Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'ποταμος'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Η Εστέρ είναι ο πιο σάρκινος παιδικός χαρακτήρας που γνωρίσαμε μετά τον μικρό Νικόλα Διαβάσαμε το βιβλίο «Τα ημερολόγια της Εστέρ» Ως αμετανόητη αναγνώστρια παιδικής κι εφηβικής λογοτεχνίας, έχω την εντύπωση πως δεν υπάρχουν πιο συναρπαστικά βιβλία από αυτά που απευθύνονται σε νέους αλλά και σε λιγότερο νέους αναγνώστες, αδιακρίτως. Χρειάζεται τέχνη αμφίπλευρη βέβαια, μιας και ο συγγραφέας θα πρέπει να λειτουργήσει ως τεχνίτης ικανός να διαπεράσει τα ηλικιακά στερεότυπα αλλά κι ο (ενήλικος) αναγνώστης να μην έχει απωλέσει τη δεκτικότητα σε ό,τι μπορεί να τον κάνει να ξαναδεί τη ζωή με μάτια που εκπλήσσονται. Ο Ριαντ Σατούφ, δυο φορές βραβευμένος με βραβείο Fauve d’Or στην Ανγκουλέμ, με περισσότερα από 20 βιβλία στο ενεργητικό του, καταξιωμένος σχεδιαστής κόμικς και συγγραφέας graphic novel, έγραψε τα «Ημερολόγια της Εστέρ» εμπνεόμενος από την καθημερινότητα ενός υπαρκτού κοριτσιού. Η δεκάχρονη Εστέρ είναι ένας χαρακτήρας που θα μπορούσε να είναι η καλύτερή σου φίλη. Μέσα από την καθημερινότητα 52 επεισοδίων, σε καλεί να δεις τον κόσμο από την πλευρά της, ανατρέποντας όλα τα κλισέ που πιστεύεις για την παιδική αθωότητα. Γιατί η Εστέρ μεγαλώνει με τον ρυθμό και την ένταση που καθορίζει η γενιά της. Λατρεύει τον, αψεγάδιαστο φυσικά, μπαμπά της, βρίσκεται σε μόνιμη κόντρα με τον έφηβο αδελφό της, κάνει κριτική στη μαμά της, αντιπαθεί τη δασκάλα της, ερωτεύεται έναν συμμαθητή της αλλά και τσακώνεται με τα αγόρια (που «είναι όλα βλαμμένα»), επιθυμεί διακαώς ένα kidsectets, παρακολουθεί μαγεμένη nrjhit music only, μα και γοητεύεται από τον παλιό εκείνο τροβαδούρο που γνωρίζει μέσα από τα βινύλια της γιαγιάς της. Η Εστέρ είναι ο πιο σάρκινος παιδικός χαρακτήρας που γνωρίσαμε μετά τον μικρό Νικόλα και οι Γάλλοι δεν άφησαν να περάσει απαρατήρητη αυτή η ομοιότητα. Άλλωστε και οι δυο γεννήθηκαν μέσα από τον περιοδικό Τύπο (οι περιπέτειες της Εστέρ δημοσιεύτηκαν αρχικά στο Nouvel Observateur) και μάλιστα οι συμπατριώτες τους πιστεύουν ότι και στο μέλλον ακόμα οι κοινωνιολόγοι θα ασχολούνται με το «φαινόμενο Εστέρ». Το κορίτσι μας πηγαίνει σε ιδιωτικό σχολείο, γιατί ο μπαμπάς της θεωρεί επικίνδυνο το δημόσιο, όμως το περιβάλλον εκεί κάθε άλλο παρά αποστειρωμένο είναι. Η Εστέρ έρχεται σε επαφή με όλα όσα απασχολούν τα παιδιά του δημοτικού σε οποιοδήποτε σχολείο, σε μια κοινωνία πολυφυλετική που κλυδωνίζεται από τις συνέπειες της κρίσης: βία (τόσο ανάμεσα στα παιδιά όσο και έξω από τον μικρόκοσμό τους, μιας και ένα επεισόδιο αναφέρεται στα γεγονότα του Charlie Hebdo), φτώχεια, ρατσισμός, εθνικιστικές εξάρσεις. Η δεκάχρονη Εστέρ ονειροπολεί καθώς φαντάζεται τον μελλοντικό εαυτό της φτιαγμένο με όλα τα υλικά των τηλεοπτικών ριάλιτι, αναρωτιέται τι είναι το γιουπόρν, φαντάζεται πως επιτέλους αποκτά το πολυπόθητο Iphone που της απαγορεύουν οι γονείς της, ανακαλύπτει τα κορίτσια που πήραν «τον κακό δρόμο», αλλά και έναν καινούργιο κόσμο στην κατασκήνωση, έναν κόσμο που τη μαγεύει και την προετοιμάζει για την εφηβεία. Ο φυσικός, ανεπιτήδευτος τρόπος που μιλά η μικρή ηρωίδα είναι ένα από τα εντυπωσιακά στοιχεία του βιβλίου, μιας και ο συγγραφέας δούλεψε με μια γλώσσα σύγχρονη, πειστική και κάθε άλλο παρά πολιτικά ορθή. Η υπέροχη μετάφραση της Αριάδνης Λουκάκου μεταφέρει όχι απλώς πιστά, αλλά ευφάνταστα το πνεύμα του πρωτότυπου. Ένα βιβλίο, αληθινό δώρο, όχι μόνο για παιδιά, ανίψια, μαθητές αλλά και (ίσως κυρίως) για φίλους, καθώς στεκόμαστε αμήχανοι ανάμεσα σε αυτό που γνωρίζουμε έχοντας μεγαλώσει στην εποχή της αφθονίας και των εύκολων απαντήσεων και σε αυτό που συμβαίνει σήμερα, έχοντας σαρώσει όλες μας τις βεβαιότητες. Κι όπως λέει η ίδια η Εστέρ, «...παλιά είχα πάψει να πιστεύω στον Άι-Βασίλη. Είχα δει πολλά περίεργα πράγματα... μέχρι τη στιμή που βρήκα ένα απίστευτο δώρο, που δεν είχα παραγγείλει αλλά που το ήθελα. Απίστευτο κι όμως αληθινό: κανείς δεν το είχε αγοράσει! Ήταν απλώς εδώ! Από τότε ξαναπιστεύω στον Άι-Βασίλη». Ριαντ Σατούφ – Τα ημερολόγια της Εστέρ, Ιστορίες από τη ζωή της Εστέρ, ετών 10 – μτφ Αριάδνη Λουκάκου – εκδ. Ποταμός Πηγή
  2. H μικρή Εστέρ σαρκάζει την κοινωνία μας με κέφι (της Ελένης Σβορώνου) της Ελένης Σβορώνου Ως νέο Μικρό Νικόλα έχουν υποδεχτεί οι Γάλλοι την Εστέρ, τη δεκάχρονη ηρωίδα της νέας σειράς graphic novel του Ριάντ Σατούφ. «Γεννημένη» στις σελίδες του περιοδικού Τύπου, όπως ακριβώς και ο Μικρός Νικόλας, η Εστέρ βγήκε σε βιβλίο το 2016 και γοήτευσε το γαλλικό κοινό. Το βιβλίο απαρτίζεται από τις περιπέτειες της ηρωίδας όπως ακριβώς δημοσιεύτηκαν στο Nouvel Observateur. Συνολικά παρατίθενται 52 επεισόδια με κάθε ένα από αυτά να καταλαμβάνει μία ακριβώς σελίδα του βιβλίου. Στη Γαλλία αυτή την εποχή κυκλοφορεί ήδη ο τρίτος τόμος (σε 100.000 αντίτυπα!). Στην Ελλάδα οι εκδόσεις Ποταμός μας σύστησαν την Εστέρ πέρυσι μεταφράζοντας τον πρώτο τόμο. H Εστέρ σε κερδίζει αμέσως. Πανέξυπνη σχολιάζει και σαρκάζει με παιδική όμως αφέλεια τα πάντα: την οικογένεια, την εκπαίδευση, την πολιτική ορθότητα που καταλήγει γελοία, τον ρατσισμό, την ποπ κουλτούρα, αλλά και τη δική της γενιά. Την εμμονή της με τις οθόνες (όνειρο της Εστέρ είναι να αποκτήσει iPhone αλλά οι δικοί της αρνούνται να της αγοράσουν πριν πάει στο γυμνάσιο), τις μόδες που ακολουθεί κατά γράμμα, την ανύπαρκτη σχέση της με τη φύση, τις στερεοτυπικές εκφράσεις της, την αγάπη των αγοριών για ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου και χίλια δυο άλλα. Πάνω απ’ όλα όμως η Εστέρ είναι παιδί, για την ακρίβεια βρίσκεται στο τέλος της παιδικής ηλικίας και στο κατώφλι της εφηβείας. Η φωνή της είναι μεν δανεική από τον δημιουργό της, εκείνος βέβαια είναι αυτός που καυτηριάζει τα τρωτά της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας, αλλά η Εστέρ παραμένει παιδί. Ο Σατούφ ξέρει καλά να το κάνει αυτό μια και στο βραβευμένο αυτοβιογραφικό graphic novel του L’ Arabe du Futur πάλι ένα παιδί είναι ο βασικός ήρωας. Η ματιά του Σατούφ στην παιδική ηλικία είναι τρυφερή. Η Εστέρ λατρεύει (ακόμη) τον πατέρα της. Τον θεωρεί τον πιο δυνατό και ικανό άντρα του κόσμου. Έχει άχτι τον αδερφό της, που τον στολίζει με ένα σωρό κοσμητικά, απολαμβάνει τα κοριτσίστικα παιχνίδια με τις φίλες της, βλέπει τα αγόρια ως κατώτερο είδος (ο πατέρας της βέβαια είναι εξαίρεση) αλλά κατασυγκινείται με κάτι παλιά ερωτικά τραγούδια που ακούει στης γιαγιάς της! Μοιράζεται χαρές και λύπες με τις φίλες της αλλά δε διστάζει να πουλήσει την κολλητή της όταν γνωρίζει μια πιο ενδιαφέρουσα παρέα στην κατασκήνωση. Δε βγαίνει πάντα νικήτρια. Κάποιες φορές την πατάει. Θαυμάζει τα είδωλα της ποπ μουσικής, χτενίζεται και ντύνεται μιμούμενη τα είδωλά της, αλλά δεν χάνει ποτέ τον αυθορμητισμό του παιδιού. Είναι ένας ολοκληρωμένος, τρισδιάστατος χαρακτήρας με τον οποίο κάθε παιδί μπορεί να ταυτιστεί. Οι μεγάλοι θα θυμηθούν την παιδική τους ηλικία αλλά κυρίως θα απολαύσουν την κοινωνική κριτική. Όπως έκαναν οι μεγάλοι την εποχή που άκουγαν Λιλιπούπολη στο Τρίτο. Η γαλλική (αλλά και η ευρωπαϊκή γενικότερα) κοινωνία στο στόχαστρο λοιπόν. Αγαπημένο θέμα η σχέση με τον ξένο. Ο Σατούφ μιλάει εκ πείρας αλλά όχι τόσο για να διδάξει την αποδοχή του ξένου, άλλωστε τι κομίστας θα ήταν αν ήταν διδακτικός, αλλά για να αναδείξει τις υπερβολές του άλλου άκρου, της πολιτικά ορθής ματιάς. Σε ένα επεισόδιο ο αδερφός της Εστέρ ταράζει τους γονείς του στις ερωτήσεις για την καταγωγή τους. Αναζητά επιμόνως μια ξενική καταγωγή. «Μπα, από το Παρίσι είμαστε όλοι», λέει αδιάφορα η μαμά. Για να προκαλέσει βαθιά απογοήτευση στον γιο της. Γιατί στο σχολείο είναι μόδα να είσαι ξένος. Οι καλύτεροι, οι ωραιότεροι, οι γρηγορότεροι, οι κουλ είναι ξένοι. Πραγματική ταπείνωση να είσαι σκέτος Γάλλος χωρίς ολίγο από κάτι άλλο! Το σχολείο είναι για κλάματα. Η δασκάλα της Εστέρ είναι πανάσχημη. Και όπως λέει η ίδια με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «μια άσχημη δασκάλα δεν μπορεί να σε κάνει να ονειρεύεσαι». Η Ιστορία διδάσκεται με τον πιο στερεοτυπικό τρόπο. Η Εστέρ ακούει το μάθημα για την Ζαν Ντ’ Αρκ, αυτή με το απαίσιο χτένισμα που άκουσε φωνές από το υπερπέραν και έκανε όλους τους άντρες της Γαλλίας να την υπακούνε (ναι σιγά!) και τελικά κάηκε στην πυρά γιατί όλοι στράφηκαν εναντίον της. Τόσο πειστική και ενδιαφέρουσα ακούγεται η Ιστορία στα παιδιά! Κι εκεί που το μάθημα Ιστορίας για τον εκατονταετή πόλεμο βαίνει προς το τέλος του, μια συμμαθήτρια της Εστέρ πετάγεται για να ρωτήσει τη δασκάλα αν υπήρχαν τότε Εβραίοι και Άραβες στη Γαλλία. Γιατί αν υπήρχαν, γιατί δεν αναφέρονται; Μήπως γιατί είναι ρατσιστική η χώρα κλπ; Αλλά η δασκάλα αλλάζει την κουβέντα και η Εστέρ σχολιάζει: «Ορίστε γιατί δε μου αρέσει το σχολείο. Δε μιλάμε ποτέ για τα πραγματικά ενδιαφέροντα πράγματα». Δε λείπουν και οι τραγικές στιγμές της ζωής ενός παιδιού, όπως ο θάνατος του πατέρα μιας φίλης της Εστέρ ή ένα δύσκολο διαζύγιο που προκαλεί φοβίες σε άλλη φίλη της ηρωίδας. Αλλά ακόμη και σε αυτές τις καταστάσεις υπάρχει μια λυτρωτική κωμική πλευρά. Οι μεγάλοι συχνά είναι αμήχανοι έως γελοίοι μπροστά στη δυστυχία ενός παιδιού. Οπότε προκαλούν γέλιο. «Πω ρε φίλε!», που θα έλεγε και η φίλη της Εστέρ, αυτός ο Σατούφ έχει υπέροχο ανατρεπτικό χιούμορ που ανατέμνει την κοινωνία και θέτει σε αμφισβήτηση τις βεβαιότητές σου. Οι περιπέτειες της Εστέρ διαβάζονται με μια ανάσα, με ένα διαρκές χαμόγελο στο πρόσωπο. Το πενάκι του Σατούφ τιμά την παράδοση των μεγάλων Γάλλων δημιουργών του είδους, κι ο νους βέβαια πάει στον Γκοσινί. Αλλά ο Σατούφ έχει το δικό του ύφος. Ασπρόμαυρο αδρό σκίτσο, με ένα ή δυο χρώματα το πολύ σε κάθε ιστορία, κάνει το καρέ να φέρνει σε επιζωγραφισμένη φωτογραφία εποχής ή σε παλιά γελοιογραφία, της εποχής του Φαντάζιο και του Ρομάντζο. Κατά τα άλλα τίποτα ρετρό ή νοσταλγικό δεν υπάρχει. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το πλήθος στοιχείων που χωράει σε ένα καρέ, με αποτέλεσμα το αναγνωστικό κοινό της μέσης ηλικίας να χρειάζεται οπωσδήποτε τα γυαλιά πρεσβυωπίας. Θα τα φορέσει όμως ευχαρίστως γιατί δε θα θελήσει να χάσει καμία λεπτομέρεια, όπως εκείνα τα τοξάκια με σχόλια κάτω από τη φιγούρα της Beyonce: «Ξανθιά»+ «Μαύρη» + «Πολύ πλούσια» + «Πολύ ευλύγιστη» + «Πολύ χοντρή» = «Τέλεια». Ή τα σχόλια στη φανταστική φωτογραφία από το μέλλον που ονειρεύεται η Εστέρ. Είναι παντρεμένη με έναν κούκλο της ποπ σκηνής και έχουν τρία παιδιά που έχουν όλα από ένα iPhone. Για να μην αναγκαστούν να ζήσουν την τραγική παιδική ηλικία που είχε η μητέρα τους χωρίς iPhone! Μακάρι να γεννηθεί και καμία ελληνίδα Εστέρ αλλά όχι μιμούμενη το πρότυπό της. Η χιουμοριστική και συνάμα διεισδυτική και ανατρεπτική ματιά στην ελληνική κοινωνία μέσα από τα μάτια ενός παιδιού θα ήταν ενδιαφέρουσα αλλαγή στην λογοτεχνική μας παραγωγή. Σύγχρονα κόμικς και graphic novel ελληνικής κοπής που να απευθύνονται σε παιδιά είναι λιγοστά. Ο αυτοσαρκασμός δεν μας αρέσει. Ιδίως αυτός ο αυτοσαρκασμός που να γίνεται αντιληπτός σε διαφορετικά επίπεδα τόσο από τα παιδιά όσο και από τους ενήλικες. Μεγάλη τέχνη. Δε μας λείπει το χιούμορ ούτε η δεξιότητα του κομίστα. Λείπει η λοξή ματιά στα καθ’ ημάς. Ο Ριαντ Σατούφ είναι από τους πιο δυναμικούς σύγχρονους κομίστες. Γεννημένος το 1978 από Σύρο πατέρα και Γαλλίδα μητέρα, έζησε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Λιβύης, Συρίας και Βρετάνης. Σχεδιάζει κόμικς τα τελευταία 20 χρόνια. Επί δέκα χρόνια υπήρξε συνεργάτης στο Charlie Hebdo. Είναι από τους λίγους συγγραφείς graphic novel που βραβεύτηκε δύο φορές με το βραβείο Fauve d’ Or στο διεθνές φεστιβάλ κόμικς στην Angouleme. Είναι επίσης βραβευμένος σκηνοθέτης (περισσότερα στο https://en.wikipedia.org/wiki/Riad_Sattouf). Ιnfo: Ριάντ Σατούφ, Τα ημερολόγια της Εστέρ. Ιστορίες από της ζωή της Εστέρ, ετών 10.μτφ: Α. Λουκάκου. Ποταμός: 2017. Πηγή
  3. Μία εκδοτική που δεν έχει άλλο κόμικ στον κατάλογό της, μας έδωσε προσφάτως αυτό το άλμπουμ του Ριαντ Σατούφ, γνωστού κυρίως από το πολυβραβευμένο του αυτοβιογραφικό έργο L'Arabe du Futur. To άλμπουμ αποτελείται από ολοσέλιδα στριπάκια που περιγράφουν τη ζωή μίας 10χρονης κοπέλας της Εστέρ. Καθημερινότητα μιας μαθήτριας, σχέσεις με φίλες, τα αγόρια, η λατρεία για τον πατέρα, η αντιπαλότητα για τον αδερφό. Τα στριπάκια βέβαια ενώνονται σε μία μεγαλύτερη ιστορία, αλλά εν τέλει είναι αυτοτελή με δικό τους τίτλο. Έτσι είχαν δημοσιευτεί κιόλας εβδομαδιαία στο L'Obs (παλιότερα γνωστό ως Nouvel Observateur). Το έργο είναι ωραίο. Δεν ξέρω πως θα το εκτιμήσει κάποιος που δεν είναι γονιός ή μαθητής/έφηβος, αλλά εμένα μου άρεσε. Γέλασα σε αρκετά σημεία και γενικά το βρήκα αρκετά χαριτωμένο. Το στυλ του είναι το γνωστό στυλ του Ριαντ Σατούφ. Σχεδιάζει ασπρόμαυρο και χρωματίζει με κάποια μονοχρωμία τα καρέ. Τα χρώματα είναι από ότι αισθάνομαι με κάποια συγκεκριμένη σημασία, αλλά δεν έκατσα να τα αποκρυπτογραφήσω όλα, δεν ήταν όσο εύκολο ήταν στον Άραβα του μέλλοντος. Και ξανά γεμίζει τα καρέ του με επεξηγηματικά βελάκια που κάνουν την ανάγνωση πολύ διασκεδαστική και ευχάριστη. Το προτείνω μεν, αλλά αντιλαμβάνομαι ότι κάποιες ηλικίες θα το βρούν εντελώς αδιάφορο. Παρόλα αυτά δεν μπορώ να μην κάνω μία κριτική ή να μην εκφράσω την απορία μου για την επιλογή του τίτλου. Ο ίδιος δημιουργός, στον ίδιο εκδότη, έχει δημοσιεύσει ένα έργο που έχει σαρώσει βραβεία και πωλήσεις. Απευθύνεται σε όλους, έχει ενδιαφέρον θέμα, έχει μεταφραστεί παντού. Επιλέχθηκαν τα Ημερολόγια της Εστέρ για ποιο λόγο; Για να τα πάρουν μαθητές και έφηβοι και να τα βάλουν δίπλα στα ημερολόγια του Σπασίκλα και της Ξενέρωτης; Επειδή μπορεί να κάνει γκελ στους μικρότερους; Είναι σα να προτιμάς να δείξεις τις ιστορίες του Μπάρμπα αντί για το Cars, επειδή τα πιτσιρίκια σπάνε περισσότερη πλάκα με τον Μπάρμπα. Τέλος πάντων, επιλογές είναι αυτές, εύχομαι τα καλύτερα και ειδικά σε κάποιους θα αρέσει και ελπίζω να πουλήσει κιόλας για να δούμε όλα τα τεύχη και ενδεχομένως και το κυρίως έργο, τον Άραβα του μέλλοντος. ΤΙΜΗ: 17 ευρώ
  4. vaios

    OPENGAP.GR, 772 ΗΜΕΡΕΣ

    Το λεύκωμα περιέχει πολιτικές γελοιογραφίες του Ανδρέα Πετρουλάκη, που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Καθημερινή την περίοδο Σεπτεμβρίου 2009-Νοεμβρίου 2011. Ο τίτλος «παίζει» με το opengov= ανοιχτή διακυβέρνηση, που ήταν ένας από τους στόχους του Γιώργου Α. Παπανδρέου (ΓΑΠ=GAP) για τη διαφάνεια στη Διοίκηση. Το σχεδιαστικό ύφος του δημιουργού μάς είναι γνωστό, όπως και η ευστοχία στο διακωμωδούμενο πολιτικό γεγονός. Προλογίζει ο Φώτης Γεωργελές. Ένα ωραίο βιβλίο από τις εκδόσεις Ποταμός. Vaios Αφιέρωμα στον Αντρέα Πετρουλάκη
  5. ramirez

    ΠΑΤΡΙΔΑ, ΓΕΙΑ!

    O Kώστας Μητρόπουλος είναι γνωστός για τις πολιτικές γελοιογραφίες που σχεδιάζει δεκαετίες τώρα, όμως εδώ παρουσιάζει μια συλλογή με θέμα την μοντέρνα Ελλάδα και τη φαινομενική σύνδεσή της με το παρελθόν, που έχει πια περάσει ανεπιστρεπτί. Το ύψος του βιβλίου είναι τέτοιο που δεν χώραγε όλο στο σκάνερ, οπότε αναγκαστικά "έραψα" δύο διαφορετικά σκαναρίσματα για να φαίνεται και η επωνυμία της εκδοτικής στο εξώφυλλο. Αφιέρωμα στον Κώστα Μητρόπουλο
  6. Κριτικές από Ελευθεροτυπία (31/1/2003/ ΣΤΑΘΗΣ Σ.) Η ελληνική γελοιογραφία, η διαδρομή της και οι δημιουργοί της κατέχουν αναξίως μία θλιβερή θέση στα ελληνικά γράμματα η οποία συμποσούται σε σπαράγματα. Σπαράγματα αναφορών, εκθέσεων, ενδιαφέροντος και δημοσιευμάτων. Είδος εξουσιοκλαστικό η γελοιογραφία φυσικόν να μην υπήρξε συμπαθής στους Ακαδημαϊκούς μας κύκλους (πλην κάποιου ενδιαφέροντος που επιδεικνύεται επ' εσχάτοις). Εις ό,τι αφορά στα Πανεπιστήμιά μας, και στα προγράμματα σπουδών και στις ερευνητικές τους επιλογές η γελοιογραφία υπήρξε terra incognita και terra αδιάφορη. Πλην ορισμένων εξαιρέσεων φωτισμένων φοιτητών και κάποιων (σπαραγματικών και πρόχειρων) εκθέσεων (πάλιν επ' εσχάτοις), η Πανεπιστημιακή κοινότης έχει αντιμετωπίσει την ελληνική γελοιογραφία σαν να ήταν ...στόχος της. Καμμία (πανεπιστημιακή) έρευνα, καμμία ανακοίνωση, μόνον σποραδικές και σκόρπιες αναφορές, πάντα με κάποιαν «συγγενή» αφορμή και βεβαίως, σε ρηχό βάθος και πεπερασμένο χρόνο. Μέγα αγλάισμα της σοβαροφανούς αυτής στάσης απέναντι στην ελληνική γελοιογραφία η στάση των ελλήνων κριτικών. Αν εξαιρέσει κανείς σπουδαίους κριτικούς όπως ο Κώστας Σταματίου ή ο Βασίλης Ραφαηλίδης, οι υπόλοιποι έχουν αντιμετωπίσει (οι περισσότεροι) τη γελοιογραφία στο επίπεδο της «παρουσίασης» άλμπουμς γνωστών γελοιογράφων, μια, τρόπον τινά, φιλική αγγαρεία, ιδίως αν ο πονηματίας (τω όντι) γελοιογράφος τυγχάνει φίλος και γνωστός, οπότε, τι να κάνει ο κριτικός; -λέει τα «καλύτερα»! Βεβαίως και εδώ υπάρχουν τιμητικές εξαιρέσεις, αλλά ο κανών είναι ο γνωστός ρωμαϊκός κανών: δημόσιες σχέσεις, παρουσιάσεις, βγάλαμε την «υποχρέωση» και πάμε παρακάτω. Συνεπώς -το τελευταίο εξ όσων αναφέραμε ότι σχετίζονται με τη γελοιογραφία, η βιβλιογραφία δηλαδή, είναι απλώς ανύπαρκτη. Πλην ενός βιβλίου, πάλι του Δημήτρη Σαπρανίδη, «Η ιστορία της Πολιτικής Γελοιογραφίας στην Ελλάδα», τόμος 1ος (ο 2ος δεν εκδόθηκε ποτέ), έκδοση του 1975, όλες οι άλλες εκδοτικές αναφορές στην ελληνική γελοιογραφία και την ιστορία της δεν υπερβαίνουν το επίπεδο της αρπαχτής. Τι να κάνουμε; αυτή είναι η Ελλάδα, δεν είναι Γαλλία ας πούμε, όπου η βιβλιογραφία περί τη γαλλική γελοιογραφία αλλά και τη γελοιογραφία ευρύτερα είναι μεγαλύτερη απ' όσα έχουν γραφεί στον τόπο μας για την κ. Βανδή περίπου κατά 1 εκατομμύριο φορές! Αλλα ας έρθουμε στο σπουδαίο αυτό έργο του κ. Δημήτρη Σαπρανίδη, την «Ιστορία της Ελληνικής Γελοιογραφίας». Εν πρώτοις ήταν μια έκπληξη. Εκεί που όλοι (όσοι) περιμέναμε επί 20 και 30 έτη την έκδοση του β' τόμου της Ιστορίας της Πολιτικής Γελοιογραφίας στην Ελλάδα, ο κ. Δημήτρης Σαπρανίδης επανήλθε με ένα ογκώδες και εξαιρετικά δομημένο έργο που περιέχει και το πρώτο του, ως μέρος του, πλην όμως εμπλουτισμένο, στην τέλεια κι οριστική του μορφή. Ο Δ.Σ. έχει δώσει στο όλον έργο μορφή αφήγησης χρονολογική και θεματολογική. Παραλλήλως με την αφήγηση παραθέτει εικαστικό υλικό το οποίον εξηγεί με λεζάντες και υποστηρίζει με έρευνα, η βιβλιογραφία της οποίας είναι θαυμαστή. Κι όχι μόνον θαυμαστή, αλλά πληροφορεί και τον αναγνώστη πού να ανατρέξει για θέματα που αίφνης διαπιστώνει να τον ενδιαφέρουν ή που ο ίδιος ο συγγραφέας με τους συσχετισμούς που κάνει υποδεικνύει το ενδιαφέρον τους. Στο βιβλίο εξετάζεται η διαδρομή της γελοιογραφίας απ' την εποχή που ο συγγραφέας θεωρεί την πρώτη αρχή της, διέρχεται την αρχαιότητα, το Βυζάντιο, την οσμανλική περίοδο κι ανθίζει με τη γέννηση του νέου ελληνικού κράτους, φθάνοντας ώς τη μεταπολεμική περίοδο της γελοιογραφίας και τη δεκαετία του '50. Την υπόλοιπη περίοδο, ώς σήμερα, διέρχεται επί τροχάδην κι εν συνόψει με ελάχιστες αναφορές, ίσως, όπως άλλωστε ο ίδιος ο συγγραφέας ελπίζει, να ακολουθήσει ένα επίμετρον που να ολοκληρώνει, κατά το δυνατόν, το έργο. Το πρώτον που παρατηρεί κανείς είναι ο τεράστιος όγκος του υλικού που παραθέτει ο Δ.Σ., προϊόν οργιώδους έρευνας. Το αξιοθαύμαστον είναι η πειθάρχηση αυτού του υλικού σε μια αφήγηση που περιγράφει, εκτός απ' την εξέλιξη της γελοιογραφίας, τις εξελίξεις στον Τύπο, τα έντυπα (τίτλους και είδη, βραχύβια και μακρόβια) όπου αυτή αποτυπώθηκε, ακόμα και τις εξελίξεις στην τεχνολογία, που καθόρισαν κι αυτές κατά το μέρος τους την πορεία της γελοιογραφίας ώς τη μορφή που μας είναι σήμερα γνωστή: Αλλωστε ο συγγραφέας εκτός απ' τη χρονολογική παρουσίαση του αντικειμένου του δεν παραλείπει να αναλύσει (αλλά και θεματολογικώς κατά τα κεφάλαια του ίδιου του βιβλίου να έχει ταξινομήσει) τη δομική εξέλιξη της γελοιογραφίας, «από τη φιλολογία του εικονογραφημένου αστείου», επί παραδείγματι, ώς τη «γελοιογραφία της ψυχαγωγίας και της χαλάρωσης» ή την «αναγέννηση της μεταπολεμικής γελοιογραφίας» και πάει λέγοντας. Στο καλαίσθητο κατά την εκτύπωση αυτό βιβλίο-απόκτημα ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει μεγάλους καλλιτέχνες του είδους, λόγιους και λαϊκούς γελοιογράφους, αρχαίους και νεώτερους, καθώς και να υποψιασθεί για τις διαστάσεις και τους μηχανισμούς της σάτιρας, τους τρόπους και τα στρατηγήματά της αναλόγως των εποχών, των ιστορικών συγκυριών, της κυριαρχίας αλλά και της σύγκρουσης των ιδεολογιών. Οι γελοιογραφίες παρατιθέμενες σε μια χρονολογική σειρά αποτελούν ένα ιδιότυπο συναξάρι, ένα χρονικό όχι μόνον της ιστορίας, πολιτικής και κοινωνικής, όχι μόνον ένα κλειδί ερμηνείας του αποτελέσματος ή του απόηχου των ιδεολογιών, αλλά προσέτι ένα πολυδιάστατο θέατρο του ηχοχρώματος της εκάστοτε καθημερινότητας. Ενας ζωντανός θίασος χαρακτήρων, καταστάσεων και δράσης που πολλές φορές «εμψυχώνει» πράγματι την Ιστορία και την ξαναζωντανεύει. Ετσι το βιβλίο του Δ.Σ. γίνεται κατά έναν τρόπο και μια ιστορία της ιστορίας από μιαν άλλη οπτική γωνία, ενίοτε λοξή κι ενίοτε απολύτως λογική -ακριβώς όσο λογική μπορεί να 'ναι μια κρυμμένη αλήθεια που αποκαλύπτει η γελοιογραφία κι όσον παράλογο μπορεί να 'ναι ένα κατά συνθήκην ψεύδος που προσπαθεί να συγκαλύψει αυτήν την αλήθεια με τη σοβαροφάνειά του ή το δέος που (πρέπει να) αποπνέει η εξουσία. Θα έπρεπε να γράψω σελίδες επί σελίδων για να περιγράψω το περιεχόμενο του βιβλίου (ονόματα γελοιογράφων, έργα 100 ετών που φαίνονται σαν να έρχονται απ' το μέλλον, συναισθήματα που προκαλούν έργα για την Ελλάδα και την οδύσσειά της απ' τους Βαυαρούς στους Γερμανούς, τους Αγγλοαμερικανούς, για το έπος της γελοιογραφίας στα λαϊκά και σατιρικά περιοδικά, για προσωπικότητες όπως ο Αννινος, ο Αθανασιάδης, ο Πολενάκης, ο Κουμετάκης, ο Ν. Καστανάκης, ο Αλή Ντίνο Μπέης, ο Γάλλιας, ο Π. Παυλίδης, ο Φ. Δημητριάδης, ο Μποστ, ο Αρχέλαος -για να σταθώ μόνο σε λίγους). Στην Ελλάδα η γελοιογραφία έχει μια εκπληκτική παράδοση που τη φέρνει στην πρωτοπορία του είδους παγκοσμίως και είναι ανάλογη ενός λαού αρχαίου και διαρκώς πολιτικοποιημένου. Βεβαίως και δεν έχει στα ελληνικά γράμματα τη θέση που της αξίζει, ίσως διότι τα ελληνικά γράμματα έχουν, ιδίως τα τελευταία χρόνια, τους θεράποντες που δεν τους αξίζουν. Ποτέ δεν είναι αργά! Η μνημειακή προσπάθεια του Δημήτρη Σαπρανίδη ας είναι μια καλή αρχή! Ιδού πεδίον δόξης λαμπρό για φοιτητές, καθηγητές και Πανεπιστήμια. Τώρα μάλιστα που η Βουλή των Ελλήνων ετοιμάζει στο πρώην Καπνεργοστάσιο της Λένορμαν (μέσω της Βιβλιοθήκης της Βουλής) ένα μοντέρνο αρχείο για τον Τύπο και την ιστορία του, ίσως το έργο της καταγραφής μιας πλήρους ιστορίας της ελληνικής γελοιογραφίας, ιδίως απ' τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, γίνει εφικτό. Τέλος, ζητώ τη συμπάθειά σας που η ταπεινότης μου, ένας γελοιογράφος, επιχείρησε σ' αυτές εδώ τις αράδες μια προσέγγιση που γνωρίζουν να κάνουν πολύ καλύτερα φιλόλογοι και κριτικοί, αλλά συν Αθηνά και χείρα κίνει. Ελπίζω αρμοδιότεροι εμού να ασχοληθούν να σας γνωρίσουν όσα ελόγου μου μόνον εξ εμπειρίας και σχετικώς σχετικής ενασχόλησης γνωρίζω κι απ' το βιβλίο αυτό έμαθα. από Εποχή (16/1/2006)(Δημήτρης Πετσετίδης) Το 2001, όταν είχε κυκλοφορήσει ο 1ος τόμος της Ιστορίας της Ελληνικής Γελοιογραφίας του Δημήτρη Σαπρανίδη, είχα γράψει ένα άρθρο στην «Εποχή» με το οποίο επέκρινα τον συγγραφέα για τις επιλογές και τις παραλείψεις του, τονίζοντας ότι άλλο είναι να δημοσιεύεις ένα ανθολόγιο γελοιογραφιών και τελείως άλλο πράγμα να γράφεις Ιστορία. Δεν παραλείπω να ομολογήσω ότι η πρωτεύουσα αφορμή για την δημοσίευση του ανωτέρω άρθρου ήταν η επί ματαίω αναζήτηση και του δικού μου ονόματος σε εκείνον τον 1ο τόμο. Εν συνεχεία όμως, είχα επισημάνει αρκετές άλλες παραλείψεις και χρονολογικές ανακολουθίες. Θα περίμενε κανείς ότι η αντίδραση του συγγραφέα θα ακολουθούσε την πεπατημένη κατά τα σύγχρονα ελληνικά, καλύτερα θα έλεγα αθηναϊκά, ήθη και θα ανταπαντούσε με τη σιωπή του και ενδεχομένως με την δια πλαγίων οδών υπονόμευση και υποβάθμιση της δικής μου συμμετοχής στα γελοιογραφικά δρώμενα. Όμως ο Δ. Σαπρανίδης απεδείχθει ανώτερος τοιούτων μικρόψυχων παθών και αφού μου τηλεφώνησε, πράγμα που σχεδόν ποτέ δεν συμβαίνει από τους παροικούντας την Ιερουσαλήμ, μου εζήτησε πληροφορίες για τους γελοιογράφους εκείνους, οι οποίοι ανέφερα ότι είχαν παραλειφθεί. Και όπως φαίνεται από τον 2ο τόμο της Ιστορίας του για την ελληνική γελοιογραφία, που κυκλοφορεί τώρα από τις εκδόσεις «Ποταμός», έχει αφιερώσει εκτεταμένες αναφορές και παρουσιάσεις της δουλειάς τους. Στον 2ο αυτόν τόμο ο Σαπρανίδης με γλαφυρή και οξεία στις παρατηρήσεις της γλώσσα, ακολουθεί εν παραλλήλω την πολιτική ιστορία της χώρας μαζί με την πολιτική γελοιογραφία από την μεταπολίτευση και μετά. Το βιβλίο έχει 477 σελίδες μεγάλου σχήματος και περιλαμβάνει και αλφαβητικό ευρετήριο. Είναι χωρισμένο σε 12 κεφάλαια με έναν πρόλογο και έναν επίλογο του συγγραφέα. Με ανθηρό ύφος στα ιστορικά του σχόλια, αρχίζει με γελοιογραφίες που δημοσιεύθηκαν ανωνύμως την εποχή της Χούντας και συνεχίζει από το 1974 μέχρι το 2004. Στο παράπλευρο κείμενο, χωρίς να αποκρύπτει τις δημοκρατικές του προτιμήσεις, ο συγγραφέας εξιστορεί τα διάφορα στάδια από τα οποία διήλθε η γελοιογραφία εν Ελλάδι μετά την επάνοδο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μέχρι την άνοδο στην εξουσία του νέου Καραμανλή. Όπως δεν μπορεί να υπάρξει «αντικειμενική» γελοιογραφία, έτσι δεν είναι δυνατόν να γραφεί αντιστοίχως «αντικειμενικά» και η ιστορία της. Αλίμονο αν μπορούσε να γραφεί ιστορία της γελοιογραφίας, η οποία γελοιογραφία αντιμάχεται κάθε είδος αυταρχισμού και καταπίεσης, κάθε μορφή επηρμένης εξουσίας, κάθε εκδήλωση μικροαστικού επαρχιωτισμού και πολιτικής αναλγησίας, και να μην γέρνει η ζυγαριά προς το μέρος του καταπιεσμένου και αδικούμενου πολίτη αυτού του πλανήτη. Έτσι, δεν είναι καθόλου αδόκιμη και η επιλογή στο κεφάλαιο 8ο του άρθρου: «Η νέα τάξη των γελοιογραφικών πραγμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες», που καταλαμβάνει επτά σελίδες με γελοιογραφίες και βιογραφικά σημειώματα αμερικάνων γελοιογράφων. Μήπως εξάλλου, έπαψε ποτέ να ισχύει για τη χώρα μας η ρήση του αρχιπραξικοπηματία Παπαδόπουλου, που την ήθελε ως την 51η πολιτεία της σημερινής κοσμοκράτειρας; Γυναίκες Πολλές σελίδες του βιβλίου είναι αφιερωμένες στις Ελληνίδες γελοιογράφους, οι οποίες έλειπαν παντελώς από τον 1ο τόμο. Υπάρχουν γελοιογραφίες της Ιωάννας Καρυστιάνη, η οποία ακολουθεί με επιτυχία τους γελοιογραφικούς δρόμους που χάραξε ο Soul Steinberg, της Κατερίνας Σχοινά, η οποία, όπως γράφει ο Δ. Σαπρανίδης, υπήρξε η πρώτη επαγγελματίας Ελληνίδα γελοιογράφος, και η οποία έκανε γελοιογραφίες με βασικό στοιχείο τους το υψηλής ποιότητας χιούμορ. Ακόμη γελοιογραφίες της Μαρίας Τζαμπούρα και άλλων. Ένα ολόκληρο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στο σατυρικό τύπο με εκτενή αναφορά στο «Ποντίκι» του Κ. Παπαϊωάννου, από το οποίο ξεκίνησαν τη γελοιογραφική τους καριέρα ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος, ο Π. Μαραγκός, ο Χ. Τολιάδης. Εκείνο το πράγμα για το οποίο αξίζει να επισημανθεί η συμβολή του Σαπρανίδη στην Ιστορία της Ελληνικής Γελοιογραφίας είναι η έλλειψη της σχετικής βιβλιογραφίας, αν εξαιρέσει κανείς δυο μικρά αφιερώματα της εφημερίδας «Η Καθημερινή»: Το πρώτο με τίτλο «Οι Έλληνες Γελοιογράφοι», Αθήνα 1995 και το δεύτερο με τίτλο: «Ελληνική Γελοιογραφία – δύο αιώνες σάτιρας», Αθήνα 2001. Και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια και κόπος πολύς όταν κανείς αρχίζει πρώτος να ερευνά και να αντιμετωπίζει τον τεράστιο όγκο δημοσιευμένων γελοιογραφιών σε εφημερίδες και περιοδικά σε μια χρονική περίοδο εκατό και πλέον χρόνων. Η επιλογή των γελοιογραφιών, πολλές από τις οποίες είναι έγχρωμες, είναι κατά το πλείστον επιτυχής και αντιπροσωπευτική των δημιουργών τους, ενώ παραλλήλως αυτές οι γελοιογραφίες συμβαδίζουν με τα πολιτικά πράγματα, τα οποία συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της τριακονταετίας 1974-2004. Προσθέσεις Στον παρόντα 2ο τόμο συμπεριλαμβάνονται με γελοιογραφίες τους και βιογραφικά σημειώματα και οι παρακάτω γελοιογράφοι, των οποίων είχε επισημάνει την παράλειψη από τον 1ο τόμο ο υπογράφων το παρόν: Γ. Ακοκαλίδης, Β. Αλεξάκης, Φ. Γεωργουλάκης, Π. Γκιόκας, Αν. Καναβάκης, Π. Κουτρουλάρης, Α. Κυριακούλης, Π. Μαραγκός, Ν. Μαρουλάκης, Φ. Μαστιχιάδης, Π. Μήλας (μόνο που η προσωπογραφία η οποία συνοδεύει το βιογραφικό του είναι του Σα?τη), Διογ. Οικονόμου, Β. Σα?της, και μερικοί άλλοι ακόμη. Απλώς επισημαίνεται για τον μέλλοντα συνεχιστή της Ιστορίας της ελληνικής γελοιογραφίας, ότι θα πρέπει να ερευνήσει σχετικώς και να συμπεριλάβει στην ιστορία του τους απελθόντας από τον μάταιον τούτον κόσμο Δημήτρη Σταματάκη, Νίκο Σιδέρη και Θύμη Καπετζώνη. Ο τελευταίος έπεσε θύμα τροχαίου δυστυχήματος στην οδό Ασκληπιού, όταν βρισκόταν στην ακμή της δημιουργικής του καριέρας. Ακόμη, έχω τη γνώμη, ότι δεν πρέπει να παραμένει εκτός των δέλτων της γελοιογραφικής ιστορίας, ένας σημαντικός γελοιογράφος όπως είναι ο Α. Θεοφιλόπουλος, και ακόμη, ο γελοιογράφος Γαλλιδάκης, ο οποίος έχει κάνει και το σκίτσο του ποντικού με τη μαργαρίτα στο λογότυπο του περιοδικού «Το Ποντίκι». Συμπερασματικά η Ιστορία της Ελληνικής Γελοιογραφίας, τόμος δεύτερος, είναι ένα ογκώδες σε διαστάσεις, σημαντικό βιβλίο, γραμμένο με ρέουσα γλαφυρότητα και αδρότητα ύφους, με ένα μεγάλο πλήθος από γελοιογραφίες, βασικό πλέον βοήθημα για τον μελλοντικό ερευνητή της ελληνικής γελοιογραφίας, ευχάριστο άμα τε και ευτράπελον ανάγνωσμα. Η Καθημερινή / Αντώνης Καρκαγιάννης "Ακόμη πιο φανερά είναι ο μόχθος και η δαπάνη του εκδοτικού οίκου για μια δουλειά βιβλιοτεχνικά δύσκολη, για να παραδώσει στο κοινό βιβλίο άρτιο και εντυπωσιακό." Το Βήμα "Φυλλομετρώντας το λεύκωμα του Δ. Σαπρανίδη ξεδιπλώνεται μπροστά μας η τραγική ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Όχι συμπυκνωμένη σε αίμα και δάκρυα αλλά αποτυπωμένη σε χαρτί, με μελάνι και τέμπερα, αυτή η ιδιότυπη αίσθηση της ιστορίας μπορεί να χαρίσει, εκτός από ένα πικρό χαμόγελο, την παραμυθία αλλά και την τόσο απαραίτητη σε όλους διδαχή." Βιογραφία Δημήτρη Σαπρανίδη (από www.lemoni.gr) Ο Δημήτρης Σαπρανίδης σπούδασε καλές τέχνες στην ΑΣΚΤ. Εργάστηκε ως συντάκτης στις εφημερίδες Το Βήμα, Τα Νέα 1955-1973, Ριζοσπάστης 1975, Μεσημβρινή 1980. Υπήρξε αρχισυντάκτης των περιοδικών Αντί 1974, Συλλογή 1975, διευθυντής της Ραδιοτηλεόρασης 1995 και διευθυντής εκδόσεων της ΕΡΤ 1996. Κατά τη δικτατορία του 1967 καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους. Σε παράνομη έκθεση ζωγραφικής παρουσίασε τις γνωστές αντιδικτατορικές αφίσες Poster 1971, Bus Only, Χρονοδιάγραμμα 1972. Στην τηλεόραση της ΕΡΤ ήταν υπεύθυνος της εκπομπής Μονόλογοι 1976 και στο Β΄ Πρόγραμμα της Ραδιοφωνίας του Κάθε Μέρα Παντού 1982.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.