Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Thundercats'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Η φωνή πίσω απ’ τους Θάντερκατς, τα Στρουμφάκια, τον Γουίνι και τόσους ακόμη ήρωες μιλάει στο Magazine για τα δικά του παιδικά χρόνια, το θέατρο και τη μεταγλώττιση. Κάπου στην αρχή της κουβέντας μας, ο Ακίνδυνος Γκίκας με σταμάτησε και μου ζήτησε να του μιλάω στον ενικό. Ήταν σαν να μου το ζητάει κάποιος καθηγητής που είχα στο Λύκειο. Θα έπρεπε να παριστάνω τον ενήλικο, με το να είμαι ασεβής απέναντι σε κάποιον που με ήξερε σε όλη τη ζωή του ως παιδάκι – χωρίς πράγματι να με ξέρει φυσικά. Κάποιες στιγμές το έκανα, τις περισσότερες όχι – ασχέτως αν το κείμενο που ακολουθεί έχει αποδοθεί εξ ολοκλήρου στον ενικό. Θα ‘ταν μια τρέλα διαφορετικά. Άσε που αυτή η γνώριμη φωνή που έβγαινε μέσα από ένα άγνωστο – σε μένα – πρόσωπο, με βραχυκύκλωνε και μου έφερνε μία ασυνείδητη αίσθηση οικειότητας από το παρελθόν. Και θα έπρεπε αυτό να το αφήσω στην άκρη και να κάνω ότι δεν συμβαίνει τίποτα όσο τον ρωτούσα για τα δικά του παιδικά χρόνια, τα καρτούν που έχει μεταγλωττίσει, το Εθνικό Θέατρο, τα αστεία λατινοαμερικάνικα σίριαλ και γενικά τις προκλήσεις της δουλειάς του. Είδα ότι ήταν και ο πατέρας σου ηθοποιός. (σ.σ. μου δείχνει τη φωτογραφία του στον τοίχο). Είναι πολύ νέος εκεί. Και πέθανε και πολύ νέος. 35 χρονών. Είχε παίξει σε κάποιες ταινίες ή ήταν θεατρικός; Ήταν κυρίως θεατρικός. Ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του “Αμφι-Θέατρου” του Σπύρου Ευαγγελάτου. Πρόλαβε και έπαιξε στον “Ερωτόκριτο”, την πρώτη παράσταση που έκανε ο Ευαγγελάτος, έπαιξε και στη “Λυσιστράτη” και μετά “έφυγε”. Από τι αν επιτρέπεις; Ηλεκτροπληξία. Είχε διαρροή ένα πορτατίφ που ήταν δίπλα στο κρεβάτι του. Ετοιμαζόταν να πάει να πάρει την αδερφή του που ερχόταν απ’ το Κονγκό και εμένα με είχε αφήσει σε μία θεία μου. Μάλιστα, εκείνο το πρωί είχαμε πάει στο Μοναστηράκι να πάρουμε ρελέ διαφυγής γιατί φοβόταν που έπαιζα εγώ με τις πρίζες. Φοβόταν για σένα και το έπαθε ο ίδιος; Ναι. Και μόλις είχε κάνει μπάνιο, πήγε ο αδερφός του να τον πάρει για να πάνε στο αεροδρόμιο, του χτύπησε το κουδούνι, του λέει ο πατέρας μου “βάζω παπούτσια και κατεβαίνω” και δεν κατέβηκε ποτέ. Ακούμπησε στο πορτατίφ που ήταν μεταλλικό και τον χτύπησε το ρεύμα. Πόσο χρονών ήσουν; Δώδεκα. Α, τον είχες προλάβει. Ναι, τον έχω ζήσει. Και η μητέρα σου αν επιτρέπεις; Ο πατέρας μου ήταν χωρισμένος, ζούσα μαζί του. Η μητέρα που μεγάλωσα μαζί, που ζούσε μαζί με τον πατέρα μου και ήταν να παντρευτούν κιόλας, είναι η ηθοποιός Τιτίκα Βλαχοπούλου. Είχα διαβάσει ότι μεγάλωσες μέσα στο θέατρο. Ότι ήσουν συνέχεια μέσα στα παρασκήνια. Ναι, ο μπαμπάς μου με έπαιρνε συνέχεια στο θέατρο. Και τα βράδια όμως; Και τα βράδια. Αν δεν μπορούσε να με αφήσει κάπου γιατί έπαιζε και η Τιτίκα, με έπαιρνε στο καμαρίνι, και εκεί ο Ρήγας Αξελός, ο Ηλίας Λογοθέτης και άλλοι, μου ένωναν τις καρέκλες για να ξαπλώσω. Τους έβλεπα όσο άντεχα και μετά κοιμόμουν. Όπως κάνουν στα παιδάκια όταν τα παίρνουν οι γονείς μαζί σε κάτι ταβέρνες, σε κάτι γάμους και νυστάζουν; Το έκανε και αυτό γιατί με έπαιρνε έξω μαζί του. Και επειδή ήθελα την παρέα των μεγάλων, ήμουν τύπος και υπογραμμός. Θυμάμαι επί χούντας που έκαναν το “Παραμύθι χωρίς όνομα” που ήταν αντίσταση κανονική και με έπαιρνε στις ταβέρνες και σε κάτι καταγώγια που τραγουδούσαν, και στο τέλος κατέληγα να κοιμάμαι πάνω σε καρέκλες. Εντάξει, εγώ δεν μπορώ τώρα να κάνω ότι αυτό που συμβαίνει είναι φυσιολογικό, να ακούω δηλαδή αυτήν τη φωνή και να κάνω ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Το εντυπωσιακό είναι ότι κατά έναν περίεργο λόγο ξέρουν και το όνομά μου. Δεν περίμενα ποτέ ότι η μεταγλώττιση θα μου φέρει και αναγνωρισιμότητα. Παρότι έχω κάνει πολλά άλλα πράγματα και στην τηλεόραση και ως παρουσιαστής παιδικών εκπομπών που ο άλλος θα μπορούσε από εκεί να με θυμάται, όχι, με αναγνωρίζει απ’ τη φωνή. Αν είναι δυνατόν. Έχει τύχει αυτό σε ντελίβερι; Ενώ έχεις πάρει τηλέφωνο για να παραγγείλεις φαγητό; Σε πάρα πολλά, όχι μόνο σε ντελίβερι αλλά και στο περίπτερο, και στον δρόμο και τώρα που έχω και μια υπέροχη κόρη 14άρων μηνών μού συμβαίνει και στην παιδική χαρά που την πηγαίνω. Γενικά η δουλειά σου έχει να κάνει πάρα πολύ με παιδιά και αναρωτιέμαι αν σε έχει βοηθήσει να τα καταλάβεις καλύτερα, να μπεις στον ψυχισμό τους. Νιώθω ότι και είσαι και δεν είσαι ηθοποιός για παιδιά, ότι είναι κάπου ανάμεσα αυτό που κάνεις. Είμαι ηθοποιός. Πάνω απ’ όλα. Ναι. Και σκηνοθέτης. Αυτό έχω σπουδάσει. Από εκεί και ύστερα η ενασχόληση με τα παιδιά και η τριβή αυτή σε κάνει να έρχεσαι πιο κοντά, σε κάνει να σέβεσαι και να μαθαίνεις κώδικες. Έχω μιλήσει πάρα πολύ με παιδοψυχολόγους για το πώς αντιμετωπίζεις ένα παιδί. Οπότε μπήκες κάπως στη ψυχολογία του παιδιού; Εννοείται, αν δεν μπεις μέσα στη ψυχολογία δεν μπορείς να μιλήσεις την αλήθεια του. Η τέχνη της υποκριτικής έτσι κι αλλιώς δεν είναι μέθοδοι. Ζήσαμε πολλές μεθόδους μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια και τελικά δεν έχουν να προσδώσουν τίποτα παραπάνω από τη βασική μεθοδολογία που είναι η αλήθεια. Όσο βγάζεις την αλήθεια τόσο μιλάει στον απέναντί σου. Πόσο μάλλον σε ένα παιδί που δεν επεξεργάζεται τα πράγματα, είναι direct. Ή το κερδίζεις ή το χάνεις. Θυμάμαι μία συνέντευξη που είχε δώσει ο Γιάννης Μπέζος και τον ρώτησαν “γιατί σε αγαπάνε τόσο πολύ τα παιδιά, βλέπουν πολύ τα σήριαλ σου” και τους είπε κάτι του τύπου γιατί “δεν τους συμπεριφέρομαι σαν να είναι χαζά, σαν να μην καταλαβαίνουν. Τους συμπεριφέρομαι όπως σε έναν μεγάλο άνθρωπο”. Έχει απόλυτο δίκιο ο Γιάννης, εμείς αντιμετωπίζουμε τα παιδιά σαν να είναι νοητικά κατώτερα από μας. Όχι. Στροφάρουν πάρα πολύ γρήγορα. Αυτό που πρέπει εμείς να τους δώσουμε είναι το σεβασμό μας, την αλήθεια μας και από εκεί και ύστερα, διαπαιδαγωγώντας, τα όρια που υπάρχουν γενικά. Δηλαδή να μην κάνεις ένα παιδί να νομίζει ότι είναι ο Θεός και μετά να βγει έξω στην κοινωνία και να τρώει συνέχεια σφαλιάρες. Στον κινηματογράφο που έχω κάνει πολλές ταινίες και για να δω αν θα “έπιανε” η ταινία πήγαινα στην πρώτη προβολή και έλεγα δύο είναι τα τινά: ή τα πιτσιρίκια θα μείνουν με το στόμα ανοιχτό και θα παρακολουθούν ή στο πρώτο πεντάλεπτο έχουν πάρει τα πατατάκια και έχουν αρχίσει και τρέχουν γύρω-γύρω, που σημαίνει ότι η ταινία είναι αδιάφορη. Ή υπάρχουν ταινίες που απευθύνονται στη μαμά και τον μπαμπά και είναι καθηλωμένη η μαμά και ο μπαμπάς και τα πιτσιρίκια τρέχουν γύρω τριγύρω. Ναι, ο Σρεκ ας πούμε νομίζω ότι είναι πιο πολύ για μεγάλους παρά για παιδιά. Ναι, έχει ηλικιακές διαφοροποιήσεις το καρτούν. Να φέρω και ένα πολύ συγκεκριμένο παράδειγμα: τα ιαπωνικά τα άνιμε τα κάψαμε παλιά στην Ελλάδα γιατί τα παίζαμε σαν να απευθύνονται σε εξάχρονα, ενώ υπάρχουν ηλικιακές διαφορές εκεί. Κάποια είναι για παιδιά πάνω από οκτώ χρονών, άλλα είναι για παιδιά πάνω από 14 και άλλα είναι πλέον και για μεγάλους. Τώρα με τη σήμανση μπορούμε να το κάνουμε σωστά. Ο Καμπαμαρού για τι ηλικία ήταν; Νομίζω ότι είναι για παιδιά πάνω από 10 χρονών. Το κάψαμε; Ναι γιατί υπήρχαν κάποια παιδιά που αγαπούσαν τα άνιμε και πιθανότατα να τα διάβαζαν κιόλας. Υπήρχαν κυρίως φανς γονείς, αυτοί δηλαδή που διάβαζαν Βαβέλ, Παρά Πέντε και όλα αυτά, και όταν ξαφνικά ήρθαν στην Ελλάδα τα άνιμε προσπάθησαν να τα περάσουν και στα παιδιά τους. Αλλά ήταν κακά παιγμένα. Υπήρχε και ένα άλλο, το “Τζουμαρού”, το θυμάσαι; Όχι, αν και έχω παίξει και εγώ σε κάποια – παρότι νόμιζα ότι δεν είχα. Έχει τύχει να μου στείλουν μήνυμα “θυμάσαι ποια φωνή είχες κάνει σ’ αυτό”, να τους λέω “δεν έχω παίξει ποτέ σε γιαπωνέζικο” και να μου απαντούν “μα πώς; Δες το” και να μου στέλνουν ένα με τη φωνή μου. Δεν το θυμόμουν καν. Το πρώτο παιδικό που μεταγλώττισες, ο πρώτος ήρωας που έδωσες τη φωνή σου; Ήταν στα “Στρουμφάκια” και νομίζω ήταν ο Χαχανούλης. Τώρα πια είμαι εγκεκριμένος Δρακουμέλ, στην τελευταία ταινία που βγήκε με τα Στρουμφάκια αυτόν κάνω. Χοντρικά, πόσα κινούμενα σχέδια έχεις κάνει; Δεν θυμάμαι. Σκέψου ότι τη δεκαετία του ‘90 έμπαινα μέσα σε ένα στούντιο το πρωί στις 10:00 και έφευγα στις 10:00 το βράδυ. Ή ήμουν τη μισή μέρα σε αυτό και έφευγα να πάω σε ένα άλλο στούντιο να δουλέψω. Ένα μικρόφωνο θυμάμαι. Πώς προετοιμάζεται κάποιος για να το κάνει αυτό; Δηλαδή τα διάβαζες τα κείμενα εκείνη τη στιγμή; Σου τα έδιναν, άκουγες τον ξένο ηθοποιό πώς τα έπαιζε και έλεγες “θα το κάνω παρόμοιο”; Πώς πήγαινε; Το μεγάλο σχολείο ήταν η ΕΡΤ, όταν κάναμε τα “Στρουμφάκια” και ό,τι άλλο πρόλαβα να κάνω εκεί, π.χ. τον “Πινόκιο”. Αυτή ήταν μια συγκλονιστική ιταλική παραγωγή, εγώ έκανα την αλεπού σ’ αυτό. Η διαδικασία ήταν: πήγαινες, έκανες πρώτα δύο πρόβες το κείμενο, ποιος πάει στο μικρόφωνο και ποιος φεύγει μαζί με τις ατάκες έτσι ώστε να μην υπάρχει στοπ, γιατί τότε γράφαμε στην ίντσα, και απαγορευόταν το στοπ. Αν έκανες λάθος δηλαδή στο 19ο λεπτό, ξαναγράφατε όλο το επεισόδιο απ’ την αρχή. Θάνατος. Το είχες κάνει αυτό πολλές φορές, τους είχες κάψει; Ποτέ. Ήσουν απ’ τους καλούς; Όλοι ήταν έτσι αλλιώς δεν γράφαμε. Δηλαδή οι σκηνοθέτες εκείνης της εποχής, όπως ο Γιώργος Πρωτόπαππας και ο Τάσος Μασμανίδης, σε καλούσαν για να σε δοκιμάσουν και σε καταλάβαιναν απ’ την πρόβα. Έκανες σαρδάμ; Κόλλαγες; Πιθανότατα να σε έδιωχναν. “Δεν πειράζει, άστο, θα κάνει ο άλλος συνάδελφος και τους δικούς σου ρόλους”. Γιατί έβλεπαν ότι θα το κάψεις. Εσύ έκανες ποτέ ορθοφωνία; Βέβαια, στη σχολή του Εθνικού και είχαμε και τον καλύτερο δάσκαλο, τον Νίκο Παπακωνσταντίνου. Έχει γράψει και το βιβλίο “Η αγωγή του λόγου” που είναι ευαγγέλιο πλέον. Το είχες και από μόνος σου φαντάζομαι το να μιλάς σωστά. Δεν ξέρω, πάντως το εξάσκησα πολύ εκεί. Δεν μπορούσες να βγεις ηθοποιός τότε – και όχι μονάχα ηθοποιός αλλά και δημοσιογράφος. Για να παρουσιάσεις δελτίο ειδήσεων στην ΕΡΤ έπρεπε να παρακολουθήσεις μαθήματα στη σχολή του Εθνικού. Θυμάμαι ερχόταν η Μαρία Χούκλη για να πάρει το OK από τον Νίκο Παπακωνσταντίνου. Τότε στις αρχές του ‘90 όταν έκανες αυτές τις μεταγλωττίσεις, τα λεφτά ήταν καλά; Δηλαδή σε σύγκριση με έναν ηθοποιό που τότε θα έπαιζε σε ένα σίριαλ. Τα λεφτά ήταν πάρα πολύ καλά όταν ήμασταν στην ΕΡΤ. Όταν όμως άνοιξε η ιδιωτική τηλεόραση πατήσαμε την μπανανόφλουδα και δεν το καταλάβαμε. Στην ΕΡΤ πηγαίναμε δύο φορές τη βδομάδα και γράφαμε κάθε φορά από ένα επεισόδιο μέσα σε τρεις ώρες, παίρνοντας ασύλληπτα ποσά για την εποχή εκείνη. Όταν άνοιξαν τα ιδιωτικά κανάλια, μας είπαν “ελάτε και θα βγάζετε πέντε επεισόδια στις ίδιες ώρες”. Έδιναν τα ίδια λεφτά; Ήταν λίγο παραπάνω αλλά δεν σκεφτήκαμε ότι αφού η σεζόν είναι 22-24 επεισόδια θα την τελειώναμε πολύ γρήγορα, θα παίρναμε αυτό το κάτι παραπάνω αλλά μετά από ένα χρονικό διάστημα θα μέναμε χωρίς δουλειά. Δεν έπεφτε και το επίπεδο της δουλειάς αφού γινόταν σε τόσο πυκνό χρόνο; Εννοείται. Δεν ήταν το ίδιο καλές οι μεταγλωττίσεις δηλαδή μετά στην ιδιωτική τηλεόραση; Τα ιδιωτικά κανάλια πήραν τους ανθρώπους που δούλευαν στην ΕΡΤ. Αυτό τι σήμαινε; Ότι ήμασταν όλοι εξασκημένοι και βγάζαμε παραγωγή νον στοπ. Δεν υπήρχε πρόβα, μπαίναμε μέσα και γράφαμε πρίμα βίστα. Εκείνη την εποχή υπήρχε ένα στοιχείο που σήμερα σιγά σιγά φεύγει: το παίξιμο. Ήμασταν όλοι θεατρικοί ηθοποιοί και ακουμπούσαμε τον εαυτό μας, το ευχαριστιόμασταν και αυτό περνούσε και στα πιτσιρίκια. Το lip sync ερχόταν σε δεύτερη μοίρα. Κάθομαι δηλαδή τώρα και βλέπω τον Λάιονο και λέω “πωωω, στου Κουτρούλη τον γάμο” μιλάμε. Είχε σταματήσει δηλαδή να μιλάει ο Λάιονο, είχε κλείσει το στόμα του και εσύ συνέχιζες; Λίγο. Μικρές διαφοροποιήσεις υπήρχαν, δεν ήταν όπως τώρα στο ψηφιακό που το κάνεις ό,τι θέλεις. Τότε έλεγες “έλα, περνάει”. Το “περνάει” όμως είχε τέτοιο παίξιμο μέσα που κανένα πιτσιρίκι δεν θα ‘λεγε “μαμά, ο κύριος Γκίκας μίλαγε τέσσερα καρέ μετά αφού είχε κλείσει το στόμα του ο Λάιονο”. Ενώ τώρα κοιτάνε δηλαδή το αντίθετο; Τώρα ένα μεγάλο κομμάτι είναι φλατ, χωρίς ενέργεια, χωρίς να καταλαβαίνουν τι λένε, με αποτέλεσμα το ίδιο να αισθάνεται και ο θεατής. Η γενιά μου λέμε μεταξύ μας ότι τα κινούμενα σχέδια του ‘90 ήταν τα καλύτερα, ότι δεν βγαίνουν αυτά σήμερα κ.λ.π. Προσπαθώ να καταλάβω αν είναι κάτι νοσταλγικό που το λέμε όπως κάνουν οι μπαρμπάδες ή αν έχει κάποια βάση, δηλαδή αν όντως ήταν καλύτερα απ’ τα αντίστοιχα που βλέπουν τα παιδάκια σήμερα. Ούτε εγώ μπορώ να αποστασιοποιηθώ γιατί μπάρμπας είμαι, κακά τα ψέματα. Νομίζω όμως όσο μου επιτρέπει ο εγκέφαλος μου να δημιουργήσω αυτήν την όποια επαγγελματική αποστασιοποίηση ότι μπορεί σήμερα να έχουμε – τεχνολογικά – συγκλονιστικά καρτούν, λείπουν όμως πάρα πολλά στοιχεία από εκείνα που κάναμε παλιότερα. Και έρχεται να συμπληρώσει αυτή μου την άποψη το ότι δεν είναι τυχαίο που βλέπουμε πολλά remake. Κάτι συμβαίνει. Γιατί; Δεν έχουν ιδέες; Οι άνθρωποι είναι πολύ πιο μορφωμένοι από την εποχή που μεγάλωνα εγώ. Δεν έχουν ιδέες για να φτιάξουν νέους ήρωες, νέες ιστορίες, και επιστρέφουν σε αυτά που έγιναν παλιά με άλλη τεχνολογική μεθοδολογία; Νομίζω ότι όντως κάτι συμβαίνει αν και δεν μπορώ να το προσδιορίσω ακριβώς. Εσείς που διαβάζετε τα σενάρια, διαβάζετε τα αστεία που έχουν μέσα, πώς τα βλέπετε σήμερα; Είναι καλύτερα ή χειρότερα; Να ρωτήσω κάτι εγώ; Και θα παρακαλούσα να βάλεις τη δική σου απάντηση. Monty Python υπάρχουν σήμερα; Όχι. Νομίζω μου απάντησες. Γιατί; Δεν θα μπορούσαν; Πού είναι; Τώρα το μυαλό μου πήγε κατευθείαν στην πολιτική ορθότητα. Υπάρχει στα καρτούν; Ή πάντα ήταν πολιτικώς ορθά, αναγκαστικά, λόγω των ηλικιών που απευθύνονταν; Πάντα είχαν πολιτική ορθότητα, νομίζω ότι τώρα δεν την έχουν. Και μεγάλη ευθύνη φέρουν τα video games. Πλέον τα παιδιά παίζουν έναν ρεαλισμό τον οποίο δεν οφείλουμε να τους τον δώσουμε. Αυτή η δυνατότητα κάποιου να μπορεί να μπαίνει σε ένα παιχνίδι και να σκοτώνει είτε ζώα είτε κύβους είτε ανθρώπους κατά χιλιάδες προκειμένου να περάσει στην επόμενη πίστα, τι σε διδάσκει; Το ότι αν κάποιον τον απομακρύνω από μπροστά μου, μέχρι και να τον σκοτώσω, με οδηγεί στο να προχωρήσω. Δεν θέλω να το παίξω ψυχολόγος αλλά δεν είναι τυχαίο που βλέπουμε σήμερα αυτήν την έξαρση της παιδικής βίας. Σήμερα τα παιδάκια κάθονται το πρωί του Σαββάτου να δουν έξι ώρες καρτούν όπως κάναμε εμείς το ‘90; Δεν νομίζω, είναι σε ένα κινητό από ότι βλέπω. Πιο πολύ βλέπουν παιδικά εκεί δηλαδή πια; Ναι, βλέπουν το κάθε αμφιβόλου προϊόν το οποίο ανεβαίνει στο YouTube. Οι γονείς μέσα σε αυτόν τον φαύλο κύκλο του να μπορέσω να επιβιώσω οικονομικά, να μπορέσω να προσφέρω κάτι στο παιδί μου, δεν έχουν τις αντοχές να διαπαιδαγωγήσουν λόγω της κούρασής τους, αφήνουν τα παιδιά μπροστά από ένα κινητό. Εσένα σου έχουν γκρινιάξει ποτέ γονείς ότι “τι είναι αυτό που μεταγλωττίζεις, δεν θέλω το παιδί μου να βλέπει τέτοια”. Όχι, δεν μου έχει τύχει γιατί είχα τη δυνατότητα πάντα να επιλέγω τι κάνω. Έχω επιλέξει π.χ. και δεν έχω κάνει ποτέ λατινοαμερικάνικο. Α, έχεις γλιτώσει αυτές τις αστείες μεταγλωττίσεις του ‘90; Έκαναν κακό και εξαιτίας τους είμαστε μία χώρα που δεν μεταγλωττίζει ούτε ταινίες ούτε σειρές, γεγονός που θα έδινε τη δυνατότητα σε ανθρώπους που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν αγγλόφωνο/γαλλόφωνο/ρωσόφωνο προϊόν ή δεν μπορούν να διαβάσουν υπότιτλους λόγω ηλικίας π.χ., να δουν και αυτοί κάποιες ταινίες. Μία γιαγιά σε οποιοδήποτε χωριό της δυτικής Ευρώπης ξέρει ποιος είναι ο Κουροσάβα, εδώ γιατί να μην τον ξέρει; Γιατί να μη δίνουμε τη δυνατότητα σε αυτούς τους ανθρώπους να παρακολουθήσουν άνετα και όμορφα στον καναπέ τους το Game of Thrones; Μπορούμε να κάνουμε καλή δουλειά. Αυτό που θα σου πει κάποιος είναι ότι αν δούμε το GOT στα ελληνικά δεν θα είναι λίγο αστείο; Δεν θα είναι. Μου το έχουν πει και αντιπαραθέτω: τον “Υπαστυνόμο Ρεξ” γιατί τον παρακολουθούσαν όλοι; Γιατί ήταν καλή μεταγλώττιση. Αν κάνεις καλή μεταγλώττιση και όχι λατινοαμερικάνικη – “Χουάνα η παρθένα” – τότε πραγματικά ο άλλος θα το παρακολουθήσει. Γιατί τα βραζιλιάνικα ήρθαν μεταγλωττισμένα στην Ελλάδα και όχι όπως όλα τα υπόλοιπα; Γιατί αντικατέστησαν τις μεσημεριανές καθημερινές εκπομπές της εποχής εκείνης. Του Φώσκολου δηλαδή; Ναι. Οπότε απευθύνθηκαν σε αυτόν τον κόσμο; Στη νοικοκυρά δηλαδή που μαγειρεύει και δεν βλέπει τόσο τηλεόραση αλλά μόνο ακούει. Έτσι πίστευαν αυτοί που τα έκαναν. Τραγική άποψη. Ακόμα θεωρούνται πολύ αστεία αυτά, κυκλοφορούν τέτοια κλιπάκια στο ίντερνετ. Εννοείται. Τώρα είναι καλτ υποτίθεται, όπως καλτ ήταν και τα υποπροϊόντα βιντεοκασετών που βγήκαν το ‘80 και αντικατέστησαν τον ελληνικό κινηματογράφο. Γιατί όμως έπαιζαν τόσο χάλια εκεί; Δεν έπαιζαν χάλια, ήταν οι ίδιοι ηθοποιοί οι οποίοι έπαιζαν εξαιρετικά σε άλλες σειρές. Χάλια ήταν η παραγωγή και η κατεύθυνση που έδιναν οι σκηνοθέτες στους ηθοποιούς υπό την πίεση της παραγωγής. Ήταν μία πολύ λανθασμένη διαδικασία. Οπότε πιστεύεις ότι αυτό ήταν ένα σημείο τομής στο αν θα μπορούσαμε αργότερα να μεταγλωττίζουμε σειρές για ενηλίκους; Ότι εκεί γύρισε ο διακόπτης και είπαν “όχι, δεν μπορούμε να το κάνουμε σε κανονικές σειρές”; Ναι γιατί το ελληνικό κοινό προσεβλήθη – και πολύ καλά έκανε. Ήταν σαν να του έλεγαν “αυτό σου αξίζει”. Και το ξαναλέω: τον “Υπαστυνόμο Ρεξ” γιατί το παρακολουθούσαν και το απολάμβαναν; Γιατί αντιμετωπίστηκε με πολλή σοβαρότητα από την οικογένεια Σοφιανού και τον σκηνοθέτη όταν το έκαναν. Ο Αιμίλιος Χειλάκης που ήταν ο πρώτος ρόλος, έπαιζε δανείζοντας τη φωνή του χωρίς να προσπαθεί να αλλάξει τον Αυστριακό ηθοποιό που πρωταγωνιστούσε. Έλεγες ο πρωταγωνιστής μιλάει όντως ελληνικά. Και σε μια καλή μεταγλώττιση αυτό πρέπει να γίνει. Αν δανείσω τη φωνή μου στον Μάρλον Μπράντο πρέπει ο σκηνοθέτης να βρει τους κώδικες με τους οποίους παίζει και να καθοδηγήσει τον ηθοποιό του με τέτοιον τρόπο ώστε ο θεατής να μην πει “α, παίζει ο Γκίκας τον Μάρλον Μπράντο”. Αντίθετα να πει “ρε συ, μιλάει ελληνικά ο Μάρλον Μπράντο;”. Γιατί πάντα θα παίζει ο Μάρλον Μπράντο. Εγώ πάντα θεωρούσα ότι είμαστε και λίγο τυχεροί εδώ που έχουμε δει π.χ. τον “Νονό” με τη φωνή του Αλ Πατσίνο και δεν έχουμε δει κάποιον Έλληνα στη θέση του, όπως π.χ. κάνουν στην Ιταλία. Δεν είναι καλύτερα έτσι; Μα πάντα ο Αλ Πατσίνο θα είναι, αυτό προσπαθώ να σου πω, δεν αλλάζει σε τίποτα. Εγώ είδα τις “Γέφυρες του Μάντισον” στα γερμανικά και είπα “έμαθε ο Κλιντ Ίστγουντ γερμανικά;”. Και δεν είναι ότι μιμούνται τη φωνή, είναι η ενέργεια που βγάζουν, το ότι ο άλλος δεν προσπάθησε να δείξει τη δική του φωνή αλλά μπήκε στο πώς παίζει ο Κλιντ Ίστγουντ. Και πώς και δεν έχεις καταφέρει να πείσεις κάποιον, να του πεις “πάμε να κάνουμε αυτή τη σειρά στα ελληνικά, και αν δεν βγει καλή, την αφήνουμε”; Τώρα αυτό είναι πολιτικό θέμα. Πρέπει να το αποφασίσει το κράτος, να πει στην ΕΡΤ να το κάνει. Εγώ δεν λέω να μην μπορεί κανένας να ακούσει τον αγαπημένο του ήρωα στην κανονική του γλώσσα. Λέω να υπάρχει η επιλογή και στα ελληνικά. Πλέον με τα ψηφιακά μέσα βάζεις ό,τι γλώσσα θέλεις εσύ, μπορείς να επιλέξεις να το ακούσεις στα γαλλικά, στα τούρκικα, σε οτιδήποτε. Μήπως είναι οικονομικός ο λόγος; Είναι και οικονομικός. Γιατί όμως, μήπως ο υπότιτλος δεν τους στοιχίζει; Φαντάζομαι θα είναι πιο φτηνός. Φαντάζομαι, δεν ξέρω. Ε, δεν είναι όμως όλα στη ζωή οικονομικά, είναι και να φροντίζεις και τον λαό σου. Δεν πληρώνουμε φόρους; Α, επίσης και τα ΑΜΕΑ δεν τα βοηθάμε καθόλου. Τώρα αρχίζει να γίνεται κάτι. Και εδώ να πω και μια είδηση, ότι έχουμε την τύχη και τη χαρά να είμαστε το πρώτο στούντιο που θα συμμετάσχει σε ακουστική περιγραφή που θα γίνει για τη ΕΡΤ. Θα κάνουμε την πρώτη ελληνική σειρά όπου θα υπάρχει επιτέλους ακουστική περιγραφή για τους τυφλούς μας. Έχω ξεφύγει τελείως απ’ αυτά που ήθελα να ρωτήσω και φοβάμαι ότι θα διαβάσει κανείς τη συνέντευξη και θα πει: τι θα γίνει τώρα, πότε θα πουν για τους Θάντερκατς”; Ρώτα με ό,τι θες. Κάπου είδα ότι αρχικά οι Θάντερκατς παίζονταν στην ΕΡΤ αργά το βράδυ. Ναι, γιατί θεώρησαν ότι είναι για μεγάλους. Εσύ ήσουν ήδη σ’ αυτό; Όχι, ήμασταν οι αμέσως επόμενοι. Ήμουν ο δεύτερος άνθρωπος που έκανε στα ελληνικά τον Λάιονο. Και πόσα χρόνια ήταν αυτό, εμείς έχουμε την αίσθηση ότι συνέβαινε δέκα χρόνια αλλά πόσο κράτησε; Νομίζω ότι τα επεισόδια πρέπει να ήταν 45, κάπου εκεί. Α, τόσο λίγα. Και παίχτηκαν όλα στην Ελλάδα; Όλα. Και στο τελευταίο τι γίνεται; Δεν θυμάμαι πώς τελειώνει, αλήθεια. Να συμπληρώσω όμως κάτι εδώ; Ήταν τόσο λάθος η επιλογή που έκανε τότε η ΕΡΤ να τα βάλει βράδυ, γιατί αν το ψάξεις λιγάκι θα δεις ότι οι Θάντερκατς ήταν το πρώτο παγκοσμίως κινούμενο σχέδιο το οποίο είχε παιδοψυχολόγους. Τα σενάρια δηλαδή περνούσαν από ειδικούς προκειμένου οι εικόνες τους να μην προκαλούν εθισμό στην παρακολούθηση στα παιδιά. Και ταυτόχρονα, ό,τι λεγόταν μέσα να μην τους δημιουργεί την αίσθηση καλός-κακός, “πρέπει να εκδικηθώ τον κακό” ή “να τιμώ μόνο τον καλό”. Υπήρχε μία απόλυτη ισορροπία. Το σκέφτομαι τώρα λίγο αυτό που λες γιατί με θυμάμαι μικρό να μη φοβάμαι τον Μαμ Ρα, ενώ μάλλον θα έπρεπε. Ναι, ήταν ακόμη και συμπαθής μερικές φορές στις συναισθηματικές του στιγμές. Απ’ αυτό το κινούμενο σχέδιο, ποιος ήταν ο ρόλος που είχε τη μεγαλύτερη πρόκληση; Όλοι. Και όλοι διασκεδάζαμε ως team τόσο πολύ, το ευχαριστιόμασταν. Έχεις βίντεο από τότε που να είστε όλοι εσείς μέσα στο στούντιο; Στις εγγραφές; Ούτε καν το σκεφτόμασταν. Δεν υπήρχαν τα κινητά και δεν το σκεφτόταν κανένας να πάρει μία κάμερα και να έρθει στη δουλειά. Πάντως, ήταν ψυχανάλυση για μας η μεταγλώττιση. Τι εννοείς; Έβγαζε από μέσα σου αυτά τα στοιχεία που έχεις – και ειδικά ο καλλιτέχνης – όπως του εγωισμού και της φιλοδοξίας. Σε έκανε η ομάδα που δούλευες μαζί της να νιώθεις τόσο ίσος και προστατευτικός προς τον απέναντί σου που, ναι, ήταν ψυχανάλυση. Δούλευε ο ένας για τον άλλον. Πολλές φορές αν ξεχνούσε κανείς μια ατάκα, έμπαινε κάποιος άλλος με τη φωνή του για να τον καλύψει και να μη γίνει στοπ. Αν γινόταν παρατήρηση στον έναν, ήταν παρατήρηση σε όλους. Δεν υπήρχε σταρ, ούτε “είμαι ο καλύτερος, είναι ο χειρότερος”. Όλοι μας προσπαθούσαμε να προστατέψουμε ο ένας τον άλλον. Ήταν πολύ ωραίες εποχές. Πώς εξηγείς ότι μάλλον είσαι ο πιο γνωστός από εκείνη την εποχή; Δεν νομίζω ότι είμαι ο πιο γνωστός. Ε, νομίζω ότι είσαι. Ίσως φταίει το όνομά μου. Μόλις τελείωνε το επεισόδιο και λέγαμε “ακούστηκαν με αλφαβητική σειρά”, πάντα ήταν πρώτο το δικό μου. Μόνο όταν έπαιζε ο Μανώλης Γιούργος ήταν μπροστά από μένα. Αλλά είναι και άλλοι γνωστοί, δεν μπορώ να αφήσω απ’ έξω τον Αργύρη Παυλίδη, τον Τάσο Κωστή, τον Ντίνο Σούτη, τον Ηλία Ζερβό. Απλά πολλούς απ’ αυτούς κάποια στιγμή τους είδαμε και πως ήταν, π.χ. τον Τάσο Κωστή, τον βλέπαμε παράλληλα και στα σίριαλ. Εσένα σε βλέπαμε πιο λίγο. Άραγε δημιουργήθηκε ένας μύθος, ότι “ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που ακούμε”; Ναι, έχει γίνει από ότι έμαθα και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο μία μελέτη για “Φωνές που τις ξέρουμε καλά αλλά δεν ξέρουμε πώς είναι το πρόσωπό τους”. Μα δούλευα συνέχεια. Και παρότι την ίδια εποχή έπαιζα και στην τηλεόραση και στο θέατρο, κανένας δεν έκανε τον παραλληλισμό. Μα κανένας. Την ίδια εποχή ήμουν ο παρουσιαστής του Disney Club για τα δύο τελευταία του χρόνια. Έπαιζα σε σίριαλ όπως “Ακριβή μου Σοφία”, “Φρουροί της Αχαΐας”, έπαιξα πολλές φορές στην “Ανατομία ενός εγκλήματος”, μετά ήμουν παρουσιαστής στο “οι Κουκλομέγαλοι και τα Πολυσπόρια”, που ήταν μία καθημερινή τρίωρη εκπομπή στην ΕΡΤ. Και παρόλα αυτά συνέχιζαν να μην ταυτίζουν το πρόσωπο με αυτήν τη φωνή; Ναι. Έφταιξε και το ότι πολλές φορές σε αυτά που παρουσίαζα με φώναζαν “Άκη” και έτσι δεν έκανε κανένας τον συσχετισμό. Κανονικά πώς σε φωνάζουν; “Ακίνδυνο”. Δεν μπορώ να το αφήσω και να μη ρωτήσω πώς προέκυψε αυτό το όνομα. Υπάρχει γενικά; Βεβαίως. Και είχα και πρόσφατα γιορτή, στις 2 Νοεμβρίου. Είναι των Αγίων Ακινδύνων. Και ποια είναι η ιστορία τους; Είναι Μυτιληνιοί άγιοι – η καταγωγή μου είναι από εκεί. Τους έσφαξαν οι Τούρκοι όταν μπήκαν στο νησί και έτσι αγιοποιήθηκαν. Από τον παππού μου το πήρα το όνομα. Σε έχω δει πάρα πολλές φορές που μιλάς με πάρα πολύ καλά λόγια για τον Σπύρο Μπιμπίλα. Τον γνωρίζω κοντά στα 35 χρόνια, αυτός με έβαλε στη μεταγλώττιση, του χρωστάω πολλά. Ο Σπυράκος ακόμα και λάθος να κάνει, θα πει “φταίω”. Σπάνια το έχουν άνθρωποι αυτό το προσόν. Σε έχει υποτιμήσει ποτέ κάποιος ηθοποιός που δεν κάνει μεταγλώττιση αλλά κυρίως θέατρο ή κινηματογράφο; Να θεωρεί ότι δεν είστε 100% συνάδελφοι”. Προσωπικά όχι, δεν το ‘χω νιώσει ποτέ. Και νομίζω ότι κάλλιστα θα μπορούσα να το αντιστρέψω αυτό γιατί βγήκα αριστούχος της υποκριτικής από τη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου με έναν πολύ μεγάλο βαθμό, που λίγοι τον έχουν. Έδωσα εξετάσεις και είχα την ικανότητα να είμαι ανάμεσα στους δώδεκα που έπαιρνε τότε η δραματική σχολή του Εθνικού. Απλά αναρωτιόμουν αν κάποιος απ’ αυτούς που π.χ. κάνει κλασικό θέατρο, μπορεί να σνόμπαρε. Μα πώς να με σνομπάρει; Όχι, γιατί είναι κομμάτι της δουλειάς μας. Το αν κάποιοι μπορούν να το κάνουν ή όχι, ναι, αυτό ισχύει. Υπάρχουν πολλοί σπουδαίοι θεατρικοί ηθοποιοί που δεν θέλουν να κάνουν τηλεόραση και δεν τους πάει. Υπάρχουν και κάποιοι οι οποίοι είναι πολύ καλοί στην τηλεόραση αλλά πάρα πολύ κακοί στο θέατρο. Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που δεν μπορούν να κάνουν μεταγλώττιση και το σέβομαι απόλυτα. Και μια δεύτερη έτσι λίγο “δύσκολη” ερώτηση: κάποιος καλλιτέχνης που κάνει μόνο μεταγλωττίσεις, οι οποίες νιώθω ότι κάπως σου βάζουν κάποια όρια, ότι δεν μπορείς να εκφραστείς 100% καλλιτεχνικά όπως εσύ θέλεις, του αρκούν για να τον “γεμίσουν”; Μπορείς δηλαδή ως καλλιτέχνης να πεις ότι “έχω εκφραστεί 100% κάνοντας τις μεταγλωττίσεις, έχω πει αυτό που ήθελα”; Εννοείται. Εμείς εδώ κάνουμε πλέον και εργαστήριο πάνω στο live action. Βάζω στα παιδιά μου να παίξουν μία σκηνή του Τζουντ Λο με τον Μάλκοβιτς από το “Young Pope” όπου πρέπει να δουν τι έχουν κάνει οι συνάδελφοί τους. Αυτό είναι μελέτη, είναι σπουδή. Μου δίνει πράγματα, τα οποία εγώ μεθαύριο σε οποιοδήποτε άλλο κομμάτι της υποκριτικής μου ενασχόλησης θα τα χρησιμοποιήσω – όπως και όντως τα έχω χρησιμοποιήσει πολλές φορές, με τις τοποθετήσεις φωνής και τις εναλλαγές των συναισθημάτων. Γιατί ο ηθοποιός φωνής αυτό που κάνει είναι ότι προσπαθεί όλα τα συναισθήματα να τα βγάλει μέσα απ’ τη φωνή του. Ο ίδιος δεν φαίνεται, πρέπει όλα να βγουν απ’ τη φωνή του. Έχω παίξει σε θεατρική παράσταση όπου μόνο με τη φωνή έχω κλέψει τη μισή παράσταση. Κατάλαβα, απλά σκεφτόμουν εντελώς απλοϊκά ότι κάποιος είναι τραγουδοποιός, θέλει να μιλήσει για τον έρωτα, θα γράψει ένα τραγούδι για τον έρωτα, θα το πει και πάει, εκφράστηκε. Ένας άνθρωπος που κάνει μεταγλώττιση πώς μπορεί να πει ότι “και εγώ σήμερα εκφράστηκα”; Κάθε μέρα εκφράζομαι μέσα από τη μεταγλώττιση – με την παράνοια, με την τρέλα, με το πως φροντίζω να δίνω ένα υλικό που απευθύνεται σε παιδιά. Ε, δεν είναι σπουδαίο; Δεν είναι σπουδαίο όταν υπάρχουν τουλάχιστον τρεις γενιές που έρχονται και σου λένε “μεγαλώσαμε με τη φωνή σας, σας ευχαριστώ πολύ”; Δεν θέλω να ακούσω κάτι άλλο, ειλικρινά. Είναι τόσο πρόσκαιρα όλα γύρω μας, που όταν απολαμβάνω αυτό, μου αρκεί. Μιας και είπες τώρα ότι θέλει τρέλα και παράνοια όλη αυτή η δουλειά, φαίνεται σαν ο πιο τρελός σου ρόλος να είναι ο Ταζμάνια. Ή όχι; Όχι, έχουν υπάρξει πολλοί τρελοί ρόλοι. Έχω κάνει έναν οδηγό ταξί σε ένα διαστημικό καρτούν της Disney που ήταν σαν μεθυσμένος και ήταν απίστευτη παράνοια. Ο Ταζμάνια είναι μία φωνή όλο κι όλο (σ.σ. μου τον παριστάνει) και αν πέφτουν και κάποιες ατάκες, είναι επειδή τις προσθέτω εγώ. Κανονικά δεν έχει. Αυτό που κάνατε και στα Μινιόν δηλαδή; Αυτό το κάναμε στην πρώτη ταινία της σειράς, όπου τότε έλεγαν μόνο “νιενιενιενιε’. Αλλά είχε κάποιες σκηνές που όταν κάναμε τις εγγραφές λέγαμε ότι “εδώ πρέπει να μπει έστω μια ατάκα” και το δοκιμάσαμε. Και όντως πήγε πάρα πολύ καλά, κάτι που το εκτίμησε και η Universal και μετά είδατε τι έγινε. Έβαλαν τα Μινιόν να έχουν όντως ατάκες στις υπόλοιπες ταινίες; Ναι. Όταν έφυγε στο εξωτερικό το δείγμα εκτιμήθηκε η προσθήκη μας, πήραμε τα εύσημα. Υπάρχει και ένα e-mail με συγχαρητήρια γι’ αυτό που προτείναμε. Είναι και ένα άλλο καρτούν που εσύ είσαι περήφανος που το έκανες, το Duckula. Και εμένα μου άρεσε πάρα πολύ, δεν ξέρω γιατί έχει ψιλοξεχαστεί πια. Ασύλληπτη σειρά. Κείμενα Monty Python. Ένα παρανοϊκό καρτούν το οποίο στην εποχή του δεν το κατάλαβαν. Ήταν ασύλληπτο και ως ιδέα το να έχεις ως ήρωα έναν πάπιο δράκουλα, ο οποίος να είναι όμως βετζετέριαν, να έχει κληρονομήσει απ’ τον πατέρα του έναν πύργο και όλα αυτά, αλλά να μην πίνει αίμα με τίποτα. Ποιες άλλες σειρές κάνατε τότε; Πάρα πολλές, μη με ρωτάς, δεν θυμάμαι, αλήθεια (σ.σ. επιμένω εγώ λίγο). Ντάρκγουινγκ Ντακ έκανα. Τον Κάπτεν Πλάνετ. Έκανα τον γάτο τον Σάλεμ στις “Μάγισσες”. Πάρα πολλά. Δεν δημιουργήθηκε ποτέ πρόβλημα να σου πουν ότι “ξέρεις, έχουν ταυτίσει τη φωνή σου μ’ αυτούς τους ήρωες, δεν μπορώ να σε πάρω τώρα να κάνεις και αυτόν τον ήρωα”. Όχι. Αν δίνεις την ενέργεια και κάνεις focus στον ρόλο τον οποίον ερμηνεύεις, μια φωνή δεν μπορεί να ταυτιστεί πολύ εύκολα. Η χροιά θα μοιάζει – ο Ακίνδυνος ή ο Αργύρης Παυλίδης θα είναι πάντα – όμως άλλη είναι η ενέργεια του κάθε ήρωα. Και είναι αναλόγως και πώς σου πάει ο κάθε ήρωας φωνητικά και ενεργειακά. Δηλαδή δεν με φώναξαν ποτέ να παίξω τον Χαλκ ή τον Κάπτεν Αμέρικα, έχουν άλλη ιδιοσυγκρασία. Δεν ήταν οι ήρωες που θα μπορούσα να ακολουθήσω και πολύ καλά έκαναν οι σκηνοθέτες. Όλα αυτά τα κινούμενα σχέδια της Marvel που τώρα γίνονται ταινίες, πώς τα βλέπεις; Είσαι υπέρ ή κατά; Δεν είμαι υπέρ και πλέον δεν υπάρχει και εναλλακτική. Γιατί πρέπει να βλέπω μόνο Marvel; Ποια είναι η εναλλακτική, δώσε μου μία, κάτι που να μιλάει για τον σεβασμό, για τον ρομαντισμό, για τη φιλία… Κάτι ουσιαστικό. Μόνο ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος το κάνει αυτό πια. Και προς τιμήν της η ΕΡΤ επιλέγει απ’ αυτά τα ευρωπαϊκά καρτούν που είναι εξαιρετικής ποιότητας. Τα σημερινά παιδιά (οι σημερινοί 8χρονοι, 10χρονοι) από ποια παιδικά σε ξέρουν; Ποια μεταγλωττίζεις αυτά τα χρόνια που βλέπουν οι νέες γενιές; Κοίτα, είμαι η φωνή του Γουίνι στην Ελλάδα, ό,τι βγαίνει το παίζω εγώ. Απ’ τον “Μίκι” που εξακολουθώ και κάνω τον φον Ντρέηκ, επίσης συμμετέχω σε πάρα πολλά που κάνουμε εδώ στο στούντιό μου, το Open, κυρίως για την κρατική τηλεόραση όπως το “Hey Duggee” που είναι του BBC. Κάναμε και τις ιστορίες του Andy, που είναι μια εξαιρετική σειρά όπου ενώνει ντοκιμαντέρ με CGI και έχω την τύχη να κάνω τον Andy εκεί. Οπότε οι σημερινοί δεκάχρονοι όταν έρθουν στην ηλικία μου θα σε ξέρουν για αυτά; Καλά, είναι πολλά ακόμη. Και είναι και κάποια άνιμε που σιγά σιγά τώρα μπαίνουν στην αγορά. Είπατε ότι είχατε παρουσιάσει και το Disney Club στα δύο τελευταία του χρόνια στην Ελλάδα. Ναι και είχα εμφανιστεί και στην πρώτη του σεζόν, στο πρώτο και δεύτερο επεισόδιο μαζί με τον Αργύρη Παυλίδη. Κάναμε δύο πειρατές για να βοηθήσουμε την Καρολίνα και τον Λυκούργο. Ήταν πολύ νέοι, δεν είχαν ενασχόληση με την υποκριτική ούτε ήξεραν τι είναι η τηλεόραση και μας έβαλαν ώστε να τους δώσουμε ένα πουσάρισμα. Και μια τελευταία ερώτηση: αν κάποιος δεν νιώθει καλά εκείνη τη μέρα που έχει μεταγλώττιση (όχι δεν είναι καλά επειδή στραβοξύπνησε αλλά επειδή του έχει συμβεί κάτι πραγματικά σοβαρό, έχει πένθος π.χ.), πώς μπορεί να ανταπεξέλθει; Μου μοιάζει λίγο σαν να πρέπει στη δική σας δουλειά να είναι μονίμως χαρούμενος κάποιος. Σε σένα έχει υπάρξει τέτοια στιγμή; Πολλές στιγμές. Χαίρομαι που θα κλείσουμε έτσι και θα απαντήσω με μια σπουδή που μας προσέφερε η δασκάλα μου στο Εθνικό Θέατρο, που την ευχαριστώ εκεί που ταξιδεύει τώρα και που θεωρώ ότι είναι μία από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες ηθοποιούς που έχουν περάσει ποτέ: μιλάω για τη Μαίρη Αρώνη. Ως γνωστόν, είχε παίξει ίσως την καλύτερη Λυσιστράτη που έχει παιχτεί ποτέ στην Ελλάδα στο Ηρώδειο. Εκείνο το απόγευμα λοιπόν, έθαβε τον άντρα της και το βράδυ έδωσε αυτήν τη συγκλονιστική ερμηνεία. Όπως έχει πει η ίδια, αν δεν υπήρχε εκείνη η βραδιά που θα έπαιζε τον ρόλο ίσως να είχε μπει στην ίδια τρύπα που ήταν ο σύζυγός της. Αυτό της έδωσε τη δυνατότητα να ξεφύγει, να ψυχαναλυθεί η ίδια μέσα από έναν ρόλο, να ζήσει κάποιες άλλες στιγμές που έφεραν γαλήνη στην ψυχή της. Αυτή είναι η δουλειά του ηθοποιού. Και το σχετικό link...
  2. Μιλήσαμε με μια απ’ τις πιο διάσημες φωνές της χώρας για τον Λάιονο, το κάστρο του Τακέσι, τις μεταγλωττίσεις, το θέατρο και τον Αλέξη Τσίπρα. Kάθε φορά που παίρνω τηλέφωνο ένα πρόσωπο που με ενδιαφέρει να ζητήσω σε συνέντευξη, αισθάνομαι λίγο (άντε, μεταξύ μας είμαστε, πολύ) μαγκωμένος. Αρχικά έχω άγχος για το πως θα υποδεχτεί την πρότασή μου αλλά και για το αν τελικά θα πει το ‘ναι’ για να κάνουμε το θέμα. Κάπως έτσι αισθανόμουν πριν καλέσω για πρώτη φορά και τον Ακίνδυνο Γκίκα. Μέχρι που σήκωσε το τηλέφωνο κι άκουσα τη φωνή του. Μια φωνή τόσο γνώριμη και χαρακτηριστική που με έκανε να νιώθω ότι μιλάω σε κάποιον που γνωρίζω χρόνια. Εντάξει, δεν θα σου πω ψέμματα, για λίγο έκλεισα και τα μάτια μου για να νομίζω ότι μιλάω στον Λάιονο. Τόσο γραφικός. Η φωνή του Ακίνδυνου Γκίκα βλέπεις, έχει μεγαλώσει και συνεχίζει να μεγαλώνει γενιές μικρών παιδιών που παρακολουθούν τα παιδικά στα οποία ‘πρωταγωνιστεί’. Ο ίδιος, όχι μόνο δεν ενοχλείται που έχει τόσο πολύ ταυτιστεί με τους παιδικούς μας ήρωες, αντίθετα, το αντιμετωπίζει με χαρά, τιμή αλλά και τεράστια ευθύνη. Κλείνοντας το τηλέφωνο, αφού αποδέχθηκε αμέσως με χαρά την πρόταση για τη συνέντευξη, είχα στο μυαλό μου ότι επιτέλους θα γνωρίσω μια απ’ τις φωνές που σημάδεψε τα παιδικά μου χρόνια. Μετά τη συνέντευξη όμως, συνειδητοποίησα ότι ο Ακίνδυνος Γκίκας είναι πολλά περισσότερο από μια αγαπητή κι αναγνωρίσιμη φωνή. Είναι ένας άνθρωπος που αγαπάει κι υπηρετεί την τέχνη του με ταπεινότητα και σεβασμό από πολλά μετερίζια και κυρίως έχει ισχυρή άποψη, την οποία δεν φοβάται να μοιραστεί. Α, και είναι όσο ευγενικός και καλόκαρδος τον φανταζόσουν. Λάιονο, συγγνώμη, αλλά ίσως ο Ακίνδυνος τελικά να είναι πιο κουλ από σένα. Μεγαλώνοντας μέσα στα καμαρίνια Πολύ πριν τις μεταγλωττίσεις, πολύ πριν τα χρόνια των σπουδών στο Εθνικό, ο Ακίνδυνος είχε την ευκαιρία να μεγαλώσει ανάμεσα σε θεατράνθρωπους. Ο πατέρας του Νικηφόρος βλέπεις, ήταν ένας σπουδαίος ηθοποιός της γενιάς του, κι έτσι η ένταξη του Ακίνδυνου στον καλλιτεχνικό κόσμο, ήρθε με απόλυτη φυσικότητα. “Η καλλιτεχνική μου ενασχόληση ξεκίνησε απ’ τη μέρα που γεννήθηκα. Μεγάλωσα μέσα στο θέατρο, στα καμαρίνια, άλλωστε όχι μόνο ο πατέρας μου αλλά κι η δεύτερη γυναίκα του, η Τιτίκα Βλαχοπούλου, με την οποία πέρασα τα παιδικά μου χρόνια, ήταν ηθοποιοί. Ήταν και διαφορετικά τότε τα χρόνια, ο πατέρας μου ήθελε να με έχει από κοντά, μεγάλωσα στα χρόνια της δικτατορίας κι ήταν περίεργο να με αφήσει, ήμασταν πάρα πολύ δεμένοι με αποτέλεσμα όποτε δεν είχα σχολείο να περνάω την ώρα μου παίζοντας με τους ηθοποιούς και τα αντικείμενα των παραστάσεων”. Επομένως, το ενδεχόμενο να ακολουθήσει διαφορετική πορεία στη ζωή του δεν υπήρξε ούτε καν σαν σκέψη; “Δεν νομίζω ότι θα έκανα κάτι άλλο στη ζωή μου, το έχω ξαναπεί αυτό και το εννοώ: θα έκανα ό,τι ονειρεύεται να κάνει κάθε αγοράκι. Όλα θέλουν δηλαδή να γίνουν καλλιτέχνες, λες και θα ζήσουν ποτέ απ’ αυτό, ή να γίνουν πιλότοι. Πιλότος δεν έγινα, δεν θα μπορούσα ποτέ να αντέξω την πειθαρχία μιας στρατιωτικής σχολής και οι ιδιωτικές σχολές που υπάρχουν στο Λονδίνο κόστιζαν κάτι εκατομμύρια δραχμές εκείνη την εποχή, οπότε δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα”. Αφού δεν μπόρεσε να δοκιμάσει τις τύχες του στους αιθέρες, το θέατρο ήταν μονόδρομος. “Πριν απ’ το Εθνικό, η ενασχόλησή μου με το θέατρο ξεκίνησε στη Δευτέρα και την Τρίτη Λυκείου, όπου σκηνοθετούσα κι έπαιζα σε παραστάσεις. Επέλεξα κάποια παιδιά απ’ το σχολείο και κάναμε δύο παραστάσεις στο ασκητικό θέατρο του Κωνσταντίνου του Μάριου”. Χάνοντας τον πατέρα του σε μικρή ηλικία, αισθάνθηκε κι ένα βάρος παραπάνω, αυτό της συνέχισης του έργου και της κληρονομιάς του; “Πορεύτηκα από τότε μόνος μου, με τα όνειρά μου κι όλα τα εφόδια που μου άφησε ο πατέρας μου. Το έργο και τη δουλειά του πατέρα μου αισθάνομαι πως θα σε κοροϊδέψω αν σου πω ότι θα μπορούσα να τα συνεχίσω. Εκείνος ήταν ένας εξαιρετικός κατά γενική ομολογία ηθοποιός, ένας πολύ καλός άνθρωπος, θα ήθελα πολύ να του μοιάσω. Το σπίτι μας ήταν λίγο κέντρο διερχομένων, τον ξυπνούσανε συνάδελφοι και καθόταν σε μια πολυθρόνα που είχε φτιάξει μόνος του απ’ τα σκουπίδια, άναβε το τσιγάρο του και επί ώρες μιλούσε δίνοντας συμβουλές, πάντα όμως ξεκινώντας με τη λέξη νομίζω”. Απ’ το Εθνικό στον τρελό κόσμο των μεταγλωττίσεων Απ’ τα καμαρίνια ως παιδάκι στα χρόνια της Χούντας, στις σχολικές παραστάσεις κι από εκεί στο Εθνικό. Μια παράξενη, αλλά όμορφη διαδρομή, η οποία δεν άργησε να αποκτήσει την πρώτη της παράκαμψη. “Σπούδασα στο Εθνικό, απ’ όπου και αποφοίτησα ως αριστούχος. Ήταν να μείνω εκεί, τότε ήταν Δημόσιο το Εθνικό και τους αριστούχους τους προσλάμβανε αμέσως, εγώ όμως αρνήθηκα και πήγα με τον Γιώργο τον Μιχαηλίδη. Βλέπεις στο Εθνικό θα έπρεπε να περάσω από ‘κοντάρι’, να παίξω πολλούς μικρούς ρόλους μέχρι να έρθει η σειρά μου. Ο Μιχαηλίδης με είδε στις εξετάσεις μου, και μου πρότεινε να παίξω τον Σεβαστιανό στην ‘Τρικυμία’ του Σαίξπηρ, στο Ανοιχτό Θέατρο, ένα απ’ τα πιο καλτ θέατρα της εποχής, ήταν τιμή μου και αποδέχτηκα την πρόσκληση αμέσως, παραμένοντας εκεί για 7 χρόνια”. Και οι μεταγλωττίσεις, πώς προέκυψαν; “Η επαφή μου με το Ανοιχτό Θέατρο, έφερε αμέσως και τις μεταγλωττίσεις, αφού απ’ τις πρώτες ημέρες μου εκεί, γνώρισα τον Σπύρο τον Μπιμπίλα. Έκανα φωνές και μιμήσεις, τους έκανα διάφορες πλάκες στα καμαρίνια κι ειδικά στον Μηνά Χατζησάββα με τον οποίο μοιραζόμασταν το καμαρίνι αλλά και στην Καριοφυλλιά Καραμπέτη. Με τσίμπησε λοιπόν ο Σπύρος και με πήγε στην ΕΡΤ να με ακούσουν. Εκεί γνώρισα τον Γιώργο τον Πρωτοπαππά, μπήκα στα Στρουμφάκια κι από τότε είμαι στη μεταγλώττιση”. Μια εμπειρία σίγουρα διαφορετική. Αλήθεια, πώς είναι να είσαι πίσω απ’ το μικρόφωνο, παριστάνοντας μία ότι είσαι ο Λάιονο, μία ότι είσαι Στρουμφάκι και μία ένα χταπόδι; Τι χρειάζεται, πέρα από καλή προετοιμασία; “Δεν απαιτεί καμία προετοιμασία, τίποτα. Θέλει συγκέντρωση, θέλει τρέλα, παράνοια θα έλεγα. Όταν σου λένε να μπεις στο ρόλο του Οθέλλο, ξέρεις ότι έχεις έναν άνθρωπο απέναντί σου. Όταν θα μπεις σ’ ένα καρτούν που πέφτει απ’ τον εξηκοστό όροφο, κάνει ‘πουφ’, σηκώνεται, σκουπίζεται και συνεχίζει να περπατάει, πώς μπορείς να μπεις στο ρόλο; Θέλει τρέλα, τρέλα, τρέλα, είναι ένα υπέροχο πράγμα το οποίο με κρατάει ακόμη παιδί. Αυτό λέω σε όσους μπαίνουν τώρα στις μεταγλωττίσεις, να μην το αντιμετωπίζουν τόσο σοβαρά, αν δεν αφεθείς στην τρέλα, δεν μπορείς να μπεις στη λογική της. Αυτό είναι η μεταγλώττιση για μένα”. Περίμενε ποτέ ότι η διαδρομή του στην μεταγλώττιση θα είναι τόσο μακρά και πετυχημένη; “Δεν το περίμενα ποτέ. Έκανα από πολύ νωρίς πολύ θέατρο και πολλή τηλεόραση, ήμουν από τους τυχερούς που πρόλαβα την ΕΡΤ, έπαιξα σε σίριαλ τόσο εκεί όσο και τα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης. Κάποια στιγμή, επειδή ακριβώς είχα τη μεταγλώττιση και δεν ήθελα να μπω σ’ αυτό το παραμύθι της αναγνωρισιμότητας και του ξεπουλήματος κάποιων δικών μου, μπορεί και χαζών ιδεών, απομακρύνθηκα απ’ την τηλεόραση και επικεντρώθηκα στη μεταγλώττιση”. Αυτή την αναγνωρισιμότητα την περίμενε; Πώς την υποδέχεται; “Η μεταγλώττιση μου έδωσε και μου δίνει πολύ καλά λεφτά και την ευχαριστώ, μ’ έχει κάνει ευτυχισμένο στη ζωή μου, αλλά το μόνο πράγμα που δεν πίστευα ποτέ είναι ότι θα γίνω αναγνωρίσιμος απ’ αυτήν. Δεν με ενδιέφερε, το είχα ξεχάσει. Έκανα πολύ, αυτό συνέβη, μεγάλωσα 3 γενιές και προλαβαίνω να μεγαλώσω άλλες 1-2. Δεν το περίμενα, ίσως να έκανα καλά τη δουλειά μου, έγινε βέβαια κι η σχετική πλύση εγκεφάλου, όταν σε κάθε αποφώνηση, την οποία μάλιστα συνήθως έκανα εγώ, άκουγες ‘πήραν μέρος οι ηθοποιοί’ και πρώτο τ’ όνομά μου, ε σου μένει”. Απ’ όλους αυτούς τους ρόλους, τις τόσες διαφορετικές φωνές, ξεχωρίζει κάποια; “Μεγαλώνοντας, ανακαλύπτω ότι μου άρεσε πολύ να κάνω τον Λάιονο απ’ τους Θάντερκατς, ήμουν 25 χρονών τότε κι ήταν κι ο πιο αναγνωρίσιμος στους πιτσιρικάδες. Κάθε ρόλος όμως, κι ο Κάπτεν Πλάνετ, κι ο Μάιτι Μαξ και τόσοι ακόμα που δεν θυμάμαι, μιλάμε για 12ωρα κάθε μέρα κλεισμένος μέσα σ’ ένα στούντιο και σειρές που ερχόντουσαν ανά πεντάδες. Ούτε που ήξερα τι θα γράψω, απλά μου το έφερναν κι έγραφα. 3 ώρες Λάιονο, 3 ώρες Police Academy, 3 ώρες Κάπτεν Πλάνετ και 3 ώρες Transformers. Αγάπησα όλους τους ρόλους, και τους μεγάλους και τους μικρούς. Ζεις σε μια τρέλα”. Σε εκείνο το σημείο, σκέφτηκα να του ζητήσω να μου κάνει λίγο τον Λάιονο, για να νιώσω κι εγώ πάλι λίγο παιδί. Τελικά κατάφερα να κρατήσω τον Κωνσταντίνο της παιδικής μου ηλικίας ήσυχο κι απλά να τον ρωτήσω αν του ζητάνε ποτέ να κάνει τις φωνές. “Συνέχεια κι αισθάνομαι σαν juke box. Δεν το κάνω όμως, αισθάνομαι και λίγο άσχημα, λιγάκι ντρέπομαι κιόλας”. Πάλι καλά που δεν το ζήτησα λοιπόν. Πώς είναι όμως να είσαι ένας σταρ σε ηλικίες τόσο ευαίσθητες όπως είναι οι παιδικές; “Είναι τρελή ευθύνη, έμπαινα μέσα στο σούπερ μάρκετ κι ένιωθα 30 ζευγάρια μάτια να με παρακολουθούν κρυφά, γιατί ντρεπόντουσαν κιόλας. Θα σου πω και μια ιστορία που με έκανε από τότε να προσέχω και να καταπιέζομαι, ενώ γενικά έχω μάθει να εκφράζομαι ελεύθερα κι έντονα πολλές φορές. Οδηγούσα στο ποτάμι κι είχε κίνηση και αρχίζω να βρίζω. Ανοίγει λοιπόν το παράθυρο μια κυρία από το δίπλα αυτοκίνητο και μου λέει ‘Ακίνδυνε, εσείς μιλάτε έτσι μπροστά στο παιδί;’ Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί”. Περισσότερα από 20 χρόνια στις μεταγλωττίσεις, 25 χρόνια παντρεμένος, ο Ακίνδυνος είναι φαν της σταθερότητας; “Δεν ξέρω αν είμαι της σταθερότητας, νομίζω πως απλά με την πάροδο του χρόνου έμαθα να αναγνωρίζω αυτά που μου δόθηκαν. Δεν κατακτάμε πράγματα, μας δίδονται κι από εκεί και πέρα, ανάλογα με το σεβασμό που έχουμε, τα κερδίζουμε ή τα χάνουμε”. Μιας και είμαστε στα χωράφια της μεταγλώττισης, ως μεγάλος φαν του σούπερ καλτ Κάστρου του Τακέσι, δεν θα μπορούσα να μην το φέρω στην κουβέντα. Ο Ακίνδυνος αμέσως χαμογελά. “Τακέσι Κιτάνο, μαζί με τον Κουροσάβα θεωρείται απ’ τους μεγαλύτερους σκηνοθέτης της Ιαπωνίας, έχει κάνει εξαιρετικές δουλειές, υψηλοτάτου επιπέδου. Έφτιαξε λοιπόν σε ένα στούντιο θεματικό πάρκο κι αφού ανακάλυψε ότι πιάνει στον κόσμο, έγινε σειρά, την οποία μάλιστα πήρε κάποια στιγμή το BBC κι έγινε της μουρλής με αποτέλεσμα να καταλήξει στον ΣΚΑΪ. Μαζί με τον αγαπημένο μου, τον Κώστα Παπαγεωργίου, βλέπαμε και σχολιάζαμε εκείνη την ώρα, δεν υπήρχε κείμενο, αυτοσχεδιάζαμε, βάζαμε τα αστεία μας. Ξέραμε απλά τους ήρωες. Περνάγαμε πάρα πολύ ωραία στο στούντιο, ρίχναμε τρελό γέλιο στο στούντιο της οικογένειας Σοφιανού, στην οποία οφείλω πάρα πολλά, όπως και στον Σπύρο Μπιμπίλα, τον Τάσο Μασμανίδη και τον Γιώργο Μιχαηλίδη”. Του ζητάω να σταθεί λίγο παραπάνω σ’ έναν άνθρωπο για τον οποίο έχουν γραφτεί πολλά, τον Σπύρο Μπιμπίλα. “Τον Σπύρο τον αγαπώ πάρα πολύ, του χρωστάω ό,τι έχω κάνει στην μεταγλώττιση. Όταν μάλιστα του το είπα, και τον ρώτησα πώς μπορώ να τον ξεπληρώσω, μου είπε απλά να βάλω άλλους τρεις στη μεταγλώττιση. Είναι ένα σπάνιο πλάσμα για το χώρο μας κι αν εμείς ντρεπόμαστε να πούμε ότι είμαστε ηθοποιοί, γιατί δεν ποιούμε ήθος, ο Σπύρος είναι ηθοποιός, ποιεί ήθος, ομορφαίνει τον κλάδο μας, θα τρέξει δίπλα σε όλους, θα βοηθήσει, θα στηρίξει, με μεγάλη χαρά κι ενέργεια. Είναι λαμπρό παράδειγμα, θα έπρεπε το ήθος του να διδάσκεται στις δραματικές σχολές”. Η σκηνοθεσία κι ο πάτος της ιδιωτικής τηλεόρασης Η ενασχόληση με την μεταγλώττιση δεν σημαίνει πως ο Ακίνδυνος Γκίκας εγκατέλειψε το αγαπημένο του θέατρο. Άλλωστε, και μετά το Λύκειο, κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Εθνικό, συνέχισε τις σκηνοθετικές του απόπειρες. “Μετά το Λύκειο, η δεύτερη επαφή μου με τη σκηνοθεσία ήρθε στο δεύτερο έτος των σπουδών μου στο Εθνικό. Επειδή ζούσα μόνος μου κι έπρεπε να βγάλω τα προς το ζην, μαζευτήκαμε μια ομάδα απ’ το έτος μου κι ανεβάσαμε τα Στρουμφάκια στον κινηματογράφο Άλεξ στο Γουδί. Είχα κάνει ένα ταξίδι στο Βέλγιο κι έφερα το κόμικ, το οποίο τότε δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Πήγε πάρα πολύ καλά”. Η επόμενη σκηνοθετική απόπειρα πάντως, άργησε αρκετά: “Η επόμενη ήρθε πολύ αργότερα, έκανα το αγροτικό μου σ’ ένα σχολείο στα Βριλήσσια, όπου ανεβάζαμε παραστάσεις με παιδιά Τρίτης ως Έκτης δημοτικού. Μετά για άλλα τρία χρόνια φτιάξαμε θεατρική ομάδα στο τμήμα της Ιατρικής κι ανεβάζαμε παραστάσεις. Δεν επρόκειτο για διδασκαλία, αλλά για θέατρο. Δοκιμαζόμουν ως σκηνοθέτης. Αν έψηνα έναν φοιτητή που δεν τον νοιάζει να κάνει πρόβες και να παίξει, ήξερα μετά τι να προσέξω και στον επαγγελματία. Σκηνοθέτης βέβαια έγινα πολύ πιο νωρίς στην μεταγλώττιση, όπου διάλεγα τους ηθοποιούς κι ήρθε και στο θέατρο”. Ο τρόπος που αναφέρεται στο θέατρο, δείχνει ότι το αγαπάει πολύ. “Οι Έλληνες είμαστε ηθοποιοί του θεάτρου. Δεν έχουμε ούτε την τηλεόραση, ούτε τον κινηματογράφο που πουλάει σ’ όλο τον κόσμο. Αντίθετα, το θέατρό μάς πουλάει σ’ όλο τον κόσμο. Εμείς τους δείξαμε τι είναι το θέατρο, έξω μας σέβονται περισσότερο απ’ ότι σεβόμαστε εμείς τον πολιτισμό μας. Η μεγάλη μου αγάπη είναι το θέατρο, να κοντραριστώ με κάποιους ρόλους έξω από μένα, για δύο ώρες πάνω στη σκηνή να νιώσω αυτή τη σύμβαση. Όλα τα αγαπώ όμως γιατί είναι κομμάτι της δουλειάς μου”. Και την τηλεόραση, την οποία εγκατέλειψε νωρίς; Πώς κρίνει αλήθεια όσα τραγελαφικά συμβαίνουν σήμερα στην ιδιωτική τηλεόραση; “Ήταν γνωστά όλα αυτά, άλλο αν πουλούσαμε στον κόσμο πως τα ιδιωτικά κανάλια ήταν κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι. Όλοι γνωρίζαμε το παιχνίδι εξουσίας που παιζόταν. Η ιδιωτική τηλεόραση για μένα έδωσε μόνο τα πρώτα 10 χρόνια. Μετά διέλυσε στην κυριολεξία την ελληνική κοινωνία, δεν προσέφερε κανένα πολιτιστικό ή εκπαιδευτικό γεγονός, υποβίβασε τον ελληνικό λαό. Όλα χρειάζονται, όμως είχαμε φτάσει στο σημείο όλοι οι σταθμοί να παίζουν τα ίδια, δεν υπήρχαν διαφορετικές επιλογές, υπήρχε ένας συναγωνισμός του ίδιου, αναπαρήγαγαν σκουπίδια, σε μια προσπάθεια να δούνε ποιος θα φτάσει πιο βαθιά στον πάτο. Η τηλεόραση πρέπει να εκπαιδεύει, δεν γίνεται να είναι μόνο σκουπίδια και προπαγάνδα. Έπειτα, κατέστρεψε εργασιακά όλους τους κλάδους οι οποίοι ζούσαν μέσα απ’ αυτήν, σεναριογράφοι, τεχνικοί, σκηνοθέτες, ηθοποιοί”. Όσο για το ζήτημα των αδειών. “Αυτή η εικοσαετία της επίπλαστης ευημερίας ήταν τραγική για τον τόπο. Η αδειόδοτηση των καναλιών, έγινε με λάθος τρόπο, δεν θα έπρεπε να υπάρχει περιορισμός. Όχι ότι χρειαζόμαστε περισσότερα από 4 κανάλια, μην τρελαθούμε, στη Νιγηρία και τη Ζιμπάμπουε, γιατί σε αυτό το επίπεδο βρισκόμαστε, δεν έχει περισσότερα. Παρ’ όλα αυτά, ας ήταν απεριόριστος ο αριθμός, μ’ ένα σωστό και τίμημα και έλεγχο από εκεί και πέρα. Όποιος δεν τηρεί τα συμφωνηθέντα, τέλος. Αυτές θα έπρεπε να είναι οι αρμοδιότητες του ΕΣΡ κι όχι να ανοίγει συζητήσεις για το αν η σάτιρα πρέπει να έχει μέτρο”. Αν δεχόταν μια καλή πρόταση, θα επέστρεφε στην τηλεόραση, ή αυτή η πόρτα έχει κλείσει για τα καλά; “Πολύ δύσκολα, στο εξωτερικό βέβαια θα έπαιζα άνετα, είμαι μανιώδης φαν, βλέπω καμιά 40αριά ξένες σειρές. Και αμερικάνικες και γαλλικές και ιταλικές, αγγλικές. Οι Ιταλοί έχουν κάνει πρόσφατα για παράδειγμα μια συγκλονιστική σειρά η οποία είναι γυρισμένη στη Νάπολη και μιλάει για την Κόζα Νόστρα και τα μυστικά της. Εξαιρετικά γυρίσματα κι υπέροχοι ηθοποιοί. Θα μπορούσαμε άνετα να κάνουμε αντίστοιχο κι εδώ, αλλά προτιμάμε τα καραγκιοζιλίκια. Υποβιβάζουμε τους πάντες, τους άνδρες, τους γυναίκες, τους γκέι. Απορώ πως η κοινότητα των ομοφυλοφίλων δεν έχει ξεσηκωθεί μ’ αυτό το κοροϊδιλίκι και την ξεφτίλα της ελληνικής τηλεόρασης που τους παρουσιάζει μ’ αυτόν τον γελοίο τρόπο, σαν καρικατούρες. Στο εξωτερικό υπάρχει σεβασμός, μέτρο, όπως θα έπρεπε να είναι και στη ζωή. Είμαστε στο 2016, είμαστε μια ανεκτική κοινωνία, μαθαίνουμε γρήγορα, δεν γίνεται να υπάρχει ρατσισμός”. Η κρίση ταυτότητας κι ο συστημικός Τσίπρας Ακούγοντας τον Ακίνδυνο να αναφέρεται στα κακώς κείμενα της τηλεόρασης και της κοινωνίας γενικότερα, δεν ήθελε και πολύ να καταλάβω ότι έχει λόγο κι άποψη για όλα όσα συμβαίνουν στη χώρα μας. Θεωρεί ότι οι ηθοποιοί, οι οποίοι έχουν και μια ευκαιρία παραπάνω για δημόσιο λόγο, πρέπει να αναλαμβάνουν και λίγο το έργο της αφύπνισης της κοινωνίας; “Κοίτα να δεις, εγώ μεγάλωσα μαζί με σπουδαίους ηθοποιούς. Από πού ν’ αρχίσω και πού να τελειώσω. Βασίλης Διαμαντόπουλος, Γιώργος Λαζάνης, Ρένη Πιττακή, Μάγια Λυμπεροπούλου, Λευτέρης Βογιατζής, Δημήτρης Πιατάς, Ρήγας Αξελός, Αλέξης Σταυράκης. Οι ηθοποιοί τότε ήταν δεμένοι, αγαπημένοι, δεν υπήρχε ο σημερινός ανταγωνισμός, ήταν παρέες, κάνανε αντίσταση, διαπαιδαγωγούσαν όμως, δεν ξεσήκωναν χωρίς λόγο τους ανθρώπους, αλλά με ουσία. Προσπαθούσαν να δείξουν τι είναι χούντα, δικτατορία. Και τώρα το ζούμε, απλούστατα δεν ξέρουμε πώς να το μεταφράσουμε. Τότε ήταν γνωστά αυτά, υπήρχαν πολλές δικτατορίες στον κόσμο, ένας γενικός αναβρασμός”. Και σήμερα; “Τώρα περνάμε κρίση ταυτότητας, λες ότι είσαι αριστερός κι έχεις δεξιές πεποιθήσεις, δεν υπάρχουν ιδεολογίες. Την ημέρα που έσβησε ο κομμουνισμός, μαζί του έσβησε κι ο καπιταλισμός, απλώς ο δεύτερος έχει μια φοβερή ικανότητα να επιβιώνει στην πτώση του. Να νομίζεις ότι υπάρχει όσο χάνεται. Χρειαζόμαστε κάτι καινούριο ιδεολογικά, το οικονομικό σύστημα έχει πάψει να είναι ανθρωποκεντρικό, τα κράτη δεν είναι εταιρείες κι οι άνθρωποι δεν είναι εργαζόμενοι. Χρειάζεται κοινωνική πρόνοια, παιδεία. Κάτι κάνουμε λάθος”. Ο ίδιος θα συμμετείχε ενεργά στα κοινά, ως ένας αγαπητός άνθρωπος της τέχνης που έχει πράγματα να πει; Γελάει πριν καν τελειώσω τη φράση μου. "Δεν πιστεύω στους ανθρώπους της τέχνης, όλοι τέχνη κάνουν, ακόμη κι ο υδραυλικός, αρκεί να αγαπάει αυτό που κάνει. Πιστεύω πολύ στους νέους. Αυτοί που έχουν μεγαλώσει, έχουν μια τάση να τα καπελώνουν όλα κι εγώ αυτούς τους ανθρώπους τους φοβάμαι. Αν θέλουν να αναλάβουν οι νέοι και να έχουν ως συμβουλάτορες τους μεγαλύτερους, χωρίς όμως να τους δώσουν εξουσία, τότε ναι, θα ήμουν μαζί τους και μάλιστα πολύ ενεργά. Θα ήθελα έναν ακτιβιστή πιτσιρικά να αναλάβει τον Δήμο Αθηναίων και να πει ότι η Πανεπιστημίου θα γίνει πεζόδρομος". Κι ο Τσίπρας ως πιτσιρικάς στον Δήμο Αθηναίων ξεκίνησε πάντως. "Κι ο Τσίπρας μέσα στο σύστημα μεγάλωσε όμως, θέλω ακτιβιστές, ανθρώπους που δεν ξέρουν από πολιτική. Οι εκτός συστήματος μόνο μπορούν να φτιάξουν ένα νέο σύστημα. Δεν μπορώ άλλο αυτό με τις φοιτητικές παρατάξεις, όλα είναι κομματικοποιημένα στη ζωή μας. Επειδή έχω υπάρξει και γραμματέας του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, συνδικαλιστής με λίγα λόγια, δεν έλεγα ποτέ ‘με έβγαλε αυτή η παράταξη’, ήμουν γραμματέας όλων των ηθοποιών. Δυστυχώς όμως, αυτό κάνουμε όλα αυτά τα χρόνια, μοιραζόμαστε σε Ολυμπιακούς-Παναθηναϊκούς, ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ, αριστερός-δεξιός, φτάνει πια". Τα βιβλία μέσα στο μυαλό του κι ο Αριστοφάνης Κλείνοντας, ζητάω απ’ τον Ακίνδυνο να μου αποκαλύψει τα μελλοντικά του πλάνα. “Θεατρικά είναι τα πλάνα μου, η μεταγλώττιση τρέχει, αν και περισσότερο σκηνοθετώ πλέον εκεί. Έπαιξα βέβαια πρόσφατα στο 'Ψάχνοντας τη Ντόρι' μετά από καιρό, έκανα το χταπόδι. Περιμένω να δω τι θα έρθει και όλη μου η θεατρική ψυχή έχει πέσει στην νέα ομάδα που φτιάξαμε. Έκλεισε μετά από 3 χρόνια τον κύκλο της η ομάδα ‘Θα Δούμε’ και τώρα ξεκίνησε τον κύκλο της το ‘Open Theater’, η τελευταία ομάδα στην οποία θα συμμετάσχω ως ιδρυτικό μέλος. Θα ανεβάσουμε τον ‘Χαρτοπαίκτη’ κι αυτό που μπορώ να πω είναι πως θα μπούμε υπό την αιγίδα του ιδρύματος Κακογιάννη, κάτι που μας τιμάει ιδιαίτερα. Ακόμη, έχουμε προτείνει στο φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου το καλοκαίρι να ανεβάσουμε την ‘Ειρήνη’, σεβόμενοι απόλυτα το κείμενο του Αριστοφάνη". Θα τον δούμε σύντομα και στο ιστορικό αρχαίο θέατρο δηλαδή; "Η αρχαία Επίδαυρος είναι ένα όνειρο για μένα, την αγαπώ πολύ, όμως σαν σκηνοθέτης θέλω να δοκιμαστώ πρώτα εδώ, πριν περάσω στο βαρύ πυροβολικό, να με αποδεχτεί περισσότερος κόσμος σε μικρότερους χώρους κι αν ο κόσμος δώσει το ΟΚ, το επόμενο βήμα θα είναι η Επίδαυρος”. Σκοπεύει να δοκιμάσει τις δυνάμεις του γράφοντας; “Σενάρια δεν γράφω, δεν θέλω να μπαίνω σε χωράφια άλλων, υπάρχουν πολλοί που το κάνουν καλύτερα από μένα. Το να γράψω όμως μυθιστορήματα είναι το αμέσως επόμενο πλάνο μου, έχω ήδη στο μυαλό μου 3-4 βιβλία, απλά θεωρώ πως παρόλο που έκλεισα μισό αιώνα ύπαρξης πάνω στον πλανήτη, ακόμα είμαι μικρός για να τα εξιστορήσω. Υπάρχουν μέσα μου ολοκληρωμένα, θα έρθουν και στο χαρτί. Ακόμη, σε λίγες μέρες θα βγει στον αερά το νέο πρόγραμμα του Toc-Radio, της συνεργασίας δηλαδή του Θεάτρου των Αλλαγών με το Stage Radio, εκεί όπου θα συνεχίσω να κάνω εκπομπή κάθε Δευτέρα και Τετάρτη βράδυ τα μεσάνυχτα, ενώ στο ζωντανό πρόγραμμα θα κάνουν εκπομπή πολλοί καθηγητές και μαθητές, μιλώντας για θέατρο κι όχι μόνο”. Και το σχετικό link...
  3. Thundercats, η δημοφιλής σειρά κινουμένων σχεδίων των 80’s. Οι παραγωγοί είχαν προσλάβει ψυχολόγο να ελέγχει το σενάριο ώστε να περνάνε σωστά μηνύματα. Γιατί αρχικά οι ήρωες ήταν γυμνοί και μετά τους έντυσαν... Όσοι ήταν παιδιά τη δεκαετία του ’80 σίγουρα θα θυμούνται τη σειρά κινουμένων σχεδίων Thundercats. Κεντρικοί χαρακτήρες ήταν ανθρωπόμορφα αιλουροειδή με υπερφυσικές δυνάμεις. H ιστορία ξεκινούσε με τους ήρωες να φεύγουν από τον πλανήτη Thundera έπειτα από μια μεγάλη έκρηξη. Ο μεγαλύτερος σε ηλικία, Jaga φρόντισε να κατευθυνθούν ασφαλείς στον πλανήτη «Τρίτη Γη» και πέθανε στο πρώτο επεισόδιο. Στο καινούργιο τους σπίτι οι Thundercats δεν είναι ευπρόσδεκτοι, καθώς έρχονται αντιμέτωποι με τον κακό μάγο που είχε μορφή μούμιας, Μαμ-Ρα, ο οποίος θέλει να τους καταστρέψει.... Ο κακός Μαμ-Ρα. Η σειρά ήταν αμερικάνικης παραγωγής ενώ τα κινούμενα σχέδια είχε αναλάβει μια ιαπωνική εταιρεία.... Ο Λάινο ήταν ο πρίγκιπας της Thundera και οι Πάνθρο, Τσιτάρα, Τάιγκρα και ο Σναρφ είναι οι πιστοί του σύντροφοι. Πηγή δύναμής τους είναι το μάτι της Thundera που τους βοηθά να μάχονται εναντίον του κακού. Μια από τις χαρακτηριστικές σκηνές της σειράς ήταν όταν ο Λάιονο έβγαζε το σπαθί του και φώναζε «Thunder, Thunder, Thunder, ThunderCats HOOOOOOO!» και η δράση ξεκινούσε.... Το παιδικό απευθυνόταν σε όλο το κοινό αλλά αγαπήθηκε περισσότερο από τα αγόρια. Αρχικός στόχος της παραγωγής των Thundercats ήταν να προσελκύσει τους γονείς. Για το λόγο αυτό, στην προώθηση της σειράς ανέφεραν ότι τα παιδιά θα λάμβαναν μηνύματα σεβασμού, αλήθειας, ειλικρίνειας, και δικαιοσύνης. Μάλιστα οι παραγωγοί είχαν προσλάβει έναν ειδικό ψυχολόγο, που ήλεγχε το σενάριο κάθε επεισοδίου για να είναι βέβαιοι ότι περνούσε τα σωστά μηνύματα στο κοινό.... Το πρώτο επεισόδιο είχε τίτλο «Η φυγή» και προβλήθηκε στις 23 Ιανουαρίου 1985. Η σειρά ήταν αμερικάνικης παραγωγής ενώ τα κινούμενα σχέδια είχε αναλάβει μια ιαπωνική εταιρεία.... Το πρώτο επεισόδιο είχε τίτλο «Η φυγή» και προβλήθηκε στις 23 Ιανουαρίου 1985.... Σκότσο του Τάιγκρα από τον Λέοναρντ Σταρ Τους ανθρωπόμορφους χαρακτήρες που έμοιαζαν με γάτες είχε δημιουργήσει ο Τόμπι Γουλφ, ένας βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ιδέα για την μορφή των χαρακτήρων βασίστηκε στα σχέδια του καρτουνίστα, Λεοναρντ Σταρ, που είχε δημιουργήσει τη «Μικρή ορφανή Άννυ». Οι τηλεοπτικοί παραγωγοί είχαν προσεγγίσει τον Σταρ για να τους βοηθήσει στον σχεδιασμό καινούργιων κινουμένων σχεδίων. Εκείνος είχε την ιδέα οι ήρωες να έχουν μορφή γάτας που θα πολεμούν με υπερδυνάμεις το κακό. Oι σεναριογράφοι που έγραψαν επεισόδια για τη σειρά ήταν πολλοί, ανάμεσα τους και ο παραγωγός. Ένας άνθρωπος που είχε αναλάβει τη συγγραφή σεναρίων από την αρχή ήταν ο Στίφεν Πέρυ, ο οποίος δολοφονήθηκε το 2010 από έναν συγκάτοικο του. Στα πρώτα επεισόδια οι χαρακτήρες παρουσιαζόταν γυμνοί αλλά επειδή η εικόνα τους δεν ευχαρίστησε τους συντελεστές στα επόμενα επεισόδια τους έντυσαν με στολές που αρμόζουν σε όλους τους υπερήρωες. Οι Thundercats έγιναν μεγάλη επιτυχία στην Αμερική και αγαπήθηκαν από το τηλεοπτικό κοινό σε όσες χώρες προβλήθηκαν. Δεκάδες παιχνίδια με τη μορφή των ηρώων κυκλοφόρησαν στην αγορά και έγιναν ανάρπαστα.... Αρχικά οι ήρωες ήταν γυμνοί... Στην Ελλάδα προβλήθηκε πρώτη φορά το 1987 από την ΕΡΤ2. Κάθε βράδυ στις 8.00 τα παιδιά καθόταν μπροστά από την τηλεόραση για να παρακολουθήσουν τον Λάιονο και την παρέα του να κατατροπώνουν τον κακό Μαμ-Ρα. Η σειρά κινουμένων σχεδίων διήρκεσε 4 σεζόν και προβλήθηκαν συνολικά 130 επεισόδια. Η φωνή του Λάιονο ήταν ο Ακίνδυνος Γκίκας, ο οποίος έχει χαρίσει τη φωνή του σε πολλούς ήρωες κινουμένων σχεδίων.... Το μάτι της Thundera που δίνει δύναμη στους ήρωες... Το τελευταίο επεισόδιο ήταν στις 29 Σεπτεμβρίου 1989. Έκτοτε στην ελληνική τηλεόραση προβλήθηκε σε επαναλήψεις και απέκτησε φανατικό κοινό και από τις επόμενες γενιές. Το 2011 έγινε μια νέα σειρά animation με τα Thundercats, οι οποίοι είχαν κάνει πολλές αλλαγές στους ήρωες και το κοινό δεν ενθουσιάστηκε. Επόμενο βήμα είναι η ιστορία των Thundercats να μεταφερθεί στον κινηματογράφο όπως έχει συμβεί με πολλά κινούμενα σχέδια που έκαναν πάταγο τη δεκαετία του ’80 και έγιναν μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες.... https://youtu.be/Hzaw888pR6s Πηγή Αφιέρωμα στη σειρά κινουμένων σχεδίων Κάποιες ιστορίες των Thundercats δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Marvel Star Comics, παρουσίαση του οποίου μπορείτε να δείτε εδώ και σκαναρίσματα μπορείτε να βρείτε εδώ.
  4. tik

    ΧΡΩΜΑΤΙΖΩ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

    Δυό μικρά βιβλιαράκια για μικρά παιδάκια που ψώνισα προχτές Ουσιαστικά σε μια σελίδα υπάρχει ένα έγχρωμο σχέδιο με τους αντίστοιχους ήρωες (μαζί με μια μικρή λεζάντα) και στην απέναντι σελίδα το ίδιο σχέδιο είναι ασπρόμαυρο (χωρίς μικρή λεζάντα), ώστε το παιδάκι να το χρωματίσει. Εκτός από την εκδοτική Sirius (είναι άραγε σοβαρή εκδοτική; ) τα τευχάκια δεν αναγράφουν τίποτις άλλο. Για διακαιώματα και τα τοιαύτα ας μην μιλησομε καλύτερα. Τα σχέδια μου φαίνεται πιθανότερο να έγιναν από κάποιον ντόπιο καλλιτέχνη. Τα υπόλοιπα βιβλία της σειράς δεν έχουν και τόσο μεγάλη σχέση με τα κόμικς. Να κι ένα οπισθόφυλλο. Εγώ πάντως τα πήρα γιατί μου άρεσε ο τίτλος: Θάντερκατς!
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.