Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'JEMMA PRESS'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. HOMO : Μια πρόποση, με μπύρα, ενάντια στην διαχρονική μαλακία του ανθρώπινου είδους. Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας. Κάθε φορά που σκάει στο inbox μου μήνυμα από κάποιον επίδοξο καλλιτέχνη, μουσικό, συγγραφέα ή σχεδιαστή (δεν είναι και πολλές αυτές οι φορές.) η πρώτη μου σκέψη είναι ‘ωχ, όχι ξανά’. Βλέπεις όταν κάποιος θέλει την άποψη μου για κάποιο έργο που δημιούργησε πάντα έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου το ενδεχόμενο ότι δεν θα μου αρέσει καθόλου αυτό που θέλει να μου παρουσιάσει και κατευθείαν αρχίζω να σκαρφίζομαι σχέδια ώστε να τον ξεφορτωθώ διακριτικά και ευγενικά και χωρίς να θίξω τα συναισθήματα και τον εγωισμό του εκάστοτε δημιουργού. Όταν μια μέρα ο σκιτσογράφος Δημήτρης Καμένος μου πρότεινε να μου στείλει το comic του με τίτλο Homo ώστε να του πω μια άποψη η παράνοια επέστρεψε στο μυαλό μου. Του είπα οκ σκεπτόμενος ότι το πολύ, πολύ να του γράψω δυο, τρεις αποστειρωμένες παραγράφους ώστε να μην του την ‘σπάσω’. Όταν του ανέφερα την προοπτική ενός ‘review‘ η απάντηση του ήταν ότι δεν υπήρχε καμία ανάγκη για κάτι τέτοιο. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να του δώσω μια τίμια άποψη σχετικά με αυτά που μου άρεσαν και με εκείνα που δεν μου άρεσαν στο ‘παιδί’ του. ‘Το πολύ, πολύ να το θάψω’ του είπα. ‘Έγινε !’ μου απάντησε εκείνος. Τέτοια ειλικρίνεια και άνεση δεν την συναντάς εύκολα στους νέους , ‘διψασμένους’ δημιουργούς και ευτυχώς ακριβώς αυτή η ίδια ειλικρίνεια και άνεση διακατέχει το Homo. Το Homo μας στέλνει στην κεντρική Ευρώπη του 1939 σε έναν κόσμο στα πρόθυρα ενός ακόμη μεγάλου πολέμου. Έναν κόσμο αρκετά οικείο όμως ταυτόχρονα και αρκετά διαφορετικό μιας και ουσιαστικά η υπόθεση διαδραματίζεται σε ένα παράλληλο σύμπαν όπου οι Homo Sapiens συνυπάρχουν με τους Νεάντερταλ (ή Ντελ για συντομία), τους ανθρώπους της Χαϊδελβέργης, τους Δενισόβιους αλλά και άλλους χαμένους (για εμάς) κρίκους της εξελικτικής αλυσίδας. Παρά τις διαφορές στην εξέλιξη του είδους μας σε αυτό το σύμπαν η ανθρωπότητα παραμένει και εδώ στα χειρότερα της μιας και οι συγκρούσεις μεταξύ των διαφόρων ειδών είναι ασταμάτητες. Βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός ακόμη Παγκοσμίου Πολέμου και οι άνθρωποι , ασχέτως του μεγέθους του κρανίου τους, καλούνται να επιλέξουν πλευρές. Και κάπως έτσι συστηνόμαστε στον Φράνσις Μπάρετ, έναν Νεκρομάντη που κατατάσσεται στην σωστή παράταξη. Η τουλάχιστον έτσι νομίζει… Λόγο θεματολογίας το Homo προφανώς και είναι ένα comic που χαρακτηρίζεται από κοινωνικό, πολιτικό και ένα ξεκάθαρο αντιφασιστικό περιεχόμενο. Συνήθως τα comics με ανάλογο ύφος με κουράζουν απίστευτα μιας και προτιμούν να κρύβονται πίσω από την ταμπέλα του ‘ακτιβισμού’ και της ‘πάλης για τα δικαιώματα’ και να την μοστράρουν σε κάθε ευκαιρία με αποτέλεσμα στο φινάλε να ξεχνάνε ή να αδυνατούν να στα βγάλουν όλα αυτά μέσα από μια ιστορία της προκοπής (βλέπε πχ Mockingbird) . Ευτυχώς ο Καμένος δεν πέφτει σε αυτή την παγίδα. Δεν παίρνει ένα χωνί το οποίο στη συνέχεια στο χώνει στο λαρύγγι και σε πνίγει με τις ιδεολογίες του. Αντίθετα σου κάνει έναν απλό και άκρως καυστικό πολιτικό και κοινωνικό σχολιασμό τον οποίο στον σερβίρει, με την μορφή μιας παγωμένης μοναστηριακής μπύρας, σε μικρές, δροσερές και φρέσκες γουλιές. Διαβάζοντας το comic του μπορείς να βγάλεις διάφορα συμπεράσματα όμως προσωπικά εκείνο που έμεινε σε έμενα είναι ότι η ‘μαλακία‘ που μαστίζει το ανθρώπινο είδος είναι διαχρονική και δεν επηρεάζεται από την ‘εξέλιξη‘ του. Πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα προσπαθεί να σου επιβάλλει τα πιστεύω και τις ιδεολογίες του και πάντα θα υπάρχει κάποιος πρόθυμος να τον ακολουθήσει. Επίσης πάντα θα υπάρχουν και εκείνοι που αντιστέκονται αλλά και εκείνοι που απλά προσπαθούν να την βγάλουν καθαρή ώστε να την αράζουν να πίνουν μπύρες με την ησυχία τους, μακριά από την όλη παράνοια. Και κάπως έτσι φτάνουμε στον Νεκρομάντη Φράνσις Μπάρετ. Ο Μπάρετ είναι ο ορισμός του μηδενιστή αντι-ήρωα. Διαλέγει μια παράταξη ώστε να πολεμήσει για λογαριασμό της όχι επειδή είναι πιστός και ιδεολογικά προσκείμενος σε εκείνη αλλά απλά επειδή πιστεύει ότι είναι το ‘φαβορί’ για να νικήσει τον πόλεμο κάτι που θα του επιτρέψει να παραμείνει ζωντανός και να συνεχίσει το μπεκρούλιασμα του σε καθημερινή βάση. Οι αληθινές σκέψεις του Μπάρετ σχετικά με την μεγάλη ‘μάχη’ των ειδών δεν μας γίνονται ποτέ ξεκάθαρες μιας και ο τύπος υιοθετεί ένα προσωπείο απόλυτης απάθειας απέναντι στην ανθρωπότητα και το χάος που την χαρακτηρίζει. Μιας και έχει την ικανότητα του Νεκρομάντη ο Μπάρετ κερδίζει μια περίοπτη θέση στις τάξεις των φασιστών όμως ο ίδιος δείχνει να αμφισβητεί τις δυνάμεις του και φτάνει μάλιστα στο σημείο να τις απαξιώσει πλήρως. Όμως οι γύρω του δεν συμμερίζονται την αμφιβολία του και σύντομα ο Φράνσις Μπάρετ θα βρεθεί μπλεγμένος σε ένα παιχνίδι κατασκοπίας, συνωμοσιών, φονικών, πολέμου και παράνοιας… Η σκιαγράφηση που κάνει ο συγγραφέας στους χαρακτήρες της ιστορίας του είναι κάτι παραπάνω από επαρκής όμως το μεγαλύτερο βάρος πέφτει αποκλειστικά στους ώμους του Νεκρομάντη του ο οποίος είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής της ιστορίας του και με το ‘υφάκι’ του κερδίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η ιστορία του Καμένου ‘τσουλάει’ ομαλά και σου χαρίζει αρκετές σκοτεινές, βίαιες, ‘τριπαρισμένες’ αλλά και κωμικές στιγμές. Οι τελευταίες είναι και εκείνες που για μένα αποτελούν το δυνατό χαρτί του Homo. Το χιούμορ που διακατέχει αυτό το comic κινείται στο επίπεδο του πετυχημένου καλαμπουριού της παρέας. Είναι απλό, καμιά φορά ‘βρώμικο’ και ελαφρά ‘πρόστυχο’ και άκρως λειτουργικό ! Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω μερικά γελάκια όταν ένας από τους συντρόφους του Νεκρομάντη του δηλώνει ότι είναι πεπεισμένος ότι οι ‘μαγικές του δυνάμεις’ προέρχονται από το δαχτυλίδι του… Επίσης αν είχες ποτέ σου την απορία πως καλούμε στην Γη έναν δαίμονα της κολάσεως ο Καμένος σου δίνει μια ξεκαρδιστική απάντηση αλλά θα αποφύγω να την σποιλάρω εδώ πέρα. Το μόνο που με τσίγκλησε κάπως σε τούτο το comic είναι οι διάλογοι που μου φάνηκαν κάπως πρόχειροι σε μερικά σημεία όμως από την άλλη χαρακτηρίζονται από μια ‘αναρχία‘ που κολλάει με την θεματολογία αλλά και το σχέδιο του Homo. O Καμένος, που έχει αναλάβει και το σχέδιο, αντλεί ξεκάθαρες επιρροές από τον ‘Hellboy‘ Mike Mignola (κάτι που παραδέχεται πρώτος απ’όλους και ο ίδιος) και κάνει μάχιμη δουλειά ενώ σε αρκετές στιγμές μου θυμίζει και λίγο από John McCRea επί εποχών ‘Hitman‘ κάτι που μετράει στα υπέρ του μιας και το ξέφρενο έπος ‘φιλίας και φονικού’ του Garth Ennis είναι ένα από τα αγαπημένα μου comics ever. Επίσης δεν γίνεται να μην κάνω ιδιαίτερη μνεία σε ένα πάνελ όπου ο δημιουργός κάθεται και αναλύει τις ιδιότητες της μπύρας Westmalle κάτι που καθιστά το comic του ως ένα έργο με σημαντικό παιδαγωγικό περιεχόμενο ! Κλείνοντας δεν θα γράψω το κλισέ ‘το Homo είναι μια αξιόλογη προσπάθεια από έναν Έλληνα δημιουργό και τέτοιες προσπάθειες πρέπει να τις στηρίζουμε’ και μπλα, μπλα, μπλα… Θεωρώ ότι τέτοιες δηλώσεις είναι απλά μπουρδολογίες. Αν κάτι σου αρέσει και αξίζει πραγματικά τότε δεν έχει σημασία αν το έχει γράψει κάποιος τύπος στην άλλη μεριά της Γης ή ο τυπάς που μένει στο δίπλα διαμέρισμα. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για κάτι που δεν σου αρέσει. Για μένα η αξία ενός έργου τέχνης δεν καθορίζεται από την γεωγραφική τοποθεσία και την καταγωγή του καλλιτέχνη και σε καμία περίπτωση τα κριτήρια μου δεν επηρεάζονται από αυτούς τους παράγοντες. Δεν θα πω ψέματα ότι το Homo ξαφνικά έγινε ένα από τα αγαπημένα μου comics και ότι ο Καμένος είναι ο επόμενος Jim Lee. Αυτό που έχω να πω είναι ότι το Homo του Δημήτρη Καμένου είναι ένα comic που με ‘ανάγκασε’ να ανοίξω μια καλή μοναστηριακή μπύρα (δροσερή, όχι παγωμένη. Sorry σύντροφε Νεκρομάντη Μπάρετ αλλά έτσι την προτιμώ !) και να το διαβάσω από την αρχή μέχρι το φινάλε με αμείωτο ενδιαφέρον και να προσμένω και την συνέχεια. Είναι ένα comic πρωτότυπο, ειδικά για τα φτωχά ντόπια δεδομένα μας, ειλικρινές και τίμιο το οποίο σε λίγο καιρό που θα κάθομαι σπίτι και θα ψάχνω κάτι να διαβάσω θα με κάνει να σκεφτώ μέσα μου ‘χμ ας ξαναπιάσω από την αρχή το Homo’. Και αυτό είναι η καλύτερη απόδειξη της αξίας του. Το Homo του Δημήτρη Καμένου κυκλοφορεί από την JEMMA PRESS. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφτείτε την σελίδα του στο Facebook, World War Sapiens/Homo The Comic. Πιστέψτε με αξίζει τον ‘κόπο’. Πηγή
  2. leonidio

    HOMO

    Η ΥΠΟΘΕΣΗ: Σε ένα παράλληλο σύμπαν, τα διάφορα είδη ανθρώπων (Homo: άνθρωπος στα Λατινικά, εξού και ο τίτλος, για να μην πάει το μυαλό σας αλλού), όπως ο Homo Sapiens, ο Άνθρωπος του Νεάντερταλ, ο Άνθρωπος της Χαϊδελβέργης και άλλα ζουν αρμονικά (ή σχεδόν), μέχρι που ο φυσιοδίφης Κάρολος Δαρβίνος ανακαλύπτει, ότι, σε αντίθεση με την κατεστημένη αντίληψη, τα ανθρώπινα είδη δεν εμφανίσθηκαν την ίδια χρονική στιγμή, αλλά κάποια προϋπήρχαν και ενδεχομένως, κάποια άλλα να είναι περισσότερο και άλλα λιγότερο εξελιγμένα. Η ανακάλυψη αυτή πυροδοτεί συγκρούσεις, που θα καταλήξουν στον αιματηρό Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο καθοριστικό ρόλο θα έχει, από ό,τι φαίνεται, ο Νεκρομάντης Μπάρετ. Η ΑΠΟΨΗ: Απίστευτη σεναριακή ιδέα, έτσι; Απολύτως πρωτότυπη και γεμάτη αλληγορίες. Και συνοδεύεται και από ένα εντυπωσιακό σχέδιο. Να πω ότι έμεινα απόλυτα ικανοποιημένος από τις πρώτες 24 σελίδες; Θα πω ψέματα; Να πω όμως ότι δεν θα αγοράσω και το επόμενο; Πάλι θα πω ψέματα. Δύσκολο το θέμα, είναι σαφές ότι ο δημιουργός κάπου θέλει να το πάει, πρέπει να περιμένουμε και θα δούμε. Ελπίζω να υπάρχει κάποιο σχέδιο και να μη γίνονται όλα χάριν εντυπωσιασμού. Και ελπίζω να μη βάζει πολλά καρπούζια κάτω από τη μασχάλη του, γιατί, για να πω την αμαρτία μου, μια τέτοια εντύπωση μου δόθηκε. Από την άλλη, πολλά πράγματα θέλουν μια κάποια επεξήγηση και σίγουρα θέλω να δω πώς (και εάν) θα αποσαφηνιστούν στα προσεχή τεύχη. Επιπλέον μπόνους πόντοι δίδονται για το χιούμορ και την εν γένει ανατρεπτική διάθεση. Είμαι ιδιαίτερα επιφυλακτικός και ίσως υπέρ το δέον αυστηρός, ακριβώς επειδή η ιδέα και η αρχική σύλληψη με εντυπωσίασε, αλλά θεωρώ ότι οι λεπτομέριες θέλουν δουλειά και πιθανόν και υπομονή εκ μέρους των αναγνωστών. Εύχομαι να μην προδοθεί ο δημιουργός από μια τυχόν ακανόνιστη συχνότητα έκδοσης. Η οποία έκδοση είναι φυσικά εξαιρετική, αλλά και κομματάκι ακριβή για τον αριθμό των σελίδων. Ειλικρινά εύχομαι να μακροημερεύσει η σειρά, αφού είναι σαφές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια δυνητικά πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη. Ελπίζω να την διαβάσετε και να γράψετε κι εσείς την άποψή σας. Και ελπίζω διπλά να μην σας πάρω στο λαιμό μου εάν απογοητευτείτε και με βλαστηματε μετά.. Ευχαριστούμε για τα εξώφυλλα τους The_Sandman & Indian.
  3. Ion

    BLEEDING HEARTS

    Ο τίτλος αυτός έκανε πρεμιέρα στο Comicdom Con 2010. Επίσημα στα βιβλιοπωλεία θα κυκλοφορήσει στις 23/4/2010. Περιλαμβάνει 14 μικρές σκοτεινές ιστορίες, που εγώ δε θα τις χαρακτήριζα τρόμου, είναι όμως αρκετά μακάβριες και με παράξενη πλοκή που δεν την περιμένεις. Οι ιστοριούλες είναι αυτοτελείς, καμία σχέση η μία με την άλλη. Στο σενάριο και στο σχέδιο συναντάμε τον Σπύρο Δερβενιώτη (σε ένα κόμικ τελείως διαφορετικό από αυτά που μας είχε συνηθίσει ως τώρα) και την Αλέξια Οθωναίου, πάντα σε μορφή συνεργασίας (όποτε κάποιος έχει γράψει το σενάριο ο άλλος έχει κάνει το σχέδιο). Κάποιες από αυτές τις ιστορίες έχουν ξαναδημοσιευτεί στο περιοδικό ΓΚΡΑΝ ΓΚΙΝΙΟΛ. Αναλυτικά οι τίτλοι των 14 ιστοριών είναι: Up the high pole Ezozel What ever happened to Fay Wray? Babylon Lolita Uneasy Riders 13 Samhain Paradise Lost Tokaido Yotsuya Kaidan Decluttering Trailer trash I love you Bleeding hurts Mη σας τρομάζουν οι αγγλικοί τίτλοι, όλες οι ιστορίες είναι στα ελληνικά. Προσωπικά όλες τις ιστορίες τις βρήκα καλές. Ξεχώρισα το Paradise Lost και το Lolita ως τις πιο ανατρεπτικές, ενώ σίγουρα δεν υπήρχε κάποια που να μη μου άρεσε. Η έκδοση πάρα πολύ όμορφη! Για τις μέρες του Comicdom το τομάκι δινόταν στα 6 € (αντί 7,5 € που είναι η κανονική τιμή), ενώ ανά τακτά χρονικά διαστήματα οι δημιουργοί έφτιαχναν ωραία σκιτσάκια (με απίστευτη ταχύτητα) σε όσους το απέκτησαν. Αφιέρωμα στον Σπύρο Δερβενιώτη - Αφιέρωμα στην Αλέξια Οθωναίου
  4. Hard Rock: Η πολύμορφη καταπίεση του μικροαστισμού σε comic! Το ξεκαθαρίζω απ’ την αρχή: Το Hard Rock του Τάσου Μαραγκού (ή Tasmar) των εκδόσεων Jemma Press πρόκειται για ένα απ’ τα καλύτερα ελληνικά comics που κυκλοφορούν. Σε μια περίοδο που το ελληνικό comic χαρακτηρίζεται από μεγάλη παραγωγή μονοσέλιδων στριπς, ο Τάσος Μαραγκός (Αδέσποτα Σκίτσα, The very closed circle, Super Condom) επιλέγει να μας προσφέρει μια ολοκληρωμένη ιστορία, την οποία αφηγήθηκε για χρόνια (από το 2007 έως το 2013) σε συνέχειες μέσα απ’ τις σελίδες του Krak komics. Το Hard Rock συγκεντρώνει όλες τις ιστορίες του Μάρκου και της παρέας του, όπως είχαν εκδοθεί τότε, αλλά επιπρόσθετα μας προσφέρει και δύο ολοκαίνουριες ιστορίες, που γράφτηκαν φέτος για να ολοκληρώσουν το comic με ένα νέο τέλος. Βέβαια αυτό το τέλος ελπίζουμε να αποτελέσει και μια καινούρια αρχή για το comic το οποίο μέσα σε ελάχιστους μήνες κυκλοφορίας έχει σημειώσει ήδη εκδοτική επιτυχία, αφού έχει εξαντλήσει την πρώτη έκδοσή του. Πρωταγωνιστής του Hard Rock είναι ο Μάρκος, ένας έφηβος, μεταλάς που τελειώνει το σχολείο και θέλει απεγνωσμένα να φύγει απ’ το νησί που μεγάλωσε, τη Σύρο. Τον Μάρκο θα τον γνωρίσουμε μαθητή, αλλά θα τον ακολουθήσουμε και σε επόμενες περιόδους της νεανικής του ζωής. Ο Μάρκος θα δουλέψει μετά το σχολείο σε τουριστικό εστιατόριο της Σύρου, θα πάει στο στρατό και τελικά θα πιάσει μια κανονική δουλειά στο ναυπηγείο στο οποία σιχαίνεται κάθε δευτερόλεπτο που περνάει. Όπως και με κάθε έφηβο θα γνωρίσουμε τις παρέες του, τις πρώτες του κοπέλες, θα ταξιδέψουμε μαζί του σε μια απρόσμενα «κουραστική» σχολική 5ημερη, θα τον ακούσουμε να παίζει σκληρούς ήχους με το μπάσο του και θα του κρατήσουμε παρέα στις ατέλειωτες σκοπιές όταν θα έρθει η σειρά του για του «παράλογου» τη θητεία. Στις ιστορίες του Μάρκου και της παρέας του υπάρχουν κάποια στοιχεία που ποτέ δεν λείπουν.Ένα απ’ αυτά είναι η αγαπημένη του μουσική. Για τον Μάρκο το ότι είναι μεταλάς είναι τρόπος ζωής. Τα μακριά του μαλλιά, οι καθημερινές του μπλούζες με στάμπες συγκροτημάτων, η δυνατή μουσική που ακούει στο δωμάτιό του, τα συγκροτήματα και τα στοιχεία παραβατικότητας στη ζωή του είναι βασικά στοιχεία της προσωπικότητάς του. Δεν θα ήταν ο Μάρκος χωρίς αυτά. Ένα άλλο στοιχείο είναι η αμφισβήτηση. Ο Μάρκος δεν γουστάρει πολλά από αυτά που συμβαίνουν γύρω του και δεν φοβάται να το πει. Δεν είναι ο τύπος που θα αφήσει ασχολίαστη την παρατήρηση του καθηγητή του (του κυρίου Κλάνη) ότι μιλάει στον αγιασμό, δεν αντέχει τον έλεγχο της ζωής του απ’ τον αυταρχικό πατέρα του και σίγουρα δεν έχει καμία όρεξη να δουλεύει στο εστιατόριο «Η περήφανη Ελλάς» για τον φασίστα ταβερνιάρη ή να πάει 18 μήνες στο στρατό για να τον διατάζει ο κάθε στρατόκαβλος. Αντίθετα τα μακριά μαλλιά και το ανέμελο λουκ γι’ αυτόν είναι σύμβολο ελευθερίας, απέναντι στις νόρμες που θέλουν να του επιβάλλουν οι αυστηροί καθηγητές, οι γονείς του, τα αφεντικά του και ο στρατός. Ακόμα και τα ναρκωτικά, στα οποία θα μπλεχτεί αυτός και η παρέα του, τα βλέπει σαν έναν τρόπο να ξεφεύγει απ’ την πραγματικότητα που του επιβάλλουν όλοι αυτοί. Οι ιστορίες του Hard Rock τοποθετούνται στη Σύρο και σίγουρα δεν θα υπήρχαν χωρίς αυτήν. Αρχικά σε πολλά σημεία του comic ο Tasmar έχει σκιτσάρει νησιώτικα κτήρια και περιοχές που μας θυμίζουν συνεχώς τον τόπο στον οποίο τοποθετείται το comic. Αλλά η Σύρος αποκαλύπτεται πολύ βαθύτερα, μέσα απ’ την εξιστόρηση της καθημερινής ζωής των εφήβων της δεκαετίας των ‘90’s σε αυτήν (τουλάχιστον των πιο cool και αντισυμβατικών εφήβων, αν όχι όλων). Εξάλλου αυτές οι ιστορίες σίγουρα περιέχουν και προσωπικά (ή και κάποια αυτοβιογραφικά) στοιχεία του ίδιοι του Μαραγκού, ο οποίος μεγάλωσε στη Σύρο. Οι παρέες του Μάρκου είναι άμεσα συνδεδεμένες με το νησί. Ο Μάρκος πολλές φορές δυσανασχετεί με τους φίλους του. Ειδικά με τον Γόγο έχουν μεγάλες διαφορές, αφού εκείνος θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένας κάγκουρας της εποχής του. Πολλές φορές προσβάλλει τους γύρω του, αρχικά γουστάρει στην ιδέα να πάει στο στρατό και να γίνει ΟΥΚας, ενώ πολλές φορές είναι ενοχλητικός. Όμως ο Μάρκος, ο Γόγος και ο Τζίμης (ένας μεσήλικας αργόσχολος με τον οποίο συχνάζουν στα ίδια μέρη) κάνουν πάντα παρέα, ενώ μάλιστα ο Τζίμης τους εισάγει και στη χρήση ναρκωτικών. Η αντίφαση της δυσαρέσκειας του Μάρκου με την παρέα του και από την άλλη της συνέχισής της μας δείχνει τον περιορισμένο κοινωνικό περίγυρο ενός νησιού, στον οποίο δεν έχεις και πολλές επιλογές για τον κόσμο που θα κάνεις παρέα. Είναι σίγουρα ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους ο Μάρκος έχει μπουχτίσει με το νησί και θέλει να φύγει ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του. Βέβαια, απ’ την άλλη έτσι αναπτύσσονται και οι καλύτεροι φιλικοί δεσμοί. Έτσι λοιπόν ο Μάρκος μπορεί να μην περνάει καλά με τον Γόγο και τον Τζίμη όταν βλέπουν περιπέτειες του Βαν Νταμ σε βιντεοκασέτες και συζητάνε, όμως με τον Γόγο θα περάσει όλη του τη σχολική χρονιά και όλες του τις μέρες στο στρατό. Αντίστοιχα και η φιλία του με την Αννούλα θα κρατήσει μέχρι και την τελευταία σελίδα του comic. Αλλά και πέρα απ’ τους φίλους του, ο Μάρκος μπορεί να μισεί το νησί και ώρες – ώρες να μην αντέχει τους γονείς του, όμως είναι φανερό ότι αγαπάει τη μάνα του, ακόμα κι αν είναι υπερπροστατευτική και δεν τον καταλαβαίνει πολλές φορές. Η Σύρος δεν είναι μόνο φυλακή για τον Μάρκο, αλλά είναι και η περιοχή στην οποία έχει δημιουργήσει ακλόνητους δεσμούς με ανθρώπους και με μέρη, στους οποίους δεν θα ρίξει ποτέ μαύρη πέτρα. Αρκετά όμως με την ιστορία του Μάρκου, την οποία σίγουρα αξίζει να διαβάσει κανείς για να κάνει μόνος του αυτό το υπέροχο ταξίδι μέσα απ’ τις σελίδες του Hard Rock. Όμως ένα επιπλέον στοιχείο που αξίζει να αναφερθεί είναι το σκιτσάρισμο του Tasmar. Το ασπρόμαυρο σκίτσο εν προκειμένω δεν σημαίνει και απλό σχέδιο. Ο Tasmar έχει δημιουργήσει καρέ με πολύ λεπτομέρεια και προσοχή. Στα καρέ του Hard Rock θα περπατήσουμε στα σοκάκια της Σύρου, που βρίσκεται στο background των ιστοριών, θα παίζουμε το παιχνίδι του σκιτσογράφου να διαβάζουμε κάθε φορά τι λέει η μπλούζα του Μάρκου και των φίλων του και θα νιώσουμε την αίσθηση του εγκλωβισμού και της ματαιότητας στα σκούρα καρέ της στρατιωτικής θητείας. Συνολικά το σκιτσάρισμα του Tasmar είναι τόσο ευχάριστο, ώστε να διαβάσεις απνευστί την πρώτη φορά τον τόμο και τόσο λεπτομερειακό, ώστε να το διαβάσεις άλλες δύο τρείς φορές για να διασκεδάσεις με τις λεπτομέρειές του και με τα αμέτρητα ηχητικά εφέ του («ξύσε ξύσε» «γκνταπ» κ.α.). Πραγματικά αξίζει να διαβάσει κανείς τις ιστορίες του Hard Rock, γιατί πρόκειται για ένα εξαιρετικά διασκεδαστικό και καλοδουλεμένο comic, το οποίο θα μας φέρει στο νου αναμνήσεις της δικής μας εφηβικής ηλικίας. Τότε που όλοι ξέραμε ότι «η ζωή είναι Hard Rock, baby». Βέβαια και τώρα η ζωή είναι Hard Rock! Ποτέ δεν σταμάτησε να είναι.. Πηγή Κι άλλο ένα άρθρο σχετικά με το κόμικ
  5. Αγαπημένο μοτίβο του κινηματογραφικού τρόμου είναι οι ιστορίες με έφηβους πρωταγωνιστές που μπλέκουν σε απίθανες καταστάσεις απότομης ενηλικίωσης. Όσοι παραμείνουν ζωντανοί… Ο πρώτος τόμος από «Το Γριμόριο της Γκρέτα» του Paul Mallory (σενάριο) και της Αυγής Κανάκη (σχέδια) υπόσχεται τέτοιου τύπου ανατριχίλες αποφεύγοντας τα συνήθη, ανιαρά κινηματογραφικά κλισέ. Δεν είναι εύκολο να δημιουργήσεις κάτι πρωτότυπο και να κρατήσεις αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη όταν το αντικείμενό σου είναι ένα είδος τόσο πολύ χρησιμοποιημένο στη λογοτεχνία, στα κόμικς, στον κινηματογράφο. Απαιτείται δεξιοτεχνία και γνώση των έργων του παρελθόντος ώστε να μην επαναληφθούν, ακούσια ή εσκεμμένα. Ο σεναριογράφος Paul Mallory με «Το Γριμόριο της Γκρέτα» (εκδόσεις Jemma Press) δείχνει να το γνωρίζει, φιλοτεχνώντας μια συναρπαστική ιστορία, τουλάχιστον στην αρχή της. Στις εβδομήντα σελίδες του πρώτου βιβλίου της νέας σειράς οι έμμεσες υποσχέσεις για μια εφάμιλλη συνέχεια διαδέχονται η μία την άλλη. Κι αυτό γιατί οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες δεν είναι προσχηματικοί και επίπεδοι, όπως συμβαίνει συχνά σε ανάλογες περιπτώσεις, αλλά χτίζονται σελίδα με τη σελίδα, ενώ η υπόθεση φαίνεται να κρύβει πολύ περισσότερα από όσα παρουσιάζονται σε πρώτο πλάνο. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε δύο χρόνους: στο παρόν και στο 1881, κάπου στη Σουηδία. Οι δύο φαινομενικά ασύνδετες εποχές σχετίζονται μεταξύ τους με ένα μυστήριο πρόσωπο που καταδιώκεται και καταδιώκει. Το «Βιβλίο 1» φέρει τον τίτλο «Μύηση» και αυτή η μύηση αφορά τόσο τους στρατιώτες του παρελθόντος που κυνηγούν μια σκιά, μια απόμακρη και τρομακτική σιλουέτα, όσο και τα τρία νέα παιδιά του παρόντος που σταδιακά έρχονται αντιμέτωπα με υπερφυσικές και σκοτεινές δυνάμεις που τα υπερβαίνουν. Υπαινικτικά στην αρχή, πιο ξεκάθαρα στη συνέχεια, οι ανεξήγητες και μεταφυσικές καταστάσεις «που απειλούν την εύθραυστη ισορροπία του κόσμου μας», όπως πληροφορεί το οπισθόφυλλο του τόμου, απορρέουν από πανάρχαιες δυνάμεις που (επαν)έρχονται στην επιφάνεια. Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, με τίτλο «Το άνοιγμα της αυλαίας», συστήνει στον αναγνώστη τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του παρόντος, το δεύτερο, με τίτλο «Παρόν και Παρελθόν», συνδέει το «τώρα» με το «τότε», και στο τρίτο, με τίτλο «Αν είναι να πιεις λίγο απ’ την Πηγή των Μουσών, μην πιεις καθόλου», τα πράγματα παίρνουν τον δρόμο τους και ο αναγνώστης επιβεβαιώνει τις υποψίες του για το ξεκάθαρα παραφυσικό περιεχόμενο αυτού που θα ακολουθήσει. Τελετές μαγείας, λυκάνθρωποι, αποκρυφισμός, απαγορευμένα βιβλία, πανάρχαια αντικείμενα μπλέκονται με την καθημερινότητα καθιστώντας την εφιαλτική. Όλο αυτό το φιλόδοξο σενάριο υπηρετείται ιδανικά από το ασπρόμαυρο σχέδιο της Αυγής Κανάκη, που στήνει αριστοτεχνικά τις σελίδες της, ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τα παγωμένα τοπία της Σουηδίας και μια ομάδα πιστών στρατιωτών, ταγμένων σε έναν ιερό ( ; ) σκοπό: την εξόντωση ενός μυστηριώδους πλάσματος που απ’ ότι φαίνεται θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη συνέχεια. Σε μια ιστορία που, αν διατηρήσει το ίδιο κλίμα και εμβαθύνει ακόμη περισσότερο στους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, μπορεί να έχει ακόμη πολλές εξίσου ενδιαφέρουσες συνέχειες. Κάτι που είναι ζητούμενο σε μια εποχή fast track βιβλίων που, δικαιολογημένα ή μη, παράγονται και καταναλώνονται τάχιστα. Και το σχετικό link...
  6. Σταθερά ενάντια σε κάθε λογική Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Ενα απολύτως ετερόκλιτο καστ χαρακτήρων που διαρκώς εμπλουτίζεται με νέες προσθήκες εξακολουθεί να αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο ο Αντώνης Βαβαγιάννης φιλοτεχνεί σουρεαλιστικές μικρές ιστορίες που αντιστέκονται σθεναρά σε κάθε πρόβλεψη και λογική Σιδερόφρακτοι ιππότες, κομμένα κεφάλια, ξεκοιλιασμένα πτώματα, ακρωτηριασμένα κορμιά, αφηνιασμένα άλογα σε μια λίμνη αίματος. Μια σκληρή μάχη με αδίστακτους πολεμιστές κορυφώνεται. Και ξάφνου, ένας από αυτούς σταματάει και φωνάζει «Οπα! Οπα! Παιδιά! Ο φακός μου!» Με τέτοιες απρόβλεπτες ατάκες οι χαρακτήρες των «Κουραφέλκυθρων» (εκδόσεις Jemma Press, πρώτη δημοσίευση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr) ανατρέπουν το αναμενόμενο και εγκαθιδρύουν ως κανονικότητα του δικού τους κόσμου το παράλογο, το άκαιρο, το ετεροχρονισμένο. Ο τέταρτος τόμος της σειράς έχει υπότιτλο «Εμένα μου φαίνονται συμπαθέστατα» και στο εξώφυλλο φιγουράρει ο κύριος Δαπόντες, ο στοργικός μπαμπάς που δέχεται με συμπάθεια και κατανόηση κάθε νέο αμόρε της κόρης του, ακόμα και την κραυγάζουσα Χρύσα Ρώπα σε μια ενοχλητική επίδειξη των αειθαλών φωνητικών χορδών της. Η Ζοζεφίνα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα με τις σχολικές της επιδόσεις («Μήπως πρέπει να αλλάξω τάπερ για κολατσιό;» αναρωτιέται αντικρίζοντας έναν ακόμη απογοητευτικό έλεγχο), ο Κύριος Κλιάφας εξομολογείται στον μπάρμαν Λούθερ τα μυστικά και τα απωθημένα του («Ιπτάμενοι αρουραίοι καταχέζουν το μπαλκόνι μου»), ο Κλέαρχος με το τικ του αποτυγχάνει να «ολοκληρώσει» τα ραντεβού του και ο Θείος Αιμίλιος, μακράν ο πιο δημοφιλής χαρακτήρας της σειράς, επιμένει να αερολογεί αναμασώντας με νοσταλγία τις μεγαλύτερες κοινοτοπίες, κολλημένος σε ένα εξωραϊσμένο παρελθόν που προκαλεί χασμουρητά στους ακροατές του και άφθονο γέλιο στους αναγνώστες του (για να μην ξεχάσουμε την έμμεση, σύντομη αλλά συγκλονιστική παρουσία του Θείου Αιμίλιου σε ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή σημερινού αρχηγού πολιτικού κοινοβουλευτικού κόμματος με αμφισβητούμενες αντιληπτικές ικανότητες, όταν ανάγνωσε επιστολή τηλεθεατών με τα λόγια του χαρακτήρα, μην καταλαβαίνοντας ότι πρόκειται για μια αθώα αλλά απολαυστική φάρσα). Ο Βαβαγιάννης με την πολυεπίπεδη προσωπικότητά του και τις πολλές επαγγελματικές ενασχολήσεις του (δάσκαλος, δημιουργός κόμικς, ραδιοφωνικός παρουσιαστής, τραγουδιστής του συγκροτήματος «Empty Frame»), ενσωματώνει και εντάσσει οργανικά στις σελίδες του στοιχεία από εντελώς διαφορετικές σφαίρες του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Το δυσάρεστο σχολικό περιβάλλον («Η Ζοζεφίνα έχει απορίες»), οι ιδεοτυπικά κυνικοί ντετέκτιβ ανθρωποκτονιών («CSI: Πλατεία Βάθη»), τα meeting εργασίας προς εξύμνηση του εργοδότη («Καλή ιδέα αφεντικό!») διανθίζονται με one-shot «περιστατικά» από την ιστορία της τέχνης (ο Μποτιτσέλι μαλώνει τη μάνα του γιατί επενέβη στην «Αφροδίτη»), από άγνωστες πτυχές της θρησκείας (ο Ιούδας ως ναυαγοσώστης δίνει σωτήρια και μοιραία φιλιά, ο Θεός ανακοινώνει στον γιο του και σε ένα περιστέρι την ελευθερία της βούλησης), από παρωδίες παραμυθιών (η Χιονάτη συναντά τους οκτώ νάνους, το ασχημόπαπο γεννιέται από αυγό τίγρης) κ.λπ. Οσο διαφορετικές και να φαίνονται μεταξύ τους όλες αυτές οι μονοσέλιδες ιστορίες, συνδέονται αδιάρρηκτα μέσω της κοινής αίσθησης του παραλόγου που αποπνέουν. Ο αναγνώστης, ιδιαίτερα αυτός που παρακολουθεί σταθερά τη σειρά τα τελευταία χρόνια, γνωρίζει ότι «κάτι δεν πάει καλά» με την ψυχοσύνθεση αυτών των πρωταγωνιστών και χαιρέκακα περιμένει να τους δει να πέφτουν ακόμη πιο χαμηλά, να ξεστομίζουν ακόμη μεγαλύτερες ασυναρτησίες, να πράττουν ενάντια σε κάθε λογική. Αυτοί ανταποκρίνονται. Και έτσι εδραιώνεται μια σχέση αγάπης που, προϊόντος του χρόνου, γίνεται όλο και πιο σουρεαλιστική, όλο και πιο απρόβλεπτη, όλο και πιο ανθρώπινη. Πηγή
  7. GreekComicFan

    GIANT-SIZE FASCISTS

    Δεύτερη επέλαση των φασίστων σε άλμπουμ λοιπόν, αυτή την φορά από άλλη εκδοτική και έγχρωμο. Το υλικό που θα βρείτε στο δεύτερο άλμπουμ πρωτοκυκλοφόρησε στα τεύχη 19-23 & 25-30 του περιοδικού ΓΑΛΕΡΑ από τον Απρίλιο του 2007 εώς τον Μάρτιο του 2008, όπως μας ενημερώνει σε σημείωμα του ο ίδιος ο δημιουργός. Στο ίδιο σημείωμα αναφέρει σε ποιά εξώφυλλα αποτίει φόρο τιμής. Ίδιο στιλ με το πρώτο άλμπουμ, το οποίο επανεκδόθηκε επίσης αργότερα με έξτρα υλικό από την Jemma, κάπως καλύτερα γραμμένο, αρκετά για να το κάνει πιο ενδιαφέρον για όσους θεώρησαν βαρετό το πρώτο άλμπουμ (μεταξύ και αυτών ο γραφών). Να επισημάνω πως το άλμπουμ ΔΕΝ κυκλοφόρησε στις 21 Απριλίου του 2009 όπως αναφέρει το εξώφυλλο. Η ημερομηνία υπάρχει εκεί για άλλο σκοπό. Αντίθετα το νο 2 κάλλιστα μπορεί να εκληφθεί ως το δεύτερο άλμπουμ από μια σειρά αυτοτελών άλμπουμ. Παρουσίαση της πρώτης Έκδοσης ΕΔΩ.
  8. Τριγυρνώ μες στην Αθήνα: Η νυχτερίδα ωρίμασε και βγήκε πάλι παγανιά Ο λόγος γίνεται προφανώς για το comic «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» του Πέτρου Χριστούλια, το δεύτερο της σειράς με πρωταγωνιστή τον Καπετάν Νυχτερίδα, το οποίο είναι υποψήφιο σε διάφορες κατηγορίες των φετινών βραβείων κόμικς, συμπεριλαμβανομένου του βραβείου καλύτερου κόμικ. Πρόκειται για μια σειρά κόμικς, τα οποία δημοσιεύτηκαν αρχικά διαδικτυακά στο socomic.gr και στη συνέχεια τυπώθηκαν απ’ την Jemma Press. Την πρώτη περιπέτεια του Καπετάν Νυχτερίδα την γνωρίσαμε πέρσι με το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», ενώ στο comicdom-con Athens θα κυκλοφορήσει και η τρίτη περιπέτεια, την οποία αναμένουμε να διαβάσουμε. Το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» σαν γενική εικόνα μας προσφέρει μια ωριμότερη προσπάθεια του Πέτρου Χριστούλια να αφηγηθεί την ιστορία του Καπετάν Νυχτερίδα. Ο Χριστούλιας αφού μας γνώρισε τους πρωταγωνιστές, την ιστορία και τη δικιά του μετεμφυλιακή Αθήνα στο «Γυρνώ σαν νυχτερίδα», αυτή τη φορά αναπτύσσει τις ιδέες του πιο άνετα και εμβαθύνοντας περισσότερο, όμως απ’ την άλλη δεν καταφέρνει να ξεπεράσει κάποια αρνητικά στοιχεία που υπήρχαν και στο πρώτο έργο. Αρχικά, λοιπόν, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» μας προσφέρει μια πιο ολοκληρωμένη ιστορία που έχει εμβαθύνει στην ατμόσφαιρα της μετεμφυλιακής Ελλάδας και στους χαρακτήρες της. Η Αθήνα της δεκαετίας του ’50 είναι στο επίκεντρο της ιστορίας. Είναι μια Αθήνα πολυδιάστατη, με διαφορετικούς ανθρώπους και διαφορετικές ιστορίες. Θα γνωρίσουμε την Αθήνα της «υψηλής κοινωνίας», μέσα από το ιατρείο του δρ. Μπουζιανόπουλου. Ο Μπουζιανόπουλος είναι μια τυπική φιγούρα ενός συντηρητικού της εποχής, με ιδιωτικό ιατρείο και φανερή οικονομική άνεση, ο οποίος μιλάει κοφτά στην καθαρεύουσα, χωρίς να σου αφήνει πολλά περιθώρια να τον συμπαθήσεις. Είναι άνθρωπος της ίδια πάστας με τον Μπουγιουρντόπουλο, το μαυραγορίτη που πλούτισε στην κατοχή, αλλά τα πλούτη του έμειναν κρυμμένα μετά το θάνατό του στην Απελευθέρωση. Οι μαυραγορίτες ήταν ένα φαινόμενο με μεγάλη έξαρση στην κατοχική Αθήνα και ιδιαίτερα την περίοδο του μεγάλου λιμού, όπου συγκέντρωσαν τεράστια πλούτη απ’ τη δυστυχία του λαού. Όμως συγκέντρωσαν και μεγάλο μίσος απ’ την κοινωνία και τις δυνάμεις της Αντίστασης. Η ιστορία του Μπουγιουρντόπουλου είναι μια απ’ τις τόσες ιστορίες των συνεργατών των κατακτητών, που ξεκοκάλισαν το λαό αφού επένδυσαν στον πόλεμο, την πείνα και τον θάνατο. Όμως (spoiler) τα πλούτη αποδείχτηκε ότι κανείς δεν τα παίρνει στον τάφο του, σε αντίθεση με το μίσος και την απαξίωση που θα κυνηγάει για πάντα τη μνήμη του. Απ’ την άλλη όμως στο «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» υπάρχει και η άλλη Αθήνα των απλών λαϊκών ανθρώπων, του «προλεταριάτου» που λέει και ο Καπετάν Νυχτερίδας, ο οποίος μπορεί να είναι πλούσιος, αλλά προτιμάει να συχνάζει στα δικά τους μέρη. Αυτή η Αθήνα διασκεδάζει στα ρεμπετάδικα ή απλά εκεί πίνει για να πνίξει τον πόνο της. Το ρεμπέτικο έχει μάλιστα εξέχουσα θέση σε όλο το κόμικ, αφού με έναν πολύ πρωτότυπο τρόπο ο Χριστούλιας έχει δημιουργήσει soundtrack στο κόμικ με τραγούδια του Τσιτσάνη, του Μητσάκη και άλλων. Η Αθήνα του ρεμπέτικου είναι και η Αθήνα ανθρώπων, κτηρίων και επαγγελμάτων για τα οποία ακούγαμε μικροί και ίσως έχουμε δει σε παλιές ελληνικές ταινίες. Οι Αθηναίοι πηγαίνουν τα παιδιά τους το βράδυ στον Καραγκιόζη, ο οποίος εμφανίζεται με ζωντανή ορχήστρα. Ασκούν επαγγέλματα, τα οποία δεν υπάρχουν σήμερα, όπως ο παγοπώλης, ο θυρωρός ή ακόμα και η χαρτορίχτρα που διαβάζει το φλιτζάνι. Και όλοι αυτοί ζουν σε μια πόλη με κτήρια με σιδερένια ασανσέρ που βρίσκει κανείς πια μόνο σε πολύ παλιές πολυκατοικίες. Και φυσικά είναι μια Αθήνα που περιπολείται από αστυνομικούς που περισσότερο θυμίζουν χωροφύλακες με τα καπέλα που κρύβουν το πρόσωπό τους και όποια υποψία προσωπικότητας και ανθρωπιάς, με την αυταρχική φωνή και το αυστηρό ύφος. Σε αυτή την Αθήνα τριγυρνά ο Καπετάν Νυχτερίδας, ο οποίος δεν έχει ξεπεράσει παλιότερα κουσούρια που κουβαλάει από το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα». Ίσως το βασικότερο κουσούρι του είναι ότι θα μπορούσε και να μην υπάρχει στην ιστορία. Η προσπάθεια μιας μεταφοράς – παρωδίας του Μπάτμαν στη μετεμφυλιακή Ελλάδα παραμένει ασταθής, αφού ο Καπετάν Νυχτερίδας δεν έχει καταφέρει να μας αποδείξει την αξία του ως πρωταγωνιστής μαζί με τον πιστό του Ρόμπιν, τον Δεκαοχτούρα. Και αυτή τη φορά ο Καπετάν Νυχτερίδας δεν έχει να μας προσφέρει πολλά αστεία, πέρα από γκάφες που προκαλούν εύκολο γέλιο. Όμως αυτή τη φορά και η ίδια η ιστορία του Καπετάν Νυχτερίδα παρουσιάζεται πιο ώριμη. Πέρα από την έξυπνη εξέλιξη της ιστορίας με ανατροπές και δουλεμένους χαρακτήρες που τη βοηθάνε να προχωρήσει, το μεγάλο ατού της νέας ιστορίας του Χριστούλια είναι ότι βρήκε έναν κακό που χρειαζόταν το κόμικ. (Από εδώ και πέρα όντως ακολουθούν spoiler για το τέλος της ιστορίας.) Ο δρ. Μπουτζιανόπουλος, ο οποίος είναι θύμα του μαυραγορίτη Μπουγιουρντόπουλου μετά το θάνατο της γυναίκας του δεν έχει πλέον κανέναν ενδοιασμό να γίνει θύτης και να σκοτώσει τον εκμεταλλευτή του. Με έναν τυπικό μονόλογο villain αλλά και με όλα τα χαρακτηριστικά του ιδιοφυούς εγκληματία της μετεμφυλιακής Ελλάδας, που μιλάει σαν να απειλεί τους ήρωές μας και αφηγείται τα γεγονότα στην καθαρεύουσα ο Μπουζιανόπουλος συμπλήρωνε ένα μεγάλο κενό στην ιστορία και μας άφησε τελικά με μια ωραία γεύση. Με το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» οι ιστορίες του Καπετάν Νυχτερίδα, παρά τα κάποια ελαττώματα που παραμένουν, έχουν πια βρει το σωστό δρόμο, έχουν ωριμάσει και έχουν τη δυνατότητα να μας προσφέρουν κι άλλες όμορφες στιγμές στο μέλλον. Και πώς αλλιώς να αποχαιρετήσουμε αυτό το κόμικ; Με το να του ευχηθούμε καλή επιτυχία στα βραβεία την Παρασκευή, αλλά και βάζοντας να ακούσουμε το soundtrack του… Πηγή
  9. Ο Ουμπέρτο Έκο είχε περιγράψει και αναλύσει επαρκώς τη δυναμική της μαζικής κουλτούρας και την αναγκαιότητα της εμβάθυνσης σε αυτήν ως προς τις κοινωνικοπολιτικές ερμηνείες που μπορεί να παρέχει. Τα ιταλικά κόμικς των δεκαετιών του 1960 και του 1970 αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Και εξέχουσα περίπτωση ανάμεσά τους είναι «Ο Άγνωστος» του Magnus που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά. Η συλλήβδην και από θέση αρχής αξιωματική απόρριψη των πολιτιστικών προϊόντων της μαζικής κουλτούρας υπήρξε επί σειρά δεκαετιών η κυρίαρχη στάση της λεγόμενης διανόησης και ειδικότερα της αριστερής. Με τέτοιου τύπου γενικευτικούς και ισοπεδωτικούς αποκλεισμούς και με τη δημιουργία μανιχαϊστικών διπόλων ανάμεσα στην «υψηλή τέχνη» και την «pulp παραλογοτεχνία», μια μεγάλη μερίδα των κόμικς απέκτησε τη ρετσινιά των «σκουπιδιών» και καταχωρίστηκε στη «σκοτεινή» και ανάξια περαιτέρω μελέτης πλευρά της τέχνης. Από διαφορετική οπτική και διαφορετικές αφετηρίες, πανεπιστημιακοί και διανοητές όπως ο Ουμπέρτο Έκο και ο Ερνστ Γκόμπριτς άμβλυναν με τις έρευνές τους τις διαφορές ανάμεσα στα «νόμιμα» και στα «απορριφθέντα» έργα και επιχείρησαν να γεφυρώσουν το χάσμα αναδεικνύοντας τα στοιχεία των δεύτερων που τα καθιστούν πολύτιμα εργαλεία κοινωνικοπολιτικών ερμηνειών. Ο διαρκώς αναπτυσσόμενος τομέας των πολιτισμικών σπουδών κατά τις τελευταίες δεκαετίες, αντιμετωπίζει με ακόμα μεγαλύτερη διαλλακτικότητα τη μαζική κουλτούρα και με δημοκρατικό τρόπο μελετά τα έργα της, επιχειρώντας μέσω αυτών να ρίξει φως στην κατανόηση της εποχής τους χωρίς να υποτιμά την κάποτε δαιμονοποιημένη ψυχαγωγική τους διάσταση. Τα ιταλικά κόμικς μαζικής απεύθυνσης των δεκαετιών του 1960 και του 1970 αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων έργων που, αν και συνάρπασαν το κοινό, θεωρήθηκαν ευτελή στην εποχή τους από την επίσημη κριτική και αναγνωρίστηκαν χρόνια αργότερα, με αποτέλεσμα σήμερα να αναδημοσιεύονται και να ερευνώνται με μεγάλη ζέση. Τέτοια έργα είναι και αυτά του Magnus (Roberto Raviola, γεν. 1939), ενός δημιουργού που σπούδασε καλές τέχνες και σκηνογραφία, εργάστηκε ως δάσκαλος σχεδίου, θεατρικός σκηνογράφος, εικονογράφος και γραφίστας για να εγκαταλείψει τα πάντα με σκοπό να αφιερώσει τη δημιουργικότητά του στα κόμικς. Ως δημιουργός κόμικς συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα της εποχής σε περιπετειώδεις ιστορίες, με επίκεντρο το φανταστικό και σε σοφτ πορνογραφήματα, αλλά το έργο του απογειώθηκε το 1975 με την κυκλοφορία του «Αγνώστου». «Η μεγάλη περιπέτεια του "Αγνώστου" βρίθει από εφιάλτες και ξαφνικά νυχτερινά ξυπνήματα, από παλιές ουλές και φρέσκα τραύματα ημέρας. Είναι μια ιστορία διακοσμημένη με συνεχή αναβλημένα ραντεβού θανάτου, μετά από τα οποία, αυτός ο ασπρομάλλης κύριος που ονομάζεται Unknow, μοιάζει να γονατίζει οριστικά και να φθάνει στο τέλος. Κι ενώ συνέρχεται και δείχνει πως έχει το απαιτούμενο σθένος για να αντιμετωπίσει τη βασανισμένη του ζωή, καταλήγει να περιμένει για μια ακόμη φορά το επόμενο ύπουλο χτύπημα. Τα ταξίδια προς το θάνατο από τον οποίο σώζεται κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή από κάποιο αόρατο ευσπλαχνικό χέρι, τοποθετούνται στην ιστορία του άλλοτε με τρόπο ειρωνικό κι άλλοτε με τρόπο σαδιστικό» γράφουν οι μεταφραστές της ελληνικής έκδοσης (εκδ. Jemma Press), Γιάννης Μιχαηλίδης και Κωνσταντίνα Ευαγγέλου στον πρόλογό τους. Ο Magnus συνέχισε να φιλοτεχνεί τις ιστορίες με πρωταγωνιστή τον Άγνωστο μέχρι το 1984 διατηρώντας την ίδια βασική συνταγή: έναν ήρωα, πρώην λεγεωνάριο και μισθοφόρο, μοναχικό και λιγόλογο στα διαρκή τυχοδιωκτικά του ταξίδια στα πέρατα της Γης. «Τριγυρνάει χαμένος και μελαγχολικός ανά τον κόσμο: από το Μαρακές στη Ρώμη, από το Μοντ Σαν Μισέλ στην Αϊτή και από κει στη Βυρηττό. Για να επιβιώσει δέχεται περιστασιακές δουλειές, του περνάει η ιδέα της αυτοκτονίας, σκοτώνει για να μη σκοτωθεί. Όμως η μοίρα του τον κρατάει πάντα ζωντανό, έτοιμο να ξαναφύγει. Στα χωρίς προορισμό ταξίδια του συναντάει τρομοκράτες και αντάρτες, βιαστές και βασανιστές, επαγγελματίες δολοφόνους και ανώνυμους μαχαιροβγάλτες. Όπου και να κοιτάξει βλέπει να κυλάει το αίμα» επισημαίνουν οι μεταφραστές του βιβλίου. Η ακρωτηριασμένη του ταυτότητα και προσωπικότητα αντανακλάται ακόμη και στο ανορθόγραφο όνομά του: «Unknow» και όχι Unknown όπως θα ήταν το σωστό. Όνομα ανορθόγραφο όπως των αντίστοιχων πρωταγωνιστών στα ιταλικά κόμικς της περιόδου (Kriminal, Satanik, Diabolik κ.ά.), ακρωτηριασμένο από την αδυναμία των εξωτικών συμπρωταγωνιστών του να το προφέρουν σωστά και από την πρόθεση του Magnus να τον στιγματίσει με μια ακόμη απουσία από τη ζωή του (ενός τελικού «n») όπως τόσες και τόσες απουσίες (κανονικότητας, φίλων, πατρίδας, επαγγέλματος, σταθερότητας, μέλλοντος). Το σκοτεινό και ταραγμένο παρελθόν του, τα τραύματά του και ο πολυδαίδαλος ψυχισμός του παραπέμπουν σε ανάλογους χαρακτήρες της αστυνομικής λογοτεχνίας και των κόμικς. Αυτός όμως ξεχωρίζει για τον κυνισμό του, την αποξένωση από τους ανθρώπους, την έλλειψη ηθικών φραγμών. Ζει για να ζει σε ένα περιβάλλον εχθρικό και αφιλόξενο, σε ένα διαρκές αδιέξοδο που καταλήγει να γίνεται ψυχολογικά κλειστοφοβικό έστω και αν οι ιστορίες διαδραματίζονται σε ερήμους, ωκεανούς και μεγαλουπόλεις. Μέσω αυτού του ήρωα που καταφέρνει να επιβιώνει χωρίς να ξέρει τι τον περιμένει στην επόμενη στροφή –και χωρίς να έχει τον χρόνο να πολυνοιαστεί για κάτι τέτοιο– ο Magnus στρέφει την απαλλαγμένη συναισθημάτων ματιά του προς τον περίπλοκο και ευμετάβλητο κόσμο της εποχής του και περιγράφει ευσύνοπτα, απλά, αλλά εμπεριστατωμένα, τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις του τέλους του προηγούμενου αιώνα σε συγκεκριμένα σημεία του πλανήτη, κυρίως σε θερμές ζώνες και ασταθείς περιοχές πολιτικής έντασης, πολέμων, συρράξεων κ.λ.π. Μέσα σ’ αυτό το ασφυκτικό κλίμα, ο Άγνωστος παραμένει πάντα ένας δυστυχισμένος που περιτριγυρίζεται από το έγκλημα και τη βία. Ο δημιουργός του, ωστόσο, δείχνει να τον συμπαθεί. Ή, τουλάχιστον, να τον κατανοεί. Ίσως γι’ αυτό να παρουσιάζει συχνά τους διώκτες του, τους εχθρούς του, τους περιστασιακούς αντιπάλους του ως γκροτέσκες, παραμορφωμένες φιγούρες σε αντίστιξη με αυτόν που παρά τα ψυχολογικά του αδιέξοδα παραμένει ευθυτενής, ακμαίος και ετοιμοπόλεμος. Οι Μιχαηλίδης και Ευαγγέλου επισημαίνουν επ’ αυτού: «Αν η τραγικότητα και το γκροτέσκο ήταν τα δυο συστατικά στοιχεία της ποιητικής στη λαϊκή εμπορική παραγωγή του, στον “Άγνωστο” το στοιχείο της τραγικότητας γίνεται πιο φανερό μέσα από το συνεχή αγώνα του πρωταγωνιστή να σκεφτεί πως υπάρχει λύση στα αδιέξοδά του. Το γκροτέσκο λειτουργεί ώστε να μη μετατραπεί το έργο σε υπαρξιακό. Ίσως γιατί ο δημιουργός δε θέλει να επιβαρύνει τον αγαπημένο του ήρωα ακόμη περισσότερο. Να τον κάνει πιο δυστυχισμένο». Η κυκλοφορία του «Αγνώστου», ενός cult διαμαντιού των (όχι ιδιαίτερα δημοφιλών στη χώρα μας κατά τα τελευταία χρόνια) ιταλικών fumetti της δεκαετίας του 1970 από τις εκδόσεις Jemma Press, σε μια πλούσια έκδοση 352 σελίδων αριθμημένη σε 500 αντίτυπα, καταγράφεται αναμφίβολα στα θετικά της ελληνικής παραγωγής. Η πιθανή επιτυχία μιας τέτοιας αξιέπαινης αλλά ρηξικέλευθης εμπορικά έκδοσης θα αποτελέσει παράδειγμα για αντίστοιχες μελλοντικές εκδόσεις, ειδών και κατηγοριών ευρωπαϊκών κόμικς που είναι σχετικώς ανεξερεύνητα στη χώρα μας, αλλά αξίζουν περαιτέρω προσοχής από ένα ειδικό κοινό. Και το σχετικό link...
  10. GeoTrou

    ÜBERMENSCH!

    Ελληνικό κόμικ των Αβραάμ Κάουα και Βαγγέλη Ματζίρη, βασισμένο στο διήγημα του βραβευμένου Άγγλου συγγραφέα Kim Newman. Έχει άμεσες επιρροές από το superhero genre, αλλά κατατάσσεται στην επιστημονική φαντασία και πιο συγκεκριμένα στην εναλλακτική ιστορία. Κυκλοφόρησε από την Jemma Press στο AthensCon 2015. Γερμανία, 1990. Ο Μπλούμενταλ, ένας Εβραίος πρώην κυνηγός εγκληματιών πολέμου, επισκέπτεται την φουτουριστική Μητρόπολη. Σκοπός του να συνομιλήσει με τον Κουρτ Κέσλερ, έναν εξωγήινο που στάλθηκε μωρό στη Γη με μια ρουκέτα, όταν ο πλανήτης του καταστράφηκε. Η αναφορά στο origin του Superman είναι σαφής, μόνο που εν προκειμένω, ο μικρός προσγειώνεται στη Βαυαρία του Μεσοπολέμου. Κι έτσι, μεγαλώνοντας, γίνεται σύμβολο της Αρείας φυλής του Χίτλερ και το σημαντικότερο μέσο προπαγάνδας του. Ας ξεκινήσω με τα της έκδοσης. Ωραίο φύλλο, μεγάλο μέγεθος και εξτραδάκια που νοστιμίζουν το τελικό αποτέλεσμα. Όσον αφορά το σενάριο, είναι μάλλον το δυνατό σημείο του Übermensch!. Ο Kim Newman έχει προσθέσει στην ιστορία διάφορες αναφορές από την προπολεμική κουλτούρα της Γερμανίας, ενώ και ο Κάουα βάζει τη δική του ταιριαστή πινελιά. Η στιχομυθία μεταξύ Μπλούμενταλ και Κέσλερ είναι επίσης καλογραμμένη και τα γεγονότα που αφηγούνται συναρπαστικά. Ωστόσο η όλη ιστορία μου φάνηκε λίγη, ήθελα κι άλλο. Πάμε τώρα στο σχέδιο. Στο AthensCon είχαν σε κοινή θέα τις original σελίδες και ήμουν κάπως έτσι . Όταν όμως κοίταξα το εσωτερικό, ήμουν γιουβέτσι . Κι αυτό, γιατί το ψηφιακό μελάνωμα ή/και χρωματισμός χαλάει πολύ τα εκπληκτικά μολύβια του Ματζίρη. Συνολικά, είναι ένα καλό κόμικ, παρά τα σημαντικά του προβλήματα. Προσφέρεται για πολλαπλές αναγνώσεις και δε νομίζω ποτέ να φύγει από τη βιβλιοθήκη μου. Βαθμολογία: 7,3/10
  11. Η αποκάλυψη της καθημερινότητας Συντάκτης:Γιάννης Κουκουλάς Στη ρουτίνα της καθημερινότητας, στις επαναλαμβανόμενες πράξεις, στα πιο ταπεινά αντικείμενα και στα πιο συνηθισμένα μέρη κρύβονται αναπάντεχες εκπλήξεις. Οχι τόσο ως προς τις συνέπειές τους στη ζωή μας αλλά κυρίως ως προς τη συνειδητοποίηση μιας πραγματικότητας που ήταν πάντα εκεί αλλά δεν τη βλέπαμε. Η Αλέξια Οθωναίου αφηγείται και σκιτσάρει τέτοιες «Ιστορίες που Κρύβονταν σε Προφανή Μέρη» Πόσες φορές έχουμε φάει τον τόπο για να βρούμε τα γυαλιά μας την ώρα που τα φοράμε; Πού είχαν κρυφτεί τα κλειδιά μας όταν τα ψάχναμε και τώρα μας «χαμογελούν» σαρκαστικά από το πιο κεντρικό σημείο του σπιτιού; Τι κάνουμε όταν δεν μας βλέπει κανείς και πόσο είμαστε διατεθειμένοι να το μοιραστούμε με τους άλλους; Σε ποιο παράλληλο Σύμπαν ζουν οι εξαφανισμένες μονές κάλτσες και πώς ετοιμάζουν τη Δευτέρα Παρουσία τους; Πόσο συχνά αισθανόμαστε ότι το Σύμπαν συνωμοτεί εναντίον μας ή είμαστε πρωταγωνιστές σε μια σκηνοθετημένη από άλλους κωμωδία με εκατομμύρια θεατές; Ποια είναι τα ανομολόγητα εγκλήματά μας σχετικά με τα κοινόχρηστα και τα σκουπίδια; Και τι είναι τελικά το ποτήρι, μισοάδειο ή μισογεμάτο; Παρόμοια ερωτήματα επιχειρεί να θέσει και να απαντήσει η Αλέξια Οθωναίου στις «Ιστορίες που Κρύβονταν σε Προφανή Μέρη» (εκδόσεις Jemma Press, πρώτη δημοσίευση στην πλατφόρμα socomic.gr). Και είναι μικρές ιστορίες, εμπνευσμένες από τα θαυμαστά και ανεξήγητα φαινόμενα της καθημερινότητας, με πρωταγωνιστές τα πιο απρόσμενα πρόσωπα και τα πιο αναπάντεχα αντικείμενα (τη διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, μια οδοντόπαστα, τα απαίσια σιρόπια για το κρύωμα, τα προβατάκια που μετράμε για να κοιμηθούμε, τον εαυτό μας κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος γιόγκας κ.λπ.). Αυτές οι ιστορίες που φέρνουν στο νου τα εγκεφαλικά παιχνίδια των στριπ του Tom Gauld είναι συνήθως οδυνηρές και τραυματικές όταν τις ζεις εν θερμώ, σε καταβάλλουν, σε τσακίζουν. Οταν τις δεις από απόσταση, ωστόσο, είναι ξεκαρδιστικές. Αυτό ακριβώς επιτυγχάνει η Οθωναίου. Να μας παρουσιάσει με τρυφερότητα και χιούμορ, κάποιες φορές και με κυνισμό, τις μικρές απολαυστικές σκηνές της προσωπικής μας αβάσταχτης κοινοτοπίας με τρόπο που μας συμφιλιώνει μαζί της χωρίς να μας απαλλάσσει από τις ευθύνες. Γι’ αυτό και το νέο της βιβλίο μπορεί να θεωρηθεί το πρώτο μέρος ενός οδηγού επιβίωσης, που δεν προσπαθεί να δώσει συμβουλές λάιφσταϊλ ούτε υπόσχεται να μας βγάλει από δύσκολες καταστάσεις. Απλώς να μας μιλήσει ανοιχτά για τον ελέφαντα που έχει εγκατασταθεί στο σαλόνι μας και υποκρινόμαστε πως δεν τον βλέπουμε ή πράγματι δεν τον βλέπουμε -άραγε ποιο από τα δυο είναι χειρότερο; Επιπλέον δίνει την ευκαιρία στη δημιουργό του να επιδοθεί σε ασκήσεις χιούμορ, κάτι που το επιτυγχάνει κάθε εβδομάδα, επίσης, από την τελευταία σελίδα αυτού του τετρασέλιδου μέσω των περιπετειών της «Μαντάμ Ξυδέα-Πομπιντού». Αποδεικνύοντας ότι είναι ικανή να ελίσσεται με μεγάλη επιτυχία ανάμεσα σε διαφορετικά είδη κόμικς, από τον τρόμο και την πολιτική φαντασία μέχρι την παρωδία και το θρίλερ. Και να πλάθει με την ίδια μαεστρία μεγάλες και μικρές ιστορίες για τα σπουδαία και τα σημαντικά, αλλά και για τα ευτελή και ταπεινά. Ακόμα και γι' αυτά που κρύβονται σε προφανή μέρη αλλά διαφεύγουν την προσοχή μας. Πηγή
  12. Indian

    ΤΟ ΓΡΙΜΟΡΙΟ ΤΗΣ ΓΚΡΕΤΑ

    Πρόκειται για μία ιστορία,μεταφυσικού χαρακτήρα,που κυκλοφόρησε η JEMMA στα πλαίσια του ComicDom 2017...!Η προέλευσή του δυστυχώς μου είναι άγνωστη,μιας και δεν κατάφερα να βρω κάποια αντίστοιχη ξένη έκδοση...!Στην δημιουργία της έχουμε συμμετοχή και το Ελληνικού στοιχείου,καθώς το σχέδιο το έχει επιμεληθεί η Αυγή Κανάκη...! Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία κεφάλαια: Το άνοιγμα της αυλαίας Παρόν & παρελθόν Αν είναι να πιεις λίγο απ'την Πηγή των Μουσών,μην πιεις καθόλου Στο τέλος υπάρχει κι ένα ολιγοσέλιδο παράρτημα με σκίτσα και σχεδιασμό χαρακτήρων...!Την σελιδοποίηση επιμελήθηκε η Ελευθερία Σκλάβου,ενώ την γραφιστική επιμέλεια είχαν ο Φραγκίσκος Ζουταλούρης και η Αυγή Κανάκη...! Η έκδοση έχει θερμοκολλημένη ράχη και καλής ποιότητας γυαλιστερό χαρτί,ενώ το σχέδιο είναι αρκετά λεπτομερές και μου μοιάζει με manga (δεν ξέρω γιατί )...! Αντιγραφή από το οπισθόφυλλο...! Και μερικές φωτογραφίες (μιας και δεν είναι εύκολο να σκαναριστεί εκ των έσω)...!
  13. Indian

    COMICSOAP

    Έχουμε διαβάσει κόμικς αφιερωμένα στα...κόμικς,αφιερωμένα στους δημιουργούς κόμικς,αφιερωμένα στα συνέδρια κόμικς...!Ε,ήρθε η ώρα να διαβάσουμε κι ένα κόμικ,αφιερωμένο στους ιδιοκτήτες κομικσάδικων...! Ο βετεράνος δημιουργός Σπύρος Δερβενιώτης,βασιζόμενος σε αφηγήσεις του Φραγκίσκου Ζουταλούρη,ανέβασε στο Socomic μερικά μονοσέλιδα στριπάκια,που έχουν σαν κύριο θέμα την καθημερινότητα ενός τυπικού ιδιοκτήτη κομικσάδικου και τρελαμένου με τα κόμικς και τα οποία ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να περάσουν από την οθόνη του υπολογιστή,στο χαρτί...!Έτσι κι έγινε,στο ComicDom 2017...!Στις σελίδες 45-48 τα κείμενα επιμελήθηκε ο ίδιος ο Φραγκίσκος Ζουταλούρης...! Η έκδοση της JEMMA κυμαίνεται στα ίδια πλαίσια με τις υπόλοιπες εκδόσεις της,εκτός φυσικά από το σκληρόδετο "Αφού μ'αρέσει να γυρνώ"...! Αντιγραφή από το οπισθόφυλλο... Αφιέρωμα στον Σπύρο Δερβενιώτη
  14. Είναι δύσκολο να είσαι έφηβος. Πόσο μάλλον «διαφορετικός» και ανήσυχος έφηβος. Και, ακόμη χειρότερα, διαφορετικός και ανήσυχος έφηβος στην ελληνική επαρχία. Οι έφηβοι πρωταγωνιστές του «Hard Rock» παλεύουν να μην ενηλικιωθούν κυνηγώντας το σεξ, ακούγοντας δυνατή μουσική και δοκιμάζοντας ουσίες. Διατηρώντας το χιούμορ τους και παραμένοντας ανυπότακτοι. Η εφηβεία αποτελεί μια μακρά ορμονική έκρηξη και μια εσωτερική επανάσταση – μεταμόρφωση αυτογνωσίας. Συνήθως διαρκεί βασανιστικά πολύ, με ανάμικτα τα συναισθήματα και τη συλλογή εμπειριών που τη συνοδεύουν. Οι νέοι δοκιμάζουν τα πάντα και πειραματίζονται. Για να γνωρίσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο ρισκάρουν. Ευτυχώς. Μπορεί κάποιοι να τσακίζονται στα βράχια του καθωσπρεπισμού και των απαγορεύσεων, άλλοι να χάνουν τον έλεγχο αψηφώντας τις κοινωνικές συμβάσεις και άλλοι να ισορροπούν σε τεντωμένο σκοινί για να παραμείνουν νέοι, ενώ ταυτόχρονα όλοι τους ζητούν να μεγαλώσουν και να «ωριμάσουν». Ο Μάρκος και ο Γόγος, λίγο πριν από τα δεκαοκτώ τους, μαθητές στη Σύρο της δεκαετίας του 1990, διανύουν το τέλος της παιδικότητάς τους και στον λίγο χρόνο που τους απομένει προσπαθούν να γευτούν τη χαρά με κάθε τίμημα. Και με πολύ χιούμορ για τους αναγνώστες. Οι περιπέτειες των δύο νεαρών δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Krak Komiks» του Τάσου Μαραγκού από το 2007 έως το 2013 και η έκδοσή τους υπό τον τίτλο «Hard Rock» αποτελεί την πρώτη συλλογή τους σε ενιαίο τόμο από τις εκδόσεις Jemma Press. Στη χορταστική έκδοση των 288 σελίδων, επιπλέον, περιλαμβάνεται μια αδημοσίευτη μέχρι τώρα ιστορία καθώς και ένα flip comic με τη φιλική συμμετοχή δεκαοκτώ Ελλήνων δημιουργών (Δ. Κάσδαγλης, Τόμεκ, Μ. Διαλυνάς, Χ. Σταμπουλής, Κ. Τζωρτζακάκης, Κ. Κυριακάκης, Π. Χριστούλιας, Θ. Ψαρρός, Γ. Γούσης, J. Sapillas, Η. Κυριαζής, Γ. Ρουμπούλιας, Δ. Πανταζής, Δ. Καμένος, Α. Σαλαμαλίκη, Κ. Σκλαβενίτης, Τ. Ζαφειριάδης, Τ. Παπαϊωάννου) που αφηγούνται και καταγράφουν καρέ-καρέ μια μοναδική ψυχεδελική εμπειρία των πρωταγωνιστών. Ο Μαραγκός, με καταγωγή από τη Σύρο, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια καταπιάνεται στα κόμικς του με πολιτικά ζητήματα, ιδιαίτερα κατά το διάστημα της συνεργασίας του με την «Εφ.Συν.» μέσω των «Αδέσποτων Σκίτσων» που δημοσιεύονταν σε αυτές εδώ τις σελίδες, παραμένει πάντα ένας δημιουργός με έμφαση στο χιούμορ, έστω κι αν αυτό είναι συχνά πικρό και σαρκαστικό. Σε αυτό τον βοηθάνε τα υπέροχα σχέδιά του, οι γκροτέσκες φιγούρες, οι κοφτοί διάλογοι και οι ευφυείς ονοματοποιίες που φέρνουν στον νου τα κόμικς του Peter Bagge από την εποχή του «Hate» αλλά και άλλων μεγάλων των αμερικανικών alternative κόμικς, όπως του Dan Clowes και των αδερφών Hernandez. Στο «Hard Rock» εφαρμόζει αυτήν ακριβώς τη συνταγή της μεγάλης αφήγησης σε συνέχειες, με σταθερούς πρωταγωνιστές που μεγαλώνουν όσο περνάνε τα χρόνια, εξελίσσουν τους χαρακτήρες τους και το πεδίο της δράσης τους, διαμορφώνονται από τις εμπειρίες τους και σταδιακά γίνονται όλο και πιο σύνθετοι και πολυδιάστατοι. Παράλληλα, στο background ξεδιπλώνεται η Ελλάδα των περασμένων δεκαετιών (και σε μεγάλο βαθμό τού σήμερα) με όλες τις παθογένειες των μικρόκοσμων της ελληνικής επαρχίας, με τους συντηρητικούς και οπισθοδρομικούς γονείς, τους φονταμενταλιστές παπάδες, τους θρησκόληπτους και αυταρχικούς δασκάλους σε ένα αφιλόξενο και εχθρικό σχολείο, τη διαρκή και αθεράπευτη παράνοια του ελληνικού στρατού, τα τραγελαφικά αποτελέσματα της προσκόλλησης στον τουρισμό ως πανάκειας κ.λπ. Χωρίς ποτέ να απουσιάζει η πλάκα και ο σαρκασμός προς όλα αυτά τα πρόσωπα-ιδεότυπους της νεοελληνικής τραγωδίας. «Πίσω από το χιούμορ και τον χαβαλέ, πίσω από όλες τις αστείες καταστάσεις και τα ευτράπελα στις ζωές του Μάρκου, του Γόγου και των άλλων ηρώων του “Hard Rock”, της σειράς που επί μία δεκαετία δημοσιευόταν στο “Krak Komiks”, κρύβεται ένας έφηβος που ουρλιάζει στα μούτρα μας: “Δε σε γουστάρω, ρε φίλε!” Και ο έφηβος αυτός δεν γουστάρει ούτε εμάς ούτε τον κόσμο που χτίσαμε γι’ αυτόν, ούτε το ψέμα ούτε την αδικία, ούτε τους πολιτικούς ή θρησκευτικούς “σωτήρες”. Ίσως κάποιες φορές να μη γουστάρει ούτε τον ίδιο του τον εαυτό, γιατί μπορεί να συμβιβάζεται και δεν γουστάρει τον συμβιβασμό», επισημαίνει ο Λευτέρης Σταυριανός προλογίζοντας την έκδοση. Ενώ ο Τάσος Παπαϊωάννου στο εισαγωγικό του σημείωμα τονίζει: «Πέρα, όμως, από τις Hard Rock καταστάσεις που βιώνουν οι χαρακτήρες και που μας θυμίζουν κομμάτια της δικής μας Hard Rock ζωής, αυτό που μας συνδέει ως αναγνώστες (και ανθρώπους) περισσότερο με τον Μάρκο είναι το άγχος του -που διέπει τις σελίδες του comic- για το μέλλον, η αβεβαιότητα για το τι θα του συμβεί μετά». Αυτό το άγχος κάνει τον αναγνώστη σύμμαχο και συνοδοιπόρο του Μάρκου. Και έμμεσα τον επανατοποθετεί σε μια απότομα διακοπείσα νεότητα που, αν και απρόβλεπτα σκληρή όταν βιωνόταν, στις μνήμες επανέρχεται πάντα νοσταλγικά ως αστεία, γλυκιά και γεμάτη προσδοκίες ελευθερίας και ανατροπής. Για να απαλύνει τον πόνο από τις αλλεπάλληλες ήττες του μέλλοντος. Η επίσημη παρουσίαση του «Hard Rock» θα γίνει σήμερα, Σάββατο 20 Μαΐου, στις 7 το απόγευμα στο White Rabbit (Σολωμού 12, Εξάρχεια). Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο δημιουργός του Τάσος Μαραγκός, ο εκδότης Λευτέρης Σταυριανός και ο ιστορικός τέχνης Γιάννης Κουκουλάς. Την Παρασκευή 26 Μαΐου, ο Τάσος Μαραγκός θα βρίσκεται στο βιβλιοπωλείο Tilt (Ασκληπιού 37) από τις 5 έως τις 9 το βράδυ για να υπογράψει αντίτυπα των βιβλίων του και να ανταλλάξει απόψεις με τους αναγνώστες του. Και το σχετικό link...
  15. Ποιος κρύβεται πίσω από το προσωπείο ενός βιβλιοπώλη κόμικς; Ποιες είναι οι μύχιες σκέψεις του απέναντι στις φυλές των αναγνωστών που τον κατακλύζουν; Πόση υπομονή χρειάζεται για να αντεπεξέλθει; Λατρεύει τους πελάτες του; Αγαπά τη δουλειά του; Στα ερωτήματα απαντά ο Σπύρος Δερβενιώτης με μια κόμικς-σαπουνόπερα. Στο Box Office Poison (εκδόσεις ΚΨΜ, μετάφραση Μπέλλα Σπυροπούλου), ο Alex Robinson απέδωσε με απολαυστικό τρόπο το επαγγελματικό άγχος των εργαζομένων στα βιβλιοπωλεία, καθώς είναι υποχρεωμένοι με χαμόγελο και κατανόηση να απαντούν ακόμα και στις πιο παράλογες ερωτήσεις, να ικανοποιούν ακόμα και τις πιο εξωφρενικές απαιτήσεις. Οι φυλές των αναγνωστών κόμικς και ο ιδιοκτήτης ενός βιβλιοπωλείου πρωταγωνιστούν στο «Comic Soap» του Σπύρου Δερβενιώτη Αν ήταν υπάλληλοι σε ένα ειδικό βιβλιοπωλείο με κόμικς, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι ακόμη χειρότερα. Και ακόμη πιο απολαυστικά για τους αναγνώστες. Ο Σπύρος Δερβενιώτης με το Comic Soap (εκδόσεις Jemma Press, προδημοσίευση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr) δίνει αυτήν ακριβώς την εκδοχή. Τοποθετεί ως πρωταγωνιστή του έναν ιδιοκτήτη (που για τους παροικούντες την ελληνική κοινότητα των κόμικς κάτι θυμίζει…) εξειδικευμένου στα κόμικς καταστήματος και μεταφέρει με άφθονο χιούμορ τις περιπέτειές του στη «ζούγκλα του βιβλιοπωλείου». Οι πελάτες του, άλλοι μόνιμοι θαμώνες και συχνά λαθραναγνώστες και άλλοι περιστασιακοί ή απλώς περαστικοί που είδαν «μικιμάου» και μπήκαν, καλύπτουν μια μεγάλη γκάμα των αναγνωστών του πραγματικού κόσμου: φίλοι της επιστημονικής φαντασίας, θιασώτες των εναλλακτικών κόμικς, εχθροί της αμερικανικής κόμικς-κουλτούρας, φαν του υπερηρωικού είδους, νοσταλγοί της τάχα αθωότητας των περιοδικών της παιδικής τους ηλικίας, φιλόδοξοι δημιουργοί που βαφτίζουν τα ορθινοσκαλίσματά τους αριστουργήματα, οπαδοί των graphic novels και των trade paperbacks και ορκισμένοι followers των τευχών, θρησκόληπτες γιαγιάδες, μυημένοι και αμύητοι στην ένατη τέχνη (η έκδοση συνοδεύεται από ορισμένα «λήμματα» του εν εξελίξει λεξικού «Maxima Encyclopedia Comicana», με αναλυτική περιγραφή των «ειδών»). Με όλους αυτούς έρχεται αντιμέτωπος ένας φαινομενικά πράος και μειλίχιος βιβλιοπώλης. Που πολλές φορές θέλει να παρέμβει στις κενές περιεχομένου συζητήσεις, στις αδιέξοδες διαφωνίες και στα ατελέσφορα debates που εξελίσσονται δίπλα του, αλλά προτιμά να κρατήσει το στόμα του κλειστό ώστε να φερθεί «επαγγελματικά», δίνοντας απλά τις συμβουλές του. Κάποιες φορές, όμως, ξεσπά και ξεθυμαίνει. Πασχίζοντας, φύσει και θέσει, να τους κρατήσει όλους ικανοποιημένους. Και πελάτες του. Δίπλα του, ως ανταγωνιστική αλλά και συμπληρωματική sidekick, βρίσκεται η υπάλληλός του σε μια σχέση συμβιωτικής υποχώρησης και εξ ανάγκης ειρηνικής συνύπαρξης. Ανάμεσα σε χιλιάδες τεύχη κόμικς, χαρτόκουτα, ζελατίνες, αφίσες και βιβλία, σε νέες παραλαβές, σε action figures, σε ράφια που στενάζουν από το βάρος, σε μεταλλαγμένους και μασκοφόρους και σε μυωπικούς παππούδες που ζητάνε κιμά. Φυσικά, με τις υποχρεώσεις να τρέχουν, τους διανομείς να καθυστερούν και τους χονδρέμπορους να αδιαφορούν. Μέχρι να κατέβουν τα ρολά για να τελειώσει ακόμα μια μέρα. Και να αρχίσει η επόμενη. Και το σχετικό link...
  16. Συνεπείς στο ραντεβού μας με τον θείο Αιμίλιο,την Ζοζεφίνα και την παρέα τους είμαστε κι αυτόν τον Απρίλιο...!Ο Αντώνης Βαβαγιάννης και οι εκδόσεις JEMMA κυκλοφόρησαν τα νέα Κουραφέλκυθρα,στα πλαίσια του ComicDom 2017...!Και πάλι τα στριπάκια είναι παρμένα από το Socomic,ενώ το άλμπουμ,σαν ποιότητα έκδοσης,κυμαίνεται ακριβώς στα ίδια επίπεδα με τις προηγούμενες,αντίστοιχες δουλειές του δημιουργού...! Την γραφιστική επιμέλεια είχε η Ελευθερία Σκλάβου...! Παλιότερα Κουραφέλκυθρα 2008,2014,2015,2016 Αφιέρωμα στον Αντώνη Βαβαγιάννη
  17. Indian

    ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΚΡΥΒΟΝΤΑΝ ΣΕ ΠΡΟΦΑΝΗ ΜΕΡΗ

    Άλλη μία σειρά από χιουμοριστικά στριπ που κυκλοφόρησαν στο Socomic,πήραν τον δρόμο για το τυπογραφείο,από την JEMMA...!Πρόκειται για την νέα δουλειά της Αλέξιας Οθωναίου, με τον (μεγάλο) τίτλο : "Ιστορίες που κρύβονταν σε προφανή μέρη",μία σειρά από μονοσέλιδες ιστορίες καθημερινότητας,που είχαμε την χαρά να αποκτήσουμε στο ComicDom 2017...! Η έκδοση είναι στενόμακρη,με ματ χαρτί που μοιάζει "βρώμικο" ( ) και προσωπικά το εξώφυλλο μου άρεσε αρκετά...!Είναι εντυπωσιακό...!Την σελιδοποίηση την επιμελήθηκε η Ελευθερία Σκλάβου...!Στην τελευταία σελίδα υπάρχει κι ένα σύντομο βιογραφικό της δημιουργού...! Αντιγραφή από το οπισθόφυλλο...! Αφιέρωμα στην Αλέξια Οθωναίου
  18. Indian

    ΑΦΟΥ Μ' ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΓΥΡΝΩ

    Για τρίτη συνεχόμενη φορά μετά το "Γυρνώ σαν την νυχτερίδα" και το "Τριγυρνώ μες την Αθήνα",η θρυλική παρωδία του Σκοτεινού ιππότη ξαναέρχεται στα χέρια μας...! Η έκδοση κυκλοφόρησε στο ComicDom 2017,από την JEMMA και δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις δύο προηγούμενες εκδόσεις...!Γι'ακόμα μία φορά ο Πέτρος Χριστούλιας μας ξεναγεί στην "ασπρόμαυρη" Αθήνα του μεταπολέμου και μας πλημμυρίζει με έξυπνο χιούμορ κι όμορφες μελωδίες...!Το κόμικ πρωτοκυκλοφόρησε σε συνέχειες στο SoComic...! Περιέχει 4 κεφάλαια...! Για ένα καθαρό κούτελο Εμπορική πανήγυρις Βραδινή παράσταση Ρουφιανιά και κουτσομπολιό Επίσης υπάρχει κι ένα μικρό παράρτημα με την λίστα των τραγουδιών που ακούστηκαν,καθώς κι ένα σύντομο βιογραφικό του δημιουργού...! Η σελιδοποίηση έγινε από τον Φραγκίσκο Ζουταλούρη,την εκτύπωση την ανέλαβε η εταιρεία Πλέτσας Κ. - Κάρδαρη Ζ. ΟΕ και την βιβλιοδεσία η εταιρεία Μάντης Ι. και Υιοί ΕΕ - Βιβλιοδετική Αττικής...! Η έκδοση της JEMMA είναι κι αυτή την φορά απίστευτη κι ανθεκτικότατη...! Αφιέρωμα στον Πέτρο Χριστούλια
  19. Μετά το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα» (2015) και το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» (2016), ο Πέτρος Χριστούλιας και ο wannabe «υπερήρωάς» του παραμένουν πιστοί στο ετήσιο ραντεβού τους με τους αναγνώστες. Το τρίτο μέρος των περιπετειών του Νυχτερίδα με τον εξομολογητικό τίτλο «Αφού μ’ Αρέσει να Γυρνώ» μόλις κυκλοφόρησε. Και είναι εξίσου απολαυστικό. Οι υπερηρωικές παρωδίες έχουν κατακλύσει τα κόμικς τα τελευταία τριάντα χρόνια. Μετά τον αποδομητικό οδοστρωτήρα του 1986 με τον «Σκοτεινό Ιππότη» του Frank Miller και τους «Watchmen» των Alan Moore και Dave Gibbons, οι μασκοφόροι ήρωες με τις μπέρτες, τα κολάν και τα βρακιά πάνω από το παντελόνι έγιναν αντικείμενο ανελέητης σάτιρας και σκληρής κριτικής από το ίδιο τους το μέσο. Ωστόσο, ακόμα και αυτή η πρωτότυπη, κάποτε, τάση δείχνει να έχει πλέον κορεστεί. Για να ανανεωθεί και να παραμείνει επίκαιρη η θεματολογία της απαιτεί φρέσκο χιούμορ, νέα σεναριακά ευρήματα και τοποθέτηση της δράσης σε ακόμη πιο ανοίκεια «σύμπαντα» και «περιβάλλοντα». Ένα τέτοιο επινόησε ο Πέτρος Χριστούλιας πριν από τρία χρόνια και τοποθέτησε εντός του έναν αξύριστο μεσήλικα με αυτοσχέδια στολή που θέλει να μοιάσει στον Μπάτμαν και ονειρεύεται να γίνει κάποτε λαϊκός ήρωας. Και έχει πολλούς λόγους να προσπαθεί να το πετύχει μια και ζει στον μουντό Πειραιά και στη σκοτεινή Αθήνα της δεκαετίας του 1950. Που δεν μοιάζουν καθόλου με τις glamorous αναπαραστάσεις τους στον παλιό εμπορικό κινηματογράφο. Αλλά σφύζουν από φτώχεια, μιζέρια, ασφαλίτες, πόρνες, κουτσαβάκια και χαφιέδες. Ιδανικοί τόποι για τη δράση ενός υπερήρωα που μπορεί να μη σώζει τον κόσμο από θεομηνίες, βιβλικές καταστροφές, πυρηνικούς πολέμους, εισβολές εξωγήινων και παρανοϊκούς εξουσιομανείς αλλά τουλάχιστον καταφέρνει να βοηθήσει τον φίλο του τον Ανέστο που έχει μεταμφιεστεί σε ουρακοτάγκο ως μέλος ενός περιφερόμενου μπουλουκιού. Και να τον προτρέψει να μπαρκάρει με προορισμό μια «λαϊκή δημοκρατία» για να γλιτώσει από τους διώκτες του. Στο «Αφού μ’ Αρέσει να Γυρνώ» (εκδ. Jemma Press, πρώτη δημοσίευση στην πλατφόρμα socomic.gr) ο πιστός και αγράμματος sidekick με το όνομα Δεκαοχτούρας είναι και πάλι στο πλευρό του Νυχτερίδα που διασταυρώνεται με χαρακτηριστικές φιγούρες των 50's όπως τον Μίμη τον Άτλα, την «Ασώματο Κεφαλή του Πλάτωνος», έναν ρουφιάνο κάπελα, ρεμπέτες και χορεύτριες. Σε μια Ελλάδα ουδόλως εξωραϊσμένη αλλά αποδιδόμενη με μεγεθυμένα τα χαρακτηριστικά της μετεμφυλιακής παθογένειάς της, με τη σκληρή Δεξιά να έχει κυριαρχήσει και να ευαγγελίζεται την πρόοδο πάνω στα κορμιά των αντιφρονούντων «ηττημένων». Σ’ αυτήν την Ελλάδα, η ταμπέλα για την τουαλέτα γράφει «Αποχωρητήριο», αλλά επειδή κανείς από τους θαμώνες του κουτουκιού δεν την καταλαβαίνει, δίπλα είναι συμπληρωμένο χειρόγραφα το ξεκάθαρο και κατανοητό «Καμπινές», τα ρεμπετάδικα ονομάζονται «Τα δυο Περιστέρια» ή «Χατζή Μπαξέ», ο κόσμος διασκεδάζει στην «Εμπορική Πανήγυρη» και τρώει πάστες στα ζαχαροπλαστεία, οι αυλές είναι γεμάτες λάσπες και στις πλατείες ανάμεσα στους χωματόδρομους δεσπόζει το άγαλμα του Αδαμάντιου Κοραή, βορά στις κουτσουλιές. Κι ο Δεκαοχτούρας πασχίζει να πείσει τον Νυχτερίδα: «Πρέπει να ξεπεράσεις την επίδραση του Υπερεγώ σου. Η δομή αυτή του ασυνείδητου που αντιπροσωπεύει τις ηθικές και κοινωνικές αξίες είναι που κρύβει πίσω από τις μάσκες τις πραγματικές σου δυνατότητες». Και το σχετικό link...
  20. Στα ερείπια ενός ένδοξου παρελθόντος Ο «Ανώνυμος ο Αθηναίος» του Κ. Σκλαβενίτη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Jemma Press και δημοσιεύεται διαδικτυακά στην πλατφόρμα socomic.gr «Καλά, μην περιμένετε να μάθετε Ιστορία διαβάζοντας αυτό το κόμικ στριπ», μονολογεί ο Φαίδρος ακουμπώντας σε μια σπασμένη κολόνα. Αυτός και οι συμπρωταγωνιστές του περιφέρονται και (νομίζουν πως) φιλοσοφούν σε μια παρακμασμένη πόλη «Στη σκιά της Ακρόπολης». Και μπορεί να μη μας διδάσκουν κάτι για το παρελθόν της, αλλά με ευφυείς αναχρονισμούς μάς μιλούν για την κατεστραμμένη Ελλάδα τού σήμερα Η εν εξελίξει οικονομική κρίση τα τελευταία χρόνια φέρνει συχνά την Ελλάδα στην πρώτη γραμμή της διεθνούς ειδησεογραφίας και κατ' επέκταση στο στόχαστρο των πολιτικών γελοιογράφων όλου του κόσμου. Συνήθως αυτό γίνεται με στερεοτυπικές απεικονίσεις των Νεοελλήνων ή/και με γεμάτες κλισέ χιουμοριστικές παραπομπές στην αρχαιότητα και στο ένδοξο παρελθόν. Η σειρά «Ανώνυμος ο Αθηναίος» του Κωνσταντίνου Σκλαβενίτη, που δημοσιεύεται διαδικτυακά στην πλατφόρμα socomic.gr με την υποστήριξη της ΙΟΝ και της οποίας το πρώτο μέρος με τίτλο «Στη Σκιά της Ακρόπολης»κυκλοφόρησε πριν από λίγες ημέρες σε έντυπη μορφή από τις εκδόσεις Jemma Press, αποφεύγει την πεπατημένη. Δεν επικαλείται τους εντέχνως καλλιεργημένους εθνικούς μύθους της υποτιθέμενης τρισχιλιετούς και τάχα αδιαίρετης ελληνικότητας, δεν μιλά για το δήθεν ξεχωριστό DNA των Ελλήνων που πάντα καταφέρνουν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες κόντρα στους ξένους που τους επιβουλεύονται, αλλά ούτε και επιρρίπτει εύκολες ευθύνες με βάση το ίδιο DNA που «μας κάνει ικανούς για το καλύτερο και για το χειρότερο». Με πρόσχημα και μόνο το ένδοξο παρελθόν και φόντο τα ερείπιά του, προσεγγίζει την Αρχαία Αθήνα χωρίς καμιά διάθεση να την εξωραΐσει και να την εξιδανικεύσει, αλλά με προφανή στόχο να σχολιάσει το ζοφερό παρόν και πιθανό στόχο να προειδοποιήσει για τα επερχόμενα και τα μελλούμενα. Γι' αυτό και πρώτα απ' όλα κριτικάρει τον ναρκισσισμό, την εθελοτυφλία και τον εγωκεντρισμό των πρωταγωνιστών της, του αθεράπευτα αισιόδοξου και ρομαντικού Ανώνυμου του Αθηναίου, του δύσθυμου Φαίδρου και του ψευτοφιλόσοφου που ακούει στο όνομα Δάσκαλος. «Αναρωτιέμαι τι άνθρωποι μπορεί να ζουν πέρα από τη θάλασσα...», λέει ο Φαίδρος αγναντεύοντας με περίσκεψη το πέλαγος. «Πώς θα σου φαινόταν αν είχαν αναπτύξει έναν θαυμαστό πολιτισμό, ανώτερο από τον δικό μας;», του προτείνει ο Ανώνυμος ο Αθηναίος. «Ε, καλά, μη λέμε και ό,τι θέλουμε τώρα», τον αποπαίρνει επιτιμητικά ο Φαίδρος. Οι συνειδητοί και έξυπνα τοποθετημένοι αναχρονισμοί (το ίντερνετ, οι τηλεοράσεις που δεν σταματούν να παίζουν, οι διαφημιστικές τουριστικές πινακίδες κ.ά.) προσφέρουν στον Σκλαβενίτη (που πρόσφατα είχε σχεδιάσει τις ιστορίες του σταυρωμένου Σπάρτακου σε σενάριο του Δημήτρη Σαββαΐδη) την ευκαιρία να σαρκάσει το παρόν αλλά και να αυτοσαρκαστεί τόσο ως σκιτσογράφος όσο και ως Νεοέλληνας: «Το κόμικς αυτό έχει έναν σωρό αναχρονισμούς και ιστορικά λάθη!», επισημαίνει ο Ανώνυμος. Και ο Φαίδρος τού απαντά: «Ιστορικό λάθος ήταν η ένταξή μας στο ευρώ… Αλλά θα κοστίσει πολύ να το διορθώσουμε!». Πηγή Αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Σκλαβενίτη
  21. vaios

    ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΗ ΑΥΓΗ

    Πρόκειται για μια γραφική νουβέλα με περιεχόμενο κοινωνικό-νουάρ. Τα σκίτσα τα χαρακτηρίζουν λεπτές γραμμές σχεδίασης. Το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα γοητευτικό στην απόδοση γυναικείων μορφών. Οι εικαστικές ικανότητες της δημιουργού στη ζωγραφική γίνονται αντιληπτές από τους επιχρωματισμούς του συνόλου της επιφάνειας των εικόνων αλλά και από τον καθαρά ζωγραφικό σχεδιασμό ορισμένων σελίδων. Γενικά επικρατεί η πολυχρωματική σύνθεση με τη χρήση συναφών αποχρώσεων ακόμη και στα μικρότερα μέρη των καρέ. Αν και η ιστορία διαδραματίζεται σε «σκοτεινό» περιβάλλον, όπου χρειάζεται, ο φωτισμός είναι ο απαιτούμενος σε πρώτο ή δεύτερο πλάνο για να αναδείξει π.χ. μια μορφή ή το γύρω χώρο. Η διήγηση είναι αρκετά πρωτότυπη. Με αφορμή το γεγονός της αυτοκτονίας ενός νέου ανθρώπου βλέπουμε καρέ-καρέ κινηματογραφικά τους ήρωες του εικονογραφηγήματος· τον επιχειρηματία Νειλ Κόνγουεη, τους «εκτελεστές» Προφ και Μπάουερ, την πόρνη πολυτελείας Σιμπέλ Μπέητ και την ερωμένη του αυτόχειρα Τσάρλι, να «κατευθύνονται» τελικά στον τόπο που συνέβη το μοιραίο για να γραφεί το τέλος της τραγωδίας. Τα κείμενα αποτελούν συμπιεσμένη εκδοχή της νουβέλας και πρέπει να τύχουν της ιδιαίτερης προσοχής του αναγνώστη. Από τα καλύτερα κόμιξ που έχω διαβάσει μέχρι σήμερα. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Vaios Αφιέρωμα στην Αλέξια Οθωναίου
  22. Η κρυφή γοητεία της προϊστορίας Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Πώς ζούσαν οι άνθρωποι το 10000 π.Χ.; Ποια εργαλεία χρησιμοποιούσαν; Τι καλλιεργούσαν; Πώς κυνηγούσαν; Πώς οργανώνονταν σε κοινότητες; Τι όνειρα είχαν; Σε ποιους θεούς πίστευαν; Πώς επιβίωναν σε έναν εχθρικό κόσμο; Τι κοινά έχουν με τους σύγχρονους ανθρώπους; Και τι μας διδάσκουν για τις δικές μας ζωές; Λιγοστές είναι οι απόπειρες κινηματογραφιστών, λογοτεχνών, δημιουργών κόμικς και αφηγητών κάθε είδους να καταπιαστούν με την προϊστορία και να στήσουν «παραμύθια» για τους προγόνους μας από μια μακρινή και, δικαιολογημένα, σχετικά ανεξερεύνητη εποχή. Για όποιον θέλει να παραμείνει πιστός στα τεκμήρια και τα αρχαιολογικά ευρήματα, το πεδίο δράσης είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένο, καθώς δεν υπάρχουν γραπτές πηγές – η γραφή επινοήθηκε πολύ αργότερα. Για όποιον επιθυμεί, ωστόσο, να στήσει μια φαντασμαγορική μυθοπλασία, οι βαθμοί ελευθερίας είναι απεριόριστοι. Το επιχείρησαν και το πέτυχαν με το παραπάνω οι Ben Haggarty (σενάριο) και Adam Brockbank (σχέδια) δημιουργώντας το «Mezolith» (εκδόσεις Jemma Press, μετάφραση: Βασιλεία Βαξεβάνη), μια σειρά βιβλίων που αναφέρονται στις ανθρώπινες περιπέτειες της μεσολιθικής εποχής, στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στην παλαιολιθική και τη νεολιθική περίοδο. Ο Ζαν-Ζακ Ανό στον «Πόλεμο για τη Φωτιά» (1981) τοποθέτησε την ιστορία του πολύ παλαιότερα, το 80000 π.Χ., εισάγοντας πολλά αυθαίρετα στοιχεία. Γύρω στο 20000 π.Χ. αναφέρεται το «The Clan of the Cave Bear» της Jean M. Auel που μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο (1986) με πρωταγωνίστρια την Ντάριλ Χάνα. Για τη ζωή των ανθρώπων πολύ πιο παλιά μιλά το «One Million Years B.C.» (1966) που δίνει την ευκαιρία στη Ράκελ Γουέλς να περιφέρεται φορώντας μόνο κάποια στενά κομμάτια δέρματος. Πιο πρόσφατα (2008), το «10000 B.C.» του Ρόλαντ Εμεριχ ήταν απλώς το περιτύλιγμα για αχαλίνωτη δράση, ειδικά εφέ, επικές μάχες και μπόλικο αίμα. Στα κόμικς, περιπτώσεις όπως το «B.C.» του Johnny Hart ή το «Alley Oop» του V. T. Hamlin δεν αξίωναν επιστημονική ακρίβεια αλλά στόχευαν αποκλειστικά στο χιούμορ με πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες τους προϊστορικούς ανθρώπους. Οι δυο Βρετανοί δημιουργοί του «Mezolith» προσεγγίζουν εντελώς διαφορετικά την προϊστορία και τη μεσολιθική εποχή. Τοποθετούν τον κύκλο των ιστοριών τους στο 10000 π.Χ., τότε που η Βρετανία δεν ήταν ακόμα νησί και επικοινωνούσε μέσω ξηράς με την ηπειρωτική Ευρώπη. Στο επίκεντρο θέτουν την κοινωνική ζωή της φυλής των Κάνσα, κάπου στις ακτές του κόλπου της Βόρειας Θάλασσας. Και ως κεντρικό πρωταγωνιστή χρίζουν τον Πόικα, ένα αγόρι στην εφηβεία που πασχίζει να γίνει πολεμιστής και να τον πάρουν στα σοβαρά ενώ είναι ακόμα παιδί. Είναι η πρώτη φορά που οι Haggarty και Brockbank συνεργάζονται, είναι όμως και η πρώτη φορά που δημιουργούν κόμικς. Ο πρώτος είναι επαγγελματίας αφηγητής που τα τελευταία τριάντα χρόνια δίνει παραστάσεις σε ποικίλους χώρους, από σπηλιές μέχρι το Carnegie Hall, αφηγούμενος παραμύθια, έπη, μύθους για ενήλικες και παιδιά, ιστορίες φαντασίας και περιπέτειες κάθε είδους, ενώ είναι επίτιμος διδάκτορας Αφήγησης στο Ats University του Βερολίνου. Ο δεύτερος, έχοντας σπουδάσει καλές τέχνες στο Royal College of Art του Λονδίνου, θεωρείται σήμερα ένας ιδιαίτερα επιτυχημένος concept και storyboard artist, με ταινίες όπως οι «X-Men», «Sleepy Hollow», «Star Wars – Rogue One» και «Harry Potter» στο ενεργητικό του. Η συνεργασία τους ξεκίνησε από την ιδέα του Haggarty να καταπιαστεί με τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. «Εκανα τεράστια έρευνα. Αρχαιολογική, εθνογραφική και ανθρωπολογική, διάβασα βιβλία, επισκέφτηκα μουσεία και μίλησα με αρχαιολόγους […] Το "Mezolith" είναι σε έναν βαθμό μια εξερεύνηση της αρχαιολογίας της φαντασίας, μια προσπάθεια να βρεθούν οι πραγματικά παλιές ιστορίες που ακόμα αφηγούμαστε, αυτές που πάντα αφηγούμασταν» εξηγεί στη συνέντευξή του που συνοδεύει την έκδοση. Και ο Brockbank συμπληρώνει: «Ο Ben μου παρείχε αμέτρητα βιβλία, κυρίως ακαδημαϊκά, κάποια με αντικείμενα από τη μεσολιθική περίοδο που είναι ακόμα σε καλή κατάσταση από πολιτισμούς κυνηγών-συλλεκτών από όλο τον κόσμο, για να μη μιλήσω για μερικά πραγματικά αντικείμενα τα οποία ήταν εξαιρετικά χρήσιμα». Ομως η ιστορία τους δεν μένει σε μια καταγραφή της εποχής με βάση τα πραγματολογικά στοιχεία. Πάνω απ’ όλα είναι μια συλλογή επεισοδίων από την καθημερινή ζωή των μελών μιας φυλής. Και η ζωή των ανθρώπων, ακόμα και αυτών της μεσολιθικής περιόδου, δεν ήταν ποτέ μόνο κυνήγι, ακόντια και βίαιες μάχες επικράτησης. Οι Haggarty και Brockbank περιγράφουν όλες τις στιγμές των ανθρώπων. Τη χαρά και τα αστεία τους, τον πόνο και την αγωνία τους, τα όνειρα και τη φαντασία τους, τον έρωτα, την αλληλεγγύη, την αφοσίωση και την αγάπη τους, ακόμα και τον σεβασμό τους για τη ζωή όλων των ζώων που, αν και αποτελούν διαρκή απειλή και αξιοποιούνται, όταν νικηθούν, ως αναγκαία τροφή, αντιμετωπίζονται ως πλάσματα της ιερής φύσης και όχι ως προϊόντα. Οι κοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στα μέλη της φυλής αλλά και οι σχέσεις ανταγωνισμού μεταξύ των φυλών δεν διαφέρουν και πολύ από τη σύγχρονη πραγματικότητα, ίσως μάλιστα να βασίζονται σε πιο καθαρές συμφωνίες και πιο τίμιες εξηγήσεις στη βάση μιας αμοιβαία επωφελούς ειρήνης και αρμονικής συνύπαρξης. Ολα αυτά αποδίδονται ιδανικά με τα εντυπωσιακά και ιδιαίτερα εκφραστικά, ως προς τα πρόσωπα, σχέδια του Brockbank. Που με την ίδια δεξιοτεχνία αποδίδει και τα χιονισμένα τοπία, τις αγριεμένες θάλασσες, τα καταπράσινα δάση, τις χαλαρές σκηνές κοινωνικής ειρήνης και σχόλης, αλλά και τις αιματοβαμμένες σκηνές μάχης και κυνηγιού. Σε μια ιδιαίτερα προσεγμένη έκδοση της οποίας το «Mezolith - Ονειρα και Εφιάλτες στην Εποχή του Λίθου» αποτελεί τον πρώτο τόμο. Σύντομα αναμένεται στα ελληνικά και ο δεύτερος, που έχει ήδη κυκλοφορήσει από το περασμένο φθινόπωρο στα αγγλικά, ενώ είναι βάσιμο να ισχυριστεί κανείς ότι η σειρά αυτή θα έχει πολλές ακόμα συνέχειες. Πηγή
  23. MeZolith (Vol.1): Όταν το ένστικτο μπλέκεται με το μύθο Η νέα σειρά των Ben Haggarty και Adam Brockband, μεταφρασμένη από την Jemma Press, έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι περισσότερα μας ενώνουν παρά μας χωρίζουν με τους προγόνους μας… Οι ιστορίες δεν είναι απλά μια νοητική διεργασία του να πλάθεις φανταστικά γεγονότα και να τα αφηγείσαι, αλλά αποτελούν έκφραση της καθημερινής ζωής σε όλες τις ιστορικές φάσεις της ανθρωπότητας. Αυτής της λογικής είναι το κόμικ με τίτλο «MeZolith», το οποίο αφηγείται αυτοτελή γεγονότα από τις περιπέτειες ενός αγοριού στην προϊστορική Αγγλία του 10.000 π.Χ. σαν να συνέβησαν μόλις χθες. Σε αυτό συμβάλλει αφενός το αφηγηματικό ταλέντο του Ben Haggarty, που καταφέρνει να αναβιώσει μια ιστορική εποχή για την οποία έχουμε αντικειμενικά λίγες πληροφορίες και αφετέρου το πενάκι του Adam Brockband, που δημιουργεί ένα μοναδικό εκφραστικό στυλ, με καρέ που θυμίζουν κινηματογραφικές λήψεις. Ο Πόικα είναι ένα αγόρι στη φυλή Κάνσα που είναι κοντά στην ενηλικίωση και προσπαθεί να βρει τον εαυτό του τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και μέσα στη φυλή. Οι δυο κοινωνικοί ρόλοι, αυτός του παιδιού και του άντρα, συγκρούονται και μέσα από την ροή των μικρών ιστοριών βλέπουμε να χτίζεται σιγά-σιγά ο χαρακτήρας . Όταν ειδικά ο απερίσκεπτος νέος επιλέγει πάνω στην παρόρμηση του να αποδείξει την ανδρεία του κυνηγώντας τον ταύρο και καταλήγει να τραυματίζεται σοβαρά, πρέπει να αποδείξει την αξία του στην φυλή. Σκοπός του αφηγητή δεν είναι η ταύτιση του αναγνώστη με τον ήρωα αλλά το να ρίξει φως στην καθημερινότητα των ανθρώπων στην Νεολιθική εποχή, γι’ αυτό και δίνεται έμφαση στα γεγονότα και όχι στην πλοκή των γεγονότων καθεαυτή. Κοινή συνισταμένη όλων αυτών των μικρών ιστοριών, που δεν αποτελούν παρά πτυχές της καθημερινότητας του ανθρώπου-τροφοσυλλέκτη, είναι η θεραπευτική και διδακτική λειτουργία της προφορικής παράδοσης. Η τεχνική του Brockbank είναι χωρίς αμφιβολία ένα από τα καλύτερα στοιχεία αυτής της σειράς. Μεγάλο μέρος της δουλειάς του είναι σαν κινηματογραφικό ενώ οι ονειρικές σκηνές εκεί που μπλέκεται και το υποσυνείδητο, είναι έτσι σχεδιασμένες έτσι ώστε να διατηρείται η αίσθηση του βάθους και της προοπτικής και να μην επισκιάζεται από το υπερρεαλιστικό στοιχείο . Οι χαρακτήρες είναι δουλεμένοι με έμφαση στη λεπτομέρεια προκειμένου να αποδοθεί ένας πιο ψυχογραφικός τόνος. Για παράδειγμα ο αδελφός του πρωταγωνιστή είναι ένας άνθρωπος με μούσι, αλλά από τη φυσιογνωμία του φαίνεται ευγενικός . Οι φανταστικές πτυχές της αφήγησης φτάνουν σε σημείο να ξεπερνούν μια ρεαλιστική απόδοση και να γίνονται υπερρεαλιστικές, όπως στην περίπτωση της γιγάντιας παχύσαρκης γυναίκας στο μύθο με τους κύκνους. Ο ρόλος του ενστίκτου και των ζωωδών παρορμήσεων ως συνεκτικά χαρακτηριστικά της προϊστορικής κοινωνίας αποδίδεται με τον πιο ωμό και ρεαλιστικό τρόπο στο κόμικ: από την ιστορία του φονικού μωρού μέσα στο παραλήρημα του πυρετού του Πόικα, μέχρι την ιστορία για την γυναίκα κύκνο-που αποτελεί για μένα και το κρεσέντο του έργου- παρατηρούμε ότι κυριαρχεί ο σκοταδισμός και η προκατάληψη, που όμως δεν μας απομακρύνει από τους χαρακτήρες αλλά αντίθετα μας κάνει να συμπάσχουμε περισσότερο. Εκεί ακριβώς έγκειται και το αριστουργηματικό δέσιμο των Ben Haggarty και Adam Brockband: στην έντεχνη και πολυδιάστατη αφήγηση, στις δυναμικές λήψεις των καρέ και τη λεπτομερή διάρθρωση του σκηνικού. Η ίδια η πολυδιάστατη οικοδόμηση του κόσμου του MeZolith δίνει την δυνατότητα για συνέχιση του μύθου σε επόμενα volumes– ήδη έχει εκδοθεί ο δεύτερος τόμος στο εξωτερικό πριν ένα τρίμηνο! Με λίγα λόγια, το MeZolith είναι ένα ενδιαφέρον πόνημα, από δυο δεξιοτέχνες του είδους , που γνωρίζουν καλά πως ο μύθος έχει την βάση του στην πραγματικότητα και τίποτα περισσότερο. Δεν είναι τυχαίες άλλωστε οι διθυραμβικές ξένες κριτικές που έχει λάβει το κόμικ έως τώρα. Πηγή Άλλο άρθρο σχετικά με το κόμικ
  24. The very closed circle : Πόσο κλειστός είναι τελικά αυτός ο κύκλος; Συνήθως όταν ξεκινάει μια κριτική σε ένα βιβλίο ή σε ένα comic αρχικά αναφέρεται ο τίτλος του. Όμως στη νέα έκδοση των The very closed circle από τη Jemma Press ο τίτλος είναι ένα ερώτημα. Άραγε η έκδοση παίρνει το όνομα της ομάδας, το οποίο αναγράφεται ως κεντρικός τίτλος στο εξώφυλλο; Ή ο τίτλος του αναγγέλεται από έναν απ’ τους χαρακτήρες που είναι σκιτσαρισμένοι στο εξώφυλλο, δηλαδή «Ασκήσεις επί χάρτου»; Έτσι κι αλλιώς απ’ τα στριπάκια των TVCC έχουμε μάθει ότι ένα «balloon» λέει πολύ περισσότερα από πέντε εικόνες… Όμως τι σημασία έχει αυτή η εισαγωγή; Ποιος ενδιαφέρεται στην τελική για τον τίτλο; Εδώ πρέπει να σχολιάσουμε τα στριπάκια αν ήταν διασκεδαστικά και αν αξίζει να διαβαστούν. Αυτή θα ήταν πραγματικά μια θεμιτή παρατήρηση. Όμως, τελικά, σε αυτό το comic χρειάζεται η αντίστροφη διαδικασία. Για να απολαύσουμε τον πλούτο του (από δω και πέρα) «Ασκήσεις επί χάρτου» θα πρέπει να έχουμε γνωρίσει το project του Πολύ κλειστού κύκλου ή αλλιώς TVCC. Έτσι το αντιμετωπίσαμε εμείς και έτσι θα προσπαθήσουμε να το παρουσιάσουμε. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να σπάσουμε για λίγο αυτόν τον κλειστό κύκλο και να δούμε τι κρύβει. Το TVCC είναι ένα εγχείρημα που ξεκίνησε το 2010 μέσα από το blog The Very Closed Circle υπό τις διαταγές του Ναυάρχου Φραγκίσκου Ι. Πέστροφα2. Ο ναύαρχος Πέστροφας2 μας διηγείται ότι ένα απόγευμα του 2010 που ήταν ζεστό, αλλά μετά δεν ήταν ζεστό, αποφάσισε να συγκεντρώσει μια ομάδα σκιτσογράφων με παρόμοιο στιλ και χιούμορ, ώστε να δημιουργήσει μια κοινότητα που θα σκιτσάρει στριπάκια με απόλυτη ελευθερία υπό τον μοναδικό όρο ότι θα περιέχονται αυστηρά σε 4 καρέ. Και αφού η ομάδα άρχισε το σκιτσάρισμα στο blog το 2010 ο ναύαρχος Πέστροφας ανέλαβε το δυσκολότερο ρόλο… να εκδίδει τις διαταγές για τη λειτουργία του κλειστού κύκλου που είχε δημιουργήσει, να αποφασίζει ποια στριπάκια είναι ωραία και ποια είναι για πέταμα και να κατσαδιάζει την ομάδα όταν δεν στέλνουν στριπάκια γιατί έχει Comicdom-con και δεν προλαβαίνουν. Ας ακούσουμε όμως τον ίδιο να μας τα διηγείται: «Μπορεί ο κύκλος να είναι πολύ κλειστός, αλλά ταυτόχρονα είναι και πολύ μεγάλος. Πιάνει από την Κρήτη, περνάει από Αθήνα–Θεσσαλονίκη και φτάνει μέχρι την Καταλονία. Όταν τον ξεκίνησα είχα πολύ συγκεκριμένα πράγματα στο μυαλό μου. Καθόρισα χαλαρά κάποιους αυστηρούς κανόνες… (ή ανάποδα; Δεν θυμάμαι). Μετά συνέταξα το μανιφέστο, έφτιαξα το layout και βούρ στο πατσά… Πατήσαμε σε δυο-τρία σημεία που ταλαιπωρούν το ελληνικό (και όχι μόνο) comic και τους δημιουργούς και βρήκαμε τρόπους να απελευθερωθούμε απ’ αυτά. Καταργήσαμε το χαρτί και την εκτύπωση, εφαρμόσαμε χαλαρά deadlines (όλοι στον κύκλο αυτό το αγαπάμε περισσότερο απ’όλα… χαχαχά), μικρό ασπρόμαυρο φορμάτ (τέσσερα καρέ) και ό,τι θέμα θέλει ο καθένας. Θυμάμαι ότι ήμουν πολύ ευχαριστημένος με το ξεκίνημα. Και διέταξα επίθεση.» Όπως έχει γίνει ήδη σαφές το TVCC είναι μια συλλογική προσπάθεια δημιουργών comics με διαφορετικό στιλ, ύφος, θεματολογία, ή και χιούμορ. Αυτό το χαρακτηριστικό του TVCC μπορεί να φαίνεται συνηθισμένο, αλλά εκεί κρύβεται όλη η συνταγή της επιτυχίας του συγκεκριμένου εγχειρήματος. Τελικά, όλοι αυτοί οι διαφορετικοί άνθρωποι κατάφεραν να ταιριάξουν και να δημιουργήσουν μεταξύ τους μια κοινότητα. Αυτή η κοινότητα άλλοτε ήταν περισσότερο κλειστή, άλλοτε περισσότερο ανοιχτή. Ο πολύ κλειστός κύκλος, άλλωστε, όσο περνούσε ο καιρός διευρυνόταν και εμπλουτιζόταν με νέους δημιουργούς, νέες ιδέες και νέα στιλ. Όμως στο κέντρο παρέμενε η κοινότητα που είχε δημιουργήσει. Τελικά ο πολύ κλειστός κύκλος κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Ανθολογίας στα Comicdom Awards 2012. Και εδώ ήρθε η ώρα να αναφέρουμε κάποιους απ’ τους θαμώνες του TVCC, όπως μας συστήνονται και οι ίδιοι στα βιογραφικά σημειώματά τους στις «Ασκήσεις επί χάρτου». Ιδρυτικό μέλος και ψυχή του εγχειρήματος είναι ο Τόμεκ (Ωχ θεέ μου, Κουλούρι, Hehe) τον οποίο πρόσφατα συναντήσαμε στο δικό του Κθουλούρι να έχει μπλέξει με τον Κθούλου και τους μεγάλους Παλαιούς . Ο Τόμεκ με το δικό του ιδιαίτερο στιλ έχει δημιουργήσει κάποια απ’ τα πιο αξιοπρόσεκτα concepts του TVCC, όπως το μεγάλο σκουλήκι που ως χαρακτήρας έρχεται και επανέρχεται, ή το εναρκτήριο origin στριπάκι του TVCC, ενώ είναι αυτός που ξεκίνησε το αστείο με το 3ο καρέ (θα αναφερθούμε στη συνέχεια). Το δεύτερο ιδρυτικό μέλος του TVCC είναι ο Τάσος Ζαφειριάδης ή αλλιώς t.Z. (Το Σκορποχώρι ,Χαρακώματα, Intra Muros, Το πτώμα, Σλαπ), ο οποίος είναι ορθοδοντικός και έχει πολλές ιστορίες να μας διηγηθεί, όπως εκείνη για τους πήγασους, που είναι πολύ μαλάκες. Ο Pan/pAn (Τώρα, Common Comics) αυτοπαρουσιάζεται ως μουσικός που σχεδιάζει κόμικς για να αποτελέσουν το soundtrack της μουσικής του. Και αν δεν μας είναι ακόμα γνωστές οι μουσικές του συνθέσεις η ανακάλυψη του για το σημείο Ξ ίσως έχει πλέον στιγματίσει τη ζωή μας ανεπιστρεπτί. Τον Σταύρο Κιουτσούκη (Βυζιά, MFS Across the Universe, Δεξιοτέχνης, Νικολέτ) όποιος έχει ψάξει λίγο το blog θα τον έχει συναντήσει αρκετά συχνά να σκιτσάρει ως kitRinOagOri, ο οποίος έχει εμπνευστεί μάλλον ατέλειωτες ιστορίες με ούφο που είναι στον ουρανό ή εξωγήινους εγκλωβισμένους σε συνεργεία στη γη. Ο Tasmar (Krak Komiks, Αδέσποτα Σκίτσα, Super Condom) έδωσε το δικό του τόνο στο TVCC με το ιδιαίτερο στυλ των δύο φίλων του που πάντα κάτι περιμένουν, αλλά πάντα θα στραβώσει κάπου μέχρι το 4ο καρέ, ενώ ο Χάρης Λαγκούσης που είναι επίσης σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους, δημιουργούσε συχνά ένα αινιγματικό πλαίσιο γύρω απ’ τα στριπάκια του που πυροδοτούσε συζητήσεις επί συζητήσεων μέχρι να ανακαλυφθεί το νόημα (αν το έβρισκαν τελικά). Είναι φυσιολογικό απ’ την παρουσίαση των συντελεστών του TVCC ίσως να έχετε αποκομίσει την εντύπωση ότι μιλάμε για μια κοινότητα σκιτσογράφων nerd ανδρών με όλα τα κακά που μπορεί να συνοδεύει αυτή η κατηγορία. Ευτυχώς αυτός ο κλειστός κύκλος δεν έχει καμία σχέση με κάτι τέτοιο. Αυτό το χρωστάμε και εμείς και το TVCC στη Σοφία Σπυρλιάδου (Frogs and Dogs, Inkorrekt, Δεξιοτέχνης), η οποία μας έχει διηγηθεί διάφορες ιστορίες, όπως για τις ατέλειωτες αναμονές στη στάση του 38, η οποία δεν κάνει με τίποτα σκιά, στη Δήμητρα Αδαμοπούλου (Dracula, True Story) με τις true stories της οποίας πρόσφατα γελάσαμε, κλάψαμε και τα σχετικά στη Σταυρούλα Ανθηροπούλου (Frogs and Dogs), η οποία έχει την ικανότητα να ξεχωρίζει εύκολα το μάγκα σε ένα σμήνος, στη Χριστίνα Ανθηροπούλου (Inkorrekt, Frogs and Dogs), η οποία μας διηγήθηκε ανάμεσα σε άλλες την ιστορία της Αλίκης στη χώρα της μπίρας, αλλά και στην Έφη Θεοδωροπούλου, που ξέρει ότι η τέχνη έρχεται απ’ τα πιο καθημερινά και απλά πράγματα, ενώ στο παρελθόν μας έχει διηγηθεί ιστορίες για το έλατο που αρέσει πώς αρέσει. Και επειδή ο κατάλογος δυστυχώς (ή ευτυχώς) δεν τελειώνει, αλλά για όποιον δεν είναι ήδη φαν έχει κουράσει ήδη πριν συνεχίσουμε δεν γίνεται να μην αναφέρουμε ότι στις «Ασκήσεις επί χάρτου» έχει σκιτσάρει και ο Αντώνης Βαβαγιάννης, ο οποίος μέσα από τα Κουραφέλκυθρα έχει καταφέρει να τρυπώσει στα πιο απίθανα και αστεία μέρη, από τις παλιές εποχές του Θείου Αιμίλιου και την οικογένεια…. μέχρι το πιο πρόσφατο στούντιο του Βασίλη Λεβέντη(!), φυσικά before it was cool. Τόσα ονόματα… όμως γιατί να ψάξει κανείς τα 500(!) στριπάκια στο blog του TVCC ή τα νέα σκιτσάκια στις «Ασκήσεις επί χάρτου», αντί να χαζέψει αντίστοιχα τέτοια στριπάκια που ανθίζουν σαν τα μανιτάρια καθημερινά στη διαδικτυακή πιάτσα των comics; Εδώ βρίσκεται όλη η ουσία. Κατά τη γνώμη μας το TVCC είναι μια ολόκληρη φάση, στην οποία αξίζει κανείς να διαθέσει το χρόνο του. Το TVCC ξεκίνησε σαν blog το 2010 και αναρτούσε τις συνέχειές του καθημερινά για 4 χρόνια στο ίδιο blog. Τότε δεν είχε εισχωρήσει το Facebook στη ζωή μας στο βαθμό που βρίσκεται σήμερα, όπου κάθε είδηση, κάθε σκιτσάκι, κάθε βίντεο αναγκαστικά κάποια στιγμή μετά από λιγότερο ή περισσότερο scroll down θα εμφανιστεί στο timeline σου και θα κλικάρεις, αρκεί να έχεις κάνει like στις σωστές σελίδες. Σήμερα κάποιο ωραίο σκίτσο π.χ. απ’ τα Κουραφέλκυθρα μπορεί να μαζέψει δεκάδες ή και εκατοντάδες σχόλια και likes σε λίγες ώρες μετά την ανάρτηση του στο Facebook. Για το TVCC τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά… Το blog του ήταν σε μεγάλο βαθμό ο κόσμος του. Εκεί έπρεπε να μπαίνεις καθημερινά για να ενημερώνεσαι για τα νέα στριπάκια που έχουν ανέβει και εκεί θα έβγαζε το απολογητικό σκιτσάκι ο Ναύαρχος Πέστροφας αν δεν είχαν δημοσιευτεί νέα σκιτσάκια για κάποιο λόγο. Τελικά το TVCC ξεχωρίζει όχι γιατί κατάφερε να δημιουργήσει ένα κόμικ, αλλά γιατί κατάφερε να δημιουργήσει μια ολόκληρη κοινότητα. Το blog του TVCC δεν ήταν απλά το δημόσιο βήμα του κλειστού κύκλου των σκιτσογράφων, αλλά ήταν και ο κατεξοχήν χώρος συνάντησής τους. Μάλιστα ο Τόμεκ λέει σε μία συνέντευξη του ότι δώσανε μετά από καιρό ραντεβού όλοι μαζί για καφέ, προκειμένου να δουν ποιοι κρύβονται πίσω απ’ τα avatars με τα οποία καθημερινά επικοινωνούσαν. Και επικοινωνούσαν καθημερινά και πολύ. Αυτό τους έδινε τη μεγαλύτερη ώθηση. Ολόκληρες θεματολογίες και εσωτερικά αστεία δημιουργούνταν από ένα στριπάκι και μπορούσαν να συνεχίζονται για πολλά στριπάκια μετά, ενώ χαρακτήρες και καταστάσεις ανταλάσσονταν συχνά, δίνοντας την εντύπωση ότι δεν είχαν δημιουργηθεί από τον πρώτο που τα σχεδίασε, αλλά είχαν συλλογικά αναπλαστεί από όλη την παρέα. Και είναι όντως μια μορφή παρέας το TVCC, η οποία αφιέρωνε κάποιο χρόνο της μέρας της κάθε μέρα για να σχολιάσει το σκιτσάκι της ημέρας, να κάνει πλάκα, να ψάξει το κρυφό ή το εναλλακτικό του νόημα και τελικά να εμπνευστεί και να συνεχίσει την ιδέα σε επόμενο σκίτσο. Ας δούμε όμως ένα παράδειγμα πώς λειτουργούσε σαν κοινότητα το TVCC. Τις πρώτες μέρες του ξεκίνησε το αστείο για το 3ο καρέ. Έχουμε αναφέρει εξαρχής ότι μοναδικός όρος του TVCC ήταν οποιοδήποτε σχέδιο να ολοκληρώνεται σε 4 καρέ. Έτσι λοιπόν παρατηρήθηκε κάποια στιγμή ότι το 3ο καρέ πάντα είχε μεγαλύτερη σημασία. Πρώτος ο Τόμεκ δημιούργησε το Frame “by” Frame, όπου ο πρωταγωνιστής του υπερπήδησε το 3ο καρέ με μια εξαιρετική αθλητική προσπάθεια, όπως θα σημείωνε ένας αθλητικός σχολιαστής. Όμως λίγες μέρες μετά ο αθλητής μας θα τα βρει σκούρα, επειδή ο Tasmar θα εμπνευστεί την εκδίκηση του 3ου καρέ, που βγάζει νοκ άουτ τον αθλητή του Τόμεκ. Αυτό ήταν! Το 3ο καρέ έγινε αστείο που ερχόταν και επανερχόταν στα σκίτσα του κλειστού κύκλου για πολύ καιρό. Αντίστοιχα αστεία και θεματολογίες που αναπτύσσονται και πυροδοτούν την έμπνευση όλης της ομάδας υπάρχουν πολλά. Τα ούφο, το άδειο καρέ, οι μεσαιωνικές απεικονίσεις που θυμίζουν τα προπαγανδιστικά φύλλα της ιεράς εξέτασης είναι ελάχιστα από αυτά. Μάλιστα ο διάλογος μεταξύ των μελών του κλειστού κύκλου δεν έμενε στα σκίτσα. Τροφοδοτούνταν και από τις συζητήσεις στα σχόλια κάτω από κάθε νέο σκίτσο. Για παράδειγμα ο Τόμεκ εμπνεύστηκε ένα σκίτσο με το Χάιζεμπεργκ που στο εργαστήριό του προκαλείται έκρηξη και στο τελευταίο καρέ αμέριμνοι ινδιάνοι και καουμπόηδες συνεχίζουν να επιβαίνουν στη διαδρομή του λεωφορείου σου, από μία συζήτηση στα σχόλια ενός άλλου σκίτσου, για τι άλλο; Για το Χάιζεμπεργκ, τους ινδιάνους και τους καουμπόηδες. Βέβαια εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι επικοινωνώντας με αυτό τον τρόπο τα μέλη του κλειστού κύκλου μπορεί να δημιούργησαν μια έντονη αυτοναφορικότητα στο χιούμορ τους, το οποίο για να το καταλάβει κάποιος νέος αναγνώστης θα πρέπει να ανατρέξει περίπου 500 σκιτσάκια πριν. Αυτή την κριτική την καταλαβαίνουμε και την έχουμε επισημάνει και εμείς σε προηγούμενη κριτική μας για το Σκορποχώρι . Όμως αφού κι εμείς διαβάσαμε 500κάτι στριπάκια του TVCC πιστεύουμε ότι αυτού του είδους το αυτοαναφορικό χιούμορ τελικά δεν επιδιώκει να αποξενώσει τον αναγνώστη. Την περίοδο που σκίτσαρε ο πολύ κλειστός κύκλος μέσω της αλληλεπίδρασης και του εσωτερικού χιούμορ κατάφερνε αφενός να δέσει την ίδια την ομάδα του TVCC. Δημιουργούσαν έτσι έναν ιδιαίτερο τρόπο επικοινωνίας, που τους οδήγησε 6 χρόνια μετά να νιώθουν ακόμα μέλη αυτού του κύκλου, ώστε να βγάλουν νέα στριπάκια για τις «Ασκήσεις επί χάρτου». Αφετέρου μπορούσαν έτσι να βάλουν και τους αναγνώστες στη φάση τους. Είναι δεδομένο ότι για να καταλάβεις κάποια θέματα ή κάποια αστεία είναι αναγκαστικό να ανατρέξεις στα αρχικά στριπάκια. Όμως την περίοδο που είναι σε λειτουργία το blog και άρα βρισκόταν σε ανάπτυξη η κοινότητα, αυτό σήμαινε ότι ο καθένας μπορούσε με αυτό τον τρόπο να γίνει συμμέτοχος του αστείου στα σχόλια και έτσι μπορούσε να επηρεάσει την εξέλιξη των επόμενων σκίτσων. Ο καθένας μπορούσε να μπει σε αυτόν τον πολύ κλειστό κύκλο, αρκεί να πέρναγε το απαραίτητο στάδιο της μύησης μέσα απ’ τα προηγούμενα στριπάκια και τη συζήτηση για αυτά. Έτσι λοιπόν το αυτοαναφορικό χιούμορ περισσότερο καταφέρνει να καλλιεργεί την περιέργεια σε κόσμο, παρά να τον αποξενώνει από έναν πολύ κλειστό κύκλο. Τελικά μάλλον γι’ αυτό το λόγο δεν είναι και τόσο κλειστός αυτός ο κύκλος. Γιατί όποιος ενδιαφέρεται δεν έχει παρά να κάνει μερικά κλικ. Ακόμα και τώρα μπορεί να αφιερώσει μερικές ώρες από τη ζωή του, προκειμένου να ανακαλύψει μια ιδιαίτερη φάση κάποιων ωραίων τύπων που κάποια στιγμή αποφάσισαν να φτιάξουν έναν πολύ κλειστό κύκλο που τελικά δεν ήταν και τόσο κλειστός. Πηγή
  25. ΜΗΝΑΣ JEMMA PRESS ΣΤΗ ΛΕΣΧΗ ΦΙΛΩΝ ΚΟΜΙΚΣ Φεβρουάριος 2017 Το Jemma Books & Comics είναι ένα εξειδικευμένο βιβλιοπωλείο για κόμικς και βιβλία του φανταστικού. Δημιουργήθηκε το 1997 όταν ο ιδιοκτήτης του, Λευτέρης Σταυριανός, αποφάσισε να κάνει το χόμπι του επάγγελμα και να προσφέρει στους κατοίκους του Πειραιά και των γύρω περιοχών τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με τον χώρο του φανταστικού. Η Jemma Press, το εκδοτικό κομμάτι της επιχείρησης, ιδρύθηκε το 2003 με πρώτη της έκδοση στα Ελληνικά, το Video Noir από το βραβευμένο δίδυμο των C. Trillo και E. Risso. Δραστηριοποιείται κυρίως στο χώρο της λογοτεχνίας του φανταστικού και των ελληνικών και μεταφρασμένων comics. Η επιλογή των εκδόσεων γίνεται με κύριο μέλημα την υψηλή ποιότητα και την υπευθυνότητα απέναντι στον αναγνώστη. Το μότο της Jemma Press: «Άλμπουμ για αναγνώστες που αγαπούν τα κόμικς, από ανθρώπους που τα λατρεύουν», αντανακλά με τον καλύτερο τρόπο τη φιλοσοφία του εκδοτικού. Γιορτάζοντας 14 χρόνια επιτυχημένης πορείας, όλος ο Φεβρουάριος στη Λέσχη Φίλων Κόμικς θα είναι αφιερωμένος στην Jemma Press! Στην Λέσχη θα υπάρχουν όλες οι εκδόσεις της Jemma Press, κόμικς αλλά και βιβλία, διαθέσιμες σε προνομιακές τιμές! Επίσης θα πραγματοποιηθούν και οι δύο παρακάτω εκδηλώσεις: • Σάββατο 11/02, στις 8 μμ, Παρουσίαση της εκδοτικής. Ο Γιάννης Κουκουλάς και ο Λευτέρης Σταυριανός θα μιλήσουν για το παρελθόν, το παρόν και κυρίως τα μελλοντικά σχέδια της Jemma Press! • Σάββατο 18/02, στις 6 μμ, συνεργαζόμενοι με την Jemma Press δημιουργοί θα βρίσκονται στην Λέσχη για να υπογράφουν και να σκιτσάρουν για τους φαν τους! Σας περιμένουμε όλες και όλους στον νέο χώρο της Λέσχης Φίλων Κόμικς! Πληροφορίες: Jemma Press, Αλκιβιάδου 138-140, Πειραιάς, τηλ. 210 4227664 Λέσχη Φίλων Κόμικς, Ιερά Οδός 14, Αθήνα, τηλ. 210 3318168 JemmaSalesOut.xls
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.