Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Βιτσέντζος Κορνάρος'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Το κλασικό ποίημα της κρητικής μεσαιωνικής λογοτεχνίας, του Βιτσέντζου Κορνάρου, διασκευασμένο από τους Παπαμάρκο, Ράγκο και Γούση σε σχέδιο του Γούση. Χωρισμένο σε 5 μέρη, όπως και το αυθεντικό ποίημα στο οποίο υποψιάζομαι πως μένει πιστό. Το σχέδιο δένει πάρα πολύ με το περιεχόμενο αφού βγάζει την λαϊκή ελληνική τέχνη έτσι όπως την ξέρουμε στα έργα του Θεόφιλου κτλ ενώ εκεί που πρέπει αποκτά περισσότερες διαστάσεις με σύγχρονο σχεδιασμό και σκηνοθεσία. Χρωματισμός πάρα πολύ έντονος, δεν είναι κακός σε καμία περίπτωση αλλά θα ήθελα να δω πως θα φαινόταν σε άλλο τόνο. Η έκδοση πάρα πολύ καλή, με αυτάκια, χρυσά ανάγλυφα γράμματα στο εξώφυλλο και μέσα και προσεγμένη στη λεπτομέρεια εσωτερική διακόσμηση και γραφιστική επιμέλεια. Θα έλεγα πως είναι υποδειγματικό. Κυκλοφόρησε σε 2000 αντίτυπα, ενώ είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Δημήτρη Αρμάου. Ευχαριστούμε για τα εξώφυλλα των ανατυπώσεων τους hudson & chrisbouk.
  2. Ο Ερωτόκριτος σε κόμικ Οι δημιουργοί του «ελληνικού Game of Thrones» εξηγούν πώς ένα κείμενο του 17ου αιώνα μπορεί να μετατραπεί σε ποπ ανάγνωσμα. Του Δημήτρη Θεοδωρόπουλου, για το Βήμαgazino: «Ξέχνα τον! Είστε από διαφορετικούς κόσμους. Αυτή η σχέση είναι αδύνατο να προχωρήσει. Ερωτας είναι, θα σου περάσει. Δεν είσαι δα και η πρώτη που ερωτεύτηκε!». «Νομίζεις ότι το διάλεξα να πονάω γι' αυτόν; Ο έρωτας περνάει μόνο αν τον ζήσεις!». Αυτός ο διάλογος της ερωτευμένης Αρετούσας με την επιφυλακτική παραμάνα της, από το graphic novel «Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου» των Γιώργου Γούση, Δημοσθένη Παπαμάρκου και Γιάννη Ράγκου (εκδ. Polaris), θα μπορούσε να εμφανίζεται σε ένα σύγχρονο ερωτικό μυθιστόρημα. Οι σκηνές της επικής μάχης των Αθηναίων με τους Βλάχους, οι εντάσεις, οι μονομαχίες, το σασπένς, το σπλάτερ θα μπορούσαν να εμφανίζονται σε μια ελληνική προσαρμογή του «Game of Thrones». Ο λόγος που διαπνέει όλο το κόμικ είναι νεοελληνικός, πεζός, ενώ παρεμβάλλονται αυτούσια αποσπάσματα από τον αυθεντικό «Ερωτόκριτο», σαν λεζάντες. Τα χρώματα της αρχαίας Αθήνας είναι ατμοσφαιρικά, παραμυθένια, μεσογειακά. Η σύνθεση των στοιχείων από την έμμετρη μυθιστορία του «Ερωτόκριτου» του Βιτσέντζου Κορνάρου, μια ιστορία που συνήθως διδασκόμασταν επιφανειακά στο μάθημα των Νέων Ελληνικών, είναι εντυπωσιακή. Οι δημιουργοί του κόμικ που κυκλοφόρησε πρόσφατα, ο βραβευμένος διηγηματογράφος Δημοσθένης Παπαμάρκος και ένας από τους πιο ταλαντούχους κομίστες της Ελλάδας, ο Γιώργος Γούσης, εξηγούν το σκεπτικό πίσω από αυτό το τόσο ενδιαφέρον μεσογειακό fantasy. Ο Παπαμάρκος, συγγραφέας του βραβευμένου «Γκιακ», μιλάει για την προσαρμογή των διαλόγων: «Στους διαλόγους, στα μπαλονάκια δηλαδή, χρησιμοποιήσαμε νεοελληνικό πεζό λόγο χωρίς νεολογισμούς. Φυσικά, το περιεχόμενο των διαλόγων ορίστηκε από το πρωτότυπο κείμενο του Κορνάρου. Με άλλα λόγια, κρατήσαμε το νόημα, απλώς κάναμε το έμμετρο πεζό. Στα αφηγηματικά μέρη, στις λεζάντες, πήραμε αυτούσια αποσπάσματα από τον αυθεντικό "Ερωτόκριτο", και συγκεκριμένα από τα μέρη όπου μιλάει ο ποιητής, και τα ταιριάξαμε με τις αντίστοιχες εικόνες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, χρειάστηκε να επέμβω και να συνθέσω τα δίστιχα που χρησιμοποιήθηκαν "μοντάροντας" στίχους που δεν βρίσκονταν πλάι πλάι στο αρχικό κείμενο». Πόσο εύκολο είναι να μετατρέψεις ένα κλασικό κείμενο του 17ου αιώνα σε σύγχρονο κόμικ; Ο Γιώργος Γούσης εξηγεί: «Ο Ερωτόκριτος είναι ένα έργο που δεν ανήκει μόνο στην ελληνική λογοτεχνική παράδοση, αλλά και σε αυτή της Αναγέννησης. Ως τέτοιο, αντλεί στοιχεία από διαφορετικές εποχές και πολιτιστικές παραδόσεις (π.χ. της κλασικής αρχαιότητας, του Βυζαντίου, της δυτικής Αναγέννησης κ.τ.λ.), τις οποίες, ωστόσο, μάλλον υπαινίσσεται γλωσσικά, παρά περιγράφει με ακρίβεια. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι που το κάνει ιδιαίτερα πρόσφορο για μεταφορά σε κόμικ, αφού επιτρέπει μια ελευθερία όσον αφορά την ανάπλαση ενός νέου φανταστικού κόσμου με πλήθος στοιχείων από διάφορους υπαρκτούς πολιτισμούς. Θεώρησα πως για μένα αυτό ήταν μια πρόκληση με την οποία ήθελα να αναμετρηθώ. Αντλήσαμε στοιχεία από τη ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, τον ρουχισμό αλλά και τον οπλισμό όλων τον διαφορετικών πολιτιστικών παραδόσεων που συνδυάζει το πρωτότυπο έργο και μετά προσπάθησα να τα συνθέσω έτσι ώστε να φαίνονται οργανικά. Η δυσκολία ήταν ότι το κολάζ που ήθελα να φτιάξω έπρεπε στο τέλος να μην ξενίζει, να μην εντυπωσιάζει μόνο τον αναγνώστη, αλλά κυρίως να τον πείθει». Το έργο καταπιάνεται ακροθιγώς με σύγχρονα και διαχρονικά ζητήματα, όπως ο φεμινισμός, η δύναμη του έρωτα, το χάσμα των ταξικών διαφορών, ο σύγχρονος (αλλά όχι αργκό) λόγος δύο νέων ανθρώπων μέσα από τις δυστοπίες της κάθε εποχής. Και όλα αυτά με μια ποπ ανάγνωση της αρχαίας Ελλάδας. Είναι μια εντυπωσιακή δουλειά, όπως όλες όσες γίνονται με τόσο μεράκι. * Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 5 Ιουνίου 2016
  3. Ο «Ερωτόκριτος» στον κόσμο του κόμικς ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Ο τρόπος που έχουν απεικονιστεί οι φιγούρες, φέρνει στον νου μορφές από αρχαία ελληνικά αγγεία. Οι λεπτομερείς ιπποτικές στολές εντυπωσιάζουν. Η σκηνοθεσία δείχνει μελέτη σε βάθος. Οι σκηνές τρέχουν, υπάρχει ένταση και αγωνία. Κάποια καρέ, ειδικά αυτά με τις μάχες, είναι άξια θαυμασμού, ζωντανά, γεμάτα δυναμισμό. Και η ίδια η ιστορία, από τις καντάδες του Ερωτόκριτου με το λαγούτο στο παραθύρι της Αρετούσας μέχρι το τελικό σμίξιμο των δύο τραγικών ηρώων, ξεδιπλώνεται με ρυθμό. Οι Γιώργος Γούσης, Δημοσθένης Παπαμάρκος και Γιάννης Ράγκος διασκεύασαν σε graphic novel τον «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου, και οι έμμετροι και ομοιοκατάληκτοι στίχοι του εμβληματικού έπους του 17ου αιώνα απεικονίζονται σε καρέ και συνοδεύουν αυτά. Αλλοτε αυτούσιοι και άλλοτε μεταφερμένοι στη δημοτική. Πρώτο καρέ, νύχτα στην Ακρόπολη και γύρω από αυτήν. Σκούρο μπλε ο ουρανός, κάποια άστρα. Αναμμένες φλόγες στολίζουν με πορτοκαλιές σκιές τα οικοδομήματα της αρχαίας Αθήνας. Ο ποιητής γράφει: «Στους περαζόμενους καιρούς που οι Ελληνες ορίζα/ και που δεν είχε η πίστη τους θεμέλιο μηδέ ρίζα/ εις την Αθήνα που ήτανε της μάθησης η βρώσις/ και το θρονί της αφεντιάς κι ο ποταμός της γνώσης/ τότ’ ένας νέος φρόνιμος που ’χε καιρού θεμέλιο/ του Ερωτα εγίνηκε παιχνίδι του και γέλιο», ακολουθούν και άλλες λίγες λεζάντες παρμένες από το πρωτότυπο. Ο δεκαπεντασύλλαβος στίχος του Κορνάρου υπάρχει διακριτικά· στις αρχές των κεφαλαίων ή των σκηνών, για να θυμίζει τη γλώσσα στην οποία γράφτηκε το μεγάλο έπος. Οταν όμως πηγαίνουμε στους διαλόγους, ο λόγος γίνεται σύγχρονος. Από τις ατελείωτες στροφές των διαλόγων του πρωτοτύπου έχει κρατηθεί η ουσία. Και έχει έρθει στο σήμερα, με φράσεις που συμβαδίζουν με την αισθητική ενός fantasy κόμικς. Στα «μπαλονάκια» η γλώσσα είναι καθαρή, στρωτή και «ιπποτική» – νεολογισμοί και αργκό δεν χωρούν στον «Ερωτόκριτο». Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος (συγγραφέας της εξαιρετικής συλλογής διηγημάτων «Γκιακ», εκδ. Αντίποδες) και ο Γιάννης Ράγκος (δημοσιογράφος και συγγραφέας των αστυνομικών μυθιστορημάτων «Η στάση του εμβρύου» και «Μυρίζει αίμα», εκδ. Ινδικτος) είναι οι σεναριογράφοι του κόμικς, οι οποίοι ακολούθησαν πιστά το πρωτότυπο όσον αφορά την πλοκή, αφήνοντας βέβαια πολλά απ’ έξω, αλλά τηρώντας τη βασική γραμμή των γεγονότων. Ακολουθήθηκε ακόμη και ο αναχρονισμός που υπάρχει στο έργο του ποιητή. Ο Κορνάρος δεν τοποθέτησε τον Ερωτόκριτο σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά σε μια αόριστη προχριστιανική Αθήνα, χωρίς δωδεκάθεο, με στοιχεία από την ιταλική Αναγέννηση, όπως τους ιπποτικούς αγώνες. Οπότε, αυτό που παρουσιάζουν στο κόμικς οι δημιουργοί –οι οποίοι δείχνει να άνοιξαν πολλά βιβλία, εγχειρίδια και ιστοσελίδες– είναι ένα χαρμάνι από αρχαία Αθήνα, μεσαιωνική, βυζαντινή, αναγεννησιακή και βενετσιάνικη. Το άχρονο και πολυπολιτισμικό σκηνικό είναι ταιριασμένο αρμονικά, χωρίς παραφωνίες, δεν ξενίζει τον αναγνώστη, ενώ προσδίδει ένα παραμυθένιο στοιχείο στο όλο περιβάλλον. Οι σεναριογράφοι πρώτη φορά καταπιάνονται με το κόμικς, όπως πρώτη φορά και ο σχεδιαστής Γιώργος Γούσης δοκιμάζεται σε κόμικς μεγάλης φόρμας (86 σελίδες), καθώς το βιογραφικό του μέχρι πρότινος μετρούσε ολιγοσέλιδες ιστορίες (κάποιες από τις οποίες συλλέγονται στον τόμο: «Ιστορίες από τις αθώες εποχές», εκδ. ΚΨΜ). Και ο Γούσης μάς εκπλήσσει ευχάριστα. Εχει χειριστεί το θέμα με ικανότητα. Γραμμές καθαρές, χαρακτήρες εκφραστικοί, καλοστημένα σκηνικά, κάποια έξυπνα «κοψίματα» της σελίδας σε καρέ κι ένας αέρας από άλλες εποχές, πολύ παλιές. Ο Γούσης καταφέρνει το σχέδιό του να ανταποκρίνεται στα σημερινά μοτίβα των κόμικς, να είναι επικό, αλλά να έχει παράλληλα κάτι το απροσδιόριστα αρχαιοελληνικό και μεσαιωνικό μαζί. Το χρώμα, που έκανε μαζί με τον Παναγιώτη Πανταζή (από τον οποίο αξίζει να αναζητήσετε το κόμικς του «Μαρμελάδα κεράσι», αυτοέκδοση), δεν ξεφεύγει και ενισχύει το σχέδιό του. Και όσον αφορά τις μαζικές μάχες και τις μονομαχίες, οι οποίες χορογραφήθηκαν βάσει αναγεννησιακών εγχειριδίων οπλομαχητικής αλλά και με επιρροές από τα manga, είναι γεμάτες δύναμη και ζωντάνια. Και οι μάχες, σε αυτό το ελληνικό fantasy graphic novel, είναι πολλές και σκληρές, προκειμένου ο Ερωτόκριτος και η Αρετούσα να δώσουν το πρώτο τους φιλί. ​​«Ερωτόκριτος». Σενάριο: Δημοσθένης Παπαμάρκος και Γιάννης Ράγκος. Σχέδιο: Γιώργος Γούσης. Εκδόσεις Polaris Πηγή Παρουσίαση της έκδοσης Άλλο άρθρο για το έργο. Δεύτερο άρθρο για το έργο. Τρίτο άρθρο για το έργο.
  4. Μπορεί να δημιουργήθηκε τον 17ο αιώνα, εξακολουθεί όμως να είναι πηγή έμπνευσης τόσο για μουσικές παραστάσεις που αναμιγνύουν την ροκ με τα ηπειρώτικα, όσο και για συγγραφείς και εικονογράφους που τολμούν μια νέα προσέγγιση στο διαχρονικό έργο του Βιτσέντζου Κορνάρου. Το έμμετρο ερωτικό μυθιστόρημα, που αν και παλαιότερα επικρίθηκε ως ένα ευτελές λαϊκό δημιούργημα, αποτέλεσε για αιώνες το δημοφιλέστερο ανάγνωσμα του ελληνισμού και σήμερα βιώνει μία ακόμα νιότη μέσα από τα μάτια σύγχρονων καλλιτεχνών. Προκειμένου να εντοπίσουμε το στοιχείο που κάνει τους νέους δημιουργούς να επιστρέφουν στο κείμενο που επηρέασε όσο κανένα τη νεοελληνική ποίηση, μιλήσαμε με την ομάδα που μετέτρεψε τον Ερωτόκριτο σε κόμικ, αλλά και με τον Δημήτρη Αποστολάκη των Χαΐνηδων. To graphic novel που θυμίζει Game of Thrones Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος, βραβευμένος συγγραφέας και ένας εκ των δύο διασκευαστών, μας εξηγεί ότι «Ο Ερωτόκριτος είναι ένα έργο που δεν ανήκει μόνο στην ελληνική λογοτεχνική παράδοση, αλλά και σε αυτή της Αναγέννησης. Ως τέτοιο αντλεί στοιχεία από διάφορες ιστορικές εποχές και πολιτισμικές παραδόσεις –π.χ. της Κλασσικής Αρχαιότητας, του Βυζαντίου, της Βενετίας και της δυτικής Αναγέννησης, κλπ.- κι έτσι συνθέτει έναν κόσμο αμάλγαμα όλων αυτών, τον οποίο ωστόσο μάλλον υπαινίσσεται γλωσσικά, παρά περιγράφει με ακρίβεια». Ο Γιώργος Γούσης, ο σχεδιαστής κόμικ που ανέλαβε την εικονογράφηση του έργου, προσθέτει ότι «αυτό το χαρακτηριστικό είναι που κάνει το έργο του Κορνάρου ιδιαίτερα πρόσφορο για μεταφορά σε κόμικ, αφού επιτρέπει μία ελευθερία όσον αφορά την ανάπλαση ενός νέου φανταστικού κόσμου με πλήθος στοιχείων από διάφορους υπαρκτούς πολιτισμούς», ενώ ο δεύτερος διασκευαστής, ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Γιάννης Ράγκος, αναφέρεται στην αγάπη της ομάδας για το πρωτότυπο κείμενο: «Κάθε διασκευή έργου δεν μπορεί παρά να έχει ως αφετηρία της αυτή την αγάπη». Όπως εξηγούν η πρόταση της διασκευής ενός κλασσικού έργου της νεοελληνικής λογοτεχνίας σε κόμικ ήρθε από τους ανθρώπους του εκδοτικού οίκου “Polaris”. «Στο τραπέζι έπεσαν διάφοροι τίτλοι έργων συγγραφέων όπως ο Βιζυηνός, ο Παπαδιαμάντης κ.ά., τα οποία ωστόσο απορρίφθηκαν για διάφορους λόγους το καθένα. Κάποια στιγμή, ο Δημοσθένης πρότεινε τον "Ερωτόκριτο", αλλά επειδή σε ένα κόμικ ο δημιουργός που επωμίζεται το πιο κοπιώδες μέρος της δουλειάς, και γι’ αυτό πρέπει να μπορεί να οραματιστεί το έργο ως το τέλος, είναι ο σχεδιαστής, τα μάτια έπεσαν στον Γιώργο. Εκείνος ανταποκρίθηκε αμέσως και με ενθουσιασμό και στην συζήτηση που ακολούθησε η επιλογή οριστικοποιήθηκε». Οι βασικές προκλήσεις που αντιμετώπισαν ήταν δύο: Η πρώτη είχε να κάνει με την επιλογή της γλώσσας. Ο Δημοσθένης εξηγεί: «Ο Ερωτοκριτος όπως όλοι γνωρίζουμε είναι γραμμένος σε λόγο ποιητικό, σε στίχους. Αποφασίσαμε λοιπόν όσον αφορά τους διαλόγους, τα "μπαλονάκια", να αποδώσουμε μεν το νόημα του πρωτότυπου κειμένου του Κορνάρου, αλλά σε έναν πεζό νεοελληνικό λόγο απαλλαγμένο όσο το δυνατόν από νεολογισμούς. Κάτι τέτοιο, εκτός από συνεπές με την τέχνη των κόμικς, διευκολύνει κατά πολύ την ανάγνωσή του από τα παιδιά, τα οποία είναι ένα κοινό που το συγκεκριμένο κόμικ δεν θέλει να αποκλείσει. Όμως, θα ήταν αδιανόητο για εμάς να υπάρξει αυτό το κόμικ και να λείπει η αυθεντική γλώσσα του Κορνάρου. Έτσι, στα μέρη του αφηγητή, στις λεζάντες που λέμε, παρατίθενται αυθεντικά αποσπάσματα από το πρωτότυπο έργο με ελάχιστες προσαρμογές». Η δεύτερη πρόκληση ήταν ο μεγάλος όγκος της έρευνας που έπρεπε να γίνει έτσι ώστε να βρεθούν τα «υλικά» με τα οποία θα χτιζόταν, από την αρχή σχεδόν, οι εικόνες του κόσμου του Ερωτόκριτου. Όσον αφορά την εικονογράφηση, ο Γιώργος αναφέρει πως «μεγάλη πρόκληση συνάντησα στη σκηνοθεσία και τον ρυθμό της αφήγησης της εικόνας. Και την αντιμετώπισα χρησιμοποιώντας πιο σύνθετα και μοντέρνα μοτίβα που αντλούν τις επιρροές τους ακόμα και από τα ασιατικά κόμιξ». Οι κεντρικοί ήρωες Ο Γιώργος εξηγεί πως προσπάθησαν να μείνουν όσο πιο πιστοί γίνεται στη χαρακτηρολογία που μας δίνει ο Κορνάρος, «όμως σε ορισμένες περιπτώσεις για λόγους συμπύκνωσης της αφήγησης του κόμικ ενσωματώσαμε σε κάποιους δευτερεύοντες χαρακτήρες στοιχεία από πρόσωπα που ο ρόλος τους ήταν διαδικαστικός για την εξέλιξη της πλοκής. Με άλλα λόγια, αφού αναλύσαμε σε βάθος τους ήρωες του δράματος αναδείξαμε αυτά τα χαρακτηριστικά τους που κρίναμε ότι βρίσκονται σε συμφωνία με τους αφηγηματικούς μας στόχους». Όσον αφορά τους δύο πρωταγωνιστές, τον Ερωτόκριτο και την Αρετούσα και το πώς προσεγγίζεται η θέση της γυναίκας στο έργο, ο Γιώργος αναφέρει πως «στέκονται ισότιμα τόσο όσον αφορά τη μεταξύ τους σχέση, αλλά και στο κομμάτι που αφορά την επιρροή που έχουν οι πράξεις του καθένα τους στην εξέλιξη της ιστορίας. Και οι δύο συγκρούονται, με τον δικό τους τρόπο, στο ταξικό εμπόδιο που μπαίνει στην σχέση τους από τον βασιλιά και πατέρα της Αρετούσας ο οποίος εκπροσωπεί την εξουσία. Ο Ερωτόκριτος δεν είναι πρίγκιπας, είναι απλά ευγενής, γιός πιστού συμβούλου του βασιλιά, και γι΄αυτό η πρότασή του να παντρευτεί την Αρετούσα παίρνει διάσταση προσβολής των θεσμών και της εξουσίας. Η πρόταση όμως έχει έρθει μετά από πίεση της Αρετούσας προς τον Ερωτόκριτο. Κι ενώ ο Ερωτοκριτος εξορίζεται, η Αρετούσα επίσης φυλακίζεται ως αποτέλεσμα της αντίθεσής της στην επιθυμία του βασιλιά πατέρα της να την παντρέψει παρά τη θέλησή της. Βλέπουμε δηλαδή έναν αγώνα του ατόμου για προσωπική ελευθερία απέναντι στην καταπιεστική εξουσία κάθε μορφής, αλλά και της γυναίκας για την κατάκτηση του ισότιμου λόγου απέναντι στον εξουσιαστικό ανδρικό λόγο που εκπροσωπείται από την πατριαρχική φιγούρα του βασιλιά». Ο Γιάννης συμπληρώνει: «Aν σκεφτούμε δε ότι το έργο γράφτηκε στις αρχές του 17ου αιώνα, μπορούμε να καταλάβουμε ότι μιλάμε για κάτι το ανατρεπτικό ειδικά όσον αφορά την θέση της γυναίκας στα ιπποτικά μυθιστορήματα της δύσης, όπου η γυναίκα εμφανίζεται συνήθως ως "λάφυρο" ενώ τα νήματα της ιστορίας κινούν κυρίως οι άνδρες. 
Γι’ αυτό και στο εξώφυλλο η Αρετούσα ακουμπάει μαζί με τον Ερωτόκριτο στο ξίφος προβάλλοντας τον εαυτό ως ισάξια με τον άνδρα όχι μόνο στο παιχνίδι του έρωτα, αλλά και σε αυτό του αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση και την κατάκτηση της εξουσίας». Καθώς στο πρωτότυπο κείμενο ο Κορνάρος δεν περιγράφει αναλυτικά τις μορφές των πρωταγωνιστών, ο Γιώργος επέλεξε να καταφύγει στην Αρχαία Ελληνική τέχνη, και συγκεκριμένα στην αγγειογραφία, για να βρει την τεχνοτροπία που κατά τη γνώμη του προσφερόταν για την απόδοση των προσώπων. «Αυτό γίνεται περισσότερο φανερό παραδείγματος χάριν στις νυχτερινές σκηνές, όπου οι ανθρώπινες φιγούρες μοιάζουν βγαλμένες από μελανόμορφα αρχαιοελληνικά αγγεία. Όσον αφορά τα χρώματα επιλέξαμε μαζί με τον Παναγιώτη Πανταζή πιο "χτυπητούς" τόνους, για να τονίσουμε το παραμυθικό στοιχείο της αφήγησης. Στις ατμόσφαιρες διαλέξαμε σαν "πρωταγωνιστή" το αττικό φως και τις ξάστερες νύχτες της καλοκαιρινής Ελλάδας. Από εκεί και πέρα, όλη η σκηνογραφία κι ενδυματολογία είναι μία σύνθεση από αρχιτεκτονικά ρεύματα, ενδύματα, οπλισμούς, κλπ διάφορων εποχών και πολιτισμών που κρίναμε ότι ο απόηχός τους καταγράφεται στο έργο του Κορνάρου. Ο Δημοσθένης, χάρη στις γνώσεις του ως ιστορικός με βοήθησε πολύ σε αυτό το κομμάτι της έρευνας όπως και στη δύσκολη δουλειά της χορογράφησης των μαχών, τις οποίες αποφασίσαμε να αναπαραστήσουμε για λόγους ρεαλισμού στηριζόμενοι σε αναγεννησιακά εγχειρίδια οπλομαχητικής. Την ίδια λογική ακολουθήσαμε και για τα αρχιτεκτονήματα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το παλάτι του βασιλιά το οποίο είναι βασισμένο στα σχέδια του Καρλ Φρίντριχ Σίνκελ για το παλάτι του Όθωνα στην Ακρόπολη. Ο Γιάννης, με τη γνωστή του αγάπη για την Αθήνα, τα είχε στη συλλογή του και τα πρόσφερε σαν από μηχανής θεός όταν χρειάστηκε». Η μέθοδος και η συνεργασία Αν και η επιλογή της ομάδας ήταν να μείνουν όσο το δυνατόν πιο πιστοί στο πνεύμα του έργου του Κορνάρου διευκρινίζουν πως η διασκευή σε ένα άλλο αφηγηματικό μέσο, εν προκειμένω το κόμικ, προϋποθέτει την μετάβαση σε έναν διαφορετικό κώδικα με τους δικούς του κανόνες, τους οποίους επίσης οφείλει κανείς να υπηρετήσει πιστά. «Άλλωστε, σε μια διασκευή είναι εξίσου αναγκαίο να είσαι πιστός στο πρωτότυπό σου και ταυτόχρονα "ασεβής" προς αυτό. Διαφορετικά, αν δεν έχεις κάτι νέο να πεις, η διασκευή είναι κενή νοήματος». Ανθρώπινες σχέσεις, έρωτας, κοινωνικές ανισότητες και συγκρούσεις: Είναι τελικά αυτά τα στοιχεία μιας καλής, διαχρονικής ιστορίας; Ο Δημοσθένης απαντά: «Ο Ερωτόκριτος έχει καθιερωθεί ως έργο κλασσικό. Το βασικό χαρακτηριστικό ενός κλασσικού έργου είναι ότι είναι διαχρονικό, άρα και σύγχρονο σε κάθε εποχή. Τα μοτίβα και τα θέματα που θίγει αλλά και ο τρόπος που χτίζει την πλοκή του δεν είναι μονάχα εξαιρετικός, αλλά και καινοτόμος σε σύγκριση με τα δυτικά ιπποτικά μυθιστορήματα, στην παράδοση των οποίων ανήκει.» Ο Γιάννης, αναφερόμενος στη στιχουργική δεινότητα του Κορνάρου συμπληρώνει ότι «Δεν είναι υπερβολή να μιλήσουμε για ένα αριστούργημα της Ελληνικής γλώσσας. Βέβαια στο κόμικ υπάρχει ένα μικρό σχετικά δείγμα αυτού, το οποίο προσπάθησε ο Γιώργος να το αναπληρώσει με την εικόνα και τον ρυθμό της αφήγησης. Το αν τα κατάφερε θα το κρίνουν οι αναγνώστες, πάντως ο στόχος ήταν αυτός». Όσο για το αν θα επιχειρήσουν και άλλες διασκευές έργων της νεοελληνικής λογοτεχνίας σε κόμικ, απαντούν καταφατικά, αν και προς το παρόν έχουν όλοι επιστρέψει στα προσωπικά τους πρότζεκτ, τα οποία είχαν «παγώσει» για όσο καιρό δουλεύανε πάνω στον Ερωτόκριτο. «Σίγουρα, θα ακολουθήσουν από τις εκδόσεις Polaris κι άλλες διασκευές στις οποίες θα συμμετέχουν είτε κάποιοι από εμάς είτε άλλοι δημιουργοί» καταλήγουν. «Για μένα, το κεντρικό πρόσωπο του έργου δεν είναι ούτε ο Ερωτόκριτος ούτε η Αρετούσα» Τη δική τους ανάγνωση στο έργο του Κορνάρου, πλαισιωμένη από ποικίλα μουσικά μοτίβα (μεταξύ αυτών κρητικά, ηπειρώτικα, ανατολίτικα, τζαζ, αλλά και ροκ) παρουσιάζουν την Πέμπτη 21 Απριλίου στη Θεσσαλονίκη οι Χαΐνηδες, σε συνεργασία με την ομάδα χορού και ακροβασίας «Κι όμως κινείται». Ο Δημήτρης Αποστολάκης των Χαΐνηδων εξηγεί τον βαθύτερο λόγο της επιλογής του Ερωτόκριτου ως εξής: «Nομίζω ότι ήταν η ανάγκη κατάδυσής μας σε πρώτες αρχές. Η συναισθηματική φτώχεια και η αρρυθμία της ζωής μας αντανακλάται στη φτώχεια και την αρρυθμία της πλαστικής, στιλιζαρισμένης, ξύλινης γλώσσας που χρησιμοποιούμε. Έτσι λοιπόν, σαν έντομα που πηγαίνουν προς το φως, καταφύγαμε στον Ερωτόκριτο, την απαρχή της ποικιλότητας κι ευρυθμίας της νεοελληνικής γλώσσας. Επίσης μέσα από το έπος καταδεικνύονται η ανάδυση του ατομικού φαντασιακού της Αναγέννησης, ο νεοπλατωνισμός, τα προδαρβινικά σπέρματα, η αντεξουσία της αρχαίας τραγωδίας, η κυκλικότητα του χρόνου των κατά φύσιν κοινωνιών και η μητρογραμμική απαρχή της ιστορικότητας. Για μένα, το κεντρικό πρόσωπο του έργου δεν είναι ούτε ο Ερωτόκριτος ούτε η Αρετούσα. Είναι η παραμάνα της η Νένα». Επισημαίνει ότι ο «Ερωτόκριτος» είναι το μόνο έπος στην Ευρώπη που ζούσε στην προφορική παράδοση μέχρι και πριν 20 χρόνια και εξηγεί πως είχε την τύχη να είναι από τους τελευταίους που τον έμαθαν έτσι. «Τον είδα δηλαδή, να λειτουργεί -όπως τα Ομηρικά έπη στην αρχαιότητα- σαν έργο αναφοράς και σαν αξιακό αρχέτυπο: στα χείλη απλών ανθρώπων, στην παρέα τους, στην εργασία τους, στη μοναξιά τους. Επομένως η τραγουδαφήγηση των "Χαΐνηδων" δεν μπορεί να μοιάζει με αναίμακτες τουριστικές θεατροποιήσεις, με έντεχνες τραγουδιστικές μελούρες ή κραυγές αυτάρεσκης κρητολαγνείας, που μας βομβαρδίζουν κατά κόρον». Όσο για το κατά πόσο ο κόσμος γνωρίζει ή πράγματι έχει διαβάσει τον Ερωτόκριτο αναφέρει πως μάλλον η πλειονότητα του κόσμου γνωρίζει μόνο μια στροφή: «Τ’ άκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα/ο κύρης σου με ξόρισε στης ξενιτιάς τη στράτα». «Δεν είναι κακό να γνωρίζουμε λίγα. Είναι η αρχή για να μάθουμε περισσότερα». Ερμηνεύοντας τη διαχρονικότητα του κειμένου ο Δημήτρης Αποστολάκης μιλάει για την αξία του «αίσιου τέλους»: «Όπως λέει κι ο Μπόρχες, το ανώτερο είδος λογοτεχνίας είναι η ποίηση και το ανώτερο είδος ποίησης είναι το έπος. Γιατί μόνο στο έπος δικαιολογείται το αίσιο τέλος. Σκεφτείτε ότι οποιοδήποτε ποίημα ή στίχος έχει αίσιο τέλος φαίνεται γελοίο, σε μια εποχή κατατεθλιμμένων ατομικοτήτων, παρηκμασμένων μύθων, που μαστίζεται από έλλειψη τελετών και οραμάτων. Γι’ αυτό είναι γοητευτικά -και σπάνια- τα έπη. Επειδή μόνο σ’ αυτά νοιώθει δικαιωμένη η ανθρώπινη ύπαρξη». Info βιβλίου: Γιώργος Γούσης, Δημοσθένης Παπαμάρκος, Γιάννης Ράγκος (2016). Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου. Αθήνα: Polaris Την ομάδα θα τη βρείτε στο Comicdom Con Athens που βρίσκεται αυτές τις μέρες σε εξέλιξη (15, 16 & 17 Απριλίου), αλλά και στο The Comic Con στη Θεσσαλονίκη (6 - 8 Μαΐου). Info παράστασης: Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου. Χαΐνηδες – Κι όμως κινείται 21 Απριλίου, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης Και το σχετικό link...
  5. Ένα μοντέρνο, γοητευτικό και ιστορικά τεκμηριωμένο graphic novel ξαναζωντανεύει ένα εμβληματικό κείμενο της Κρητικής Αναγέννησης. Είναι ο «Ερωτόκριτος» του Βιτσέντζου Κορνάρου. Δέκα χιλιάδες δώδεκα στίχοι μιας έμμετρης ερωτικής μυθιστορίας των αρχών του 17ου αιώνα ζωντανεύουν σε 449 ζωηρόχρωμα καρέ ενός εικονογραφημένου αφηγήματος του 21ου αιώνα. Είναι ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου, που για πρώτη φορά αναπτύσσεται σε ένα graphic novel 86 σελίδων (εκδ. Polaris) με τρόπο γοητευτικό όσο και ουσιαστικό, αναδεικνύοντας τον συναρπαστικό κόσμο αυτού του κορυφαίου έργου της Κρητικής Αναγέννησης, αλλά ταυτόχρονα και το πνεύμα του συγγραφέα του. Το υπογράφουν ο ταλαντούχος κομίστας Γιώργος Γούσης (εικονογράφηση) μαζί με τον βραβευμένο διηγηματογράφο του Γκιακ και ιστορικό Δημοσθένη Παπαμάρκο και τον έμπειρο ερευνητή δημοσιογράφο και συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Γιάννη Ράγκο (κείμενο). Και οι τρεις έχουν ως πυξίδα τους τη λογοτεχνία κι έτσι, ξεπερνώντας τα όρια της τέχνης των comics, απευθύνονται και στο δικό της νεανικό κοινό. Δημοσθένης Παπαμάρκος, Γιάννης Ράγκος Ο Ερωτόκριτος των Γούση, Παπαμάρκου, Ράγκου κατατάσσεται ειδολογικά στα λεγόμενα έργα Fantasy. Όμως εδώ δεν κυριαρχεί το δυτικότροπο κλίμα των κέλτικων ή των σκανδιναβικών μύθων που έχει επηρεάσει αυτό το είδος όσο και η επιστημονική φαντασία. Εδώ έχουμε ένα «μεσογειακό fantasy» χωρίς προηγούμενο, «ελληνικό Game of Thrones» το χαρακτηρίζει ο Ράγκος, που παρουσιάζει ένα ιπποτικό μυθιστόρημα λουσμένο στο μεσογειακό φως, όπου τα μόνα δάση είναι οι ελαιώνες, όπου τα άνυδρα τοπία ορίζονται από «του γλαυκού το γειτόνεμα», όπου η κατοικία μιας μάγισσας μοιάζει με τα δρακόσπιτα της Καρύστου και όπου κάθε αρχιτεκτονικό, ενδυματολογικό, στρατιωτικό στοιχείο της εικονογράφησης είναι τεκμηριωμένο μέχρι κεραίας. Βενετοκρητικός με φιλολογικά ενδιαφέροντα, μεγάλη κτηματική περιουσία στη Σητεία και δραστήρια παρουσία στη δημόσια ζωή του Χάνδακα, ο Κορνάρος άρχισε να εξιστορεί τον έρωτα και τα βάσανα του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, μετά το 1590. Ηταν 40άρης και ολοκλήρωσε το έργο στα 60 του, το 1613-14, χρονιά του θανάτου του, στον Χάνδακα («Κάστρο»), το σημερινό Ηράκλειο, όμως τοποθέτησε τις περιπέτειες των δύο νέων σε μια υποθετική και άχρονη αρχαιότητα. Η αφήγησή του είναι χωρισμένη σε πέντε μέρη, τα οποία ο Παπαμάρκος και ο Ράγκος ακολουθούν στο σενάριο του graphic novel χωρίς αλλαγές στην πλοκή ούτε αυθαιρεσίες, παρά μόνο συμπτύξεις, όμως τοποθετούν τη δράση στο πιο σύνθετο σύμπαν του Κορνάρου. Ένα σύμπαν πολυεθνοτικό και πολυπολιτισμικό -το σημερινό ζητούμενο- όπου οι μνήμες της κλασικής αρχαιότητας και του Βυζαντίου συγκατοικούν με την ενετική κουλτούρα της Αναγέννησης, με την ανατολίτικη κουλτούρα των Αράβων και των Οθωμανών, καθώς και με την κουλτούρα των βαλκανικών εθνοτήτων. Ο συγγραφέας περισσότερο το υπαινίσσεται παρά το περιγράφει -όταν π.χ. αναφέρεται στο ρηγόπουλο του Βυζαντίου που διεκδικεί την Αρετούσα ή το έθνος των Βλάχων- αλλά ο Γούσης ανασυστήνει αυτό το σύμπαν στα παλάτια και στις πόλεις, στις κονταρομαχίες και στα πεδία της μάχης, στα δώματα ή, στα στάδια και στα λιμάνια, με αναφορές σε διάσημα έργα τέχνης, με εμπνευσμένη σκηνοθεσία, εξπρεσιονιστικό φωτισμό και εναλλαγές στην ατμόσφαιρα του κάθε επεισοδίου. Οι δημιουργοί του graphic novel δεν εστιάζουν μονάχα στην ερωτική ιστορία των δύο νέων, αλλά με διεισδυτικότητα και θαυμαστή οικονομία υποβάλλουν και το πλαίσιό της ή τις συγκρούσεις που την καθορίζουν, όπως είναι: οι ταξικές διαφορές, η αμφισβήτηση της εξουσίας, τα ηθικά διλήμματα, ο πρώιμος φεμινισμός, οι σχέσεις με τους άλλους λαούς, ο πόλεμος και τα δεινά του. Έτσι η λυρική αφήγηση του Κορνάρου αποκτά δραματικό βάθος και διασταυρώνεται με τους προβληματισμούς του σύγχρονου κοινού. Οι χαρακτήρες μιλούν μεταξύ τους την προφορική γλώσσα του σήμερα. Όμως σε εκείνα τα επεισόδια όπου ο αφηγητής περιγράφει και σχολιάζει το πλαίσιο της δράσης, παρεισφρέει και ο ιδιωματικός και υπέροχα πλούσιος λόγος του Κορνάρου. Ένας λόγος μουσικός, γοητευτικός για το σύγχρονο αυτί, γραμμένος σε ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο, που πλησιάζει τη γλώσσα των δημοτικών τραγουδιών. Όπως σημειώνει στην «Εφ.Συν.» ο Παπαμάρκος: «Το γεγονός ότι μείναμε κοντά στο πρωτότυπο κείμενο είναι αυτό που μας έδωσε την ελευθερία για μια νέα ανάγνωση, η οποία αναδεικνύει στοιχεία από το έργο του Κορνάρου που έχουν μείνει υποφωτισμένα. Εμείς δεν είδαμε στον Ερωτόκριτο ένα “παλιωμένο” κείμενο που θελήσαμε να το κάνουμε “μοντέρνο”. Ισα-ίσα, πήραμε ένα κείμενο που πιστεύουμε πως είναι μοντέρνο και, μέσα από τη γλώσσα των κόμικς, προσπαθήσαμε να δείξουμε γιατί είναι μοντέρνο». O homo universalis, η φεμινίστρια και το αίμα Στους περαζόμενους καιρούς που οι Έλληνες ορίζα κι που δεν είχε η πίστη τως θεμέλιο μηδέ ρίζα εις την Αθήνα που ήτανε της μάθησης η βρώσις και το θρονί της αφεντιάς κι ο ποταμός της γνώσης, τότ’ ένας νέος φρόνιμος που ‘χε καιρού θεμέλιο, του Έρωτα εγίνηκε παιγνίδι του και γέλιο Έτσι ανοίγει το graphic novel Ερωτόκριτος: με τον λόγο του Κορνάρου και με μια συμπλοκή στη νυχτερινή Αθήνα. Ο μεταμφιεσμένος Ερωτόκριτος, με την υποστήριξη του φίλου του Πολύδωρου, κάνει ερωτική καντάδα κάτω από τα δώματα της Αρετούσας, η οποία αγνοεί ποιος είναι αλλά έχει γοητευτεί. Όμως στο μεταξύ ο πατέρας της, ο βασιλιάς Ηράκλης, έχει στείλει τη φρουρά του να μάθει την ταυτότητα του μυστηριώδη τραγουδιστή. Οι δυο νέοι αρνούνται να την ακολουθήσουν και τότε αποδεικνύεται ότι ο 18χρονος Ερωτόκριτος είναι καλός στο σπαθί όσο είναι και στο τραγούδι. Δυο φρουροί πέφτουν νεκροί και οι δυο φίλοι ξεφεύγουν στα σοκάκια της πόλης. Το επεισόδιο αναφέρεται από τον Κορνάρο στους στίχους 509-586, αλλά οι δημιουργοί του graphic novel το επέλεξαν ως αφετηριακό, δίνοντας έτσι και το στίγμα της δικής τους ανάγνωσης: μιας ανάγνωσης που προβάλλει την κοινωνική διαδικασία πίσω από την ερωτική ιστορία. «Ο Ερωτόκριτος δεν είναι ένα έργο τύπου Ρωμαίος και Ιουλιέτα με αίσιο τέλος», σχολιάζει ο Παπαμάρκος. «Η αγάπη των δύο νέων δεν είναι απλά ένα πάθος. Είναι τα κοινά “θέλω” τους, αντιμέτωπα με την καθεστηκυία τάξη. Ο νεαρός Ερωτόκριτος είναι ένας homo universalis που εξορίζεται επειδή αμφισβήτησε τη θέληση του βασιλιά». Αλλά και η Αρετούσα, συμπληρώνει απ’ την πλευρά του ο Γιάννης Ράγκος, «είναι μια πρώιμη φεμινίστρια που φυλακίζεται επειδή επιμένει πως ένας γάμος με οποιονδήποτε άλλον θα ήταν χειρότερος από φυλακή». Αντίστοιχα διαφοροποιημένη από την στερεότυπη ανάγνωση είναι η ματιά των Γούση-Παπαμάρκου-Ράγκου στις σκηνές των μαχών και των συμπλοκών που βρίθουν στο έργο του Κορνάρου. Το graphic novel του Ερωτόκριτου περιλαμβάνει πολύ βίαιες σκηνές, ρεαλιστικά εικονογραφημένες, αλλά πουθενά δεν εξιδανικεύεται ο πόλεμος όπως συμβαίνει στα αμερικανικά κόμικς Υπερηρώων. Αντίθετα επισημαίνονται τα τραύματα που προκαλεί στην κοινωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η άγρια μονομαχία του Ερωτόκριτου με τον Άριστο, που κρατά πέντε σελίδες. Ο Ερωτόκριτος έχει επιστρέψει από την εξορία μεταμορφωμένος σε «Άλλο», σε Σαρακηνό, και έχει σώσει τον βασιλιά Ηράκλη στη μάχη με τους Βλάχους. Είναι ο «καλός ξένος» τον οποίο ο Κορνάρος προβάλλει σε μια εποχή σύγκρουσης των Ενετών με τους Οθωμανούς. Και τώρα θα μονομαχήσει με τον πρόμαχο των Βλάχων για να κριθεί η έκβαση του πολέμου. Οι πολεμιστές είναι στην αρχή έφιπποι με λόγχη ο ένας και δόρυ ο άλλος, έπειτα μένουν με ξίφος και πέλεκυ αντίστοιχα, και τελικά αλληλομαχαιρώνονται με εγχειρίδια. Όμως όταν πέφτουν, το αίμα του ενός συναντά το αίμα του άλλου. Ψαγμένος και πειστικός Δεν ήταν φανατικός των κόμικς ο 30χρονος Γιώργος Γούσης, ούτε σπούδασε κινηματογράφο, κι όμως η εικονογράφηση του Ερωτόκριτου είναι αντάξια ενός καλλιτέχνη εξοικειωμένου με την έβδομη και με την ένατη τέχνη. Ο Γούσης σπούδασε γραφιστική στα ΤΕΙ, εργάστηκε ως εικονογράφος σε διάφορα έντυπα και σήμερα παραδίδει μαθήματα κόμικς σε φροντιστήριο. Το 2011 έκανε το ντεμπούτο του στην εικονογραφημένη αφήγηση με το άλμπουμ "Ιστορίες από τις αθώες εποχές" (εκδ. ΚΨΜ), που αντανακλά την ορμή και την αυτοκαταστροφική τάση των νέων στα χρόνια της κρίσης. Στη συνέχεια ξεκίνησε με τον Γ. Ράγκο ένα «βαλκανικό» graphic novel εμπνευσμένο από τους ληστές Ρετζαίους της Ηπείρου και εκεί, έπειτα από πρωτοβουλία των εκδόσεων Polaris, μπήκε σφήνα το έργο του Κορνάρου. «Το στοίχημά μου», σημείωσε στην «Εφ.Συν.» ο Γούσης, «ήταν ένα graphic novel που να μη μιμείται ούτε τα ξένα πρότυπα ούτε και τον εμβληματικό Ερωτόκριτο του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου». Ο Γούσης διάλεξε λοιπόν να δώσει στους χαρακτήρες αγγειομορφικά πρόσωπα που παραπέμπουν στον μυθιστορηματικό χρόνο του Κορνάρου, αλλά για την κίνησή τους επεξεργάστηκε την τεχνική των γιαπωνέζικων manga. Εκανε όλα τα σχέδια στο χέρι και δούλεψε σε Η/Υ μονάχα το χρώμα (μαζί με τον Παναγιώτη Πανταζή). Για το παλάτι του βασιλιά Ηράκλη χρησιμοποίησε ως πρότυπο τα σχέδια του Βαυαρού αρχιτέκτονα Σίνκελ, που είχε οραματιστεί το παλάτι του Όθωνα πάνω στην Ακρόπολη. Για τον οπλισμό και τη χορογραφία των πολεμιστών βασίστηκε σε στοιχεία που συγκέντρωσε ο Παπαμάρκος από αναγεννησιακά εγχειρίδια οπλομηχανικής, πίνακες κ.ά. Και επέμεινε στις λεπτομέρειες. «Πίστευα από την αρχή πως εάν καταφέρω να γίνω πειστικός, το graphic novel θα στείλει αναγνώστες και στο πρωτότυπο κείμενο». Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.