Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'kurt vonnegut'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Σαρκαστικά χιουμοριστικό μέσα στην τραγικότητα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου και βαθύτατα ειρωνικό για τους κυνηγούς του αμερικανικού ονείρου, το εν μέρει αυτοβιογραφικό «Σφαγείο Νούμερο 5» μεταφέρθηκε σε ένα συναρπαστικό κόμικς που επιβεβαιώνει τη διαχρονικότητα του έργου του Κερτ Βόνεγκατ. «Σφαγείο Νούμερο 5» ήταν το όνομα του κτιρίου της Δρέσδης στο οποίο οι ναζί φυλάκισαν τον Αμερικανό φαντάρο με ρίζες από τη Γερμανία Κερτ Βόνεγκατ (1922-2007), όταν συνελήφθη επί γερμανικού εδάφους λίγους μήνες πριν από τη λήξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Και ήταν ένα κυριολεκτικό σφαγείο, καθώς εκεί οδηγούνταν και θανατώνονταν ζώα για να καταναλωθούν ως κρέας. Το 1944, έπειτα από χρόνια πολέμου, το κρέας στη Γερμανία σπάνιζε και τα σφαγεία όπως και άλλα δημόσια ή βιομηχανικά κτίρια έγιναν φυλακές αιχμαλώτων, κυρίως Αγγλων, Αμερικανών και Σοβιετικών. Οι ναζί οδήγησαν σ’ αυτές τις αυτοσχέδιες φυλακές τους άτυχους στρατιώτες, μη ξέροντας τι να τους κάνουν. Κάποιους τους εκτέλεσαν αλλά τους περισσότερους, ειδικά αυτούς που έφτασαν στην ανοχύρωτη και χωρίς καθόλου στρατιωτικές υποδομές Δρέσδη, τους έβαλαν να δουλεύουν για τις ανάγκες της Γερμανίας, τους παρείχαν στοιχειώδη τροφή και τους άφηναν να κοιμούνται εκεί όπου μέχρι πριν από λίγους μήνες σφάζονταν μοσχάρια και γουρούνια. Η Δρέσδη, αποκαλούμενη και «Φλωρεντία του Έλβα», ήταν το τελευταίο μέρος της Γερμανίας που θα περίμενε κανείς να βομβαρδίσουν οι Σύμμαχοι, καθώς ήταν ένα ιστορικό και πολιτιστικό κέντρο με πολλά νοσοκομεία, αμέτρητα μνημεία, δεν αποτελούσε στρατιωτικό στόχο και επιπλέον φιλοξενούσε δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες, άμαχους και αιχμαλώτους. Κι εκεί ακριβώς χτύπησαν στις 13 με 15 Φεβρουαρίου του 1945 περισσότερα από χίλια αμερικανικά και βρετανικά αεροσκάφη, ρίχνοντας σχεδόν 3.500 βόμβες και ισοπεδώνοντας την πόλη. Σκοτώθηκαν περίπου 25.000 άνθρωποι, οι περισσότεροι εγκλωβισμένοι στα ερείπια, άλλοι καμένοι και άλλοι από ασφυξία λόγω του καπνού και του μονοξειδίου του άνθρακα που απλώθηκαν παντού. Ο Κερτ Βόνεγκατ κρυμμένος στα υπόγεια ήταν τυχερός, ήταν ένας από τους ελάχιστους επιζώντες στο κυριολεκτικό και μεταφορικό σφαγείο που τον στέγαζε. Κατόρθωσε να φτάσει στην Τσεχοσλοβακία και από κει στη Γαλλία από όπου και ταξίδεψε στις ΗΠΑ. Έγινε συγγραφέας με όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία στην αρχή, αλλά το 1969 εν μέσω του Πολέμου του Βιετνάμ έγινε πασίγνωστος γράφοντας το «Σφαγείο Νούμερο 5» με υπότιτλο «Η Σταυροφορία των Παιδιών». «Η θηριωδία της Δρέσδης, λεπτομερώς σχεδιασμένη και με ανυπολόγιστο οικονομικό κόστος, αποδείχθηκε τελικά τόσο άσκοπη που μόνο ένα άτομο σε ολόκληρο τον πλανήτη ωφελήθηκε από εκείνη. Εγώ είμαι αυτό το άτομο. Έγραψα το συγκεκριμένο βιβλίο το οποίο μου χάρισε πολλά χρήματα και παγίωσε τη φήμη μου, όποια κι αν είναι αυτή. Όπως κι αν έχει, έβγαλα δύο με τρία δολάρια από κάθε νεκρό. Τι ωραία που είναι η δουλειά μου» είχε δηλώσει με σκληρό σαρκασμό και αυτοσαρκασμό για να καταγγείλει τη βαναυσότητα και την εκδικητικότητα του βομβαρδισμού αλλά και να στείλει το αντιπολεμικό του μήνυμα. Το βιβλίο του που είναι εν μέρει αυτοβιογραφικό, έχει ως πρωταγωνιστή έναν «συνηθισμένο» άνδρα με το όνομα Μπίλι Πίλγκριμ (pilgrim = προσκυνητής), ο οποίος περιφέρεται πίσω από τις γραμμές του εχθρού προσκολλημένος σε μια ομάδα επίσης αποπροσανατολισμένων ανιχνευτών, στο επίκεντρο των μαχών του Β' Παγκόσμιου Πολέμου έχοντας χάσει τη χλαίνη του, το κράνος του, το όπλο του, τις αρβύλες του («Οι ανιχνευτές ήταν ντυμένοι σαν μάχιμοι στρατιώτες. Ο Μπίλι ήταν ντυμένος σαν ηλίθιος»). Όταν τον συλλαμβάνει γερμανική περίπολος είναι τόσο αξιοθρήνητος που δεν θα τον πειράξει κανείς, θα τον φωτογραφίσουν όμως σε σκηνοθετημένη φωτογραφία για να «αποδειχθεί» η κατάντια των Αμερικανών, ο ελλιπής τους οπλισμός, η καταπόνησή τους που τους κάνει να δείχνουν σαν σκελετοί, το νεαρό της ηλικίας τους. Εξ ου και ο υπότιτλος του βιβλίου, «Η Σταυροφορία των Παιδιών». Ο Μπίλι θα ακολουθήσει τη διαδρομή που κάποτε είχε βαδίσει ο ίδιος ο Βόνεγκατ στον πόλεμο, όμως η δική του θα εμπλουτιστεί με μεταφυσικά απρόοπτα και θα εξελιχθεί από τη γέννησή του μέχρι τον θάνατό του και πάλι πίσω και από τη Γη μέχρι τον μακρινό πλανήτη Τραλφάμαντορ! Ο Βόνεγκατ, επιλέγοντας το μεταφυσικό τέχνασμα της απαγωγής του Μπίλι από μια εξωγήινη φυλή και την τοποθέτησή του σε ένα κλουβί του μακρινού πλανήτη ως εκθέματος δίπλα σε μια επίσης απαχθείσα πανέμορφη γυναίκα με την οποία πρέπει να ζευγαρώσει, βρίσκει την ευκαιρία να φιλοσοφήσει για την ανθρώπινη φύση όπως και οι ανώτεροι εξωγήινοι, να σχολιάσει τη φθαρτότητα της ύπαρξης και τη ματαιότητα των πράξεων όταν αυτές δεν επιδιώκουν την απόλαυση, όταν δεν χαρακτηρίζονται από τον αλληλοσεβασμό και τον αυτοσεβασμό. Ό,τι συμβαίνει στον Μπίλι έχει συμβεί και θα ξανασυμβεί. Και οι στιγμές του χρόνου έρχονται και επανέρχονται αδυσώπητες, τις ζούμε όλες ταυτόχρονα, άρα το μόνο που απομένει είναι να επιλέξουμε τις καλές. Δυστυχώς επιλέγουμε τις υπόλοιπες. Έχοντας κατανοήσει πλήρως τον Βόνεγκατ, ο Ryan North («Dinosaur Comics», «Adventure Time», «Machine of Death», «Unbeatable Squirrel Girl» κ.ά.) στο σενάριο και ο Albert Monteys («Carlitos Fax», «Univesre» κ.ά.) στα σχέδια, βραβευμένοι και οι δυο με Eisner κατά το παρελθόν, μεταφέρουν απολύτως επιτυχημένα το έργο του σε κόμικς (εκδόσεις Anubis, μετάφραση Ηλίας Τσιάρας). Οι North και Monteys έχουν διατηρήσει δεξιοτεχνικά τη λεπτή ειρωνεία του Βόνεγκατ που χαρακτηρίζει και άλλα έργα του όπως το «Πρόγευμα για πρωταθλητές» κι έχουν επιλέξει με μεγάλη προσοχή τις σκηνές που θα παρουσιάσουν ώστε από τη μια να μη χάνεται το νόημα και η συνέχεια κι από την άλλη να υπηρετείται ιδανικά το χωροχρονικό χάος στο μυαλό του ψυχικά κατεστραμμένου Μπίλι, να μεταφέρεται κατά το μέγιστο δυνατό η τρικυμία εν κρανίω, είτε στα χαρακώματα και στη συνέχεια στην αιχμαλωσία, είτε στη μετέπειτα ζωή του Μπίλι ως οπτομέτρη, είτε στην τύχη του ως μοναδικού επιζήσαντος αεροπορικού δυστυχήματος εν καιρώ ειρήνης, είτε κατά την ανάγνωση κόμικς και μυθιστορημάτων άγνωστων και άσημων συγγραφέων, είτε όταν επιχείρησε να απατήσει τη γυναίκα του και τα έκανε θάλασσα, είτε όταν στερούνταν την αξιοπρέπειά του στο όνομα της αγάπης της κόρης του, είτε κατά τις αμέτρητες προσβολές από συμπολεμιστές και αντιπάλους. Ο Μπίλι τα ζούσε όλα αυτά ταυτόχρονα, ξανά και ξανά χωρίς να ξεχωρίζει πάντα το πριν, το τώρα, το μετά. Για τους Τραλφαμαντοριανούς «φίλους» του κάτι τέτοιο είναι φυσιολογικό. Αν είσαι ένας γήινος οπτομέτρης, πρώην αιχμάλωτος των ναζί και μάρτυρας της θηριωδίας της Δρέσδης, είναι τραυματικό. Αλλάζοντας συχνά το σχεδιαστικό του στιλ, ο Monteys αποδίδει τις διαφορετικές φάσεις στη ζωή, στη φαντασία, στους εφιάλτες και στα όνειρα του Μπίλι με διαφορετικές τεχνοτροπίες, κάνοντας τον αναγνώστη ζαλισμένο μάρτυρα του μαρτυρίου που δεν κατανοεί πάντα τι συνέβη στη μυθιστορηματική πραγματικότητα του Μπίλι, τι στην «πραγματική πραγματικότητα» και τι στη ζωή του Κερτ Βόνεγκατ. Και ο North, με απόλυτο σεβασμό στο πρωτότυπο κείμενο, χρησιμοποιεί πολλές από τις φράσεις και τις εκφράσεις του Βόνεγκατ, με πιο χαρακτηριστική τη βασανιστικά επαναλαμβανόμενη και τάχα καθησυχαστική επωδό «έτσι είναι αυτά» σε κάθε τραγική κατάσταση, τους λιτούς διαλόγους που συνοδεύονται από τα φαρμακερά του σχόλια, τις περιγραφές της αιχμαλωσίας με τους ανώτερους να υποκρίνονται ότι όλα πάνε μια χαρά όταν έχει γκρεμιστεί κάθε κτίριο και κάθε ελπίδα, ακόμα και το σπαρακτικό μαύρο τέλος χωρίς λόγια ή, καλύτερα, με τα ακατανόητα για την ανθρώπινη λογική «λόγια» ενός αθώου πλάσματος από τον ουρανό. Ό,τι κι αν συμβαίνει, όσο φρικτό κι αποτρόπαιο κι αν είναι, ο Μπίλι έχει μάθει να το αντιμετωπίζει στωικά ή/και αδιάφορα λέγοντας «έτσι είναι αυτά». Με τη συγκινητική και ταυτόχρονα σατιρική ματιά τους στον τρόμο του πολέμου, στα εγκλήματα και τις θηριωδίες, στο μετατραυματικό στρες αλλά και στη μεταπολεμική μαγική εικόνα της ευδαιμονίας που διακόπηκε απότομα από νέους πολέμους όπως αυτός του Βιετνάμ, ο Κερτ Βόνεγκατ και οι Ryan North, Albert Monteys με το «Σφαγείο Νούμερο 5» μάς ζητούν να επιλέγουμε καλύτερα τις στιγμές που θέλουμε να ζούμε ξανά και ξανά. «Έτσι είναι αυτά», αλλά «δεν θα έπρεπε να είναι έτσι αυτά». Και το σχετικό link...
  2. «Έτσι είναι αυτά». Τρεις απλές, άχρωμες και άοσμες λέξεις είναι ο αφορισμός που επαναλαμβάνει συνεχώς ο Κερτ Βόνεγκατ στο πιο γνωστό του μυθιστόρημα, το «Σφαγείο Νούμερο 5». Η φράση, όμως, σύμφωνα με μελετητές του έργου του συγγραφέα, κρύβει τη φιλοσοφία του φαταλισμού, δηλαδή μια στάση ζωής όπου τα πράγματα είναι προδιαγεγραμμένα και εμείς είμαστε παθητικοί δέκτες τους. Γόνος ευκατάστατης οικογένειας Γερμανών μεταναστών στις ΗΠΑ, ο Βόνεγκατ γεννήθηκε το 1922 στην Ιντιάνα. Η ποτοαπαγόρευση και η οικονομική κρίση στις ΗΠΑ προκάλεσαν την οικονομική καταστροφή της οικογένειάς του και λίγα χρόνια αργότερα, το 1944, η μητέρα του αυτοκτόνησε. Ο Βόνεγκατ ήταν τότε 22 ετών, απόφοιτος του πανεπιστημίου Κορνέλ αλλά και εθελοντής στο αμερικανικό πεζικό. Τρεις μήνες μετά τον θάνατο της μητέρας του έφυγε για το μέτωπο και βρέθηκε στη Μάχη των Αρδεννών, την τελευταία μεγάλης κλίμακας επίθεση των ναζιστικών δυνάμεων πριν από το τέλος του πολέμου. Ο ίδιος και περίπου 50 ακόμη Αμερικανοί ανιχνευτές πιάστηκαν αιχμάλωτοι και στάλθηκαν στη Δρέσδη. Ένα χρόνο μετά, η λεγόμενη «Φλωρεντία του Έλβα» ισοπεδώθηκε από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς σε μια επιχείρηση που άφησε πίσω της περίπου 25.000 νεκρούς. Το μέγεθος της καταστροφής προκάλεσε αντιδράσεις και θεωρήθηκε εγκληματικό, καθώς ο πόλεμος όδευε προς το τέλος του. Ο Βόνεγκατ και μερικοί ακόμα στρατιώτες επέζησαν επειδή κρύφτηκαν στο υπόγειο ενός παλιού σφαγείου. Οι εμπειρίες του συγγραφέα αποτέλεσαν το υλικό του βιβλίου που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1969 και θεωρείται πλέον ένα από τα κλασικά αντιπολεμικά αμερικανικά μυθιστορήματα, με στοιχεία μαύρου χιούμορ και επιστημονικής φαντασίας. Η ιστορία μεταφέρθηκε στο σινεμά το 1972, πετυχαίνοντας διακρίσεις στις Κάννες αλλά αποτυγχάνοντας εμπορικά. Το 2013 ξεκίνησαν συζητήσεις για ένα ριμέικ από τον Γκιγέρμο ντελ Τόρο και τον Τσάρλι Κάουφμαν που όμως δεν κατέληξαν πουθενά. Ωστόσο, ο Καναδός σεναριογράφος Ράιαν Νορθ και ο Ισπανός εικονογράφος Αλμπέρτ Μοντέιθ πετυχαίνουν μια υποδειγματική μεταφορά τoυ «Σφαγείου Νούμερο 5» στη μορφή του graphic novel, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Anubis, διατηρώντας όλα τα στοιχεία που αποτυπώνουν τον παραλογισμό και τις συνέπειες του πολέμου στον ανθρώπινο ψυχισμό με άψογο, εφευρετικό σχεδιασμό και καρτουνίστικες πινελιές που προκαλούν αυθεντικό γέλιο και συγκίνηση. Το «Σφαγείο» αφηγείται την ιστορία του Αμερικανού οπτομέτρη Μπίλι Πίλγκριμ, βετεράνου του βομβαρδισμού της Δρέσδης, ο οποίος «έχει ξεκολλήσει από τη ροή του χρόνου» χάρη στους εξωγήινους Τραλφαμαντοριανούς. Η εξωγήινη φυλή δεν πιστεύει στην ελεύθερη βούληση, ενώ θεωρεί ότι παρόν, παρελθόν και μέλλον είναι κάτι ενιαίο που δεν εξηγείται ούτε αλλάζει. Σήμερα, θα λέγαμε ότι αυτό το εξωγήινο «χάσιμο» του Πίλγκριμ είναι μια αλληγορία του συγγραφέα για να περιγράψει το μετατραυματικό στρες των βετεράνων, οι οποίοι δεν μπορούν ποτέ να επιστρέψουν σε μια φυσιολογική ζωή. Το ενδιαφέρον με το κόμικ είναι ότι δεν χρειάζεται να έχει διαβάσει κανείς το βιβλίο του Βόνεγκατ για να ακολουθήσει την ιστορία. Σε μια πολύ έξυπνη κίνηση, οι δύο δημιουργοί δηλώνουν τις προθέσεις του συγγραφέα, την αρχή και το τέλος της ιστορίας και τους πρωταγωνιστές στις πρώτες σελίδες του βιβλίου. «Δεν θα υπάρχει κανένας Τζον Γουέιν στο δικό μου βιβλίο» βλέπουμε να λέει ο Βόνεγκατ στην πρώτη σελίδα και πράγματι, το δικό του βιβλίο δεν μιλάει για ήρωες και καθήκον, αλλά για τον πόλεμο που παίρνει ανθρώπους όπως τον Μπιλ Πίλγκριμ, ρουφάει την ανθρωπιά τους και τους αποκτηνώνει. Έτσι είναι αυτά. Καινοτομίες Η ιστορία δεν ακολουθεί γραμμική αφήγηση. Αντιθέτως, από τον χειμώνα του 1944 μεταφερόμαστε στην παιδική ηλικία του Πίλγκριμ, στην ψυχιατρική κλινική που νοσηλεύθηκε, στα χρόνια μιας πλασματικής ευτυχίας και ξανά στα τρένα της Δρέσδης, με εναλλαγές που γίνονται ομαλά σε αλλαγές σελίδων ή με διαφορετικούς χρωματισμούς. Στις καινοτομίες του κόμικ θα πρέπει να συμπεριλάβουμε τα σύντομα στριπάκια (των τριών καρέ) που χρησιμοποιούνται για ένα γρήγορο φλας μπακ στο παρελθόν ενός χαρακτήρα, τις σελίδες όπου ο Κερτ Βόνεγκατ υποτίθεται πως συναντάει τον Πίλγκριμ και κρατάει σημειώσεις για τον πόλεμο, αλλά και τη vintage εικονογράφηση των σελίδων που αναφέρονται στο alter ego του Βόνεγκατ, τον αποτυχημένο συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Κίλγκορ Τράουτ. Τίποτε από όλα αυτά ωστόσο δεν μειώνει την αίσθηση της φρίκης του πολέμου που κυριαρχεί στο κόμικ. Η καλλιτεχνική αρτιότητα και ομορφιά οξύνει τις αντιθέσεις ακόμη περισσότερο. Τέλος, πολύς λόγος έχει γίνει για τον υπότιτλο του βιβλίου «Η Σταυροφορία των Παιδιών», κάτι που εξηγείται μοναδικά μέσα στην ιστορία. Σε ένα στρατόπεδο αιχμαλώτων ο Πίλγκριμ νοσηλεύεται μετά το πρώτο του, μάλλον, ψυχωσικό επεισόδιο και οι δύο μεσήλικοι αξιωματικοί προσέχουν το νεαρό της ηλικίας του. «Είχαμε ξεχάσει πως τον πόλεμο τον έδιναν μωρά. Όταν είδα αυτά τα φρεσκοξυρισμένα πρόσωπα σοκαρίστηκα. “Θεέ μου, Θεέ μου”, μονολογούσα, “πρόκειται για τη Σταυροφορία των Παιδιών”». Και το σχετικό link...
  3. άρτι αλιευθείσα συνέντευξη του Γ.Γούση από το popaganda.gr από τη στήλη "ΤΕΧΝΕΣ/ΒΙΒΛΙΟ/ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ" ==== Ο Γιώργος Γούσης διάβασε τη Φωλιά της Γάτας και θέλει να ασπαστεί τον Μποκονονισμό Κι έχει βάλει στόχο να διασκευάσει σε κόμικ τον «Αντίστροφο κόσμο» του Φίλιπ Κ. Ντικ 10.09.2016 Ποιο ήταν το αγαπημένο σας βιβλίο όταν μεγαλώνατε; Ακόμα μεγαλώνω! Θυμάμαι να βαριέμαι πολύ σε κάποια επίσκεψη που με είχε κουβαλήσει η μάνα μου στο σπίτι μιας φίλης της και έκοβα βόλτες άσκοπα από δωμάτιο σε δωμάτιο όπου κάπου βρήκα αφημένο ένα βιβλίο με εξώφυλλο μια γυμνή γυναίκα, ζωγραφιστή κι αυτός ήταν ο λόγος που το άνοιξα. Διάβασα λίγο, άγνωστο γιατί αλλα μου άρεσε κι έτσι το έκλεψα και το πήρα μαζί μου στο σπίτι. Ήταν το Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά του Κώστα Μουρσελά. Δεν θυμάμαι αν είναι καλό βιβλίο, ούτε αν ήταν το αγαπημένο μου αλλα είναι το μόνο που θυμάμαι. Το είχα διαβάσει όλο αμέσως. Μετά από χρόνια άκουσα τυχαία τον Λούη, τον πραγματικό άνθρωπο στον οποίο βάσισε τον χαρακτήρα του βιβλίου του ο Μουρσελάς, να χρησιμοποιεί την λέξη κύμα στην φράση «όπου σε πάει το βιβλίο, δεν σε πάει ούτε το όνειρο, ούτε το κύμα» και την λέξη σύμπτωση στην φράση «αν στην ζωή δεν έχεις πετύχει κάτι μόνος σου, με κόπο, τότε αυτό δεν λέγεται ζωή, λέγεται σύμπτωση» και τώρα σκέφτομαι πως μάλλον δεν θα ήταν ένα τυχαίο γεγονός, μια σύμπτωση αν θες, ότι γράφτηκε στο εφηβικό μου υποσυνείδητο ένα βιβλίο με πρωταγωνιστή αυτόν τον τύπο. Ποιο βιβλίο διαβάσατε και ξαναδιαβάσατε; Στο βιβλίο Η Φωλιά της Γάτας του Κέρτ Βόνεγκατ υπάρχει μια θρησκεία την οποία προσπαθώ να ασπαστώ γι’αυτό και κατα καιρούς ξαναδιαβάζω το βιβλίο. Η θρησκεία λέγεται Μποκονονισμός και έχει ως κεντρικό δόγμα την φράση «ζήσε με τα μικρά ψέματα που σε κάνουν ευτυχισμένο». Δεν είναι αρκετά έντιμο αυτό για να το πιστεύει κανείς; Σας ώθησε ποτέ βιβλίο να κάνετε κάτι ανόητο; Δεν χρειάστηκε. Ειμαι πολύ εφευρετικός σε αυτόν τον τομέα. Ποιο βιβλίο εύχεστε να είχατε γράψει; Το μεταφυσικό νουάρ Αντίστροφος κόσμος του Φίλιπ Κ. Ντικ. Ξαφνικά, από ένα ωραίο πρωί και ύστερα ο χρόνος αρχίζει να γυρίζει προς τα πίσω. Έτσι, αν πέθανες 3 χρόνια πριν την μέρα αυτή, τότε ακριβώς τρία χρόνια αργότερα θα ξυπνήσεις μέσα στον τάφο σου και θα αρχίσεις αναγκαστικά να ζεις και πάλι αλλά αυτή την φορά ανάποδα, απο γέρος θα γίνεσαι μωρό και συνεχώς θα έχεις την αίσθηση οτι κρυώνεις λιγάκι. Φυσικά όχι μόνο εσύ. Όλοι. Μέσα στα διάφορα που γίνονται απο την ανάποδη είναι και το να φυσάνε γόπες απο τσιγάρα για να καθαρίζει ο καπνός που εμφανίζεται που και πού μές στα δωμάτια. Κάποιοι τριγυρνούν στα νεκροταφείο προσπαθώντας να ακούσουν ανθρώπους να νεκρανασταίνονται έτσι ώστε να είναι αυτοί οι πρώτοι που θα τους καθησυχάσουν, αυτοί που θα τους βγάλουν και θα τους περιθάλψουν ώσπου να τους πάρει καποιος συγγενής με το αζημίωτο. Οσο σπουδαιότερος ο νεκραναστημένος, τόσο ακριβότερος. Η βιβλιοθήκη έχει αναλάβει το βαρύ έργο να διαγράψει την ιστορία και κάποιες γυναίκες προτιμούν γέρους συντρόφους έτσι ώστε όταν θα γίνουν μικρά κορίτσια αυτός να τους σταθεί και σαν πατέρας. Μαλλον καποια στιγμη στο μέλλον θα προσπαθήσω να το διασκευάσω σε κόμικ. Δεν θα μου γλιτώσει. Ο Γιώργος Γούσης είναι δημιουργός κόμικ. Η πιο πρόσφατη δουλειά του είναι ο «Ερωτόκριτος», μια διασκευή του έμμετρου μυθιστορήματος του Β. Κορνάρου σε κόμικ (εκδόσεις Polaris, 2016). ====
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.