Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Al Feldstein'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Η ιστορία των θρυλικών εκδόσεων EC Comics, όπως την αφηγείται στην «Κ» ο εμβριθέστερος μελετητής της Γκραντ Γκάισμαν. Στην Ελλάδα δεν είναι πολύ γνωστές. Ίσως οι πιο μερακλήδες να έχουν κρατήσει μερικά τεύχη της σειράς τρόμου «Ιστορίες από την κρύπτη» που κυκλοφόρησαν από τη Modern Times τη δεκαετία του ’90, ενώ κάποιοι μπορεί να απόλαυσαν μερικά αντίτυπα του σατιρικού περιοδικού MAD που είχαν δημοσιευθεί από τις εκδόσεις Σαμούχου μερικά χρόνια πριν. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ωστόσο, οι περίφημες εκδόσεις EC Comics είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο της Ένατης Τέχνης και της ποπ κουλτούρας, που μνημονεύεται από συγγραφείς όπως ο Στίβεν Κινγκ αλλά και από σκηνοθέτες όπως ο Τζορτζ Λούκας, ο Στίβεν Σπίλμπεργκ ή ο Τζορτζ Ρομέρο, ως βασική τους επιρροή. Η αξία τους οφείλεται πριν από όλα στους δημιουργούς που φιλοξενήθηκαν στις ανθολογίες τους: ο Γουάλας Γουντ, ο Τζακ Ντέιβις, ο Αλ Φέλντσταϊν, ο Χάρβεϊ Κούρτζμαν φυσικά, αλλά και οι Γκράχαμ Ίνγκελς και Φρανκ Φραζέτα, ήταν μερικά από τα ονόματα που σήμερα θεωρούνται θρύλοι. Ειδικά όμως ο Αλ Φέλντσταϊν και ο εκδότης των EC Comics Μπιλ Γκέινς είναι αυτοί που χάραξαν το ευρύτερο όραμα. Μέσα από ιστορίες τρομακτικές και αιματοβαμμένες, ιστορίες αλλόκοτης επιστημονικής φαντασίας αλλά και ανεπιτήδευτες απεικονίσεις του πολέμου και της αστικής εγκληματικότητας, σχεδιασμένες με έναν «οξύ ρεαλισμό» και με τα ζωηρά χρώματα της δεκαετίας του ’50, κατόρθωσαν να θίξουν θέματα ταμπού για την Αμερική: ο ρατσισμός, ο αντισημιτισμός, ο εθισμός στα ναρκωτικά και η αστυνομική διαφθορά, βρήκαν τον δάσκαλό τους στις σελίδες των EC Comics, τουλάχιστον μέχρι να μπουν στο κάδρο διάφοροι θεματοφύλακες της ηθικής. Την ιστορία των Entertaining Comics (που οι απαρχές εντοπίζονται στο 1933, στα πρώτα εκδοτικά εγχειρήματα του πατέρα του Μπιλ Γκέινς, Μαξ, και η οποία φτάνει ως το 1956), αφηγείται ένα πλούσιο λεύκωμα της Taschen που κυκλοφόρησε πριν από μερικούς μήνες υπογεγραμμένο από τον «ειδήμονα» Γκραντ Γκάισμαν. Συγγραφέας τεσσάρων βιβλίων για τα EC Comics και για το περιοδικό MAD, ο Γκάισμαν, κιθαρίστας της τζαζ και συνθέτης μουσικών θεμάτων για την τηλεόραση (μεταξύ των οποίων εκείνο της σειράς «Two and a Half Men»), εμπλούτισε τις 592 σελίδες του λευκώματος «The History of EC Comics» με πάνω από 1.000 πάνελ, εξώφυλλα, σχέδια και αυθεντικές εικονογραφήσεις. Πολλές προέρχονται από την προσωπική του συλλογή και από το αρχείο του Μπιλ Γκέινς, βλέποντας το φως της δημοσιότητας για πρώτη φορά. Όπως λέει ο Γκραντ Γκάισμαν στην «Κ», οι ιστορίες και τα σχέδια των EC Comics τού φάνηκαν από νωρίς υψηλότερου επιπέδου απ’ ότι του Σούπερμαν και του Μπάτμαν. Ίσως γιατί ο εκδότης Μπιλ Γκέινς και ο κομίστας Αλ Φέλντσταϊν δημιουργούσαν κόμικς που άρεσαν πρώτα στους ίδιους και στόχευαν σε μεγαλύτερες ηλικίες. Οι ιστορίες τρόμου, κυρίως η σειρά «Tales from the crypt», έφερναν τα περισσότερα έσοδα στην εταιρεία και έδιναν στους δύο συνεργάτες τη δυνατότητα να ασχοληθούν με τα κόμικς επιστημονικής φαντασίας (τις σειρές «Weird Science» και «Weird Fantasy»), για τα οποία ήταν ιδιαιτέρως περήφανοι. Ιστορίες εκδίκησης Ειδικά οι ιστορίες τρόμου, λέει ο Γκάισμαν, «ήταν κατά βάση ιστορίες εκδίκησης, στις οποίες κάποιος που είχε αδικηθεί επέστρεφε από τον τάφο σαν ένα αργοκίνητο πτώμα σε αποσύνθεση, επιδιώκοντας να ανταποδώσει το κακό σε όποιον τον είχε βλάψει. Επρόκειτο ουσιαστικά για μια ηθική στο στυλ του “οφθαλμόν αντί οφθαλμού” της Παλαιάς Διαθήκης, πράγμα ειρωνικό μιας και ο Μπιλ Γκέινς ήταν άθεος. Οι ιστορίες που δημιουργούσε μαζί με τον Φέλντσταϊν μπορούσαν μεν να γίνουν αποτρόπαιες, αλλά συνήθως γράφονταν μεταξύ σοβαρού και αστείου και οι δύο συνεργάτες τις θεωρούσαν ακίνδυνες φαντασίες. Ο Γκέινς τις είχε χαρακτηρίσει κάποτε ιστορίες “αρρωστημένου χιούμορ” και ήταν χαρούμενος που στη φαντασία του μπορούσε να γίνει όσο “αρρωστημένος” ήθελε, γιατί αν έβλεπε αληθινό αίμα λιποθυμούσε». Από την άλλη οι πολεμικές ιστορίες των EC Comics, που εκείνη την περίοδο αντλούσαν έμπνευση από τον πόλεμο της Κορέας, είχαν άλλη στόχευση. «Η απεικόνιση της φρίκης του πολέμου ήταν ο τομέας ειδίκευσης του σχεδιαστή και σεναριογράφου Χάρβεϊ Κούρτζμαν», λέει ο Γκραντ Γκάισμαν. «Εκείνος ξεκίνησε τα δύο πρώτα πολεμικά κόμικς της EC, τα “Two-Fisted Tales” και “Frontline Combat”, θέλοντας να δείξει τις αληθινές πτυχές του πολέμου και όχι μια ηρωική εκδοχή του όπως έκαναν τα πολεμικά κόμικς μέχρι τότε. Ο Κούρτζμαν έκανε σχολαστική έρευνα περνώντας ώρες σε βιβλιοθήκες, μιλώντας με βετεράνους, επαληθεύοντας ακόμα και την ακριβή αναπαράσταση του οπλισμού. Μια τόσο μεγάλη έρευνα απαιτούσε απίστευτο χρόνο. Ο Γκέινς και ο Φέλντσταϊν μπορούσαν να γράψουν μια ιστορία τρόμου σε μια ημέρα, αλλά η προετοιμασία των ιστοριών του Κούρτζμαν έπαιρνε εβδομάδες». Και αν όλα αυτά φαίνονται πια δεδομένα, το ειρωνικό είναι ότι οι εκδόσεις EC Comics τύπωσαν και μερικές από τις πρώτες ιστορίες της Ένατης Τέχνης που καταπιάνονταν με κοινωνικά ζητήματα της μεταπολεμικής Αμερικής. «Οι παραβολές πάνω σε θέματα ρατσισμού, μισαλλοδοξίας, αντισημιτισμού, εθισμού, αστυνομικής διαφθοράς και αυτοδικίας δεν είχαν προηγούμενο στα πρώιμα EC Comics και ουσιαστικά, ούτε και στα υπόλοιπα κόμικς», εξηγεί στην «Κ» ο Γκάισμαν. «Γράφονταν από τον Γκέινς και τον Φέλντσταϊν οι οποίοι μεταξύ τους τις ανέφεραν ως “κηρυγματάκια”, γιατί ήξεραν ότι κηρύσσουν κάποιο κοινωνικό μήνυμα. Πρωτοεμφανίστηκαν στις αστυνομικές σειρές “Crime SuspenStories” και “Shock SuspenStories”, καθώς και στις σειρές επιστημονικής φαντασίας “Weird Science” και “Weird Fantasy”. Ήταν πολύ αμφιλεγόμενες για την εποχή τους, ειδικά σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας. Μία τέτοια ιστορία με τίτλο “The Guilty!” από το “Shock SuspenStories” Νο. 3 του 1952, ήταν πιθανότατα η πρώτη ιστορία σε κόμικς που έθιγε το ζήτημα των προκαταλήψεων και της αστυνομικής βίας κατά των Αφροαμερικανών. Στην ιστορία, οι αστυνομικοί τσακώνουν έναν Αφροαμερικανό που θεωρούν ύποπτο για φόνο, προσπαθούν διά της βίας να τον κάνουν να ομολογήσει και τελικά τον αναγκάζουν να τρέξει, ώστε να τον πυροβολήσουν καθώς διαφεύγει. Μεταφέρουν το πτώμα του στο τμήμα, όπου διαπιστώνουν ότι ο αληθινός δολοφόνος είχε ομολογήσει και ότι εκείνοι είχαν σκοτώσει έναν αθώο». Η κόντρα με τον Κώδικα Δεοντολογίας και τα επίκαιρα «κηρυγματάκια» Από την πρώτη σχεδόν στιγμή κατά την οποία έκαναν την εμφάνισή τους τα αμερικανικά κόμικς βρήκαν απέναντί τους εχθρούς για προφανείς λόγους: όχι μόνο δεν συνιστούσαν λογοτεχνία, αλλά και αποθάρρυναν τα παιδιά από την ανάγνωση βιβλίων. Οι εικονογραφήσεις τους ήταν χαμηλής υποστάθμης και οι ιστορίες τους σκουπίδια που επηρέαζαν αρνητικά τη νεολαία. Σύμφωνα με τον Γκραντ Γκάισμαν, πολιτικοί, ψυχολόγοι, δάσκαλοι και άλλοι «υπερασπιστές των ηθών» έβαλλαν συχνά κατά των κόμικς. Μεταπολεμικά ήταν τόση η κατακραυγή, ειδικά εναντίον των αστυνομικών κόμικς και εκείνων με ιστορίες τρόμου, που το 1954 οι ίδιοι οι εκδότες δημιούργησαν τον Κώδικα Δεοντολογίας των Κόμικς (Comics Code Authority): είχε εθελοντικό χαρακτήρα, όμως όποιο έντυπο δεν έφερε τη σφραγίδα του μετά βίας έβρισκε μια θέση στα ράφια και τους πάγκους των πωλητών. Τα προβλήματα Ο εκδότης των EC Comics Μπιλ Γκέινς το διαπίστωσε με τον δύσκολο τρόπο. Θέλοντας να αποφύγει τις κωμικοτραγικές ρυθμίσεις του Κώδικα, εγκατέλειψε τα αστυνομικά και τις ιστορίες τρόμου και εγκαινίασε την πιο ρεαλιστική σειρά «New Direction», ενώ ανανέωσε και το τμήμα επιστημονικής φαντασίας των εκδόσεων. Ωστόσο τα προβλήματα συνεχίστηκαν και επηρέασαν τα οικονομικά της επιχείρησης. Grant Geissman Ο Γκραντ Γκάισμαν διηγείται: «Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της σύγκρουσης των EC Comics και του Κώδικα Δεοντολογίας ήταν η ιστορία “Judgement Day!” από το “Incredible Science Fiction” Νο. 33 του 1956. Βασιζόταν σε μια ιδέα του Γκέινς, το σενάριο ήταν του Αλ Φέλντσταϊν και είχε εικονογραφηθεί από τον Τζο Ορλάντο. Ήταν μια αλληγορία για τη φυλετική ισότητα με ένα επίχρισμα επιστημονικής φαντασίας. Ένας αστροναύτης από τη Γη φτάνει σε έναν “φυλετικά διαχωρισμένο” πλανήτη που κατοικείται από μπλε και πορτοκαλί ρομπότ, με σκοπό να ελέγξει αν αυτός έχει προοδεύσει αρκετά ώστε να ενταχθεί στη “Μεγάλη Διαγαλαξιακή Δημοκρατία της Γης”. Στο τέλος ο αστροναύτης λέει στους ηγέτες των ρομπότ ότι δεν έχουν εξελιχθεί αρκετά για κάτι τέτοιο, καθώς ο πλανήτης τους χαρακτηρίζεται ακόμα από προκαταλήψεις. Στο τελευταίο πάνελ ο αστροναύτης βγάζει το κράνος του αποκαλύπτοντας ότι είναι μαύρος, καθώς η “Διαγαλαξιακή Δημοκρατία” δεν είχε διαχωρισμούς. Ο Φέλντσταϊν είχε γράψει μέχρι και ένα επιλογικό κλείσιμο στο στυλ του Ρέι Μπράντμπερι: “ο άνδρας έβγαλε την κάσκα του, κούνησε το κεφάλι του και τα φώτα του διαστημοπλοίου έκαναν τις σταγόνες από ιδρώτα στο σκούρο δέρμα του να λαμπυρίσουν σαν μακρινά αστέρια”. Όμως ο επικεφαλής του Κώδικα Δεοντολογίας, ο δικαστής Τσαρλς Μέρφι, είπε στον Φέλντσταϊν ότι ο αστροναύτης δεν μπορούσε να είναι μαύρος. Κι εκείνος απάντησε “για όνομα του θεού, αυτό είναι όλο το νόημα της αναθεματισμένης ιστορίας!”. Γύρισε στο γραφείο και είπε στον Γκέινς: “Μπιλ, είναι απλώς αδύνατο. Μας σκοτώνουν. Είναι παράλογο, αβάσιμο και δεν έχει καμία σχέση με τον Κώδικα”. Ο Γκέινς κάλεσε τότε τον Μέρφι και χάλασε τον κόσμο, μέχρι που ο Μέρφι είπε “τότε πρέπει να βγάλετε τον ιδρώτα”. Ο Γκέινς του είπε “Fuck you!” κι έκλεισε το τηλέφωνο. Απείλησε ότι θα διοργανώσει συνέντευξη Τύπου για το συμβάν και δημοσίευσε την ιστορία. Εκείνο το τεύχος ήταν το τελευταίο που κυκλοφόρησε. Είχε τελειώσει με τον Κώδικα και με τα κόμικς». Στη συνέχεια ο Μπιλ Γκέινς στράφηκε στην έκδοση του σατιρικού περιοδικού MAD, το οποίο είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία. Χωρίς αυτό ίσως να μην είχαν αναδειχθεί δημιουργοί όπως ο Ρόμπερτ Κραμπ και ο Τέρι Γκίλιαμ των Monty Python, ή να μην είχαν υπάρξει εκπομπές όπως το «Saturday Night Live», ταινίες σαν το «Airplane!» και άλλες μορφές σάτιρας, πιστεύει ο Γκραντ Γκάισμαν. Είναι η κληρονομιά των EC Comics που έφτασε επιτυχώς στη σύγχρονη Αμερική. Γιατί στον νου του Γκάισμαν έρχονται και μερικά τεύχη που στηλιτεύουν την Κου Κλουξ Κλαν, αλλά και ιστορίες όπως εκείνη με τίτλο «Master Race», η πρώτη ιστορία για το Ολοκαύτωμα από τον χώρο των κόμικς: «δυστυχώς για την κοινωνία», καταλήγει ο Γκάισμαν, «όλα τα “κηρυγματάκια” των EC Comics εξακολουθούν να είναι επίκαιρα, ακόμα και 65 χρόνια μετά». Και το σχετικό link...
  2. Από το 1952 το περιοδικό MAD παρώδησε χωρίς φραγμούς κάθε κοινωνική, καλλιτεχνική και πολιτική αξία στις ΗΠΑ. Πριν από λίγες μέρες ανακοινώθηκε ότι σύντομα θα κλείσει. Η παράδοση που εγκαινίασε και υπηρέτησε πιστά και με συνέπεια δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Μεσούντος του μακαρθισμού και της απροκάλυπτης λογοκρισίας στις ΗΠΑ, λίγο μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και σε μια εποχή που ο κόσμος των κόμικς είχε αρχίσει να κατακλύζεται από μια νέα γενιά παράξενων πρωταγωνιστών με υπεράνθρωπες δυνάμεις και ευφάνταστα gadgets σε φανταστικές ιστορίες, εμφανίστηκε ένα περιοδικό διαφορετικό από οτιδήποτε είχε προηγηθεί. Το MAD με τον θρυλικό Harvey Kurtzman (1924-1993) στο τιμόνι και με εκδότη τον William Gaines (1922-1992), ιδιοκτήτη της εταιρείας EC, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1952 και άλλαξε για πάντα την ιστορία των κόμικς. Ο Gaines μέχρι τότε ειδικευόταν στην έκδοση κόμικς με βασική θεματολογία τον τρόμο, ενώ ο Kurtzman είχε δείξει το σπάνιο ταλέντο του στις αντιπολεμικές σειρές «Two-Fisted Tales» και «Frontline Combat». Με το MAD όμως εγκαινίασαν ένα νέο και ρηξικέλευθο στιλ που, προϊόντος του χρόνου, εξελίχθηκε σε ολόκληρο είδος: αυτό της ανελέητης παρωδίας και του καυστικού χιούμορ απέναντι στη μαζική κουλτούρα, τις χολιγουντιανές ταινίες, τους σελέμπριτις, τις διαφημίσεις, την τηλεόραση, τους πολιτικούς, ακόμα και τα υπόλοιπα κόμικς. Το MAD από το πρώτο κιόλας τεύχος του έδειξε τους στόχους του ξεκάθαρα: περιείχε τέσσερις ιστορίες που παρωδούσαν η καθεμιά ένα από τα κυρίαρχα, ως τότε, είδη στα κόμικς (τρόμος, επιστημονική φαντασία, αστυνομικό, γουέστερν). Αριστερά, το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους (1952). Δεξιά, το πρώτο «fake» τέλος του MAD, 60 χρόνια πριν από το πραγματικό. Ο Kurtzman ήταν υπεύθυνος για το σύνολο σχεδόν των σεναρίων ενώ οι πρώτοι σχεδιαστές με τους οποίους συνεργάστηκε ήταν οι Wally Wood, Will Elder, John Severin και Jack Davis. Η επιτυχία ήταν μεγάλη και το MAD σύντομα επέκτεινε το πεδίο των παρωδούμενων «πρώτων υλών». Σύντομα επίσης σχεδόν το σύνολο της ύλης του περιοδικού ήταν μια παρωδία σε βαθμό που ο αναγνώστης δυσκολευόταν να καταλάβει ακόμα και αν οι διαφημίσεις που δημοσιεύονταν, οι ειδήσεις και οι συνεντεύξεις, η στήλη της αλληλογραφίας και τα μηνύματα των εκδοτών προς τους αναγνώστες ήταν αληθινά ή ψεύτικα. Στο τέταρτο τεύχος παρωδήθηκε ο Σούπερμαν («Superduperman»), στο έκτο ο Κινγκ Κονγκ («Ping Pong»), στο όγδοο ο Μπάτμαν κ.ο.κ. Αριστερά, το MAD σε μια επίδειξη πρόκλησης και σαρκασμού. Δεξιά, ο Alfred Neuman, μασκότ του περιοδικού για 60 και πλέον χρόνια, στρατολογεί για το MAD την περίοδο του πολέμου του Βιετνάμ. Ακολούθησαν οι πλαστές ειδήσεις σε άλλες γλώσσες, με πρώτη μάλιστα την ελληνική, σε κάποιο ακατάληπτο κείμενο συρραφής ειδήσεων από εφημερίδα της ελληνικής ομογένειας στις ΗΠΑ, οι παρωδίες κλασικών λογοτεχνικών έργων (από τα πρώτα ήταν το «Νησί των Θησαυρών» και το «Κοράκι») και μεγάλων μπλοκμπάστερ αλλά και η σάτιρα των διαφημίσεων της εποχής που υπόσχονταν στους καταναλωτές-μέλη των αμερικανικών πυρηνικών οικογενειών μια υπέροχη ζωή μέσω της αγοράς έξυπνων ηλεκτρικών συσκευών και μηχανών κουρέματος του γκαζόν. Στο ενδέκατο τεύχος ο Kurtzman προχώρησε ακόμα ένα βήμα εγκαινιάζοντας μια νέα σειρά, στην οποία η ίδια ιστορία δημοσιευόταν δύο φορές στο ίδιο τεύχος με πανομοιότυπα σχέδια, αλλά διαφορετικά σενάρια: το πρώτο ήταν το συμβατικό, όπως δηλαδή θα μπορούσε να δημοσιευτεί σε κάποιο «καθωσπρέπει» έντυπο και το δεύτερο ήταν το ανατρεπτικό, όπως μόνο στο MAD θα μπορούσε να υπάρξει. Το δωδέκατο τεύχος, με αρκετές δόσεις αυτοσαρκασμού, δεν είχε κανένα σκίτσο στο εξώφυλλό του και ενημέρωνε τους αναγνώστες ότι μπορούν άφοβα να το κρατάνε σε δημόσιο χώρο χωρίς να ντρέπονται επειδή διαβάζουν κόμικς, ενώ το δέκατο τρίτο είχε ένα σχεδόν αποκλειστικά μονόχρωμο κόκκινο εξώφυλλο με μια μικρή λεζάντα στο πάνω μέρος ως αντίδραση στον γιγαντισμό των τίτλων και τις υπερβολές άλλων περιοδικών. Ακολούθησαν τα έργα τέχνης, με πρώτη τη Μόνα Λίζα που παρουσιάστηκε στο εξώφυλλο να κρατά ένα τεύχος του MAD, ενώ στο εικοστό πρώτο τεύχος το εξώφυλλο ήταν ολόκληρο μια παρωδία διαφημίσεων όπλων μεταξύ των οποίων οπλοπολυβόλα, περίστροφα, πύραυλοι, βόμβες, ανθρωποφάγοι κροκόδειλοι και θηριώδεις ελέφαντες που είχαν μάλιστα και τιμή. Έτσι πορεύτηκε το MAD μέχρι το εικοστό τρίτο τεύχος του το 1955, αλλά από το εικοστό τέταρτο άλλαξε μορφή και εμπλούτισε το περιεχόμενό του, διατηρώντας όμως την παρωδία ως το βασικό συστατικό του. Ένας από τους λόγους της αλλαγής ήταν και η αποφυγή των υποχρεώσεων που απέρρεαν από τη θέσπιση των λογοκριτικών κανόνων της Comics Code Authority που ήδη είχαν αρχίσει να εφαρμόζονται λίγο νωρίτερα. Ο Kurtzman έμεινε για ακόμα έναν χρόνο στη διεύθυνση του περιοδικού και παραιτήθηκε το 1956. Από τότε τη διεύθυνση ανέλαβε ο Al Feldstein ως το 1984, o Nick Meglin ως το 2004, ο John Ficarra ώς το 2017 και τα τελευταία δύο χρόνια ο Bill Morrison. Όλα αυτά τα χρόνια το MAD ακολούθησε τη συνταγή του Kurtzman σατιρίζοντας σκληρά κάθε κατεστημένη κοινωνική, καλλιτεχνική και πολιτική αξία, χωρίς ταμπού και χωρίς φόβο. Ιδιαίτερα στο πολιτικό σκέλος η κριτική του ήταν απολαυστική με στόχο κάθε πρόεδρο των ΗΠΑ, περισσότερο όμως τους πιο πρόσφορους για πολιτική σάτιρα και «ευάλωτους» όπως ο Ρίτσαρντ Νίξον, ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος και φυσικά ο Ντόναλντ Τραμπ. Με συνεργάτες ορισμένους από τους καλύτερους και πιο καυστικούς δημιουργούς κόμικς, όπως οι Sergio Aragones, Al Jaffee, Don Martin, Peter Kuper, Antonio Prohias, Dave Berg κ.ά., η κριτική του MAD, όσο σκληρή κι αν γινόταν, έβρισκε πάντα ευήκοα ώτα και αναγνωστικό κοινό. Οι πωλήσεις όμως σταδιακά έπεφταν. Το περιοδικό, που κάποτε ξεπερνούσε τα 2 εκατομμύρια αντίτυπα τον μήνα, έφτασε να πουλά λιγότερα από 150 χιλιάδες τεύχη. Οι υπεύθυνοί του, μετά από 67 ολόκληρα χρόνια, ανακοίνωσαν πριν από λίγες ημέρες το κλείσιμο του MAD. Το περιοδικό θα συνεχίσει να εκδίδεται για κάποιο διάστημα δημοσιεύοντας όμως μόνο προδημοσιευμένο υλικό από τη μεγάλη ιστορία του, ενώ θα κυκλοφορούν και κάποιοι ετήσιοι τόμοι, χωρίς σταθερή περιοδικότητα, με νέο υλικό πάνω σε συγκεκριμένα θέματα. Η απώλεια είναι μεγάλη, περισσότερο γιατί το MAD αποτελούσε πλέον ένα σύμβολο της ιστορίας των κόμικς και μια σταθερή αξία που βρισκόταν πάντα στην πρώτη γραμμή του χιούμορ και του πολιτικού σχολιασμού και όχι τόσο για την πρωτοτυπία του και την ευρηματικότητά του. Οι ανατρεπτικές ιδέες των εμπνευστών και ιδρυτών του και ειδικά η παρωδιακού τύπου σάτιρα και η εσκεμμένη πρόκληση σύγχυσης στους αναγνώστες μέσω επιτηδευμένα παραπλανητικών δημοσιευμάτων έχουν πλέον διαχυθεί στον χιουμοριστικό Τύπο σε τέτοιο βαθμό που θεωρούνται από πολλούς ήδη ξεπερασμένες καλλιτεχνικές μέθοδοι. Σε κάθε περίπτωση το κενό του MAD είναι δυσαναπλήρωτο, αλλά οι «διδαχές» του Kurtzman και του Gaines είναι πια τόσο διαδεδομένες που καθιστούν το «πείραμα» του 1952 απολύτως επιτυχημένο. Δυστυχώς και περαιωμένο. Και το σχετικό link...
  3. Ένα ακόμα άρθρο για το αρχείο: «Αν ήσουν παιδί στα χρόνια του ’50 και έβλεπες εφιάλτες εξαιτίας των κόμικς τρόμου, ρίξε το φταίξιμο στον Al Feldstein. Αν ήσουν παιδί το ’60 ή το ’70 και γέλαγες με το σκανταλιάρικο πνεύμα του περιοδικού Mad, πρέπει να ευχαριστείς τον Feldstein. Και αν είσαι παιδί σήμερα, έχεις κληρονομήσει το γούστο -ή την έλλειψη γούστου- που εκείνος καλλιέργησε». Με αυτά τα λόγια αποχαιρέτησε το περιοδικό Time έναν μεγάλο αμερικανό δημιουργό των κόμικς, που πέθανε τον περασμένο μήνα. Ο Al Feldstein (1925-2014) υπήρξε σεναριογράφος και σχεδιαστής, γνωστός από τη δουλειά του στις εκδόσεις φρίκης και τρόμου της EC Comics (Tales from the Crypt, Vault of Horror, Weird Fantasy, Panic κ.ά.), καθώς και για τη διεύθυνση, αργότερα, του σατιρικού περιοδικού Mad. Ο Feldstein ανέλαβε τις τύχες του περιοδικού το 1956, όταν αποχώρησε ο ιδρυτής του, Harvey Kurtzman. Παρέμεινε σε αυτό το πόστο τα επόμενα 28 χρόνια, μέχρι τη συνταξιοδότησή του, αναδεικνύοντας το Mad σε πρωταθλητή με κυκλοφορίες που άγγιξαν τα 3 εκ. τεύχη μηνιαίως. Η ανάληψη καθηκόντων του δαιμόνιου διευθυντή σήμανε την είσοδο μιας νέας ομάδας σεναριογράφων και σχεδιαστών στην έκδοση. Ηταν ο Don Martin, «ο πιο τρελός από τους τρελούς καλλιτέχνες του Mad» σύμφωνα με το σλόγκαν του. Ο Mort Drucker με τις θεότρελες παρωδίες γνωστών ταινιών και ο Angelo Torres με τα ανάλογα κόμικς για τηλεοπτικές σειρές. Το λάτιν στοιχείο εκπροσωπούσαν ο Κουβανός Antonio Prohias («Spy vs. Spy» με τις διαρκείς συγκρούσεις, μέχρι τελικής εξόντωσης, δύο αντίπαλων κατασκόπων) και ο Ισπανο-Μεξικανός Sergio Aragones με την παλαβή ματιά, στη σειρά «A Mad look at…». Tο καστ της ομάδας συμπλήρωσε ο Dave Berg με το ανάλαφρο (και υποδόρια σαρκαστικό) χιούμορ της σειράς «"The Lighter Side”. Εκτός από ιδανικός κόουτς, ο Al Feldstein αποδείχθηκε και ευρηματικός νονός. Εκείνος έδωσε το όνομα στη φιγούρα που έγινε, έκτοτε, μασκότ και τακτικός θαμώνας στα εξώφυλλα του Mad. Ο λόγος για τον -διάσημο πλέον- Αλφρεντ Ε. Νιούμαν: το πειραχτήρι με τα πεταχτά αυτιά, το μπροστινό δόντι που λείπει και το ένα μάτι λίγο πιο χαμηλά από το άλλο. Επί των ημερών του Feldstein τα γραφεία του περιοδικού μετακόμισαν στη (σημειολογικά… ταυτόσημη) Madison Avenue. Επίσης, καθιερώθηκαν (με χρήματα του εκδότη William M. Gaines) οι διακοπές της ομάδας του Mad σε διάφορες χώρες, για αναψυχή και δημιουργικό brain storming. Ανάμεσα στα μέρη που επισκέφθηκαν και… ξεσάλωσαν (Κένυα, Ιαπωνία, Ταϊλάνδη, Ρωσία κ.ά.) συμπεριέλαβαν και την Ελλάδα. Η διαμονή τους στην Αθήνα, καλοκαίρι του 1969 και μεσούσης της χούντας, πέρασε απαρατήρητη. Εσπειραν, όμως, τον καρπό τους. Δέκα χρόνια αργότερα θα κυκλοφορούσε η πρώτη έκδοση του Mad στα ελληνικά, από τον Σαμούχο, και το 1996 θα επανερχόταν στα περίπτερα από την Delta Graph. Πηγή
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.