Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'persepolis'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Όταν θυμώνει, βρίζει βαριά και στα φαρσί, κι όταν βρίσκεται στη Γερμανία, καπνίζει τα ελληνικά τσιγάρα Santé ως ένδειξη αντίστασης στη στάση των Γερμανών απέναντι στην Ελλάδα. Σαρωτική. Αρχίζει να μιλάει, δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει τη μία της σκέψη και περνάει αυτομάτως στην επόμενη. Η Γαλλοϊρανή Μαρζάν Σατραπί, την οποία γνωρίσαμε κυρίως από το κινηματογραφικό «Περσέπολις», το οποίο αρχικά έγινε παγκόσμιο μπεστ σέλερ ως αυτοβιογραφικό κόμικ-graphic novel, ήρθε στην Αθήνα για να εμφανιστεί για μια βραδιά στη Στέγη. Πριν από την εμφάνιση αυτή έδωσε μια χειμαρρώδη συνέντευξη, στην οποία μίλησε για μια σειρά από θέματα, από τη σχέση της με τον κινηματογράφο και τη νέα γενιά Ιρανών καλλιτεχνών έως τη Λεπέν και τον ρατσισμό. Μια πληθωρική γυναίκα, ντυμένη στα μαύρα, με έντονα χαρακτηριστικά, κοσμοπολίτισσα όσο λίγοι Ιρανοί, εικαστική καλλιτέχνις και σκηνοθέτις του κινηματογράφου, αναγνωρισμένη διεθνώς, που ζει απομονωμένη γιατί λατρεύει τη μοναξιά, δεν έχει ούτε Facebook ούτε Twitter, δεν απαντάει σε mail, είναι παντρεμένη με Σουηδό, έχει ελάχιστους φίλους, δεν έχει χρόνο για καινούργιες γνωριμίες, κι όταν κάνει, δεν τους αφιερώνει περισσότερο από μερικές ώρες, από φόβο μην αποκαλυφθούν οι άσχημες πλευρές τους. Όταν θυμώνει, βρίζει βαριά και στα φαρσί, κι όταν βρίσκεται στη Γερμανία, καπνίζει τα ελληνικά τσιγάρα Santé ως ένδειξη αντίστασης στη στάση των Γερμανών απέναντι στην Ελλάδα. Πρώτη φορά ήρθα στην Αθήνα για ένα φεστιβάλ κόμικ. Μείναμε σε ένα ωραίο ξενοδοχείο, πίναμε, τρώγαμε και βγαίναμε για 5 μέρες, χωρίς να μας ζητηθεί να κάνουμε τίποτα. Όλοι, εκτός από μένα που είμαι από την Τεχεράνη, είχαν πρόβλημα με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Η αρχιτεκτονική της Αθήνας βρίσκεται μεταξύ της Ευρώπης και της δικής μου πόλης: μια άναρχη δόμηση, πολύ όμορφη, που εμένα με κάνει να νιώθω πολύ ωραία. Το να γράφεις ένα βιβλίο και μετά να το μεταφέρεις στο σινεμά είναι μια διαδικασία ιδιαίτερα επώδυνη. Το έκανα δύο φορές, αλλά δεν θα το ξανακάνω. Μου ζήτησαν να μεταφέρω στο θέατρο τα «Κεντήματα». Το έκαναν άλλοι και ήταν φρίκη – δεν θα αφήσω να ξαναγίνει. Τέτοια πράγματα δεν θα έπρεπε να γίνονται όσο ο συγγραφέας βρίσκεται εν ζωή. Θα πρέπει να περιμένουν πεθάνεις. Μια φορά πήγα σε μια πανεπιστημιακή σχολή όπου έκαναν ανάλυση του έργου μου. Άκουγα κάποιον που είχε ανακαλύψει συμβολισμούς και διάφορα άλλα για το υποσυνείδητό μου, που εγώ δεν είχα φανταστεί ποτέ. Κοίταξα τον τύπο και του είπα ότι καταρχάς θα έπρεπε να έχω πεθάνει για να κάνει κάτι τέτοιο, να μιλήσει δηλαδή για όλες αυτές τις προθέσεις που δεν είχα. Πολύ συχνά λένε ότι ο τάδε ποιητής θέλει να πει κάτι, ενώ τις περισσότερες φορές ο ποιητής ήταν μεθυσμένος. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Κυκλοφορούν πολλές ανυπόστατες φήμες, όπως ότι οι συγγραφείς γράφουν για τον εαυτό τους. Φυσικά και δεν γράφουμε για τον εαυτό μας – από τη στιγμή που «εκδιδόμαστε», απευθυνόμαστε στο κοινό. Ακόμα κι όταν γράφεις ημερολόγιο, το κάνεις με την ελπίδα ότι όταν πεθάνεις, μια μέρα θα διαβαστεί και θα ανακαλύψουν πόσο αισθησιακός, πόσο ευαίσθητος ήσουν και πόσο τυραννίστηκες, ότι δεν σε είχαν καταλάβει. Οι άνθρωποι παίζουν αυτό το παιχνίδι. Διάβασα ένα βιβλίο για τον Κάφκα, ο οποίος είχε ζητήσει από τον γαμπρό του να κάψει ένα σύγγραμμά του. Αν αυτό θέλεις κάν' το, είναι εύκολο. Δεν είμαι ούτε συναισθηματική ούτε ρομαντική συγγραφέας. Ξέρω γιατί γράφω, θέλω να μοιραστώ πράγματα με τους ανθρώπους. Δεν θα χαρακτήριζα το «Περσέπολις» αυτοβιογραφία. Αυτοβιογραφία είναι κάτι που γράφεις γιατί έχεις προβλήματα με τους φίλους σου και την οικογένειά σου και δεν ξέρεις πώς να τους το πεις. Γράφεις ένα βιβλίο για να τους πεις πόσο τους μισείς και πόσο πληγώθηκες. Εγώ απλώς χρησιμοποίησα τον εαυτό μου για να δείξω τι υπήρχε γύρω μου. Δεν είμαι ιστορικός ή κοινωνιολόγος ή πολιτικός. Χρειάζονται στοιχεία για να γράψεις σοβαρά για την κοινωνία. Εγώ ξέρω μόνο ότι είμαι κάποια που γεννήθηκε σε έναν συγκεκριμένο τόπο, σε συγκεκριμένο χρόνο που δεν επέλεξε. Ήθελα να δώσω μια ακόμα οπτική, γιατί ο κόσμος έχει πολλές ψευδαισθήσεις. Όσο λιγότερα ξέρουμε, τόσο περισσότερα νομίζουμε ότι γνωρίζουμε. Γιατί φυσικά, όσο περισσότερα ξέρεις, τόσο πιο πολύ κατανοείς ότι τα πράγματα είναι πολύπλοκα και τότε γίνεται ακόμα δυσκολότερο να έχεις άποψη. Κι όταν χρησιμοποιείς το όνομά σου θέλεις να μιλήσεις για όσα ξέρεις, γι' αυτά που σου αρέσουν. Αν ξαναγράψω όμως, θα πρέπει να είναι για τη Δύση. Έχει περάσει πολύς χρόνος που ζω εδώ, τα 2/3 της ζωής μου πια, και δεν μπορώ να παραμένω παρατηρητής. Αρχικά τα έβλεπα όλα από απόσταση και μου φαίνονταν σπουδαία, αλλά τώρα πια, συμπληρώνοντας 28 χρόνια μακριά από τη χώρα μου, δεν θαμπώνομαι. Έφτασε η στιγμή να γράψω γι' αυτά. Δεν ξέρω πότε όμως. Tα βιβλία της Μαρζάν Σατραπί Στο Παρίσι ζω σαν ερημίτης. Δεν βγαίνω, πηγαίνω από το σπίτι μου στο στούντιο και από το στούντιο στο σπίτι μου. Έχω δύο φίλους από πολύ παλιά, καμιά φορά πηγαίνω μαζί τους σινεμά ή σε κανένα μικρό ρεστοράν, δεν πηγαίνω σε πάρτι. Έχω πάρα πολλά χρόνια να επισκεφτώ το Ιράν. Αν το κάνω, φοβάμαι ότι δεν θα με αφήσουν να φύγω. Άνθρωποι σαν εμένα καταλήγουν στη φυλακή και δεν θέλω να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου φυλακισμένη. Συχνά προσπαθούν να με συναντήσουν νέοι Ιρανοί, αλλά τους αποφεύγω. Δεν μου αρέσει να κάνω γνωριμίες. Δεν έχω αρκετό χρόνο για τον εαυτό μου, ούτε για τους ανθρώπους που αγαπώ. Οπότε δεν υπάρχει χώρος για άλλους ανθρώπους. Δεν μου αρέσει να εκτίθεμαι. Αν γνωρίσω κάποιον θα χαρώ, αλλά δεν σκοπεύω να τον βλέπω κάθε μέρα. Μου αρέσει να είμαι μόνη μου. Μια φορά αποφάσισα να συναντήσω μια Ιρανή, πολύ νεότερή μου, που μου είπε ότι όλα όσα γράφω για τη μαντίλα είναι ωραία, αλλά δεν είναι η πραγματικότητα της δικής μου εποχής. Ότι όταν γεννήθηκε εκείνη, η μαντίλα ήταν κάτι δεδομένο κι ότι δεν ήταν αυτό το πρόβλημά της. Τα δικά της προβλήματα ήταν οι σπουδές και το αν θα έβρισκε δουλειά. Μετά από αυτό έπαψα να νιώθω ότι εκπροσωπώ τους Ιρανούς, δεν υπάρχει πια επαφή. Όταν έχεις να επισκεφτείς την πατρίδα σου τόσο πολύ καιρό, αρχίζεις να ανήκεις στη Διασπορά, και να έχεις μια θολή εικόνα γι' αυτήν. Έχω 17 χρόνια να πάω στο Ιράν και νιώθω μεγάλη μελαγχολία και νοσταλγία. Όλες οι πληροφορίες που έχω είναι από δεύτερο χέρι. Γι' αυτό και δεν κάνω πολιτικές αναλύσεις, δεν είναι αυτή η δουλειά μου. Αυτοί που το κάνουν έχουν στοιχεία, νούμερα... Είναι ωραίο να διαθέτεις το κοινωνικό προφίλ της Ιρανής πασιονάριας, αλλά είναι σαν να λες ψέματα στους ανθρώπους. Εκπροσωπείς κάτι που δεν γνωρίζεις και δεν είμαι και 18 χρονών πια. Δεν διατηρώ επαφές με πολλούς ανθρώπους. Δεν μου αρέσει και πολύ. Μου αρέσει να τους παρατηρώ από απόσταση κι εκεί σταματάει η αγάπη μου γι' αυτούς. Όταν έρχομαι πολύ κοντά στους ανθρώπους, παύω να τους αγαπώ. Μου αρέσει να κρατάω αποστάσεις, ώστε να βλέπω τις καλές τους πλευρές. Αυτό είναι που με ενδιαφέρει, γιατί υπάρχει σε όλους μας μια όμορφη πλευρά. Αλλά δυστυχώς, και πολλή ασχήμια. Δεν με ανησυχούν οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι. Έχω ζήσει τον Ιρανο-ιρακινό πόλεμο για 4 χρόνια, με καθημερινούς βομβαρδισμούς. Επίσης, την αρχή της επανάστασης, με μέλη της οικογένειάς μου να φυλακίζονται, ανθρώπους να εκτελούνται. Τι να μου πουν οι τρομοκρατικές επιθέσεις! Οι πιθανότητες να σκοτωθώ σε μία από αυτές είναι λιγότερες ακόμα και από το να με πατήσει λεωφορείο. Αυτό δεν με σταματάει από το να διασχίζω τον δρόμο, όπου υπάρχει η πιθανότητα μια μέρα ένας οδηγός να είναι μεθυσμένος, να με δει μπροστά του, να μην του αρέσω και να πέσει επάνω μου. Ο φόβος είναι μια αντίδραση ενστικτώδης. Μας κάνει τρομερά ανόητους. Ξέρετε, σπούδασα Μαθηματικά κι έτσι όλη μου τη ζωή υπολογίζω τα ποσοστά. Η πιθανότητα να πεθάνω από τρομοκρατικό χτύπημα είναι απειροελάχιστη. Οτιδήποτε με ποσοστό κινδύνου μικρότερο από 10% δεν με αφορά. Λοιπόν, έχω να ζήσω 30 χρόνια ακόμα, μπορώ να κάνω συγκεκριμένο αριθμό ταινιών και κάποιων άλλων πραγμάτων. Φυσικά, είναι σοκαριστικό αυτό που συνέβη, αλλά έτσι είναι η ζωή... Όταν η Μαρζάν Σατραπί κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο φεστιβάλ των Καννών το 2007 για το Περσέπολις. Η Ακροδεξιά στη Γαλλία είναι πρόβλημα. Μέχρι σήμερα δεν είχαμε κάτι ανάλογο ώστε να το συγκρίνουμε, οπότε ο κόσμος δεν ξέρει τι θα συμβεί. Ο κόσμος ξέρει τι θα συμβεί αν νικήσει η Ακροδεξιά, παρ' όλα αυτά εξακολουθεί να τη στηρίζει. Οι Γάλλοι είχαν την κυβέρνηση του Βισί. Όλοι γνωρίζουν ποιες θα είναι οι συνέπειες της Ακροδεξιάς. Έχω βαρεθεί να ακούω ότι πρέπει να κατανοήσω αυτούς τους ανθρώπους. Γιατί να κατανοήσω έναν ρατσιστή; Φτάσαμε στο 2016, θέλουμε να εγκατασταθούμε στον Άρη και ακόμα κάποιοι πιστεύουν ότι υπάρχουν φυλές. Υπάρχει μία φυλή και είναι η ανθρώπινη. Μου λένε να κατανοήσω τους λόγους για τους οποίους κάποιοι μισούν τον διπλανό τους. Βασικά, ο ρατσισμός είναι παμπάλαιος. Ξεκινάει από την εποχή του Ηomo sapiens, που όταν έβλεπαν κάποιον διαφορετικό ένιωθαν «κίνδυνο». Αλλά αυτά συνέβαιναν 20.000 χρόνια πριν, σήμερα γιατί; Αν βάλουμε στη φυλακή κάποιους ανθρώπους και τους βασανίσουμε, τι θα γίνει; Ποια είναι η δικαιολογία; Ότι επειδή είμαστε φτωχοί, έχουμε το δικαίωμα να είμαστε βλάκες; Όχι! Όταν όλοι είναι πλούσιοι, και όμορφοι και δυνατοί, συμπεριφέρονται μια χαρά, πράγμα που είναι εύκολο. Όταν είμαστε χάλια, τότε έχουμε υποχρέωση να συμπεριφερόμαστε σαν άνθρωποι. Ξέρετε γιατί οι άνθρωποι επιβιώσαμε; Τι μας έχει σώσει, πέρα από την ευφυΐα μας – γιατί κατά τα άλλα είμαστε ανίκανοι να αντιδράσουμε; Στο μυαλό μας έχουμε νευρώνες που σου λένε τι είναι καλό και τι κακό. Αμέσως επηρεάζεσαι. Από κει και πέρα, όλα βασίζονται στη συμπόνια μας. Αυτοί οι νευρώνες σε κάνουν να βάζεις τον εαυτό σου στη θέση του άλλου, δημιουργώντας τη συμπόνια και την ενσυναίσθηση, που με τη σειρά τους δημιουργούν τον πολιτισμό. Χωρίς πολιτισμό οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιζήσουν. Η επιβίωσή μας εναπόκειται στη συμπόνια και στην ενσυναίσθηση. Η έλλειψη ενσυναίσθησης θα σήμαινε το τέλος του πολιτισμού. Και μετά ρίχνουν το πρόβλημα στην οικονομία. Λένε ότι ψήφισαν τον Τραμπ όλοι εκείνοι που η Αμερική «ξέχασε» και είναι εκείνοι που σηκώνουν τους μαύρους από τη θέση τους στο λεωφορείο και τους αποκαλούν «νέγρους». Ό,τι οικονομικά προβλήματα και να έχεις, δεν έχεις δικαίωμα να αποκαλείς κάποιον «νέγρο». Όλα αυτά πρέπει να τα πολεμήσουμε. Η τέχνη και ο κινηματογράφος δεν μπορούν να σώσουν την ανθρωπότητα, αλλά αν αφαιρέσεις τον πολιτισμό από οπουδήποτε, δεν μένει τίποτα. Η κουλτούρα είναι η βάση της κοινωνίας. Πρώτα έρχονται η συμπόνια και η ενσυναίσθηση και ακολουθούν η λογοτεχνία, η ζωγραφική, η γλυπτική, η αφήγηση. Η κουλτούρα είναι αυτό που μας φέρνει κοντά. Είναι τρομερά σημαντικό να έχεις όνειρα. Για μεγάλο διάστημα πίστευα ότι η δουλειά μου μπορούσε να αλλάξει τον κόσμο, πράγμα αρκετά βλακώδες. Σχετίστηκα με την πολιτική και άλλαξα. Άρχισα να γίνομαι κυνική και είναι το τελευταίο πράγμα που ήθελα να γίνω – σαν ελληνική τραγωδία. Η ζωή είναι ζήτημα αυταπάτης. Τα χρόνια περνάνε, οι αυταπάτες διαλύονται, κι όταν πια αρχίζεις να καταλαβαίνεις, το σώμα σου γερνάει. Όταν πια ξέρεις πώς να ζήσεις, το κορμί σου δεν θέλει να ζήσει. Η ζωή είναι μια αυταπάτη και στο τέλος γίνεσαι κυνικός. Προσπαθώ να μη γίνω κυνική. Όλοι μας θέλουμε μια καλύτερη κοινωνία, αλλά κοινωνία είμαστε εμείς οι ίδιοι. Αν δεν γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, δεν θα γίνει ούτε η κοινωνία καλύτερη. Προσπαθώ να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Η καλοσύνη μετράει. Στην πραγματικότητα, είναι το μόνο που μετράει. Νέα, όταν έβλεπα έναν ευγενικό άνθρωπο, τον θεωρούσα βλάκα, αλλά δεν έχω την ίδια γνώμη πια. Δε ξέρω αν είναι μηχανισμός αντίστασης, αλλά κάθε φορά που γίνομαι αυτού του τύπου ο άνθρωπος, πάω από την άλλη πλευρά. Όποτε συναντάω κάποιον από αυτούς τους ανθρώπους που μισούν, τον κοιτάζω και τον φαντάζομαι 2 χρονών, να χαμογελάει, και αναρωτιέμαι τι απέγινε εκείνη η όμορφη εικόνα, πώς κατέληξε να γίνει αυτός ο κακός άνθρωπος, αυτό το τέρας. Δεν θα ψηφίσω Δεξιά, αλλά δεν είναι ότι μου αρέσει και η Αριστερά. Όμως η Δεξιά ειλικρινά με απωθεί, είναι θέμα ηθικής. Οπότε, μολονότι υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα που με ενοχλούν στην Αριστερά, με αφορά περισσότερο. Για τη Δεξιά, οι φτωχοί φταίνε που δεν έχουν να φάνε. Μπορεί να είναι άνθρωποι με πνευματικές διαταραχές, που τα σκάτωσαν στη ζωή τους, αλλά δεν μπορούμε να τους αφήσουμε να πεθάνουν. Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχει η Μαρίν Λεπέν – αλλιώς δεν θα ψήφιζα καθόλου, γιατί δεν υπάρχει κανείς που να μου αρέσει πραγματικά. Εφόσον υπάρχει αυτή η σκύλα, πρέπει να ψηφίσω. Ο Τραμπ είναι επιχειρηματίας και θα κάνει το καλύτερο για τις επιχειρήσεις. Το πρόβλημα με όλους αυτούς, με τον Τραμπ, τη Λεπέν, είναι ότι μολύνουν την κοινωνία. Ο Σαρκοζί έλεγε: «Λέμε δυνατά αυτό που λέγεται σιγανά». Μα γι αυτό λέμε κάποια πράγματα σιγανά, γιατί αυτό είναι πολιτισμός. Μερικά πράγματα δεν λέγονται δυνατά. Είμαι αισιόδοξη και νομίζω ότι η επόμενη γενιά θα κάνει την επανάστασή της. Πάντα έτσι γινόταν. Οι γυναίκες ήταν σε καλύτερη κατάσταση στις αρχές του 20ού αι. απ' ότι τη δεκαετία του '50. Θα καλυτερέψουν τα πράγματα σε 10 χρόνια. Έχω ένα ωραίο διαμέρισμα και θεωρούμαι πλούσια Αριστερή, αλλά έχω υπάρξει και φτωχή. Δεν νομίζω ότι με το που έκανα λεφτά άρχισα να απαξιώνω τους ανθρώπους. Για μένα το πρόβλημα παραμένει ίδιο. Το να ψηφίζω Αριστερά σημαίνει ότι θα πρέπει να πληρώσω περισσότερους φόρους. Και μου αρέσει να πληρώνω φόρους. Ήρθα στη Γαλλία, σπούδασα δωρεάν, έτρωγα δωρεάν και όλα αυτά χάρη στην Αριστερά. Και δεν υπήρχε διαχωρισμός επειδή ήμουν άλλης εθνικότητας. Είχα τα ίδια προνόμια με εκείνα των Γάλλων συμφοιτητών μου. Σήμερα εργάζομαι και θέλω όλα τα παιδιά να ευνοηθούν από το ίδιο σύστημα. Έχω δει πλούσιους Αριστερούς να φέρονται σε αυτούς που εργάζονται στο σπίτι τους σαν σε σκουπίδια, οπότε είναι πιο υποκριτές από τους Δεξιούς, από τους οποίους ξέρεις τι να περιμένεις. Το σινεμά είναι δυσκολότερο απ' οτιδήποτε άλλο. Έχεις να αντιμετωπίσεις την τεχνολογία, τη συγκέντρωση χρημάτων, πολλούς εμπλεκόμενους και το αποτέλεσμα δεν είναι όπως αυτό ενός βιβλίου που έκανες ολομόναχος. Όταν κάνω μια ταινία, υπάρχουν στιγμές που δεν έχω εγώ τον έλεγχο. Ο ηθοποιός θα κάνει κάτι που δεν είχα σκεφτεί, το ίδιο και ο σκηνογράφος, ο μοντέρ θα πάει την ιστορία προς μια κατεύθυνση που δεν είχα σκεφτεί κ.λ.π. Όλες αυτές οι δυσκολίες βέβαια, μου αρέσουν και με κάνουν να λειτουργώ. Το στρες με ενεργοποιεί, κι αυτό μου αρέσει. Στο ερώτημα αν γυναίκες και άντρες είναι ίσοι, είμαι 100% φεμινίστρια. Νομίζω ότι δεν υπάρχει πιο βλακώδης άποψη από το να αποκαλούμε οτιδήποτε κακό αντρική συμπεριφορά και οτιδήποτε καλό γυναικεία. Γι' αυτό αρνούμαι να συμμετάσχω σε οτιδήποτε θεωρείται «γυναικείο», όπως τα φεστιβάλ γυναικείας λογοτεχνίας. Το γεγονός ότι έχω στήθος δεν με κάνει κάτι διαφορετικό. Πάρτε για παράδειγμα τον Φλομπέρ και τη Μαντάμ Μποβαρί, που την έγραψε καλύτερα απ' οποιαδήποτε γυναίκα. Δεν υπάρχει φύλο στη λογοτεχνία ή στο σινεμά. Στην ανθρωπότητα υπάρχουν άνθρωποι. Σε μια πατριαρχική κοινωνία, ποιος μεγαλώνει τα παιδιά; Οι γυναίκες, που διδάσκουν στα παιδιά τους πώς να λειτουργούν και τι να επιλέγουν. Δεν μπορείς να τα βάλεις με χιλιάδες χρόνια γυναικείας καταπίεσης, και μερικές δεκαετίες γυναικείας ψήφου. Αν είχα κόρη – δεν έχω παιδιά –, το πρώτο πράγμα που θα της μάθαινα, πριν το «μαμά» και το «μπαμπά», θα ήταν το «άει γαμήσου». Ευτυχώς δεν έχω παιδιά, δεν θα ήταν πολύ ευγενικά. Από τις ιστορικές προσωπικότητες του Ιράν, περισσότερο εκτιμώ τον Μοχάμεντ Μοσαντέκ και τον Ολυμπιονίκη παλαιστή Gholamreza Takhti, γιατί δεν φοβόταν να μιλήσει ανοιχτά γι' αυτά που τον ενοχλούσαν και προερχόταν από τα χαμηλά στρώματα των νοτίων προαστίων της Τεχεράνης. Πέθανε στα 37 του από έμφραγμα. Αυτή ήταν η επίσημη εκδοχή. Δεν ήμουν ποτέ πολύ της παράδοσης. Μεγάλωσα με ταινίες Χόλιγουντ. Οι γονείς μου λατρεύουν την παραδοσιακή μουσική, εγώ δεν την αντέχω. Θεωρώ ότι η κλασική μουσική της Δύσης, ο Μότσαρτ, ο Μπαχ, είναι ανώτερη όλων των υπόλοιπων που έχουν γραφεί. Έχουν ενδιαφέρον μεν, αλλά δεν φτάνουν την κλασική μουσική. Η περσική ποίηση είναι η πλέον εκλεπτυσμένη και δεν το λέω επειδή είμαι Ιρανή – η ελληνική φιλοσοφία είναι η πιο σημαντική. Είπα σε ανύποπτο χρόνο κάτι που έχει πει και ο Γκοντάρ: «Μόνο και μόνο λόγω της φιλοσοφίας και του θεάτρου, θα είμαστε αιωνίως υπόχρεοι στην Ελλάδα! Και το σχετικό link...
  2. Η πάντα ανήσυχη Ιρανή σκιτσογράφος, συγγραφέας και σκηνοθέτις έρχεται για ένα βράδυ στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Στην εφηβεία της έκανε εμπόριο ναρκωτικών. Ο προπάππους της είχε εκατό συζύγους. Όταν ήταν εσωτερική σε οικοτροφείο στη Βιέννη, αποκάλεσε πουτάνα μια καλόγρια. Οι γονείς της ζουν στην Τεχεράνη, είναι μαρξιστές και ευζωιστές, οδηγούσαν Κάντιλακ όταν ήταν παιδί, αγαπούσαν την πολυτέλεια και την υψηλή γαστρονομία. Έκανε απόπειρα αυτοκτονίας όταν ήταν περίπου 20 ετών. Είναι εγγονή αυτοκράτορα. Στον πρώτο της γάμο κοιμόταν σε διαφορετικά κρεβάτια με τον σύζυγό της ήδη από τον πρώτο μήνα. Δεν έχει λογαριασμό στο Twitter ή στο Facebook. Όταν απαγορεύτηκε το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους στη Γαλλία, όπου ζει, σκεφτόταν να μετακομίσει στην Ελλάδα. Έζησε στους δρόμους της Ευρώπης και κόντεψε να πεθάνει από πνευμονία. Έγραψε το αυτοβιογραφικό comic book «Περσέπολις» περιμένοντας να πουλήσει περί τα 400 αντίτυπα, αλλά πούλησε εκατομμύρια, μεταφράστηκε σε σαράντα γλώσσες και, α ναι, κέρδισε υποψηφιότητα για Όσκαρ. Η ζωή της Μαρζάν Σατραπί προκαλεί ίλιγγο, οι αντιθέσεις που την συγκροτούν είναι μοναδικές. Αυτό το σύμπαν, που μοιάζει να γεννήθηκε από απανωτές σεισμικές δονήσεις και αποτελεί τη ζωή της, θα αποκαλυφθεί και στην Αθήνα, στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, όπου θα συνομιλήσει με τη δημοσιογράφο Άννα Δαμιανίδη στις 30 Νοεμβρίου. Από τις ελάχιστες συνεντεύξεις που έχει δώσει αντιλαμβάνεται κανείς αμέσως πως μέσα στην αίθουσα θα ακουστούν γέλια, επιφωνήματα, κάποιοι μπορεί και να ιδρώσουν. Και σίγουρα κάποια στιγμή θα αναφωνήσει πόσο της λείπουν τα Winston τσιγάρα της – καπνίζει ασταμάτητα, συνεχώς, ηδονικά. Ή λέτε αυτή η ατίθαση γυναίκα με τα πυκνά μαύρα μαλλιά και τα κατακόκκινα χείλη να ανάψει τσιγάρο, κάνοντας δαχτυλίδια καπνού; Όταν κυκλοφόρησε το «Περσέπολις» – είχε αρχίσει να το γράφει το 1999 σε ηλικία ακριβώς 30 ετών – και έκανε ακαριαία παγκόσμια επιτυχία, ο διεθνής Τύπος τη χαρακτήρισε «αληθινή πριγκίπισσα». Το αυτοβιογραφικό comic book της (αντιπαθεί τον όρο graphic novel, γιατί αποδυναμώνει το έργο της από το στοιχείο του κωμικού, του χιούμορ, στο οποίο επενδύει και πιστεύει βαθιά) ήταν το σπαρταριστό, αλλά και με στοιχεία ντοκουμέντου υλικό για τη ζωή στο Ιράν μέσα από τα μάτια μιας προνομιούχου αστής γυναίκας. Έκανε αίσθηση, η ίδια έγινε το πρόσωπο της στιγμής – και η στιγμή αυτή έμελλε να διαρκέσει τόσο πολύ. Ακόμα διαρκεί. Σε αυτήν τη συνθήκη, o δημοσιογράφος της «Independent» Robert Chalmers περίμενε να δει μια δυναμική αριστοκράτισσα του Ιράν που ζει ως αυτοεξόριστη στο Παρίσι. Μπαίνοντας στο στούντιό της είδε μια τεράστια αφίσα που έγραφε «Fuck you» και αντίκρισε την πληθωρική μελαχρινή που αγαπά να φορά ψηλοτάκουνα ή πλατφόρμες και να κάνει δαχτυλίδια καπνού με το τσιγάρο της, αν και ήταν βαριά κρυωμένη. Αριστούργημα! Όταν σε μια συζήτηση της είπαν ότι εξακολουθεί να είναι η πανκ επαναστατημένη γυναίκα που ήταν ήδη από την εφηβεία της στην Τεχεράνη και στη συνέχεια στη Βιέννη, η Μαριάν αντέδρασε. «Ι am a lady» είπε, δίνοντας λίγο μεγαλύτερη διάρκεια και βάθος στο a. «Ι am a laaady» επανέλαβε, με τη γλώσσα να ρολάρει στον ουρανίσκο. Της αρέσει να παραπλανά. «Είναι προτιμότερο να μη δείχνεις αυτό που είσαι. Είναι καλύτερο να μοιάζεις με μια μπουρζουά, μια αστή. Έτσι ανοίγουν εύκολα όλες οι πόρτες και μόλις μπεις τα κάνεις όλα κόλαση. Έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον αυτό...» Και αγαπά να αιφνιδιάζει, δείχνοντας το μεσαίο της δάχτυλό. Θυμώνει που τα κορίτσια σήμερα θέλουν να γίνουν σαν την Πάρις Χίλτον ή την Κιμ Καρντάσιαν. Και επιμένει ότι την ενοχλεί να ακούει τις Γαλλίδες να γκρινιάζουν για το παραμικρό «ω, κοίτα, το στομάχι μου δεν είναι τελείως επίπεδο, τι να κάνω;». Σε αντίθεση με τις γυναίκες στο Ιράν που είναι δυνατές. Πραγματικά δυνατές. Η μοναχοκόρη των μπουρζουά Ιρανών μαρξιστών Δεν είχε μπει καν στην εφηβεία όταν οι γονείς της την έβαλαν να δει την ταινία «Ελαφοκυνηγός». Πάγωσε από τον φόβο, τον τρόμο. Και η ζωή της άλλαξε. Να, αυτή είναι μια ιστορία που αγαπά να λέει για την παιδική της ηλικία. Της αρέσει να αφηγείται και αυτό που της έλεγε η μητέρα της: «Μου έλεγε συνέχεια ότι δεν πρέπει να στηρίζομαι στο πρόσωπό μου και στην ομορφιά μου, αλλά στην εξυπνάδα μου. Ότι δεν την ενδιαφέρει αν θα παντρευτώ, αλλά μόνο αν θα σπουδάσω κι αν θα γίνω οικονομικά ανεξάρτητη. Ως παιδί πίστευα ότι στην πραγματικότητα μου έλεγε ότι είμαι κακάσχημη, ότι δεν αξίζει καν να προσπαθήσω να δείχνω χαριτωμένη, κανένας δεν πρόκειται να με παντρευτεί. Οπότε, τουλάχιστον ας προσπαθήσω να είμαι έξυπνη». Ο αγώνας κατά του καθεστώτος και ο Μάικλ Τζάκσον Γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1969 στην πόλη Ραστ κοντά στην Κασπία Θάλασσα. Mεγάλωσε στην Τεχεράνη και πήγε σχολείο εκεί όπου έστελνε η ελίτ τα παιδιά της, στο Lycée Français. Ο πατέρας της ήταν μηχανικός, η μητέρα της σχεδιάστρια μόδας. Μαρξιστές-λενινιστές, μορφωμένοι, αλλά κυρίως ευζωιστές, ηδονιστές της πολυτέλειας, της καλής ζωής, έπιναν αλκοόλ, έβλεπαν δυτικές ταινίες, κυκλοφορούσαν με μια Κάντιλακ. Η ίδια εξηγεί πως από παιδί τής έμαθαν πως δεν έχει σημασία αν είναι κορίτσι ή αν είναι αγόρι. Σημασία έχει ότι είναι άνθρωπος. H Μαρζάν Σατραπί σε παιδική ηλικία Ήταν μαθήτρια στις πρώτες τάξεις του σχολείου όταν την έπαιρναν μαζί τους στις διαδηλώσεις εναντίον του Σάχη, ελπίζοντας σε μια ισλαμική επανάσταση, που όταν ήρθε, απλώς τους διέλυσε. Κεντρικό πρόσωπο στη ζωή της ήταν ο ακτιβιστής, πολιτικός και αντιφρονών θείος της Αnoosh. Την αγάπησε σαν κόρη του. Στη φυλακή, λίγο πριν τον εκτελέσουν, ήταν το μοναδικό πρόσωπο που ζήτησε να δει. Της είπε ότι δεν έπρεπε να ξεχάσει. Ότι έπρεπε να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη, την ιστορία της οικογένειας, της χώρας. Αυτή η προτροπή, σχεδόν δεκαπέντε χρόνια μετά, την οδήγησε στη συγγραφή του «Περσέπολις». Όταν κυκλοφόρησε το «Περσέπολις» – είχε αρχίσει να το γράφει το 1999 σε ηλικία ακριβώς 30 ετών – και έκανε ακαριαία παγκόσμια επιτυχία, ο διεθνής Τύπος τη χαρακτήρισε «αληθινή πριγκίπισσα». Είχε ξεκινήσει να το γράφει χρόνια πριν πάρει την τελική του μορφή. Σταμάτησε όταν συνειδητοποίησε ότι έγραφε θυμωμένη. Ότι δεν είχε ξεπεράσει το μίσος της για τους καταπιεστές, για την αδικία. Ήξερε ότι έπρεπε να βγει από αυτήν τη συνθήκη για να μη δημιουργήσει ένα έργο που θα έγραφε οποιοσδήποτε από αυτούς που ήθελε να καταγγείλει. Φανατισμένο και αφανιστικό. «Είναι σημαντικό να μπορείς να συγχωρείς. Αν κρατάς τον θυμό μέσα σου, τότε θα γίνεις ίδιος με αυτούς που μισείς» λέει. Μεγάλωσε σε ένα σπίτι χωρίς παιχνίδια αλλά με εκατοντάδες βιβλία. Το μόνο παιχνίδι που έπαιζε ήταν χαρτιά με τους γονείς της – έμαθε γρήγορα να μπλοφάρει και να κλέβει. Ενεπλάκη σε παράνομες πολιτικές οργανώσεις, αγόραζε παράνομα δίσκους με δυτική μουσική. Φορούσε μπλουζάκια με τον Μάικλ Τζάκσον κάτω από την αμπάγια της. Ασφυκτιούσε. Oι νόμοι είναι για τους ηλίθιους Όταν ήταν 14 χρονών βομβαρδίστηκε το σπίτι των γειτόνων της, όπου ζούσε η καλύτερή της φίλη. Σκοτώθηκε. Στα συντρίμμια βρήκε το βραχιόλι της και μέλη του σώματός της. Οι γονείς της αποφάσισαν πως έπρεπε να φύγει στο εξωτερικό. Την έστειλαν σε οικοτροφείο στη Βιέννη. Ένιωθε χαρούμενη που θα ζούσε χωρίς να καλύπτει το κεφάλι της, που θα ζούσε στη Δύση. Τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς όπως φανταζόταν. Οι καλόγριες ήταν βαθιά καταπιεστικές. Ακόμα κι εκεί, στην καρδιά της Ευρώπης, προσπαθούσαν να τιμωρήσουν τη θηλυκότητα, την ελευθερία έκφρασης. Αποκάλεσε πουτάνα μια καλόγρια που τόλμησε να της πει ότι στο Ιράν είχαν κατώτερη μόρφωση απ' ότι στον υπόλοιπο κόσμο. Σε κάποια περίπτωση χτύπησε στο κεφάλι μια δασκάλα της και πήρε αποβολή. «Έχω πρόβλημα με την εξουσία. Η γιαγιά μου συνήθιζε να λέει πως οι νόμοι είναι για τους ηλίθιους. Είχε απόλυτο δίκιο». Δεν ήταν ιδανικά τα πράγματα. Και πάλι. Ενώ στην Τεχεράνη μεγάλωνε ως πριγκίπισσα – είναι απόγονος του αυτοκράτορα της Περσίας Nasser-al-Din Shah –, στην Αυστρία «με έκαναν να νιώθω σαν βρόμα». Η αυτοεκτίμησή της κατέρρευσε. Η ταυτότητά της συνετρίβη. Βλέπει εκεί άλλο ένα πρόσωπο του ρατσισμού, του φασισμού, του σεξισμού, η ίδια είναι ξανά το θύμα. Ακόμα και χωρίς αμπάγια. Κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, προσπαθεί να κόψει τις φλέβες της με ένα μαχαίρι για φρούτα (η ίδια δεν μιλάει γι' αυτό το γεγονός κι έτσι υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές για το πότε έκανε την απόπειρα αυτοκτονίας: στη Βιέννη ή αμέσως μετά, στην Τεχεράνη. Ακολούθησε δεύτερη απόπειρα με υπερβολική δόση αντικαταθλιπτικών χαπιών). Είναι η στιγμή που αποφασίζει να χωρίσει με τον Αυστριακό φίλο της και να επιστρέψει στην Τεχεράνη για να σπουδάσει γραφιστικές τέχνες. Δεκαεννιά χρονών και σε απόλυτη σύγχυση. Παντρεύτηκε τον Ρεζά, έναν συμφοιτητή της. Έναν μήνα μετά κοιμούνταν σε χωριστά κρεβάτια. Τρία χρόνια αργότερα πήρε διαζύγιο. Στα 24 αποφασίζει να φύγει για το Στρασβούργο, για να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Στην Τεχεράνη ακόμα και οι φίλοι της την αντιμετώπιζαν ως κάτι ξένο, ως δυτικό απόβλητο, όπως στην Αυστρία την αντιμετώπιζαν ως Ιρανή παρείσακτη. Δεν ανήκει πουθενά. Άπατρις συναισθηματικά και ψυχολογικά. Βρίσκεται στο Παρίσι. Για να ζήσει παραδίδει μαθήματα ξένων γλωσσών (μιλά αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, φαρσί, σουηδικά) και αερόμπικ... Η Μαρζάν Σατραπί με τον Antonin Baudry έξω από τη γαλλική πρεσβεία της Νέας Υόρκης Παρακολουθεί ένα εργαστήριο graphic novel και εκεί γνωρίζει τον μέντορά της, τον άνθρωπο που, σαν τον θείο της Αnoosh, ενεργοποίησε τις δυνατότητές της και την έκανε να πιστέψει στη μοναδικότητά της. Τον Pierre-François Beauchard, που υπογράφει ως David B. Τα σχέδιά του είναι συγκλονιστικά, ασπρόμαυρα, όπως τα σχέδια της Σατραπί στο «Περσέπολις», τα θέματά του εκκινούν από οικογενειακά τραύματα. «Ζωγράφιζε σαν θεός» λέει. Χωρίς τα 4 ράμματα δεν θα υπήρχε «Περσέπολις» Λίγο πριν γράψει το «Περσέπολις», ταλαντευόταν πάλι ψυχολογικά. Παραδέχθηκε, μιλώντας στην ηθοποιό Έμα Γουότσον, ότι είχε κατάθλιψη, υπέφερε από δύσπνοια. «Ένα βράδυ», διηγείται, «ένιωσα πως δεν μπορούσα να αναπνεύσω καθόλου. Κάλεσα τις πρώτες βοήθειες. Τους είπα "δεν μπορώ να αναπνεύσω". Ήρθαν και με τύλιξαν με ένα υλικό που έμοιαζε με αλουμινόχαρτο, ήμουν σαν κοτόπουλο που το βάζουν στον φούρνο για ψήσιμο. Με κάλυψαν με κουβέρτες, με έβαλαν στο φορείο και άρχισαν να με κατεβάζουν από τις σκάλες. Το φορείο έπεσε από τα χέρια τους και βρέθηκα να κατρακυλώ στις σκάλες. Χτύπησα το κεφάλι μου. Μου έκαναν τέσσερα ράμματα. Ο πόνος και το σοκ με τράβηξαν από την κατάθλιψη. Άρχισα να αναπνέω κανονικά και πάλι. Είπα στον εαυτό μου: "πρέπει να κάνεις κάτι, δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση". Κι έτσι έγραψα το "Περσέπολις". Αν δεν είχα αυτά τα τέσσερα ράμματα στο κεφάλι, δεν θα το είχα γράψει ποτέ». Μετά ακολούθησε η σαρωτική επιτυχία. Ντελίριο γι' αυτή την αυτοβιογραφία που μιλά για την εκκεντρική γιαγιά που έπλενε το στήθος της με γάλα για να παραμείνει σφριγηλό, τον μαρξιστή πατέρα με την Κάντιλακ, τη μητέρα που έκλαψε όταν η κόρη της παντρεύτηκε τόσο μικρή σε ηλικία. Το βιβλίο της γίνεται ταινία με τις φωνές του Ίγκι Ποπ, της Κατρίν Ντενέβ, της Τζίνα Ρόουλαντς, της Κιάρα Μαστρογιάνι. Κερδίζει το Fipresci στο Φεστιβάλ των Καννών, δύο βραβεία Σεζάρ, μια υποψηφιότητα για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων. Δεν εγκαταλείπει ξανά το Παρίσι, όπου μένει με τον δεύτερο σύζυγό της. Έναν Σουηδό. Αυτό είναι το μόνο που ξέρουμε, αφού δεν αποκαλύπτει ούτε το όνομα, ούτε την ιδιότητά του. Δεν έχουν παιδιά. Εκνευρίζεται όταν την ρωτούν αν θα κάνει ή γιατί δεν έκανε. Το βρίσκει σεξιστικό. Θέλει να αφοσιωθεί στην τέχνη και δεν την νοιάζει αν κάποιοι τη χαρακτηρίζουν «φιλόδοξη σκύλα καριερίστα» εξαιτίας αυτής της επιλογής της. Στο Ιράν δεν επέστρεψε ποτέ. Φοβάται ότι μπορεί να τη συλλάβουν και τη ρίξουν στη φυλακή. Ποτέ όμως δεν την έχει απειλήσει το καθεστώς, παρά την επιτυχία της. Όταν είναι χαρούμενη, θέλει να χορεύει. Χρειάζεται όμως λίγη μελαγχολία, αυτό τον κόμπο στο στομάχι, για να δημιουργήσει. Λατρεύει το κάπνισμα. Έχει κάτι το ερωτικό, λέει. «Το βάζω στο στόμα μου. Ο καπνός μπαίνει στο σώμα μου μέσα από μια οπή. Μου δίνει ευχαρίστηση. Και μετά βγαίνει...» Πιστεύει ότι αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους υπάρχει τέτοιο μίσος για τον καπνό. Και ναι, ήταν από αυτούς που αντιτάχθηκαν με σθένος στην απόφαση της γαλλικής κυβέρνησης να κλείσει τους οίκους ανοχής. Το «Περσέπολις» ήταν η αρχή της καριέρας της. Ακολούθησαν το «Κοτόπουλο με Δαμάσκηνα», το οποίο επίσης διασκεύασε για τον κινηματογράφο, και τα «Κεντήματα». Το 2013 σκηνοθέτησε την ταινία «Gang of the Jotas» και έναν χρόνο μετά το «The Voices» (Φωνές). Αυτή την περίοδο ετοιμάζει την ταινία «The extraordinary journey of the fakir» με πρωταγωνίστρια την Oύμα Θέρμαν, που στηρίζεται στο μπεστ σέλερ του Romain Puértolas και έχει μεταφραστεί σε 36 γλώσσες. «Είμαι μια γυναίκα από το Ιράν, έχω πετύχει όσα ήθελα, ζω στην πόλη που θέλω, με τον άνδρα που θέλω, κάνω τη δουλειά που θέλω, πληρώνομαι εξαιρετικά καλά γι' αυτήν. Πόσοι άνθρωποι στον κόσμο έχουν αυτή την τύχη;», λέει. Η Μαρζάν Σατραπί είναι τόσο Ιρανή όσο και Ευρωπαία, τόσο γυναίκα όσο, κυρίως, πολίτης του κόσμου, ιδεολόγος, ανεξάρτητη υπέρμαχος της ελευθερίας σε έναν κόσμο που μόλις εξέλεξε για πρόεδρο των ΗΠΑ τον σεξιστή, πουριτανό Τραμπ. Ω ναι, θα έχει τεράστιο ενδιαφέρον να ακούσουμε όσα πει στην Αθήνα. Info: Κουτσομπολεύοντας με τη Marjane Satrapi 30 Νοεμβρίου 2016 19:00 Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση Είσοδος ελεύθερη Περισσότερες πληροφορίες: www.sgt.gr Και το σχετικό link...
  3. Μέσα από τα δημοφιλή κόμικς της η Μαργιάν Σατραπί έδωσε ένα από τα πιο αιχμηρά σχόλια για το ιρανικό θεοκρατικό καθεστώς και τη θέση της γυναίκας σε αυτό. Αυτές τις μέρες που τα βλέμματά μας αιχμαλωτίζονται από τις εξεγερμένες γυναίκες του Ιράν, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θυμήθηκαν την Μαργιάν Σατραπί, τη δημιουργό του πρώτου κόμικ με ιρανική υπογραφή, του «Περσέπολις». Ενός έργου με λιτά, ασπρόμαυρα σκίτσα που εκδόθηκε σταδιακά στη Γαλλία μεταξύ 2000 και 2003 και στην Ελλάδα κυκλοφόρησε σε δύο τόμους σε μετάφραση Γ. Τσάκωνα από τις εκδόσεις Ηλίβατον. Γόνος προοδευτικής αριστοκρατικής οικογένειας, γεννημένη το 1969 και μεγαλωμένη στην Τεχεράνη, η Σατραπί, στο περίφημο αυτό έργο που μετέφερε το 2007 και στον κινηματογράφο, έδωσε ένα από τα πιο αιχμηρά σχόλια για το ιρανικό θεοκρατικό καθεστώς. Στο «Περσέπολις 1» παρακολουθούμε πώς, μικρό κοριτσάκι, βίωσε με ανακούφιση την πτώση του Σάχη, πόσο απότομα προσγειώθηκε έπειτα στον θρησκευτικό αυταρχισμό των οπαδών του Χομεϊνί, πώς φόρεσε τη μαντίλα με το ζόρι, τι αφουγκράστηκε από τον πόλεμο με το Ιράκ, τι τραγελαφικές καταστάσεις έζησε συντροφιά με την ανασφάλεια, τον φόβο, τον παραλογισμό, μέχρι που, στα δεκατέσσερά της, οι γονείς της την έστειλαν στην Αυστρία. Διατηρώντας αμείωτα το χιούμορ και τη δηκτικότητά της, η Σατραπί συνέχισε την εξιστόρησή της στο «Περσέπολις 2», αναφερόμενη στην πρώτη ευρωπαϊκή της εμπειρία και στον προσωρινό, όπως αποδείχτηκε, επαναπατρισμό της, καθώς το 1994 αναχώρησε οριστικά από το Ιράν για τη Γαλλία. Πώς ζει μόνη μια δεκαπεντάχρονη Ιρανή στην Ευρώπη, σε μια εποχή όπου η χώρα της θεωρείται η επιτομή του Κακού; Πώς αναμετριέται όχι μόνο με τα προβλήματα της εφηβείας αλλά και με τον ανοιχτό ή υφέρποντα ρατσισμό εκείνων που την περιστοιχίζουν; Πώς βιώνει τις ερωτικές της απογοητεύσεις, πώς παλεύει με τον πειρασμό των ναρκωτικών ουσιών, πώς αντέχει τη μοναξιά και τη νοσταλγία για τους γονείς και την πατρίδα της; Κι όταν επιστρέφει, γυναίκα πλέον, στο Ιράν, πώς τα βγάζει πέρα με το όλο και πιο τυραννικό καθεστώς, όταν μάλιστα κουβαλά μέσα της κι ένα αίσθημα προσωπικής αποτυχίας; «Ήμουν Ιρανή στη Δύση, Δυτική στο Ιράν» γράφει σ’ ένα σημείο, συνοψίζοντας την κρίση ταυτότητας που τόσο την ταλάνισε. Η Μαργιάν Σατραπί ζωντάνεψε στο «Περσέπολις» μια διαδρομή γεμάτη τραύματα και παλινωδίες η οποία την οδήγησε σ’ έναν αποτυχημένο γάμο, αλλά ταυτόχρονα την προίκισε μ’ ένα υλικό που κατάφερε να διαπραγματευτεί με αυτοσαρκασμό και ειλικρίνεια. Τις ίδιες αρετές συναντάμε σ’ ένα ακόμη βιβλίο της, στα «Κεντήματα» (επίσης σε μετ. Γ. Τσάκωνα, εκδ. Ηλίβατον, 2008) με το οποίο ολοκλήρωσε τον κύκλο των αυτοβιογραφικών της αφηγήσεων. Βρισκόμαστε στο Ιράν, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Στο καλοβαλμένο σπιτικό της οικογένειας Σατραπί, το μεσημεριανό γεύμα έχει τελειώσει, οι άντρες έχουν αποχωρήσει για την καθιερωμένη τους σιέστα κι εννιά γυναίκες – της συγγραφέως συμπεριλαμβανομένης – από τρεις διαφορετικές γενιές ετοιμάζονται να πάρουν το τσάι τους. Η ιεροτελεστία, που τις θέλει μαζεμένες γύρω από το σαμοβάρι, δεν είναι παρά η αφορμή για να πουν με ησυχία τα «δικά» τους μυστικά, κουτσομπολιά και αγωνίες που μόνο μεταξύ τους μπορούν να μοιραστούν. Όπως λέει η μεγαλύτερη ανάμεσά τους, «η συζήτηση είναι ο ανεμιστήρας της ψυχής». Κι όλες τους έχουν πολλά να διηγηθούν για να... δροσιστούν και να ξαλαφρώσουν. Πάνω σ’ αυτόν τον καμβά απλώνονται τα «Κεντήματα», προσφέροντας μια γλυκόπικρη, αποκαλυπτική εικόνα για τα βιώματα των γυναικών στο Ιράν. Εδώ, η Σατραπί ζωντανεύει την αθυρόστομη, οπιομανή γιαγιά της, με τους τρεις γάμους πίσω της, δίνει τον λόγο στις θείες, τις ξαδέλφες και τη μητέρα της και μας κάνει μάρτυρες μιας συζήτησης που ανατρέπει όλα τα στερεότυπα για τις μαντιλοφόρες φιγούρες που διακρίνονται κατά καιρούς στα τηλεοπτικά ρεπορτάζ. Οι ηρωίδες των «Κεντημάτων» είναι σαφές πως προέρχονται από μια εύρωστη κοινωνική τάξη η οποία συνδιαλεγόταν με τη Δύση στην προ-Χομεϊνί εποχή, χωρίς όμως αυτό να τις έχει απαλλάξει από προκαταλήψεις βαθιά ριζωμένες στον ιρανικό τρόπο ζωής. Περνώντας δεξιοτεχνικά από τη μια ιστορία στην άλλη, η Μαργιάν Σατραπί μιλάει για προξενιά ανάμεσα σε άγουρα κορίτσια και ραμολί εκατομμυριούχους, για κοπέλες που έχασαν την παρθενιά τους και μηχανεύονται τρόπους να την... ξαναβρούν, για γυναίκες που τις πρόδωσαν και τις εκμεταλλεύτηκαν αλλά εκείνες πάσχισαν να χειραφετηθούν. Κι όσο οι ηρωίδες της ανοίγουν την ψυχή τους ανακαλώντας και πιπεράτα περιστατικά από τη διαδρομή άλλων φιλενάδων τους, έχει κανείς την αίσθηση πως ακόμα και μια πλαστική επέμβαση στη μύτη ή τους γοφούς μπορεί να πάρει διαστάσεις επαναστατικές! Στα «Κεντήματα» δεν υπάρχει χώρος για χαμηλοβλεπούσες υπάρξεις, αφοσιωμένες στη λατρεία του Αλλάχ. Οι κουβέντες εδώ αφορούν επιτυχημένους ή δυσλειτουργικούς γάμους, το έλλειμμα της αγάπης και τη λαχτάρα για σεξ, τους μηχανισμούς επιβίωσης σ’ έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, το όνειρο της φυγής από τη χώρα, τα κυρίαρχα μοντέλα ομορφιάς. Η Σατραπί φέρνει στην επιφάνεια ιστορίες πικρές, σκληρές ή κι απλώς γελοίες, σχολιάζοντας την ασφυξία, το ιδιότυπο αντάρτικο ή και την κενότητα ορισμένων ηρωίδων της. Κι όπως στο «Περσέπολις» έτσι κι εδώ, οι σελίδες της ξεχειλίζουν από χιούμορ και τρυφερότητα. Και το σχετικό link...
  4. Το βιβλίο της Μαρζάν Σατραπί και η μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη, σε ένα φιλμ με πολιτικές και ιστορικές προεκτάσεις. Τα τελευταία εικοσιτετράωρα το Ιράν βρίσκεται εν μέσω κοινωνικών ταραχών με αφορμή τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί στην Τεχεράνη. Λίγο νωρίτερα, η γυναίκα είχε συλληφθεί από την Αστυνομία Ηθών καθώς δεν υπάκουσε στην εντολή να κρύψει καλά τα μαλλιά της στη μαντίλα (χιτζάμπ). Αυτή η εξέλιξη πυροδότησε κύματα διαδηλώσεων σε ιρανικές πόλεις που οδήγησαν σε βίαια επεισόδια και θανάτους. Η πλειοψηφία των διαδηλωτών είναι γυναίκες οι οποίες, καταπιεσμένες από το θεοκρατικό καθεστώς, διεκδικούν περισσότερα δικαιώματα στην ελευθερία και την ισότητα. Η δύσκολη ζωή των γυναικών στο Ιράν έχει αποτυπωθεί αρκετές φορές στην ποπ κουλτούρα. Μια από τις πιο δημοφιλείς ιστορίες είναι αυτή του βιβλίου της Μαρζάν Σατραπί «Περσέπολις» (Persepolis), που κυκλοφόρησε το 2000 και επτά χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη. Η – βραβευμένη με Σεζάρ – εμβληματική ταινία κινουμένων σχεδίων (σκηνοθεσία Βίνσεντ Παρονό, Μαρζάν Σατραπί) έκανε το έργο της Σατραπί ευρέως γνωστό. Πρόκειται για ένα κατά βάση ασπρόμαυρο φιλμ με ισχυρές πολιτικές και ιστορικές προεκτάσεις, το οποίο βρίσκεται για ακόμα μια φορά στην επικαιρότητα. Αυτό δεν συμβαίνει πολύ συχνά. Ιστορικό-πολιτικό δράμα Το «Περσέπολις» βασίζεται στη ζωή της ιρανικής καταγωγής Γαλλίδας συγγραφέως και εκτός από ένα ιστορικό-πολιτικό δράμα, περιλαμβάνει και στοιχεία μαύρης κωμωδίας. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα αφήγημα με φόντο την ιρανική επανάσταση που έλαβε χώρα το 1979. Στο επίκεντρο της πολυεπίπεδης ιστορίας βρίσκονται θεματικές όπως η καταπίεση των γυναικών, η αντίθεση ιδιωτικού και δημόσιου βίου αλλά πάνω από όλα η έντονη επιθυμία για ελευθερία, δημοκρατία και ειρήνη. Η Σατραπί παρουσιάζει τα παιδικά της χρόνια, την καθημερινότητα της οικογένειάς της και παράλληλα την ταραγμένη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της χώρας της. Η εννιάχρονη Μάρτζι μεγαλώνει στην Τεχεράνη, υπό μιας αυστηρά ορθόδοξης κυβέρνησης. Ωστόσο οι γονείς της συμμετέχουν τακτικά σε συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες κατά της κυβέρνησης, γεγονός που θα διαμορφώσει περαιτέρω την ιδεολογία της ηρωίδας. Αργότερα, ακούγοντας τη γιαγιά της, συνεχίζει να αψηφά το αυστηρό καθεστώς του Ιράν και πολλές φορές αντιμετωπίζει προβλήματα. Μέχρι που τελικά οι γονείς της τη στέλνουν σε σχολείο στη Βιέννη. Αλλά και εκεί η Μάρτζι δεν επιθυμεί την καταπίεση των κρατικών αρχών και συνεχίζει να επαναστατεί. Φοράει τζιν, ακούει μουσική χέβι μέταλ και έχει πολλές ερωτικές απογοητεύσεις μέσα σε όλη αυτή την πολιτική αναταραχή. Η ταινία κάνει όμορφους παραλληλισμούς με τα στάδια ωριμότητας της ίδιας της πρωταγωνίστριας, καθώς η χώρα της,το Ιράν, αγωνίζεται να βρει την ταυτότητα της μετά από τόσες μάχες και αιματοχυσίες. Η Μάρτζι σκέφτεται να δώσει τέλος στη ζωή της, αφού πάλεψε και απέτυχε να αντιμετωπίσει τα εμπόδια. Σε εκείνο το σημείο το φιλμ αποκτά πιο προσωπικό και ως εκ τούτου πιο διαδραστικό χαρακτήρα. Σε μια μοναδική σεκάνς που απεικονίζει τη Μάρτζι να υποφέρει από κατάθλιψη, οι σκηνοθέτες δίνουν στην επόμενη σκηνή μια αίσθηση αισιοδοξίας καθώς βλέπουμε την ηρωίδα να σηκώνεται και να πολεμά την ψυχική διαταραχή χορεύοντας το τραγούδι «Eye of the Tiger» του συγκροτήματος Survivor. Η χρήση αυτού του τραγουδιού από συγκρότημα με τόσο αποκαλυπτικό όνομα σε αυτή τη συγκυρία της ταινίας, δεν περνά απαρατήρητη. Στο φιλμ συμμετέχουν σημαντικές προσωπικότητες του κινηματογράφου όπως οι Κατρίν Ντενέβ, Κιάρα Μαστρογιάννι και Σον Πεν. Επιτυχία και λογοκρισία Η κινηματογραφική μεταφορά δεν είχε μόνο εισπρακτική επιτυχία αλλά διακρίθηκε διεθνώς, συμπεριλαμβανομένων του βραβείου Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών, της υποψηφιότητας για Όσκαρ στην κατηγορία Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων και υποψηφιότητας για Χρυσή Σφαίρα. Όμως παρά την αναγνώριση το φιλμ αποδείχθηκε αμφιλεγόμενο στο Ιράν. Η κυβέρνηση κατήγγειλε την ταινία ως μια ασεβή απεικόνιση της ισλαμικής επανάστασης. Όπως ανέφερε ο ιστότοπος France24, το «Persepolis» απαγορεύθηκε και στον Λίβανο, αλλά στη συνέχεια υπήρξε άρση της απαγόρευσης λόγω καταγγελιών από πολιτικά κόμματα. Και το σχετικό link...
  5. 10 graphic novels που απαγορεύτηκαν Με αφορμή το αιχμηρό 'Che' που λογοκρίθηκε στην Αργεντινή και κυκλοφορεί μαζί με το Έθνος της Κυριακής, ξεφυλλίζουμε τα κόμικ που κάποιοι έριξαν στην πυρά. Η απαγόρευση ενός κόμικ μπορεί να γίνει για πολιτικούς, θρησκευτικούς ή ηθικούς λόγους, από ένα κράτος, από ένα σχολείο ή από μία βιβλιοθήκη ή ακόμη και από τον ίδιο τον εκδοτικό οίκο που το εξέδωσε. Το σίγουρο είναι ότι πετυχαίνει τα αντίθετα αποτελέσματα, αφού αφήνει το κόμικ στην ιστορία, και το κάνει πολλές φορές ανεκτίμητο για τους συλλέκτες. Το 1968 ένα χρόνο μετά τη δολοφονία του Che Guevara, ο Alberto Breccia μαζί με τον γιο του, Ernique, ξεκίνησαν να σχεδιάζουν τη βιογραφία του σε σενάριο του Hector Oesterheld. To κόμικ απαγορεύτηκε από την Χούντα της Αργεντινής και καταστράφηκαν τα πρωτότυπα σχέδιά του. Ήταν επίσης ο βασικός παράγοντας πίσω από την εξαφάνιση (και όπως εικάζεται μετέπειτα δολοφονίας) του Oesterheld το 1976 από το καθεστώς. Με τον ίδιο τρόπο δολοφονήθηκαν και οι τέσσερις κόρες του Oesterheld και οι σύζυγοί τους, όντας ανάμεσα στους δεκάδες χιλιάδες που εξαφάνισε ο Αργεντίνικος στρατός. Το Έθνος της Κυριακής προσφέρει το κόμικ 'Che' των Alberto Breccia, Ernique Breccia και Hector Oesterheld, που απαγορεύτηκε από την Χούντα της Αργεντινής και με αφορμή αυτό θυμόμαστε όλες τις τρανταχτές περιπτώσεις λογοκρισίας στα graphic novels. PERSEPOLIS Ένα από τα καλύτερα και πιο eye opening κόμικ που έχουν υπάρξει. Στη Μέση Ανατολή δεν το δέχτηκαν παντού με ανοιχτές αγκάλες, αλλά θα περίμενε κανείς ότι δεν θα είχε πρόβλημα στην Αμερική. Το 2013 όμως ξαφνικά το βιβλίο αποσύρθηκε από σχολεία του Σικάγο. Ο λόγος ήταν ότι περιείχε κάποιες σκηνές βασανιστηρίων. Όπως όμως πολλοί μαθητές επισήμαναν οι αναφερόμενες σκηνές δεν είχαν καποια διαφορά από τα βασανιστήρια που απεικονίζονται στη διδακτική ύλη για το Ολοκαύτωμα ή τη δουλεία. SANDMAN To ‘Sandman’ θεωρείται ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα και καλύτερα κόμικ που έχουν υπάρξει. Έχει απαγορευτεί σε πολλές βιβλιοθήκες κατά καιρούς και πολύς κόσμος έχει κάνει παράπονα για το περιεχόμενό του. Ο ίδιος ο Gaiman έχει μιλήσει για τα περιστατικά απαγόρευσης της σειράς και τον χαρακτηρισμό του ως “ενήλικου περιεχομένου”. Είπε ότι αυτός ο χαρακτηρισμός δεν τον πειράζει καθόλου και ίσα ίσα που προκαλεί περισσότερο τους εφήβους να το διαβάσουν. Επίσης δεν κρατάει καμία κακία στις βιβλιοθήκες, γιατί τους χρωστάει πολλά, όντας ως παιδί μεγάλος βιβλιοφάγος περνούσε συχνά τον καιρό του σε αυτές. MAUS κ To 'Maus' μπορεί να ήταν το πρώτο graphic novel στην ιστορία του κόσμου που πήρε Pulitzer, αντιμετώπισε όμως και αυτό αναίτια λογοκρισία. Ο συγγραφέας Art Spiegelman περιγράφει την ιστορία του Εβραίου πατέρα του στην Πολωνία τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το πώς κατάφερε να διασωθεί από τους Γερμανούς. Παρόλο που το μήνυμα του είναι -προφανώς- ξεκάθαρα αντιναζιστικό, το κόμικ αποσύρθηκε από τα ράφια των βιβλιοπωλείων της Ρωσίας, επειδή στο εξώφυλλο απεικόνιζε μία σβάστικα. ULTRAMAN Δημιουργός του Ultraman είναι ο Tsuburaya, ένας από τους δημιουργούς του Γκονζίλα. Σε μας δεν είναι τόσο γνωστός -που να πάει με αυτό το όνομα, στην Ιαπωνία όμως γίνεται πανικός. Στη Μαλαισία πάλι, κάτι γίνεται, αν και στο παρελθόν οι σχέσεις Υπουργείου Εσωτερικών-Ultraman πέρασαν κάποιες δυσκολίες. Το κόμικ ‘Ultraman: The Ultra Power’ απαγορεύτηκε στη χώρα το 2014, επειδή χρησιμοποίησε το όνομα του Αλλάχ “με ανεύθυνο τρόπο”. Για την ακρίβεια το κόμικ περιέγραψε τον χαρακτήρα Ultraman King, ως θεό, λέξη που στα Μαλαισιανά χρησιμοποιείται για τον Αλλάχ. Το υπουργείο ισχυρίστηκε ότι η σύγκριση “μπορεί να μπερδέψει τα παιδιά και να επηρεάσει αρνητικά την μουσουλμανική πίστη τους”. Αυτό είναι γενικότερη ανησυχία της κυβέρνησης της Μαλαισίας. Επειδή οι λέξεις “θεός”, οποιασδήποτε θρησκείας, και “Αλλάχ” είναι ταυτόσημες, προσπαθούν να απαγορέψουν τη χρήση της για περιπτώσεις που δεν αναφέρονται στον Αλλάχ. Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ Αυτά βέβαια, δεν γίνονται μόνο στη Μαλαισία, αλλά και στην Ελλάδα του 2000. Ο Αυστριακός καρτουνίστας Gerhard Haderer οδηγήθηκε στα ελληνικά δικαστήρια για καθίβρυση θρησκεύματος, καταδικάστηκε σε εξάμηνη φυλάκιση και διατάχθηκε η κατάσχεση του βιβλίου, για να αθωωθεί τελικά από το Εφετείο Αθηνών το 2005. Παρόμοια ιστορία είχε να γίνει στην Ελλάδα από το 1981, για τις '120 μέρες των Σοδόμων' του Μαρκήσιου Ντε Σαντ. SAGA #12 Το 2013 το τεύχος 12 της Saga, δεν εμφανίστηκε προς πώληση στο iOS, όπως όλα τα προηγούμενα τεύχη. Ο λόγος, όπως γρήγορα πολλοί μάντεψαν, ήταν ότι περιλάμβανε μία γκέι ερωτική σκηνή. Άρχισαν επομένως οι αντιδράσεις εναντίον της λογοκρισίας της Apple, εφόσον αντίστοιχο περιεχόμενο με στρέιτ ερωτικές σκηνές είχε διατεθεί ουκ ολίγες φορές. Στην πορεία διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για αυτολογοκρισία της ComiXology, της ονλάιν πλατφόρμας κόμικ, που θεώρησε από μόνη της ότι η σκηνή δεν συμφωνούσε με τους όρους της Apple. Η παρεξήγηση αποκαταστάθηκε και το κόμικ έγινε διαθέσιμο. ELEKTRA VOL.2 #3 Σε αυτό το τεύχος της ‘Elektra’ υπήρχε μία σκηνή, που έδειχνε την ηρωίδα γυμνή από πίσω, αρκετά σκιασμένη βέβαια. Εν τέλει το τεύχος ανακλήθηκε και επανεκδόθηκε με την Elektra να φοράει εσώρουχα. Φυσικά το ορίτζιναλ έχει γίνει ανάρπαστο. UNIVERSE X: SPIDEY Μια φορά και έναν καιρό ο Bob Harras ήτανε αρχισυντάκτης στη Marvel. Ο Bob Harras δεν ήταν και το καλύτερο αφεντικό. Μην είσαι σαν τον Bob. Το 2001 λοιπόν, ο σχεδιαστής Al Milgrom, παραχάρηκε με τα νέα της απόλυσης του Bob και αποφάσισε να το δείξει στο backround ενός στριπ του Spidey. Έγραψε ο άνθρωπος “Harras ha ha, he's gone, good riddance to bad rubbish he was a nasty s.o.b.”. Στη συνέχεια ανακλήθηκαν όλα τα τεύχη και ο Al Milgrom απολύθηκε κι αυτός, για να ξαναπροσληφθεί όμως λίγες βδομάδες μετά. EC COMICS Στα 50s κάποιος τρελάρας ψυχίατρος έγραψε το ‘Seduction of the Innocent’, ένα βιβλίο που κατηγορούσε τα κόμικς για διαφθορά των νέων, επειδή ο Batman και ο Robin είναι γκέι, η Wonder Woman λεσβία, ο Superman αντιαμερικάνος και η EC ανατριχιαστική. Αυτό λοιπόν το ανεκδιήγητο βιβλίο ήταν ένας από τους λόγους που θεσμοθετήθηκε το 1954 το ‘Comics Code’, το οποίο απαγόρευε μέχρι και τη χρήση λέξεων όπως το “zombie” ή “terror”, και στο οποίο έπρεπε να συμμορφωθούν όλοι οι εκδοτικοί οίκοι. Η EC Comics, πιο γνωστή για τις ‘Ιστορίες από την Κρύπτη’ ήταν εκείνη που δέχθηκε το μεγαλύτερο πλήγμα, αφού τα κόμικ της είχαν μόνο τέτοιο περιεχόμενο και ουσιαστικά μετά το 1954 σταμάτησε να υπάρχει. ICE HAVEN Αν και τα κόμικ του Daniel Clowes θα έπρεπε να διδάσκονται στα σχολεία, το 2008 ένας καθηγητής Λυκείου αναγκάστηκε σε παραίτηση, όταν έδωσε σαν σχολική εργασία σε μία μαθήτρια το ‘Ice Haven’ του Daniel Clowes. Οι γονείς της έκαναν φασαρία στο σχολείο, στην αστυνομία και στα τοπικά μίντια λέγοντας πως ο καθηγητής έδωσε αυτό το πορνογραφικό (καμία σχέση) κόμικ στην κόρη τους με σκοπό να την αποπλανήσει. Για την ιστορία στο κόμικ μιλάνε οι κάτοικοι μιας κακόμοιρης πόλης στην οποία έγινε μια εξαφάνιση ανηλίκου. Η κάθε σελίδα έχει και έναν διαφορετικό κάτοικο που λέει κάτι για το εξαφανισμένο παιδί και κάτι για τη μίζερη ζωή του, όπως πολύ ωραία συνηθίζει να κάνει ο Clowes. Πηγή
  6. Οι Eλληνες και τα κόμικς Από ένα ανάγνωσμα περιθωριακό και υποτιμημένο, κυρίως για παιδιά και ανήσυχους εφήβους, τα κόμικς εξελίσσονται στην Ελλάδα σε μια μορφή λογοτεχνίας που απευθύνεται πλέον και στους μεγάλους. Η ονομαζόμενη Ενατη Τέχνη κερδίζει διαρκώς έδαφος στη χώρα μας και επαναπροσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουμε και σκεφτόμαστε. Tα κόμικς στην Ελλάδα επί πολλά χρόνια θεωρούνταν αμιγώς παιδικό ανάγνωσμα και μάλιστα χαμηλής ψυχαγωγικής αξίας -κάποιοι μάλιστα επέμεναν να τα θεωρούν «σκουπίδια». Τα τελευταία χρόνια, εκείνη η πρώτη ανάπτυξη των κόμικς της δεκαετίας του ’80 απέκτησε νέα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά. Περιοδικά για κόμικς και δεκάδες εκδόσεις, εξειδικευμένοι εκδοτικοί οίκοι και βιβλιοπωλεία εξειδικευμένα στα κόμικς, φεστιβάλ και συνέδρια, βραβεύσεις σε παραδοσιακούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, μέχρι και πανεπιστημιακοί καθηγητές ασχολούνται πλέον με την Ενατη, όπως αποκαλείται, Τέχνη και τη διδάσκουν στους φοιτητές τους. Εχει προηγηθεί η είσοδος των κόμικς στον κινηματογράφο, στην αισθητική της σχεδίασης εξώφυλλων δίσκων και ρούχων, στη διαφήμιση, ενώ αυτό το διάστημα τα κόμικς διαβαίνουν και τις πόρτες των σχολείων, καθώς όλο και περισσότεροι εκπαιδευτικοί αναγνωρίζουν την τρομερή δύναμή τους στο να απλοποιούν σύνθετες έννοιες και να μαγνητίζουν το ενδιαφέρον των παιδιών. Για να καταγράψει το κλίμα που επικρατεί σήμερα στον χώρο των κόμικς, το Reportage συνάντησε πέντε ανθρώπους των οποίων η σχέση με τα κόμικς είναι σχέση ζωής. Η μεγάλη ανατροπή Η επικοινωνιολόγος Λήδα Τσενέ είναι υποψήφια διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και επιστημονική συνεργάτης του Τμήματος ΜΜΕ. Αυτό το εξάμηνο διδάσκει το μάθημα «Κόμικς και Επικοινωνία» στο πλαίσιο του εργαστηρίου Διαφήμισης και Δημοσίων Σχέσεων, στο τρίτο έτος του τμήματος. Τη συναντήσαμε στο Κολωνάκι και καταδυθήκαμε μαζί της στο «μαγικό σύμπαν» των κόμικς. «Οι Ελληνες σήμερα διαβάζουν περισσότερα κόμικς από ό,τι στο παρελθόν. Σε όλο τον κόσμο τα κόμικς έχουν γίνει και πάλι της μόδας. Εκδοτικοί οίκοι μεγάλου βεληνεκούς εκδίδουν βιβλία κόμικς και εκδότες επενδύουν σε αυτά». Δεύτερος λόγος που συντείνει στην αύξηση του ενδιαφέροντος είναι οι ταινίες που βασίζονται σε ήρωες ή σε σενάρια κόμικς. «Υπάρχει πολύς κόσμος που δεν ήξερε ότι, για παράδειγμα, οι ταινίες "V For Vendetta" ή οι "300" ή το "Sin City" είναι μεταφορές διάσημων κόμικς στη μεγάλη οθόνη». Οπως υποστηρίζει η ίδια, η διαφορά στην Ελλάδα είναι το γεγονός ότι τα κόμικς δεν ήταν ποτέ ενταγμένα στην αναγνωστική κουλτούρα μας, όπως συμβαίνει στην Ιταλία, τη Γαλλία ή το Βέλγιο. «Ταυτόχρονα, σε μεγάλη μερίδα του κοινού υπάρχει η αντίληψη ότι τα κόμικς δεν είναι για ενήλικες, ότι δεν είναι αξιοπρεπές είδος αναγνώσματος, με ευρύτερο ενδιαφέρον. Σήμερα γίνεται και στην Ελλάδα μεγάλη προσπάθεια να ανατραπεί αυτή η αντίληψη και κάτι φαίνεται να αλλάζει», υποστηρίζει με αισιοδοξία. Στην Ελλάδα, τα κόμικς που είχαν κι έχουν τη μεγαλύτερη επιτυχία είναι αυτά του Ντίσνεϊ. Διαβάζονται επίσης πολύ κάποια ευρωπαϊκά όπως ο Αστερίξ και ο Λούκυ Λουκ, ενώ τελευταία διαβάζονται μετά μανίας και τα αμερικανικά κόμικς με υπερήρωες, τα οποία φαίνεται πως δίνουν τον γενικό τόνο στην αγορά. Γιατί όμως έχουν τέτοια πέραση; Σύμφωνα με τη Λ. Τσενέ, οι ήρωες αυτοί δημιουργήθηκαν σε μια δύσκολη για τις ΗΠΑ εποχή, καθώς άνθισαν την πρώτη περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Οι ΗΠΑ έχουν έλλειψη σε πραγματικούς ήρωες, έτσι οι ήρωες των κόμικς χρησιμοποιήθηκαν για να τους βγάλουν από τα προβλήματα. Είναι σχεδόν πραγματικοί ήρωες, είναι για τους Αμερικανούς ό,τι είναι για εμάς ο Κολοκοτρώνης». Τα ευρωπαϊκά κόμικς και ορισμένα από τα αμερικανικά underground, οι δύο δηλαδή κύριες κατηγορίες κόμικς στη νέα εποχή των χάρτινων ηρώων, έφτασαν στην Ελλάδα μέσω του ιστορικού περιοδικού «Βαβέλ», το οποίο εισήγαγε το ελληνικό κοινό σε μια άλλη αισθητική. Πριν όμως από αυτό, υπήρχε και στην Ελλάδα ένα «υπόγειο» κίνημα φανατικών φίλων και συλλεκτών. Για να το γνωρίσουμε, αναζητήσαμε τον ειδικό. Ο Γιώργος Καρανικόλας, ο κιθαρίστας των θρυλικών «The Last Drive», θυμάται τις πρώτες, δύσκολες εποχές για τους φανατικούς των κόμικς. Ο ταλαντούχος μουσικός και συνθέτης διατηρεί εδώ και 15 χρόνια ένα από τα πιο ενημερωμένα βιβλιοπωλεία για κόμικς στην Αθήνα, το «Tilt!» στην οδό Ασκληπιού, εκεί όπου τον συναντήσαμε ανάμεσα σε εξαιρετικής αισθητικής και σπανιότητας εκδόσεις. «Οταν ξεκινήσαμε υπήρχε μια μαγιά αναγνωστών, προερχόμενη από την πιο πρόσφατη γενιά, με περιορισμένες όμως γνώσεις. Φέραμε τα manga κόμικς από την Ιαπωνία που τα ήξεραν τότε ελάχιστοι και σήμερα χιλιάδες, ενώ το ίδιο έγινε και με τις ανεξάρτητες εταιρείες κόμικς που πρώτοι εμείς φέραμε στην Ελλάδα». Οπως μας είπε ο Γ. Καρανικόλας, η ιστορία πάει μερικά χρόνια πίσω, στα τέλη της δεκαετίας του ΄60, όταν οι «ψαγμένοι» Ελληνες αναγνώστες κατέφευγαν στην Αμερικανική Βάση για να αγοράσουν από τους στρατιώτες ακυκλοφόρητα στην Ελλάδα αμερικανικά κόμικς. Αλλη πηγή ήταν τα πέριξ της Ομόνοιας περίπτερα, καθώς και ελάχιστα βιβλιοπωλεία. Ο Γ. Καρανικόλας, πέρα από το κατάστημα, έχει κι άλλη σχέση με τα κόμικς, καθώς ως μέλος των «Last Drive» φρόντιζε πάντα να εμποτίζει την αισθητική του συγκροτήματος με την κουλτούρα των underground κόμικς. «Αγαπούσαμε πολύ τα κόμικς ως μπάντα. Οι δέκα πρώτες αφίσες του συγκροτήματος ήταν κόμικς, ενώ το εξώφυλλο του νέου μας δίσκου, ο οποίος θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο έχει δοθεί για σχεδιασμό σε κομίστα», μας είπε. Εδώ και μερικά χρόνια, λόγω της ανάπτυξης της Ενατης Τέχνης και με τη βοήθεια των ειδικών περιοδικών, των αφιερωμάτων στις εφημερίδες και των ειδικών βιβλιοπωλείων όπως το «Tilt!», οι Ελληνες έχουν πλέον πολλές επιλογές. «Κάποτε η αντίληψη που είχε ο μέσος Ελληνας για τα κόμικς ήταν ότι πρόκειται για κάτι σαν τις γελοιογραφίες των εφημερίδων. Σήμερα πλέον ο καθένας διαβάζει αυτά που του αρέσουν, η γνώση έχει αυξηθεί και δεν διαβάζουν μόνο τους υπερήρωες», υποστηρίζει ο Γ. Καρανικόλας, υπερασπιζόμενος μια νέα γενιά παιδιών που ξέρουν, ψάχνουν και απολαμβάνουν την ποιότητα. Η ώρα των graphic novels Ο σχεδιαστής κόμικς Γιώργος Μπότσος μέχρι πρόσφατα ήταν ένας από τους κορυφαίους Ελληνες διαφημιστές, δημιουργός διαφημιστικών για ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες. Σήμερα ασχολείται μόνο με τα κόμικς και την έκδοση βιβλίων, ενώ παράλληλα διδάσκει σχεδίαση κόμικς στον ΑΚΤΟ. Του ζητήσαμε να σχολιάσει το σχετικά πρόσφατο φαινόμενο της έκδοσης βιβλίων κόμικς (graphic novels), στα οποία υπάρχει μια ιστορία την οποία συγγραφέας και σχεδιαστής (όχι πάντα το ίδιο πρόσωπο) διηγούνται με εικόνες και καρεδάκια. Ουσιαστικά, τα graphic novels είναι κόμικς μεγάλου μήκους, κάτι σαν μυθιστόρημα σε μορφή κόμικ. Οπως μας πληροφορεί, αυτό το νέο είδος στην πραγματικότητα είναι τόσο παλιό όσο και το ίδιο το φαινόμενο που ονομάζουμε κόμικς. Ο πρωτοπόρος σχεδιαστής Rodolphe Topffer, στην Ελβετία του 1830, περιέγραφε αυτό που δημιουργούσε ως graphic novel. Ο όρος όμως επίσημα έχει «κατοχυρωθεί» στον Αμερικανό σχεδιαστή Will Eisner, ο οποίος τον λάνσαρε στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, για να περιγράψει μια αφηγηματική φόρμα που δεν «χωρούσε» στην παραδοσιακή κατηγοριοποίηση αυτού που αποκαλείται comics book. Το graphic novel έλαβε μεγάλες διαστάσεις τη δεκαετία του ‘80 με την κυκλοφορία τριών σημαντικών έργων: το «Watchmen» (1986) του Αλαν Μουρ, το έργο «The Dark Knight Returns» (1986), μια ιστορία Μπάτμαν που υπέγραψε ο Φρανκ Μίλερ και το Maus (1987) του Αρτ Σπίγκελμαν, το μοναδικό έργο κόμικς που έχει κερδίσει Βραβείο Πούλιτζερ (1992) και αναφέρεται στην πραγματική περιπέτεια του πατέρα του Σπίγκελμαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί. Ρωτήσαμε τον Γ. Μπότσο αν τα graphic novels που αυτό το διάστημα έχουν σαρώσει σε πωλήσεις στα αθηναϊκά βιβλιοπωλεία είναι απόρροια του οπτικού πολιτισμού και της εξάπλωσης του internet. «Δεν είναι τόσο θέμα κυριαρχίας του οπτικού πολιτισμού όσο του γεγονότος πως, αντίθετα, είναι ο γραπτός λόγος που εισχωρεί μέσα στην εικόνα και μετασχηματίζει τις δομές της εικονογραφημένης αφήγησης. Είναι που όσα μεταφέρουν, όσα επιδιώκουν αυτά τα βιβλία, έχουν πολύ υψηλό επίπεδο σεναριακά και δεν αποτελούν πια προϊόν παραλογοτεχνίας, αλλά αναγνωρίζονται ως λογοτεχνικό είδος». Πράγματι, εκδόσεις όπως το «Persepolis», η βραβευμένη μαυρόασπρη αυτοβιογραφική σειρά κόμικς της Ιρανής Μαργιάν Σατράπι, το Logicomix του «δικού μας» Απόστολου Δοξιάδη, το «Palestine» του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζο Σάκο και μια σειρά άλλων graphic novels εντυπωσιάζουν, καθώς πρόκειται, απλώς για αριστουργήματα. Είχαμε τη χαρά να συναντήσουμε τον Απόστολο Δοξιάδη, έναν άνθρωπο των θετικών επιστημών, ο οποίος διαπρέπει στον χώρο του πνεύματος ως συγγραφέας, σκηνοθέτης αλλά και με άλλες ιδιότητες. Τα περασμένα Χριστούγεννα κυκλοφόρησε το Logicomix, ένα υπέροχο ελληνικό graphic novel, το οποίο φέρει, εκτός από τη δική του, και την υπογραφή του κομίστα Χρίστου Παπαδημητρίου. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα 350 και πλέον σελίδων σε μορφή κόμικ, το οποίο διηγείται συναρπαστικά τη σύγχρονη θεμελίωση της επιστήμης των μαθηματικών. «Φρέσκος» στον χώρο ο Απόστολος Δοξιάδης, απάντησε σε ερωτήσεις σχετικές με την παρουσία του graphic novel στη σύγχρονη γραμματεία. Το θεωρεί και εκείνος μια διεθνή πραγματικότητα, μια εφεύρεση που συνδυάζει το τυχαίο και το αναγκαίο, το ερμηνεύει ως επιθυμία κορυφαίων κομιστών, να υπάρξει ένα είδος κόμικς που να μπορεί να πει ανθρώπινες ιστορίες που ξεφεύγουν από το παιδικό, το εύκολα κωμικό ή τις ιστορίες υπερηρώων και αναγνωρίζει ότι η κυριαρχία του οπτικού πολιτισμού βοήθησε στην αποδοχή και διάδοσή του. «Μια γενιά μεγαλωμένη με τηλεόραση και σινεμά, και αργότερα με το internet και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, προσαρμόζεται καλύτερα σε μια αφήγηση με έντονο οπτικό στοιχείο», επισημαίνει. Ποια είναι όμως τα όρια μιας τέτοιας «τεχνοτροπίας»; Ο Α. Δοξιάδης είναι ψύχραιμος και υπομονετικός. «Ο μεγάλος θεωρητικός των media, ο Μακ Λούαν, έλεγε ότι τα νέα Μέσα μιμούνται τα παλιά μόνο στην παιδική τους ηλικία. Μετά, παίρνουν τον δικό τους δρόμο. Ετσι, οι πρώτες ταινίες ήταν κινηματογραφημένες θεατρικές παραστάσεις και χρειάστηκαν πρωτοπόροι σαν τον Γκρίφιθ ή τον Αϊζενστάιν για να αρχίζουν να πειραματίζονται με τη γλώσσα, να τις δίνουν νέες δυνατότητες. Νομίζω ότι η απόδοση του γραπτού λόγου δεν είναι παρά ένας προσωρινός τρόπος να περιγράφουμε το graphic novel, που ακόμη και από την ονομασία του φαίνεται ότι κατάγεται από το μυθιστόρημα. Δεν θα μείνει όμως έτσι για πολύ. Καθώς ωριμάζει η φόρμα δημιουργεί τα δικά της θέματα, τις δικές της προσεγγίσεις, πράγμα που ήδη βλέπουμε να συμβαίνει. Ο Α. Δοξιάδης πιστεύει ότι κάθε μέσο έχει τις δυνάμεις και τις αδυναμίες του, και ότι τα καινούργια δεν αντικαθιστούν τα παλιά, όπως το σινεμά δεν κατάργησε το θέατρο. «Το graphic novel υπάρχει πλέον ως αυτόνομη φόρμα, και το σε τι μιμείται ή όχι τον γραπτό λόγο δεν μετράει τόσο όσο το τι θα κάνει από μόνο του», υποστηρίζει. Πρέπει λοιπόν να φοβάται η λογοτεχνία, το παραδοσιακά βαρύ πυροβολικό των εκδόσεων; Ο Α. Δοξιάδης, ένας πνευματικός άνθρωπος που επέλεξε αυτήν τη φορά να εκφραστεί μέσω των κόμικς, απαντά: «Σε καμία περίπτωση δε βλέπω την αγάπη μου για τα κόμικς, τα δικά μου ή των άλλων, να υποκαθιστά την πεποίθησή μου στη σημασία του λόγου. Κι αν φοβάμαι ότι κάτι μπορεί να ζημιωθεί -ήδη ζημιώνεται, για να λέμε την αλήθεια- με την άνοδο του οπτικού πολιτισμού, δεν είναι τόσο η γοητεία του λόγου, όσο η δύναμή του ως εργαλείου σκέψης. Δεν είναι τυχαίο ότι οι συγγενείς τεχνικές της διαφήμισης και της προπαγάνδας βασίζονται στις μέρες μας κυρίως στην εικόνα, προσπαθώντας να παρακάμψουν τις λογικές διαδικασίες. Παρ’ όλα αυτά, αγαπώ τα κόμικς -ως άλλη εκδοχή Τέχνης και όχι ως υποκατάσταση ή κατάργηση της λογοτεχνίας», καταλήγει. Παιδικές φιγούρες Τελευταία, τα κόμικς χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο στα σχολικά βιβλία. Η ομάδα έρευνας των κόμικς, η Comicdom Press, σε συνεργασία με το ΕΚΕΒΙ διοργάνωσε πρόσφατα εκπαιδευτικά εργαστήρια για μαθητές Δημοτικού και Γυμνασίου. Τα παιδιά έφτιαξαν τα δικά τους κόμικς και συμμετείχαν στην ανάγνωση, προσθέτοντας δικά τους λόγια και συναισθήματα. Η αμεσότητα που έχει αυτός ο τρόπος έκφρασης, αλλά και η δυνατότητα που προσφέρει στο να συμπυκνώσει κανείς ιδέες, τον κάνουν ένα πολύ ελκυστικό όχημα για τη μετάδοση ιδεών που αλλιώς θα ηχούσαν «ξύλινες». Ροκ φιγούρες Η χρήση ύφους και μορφών από τα κόμικς δεν αποτελεί άγνωστη πρακτική για το ροκ. Παράδειγμα οι Kiss, οι Iron Maiden, οι Gorillaz, οι Residents. Στην Ελλάδα, ένα νέο συγκρότημα, οι Moral, έχει εγκολπωθεί την αισθητική των κόμικς, ενσωματώνοντας στοιχεία των ιαπωνικών manga, ενώ και συνθετικά και στιχουργικά είναι επηρεασμένο από τον υπερβατικό κόσμο των κόμικς. Το άλμπουμ τους «Αγάπη Ανεκπλήρωτη» κυκλοφορεί από τη Universal και αποτελεί μία πρωτότυπη πρόταση, ενώ και το site της μπάντας (www.moral.gr ) είναι πραγματικά ονειρικό και αξίζει να το επισκεφθεί κάποιος. Ο Θωμάς Παπάζογλου, μέλος του συγκροτήματος, πιστεύει ότι κάθε μουσικός προσπαθεί να μεταφράσει σε εικόνες την ατμόσφαιρα της μουσικής του. «Οταν αποφασίσαμε να ταυτίσουμε τη μουσική μας με τα manga, δεν σκεφτήκαμε απαραίτητα ότι θα θέλαμε να απευθυνθούμε στους λάτρεις του είδους. Για εμάς, το συγκεκριμένο είδος δεν είναι μόνο αλληλένδετο με τη μουσική μας, αλλά και με την ιστορία που την πλαισιώνει και θα μπορούσε κάλλιστα να προέρχεται από τα manga. Ισως το στοιχείο του φανταστικού να είναι αυτό που γοητεύει», παρατηρεί. Αγγλοσαξονική καταγωγή Τα πρώτα κόμικς, με τη σημερινή μορφή τους (καρέ με κείμενο σε συννεφάκια) εμφανίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, το περιοδικό Ally Sloper’s Half Holiday κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1884, ενώ το 1895 κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το κόμικ Hogan’s Alley του Ρίτσαρντ Αουτκολτ, του οποίου κύριος χαρακτήρας ήταν το Κίτρινο Παιδί, το οποίο κυκλοφορούσε σαν ένθετο στριπ σε εφημερίδες. Ο Σούπερμαν είσαι; Ο Σούπερμαν είναι ο πρώτος κόμικ υπερήρωας. Πρωτοεμφανίστηκε στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Action Comics το 1938 και εγκαινίασε τη χρυσή εποχή των κόμικς στις ΗΠΑ. Ορισμένοι επικοινωνιολόγοι βλέπουν στην κατασκευή του, έναν ύπουλο τρόπο να στηριχθεί ο ιδεολογικός ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ, με την έννοια ότι οι Αμερικανοί επεμβαίνουν παντού ως άλλοι Σούπερμαν για να επιβάλλουν την τάξη. Τα ελληνικά ορόσημα 1951: «Κλασικά Εικονογραφημένα»: Θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος, αλλά και διεθνής λογοτεχνία (π.χ. Κολοκοτρώνης, Παναγία των Παρισίων). 1953: Μικρός Ηρως: Οι περιπέτειες τριών ηρωικών Ελληνόπουλων στην Κατοχή. 1966: Αστερίξ: Ενα γαλατικό χωριό αντιστέκεται στους Ρωμαίους. 1966: Μίκυ Μάους: Οι περιπέτειες του πιο διάσημου ποντικού στον κόσμο. 1970: Μάρβελ: Ξεκινάει η έκδοση πλήθους τίτλων με υπερήρωες (όπως Σπάιντερμαν, Χαλκ). 1975: Αγόρι: Περιοδικό με βρετανικά και αμερικάνικα κόμικς σε συνέχειες. Χρονολόγιο κυκλοφορίας ορισμένων ιστορικών τίτλων στην Ελλάδα. ΘΑΝΑΣΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΘΩΜΗ ΜΕΛΙΔΟΥ, ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΝΙΚΟΠΟΥΛΟΣ Πηγή.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.