Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'ο ζητιάνος'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Με καθυστέρηση σχεδόν ενάμιση χρόνου απονεμήθηκαν τα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς για τα έργα που δημιουργήθηκαν το 2019. Ξεχωριστή θέση σε αυτά είχαν το «Ψηφιδωτό» των Τάσου Ζαφειριάδη και Πέτρου Χριστούλια και ο «Ζητιάνος» του Κανέλλου Cob. Απόσπασμα του εξωφύλλου του άλμπουμ «Ψηφιδωτό» (εκδόσεις Jemma Press) των Τάσου Ζαφειριάδη (σενάριο) και Πέτρου Χριστούλια (σχέδιο) Μία από τις σημαντικότερες στιγμές του φεστιβάλ του Comicdom είναι κάθε χρόνο η απονομή των Ελληνικών Βραβείων Κόμικς (χιουμοριστικά για τους επαΐοντες «Ελ Βράκο»). Η πολυπληθής «ακαδημία» που αποτελείται από καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, θεωρητικούς, εκδότες κ.ά. ψηφίζει τα καλύτερα έργα σε διάφορες κατηγορίες και τα βραβεία απονέμονται στην εναρκτήρια ημέρα του φεστιβάλ. Το φεστιβάλ λόγω Covid δεν πραγματοποιήθηκε ούτε τον Μάιο του 2020 ούτε και τον Μάιο του 2021, με συνέπεια να μην υπάρξει και απονομή βραβείων. Με καθυστέρηση ενάμιση χρόνου όμως πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα και συγκέντρωσε δεκάδες χιλιάδες φίλους των κόμικς. Και επιτέλους δόθηκαν και τα βραβεία σε δέκα διαφορετικές κατηγορίες. Τα βραβευμένα κόμικς «Ψηφιδωτό», «Ο ζητιάνος» και «Τρεις» Με παρουσιαστή τον stand up κωμικό Δημήτρη Δούκογλου, σε μια πολύ λιτή και δικαιολογημένα αμήχανη τελετή (μάσκες, αποστάσεις κ.λ.π.) που διέφερε από αυτές των προηγούμενων ετών και με ολιγάριθμο κοινό, στο κτίριο της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης οι Νίκος Γιακουμέλος και Αθηνά Κακλαμάνη από το Smassing Culture ανακοίνωσαν τους νικητές. Αναμφίβολα το «Ψηφιδωτό» (εκδόσεις Jemma Press), μια πολυεπίπεδη αφήγηση και περιπλάνηση στο Βυζάντιο με «πυξίδα» κάποιες παράξενες ψηφίδες των Τάσου Ζαφειριάδη (σενάριο) και Πέτρου Χριστούλια (σχέδιο) ξεχώρισε, καθώς απέσπασε το μεγαλύτερο βραβείο, αυτό του Καλύτερου Κόμικς για το 2019, αλλά και το βραβείο Σεναρίου (Τάσος Ζαφειριάδης) και το βραβείο Καλλιτεχνικής Επιμέλειας (Λευτέρης Σταυριανός, Τάσος Ζαφειριάδης, Πέτρος Χριστούλιας). Δύο σημαντικά βραβεία, Σχεδίου και Εξωφύλλου, κατέκτησε ο Κανέλλος Cob με την πανέξυπνη προσαρμογή του «Ζητιάνου» (εκδόσεις Polaris) του Ανδρέα Καρκαβίτσα σε κόμικς, ενώ το βραβείο του Καλύτερου Νέου Καλλιτέχνη απονεμήθηκε στον Δημήτρη Κοσκινά για τα «Σκοτεινά Μυστικά». Κανέλλος Cob Το βραβείο Καλύτερης Μεταφρασμένης Έκδοσης απέσπασε το «Τρεις» (εκδόσεις Jemma Press) των Kieron Gillen (σενάριο) και Ryan Kelly (σχέδιο) σε μετάφραση Μπέλλας Σπυροπούλου, ενώ το βραβείο Καλύτερου Ένθετου (κόμικς που δημοσιεύονται σε περιοδικά, εφημερίδες κ.λ.π.) απονεμήθηκε στους Ηλία Κυριαζή (σενάριο) και Έλενα Γώγου (σχέδιο) για την «Άρπη» από το περιοδικό «Μπλε Κομήτης». Δύο ξεχωριστά βραβεία τέλος απέσπασαν και οι μόνιμοι συνεργάτες του Καρέ Καρέ Δημήτρης Καμένος και Πάνος Ζάχαρης. Ο Δημήτρης τιμήθηκε με το βραβείο Καλύτερης Αυτοέκδοσης για το «Μεφίστο – Ένα Ιατρικό Σήριαλ», το πρώτο μέρος της φαουστικής του παρωδίας που δημοσιεύεται εδώ και χρόνια στην «Εφ.Συν.», ενώ ο Πάνος απέσπασε το βραβείο του Καλύτερου Διαδικτυακού Κόμικς για την πολύ επιτυχημένη σειρά «Working Dead», με τους χιλιάδες φίλους στο διαδίκτυο. Πέτρος Χριστούλιας Με την ευχή ότι το φεστιβάλ του Comicdom και η ετήσια απονομή των «Ελ Βράκο» δεν θα ανασταλούν ξανά, η επόμενη χρονιά αναμένεται με ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον καθώς οι βραβεύσεις θα αφορούν τόσο το 2020 όσο και το 2021. Χρόνια δύσκολα και σκοτεινά, αλλά με σημαντικά και όμορφα κόμικς που ποτέ δεν παύουν να δημιουργούνται. Και το σχετικό link...
  2. Θεσσαλικός κάμπος, 1891, δέκα χρόνια μετά την ενσωμάτωση της περιοχής στο νεοελληνικό κράτος. Σε ένα εξαθλιωμένο από τη φτώχεια καλυβοχώρι, υποστατικό ακόμα του Οθωμανού πασά, εμφανίζεται ένας επαγγελματίας ζητιάνος, πραγματικός φτωχοδιάβολος. Εκμεταλλεύεται την αγραμματοσύνη και τις δεισιδαιμονίες που «δέρνουν» τους «καραγκούνηδες» χωρικούς και διαλύει τον κοινωνικό τους ιστό – μέχρι που κάποιους τους σκοτώνει κιόλας. Στον σκοτεινό, αριστουργηματικό του «Ζητιάνο» ο Καρκαβίτσας επιτίθεται στους πάντες – η κριτική του είναι διεισδυτική μέχρι το μεδούλι, άγρια και διαταξική. Αχρείος, διεφθαρμένος ο χωροφύλακας, όμως ανήθικος επίσης, δόλιος παλιάνθρωπος και ο ζητιάνος. Μισερά ανθρωπάκια και οι καραγκούνηδες, άντρες και γυναίκες: ένα λούμπεν προλεταριάτο κολλίγων που ένεκα της επιβίωσής του δε γνωρίζει φραγμό. Η εξουσία καταγγέλεται με ειλικρίνεια και ένταση πρωτόγνωρη, ειδικά για την εποχή του συγγραφέα – και ο λαός όμως δεν εξιδανικεύεται επ’ ουδενί. Αντιθέτως, παρουσιάζεται ως ένας βρώμικος όχλος, σαν μια ασχημάτιστη λάσπη – το μαύρο ριζικό του, η έκπαγλη ένδεια μαζί με τις προκαταλήψεις και τη θρησκοληψία του ξεμπροστιάζουν σε καθένα ξέχωρο υποκείμενο τα χειρότερα ένστικτά του. O εικονογράφος και δημιουργός κόμιξ Kanellos Cob κατάφερε να «καδράρει» το έργο ενός από τους πρώτους πραγματικά σημαντικούς νεοέλληνες γραφιάδες σε ένα κόμιξ μυθιστόρημα, ένα ογκώδες graphic novel που διαβάζεται απνευστί και τραντάζει. Η διαχρονικότητα του κειμένου, σε συνδυασμό με τη ρωμαλέα, σινεματίκ εικονογράφηση σχεδόν τρομάζει – ή αφυπνίζει απότομα, αλαφιάζοντας τον σύγχρονο, μεταμοντέρνο ύπνο μας. Βρεθήκαμε με τον Kanello Cob ένα ήρεμο απόγευμα στα Εξάρχεια. Kanellos Cob Είναι πολιτικό έργο τελείως ο «Ζητιάνος», ταξικό αλλά και ψυχογραφικό γιατί σου βγάζει τον συναισθηματικό κόσμο των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Το φοβερό όμως, είναι πόσο άμεσα συνδέεται και με το σήμερα. Στο τέταρτο κεφάλαιο οι χωρικοί θεωρούν ότι κάποιος είναι βρυκόλακας – για ασήμαντη αφορμή τον βλέπουν σαν ένα τέρας που πρέπει να σκοτώσουν. Και ενώ ο τύπος φώναζε «δεν είμαι τέρας», όλη η ορμή του όχλου ήταν «φάτε τον». Δούλευα το κόμιξ σε αυτό το κεφάλαιο τον Σεπτέμβρη του ’18, όταν ΄φάγαν τον Κωστόπουλο, μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας – πολύ απλά γιατί νόμιζαν ότι είναι «βρυκόλακας»... Τρελάθηκα όταν συνέβη εντός μου αυτός ο παραλληλισμός, σκέφτηκα ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει από την εποχή που γράφτηκε το έργο, και όλη μου η οργή για την δολοφονία του Κωστόπουλου διοχετεύτηκε στον «Ζητιάνο». Αυτό θέλει να μας δείξει ο Καρκαβίτσας εντέλει – ότι δεν υπάρχει «θεία δίκη», παρά μόνο άνθρωποι που εκμεταλλεύονται άλλους ανθρώπους. Και σου εξηγεί πως το πετυχαίνουν αυτό. Ο «Ζητιάνος» είναι έργο-καθρέφτης και της σημερινής κοινωνίας και μπορεί ο καθένας μας να «προβάλλει» τους χαρακτήρες του βιβλίου σε ανθρώπους σημερινούς. Στο σχέδιο του «Ζητιάνου» προσπάθησα να μην ακολουθήσω την κόμιξ τεχνοτροπία των έντονων χρωμάτων για να κερδίσω την προσοχή του αναγνώστη, έκανα την παλέτα μου όσο πιο ρεαλιστική μπορούσα. Ήταν πρωί στην ιστορία; Έβρισκα όλα τα ψυχρά χρώματα που βγαίνουνε το ξημέρωμα. Προσπάθησα πολύ να μείνω πιστός στην περιγραφή του Καρκαβίτσα, έχει γράψει υπέροχες εικόνες. Και είδα παλιές φωτογραφίες του θεσσαλικού κάμπου, χωριών της περιοχής, του Πηνειού. Ο εκδοτικός οίκος μου έστειλε και αρκετές γκραβούρες της εποχής, ήθελα το σχέδιό μου να είναι όσο πιο ρεαλιστικό. Οι χαρακτήρες έχουν τραχύτητα. Και τις γυναίκες δεν ήθελα να τις κάνω «γλυκούλες», ξέφυγα από τα χαριτωμένα κλισέ. Οι γυναίκες του κόμιξ είναι βρώμικες, με αξύριστα πόδια, σκληρά χαρακτηριστικά προσώπου. Για τον ίδιο τον ζητιάνο, που είναι και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, άντλησα στοιχεία από το πορτρέτο του πατέρα μου, που έμοιαζε και με μένα. Οστεώδης, με μυτόγκα και γωνίες στο πρόσωπο. Ήθελα να τον παραστήσω σαν ένα πράγμα μεταξύ ζώου και ανθρώπου, σαν σκαθάρι, σαν παράσιτο – για αυτό του έβαλα και μια τριχωτή κάπα. Είναι μυτερή μορφή, διαβολική. Και οι χωρικοί τέτοια ζωώδη μορφή έχουν στο κόμιξ – δεν έψαξα για κανένα χαρακτήρα αυτού του βιβλίου ευγενικές φυσιογνωμίες, ήθελα να κατασκευάσω καρικατούρες. Μόνο ο μπάτσος είναι φρεσκοξυρισμένος – ξυρίζεται επιμελώς και προσέχει να είναι καθαρή η στολή του γιατί είναι «μπας κλας» εξουσία, αισθάνεται τους χωρικούς φριχτά κατώτερούς του. Πρέπει – το ζητά ο ίδιος ο χαρακτήρας – να φαίνεται καλύτερος από τους «καραγκούνηδες». Τα σπίτια δεν είναι καθαρά και περιποιημένα σαν των σημερινών χωριών – είναι αχούρια, βρισκόμαστε σε άλλη εποχή. Οι άνθρωποι είχαν διαφορετικές αντιλήψεις περί υγιεινής, τα σπίτια τους ήταν χοιροστάσια – μικρά, με γυμνούς, άδειους χώρους και μόνο τα εντελώς απαραίτητα, λίγα σκεύη κυρίως. Τα φυσικά τοπία χάρηκα να τα ζωγραφίζω – τα Κράβαρα, όπως τα περιέγραψε και ο Καρκαβίτσας ήταν πέτρα πάνω στην πέτρα, ένας στεγνός τόπος όπου τίποτα δεν φυτρώνει. Θυμόμουν τοπία του Νεπάλ και τα δούλεψα στη φαντασία μου μαζί με εικόνες από το Google Maps. Είμαι στα 34, Αθηναίος, εδώ γεννήθηκα, Γαλάτσι μεγάλωσα και Γκράβα πήγα σχολείο. Σχεδίαζα από μικρός, εκεί ήταν η κλίση μου – ζωγράφιζα τους τοίχους (γελάει). Μετά έπαιρνα κόμιξ από το ψιλικατζίδικο, 8-9 χρονών χάλαγα το χαρτζιλίκι μου σε Marvel και ξεπατίκωνα ότι έβλεπα. Και μετά το παράτησα. Δεν σταμάτησα εντελώς να ζωγραφίζω, στο σχολείο ήμουν (ας πούμε) αυτός που ζωγραφίζει καλά. Έπαιξε όμως αρκετή μικροαστίλα από την οικογένεια. «Εγώ θα γίνω ζωγράφος». – «Ναι αλλά πώς θα ζήσεις; Εμείς δε μπορούμε να σε τρέφουμε», όλος αυτός ο μικροαστικός φόβος, ότι πρέπει να βρεις κάτι πιο safe, πίσω από ένα γραφείο, να ’χεις ένα μισθό και τα συναφή... Ούτε υπήρχε τέχνη στο σπίτι μου – και όταν δεν έχεις ερεθίσματα και παίζει πάντα αυτή η «κασέτα» αποθάρρυνσης στο background, ψιλοσβήνει το μεράκι όσο περνάει ο καιρός. Έρχεται και η εφηβεία με τα δικά της ψυχολογικά, μπορεί και να πνιγεί το όποιο ταλέντο, το όνειρο. Στις Πανελλήνιες πέρασα Συντήρηση Έργων Τέχνης στο ΤΕΙ Αθήνας – φάνταζε κάπως πιο “ασφαλές”, είχε όμως και σχέση με την τέχνη. Στα είκοσί μου άρχισα να ξαναπιάνω το μολύβι και να ψάχνω νέα references, να ανακαλύπτω επιρροές αγαπημένες. Η Σχολή ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, έμαθα ιστορία τέχνης εκεί, αλλά το επακριβές αντικείμενό της δεν το είδα ποτέ ως επαγγελματική μου ενασχόληση. Όταν εκείνη την περίοδο έκανα κάποια σεμινάρια κόμιξ, ξύπνησε μέσα μου πάλι αυτή η αγάπη. Και ήμουν τυχερός που η καθηγήτριά μου τότε μου είπε “κυνήγα το” – με ενέπνευσε και μου έμαθε κώδικες διήγησης, μου έδειξε τεχνικές που σήμερα θέλω να εξελίξω ακόμη περισσότερο, να τις πάω πιο μακριά. Κατάλαβα επίσης τότε ότι αν είναι να μπω επαγγελματικά σε αυτόν τον χώρο, καλό θα ήταν να κάνω και κάποιες ακαδημαϊκές σπουδές. Βρήκα στη Γαλλία δυο-τρεις σχολές που με ενδιέφεραν αλλά έπρεπε πρώτα να μάθω στοιχειωδώς της γλώσσα και να μαζέψω κάποια χρήματα. Δούλευα σαιζόν στη Νάξο, μέχρι και Μπουρνάζι είχα δουλέψει, έκανα και μαθήματα γαλλικών και το 2009 άρχισα να στέλνω book της δουλειάς μου σε Σχολές έξω. Δεν έγινα δεκτός στην πρώτη μου επιλογή, την “Gobelins” στο Παρίσι, αλλά μπήκα στην “Ecole Emile Cohl” στη Λυόν. Υπάρχουν και στην Ελλάδα αντίστοιχες σχολές – αλλά, τότε τουλάχιστον, το 2009, τα δίδακτρα ήταν έξι χιλιάδες και στη Γαλλία επτά. Και εκεί υπάρχουν υποτροφίες και επιδόματα που με βοήθησαν πάρα πολύ να ζω και να σπουδάζω. Έφυγα κιολας από την Ελλάδα μόλις έσκασε η κρίση, τα έντυπα είχαν αρχίσει να πέφτουν – τώρα σαν Έλληνας εικονογράφος δεν είναι δυνατό να δουλέψω για περιοδικά. Εδώ δεν «παίζει» η εικονογράφηση ενός άρθρου, παρά μόνο η πολιτική καρικατούρα, κάτι που εγώ δεν το έχω, η πολιτική μου σκέψη να με οδηγεί σε τόσο to the point σχέδια. Είναι ένα άλλο επάγγελμα. Τα δύο πρώτα χρόνια κάναμε τα πάντα – γλυπτική, ακαδημαϊκό σχέδιο φουλ, animation, κόμιξ, ψηφιακή εικονογράφηση. Και μετά επέλεγες κατεύθυνση – εγώ εντρύφησα στο κόμιξ και στην εικονογράφηση. Και μετά είχα την τύχη να μου έρθουν πρότζεκτ, αναθέσεις αμέσως μετά την Σχολή – τελείωσα πρώτος κιόλας, οπότε «σκάγανε» προτάσεις από περιοδικά που ήταν σε άμεση σύνδεση με τη Σχολή. Εκεί όταν τελειώσεις τις σπουδές σου, φτιάχνεις ένα επαγγελματικό «σαλόνι» το οποίο τσεκάρουν «μεγάλα κεφάλια» από εταιρείες video games, από animation studios, από εκδοτικούς οίκους, από περιοδικά. Και είχα έτσι την τύχη να κλείσω 2-3 καλά συμβόλαια, να κάνω μια καλή αρχή και σταδιακά να «κτίζω» τη δουλειά μου. Η Σχολή ήταν “στρατός”, πολύ απαιτητική – από το πρώτο στο δεύτερο έτος περνάνε οι μισοί. Αλλά θεωρείται η καλύτερη σχολή στη Γαλλία, ειδικά για εικονογράφηση και animation, αν θες να μάθεις να σχεδιάζεις σωστά και να βγεις επαγγελματίας. Δυσκολεύτηκα κάπως με τα γαλλικά, γιατί υπάρχει η αργκό, υπάρχει η παράμετρος της προφοράς – τελικά μου πήρε κάποιους μήνες να βρίσκομαι σε μια παρέα Γάλλων και να καταλαβαίνω άνετα έστω τη θεματική της συζήτησης (γελάει). Δεν ένιωσα πάντως ποτέ κανένα ρατσισμό ή απομόνωση, οι παρέες ήταν ανοιχτές, ειδικά στο περιβάλλον της Σχολής και της δουλειάς μετά. Μόλις είχε γίνει τότε και το «μπαμ» με την Ελλάδα και την κρίση, οι περισσότεροι έδειξαν ενδιαφέρον και συμπάθεια. Έπαιξαν και τσακωμοί, κυρίως μετά το δεύτερο έτος, οπότε μπορούσα κι εγώ να επιχειρηματολογήσω πολιτικά στα γαλλικά. Ειδικά με τους Γάλλους δε βρήκα μεγάλες διαφορές σαν νοοτροπία, μάλλον γιατί η Γαλλία έχει ένα υπέροχο χαρακτηριστικό: όσον αφορά την κουλτούρα «πιάνει» από ευρωπαϊκό βορά έως νότο. Πάντα όμως εξαρτάται από τον κύκλο που θα βρεθείς και τους ανθρώπους που θα γνωρίσεις. Το Παρίσι είναι “νεροχύτης”, έχει μαζί με τα προάστια δώδεκα εκατομμύρια κατοίκους. Ένα τεράστιο αστικό κέντρο όπου δύσκολα να μη νιώσεις αποξένωση, ακόμα και φόβο. Η Μασσαλία, νομίζω, μοιάζει πολύ με την Αθήνα – είναι μεσόγειοι κι αυτοί. Όσο κατεβαίνεις νότια, οι κουλτούρες μας συνδέονται και, τελικά, μοιάζουν. Στους τρόπους τους είναι πιο άμεσοι, μέχρι και στη γλώσσα τους καταλάβαινα καλύτερα γιατί προφέρουν πιο έντονα τα γαλλικά. Αιφνιδιάστηκα με τη Βρετάνη, νόμιζα ότι επειδή εκεί είναι βοράς, θα είναι και οι άνθρωποι πιο κρύοι, πιο σφιχτοί – κι όμως εκεί ένιωσα το πιο καλόκαρδο welcome. Είναι τρελούτσικοι αλλά καλοί άνθρωποι, ποτέ δόλιοι, για κανένα λόγο. Η Λυόν είναι πιο μπουρζουά-πλούσια πόλη, θεωρείται το διαμαντάκι της Γαλλίας. Αν ένα θέαμα (χορός, θέατρο π.χ.) έρθει στη Λυόν και πάει καλά, θεωρείται ότι θα πάει καλά σε όλη τη Γαλλία. Έχει μια έπαρση η πόλη – αλλά έχουν και φράγκα, οπότε βρίσκεις δουλειές. Έχουν μεγάλη παράδοση στα μεταξωτά υφάσματα, πολλά παλιά εργαστήρια έχουν γίνει μουσειακοί χώροι. Υπήρχε αρκετό προλεταριάτο, στους πρόποδες του λόφου βρισκόταν η ξεκάθαρα αριστερίστικη και αναρχική γειτονιά (καρτιέ/cartier) της πόλης. Σήμερα τριάντα χιλιόμετρα έξω από τη Λυόν έχουμε πυρηνικό εργοστάσιο. Αυτά τα ωραία (γελάει). Μετά τη Σχολή είχα την τύχη και βρήκα αμέσως δουλειά σε μια εταιρεία σαν εικονογράφος-γραφίστας. Η φάση όμως ήτανε “χτυπάς καρτούλα”, παίρνεις και δυο χιλιάρικα το μήνα βέβαια, αλλά ζωγραφίζεις νεράιδες για τα κοριτσάκια και αεροπλανάκια για τα αγοράκια... Πρότεινα κάποια πράγματα, ήταν εντελώς mainstream όμως, καθόλου δεκτικοί, οπότε στους έξι μήνες που τέλειωσε η πρώτη σύμβαση, δεν θέλησα καν να ανανεώσω. Από τότε δουλεύω σαν freelancer, δεν έχω ούτε παιδιά ούτε σκυλιά να εξαρτώνται από μένα, κυνηγάω τη δουλειά μου προσπαθώντας να μην τρελαίνομαι από τη δεδομένη, διαρκή της επισφάλεια και μέχρι τώρα τα πράγματα πάνε καλά, κάθε χρόνο και καλύτερα. Η δουλειά μου είναι πλέον γνωστή στο χώρο των illustrators και έρχονται προτάσεις για πρότζεκτ. Graphic novel-«τούβλο» 120 σελίδων δεν έχω κάνει στη Γαλλία. Έχω δουλέψει όμως σε κολεκτίβες με άλλους σχεδιαστές, όπου φτιάχνουμε ιστορίες πόλεων, ή την ιστορία των γραμματοσήμων. Στη Λυόν συμμετέχω σε μια κολεκτίβα (Οι δρόμοι της Λυόν – Les rues de Lyon) όπου κάθε μήνα βγάζουμε μια ιστορία για τη Λυόν. Αναλαμβάνουμε οι ίδιοι την εκτύπωση και διανομή σε βιβλιοπωλεία της Λυόν και τα κέρδη των πωλήσεων (το κάθε βιβλίο κοστίζει 3 ευρώ) διανέμονται σε τρία ίσα μέρη: ένα ευρώ μένει στην κολεκτίβα για την κάλυψη του κόστους παραγωγής, ένα ευρώ παίρνει ο δημιουργός και ένα ευρώ αντιστοιχεί στον βιβλιοπώλη. Τώρα δουλεύω το artwork του 2020 για το μεγαλύτερο trance/psychedelic φεστιβάλ της Γαλλίας. Περιμένω να υπογράψω για ένα πρότζεκτ σχετικά με τον Β΄ Π.Π. – ένα graphic novel για μια μικρή γαλλική πόλη (Le Chambon-sur-Lignon) όπου καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής προστάτευαν παιδιά Εβραίων. Στην Ελλάδα συμμετείχα με μεγάλη μου χαρά στο πρότζεκτ «Βάλτους Χ» (ValtousX.gr) – έφτιαξαν πέρυσι πρώτη φορά ένα gps με σημεία στην Αθήνα όπου είχαν σημειωθεί ρατσιστικές και ομοφοβικές επιθέσεις. Φέτος αποφάσισαν να κάνουν το ίδιο για όλη την Ελλάδα – επικοινώνησαν μαζί μου από το ίδρυμα «Ρόζα Λούξεμπουργκ», μου έδωσαν δυο κειμενάκια και μου ζήτησαν να κάνω illustrations για αυτά. Εμένα αυτό είναι η χαρά μου: δε θα σου περιγράψω με εικόνες αυτά που γράφει το κάθε κείμενο, θα προσπαθήσω να βγάλω το συναίσθημα. Γι’ αυτό μου αρέσει ο σουρεαλισμός (και η κουλτούρα του pop surealisme) όπου θα παίξεις όχι με μια ρεπορταζιακή, φωτογραφική απεικόνιση, αλλά θα κάνεις κάτι πιο συναισθηματικό, πιο συμβολικό, βάσει πάντα αυτού που διαβάζεις. Αυτή είναι και η δική μου θεωρία όσον αφορά την εικονογράφηση: το κείμενο να παντρεύεται με την εικόνα, τα δύο μέσα να ενώνονται αλλά σε καμία περίπτωση να μην περιγράφει αυστηρά το ένα το άλλο. Πάντως δε θεωρώ “καλλιτεχνικό” αυτό που κάνω: δεν είμαι ζωγράφος, δεν έχω βγει από Καλών Τεχνών για να μπλέξω σε κύκλους φιλοσοφικούς... (γελάει). Για τον «Ζητιάνο» μίλησα με τρεις εκδοτικούς οίκους στη Γαλλία με σκοπό να αγοράσουν τα δικαιώματα – τους άρεσε πολύ και η ιστορία και η δουλειά μου, έκριναν όμως ότι εμπορικά δε θα τραβούσε. Γιατί ο Γάλλος αναγνώστης έχει στο μυαλό του την Ελλάδα είτε σαν αρχαία ιστορία είτε την κατάσταση με την κρίση. Ο «Ζητιάνος» είναι κοινωνικοπολιτική ιστορία στην ουσία της, αλλά έχει ένα βουκολικό background που δεν βοηθά τον ξένο αναγνώστη να κάνει το λινκ με τον πυρήνα του θέματος. Πάντως με το που επιστρέψω Γαλλία θα παρουσιάσω τον «Ζητιάνο» και σε άλλους εκδότες. Ο «Ζητιάνος» μου προτάθηκε από τον εκδοτικό οίκο (Polaris) – ήθελαν πολύ να μεταφέρουν σε κόμιξ την ιστορία αυτή του Καρκαβίτσα, το έψαχναν δυο-τρία χρόνια. Δεν είχα συνεργαστεί ξανά με ελληνικό εκδοτικό οίκο και ενθουσιάστηκα από το ξεκίνημα της συνεργασίας μας, από τα πρώτα κιόλας emails. Διάβασα στα γρήγορα το βιβλίο, δεν το θυμόμουν ακριβώς και ήθελα επίσης να καταλάβω αν μπορώ να το μεταφέρω σε κόμιξ – αν οι εικόνες που δίνει η διήγηση με εμπνέουν, αν μπορώ να φανταστώ τα κάδρα με την πρώτη ματιά. Και ενστικτωδώς, είπα αμέσως “wow”. Αριστούργημα. Ζούσα στον Καναδά τότε και ήμουνα στις μαύρες μου – έψαχνα δουλειά εκεί και οικονομικά τα έβγαζα πέρα δύσκολα, μόνο με κάποιες συνεργασίες που κρατούσα στη Γαλλία. Με βοήθησε πολύ ψυχολογικά το πρότζεκτ του «Ζητιάνου», με ανέβασε. Άνοιξη του 2018 είχα πλέον ξεκινήσει να το δουλεύω – άρχισα τον «Ζητιάνο» στο Μόντρεαλ και τον ολοκλήρωσα στη Γαλλία. Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου στον «Ζητιάνο» είναι αυτούσια τα λόγια του Καρκαβίτσα – μετέφερα ο ίδιος το κείμενο και ο Γιάννης Ράγκος έκανε τις διορθώσεις. Τους πρώτους δύο μήνες είχα φτιάξει έναν πίνακα με post it – αστυνομικού τύπου «να βρούμε τον ένοχο»... – και «έσπαγα» τις σκηνές ώστε να μπει σε τάξη. Το κείμενο στην αρχή είχα προτείνει να το κάνω σε σύγχρονα, σημερινά ελληνικά – κουβέντιασα όμως με τον Γιώργο Ζαρρή (εκδότης του Polaris) και καταλήξαμε αυτό το υπέροχο και ευνόητο και στον τωρινό αναγνώστη κείμενο να το αφήσουμε ως έχει. Ο Καρκαβίτσας είναι πολύ περιγραφικός και με πολλά πισωγυρίσματα στο λόγο του, οπότε είχα κάποιες ενστάσεις καθώς διάβαζα το πρωτότυπο – φοβόμουν μήπως σαν κόμιξ κουράσει. Συνειδητοποίησα όμως, ότι αυτές οι περιγραφές θα αποδοθούν στο κόμιξ ως εικόνες. Η διήγηση της ιστορίας είναι περίτεχνη, ρέει ελεύθερα και οι διάλογοι είναι εκπληκτικοί – κρατήσαμε λοιπόν το κυρίως κείμενο του πρωτοτύπου, με κάποιες παρεμβάσεις μόνο για να διευκολύνουμε το ρυθμό της διήγησης στο κόμιξ. Οι όποιες αλλαγές δεν αλλάζουν επ’ ουδενί το νόημα, ούτε το όραμα ή την αισθητική του Καρκαβίτσα. Τελικά το 95% του κειμένου είναι δικό του. Στον «Ζητιάνο» στο τέλος νικάει το κακό – και κατανοείς (σαν αναγνώστης) τους λόγους αυτής της κατάληξης. Αυτό το χαρακτηριστικό του έργου μου κίνησε το ενδιαφέρον, δεν το βλέπεις συχνά. Απομακρυνόμαστε από τον ρομαντισμό – ο «Ζητιάνος» είναι ωμός νατουραλισμός και αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού ο ίδιος ο Καρκαβίτσας είναι επηρεασμένος από τον Εμίλ Ζολά (J’ accuse) και το κίνημα των νατουραλιστών καλλιτεχνών. Ο Καρκαβίτσας ήταν κάπως «μισάνθρωπος», έκραζε για τους Ολυμπιακούς του 1896, έκραζε τους πάντες. Ήταν και μπουρζουάς όμως, στρατιωτικός γιατρός στο επάγγελμα. Δεισιδαιμονία, προκατάληψη, φριχτή ένδεια και φτώχεια τρομερή, αμάθεια, μισογυνισμός, συντηρητισμός. Αυτά είναι μερικά από τα κύρια χαρακτηριστικά της κοινωνίας που περιγράφει ο Καρκαβίτσας. Στον «Ζητιάνο» η θέση της γυναίκας π.χ. στην κοινωνία εκτίθεται ξεκάθαρα: τρώει ξύλο και μάλιστα περιμένει αυτήν τη βία ως κάτι φυσιολογικό. Η γυναίκα μισεί το ίδιο της το φύλο – θέλει να γεννάει αγόρια, τα κορίτσια δεν είναι επιθυμητά. Οι γυναίκες δεν ήθελαν να γεννάνε γυναίκες – γιατί θα έπρεπε να τις «προικώσουν» και στο βάθος της ψυχής τους ήξεραν ότι θα περάσει τα δικά τους βάσανα, τον δικό τους εγκλωβισμό. Υπάρχουν και σήμερα χωριά στην Ελλάδα, ή και στη Γαλλία, που αυτές οι αντιλήψεις δεν έχουν αλλάξει και πολύ. Στον «Ζητιάνο» αναδεικνύεται το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» – όταν έχεις μεγαλώσει σαν δούλος, δεν ξέρεις τι να κάνεις με την ελευθερία σου. Και ας ξέρεις ότι αυτός είναι ο τύραννός σου, ας τον βρίζεις, ας τον καταριέσαι – όταν θα εμφανιστεί μπροστά σου, αντανακλαστικά σκύβεις το κεφάλι. «Πασά μου» τον προσφωνείς, γιατί αυτός έχει τη δύναμη. Είναι ο τυραννός σου, αλλά θα ήθελες να είσαι σαν αυτόν. Αν σου δινόταν η εξουσία, τέτοιος θα ήσουνα. Στον αδύναμο την «πέφτεις» εύκολα – και όταν γραφόταν ο «Ζητιάνος» και σήμερα. Δε μπορείς να αγγίξεις τους δυνατούς – το ξέρει αυτό ο ανθρωπάκος κάθε εποχής. Και εκτονώνει την οργή του, το κόμπλεξ, την απογοήτευση για την κατάστασή του σε όσους είναι πιο αδύναμοι απ’ τον ίδιο. Θα πατήσεις τον ίσο ή κατώτερό σου, γιατί αυτός είναι που μισείς – γιατί ουσιαστικά μισείς τον εαυτό σου. Αυτά τα ανθρώπινα αντανακλαστικά εκμεταλλεύεται ο φασισμός - και ο Καρκαβίτσας τα διέγνωσε σαν κοινωνικές τάσεις πριν ακόμα δημιουργηθεί η έννοια του φασισμού. Για μένα ο ζητιάνος του Καρκαβίτσα, σαν χαρακτήρας λογοτεχνικός θα μπορούσε να ενσαρκώνει πολλούς ανθρώπους, ρόλους και έννοιες της πραγματικής ζωής – ακόμα και τον καπιταλισμό που για να κερδίσει είναι διατεθειμένος να πάρει οποιαδήποτε μορφή. «Ζητιάνος» του Καρκαβίτσα είναι και ο τραπεζίτης που δε θα διστάσει να σε πετάξει έξω από το σπίτι σου για να πάρει αυτά που του αναλογούν (;). Στο όλον του αυτό το έργο είναι ένας φακός που ρίχνει σκληρό φως σε ότι σκοτεινό έχουμε και εμείς οι ίδιοι μέσα μας. Ο κακός της ιστορίας, ο ίδιος ο ζητιάνος, είναι προϊόν της κοινωνίας στην οποία μεγάλωσε – όπως και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου, όπως και όλοι μας. Ο Καρκαβίτσας δεν χαιδεύει κανέναν, εξηγεί όμως τις αδυναμίες μας, των ανθρώπων που μεγαλώνουμε σε μια κοινωνία όπου ισχύει ο νόμος της ζούγκλας, όπου η de facto κατάσταση «η ζωή σου ή η ζωή μου» μας γυρνάει άσχημα το μυαλό. Η ανάγκη της επιβίωσης ξεπερνάει κάθε ηθικό φραγμό. Το συναίσθημα χάνεται έναντι του καθημερινού φόβου. Ο τελωνοφύλακας, ο κρατικός υπάλληλος δηλαδή παίρνει μίζες. Βάλ’ το στη μέρα μας... δεν το βλέπεις; Από το «όλοι μαζί τα φάγαμε» μέχρι τα πιο χαμηλά κλιμάκια. Γυναίκες που είναι φυλακισμένες, δούλες ουσιαστικά, λόγω της φτώχειας και της πατριαρχίας. Θρησκοληψία. Τι είχε γίνει με τους φασίστες στο Corpus Christi; Τα ξεματιάσματα, όσοι γονυπετείς προσκυνάνε παντόφλες... Μηδενική ταξική συνείδηση επίσης: φτωχοί, αδύναμοι άνθρωποι που σιχαίνονται πρωτίστως τους εαυτούς τους, χωρίς να έχουν καταλάβει τον λόγο για τον οποίο βρίσκονται σε αυτή τη θέση. Και υποφέρουν από μικροαστική ματαιοδοξία. Το μυαλό και το όνειρό τους φτάνουν μέχρι ένα ρετιρέ στο Παγκράτι. Νομίζω στην κρίση, μαζί με την όποια ανθρωποφαγία, αναδύθηκαν και κάποια ωραία λουλούδια, όπως η αλληλεγγύη. Οι άνθρωποι στράφηκαν περισσότερο από πριν στην πολιτική, σε μια προσπάθεια να καταλάβουν καλύτερα τι συνέβη και να αντιδράσουν σε αυτό. Έφτιαξαν συνεργατικούς χώρους και δουλειές, κοπερατίβες, προσπάθησαν να αποδράσουν από τη σχέση «αφεντικό-εργαζόμενος». Για μένα αυτό είναι το διαμαντάκι που πρέπει να κρατήσεις και να το εξελίξεις όσο μπορείς. Όλο και περισσότεροι παίρνουν την κατάστασή (τους) στα χέρια τους, γιατί βλέπουν ότι δεν τους βοηθάει κανείς. Υπάρχει στην κοινωνία μας η πλευρά του «θα φάω όποιον βρω μπροστά μου για να ζήσω», υπάρχουν όμως και οι άλλοι – που σκέφτονται «είμαστε μαζί σε αυτό, ας κάνουμε ότι μπορούμε». Και το σχετικό link...
  3. "Βλέπω τον ‘Ζητιάνο’ σαν έναν καθρέπτη που αντικατοπτρίζει τους φόβους μας και οτιδήποτε μας αποξενώνει από τον διπλανό μας" λέει. Παρότι 34 χρόνων έσκυψε στο εμβληματικό κείμενο του 19ου αιώνα και το μεταφέρει στην εποχή μας μέσα από την τέχνη του. Ο δημιουργός κόμικ Kannelos Cob, κατά κόσμον Καννέλος Μπίτσικας, στο πρώτο του graphic novel εικονογραφεί τη νουβέλα του Ανδρέα Καρκαβίτσα "Ο Ζητιάνος" (εκδ. Polaris) και μέσα από την αντιπαθή δράση του ήρωα Τζιριτόκωστα αναζητεί τα νήματα που συνδέουν το έργο με την εποχή μας. Ζώντας και σκιτσάροντας εδώ και εννέα χρόνια στη Λυών, μιλάει για το βιβλίο και την τέχνη του, διατρέχει την επικαιρότητα των ημερών κάνοντας στάση στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, μας μεταφέρει τα νέα για τη σκηνή των κόμικ αλλά και την πολιτική πραγματικότητα στη Γαλλία, μιλάει για των κόμικ ως πολιτική πράξη χωρίς να προσπερνάει το προσφυγικό ζήτημα. "Με ενδιαφέρει περισσότερο να κάνω ένα κόμικ ντοκιμαντέρ επικεντρωμένο στην αντιμετώπιση του προσφυγικού στην Ελλάδα" λέει και αναφέρεται σε όλη τη διακεκαυμένη ζώνη των θεμάτων που απασχολούν την εποχή μας. * Γιατί επιλέγεις τον “Ζητιάνο” σήμερα; Το κείμενο του Καρκαβίτσα είναι κλασικό και τα θέματα που θίγει είναι διαχρονικά. Μέσα από την ιστορία φαίνεται η ανάγκη του συγγραφέα να μιλήσει, με καυστικότητα για την κοινωνική κατάσταση της εποχής του. Στο κείμενο βλέπουμε το κράτος που καταπιέζει και εκμεταλλεύεται τις κατώτερες τάξεις με όπλο τη βία και τον φόβο, κρατικούς υπαλλήλους που χρηματίζονται, γυναίκες που υποφέρουν από την πατριαρχία, ένα ολόκληρο χωριό, θρησκόληπτο, που πιστεύει σε δεισιδαιμονίες και ξόρκια. Δεν νομίζω πως αυτά τα στοιχεία δεν συναντώνται στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. * Ποιο από όλα τα στοιχεία του ήρωα και του κόσμου που αναπαριστά ο Καρκαβίτσας σε παρακίνησε; Με τράβηξε η πολυπλοκότητα των χαρακτήρων. Σε καμία περίπτωση δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις τους ανθρώπους καλούς ή κακούς. Το διήγημα είναι αρκετά ψυχογραφικό. Στις περισσότερες περιπτώσεις ότι κάνουν οι ήρωες γίνεται για λόγους επιβίωσης. "Ο Ζητιάνος" είναι από τα πρώτα νατουραλιστικά ελληνικά κείμενα και επιλέγει να αποδώσει τη φύση και τους ανθρώπους όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικά. Ο Καρκαβίτσας σκιαγραφεί την ανατομία μιας μικρής κοινωνίας προβάλλοντας το ταξικό μίσος, τη φτώχεια, την αμάθεια, τη δεισιδαιμονία και τον μισογυνισμό. Επίσης οι απίστευτες περιγραφές της ελληνικής φύσης αποτέλεσαν αστείρευτη πηγή έμπνευσης για το εικονογραφικό κομμάτι. * Η πλοκή του διηγήματος του Καρκαβίτσα σου έδωσε εναύσματα να συνδέσεις το έργο με τη σημερινή περίοδο; Αναπόφευκτα γίνονται συνδέσεις με τις καταστάσεις που πραγματεύεται το βιβλίο. Στο τέταρτο κεφάλαιο οι χωρικοί προσπαθούν να κάψουν τον τελωνοφύλακα γιατί νομίζουν πως είναι βρυκόλακας. Η προκατάληψη και ο φόβος δεν τους επιτρέπουν να σκεφτούν λογικά. Τον Σεπτέμβριο του 2018 δολοφονήθηκε ο Ζακ Κωστόπουλος στο κέντρο της Αθήνας ακριβώς για τους ίδιους λόγους. Είναι σοκαριστικό να υπάρχουν τέτοιες αντιδράσεις σε μία, υποτιθέμενη, σύγχρονη κοινωνία, η οποία τελικά δεν έχει τόση διαφορά με εκείνη του Καρκαβίτσα. Αυτό είναι που κάνει το κείμενό του τόσο σύγχρονο. * Αν σου ζητούσαν να χαρακτηρίσεις τον “Ζητιάνο” τι θα έλεγες; Καθ' όλη τη διαδικασία της δημιουργίας του κόμικ έβλεπα τον “Ζητιάνο” σαν ένα φακό που, σε κάθε σκηνή, ρίχνει φως στα πιο σκοτεινά μέρη του εαυτού μας. Σε όλη την ιστορία μεταμορφώνεται συνεχώς - είναι κακομοίρης, παντοδύναμος μάγος, ισχυρός ηγέτης, μέχρι και ναυτικός - και χρησιμοποιεί τις αδυναμίες των χαρακτήρων με σκοπό το κέρδος και την εξουσία. Βλέπω τον “Ζητιάνο” σαν έναν καθρέπτη που αντικατοπτρίζει τους φόβους μας και οτιδήποτε μας αποξενώνει από τον διπλανό μας. * Το προσφυγικό είναι μείζον θέμα της εποχής μας. Στην Ευρώπη βλέπουμε κλειστά σύνορα, ξενοφοβία, διχαστική ρητορική, φόβο απέναντι στον "άλλο". Θα έκανες ένα κόμικ για τους πρόσφυγες; Το προσφυγικό είναι μία μαύρη κηλίδα στην ιστορία του δυτικού κόσμου. Ο τρόπος που αντιμετωπίζονται οι άνθρωποι είναι άρρωστος. Ακροδεξιά μπάρμπεκιου, άνθρωποι που καίγονται ζωντανοί στα “κέντρα φιλοξενίας”, επίδοξοι Λεωνίδες να τραμπουκίζουν τους αβοήθητους, ένα Αιγαίο και μία Μεσόγειος νεκροταφεία, κόψιμο κολώνων παροχής ηλεκτρισμού και πάει λέγοντας. Γεγονότα που δεν θα γραφτούν ποτέ σε βιβλία Ιστορίας. Υπάρχουν ήδη εκδόσεις στη Γαλλία που διηγούνται μεμονωμένες ιστορίες προσφύγων και την οδύσσειά τους. Με ενδιαφέρει περισσότερο να κάνω ένα κόμικ ντοκιμαντέρ επικεντρωμένο στην αντιμετώπιση του προσφυγικού στην Ελλάδα. Να μιλήσουμε όχι μόνο για τη φρίκη που αντιμετωπίζουν και τις άρρωστες επιθέσεις που δέχονται, αλλά και για την αλληλεγγύη ανθρώπων που από μόνοι τους αποφασίζουν να αφιερώσουν τον προσωπικό τους χρόνο ώστε να βοηθήσουν, γιατί συνειδητοποιούν πως ξεκάθαρα από τύχη δεν βρίσκονται και αυτοί μέσα σε μία βάρκα. * Πώς είναι τα πράγματα στη Γαλλία του Μακρόν; Είναι ξεκάθαρο πως υπάρχει κοινωνική κρίση. Το κίνημα “Κίτρινα Γιλέκα” υπάρχει εδώ και έναν χρόνο και μετρούν 4.000 τραυματίες λόγω της ακραίας αστυνομικής καταστολής. Πάνε 9 χρόνια που μένω στη Γαλλία και παρακολουθώ ένα κρεσέντο βίας και ανασφάλειας που δεν ξέρω πού θα οδηγήσει. Ο φόβος που δημιουργούν για τις τρομοκρατικές επιθέσεις δίνουν χώρο σε ρατσιστικές και ισλαμοφοβικές πολιτικές που στοχεύουν, μεταξύ άλλων, στο προσφυγικό. Ο στρατός κυκλοφορεί στους δρόμους με όπλα στα χέρια για να δημιουργήσει ένα αίσθημα “ασφάλειας” που μόνο φόβο προκαλεί. Απροκάλυπτα πλέον δίνουν προνόμια και φορολογικές απαλλαγές στις ανώτερες οικονομικές τάξεις ενώ αυξάνουν τους φόρους και κόβουν τα επιδόματα στις κατώτερες. Πολιτικές που δίνουν πάτημα στην Ακροδεξιά ώστε να παρεισφρήσει στις εργατικές τάξεις. Παρουσιάζουν τη φτώχεια σαν επιλογή δηλώνοντας πως ο καθένας θα μπορούσε να είναι πλούσιος, αρκεί να δουλεύει σκληρά. Επικίνδυνη έλλειψη ταξικής συνείδησης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των μη προνομιούχων τάξεων. Τα γαλλικά mainstream media θα δώσουν μεγάλο τηλεοπτικό χρόνο σε δημοσιογράφους ανοιχτά ισλαμοφοβικούς. Μία αρθρογράφος η οποία κάλεσε την αστυνομία να πυροβολήσει τους διαδηλωτές με πραγματικές σφαίρες έλαβε, μια εβδομάδα μετά, το βραβείο τιμής Simone Veil για τη μάχη της κατά του σκοταδισμού (!!!) και για τα δικαιώματα των γυναικών. Πριν από μία εβδομάδα κατηγόρησαν μία γυναίκα που μεγαλώνει μόνη της δύο παιδιά και πληρώνεται τον βασικό μισθό πως δεν δούλεψε αρκετά στο σχολείο και πως ίσως δεν έπρεπε να πάρει διαζύγιο. Παρ’ όλο που αυτά φαίνονται ακραία και δεν είναι απαραιτήτως αποδεκτά από την πλειονότητα, συμβάλλουν στην αποδοχή παλαιότερων απαράδεκτων ιδεών. * Η εξάπλωση του ακροδεξιού αφηγήματος σε όλη την Ευρώπη σε ανησυχεί; Ιστορικά ο φασισμός εμφανίζεται σε περιόδους κρίσης και ανασφάλειας. Όπως έγινε και στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, αυτό γίνεται και στην Ευρώπη. Επωφελούνται από τη δυστυχία των ανθρώπων για να περιορίσουν τις εντάσεις και να χωρίσουν τα αδύναμα στρώματα. Έτσι οι πρώτοι στοχευόμενοι πληθυσμοί είναι οι πιο επισφαλείς: ναρκομανείς, queer, trans, ιερόδουλες, μετανάστες. Το πάτημα που βρίσκουν σήμερα είναι η οικονομική και η κοινωνική κρίση, καθώς και το προσφυγικό, εξυπηρετώντας συγκεκριμένα πολιτικά συμφέροντα, από τα οποία παίρνουν δύναμη - οικονομική και κοινωνική. Με ανησυχεί. Οι φασίστες είναι θρασύδειλοι και υπάρχουν διότι υπάρχουν ο φόβος, η ανασφάλεια και η προκατάληψη για τον συνάνθρωπο. Είναι τρομακτικό να βλέπουμε στο εσωτερικό της Πολιτείας οι αστυνομικές δυνάμεις να αποτελούν σημείο αναπαραγωγής φασιστικών ιδεολογιών εκμεταλλευόμενες τη νόμιμη βία για να περιθωριοποιήσουν περαιτέρω τους μη προνομιούχους. Αλλά το πιο σοβαρό είναι ότι αυτές οι φασιστικές ιδεολογίες βρίσκουν ηχώ στα παραδοσιακά συντηρητικά δεξιά κόμματα, οι οποίες μεταδίδονται με χαρά από τα mainstream media. * Το κόμικ είναι και πολιτική έκφραση; Σαφώς. Όπως πολιτική έκφραση είναι ο κινηματογράφος ή το θέατρο. Το κόμικ είναι ένα μέσο το οποίο μας επιτρέπει να διηγηθούμε ιστορίες. Υπάρχουν αριστουργήματα της ένατης τέχνης με ξεκάθαρο πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Το “Maus” του Art Spiegelman, το “Persepolis” της Marjane Satrapi, το “Palestine” του Joe Sacco ή το “Le printemps des Arabes” του Jean-Pierre Filiu είναι κάποια από τα εξαιρετικά πολιτικά αφηγήματα που έχουν εκδοθεί. Στις μέρες μας το κόμικ κερδίζει όλο και περισσότερους αναγνώστες διότι είναι μία ανεξάρτητη μορφή τέχνης και έκφρασης, σε μια πραγματικότητα που φαίνεται να διαστρεβλώνεται ολοένα και περισσότερο. * Πώς είναι η κατάσταση στο κόμικ στη Γαλλία; Την ελληνική δημιουργία την παρακολουθείς; Το κόμικ παραμένει ένα επισφαλές επάγγελμα παγκοσμίως. Η Γαλλία έχει παράδοση στην κουλτούρα του κόμικ, αυτό όμως δεν σημαίνει πως ο κόσμος αγοράζει με τον ίδιο ρυθμό όπως δέκα χρόνια πριν. Αυτό δεν συμβαίνει από έλλειψη ενδιαφέροντος αλλά λόγω μιας αγοράς η οποία παράγει ανεξέλεγκτα χωρίς αυτή η παραγωγή να μπορεί να απορροφηθεί. Παρακολουθώ την ελληνική σκηνή κόμικ και έχοντας συνεργαστεί με τον Μπλε Κομήτη μου δόθηκε η ευκαιρία να διαβάσω ιστορίες αξιοθαύμαστων Ελλήνων καλλιτεχνών. Καλλιτέχνες όπως ο Γιώργος Γούσης, ο Παναγιώτης Πανταζής ή ο Σπύρος Δερβενιώτης έχουν δημιουργήσει εξαιρετικές εκδόσεις που, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να βρίσκονται σε κάθε βιβλιοθήκη. * Παρακολουθείς την πολιτική επικαιρότητα στην Ελλάδα; Συνεχώς, και κάθε φορά σοκάρομαι περισσότερο. Τις τελευταίες μέρες η αστυνομική καταστολή θυμίζει αυταρχικό κράτος. Βασανισμός και σεξιστική βία από την αστυνομία, κατάργηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, άνοδος του σκοταδισμού και της θρησκοληψίας και ακραίες δηλώσεις υπουργών και δημοσιογράφων πως κάποιοι θέλουμε νέους Γρηγορόπουλους. Αυτές οι πρακτικές δείχνουν πόσο εύκολα μπορούμε να περάσουμε τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την ελευθερία της έκφρασης από τον αυταρχισμό. * Τι σε φοβίζει περισσότερο στις μέρες μας; Όπως είπα και πριν, η άνοδος της Ακροδεξιάς και ο εκφασισμός της κοινωνίας. Βλέπω τον νεοφιλελευθερισμό να κερδίζει έδαφος ενάντια στα κοινωνικά κινήματα και να καταστέλλει την κοινωνική έκφραση. Δεν μας επιτρέπουν να ονειρευτούμε μία νέα κοινωνία, αφού έχουν αποικίσει τη φαντασία μας με τον φόβο. Παλεύουμε να διατηρήσουμε τα δικαιώματα που κερδίσαμε πριν από πενήντα χρόνια και καταφέρνουμε να σώσουμε ψίχουλα. Σε πιο προσωπικό επίπεδο, διερωτώμαι για την επιβίωση του επαγγέλματός μου και κάθε καλλιτεχνικού επαγγέλματος. Όταν ένα κράτος κλίνει προς τα δεξιά, οι πρώτες περικοπές αφορούν την εκπαίδευση και τον πολιτισμό. Έχουν ήδη ακυρωθεί δουλειές μου λόγω των εκλογών που κέρδισε η Δεξιά στη Γαλλία και τη Βραζιλία επειδή αποφάσισαν να σταματήσουν τις χρηματοδοτήσεις για την κουλτούρα και τον πολιτισμό. * Σήμερα είναι η επέτειος του Πολυτεχνείου. Ποιες σκέψεις σου δημιουργεί αυτή η ιστορική στιγμή. Η επέτειος του Πολυτεχνείου υπάρχει για να μας θυμίσει ακόμα μία σκοτεινή περίοδο της Ελλάδας. Αυτά που συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες όσον αφορά την κρατική καταστολή θυμίζουν ξεκάθαρα χουντικές πολιτικές που καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με ότι συμβαίνει στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, το Πολυτεχνείο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Για να μας θυμίσει πως ο κίνδυνος των σύγχρονων ακροδεξιών πολιτικών ρευμάτων πλησιάζει όσο ποτέ. Δεν χρειαζόμαστε νέους Γρηγορόπουλους για να μας το θυμίζουν αυτό... Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.