Jump to content

Search the Community

Showing results for tags 'chaniartoon press'.

  • Search By Tags

    Type tags separated by commas.
  • Search By Author

Content Type


Forums

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Γερμανίκεια
  • Ιστορική/ φιλολογική γωνιά
  • Περί ανέμων και υδάτων
  • Dhampyr Diaries
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • The Unstable Geek
  • Κομικσόκοσμος
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Valt's blog
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • Film
  • Θέμα ελεύθερο
  • Vet in madness
  • GCF about comics
  • Dr Paingiver's blog

Find results in...

Find results that contain...


Date Created

  • Start

    End


Last Updated

  • Start

    End


Filter by number of...

Joined

  • Start

    End


Group


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


City


Profession


Interests

Found 13 results

  1. Από τα αγαπημένα παιχνίδια πολλών σχεδιαστών κόμικς είναι η εισαγωγή στις ιστορίες τους γνωστών και διάσημων προσώπων ή και των ίδιων των εαυτών τους σε cameo εμφανίσεις σε ανύποπτα σημεία της πλοκής. Στον κινηματογράφο το συνήθιζε με σύντομα περάσματα στις ταινίες του ο Άλφρεντ Χίτσκοκ και τον ακολουθεί με συνέπεια ο Μ. Νάιτ Σιάμαλαν με μεγαλύτερους ρόλους στις δικές του ταινίες και σειρές. Παρομοίως, στις υπερηρωικές ταινίες της Marvel πάντα εμφανιζόταν για λίγα δευτερόλεπτα ο Σταν Λι ως οδηγός σχολικού, μπάρμαν, διανομέας, βετεράνος πολέμου και ό,τι άλλο σκέφτονταν οι σκηνοθέτες που ήθελαν να τιμήσουν τον ουσιαστικό ιδρυτή του MCU. Στα κόμικς υπάρχουν αμέτρητες παρόμοιες περιπτώσεις cameo παρουσιών είτε των ίδιων των δημιουργών τους είτε φίλων και γνωστών τους. Πιο χαρακτηριστική περίπτωση στην Ελλάδα είναι ο Λευτέρης Σταυριανός, εκδότης της Jemma Press, με πολλές «υπόγειες» παρουσίες (βλ. «Ο εκδότης που έγινε πρωταγωνιστής», Καρέ Καρέ 9/11/2024) σε κόμικς φίλων και γνωστών του. Σε κόμικς του Κλήμη Κεραμιτσόπουλου και του Σταύρου Κιουτσιούκη έχει «παίξει» ο εκδότης της «Ένατης Διάστασης» Νίκος Δαλαμπύρας, ενώ συχνά πυκνά σε κόμικς του Κιουτσιούκη εμφανίζεται ο εαυτός του και οι φίλοι του. Στο «Ας περιμένουν οι γυναίκες» εμφανίζεται ο ίδιος ως διαιτητής στον ποδοσφαιρικό αγώνα να δείχνει κόκκινη κάρτα για θέατρο και λίγο παρακάτω ο Κεραμιτσόπουλος να ψήνει κοκορέτσι. Αλλά μια από τις πιο όμορφες cameo εμφανίσεις βρίσκεται στην τελευταία κυριολεκτικά σελίδα, στην προβλήτα του λιμανιού της Θάσου. Πλήθη αποβιβάζονται από το καράβι για να ξεκινήσουν τις διακοπές τους στο όμορφο νησί του Βορείου Αιγαίου κι ανάμεσά τους δυο πάντα χαμογελαστοί, ευγενικοί, διαρκώς δημιουργικοί κι ακούραστοι άνθρωποι: ο Μάριος Ιωαννίδης, διευθυντής του «Chaniartoon» και η Κατερίνα Νανούρη, ψυχή του χανιώτικου φεστιβάλ κόμικς και animation, με τη μικρούλα Λάικα στην αγκαλιά της! Και λίγο πιο κει, απογοητευμένες και απορημένες, περιμένουν οι γυναίκες του Τσιώλη και του Κιουτσιούκη. Και το σχετικό link...
  2. Το εμβληματικό road movie «Ας περιμένουν οι γυναίκες» του Σταύρου Τσιώλη, 27 χρόνια μετά την πρώτη προβολή του, προσαρμόζεται σε ένα απολαυστικό κόμικς από τον Σταύρο Κιουτσιούκη και τον Κλήμη Κεραμιτσόπουλο. «Ύμνος στη ζωή. Αποθέωση στο ελληνικό καλοκαίρι και στους ανθρώπους του μόχθου. Ανεκπλήρωτοι έρωτες και πίστη στη ζωή. Προσμονές, αναβολές, με ήχους και μουσικές. Η βόρεια Ελλάδα βρίσκει έκφραση. Η κωμικότητα απαντά στην πολιτική. Εδώ το σινεμά γίνεται τέχνη. Όλη η ποίηση του Σταύρου Τσιώλη», γράφει ο Γιάννης Ζουγανέλης, ένας εκ των τριών πρωταγωνιστών του «Ας περιμένουν οι γυναίκες», της cult ταινίας-φαινόμενου, που σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά την κυκλοφορία της είναι εξίσου φρέσκια, επίκαιρη και απολαυστική, εξακολουθεί να προβάλλεται σε διάφορες περιστάσεις, αφιερώματα και φεστιβάλ ανά την Ελλάδα και βρίσκει διαρκώς νέους θεατές. Ο Αργύρης Μπακιρτζής και ο Σάκης Μπουλάς ήταν οι άλλοι δύο κεντρικοί χαρακτήρες σε ένα υπόδειγμα σπάνιας χημείας μεταξύ ηθοποιών, με τον έναν να συμπληρώνει τον άλλον σε μια ιδιότυπη περιπλάνηση στη Μακεδονία με αφετηρία τη Θεσσαλονίκη και απρόβλεπτη κατάληξη. Η καριέρα του Σταύρου Τσιώλη (1937-2019) στο σινεμά είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1950 στα στούντιο της Φίνος Φιλμ, ενώ η πρώτη δική του ταινία ήταν «Ο μικρός δραπέτης» το 1968. Το 1970 γνώρισε διεθνή επιτυχία με τη σκηνοθεσία της ταινίας «Κατάχρησις εξουσίας» σε σενάριο του Νίκου Φώσκολου και πρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο. Το 1985 κατάφερε να αποσπάσει έξι βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ταινία του «Μια τόσο μακρινή απουσία» με την Πέμη Ζούνη και τη Δήμητρα Χατούπη, ενώ μεγάλη επιτυχία είχαν σημειώσει το «Σχετικά με τον Βασίλη» (1986), οι «Ακατανίκητοι εραστές» (1988), ο «Έρωτας στη Χουρμαδιά» (1990) κ.ά. Το «Ας περιμένουν οι γυναίκες» είναι το δεύτερο μέρος της άτυπης τριλογίας που ξεκίνησε με το «Παρακαλώ, γυναίκες μην κλαίτε» με πρωταγωνιστές τους Αργύρη Μπακιρτζή, Δημήτρη Βλάχο και Δώρα Μασκλαβάνου (1992) και ολοκληρώθηκε με το «Γυναίκες που περάσατε από ’δώ» (2017) με τους Κωνσταντίνο Τζούμα, Τάκη Χρυσικάκο και Ερρίκο Λίτση. Κι είναι μια ταινία που όσο απρόβλεπτα εξελίσσεται άλλο τόσο απρόβλεπτα γυρίστηκε. «Η ιδέα για το σενάριο γεννήθηκε σε ένα φθινοπωρινό ταξίδι το 1991 που έκαναν μαζί ο Σταύρος Τσιώλης με τον Χρήστο Βακαλόπουλο, αναχωρώντας χαράματα από την οδό Ασημάκη Φωτήλα – εκεί έμενε ο Χρήστος – προς την Καβάλα με σκοπό να συναντηθούν με τον επιστήθιο φίλο τους Αργύρη Μπακιρτζή. Στον δρόμο, όμως, μπέρδεψαν μια λίμνη με τη θάλασσα, και σταμάτησαν στον πρώτο άνθρωπο που ήταν στο δρόμο για να ρωτήσουν – έναν Τσιγγάνο με ένα Datsun φορτωμένο μπανάνες. «Αρχηγέ μου, μου είπαν ότι για να πάω στην Καβάλα πρέπει να έχω τη θάλασσα στα δεξιά μου. Εγώ την έχω στα αριστερά μου». «Καλά πηγαίνετε. Στην Aσπροβάλτα θα βρείτε τη θάλασσα δεξιά σας, αυτή είναι η λίμνη Βόλβη». «Ευχαριστούμε, αρχηγέ! Πιάσε δυο κιλά μπανάνες για τον φίλο μου. Του αρέσουν του Χρήστου πολύ οι μπανάνες!» αφηγείται η Κατερίνα Τσιώλη, κόρη του Σταύρου Τσιώλη, κινηματογραφίστρια και συνεργάτιδά του, στον πρόλογό της. Το επεισοδιακό αυτό ταξίδι του σκηνοθέτη που ήταν η αφορμή για το σενάριο του «Ας περιμένουν οι γυναίκες» αναφέρει και ο Αργύρης Μπακιρτζής στο δικό του κείμενο για τη μεταφορά της ταινίας σε κόμικς (εκδόσεις Chaniartoon Press, 160 σελίδες) και επισημαίνει ότι «Η ζωή στα γυρίσματα των ταινιών του Σταύρου Τσιώλη ήταν παρόμοια με τη ζωή στην καθημερινότητά μας με μια διαφορά. Ήταν σαν να πατάς ένα κουμπί και να ζεις αυτή την πραγματικότητα σ’ ένα άλλο άστρο, σαν ήρωας επιστημονικής φαντασίας. Ο Τσιώλης ήθελε κάποιον που να του λέει να πάει αριστερά και αυτός να πηγαίνει δεξιά, όχι επειδή δεν θέλει, αλλά επειδή δεν μπορεί. Από αδεξιότητα, από αφηρημάδα, πάντως όχι ηθελημένα». Εξίσου επεισοδιακή είναι και η ταινία την οποία μεταφέρει υποδειγματικά ο Σταύρος Κιουτσιούκης σε κόμικς – με τη βοήθεια του Μάριου Ιωαννίδη και της Κατερίνας Νανούρη στην προσαρμογή του σεναρίου – και χρωματίζει ο Κλήμης Κεραμιτσόπουλος. Για την ακρίβεια δεν «μεταφέρουν» αλλά δίνουν τη δική τους εκδοχή με σεβασμό στον Τσιώλη αλλά και προσθέτοντας τις δικές τους πινελιές. Και αυτό καθιστά το εγχείρημα ακόμα πιο ενδιαφέρον και ελκυστικό. Όπως αναφέρει και ο Αντώνης Καρπετόπουλος στον επίλογό του: «Το “Ας περιμένουν οι γυναίκες” είναι ένα κόμικς που έψαχνε το σχεδιαστή του. Ο Τσιώλης έχει αφήσει μια εμπνευσμένη ταινία που μπορεί να λειτουργεί ως έμπνευση γιατί περιέχει το ίδιο το φως της έμπνευσης του δημιουργού της. Θα ήταν πιστεύω χαρούμενος αν ξεφύλλιζε το άλμπουμ γιατί ήταν δημιουργός. Κι ο δημιουργός χαίρεται όταν βλέπει ότι τα φώτα που έδωσε αξιοποιήθηκαν από επίγονους που κατάφεραν χάρη σε αυτά να βρουν δρόμους…» Και το σχετικό link...
  3. Με την ευκαρία της μεταφοράς της εμβληματικής ταινίας “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες” του Σταύρου Τσιώλη σε κόμιξ, συνομιλήσαμε με την κόρη και στενή συνεργάτιδα του αείμνηστου Έλληνα σκηνοθέτη, Κατερίνα η οποία δίνει μέρος του αποστάγματος ζωής της. Προσωπικό αρχείο Κατερίνας Τσιώλη Μία από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του νέου ελληνικού σινεμά “κατέβηκε” από το πανί και “τρύπωσε” στο χαρτί. Το κόμιξ που κυκλοφόρησε πρόσφατα για το έπος “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες” του Σταύρου Τσιώλη αποτυπώνει το πνεύμα της ταινίας, αναβιώνει τις καταπληκτικές ατάκες (που τα “σπάνε” ακόμα και στο YouTube) και, πάνω απ’ όλα, δίνει μία νέα διάσταση σε μία κορυφαία κινηματογραφική δημιουργία. Τίποτα από τα παραπάνω δεν θα γινόταν αν η Κατερίνα Τσιώλη, κόρη και στενή συνεργάτιδα του Σταύρου, δεν είχε την έμπνευση να δώσει τη συγκατάθεσή της. Την συναντήσαμε ενθουσιασμένη σ’ ένα καφέ των Βριλησσίων. Δεν μπορούσε να κρύψει τη χαρά της για την επιτυχία του κόμιξ αλλά και την όρεξή της να “τρέξει” και να ολοκληρώσει παρόμοια πρότζεκτ τα επόμενα χρόνια. Η Κατερίνα Τσιώλη, παράλληλα, δεν έκρυψε τη νοσταλγία για τον πατέρα της που “έφυγε” το 2019. Περιγράφει με πηγαία αγάπη τη χημεία τους, τις κόντρες τους και τη συνεργασία τους αποκαλύπτοντας, παράλληλα, ξεκαρδιστικά παρασκήνια από τα γυρίσματα του “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες” και των άλλων ταινιών του Τσιώλη. Σε βλέπουμε να χαμογελάς. Πάει καλά το εγχείρημα; “Τυπώσαμε στην αρχή 1000 αντίτυπα. Από τις παραγγελίες που γίνονταν διαδικτυακά, διαπιστώναμε ότι υπήρχε μεγάλη ανταπόκριση. Εν τέλει τυπώσαμε 3000”. Πόσο δεκτικός ήταν ο Τσιώλης στο να “διασκευάζονται” τρόπον τινά τα έργα του; “Ήταν πάντα πολύ ανοιχτός. Έρχονταν θεατρικές ομάδες, νέων ανθρώπων, του ζητούσαν τα έργα του, τα έδινε αμέσως και δωρεάν. Το ίδιο έγινε όταν παιζόταν το “Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ” στο θέατρο Τέχνης. Ένας νεαρός με μούσι, (ο ηθοποιός Αντώνης Τσιοτσιόπουλος) ωραίος και ευγενής, του λέει “κύριε Σταύρο, είμαστε από τους Τσούκου-Τσούκου, υπάρχει κάποιο θεατρικό για μας” και του έδωσε την “Πόρτα” με τη μόνη προϋπόθεση να αλλάξει το όνομα της θεατρικής ομάδας γιατί πίστευε ότι κανείς δεν θα τους πάρει στα σοβαρά. Το όνομα δεν άλλαξε και το έργο πήγε για δύο χρόνια”. Αν ζούσε ο Σταύρος και έβλεπε το κόμιξ… …”Θα του άρεσε. Γενικώς αγαπούσε πάρα πολύ τα νέα παιδιά, οι παρέες του ήταν από 25 μέχρι 85 ετών. Αν τον πετύχαινες στα Εξάρχεια να πίνει καφέ, θα το διαπίστωνες. Μας έγραφαν κάποιοι φίλοι στο Facebook, ειδικά όταν ανακοινώσαμε ότι ξεκινάμε την τελευταία ταινία, ότι θέλουν να βρεθούμε, να παρακολουθήσουν τα γυρίσματα κτλ. Αυτό γινόταν πάντα. Μία μέρα που είχαμε σηκωθεί και πίναμε καφέ, λέμε “δεν κάνουμε μία τρέλα;” Γράψαμε στο Facebook ότι αυτό το Σάββατο, τόσο του μηνός, θα είμαστε στο τάδε καφέ στη Λεωφόρο Κηφισιάς, ελάτε να βρεθούμε. Μαζευτήκαμε αρκετοί. Και έμεινε ένας σκληρός πυρήνας φίλων ο οποίος συναντιόταν κάθε Σάββατο για καφέ, φαγητό και συζήτηση και μας ακολούθησε μέχρι που “έφυγε” ο Σταύρος. Ένας από αυτούς είναι ο Θανάσης ο Ζακόπουλος, ο οποίος είναι γιατρός-στοματολόγος. Αυτός διέγνωσε τον καρκίνο του πατέρα μου σε μία οδοντιατρική εξέταση”. Το κόνσεπτ για το κόμιξ ποιο ήταν; “Υπήρχε μία σκέψη το όλο πράγμα να είναι τελείως διαφορετικό. Δηλαδή να κόβεται το κόμιξ και να διανθίζεται από back stage ιστορίες από τα γυρίσματα. Ανακαλύψαμε, νωρίτερα, γνωρίζοντας τον Γιώργο τον Γούση και τον Δημοσθένη τον Παπαμάρκο που μας έφερναν τις ιστορίες τους, ότι το κόμιξ έχουν και αυτά σκηνοθεσία και ντεκουπάζ. Ανακαλύψαμε μία μαγεία, αυτό άρεσε πολύ στον Σταύρο. Αυτή ήταν και η πρώτη επαφή του μ’ αυτό το χώρο. Γι’ αυτό δεν είχα κανέναν ενδοιασμό να το κάνω, ήξερα τον ενθουσιασμό του Σταύρου από τότε”. H Κατερίνα Τσιώλη Περίμενες ότι θα πετύχει; “Κοίτα, όταν έχεις στη διάθεσή σου το “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες” έχεις μία ελπίδα ότι τα πράγματα μπορεί να πάνε και καλά. Από ότι φαίνεται δικαιωθήκαμε, παρόλο που πρέπει να σου πω ότι κάποιοι πολύ καλοί φίλοι εξέφρασαν κάποιες αντιρρήσεις. Με στενοχωρεί αυτό. Ο πατέρας μου, λίγο πριν πεθάνει, στις τελευταίες μας συζητήσεις, μου είπε “κοίτα, δεν ήμουν καλός μπαμπάς”. Ψέμα, ήταν ο καλύτερος μπαμπάς του κόσμου. Λέει, “φεύγω και σ’ αφήνω επί ξύλου κρεμάμενη, ούτε ένα σπίτι δεν σου έχω φτιάξει”. Του απάντησα ότι μου αφήνει το έργο του. Με παρακάλεσε “μην κάνεις τη βλακεία που έκανα εγώ που έδινα όλα τα έργα τζάμπα παντού και βασιζόμουν μόνο στις εταιρίες μήπως πουλήσουν κάποια ταινία στην τηλεόραση. Κοίτα να τα καταφέρεις μ’ αυτά που σου αφήνω”. Ανησυχούσε. Κάνω, λοιπόν, αυτό. Ακολουθώ την εντολή του πατέρα. Μου ζητήθηκε το “Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ” να το κάνω σενάριο και να το “ανοίξω” λίγο. Έπρεπε να το είχα παραδώσει πριν από δύο χρόνια αλλά θα το παραδώσω τώρα. Αντιμετωπίζοντας αυτό το κείμενο, που είναι πολύ δύσκολο, έπαθα πλάκα και πανικό μην το κακοποιήσω. Μου πήρε πολύ καιρό. Δεν είχα και την ανάλογη οικογενειακή ενθάρρυνση, η μητέρα μου το θεωρεί πολύ επισφαλές όλο αυτό, θα προτιμούσε να δουλεύω σ’ έναν φούρνο και να παίρνω 800 ευρώ. Εγώ είμαι καλλιτεχνική ψυχή, έχω μεγαλώσει μέσα στα γυρίσματα. Ήμουν σε φούρνο, έχω δουλέψει σε θερμοκήπια στην Κρήτη, στην εστίαση. Αλλά στα 50 αποφάσισα να επιστρέψω στη δουλειά”. Εν προκειμένω πάντως, η πρόκληση ήταν μεγάλη… “Ο Σταύρος ο Κιουτσιούκης δυσκολεύτηκε πολύ. Κάπως φοβόταν να “αγγίξει” το έργο. Τελικά με τα πολλά έγινε.Κόλλησε όμως λίγο στο χρώμα και έτσι κάλεσε τον Κλήμη Κεραμιτσόπουλο για βοήθεια. Στα Χανιά ο Κλήμης κατάλαβε ότι δεν είναι ωραίο πράγμα να δουλεύεις με το Σταύρο όταν καίγεται ο κώλος του. Αλλά είμαι σίγουρη γιατί έπρεπε να προλάβουμε τις ημερομηνίες κάηκε και ο δικός του. Η πρώτη επαφή με τον Μάριο (σ.σ. Ιωαννίδης, ο διευθυντής του φεστιβάλ Chaniartoon) έγινε τον Σεπτέμβριο τον περσινό. Με πήρε τηλέφωνο για να κάνουμε το κόμιξ. Ανοίγω και εγώ την κάμερα και βλέπω δύο μουτράκια. Το Μάριο και την Κατερίνα (σ.σ. Νανούρη, επιμελήτρια έκδοσης). Μίλησαν με τόση αγάπη για τον Σταύρο και το “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες” που τα συμπάθησα πάρα πολύ. Και έγινε και το εξής συγκλονιστικό που μου υπαγόρευσε ότι πρέπει να προχωρήσω. Δύο ημέρες πριν χτυπήσει το τηλέφωνο σκεφτόμουν ότι θα ήθελα πάρα πολύ το “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες” να το κάνω κόμιξ και θεατρικό. Και μου έκατσαν και τα δύο. Πήρε ο Μάριος για το κόμιξ και ξεκινήσαμε. Και σε πέντε μέρες χτύπησε πάλι το τηλέφωνο και ήταν ο Λάσκαρης για το θεατρικό. Είναι ο Σταύρος από πίσω, να ξέρεις. Μας έχουν συμβεί διάφορα τηλεπαθητικά στη ζωή, πάνω από πέντε και το πέντε είναι σοβαρός αριθμός. Εν συνεχεία, ο Κιουτσιούκης οπτικοποίησε και σκηνές που στην ταινία δεν τις βλέπουμε αλλά τις ακούμε από διήγηση. Τον “ορισμό του πέναλτι” για παράδειγμα. Τους πιέζω τώρα να κάνουμε και το “Φτάσαμε”, λαμβάνω πολλά μηνύματα στο messenger γι’ αυτό. Θα αφήσουμε όμως λίγο το χρόνο να περάσει”. Απορία: Αυτή η ταινία γιατί αρέσει τόσο πολύ; “Έλα μου ντε, που δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει. Η ταινία έχει ένα φοβερό οίστρο. Πρέπει να σου πω ότι σ’ αυτό το φιλμ δεν υπάρχει τίποτα αυτοσχεδιαστικό. Διαβάζω καμία φορά σχόλια στο youtube ότι αν δεν υπήρχε ο Ζουγανέλης και ο Μπουλάς με τους αυτοσχεδιασμούς τους, δεν θα είχε πετύχει τόσο η ταινία κτλ. Πρέπει να σου πω ότι αυτό είναι το μοναδικό σενάριο. Απαγορευόταν να αλλάξεις ακόμα και ένα κόμμα! Ο Σταύρος ποτέ δεν απαντούσε στους ηθοποιούς “ποιος είμαι, τι είμαι, που πάω”. Έλεγε ότι οι μοναδικές πληροφορίες που έχουμε στη διάθεσή μας είναι από το σενάριο. Μαζί θα ανακαλύψουμε την πορεία των χαρακτήρων. Το μόνο που ήθελε από τους ηθοποιούς ήταν να ξέρουν τα λόγια τους σαν τ’ όνομά τους. Τους έλεγε “θα έρχεται η Κατερίνα εκεί που κοιμάστε στο ξενοδοχείο, θα σας ξυπνάει και θα σας λέει σελίς 5, γραμμή 8η (γέλια)”. Το έκανα. Ευτυχώς όχι στον ύπνο τους! Στην αρχή υπήρξαν δυσκολίες. Ο Αργύρης (σ.σ. Μπακιρτζής) είχε κάνει τρεις ταινίες πιο πριν, ήξερε να δουλεύει με τον Τσιώλη. Τα υπόλοιπα παιδιά έπρεπε να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση. Μας πήρε λίγο χρόνο, είναι η αλήθεια. Είχαν συνηθίσει στο μοτίβο ότι δεν πειράζει και αν αλλάξουμε κάτι στα λόγια. Πέσαμε πάνω στα κείμενα μαζί, διαβάζαμε όλη μέρα, να το “λιώσουμε”. Από εκεί και πέρα η ταινία και η συνεργασία απογειώθηκαν. Ο Σταύρος αυτό το σενάριο το έγραψε μέσα σε έξι μήνες σε μία περίοδο της ζωής του κατά την οποία ήταν πολύ στενοχωρημένος, κάτι μάς συνέβαινε εκείνη την εποχή. Το σενάριο αυτό ήταν τρόπον τινά μία θεραπεία. Η ταινία, όταν παίχθηκε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1998, πέρασε στο ντούκου. Ο Σταύρος και εγώ είχαμε πάρει και την κρυάδα από την προηγούμενη ταινία “Ο χαμένος θησαυρός του Χουρσίτ Πασά” που μας έστειλαν στο πληροφοριακό και αντέχαμε τα πάντα. Περιμέναμε όμως η ταινία να κάνει μία αίσθηση αλλά πέρασε και δεν ακούμπησε. Προκάλεσε μία στενοχώρια αυτό, στους συνεργάτες κυρίως. Ήρθε όμως το YouTube και δικαίωσε την ταινία αν και πλέον ό,τι ανεβαίνει, το ρίχνω άμεσα. O Σταύρος Τσιώλης επί το έργον... Η πρόζα της ταινίας είναι ασταμάτητη αν και ο Σταύρος ποτέ δεν έψαχνε ευρήματα απλά για να γελάσει ο κόσμος. Συνήθως στα έργα του Σταύρου κεντρικά πρόσωπα είναι δύο άνδρες, πολλοί αυτά τα ζευγάρια τα έχουν αντιστοιχίσει με τον Δον Κιχώτη και τον Σάντσο Πάντσα από το έργο του Θερβάντες. Σ’ αυτήν την ταινία προστίθεται και ένας τρίτος, ο Αντώνης. Μία εξήγηση για το λόγο που αρέσει τόσο πολύ είναι και αυτή: O Έλληνας και η ελληνική κοινωνία δεν έχει ακόμη συνέλθει από την κρίση. Μετά την περίφημη αναγγελία του Γιώργου Παπανδρέου στο Καστελόριζο ότι μπαίνει η χώρα στο μηχανισμό στήριξης, ο Έλληνας πενθεί την χαμένη του ζωή. Η ταινία περιγράφει μία εποχή ευμάρειας την οποία νοσταλγούμε όλοι. Και αν βάλεις και το πολιτικό κομμάτι μέσα, νομίζω έχεις όλο το πακέτο. Βλέπει την ταινία κάποιος και διαπιστώνει ότι τότε η ζωή ήταν πιο εύκολη, ενώ τώρα δεν υπάρχει χρόνος για χαλαρότητα, ζαβολιές και όνειρο. Δουλεύουμε για να πληρώνουμε τις υποχρεώσεις και είμαστε ευτυχείς αν μπορούμε να βγάλουμε το μήνα αλώβητοι. Ούτε καν αυτό δεν είναι εύκολο… Συμφωνώ. Εγώ κάπως τα καταφέρνω τα τελευταία δύο χρόνια. Αλλά μετά το θάνατο του Σταύρου πέρασα πολύ δύσκολα, έχασα την ασπίδα του πατρός. Όπως έκανε και στις ταινίες, ο Σταύρος έβρισκε τις λύσεις και στη ζωή. Πάντως θέλω να παραδεχθείς ότι ο Σταύρος σ’ αυτήν την ταινία προέβλεψε τη μεγάλη κρίση που θα ερχόταν με την περίφημη ανάλυση του Μπουλά που μιλάει για τις εργασιακές σχέσεις στο μέλλον. Πολλοί επίσης λένε ότι ο Σταύρος μ’ αυτήν την ταινία “καθάρισε” με τη Μεταπολίτευση. Η ταινία αυτή δεν γυρίστηκε στην Αρκαδία όπως οι προηγούμενες γιατί… …”το έχει πει ο Μπακιρτζής σε συνέντευξη. Ήταν έγκυος η Γεωργία (σ.σ. σύζυγος του Μπακιρτζή) και είχε το άλλο παιδί μικρό. Και μην ξεχνάς ότι υπήρχε και η ιστορία που είναι πέρα για πέρα αληθινή. Σ’ ένα ταξίδι του πατέρα μου με τον Χρήστο τον Βακαλόπουλο στο οποίο πήγαιναν να βρουν τον Αργύρη, έχασαν το δρόμο λόγω της Βόλβης! Πήγαιναν να του δώσουν το πρώτο χέρι του σεναρίου για το “Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε”. Μέχρι να φτάσουν, είχαν μισοφτιάξει το σενάριο. Μετά το θάνατο του Χρήστου, είπε ο Σταύρος “θα καθίσω να γράψω μία κωμωδία, πάνω σ’ αυτήν την ιστορία”. Τα γυρίσματα στο “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες” κράτησαν 7-8 εβδομάδες. Έγιναν αρχές καλοκαιριού, αν θυμάμαι καλά”. Και η Ηλιάδη; “Ο Ζουγανέλης την έφερε! Τραγουδούσε τότε νομίζω στο σχήμα του Νότη Σφακιανάκη. Είχε κάνει τότε με τον Γιάννη τον Καραλή ένα τραγούδι που τραγουδούσε με την Καίτη Γκρεϊ που ήταν γιαγιά της. Στα γυρίσματα μέναμε όλοι μαζί, αυτό γινόταν σε όλες τις ταινίες του Σταύρου. Ο πατέρας μου ήταν σκληρός στο γύρισμα. Εμένα με έχει διώξει από δύο ταινίες. Στο “Ας Περιμένουν οι Γυναίκες έχασα την τελευταία εβδομάδα, το Πόρτο Καράς! Τι έγινε; Έφερε ο Αργύρης την γυναίκα του που ήταν έγκυος. Έφερε και ο Μπουλάς τη δική του, ήταν παντρεμένος τότε μ’ ένα μοντέλο τηλεοπτικής εκπομπής. Έφερε και ο Ζουγανέλης την Ισιδώρα (σ.σ. Σιδέρη). Και κάνω και εγώ το λάθος και φέρνω το τότε αγόρι μου, τον Χρήστο. Έχουμε φάει το μεσημέρι και στρώθηκαν όλοι να δουν μπάλα, αγώνα της ΑΕΚ. Ο πατέρας μου ήταν ΑΕΚτζης. Κατέβηκε ο Χρήστος με σορτς και σαγιονάρα, έφαγε γκολ η ΑΕΚ και λέει “αμάν, τον ήπιαμε”. Με πλησιάζει τότε ο Σταύρος και μου λέει “πάρε την βαλίτσα σου και στην Αθήνα”. Έφυγα εγώ και μετά ακολούθησε όλος ο υπόλοιπος άμαχος πληθυσμός και συνεχίστηκε η δουλειά. Η τελευταία σκηνή; Γιατί “κόπηκε”; “Υπάρχει η τελευταία σκηνή. Και προβλήθηκε στους κινηματογράφους τις πρώτες δύο εβδομάδες. Λέει ο Μπουλάς “θα μείνουμε και οι τρεις και το πρωί θα ξεκινήσουμε για τις οικογένειές μας” και η ταινία συνεχίζεται. Μπαίνουν στα αυτοκίνητα, στρίβουν σ’ ένα κάμπινγκ, στον “Αχιλλέα”, φαίνονται κάποια κορίτσια με ποδήλατα, χαιρετούν “ουοου” κτλ. Το επόμενο πλάνο είναι από το λιμάνι της Θάσου, στην προκυμαία είναι οι τρεις οικογένειες. Κατεβαίνει ο κόσμος, αδειάζει το καράβι αλλά οι τρεις πουθενά. Και ακούγεται από το μεγάφωνο του πλοίου “που περιμένεις να φτάσεις η σκόνη για να γυρίσεις καρδιά μου μόνη, γιατί αργείς” από την Κατερίνα Στανίση. Και εκεί τελείωνε. H Οdeon όμως θεώρησε το φινάλε αντιεμπορικό και μετά τις δύο πρώτες εβδομάδες ο Σταύρος ξαναέκανε το μοντάζ. Ο Σταύρος συμφωνούσε μ’ αυτό; Κάποιες φορές πρέπει να συμφωνείς με τον παραγωγό, αλλά η ιστορία έχει και συνέχεια. Σε προβολή που ο Σταύρος έβλεπε την ταινία μαζί με κόσμο, στην Ααβόρα, προβλήθηκε το φινάλε της Θάσου. Είχε τηλεφωνήσει η Πέγκυ, που είχε το σινεμά, για την κόπια και από το Κέντρο είχαν κάνει λάθος. Έστειλαν την κόπια μηδέν με το πρώτο φινάλε που η ταινία δεν τελειώνει στο πλάνο του Μπουλά και συνεχίζεται. Γύρισαν όλα κεφαλάκια προς το μέρος μας, που καθόμασταν στον εξώστη. “Τι έγινε κύριε Σταύρο;” Δεν ξέρω ρε παιδιά, το είχα ξεχάσει αυτό το φινάλε”. Πετάγομαι εγώ και λέω “να κάνουμε ψηφοφορία, ποιο φινάλε σας αρέσει”. Και ψήφισαν το κομμένο! Και τώρα όποτε έχουμε προβολές ζητούν πάντα αυτό το φινάλε”. Η Κατερίνα Τσιώλη τραγουδά με φόντο σκηνή του "Ας Περιμένουν οι Γυναίκες" Γιατί ο πατέρας σου εμπιστευόταν τόσο πολύ τον Μπακιρτζή, που δεν ήταν επαγγελματίας ηθοποιός; Γιατί γενικά χρησιμοποιούσε ερασιτέχνες ηθοποιούς; “Ο πατέρας μου τους αγαπούσε πολύ τους ηθοποιούς. Την “Μία τόσο μακρινή απουσία” την γύρισε με καστ που περιείχε μόνο επαγγελματίες ηθοποιούς. Έρχεται μετά το “Σχετικά με τον Βασίλη” που είναι μία εντελώς αυτοβιογραφική ταινία. Ήταν να παίξει σ’ αυτή ο Νικήτας ο Τσακίρογλου. Θα το πω αυτό και θέλω να του ζητήσω και συγγνώμη εκ μέρους του πατέρα μου. Ήρθε ο Νικήτας τότε στο σπίτι μας να κάνουμε μία πρόβα μίας σκηνής. Ίσο προετοιμάζαμε τα φώτα κτλ, ο Νικήτας διάβαζε “Αθλητική Ηχώ”. Απορούσαμε για το πότε θα συνδεθεί μ’ αυτό που κάνουμε. Γυρίσαμε όμως το πλάνο και ο άνθρωπος ήταν ογκόλιθος. Τότε, ο Σταύρος πήγε στην κουζίνα, έπιασε το κεφάλι του και φαινόταν έτοιμος να βάλει τα κλάματα. Τον ρωτήσαμε “τι συμβαίνει, μα αφού ήταν καταπληκτικός”. Και μας είπε ότι αυτό είναι ακριβώς το πρόβλημα. “Εγώ δεν θέλω έναν άνθρωπο με αυτή τη στιβαρότητα, δεν είναι αυτός ο χαρακτήρας”. Αναγκαστήκαμε τότε να πούμε στον Νικήτα ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε, ο Σταύρος του είπε “Νικήτα μου, όταν θα δεις την ταινία θα με συγχωρέσεις”. Και την κάναμε με τον Τάσο Δενέγκρη, τον ποιητή. H ιστορία της τρίτης ταινίας (σ.σ. Ακατακίνητοι Εραστές) ήταν η ιστορία ενός παιδιού που το σκάει από το ορφανοτροφείο και πηγαίνει στο χωριό να βρει τη γιαγιά του. Τον πιτσιρικά τον εντοπίσαμε στο χωριό Αδάμι σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Ψάχναμε στα χωριά να βρούμε ένα μικρό. Εμπιστευτήκαμε πάλι την Αρκαδία, εκεί νιώθαμε ασφάλεια, που να πηγαίναμε; Ήμουν εγώ και ο Σταύρος. Μας είπαν ότι εφόσον θέλετε να βρείτε αγόρια, πρέπει να πάτε σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Την Κυριακή παίζει το Αδάμι με την Παλαιά Επίδαυρο. Πήγαμε. Εντόπισα μία φιγούρα ενδιαφέρουσα, ένα κοντό, χοντρό παιδί με μεγάλη κεφάλα το οποίο γυρνούσε γύρω-γύρω όλο το γήπεδο κάνοντας νοήματα με φοβερή αγωνία. Τον πλησίασα, ήταν ένα χρόνο μικρότερος από μένα. Δύσκολο όμως να μιλήσει σε κορίτσι. Μέσω του προπονητή ειδοποιήσαμε την οικογένειά του ότι θα περάσουμε από το σπίτι τους γιατί θέλουμε κάτι να τους πούμε. Οι γονείς τσοπάνηδες, τα πρόβατα έξω από το σπίτι. Μπήκαμε μέσα, μας υποδέχθηκαν. Η τηλεόραση ήταν ανοιχτή και έπαιζε Τόλμη και Γοητεία. Ριτζ, Καρολαϊν κτλ. Δεν υπήρχε περίπτωση να ξεκινήσει η συζήτηση πριν τελειώσει το επεισόδιο. Καθίσαμε ήσυχα-ήσυχα, έφτιαξαν στον Σταύρο έναν καφέ, σ’ εμένα έφεραν γάλα από τις κατσίκες. Είδαμε το επεισόδιο, έσπασε ο πάγος και έτσι πήραμε τον Τάσο, Τάσο το έλεγαν το παιδί. Για το γυναικείο ρόλο, προσπαθήσαμε με ερασιτέχνη ηθοποιό η οποία όμως δεν έγραφε καλά και έτσι πήραμε την Όλια την Λαζαρίδου”. Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου: Ύμνος στη ζωή. Αποθέωση στο ελληνικό καλοκαίρι Και στους ανθρώπους του μόχθου. Ανεκπλήρωτοι έρωτες και πίστη στη ζωή. Προσμονές Αναβολές Με ήχους και μουσικές Η βόρεια Ελλάδα βρίσκει έκφραση. Η κωμικότητα απαντά στην πολιτική. Εδώ το σινεμά Γίνεται τέχνη. Όλα ποίηση του Σταύρου Τσιώλη Γ. Ζουγανέλης Παραγγελίες: Εδώ Και το σχετικό link...
  4. Από την εκδοτική: Ύμνος στη ζωή. Αποθέωση στο ελληνικό καλοκαίρι Και στους ανθρώπους του μόχθου. Ανεκπλήρωτοι έρωτες και πίστη στη ζωή. Προσμονές Αναβολές Με ήχους και μουσικές Η βόρεια Ελλάδα βρίσκει έκφραση. Η κωμικότητα απαντά στην πολιτική. Εδώ το σινεμά Γίνεται τέχνη. Όλα ποίηση του Σταύρου Τσιώλη Γ. Ζουγανέλης Γιατί είναι το κόμικ που περίμενα περισσότερο φέτος: Όταν είδα την είδηση για το συγκεκριμένο κόμικ, νόμιζα πως είναι κάποιου είδους τρολάρισμα. Το Ας Περιμένουν οι Γυναίκες αποτελεί μια από τις αγαπημένες μου ταινίες τόσο στο ελληνικό σινεμά όσο και γενικά. Είναι μια ταινία με απίστευτο χιούμορ και τεράστιες ατάκες, μια σουρεαλιστική και ταυτόχρονα πολύ αληθινή ιστορία που μέσα από τις περιπέτειες των τριών πρωταγωνιστών της καταφέρνει και αποτυπώνει όχι μόνο τα συναισθήματά τους, αλλά και την γενικότερη κοινωνική και πολιτική κατάσταση στα τέλη των 90s. Είναι μια ταινία που έχει απαθανατιστεί, που οι ατάκες της μπήκαν στον καθημερινό μας λόγο και η οποία αποτελεί μια pop culture αναφορά της εποχής της. Προσωπικά κάθε χρόνο την ξαναβλέπω τόσο μόνος μου όσο και με την παρέα μου, οπότε δεν θα μπορούσα να είμαι περισσότερο χαρούμενος για την τρίτη έκδοση της Chaniartoon Press και την εξαιρετική δουλειά που κάνουν για ακόμα μία φορά ο Μάριος και η Κατερίνα. Η ιστορία: Δύο μπατζανάκηδες που δουλεύουν μαζί, ο Πάνος και ο Μιχάλης ξεκινούν μέσα στο καλοκαίρι από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό την Θάσο όπου βρίσκονται οι οικογένειές τους παρέα με τον τρίτο μπατζανάκη τους, τον Αντώνη. Ο Αντώνης είναι πολιτευτής του ΠΑΣΟΚ και επιφανές στέλεχος της παράταξης και στηρίζει οικονομικά τόσο τις οικογένειές τους όσο και τους άλλους δύο μπατζανάκηδες. Στο δρόμο για τη Θάσο, συναντούν τυχαία ένα ζευγάρι στην λίμνη Βόλβη που θέλει να τους ρωτήσει σχετικά με τον δρόμο και ο Πάνος ερωτεύεται παράφορα την κοπέλα σε βαθμό που καταρρέει ψυχολογικά και θέλει να αυτοκτονήσει. Παρά τις προσπάθειες του Μιχάλη να τον συνεφέρει, ο τελευταίος αποφασίζει να καλέσει τον Αντώνη προκειμένου να βοηθήσει σε όλο αυτό και να γυρίσουν όλοι μαζί στη Θάσο. Ωστόσο τα πράγματα παίρνουν ξανά διαφορετική τροπή, αφού ο Αντώνης ερωτεύεται μια νεαρή νοσοκόμα που κούραρε τον ερωτευμένο Πάνο και τελικά ξεκινάει ένα γαϊτανάκι απίθανων και σουρεαλιστικών εμπειριών όσο οι γυναίκες των τριών τους περιμένουν στο νησί. Μια αληθινά καλή ιστορία που διανθίζεται με την κουλτούρα της εποχής, τις ομάδες, την πολιτική κατάσταση και μεγάλες πινελιές σουρεαλισμού που σχετίζονται και με το αίσθημα του έρωτα. Γενικότερα το σενάριο τηρείται απαρέγκλιτα και καμία σημαντική σκηνή ή ατάκα της ταινίας δεν λείπει. Οι υπέροχοι διάλογοι του Τσιώλη έχουν παραμείνει αυτούσιοι και οι υπεύθυνοι της έκδοσης μαζί με τον Κιουτσιούκη προσθέτουν απλώς μερικά μπαλονάκια με αφήγηση για το που βρίσκονται οι χαρακτήρες μας και σε τι φάση προκειμένου να καλύψουν κάπως τις μεταβάσεις που μια ταινία κάνει χωρίς λόγια. Ιδίως όταν η ταινία αυτή λαμβάνει χώρα και στον δρόμο και σε διαφορετικές τοποθεσίες. Το σημαντικότερο είναι ότι αυτό το κόμικ κρατάει αυτούσιο το vibe της ταινίας, της αισθητικής και της προσωπικότητας του Σταύρου Τσιώλη και όλων των συντελεστών του. Τα συναισθήματα του ερωτευμένου Ζουγανέλη, ο αγανακτισμένος Μπακιρτζής, ο πολύπλευρος χαρακτήρας του Μπουλά, οι δύο κυρίες που τους πλαισιώνουν και οι δυναμικές που αναπτύσσουν όλοι αυτοί, οι συγκρούσεις τους, η αποδοχή του ενός για τον άλλον αποτυπώνονται τέλεια στο χαρτί με τον Κιουτσιούκη να σκηνοθετεί τρόπον τινά ο ίδιος την ιστορία πατώντας πάνω στα μεγάλα παπούτσια του Τσιώλη. Όπως θα δούμε παρακάτω, είναι μια έκδοση που έγινε με αγάπη και η διασκευή της ιστορίας το δείχνει αυτό σε κάθε σημείο της. Το σχέδιο: Αν σου αρέσει ο Σταύρος Κιουτσιούκης και το Ας Περιμένουν οι Γυναίκες δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Ο σουρεαλισμός της ταινίας και η εκφραστικότητα των ηθοποιών ζωγραφίζονται με πολύ μεράκι. Αν μπορώ να βρω ένα θεματάκι, αυτό έχει να κάνει με την απόδοση των τοποθεσιών και τη γεωγραφία των σκηνών όπως για παράδειγμα στη σκηνή με το κρίσιμο 3 x 3 όπου δεν καταλαβαίνεις όπως στην ταινία τη μεγάλη απόσταση που συνομιλούν Μιχάλης και Πάνος. Ωστόσο ο Κιουτσιούκης έχει πιάσει στο έπακρο ακόμα και μικρές λεπτομέρειες που συμβαίνουν στο background και έχει φτιάξει υπέροχα κάθε σκηνή ώστε να οδηγεί στην κορύφωσή της. Τον χρωματισμό αναλαμβάνει ο Κλήμης Κεραμιτσόπουλος, ο οποίος με την αισθητική που έχει σε κόμικ όπως τα Μπαντιλίκια και Όπως Κάνουν στις Ταινίες, δε θα μπορούσε παρά να ταιριάζει τέλεια με τα μολύβια του Κιουτσιούκη σε αυτήν την ιστορία. Η χρωματική του παλέτα αναδεικνύει το σχέδιο στο μέγιστο βαθμό, ενώ και αυτός φαίνεται ότι έχει μελετήσει την ταινία και έχει προσέξει κάθε λεπτομέρεια. Εικαστικά δύσκολα φαντάζομαι κάποιον να αποδώσει καλύτερα το Ας Περιμένουν οι Γυναίκες από αυτούς τους δύο αφού έχουν την τρέλα, το μεράκι και τις τεχνικές να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Η έκδοση: Το ανέφερα και πριν και θα το πω και τώρα. Όταν πιάσεις αυτήν την έκδοση στα χέρια σου, καταλαβαίνεις ότι φτιάχτηκε από ανθρώπους που έχουν αγάπη για την ταινία. Αρχικά η έκδοση έχει ένα εναλλακτικό τέλος (για το οποίο δεν είχα ιδέα) και το οποίο είχε γυρίσει ο Τσιώλης και αποφάσισε να κόψει μετά από δοκιμαστικές προβολές. Ένα τέλος που προσωπικά με άφησε κάπως περίεργο για το πως θα είχα βιώσει την ταινία αν ήταν αυτή η τελευταία σκηνή της. Κατέληξα ότι το original τέλος της ταινίας δεν το αλλάζω με τίποτα. Δεύτερον έχουμε από δύο εξαιρετικά κείμενα στην αρχή και στο τέλος. Στην αρχή η κόρη του Σταύρου Τσιώλη, Κατερίνα Τσιώλη γράφει για την ιστορία πίσω από το Ας Περιμένουν οι Γυναίκες και πως την εμπνεύστηκε ο πατέρας της και ο Χρήστος Βακαλόπουλος, ενώ ο Αργύρης Μπακιρτζής που υποδύεται τον Μιχάλη μιλάει για τις δικές του αναμνήσεις σχετικά με τον σκηνοθέτη. Στο τέλος έχουμε ένα κείμενο του Αντώνη Καρπετόπουλου που γνώριζε τον Τσιώλη και τον Βακαλόπουλο (έχει μιλήσει αρκετά για την ταινία σε συνέντευξη του στους Betarades) σχετικά με την προσαρμογή μιας ταινίας σε κόμικ και το πως αλληλοσυμπληρώνονται ως τέχνες στη συγκεκριμένη ταινία. Και για το τέλος έχουμε ξανά ένα κείμενο της Κατερίνας Τσιώλη σχετικά με το πως ήρθε ο πατέρας της σε επαφή με τα κόμικ και τη γνωριμία των δύο τους με τον Δημοσθένη Παπαμάρκο και τον Γιώργο Γούση που τους εντυπωσίασαν σχετικά με τις δυνατότητές που δίνει ένα κόμικ ως μέσο να πεις μια ιστορία. Όλα αυτά καταδεικνύουν και την αγάπη όσων συνέβαλαν σε αυτήν την έκδοση. Για το τέλος, στα τεχνικά χαρακτηριστικά έχουμε μεγάλο μέγεθος 21 x 28 που προφανώς βοηθάει πολύ το σχέδιο να αναδειχθεί, καλό χαρτί που αποδίδει όμορφα τον χρωματισμό, έχει τα "αυτάκια" σε εξώφυλλο και οπισθόφυλλο και γενικά αποτελεί ένα κόσμημα για τις βιβλιοθήκες όσων αγαπούν αυτήν την υπέροχη ταινία. Καλό διάβασμα σε όλους
  5. Η ταινία «Ας περιμένουν οι γυναίκες» του Σταύρου Τσιώλη έγινε κόμικ και κυκλοφορεί από τη «Chaniartoon Press». Είναι από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές της ταινίας. Ο Πάνος (Γιάννης Ζουγανέλης), έξαλλος με τα σχόλια του μπατζανάκη του, Αντώνη (Σάκης Μπουλάς), θυμάται έναν επίμαχο ποδοσφαιρικό αγώνα στον οποίο ο ΠΑΟΚ είχε κερδίσει ένα αμφισβητούμενο πέναλτι. Περιγράφει το αντικανονικό κατά τη γνώμη του τάκλιν στον επιθετικό της ομάδας του και όταν δυο ηλικιωμένες τον ρωτούν «ήταν πέναλτι, κύριε Πάνο;», εκείνος, έξω φρενών, απαντά «ο ορισμός του πέναλτι, κυρία μου!». Στο σινεμά δεν βλέπουμε βέβαια αν η ανατροπή γίνεται εντός μεγάλης περιοχής, ούτε τον Πάνο που στο τέλος εισβάλλει στον αγωνιστικό χώρο μανιασμένος. Όμως στο κόμικ «Ας περιμένουν οι γυναίκες», που ξαναζωντανεύει την αγαπημένη ταινία του Σταύρου Τσιώλη με τα εκφραστικά μέσα της ένατης τέχνης, η γλαφυρή αφήγηση είναι όλη εδώ, πλήρης σχεδίων και χρωμάτων. «Η ταινία έχει πολλά διαλογικά μέρη και αν κάναμε ακριβή αποτύπωσή της, το αποτέλεσμα θα ήταν μια συνεχής εναλλαγή προσώπων», λέει στην «Κ» ο Μάριος Ιωαννίδης, που συνέβαλε στην προσαρμογή του σεναρίου. «Η προσέγγισή μας ήταν να μείνουμε κοντά στην ταινία, αλλά το κόμικ να είναι κάτι διαφορετικό. Και επειδή είναι μια ταινία αγαπημένη, μια πρόκληση ήταν οι αναγνώστες να δουν γραμμένη την ατάκα την οποία ξέρουν και περιμένουν, με τρόπο που να τους αρέσει». Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Chaniartoon Press», του Διεθνούς Φεστιβάλ Κόμικς Χανίων και παρουσιάστηκε στην πρόσφατη διοργάνωσή του, τον Σεπτέμβριο. Εκτός από τον Μάριο Ιωαννίδη, την προσαρμογή του σεναρίου του κόμικ υπογράφουν η Κατερίνα Νανούρη και ο Σταύρος Κιουτσιούκης, ο οποίος ανέλαβε και τα σχέδια, προτού τα χρωματίσει ο Κλήμης Κεραμιτσόπουλος. Ο Κιουτσιούκης αξιοποίησε και εκείνος τους μεγάλους διαλόγους των χαρακτήρων της ταινίας. «Η ταινία μου έδινε χώρο να εικονοποιήσω τις περιγραφές τους», μας λέει, «και εκτός από τη σκηνή με τον “ορισμό του πέναλτι”, σχεδίασα και τις εικόνες του κρεοπώλη στην Παπαδίτσα (σ.σ.: ο οποίος αποκαλύπτει το μυστικό για ένα καλό κοκορέτσι) και της κυρίας Τζόαν Πάππος (σ.σ.: που κάποτε αγόρασε από τον Πάνο και τον έτερο μπατζανάκη του, τον Μιχάλη – στην ταινία τον υποδύεται ο Αργύρης Μπακιρτζής – μια μεγάλη παρτίδα κηροπήγια)». Όλα αυτά, εξηγεί ο Κιουτσιούκης, στην ταινία απλώς λέγονται και καθένας μπορεί να τα έχει φανταστεί με τον δικό του τρόπο. «Είναι δύσκολο», συμπληρώνει, «να δώσεις στον κόσμο μια άλλη οπτική μιας ιστορίας που την έχει δει ήδη σαν εικόνα. Είχε λοιπόν μεγάλη ευθύνη και κάποιο ρίσκο». Η διασκευή Γιατί όμως ένα τέτοιο ρίσκο να το πάρει κανείς; Γιατί, αλήθεια, οι τρεις μπατζανάκηδες που ταξιδεύουν προς τη Θάσο για να παραθερίσουν με τις γυναίκες τους, αλλά που στον δρόμο συναντούν τον ανεκπλήρωτο έρωτα, την πολιτική και άλλα αδιέξοδα, να διασκευαστούν σε κόμικ; Από το 1998 που κυκλοφόρησε, η ταινία του Σταύρου Τσιώλη έχει αγαπηθεί πολύ, έχει προβληθεί με διάφορες αφορμές και οι ατάκες της («Ψήφισε η μάνα μου Νέα Δημοκρατία;», «Διότι οι άνθρωποι δεν συγχωρούν όσους από έρωτα εκπέσανε» και πολλές ακόμα) έχουν γίνει πασίγνωστες. Μάλιστα, το εγχείρημα της διασκευής προβλημάτιζε και τον Σταύρο Κιουτσιούκη. «Στην πορεία όμως αποφάσισα ότι ο λόγος ήταν ώστε να γίνει ακόμα πιο ευρύ το κοινό που θα γνωρίσει την ιστορία και έπειτα την ταινία», λέει ο κομίστας. «Όχι ότι η ταινία το περίμενε από εμένα, αλλά το κοινό των κόμικς είναι λίγο διαφορετικό», σχολιάζει ο Κιουτσιούκης και προσθέτει ότι στο πρόσφατο Φεστιβάλ Κόμικς Χανίων, αρκετοί αναγνώστες που γνώριζαν, αλλά δεν είχαν δει το «Ας περιμένουν οι γυναίκες», αγόραζαν το κόμικ. Μπορεί να τους τράβηξε το καρτουνίστικο σχεδιαστικό στυλ του κομίστα. «Μετέφερα τους ήρωες σε μια καρτούν εκδοχή τους, που παραπέμπει σε αυτούς, αλλά δεν είναι ακριβώς οι ίδιοι», προσθέτει. Ποια είναι όμως η ουσία της ταινίας που μένει απαράλλακτη ανεξαρτήτως μέσου; «Ο έρωτας», αποκρίνεται ο γνωστός για τα ερωτικά του κόμικς Σταύρος Κιουτσιούκης, ο οποίος διευκρινίζει ότι εννοεί τον έρωτα του Αντώνη για την Κλυταιμνήστρα και όχι του Πάνου για την τραγουδίστρια, στον οποίο επικεντρώνονται αρκετοί. Ο Μάριος Ιωαννίδης εκτιμά ότι ο πυρήνας της ταινίας είναι και οι τρεις μπατζανάκηδες, οι οποίοι εκπροσωπούν πτυχές του Νεοέλληνα από τη δεκαετία του ’90 μέχρι σήμερα. Και ενώ ο Κιουτσιούκης, που τυγχάνει Θεσσαλονικιός, είχε δει την ταινία «στη στιγμή της», νιώθοντας οικεία με τα μέρη που απεικόνιζε και με το περίφημο μπέρδεμα των ανεξοικείωτων για το αν πρέπει να έχουν τη θάλασσα στα δεξιά τους ή στα αριστερά τους καθώς πηγαίνουν στην Καβάλα, ο Ιωαννίδης ήρθε σε επαφή μαζί της αργότερα, φτάνοντας να την βλέπει ξανά και ξανά, ειδικά στην καραντίνα, ανακαλύπτοντας νέες ατάκες και επίπεδα ανάγνωσης. Η Βόλβη Μια επιπλέον πτυχή της ιστορίας βρίσκεται στο τέλος του κόμικ, όπου περιλαμβάνεται η σχεδιαστική απεικόνιση μιας επιπλέον σκηνής από το φινάλε του «Ας περιμένουν οι γυναίκες», η οποία δείχνει τους ήρωες να φτάνουν πλέον στη Θάσο και έχει παρουσιαστεί σε λίγες μόνο κινηματογραφικές προβολές. Πολλά και ενδιαφέροντα μαθαίνει κανείς και από τα κείμενα που συνοδεύουν την έκδοση και τα υπογράφουν η κόρη του Σταύρου Τσιώλη, Κατερίνα, ο δημοσιογράφος Αντώνης Καρπετόπουλος, αλλά και οι Γιάννης Ζουγανέλης και Αργύρης Μπακιρτζής. Ειδικά στο κείμενο της Κατερίνας Τσιώλη διαβάζουμε ότι το μπέρδεμα της λίμνης με τη θάλασσα, που ουσιαστικά πυροδοτεί την ιστορία, είχε συμβεί το 1991 στον Σταύρο Τσιώλη και στον Χρήστο Βακαλόπουλο. Εκείνους τους είχε βοηθήσει ένας τσιγγάνος, με ένα Ντάτσουν φορτωμένο μπανάνες. «Καλά πηγαίνετε», τους είχε πει. «Στην Ασπροβάλτα θα βρείτε τη θάλασσα δεξιά σας, αυτή είναι η λίμνη Βόλβη». Και το σχετικό link...
  6. «Τώρα που ακούσαμε την ιστορία του μπαμπά σας, θα ψηφίζουμε όλοι ΠΑΣΟΚ, έτσι Αρχοντούλα;» Σταύρος Κιουτσιούκης Πολλά χρόνια πριν σκάσει στη σκηνή, χρόνια που πλέον τα θυμάται σαν αναμνήσεις από μια άλλη, προηγούμενη ζωή, ο Σταύρος Κιουτσιούκης διατηρούσε φαρμακείο στην Αρέθουσα. Μια πεντάρα χρόνια έκανε τον φαρμακοποιό με την άσπρη ποδιά, μέχρι να μπουχτήσει και να τραβήξει άλλη ρότα. Ξεκινώ τα σχετικά με το άλμπουμ που σχεδίασε, το «Ας περιμένουν οι γυναίκες», επειδή η Αρέθουσα βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από τις δύο Βόλβες. Όπως και από τη Ρεντίνα με τα κομάντα, την Ασπροβάλτα που τις ξάστερες μέρες αντικρίζει τη Θάσο κατάματα, τον Σταυρό, τα Κερδύλια και όλα τα «χιλιόμετρα» που έκοψαν στο πανί οι ήρωες της μυθικής ταινίας του Σταύρου Τσιώλη. Σε σενάριο του Τσιώλη και δικό του, ο Κιουτσιούκης, είκοσι χρόνια στη σκηνή και με δεκάδες εκδόσεις στο ενεργητικό του, φιλοτέχνησε ένα άλμπουμ 160 σελίδων, εγχρωματισμένο σπέσιαλ από τον Κλήμη Κεραμιτσόπουλο και φυσικά υπό την εποπτεία της κόρης του Τσιώλη, Κατερίνας. Ο Κλήμης ζει στη Δράμα, κάτι που σημαίνει πως οι δυο δημιουργοί, Κιουτσιούκης και Κεραμιτσόπουλος, έφεραν εις πέρας το έργο γνωρίζοντας τα κατατόπια βιωματικά. Δεν είναι λίγοι οι Θεσσαλονικείς που πηγαινοέρχονται τα καλοκαίρια στον Σταυρό, την Ασπροβάλτα και την Ολυμπιάδα για παραθερισμό, όπως επίσης και δεν υφίσταται ξενιτεμένος Δραμινός, Σερραίος, Καβαλιώτης, Θρακιώτης ή Εβρίτης που να επισκέπτεται τον γενέθλιο τόπο και να μην ξέρει από έξω και ανακατωτά τα μέρη είτε ταξιδεύει με ΚΤΕΛ είτε μαρσάρει με ταχύτητες δικές του. Παρότι όταν ταξιδεύω για την Ξάνθη, η Νέα Εγνατία έχει παρακάμψει την παλιά διαδρομή με τα αγριογούρουνα στη Γερακαρού, τα γριβάδια της Μικρής Βόλβης και τα θερμά λουτρά της Απολλωνίας, πάντα νοσταλγώ τα ρυζόγαλα του εστιατορίου Κυανή Ακτή. Τώρα: Για την ταινία του Τσιώλη με συνσεναριογράφο τον Χρήστο Βακαλόπουλο και δύναμη κρούσης τους Ζουγανέλη, Μπουλά, Μπακιρτζή, την κυρία Αρχοντούλα και όλους τους υπέροχους ντόπιους που έπαιξαν τον εαυτό τους, γράφτηκαν πολλά, διάφορα, θαυμάσια και… «Κλυταιμνήστρα ουουου»! Το φιλμ αποτελεί μια πατριδογνωσία Βορείου και Νοτίου Ελλάδος, ΠΑΟΚ, ΠΑΣΟΚ, κουμπαριές, λαμογιές, μικροαστικά όνειρα, φραπέδες, ρουλέτες, ουίσκια, πολιτικά συνέδρια, καψούρες σαν τους κεραυνούς και… «Ο κύριος Πάνος προτιμά κύριο Μελά, κύριο Σφανακιάκη, κύριο Καρρά. Διότι του συνέβη κάτι που επέδρασε στην ψυχή του». Ή το γκουρμεκλίδικο «Σκατά ψητά με μουστάρδα, αυτό τρώμε». Με τον Κιουτσιούκη ανταμώνουμε πρωί, στα ψηλά της Ολύμπου. Μοιραζόμαστε έναν καφέ και ενώ τον φωτογραφίζω μιλάμε ταυτόχρονα για το εγχείρημα: «Δεν είναι μόνο τα χρόνια της Αρέθουσας ή το ότι, ούτως ή άλλως, ήμουν μέγας φαν της ταινίας. Θυμάσαι τη σκηνή που ο Ζουγανέλης και ο Μπακιρτζής ξεκινούν να πάνε για να βρούνε τον Πάνο και βάζουν μπρος από τη Ραμόνα; Ε, η περιοχή μού είναι απολύτως οικεία, γιατί εδώ είχε συνεργείο ο πατέρας μου». Ραμόνα αποκαλούν οι παλιοί Θεσσαλονικείς την περιοχή πίσω από τον σιδηροδρομικό σταθμό με τα συνεργεία και τα βουλκανιζατέρ που ευδοκιμούσαν και συνεχίζουν να υφίστανται στο συγκεκριμένο σημείο. Από εδώ ξεκινά η δράση και τα «Η Θεσσαλονίκη πρέπει να ανοίξει τελωνείο. Τι γράφει το διαβατήριό σου κύριε; Λακωνία; Δεν μπαίνεις! Δεν μπαίνεις!» / «Μην ανησυχείτε για τον συγγενή σας, παρουσιάζει μια διαταραχή ελέγχου των παρορμήσεων». Το άλμπουμ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Chaniartoon Press και μαθηματικά θα σκοράρει την ίδια επιτυχία με τον Μπάμπη Μπατμανίδη και την BBC κομπανία του. Στα «Ας περιμένουν…» live τους μεταδίδεται η ταινία στο πανί και, όπου σκάνε τραγούδια, σταματούν τα καρέ και παίζεται το σάουντρακ ζωντανά, ενώπιον πλήθους που ξέρει τις ατάκες απέξω και ανακατωτά: «Αυτός ο άνθρωπος κρατάει γυναίκα, τρία παιδιά, γέρο πατέρα, άρρωστη μάνα, εμένα, τους φίλους του, τον ΠΑΟΚ. Και η ζωή πώς τον πληρώνει; Με ψίχουλα» / «Είμαστε καλοί, δεν θέλουμε το κακό κανενός και μας πατάνε όλοι. Μετανιώνω… Όχι, δε φταις εσύ… Πληρώνω τα λάθη μου… Φταίει η ζωή που μας στήνει παγίδες» / «Σουηδέζες από 15 μέχρι 18. Από το βυζί της μάνας τους κατευθείαν στην κατανάλωση». «Ήταν πέναλντι, κύριε Πάνο; Ο ορισμός του πέναλντι κυρία μου» / «Λοιπόν, σκέψου πρώτα, κατάλαβε, και μετά λες ότι δεν καταλαβαίνω». Kioutsioukis.gr: για όσους/όσες/όσα επιθυμούν να παραγγείλουν το άλμπουμ, αλλά και να τσεκάρουν τον σούπερ σέξι, βιτριολικό, τρυφερά βάνδαλο και έξοχο κόσμο του Σταύρου. Και το σχετικό link...
  7. Για τη «Μέρα της Κρίσης», τη συλλογή 50 μονοσέλιδων ιστοριών από 55 δημιουργούς οι οποίες είχαν δημοσιευτεί την περίοδο 2014–2015 στο Καρέ Καρέ και κυκλοφορούν τώρα σε έναν ενιαίο τόμο από τις εκδόσεις Chaniartoon, γράψαμε πολλά στο προηγούμενο τεύχος. Όλες οι ιστορίες αφορούν την «κρίση», όποιο περιεχόμενο κι αν δώσει κανείς στη λέξη. Η αλήθεια είναι, βέβαια, πως η πλειονότητα των καλλιτεχνών επιλέγει τη «μητέρα όλων των κρίσεων», την οικονομική κρίση. Σε κάθε τέτοια κρίση υπάρχουν πάντα κάποιοι που επιπλέουν και επιβιώνουν. Οι περισσότεροι, όμως, βουλιάζουν. Θα μπορούσαν να είχαν σωθεί; Πιθανώς, αν δεν είχαν πιστέψει ότι τους αξίζει να πνιγούν. Αν είχαν πίστη στην αξία τους και στην αξία κάθε ανθρώπου. Αν δεν ζούσαν υποταγμένοι και ηττοπαθείς υπό το βάρος μιας, τάχα, μειονεκτικής φύσης που καταντά εθελοδουλία. Μας το θυμίζει η σπαρακτική ιστορία του Βασίλη Παπαγεωργίου στη «Μέρα της Κρίσης» που ευφυέστατα παραποιεί τον μύθο του Βάτραχου και του Σκορπιού. Σύμφωνα με τον μύθο, ο βάτραχος δέχεται να βάλει τον σκορπιό στην πλάτη του για να περάσουν μαζί το ποτάμι όταν πείθεται ότι ο σκορπιός δεν θα τον τσιμπήσει, καθώς αν το πράξει θα πεθάνουν κι οι δυο, ο ένας από το τσίμπημα κι ο άλλος από πνιγμό. Ο σκορπιός όμως τσιμπάει τον βάτραχο και λίγο πριν πεθάνουν απολογείται λέγοντας πως δεν μπόρεσε να αντισταθεί. «Είναι στη φύση μου να σε τσιμπάω…» λέει. Στην ιστορία του Βασίλη Παπαγεωργίου όλα συμβαίνουν όπως τα λέει ο μύθος. Ο βάτραχος βάζει τον σκορπιό στην πλάτη του κι ο σκορπιός δεν μπορεί να συγκρατηθεί. Τσιμπά τον βάτραχο και λίγο πριν πνιγεί τον ρωτά απορημένος γιατί το έκανε αυτό. Κι εδώ έρχεται η ανατροπή. Ο βάτραχος, απογοητευμένος και με πικρή αυτοκριτική διάθεση, με το δηλητήριο να κυλά στο αίμα του και τα μάτια του να κλείνουν καθώς βυθίζεται στο ορμητικό ποτάμι, απαντά: «Είναι στη φύση μου να σε μεταφέρω…» Και το σχετικό link...
  8. Το 9ο Chaniartoon ξεκινά σήμερα με 11 μεγάλες εκθέσεις και δεκάδες εκδηλώσεις για τα κόμικς και το animation. Η φετινή διοργάνωση είναι αφιερωμένη στην Κρίση και το Καρέ Καρέ θα βρίσκεται στα Χανιά για την έκθεση και έκδοση «Η Μέρα της Κρίσης» με έργα που δημοσιεύτηκαν στις σελίδες μας την περίοδο 2014-2015. Χρόνια τώρα το Φεστιβάλ Chaniartoon στα Χανιά, κάθε Σεπτέμβριο, προσκαλεί επιλεγμένους καλλιτέχνες από το εξωτερικό και συγκεντρώνει την αφρόκρεμα των Ελλήνων δημιουργών κόμικς. Ο Μάριος Ιωαννίδης και η Κατερίνα Νανούρη με τη βοήθεια μιας πολυπληθούς ομάδας συνεργατών έχουν καταφέρει να υλοποιήσουν το μεγάλο όραμα που είχαν πριν από 10 χρόνια για ένα ποιοτικό και πλούσιο περιφερειακό φεστιβάλ που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από αυτά του κέντρου, προσελκύοντας κάθε χρόνο όλο και περισσότερους επισκέπτες και δημιουργούς. Φέτος, το Chaniartoon (20-28 Σεπτεμβρίου) είναι αφιερωμένο στην Κρίση και θα είναι μεγαλύτερο από κάθε άλλη φορά παρουσιάζοντας 11 εκθέσεις κόμικς, γελοιογραφίας και εικονογράφησης, αλλά και πολλές συζητήσεις, workshops, προβολές, ομιλίες, συναυλίες και διαγωνισμούς. «Η Μέρα της Κρίσης»: Αριστερά: Ο τόμος «Η Μέρα της Κρίσης: 55 δημιουργοί για την οικονομική και υπαρξιακή κρίση που διαρκώς επιδεινώνεται» που θα παρουσιαστεί πρώτη φορά στο φεστιβάλ. Δεξιά: Θανάσης Πέτρου: «Η Μέρα της Κρίσης», απόσπασμα από την ιστορία του Θανάση Πέτρου. Το Καρέ Καρέ, που συνεργάζεται σταθερά με το Chaniartoon, με περηφάνια θα παρουσιάσει την έκθεση «Η Μέρα της Κρίσης» με το σύνολο των μονοσέλιδων ιστοριών 55 δημιουργών κόμικς που δημοσιεύτηκαν πρώτη φορά στην «Εφ.Συν.» τη διετία 2014-2015, αντανακλώντας τις όψεις της πολύπλευρης κρίσης εκείνων των ημερών. Θα παρουσιαστεί επίσης και ο ομώνυμος τόμος των εκδόσεων Chaniartoon Press, που συγκεντρώνει όλες αυτές τις ιστορίες, ενώ οι επιμελητές του Καρέ Καρέ και αρκετοί από τους συμμετέχοντες και τις συμμετέχουσες στον τόμο αυτό θα συνομιλήσουν με το κοινό την Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου στις 20.00. «Μες στην Ελλάδα των Τεμπών»: «Μες στην Ελλάδα των Τεμπών», σκίτσο του Πάνου Ζάχαρη. Λίγο πιο δίπλα από τα κόμικς της διαρκούς κρίσης που ζούμε, θα παρουσιαστεί η έκθεση με τίτλο «Μες στην Ελλάδα των Τεμπών», με τα έργα 20 σκιτσογράφων για το έγκλημα χωρίς τιμωρία που κόστισε τη ζωή σε τόσους ανθρώπους πριν από δυόμισι χρόνια. Το υλικό της έκθεσης κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες από τις Εκδόσεις ΚΨΜ και τα έσοδα από τις πωλήσεις θα δοθούν στον Σύλλογο Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών. «Η προφητεία του Αρμαντίλλο»: «Η προφητεία του Αρμαντίλλο» Από τα μεγαλύτερα ονόματα των σύγχρονων ιταλικών και εν γένει ευρωπαϊκών κόμικς είναι αυτό του Zerocalcare, που τα τελευταία χρόνια σημειώνει μεγάλη επιτυχία και με τις σειρές του που προβάλλονται στο Netflix. Στο Chaniartoon θα παρουσιαστεί μια έκθεση αφιερωμένη στην αυτοβιογραφική και γεμάτη γλυκόπικρο χιούμορ ιστορία του με τίτλο «Η προφητεία του Αρμαντίλλο», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις DocMZ και Chaniartoon Press. «Η γαλέρα της ζωής μου»: «Η γαλέρα της ζωής μου» Η προσωπική ιστορία του Θανάση Βέγγου και η πλούσια καριέρα του στον κινηματογράφο πήραν τη μορφή κόμικς από τον Σπύρο Δερβενιώτη και τον Θανάση Πέτρου και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως. Αυτή η πλούσια κόμικς-βιογραφία του εμβληματικού ηθοποιού και πάνω απ’ όλα «καλού μας ανθρώπου» Θανάση Βέγγου είναι το θέμα της μεγάλης έκθεσης με τίτλο «ΘΒ, Η γαλέρα της ζωής μου». «Ας περιμένουν οι γυναίκες»: «Ας περιμένουν οι γυναίκες» Ο Σταύρος Τσιώλης (1937-2019) θεωρείται, όχι άδικα, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες κινηματογραφιστές και η πιο δημοφιλής, στα όρια του καλτ, ταινία του είναι αναμφίβολα το «Ας περιμένουν οι γυναίκες», με τον Γιάννη Ζουγανέλη, τον Σάκη Μπουλά και τον Αργύρη Μπακιρτζή να περιπλανώνται στη Βόρεια Ελλάδα. Η θρυλική ταινία μεταφέρεται στο χαρτί σε σκίτσα του Σταύρου Κιουτσιούκη και χρώμα του Κλήμη Κεραμιτσόπουλου από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως και η ομώνυμη έκθεση παρουσιάζει αυτή την ενδιαφέρουσα προσαρμογή από τον κινηματογράφο στα κόμικς. «18 χρόνια Hard Rock»: «18 χρόνια Hard Rock» Το «Hard Rock» του Τάσου Μαραγκού, αυτή η υπέροχη και εν μέρει αυτοβιογραφική ιστορία ενηλικίωσης ενός νέου από τη Σύρο, από τις πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες του συνοδεία heavy metal μέχρι τα μεγάλα φεστιβάλ κόμικς της Αθήνας, συμπλήρωσε 18 χρόνια έντυπης ζωής από τις Εκδόσεις Jemma Press. Η έκθεση «18 χρόνια Hard Rock» είναι αφιερωμένη στις περιπέτειες του Μάρκου, στην «απόδρασή» του από το νησί και στον αγώνα του να γνωρίσει τον κόσμο και να καταφέρει να χωρέσει σ’ αυτόν. «20 χρόνια Δρακοφοίνικας»: «20 χρόνια Δρακοφοίνικας» Η αυτοκρατορία του «Δρακοφοίνικα», του επικού έργου ζωής του Γιάννη Ρουμπούλια, συμπληρώνει φέτος 20 χρόνια από την κυκλοφορία της πρώτης φανταστικής περιπέτειας αυτού του υπέροχου σύμπαντος. Γιορτάζοντας αυτήν την επέτειο, η έκθεση «20 χρόνια Δρακοφοίνικας» είναι αφιερωμένη σε μια μοναδική διαδρομή γεμάτη φαντασία, μάχες, τιμή και μαγική αφήγηση. Η επιστροφή της «Βαβούρας»: Η επιστροφή της «Βαβούρας» Θρυλικό περιοδικό για τα παιδιά και τους εφήβους της δεκαετίας του 1980, η «Βαβούρα», με το ανατρεπτικό της χιούμορ και τις σουρεαλιστικές ιστορίες της, γαλούχησε μια ολόκληρη γενιά αναγνωστών σε μια διαφορετική έννοια του αστείου. Μετά από χρόνια, η «Βαβούρα» ξανασυστήνεται στους αναγνώστες και επανακυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως με νέα εμφάνιση αλλά με τις ίδιες απολαυστικές ιστορίες της. Στην έκθεση στα Χανιά οι παλιοί θα έχουν την ευκαιρία να θυμηθούν και οι νεότεροι να μάθουν και να αγαπήσουν την τρέλα της «Βαβούρας». «Όλυμπος Α.Ε.»: Όλυμπος Α.Ε. Με αφορμή την κυκλοφορία των βιβλίων «Όλυμπος Α.Ε.» και «Όλυμπος Α.Ε. – Χοντρό Κυνήγι» από την DocMZ Publishing, η έκθεση σας ταξιδεύει στον Όλυμπο και παρουσιάζει εκ νέου το δωδεκάθεο, μέσα από τη χιουμοριστική ματιά των Vincenzo Cerami και Silvia Ziche. «Zawa»: Zawa Από τους πιο επιτυχημένους Ελληνες δημιουργούς κόμικς με σημαντική καριέρα στους μεγαλύτερους αμερικανικούς εκδοτικούς οίκους, ο Μιχάλης Διαλυνάς φιλοτέχνησε πρόσφατα το «Zawa» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Jemma Press. Η έκθεση «Zawa» παρουσιάζει αυτό το μείγμα δυστοπίας, οικολογίας, περιπέτειας και φαντασίας με την κινηματογραφική σκηνοθεσία και τα εντυπωσιακά σχέδια του Μιχάλη Διαλυνά. Αφιέρωμα στον Νίκο Γαλυφιανάκη: Από το αφιέρωμα στον Νίκο Γαλυφιανάκη. Σε μια μεγάλη έκθεση για τον βραβευμένο δημιουργό Νίκο Γαλυφιανάκη, με θητεία σε μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες και περιοδικά, το κοινό θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει έργα του από την Washington Post, που μεταφράζονται πρώτη φορά στα ελληνικά, αλλά και μια σειρά από εικονογραφήσεις, character designs κ.ά. Εκτός από τις εκθέσεις, στο θέατρο «Μίκης Θεοδωράκης» θα πραγματοποιούνται από σήμερα προβολές βραβευμένων ταινιών animation από τα σημαντικότερα φεστιβάλ του κόσμου, ενώ από τη Δευτέρα 22/9 ξεκινούν ομιλίες και παρουσιάσεις από τις οποίες ξεχωρίζουν οι εξής: «Η τέχνη πίσω από τα κάγκελα» για το έργο και την εμπειρία των εκπαιδευτών στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας των Φυλακών Χανίων (Τρίτη 23/9, 19.00), «Η τέχνη των κόμικς στην υπηρεσία της μικρής και μεγάλης Ιστορίας» για την πενταλογία του Θανάση Πέτρου με θέμα την ελληνική ιστορία (Πέμπτη 25/9, 20.00), η παρουσίαση της διεθνούς προσκεκλημένης Silvia Ziche με τη μακρά θητεία στα χιουμοριστικά κόμικς της ιταλικής Disney (Παρασκευή 26/9, 19.00), «Τάσος Ζαφειριάδης – Εξομολογήσεις ενός Έλληνα δημιουργού κόμικς» για το έργο του πολυδιάστατου Θεσσαλονικιού δημιουργού (Σάββατο 27/9, 18.00) κ.ά. Τον κύκλο των ομιλιών κλείνει η «Μέρα της Κρίσης» με αφορμή την ομώνυμη έκθεση και έκδοση (Κυριακή 28/9, 20.00). Η αφίσα του φεστιβάλ, από την Έφη Θεοδωροπούλου. Τέλος, από την Κυριακή 21/9 ξεκινούν τα καλλιτεχνικά εργαστήρια (απαιτείται εγγραφή, η συμμετοχή είναι δωρεάν με την εθελοντική προσφορά γραφικής ύλης η οποία θα δοθεί για τη στήριξη του Συλλόγου «Ορίζοντας»), ενώ το τελευταίο τριήμερο θα λάβουν χώρα ποικίλες δράσεις, ομαδικά παιχνίδια, διαγωνισμοί και συναυλίες (Babis Batmanidis Co(m)pany, Social Waste, Σπύρος Γραμμένος) και θα βρίσκεται σε εξέλιξη το Artist Alley με τη συμμετοχή 80 καλλιτεχνών από όλη την Ελλάδα, ενώ παράλληλα θα λειτουργούν εξειδικευμένα καταστήματα με κόμικς. ℹ️ 9o Φεστιβάλ Chaniartoon Θέατρο «Μίκης Θεοδωράκης» και πλατεία Κατεχάκη, Παλιό Λιμάνι Χανίων, 20-28 Σεπτεμβρίου. Το artist alley θα πραγματοποιηθεί το τελευταίο τριήμερο, Παρασκευή 26-Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου, 11.00-23.00. Είσοδος ελεύθερη. Και το σχετικό link...
  9. Δέκα χρόνια μετά την ολοκλήρωση της σειράς «Η Μέρα της Κρίσης» στο «Καρέ Καρέ» της «Εφ.Συν.», οι ιστορίες των 55 δημιουργών που πήραν μέρος παραμένουν επίκαιρες. Μια πλούσια έκδοση από την Chaniartoon Press συγκεντρώνει όλο αυτό το υλικό για την Ελλάδα των κρίσεων της τελευταίας δεκαετίας. Όταν προετοιμάζαμε την έκδοση του «Καρέ Καρέ» και σχεδιάζαμε την ύλη και τα περιεχόμενά του το 2014, μια από τις βασικές μας επιδιώξεις ήταν να μιλήσουμε για την κρίση διαρκείας στην οποία βρισκόταν επί σειρά ετών η ελληνική κοινωνία, ιδιαίτερα μετά την επιβολή των μνημονίων που ξεκίνησαν να εφαρμόζονται επί Γιώργου Παπανδρέου κατ’ εντολή των «εταίρων» μας και συνεχίστηκαν απαρέγκλιτα από τις επόμενες κυβερνήσεις. Καρέ από το έργο του Πέτρου Ζερβού Αποφασίσαμε τότε, από το πρώτο κιόλας τεύχος μας, να αφιερώνουμε μία σελίδα κάθε εβδομάδα στην πολύπλευρη κρίση καλώντας έναν διαφορετικό δημιουργό να φιλοτεχνεί μια ιστορία με τίτλο «Η Μέρα της Κρίσης». Επιλέξαμε τότε να μην τους καθοδηγήσουμε αλλά να τους αφήσουμε εντελώς ελεύθερους να αφηγηθούν μια μονοσέλιδη ιστορία για την κρίση όπως αυτοί την αντιλαμβάνονταν. Καρέ από το έργο των Μάρως Καλογερή (σενάριο) και Λίλας Καλογερή (σχέδιο). Με δεδομένο ότι η λέξη «κρίση» στην ελληνική γλώσσα έχει πολλές σημασίες που καθορίζονται από τα συμφραζόμενα, ο καθένας και η καθεμιά τους την αντιμετώπισαν διαφορετικά. Κρίση οικονομική και κρίση αξιών, κρίση προσωπική και ψυχολογική, υπαρξιακή κρίση, η τελική κρίση της δευτέρας παρουσίας, κάθε πιθανή κρίση έγινε θέμα στις ιστορίες των Ελλήνων δημιουργών, που αποτύπωσαν με μοναδικό τρόπο τη χρονική περίοδο από τον Απρίλιο του 2014 μέχρι τον Ιούνιο του 2015 αλλά με μια συγκλονιστική διαχρονικότητα που γίνεται ανησυχητική όταν συνειδητοποιείς πως οι ιστορίες αυτού του τόμου είναι ακόμα επίκαιρες. Καρέ από το έργο του Τάσου Αναστασίου Επιπλέον όμως, όπως σημειώνει ο υπογράφων στο προλογικό σημείωμά του στον τόμο, είναι πολύ σημαντική και η πολυσυλλεκτικότητα στις συμμετοχές, καθώς «πήρε μέρος η πλειονότητα των τότε ενεργών δημιουργών κόμικς της χώρας, γεγονός που προσδίδει σε αυτή τη συλλογή και έναν χαρακτήρα αποτύπωσης και καταγραφής της σύγχρονης ελληνικής “σκηνής” των κόμικς. Η σκηνή αυτή – φυσικά όχι ενιαία και χωρίς να υπάρχει κανένα κέντρο αποφάσεων και καμιά καθοδηγητική γραμμή – πλούσια, πολύχρωμη και πολυποίκιλη, παρά τις αντιξοότητες και τις δυσκολίες, δεν το βάζει κάτω τα τελευταία χρόνια. Όσο χειρότερα πάνε τα πράγματα στις τσέπες τόσο καλύτερα πάνε στα φεστιβάλ, τις εκθέσεις, τις εκδόσεις, τις εκδηλώσεις, τις διαδικτυακές δημοσιεύσεις. Καρέ από το έργο του Παναγιώτη Πανταζή (Pan Pan) Δεν είμαι σίγουρος αν ισχύει ή πρόκειται απλώς για ένα αναπαραγόμενο κλισέ, ότι σε κάθε μεταβατική περίοδο της Ιστορίας και σε κάθε εποχή κρίσης οι καλλιτέχνες έχουν αρκετή πρώτη ύλη και μεγαλουργούν. Στην παρούσα ελληνική κατάσταση ωστόσο, αυτό συνέβη και συμβαίνει με τα κόμικς […] Ο ιστορικός του μέλλοντος, επιχειρώντας να αποκρυπτογραφήσει και να κατανοήσει τη σκληρή εποχή μας, ενδεχομένως να βοηθηθεί από αυτά τα κόμικς. Πέρα από την αναμφίβολη καλλιτεχνική τους διάσταση και αξία μπορούν να λειτουργήσουν και ως ένα “ημερολόγιο” της κρίσης, ως ένα ιστορικό αποτύπωμά της». Αυτό το ιστορικό αποτύπωμα λοιπόν μπορεί να έχει πολλά σχήματα, ανάλογα με την προσέγγιση της «κρίσης» από κάθε καλλιτέχνη. Η οικονομική κρίση όμως είναι κυρίαρχη και επικαθορίζει όλες τις άλλες, όπως αποδεικνύεται από την πλειονότητα των δημιουργών. Σε αυτήν επικεντρώνεται και η εξαιρετική εισαγωγή του Γιάννη Κιμπουρόπουλου με τίτλο «Η Κρίση της Κρίσης»: Καρέ από το έργο της Αλέξιας Οθωναίου «Από το 2011 και μετά, η Ελλάδα έγινε το επικεντρο της διεθνούς κρίσης και βάσιμα μπορούμε να υποστηρίξουμε πως το 2014, όταν δύο “σωστικά” μνημόνια και τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις είχαν καταλήξει σε φιάσκο, η χώρα είχε καταστεί “υπερδύναμη” της παγκόσμιας κρίσης. Με την έννοια ότι οι “τεκτονικές πλάκες” που μετακινούνταν βίαια στη βάση και στην κορυφή της ελληνικής κοινωνίας μπορούσαν να προκαλέσουν “τσουνάμι” παρενεργειών σε όλη την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο. Μπορούσαν να προκαλέσουν από διάλυση της ευρωζώνης μέχρι ντόμινο κοινωνικών εξεγέρσεων σε όλο τον αραβικό κόσμο. Πράγμα που άλλωστε έγινε, με τις συνέπειες οδυνηρά αισθητές μέχρι και σήμερα». Καρέ από το έργο του πρόωρα χαμένου Χρήστου Δημητρίου Η τεράστια αυτή κρίση επηρέασε την οικονομία της χώρας, τα «νούμερα» όπως συνηθίσαμε να λέμε, αλλά πάνω απ’ όλα τους ανθρώπους της με τρόπο τρομακτικό. «Η κρατική χρεοκοπία έγινε χρεοκοπία χιλιάδων νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Δεν υπήρξε σπιτικό, κοινωνικό στρώμα, επιχείρηση που να μην επηρεάστηκε αρνητικά. Το πολιτικό και κομματικό σύστημα όπως το ξέραμε ώς το 2010 κατέρρευσε, νέα κόμματα ξεπήδησαν από το πουθενά και ταχύτατα επέστρεψαν στο πουθενά, έχοντας εκπληρώσει τον σύντομο ρόλο τους. Και το 2015, όλο αυτό το εκρηκτικό φορτίο, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό, κατέληξε σε μια αδιανόητη μέχρι πριν από λίγα χρόνια πολιτική μεταστροφή, με μια κυβέρνηση που ορκιζόταν στην Αριστερά και στα θύματα της κρίσης, αλλά τελικά πρόσθεσε ακόμα ένα μνημονιακό βάρος στις πλάτες τους», συμπληρώνει ο Γιάννης Κιμπουρόπουλος. Καρέ από το έργο του Soloup Οι 50 ιστορίες που συνθέτουν τον τόμο, φιλοτεχνημένες από 55 δημιουργούς, κουβαλούν όλο αυτό το «εκρηκτικό φορτίο» και το παρουσιάζουν με μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων, τεχνοτροπιών, αφηγηματικών ειδών και πρωταγωνιστών. Καρέ από το έργο του Αντώνη Βαβαγιάννη Ένας ποντικός στον καναπέ του ψυχαναλυτή δεν μπορεί να απολαύσει την κρίση που γι’ αυτόν θα έπρεπε να αποτελεί παράδεισο στην ιστορία των Δημήτρη Βανέλλη και Θανάση Πέτρου, τα λόγια του αέρα των αγανακτισμένων πολιτών που μένουν μόνο λόγια γεμίζουν τα μπαλονάκια της ιστορίας του Πέτρου Χριστούλια, οι Γρηγόρης Σαντοριναίος και Βαγγέλης Ματζίρης μιλούν για την κρίση που συνεχίζεται το… 2040, ενώ ο Τάσος Αναστασίου παρομοιάζει την κρίση με την κατάσταση στον αμερικανικό Νότο του ρατσισμού και των βαμβακοφυτειών του 1860. Καρέ από το έργο των Δημήτρη Βανέλλη (σενάριο) και Θανάση Πέτρου (σχέδιο) Οι Βέρα Καρτάλου και Θωμάς Βαλλιανάτος «μιλούν» χωρίς λόγια, με μαύρο χιούμορ για την εποχή μετά την κρίση όταν οι κατσαρίδες δημιουργούν τον δικό τους πολιτισμό πάνω στα ερείπια του δικού μας, ο πρωταγωνιστής του Παναγιώτη Μητσομπόνου νιώθει τύψεις που εξακολουθεί να λαμβάνει τη σύνταξη της νεκρής μητέρας του για να αντεπεξέλθει στην κρίση και ο Βασίλης Παπαγεωργίου φιλοτεχνεί τον μύθο του σκορπιού με τον βάτραχο, για να καταγγείλει όχι την τυφλή επιθετικότητα του πρώτου αλλά την εθελοδουλία του δεύτερου. Στο εφιαλτικά αλληγορικό σενάριο του Ηλία Ταμπακέα, η Krisi παρομοιάζεται με ένα φοβερό τέρας στην πλάτη του οποίου ζουν παρασιτικά οι πλούσιοι μέχρι που το τέρας «άρχισε να μη χορταίνει με τα σπίτια και τα λεφτά κι άρχισε να τρώει τους ίδιους τους ανθρώπους. Αλλά ακόμη κι αυτό δεν ήταν το χειρότερο… Το χειρότερο ήταν ότι είχε κλέψει τα χαμόγελα όλων των ανθρώπων». Καρέ από το έργο του Αλέκου Παπαδάτου Αντιθέτως, στη φαινομενικά πιο αισιόδοξη ιστορία του Νάσου Βασιλακάκη, οι άνθρωποι πολεμούν με αυταπάρνηση και θάρρος τους πλούσιους εισβολείς και καταφέρνουν να τους νικήσουν. Δυστυχώς, όμως, δεν μπορούν να πανηγυρίσουν καθώς βρίσκονται πάνω στα ερείπια ενός κατεστραμμένου κόσμου. Η κρίση που ζούμε εδώ και χρόνια έχει δημιουργήσει πολλά τέτοια ερείπια. Και κάθε «Μέρα της Κρίσης» που ξημερώνει δημιουργεί κι άλλα. Καρέ από το έργο του Πέτρου Χριστούλια Οι ιστορίες των 55 δημιουργών του τόμου «Η Μέρα της Κρίσης» ασφαλώς και δεν είναι ικανές από μόνες τους να τερματίσουν την πρωτοφανή και πολύπλευρη ελληνική κρίση. Θα έχουν πετύχει τον στόχο τους, όμως, αν την κάνουν περισσότερο κατανοητή. Και ίσως αν σπείρουν έστω και λίγες αμφιβολίες σε όσους φοβούνται ότι η κρίση είναι νομοτέλεια την οποία είμαστε αδύναμοι να ανατρέψουμε. Καρέ από το έργο του Πάνου Ζάχαρη 🔴 Ο τόμος «Η Μέρα της Κρίσης: 55 δημιουργοί για την οικονομική και υπαρξιακή κρίση που διαρκώς επιδεινώνεται» θα παρουσιαστεί πρώτη φορά στο φεστιβάλ Chaniartoon στα Χανιά (26-28 Σεπτεμβρίου) όπου και θα πραγματοποιηθεί μεγάλη έκθεση με το σύνολο των έργων. Καρέ από το έργο του Θανάση Πετρόπουλου Και το σχετικό link...
  10. ΤΖΕΡΟΚΑΛΚΑΡΕ: Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΜΑΝΤΙΛΛΟ Από το οπισθόφυλλο: Η Προφητεία του Αρμαντίλλο είναι το πρώτο βιβλίο κόμικς του Τζεροκαλκάρε. Μια ιστορία για το πώς διαχειρίστηκε την είδηση ότι μια αγαπημένη παιδική του φίλη έχασε τη ζωή της, με συμπρωταγωνιστή ένα γιγαντιαίο αρμαντίλλο που ενσαρκώνει τη συνείδησή του. Αφοπλιστικά αστείο, πνευματώδες και σύγχρονο, θεωρείται σήμερα ένα ορόσημο στην πρόσφατη ιστορία της 9ης Τέχνης, έχοντας πουλήσει πάνω από 300.000 αντίτυπα μόνο στην Ιταλία, όντας ο πιο δημοφιλής τίτλος του Ιταλού καλλιτέχνη-φαινόμενο. Δομημένη ως μια σειρά σύντομων ιστοριών που συνδέονται μεταξύ τους για να σχηματίσουν μια συνεκτική αφήγηση, αυτή η ιστορία υπήρξε το σημείο καμπής που έκανε τον Τζεροκαλκάρε διάσημο για την ικανότητά του να γράφει κωμωδία με βάθος, εντάσσοντας αρμονικά στην πλοκή έντονα δραματικά στοιχεία. Οι διαρκείς του αναφορές στην ιταλική κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα δεν δυσκολεύουν την ταύτιση των αναγνωστών σε όλο τον κόσμο, αφού τελικά πρόκειται αναμφίβολα για μία οικουμενική ιστορία της γενιάς της, μια ιστορία για την απώλεια, την αντιμετώπισή της και τη βίαιη ενηλικίωση. Η ιστορία: Το συγκεκριμένο κόμικ ήταν η πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά του πασίγνωστου πλέον Zerocalcare και επικεντρώνεται στην απώλεια μιας πολύ αγαπημένης παιδικής του φίλης, της Καμίλ. Δεν πρόκειται βέβαια για μια ενιαία ιστορία, αλλά για πολλές μικρές ιστορίες, που αφηγούνται διαφορετικές εμπειρίες του δημιουργού, αλλά είναι σχετικές μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα γενικό πλέγμα. Μέσω της αφήγησης του, ο Zero αποκαλύπτει τα συναισθήματά του, όχι μόνο για τον θάνατο της φίλης του και για τις αναμνήσεις του μαζί της από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια, αλλά και για διάφορες καταστάσεις που αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του. Τον ακολουθεί πάντα ο φανταστικός του φίλος, το Αρμαντίλλο, ένα ζώο που επιβιώνει κλείνοντας τον εαυτό του σε μια θωρακισμένη προστατευτική μπάλα , το οποίο είναι η προσωποποίηση του υποσυνείδητου του δημιουργού και τον φορτώνει άγχη ,ανασφάλειες και φρούδες ελπίδες. Οι ιστορίες μας δείχνουν την σκέψη του, τον χαρακτήρα του και την γενικότερη ψυχοσύνθεση του, αλλά και τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα, με πολλούς χαρακτήρες και συναισθήματα να εμφανίζονται με την μορφή πασίγνωστων χαρακτήρων της Ποπ Κουλτούρας, ζώων και ιστορικών ανθρώπων. Το πιο αξιέπαινο χαρακτηριστικό της γραφής του όμως, είναι ότι καταφέρνει να ισορροπήσει αριστοτεχνικά το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό, με δραματικά, ακόμη και θλιβερά γεγονότα. Αυτό που κάνει τον αναγνώστη να ταυτιστεί τόσο εύκολα με τον πρωταγωνιστή, και να αγαπήσει την ιστορία είναι ότι είναι βγαλμένη από την πραγματική ζωή. Αν και δεν ανήκω στην γενιά των 80s, όπως ο δημιουργός, ταυτίστηκα και λάτρεψα τον πρωταγωνιστή εξ αρχής. Μου έχει μείνει η αντίληψη ότι γνωρίζω πλέον αυτόν τον άνθρωπο προσωπικά. Το σχέδιο: To ξεχωριστό σχέδιο χαρακτηρίζεται από απλότητα, δωρικότητα και φυσικά απαράμιλλη ομορφιά. Τονίζει τα χιουμοριστικά στοιχεία αλλά και τα συναισθήματα των χαρακτήρων. Ο Zerocalcare έχει αναπτύξει ένα μοναδικό στυλ που νιώθω ότι προσθέτει πολλά στο σενάριο, και συμβάλλει στην προβολή των συναισθημάτων του. Έχει μια ιδέα καρτούν, και φαίνονται οι επιρροές του από άλλους μεγάλους δημιουργούς. Άλλωστε, όπως μαθαίνουμε, μεγάλωσε όπως πολλοί από εμάς, διαβάζοντας Manga, Αμερικάνικα, αλλά και Disney κόμικς. Η έκδοση: Ή μάλλον η εκδοσάρα, ήρθε στην ελληνική αγορά από τις εκδόσεις DOC MZ Publishing και Chaniartoon Press. Είναι σκληρόδετη και έχει ποιοτικό ματ χαρτί. Όπως αναφέρεται και στο εσωτερικό αποτελεί υβρίδιο της Ιταλικής Artist Edition, απ' όπου έχει πάρει το εξώφυλλο και τις δύο μικρές εισαγωγικές ιστορίες, και της Ιταλικής Colore 8-Bit Edition απ' όπου πήραν οι ιστορίες των χρωματισμό τους. Πέρα από τον κατατοπιστικό πρόλογο του Γιώργου Τσαγκόζη, η έκδοση έχει ΠΑΡΑ πολύ πλούσια αρθρογραφία και μια συνέντευξη του δημιουργού, όλα προϊόντα της δουλειάς που έκανε με πολύ μεράκι ο @ JohnnyMZ ο οποίος αξίζει αξίζει πραγματικά Άλλο όμως ένα στον Γιάννη, στον Τζόναθαν Τσικαρέλι και στον @ PhantomDuck για την εξαιρετική μετάφραση και επιμέλεια, που με έκαναν να νιώσω λες και διαβάζω κάτι που γράφτηκε εξ αρχής στα ελληνικά. Fun Fact: Η Προφητεία του Αρμαντίλλο κυκλοφόρησε αρχικά στην Ιταλία ως αυτοέκδοση! Και κλείνω με το από πάνω καρέ, που σίγουρα αποτελεί ένα , αν όχι το αγαπημένο μου καρέ του 2025. Όσο για την ιστορία τι να πω... Το καλύτερο πράγμα που διάβασα εδώ και καιρό. Συγκινητική, χιουμοριστική, ανθρώπινη, πραγματικά ΜΟΝΑΔΙΚΗ. Και μάλιστα σε μία από τις καλύτερες εκδόσεις που έχουμε δει ποτέ στην Ελλάδα. Ειλικρινά δεν ξέρω τι άλλο μπορώ να πω για αυτό το κόμικ. Απλά πρέπει να το έχετε! Καλή Ανάγνωση σε όλους/ες! ΥΓ: Παρακαλώ συγχωρέστε τις άχαρες φωτογραφίες σελίδων, δεν ήθελα να το ταλαιπωρήσω πιέζοντάς το στο σκάνερ.
  11. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία του Τζεροκαλκάρε, του σημαντικότερου ονόματος των σύγχρονων εναλλακτικών ευρωπαϊκών κόμικς, ήταν η «Προφητεία του Αρμαντίλλο», ενός ημιαυτοβιογραφικού έργου με πικρό χιούμορ για την απώλεια, τις νευρώσεις, τις αποτυχίες αλλά και τη συντροφικότητα μιας γενιάς που παλεύει να βρει την ψυχική της ισορροπία και την πολιτική ταυτότητά της. «Ονομάζεται “Προφητεία του Αρμαντίλλο” κάθε αισιόδοξη πρόβλεψη που στηρίζεται σε υποκειμενικά και ανορθολογικά στοιχεία καμουφλαρισμένα σε λογικά και αντικειμενικά, προορισμένη να τρέφει απογοήτευση, απελπισία και τύψεις, στον αιώνα των αιώνων. Αμήν». Οι προφητείες αυτές είναι καταδικασμένες όχι μόνο να μην εκπληρωθούν ποτέ, όταν τις διατυπώνει ο «φανταστικός φίλος» του Τζεροκαλκάρε που βρίσκεται μόνο μέσα στο κεφάλι του, αλλά και να τον γεμίζουν θλίψη κι ενοχές σε κάθε νέα αποτυχία που διαδέχεται την προηγούμενη και προηγείται της επόμενης, σε μια αλυσίδα δίχως τέλος. Κάπως έτσι εξηγεί ο Ιταλός δημιουργός τον τίτλο της πρώτης ολοκληρωμένης του αυτοέκδοσης από το 2011, έτος που φαίνεται πια τόσο «μακρινό» με δεδομένη την παραγωγική έκρηξή του από τότε μέχρι σήμερα· μια έκρηξη που τον μετέτρεψε σε ένα μοναδικό καλλιτεχνικό φαινόμενο όχι μόνο για την Ιταλία αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη. Γεννημένος το 1983, ο Τζεροκαλκάρε, κατά κόσμον Μικέλε Ρεκ, με την «Προφητεία του Αρμαντίλλο» (συνεργασία των εκδόσεων Chaniartoon Press και DocMZ Publishing, μετάφραση Γιάννης Ιατρού, Τζόναθαν Τσικαρέλι, 164 σελίδες) διαμόρφωσε την πολιτική του συνείδηση και ταυτότητα κατά τη σκληρή περίοδο του «μπερλουσκονισμού», συμμετέχοντας στις διαμαρτυρίες της Γένοβας με αφορμή τη Σύνοδο του G-8 το 2001 και υπό το σοκ της αστυνομικής και κρατικής βίας που οδήγησε στη δολοφονία του Κάρλο Τζουλιάνι, γεγονός που σημάδεψε τη μετέπειτα καριέρα του. Όπως αναφέρεται και στο σύντομο βιογραφικό του που περιλαμβάνεται στην υποδειγματικά προσεγμένη και πλούσια έκδοση: «Γνήσιο τέκνο της γενιάς του, ο Τζεροκαλκάρε μεγάλωσε με τα κόμικς και τις ταινίες κινουμένων σχεδίων της Disney, με αμερικανικά κόμικς και μάνγκα, με τα βιντεοπαιχνίδια της Nintendo με προεξέχον το Game Boy, με επιρροές από την τηλεόραση και τον κινηματογράφο της εποχής, όπως το Star Wars και το Jurassic Park. Παράλληλα με τις ποπ αναφορές του, μεγαλώνοντας ανακάλυψε την πανκ σκηνή και τα πολιτικοποιημένα μονοπάτια των καταλήψεων, όπου έκανε τα πρώτα βήματά του ως καλλιτέχνης σχεδιάζοντας φλάιερ, αφίσες, εξώφυλλα δίσκων και φυσικά κόμικς». Αυτά δημοσιεύονταν σε περιοδικά (Carta), ανθολογίες (Zero Tolleranza), φανζίν (Antifa!nzine) και εφημερίδες (Liberazione και La Repubblica) ενώ παράλληλα εργαζόταν περιστασιακά ως καθηγητής ιδιαιτέρων μαθημάτων γαλλικών, μεταφραστής ντοκιμαντέρ κυνηγιού και ψαρέματος, συμβασιούχος στο αεροδρόμιο Φιουμιτσίνο και άλλες δουλειές του ποδαριού. «Η Προφητεία του Αρμαντίλλο» όμως το 2011 απογείωσε την καριέρα του με αποτέλεσμα τα βραβεία να διαδέχονται το ένα το άλλο, τα επόμενα βιβλία του να ξεπερνούν σε πωλήσεις τις 100 χιλιάδες αντίτυπα και να προκύψουν και δύο σειρές animation στο Netflix («Κατά μήκος της διακεκομμένης γραμμής» και «Αυτός ο κόσμος δε θα με κάνει κακό») με μεγάλη επιτυχία. Τι είναι όμως αυτό που κάνει το «Αρμαντίλλο» τόσο ιδιαίτερο και ενδιαφέρον; «Το αρμαντίλλο, ένα μικρό τεθωρακισμένο θηλαστικό που επιβιώνει κλείνοντας τον εαυτό του σε μια προστατευτική μπάλα, γίνεται το άλτερ έγκο του δημιουργού, η φωνή του υποσυνείδητού του. Μέσα από αυτόν τον φανταστικό συνομιλητή, ο Τζεροκαλκάρε ψυχογραφείται. […] Ο δημιουργός από τις σελίδες του κόμικς μοιράζεται μαζί μας μικρά και μεγάλα συμβάντα που τον καθόρισαν, μέσα από τις σχέσεις του με τους φίλους του, την οικογένειά του και μια μεγάλη γκάμα ζωόμορφων χαρακτήρων. Έτσι, βλέπουμε τις κοινωνικές σχέσεις του, τα επαγγελματικά του, τα ερωτικά του, πάντα με οδηγό το χιούμορ και το ταλέντο του. Μας αφήνει να τα ερευνήσουμε, να πάρουμε δύναμη από τις εξομολογήσεις του και να φωτίσουμε όχι μόνο τα δικά του, αλλά και τα δικά μας σκοτάδια», τονίζει ο Γιώργος Τσαγκόζης στον εύστοχο πρόλογό του περιγράφοντας ιδανικά τις δυσκολίες μιας γενιάς που μεγάλωσε χειρότερα από την προηγούμενη. Κάποια μέλη της ωστόσο, όπως ο Τζεροκαλκάρε δεν το βάζουν κάτω. Κι αν δεν καταφέρνουν να αλλάξουν τον κόσμο, τουλάχιστον μπορούν να γελούν μαζί του, ακόμα κι όταν κλαίνε. Κόμικς στην Καλαμάτα Δεν είναι λίγες οι φορές που η Καλαμάτα φιλοξένησε σημαντικά γεγονότα για τα κόμικς: εκθέσεις, παρουσιάσεις, προβολές, συζητήσεις κ.ά. Σε μια τέτοια εκδήλωση με τίτλο «Κουβεντιάζοντας για τα Ελληνικά Κόμικς» μας καλεί το Κέντρο Δημιουργικού Ντοκιμαντέρ (Κουτσομητοπούλου 6), μεθαύριο Δευτέρα 23 Ιουνίου στις 8 το βράδυ, με ελεύθερη είσοδο και καλεσμένους τους βραβευμένους και ιδιαίτερα παραγωγικούς τα τελευταία χρόνια John Antono, Γεωργία Ζάχαρη και Στηβ Στιβακτή. Οι τρεις καλλιτέχνες, σε μια ζωντανή συζήτηση που θα συντονίσει η Λίλα Γκλεγκλέ, θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους και θα μιλήσουν για την πορεία τους στον χώρο των ελληνικών κόμικς. Μια πορεία που είναι διαρκώς ανοδική και θα έχει ακόμα πολλά ενδιαφέροντα επεισόδια. Και το σχετικό link...
  12. Μεγάλωσε διαβάζοντας Ντίσνεϋ, έμαθε ιταλικά για να γνωρίσει τους αγαπημένους του κομίστες και σήμερα εκδίδει στα ελληνικά το έργο του πιο εμβληματικού δημιουργού της σύγχρονης ιταλικής σκηνής. Μιλήσαμε με τον εκδότη – δημοσιογράφο και μεταφραστή κόμικς Γιάννη Ιατρού, για την αγάπη του προς τα κόμικς και ιδιαίτερα τα ιταλικά, για το πώς από μικρός αναγνώστης και ερασιτέχνης μεταφραστής έγινε επαγγελματίας συνεντευξιαστής δημιουργών, και τελικά εκδότης. Μας μίλησε για την έκδοση της Προφητείας του Αρμαντίλλο στα ελληνικά, την ανταπόκριση του διάσημου Ιταλού δημιουργού της Προφητείας Τζεροκαλκάρε για την ελληνική έκδοση, μας είπε ποιο ελληνικό κόμικς θα ήθελε να δει στο Netflix και τα μελλοντικά σχέδια της DocMZ Publishing. Γιάννη, πώς ξεκίνησε η αγάπη σου για τα κόμικς και ιδιαίτερα για τα ιταλικά; Διαβάζω κόμικς από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, βασικά έμαθα να διαβάζω μέσα από τα κόμικς – κάτι που εξηγεί τη διαχρονική αδυναμία μου στον σωστό τονισμό των λέξεων, αφού τα διάβαζα όλα κεφαλαία. Έτυχε να γαλουχηθώ μέσα από τις σελίδες των περιοδικών Ντόναλντ και Αλμανάκο, αλλά και των υπόλοιπων εκδόσεων κόμικς με ήρωες του Ντίσνεϋ από τις εκδόσεις Νέα Ακτίνα (Μίκυ Μάους, Κλασικά, ΚΟΜΙΞ), επομένως διέκρινα το σχέδιο των αμέτρητων Ιταλών καλλιτεχνών που δημοσιεύονταν στις σελίδες του: Τζόρτζιο Καβατσάνο, Μάσιμο Ντε Βίτα, Σίλβια Τζίκε, Λούτσιο Λεόνι, ήταν μερικά από τα ονόματα που ξεχώρισα από παιδί, αναζητώντας ενστικτωδώς το σχέδιό τους καθώς ξεφύλλιζα τα επόμενα τεύχη που μου αγόραζαν οι γονείς μου. Μεγαλώνοντας, μου καλλιεργήθηκε το ενδιαφέρον για τη μετάφραση και τη δημοσιογραφία. Ξεκίνησα μαθήματα ιταλικών και ήδη σε ηλικία 13 ετών βρέθηκα να πραγματοποιώ συνεντεύξεις με γνωστούς δημιουργούς κόμικς με ήρωες του Ντίσνεϋ, κατά βάση Ιταλούς. Ανοίγοντας τους αναγνωστικούς μου ορίζοντες, σταδιακά άρχισα να εξερευνώ όλο και περισσότερο την πλούσια παράδοση των ιταλικών κόμικς, ανακαλύπτοντας καλλιτέχνες όπως ο Μίλο Μανάρα, ο Τανίνο Λιμπερατόρε, ο Αντρέα Πατσιέντζα, ο Αλτάν, ο Βιτόριο Τζαρντίνο, ο Ούγκο Πρατ, ο Τιτσιάνο Σκλάβι και άλλοι τόσοι ακόμα. Είχα την τύχη να περάσω ένα εξάμηνο ως φοιτητής Erasmus στη Ρώμη και να επισκεφτώ όσο περισσότερα φεστιβάλ κόμικς μπορούσα, βιώνοντας από κοντά τη ζωντάνια και την αμείωτη πειραματική διάθεση της ιταλικής σκηνής κόμικς. Πώς φτάνουμε από αναγνώστης και δημοσιογράφος κόμικς να γίνεσαι εκδότης; Παραμένω και τα δύο προηγούμενα πάντως! (γέλια) Η πιο ειλικρινής απάντηση είναι ότι το ένα έφερε το άλλο.Το μικρόβιο της μετάφρασης μου είχε ήδη μπει από τότε που ο Χρήστος Τερζόπουλος των εκδόσεων Νέα Ακτίνα μου είχε προτείνει να μεταφράζω Disney κόμικς από αγγλικά και ιταλικά… Μετά έκλεισαν και έμεινα με το απωθημένο. Είχα γνωρίσει έναν μεγάλο αριθμό δημιουργών κόμικς, όχι μόνο μέσα από τη δημοσιογραφική μου δραστηριότητα, αλλά και από τη συμμετοχή μου στη διοργάνωση διαφόρων φεστιβάλ κόμικς ανά την επικράτεια (AthensCon, The Comic Con, Chaniartoon – International Comics & Animation Festival), όπου συνήθως αναλαμβάνω χρέη υπεύθυνου διεθνών καλεσμένων, διερμηνέα ιταλικών και επιμελητή εκθέσεων. Πολλοί από τους καλλιτέχνες με τους οποίους είχα επαφές, ενδιαφέρονταν να δουν τα λιγότερο ή περισσότερο γνωστά έργα τους να δημοσιεύονται στην Ελλάδα – μεταξύ μας, πιστεύω ότι πολλοί εξ αυτών αναζητούν τρόπο να ξανάρθουν. (γέλια) Στην αρχή πρότεινα σε άλλους Έλληνες εκδότες να βγάλουν κάποιους από τους τίτλους που μου φαίνονταν ενδιαφέροντες, αλλά, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, δεν ανταποκρίθηκαν. Επομένως σκέφτηκα: γιατί δεν το κάνω εγώ κατευθείαν; Το πρώτο βιβλίο κόμικς που κυκλοφόρησε από την DocMZ Publishing ήταν το Infierno!, ένα βουβό κόμικς δίχως καμία λεζάντα και κανένα συννεφάκι διαλόγου, δια χειρός Τίτο Φαράτσι και Σίλβια Τζίκε. Οι δυο τους με βοήθησαν σημαντικά στα πρώτα εκδοτικά μου βήματα, αφού είχαμε γίνει ήδη φίλοι – με την Τζίκε γνωρίζομαι από τα 13 μου – άρα υπήρχε απόλυτη εμπιστοσύνη και ανοχή στους πειραματισμούς και την απειρία μου. Ο Φαράτσι εδώ και μερικά χρόνια είναι υπεύθυνος των εκδόσεων κόμικς ενός από τους μεγαλύτερους ιταλικούς εκδοτικούς οίκους, του Feltrinelli, επομένως οι συμβουλές του ήταν καθοριστικές – εξίσου υποστηρικτικοί βέβαια, υπήρξαν και πολλοί Έλληνες συνάδελφοι στους οποίους κάθε τόσο προστρέχω για βοήθεια. Το καλό με την επιλογή ενός βουβού κόμικς σαν πρώτη έκδοση ήταν ότι δεν υπήρχε ο επιπλέον κόπος της μετάφρασης και της συνακόλουθης επιμέλειας (lettering, διορθώσεις, διορθώσεις, διορθώσεις), κάτι που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε στους επόμενους δύο τίτλους που κυκλοφόρησαν τον πρόσφατο Μάιο, των Σμάλτο & Τζόννυ των Τζόρτζιο Πετσίν και Τζόρτζιο Καβατσάνο και Όλυμπος Α.Ε. των Βιντσέντζο Τσεράμι και Σίλβια Τζίκε. Η εμπειρία από τις δύο τελευταίες εκδόσεις απεδείχθη πολύτιμη για την προετοιμασία της Προφητείας του Αρμαντίλλο, του πρώτου ολοκληρωμένου έργου του Τζεροκαλκάρε στα ελληνικά. Πώς αποφασίσατε να βγάλετε την Προφητεία του Αρμαντίλλο στα ελληνικά και ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε; Η Προφητεία του Αρμαντίλλο ήταν από τα πρώτα κόμικς χωρίς παπιά και ποντίκια που διάβασα! Ήταν δώρο ενός παιδικού φίλου μου που είχε επισκεφτεί τη Ρώμη το 2015, ο οποίος είχε ζητήσει απ’ το κομιξάδικο που το αγόρασε «το καλύτερο ιταλικό κόμικς που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή». Μαγεύτηκα αμέσως από την αμεσότητα της αφήγησης και την απλότητα του σχεδίου, αλλά και τη φυσικότητα με την οποία εναλλάσσει διαρκώς τη συναισθηματική κατάσταση των χαρακτήρων του – και κατ’ επέκταση του αναγνώστη. Μετά το κλείσιμο του Μπλε Κομήτη όπου πρωτοδημοσιεύτηκαν ιστορίες του (Kobane Calling), οι εκδόσεις Polaris κυκλοφόρησαν ένα βιβλίο του Τζεροκαλκάρε (Στον μακαρίτη Αϊ-Βασίλη) το 2021 αλλά δε συνέχισαν. Το 2023 ξεκίνησα να συνεργάζομαι με το φεστιβάλ κόμικς και κινουμένων σχεδίων Chaniartoon. Συζητώντας με τον διοργανωτή του φεστιβάλ Μάριο Ιωαννίδη το ενδεχόμενο να προσκαλέσουμε τον Τζεροκαλκάρε σε κάποια επόμενη διοργάνωση, συμφωνούσαμε ότι θα είχε περισσότερο νόημα αν είχαν κυκλοφορήσει περισσότερα έργα του στα ελληνικά. Έτσι, ήταν μία από τις πρώτες βλέψεις αμφότερων όταν την επόμενη χρονιά ξεκινήσαμε την εκδοτική μας δραστηριότητα – έτσι συνεργαστήκαμε για να φέρουμε σε πέρας το ομολογουμένως φιλόδοξο πρότζεκτ της μεταφοράς στην Ελλάδα του συνόλου της βιβλιογραφίας του Ιταλού καλλιτέχνη-φαινόμενο. Η μεγαλύτερη δυσκολία θα έλεγα πως ήταν το κομμάτι της μετάφρασης, καθώς ο Τζεροκαλκάρε χρησιμοποιεί διαρκώς ιταλική και ειδικότερα ρωμαϊκή αργκό στα κείμενά του. Επομένως έπρεπε να είμαστε πολύ προσεκτικοί για να αποδοθούν σωστά οι διάλογοι στα ελληνικά – καθοριστική γι’ αυτό ήταν η συμβολή του ελληνόφωνου Ιταλού συνεργάτη της DocMZ Publishing Τζόναθαν Τσικαρέλι, ο οποίος επισφραγίζει με την παρουσία του στην ομάδα την γλωσσική πιστότητα. Ποια ήταν η αντίδραση του Τζέρο όταν του κάνατε κρούση για να κυκλοφορήσει το κόμικς στα ελληνικά; Είχα γνωρίσει τον Τζεροκαλκάρε κατά τη διάρκεια του Erasmus μου, στην πρώτη μεγάλη έκθεση που αφιέρωσε σε αυτόν το Μουσείο Τέχνης του 21ου Αιώνα (MAXXI) στη Ρώμη το 2019. Τον είχα πλησιάσει δειλά-δειλά και του ζήτησα να μου υπογράψει τα βιβλία μου με τα σπαστά ιταλικά μου. Ήταν πολύ προσηνής και φιλικός, μου είχε κάνει πολύ καλή εντύπωση γιατί δεν ήθελε να με ξεπετάξει, αλλά αφιέρωσε αρκετό χρόνο για να συζητήσουμε, παρά τα ανυπόμονα βλέμματα των επόμενων από μένα στην ουρά. Κρατήσαμε επαφή, συναντηθήκαμε ξανά μερικούς μήνες αργότερα στη Νάπολη, όπου το έδωσα μερικά τεύχη του Μπλε Κομήτη που δημοσίευαν το Kobane Calling σε συνέχειες, και αργότερα του έστειλα ένα αφιέρωμα που είχα γράψει για εκείνον και το έργο του στο Καρέ Καρέ της Εφημερίδας των Συντακτών. Οι συνεννοήσεις για την μετάφραση του βιβλίου στα ελληνικά έγιναν απευθείας με την Bao Publishing, τον εκδοτικό οίκο με τον οποίο συνεργάζεται, επομένως τις προάλλες που τον συνάντησα ξανά στη Νάπολη και του αποκάλυψα ότι είμαι ένας από τους δύο Έλληνες εκδότες του, φάνηκε να είναι μια ευχάριστη έκπληξη και για εκείνον. Μου απάντησε «τώρα που έκανα τη σύνδεση είμαι δύο φορές χαρούμενες που θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά!», ενώ σχολίασε με νόημα πως δεν έχει έρθει ποτέ στην Ελλάδα… ακόμα. O Γιάννης Ιατρού με τον Zerocalcare στο Comicon Napoli 2025. Γιατί πιστεύεις ότι ο Τζεροκαλκάρε είχε τόσο μεγάλη επιτυχία παγκοσμίως; Νομίζω ότι το εξηγεί καλύτερα ο ίδιος στη συνέντευξη που μου παραχώρησε για την κυκλοφορία του νέου βιβλίου στα ελληνικά, επομένως θα παραπέμψω απευθείας στην απάντησή του. Λέει ο Τζεροκαλκάρε: «Εν μέρει, προφανώς ένα από τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης είναι ότι σε πολλές διαφορετικές περιπτώσεις έχουμε τα ίδια πολιτιστικά καταναλωτικά αγαθά: βλέπουμε τα ίδια κινούμενα σχέδια, τις ίδιες ταινίες, παίζουμε τα ίδια βιντεοπαιχνίδια, τρώμε τα ίδια πράγματα κ.λ.π. Μερικά από αυτά τα πράγματα είναι κοινές εμπειρίες. Όμως, το θέμα είναι ότι ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής για να καταφέρεις να συντονιστείς με αυτό που διηγούμαι είναι να βιώνεις το ίδιο αίσθημα ανεπάρκειας, ίσως ανασφάλειας ή και ευθραυστότητας, που στην πραγματικότητα δεν έχει ηλικιακούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς. Αν το ‘χεις μέσα σου, είναι κάτι που σου επιτρέπει να αναγνωρίσεις την παράνοια που βιώνει ο χαρακτήρας μου. Αντίθετα, αν ήσουν ένα πολύ ήρεμο άτομο, γεμάτο αυτοπεποίθηση, ίσως ακόμα κι αν είσαι από τη Ρώμη, από τη γειτονιά μου και στην ηλικία μου, πάλι να μην κατάφερνες να ταυτιστείς με αυτό που αφηγούμαι». Η αφίσα της πρώτης σειράς του Τζεροκαλκάρε στο Netflix, Κατά Μήκος της Διακεκομμένης Γραμμής. Το κόμικς γράφτηκε το 2011. Τι πιστεύεις ότι το κάνει να είναι τόσο επίκαιρο 14 χρόνια μετά; Πριν από μένα, το ίδιο πρέπει να πίστεψε και το Netflix για να βασίσει την πλοκή της πρώτης σειράς του Τζεροκαλκάρε πάνω του. (γέλια) Το ενδιαφέρον με αυτό το έργο είναι ότι, ενώ περιγράφει μία πολύ συγκεκριμένη και σαφώς οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή και χρονική περίοδο σαν background της ιστορίας που αφηγείται, δομείται με τέτοιο τρόπο που μπορείς να αντιληφθείς ακριβώς το συνολικό πνεύμα του, ακόμη κι αν δε μοιράζεσαι τα ίδια ή παρόμοια ερεθίσματα, αφού μπορείς πολύ εύκολα να το φέρεις στα μέτρα του δικού σου πού και του δικού σου πότε. Μπορεί να μην έχουμε Σπακαροτέλα, αλλά έχουμε τον Κορκονέα, δεν έχουμε Κάρλο, αλλά έχουμε Παύλο… κατάλαβες. Από την άλλη, πολλές από τις πολιτισμικές του αναφορές είναι πράγματι καθολικές: ταινίες όπως Star Wars και Jurassic Park, μάνγκα και άνιμε όπως το Fist of the North Star, κόμικς όπως το Blacksad… Αλλά πέραν όλων αυτών, ο συναισθηματικός αντίκτυπος της ανθρώπινης απώλειας και η εξομολογητική διήγηση μιας νεανικής ανθρώπινης σχέσης είναι μερικά από τα απολύτως άχρονα στοιχεία αυτού του εξαιρετικού κόμικς του Τζεροκαλκάρε – δεν είναι τυχαίο ότι έχει μεταφραστεί σε άλλες επτά γλώσσες μέχρι σήμερα. Ποιο ελληνικό κόμικς θα ήθελες να δεις σε μια μεγάλη τηλεοπτική πλατφόρμα; Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε ταινίες και σειρές – τόσο με ηθοποιούς όσο και κινουμένων σχεδίων – οι οποίες αντλούν την έμπνευσή τους από τα κόμικς να κατακλύζουν τον κινηματογράφο και τις διάφορες τηλεοπτικές πλατφόρμες. Το Happy! και το Watchmen στο HBO, το Κατά Μήκος της Διακεκομμένης Γραμμής και το πρόσφατο Eternauta στο Netflix, το Invincible και το The Boys στο amazon prime, για να μη μιλήσουμε για το Disney+. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτή η κουλτούρα – ειδικά σε ό,τι αφορά τις ενήλικες σειρές κινουμένων σχεδίων, έχουμε να δούμε κάτι άξιο λόγου από το Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος, ενώ τα ελληνικά κόμικς, αν και βρίσκονται σε ανοδική πορεία, δεν είναι το πιο εξαγώγιμο προϊόν μας, ενώ παραμένουν στην κοινή αντίληψη εν πολλοίς στο φάσμα του niche, για να απασχολήσουν σοβαρά μία ελληνική εταιρεία παραγωγής. Στην Ελλάδα μόνο Τα Χρονικά του Δρακοφοίνικα με τον Αδάμαστο και τα Κουραφέλκυθρα με το 5λεπτο short στο Cinobo το έχουν καταφέρει με έναν τρόπο μέχρι στιγμής – αλλά μιλάμε για μια εξαίρεση στον κανόνα. (Τα Κουραφέλκυθρα είχαν και μια αριστουργηματική live action μεταφορά του Θείου Αιμιλίου στην εκπομπή του Βασίλη Λεβέντη, αλλά τι σας λέω κι εγώ τώρα…) Επομένως, δυστυχώς μία τέτοια συζήτηση δε μου φαίνεται ρεαλιστική αυτή τη στιγμή. Θα μου επιτρέψεις όμως να μη βάλω φραγμούς στη φαντασίωσή μου και να αναφερθώ σε περισσότερα από ένα κόμικς που θα ήθελα να μεταφερθούν στη μικρή οθόνη. Θα μπορούσα να δω πολύ άνετα το Hard Rock, τη χιουμοριστική σειρά με αυτοαναφορικά στοιχεία του Tasmar, ως σειρά κινουμένων σχεδίων – πιστεύω θα είχε μεγάλη επιτυχία γιατί συνδυάζει μια εύπεπτη εικαστικά αισθητική με ένα πολύ φρέσκο στόρι. Πλάκα-πλάκα, το σχεδιαστικό και αφηγηματικό ύφος του Τάσου Μαραγκού είναι πολύ κοντά σε αυτό του Τζεροκαλκάρε. Αντίστοιχα, θα ήθελα πολύ να δω τον ξεκαρδιστικό Φωτογράφο των Βαβαγιάννη – Δερβενιώτη σε σειρά κινουμένων σχεδίων, ή ακόμα και μια σειρά σύντομων επεισοδίων με σενάρια α λα Κουραφέλκυθρα. Μιας και τα άνιμε κερδίζουν διαρκώς έδαφος στις προτιμήσεις του δυτικού τηλεθεατή, θεωρώ ότι μια καλή περίπτωση για αυτό θα ήταν το Galaxia του Μάνου Λαγουβάρδου, μια διαγαλαξιακή περιπέτεια δράσης με manga αισθητική. Τέλος, μπορώ εύκολα να φανταστώ την ιστορική σειρά του Θανάση Καραμπάλιου 1800 ως σειρά εποχής ζωντανής δράσης – τώρα που το σκέφτομαι, αν κρίνω από τις τάσεις της ελληνικής τηλεόρασης τα τελευταία χρόνια, το τελευταίο θα μπορούσε να μην προϋποθέτει τη συμμετοχή κάποιας μεγάλης τηλεοπτικής πλατφόρμας. Τι άλλο ετοιμάζει η DocMZ Publishing το επόμενο διάστημα; Η DocMZ Publishing είναι μία από τις πτυχές της DocMZ Entertainment, ενός φιλόδοξου πρότζεκτ με αναφορά στην ευρύτερη ποπ κουλτούρα, το θέαμα και την ψυχαγωγία. Γεννήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη μου να δω στα ελληνικά κόμικς που αγαπώ να διαβάζω ο ίδιος, να μπορέσω να μοιραστώ με την υπόλοιπη κοινότητα που αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να τα διαβάσει εύκολα λόγω γλώσσας. Πολλά ιταλικά χιουμοριστικά κόμικς σε μεγάλο βαθμό δεν έχουν μεταφραστεί καν στα αγγλικά. Μερικές φορές νιώθω σαν να τα μεταφράζω για να τα δείχνω στους φίλους μου και να μπορώ επιτέλους να συζητήσω με κάποιον για αυτά. (γέλια) Η αρχική προσέγγιση ήταν η μετάφραση μη Disney κόμικς Ιταλών καλλιτεχνών που είναι γνωστοί στην Ελλάδα κυρίως για την δουλειά τους με την Disney. Αν δείτε τους πρώτους, αλλά και πολλούς από τους επόμενους τίτλους μας, αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό. Η περίπτωση του Τζεροκαλκάρε και η συγκυρία της συνέκδοσης – της σύμπραξης δηλαδή δύο εκδοτικών οίκων για την κυκλοφορία ενός κοινού βιβλίου – μου αποκάλυψαν τη γοητεία αυτού του μοντέλου συνεργασιών, οι οποίες δεν είναι και πολύ συνηθισμένες στο χώρο μας. Ωστόσο, νομίζω ότι είναι ένα μονοπάτι που θα ήθελα να εξερευνήσω, καθώς ο νεοσύστατος εκδοτικός μας οίκος αναζητά το βηματισμό και την ταυτότητά του. Έτσι λοιπόν, τα προσεχή σχέδιά μας περιλαμβάνουν δύο κατηγορίες εκδόσεων. Η πρώτη αφορά στις καθαρά δικές μας εκδόσεις, οι οποίες θα κινηθούν στο ίδιο μοτίβο, με την κυκλοφορία νέων βιβλίων των καλλιτεχνών με τους οποίους συνεργαζόμαστε ήδη όπως η Σίλβια Τζίκε και ο Τζόρτζιο Καβατσάνο, αλλά και με άλλους. Μπορώ να αναφέρω ενδεικτικά το έργο των Στέφανο Τουρκόνι και Τερέζα Ραντίτσε όπως το Porto proibito (Το Απαγορευμένο Λιμάνι) για το οποίο έχουμε ήδη συζητήσει, αλλά και ιερών τεράτων που δε βρίσκονται πλέον στη ζωή όπως ο Λουτσιάνο Μποτάρο. Η δεύτερη αφορά στις «συνεταιρικές» εκδόσεις, οι οποίες μας δίνουν τη δυνατότητα να πειραματιζόμαστε με διαφορετικά είδη και να μεταφράζουμε έργα μεγάλων Ιταλών – και όχι μόνο – καλλιτεχνών. Σε αυτό το μήκος κύματος, θα δείτε πολλές εκπλήξεις το επόμενο διάστημα, για τις οποίες δεν μπορώ να μιλήσω ακόμα, τόσο αναφορικά με τους συνεργαζόμενους καλλιτέχνες, όσο και με τους εκδοτικούς οίκους με τους οποίους θα ενώσουμε δυνάμεις. Η παρουσίαση του κόμικ θα γίνει στις 14/6 στις 20:30 στο Πεδίον του Άρεως στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Beers and books 2025! Και το σχετικό link...
  13. Μια εξαιρετική ανθολογία 11 ιστοριών τρόμου από 13 δημιουργούς εγκαινιάζει τις εκδόσεις τής Chaniartoon Press. Η φρίκη και ο τρόμος αποτέλεσαν βασικά θέματα των κόμικς ήδη από τη δεκαετία του 1940 στις ΗΠΑ και μετέπειτα σε πολλές χώρες ακόμα. Η ωμή βία σε πολλές ιστορίες και ο ψυχολογικός τρόμος σε άλλες υπήρξαν οι αφορμές για το «κυνήγι μαγισσών» στο οποίο επιδόθηκαν διάφοροι αυτόκλητοι φορείς «προστασίας» των νέων τη δεκαετία του 1950, με αποτέλεσμα τη θέσπιση αυστηρών λογοκριτικών κανόνων που περιέστειλαν τη δημιουργικότητα και τη φαντασία για δεκαετίες. Απόσπασμα από την ιστορία του Μάνου Λαγουβάρδου. Οι εποχές ωστόσο άλλαξαν και κάποια στιγμή ο τρόμος της καθημερινής ζωής, όπως αναπαραγόταν από τις εικόνες που πρόβαλλαν τα media, ξεπέρασε τον εικονογραφημένο. Τα κόμικς τρόμου επέστρεψαν για τα καλά και εξακολουθούν μέχρι σήμερα να αποτελούν ένα διακριτό είδος με φανατικούς/ές αναγνώστες/ριες κάθε ηλικίας. Το εξώφυλλο της ανθολογίας, σχεδιασμένο από τον Νίκο Σταυριανό. Τέτοιες ιστορίες παραδοσιακού τρόμου περιλαμβάνονται στην ανθολογία «Ανάμεσά μας» που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες από τις εκδόσεις Chaniartoon Press, έναν νέο φορέα που σύστησαν ο Μάριος Ιωαννίδης και η Κατερίνα Νανούρη, υπεύθυνοι του ετήσιου Φεστιβάλ Chaniartoon, ώστε να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και στον χώρο του βιβλίου. Προς τούτο ζήτησαν τη συμμετοχή επιλεγμένων Ελλήνων και Ελληνίδων δημιουργών κόμικς (Αγγελική Σαλαμαλίκη, Δημήτρης Βανέλλης – Σπύρος Δερβενιώτης, Μάνος Λαγουβάρδος, Πάνος Ζάχαρης, Νίκος Καμπασελέ, Σταύρος Κιουτσιούκης, Έφη Θεοδωροπούλου, Τάσος Μαραγκός, Αλέξια Οθωναίου, Γιάννης Ρουμπούλιας, Θανάσης Πετρόπουλος, εξώφυλλο: Νίκος Σταυριανός), προερχόμενων από διαφορετικές «σχολές», τεχνοτροπίες και αφηγηματικά στιλ, που ανταποκρίθηκαν φιλοτεχνώντας ο καθένας και η καθεμία μια μικρή ιστορία με τον τρόμο στο επίκεντρο. Απόσπασμα από την ιστορία του Σταύρου Κιουτσιούκη. Όπως αναφέρεται και στον πρόλογο της Κατερίνας Νανούρη, πρόκειται για «μια ανθολογία τρόμου, ένα κόμικ αφιερωμένο στον Μέγα Τρόμο που βρίσκεται “ανάμεσά μας” και χαμηλόφωνα ψιθυρίζει στο αυτί μας πως βρίσκεται πάλι εδώ. Ανάμεσά μας βρίσκονται αυτές οι τρομακτικές ιστορίες, οι οποίες κρύβονται ή και πηγάζουν από βαθιά μέσα μας ως αναμνήσεις, αποκυήματα της φαντασίας, μύθοι, συλλογικό ασυνείδητο, εσωτερικές αναζητήσεις, καταστάσεις της πραγματικότητας που μοιάζουν καθημερινά ζοφερές και απροσπέλαστες». Απόσπασμα από την ιστορία του Τάσου Μαραγκού. Αυτή η εντυπωσιακή ποικιλία μέσα από την οποία μπορεί να ξεπηδήσει ο τρόμος αντιπροσωπεύεται ιδανικά στις εντελώς διαφορετικές θεματικές των 11 ιστοριών που, αν και αυτοτελείς, δένουν αρμονικά μεταξύ τους και αλληλοσυμπληρώνονται. «Από τον λόφο του χωριού κοντά στο Κάστρο, από το σπίτι με τα κλειστά παντζούρια στο κέντρο της πόλης, από το διαμέρισμα του επάνω ορόφου, το δάσος και το νεκροταφείο, από τα βουνά της Κορινθίας και το ασφαλές σου σπίτι, από έναν κόσμο που δεν υπάρχει καταφθάνει ο τρόμος και σφηνώνει με δόντια κοφτερά ανάμεσά μας…» περιγράφει εύστοχα το επιλογικό σημείωμα, για να υπογραμμίσει τις πολλαπλές όψεις που μπορεί να αποκτήσει και τις πολλές μορφές με τις οποίες μπορεί να φανερωθεί το αρχέγονο συναίσθημα του τρόμου. Στην εντυπωσιακά σχεδιασμένη ιστορία («Οξαποδώ») του Γιάννη Ρουμπούλια για παράδειγμα, ο τρόμος αποκτά την αποκρουστική μορφή του Σατανά ο οποίος εμφανίζεται για να λυτρώσει ένα νέο παιδί από την κακοποίηση των γονιών του κάπου στην ελληνική επαρχία ενός όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος, ενώ στη σπαρακτική ιστορία του Πάνου Ζάχαρη («Το Νερό») ο τρόμος κρύβεται στο κατακόκκινο, αιμάτινο νερό στο οποίο κολυμπούν και πανηγυρίζουν οι δουλέμποροι δίπλα στα πτώματα των θυμάτων τους στον Ατλαντικό Ωκεανό του 18ου αιώνα. Απόσπασμα από την ιστορία των Βανέλλη – Δερβενιώτη. Από την άλλη, στους τέσσερις τοίχους ενός σύγχρονου σπιτιού παραμονεύει ο ψυχολογικός τρόμος των Βανέλλη – Δερβενιώτη («Η Σκιά μου») που υποστασιοποιείται σε μια εφιαλτική σκιά, η μοναξιά τού σήμερα γίνεται ο τρόμος ενός απογοητευμένου ηλικιωμένου στην ιστορία του Μάνου Λαγουβάρδου («Προθάλαμος») ενώ με πιο χιουμοριστικές νότες, μέσα σε σκοτεινά κοιμητήρια, αποκαλύπτεται ο τρόμος στις ιστορίες του Σταύρου Κιουτσιούκη («Νεκροταφεία») και της Έφης Θεοδωροπούλου («Η Συνάντηση»). Απόσπασμα από την ιστορία του Γιάννη Ρουμπούλια. Από τη δυστοπία, τέλος, ενός τεχνολογικού εφιάλτη καταδυνάστευσης της φύσης και τις αλλοτριωμένες ανθρώπινες σχέσεις που θυσιάζονται στον βωμό των διαχρονικών οικονομικών συμφερόντων προκύπτει ο τρόμος στην ιστορία του Νίκου Καμπασελέ («Υπόσχεση»), αποδεικνύοντας ότι τρομακτική δεν είναι μόνο η στοιχειωμένη μνήμη και η αδιέξοδη παρούσα κατάσταση, αλλά μπορεί να είναι και η αβεβαιότητα για το μέλλον ή καλύτερα η τραγική βεβαιότητα ότι όλα όσα αναμένεται να έρθουν θα είναι χειρότερα απ' όσα μπορούμε να φανταστούμε. Και το σχετικό link...
×
×
  • Create New...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.