Στο ευφυέστατα παρωδιακό «Masterpiece» προσάρμοσε σε κόμικς γνωστά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας αντικαθιστώντας τους κεντρικούς χαρακτήρες με δημοφιλείς πρωταγωνιστές των κόμικς: στον Μερσώ από τον «Ξένο» του Καμί έδωσε τη μορφή του Σούπερμαν, ο Ρασκόλνικοφ του Ντοστογιέφσκι από το «Έγκλημα και τιμωρία» έγινε Μπάτμαν, οι μπεκετικοί Βλαντιμίρ και Εστραγκόν από το «Περιμένοντας τον Γκοντό» παρουσιάστηκαν ως Μπίβις και Μπάτχεντ και ο Γκρέγκορ Σάμσα από τη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα μεταμορφώθηκε σε Τσάρλι Μπράουν. Αντίστοιχες παρωδίες φιλοτέχνησε στο «The Unquotable Trump». Εδώ όμως, πήρε πασίγνωστα εξώφυλλα από την ιστορία των κόμικς, από τον Spider-Man, την Cat Woman, τους Fantastic Four, τους Watchmen, τους «300» του Frank Miller και πολλές ακόμη εμβληματικές εικόνες και τις ξανασχεδίασε, τοποθετώντας στον κεντρικό ρόλο τον Ντόναλντ Τραμπ να ξεστομίζει κάποια από τις συνηθισμένες του χοντράδες. Ωστόσο, το πιο τολμηρό «appropriation», ή καλύτερα, «adaptation», της καριέρας του είναι αναμφίβολα το «Terms and Conditions – The Graphic Novel». Κι αυτό γιατί προσάρμοσε σε κόμικς το σύνολο των όρων και των προϋποθέσεων χρήσης που οφείλει να αποδεχθεί ο χρήστης που προτίθεται να αξιοποιήσει τα itunes της εταιρείας Apple του Στιβ Τζομπς! Χωρίς να αλλάξει ούτε μια λέξη! Και μάλιστα, τροποποιώντας την αρχική εκδοχή του έργου του, προσθέτοντας χιλιάδες ακόμα λέξεις, όταν η εταιρεία «βελτίωσε» και «αποσαφήνισε» το κείμενο των όρων μεγαλώνοντας την ήδη θηριώδη πρώτη μορφή του. Ακούσιοι αρωγοί του Sikoryak στο μεγαλεπήβολο αυτό σχέδιο που ολοκληρώθηκε το 2015 στάθηκαν αμέτρητοι δημιουργοί κόμικς που του «δάνεισαν» τα έργα τους ώστε αυτός με τη σειρά του να τα σχεδιάσει εκ νέου διατηρώντας όσο το δυνατόν την τεχνοτροπία του πρωτοτύπου και αντικαθιστώντας όλα τα λόγια με τις παραγράφους, τα κεφάλαια, τις σημειώσεις κ.λ.π. του κειμένου της Apple. Έτσι, στο «Terms and Conditions» περιλαμβάνονται παρωδιακά τροποποιημένες σελίδες δεκάδων σπουδαίων δημιουργών κόμικς όπως οι Jim Steranko, Osamu Tezuka, Charles Schulz, Stan Lee και Steve Ditko, Robert Crumb, Alan Moore και Dave Gibbons, Craig Thompson, Dan Clowes, Will Eisner, Harvey Kurtzman, Moebius, Scott McCloud, Marjane Satrapi, Carl Barks, Art Spiegelman και πολλοί ακόμα. Ο ίδιος ο Sikoryak στον επίλογο του βιβλίου του που κυκλοφορεί από την εταιρεία Drawn and Quarterly περιγράφει το έργο του ως εξής: «Κάθε σελίδα βασίζεται σε μια συγκεκριμένη προϋπάρχουσα σελίδα κόμικς ή σε μια σειρά από καρέ όπως αναφέρεται στο ευρετήριο […] Όταν ξεκίνησα το έργο, τον Νοέμβριο του 2014, η πιο πρόσφατη εκδοχή των “Όρων και Προϋποθέσεων” (σ.σ.: της Apple) είχε ημερομηνία 17 Σεπτεμβρίου του 2014 και αποτελούνταν από τρία μέρη και 15.791 λέξεις. Οι πρώτες 35 σελίδες μου ολοκληρώθηκαν τον Απρίλιο του 2015 και εκδόθηκαν ασπρόμαυρες […] Όταν σχεδίαζα τις σελίδες του τρίτου μέρους, υπήρξε ένα update στους “Όρους και Προϋποθέσεις”, οπότε και επεκτάθηκαν σε τέσσερα μέρη και 20.554 λέξεις. Τότε επέστρεψα στις αρχικές σελίδες, διόρθωσα τα κείμενα και συμπλήρωσα ότι έλειπε…». Διαβάζοντας κανείς το «Terms and Conditions» του Sikoryak, από τις πρώτες κιόλας σελίδες αντιλαμβάνεται ότι η συνέχιση της ανάγνωσης είναι ανυπόφορη. Είναι λίγο-πολύ αδύνατη. Και αξίζει να σημειωθεί ότι ο Robert Sikoryak, εκτός από την προσαρμογή σε κόμικς, έχει προχωρήσει και σε μια σειρά από δημόσιες performances με κείμενα από τους «Όρους». Η τεχνική ορολογία, οι απίστευτες επαναλήψεις με διαφορετικές διατυπώσεις, η προσπάθεια των εταιρειών να καλύψουν κάθε θέμα, κάθε περίπτωση, κάθε εξαίρεση κ.λ.π. που θα μπορούσε να τους προκαλέσει νομικά προβλήματα καθιστούν το κείμενο όχι απλώς δυσνόητο και ανιαρό, αλλά ενδεχομένως και περιττό σε τέτοια έκταση. Σε κάθε σημείο επίσης, προκαλεί αλγεινή εντύπωση η απόπειρα των εταιρειών με νομικίστικο τρόπο να αποσείσουν από πάνω τους κάθε ευθύνη και να τη μεταφέρουν ακέραια στους χρήστες, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν και να έχουν κατανοήσει κάθε λεπτομέρεια, κάθε αστερίσκο, κάθε υποσημείωση. Από την άλλη, οι εταιρείες πολύ συχνά είναι αναγκασμένες να γίνονται τόσο διεξοδικά αναλυτικές, υπακούοντας σε εθνικές ή υπερεθνικές νομοθεσίες που υποτίθεται πως προστατεύουν τα δικαιώματα των καταναλωτών, οι οποίοι όμως στην πράξη δεν διαβάζουν αυτά τα δικαιώματα (και τις υποχρεώσεις τους φυσικά) ή το πράττουν αποσπασματικά και σε πολύ μικρό ποσοστό της συνολικής έκτασής τους. Αυτή την αφάνταστη ανία που προκαλεί η ανάγνωση ενός τέτοιου κειμένου σπάει η φοβερή επινοητικότητα του Sikoryak να ταιριάξει συγκεκριμένα κόμικς των αγαπημένων του δημιουργών, αφού τα τροποποιήσει με τη σχεδιαστική του δεινότητα, με συγκεκριμένα άρθρα των «Όρων και Προϋποθέσεων» της Apple. Όπως είχε δηλώσει ο Sikoryak σε μια συνέντευξή του το 2017 στους «New York Times», οι βασικές επιρροές του ήταν οι παρωδίες του περιοδικού «MAD» που διάβαζε κατά την παιδική του ηλικία, οι θεωρίες περί τέχνης του John Cage και ο Art Spiegelman. Και φυσικά πολλά κόμικς κάθε είδους, άλλα υπερηρωικά και άλλα για ενήλικους αναγνώστες, άλλα χιουμοριστικά και άλλα με πολύ σοβαρά πολιτικά και κοινωνικά θέματα, άλλα mainstream και άλλα εναλλακτικά. Ο εκλεκτικισμός του είναι εμφανής στο σύνολο του έργου του και οι επιλογές του στο «Terms and Conditions» κάνουν πρόδηλες τις προτιμήσεις του και τα κόμικς που αγαπά. Έτσι ο Σνούπι, υποδυόμενος τον Στιβ Τζομπς, αναλογίζεται το «συναρπαστικό» θέμα των προπαραγγελιών και του family sharing, έχοντας στο σκυλόσπιτό του αντί για τον φίλο του, το πουλάκι Γούντσκοκ, το κίτρινο σήμα της Apple· ο Ντένις ο Τρομερός, πάντα ως Τζομπς, πρωταγωνιστεί στη σελίδα περί αποποίησης ευθύνης της Apple σε περίπτωση δυσλειτουργιών ή διακοπών του συστήματος· ο Τεν Τεν με έναν μαύρο Μιλού ανακαλύπτει ένα μυστικό πέρασμα στο σχήμα του δαγκωμένου μήλου, ενώ διαβάζει τα περί πνευματικών δικαιωμάτων και απαγορεύσεων· ο Ποπάυ περιγράφει στον Ρεβυθούλη τους κινδύνους και τα ρίσκα που ενέχει η χρήση «εξωτερικών υπηρεσιών»· ο Ντόναλντ ταλαιπωρείται στη σκέψη των όρων χρήσης υπηρεσιών μουσικής, ενώ τον καταδιώκουν θορυβώδεις μέλισσες· τα μέλη της οικογένειας Simpson ακούνε έντρομα τον Homer να τους απαριθμεί μια σειρά απαγορεύσεων που δύσκολα περνούν από το μυαλό του ανυποψίαστου χρήστη. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Στιβ Τζομπς είναι ουσιαστικά πρωταγωνιστής σε κάθε μικρή ιστορία, από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα. Με τα στρογγυλά γυαλιά του, το διακριτικό μουσάκι του, το μαύρο ζιβάγκο του, ένα τζιν παντελόνι και τα κλασικά sneakers του, δανείζεται τη μορφή του Τάμπυ από τη Μικρή Λουλού, του Σκοτεινού Ιππότη - Μπάτμαν, του Astro Boy, του Sandman, του Dilbert, του Little Nemo, του Hulk, του Μπομπ Σφουγγαράκη, του Fone Bone, του Silver Surfer κ.ά. Και έτσι ο Sikoryak κάνει ένα ακόμη σχόλιο πάνω στη φύση και τον τρόπο λειτουργίας εταιρειών-κολοσσών όπως η Apple, τοποθετώντας τον ιδιοκτήτη της ουσιαστικά να «απαγγέλλει» ασταμάτητα επί 100 σελίδες «Όρους και Προϋποθέσεις». Ολοκληρώνοντας ο αναγνώστης το δυσβάσταχτο έργο της πλήρους κατανόησης των όρων αυτών νιώθει μεγάλη ανακούφιση. Νιώθει όμως και την απόλαυση των μοναδικών χιουμοριστικών παστίς που σκαρώνει ο Robert Sikoryak πάνω σε ένα θέμα που παραμένει επίκαιρο όσο τα «ψιλά γράμματα» των συμβολαίων γίνονται όλο και πιο δυσνόητα, όλο και πιο αινιγματικά, όλο και πιο «ταγμένα» στις υπηρεσίες των εταιρειών με θύματα τους καταναλωτές. Ο ίδιος ο δημιουργός έχει χαρακτηρίσει το συγκεκριμένο έργο του ως «αντι-κόμικς». Έχει παραδεχτεί ότι αποτελεί το ακριβώς αντίθετο από κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί κατανοητό ή εύληπτο. Γι’ αυτό ακριβώς, σύμφωνα με τα λόγια του, είχε πολύ ενδιαφέρον να το υλοποιήσει. Κάτι αντίστοιχο δεν συμβαίνει άλλωστε και με τους ίδιους τους «Όρους και Προϋποθέσεις» σε κάθε συμβόλαιο καταναλωτικού προϊόντος υψηλής τεχνολογίας; Φαινομενικά δεν έχει κανένα ενδιαφέρον. Μήπως σε κάποιο βαθμό αυτό γίνεται εσκεμμένα; Γι’ αυτό και μόνο ίσως θα άξιζε να τους διαβάζει κανείς με πολλή προσοχή, να παρατηρεί τις λεπτομέρειες, να εντοπίζει τις ανακρίβειες και –γιατί όχι;– να διεκδικεί να γίνονται αυτοί οι όροι σαφέστεροι και να αντιστοιχούν σε υπηρεσίες υψηλότερου επίπεδου. Και το σχετικό link...
  5. Ένα εγκαταλελειμμένο και υιοθετημένο αγοράκι. Ένας «θείος» με απέραντη αγάπη για το παιδί που μεγάλωνε μαζί με τους αναγνώστες. Ατέλειωτες διαδρομές στα υπέροχα μονοπάτια της φύσης και της τέχνης. Μια χιουμοριστική ηθογραφία και ανατομία της αμερικανικής κοινωνίας από τον μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα. Όλα αυτά συνθέτουν το «Gasoline Alley», που συμπληρώνει έναν αιώνα ζωής. Εκπρόσωπος της δεύτερης γενιάς των Αμερικανών δημιουργών κόμικς, μετά τους πρωτοπόρους Richard Outcault (Yellow Kid), Winsor McCay (Little Nemo in Slumberland) και George Herriman (Krazy Kat), ο Frank King (1883–1969), με σπουδές στις Καλές Τέχνες, εργάστηκε κατά τα νεανικά του χρόνια σε εφημερίδες και περιοδικά του Σικάγου ως γελοιογράφος, εικονογράφος και δημιουργός κόμικς. Το ταλέντο του στο σχέδιο ήταν εμφανές και οι υπεύθυνοι της ιστορικής εφημερίδας «The Chicago Tribune» τού έδιναν όλο και μεγαλύτερο χώρο μετά το 1913. Κι αυτός ανταποκρίθηκε πάντα με επιτυχία. Στις 24 Νοεμβρίου του 1918, στις σελίδες του ενθέτου με κόμικς της εφημερίδας, δημοσιεύτηκε το πρώτο στριπ της σειράς «Gasoline Alley» με πρωταγωνιστή τον Walt, έναν ευτραφή καλόκαρδο νεαρό άνδρα να συνομιλεί με γείτονες και φίλους, στα μικρά σοκάκια ανάμεσα στις πολυκατοικίες και τα σπίτια, με βασικό θέμα τα αυτοκίνητα. Οι συζητήσεις αυτές αλλά και οι σύντομες ιστοριούλες γύρω από τη ζωή στην πόλη ήταν μικρά ηθογραφικά σχόλια για την κατάσταση στη χώρα, για τα προβλήματα της μικροαστικής και μεσοαστικής τάξης, για τη σχέση των δύο φύλων. Η σειρά έγινε πολύ σύντομα δημοφιλής. Αλλά ο King είχε ένα παράπονο. Διαβαζόταν μόνο από άνδρες. Επιδιώκοντας να διευρύνει το κοινό του, αποφάσισε να εισαγάγει στη σειρά ένα μωρό και σταδιακά μια γυναίκα στο πλευρό του Walt. Έτσι, το 1921, έκανε την εμφάνισή του ο μικρός Skeezix. Παρατημένος στην πόρτα του Walt, μέσα σε ένα βρεφικό καλαθάκι και κλαίγοντας γοερά, ανάγκασε τον Walt να ξυπνήσει και να αντικρίσει το πρόσωπο που μαζί του θα ανέπτυσσε μια από τις ομορφότερες και γλυκύτερες σχέσεις στην ιστορία των κόμικς. Παρά τις αμφιβολίες του για το αν ως εργένης θα καταφέρει να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις ενός μωρού, ο Walt κράτησε τον μικρό, τον υιοθέτησε και αφιέρωσε σε αυτόν τη ζωή του. Και ο μικρός του ανταπέδιδε την αγάπη με το παραπάνω. Το «Gasoline Alley» ήταν η πρώτη σειρά κόμικς της ιστορίας στην οποία οι χαρακτήρες μεγάλωναν σε σχεδόν πραγματικό χρόνο. Έτσι ο Skeezix από μωρό έγινε παιδί, πήγε στο σχολείο, πήγε στο στρατό, μεγάλωσε, παντρεύτηκε, έκανε τα δικά του παιδιά. Στο μεταξύ, ο Walt παντρεύτηκε κι αυτός και όπως όλοι οι χαρακτήρες συνέχισε να μεγαλώνει. Πάντα όμως διατηρούσε την καλοσύνη και την ευγένειά του και φρόντιζε να περνά όσο πιο πολύ χρόνο μπορούσε με τον Skeezix. Ο Frank King εγκατέλειψε τη σειρά το 1959, λόγω συνταξιοδότησης, και έκτοτε τη συνέχισαν οι Bill Perry (1951–1975), Dick Moores (1956–1986) και Jim Scancarelli (1986–σήμερα). Οι χαρακτήρες, έστω και με βραδύτερους ρυθμούς, εξακολουθούν να μεγαλώνουν και κάποιοι από αυτούς να πεθαίνουν. Αλλά η σχέση μεταξύ του «θείου» Walt και του Skeezix παραμένει δυνατή και μοναδική. Μια σχέση που σφυρηλατήθηκε στις ατέλειωτες βόλτες των δυο τους στη φύση, μέσα από συζητήσεις για την τέχνη και τη ζωή. Ιδιαίτερα στα κυριακάτικα, έγχρωμα, ολοσέλιδα, προπολεμικά κόμικς του King, αυτή η σχέση απογειώθηκε μέσα από τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του Walt και την παιδική αφέλεια του Skeezix, που συχνά τον προσγείωνε απότομα στην πεζότητα του πραγματικού κόσμου. Η εικαστική παιδεία του καλλιτέχνη και οραματιστή Frank King και η διάθεσή του να πειραματίζεται και να συνομιλεί με τα καλλιτεχνικά και τεχνοτροπικά ρεύματα της εποχής του έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του στιλ του και στις ατέλειωτες αναφορές του στις άλλες τέχνες, παρά τους περιορισμούς που αναπόφευκτα του έθετε η δημοσίευση σε εφημερίδες μαζικής κυκλοφορίας και απεύθυνσης στο ευρύ κοινό. Αυτό που θα ξεχωρίζει, όμως, για πάντα αυτή την τόσο ιδιαίτερη σειρά, είτε κατά την εποχή του King είτε των διαδόχων του, είναι η χαλυβδωμένη από τις δυσκολίες σχέση στοργής και απέραντης αφοσίωσης ανάμεσα σε έναν «πατέρα» και τον «θετό» του γιο. Σχέση που δεν σκιάστηκε ποτέ και από τίποτα. Και απ’ ό,τι φαίνεται θα συνεχίσει να είναι τέτοια, τουλάχιστον όσο ακόμα ζουν οι πρωταγωνιστές της, που, αν και βρίσκονται στην τρίτη (ή και τέταρτη) ηλικία, νιώθουν τον ίδιο σεβασμό και την ίδια ανιδιοτελή αγάπη ο ένας για τον άλλον. Τα τελευταία χρόνια, έχουν υπάρξει διάφορες εκδόσεις και επανεκδόσεις από την εκατονταετή ιστορία του «Gasoline Alley». Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η πολύτομη σειρά με τίτλο «Walt and Skeezix» των εκδόσεων Drawn and Quarterly, με υλικό από τα πρώτα χρόνια του στριπ, τόσο λόγω των εκτενών ιστορικών και βιογραφικών σημειωμάτων που περιλαμβάνει υπό την επιμέλεια των Jeet Heer και Chris Oliveros, όσο και λόγω της καταπληκτικής καλλιτεχνικής επιμέλειας του Chris Ware (The Acme Novelty Library). Και το σχετικό link...
  6. x for xepeta

    PROPERTY (THE) [ RUTU MODAN ]

    Μια ηλικιωμένη εβραία της σημερινής εποχής μαθαίνει ότι ίσως ένα ξενοδοχείο στην Πολωνία της ανήκει. Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου αναγκάστηκε να προδώσει τον έρωτά της για έναν νέο με το να μετακομίσει στην Παλαιστίνη. Σχέσεις και περιουσίες άλλαξαν χέρια. Ο αυστηρός πατέρας της δεν της επέτρεψε να δημιουργήσει δεσμό με έναν πολωνό. Τα χρόνια περνάνε και κάνει τη ζωή της. Μέσω αυτής της αναζήτησης των περιουσιακών της στοιχείων επιστρέφει στη χώρα που γεννήθηκε με την παρέα της εγγονής της. Χωρίς να το αναφέρει σε κανέναν, τη νοιάζει περισσότερο να δει ξανά τον παλιό της έρωτα, και να ξεκαθαρίσουν κάποια πράγματα μεταξύ τους. Κουβαλάει τόσες αναμνήσεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες και μυστικά που το βάρος τους είναι αβάσταχτο. Όλα αυτά γίνονται γιατί προσπαθεί να βάλει σε τάξη της ζωή της αφού τις μένουν λίγα χρόνια. Το σενάριο κυλά όμορφα. Λίγο αργά, και ίσως κάποιες σκηνές τις τραβάει για περισσότερες σελίδες. Μερικές κρατάνε μέχρι και 9-10 σελίδες. Χωρισμένο σε επτά κεφάλαια, όσες και οι μέρες που κρατάει αυτό το ταξίδι. Οι χαρακτήρες δείχνουν αληθινοί, εκτός αυτό το ταπεραμέντο της γιαγιάς που μου φαίνεται το λιγότερο καρικατούρα. Στο σκίτσο έχουμε μεσαία επίπεδα. Αφαιρετικό, ίσως κοντεύει λίγο τη δουλειά του Herge, χρησιμοποιεί ως βάση φωτογραφίες. Όλοι οι χαρακτήρες βασίστηκαν σε πραγματικούς ανθρώπους που ως μοντέλα έδωσαν μορφή στους διάφορους πρωταγωνιστές της ιστορίας. Άλλοτε το στήσιμο είναι ψυχρό και διεκπεραιωτικό, και άλλοτε δίνει πλούσιο συναίσθημα και κάνει τους χαρακτήρες ζωντανούς και αληθοφανείς. Στα χρώματα δίνει περισσότερο τόνους του καφέ, και αποφεύγει έντονες παλέτες. Το The Property είναι ένα κόμικ που ίσως δε θα διάβαζα, πολύ περισσότερο δε θα αγόραζα, αν δεν ερχόταν η δημιουργός Rutu Modan στην Ελλάδα. Η Πολωνία κατηγορήθηκε ως η δεύτερη χώρα μετά την Γερμανία που δε φέρθηκε καλά στους Εβραίους. Τους πούλησαν και τους εκμεταλλεύτηκαν όσο μπορούσαν οικονομικά, πράγμα που μου φαίνεται περίεργο. Αυτό επισημαίνεται στο κείμενο αρκετές φορές. Δεν έχω διαβάσει πολλά γι’ αυτό, και ίσως δεν είμαι και ο ειδικός, αλλά η αλήθεια είναι ότι μου κακοφάνηκε και στο Maus που ζωγραφίστηκαν οι Πολωνοί ως γουρούνια. Εκείνο που ξέρω είναι ότι στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η Πολωνία έγινε οικόπεδο και η ζωή τους έγινε εξίσου ασήμαντη για τους κατακτητές. Αυτό το κόμικ δεν είναι για μια ανάγνωση. Πολλά καρέ, στιγμές και εκφράσεις απαιτούν δεύτερη ανάγνωση ώστε να εκτιμηθεί καλύτερα. Η γνώση όλης της ιστορίας θα βοηθήσει στην κατανόηση πολλών πραγμάτων, όχι γιατί είναι δυσανάγνωστο αλλά γιατί αξίζει να ζήσεις αυτήν την ιστορία και εκ των υστέρων. Σελίδα της δημιουργού στο Wiki εδώ. Σελίδα του κόμικ από τον εκδοτικό οίκο εδώ.
  7. gigi3

    FIXER (THE) [ JOE SACCO ]

    The Fixer Σελιδες: 112 Συγγραφεας: Joe Sacco Paperback Edition Εκδτης: Vintage Κωδικός ISBN: 9780224073820 Αριθμός προϊόντος: 2000395293 Ενα εξαισιο κομικ, στο υφος του Palestine, ενος απο τα ωραιοτερα κομικ ολων των εποχων, απο ενα κορυφαιο σχεδιαστη, τον γνωστο σε ολους μας, Joe Sacco. Πολυ ωραια paperback εκδοση, στην - σχετικα - καλη τιμη των €17,50. Παραθετω το κειμενο του Μαρκου Θεοδωρακη απο το Comic Art για να μαθετε περισσοτερες πληροφοριες σχετικα με το βιβλιο: ''Το άλμπουμ εντάσσεται σε ένα πλαίσιο ιστοριών που λέγεται «Stories of Bosnia». Σε αυτή την ιστορία συναντάμε δημοσιογράφο να καταφτάνει στο Σαράγεβο. Όλοι μας γνωρίζουμε τον ρόλο πού έπαιξε η πόλη στο εμφύλιο δράμα της Γιουγκοσλαβίας. Εκεί γνωρίζει τον Neven. Ο συγκεκριμένος αυτός κύριος έχει πολλές πλευρές και κατά αυτό τον τρόπο αντιμετωπίζεται από τον δημιουργό. Έτσι έχουμε την «φιλική» πλευρά του Neven, την πολεμική του πλευρά (έχει υπάρξει ελεύθερος σκοπευτής) και φυσικά την επαγγελματική του. Μην ξεχνάμε ότι είναι αυτός που οδηγεί τους δημοσιογράφους στην περιήγηση τους σε μία εμπόλεμη χώρα όπου κάθε ώρα και στιγμή μπορεί να σου φυτέψει ένας ελεύθερος σκοπευτής μία σφαίρα. Ο «fixer» είναι αυτός που εξασφαλίζει ασφαλή μετακίνηση και κλείνει συμφωνίες για συνεντεύξεις κλπ, έναντι αμοιβής φυσικά. Στην συγκεκριμένη ιστορία λοιπόν εξετάζονται με τον γνωστό τρόπο του δημιουργού, μέσα από ιστορική έρευνα και προσωπικά βιώματα, από την μία η ζωή του δημοσιογράφου με τον Neven, αλλά και την ζωή ενός ολόκληρου τόπου και τις ανάσες μιας πόλης. Πόλης που πότε αναπνέει αγχωμένα και άλλοτε ήρεμα και νωχελικά. Συναντάμε από παλαίμαχους πολεμιστές, μέχρι και σημαντικές αρχηγικές προσωπικότητες από τον χώρο των παραστρατιωτικών οργανώσεων, που δραστηριοποιήθηκαν πολύ έντονα στον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Οι συγκεκριμένες δομές μάλιστα αποτελούν ένοπλους αυτόνομους πυρήνες, όπου οι αρχηγοί τους είναι ευρείας αποδοχής ή απλώς έχουν αυτό-ανακηρυχθεί ηγέτες. Αργότερα μάλιστα αυτοί οι αυτόνομοι πυρήνες ενσωματώνονται στον βασικό στρατιωτικό κορμό με απώτερο στόχο την αποπομπή των Σέρβων από τα περίχωρα του Σεράγεβο. Στο Fixer παρακολουθούμε από την μία την σχέση του δημοσιογράφου με τον Neven και από την άλλη την ιστορία του Neven ανεξάρτητα από τον δημοσιογράφο. Μέσα από τις διηγήσεις του fixer συναντάμε επίσης το στοιχείο της εμπλοκής της επίσημης κυβέρνησης με τις παραστρατιωτικές οργανώσεις, την χρηματοδότηση τους, την ανοχή της απέναντι στα εγκλήματα που πολλές φορές διεπράχθησαν. Ο Sacco καταφέρνει να κρατά ένα δημοσιογραφικό ύφος πάνω στην ροή της διήγησης. Με τον τρόπο όμως που σχεδιάζει σιγά – σιγά σε βάζει μέσα στην υπόθεση. Πλέον είναι στο μυαλό του αναγνώστη, αν θα παρακολουθήσει μία «δημοσιογραφική» ιστορία ή θα εμπλακεί συναισθηματικά με τις ιστορίες των πρωταγωνιστών αλλά και ενός ολόκληρου έθνους. Το σκίτσο με τις άψογες προοπτικές, η λεπτομέρεια στο σχέδιο, η ομιχλώδης ατμόσφαιρα των ξενοδοχειακών lobbies, η μοναξιά και η παρέα του αλκοόλ. Τα οικονομικά προβλήματα και η επιβίωση. Όλα αυτά παρελαύνουν από μπροστά μας σε 100+ σελίδες μία εξαιρετικής σε ποιότητα και καλαισθησία έκδοση. Χωρίς να είναι το αριστούργημα του δημιουργού, αποτελεί μία εξαιρετική πρόταση προς ανάγνωση.'' Ελπιζω η παρουσιαση μου να σας βοηθησε να απαντησετε στο μεγαλο διλημα ''Να το αγορασω, ή να μην το αγορασω, ιδου η απορια'', που παντα με προβληματιζει οταν εχω να κανω με ενα graphic novel. Σας ολους παρα πολυ. Αφιερωμα στον Joe Sacco στο GC Eργογραφια του στα ελληνικα
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.