Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Νίκος Καστανάκης'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Ο Κ. Λιόντης αποτυπώνει την πληθωρική παρουσία του Ν. Καστανάκη στον κόσμο της γελοιογραφίας για περισσότερα από σαράντα χρόνια. Ο Κωστής Α. Λιόντης, έχοντας ασκηθεί επί χρόνια στη μελέτη του παραγνωρισμένου στην Ελλάδα εικαστικού είδους της γελοιογραφίας, με το τελευταίο του βιβλίο «Ολίγα τινά περί Νίκου Καστανάκη» (εκδόσεις Οδός Πανός) ανασύρει στο προσκήνιο το πολυδιάστατο πορτρέτο μιας άδικα λησμονημένης φυσιογνωμίας της νεοελληνικής τέχνης. Ο συγγραφέας στοιχειοθετεί το πορτρέτο του Ν. Καστανάκη χωρίς φιλολογισμούς και με ρέουσα αφήγηση, αφού σκιαγραφήσει το θολό βιβλιογραφικά τοπίο της νεοελληνικής σκιτσογραφίας, στεκόμενος αφετηριακά στο έργο τόσο του Αθανάσιου Ιατρίδη όσο και του επίσης κεφαλονίτικης καταγωγής Θέμου Άννινου. Ο Κωστής Λιόντης αποτυπώνει την πληθωρική παρουσία του Ν. Καστανάκη στον κόσμο της γελοιογραφίας για περισσότερα από σαράντα χρόνια, ήδη από την Κωνσταντινούπολη. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή μετακομίζει στην Αθήνα, όπου αρχίζει αμέσως συνεργασία με τον ημερήσιο και περιοδικό αθηναϊκό Τύπο της εποχής. Παράλληλα, εικονογραφεί λογοτεχνικά βιβλία συγγραφέων όπως ο Παύλος Νιρβάνας, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος κ.ά. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου του ο συγγραφέας δίνει έμφαση στο πρωτοπόρο και καινοτόμο πενάκι του Ν. Καστανάκη στον χώρο του κόμικ στριπ και της διαφήμισης, ενώ διαπρέπει και στο σκιτσογραφικό πορτρέτο. Στο δεύτερο μισό ο Κ. Λιόντης παρουσιάζει το αντιστασιακό πορτρέτο του Ν. Καστανάκη. Όπως αναφέρει ο Κ. Λιόντης: «Εξάρει τα ιδιαίτερα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά καθιστώντας άμεσα αναγνωρίσιμο το εικονιζόμενο πρόσωπο». Με την αεικίνητη και σεμνή του παρουσία είναι από τους πρώτους που επιδίδονται στο σκίτσο-ρεπορτάζ καλύπτοντας τη Δίκη των Εξ, αλλά και τη Δίκη των Κουίζλινγκ μεταπολεμικά. Το 1927 ανοίγει διαφημιστικό γραφείο με τον επίσης αριστερό αυτοδίδακτο ζωγράφο Άγγελο Σπαχή. Στον πόλεμο του ’40 ο Ν. Καστανάκης έχει εξαρχής πρωταγωνιστικό ρόλο με γελοιογραφίες, πρωτοσέλιδες εικονογραφήσεις και αφίσες. Είναι χαρακτηριστική η απεικόνιση του Κολοκοτρώνη να παρακολουθεί τους επιτιθέμενους ευζώνους στον «Πολεμικό Φανό» των Συντακτών, σε μια σύνθεση που συνομιλεί με το έργο του Πέτερ Φον Ες για την Ελληνική Επανάσταση. Ο Ν. Καστανάκης εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση με συνθέσεις σε τοίχους και αφίσες. Το πιο τραγικό: ο γιος του, ονόματι Απελλής, επονίτης, μαρτύρησε στα χέρια των ταγμάτων ασφαλείας το 1944. Μεταπολεμικά επιδίδεται σε νέες συνεργασίες στον αριστερό Τύπο της εποχής, από τη Μάχη και την Ελευθερία μέχρι τον Ρίζο της Δευτέρας. Συνθέτοντας αυτό το κομμάτι της δράσης του, ο Κ. Λιόντης μιλάει διεξοδικά για τη συμμετοχή του σε δημοκρατικές εφημερίδες της εποχής. Ταυτόχρονα, αφήνει το αποτύπωμά του σε ποικίλου ενδιαφέροντος περιοδικά όπως το Ρομάντσο, τα Κλασσικά Εικονογραφημένα και άλλα. Αριστερός ων, συνεργάζεται με την ΑΥΓΗ από το πρώτο κιόλας φύλλο της το 1952 και η συνεργασία του διαρκεί μέχρι τον θάνατό του, το 1961. Πιθανότερα, όπως μας πληροφορεί ο Κ. Λιόντης, είναι υπεύθυνος για το λογότυπό της, που δεν απέχει ιδιαίτερα από το σημερινό, και ίσως και για τη σχηματοποίησή της σελιδοποιητικά. Όταν πέθανε, την επικήδεια ομιλία έκανε ο τότε διευθυντής της ΑΥΓΗΣ Θ. Τσουπαρόπουλος. * Ο Ανέστης Μελιδώνης είναι ιστορικός Τέχνης. Και το σχετικό link...
  2. Το έργο του σκιτσογράφου, γραφίστα και δημιουργού κόμικς Νίκου Καστανάκη ιχνηλατείται στην εξαιρετική νέα βιογραφία «Ολίγα τινά περί Νίκου Καστανάκη» του Κωστή Α. Λιόντη. Αυτοπροσωπογραφία του Καστανάκη από τη δεκαετία του ’50 με τα χαρακτηριστικά του: μπερές και τσιγάρο στο στόμα Σε μια χώρα που γέννησε μέσα σε δύο αιώνες πληθώρα γελοιογράφων και σκιτσογράφων, η βιβλιογραφία σχετικά με τη γελοιογραφία και την ιστορία της είναι εγκληματικά φτωχή. Χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει πως τα βιβλία που έχουν γραφτεί πάνω στο θέμα δεν είναι ποιοτικά, η σκέψη όμως του πλήθους των σκίτσων και των γελοιογραφιών που μένουν αταξινόμητα, άγνωστα και σκονισμένα σε βιβλιοθήκες και αρχεία εφημερίδων προκαλεί θλίψη. Αν εξαιρεθούν δε οι ακόμα πιο λίγες μονογραφίες ή βιογραφίες σκιτσογράφων που υπάρχουν (όπως για τους Φωκίωνα Δημητριάδη, Ηλία Κουμετάκη και Μποστ), πολλοί και άξιοι σκιτσογράφοι μένουν μαζί με το έργο τους στην αφάνεια. Μια τέτοια αδικία προσπαθεί να διορθώσει το βιβλίο του Κωστή Α. Λιόντη «Ολίγα τινά περί Νίκου Καστανάκη (γελοιογράφου-σκιτσογράφου-γραφίστα)» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Οδός Πανός το φθινόπωρο. Σκιτσογραφική σύνθεση του Καστανάκη από φύλλο της «Βραδυνής» που αποτυπώνει ολόκληρο το δημιουργικό επιτελείο της εφημερίδας, από τον διευθυντή μέχρι τον εφημεριδοπώλη. Ο ίδιος απεικονίζει τον εαυτό του κάτω αριστερά. Από το 1924. Ο Καστανάκης ίσως έχει επισκιαστεί μέσα στα χρόνια από τον συνομήλικο και συμπατριώτη συνάδελφό του Φωκίωνα Δημητριάδη, στην εποχή του όμως ήταν ένας αναγνωρισμένος και επιδραστικός δημιουργός. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1896, πρώτος ξάδερφος του συγγραφέα Θράσου Καστανάκη κατά τον Λιόντη, και έδρασε στον χώρο της γελοιογραφίας, της γραφιστικής και του έντυπου Τύπου στην Ελλάδα για περίπου τέσσερις δεκαετίες, από τον Μεσοπόλεμο μέχρι τη δεκαετία του ‘60. Πορτρέτο – πιθανόν διά ζώσης – του Κώστα Καρυωτάκη από τον Καστανάκη για λογαριασμό του περιοδικού «Μούσα», 1923 Πολυγραφότατος και δημιουργικός, από την περίοδο της Κατοχής τάχθηκε με την Αντίσταση και την Αριστερά και παρέμεινε στο πλευρό της μέχρι τον πρόωρο θάνατό του το 1961, γελοιογραφώντας στην «Αυγή» και στον «Ριζοσπάστη». Το «Καρέ Καρέ» έχει ασχοληθεί στο παρελθόν με το έργο του και συγκεκριμένα με τα κόμικς του. Σε άρθρο του γράφοντος για το κόμικς «Το Χάνι της Γραβιάς» της σειράς των Κλασικών Εικονογραφημένων σε σενάριο Βασίλη Ρώτα, αναφέρεται η ευρηματικότητά του στη σκηνοθεσία και στο στήσιμο λόγου και εικόνας που πρωτοτυπεί κραυγαλέα σε σχέση με τα περισσότερα Κλασικά από Έλληνες δημιουργούς («Το πρωτοποριακό Χάνι της Γραβιάς», «Καρέ Καρέ» #407, 26-27/3/22). Αντιμουσολινική γελοιογραφία από το 1940 Τώρα, με το βιβλίο του Κωστή Λιόντη, πέφτει φως και μια βασική τάξη στο προηγουμένως αχαρτογράφητο έργο του Καστανάκη. Ο Λιόντης, δημοσιογράφος, μελετητής και συγγραφέας βιβλίων σχετικών με τη φωτογραφία («Δημήτρης Παπαδήμος, ταξιδιώτης φωτογράφος» 2012, «Η ελληνική φωτογραφία και η φωτογραφία στην Ελλάδα» 2013, «Στέργιος Στεργίου, Κίος 1921-1922» 2018), ασχολείται για πρώτη φορά με γελοιογράφο και το κάνει με ιδιαίτερο πάθος. Στο βιβλίο του για τον Καστανάκη δεν επικεντρώνεται σε βιογραφικές λεπτομέρειες για τη ζωή του δημιουργού αλλά στην όσο το δυνατόν καλύτερη ιχνηλάτηση της καλλιτεχνικής του πορείας. Από την πένα του, που μοιάζει σαν να αγωνιά για να μην «πλατειάσει», περιγράφει με απλό και περιληπτικό λόγο το εύρος της εργογραφίας του δημιουργού. Εξηγεί παράλληλα το χρονικό πλαίσιο και όρους που πλέον μας είναι ακατανόητοι, όπως το τι είναι το σκιτσογραφικό ρεπορτάζ του Μεσοπολέμου. Μοναδικό μείον ίσως, είναι η ασπρόμαυρη εκτύπωση του βιβλίου που στερεί το χρώμα πολλών έργων του Καστανάκη. Μέσα σε 150 σελίδες, ο αναγνώστης περνά από τα πρώτα βήματα του Καστανάκη στις εφημερίδες της Κωνσταντινούπολης της δεκαετίας του ’10, τη μετανάστευσή του στην Αθήνα και τον σκιτσογραφικό του οίστρο στον αθηναϊκό Τύπο του ’20, τις εικονογραφήσεις βιβλίων και περιοδικών, τη λαμπρή γραφιστική του πορεία συνεργαζόμενου με τον προπάτορα της σύγχρονης γραφιστικής Άγγελο Σπάχη, τη γελοιογράφηση του Μουσολίνι κατά το γελοιογραφικό Έπος του ’40, τη χαμένη αντιστασιακή εργογραφία του και τον θάνατο του γιου του, Απελλή, από τους ταγματασφαλίτες μέχρι και τις μεταπολεμικές του γελοιογραφίες, αφίσες, κόμικς στα Κλασικά Εικονογραφημένα και το μεγάλο του απωθημένο πάθος για τη ζωγραφική. Διαφήμιση τσιγάρων από το γραφιστικό Ατελιέ Καστανάκη-Σπάχη από τη δεκαετία του ’30 Ο συγγραφέας έχει καταφύγει σε πρωτογενείς πηγές για τις εικόνες και τις πληροφορίες του βιβλίου, όπως εφημερίδες της εποχής, και δεν κρύβει να αναφέρει την έλλειψη βιβλιογραφίας για τους Έλληνες γελοιογράφους. Σε γνώση του δύσκολου εγχειρήματός του και με μια δόση μετριοφροσύνης γράφει στον επίλογο: «Ούτε βιογράφος είμαι ούτε, πολύ περισσότερο, θα ήθελα να πέσω στις δόλιες παγίδες του ψυχολογισμού. (…) Πρακτικά, μόνο δειγματοληπτική του εικόνα (του Καστανάκη) μπορεί να σχηματιστεί. Καθολική και μάλιστα με ακρίβεια, είναι μάλλον αδύνατη. Σε ποιο βαθμό η εικόνα που προέκυψε εδώ μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτική, είναι αυτονόητο ότι τίθεται υπό κρίση. Επιδίωξα πάντως τη διαμόρφωση ενός περιγράμματος». Το σίγουρο είναι πως τα «Ολίγα τινά», σε ένα πεδίο χαοτικά και θλιβερά θολό, είναι μια τίμια βάση για κάτι ακόμα μεγαλύτερο και σίγουρα πολύ παραπάνω από «ολίγα»! Και το σχετικό link...
  3. Από ημίθεος καίσαρας σε φανφαρόνο γελωτοποιό, οι σχεδιαστικές απεικονίσεις του φασίστα δικτάτορα από τις ιταλικές αφίσες στις ελληνικές γελοιογραφίες με κοινό παρονομαστή την προπαγάνδα. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος καθορίστηκε από τη δύναμη των μηχανών, της τεχνολογίας, του ανθρώπινου θάρρους και κτηνωδίας. Δεν πρέπει όμως να υποτιμάται και η δράση ενός ακόμα όπλου: της εικόνας. Με τις μορφές της προπαγανδιστικής αφίσας, της πολιτικής γελοιογραφίας, των κινηματογραφημένων ντοκουμέντων και των σατιρικών κινουμένων σχεδίων, οι εικόνες υπηρέτησαν πιστά την προπαγάνδα του κάθε εμπόλεμου κράτους. Γελοιοποιούσαν τον εχθρό, αποθέωναν τον υπερασπιστή και με τη μαζική τους παραγωγή επικοινωνούσαν το μήνυμά τους καθορίζοντας στο μυαλό του λαού την εικόνα του για τον πόλεμο. Αυτός ο άλλος μα φανερός – πιο φανερός κι από τον πραγματικό ίσως – «πόλεμος της εικόνας» μπορεί να εξεταστεί εύκολα από ένα από τα μέτωπά του: τις οπτικές απεικονίσεις του Μπενίτο Μουσολίνι από την Ιταλία στην Ελλάδα. Η ιδέα πολλών σύγχρονων Ελλήνων για τον Μουσολίνι έρχεται κατευθείαν από τις σχολικές γιορτές της 28ης Οκτωβρίου. Είναι η εικόνα εκείνου του παχουλού μεγαλομανή με το φουσκωτό πιγούνι που ξεφτιλίζεται από τους τσολιάδες στην Πίνδο. Είναι ένας παλιάτσος, ίσως και λίγο συμπαθής μέσα στη γελοιότητά του, ένας άνθρωπος που στο άκουσμα του ονόματός του ακολουθεί συνειρμικά η λέξη «κορόιδο», το «κορόιδο Μουσολίνι». Αυτή είναι η εικόνα που μας παραδόθηκε από τα σατιρικά τραγούδια και από τα πενάκια των γελοιογράφων εκείνης της εποχής, και αυτή του η ταυτότητα είναι ένα μεγάλο επίτευγμα αυτών των δημιουργών! Γιατί όσοι έχουν διαβάσει παραπάνω ιστορία ξέρουν πως δεν ήταν αυτή ακριβώς η αλήθεια. Ο Μουσολίνι ήταν ένας πανέξυπνος άνθρωπος, ένας δαιμόνιος ρήτορας, ο πατέρας της νοσηρής ιδεολογίας του φασισμού, που μάστιζε και ακόμα μαστίζει τον δυτικό κόσμο. Ήθελε να δημιουργήσει μια μοντέρνα ρωμαϊκή αυτοκρατορία, θεμελιωμένη στη φυλετική καθαρότητα, στον ολοκληρωτισμό και στη σύγχρονη τεχνολογία. Επίκεντρό της θα ήταν ο ίδιος, ο νέος Καίσαρας, ο μέγας Ντούτσε. Για να γίνει όμως το επίκεντρό της, έπρεπε να μεταδώσει στις μάζες την προσωπικότητά του ως έμπιστου και δυνατού ηγέτη. Για να το καταφέρει, εκείνος και το φασιστικό κόμμα επιστράτευσαν κάθε δυνατό μέσο έως τις τελευταίες λέξεις της τεχνολογίας, όπως τον κινηματογράφο και την αφίσα. Ο Μουσολίνι ως «Ντούτσε» και «Ιδρυτής της Αυτοκρατορίας» Η αφίσα ήταν καινούργιο Μέσο εκείνη την εποχή, συνδύαζε εικόνα και λόγο, τυπωνόταν μαζικά με φτηνό τρόπο και μπορούσε να κατακλύσει τους τοίχους μιας ολόκληρης πόλης. Σε αυτήν, ο Ντούτσε είδε τις δυνατότητες προβολής του προσώπου του σε κάθε κατοικημένη γωνιά της Ιταλίας. Έτσι, επιστράτευσε κάθε μεγάλο όνομα της ιταλικής γραφιστικής για τη δημιουργία του προπαγανδιστικού του πορτρέτου. Ονόματα όπως οι Luigi Martinati, Gino Boccasile και Walter Resentera παράλληλα με τις διαφημιστικές τους παραγγελίες εξύφαιναν υπό την εποπτεία του φασιστικού καθεστώτος την εικόνα του Ντούτσε. Ενδιαφέρον προκαλεί πως, σε αντίθεση με τις προπαγανδιστικές απεικονίσεις του Χίτλερ και του Στάλιν της ίδιας εποχής που ακολουθούν έναν αυστηρό ρεαλισμό, τα πορτρέτα του Μουσολίνι ποικίλλουν από ακαδημαϊκά κλασικά σε μοντερνιστικά και φουτουριστικά, μια και το φασιστικό καθεστώς δεν επέβαλε ή απαγόρευσε κάποιο καλλιτεχνικό στιλ. Πλαισιωμένος από εργάτες, μηχανές, φάσκες και γιγαντιαία γράμματα, ο «μοντέρνος Καίσαρας» αποδίδεται μνημειώδης κι αρρενωπός, χωρίς όμως εν τέλει να κρύβεται η – ομολογουμένως – τρομερή κωμικότητα του παρουσιαστικού του! Η γιγάντια αφίσα στο Palazzo Braschi του 1934 Ίσως το μεγαλύτερο δείγμα φασιστικής προσωπολατρικής αφίσας ήταν η γιγαντιαία εγκατάσταση στο Palazzo Braschi στη Ρώμη το 1934 όπου, σαν βγαλμένο από την πιο νοσηρή αράδα του Όργουελ, δέσποζε ένα βλοσυρό πρόσωπο του Ντούτσε με το βλέμμα στους διαβάτες, περιστοιχισμένο από την επαναλαμβανόμενη λέξη «Ναι». Στον αντίποδα αυτής της μεγαλομανούς φανφάρας βρίσκεται η ελληνική γελοιογραφία του 1940-41. Σημαντικές φυσικά είναι και οι βρετανικές γελοιογραφίες που όμως δεν θα εξεταστούν εδώ. Πριν το τελεσίγραφο, η γελοιογράφηση του Μουσολίνι απαγορευόταν από τη δικτατορία Μεταξά. Άλλωστε, καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων πολιτικών εξέφραζε τον θαυμασμό της προς το «φασιστικό θαύμα» που πάταξε τον κομμουνισμό και αναπτέρωσε το εθνικό φρόνημα των Ιταλών! Οι ελληνοϊταλικές σχέσεις, όμως, χρόνο με τον χρόνο έφθιναν κι όταν πια θρυμματίστηκαν την 28η Οκτωβρίου 1940, όλα έπρεπε να αλλάξουν. Ο Μουσολίνι ως «Παληάτσος του 1941» Η μεταξική λογοκρισία δίνει το πράσινο φως σε ευθυμογράφους, συγγραφείς και σκιτσογράφους να κάνουν τον μέγα Μουσολίνι «κορόιδο» και την Ιταλία «πατρίδα του γελοία»! Έπειτα από τέσσερα χρόνια λογοκρισίας, η παλιά γενιά γελοιογράφων (Δημητριάδης, Καστανάκης, Γκεϊβέλης, Βώττης κ.ά.) και η νέα (Πολενάκης, Μπέζος, Παυλίδης, κ.α.) ξεσπαθώνουν και βγάζουν τα απωθημένα τους πάνω στον κατακτητή, εκφράζοντας και τροφοδοτώντας το λαϊκό κλίμα ενθουσιασμού και κρύβοντας έναν υποσκάπτοντα καταπιεσμένο αντιφασισμό. Ο γρανιτένιος Ντούτσε μεταμορφώνεται σε κοντόχοντρο με φουσκωτά χείλη και πηγούνι, μικρά μάτια και απαστράπτουσα φαλάκρα. Κατά τον Σαπρανίδη, ο νεαρός σκιτσογράφος και τραγουδοποιός Κώστας Μπέζος ήταν ο δημιουργός του γελοιογραφικού τύπου του Μουσολίνι που καθιερώθηκε στις ελληνικές γελοιογραφίες. Υπερφίαλος μα και θρασύδειλος, όταν ο γελοιογραφικός Μπενίτο δεν συνοδευόταν από κάποιον εύζωνα που τον «έβαζε στη θέση του», πήγαινε παρέα με το σύμβολο της ήττας του, το τσαρούχι, συνδεδεμένο με την ελληνικότητα και το μνημειώδες του φιάσκο. Η λογοκρισία όμως, ακόμα κι αν χαλαρώνει, πάντα καραδοκεί και βάζει τα όριά της. Επέβαλε στους γελοιογράφους αποκλειστικά την διακωμώδηση του Ιταλού ηγέτη και του στρατού του, κόβοντας οποιαδήποτε νύξη στον φασισμό και ειδικά στη Γερμανία και στον Χίτλερ. Υπήρχαν όμως και οι γελοιογράφοι που ξέφευγαν και τοποθετούσαν συνειδητά τον αντιφασισμό στα σκίτσα τους, όπως ο Φωκίων Δημητριάδης και ο Νίκος Καστανάκης που κατονόμαζε τον φασισμό ως εχθρό μέσα στο ίδιο το «Ημερολόγιο Νεολαίας» της φασιστικής ΕΟΝ! Ο Μπέζος (πάνω αριστερά) βάζει τον Μουσολίνι πάνω από τον τάφο του φασισμού, ενώ ο Καστανάκης (πάνω δεξιά) «αποδεσμεύει» τη δαμόκλειο σπάθη/φάσκες πάνω από τον δικτάτορα! Ίσως η απόλυτη γελοιογραφία του Μουσολίνι, διαμετρικά αντίθετη της αφίσας στο Palazzo Braschi, δημιουργήθηκε από τον Μπέζο. Σε αυτήν ο γελοιογράφος, σε έναν αυτοαναφορικό οίστρο, απεικονίζει τον εαυτό του φαντάρο με τα μολύβια στην τσέπη της χλαίνης, να αγκαλιάζει τον σαστισμένο Ντούτσε φέροντας τη λεζάντα «Ο σκιτσογράφος μας κ. Μπέζος στρατευθείς αποχαιρετά τους προσωπικούς του… φίλους». Ο Κώστας Μπέζος γελοιογραφεί τον εαυτό του να αποχαιρετά τον «ήρωά του» Μουσολίνι για να πολεμήσει στο μέτωπο! Ο Μουσολίνι δεν είναι πια ούτε ο μεγαλόσχημος ηγέτης ούτε ο απειλητικός εχθρός. Είναι σε τέτοιο πλέον σημείο διασκεδαστής του λαού που ο ίδιος του ο «δημιουργός» τον φιλά στο μάγουλο σαν οικείο του, το σκιτσογραφικό του «παιδί». Ο Μουσολίνι δεν ήταν πια άνθρωπος ή τέρας, ήταν ένας χάρτινος κλόουν, ένα μεγάλο καλό ανέκδοτο που, παρά τη φασιστική αναζωπύρωση που ζούμε τώρα στην Ευρώπη, κάνει τον κόσμο να γελά εδώ και 80 χρόνια… Και το σχετικό link...
  4. Από τον Παπαφλέσσα (αριστερά) μέχρι τον Μιαούλη (δεξιά) η εικονογραφία βασίζεται σε ζωγραφικά έργα καλλιτεχνών του 19ου αιώνα, ενώ δεσπόζουν τα σύμβολα όπως η σημαία και κυριαρχούν η λεβεντιά και η γενναιότητα. Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα των εκδόσεων Ατλαντίς (Πεχλιβανίδης) έφεραν τη δεκαετία του 1950 στην Ελλάδα μια πλειάδα έργων της παγκόσμιας κλασικής λογοτεχνίας (Οι Άθλιοι, Μεγάλες Προσδοκίες, Έγκλημα και Τιμωρία, Μόμπυ Ντικ, Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, Δον Κιχώτης, Άμλετ κ.ά.) διασκευασμένων και προσαρμοσμένων σε κόμικς. Από τα μέσα της δεκαετίας όμως, επιχειρώντας να διευρύνουν το κοινό τους, εμπλούτισαν τη σειρά με θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος και ιστορίες από την αρχαιότητα, το Βυζάντιο και το 1821, σε τεύχη που κυκλοφορούσαν αποκλειστικά στην ελληνική αγορά και ήταν δημιουργημένα από Έλληνες συγγραφείς, σεναριογράφους, ζωγράφους, εικονογράφους, χαράκτες κ.λπ. Έχοντας την κατάλληλη άδεια από τους Αμερικανούς εκδότες, ανέθεσαν σε σημαντικούς δημιουργούς το έργο αυτό (Βασίλης Ρώτας, Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Νίκος Ρούτσος στα σενάρια, Κώστας Γραμματόπουλος, Άκης Αβαγιανός, Παύλος Βαλασάκης, Βασίλης Ζήσης, Νίκος Καστανάκης, Γιάννης Δραγώνας, Μέντης Μποσταντζόγλου στα σχέδια) και προχώρησαν στην έκδοση μιας σειράς τίτλων γύρω από την ελληνική επανάσταση που όλοι χαρακτηρίζονταν από την αποθέωση της ελληνικής ψυχής, τους ηρωισμούς, το απαράμιλλο θάρρος, το πάθος για την ελευθερία, το ακατάβλητο πνεύμα. Και, φυσικά, από τις αναγκαίες κορόνες περί του μεγαλείου της θρησκείας, της τρισχιλιετούς και αδιαιρέτου ελληνικής ιστορίας, της αυτοθυσίας και της αυταπάρνησης. Οι ήρωες της Επανάστασης στις εικόνες των εξωφύλλων, παραπέμπουν στη βυζαντινή αγιογραφία Ατσαλάκωτοι μπουρλοτιέρηδες Διάσημοι συγγραφείς, όπως ο Βασίλης Ρώτας, και δεξιοτέχνες εικονογράφοι, όπως ο Κώστας Γραμματόπουλος, είναι υπεύθυνοι για τον μεγαλύτερο αριθμό τευχών της σειράς Σχεδόν στο σύνολο των έργων που αφορούν την ελληνική επανάσταση επαναλαμβάνονται, είτε στα προλογικά σημειώματα είτε στα κείμενα του εκάστοτε αφηγητή, οι γνωστές ρητορείες περί αδάμαστου ελληνισμού, αναμασώνται ηθικοπλαστικού τύπου διδάγματα και επανέρχονται κλισέ εκφράσεις και στερεοτυπικά απαράλλαχτα υμνητικά λογύδρια για την ανδρεία, τη γενναιότητα, την αποφασιστικότητα, την αφοσίωση, την ανιδιοτέλεια, την πίστη, το έθνος, την πατρίδα, την ορθοδοξία, την εθνεγερσία. Η γλώσσα αυτή σε συνδυασμό με τις εικόνες που στηρίζονταν σε μια εύκολα χειραγωγήσιμη και διαχειρίσιμη σχεδιαστική «καθαρότητα» και απλοποίηση συνέθεταν σε κάθε αυτοτελή ιστορία ένα μικρό παραμύθι που, στην περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα της μετεμφυλιακής Ελλάδας και με τη Δεξιά να επικρατεί εξοντώνοντας και εξορίζοντας τους πολιτικούς αντιπάλους της, συνόδευε τον κυρίαρχο κρατικό λόγο όπως εκφραζόταν και επιβαλλόταν στα σχολικά βιβλία, στις γιορτές και στις παρελάσεις, στις εθνικές αφηγήσεις. Δεν είχαν σημασία και τόσο πολύ η ιστορική ακρίβεια, ο αναστοχασμός, η διαλεκτική, η τεκμηρίωση, η σχέση της ελληνικής επανάστασης με άλλες εξεγέρσεις της εποχής της, η σύνθεση του επαναστατικού υποκειμένου, το πολιτικό στοιχείο. Το μόνο ή ένα από τα λίγα που ενδιέφεραν τους συντελεστές των Κλασσικών Εικονογραφημένων ήταν να περιγράψουν σε αδρές γραμμές αυτά που, λίγο-πολύ, μάθαιναν τα παιδιά στα σχολεία χρησιμοποιώντας μια γλώσσα απλή και κατανοητή, χωρίς υπαινιγμούς και «κινδύνους» για παρεξηγήσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι το μεγαλύτερο μέρος των εξωφύλλων των Κλασσικών Εικονογραφημένων που αφορούσαν το 1821 αποτελούσαν ταυτόχρονα τις αλήστου μνήμης εικόνες στις σχολικές αίθουσες (ορισμένες χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα!) που ανασύρονταν σε κάθε εθνική εορτή, καρφώνονταν με πινέζες ή στερεώνονταν με σελοτέιπ και κάλυπταν με τα βλοσυρά και αποφασιστικά πρόσωπα των ηρώων τοίχους και διαδρόμους, πάντα σε γαλανόλευκο φόντο, ανάμεσα σε καριοφίλια και αρχαιοπρεπή τσιτάτα προορισμένα να συντελούν στην εθνική ανάταση, με ισχυρές δόσεις κιτς. Παράδοξο ήταν, ωστόσο, το γεγονός ότι η πλειονότητα των δημιουργών που συνεργάστηκαν και φιλοτέχνησαν τα εγχώρια Κλασσικά Εικονογραφημένα ήταν προοδευτικοί καλλιτέχνες αριστερών καταβολών, με θητεία -προγενέστερα αλλά και μεταγενέστερα- σε εντελώς διαφορετικά έντυπα. Μια εξήγηση δίνει ο Γιάννης Σκαρπέλος, πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου, στο αναλυτικότατο και διεξοδικό βιβλίο του Ιστορική Μνήμη και Ελληνικότητα στα Κόμικς (εκδόσεις Κριτική, 2000): «Είναι επικίνδυνα απλουστευτική η στάση όσων καταδικάζουν τα Κλασσικά Εικονογραφημένα ως λιανοπωλητές του αμερικανικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, επειδή τα διένεμε η σύζυγος του Αμερικανού Πρέσβη στα ορφανοτροφεία. Και την θεωρούμε ως επικίνδυνα απλουστευτική, διότι μέσα από την αξιολογική κρίση και απόρριψη τα διαγράφουν, παραβλέποντας το γεγονός ότι τα τεύχη των Κλασσικών Εικονογραφημένων επανεκδίδονταν ως τα τέλη τουλάχιστον της δεκαετίας του ’70, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 επιχειρήθηκε μια ακόμη επανέκδοσή τους. Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα μίλησαν για το παρελθόν σε πολλές γενιές, εξοικειώνοντάς τες με μια εκδοχή του η οποία μπορούσε να συμβαδίζει ταυτόχρονα με τις αριστερές πεποιθήσεις των δημιουργών και με τις δεξιές αντιλήψεις που επιβάλλονταν στην κοινωνία. »Πιστεύουμε ότι η ιδεολογική ισορροπία ανάμεσα στα δύο, αλλά και το γεγονός ότι είναι μία από τις λίγες σειρές με τόσο μακροχρόνια και συστηματική παρουσίαση του παρελθόντος, καθιστά εύλογη την ενασχόληση με αυτήν, και τη συσχέτιση με τις υπόλοιπες εκδοχές του παρελθόντος που αναπτύσσονται την ίδια περίοδο, τους υπόλοιπους λόγους για το παρελθόν – πολιτικούς ή εκπαιδευτικούς». Από την άλλη, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα τεύχη συνέβαλαν στη φιλαναγνωσία και είχαν μια αναμφισβήτητη εκπαιδευτική και παιδαγωγική διάσταση, καθώς έδιναν στα παιδιά την ευκαιρία να διαβάσουν ολοκληρωμένες ιστορίες και να παρακολουθήσουν εικονοποιημένα τα περιστατικά που λαμβάνουν χώρα σε αυτές. Οι εικόνες, τα πορτρέτα, οι τοπιογραφίες και οι πολυπληθείς σκηνές μάχης βασίζονταν εν πολλοίς στη διαδεδομένη εικονογραφία της ελληνικής επανάστασης, όπως την είχαν διαμορφώσει ζωγράφοι του δέκατου ένατου αιώνα, μεταξύ των οποίων ο Ευγένιος Ντελακρουά, ο Καρλ Κρατσάιζεν, ο Θεόδωρος Βρυζάκης, ο Διονύσιος Τσόκος, ο Πέτερ Φον Ες, ο Λουντοβίκο Λιπαρίνι, ο Τζοβάνι Μπότσι κ.ά., ορισμένοι μάλιστα εξ αυτών έχοντας ιδία πείρα, καθώς βρέθηκαν στην Ελλάδα το 1821 και τα χρόνια που ακολούθησαν. Ο εξωραϊσμός των πολεμικών σκηνών, η ωραιοποίηση των ηρώων, οι ευθυτενείς κορμοστασιές, οι ατσαλάκωτες και ολόλευκες φουστανέλες, τα γυαλιστερά καριοφίλια, τα φροντισμένα μουστάκια εν καιρώ πολέμου συνέβαλαν σε μια εικόνα εορταστικού πανηγυριού παρά θανατηφόρων μαχών σώμα με σώμα. Τα κείμενα, αν και υπέπιπταν συχνά σε έναν ηθικοδιδακτικό και πατερναλιστικό τρόπο αφήγησης, μιλώντας για ηρωισμούς, μαρτυρικούς θανάτους, θρυλικές εφορμήσεις και επικούς θριάμβους, ήταν πάντα προσεγμένα ως προς το γλωσσικό μέρος. Και με εξαίρεση ορισμένες υπερβολές, για παράδειγμα στον ρόλο της θρησκείας, εμφορούνταν από μια εξύμνηση του προτάγματος για ελευθερία, για αγώνα, για εξέγερση. Μέσα στις αντιφάσεις τους, τα Κλασσικά Εικονογραφημένα για την ελληνική επανάσταση προσφέρουν ψήγματα γνώσης για το ιστορικό παρελθόν αλλά, ακόμη περισσότερο, αποτελούν αποτυπώματα της χρονικής συγκυρίας κατά την οποία δημιουργήθηκαν, μιας ταραγμένης και σκοτεινής περιόδου της σύγχρονης Ελλάδας. Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.