Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Jemma Press'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. The_Sandman

    KRAK KOMIKS

    Η συνέχεια των ιστοριών του "ήρωα" του Tasmar που γνωρίσαμε από την GIGANTO, μεταπηδάν στη JEMMA PRESS και αυτή τη φορά είναι σε τετραχρωμία. Ο τίτλος ακολουθεί την μέχρι τώρα αρίθμηση και παρότι είναι το πρώτο τεύχος που εκδίδεται από την JEMMA έχει το νούμερα 6. Περισσότερες πληροφορίες για την σειρά στην αρχική παρουσίαση του Μέλανδρου. Ευχαριστούμε για τα εξώφυλλα τους ramirez & leonidio.
  2. 5 χρόνια Κουραφέλκυθρα, όλα μαζί σε ένα τόμο σε περιμένουν στο ComicDom Con Athens. Μια μέρα θα αποδοθούν ευθύνες σ' αυτούς που γέμισαν το ίντερνετ με υπέροχα καμένο περιεχόμενο και κάποια μέρα αυτοί οι άνθρωποι θα πληρώσουν για τα εγκεφαλικά κύτταρα που έχουν καταστρέψει με την εκτόξευση τόνων χιούμορ και ευφυΐας. Και στην πρώτη γραμμή αυτών που θα την πληρώσουν, θα βρίσκεται εκατό τα εκατό και ο Αντώνης Βαβαγιάννης, ο δημιουργός των 'Κουραφέλκυθρων' (αλλά και της αποκριάτικης αμφίεσης 'Γκάλης Cooper', για όποιον έζησε τα πρωτοφεϊσμπουκικά χρόνια). Ο Αντώνης Βαβαγιάννης συγκέντρωσε σε έναν τόμο όλα τα 'Κουραφέλκυθρα' που κυκλοφόρησαν από το 2014 έως το 2018 στο socomic.gr, τον ονόμασε 'Omnibus II' και τον συμπλήρωσε με φλιπ κόμικς από ακόμη 12 σχεδιαστές. 240 σελίδες γεμάτες από κόμικ στριπάκια που άλλα έγιναν viral, άλλα απευθύνθηκαν σε λίγους και άλλα που έφτασαν να γίνουν μέχρι και ατάκες, που ξέφυγαν απ' το αρχικό τους πλαίσιο και πλέον κυκλοφορούν αυτόνομες, όπως πχ το "Παίξτε πανκ". Μιλήσαμε μαζί του και αυτός μίλησε μαζί μας. Αν κάποιος έχει όλα τα Κουραφέλκυθρα, αλλά δεν έχει τον πρόλογο που σου έχει γράψει ο Φοίβος Δεληβοριάς, πώς μπορεί να τον βρει, χωρίς να αγοράσει το Omnibus ΙΙ; Δεν μπορεί να τα 'χει όλα, γιατί υπάρχουν στριπς που βρίσκονται αποκλειστικά στο Omnibus II. Αν όμως τον νοιάζει μόνο η εισαγωγή, μπορώ να σκεφτώ διάφορους τρόπους: Α) Να έρθει στο κόμικντομ, να δημιουργήσει έναν αντιπερισπασμό και να κόψει από το Όμνιμπους τη σελίδα της εισαγωγής με κοπίδι. Β) Να φτιάξει μια δική του εισαγωγή στα Κουραφέλκυθρα κόβοντας ηχητικά αποσπάσματα από τραγούδια του Φοίβου Δεληβοριά. Γ) Να πάρει LSD και να του φανερωθεί ο Φοίβος Δεληβοριάς σε ένα όραμα. Σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης, γιατί να το αγοράσει κάποιος, αν έχει όλα τα Κουραφέλκυθρα που έχεις εκδώσει; Ο ελληνικός λαός περιμένεις απαντήσεις κύριε Βαβαγιάννη, (όπως λες και στο στριπάκι, όπου ρωτάνε τον Καρακατσάνη γιατί έσπασε τα αυγά, ξέρεις). Μη με βοηθάς τόσο πολύ να πουλήσω την πραμάτεια μου, θα νομίζει ο κόσμος ότι έγραψα τις ερωτήσεις μόνος μου ή ότι είμαστε το ίδιο πρόσωπο. (Αλήθεια μας έχει δει ποτέ κανείς και τους 2 στο ίδιο δωμάτιο;). Λοιπόν, να το αγοράσει γιατί θα έχει εισαγωγή Φοίβου Δεληβοριά (εκτός αν αυτός από την προηγούμενη ερώτηση την έχει κόψει με κοπίδι), γιατί έχει 25 στριπς που δεν υπάρχουν στα τευχάκια, γιατί έχει σχολιασμό κάτω από πολλά στριπς που εμβαθύνουν στην ψυχοσύνθεση του καλλιτέχνη (νοτ) και γιατί 12 κορυφαίοι Έλληνες κομιξάδες συνεργάστηκαν για να φτιάξουν το πιο παρανοϊκό δισέλιδο φλιπ κόμικ που έχει εκδοθεί ποτέ. Επίσης γιατί έχει εξωφυλλάρα, γιατί είναι όλα μαζεμένα σε ένα μέρος και γιατί είναι ο καλύτερος τρόπος να στηρίξεις έμπρακτα τα Κουραφέλκυθρα. Τώρα που τα βλέπεις όλα μαζεμένα, πιστεύεις ότι τα παλιότερα Κουραφέλκυθρα έχουν “γεράσει όμορφα”; Ή βλέπεις κάποια στριπς και κριντζάρεις, λες "τι σκεφτόμουν τότε που τα έγραφα"; Τι εννοείς; Σε όλα λέω "Μα καλά τι σκεφτόμουν όταν το έγραφα;". Στο Όμνιμπους 2 είναι ελάχιστα αυτά που πραγματικά κακογέρασαν. Τα περισσότερα είναι στη χειρότερη περίπτωση καλοστεκούμενοι 50ρηδες με κορμοστασιά Κωσταντάρα και γοητευτικούς γκρίζους κροτάφους. Στο Όμνιμπους 1 που κάποια στριπς τα είχα κάνει πριν 12 χρόνια, έχει πιο πολλά που θα ήθελα να είχαν πέσει κατά λάθος σε κάποιο τζάκι. Μπήκες στον πειρασμό να αφήσεις μερικά στριπς απ' έξω; Ποια; Γιατί; Ή κάποια να τα αλλάξεις λίγο, να τα βελτιώσεις κτλ. Δεν έχω αλλάξει τίποτα, για να μην παραχαράξω την ιστορία, αν και σε πολλά είχα σκεφτεί προσθήκες που θα τα έκαναν καλύτερα. Επίσης σε πολλά έχω σκεφτεί αλλαγές που θα τα έκαναν χειρότερα. Είναι πανεύκολο. Υπάρχει περίπτωση αυτή η συγκεντρωτική έκδοση όλων των Κουραφέλκυθρων, να σημαίνει και μια στροφή σε κάτι άλλο, ότι ένας κύκλος κλείνει και τώρα θα ανοίξουμε έναν καινούργιο; Ναι, μετά το Όμνιμπους ΙΙ έχω μεγάλα σχέδια, όπως το να γράψω μια νουβέλα για τον Τιτανικό από την πλευρά του παγόβουνου, να γυρίσω ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του μίστερ Ζονκ από το Μεγάλο Παζάρι και να ανοίξω ένα ροντέο για ινδικά χοιρίδια. Ποιο είναι το καλύτερο σχόλιο που έχεις ακούσει μέχρι στιγμής για τη δουλειά σου; "Τα Κουραφέλκυθρα με έριξαν στα ναρκωτικά". Έχει προσβληθεί ποτέ κανείς με κάποιο στριπάκι; Θυμάσαι κάποιο απειλητικό μήνυμα; Κοίτα, αν δεν σ' έχουν πει εθνομηδενιστή, άθεο και τσιράκι του Σόρος στο ελληνικό ίντερνετ, τότε είσαι ένας πουθενάς, οπότε ναι, ευτυχώς έχω ακούσει διάφορα. Θα σου πω 3 παραδείγματα. Το πρώτο έχει γράψει ιστορία: Ήταν ένα σχόλιο σε ένα σκίτσο κατά του εθνικισμού και έλεγε "Καλύτερα ασ' τα αυτά για κάποιον πιο ευρύνοο και μείνε στα κομιξάκια σου". Δηλαδή μπήκε κάτω από ένα κόμικ για να ζητήσει από τον σχεδιαστή του κόμικ, να ασχοληθεί καλύτερα με τα κόμιξ. Το άλλο ήταν μια 21η Απριλίου σε ένα αντιφασιστικό πάλι σκίτσο που ένας τύπος ξεκίνησε το σχόλιό του με το "Εγώ δεν είμαι φασίστας αλλά..." και σαν φωτογραφία προφίλ είχε τον φλεγόμενο φοίνικα (δηλαδή τι πρέπει να κάνεις για να είσαι φασίστας;). Και τελευταία σε μια γελοιογραφία όπου ήρωες του 21 τραγουδάνε καραόκε (όλη μερούλα πόλεμο, το βράδυ καραόκε), μπήκε κι έγραψε ένα ιδιαίτερα απειλητικό σχόλιο η σελίδα μιας πίστας paintball. Αλλά εντάξει, τι θα μου κάνανε; Θα με βάφανε; Υπάρχει κάποιος που αν σου έλεγε "εγώ θα γράφω το σενάριο, τους διαλόγους και εσύ θα τα ντύνεις με εικόνες ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ", που θα δεχόσουν να συνεργαστείς μαζί του; Ηθοποιός, κωμικός, οποιοσδήποτε, ο περιπτεράς σου γιατί έχει πολλή πλάκα ξέρω γω, ΟΠΟΙΟΣΔΗΠΟΤΕ. Καταλαβαίνω που το πας, και ΝΑΙ! Δέχομαι! ΧΙΛΙΕΣ ΦΟΡΕΣ ΔΕΧΟΜΑΙ! Εκτός από εσένα, θα ήθελα πολύ να εικονογραφήσω κάποια routines από το stand up του Θωμά Ζάμπρα (ή Ζαμπρά; Δεν θα μάθουμε ποτέ) που την ώρα που τα άκουγα έλεγα: "Πώς είναι δυνατόν να μην το έχω ήδη κάνει αυτό;". Πάντως, όπως και με φίλους που μου έχουν γράψει σενάρια (πχ. Γιώργος Οικονομάκος, Βίκυ Κοκκίνη) θα δεχόμουν ένα πολύ καλό σενάριο, αλλά δεν θα ήθελα παρεμβάσεις για το στήσιμο των εικόνων. Αυτή είναι απαράβατη αρχή μου και δεν αλλάζει με τίποτα λιγότερο από 20 ευρώ. Βλέπω ότι το Omnibus II έχει 12.95 ευρώ και όχι 13 ευρώ. Με το χέρι στην καρδιά: Όσο θα είσαι στο ComicDom Con Athens (19, 20 και 21 Απριλίου) και θα έρχεται κόσμος για να το αγοράσει, θα έχεις πεντάλεπτα για να δίνεις ρέστα; Για να αποφευχθούν τέτοιες δυσκολίες, το αφεντικό (η Jemma Press δηλαδή) τρελάθηκε και ειδικά για το κόμικντομ θα τα δίνουμε 12 ευρουδάκια. Έτσι μπορώ να κρατήσω όλα αυτά τα 5λεπτα που έχω μαζέψει και να τα κάνω πυργάκια σαν κάποιου είδους φτωχομπινεδιάρη Σκρουτζ ΜακΝτακ. Και το σχετικό link...
  3. Ο Άγνωστος: Τόμος ΙΙ- Μια αναζήτηση για τρεις αλληλένδετους κόσμους Ένα χρόνο αργότερα από την έκδοση του πρώτου τόμου των περιπετειών του Unknow (χωρίς n στο τέλος) η Jemma Press επιστρέφει στο παρελθόν και στον κόσμο των fumetti, των ασπρόμαυρων ιταλικών comics της δεκαετίας του 1970. Oι μεταφραστές Γιάννης Μιχαηλίδης και Κωνσταντίνα Γερ. Ευαγγέλου καταπιάνονται ξανά με τον λόγο και το έργο του Magnus (κατά κόσμο Roberto Raviola). Με μια βαθιά γνώση, αγάπη και προσοχή μας δίνουν την ευκαιρία να δούμε με άλλο μάτι τον ανώνυμο ήρωα (ή με το ίδιο, αλλά από άλλη οπτική) από ότι στον πρώτο τόμο. Στον πρόλογο τους αναφέρουν ότι οι περιπέτειες του Unknow, που κινούνται μεταξύ των ειδών, των τόπων και των χρόνων, δεν είναι comics για ενήλικους, αλλά comics που σε βοηθούν να ενηλικιωθείς. Η κριτική τους αυτή μπορεί να φαντάζει αυστηρή με την πρώτη ματιά, ωστόσο φανερώνει μια πολύ καλή κατανόηση του ρόλου του Magnus σε μια αναζήτηση που εκτείνεται σε τρία διαφορετικά πεδία: στον ρόλο του ίδιου του δημιουργού ως ανθρώπου, στον ρόλο των comics ως τέχνης, αλλά και στον ρόλο της Ιταλίας ως μιας χώρας με φασιστικό παρελθόν σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη οικονομία και πολιτική κατάσταση. Για το πρώτο δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί. Οι 3 περιπέτειες του δεύτερου τόμου μας δίνουν έναν ήρωα πιο ώριμο, πιο γερασμένο, όπως αναφέρει και ο ίδιος με διττή σημασία. Το διαρκώς μεταβαλλόμενο παρελθόν του, που σε κάθε περίσταση του έδινε τις δεξιότητες που χρειαζόταν για να υπερβεί τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που αντιμετώπιζε (καθώς και το ταλέντο να μπλέκει σε αυτές άθελά του) δείχνει να σταθεροποιείται, ενώ πολλές φορές, με μορφές ονείρου ή τύψεων, έρχεται στο προσκήνιο. Ο έντονος κυνισμός πλέον δίνει, αργά και όχι χωρίς αγώνα, την θέση του σε έναν βαθύ, γεμάτο τύψεις ανθρωπισμό: όχι για τους ανθρώπους που σκότωσε, αλλά για αυτούς που πλήγωσε χωρίς να το θέλει, για αυτούς που δεν κατάφερε να σώσει. Άφοβος απέναντι σε κανόνες επιβεβλημένους απ’ έξω και από πάνω, απτόητος μπροστά στον κίνδυνο, δίνει την χωρίς αρχή μέση και τέλος (;) ζωή του για μια ηθική που ακόμα και ο ίδιος καταλαβαίνει πως δεν μπορεί ποτέ να επιζήσει. Το δεύτερο μας αποκαλύπτει καλύτερα την ουσιαστική συνεισφορά του Raviola στην ιταλική 9η Τέχνη. Όταν όλοι, όπως είναι πολύ λογικό, έψαχναν τους προγόνους των comics στην τυπογραφία και στην ζωγραφική, ο Ιταλός καλλιτέχνης κοιτάει στην γλυπτική αλλά και στη φωτογραφία για έμπνευση. Έτσι ο Unknow πλάθεται από τις πτυχώσεις των αναγεννησιακών αγαλμάτων και τις σκιάσεις των φωτογραφιών, με φως και σκιά. O Magnus παίρνει λαϊκά στερεότυπα και τα διαχωρίζει από την πηγή τους, δίνοντας στις μορφές του μια κλασικότροπη χροιά, ενώ για άλλη μια φορά η σεξουαλικότητα ξεχειλίζει από το έργο. Την ίδια στιγμή, πέρα από το εικαστικό κομμάτι, ο Ιταλός θολώνει και τα είδη από τα οποία παίρνει τις θεματικές του: με βάση το σκληρό αστυνομικό, δεν διστάζει να μπολιάσει το μείγμα του με στοιχεία κλασσικού noir αλλά και γνήσιου gangster drama, μεταπηδήσεις εύκολες καθώς πρόκειται για συγγενικά είδη. Ωστόσο οι χαρακτήρες του Magnus έχουν κάτι που τους ξεχωρίζει από αντίστοιχες μορφές της pulp λογοτεχνίας: μια έντονη συναισθηματική φόρτιση που δεν προέρχεται από την αγωνία του αν θα επιζήσουν ή όχι, αλλά από μια έντονη ηθική και ψυχολογική μάχη. Σε κάθε περίπτωση ο Unknow μας αποκαλύπτει ένα βήμα της 9ης Τέχνης να ξεφύγει από τα υπόγεια και την διασκέδαση και να αγγίξει, όπως κάθε τέχνη ελπίζει, την ανθρώπινη κατάσταση και πράξη. Το τρίτο είναι ίσως το πιο δύσκολο για έναν καλλιτέχνη που καταπιάνεται με την περιπέτεια, ένα είδος ναι μεν πολιτικό στον πυρήνα του, αλλά χωρίς (πάντα) άμεσες πολιτικές απολήξεις. Ο Raviola, μέσα από την περιφορά του ήρωά του σε εμπόλεμες ζώνες, αντιαποικιοκρατικές συρράξεις και μνημειώδεις συγκρούσεις, όπως η παλαιστινο-ισραηλινή, μας δείχνει πώς ένας αστικός ατομοκεντρισμός μεταβάλλεται. Το φασιστικό παρελθόν της χώρας του δεν το αρνείται, ούτε το θάβει, αλλά προσπαθεί να το κατανοήσει και να το μετουσιώσει σε μάθημα προς αποφυγή (μάθημα απαραίτητο σε μια εποχή ανόδου της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη). Ο εγωκεντρικός Unknowεξελίσσεται σε οδηγό για έναν κόσμο χαοτικό, που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, με μια αφετηρία που ψάχνει συνεχώς τον εαυτό της. Όμως η ιδιότυπη τιμιότητα του ήρωα, που τον διαχωρίζει από κοινούς λούμπεν μπράβους, καταφέρνει τελικά να αναδειχθεί. Αν έχετε ήδη τον πρώτο τόμο, ο δεύτερος επιβάλλεται να τον συντροφεύσει στην συλλογή σας. Αν όχι, ίσως ήρθε η ώρα για ένα ταξίδι στην σκληρή πλευρά της δεκαετίας του 1970, μακριά από νοσταλγικές εικόνες και ωραιοποιήσεις. Ντόμπρα. Πηγή
  4. O Άγνωστος- Παράθυρο σε έναν ανεξερεύνητο κόσμο Τα τελευταία χρόνια, η άνοδος της δημοφιλίας των υπερηρωικών κόμικ υφίσταται μια άνευ προηγουμένου άνθιση. Όχι μόνο έφερε ένα νέου είδους κοινό στον χώρο, αλλά κατάφερε, σε μεγάλο βαθμό, να απενεχοποιήσει όλη την βιομηχανία. Και κάτι τέτοιο είναι πραγματικό ευτύχημα, καθώς διαφορετικά, δεν θα είχε την ευκαιρία μια νεά γενικά αναγνωνστών να εξερευνήσει το έργο μιας μεγάλης μερίδας δημιουργών κόμικς, το οποίο ξεφεύγει από τα συνηθισμένα και σε πολλές περιπτώσεις δεν έχει καν σχέση με τους υπερήρωες. Αυτό δεν αφορά μόνο τους Αμερικάνους δημιουργούς. Μόνιμα υποτιμημένη, η πολιτιστική παραγωγή της Ιταλίας έχει πολλά να προσφέρει, τόσο ιστορικά, στην πορεία της εξέλιξης της 9ης Τέχνης, όσο και στον σύγχρονο αναγνώστη. Το πρόσφατο εκδοτικό εγχείρημα της Jemma Press,η οποία δημοσιεύει ξανά ιστορίες από τον διαβόητο Άγνωστο του Magnus, είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία να εξερευνήσουμε μια σκηνή πολύ κοντινή στην δική μας γεωγραφικά, αλλά με εντελώς διαφορετική πορεία καλλιτεχνικά και κοινωνικά. Ο Μagnus, κατά κόσμον Roberto Raviola, υπήρξε μια θρυλική μορφή των ιταλικών κόμικς, ο οποίος σημάδεψε με την παρουσία του την τάση των fumetto nero (μαύρα κόμικς), τα οποία μεσουρανούσαν κατά το διάστημα 1960-1980. Ξεκινώντας ως σχεδιαστής μαζί με τον σεναριογράφο Μax Bunker (ψευδώνυμο του Luciano Secchi), στο θρυλικό πλέον Kriminal, και αργότερα στο Satanik, σχεδιάζει την πρώτη μαύρη ηρωίδα της Ιταλίας. Αμφότερα έργα ακολουθούν το pulpμονοπάτι των κόμικ της περιόδου, βρίθουν δηλαδή από τρόμο και βία έντονα στυλιζαρισμένα, ξεπερνώντας τα όρια του grand guignol, παρά το γεγονός ότι δομικά είναι noir ιστορίες, ενώ τα διακατέχει μια έντονη σεξουαλικότητα. Ταυτόχρονα βέβαια, εστιάζοντας σε πιο ανθρώπινους, τρωτούς και ευάλωτους χαρακτήρες, οι οποίοι ανήκαν σε μειονότητες, ανέδιδαν και έναν έντονα δραματικό ανθρωπισμό, ο οποίος γινόνταν πιο αισθητός εξαιτίας της κοινωνικής χροιάς των ιστοριών. Έργα με μεγάλη λαική απήχηση, δεν άργησαν να χαρακτηριστούν σκουπίδια από τους ηθικολόγους (όχι μόνο του 1960 αλλά και αργότερα) αλλά και από την πλειοψηφία των διανοούμενων, μεταξύ των οποίων και πληθώρας αριστερών, παραδοσιακών πολέμιων της μαζικής κουλτούρας. Προς τα τέλη του 1960, οι δύο συνεργάτες στρέφονται σε πιο ειρωνικά μονοπάτια και αποδομούν τα είδη που πριν είχαν αναδείξει με το Diavolik και άλλα παρεμφερή κόμικ όπως το Dennis Cobb Agente SS 108 . Σειρές όπως το Μaxbunker και αργότερα το Άλαν Φορντ, αναδείκνύουν μια έντονα καυστική, στα όρια του μεταμοντέρνου, αποδόμηση του είδους της περιπέτειας, δεν κάνουν όμως το άλμα προς τα μπρος. Έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια, μια μεγάλη θητεία σε σενάρια άλλων, αλλά και μια σταθερή θέση στον χώρο της πορνογραφίας ως σχεδιαστής για να μπορέσει ο Μagnus να συνδυάσει αρμονικά όλα τα είδη στα οποία θήτευσε και να δημιουργήσει τον Unknow, τον Αγνωστο του. Στις σύντομες περιπέτειες αυτού του ανώνυμου μισθοφόρου βλέπουμε την εξέλιξη ενός δημιουργού αλλά και μιας ολόκληρης σκηνής. Το ασυνήθιστο μοτίβο των δύο καρέ, το οποίο φαινομενικά θα έπρεπε να κομματιάζει την ένταση της ιστορία και να την μετατρέπει σε μια απομίμηση stop animation ταινίας, γίνεται το όχημα του Raviola για να εστιάσει περισσότερο από ποτέ στους χαρακτήρες των ιστοριών που, για πρώτη φορά, είναι δικές του. Τα πρόσωπα ενδύονται μια βαριά, εξπρεσιονιστική σχεδόν ατμόσφαιρα που βοηθά στην εξωτερίκευση του ψυχικού τους κόσμου. Σε αυτή την τάση ενδοσκόπηση βοηθούν και τα συννεφάκια με τους εσωτερικούς μονολόγους των χαρακτήρων κάτι που έως τότε δεν είχε χρησιμοποιηθεί ιδιαίτερα στο ιταλικό σχέδιο. Και ενώ ο Unknow όντως θυμίζει τους ήρωες της σκληρής, καθαρά αστυνομικής λογοτεχνίας, ο Raviola τον ξεχωρίζει τοποθετώντας τον σε μια αχανή συναισθηματική έρημο, από την οποία ο ίδιος όχι μόνο δεν προσπαθεί να φύγει, αλλά αντίθετα, ξέρει πως δεν υπάρχει κάτι άλλο. Ο αβυσσαλέος κυνισμός του ανώνυμου μισθοφόρου είναι αυτός που προκαλεί και το υπαρξιακό του δράμα: θέλει να πιστέψει πως υπάρχει κάτι άλλο, προσπαθεί και εκδικείται όταν πειράζει κάποιος οικεία του πρόσωπα. Ωστόσο, στο τέλος, όταν αυτά πεθάνουν τελικά ή όταν η αποστολή τελειώσει, ο ίδιος φεύγει, αδυνατώντας να κρατήσει κακία στους μαχαιροβγάλτες, τους βιαστές και τους δολοφόνους που τον περιβάλλουν, αδυνατώντας ουσιαστικά να συνδεθεί με το περιβάλλον του. Κομματιασμένος ψυχολογικά, όπως και το ανορθόγραφο όνομα του, σκοτώνει και συνεχίζει το χωρίς προορισμό ταξίδι του. «Τριγυρνάει χαμένος και μελαγχολικός ανά τον κόσμο: από το Μαρακές στη Ρώμη, από το Μοντ Σαν Μισέλ στην Αϊτή και από κει στη Βυρηττό», όπως λένε και οι μεταφραστές του βιβλίου. Σε αυτό το σημείο αξίζει μια αναφορά στους υπεύθυνους αυτής της έκδοσης, στο μεταφραστικό δίδυμο του Γιάννη Μιχαηλίδη και την Κωνσταντίνα Γερ. Ευαγγέλου, οι οποίοι υπογράφουν και τον κατατοπιστικότατο πρόλογο που βρίθει ιστορικών αναφορών για το έργο και την σκηνή στην οποία περιλαμβάνετα. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μεταφέρεις ένα έργο από μια άλλη γλώσσα, πόσο μάλλον ένα έργο από μια διαφορετική εντελώς εποχή, όσον αφορά τις αναγνωστικές συνήθειες και το κοινωνικό πλαίσιο. Παρόλα αυτά όμως, ο μελλανόμορφος κόσμος του Αγνωστου έρχεται σε εμάς ολοζώντανος γλωσσικά και εννοιολογικά. Στο εικαστικό κομμάτι, το δικό τους θαύμα έκαναν οι eyeworks. Συνολικά, αυτός ο τόμος των περιπετειών του Άγνωστου του Magnus από την Jemma Press είναι μια εξαιρετική εισαγωγή στον πλούτο της ιταλικής σκηνής, μια εμπειρία για την οποία σίγουρα δεν θα μετανιώσετε. Πηγή
  5. Retroplaymo

    2018 Ksout Party! [31/12/2018 @ Jemma]

    Κανείς δε το ζήτησε αλλά διαβάσαμε τις σκέψεις σας. Ήρθε η ώρα να αποχαιρετίσουμε το 2018 με ένα μοναδικό party Jemma Books & Comics Official Group όπως όλοι μαζί ξέρουμε. Στις 31.12.2018 από τις 12:00 μέχρι τις 19:00 εκτός από μουσική, τυροπιτάκια, ποτά και κληρώσεις με δώρα θα έχουμε και ένα φοβερό AUCTION με 3 Jemma κομμάτια που όλοι τα θέλατε: 1) BATMAN DAMNED #1 variant. To εξαντλημένο και πλέον δυσεύρετο τεύχος της DC όπου εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Batman γυμνός! 2) INDIANA JONES ON HORSE statue! 3) Ένα ραντεβού για καφεδάκι με τον Yannis Rubus Rubulias! (τα έσοδα από αυτή την δημοπρασία θα δοθούν για ένα καλό σκοπό που θα ανακοινωθεί στην πορεία). Από τις 23.12.2018 έως και 30.12.2018 όσοι πελάτες έρθουν στο μαγαζί και ψωνίσουν μπαίνουν σε κλήρωση για: 2 υπογεγραμμένα Belzebubs από τον δημιουργό τους JP Ahonen POP MARVEL STUDIOS first 10 years IRON MAN vinyl figure! Overwatch El Mariachi T-shirt! Marvel Comics A5 Premium Retro Notebook! Δωρεάν συνδρομή για ένα χρόνο σε τίτλο της αρεσκείας σας! Οι κληρώσεις θα γίνουν όλες στο Party στις 31.12.2018. Η εκδήλωση στο facebook.
  6. Retroplaymo

    2018 Ksout Party! [31/12/2018 @ Jemma]

    μέχρι
    Κανείς δε το ζήτησε αλλά διαβάσαμε τις σκέψεις σας. Ήρθε η ώρα να αποχαιρετίσουμε το 2018 με ένα μοναδικό party Jemma Books & Comics Official Group όπως όλοι μαζί ξέρουμε. Στις 31.12.2018 από τις 12:00 μέχρι τις 19:00 εκτός από μουσική, τυροπιτάκια, ποτά και κληρώσεις με δώρα θα έχουμε και ένα φοβερό AUCTION με 3 Jemma κομμάτια που όλοι τα θέλατε: 1) BATMAN DAMNED #1 variant. To εξαντλημένο και πλέον δυσεύρετο τεύχος της DC όπου εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Batman γυμνός! 2) INDIANA JONES ON HORSE statue! 3) Ένα ραντεβού για καφεδάκι με τον Yannis Rubus Rubulias! (τα έσοδα από αυτή την δημοπρασία θα δοθούν για ένα καλό σκοπό που θα ανακοινωθεί στην πορεία). Από τις 23.12.2018 έως και 30.12.2018 όσοι πελάτες έρθουν στο μαγαζί και ψωνίσουν μπαίνουν σε κλήρωση για: 2 υπογεγραμμένα Belzebubs από τον δημιουργό τους JP Ahonen POP MARVEL STUDIOS first 10 years IRON MAN vinyl figure! Overwatch El Mariachi T-shirt! Marvel Comics A5 Premium Retro Notebook! Δωρεάν συνδρομή για ένα χρόνο σε τίτλο της αρεσκείας σας! Οι κληρώσεις θα γίνουν όλες στο Party στις 31.12.2018. Η εκδήλωση στο facebook.
  7. 1800: 1. Πατέρας – Ένα ελληνικό western με πρωταγωνιστές κλέφτες και αρματολούς Η Jema Press παρουσιάζει το πρώτο βιβλίο από τη σειρά κόμικ του Θανάση Καραμπάλιου 1800, μια δουλειά εμπνευσμένη από τους πρωταγωνιστές της επανάστασης του 1821, τους κλέφτες και τους αρματολούς, θυμίζοντας κάτι από τις περιπέτειες του Μπλεκ, του Λοχαγού Μαρκ, του Όμπραξ κι άλλων πιστολέρηδων του “ρομαντικού” 19ου αιώνα. Πρωταγωνιστής είναι ο Δήμος Καραμάνος, ένας οικογενειάρχης που ζει ήσυχα με την οικογένειά του. Η άφιξη, ωστόσο, του αγγελιοφόρου ενός από τους ηρωικότερους αρματολούς του Ολύμπου θα γίνει η αφορμή για να αναδυθεί στην επιφάνεια το περιπετειώδες παρελθόν του. Έτσι, η συναναστροφή του Καραμάνου με προσωπικότητες όπως αυτές του Νικοτσαρά, του Αλή Πασά, του Ανδρούτσου και του Καραϊσκάκη καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση της “ραγιάδικης” πλην ήσυχης ζωής του. Η περιπέτεια έχει μόλις αρχίσει λίγο πριν τη δειλή πρωταρχή της Επανάστασης και το πρώτο βιβλίο της σειράς “Πατέρας” είναι μόνο το προοίμιο! Η έμπνευση για τη δημιουργία του “1800” ήταν η εγγενής απορία του Θανάση Καραμπάλιου σχετικά με την απουσία κόμικ στην Ελλάδα βασισμένων στη μυθοπλασία εκείνης της περιόδου. Τα αίτια αυτής της έλλειψης ενδεχομένως οφείλονται όχι μόνο στην “αντιεμπορικότητα της φουστανέλας” όταν έρχεται σε σύγκριση με τα γυαλιστερά σπιρούνια των cowboys και τους αδίστακτους παρανόμους των westerns, αλλά και στο φόβο, εκ μέρους των δημιουργών, να αγγίξουν μια θεματική ιδιαίτερα προσφιλή στον ακροδεξιό χώρο, ειδικά σε μια εποχή που ο εθνικιστικός λόγος και οι ρητορικές μίσους φαίνεται να συνεπάγονται θύματα και απώλειες. Ως εκ τούτου πλήθος συναρπαστικών διηγήσεων και ειδυλλιακών ρομάντζων, ντυμένων με τον μανδύα μιας ρομαντικής εποχής που παρουσιάζει ιστορικό ενδιαφέρον και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, έμενε ανεκμετάλλευτο. Η σειρά 1800 φαίνεται να έρχεται σε σύγκρουση με αυτό τον “κατεστημένο” τρόπο σκέψης και τολμά να δώσει στους ήρωες της Επανάστασης του ’21 όχι μόνο σάρκα και οστά, αλλά και τη γοητεία και το coolness που τους αξίζει, απαλλαγμένους από ακροδεξιές κορόνες και φαντασιώσεις. Πολύ περισσότερο, πρόκειται για το “κερασάκι στη τούρτα” στη δημιουργία εικονογραφήσεων εμπνευσμένων από την λαϊκή παράδοση και τέχνη, αποτελώντας την ιστορική, αλλά και αισθητική συνέχεια άλλων προσπαθειών, όπως είναι ο Ερωτόκριτος των Γ. Γιούση και Δ. Παπαμάρκου και η Πάπισσα Ιωάννα του Λ. Παπαθανάση. Έτσι, το 1800 προτείνεται σε όσους αγάπησαν τα παραπάνω, συνθέτοντας μια πολεμική περιπέτεια εποχής, που συνδυάζει στοιχεία ρομάντζου και στηρίζεται σε μια ενδελεχή μελέτη του παρελθόντος, με αποτέλεσμα να έχει το ιστορικό υπόβαθρο που συναντά κανείς σε ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά καθιστούν το πρώτο βιβλίο της σειράς “1800” ένα τολμηρό διάβημα στο χώρο των εικονογραφήσεων όχι μόνο σε αισθητικό επίπεδο, αλλά και στις αντιλήψεις που κυριαρχούν γύρω από συναφείς θεματικές. Ανυπομονούμε για το επόμενο! Πηγή
  8. Κόμικς και μπλακ μέταλ μουσική. Σατανιστές και οικογενειάρχες. Γκοθάδικη μαυρίλα και καρτουνίστικο χιούμορ. Το τελευταίο κόμικ του JP Ahonen, δημιουργού κόμικς από το Τάμπερε της Φινλανδίας και πατέρα τριών παιδιών, είναι γεμάτο αντιθέσεις και γεφυρώματα. Ο λόγος για το Belzebubs, μία σειρά κόμικς που ξεκίνησε διαδικτυακά το 2016 και πρόσφατα είχαμε την ευκαιρία να δούμε την έντυπη μορφή της στα ελληνικά, από την Jemma Press. Στις σελίδες του παρακολουθούμε την καθημερινή ζωή μιας οικογένειας μπλακμεταλλάδων. Πεντάλφες, αίματα, δαίμονες, δυνατή μουσική και, φυσικά, πολύ μέικ-απ. Τα στερεοτυπικά αστεία για την οικογενειακή συμβίωση διαπλέκονται ευφάνταστα με αυτά για τον σατανισμό και τους μεταλλάδες χάρη στο καλό και αυθόρμητο χιούμορ του Ahonen. Ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στο κόμικ έδωσε η δημιουργία ενός μουσικού βίντεο κινουμένων σχεδίων σε συνεργασία με τη Century Media Records, το Blackened Call, στο οποίο οι ήρωες παίρνουν ζωή, ενώ τον Μάρτιο θα κυκλοφορήσει το πρώτο άλμπουμ του φανταστικού συγκροτήματος. Όταν ρωτάς τον δημιουργό τους ποιοι παίζουν στ’ αλήθεια, απαντάει «οι χαρακτήρες», δημιουργώντας το μυστήριο ενός incognito συγκροτήματος, στα χνάρια των Gorillaz. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που η ασπρόμαυρη χάρτινη μπάντα αγαπήθηκε τόσο από κομιξάδες όσο και από μεταλλάδες. Τον τελευταίο χρόνο το Belzebubs μεταφράστηκε – εκτός από τα ελληνικά – στα γαλλικά, τα ισπανικά και τα αγγλικά, ενώ βρίσκονται στα σκαριά οι ιταλικές και νορβηγικές εκδόσεις.Ο JP Ahonen βρέθηκε στην ελληνική πρωτεύουσα στο πλαίσιο του AthensCon 2018, όπου είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για τον ίδιο και το έργο του. Εξ όσων γνωρίζω ήταν δική σου επιδίωξη να εκδοθεί το βιβλίο στην Ελλάδα. Τι προσδοκίες είχες από την ελληνική αγορά; Ήξερα ότι η Ελλάδα είναι μία «heavy metal» χώρα, ότι υπάρχει μεγάλη metal κουλτούρα εδώ, οπότε πίστευα ότι άξιζε τον κόπο να δοκιμάσω. Φυσικά, επιφυλάξεις για το μέγεθος και τη δύναμη της αγοράς υπήρχαν. Απ’ την άλλη, στη Φινλανδία σπάνια πουλάμε πάνω από 1.000 αντίτυπα. Η αγορά εκεί είναι πολύ μικρή – είμαστε 5,5 εκατομμύρια, σχεδόν όσοι στην Αθήνα. Και απ’ αυτούς, πόσοι να ασχολούνται με κόμικς; Τα φινλανδικά δεν είναι και καμιά διεθνής γλώσσα, οπότε πρέπει να λάβεις δράση για να επεκταθείς. Προερχόμενος από μια τέτοια αγορά, η άφιξη στην ελληνική ήταν για μένα ακριβώς αυτό: μία καλή επέκταση. Ήμουν κολλημένος στο τραπέζι μου όλη την ώρα επειδή ο κόσμος δεν σταματούσε να έρχεται! Πραγματικά, η ανταπόκριση και ο ενθουσιασμός των Ελλήνων αναγνωστών με συνεπήραν. Ήλπιζα να πουληθούν μερικά βιβλία, αλλά ότι θα υπογράφω για δύο μέρες σερί; Έχω την εντύπωση ότι σπάσαμε το ρεκόρ πωλήσεων της Jemma Press στα conventions! Πριν περάσουμε στο έργο, ας σταθούμε λίγο στον δημιουργό. Πότε ξεκινά η επαφή σου με τα κόμικς; Κόμικς διάβαζα από τα 13 μου, κατά βάση γαλλοβελγικά, όπως ο Τεν Τεν και ο Αστερίξ. Εστίαζα όμως περισσότερο στο εικαστικό κομμάτι παρά στην ιστορία καθαυτή. Μου άρεσε πάντα να σχεδιάζω. Επαγγελματικά ξεκίνησε μάλλον στα 22, όταν έκανα πρακτική σε μία τοπική εφημερίδα. Ένας εκδότης έριξε την ιδέα για ένα κυριακάτικο στριπ και εγώ προσποιήθηκα πως έχω ήδη κάτι έτοιμο, ενώ δεν είχα την παραμικρή ιδέα τι να κάνω! Απλά βλέπεις μια ευκαιρία και την αρπάζεις. Δεκαπέντε χρόνια μετά, αυτό το πρώτο μου κόμικ στριπ (Villimpi Phjola) που διηγείται με χιουμοριστικό τρόπο την καθημερινότητα και τις ανησυχίες των σύγχρονων εικοσάρηδων για σπουδές, δουλειά, φλερτ, υπάρχει ακόμα κάθε Κυριακή στην εφημερίδα. Ο JP Ahonen στο AthensCon 2018 Και με τη metal; Στα 13 επίσης, όταν επιχείρησα να εξερευνήσω τη metal και να παίξω κιθάρα ο ίδιος. Την ανακάλυψα παρέα με το φίλο μου KP Alare, με τον οποίο μάλιστα γράψαμε το γκράφικ νόβελ Perkeros (Sing no Evil) – είμαστε μαζί από την πρώτη δημοτικού, και περάσαμε όλα τα στάδια παρέα: κόμικς, metal, κιθάρα, τροφοδοτούσαμε ο ένας τα ενδιαφέροντα του άλλου. Από τότε ακόμα, η metal ήταν σημαντικό κομμάτι της ζωής μου. Όταν πήγα στο πανεπιστήμιο, όμως, έπρεπε να διαλέξω: μουσική ή σχέδιο. Σπούδασα Γραφιστική στο Πανεπιστήμιο της Λαπωνίας και δεν είχα έκτοτε καθόλου χρόνο να συνθέσω ή να παίξω κιθάρα. Ξεκίνησα παράλληλα να βγαίνω, να φλερτάρω, να πίνω, να ζω φοιτητικά. Και σκούριασα. Πάντα ήταν, όμως, μία μεγάλη επιρροή στο έργο μου, καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο εγκέφαλός μου. Aπόσπασμα από το κόμικς «Perkeros» Κι έτσι φτάνουμε στο Belzebubs. Πώς προέκυψε η ιδέα για μία ιστορία που πραγματεύεται την καθημερινότητα μιας οικογένειας... μπλακμεταλλάδων; Αφού τελείωσα το προηγούμενο γκράφικ νόβελ, γεννήθηκε το πρώτο μου παιδί και είχα πήξει στη δουλειά. Έπασχα από το σύνδρομο burn-out και από κατάθλιψη. Είμαι ελεύθερος επαγγελματίας, συνεπώς δεν μπορούσα να πάρω άδεια. Γι’ αυτό συνέχισα να δουλεύω, αλλά ήμουν αρκετά δυσλειτουργικός. Πολλή πίεση. Σιγά σιγά έχανα την όρεξη να γράψω και να σχεδιάσω, μπλόκαραν όλα. Τότε σκέφτηκα ότι, είτε θα τα παρατήσω, γιατί δεν υπάρχει νόημα να πηγαίνω στο στούντιο και να κοιτάω το ταβάνι, είτε θα βρω έναν τρόπο να ηρεμήσω. Εκείνη την περίοδο είδα αρκετούς φίλους να συμμετέχουν στο Inktober*. Μου φάνηκε καλή ευκαιρία για να χαλαρώσω καλλιτεχνικά και να φτιάξω κάτι πιο ακατέργαστο και αυθόρμητο. Επηρεασμένος από την προηγούμενη δουλειά μου, χρησιμοποίησα εξαρχής δύο τύπους που παίζουν black metal μουσική. Παρέμεινα σε αυτό το πλαίσιο, διανθισμένο με στοιχεία σατανισμού, όλο τον μήνα, γιατί το βρήκα διασκεδαστικό και ξεκούραστο. Εν τέλει δεν κατάφερα να ολοκληρώσω το Inktober, έκανα γύρω στα 20 σχέδια για τα οποία δέχτηκα θετικά σχόλια. Αποφάσισα τότε να φτιάξω κάτι πιο ολοκληρωμένο στο ίδιο στιλ και να ξεκινήσω να το ανεβάζω online σε εβδομαδιαία βάση, περισσότερο σαν αυτοθεραπεία παρά σαν δουλειά. Έτσι γεννήθηκε το Belzebubs. Πιστεύεις ότι το internet προσφέρεται περισσότερο για να δημοσιεύει κανείς τη δουλειά του; Δουλεύει καλύτερα, ναι, τουλάχιστον για μένα. Μου αρέσει η αλληλεπίδραση με τους αναγνώστες: κάνουν σχόλια, βλέπω τι τους αρέσει, τι όχι. Δημιουργούνται αστεία στο κόμικ, παρατείνονται και ανανεώνονται στα σχόλια. Έχει πολύ χαβαλέ. Σε ένα πιο πρακτικό επίπεδο, είναι θετικό πως δεν υπάρχουν απαράβατες προθεσμίες, όπως στην εφημερίδα. Δεν υπάρχει επίσης περιορισμός στο μέγεθος ή το φορμά, κάτι με το οποίο μου αρέσει να παίζω. Το σημαντικότερο όμως ήταν οι ανεξάντλητες δυνατότητες που προσφέρει το μέσο για να ταιριάξεις το κόμικ με τη μουσική ή με το animation. Τι κοινά έχουν οι κομιξάδες και οι μεταλλάδες; Οι περισσότεροι μουσικοί είναι nerds. Αυτό ήταν ξεκάθαρο στα μάτια μου από την εφηβεία ακόμα. Από τα 16 μου ήθελα να κάνω ένα κόμικ για τη metal μουσική. Πάντα είχα τα κομμάτια του παζλ στα χέρια μου και επιτέλους κατάλαβα πώς να τα ταιριάξω. Στο Belzebubs γινόμαστε μάρτυρες ενός ετερόκλητου θεματολογικού παντρέματος: σατανισμός και black metal από τη μία, οικογενειακές ιστορίες από την άλλη. Παίζεις πολύ με τα στερεότυπα και των δύο πλευρών. Ειλικρινά, αισθάνομαι πως οι χαρακτήρες γράφουν τον εαυτό τους. Σε μεγάλο βαθμό είναι αυτοσχέδιοι. Είναι πράγματι αρκετά στερεοτυπικοί στις συμπεριφορές τους, αλλά κάθε τόσο εισάγω νέα χαρακτηριστικά και τους διαμορφώνω κατά το δοκούν. Είναι πολύ διασκεδαστικό. Κάποιοι χαρακτήρες εμφανίζονται σε ένα στριπ και η έκπληξή μου δεν είναι μικρότερη από αυτή των αναγνωστών. Τη μία μέρα στην οικογένεια υπήρχε ένα παιδί και την επόμενη μάθαμε ότι υπήρχαν δύο! Όπως καταλαβαίνεις, δεδομένου πως το Belzebubs ξεκίνησε σαν ένα πρότζεκτ αυτοθεραπείας, ήταν αναμενόμενο να μην είμαι τόσο σχολαστικός: δεν έκατσα να επεξεργαστώ το γενεαλογικό δέντρο. Υπάρχουν πολλές ιδέες για το πού θέλω να φτάσω, αλλά το πώς το κρατάω σαν έκπληξη ακόμα και για τον εαυτό μου. Και στο εικαστικό σκέλος όμως βλέπουμε ένα ιδιαίτερο πάντρεμα, από την άποψη του συνδυασμού των γκοθ στοιχείων με ένα πλαστικό, καρτουνίστικο σχέδιο. Μου αρέσουν οι αντιθέσεις. Βρίσκω τον συγκεκριμένο συνδυασμό αρκετά αστείο, αλλά και τολμηρό. Πολλοί φανατικοί έχουν πρόβλημα με αυτό, αλλά από την άλλη οφείλεις να μην περιορίζεσαι από τις όποιες – πιθανές ή εκπεφρασμένες – αντιδράσεις. Οι φανατικοί της black metal ή οι σατανιστές δεν τρελαίνονται να τους απεικονίζεις να κάνουν χαζομάρες, όπως να κόβουν κεφάλια αγγέλων ή να παίζουν ντόμινο με ταφόπλακες. Τι να περιμένουμε από σένα το επόμενο διάστημα; Ετοιμάζω το δεύτερο μουσικό βίντεο των Belzebubs για τον Φεβρουάριο, ενώ τον Μάρτιο λογικά θα κυκλοφορήσει το πρώτο άλμπουμ της μπάντας. Παράλληλα έχω καταπιαστεί και με την εικονογράφηση ενός βιβλίου Ιστορίας. Γενικά, πρέπει να οργανωθώ γιατί το πρόγραμμά μου δεν βγάζει κανένα νόημα, τρέχω διαρκώς να προλάβω προθεσμίες. Χαίρομαι πάντως που η δουλειά μου είχε αυτήν την απρόσμενη επιτυχία. Η μεγαλύτερή μου ανταμοιβή είναι η αγάπη που δείχνει ο κόσμος. * Διαδικτυακό «παιχνίδι» κατά το οποίο σχεδιαστές απ’ όλο τον κόσμο κοινοποιούν στα μέσα δικτύωσης ένα σκίτσο με μελάνι τη μέρα, καθ’ όλη τη διάρκεια του Οκτώβρη. Και το σχετικό link...
  9. JP Ahonen: Αν αφαιρέσεις όλη τη φάση του σατανικού black metal, θα βρεις μια αγαπημένη οικογένεια στο Belzebubs Με αφορμή το νέο album Belzebubs(στα ελληνικά από την Jemma Press), για τα καθημερινά ευτράπελα μιας οικογένειας…blackmetal-άδων, αλλά και την παρουσία του στο φετινό AthensCon, το Smassing Culture βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει με τον δημιουργό JP Ahonen για την οικογένεια, τα comics, ελληνικά, φιλανδικά και διεθνή αλλά και τι θα δούμε στο μέλλον… 1)Η ιδέα της μείξης του extreme black metal ήχου με τις χιουμουριστικές καταστάσεις μιας οικογένειας είναι αρκετά συναρπαστική και παράδοξη. Πως οδηγήθηκατε σε αυτή; Το Belzebubs ξεκίνησε περίπου σαν ατύχημα, καθώς έφτιαχνα αυτοσχέδια μικρά gags για το Inktober πριν λίγα χρόνια. Υπέφερα από burnout και κατάθλιψη εκείνη την περίοδο και χρησιμοποιούσα την πρόκληση του Inktober για να χαλαρώσω σαν καλλιτέχνης και συγγραφέας. Νομίζω ότι οι black metal χαρακτήρες προήλθαν από το graphic novel μου Sing No Evil (Perkeros,στα Φιλανδικά), που επίσης περιείχε μια metal μπάντα. Είχα διασκεδάσει πολύ σχεδιάζοντας αυτούς τους απλούς ασπρόμαυρους χαρακτήρες και το έκανα ένα χαλαρό θέμα για τον υπόλοιπο μήνα. Δεν κατάφερα να τελειώσω το Inktober ( νομίζω έκανα περίπου 20 σκίτσα ή κάτι τέτοιο) αλλά οι χαρακτήρες και το concept started συνέχισαν να με «ενοχλούν» και έτσι το σκέφτηκα λίγο παραπάνω την άνοιξη που ακολούθησε. Δεν είχα ξαναδοκιμάσει ποτέ webcomics, οπότε απλά σκέφτηκα να κρατήσω το Belzebubs σαν ένα διασκεδαστικό side project για αυτοθεραπεία, ξέρεις, και έτσι ξεκίνησα να δημοσιεύω κάποια επανασχεδιασμένα σκίτσα κάθε Παρασκευή. 2) Έχουμε ξαναδεί παρέα φίλων ως διάσημη black metal μπάντα πριν, αλλά όχι μια οικογένεια. Σαν δημιουργός, ποιες είναι οι δυναμικές που βλέπετε να δημιουργούνται στο έργο; Το concept υπήρχε από την αρχή. Μου άρεσε η αντίθεση του να βάζω αυτούς τους σκυθρωπούς τύπους σε εντελώς καθημερινές, βαρετές καταστάσεις και ακόμα διασκεδάζω πολύ με αυτές τις σκηνές. Τα comics μου πάντα είχαν έναν ισχυρό indie/slice-of-life τόνο και αυτό υποθέτω πως είναι κομμάτι του στυλ μου. Κοιτώντας πίσω όλα τα projects που έχω κάνει τα τελευταία 20 χρόνια, είναι εύκολο να εντοπίσω πως δημιουργήθηκε αυτό και φαίνεται παράξενο πως τελικά πήρε τόσο πολύ να εκδηλωθεί. Αφού ειπώθηκε αυτό, είμαι πολύ χαρούμενος που κάνω κάτι τέτοιο τώρα και όχι 15 χρόνια πριν 3)Τι αντιδράσεις περιμένεις από χώρες με μια πιο συντηρητική ή ακόμα και οπισθοδρομική άποψη πάνω στις οικογενειακές αξίες, όπως η Ελλάδα; Λοιπόν, αν αφαιρέσεις όλη τη φάση του σατανικού black metal , θα βρεις μια αγαπημένη οικογένεια στο Belzebubs, έτσι δεν είναι; 4) Ποιες είναι οι σκέψεις σου για την ελληνική black metal σκήνή? Δεν έχω πολλές γνώσεις για τις ελληνικές μπάντες, αλλά ακούω A Diadem of Dead Stars αρκετά συχνά τελευταία. Μου αρέσει αυτό που κάνουν 5) Και για την ελληνική σκηνή κόμικ; Ξέρω λίγους καλλιτέχνες, αλλά ανυπομονώ να βρω νέα πράγματα όταν έρθω για το AthensCon! Αυτό είναι και μέρος της γοητείας του να πηγαίνεις σε συνέδρια και φεστιβάλ στο εξωτερικό, βρίσκεις νέα στυλ, καλλιτέχνες και ιστορίες που δεν θα έβρισκες διαφορετικά. Πρέπει να αναφέρω εδώ ότι αγαπώ την δουλειά του Kώστα Κυριακίδη, τον οποίο ξέρω από την ανθολογία Flight, πάνω στην οποία συνεργαστήκαμε. 6) Εσύ, σαν καλλιτέχνης, έχεις κάποια αγαπημένα (black) metal comics; Προσπαθώ να κρατώ το κεφάλι μου χαμηλά και να εστιάζω στα δικά μου πράγματα, έτσι δεν ψάχνω άλλους δημιουργούς που υπάρχουν στο είδος. Θυμάμαι να διαβάζω το πρώτο volume του Black Metal από τους Chuck BB & Rick Spears όταν είχε πρωτοβγεί, οπότε μάλλον πρέπει να το αναφέρω αυτό εδώ. Βασικά τώρα θυμήθηκα ότι πρέπει να τσεκάρω και τα υπόλοιπα volumes. 7) Στην διεθνή σκηνή comic ποιοι καλλιτέχνες σε έχουν επηρεάσει περισσότερο; Ω, υπάρχουν πάρα πολλοί! Θαυμάζω τους επίσης Flight artists Tony Cliff, Becky Cloonan, και Vera Brosgol, πολύ, για να αναφέρω μερικούς, . Και μετά υπάρχουν φυσικά οι Jeff Smith, Steve Purcell, Mike Mignola κτλπ. Από την φιλανδική σκηνή θα αναφέρω τους Tiitu Takalo, Ville Pirinen, Tommi Musturi, Anni Nykänen και Emmi Nieminen για παράδειγμα. Αλλά αφήνω απέξω πολλούς, η λίστα είναι τεράστια. . Επίσης να αναφέρω πως η μουσική έχει επηρεάσει πολύ την τέχνη και τον τρόπο σκέψης μου τόσο όσο το σχέδιο και τα comics (ίσως και ακόμα παραπάνω). 8) Τι επιφυλάσσει το μέλος για τους Βelzebubs; Άλλα project σε αναμονή? Λοιπόν, προς το παρόν προσπαθώ να συναρμολογήσω το επόμενο μουσικό βίντεο και το art work για το full-length album , οπότε, αν όλα πάνε καλά, θα τα δούμε και τα δύο από αρχές του χρόνου. Θα κάνω πολλές περιοδείες το 2019, καθώς το βιβλίο θα κυκλοφορήσει σε ΗΠΑ, Ιταλία και Νορβηγία. Πέρα από το Belzebubs, θα ασχοληθώ και με ένα άλλο strip, το οποίο δημοσιεύεται σε μια τοπική εφημερίδα στην Φιλανδία, το οποίο μάλιστα τρέχει 15 χρόνια τώρα, οπότε θα με κρατήσει αρκετά απασχολημένο. https://youtu.be/sxzb00dqNg4 Πηγή
  10. Συνέντευξη του εκδότη Λευτέρη Σταυριανού στο περιοδικό δρόμου Σχεδία για το τεύχος 64 (Νοέμβριος 2018)
  11. Οι Belzebubs είναι μια άκρως ιδιάζουσα περίπτωση στο black metal κύκλωμα, αφού όλα ξεκίνησαν μέσω ενός κόμικ, σε μια από τις σημαντικότερες χώρες του ακραίου ήχου, τη Φιλανδία. Το φανταστικό, κυριολεκτικά και μεταφορικά, φαινόμενο των Belzebubs, κυκλοφόρησε το πρώτο του single φέτος το καλοκαίρι, και ο πατέρας τους, θα βρίσκεται στις 1 και 2 Δεκεμβρίου στο Athenscon. Το Metal View μίλησε με τον JP Ahonen, για όλα τα μυστικά πίσω από το εικονικό του συγκρότημα και την black metal οικογένεια που αποτελούσε υποσυνείδητα ένα εφηβικό όνειρο. - Πρώτα απ'όλα, θα ήθελα να σε ρωτήσω, πως προέκυψε η αγάπη σου για τον extreme metal ήχο; Είμαι μεταλλάς από την ηλικία των 12-13 περίπου. Ξεκίνησα αρχικά με κάποια thrash και doom metal ακούσματα και στη συνέχεια ασχολήθηκα γρήγορα σε πιο progressive υλικό το οποίο εν μέρει με βοήθησε στη τέχνη μου και τον τρόπο σκέψης μου από τότε. Πιστεύω πως το black metal και το death metal μπήκαν στη ζωή μου πιο έντονα όταν ξεκίνησα να δουλεύω πάνω στο graphic novel μου Sing No Evil, ή αλλιώς, Perkeros στα Φιλανδικά. - Λίγα χρόνια πριν, ξεκίνησες κάποια black metal σχέδια με το όνομα Belzebubs, πώς αποφάσισες να δημιουργήσεις μια εικονική μπάντα με τους χαρακτήρες του comic σου; Υποθέτω ότι ήταν πάντα στο dna μου, καθώς ο συνδυασμός μουσικής και κόμικς ήταν ένα όνειρο που είχα από πολύ μικρός. Βέβαια αυτό δε δούλεψε αφού όταν ξεκίνησα εστιάστηκα περισσότερο στην εικονογράφηση και τα κόμικς και είχα πολύ λίγο χρόνο για να ασχοληθώ με συνθέσεις ή να παίξω κιθάρα. Ακόμα και με το Belzebubs, η πρώτη ιδέα αποτελούταν από κάτι πιο απλοϊκό, όπως ένα κλιπάκι 20 δευτερολέπτων με μια χαζή μουσική που θα έφτιαχνα εγώ ή κάποιοι φίλοι μου, μουσικοί. Βέβαια, όταν οι Belzebubs έγιναν viral, σκέφτηκα μήπως μπορεί να ενδιαφερθεί κανείς για κάτι πιο σταθερό και προγραμματισμένο, κι έτσι εδώ είμαστε τώρα. - Για τη δημιουργία των Belzebubs, επηρεάστηκες καθόλου από τους Dethklok; Όχι. Βέβαια έχω έναν φίλο που εργαζόταν πάνω στο Metalocalypse αλλά ποτέ δεν ήξερα τι ακριβώς ήταν χαχαχα. Την πρώτη φορά που έμαθα για το συγκρότημα ήταν όταν με ρώτησε ο κιθαρίστας μας αν παρακολουθούσα τη σειρά κτλ. Έχω δει μόνο δύο από τα βίντεο κλιπ τους αλλά ποτέ δεν το παρακολούθησα παραπάνω. Πιθανώς για το καλό μου, ώστε να επικεντρωθώ στο πλάνο μας. - Φέτος οι Belzebubs κυκλοφόρησαν το single "Blackened Call", ποια είναι η ανταπόκριση των metalheads μέχρι στιγμής; Δεν ξέρω, αλήθεια. Όπως είπα, μου αρέσει να έχω το κεφάλι κάτω και να επικεντρώνομαι στη δημιουργία ενός, όσον το δυνατόν, ακόμα καλύτερου υλικού χωρίς να νοιάζομαι και να ανησυχώ με το σε ποιους αρέσει και σε ποιους όχι. - Είσαι και εσύ μήπως κάποιο μέλος των Belzebubs; Όχι, η μπάντα αποτελείται αποκλειστικά από τους Sløth, Obesyx, Hubbath and Samaël. - Υπάρχουν σχέδια για κάποιο ολοκληρωμένο άλμπουμ των Belzebubs; Αυτή την περίοδο γίνεται η μίξη και αναμένεται η κυκλοφορία στα τέλη του Μαρτίου. Όλες οι δημοσιεύσεις που μπορεί να δει ο κόσμος θα είναι στο site μας, belzebubs.com, καθώς και στα social media, όπως στο http://www.facebook.com/belzebubsofficial. - Ποιος είναι ο αγαπημένος σου χαρακτήρας από τους Belzebubs; Τους αγαπώ όλους πραγματικά. Μου αρέσει όλο το cast, γιατί υπάρχει ποικιλία και μίξη σε κάθε μια περσόνα, που θέλω να παίζω με τους χαρακτήρες τους, ρίχνοντας λίγο φως στο πίσω μέρος του μυαλού τους, τα επτασφράγιστα μυστικά τους, τις ελπίδες και τα όνειρα που έχουν. Υπάρχει ένα κομμάτι του χαρακτήρα μου σε κάθε μία περσόνα ξεχωριστά. - Το πρώτο Σαββατοκύριακο του Δεκέμβρη θα βρίσκεσαι στο Athenscon. Τι να περιμένουμε σε αυτό; Ναι ανυπομονώ! Θα βρίσκομαι εκεί με την ευκαιρία της ελληνικής έκδοσης του πρώτου τόμου των Belzebubs από τη Jemma Press. Θα έχουμε κάποια cool giveaways στο περίπτερο Β33 και θα υπογράφω και βιβλία φυσικά. Επίσης, σκέφτομαι να φέρω και κάποιο merch των Belzebubs μαζί μου. - Γνωρίζεις κάτι σχετικά με την ελληνική σκηνή; Όχι πολύ, αλλά μ'αρέσουν οι A Diadem of Dead Stars. Νομίζω είναι ελληνική σωστά; Φυσικά πάντα είμαι πρόθυμος να ακούσω μερικές προτάσεις! - Σχετικά με τα comics, ποια είναι τα επόμενα σου σχέδια; Όου, αυτή είναι μεγάλη ερώτηση. Νομίζω ο βασικός στόχος θα συνεχίσει να είναι τα κόμικς και τα δικά μου projects. Αυτή τη στιγμή συνεχίζω και ασχολούμαι με διάφορα ανεξάρτητα έργα για να έχω ένα αξιοπρεπές εισόδημα. Συνεχίζω φυσικά με το Belzebubs, κι έχω και ένα ακόμη κόμικ, κάθε εβδομάδα σε μια τοπική Κυριακάτικη εφημερίδα στη Φιλανδία, το Villimpi Pohjola. Αυτές είναι προς το παρόν και οι δυο μεγαλύτερες προτεραιότητες στο έργο μου. - Ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη, οι τελευταίες λέξεις είναι δικές σου... Σε ευχαριστώ κι εγώ για τη φιλοξενία. Ελπίζω παιδιά να σας δω στο Athenscon! Και το σχετικό link...
  12. Το Φάντασμα-Το νοτιοκορεάτικο manga (manhwa) είναι μια καλοζυγισμένη δυστοπική ιστορία δράσης Επιστροφή σε μια παλαιότερη μετάφραση της  Jemma Comics, που αποτελεί την ιδανική εναλλακτική για όσους θέλουν να πειραματιστούν με αυτή την ιδιαίτερη φόρμα manga. Για όσους δεν γνωρίζουν, τα Manhwa είναι τα Κορεάτικα Manga/Comics (Νότια Κορέα προφανώς)τα οποία τα διαβάζεις όπως τα δυτικά comics από τα αριστερά προς τα δεξιά. Ένας μεγάλος αριθμός Manhwa, σε αντίθεση με τα Manga είναι ολοκληρωτικά χρωματισμένα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι υστερούν σε ποιότητα τα σχέδια, πράγμα το οποίο είναι μια φρέσκια και ευπρόσδεκτη αλλαγή από την ασπρόμαυρη μονοτονία των Manga. Δυστυχώς, ένα αρνητικό στοιχείο των Manhwa σε αυτήν την λίστα είναι ότι τα περισσότερα είναι Web-Comics, δηλαδή δεν εκδίδονται σε υλική μορφή Manga/Comic άρα μπορείς να τα βρεις μόνο στο ίντερνετ. Yπάρχουν δεκάδες Manhwa που ανταγωνίζονται ή και ακόμα ξεπερνάνε σε ποιότητα τα κλασικά και πλέον πασίγνωστα manga τα οποία ανήκουν στην Ιαπωνική κουλτούρα. Μια παλαιότερη λίστα με προτάσεις για webcomic αυτού του είδους θα βρεις εδώ . Η Κορέα του 2020 είναι ο τόπος και ο χρόνος όπου τοποθετείται το manhwa δηλαδή ο αναγνώστης του τώρα απέχει δυο χρόνια από την φανταστική ημερομηνία. Ωστόσο, το μέλλον όπως περιγράφεται από τον Seok Jeong-Hyun βρίσκει τον ανθρώπινο πληθυσμό κατά 60% μειωμένο από αυτόν στις αρχές του 20ου αιώνα, αφού οι φυσικές καταστροφές και οι εμφύλιες συρράξεις έχουν εξολοθρεύσει το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας. Εκεί λοιπόν γίνεται μια συμφωνία για παύση οποιασδήποτε πολεμικής σύρραξης και ο πλανήτης διανύει ίσως την πρώτη περίοδο ολοκληρωτικής ειρήνευσης. Έτσι το άλλοτε τηλεπικοινωνιακό κέντρο της Κορέας περνά την περίοδο της επονομαζόμενης Αναγέννησης που συνδέεται από τον μαρασμό της τηλεόρασης ως μέσο πληροφόρησης και την ταυτόχρονη ανάδειξη του ίντερνετ. Μια τρομοκρατική επίθεση έρχεται να ταράξει το ειρηνευτικό προσωπείο της Συμμαχίας των Εθνών. Μια νεαρή δημοσιογράφος μαζί με τον καμεραμάν καταγράφουν το γεγονός, χωρίς να είναι πιστοποιημένοι από την αστυνομία που οργανώνεται πια σε Πολιτοφυλακές και έτσι ξεδιπλώνεται όλη η διαφθορά του κρατικού μηχανισμού αλλά και ένα μυστικό από το οποίο εξαρτάται η τύχη όλης της ανθρωπότητας. Η κριτική στα ΜΜΕ ως μέσο στήριξης της κυρίαρχης πολιτικής με βάση τον φόβο και την παραπληροφόρηση δεν απέχει πολύ από τα fake news και τα πληρωμένα τρολλ που κατακλύζουν το διαδίκτυο. Εξάλλου, μεγάλο μέρος της ρητορικής του Τραμπ προεκλογικά και μετεκλογικά αναλώθηκε στην θυματοποίηση του από τον «κίτρινο» τύπο. Όμως στην Κορέα της Συμμαχίας των Εθνών η παραπληροφόρηση γίνεται σε ένα πλαίσιο υπεραναπτυγμένης τεχνολογίας, όπου οι Πολιτοφυλακές έχουν ειδικούς ρομποτικούς εξωσκελετούς για τα μέλη τους. Στην πραγματικότητα, αυτό που θίγεται είναι η σχέση των τηλεοπτικών σταθμών με τις Πολιτοφυλακές, όπου οι δεύτερες χρηματοδοτούν τους πρώτους για την ανάδειξη της αποτελεσματικής τους δράσης στην διαδικασία ειρήνευσης που τόσο διατείνεται το καθεστώς. Όμως η νεαρή δημοσιογράφος μπαίνει στο στόχαστρο όχι για την επαγγελματική της ιδιότητα αλλά επειδή είναι μέρος μυστικού πειράματος που σχετίζεται με την άμβλυνση των αισθήσεων στα πλαίσια δημιουργίας εξελιγμένων ανθρώπινων όντων. Ζητήματα βιοηθικής μπολιασμένα με έντονες σκηνές δράσης και καταδίωξης διατρέχουν το σύνολο του manhwa. Το αισθητικό μέρος είναι ίσως αυτό που θα εκπλήξει ευχάριστα αναγνώστες και μη των manhwa. Κυρίαρχοι οι σκουρόχρωμοι τόνοι και οι αποχρώσεις του γκρι που έρχονται σε αντίθεση με το λαδί και τα άσπρα συννεφάκια κειμένου. Οι σκηνές δράσης φωτίζονται από τις εκρήξεις με τόνους κόκκινου και πορτοκαλί, ξεκουράζοντας το μάτι. Η αφήγηση ακολουθεί την καταιγιστική δράση με σύντομες περιγραφές και διαλόγους, ενώ στο τέλος ακολουθεί αναλυτική περιγραφή της υπόθεσης και επιπλέον σκηνές που δεν χρησιμοποιήθηκαν στο τελικό αποτέλεσμα. Με λίγα λόγια, τόσο η καλή ποιότητα της έκδοσης όσο και της επιμέλειας από την Jemma Press καθιστούν το «Φάντασμα» μια θαυμάσια εναλλακτική για τους λάτρεις ή μη του είδους. Πηγή
  13. World War Sapiens- Ενάντια στον φασισμό σε κάθε παράλληλο σύμπαν Το ιδιαίτερο και οξύ στυλ του Δημήτρη Καμένου δεν μας είναι ξένο. Ήδη, στο Mεφίστο, στις τέσσερις συνέχειες του «Homo”, και στο συμπλήρωμά του, την ανθολογία «Homo: Ιστορίες από το Μέτωπο«, η ανάμειξη φανταστικού και πραγματικού, το παιχνίδι με τα όρια του cult και το στιβαρό σχέδιο παραμένουν κυρίαρχα στοιχεία. Το War World Sapiens έρχεται σε αυτό το κλίμα, με αυτά τα χαρακτηριστικά και αυτόν τον τόνο για να επεκτείνει την ιστορία του Μεγάλου Γονιδιακού Πολέμου, την δική του εκδοχή του Β Παγκοσμίου Πολέμου, όπου τον ρόλο των Ναζί παίζουν οι Homo Sapiens και οι Neanderthal της Γενοσοσιαλιστικής συμμαχίας, ενώ τη θέση των Συμμάχων έχουν άλλα, διαφορετικά ανθρώπινα είδη. Ο Δημήτρης Καμένος, στην παράλληλη αυτή εξιστόρηση/ διασκευή του Πολέμου, δεν μένει απλά στη μεταφορά των γεγονότων σε ένα σκηνικό διαφορετικό, μεταξύ steampunk και fantasy, αλλά μπολιάζει την αφήγηση με πολλά στοιχεία από τη μαζική κουλτούρα: ταινίες, κόμικ και σύγχρονα τραγούδια βρίσκουν τον χώρο και τον χρόνο για να γίνουν κομβικά μέρη της ιστορίας αλλά και της Ιστορίας του αλλοπρόσαλλου αυτού κόσμου. Ένα ενδιαφέρον παιχνίδι που κρύβεται στις σελίδες του WWS είναι η αναγνώριση των στοιχείων αυτών, αλλά και των συμβόλων που ο Καμένος χρησιμοποιεί για να υποδηλώσει πρόσωπα, καταστάσεις και γεγονότα από την ιστορία του δικού μας Πολέμου. Ταυτόχρονα, ο Πόλεμος που γίνεται λόγος στις σελίδες του κόμικ δεν είναι απλά μια καπιταλιστική διαμάχη. Ο Καμένος, όντας δημιουργός που ποτέ δεν κρύφτηκε ή μάσησε τα λόγια του για τον φασισμό, φέρνει στο προσκήνιο θέματα πολιτικά και κοινωνικά για την παράλογη, βάναυση και σκοταδιστική ιδεολογία του φασισμού και το πώς γίνεται να μισείς έναν άνθρωπο απλά και μόνο επειδή είναι διαφορετικός από σένα. Η επιλογή να εστιάσει περισσότερο στις δυνάμεις του Άξονα ρίχνει φως σε αυτήν την παράνοια και δεν είναι τυχαία. Οι δυνατές γραμμές και οι σκιές του Καμένου αποκαλύπτουν τις απάνθρωπες σκιές στα μυαλά των ναζιστών. Ταυτόχρονα βέβαια αναδύεται το ερώτημα: υπάρχει δρόμος πέρα από την βία; Υπάρχει ένα μέλλον όπου όλα τα είδη ανθρώπων ζουν μαζί; Ο Καμένος, μέσα από το ιδιαίτερο, nerd χιούμορ του, μας λέει ναι. Και όχι μόνο για όλα τα είδη, αλλά και για όλες τις διαδρομές της ζωής, όλα τα φύλα, όλα τα μεγέθη! Εξάλλου, μια από τις πιο βασικές μορφές του κόμικ, η οποία ενσαρκώνει αυτή την δυναμική είναι και η σκληροτράχηλη «Σιδηρά Βαλκυρία», η φλόγα της Σιλεσιοπομερανικής αντίστασης! Στο στυλ του δημιουργού παρατηρούνται αλλαγές. Κυρίαρχη είναι η απουσία χρώματος, μια επιλογή καθαρά προσωπική. Έτσι, σε αντίθεση με τους σκούρους, γήινους τόνους του HΟΜΟ, το World War Sapiens εμφανίζει έναν πολύ πιο ώριμο, σίγουρο για τον εαυτό του και σοβαρό τόνο, ο οποίος όχι μόνο δεν στερεί κάτι από την συνολική εικόνα, αλλά στηρίζει την ιστορία, πότε ερχόμενος σε αντίθεση με το λεπτό χιόυμορ του δημιουργού (και άρα ενισχύοντάς το), και πότε προσδίδοντας ένταση και βάρος. Βλέπουμε δηλαδή ένα πολλαπλό ασπρόμαυρο και έναν δημιουργό που μπορεί να το μεταχειρίζεται με μια αξιοσημείωτη ελευθερία, την οποία το χρώμα, όσο στρωτό και αν ήταν στο «Homo”, ίσως την στερούσε. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, το World War Sapiens αποτελεί το πρώτο βήμα της (επαν)ασχολίας με τον Μεγάλο Γονιδιακό Πόλεμο, μονάχα το κατώφλι των περιπετειών του Αρχινεκρομάντη Μπάρετ και των άλλων μορφών που συχνάζουν στο μπαρ του Ντικ, το ουδέτερο καζαμπλανκικό μπαρ στην άκρη του κόσμου. Στην αρχή της μεγάλης ιστορίας, κάποιες φορές παρατηρούμε τον Δ. Καμένο να ενθουσιάζεται και να χάνει τον ρυθμό των πραγμάτων που θέλει να πει, σαν να μην μπορεί να βάλει χαλινάρι και ρυθμό στη φαντασία του. Ωστόσο, αυτό μπορεί να οφείλεται στη χαρά για τη δημιουργική ελευθερία των περισσότερων σελίδων, σε αντίθεση με το περιορισμένο μέγεθος των τευχών του «Ηomo”. Επίσης, μιας και το κόμικ αποτελεί συνέχεια των ιστοριών και του κόσμου του Homo, ενδείκνυται οι αναγνώστες να έχουν μια εικόνα του τι και του πως… Όπως και να έχει, ανυπομονούμε να δούμε και άλλες ιστορίες από την παράλληλη αυτή ιστορία, η οποία μας δείχνει τελικά πολλά πράγματα για την δική μας ζωή, παρελθούσα και μελλοντική. Πηγή
  14. Βαλκυρία: Ο Δέκατος Κόσμος- Το επικό φινάλε ενός αλλιώτικου Ragnarok Η σειρά Βαλκυρία, με τα δύο της επεισόδια, φτάνει στο τέλος της. Το πρώτο, το Νεκρικό Ψύχος μας είχε απασχολήσει και στο παρελθόν. Τώρα, το » Ο Δέκατος Κόσμος» (εκδόσεις Jemma Press) φέρνει τα πράγματα στο λυκόφως τους. Πως είναι όμως αυτό το φινάλε; Τι έχει να πει αυτό το αλλιώτικο Ράγκαροκ και τελικά γιατί έπρεπε να γίνει; Το Νεκρικό Ψύχος είχαμε πει πως ήταν μια απόπειρα για να δοθεί ένα νέο περιεχόμενο, μια διαφορετική αφήγηση για την σκανδιναβική μυθολογία. Να ξεφύγουν οι ιστορίες που, ορμόμωμενες από αυτή, λένε ξανά για τον Θορ και τον Λόκι, τον Όντιν και την Φρέγια, τον τεράστιο Φένριρ και την ουδέτερη Χέλα. Ο σεναριογράφος Sylvain Cordurié, ο Drazen Kovacevic στο σχέδιο και ο Simon Champelovier στον χρωματισμό προσπάθησαν και μας έδωσαν έναν κόσμο όπου ο χρόνος είχε σπάσει, κατά το σαιξπηρικό time is out of joint. Ένα κόσμο όπου ο Φέρνιρ δεν ήταν ένας αλλά αγέλη, η Χέλα μια γοητευτική πλανεύτρα και το Ράγκαροκ όχι φόβος, αλλά λυτρωμός από τις δυνάμεις του παρελθόντος, τους μύθους που τρέφονται με αίμα και κρατούν τους ανθρώπους δέσμιους της άγνοιας. Η συνθήκη της Βαλκύριας ήταν μία όπου το παρελθόν, με όλη την φρικτή μυσταγωγία του ξυπνά από ένα λήθάργο αιώνων και αναγορεύει πως το μέλλον του ανήκει. Αυτή τη κατάσταση δεν υπήρχαν πια θεοί να την σταματήσουν, δεν υπήρχε το φως τους, με αυτή την τόσο γοητευτική, εξανθρωπισμένη και γήινη διάσταση που έχει η νορβηγική μυθολογία. Το παρελθόν τους είχε καταπιει και αυτούς. Τέρμα ο Θορ και τα παιχνίδια του Λόκι, οι σοφίες του Όντιν και η ομορφιά του Μπάλντερ. Τώρα ο φακός της Ιστορίας εστιάζει στους δευτεραγωνιστές, τον ατιμασμένο αγγελιοφόρο Χέρμοντ, μια έκπτωση Βαλκύρια και ένας νεαρός πρίγκηπας με τους συντρόφους του. Οι τελευταίοι είναι ίσως το πιο αδύναμο κομμάτι της Βαλκύριας, ωστόσο δεν αναιρούν την ευχαρίστηση από την αφήγηση, ούτε στα σημεία κίνησης/ δράσης της, ούτε στο περιρρέοντα λόγο της μυθολογικής ανατροπής. Αυτό που πραγματικά αποτελεί την αιχμή του δόρατος της Βαλκύριας είναι το σχέδιο και κυρίως το χρώμα των Kovacevic και Champelovier αντίστοιχα. Το πρώτο δίνει ένα πολύ προσγειωμένο, σωματικό και προσεγμένο τόνο που δένει την αφήγηση στο συγκεκριμένο και της απαγορεύει να γίνει πολύ θεωρητική, κάτι που κάλλιστα θα μπορούσε να συμβεί. Είναι η άγκυρα με τις προσδοκίες του αναγνώστη για συνέπεια, ακόμα και αυτό αυτό οδηγεί σε κάποιες ατυχείς στιγμές, όπως η στιγμιαία σεξουαλικοποίηση κάποιων γυναικείων χαρακτήρων. Ωστόσο, το έπος ρέει μέσα στις φλέβες του σχεδίου και η ίδια η ιστορία του δίνει πολλές δυνατότητες να λάμψει και να προσφέρει ένα εντυπωσιακό και με νόημα θέαμα. Ταυτόχρονα, το χρώμα του Champelovier δίνει μια ψυχρή, σχεδόν απόμακρη διάσταση στην ιστορία, χωρίς ωστόσο να την καθιστά ανοικεία. Είναι προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις και την τοπολογία της ιστορίας, αλλά διεκδικεί και αυτό την δική του χάρη και καλλιτεχνεία, με την στρωτή υφή και την ομοιομορφία του, η οποία όμως, ανά στιγμές σπάει, σαν να σε αφήνει ο Champelovier να δεις πίσω από τις κουρτίνες του κόμικ. Αλλά μονάχα για μια στιγμή, μονάχα για μια υποψία. Τελικά, η Βαλκύρια αξίζει το ταξίδι που θα κάνετε για να την συναντήσετε. ΄Σίγουρα. Τόσο το «Νεκρικό Ψύχος» όσο και ο «Ο Δέκατος Κόσμός» κρύβουν πολλά στρώματα και μεθόδους ανάγνωσης, και είναι σίγουρος πως δεν απογοητεύσουν κανέναν, όπου και αν θελήσει να σταματήσει. Πηγή
  15. Βαλκυρία: Νεκρικό Ψύχος- Μια προσπάθεια για μια νέα φωνή στην μυθολογική περιπέτεια Σαν σεναριογράφος, ο Sylvain Cordurié μετεωρίζεται μεταξύ της σωματικής και της ψυχολογικής δράσης. Πότε με καταιγιστικά καρέ μάχης και πότε με ψυχαναλυτικά δοσμένες συγκρούσεις, εξωτερικές και εσωτερικές, καταφέρνει και πλάθει χαρακτήρες που έχουν να προσφέρουν πολλά περισσότερα από ένα απλά καλοφτιαγμένο επικό/ιστορικό κόμικ. Η νέα του δουλειά, Bαλκύρια (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Jemma Press) συνεχίζει αυτή την φόρμα. Το πρώτο από τα δύο βιβλία της Βαλκύριας, το Νεκρικό Ψύχος, επιχειρεί μέσα από τους χαρακτήρες πολυεπίπεδους να αφηγηθεί το χιλιοειπωμένο Ragnarok με έναν τρόπο που φέρει αξιώσεις πρωτοτυπίας. Κρατώντας το πνεύμα και τις βασικές λειτουργικές των επικών μυθευμάτων της Σκανδιναβίας, ο Cordurié φέρνει στο προσκήνιο την εξαρχής μείξη θεϊκού και ανθρώπινου στοιχείου, θέτοντας το πρώτο ως βάση του δεύτερου και όχι το αντίθετο. Στην Βαλκύρια, οι θεοί περιμένουν να σωθούν από τους θνητούς, όχι με μεταφυσικό τρόπο αλλά με πάρα πολύ ρεαλιστικό. Τα μυθολογικά τέρατα, όπως ο θεοκτόνος Fenrir έρχονται αντιμέτωπα με απλούς πολεμιστές και πεθαίνουν με απλούς (αλλά εικαστικά εντυπωσιακούς τρόπους). Ενδεικτικό του ολοκληρωτικού εξανθρωπισμού των καταστάσεων και των χαρακτήρων που επιχειρεί ο Cordurié είναι και ότι φέρνει στο προσκήνιο, σαν θεμελιώδη λίθο της ιστορίας της Βαλκύριας, τον Έρωτα, όχι όμως σαν εμψυχωτικό συναίσθημα που δίνει δύναμη, αλλά σαν απαγόρευση που την στερεί. To θεικό ζεύγος που ρίχνεται στην Midgard δεν επιδεικνύει παρά ελάχιστες σχέσεις αναμεταξύ τους, όχι μόνο λόγω της θεικής τιμωρίας, αλλά και των τεταμένων σχέσεων που οδήγησαν στην εξορία. Επίσης, αξίζει σίγουρα ένα μπράβο που ο Cordurié απέφυγε να χρησιμοποιήσει την πολυφορεμένη φιγούρα του Thor και προτίμησε τον πιο χαμηλών τόνων Χέρμοντ (Hermod the Brave), ο οποίος αναφέρεται στην σκανδιναδική παράδοση μόλις μία φορά, και αυτή σαν αγγελιοφόρος. Tαυτόχρονα, σε αυτό το περισσότερο εισαγωγικό τόμο, ο Cordurié θέτει τις βάσεις για την εξέλιξη των χαρακτήρων του: καθήκον ή συναίσθημα, πολεμιστής ή ηγέτης, επιβίωση ή θάνατος. Οι ήρωες περνούν από αυτά τα διλήμματα και εντάσσονται στο ατέρμονο μπρος πίσω του κόμικ ανάμεσα στο φανταστικό (στο οποίο έχουν προστεθεί πολλοί νεολογισμοί) και το πραγματικό. Εικαστικά, ο Drazen Kovacevic στο σχέδιο και ο Simon Champelovier στον χρωματισμό καταφέρνουν και φέρνουν αυτήν την ιστορία σε εμάς μέσα από ένα γκριζογάλανο πρίσμα. Με έμφαση στις κοφτές γραμμές και μεγάλη προσοχή στις ανθρώπινες εκφράσεις, που είναι ο κύριος καμβάς που μεταφέρει την ιστορία, κατορθώνουν να δημιουργήσουν μια ψυχρή ατμόσφαιρα για το περιβάλλον και μια θαλπωρή που προέρχεται από τους ανθρώπους. Αυτός ο δυισμός, βασικά ανάμεσα στα διαλεκτικά δίπολα που κυριαρχούν στο κόμικ, είναι τελικά και ένας από τους πιο σημαντικούς, αυτό που συνδέει και μεταφέρει όλα τα άλλα. Επιπρόσθετα, η καθαρά σωματική δράση, μεταφέρεται με κοφτά, ακανόνιστα καρέ, τα οποία δημιουργούν έναν ρυθμό έξαψης και έντασης, επιτυγχάνοντας τον σκοπό τους. Η Βαλκύρια (Βιβλίο 1- Το Νεκρικό Ψύχος) είναι ένα σύγχρονο κόμικ φαντασίας, το οποίο παρόλο που βουτά στην ευρωπαϊκή μυθολογική παράδοση, δεν εφησυχάζει, ούτε αρκείται στην οικειότητα της θεματικής του. Προσπαθεί να πάει παραπέρα ένα θέμα και ύφος που έχουμε δει πολλές φορές, με τρόπο που θέλει να ξαφνιάσει. Ας του δώσουμε μια τέτοια ευκαιρία. Πηγή
  16. Αν ο Δαρβίνος δεν είχε δίκιο σε όλα κι αν η εξέλιξη του ανθρώπου δεν κατέληγε σε ένα και μοναδικό είδος, ποια θα ήταν η Ιστορία; Πώς θα συμβίωνε ο Homo Sapiens με τους αποκαλούμενους προγόνους του; Πόσο ρατσισμό, βία και εκμετάλλευση θα είχε ένα τέτοιο σενάριο; Ο Δημήτρης Καμένος απαντά με το συναρπαστικό «World War Sapiens». «Οι παλαιοντολόγοι έχουν μια πρακτική. Τοποθετούν έναν σταυρό μπροστά από τα ονόματα των εξαφανισμένων ειδών. Υπάρχει π.χ. ο αγαπητός σε όλους †Tyrannosaurus Rex που εξαφανίστηκε πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια. Το ίδιο κάνουν και με τους μακρινούς συγγενείς των ανθρώπων: †Homo Habilis, †Homo ergaster, †Homo neanderthalensis κ.ο.κ. Αντίθετα από ότι πιστεύεται, η επιβίωση ενός είδους εξαρτάται όχι μόνο από την ικανότητα του να προσαρμόζεται στο περιβάλλον αλλά και από τη θεά Τύχη. Ας επισκεφθούμε λοιπόν έναν κόσμο όπου κάποιοι από αυτούς τους σταυρούς δεν μπήκαν ποτέ!» Έτσι προλογίζει το νέο βιβλίο του με τίτλο «World War Sapiens» (εκδόσεις Jemma Press) ο Δημήτρης Καμένος και προειδοποιεί τους αναγνώστες ότι πρόκειται να διαβάσουν μια εναλλακτική εκδοχή της Ιστορίας και της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους. Και είναι μια εκδοχή εφιαλτική, μια διαφορετική πραγματικότητα γεμάτη ρατσισμό, μίσος και πόλεμο, όχι, ωστόσο πολύ χειρότερη από την «πραγματική» πραγματικότητα. Στο παράλληλο Σύμπαν του Καμένου συνυπάρχουν πολλά ανθρώπινα είδη ως «χάντρες στο πολυποίκιλο κομπολόι που είναι η ανθρώπινη αλυσίδα» και μάχονται μεταξύ τους. Από το Λονδίνο, ένας απολαυστικά αστείος Ουίνστον Τσόρτσιλ με αναμμένο πούρο και ουίσκι απευθύνει διάγγελμα στον βρετανικό λαό από το τροχοφόρο κρεβάτι του και κατατροπώνει λεκτικά τους ναζί: «Οι αντίπαλες δυνάμεις του γενοσοσιαλιστικού άξονα, οι ορδές του Αλόις Χίτλερ και των άφρονων συνεταίρων του στράφηκαν εναντίον μας σαν ατσάλινη τανάλια. Αλλά τα παλικάρια μας, δυναμωμένα με ιγγλέζικο λαρδί και σκοτσέζικο μολτ πέτυχαν μια τολμηρή εκκένωση στη Δουνκέρκη». Ο μεγάλος εχθρός του δεν είναι άλλος από τη Γενοσοσιαλιστική Συμμαχία που έχει βαλθεί να εξαγνίσει την Ευρώπη από όλα τα «κατώτερα» ανθρώπινα είδη. Αλλά παρά τη δύναμη των όπλων και τις μαγικές-μαντικές ικανότητες των φασιστών, κάποιοι αντιστέκονται όχι μόνο με τα λόγια αλλά και με φλογοβόλα, με πρώτη και καλύτερη τη «Σιδηρά Βαλκυρία», τη φλόγα της Σιλεσιοπομερανικής αντίστασης! Σ’ αυτό το απίστευτο μωσαϊκό από φυλές και είδη που έχει εμπνευστεί και φιλοτεχνήσει ο Καμένος, δημιουργώντας μια μοναδική παρωδία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ανατροπές είναι διαδοχικές και συνεχείς. Αλλά στο επίκεντρο βρίσκεται διαρκώς το ερώτημα: «Μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά όλα τα είδη ή ο αλληλοσπαραγμός είναι φυσικό επακόλουθο;» Οι φασίστες τάσσονται με τη βία, ενάντια στην πολυποικιλότητα. Οι άνθρωποι αντιστέκονται. Κι η εναλλακτική Ιστορία μας διδάσκει πολλά για την επισήμως καταγεγραμμένη. Το «World War Sapiens» του Δημήτρη Καμένου έρχεται ως συνέχεια του συγκλονιστικού «Homo» που δημοσιεύτηκε σε πέντε τεύχη και έθεσε τις βάσεις και τα θεμέλια αυτού του αλλόκοτου, σκοτεινού, τρομακτικού κόσμου. Το χιούμορ εξακολουθεί να είναι διάχυτο και αβάσταχτα πικρό, ενώ η εγκατάλειψη του χρώματος και η μετατροπή της σειράς σε ασπρόμαυρη δεν αφαιρεί τίποτα από την εικαστική της αρτιότητα, αντιθέτως συνθέτει μια ακόμη πιο υποβλητική ατμόσφαιρα. Είναι, άλλωστε, δεδομένη η σχεδιαστική δεινότητα του Καμένου, την ξεκαρδιστική σειρά «Μεφίστο» του οποίου απολαμβάνετε κάθε εβδομάδα στη βάση αυτής της σελίδας, και με τη δυνατότητα που του δίνεται μέσω του μεγαλύτερου σε έκταση «World War Sapiens» συγκριτικά με τα ολιγοσέλιδα τεύχη του «Homo» το σενάριο απογειώνεται. Και απ’ ό,τι φαίνεται, θα έχει πολλές ακόμη συνέχειες με τα ανθρώπινα είδη να αντιμετωπίζουν τον φασισμό μέχρι την τελική επικράτηση. Και το σχετικό link...
  17. Μόνο για ενήλικους. Ένα αλμπουμάκι γεμάτο ερωτικά, φετιχιστικά σχέδια, από τον δημιουργό των “Yellow Boy”, “Ο Δεξιοτέχνης”, “Νικολέτ” και πολλών άλλων. O Σταύρος για πρώτη φορά δημιουργεί σκίτσα γεμάτα με ερωτική διάθεση, δροσερές κοπέλες αντικείμενο πόθου και πάθους. Καλά μην τα παραλέω κιόλας, ερωτικά μεν αλλά τους PICHARD, SERPIERI, CREPAX, MANARA δεν τους φτάνει.Τα σκίτσα έχουν το γνωστό στυλ του δημιουργού που δεν σου προκαλεί την ερωτική διάθεση. Βέβαια δεν λείπει το γνωστό χιούμορ του. Το αλμπουμάκι το προλογίζει ο Λευτέρης Σταυριανός, αν και κατά την γνώμη μου τα παραλέει λίγο. Ένα από τα αγαπημένα μου σχέδια: Η CATWOMAN παιίζοντας χαδιάρικα με τον... εαυτό της μονολογεί I GET BATS IN MY STOMACH. 4 σκιτσάκια ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ 18 ΜΗ ΤΖΙΖ Αφιέρωμα στον Σταύρο Κιουτσιούκη
  18. GreekComicFan

    ΜΕΤΑΛΛΑΔΕΣ

    Άμα σκεφτεί κανείς πόσο σταθερά δημοφιλές είναι το μέταλ (με όλα τα παρακλάδια του) στην χώρα μας, θα περίμενε να υπάρχουν περισσότερα κόμικς και στριπς αφιερωμένα σε αυτό από την Ελληνική σκοπιά. Παρόλα αυτά οι εκδόσεις που έχουν σχέση με το ιδίωμα μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού και το Μεταλλάδες ήρθαν να προστεθούν ανάμεσα σε αυτές. Με ένα σχέδιο που στην αρχή δείχνει πρωτόλειο αλλά ταιριαστό τελικά (έχω την εντύπωση πως έγινε σκόπιμα έτσι), τα μονοσέλιδα στριπς που περιλαμβάνονται στην έκδοση παρουσιάζουν διάφορες χιουμοριστικές καταστάσεις από τον μεταλόκοσμο που δείχνουν τόσο οικείες και εύστοχες. Βέβαια, ένα μεγάλο μέρος του άλμπουμ είναι εσωτερικής κατανάλωσης - άμα δεν είναι κάποιος μεταλάς ή δεν έχει στενή σχέση με μεταλάδες δεν θα καταλάβει τα αστεία - αλλά σίγουρα υπάρχουν και στοιχεία που μπορεί ο οποιοσδήποτε να τα πιάσει, και ίσως να ταυτιστεί κιόλας. Το άλμπουμ κατά μεγάλο μέρος αποτελείται από υλικό που είχε παρουσιαστεί αρχικά στην σελίδα του Socomic, αλλά έχει και ένα 10σέλιδο με έξτρα υλικό που χωρίζεται κατά το ήμισυ σε γκεστ συμμετοχές άλλων κομίστων (έχει και μπόνους Πόναν ο Μάρμαρος π.χ.), και σε νέο υλικό από τον δημιουργό του κόμικ, που όμως για αυτές τις έξτρα σελίδες επιλέγει να διασκευάσει μουσικά ιστορικά συμβάντα που είναι ευρέος γνωστά. Δεν πιστεύω πως το Μεταλλάδες χρειάζονται ιδιαίτερη προώθηση από εμένα. Το κοινό του είμαι σίγουρος πως το έχει ανακαλύψει. Πρώιμα σχόλια μάλιστα που άκουσα, λένε πως πρέπει να πήγε πολύ καλά στην πρεμιέρα του στο Comicdom Con Athens 2017. Για τους υπόλοιπους όμως προτείνω τουλάχιστον να του ρίξετε μια ματιά. Όλο και κάτι θα σας κάνει να γελάσετε. Α, και η εκτύπωση είναι μια από τις καλύτερες και έντονες που έχει έγχρωμη έκδοση της Jemma, αλλά αυτό βρίσκω να είναι γενικά φετινό συν. Μπόνους και το χοντρούτσικο ιλουστρασιον χαρτί.
  19. totally_wired

    ΗΡΩΕΣ!

    Μια έκδοση σαν μικρό φανζινάκι που προέκυψε από τη συνεργασία των σχολών του Ορνεράκη με την Jemma. Το φθινόπωρο του 2016 έγινε ένας διαγωνισμός με θέμα "ΗΡΩΕΣ - Υπέρ, Αντί, Φανταστικοί ή Καθημερινοί". Στο τευχάκι δημοσιεύονται οι ιστορίες των νικητών. Όλες είναι 5 σελίδες ενώ υπάρχουν και βιογραφικά στοιχεία των δημιουργών. Το εξώφυλλο είναι της Aniro (Παναγιωτοπούλου Ντορίνα) γνωστή για τα όμορφα φανζινάκια της η οποία κέρδισε και το πρώτο βραβείο με την Ιστορία The Blue Moon. Δεύτερο βραβείο στον Θάνο Μπαγγέα, με την ιστορία Amore Espresso και τρίτο βραβείο στον Κώστα Τσελεπατιώτη με την ιστορία Μια ακόμα απαγωγή. Το εξώφυλλο είναι σύνθεση με τους χαρακτήρες όλων των δημιουργών. Όλο το τευχάκι διαβάζεται ευχάριστα μέσα σε ελάχιστα λεπτά ενώ όλες οι ιστορίες έχουν ενδιαφέρον. Η πρώτη ήταν αρκετά σοβαρή και ενήλικη, η δεύτερη ένα βίαιο λοβ στόρυ ενώ η τελευταία ιστορία, ένα παραμύθι διάσωσης μιας πριγκίπισσας, είχε αρκετή πλάκα. Η έκδοση πολύ καλή για αυτό που είναι (αλλά και γενικά πολύ καλή). Ελπίζω να γίνει θεσμός.
  20. Βασιλεύς των κόμικς

    ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ

    Πως και το προπέρσινο (2016) κόμικς "ΗΡΩΕΣ" οι ''ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ'' περιέχουν τους τρεις πρώτους νικητές που διοργάνωσε το Κέντρο Εφαρμοσμένων Τεχνών πέρσι το Φθινόπωρο με τίτλο ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ. Την ιστορία τους έπρεπε να την φτιάξουν μέσα σε 4 σελίδες. Διαβάζεται μέσα σε ένα λεπτό, δεν με ενθουσίασε καθόλου ούτε σεναριακά ούτε σχεδιαστικά. Ευτυχώς που το παρών κομιιξάκι δίνεται δωρεάν. Αν αυτά ήταν τα καλύτερα δεν θέλω να φανταστώ τα χειρότερα. Οι περισσότεροι φανζινάδες κάνουν καλύτερες δουλείες.    ΑΝΑΓΝΩΣΤΕ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ Υ.Γ.ΣΕΛΙΔΕΣ ΘΑ ΑΝΕΒΑΣΩ ΑΡΓΟΤΕΡΑ
  21. Οι Νύφες του Δράκουλα: Νουρ- Το φως και το σκοτάδι στις (δευτερ) αγωνίστριες Είναι αλήθεια πως είναι πολύ δύσκολο να πει κανείς πλέον κάτι για τον Δράκουλα του Μπραμ Στόκερ. Ένα έργο σταθμός για την σύγχρονη λογοτεχνία γενικά, στέκει ακόμα και σήμερα, 121 χρόνια μετά την έκδοση του στην αρχή μιας μακράς λογοτεχνικής παράδοσης για τους Βασιλιάδες των Παρεκκλίσεων από τους φυσικούς νόμους. Μπορεί οι μύθοι για τους βρυκόλακες να υπήρχαν και πριν, ωστόσο ήταν ο Στόκερ που τους έδωσε την μορφή με την οποία έφτασαν στις μέρες μας μέχρι σήμερα, και στην οποία βασίστηκαν αργότερα τόσοι και τόσοι δημιουργοί, σε όλες τις τέχνες. Θα έλεγε κανείς οτι τόσα χρόνια μετά, οι βρυκόλακες θα έπρεπε να είχαν προχωρήσει. Και, σε μεγάλο βαθμό, το έκαναν. Αλλά πάντα η επανεφεύρεση των πηγών ασκεί μια τεράστια γοητεία στους δημιουργούς και το κοινό. Ειδικά όταν έτσι πέφτει φως σε άτομα, μέρη και ιστορίες που ποτέ πριν δεν είχαμε φανταστεί αλλά πάντα τριγυρνούσαν στο πίσω μέρος του μυαλού μας, σαν άμορφες απορίες. Μια τέτοια πτυχή του μύθου έρχεται σήμερα, στα δεδομένα της ελληνικής κόμικ σκηνής, να λύσουν ο Αβράαμ Κάουα και ο Γιάννης Ρουμπούλιας με το νέο τους πόνημα «Οι Νύφες του Δράκουλα» (εκδόσεις Jemma Press), μια (ελπίζουμε) τριλογία αφιερωμένη στις Νύφες του Βλάντ του Παλουκωτή, οι οποίες στο αρχικό έργο δεν εμφανίζονται παρά σε ελάχιστα μέρη. Και όμως, αυτά τα όντα κάποτε ήταν άνθρωποι με θέλω, επιδιώξεις και ελπίδες. Με φόβους, μίση και απογοητεύσεις. Στο πρώτο βιβλίο λοιπόν βυθιζόμαστε στην ιστορία της πρώτης Νύφης, της Νουρ (φως στα Αιγυπτιακά), μιας σκλάβας σε ένα χαρέμι στην Κωσταντινούπολη. Η Νουρ αντάλλαξε μια ζωή στο φως με μια άλλη, πέρα από τα όρια του θανάτου και της τρέλας, και, κοιτώντας το πως έφτασε εκεί, δεν μπορούμε να πούμε πως την αδικούμε. O Κάουα φτιάχνει με μια εικόνα μόνο μια ολόκληρη ιστορία με βάθος και χαρακτήρες προσεγμένους, προσεγγίσιμους. Το κυριότερο όμως είναι οτι, αναγνωρίζοντας την ιστορικότητα των χαρακτήρων, δεν τους κάνει πιόνια σε μια κοινότυπη ιστορία εκδίκησης ή εντυπωσιασμού. Οι Νύφες δεν είναι μια ευκαιρία να ξαναδούμε τον Δράκουλα. Η Νουρ είναι πρωταγωνίστρια σε όλα. Από το ψυχολογικό προφίλ, μέχρι την στιγμή της εναντίωσης/ ενηλικίωσης. Οι επιλογές της είναι δικές της και το σενάριο μας οδηγεί σε αυτές χωρίς άλματα, βιασύνες ή εφηβικό ενθουσιασμό. Καταλαβαίνουμε πως μια γυναίκα που επί χρόνια βιώνε την χειρότερη καταπίεση μπορεί να επιλέγει ελεύθερα τον θάνατο (και τελικά την προσωοποποίηση του). Καταλαβαίνουμε γιατί τελικά ξεσηκώνεται και σηκώνει τα όπλα απέναντι σε μια ολόκληρη κοινωνία που την έστειλε στα μεταξένια αλλά πολύ πραγματικά κάτεργα. Η άρνηση όλων των ανθρώπων που γνώρισε και ο εναγκαλισμός της νύχτας μας δίνεται με λογική, ευαισθησία και κατανόηση. Μακριά από εύκολες και παιδιαρίστικες λογικές της αδύναμης γυναίκας που παρασύρεται από τον γοητευτικό ξένο, η Νουρ με το γιαταγάνι στο χέρι μαθαίνει να ορίζει την μοίρα της- και να δέχεται τις συνέπειες των επιλογών της. Όσον αφορά το σχέδιο, παραμένει ένα από τα πιο δυνατά στοιχεία της έκδοσης. Ο Γιάννης Ρουμπούλιας αφήνει λίγο στην άκρη το γνωστό, έντονα σωματικό στυλ του και μας δίνει μια καλοακονισμένη σκοτεινή ατμόσφαιρα, έντονα επηρεασμένη από πιο παραδοσιακές απεικονίσεις του Δράκουλα. Οι έντονες γραμμές και σκιάσεις δίνουν έμφαση στα πρόσωπα, τα οποία πολύ συχνά γεμίζουν εντελώς τα ακανόνιστα καρέ, ως κοντινά στους χαρακτήρες. Το μαύρο, σε όλες του τις αποχρώσεις, κυριαρχεί, ενώ οι αντιθέσεις μεταξύ των τονών Η βία και το αίμα ενώ υπάρχουν σε αφθονία, θα ήταν λάθος να καθορίσουν τον τόνο του έργου και, σε μεγάλο βαθμό, αυτό αποφεύγεται, δίνοντας έμφαση σε πάλεις και στοιχεία εσωτερικά. Ταυτοχρονα, το ερωτικό στοιχείο, εφόσον μάλιστα μιλάμε για γάμους, είναι ιδιαίτερα έντονο τόσο εκφραστικά όσο και σχεδιαστικά στους χαρακτήρες, πολύ περισσότερο στους γυναικείους, πράγμα που ενώ σαν επιλογή δικαιολογείται, θα μπορούσε να ακολουθήσει τον δρόμο του υπόλοιπου έργου. Σε κάθε περίπτωση, οι Νύφες ήταν μια πολύ ιδιαίτερη και ευχάριστη έκπληξη που θα θέλαμε να συνεχιστεί. Πηγή
  22. leonidio

    ΒΑΛΚΥΡΙΑ

    Η Jemma Press κάνει πάντα υπέροχες επιλογές και μας προσφέρει πάντα εξαιρετικές εκδόσεις. Φυσικά, η νέα της εκδοτική προσπάθεια δεν ξεφεύγει από αυτό τον κανόνα και ως αποτέλεσμα έχουμε στα χέρια μας ένα καλό BD, ίσως όχι το καλύτερο που θα μπορούσαμε να δούμε στα ελληνικά, αλλά σίγουρα καλό. Όπως είναι σαφές από τον τίτλο και τη σύνοψη, η ιστορία ανήκει στον κύκλο της Σκανδιναβικής Μυθολογίας, μια θεματική ενότητα στην οποία - περιέργως - οι Γάλλοι κομίστες έχουν εισχωρήσει δυνατά τα τελευταία χρόνια, και συγκεκριμένα αναφέρεται στην Οδύσσεια μιας ομάδας πολεμιστών, οι οποίοι με επικεφαλής μια Βαλκυρία επιχειρούν να φτάσουν στην Άσγκαρντ, προκειμένου να πείσουν τον Οντίν, βασιλιά των θεών του Σκανδιναβικού Πάνθεου, να σταματήσει το αφόρητο ψύχος που καταστρέφει τη Μίντγκαρντ (η Γη στη σκανδιναβική Μυθολογία) . Μην περιμένετε τίποτα εντυπωσιακό ή καινοτόμο από πλευράς σεναρίου, αρκεστείτε σε μια στρωτή αφήγηση, χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες. Αντίθετα, το σχέδιο και τα χρώματα είναι πολύ πετυχημένα και αναδεικνύουν πολύ όμορφα όλη τη μουντάδα της συγκεκριμένης ιστορίας και μας προσφέρουν και εντυπωσιακές απεικονίσεις μαχών και τεράτων. Η ιστορία διακόπτεται στη μέση, συνεπώς θα πρέπει να περιμένουμε λίγο μέχρι να διαβάσουμε και το δεύτερο τόμο, προκειμένου να σχηματίσουμε τις τελικές μας εντυπώσεις. Η έκδοση είναι πολύ καλή, παρόμοια με εκείνη του Mezolith. Προτίμησα να βάλω τον τίτλο "Βαλκυρία" στην παρουσίαση και όχι και τον υπότιτλο του πρώτου τόμου ("Νεκρικό Ψύχος"), θεωρώντας ότι πρόκειται για σειρά, η οποία θα ολοκληρωθεί σύντομα (ελπίζω). Είμαι βέβαιος ότι η Jemma Press να συνεχίσει να μας προσφέρει ποιοτικές επιλογές. Ευχαριστούμε για το εξώφυλλο του δεύτερου τεύχους τον Βασιλεύς των Κόμικς.
  23. MeZolith (Vol. 2): Όταν o φόβος της ενηλικίωσης περιπλέκεται με την ιδεοληψία Η σειρά των Ben Haggarty και Adam Brockbank, σε μετάφραση της Jemma Press, συνεχίζει την επιτυχημένη της πορεία στον ελληνικό χώρο, προσθέτοντας νέες εμπειρίες από την συλλογική μνήμη της φυλής των Κάνσα. Η συνέχεια της σειράς έρχεται να ικανοποιήσει κάθε προσδοκία του αναγνωστικού κοινού του πρώτου κόμικ, αλλά και να το συστήσει εκ νέου εξαιτίας της αφηγηματικής της αυτοτέλειας. Ο πήχης είχε ήδη τεθεί ψηλά, οπότε αυτό που προσφέρει το δεύτερο κόμικ είναι μια πιο ώριμη ματιά, ενώ παράλληλα επαναθεμελιώνει το γνωστό προϊστορικό κόσμο της φυλής των Κάνσα(ακολουθούν ελάχιστα spoiler). Κεντρικός ήρωας παραμένει ο Πόικα, ο οποίος δεν είναι πια ανέμελο παιδάκι που πάσχιζε να μάθει το κυνήγι. Ενόσω προχωράει προς την ενηλικίωση, νέες συνήθειες και υποχρεώσεις έρχονται να προστεθούν στον ρόλο του στην φυλή και το αγόρι δεν μπορεί παρά να τις παρατηρεί με αβεβαιότητα και φόβο. Συνεχίζει να διακατέχεται από ένα αίσθημα ευθύνης προς τους υπόλοιπους της φυλής, αλλά πια τείνει να πάρει την θέση του στον αντρικό πληθυσμό, οπότε πρέπει να διαλέξει και σύζυγο. Αυτή είναι ίσως η κυριότερη επιθυμία του Πόικα, που τον γεμίζει παράλληλα και φόβο. Δεν είναι εξοικειωμένος με τις ερωτικές σχέσεις και παρερμηνεύει καταστάσεις, καταλήγοντας σε μεγαλύτερη σύγχυση. Αυτό το κενό αναπληρώνεται με μύθους και ιδεοληψίες που έχουν επιβιώσει στην προφορική παράδοση της φυλής και αποτελούν συγχρόνως την αφηγηματική ραχοκοκκαλιά του δεύτερου τεύχους. Βέβαια, ο Πόικα στο τέλος φαίνεται να αποδέχεται(;) την νέα του ταυτότητα και να περνάει συμβολικά μια μεταμόρφωση, που αναμένουμε να δούμε πως θα εξελιχθεί. Φαίνεται λοιπόν αναπόφευκτη πια η συναισθηματική σύνδεση του κοινού με τον Πόικα, κάτι που έλειπε από το προηγούμενο τεύχος. Τότε παρατηρούσαμε σχεδόν από επιστημονική, ανθρωπολογική πολλές φορές, ματιά τους Κάνσα, ως ουσιαστικά δρώντα πρόσωπα στην προϊστορική Αγγλία, την μακρινή περίοδο του 10.000 π.Χ. Τώρα αλλάζοντας κάπως αυτήν την κατεύθυνση, το MeZolith 2 φαίνεται να βρήκε την συνταγή της επιτυχίας και να διαβαίνει σε ένα καλοδομημένο αφηγηματικό περιβάλλον μέσα στο οποίο μπορεί να πατήσει και να δώσει ένα σαφές στίγμα στο ξένο κόμικς. Άλλη μια φορά, ο Adam Brockband βαδίζει σχεδιαστικά στα ίδια βήματα με τον συγγραφέα Ben Haggarty και όποτε αποφασίζει να αυτονομηθεί, μας χαρίζει καρέ και σελίδες που ξεδιπλώνουν το ταλέντο του. Οι πιο σκοτεινοί τόνοι και η αντίθεση με το λευκό δημιουργούν μια σκοτεινή και μυστηριακή ατμόσφαιρα με κέντρο την προσπάθεια της σεξουαλικής αφύπνισης του Πόικα, παρά την αθωότητα της παιδικής ηλικίας. Θάνατος, μητρότητα, αποδοχή, κυριαρχία και υποταγή είναι επίσης κυρίαρχα μοτίβα που περικλείονται από απωθημένα, επιθυμίες και ιδεοληψίες της συλλογικής μνήμης των Κάνσα. Είναι απίστευτο πως μικρές λεπτομέρειες και αντικείμενα που βρίσκονται διάσπαρτα στις μικρές αυτοτελείς ιστορίες καταφέρνουν να ψυχολογικοποιήσουν με τόσο κρυστάλλινο τρόπο την ψυχική διάθεση των προσώπων και να αποτελέσουν μια σημαντική προσθήκη στην εξιστόρηση. Εκτός από τα υπόλοιπα τεχνικά ζητήματα που προϋπήρχαν και στο πρώτο τεύχος, αξίζει να αναφερθεί η πολύ καλή εκτύπωση, η ποιότητα του χαρτιού και η μετάφραση του πρωτότυπου κειμένου από την Βασιλεία Βαξεβάνη, που δεν στερείται τίποτα σε επίπεδο νοήματος και συνοχής. Πηγή Εκτός από το άρθρο για το πρώτο μέρος του κόμικ, στο οποίο παραπέμπει το λινκ σε αυτό το άρθρο, υπάρχει και ένα επιπλέον άρθρο εδώ.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.