Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'unfollow'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Το καινούργιο άλμπουμ «Παλιές πουτάνες» του γνωστού κομίστα και σκιτσογράφου είναι ο δικός του τρόπος υποδοχής της 200ής επετείου του 1821, διατρέχοντας όλες τις εποχές από τη... σωστή πλευρά της Ιστορίας. «Παλιές πουτάνες» είναι ο τίτλος του νέου γκράφικ νόβελ ή άλμπουμ κόμικς του Σπύρου Δερβενιώτη από τις εκδόσεις Χαραμάδα: «Αυτό που ήθελα να δείξω είναι ότι όλοι αυτοί οι πολιτικοί από σόι δεν φύτρωσαν σε ιστορικό κενό, ότι η σωστή πλευρά της Ιστορίας έχει συνέχεια» μας λέει ο εξ απαλών ονύχων κομίστας και γελοιογράφος, που διατελεί υπεύθυνος επικοινωνίας του ΜέΡΑ25. Με λίγα λόγια το «καστ» της ιστορίας, που ξεκίνησε ως σειρά στο περιοδικό «Unfollow», ήταν δύο σεξεργάτριες που έκαναν πιάτσα στον Κεραμεικό έξω από ένα κτίριο όπου στεγάζονταν τα γραφεία ενός πολιτικού γόνου της συντηρητικής παράταξης, μιας γκαλερίστα και ενός χίπστερ-γραφίστα. ● Τι ήθελε να πει ο ποιητής; Ήταν ο καιρός του τζεντριφικέσιον ελληνιστί, δηλαδή του εξευγενισμού του Κεραμεικού, και ταυτόχρονα η κρίση. Η σειρά εικονογραφούσε σε πραγματικό χρόνο την κρίση του 2011-12. Ο τίτλος αναφερόταν σε όλους τους χαρακτήρες, εκτός από τις σεξεργάτριες. Αφορούσε αυτούς τους τυχοδιώκτες που ήταν ικανοί για όλα, ήταν μέσα σε όλα τα κόλπα, πουλούσαν ακόμη και τη μάνα τους. Σαν ένα ντοκιμαντέρ... ● Αυτό το σχήμα ήταν το όχημα για να σχολιάσεις την επικαιρότητα; Για να ερμηνεύσουμε την κρίση και αυτούς που βγήκαν αλώβητοι και κερδισμένοι από αυτήν, χρεώνοντας για τις υπηρεσίες τους ανάλογα με τη «στάση». Το άλμπουμ παίρνει τους ίδιους χαρακτήρες από τους προγόνους τους. Από το 1821 μέχρι σήμερα. Από τότε που ο Κεραμεικός ήταν χωράφι, ξεκινώντας από τον πρώτο πρόγονο του πολιτικού «κωλόσογου», διατρέχοντας όλες τις εποχές, Κατοχή, ΕΡΕ, Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ξανά ΠΑΣΟΚ και ξανά Ν.Δ. Όλα τα 200 χρόνια μέσα από τα μάτια των καθαρμάτων, από τους προγόνους μέχρι τους απογόνους, όλο το σόι. ● Γιατί το έκανες; Βρήκαμε εξαιρετικά ενδιαφέρον το να πιάσουμε τη ρίζα του προβλήματος και να πούμε «ρε φίλε, αυτοί δεν φύτρωσαν σε ιστορικό κενό» κι ότι η «σωστή πλευρά της Ιστορίας» έχει συνέχεια. Περιγράφει όλη αυτή την πορεία γιατί ξέρεις, υπάρχει αυτή η τάση εξωραϊσμού του παρελθόντος όπου ανάβουν τα λαμπάκια της νοσταλγίας. Μόνο που για πολλές δεκαετίες τον προηγούμενο αιώνα οι μισοί ήταν στις εξορίες και οι άλλοι μισοί άνοιγαν κεφάλια. Λένε «αχ τότε που είχαμε το ένα και το άλλο», δεν λένε όμως «αχ τότε που είχαμε ξερονήσια» και «αχ τότε που δολοφόνησαν τον Λαμπράκη». ● Δεν υπάρχει μια υπερβολή σε όλα αυτά; Καρτουνιστική αδεία; Όχι, είναι μια άγκυρα στην πραγματικότητα. Ακόμη και την ώρα που τα ζούσαμε θεωρούσαμε ότι ήταν υπερβολικά, μα ήταν όλα για όλα αληθινά. Μια τάση που συνεχίζεται αμείωτη και το 2022... ● Το Δόγμα του Σοκ σε συνέχειες; Σε εβδομαδιαίες ημερήσιες δόσεις. ● Έχεις ιστορικές αναφορές; Είναι μόνο ιστορικές αναφορές, αλλά όχι με τον μανδύα του μαθήματος της Ιστορίας. ● Είναι τόσο στραβό το «κλίμα»; Ναι, ξεκάθαρα. Για την ακρίβεια γέρνει και προς τα δεξιά. ● Με αυτά τα δεδομένα και όσα περιγράφεις βλέπεις διέξοδο; Αυτό είναι το αστείο: μέσα σε αυτό το κλίμα πάντα βλέπω διέξοδο, κόντρα σε κάθε απόδειξη για το ενάντιο. ● Πού τη βλέπεις; Δεν ξέρω, παρ’ όλα αυτά επιζούμε σαν τις κατσαρίδες, αντέχουμε. Το κλίμα είναι ωραίο, η χώρα είναι όμορφη και δυστυχώς μας συμβαίνουν και αυτά τα πράγματα. Η διέξοδος θα είναι πάντα οι χαμένοι των εμφυλίων, αλλά νικητές της ιδεολογικής ηγεμονίας. ● Ναι, κάτι τέτοια δεν λέει και η κυβέρνηση και ο Άδωνις, ότι για όλα φταίει η Αριστερά; «Για όλα αυτά φταίει η Αριστερά» και την ταυτίζει περιέργως με τον κομμουνισμό. Οτιδήποτε δεν φουσκώνει τις τσέπες ενός ολιγάρχη θεωρείται κομμουνισμός. Δεδομένου του πόσοι είναι οι ολιγάρχες, είμαστε μια χώρα γεμάτη κομμουνιστές, οπότε δικαίως ο κάθε Άδωνις ιδρώνει... ● Καλά, έχουμε στείλει στη Βουλή και σκοταδοσούρουπους τύπους, για να μην ξεχνιόμαστε... Μια χαρά συνεργοί αυτού του συστήματος ήταν και αυτοί. Αρκεί να θυμηθούμε ποια νομοσχέδια στήριξαν και υπέρ ποιων συγκεκριμένων συμφερόντων ψήφισαν. ● Τελικά είναι η αναμέτρησή σου με την Ιστορία; Τα τελευταία αρκετά χρόνια η παραγωγή κόμικς και γενικότερα κουλτούρας, ακόμη και τηλεοπτικής, δείχνει να σταματά σε θεματολογία που φτάνει το πολύ μέχρι τη δεκαετία του 1930. Έχουμε μια επιστροφή με τα δυο πόδια στο παρελθόν και έναν δισταγμό να αναμετρηθούμε με το παρόν, λες και μας έχει τρομάξει τόσο πολύ που δεν θέλουμε ούτε να ασχοληθούμε. Ελπίζω ότι αυτό το άλμπουμ καταφέρνει να κάνει το παρελθόν πιο κατανοητό, να ενώσει το νήμα με το τότε και να το ξετυλίξει μέχρι σήμερα μπας και βγάλουμε κάποιο νόημα και ξαναπατήσουμε επιτέλους το κουμπί της επανεκκίνησης. ● Υπάρχει τέτοιο κουμπί; Κάθε κουμπί ευχαρίστησης το ψάχνουμε. Και το σχετικό link...
  2. Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα κάποιοι λίγοι καταφέρνουν να λυμαίνονται τη χώρα, να προσαρμόζονται και να αφήνουν απογόνους. Αυτές οι διαχρονικές «Παλιές Πουτάνες», που διατηρούνται πάντα στον αφρό του συστήματος, βρήκαν στο πρόσωπο του Σπύρου Δερβενιώτη τον βιογράφο τους. Δύο σεξεργάτριες, η Κρίστυ και η Λούλου, ο πολιτικός γόνος Κωνσταντίνος Κολετζντηρής, ο χίπστερ γραφίστας Αντόμπης Γκάραμοντ και η γκαλερίστα Αγρίππη, που είδαν τις ζωές τους να διασταυρώνονται (και τις ζωές όλων των Ελλήνων να επηρεάζονται από αυτή τη διασταύρωση) κάπου στο Μεταξουργείο και στον Κεραμεικό όταν οι «κακόφημες» περιοχές «αναπλάθονταν», δηλαδή περνούσαν στα χέρια νέων επιδρομέων και πλιατσικολόγων, ήταν οι πρωταγωνιστές στις «Πουτάνες» του Σπύρου Δερβενιώτη («Μάνα Ρέιβερ», «Yesternow», «Ουγκ», «Διαρκής Ειρήνη», «Γιατί μας Μισούν» κ.ά.) που δημοσιεύονταν στο περιοδικό Unfollow επί σειρά ετών. Οι «Πουτάνες» μπορεί να πέρασαν στην Ιστορία, αλλά κάποια σκοτεινά σημεία του παρελθόντος των χαρακτήρων δεν φωτίστηκαν ποτέ. Με τις «Παλιές Πουτάνες» (εκδόσεις Χαραμάδα) ο Δερβενιώτης συμπληρώνει όλα τα κενά και πιάνει την ιστορία από το βαθύ παρελθόν της οικογένειας Κολετζντηρή, για να αποδείξει ότι αυτοί που κυβερνούσαν πριν από δύο αιώνες φρόντισαν να διαιωνίσουν το όνομα και την περιουσία τους για να φτάσουν οι απόγονοί τους στο σήμερα αλώβητοι, αλλά και γελοίοι. «Η χαρτογράφηση των τεκτονικών πλακών από επενδυτές, γκαλερίστες, free press, πολιτικούς και χίπστερς που συναποτελούσαν την Πανγαία με το όνομα “Ακραίο Κέντρο” και που συναντήθηκαν σε εκείνο το σημείο της Αθήνας, σε εκείνη την περίοδο της Ιστορίας, ήταν η μαγιά για την κόμικς σειρά που ξεκίνησε εκείνη την περίοδο να δημοσιεύεται στο περιοδικό Unfollow» διευκρινίζει ο Δερβενιώτης στο εισαγωγικό του σημείωμα. Και συνεχίζει εξηγώντας ότι τώρα «ο καμβάς ανοίγει ώστε να μάθουμε το παρελθόν και το μέλλον, την καταγωγή και την κατάληξη αυτών των χαρακτήρων από την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα. Λέγεται συχνά ότι “η Ιστορία γράφεται από τους νικητές”. Αν αυτό αληθεύει, δείτε τον τόμο που κρατάτε στα χέρια σας ως το “bonus material”: όλες οι κομμένες σκηνές που θεωρήθηκε σκόπιμο να μείνουν εκτός της κύριας αφήγησης αλλά που εξηγούν ασυνέχειες, λύνουν απορίες και κλείνουν σεναριακές τρύπες». Γυρνώντας λοιπόν πίσω στο παρελθόν, οι αναγνώστες μαθαίνουν το origin των χαρακτήρων σε ένα απολαυστικό πρίκουελ που καταλήγει σίκουελ. Όλα ξεκίνησαν από τον προπάππο Αρείμανθο Κολετζντηρή, βοσκό σε έναν απέραντο γιδότοπο, τον Κεραμεικό επί Τουρκοκρατίας πριν από διακόσια χρόνια. Και συνεχίστηκαν σε κάθε κρίσιμη καμπή της ελληνικής Ιστορίας με την οικογένεια Κολετζντηρή μαζί με άλλες επώνυμες οικογένειες αυτού του τόπου να βγαίνουν αλώβητες από κάθε κρίση ή καλύτερα να αρπάζουν τις ευκαιρίες που φέρνει η κρίση σύμφωνα με το νεοφιλελεύθερο τσιτατολόγιο. Έτσι σε μερικούς απολαυστικούς αναχρονισμούς του Δερβενιώτη στην Επανάσταση του 1821 αυτοί οι «πατριώτες» κατηγορούσαν τον «λαϊκισμό» των εξεγερμένων, απειλούσαν ότι οι Τούρκοι «θα μας πετάξουν έξω από το γρόσι» και διαμαρτύρονταν ότι «για την Τριπολιτσά δεν λέτε κουβέντα», μετά την Καταστροφή της Σμύρνης εκμεταλλεύτηκαν τους πρόσφυγες, το 1941 συνεργάστηκαν με τους ναζί και το 1945 με τους Άγγλους, τη δεκαετία του 1960 αποθέωσαν την ΕΡΕ και τον Καραμανλή, το 1973 είδαν «κάτι αλήτες» να μπαίνουν στο Πολυτεχνείο, το 1981 τρόμαξαν από τα λαϊκά μουστάκια, τα δασύτριχα στέρνα και τα ζιβάγκο του ΠΑΣΟΚ, το 1992 κραύγαζαν «το όνομά μας είναι η ψυχή μας» και πάει λέγοντας. Με το σαρκαστικό του χιούμορ και με μια μοναδική αίσθηση ειρωνείας σε κάθε φράση, ο Δερβενιώτης πλάθει ένα αξεπέραστο χρονολόγιο της μίζας, της αρπαχτής, της διαπλοκής και της υποκρισίας στο οποίο πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν αυτοί που πάντα φρόντιζαν να διαιωνίσουν το είδος τους και, διόλου περίεργο, βρίσκονται ακόμα και σήμερα στην καρδιά κάθε εξουσίας. Το πιο σπουδαίο είναι όμως πως δεν παρουσιάζονται ως ανίκητοι ή πανέξυπνοι. Ως ηλίθιοι, ψεύτες και απατεώνες παρουσιάζονται. Ως ανθρωπάκια δειλά που αναπαράγονται μένοντας γαντζωμένα σε έναν «προαιώνιο» μηχανισμό απομύζησης και αφαίμαξης του Δημοσίου, των κοινών κόπων, των συλλογικών προσπαθειών τις οποίες καταγγέλλουν για να τις εκμεταλλευτούν. Ο μηχανισμός είναι ανίκητος, τα ανθρωπάκια όχι. Κι ο Δερβενιώτης φαίνεται να αναρωτιέται: «Ως πότε;» Κι ακόμα περισσότερο «ως πότε» αυτή η δράκα των απολογητών κάθε ιστορικού εγκλήματος θα το μεταβαπτίζει σε σωτηρία και θα αναθεωρεί το παρελθόν για να αδράξει το μέλλον; Το επισημαίνει υποδειγματικά ο Αυγουστίνος Ζενάκος στην εξαιρετική εισαγωγή του: «[…] Το θέμα ήταν και εξακολουθεί να είναι πως ο μετασχηματισμός της δημόσιας συζήτησης που η ακροκεντρώα τεχνολογία εν πολλοίς πέτυχε όλα αυτά τα χρόνια δεν ήταν μόνο μια προσπάθεια επείγουσας παρέμβασης στο παρόν: πίσω από τις κροκοδείλιες εκκλήσεις για μετριοπάθεια, υπέρβαση του διχασμού και πολιτικό πολιτισμό, διεξαγόταν μια επιχείρηση που αναθεωρούσε αφηγήσεις και παραδοχές που συνιστούσαν – ή έτσι πιστεύαμε – την ίδια τη βάση της πολιτικής συναίνεσης. Ξαφνικά ήταν όχι μόνο θεμιτό αλλά και ζωτικό να συζητηθεί αν τα Τάγματα Ασφαλείας είναι λίγο παρεξηγημένα, καθότι – “ας μη φοβόμαστε πια να το πούμε” – μας σώζανε από το να γίνουμε Αλβανία∙ αν ο Μελιγαλάς ήταν ένα έγκλημα ισάξιο με τις θηριωδίες των Ναζί, όπως στο κάτω κάτω και ο σταλινικός ολοκληρωτισμός που ήταν το πρότυπό του· αν το μετεμφυλιακό κράτος, παρά τις όποιες υπερβολές του, δεν εδραίωσε στην πραγματικότητα τη θέση της χώρας στο δυτικό στρατόπεδο και έθεσε τις βάσεις για την ασφάλεια και την ανάπτυξη∙ αν η εξέγερση του Πολυτεχνείου πρέπει να συνεχίσει να θεωρείται θετικό γεγονός, πόσο μάλλον να τιμάται, παρότι ανέκοψε τον δρομολογημένο εκδημοκρατισμό της χούντας, συνεισφέροντας κι αυτή στην τραγωδία της Κύπρου…». Στον συμφεροντολογικό αναθεωρητισμό αυτού του είδους αντιστέκεται σθεναρά ο Δερβενιώτης αποκαλύπτοντας, ξεμπροστιάζοντας τους διαχρονικούς εκπροσώπους του και αποδίδοντάς τους στην απόλυτη γύμνια τους από το μακρινό «τότε» μέχρι το συγκεκριμένο «σήμερα». Με στόχο όχι να φύγουν οι «Παλιές Πουτάνες» και να 'ρθουν καλύτερες νέες, αλλά να συντριβεί το κύκλωμα που τις συντηρεί και τις αναπαράγει. Και το σχετικό link...
  3. Το καινούριο κόμικ του Σπύρου Δερβενιώτη διατρέχει 200 χρόνια ελληνικής ιστορίας με ήρωες κάποιους τύπους που μπορεί να μην ξέρετε αλλά σίγουρα κάτι σας θυμίζουν. Συνέντευξη στον Παναγιώτη Μένεγο. Η ιστορία του κόμικ ξεκινά – τι άλλο; – 200 χρόνια πριν. Τόσο πίσω αναζητά ο δημιουργός τις ρίζες των πρωταγωνιστών του: της οικογένειας Κολετζντήρη που, κάπως τα κουτσοκαταφέρνει, και για τους επόμενους δύο αιώνες «και με χιόνια και με κρύα» επιβιώνει σε μια Ελλάδα που γίνεται διαδοχικά ανεξάρτητο κράτος, βασίλειο με Βαυαρούς επιστάτες, βαλκανική δύναμη με σύνορα ακορντεόν, έδαφος στρατηγικής σημασίας στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, βασιλευόμενη-κοινοβουλευτική-καταλυμένη δημοκρατία, «σοσιαλιστική», «εκσυγχρονισμένη», Ολυμπιακή, «μνημονιακή», «πρώτη φορά Αριστερή». Με ένα διαχρονικό μαράζι να είναι μια χώρα «κανονική». Οι πρωταγωνιστές του είναι ευέλικτοι, ευπροσάρμοστοι, εύκαμπτοι και ότι άλλο από -ευ χρειάζεται προκειμένου να βρίσκονται πάντα στο κάδρο. Τους παρακολουθούμε σε επιλεγμένα σημεία αυτής της περιόδου (ίσως όχι με τα σημεία αναφοράς που φαντάζεστε – ποιος δεν συνδέει άλλωστε το 1922 με τα «81 χρόνια πριν κυκλοφορήσει η Πολίτικη Κουζίνα;») να συμμετέχουν και να αντανακλούν τον μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας και ψυχοσύνθεσης. Να εξελίσσονται σε αυτό που λέει ο τίτλος του άλμπουμ («Παλιές Πουτάνες»), αλλά να βρίσκουν (;) και τον δάσκαλο τους από την Λούλου και την Κρίστυ, δύο κορίτσια που ασκούν το παλιότερο επάγγελμα του κόσμου. Κι όλο αυτό το ταξίδι συμβαίνει με «εμφυλιοπολεμικό» χιούμορ και μπόλικες ποπ αναφορές (γραμμένες πάντα με ελληνικούς χαρακτήρες) που ξεχειλίζουν από το μόνιμα λυμένο ζωνάρι του Σπύρου Δερβενιώτη που, μετά τα Yesternow και Shark Nation, «μένει Ελλάδα» επιστρέφοντας στο πρόσφατο παρελθόν (του). Η ιδέα του κόμικ από την άλλη ξεκινά στα πρώτα χρόνια της κρίσης. Δημοσιευόταν με την υπογραφή του Δερβενιώτη κάθε μήνα επί 4 χρόνια στο περιοδικό Unfollow. Με αφετηρία μια περίοδο στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, εκεί που είχε απότομα διακοπεί το «αθηναϊκό όνειρο» ενός εξευγενισμένου Μεταξουργείου, αλλά και παράλληλα το ήθος της εποχής αποτυπωνόταν στην χυδαία ιστορία της διαπόμπευσης των οροθετικών. Από εκεί προκύπτει τόσο ο τίτλος, ο χωροχρόνος που κορυφώνεται η δράση αλλά κι ο κομβικός ρόλος των σεξεργατριών στην πλοκή. Γύρω τους πολιτικοί γόνοι, χίψτερ γραφίστες, γκαλερίστες με σβησμένο παρελθόν και λοιποί παρατρεχάμενοι διαπλέκονται χωρίς αιδώ και (όσο τα πράγματα ζορίζουν) χωρίς προσχήματα… Οι Παλιές Πουτάνες δεν είναι κάτι σαν η ελληνική εκδοχή του Τι Ωραίο Πλιάτσικο!; Δεν ψάχνω να αθωώσω κανέναν, αλλά καπιταλισμός χωρίς παράσιτα μπορεί να υπάρξει; Ναι; Όχι; Ίσως; Δε θα μάθουμε ποτέ, γιατί στην Ελλάδα δεν έχουμε καπιταλισμό. Καπιταλισμός σημαίνει κεφάλαια και συσσώρευση αυτών. Το «δανείζομαι απ’ το κράτος για να αγοράσω μια υποδομή του κοψοχρονιά και να το δέσω με ρήτρα που θα με πληρώνει ακόμα κι όταν έχω χασούρα», που είναι το mondus operandi του εν Ελλάδι «επιχειρείν», από τη Frapport μέχρι τους «εντερπρενέρ της ενέργειας», είναι άλλο σύστημα: αυτό που συνοπτικά αποκαλούμε «σοσιαλισμός των πλουσίων» κι αν θέλουμε πιο επιστημονική ονομασία, την προσφέρει ο τίτλος του άλμπουμ. Οπότε το καίριο ερώτημα δεν είναι αν μπορεί να υπάρχει καπιταλισμός χωρίς παράσιτα, αλλά αν μπορούν να υπάρξουν τα παράσιτα αν ξαφνικά σταματήσει να τους φέρνει το σκουλήκι στο στόμα μια κρατική μαμά χήνα. Νομίζω, ελπίζω, ότι οι 96 σελίδες του άλμπουμ τεκμηριώνουν την απάντηση. Τα 5 απαραίτητα προσόντα για να γίνεις κάποια μέρα «Παλιά Πουτάνα»; Αν αποσυνθέσεις μια Παλιά Πουτάνα, θα μείνει ένα Τζάκι, μια καλά δικτυωμένη χούφτα ευνοημένοι αυλοκόλακες, μια αίσθηση ότι το Σύμπαν σου χρωστάει και λίγο λαδάκι απ΄ τη μαύρη αγορά. Που σημαίνει ότι με άλλα τόσα μπορείς να την ξαναφτιάξεις. Διαβάζοντας τα εισαγωγικά σημειώματα της έκδοσης, το δικό σου και του Αυγουστίνου Ζενάκου, να τι σκέφτηκα: 2022 πιάνουμε, μήπως είναι λίγο πασέ να τα βάζουμε ακόμα με το «ακραίο κέντρο»; Μήπως είναι πια απλά ένας «βολικός εχθρός» προορισμένος να ξοδεύεται στα σόσιαλ μίντια χαρακώματα, ενώ γύρω μας ο κόσμος κυριολεκτικά καίγεται ή χάνεται; Δεν ξέρω τι σημαίνει «2022 πιάνουμε», αν μη τι άλλο είναι 22 χρόνια αργότερα από τη χρονιά που θα είχαμε jetpacks και διαστημικές αποικίες. Αντίθετα, έχουμε σταγονίδια της ΕΠΕΝ σε υπουργικες θέσεις, το μισό cast από το “Magdalene sisters” να χαράσσουν πορεία στην Παιδεία και τον Πολιτισμό, τα ΜΜΕ στα χέρια του Κορλεόνε, του Τατάλια και του Mπαρζίνι κι ένα μανιακό ξαναγράψιμο της Ιστορίας με τους δοσίλογους στο ρόλο του ήρωα και την Αντίσταση στο εδώλιο. Κι όλα αυτά υπό την εποπτεία ενός επικοινωνιακού ολογράμματος που χρειάστηκε σεμινάρια εκατομμυρίων για να μάθει να λέει «συμπολίτες μου». Όλο αυτό το “1950 reboot”, το Ακραίο Κέντρο το αποκαλεί «κανονικότητα» κι «επιτέλους γίναμε κανονικό ευρωπαϊκό κράτος», το οποίο είναι σχετικά ακριβές αν για σένα η Ευρώπη περιορίζεται στην Ορμπανοκρατούμενη «ζώνη Βίσεγκραντ». Δαιμονοποιώντας σταδιακά την τελευταία δεκαετία οτιδήποτε ορθολογικό ως «τεχνοκρατικό», οτιδήποτε μοντέρνο ως «χίψτερ», οτιδήποτε μεταρρυθμιστικό ως «φιλελέ», μήπως η «Αριστερά της προόδου» εκχώρησε ένα κομμάτι αυτού που θα έπρεπε να είναι και συμβιβάστηκε με την κνίτικη πλευρά της; Υπάρχει μια υπέροχη σκηνή στη Λίστα του Σίντλερ όπου ο Όσκαρ Σίντλερ διαβεβαιώνει τον Εβραίο λογιστή του ότι έχει εξασφαλίσει γι αυτόν «ειδική μεταχείριση». Ο λογιστής του υποδεικνύει ότι «οι διαταγές από το Βερολίνο αναφέρουν όλο και συχνότερα τον όρο Ειδική Μεταχείριση, ελπίζω ότι δεν εννοείτε αυτό». Ο Σίντλερ απαντά ελαφρώς ενοχλημένος «Προνομιακή μεταχείριση, οκ; Πρέπει να εφεύρουμε καινούργια γλώσσα;». «Νομίζω πως ναι», έρχεται η απάντηση. Μακριά από μένα η εύκολη αναγωγή στο Ολοκαύτωμα για οτιδήποτε δε μας αρέσει, το τονίζω, αλλά ας κρατήσουμε μια ουσία η οποία επαναλαμβάνεται στο χρόνο και στα καθεστώτα: τη χρήση του Newspeak ώστε οι λέξεις να επανεγγράφονται στις συνειδήσεις ως το αντίθετό τους. Αυτό ήταν κι είναι βασικός εξοπλισμός του οπλοστασίου του Ακραίου Κέντρου. Ελευθεραγορίτες που ζουν αποκλειστικά από Κρατικές Επιδοτήσεις, Φιλελεύθεροι υπέρ Βαριάς Αστυνόμευσης, Τεχνοκράτες που παραγγέλνουν τα Έργα σε ανύπαρκτες εταιρείες που στήθηκαν την προηγούμενη του διαγωνισμού, σκίζουν τα ιμάτιά τους που δεν ανοίγουν τα καταστήματα και τις Κυριακές ώστε να γίνουμε επιτέλους Ευρώπη (όπου τα καταστήματα είναι θεόκλειστα τις Κυριακές). Είναι καθήκον μας να ξεσκεπάζουμε αυτή την απάτη, είναι επιτακτική ανάγκη να απελευθερώσουμε τις λέξεις. Είναι ζωτικής σημασίας να συμφωνήσουμε για τι ακριβώς πράγμα μιλάμε, ώστε και η διαφωνία μας επ’ αυτού να έχει ένα νόημα, και κάποιο κοινωνικό equilibrium να γίνει κάποια στιγμή εφικτό. Δεν ξέρω αν κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας γινόμαστε κνίτες, ξέρω ότι υπάρχει μια μεγάλη σειρά από χειρότερα πράγματα να γίνει κανείς. «Η Ιστορία γράφεται από τους νικητές», την ιστορία της κρίσης ποιος την έγραψε τελικά; Ή αλλιώς, ποιος νίκησε; Η ιστορία της κρίσης δεν τελείωσε. Το κεφάλαιο της πανδημίας είναι απλά το S02E01. Οι γνώριμοι πρωταγωνιστές επανέρχονται σε καινούργια επεισόδια του saga: η ΕΚΤ, η «ποσοτική χαλάρωση» (το περίφημο «λεφτόδεντρο» που υπάρχει πάντα για τις Τράπεζες αλλά ποτέ για τον Μπάμπη), το Eurogroup, το «ποτέ δεν αφήνουμε μια καλή κρίση να πάει ανεκμετάλλευτη» είναι και πάλι εδώ, για να μας μαγνητίσουν στις οθόνες μας πριν το δραματικό φινάλε (ακολουθούν spoilers). Εικάζω ότι όταν συμπληρωθεί το box set, θα καταγραφεί όπως η Πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: η αδυναμία συντήρησης ενός Imperium θα αποδοθεί στους «βαρβάρους προ των πυλών». Διαλέγω τρία στιγμιότυπα του άλμπουμ, διάλεξε μια προσωπικότητα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας για να: ξαναδείτε μαζί το Top Gun/ να ακούσετε ξανά την κασέτα της ΝΔ από τον Ρόμπερτ Ουίλιαμς / να επισκεφθείτε έκθεση με αντικείμενα οstalgia έμπλεα σοβιετικής ειρωνείας; Μπορώ να πάρω ένα plus one μαζί με το plus one μου; Αν ναι, ξεκάθαρα η παρέα μου θα είναι ο Διονύσης Σαββόπουλος και ο Βασίλης Ραφαηλίδης. Ναι, και οι δύο. Ταυτόχρονα. Μαζί. Αν δεν είχε μεσολαβήσει η κρίση και είχε ολοκληρωθεί το gentrification του Κεραμεικού (στον οποίο κορυφώνεται το δράμα της ιστορίας σου), θα είχαμε γίνει τελικά το νέο Βερολίνο; Ας ρωτήσουμε στου Ψυρρή και στο Γκάζι που ολοκληρώθηκε: πόσο Kρόϊτσμπεργκ νιώθετε; Προς το παρών βιώνω το τεράστιο “joke is on you, pal”, να γράφω αυτές τις γραμμές από τα Αδούλωτα Εξάρχεια, όπου ένα στενό από το σπίτι μου ήταν τα γραφεία της «Γαλέρας», όπου τραβούσαμε χαρούμενο κουπί κατά του gentrification, και τώρα αν πετάξεις τυχαία μια πέτρα δύσκολο να μην πετύχει μια organic, gluten free «ψαγμένη επιχείρηση» που δεν θα ένιωθε πιο στο σπίτι της στο Μίτε. Από αυτά που «κινδυνέψαμε» περισσότερο να γίνουμε, τι θα προτιμούσες να είχαμε γίνει τελικά; Χώρα του Ανατολικού Μπλοκ το 1949, Κούβα της Μεσογείου το 1981 ή Κοπεγχάγη του Νότου το 2009; Ό,τι και να είχαμε γίνει την ίδια δουλειά θα έκανα, είναι η μόνη σοβαρή απάντηση που μπορώ να δώσω. Και στο τυχόν αντεπιχείρημα ότι σε κάποιες απ’ αυτές τις περιπτώσεις θα μου απαγορευόταν να την κάνω, ω, σας έχω νέα από την «επιτέλους μια κανονική χώρα» όπου δε χρειάζεται να απειλήσεις τους ενοχλητικούς όταν μπορείς απλά να αγοράσεις όλα τα ΜΜΕ. Τελευταία ερώτηση: Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια παρουσιάστρια που λέει τις ειδήσεις στις οποίες πρωταγωνιστεί ο σύζυγος της κι έναν κομίστα που σατιρίζει μια περίοδο στην οποία κεντρικός πρωταγωνιστής υπήρξε ο ηγέτης του κόμματος που ο ίδιος είναι υπεύθυνος Επικοινωνίας; Εσύ κι ο Γιάνης Βαρουφάκης δηλαδή… Μερικά μηδενικά στο «Πόθεν Έσχες», και κάποιες μάλλον οφθαλμοφανείς διαφορές και στο «πόθεν» εκτός απ’ το «έσχες», είναι η αυτόματη απάντηση. Θέλοντας να απαντήσω όσο γίνεται ευθύτερα στο ερώτημα, οφείλω να το επαναδιατυπώσω χωρίς το υπονοούμενο: όντας πλέον μέρος του πολιτικού συστήματος που σατιρίζω, έχω κατά κάποιο τρόπο «άλογο στην κούρσα». Ναι, έχω «άλογο στην κούρσα» με την ίδια έννοια που είχε «άλογο στην κούρσα» ένας Χριστιανός στο Κολοσσαίο. Μια ακριβέστερη περιγραφή της σχέσης μου με το κόμμα και τον Γιάνη θα ήταν η εξής: «τύπος που θυσίασε μια θέση στο Τραπέζι για να μπορεί να κοιμάται τα βράδια με ήσυχη συνείδηση», συνάντησε «τύπο που θυσίασε μια θέση στο Τραπέζι για να μπορεί να κοιμάται τα βράδια με ήσυχη συνείδηση». Βέβαια μέχρι στιγμής καταφέραμε να μην προλαβαίνουμε ούτε να κοιμηθούμε, αλλά τουλάχιστον «δεν κοιμόμαστε» με ήσυχη συνείδηση. Σε μια συγκυρία που οι περισσότεροι κουμπώνουν μισό «Μπακάκο» χάπια για να αντέξουν την καθημερινή τους εργασία, εγώ κατάφερα να έχω μια καθημερινή δραστηριότητα που με σώζει από να κουμπώνω μισό «Μπακάκο» χάπια. Εύχομαι στην οποιαδήποτε «παρουσιάστρια» και τον οποιοδήποτε «σύζυγό» της να το καταφέρουν κι αυτοί κάποια στιγμή. Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.