Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'κεντήματα'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Η πάντα ανήσυχη Ιρανή σκιτσογράφος, συγγραφέας και σκηνοθέτις έρχεται για ένα βράδυ στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Στην εφηβεία της έκανε εμπόριο ναρκωτικών. Ο προπάππους της είχε εκατό συζύγους. Όταν ήταν εσωτερική σε οικοτροφείο στη Βιέννη, αποκάλεσε πουτάνα μια καλόγρια. Οι γονείς της ζουν στην Τεχεράνη, είναι μαρξιστές και ευζωιστές, οδηγούσαν Κάντιλακ όταν ήταν παιδί, αγαπούσαν την πολυτέλεια και την υψηλή γαστρονομία. Έκανε απόπειρα αυτοκτονίας όταν ήταν περίπου 20 ετών. Είναι εγγονή αυτοκράτορα. Στον πρώτο της γάμο κοιμόταν σε διαφορετικά κρεβάτια με τον σύζυγό της ήδη από τον πρώτο μήνα. Δεν έχει λογαριασμό στο Twitter ή στο Facebook. Όταν απαγορεύτηκε το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους στη Γαλλία, όπου ζει, σκεφτόταν να μετακομίσει στην Ελλάδα. Έζησε στους δρόμους της Ευρώπης και κόντεψε να πεθάνει από πνευμονία. Έγραψε το αυτοβιογραφικό comic book «Περσέπολις» περιμένοντας να πουλήσει περί τα 400 αντίτυπα, αλλά πούλησε εκατομμύρια, μεταφράστηκε σε σαράντα γλώσσες και, α ναι, κέρδισε υποψηφιότητα για Όσκαρ. Η ζωή της Μαρζάν Σατραπί προκαλεί ίλιγγο, οι αντιθέσεις που την συγκροτούν είναι μοναδικές. Αυτό το σύμπαν, που μοιάζει να γεννήθηκε από απανωτές σεισμικές δονήσεις και αποτελεί τη ζωή της, θα αποκαλυφθεί και στην Αθήνα, στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, όπου θα συνομιλήσει με τη δημοσιογράφο Άννα Δαμιανίδη στις 30 Νοεμβρίου. Από τις ελάχιστες συνεντεύξεις που έχει δώσει αντιλαμβάνεται κανείς αμέσως πως μέσα στην αίθουσα θα ακουστούν γέλια, επιφωνήματα, κάποιοι μπορεί και να ιδρώσουν. Και σίγουρα κάποια στιγμή θα αναφωνήσει πόσο της λείπουν τα Winston τσιγάρα της – καπνίζει ασταμάτητα, συνεχώς, ηδονικά. Ή λέτε αυτή η ατίθαση γυναίκα με τα πυκνά μαύρα μαλλιά και τα κατακόκκινα χείλη να ανάψει τσιγάρο, κάνοντας δαχτυλίδια καπνού; Όταν κυκλοφόρησε το «Περσέπολις» – είχε αρχίσει να το γράφει το 1999 σε ηλικία ακριβώς 30 ετών – και έκανε ακαριαία παγκόσμια επιτυχία, ο διεθνής Τύπος τη χαρακτήρισε «αληθινή πριγκίπισσα». Το αυτοβιογραφικό comic book της (αντιπαθεί τον όρο graphic novel, γιατί αποδυναμώνει το έργο της από το στοιχείο του κωμικού, του χιούμορ, στο οποίο επενδύει και πιστεύει βαθιά) ήταν το σπαρταριστό, αλλά και με στοιχεία ντοκουμέντου υλικό για τη ζωή στο Ιράν μέσα από τα μάτια μιας προνομιούχου αστής γυναίκας. Έκανε αίσθηση, η ίδια έγινε το πρόσωπο της στιγμής – και η στιγμή αυτή έμελλε να διαρκέσει τόσο πολύ. Ακόμα διαρκεί. Σε αυτήν τη συνθήκη, o δημοσιογράφος της «Independent» Robert Chalmers περίμενε να δει μια δυναμική αριστοκράτισσα του Ιράν που ζει ως αυτοεξόριστη στο Παρίσι. Μπαίνοντας στο στούντιό της είδε μια τεράστια αφίσα που έγραφε «Fuck you» και αντίκρισε την πληθωρική μελαχρινή που αγαπά να φορά ψηλοτάκουνα ή πλατφόρμες και να κάνει δαχτυλίδια καπνού με το τσιγάρο της, αν και ήταν βαριά κρυωμένη. Αριστούργημα! Όταν σε μια συζήτηση της είπαν ότι εξακολουθεί να είναι η πανκ επαναστατημένη γυναίκα που ήταν ήδη από την εφηβεία της στην Τεχεράνη και στη συνέχεια στη Βιέννη, η Μαριάν αντέδρασε. «Ι am a lady» είπε, δίνοντας λίγο μεγαλύτερη διάρκεια και βάθος στο a. «Ι am a laaady» επανέλαβε, με τη γλώσσα να ρολάρει στον ουρανίσκο. Της αρέσει να παραπλανά. «Είναι προτιμότερο να μη δείχνεις αυτό που είσαι. Είναι καλύτερο να μοιάζεις με μια μπουρζουά, μια αστή. Έτσι ανοίγουν εύκολα όλες οι πόρτες και μόλις μπεις τα κάνεις όλα κόλαση. Έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον αυτό...» Και αγαπά να αιφνιδιάζει, δείχνοντας το μεσαίο της δάχτυλό. Θυμώνει που τα κορίτσια σήμερα θέλουν να γίνουν σαν την Πάρις Χίλτον ή την Κιμ Καρντάσιαν. Και επιμένει ότι την ενοχλεί να ακούει τις Γαλλίδες να γκρινιάζουν για το παραμικρό «ω, κοίτα, το στομάχι μου δεν είναι τελείως επίπεδο, τι να κάνω;». Σε αντίθεση με τις γυναίκες στο Ιράν που είναι δυνατές. Πραγματικά δυνατές. Η μοναχοκόρη των μπουρζουά Ιρανών μαρξιστών Δεν είχε μπει καν στην εφηβεία όταν οι γονείς της την έβαλαν να δει την ταινία «Ελαφοκυνηγός». Πάγωσε από τον φόβο, τον τρόμο. Και η ζωή της άλλαξε. Να, αυτή είναι μια ιστορία που αγαπά να λέει για την παιδική της ηλικία. Της αρέσει να αφηγείται και αυτό που της έλεγε η μητέρα της: «Μου έλεγε συνέχεια ότι δεν πρέπει να στηρίζομαι στο πρόσωπό μου και στην ομορφιά μου, αλλά στην εξυπνάδα μου. Ότι δεν την ενδιαφέρει αν θα παντρευτώ, αλλά μόνο αν θα σπουδάσω κι αν θα γίνω οικονομικά ανεξάρτητη. Ως παιδί πίστευα ότι στην πραγματικότητα μου έλεγε ότι είμαι κακάσχημη, ότι δεν αξίζει καν να προσπαθήσω να δείχνω χαριτωμένη, κανένας δεν πρόκειται να με παντρευτεί. Οπότε, τουλάχιστον ας προσπαθήσω να είμαι έξυπνη». Ο αγώνας κατά του καθεστώτος και ο Μάικλ Τζάκσον Γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1969 στην πόλη Ραστ κοντά στην Κασπία Θάλασσα. Mεγάλωσε στην Τεχεράνη και πήγε σχολείο εκεί όπου έστελνε η ελίτ τα παιδιά της, στο Lycée Français. Ο πατέρας της ήταν μηχανικός, η μητέρα της σχεδιάστρια μόδας. Μαρξιστές-λενινιστές, μορφωμένοι, αλλά κυρίως ευζωιστές, ηδονιστές της πολυτέλειας, της καλής ζωής, έπιναν αλκοόλ, έβλεπαν δυτικές ταινίες, κυκλοφορούσαν με μια Κάντιλακ. Η ίδια εξηγεί πως από παιδί τής έμαθαν πως δεν έχει σημασία αν είναι κορίτσι ή αν είναι αγόρι. Σημασία έχει ότι είναι άνθρωπος. H Μαρζάν Σατραπί σε παιδική ηλικία Ήταν μαθήτρια στις πρώτες τάξεις του σχολείου όταν την έπαιρναν μαζί τους στις διαδηλώσεις εναντίον του Σάχη, ελπίζοντας σε μια ισλαμική επανάσταση, που όταν ήρθε, απλώς τους διέλυσε. Κεντρικό πρόσωπο στη ζωή της ήταν ο ακτιβιστής, πολιτικός και αντιφρονών θείος της Αnoosh. Την αγάπησε σαν κόρη του. Στη φυλακή, λίγο πριν τον εκτελέσουν, ήταν το μοναδικό πρόσωπο που ζήτησε να δει. Της είπε ότι δεν έπρεπε να ξεχάσει. Ότι έπρεπε να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη, την ιστορία της οικογένειας, της χώρας. Αυτή η προτροπή, σχεδόν δεκαπέντε χρόνια μετά, την οδήγησε στη συγγραφή του «Περσέπολις». Όταν κυκλοφόρησε το «Περσέπολις» – είχε αρχίσει να το γράφει το 1999 σε ηλικία ακριβώς 30 ετών – και έκανε ακαριαία παγκόσμια επιτυχία, ο διεθνής Τύπος τη χαρακτήρισε «αληθινή πριγκίπισσα». Είχε ξεκινήσει να το γράφει χρόνια πριν πάρει την τελική του μορφή. Σταμάτησε όταν συνειδητοποίησε ότι έγραφε θυμωμένη. Ότι δεν είχε ξεπεράσει το μίσος της για τους καταπιεστές, για την αδικία. Ήξερε ότι έπρεπε να βγει από αυτήν τη συνθήκη για να μη δημιουργήσει ένα έργο που θα έγραφε οποιοσδήποτε από αυτούς που ήθελε να καταγγείλει. Φανατισμένο και αφανιστικό. «Είναι σημαντικό να μπορείς να συγχωρείς. Αν κρατάς τον θυμό μέσα σου, τότε θα γίνεις ίδιος με αυτούς που μισείς» λέει. Μεγάλωσε σε ένα σπίτι χωρίς παιχνίδια αλλά με εκατοντάδες βιβλία. Το μόνο παιχνίδι που έπαιζε ήταν χαρτιά με τους γονείς της – έμαθε γρήγορα να μπλοφάρει και να κλέβει. Ενεπλάκη σε παράνομες πολιτικές οργανώσεις, αγόραζε παράνομα δίσκους με δυτική μουσική. Φορούσε μπλουζάκια με τον Μάικλ Τζάκσον κάτω από την αμπάγια της. Ασφυκτιούσε. Oι νόμοι είναι για τους ηλίθιους Όταν ήταν 14 χρονών βομβαρδίστηκε το σπίτι των γειτόνων της, όπου ζούσε η καλύτερή της φίλη. Σκοτώθηκε. Στα συντρίμμια βρήκε το βραχιόλι της και μέλη του σώματός της. Οι γονείς της αποφάσισαν πως έπρεπε να φύγει στο εξωτερικό. Την έστειλαν σε οικοτροφείο στη Βιέννη. Ένιωθε χαρούμενη που θα ζούσε χωρίς να καλύπτει το κεφάλι της, που θα ζούσε στη Δύση. Τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς όπως φανταζόταν. Οι καλόγριες ήταν βαθιά καταπιεστικές. Ακόμα κι εκεί, στην καρδιά της Ευρώπης, προσπαθούσαν να τιμωρήσουν τη θηλυκότητα, την ελευθερία έκφρασης. Αποκάλεσε πουτάνα μια καλόγρια που τόλμησε να της πει ότι στο Ιράν είχαν κατώτερη μόρφωση απ' ότι στον υπόλοιπο κόσμο. Σε κάποια περίπτωση χτύπησε στο κεφάλι μια δασκάλα της και πήρε αποβολή. «Έχω πρόβλημα με την εξουσία. Η γιαγιά μου συνήθιζε να λέει πως οι νόμοι είναι για τους ηλίθιους. Είχε απόλυτο δίκιο». Δεν ήταν ιδανικά τα πράγματα. Και πάλι. Ενώ στην Τεχεράνη μεγάλωνε ως πριγκίπισσα – είναι απόγονος του αυτοκράτορα της Περσίας Nasser-al-Din Shah –, στην Αυστρία «με έκαναν να νιώθω σαν βρόμα». Η αυτοεκτίμησή της κατέρρευσε. Η ταυτότητά της συνετρίβη. Βλέπει εκεί άλλο ένα πρόσωπο του ρατσισμού, του φασισμού, του σεξισμού, η ίδια είναι ξανά το θύμα. Ακόμα και χωρίς αμπάγια. Κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, προσπαθεί να κόψει τις φλέβες της με ένα μαχαίρι για φρούτα (η ίδια δεν μιλάει γι' αυτό το γεγονός κι έτσι υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές για το πότε έκανε την απόπειρα αυτοκτονίας: στη Βιέννη ή αμέσως μετά, στην Τεχεράνη. Ακολούθησε δεύτερη απόπειρα με υπερβολική δόση αντικαταθλιπτικών χαπιών). Είναι η στιγμή που αποφασίζει να χωρίσει με τον Αυστριακό φίλο της και να επιστρέψει στην Τεχεράνη για να σπουδάσει γραφιστικές τέχνες. Δεκαεννιά χρονών και σε απόλυτη σύγχυση. Παντρεύτηκε τον Ρεζά, έναν συμφοιτητή της. Έναν μήνα μετά κοιμούνταν σε χωριστά κρεβάτια. Τρία χρόνια αργότερα πήρε διαζύγιο. Στα 24 αποφασίζει να φύγει για το Στρασβούργο, για να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Στην Τεχεράνη ακόμα και οι φίλοι της την αντιμετώπιζαν ως κάτι ξένο, ως δυτικό απόβλητο, όπως στην Αυστρία την αντιμετώπιζαν ως Ιρανή παρείσακτη. Δεν ανήκει πουθενά. Άπατρις συναισθηματικά και ψυχολογικά. Βρίσκεται στο Παρίσι. Για να ζήσει παραδίδει μαθήματα ξένων γλωσσών (μιλά αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, φαρσί, σουηδικά) και αερόμπικ... Η Μαρζάν Σατραπί με τον Antonin Baudry έξω από τη γαλλική πρεσβεία της Νέας Υόρκης Παρακολουθεί ένα εργαστήριο graphic novel και εκεί γνωρίζει τον μέντορά της, τον άνθρωπο που, σαν τον θείο της Αnoosh, ενεργοποίησε τις δυνατότητές της και την έκανε να πιστέψει στη μοναδικότητά της. Τον Pierre-François Beauchard, που υπογράφει ως David B. Τα σχέδιά του είναι συγκλονιστικά, ασπρόμαυρα, όπως τα σχέδια της Σατραπί στο «Περσέπολις», τα θέματά του εκκινούν από οικογενειακά τραύματα. «Ζωγράφιζε σαν θεός» λέει. Χωρίς τα 4 ράμματα δεν θα υπήρχε «Περσέπολις» Λίγο πριν γράψει το «Περσέπολις», ταλαντευόταν πάλι ψυχολογικά. Παραδέχθηκε, μιλώντας στην ηθοποιό Έμα Γουότσον, ότι είχε κατάθλιψη, υπέφερε από δύσπνοια. «Ένα βράδυ», διηγείται, «ένιωσα πως δεν μπορούσα να αναπνεύσω καθόλου. Κάλεσα τις πρώτες βοήθειες. Τους είπα "δεν μπορώ να αναπνεύσω". Ήρθαν και με τύλιξαν με ένα υλικό που έμοιαζε με αλουμινόχαρτο, ήμουν σαν κοτόπουλο που το βάζουν στον φούρνο για ψήσιμο. Με κάλυψαν με κουβέρτες, με έβαλαν στο φορείο και άρχισαν να με κατεβάζουν από τις σκάλες. Το φορείο έπεσε από τα χέρια τους και βρέθηκα να κατρακυλώ στις σκάλες. Χτύπησα το κεφάλι μου. Μου έκαναν τέσσερα ράμματα. Ο πόνος και το σοκ με τράβηξαν από την κατάθλιψη. Άρχισα να αναπνέω κανονικά και πάλι. Είπα στον εαυτό μου: "πρέπει να κάνεις κάτι, δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση". Κι έτσι έγραψα το "Περσέπολις". Αν δεν είχα αυτά τα τέσσερα ράμματα στο κεφάλι, δεν θα το είχα γράψει ποτέ». Μετά ακολούθησε η σαρωτική επιτυχία. Ντελίριο γι' αυτή την αυτοβιογραφία που μιλά για την εκκεντρική γιαγιά που έπλενε το στήθος της με γάλα για να παραμείνει σφριγηλό, τον μαρξιστή πατέρα με την Κάντιλακ, τη μητέρα που έκλαψε όταν η κόρη της παντρεύτηκε τόσο μικρή σε ηλικία. Το βιβλίο της γίνεται ταινία με τις φωνές του Ίγκι Ποπ, της Κατρίν Ντενέβ, της Τζίνα Ρόουλαντς, της Κιάρα Μαστρογιάνι. Κερδίζει το Fipresci στο Φεστιβάλ των Καννών, δύο βραβεία Σεζάρ, μια υποψηφιότητα για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων. Δεν εγκαταλείπει ξανά το Παρίσι, όπου μένει με τον δεύτερο σύζυγό της. Έναν Σουηδό. Αυτό είναι το μόνο που ξέρουμε, αφού δεν αποκαλύπτει ούτε το όνομα, ούτε την ιδιότητά του. Δεν έχουν παιδιά. Εκνευρίζεται όταν την ρωτούν αν θα κάνει ή γιατί δεν έκανε. Το βρίσκει σεξιστικό. Θέλει να αφοσιωθεί στην τέχνη και δεν την νοιάζει αν κάποιοι τη χαρακτηρίζουν «φιλόδοξη σκύλα καριερίστα» εξαιτίας αυτής της επιλογής της. Στο Ιράν δεν επέστρεψε ποτέ. Φοβάται ότι μπορεί να τη συλλάβουν και τη ρίξουν στη φυλακή. Ποτέ όμως δεν την έχει απειλήσει το καθεστώς, παρά την επιτυχία της. Όταν είναι χαρούμενη, θέλει να χορεύει. Χρειάζεται όμως λίγη μελαγχολία, αυτό τον κόμπο στο στομάχι, για να δημιουργήσει. Λατρεύει το κάπνισμα. Έχει κάτι το ερωτικό, λέει. «Το βάζω στο στόμα μου. Ο καπνός μπαίνει στο σώμα μου μέσα από μια οπή. Μου δίνει ευχαρίστηση. Και μετά βγαίνει...» Πιστεύει ότι αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους υπάρχει τέτοιο μίσος για τον καπνό. Και ναι, ήταν από αυτούς που αντιτάχθηκαν με σθένος στην απόφαση της γαλλικής κυβέρνησης να κλείσει τους οίκους ανοχής. Το «Περσέπολις» ήταν η αρχή της καριέρας της. Ακολούθησαν το «Κοτόπουλο με Δαμάσκηνα», το οποίο επίσης διασκεύασε για τον κινηματογράφο, και τα «Κεντήματα». Το 2013 σκηνοθέτησε την ταινία «Gang of the Jotas» και έναν χρόνο μετά το «The Voices» (Φωνές). Αυτή την περίοδο ετοιμάζει την ταινία «The extraordinary journey of the fakir» με πρωταγωνίστρια την Oύμα Θέρμαν, που στηρίζεται στο μπεστ σέλερ του Romain Puértolas και έχει μεταφραστεί σε 36 γλώσσες. «Είμαι μια γυναίκα από το Ιράν, έχω πετύχει όσα ήθελα, ζω στην πόλη που θέλω, με τον άνδρα που θέλω, κάνω τη δουλειά που θέλω, πληρώνομαι εξαιρετικά καλά γι' αυτήν. Πόσοι άνθρωποι στον κόσμο έχουν αυτή την τύχη;», λέει. Η Μαρζάν Σατραπί είναι τόσο Ιρανή όσο και Ευρωπαία, τόσο γυναίκα όσο, κυρίως, πολίτης του κόσμου, ιδεολόγος, ανεξάρτητη υπέρμαχος της ελευθερίας σε έναν κόσμο που μόλις εξέλεξε για πρόεδρο των ΗΠΑ τον σεξιστή, πουριτανό Τραμπ. Ω ναι, θα έχει τεράστιο ενδιαφέρον να ακούσουμε όσα πει στην Αθήνα. Info: Κουτσομπολεύοντας με τη Marjane Satrapi 30 Νοεμβρίου 2016 19:00 Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση Είσοδος ελεύθερη Περισσότερες πληροφορίες: www.sgt.gr Και το σχετικό link...
  2. Μέσα από τα δημοφιλή κόμικς της η Μαργιάν Σατραπί έδωσε ένα από τα πιο αιχμηρά σχόλια για το ιρανικό θεοκρατικό καθεστώς και τη θέση της γυναίκας σε αυτό. Αυτές τις μέρες που τα βλέμματά μας αιχμαλωτίζονται από τις εξεγερμένες γυναίκες του Ιράν, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θυμήθηκαν την Μαργιάν Σατραπί, τη δημιουργό του πρώτου κόμικ με ιρανική υπογραφή, του «Περσέπολις». Ενός έργου με λιτά, ασπρόμαυρα σκίτσα που εκδόθηκε σταδιακά στη Γαλλία μεταξύ 2000 και 2003 και στην Ελλάδα κυκλοφόρησε σε δύο τόμους σε μετάφραση Γ. Τσάκωνα από τις εκδόσεις Ηλίβατον. Γόνος προοδευτικής αριστοκρατικής οικογένειας, γεννημένη το 1969 και μεγαλωμένη στην Τεχεράνη, η Σατραπί, στο περίφημο αυτό έργο που μετέφερε το 2007 και στον κινηματογράφο, έδωσε ένα από τα πιο αιχμηρά σχόλια για το ιρανικό θεοκρατικό καθεστώς. Στο «Περσέπολις 1» παρακολουθούμε πώς, μικρό κοριτσάκι, βίωσε με ανακούφιση την πτώση του Σάχη, πόσο απότομα προσγειώθηκε έπειτα στον θρησκευτικό αυταρχισμό των οπαδών του Χομεϊνί, πώς φόρεσε τη μαντίλα με το ζόρι, τι αφουγκράστηκε από τον πόλεμο με το Ιράκ, τι τραγελαφικές καταστάσεις έζησε συντροφιά με την ανασφάλεια, τον φόβο, τον παραλογισμό, μέχρι που, στα δεκατέσσερά της, οι γονείς της την έστειλαν στην Αυστρία. Διατηρώντας αμείωτα το χιούμορ και τη δηκτικότητά της, η Σατραπί συνέχισε την εξιστόρησή της στο «Περσέπολις 2», αναφερόμενη στην πρώτη ευρωπαϊκή της εμπειρία και στον προσωρινό, όπως αποδείχτηκε, επαναπατρισμό της, καθώς το 1994 αναχώρησε οριστικά από το Ιράν για τη Γαλλία. Πώς ζει μόνη μια δεκαπεντάχρονη Ιρανή στην Ευρώπη, σε μια εποχή όπου η χώρα της θεωρείται η επιτομή του Κακού; Πώς αναμετριέται όχι μόνο με τα προβλήματα της εφηβείας αλλά και με τον ανοιχτό ή υφέρποντα ρατσισμό εκείνων που την περιστοιχίζουν; Πώς βιώνει τις ερωτικές της απογοητεύσεις, πώς παλεύει με τον πειρασμό των ναρκωτικών ουσιών, πώς αντέχει τη μοναξιά και τη νοσταλγία για τους γονείς και την πατρίδα της; Κι όταν επιστρέφει, γυναίκα πλέον, στο Ιράν, πώς τα βγάζει πέρα με το όλο και πιο τυραννικό καθεστώς, όταν μάλιστα κουβαλά μέσα της κι ένα αίσθημα προσωπικής αποτυχίας; «Ήμουν Ιρανή στη Δύση, Δυτική στο Ιράν» γράφει σ’ ένα σημείο, συνοψίζοντας την κρίση ταυτότητας που τόσο την ταλάνισε. Η Μαργιάν Σατραπί ζωντάνεψε στο «Περσέπολις» μια διαδρομή γεμάτη τραύματα και παλινωδίες η οποία την οδήγησε σ’ έναν αποτυχημένο γάμο, αλλά ταυτόχρονα την προίκισε μ’ ένα υλικό που κατάφερε να διαπραγματευτεί με αυτοσαρκασμό και ειλικρίνεια. Τις ίδιες αρετές συναντάμε σ’ ένα ακόμη βιβλίο της, στα «Κεντήματα» (επίσης σε μετ. Γ. Τσάκωνα, εκδ. Ηλίβατον, 2008) με το οποίο ολοκλήρωσε τον κύκλο των αυτοβιογραφικών της αφηγήσεων. Βρισκόμαστε στο Ιράν, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Στο καλοβαλμένο σπιτικό της οικογένειας Σατραπί, το μεσημεριανό γεύμα έχει τελειώσει, οι άντρες έχουν αποχωρήσει για την καθιερωμένη τους σιέστα κι εννιά γυναίκες – της συγγραφέως συμπεριλαμβανομένης – από τρεις διαφορετικές γενιές ετοιμάζονται να πάρουν το τσάι τους. Η ιεροτελεστία, που τις θέλει μαζεμένες γύρω από το σαμοβάρι, δεν είναι παρά η αφορμή για να πουν με ησυχία τα «δικά» τους μυστικά, κουτσομπολιά και αγωνίες που μόνο μεταξύ τους μπορούν να μοιραστούν. Όπως λέει η μεγαλύτερη ανάμεσά τους, «η συζήτηση είναι ο ανεμιστήρας της ψυχής». Κι όλες τους έχουν πολλά να διηγηθούν για να... δροσιστούν και να ξαλαφρώσουν. Πάνω σ’ αυτόν τον καμβά απλώνονται τα «Κεντήματα», προσφέροντας μια γλυκόπικρη, αποκαλυπτική εικόνα για τα βιώματα των γυναικών στο Ιράν. Εδώ, η Σατραπί ζωντανεύει την αθυρόστομη, οπιομανή γιαγιά της, με τους τρεις γάμους πίσω της, δίνει τον λόγο στις θείες, τις ξαδέλφες και τη μητέρα της και μας κάνει μάρτυρες μιας συζήτησης που ανατρέπει όλα τα στερεότυπα για τις μαντιλοφόρες φιγούρες που διακρίνονται κατά καιρούς στα τηλεοπτικά ρεπορτάζ. Οι ηρωίδες των «Κεντημάτων» είναι σαφές πως προέρχονται από μια εύρωστη κοινωνική τάξη η οποία συνδιαλεγόταν με τη Δύση στην προ-Χομεϊνί εποχή, χωρίς όμως αυτό να τις έχει απαλλάξει από προκαταλήψεις βαθιά ριζωμένες στον ιρανικό τρόπο ζωής. Περνώντας δεξιοτεχνικά από τη μια ιστορία στην άλλη, η Μαργιάν Σατραπί μιλάει για προξενιά ανάμεσα σε άγουρα κορίτσια και ραμολί εκατομμυριούχους, για κοπέλες που έχασαν την παρθενιά τους και μηχανεύονται τρόπους να την... ξαναβρούν, για γυναίκες που τις πρόδωσαν και τις εκμεταλλεύτηκαν αλλά εκείνες πάσχισαν να χειραφετηθούν. Κι όσο οι ηρωίδες της ανοίγουν την ψυχή τους ανακαλώντας και πιπεράτα περιστατικά από τη διαδρομή άλλων φιλενάδων τους, έχει κανείς την αίσθηση πως ακόμα και μια πλαστική επέμβαση στη μύτη ή τους γοφούς μπορεί να πάρει διαστάσεις επαναστατικές! Στα «Κεντήματα» δεν υπάρχει χώρος για χαμηλοβλεπούσες υπάρξεις, αφοσιωμένες στη λατρεία του Αλλάχ. Οι κουβέντες εδώ αφορούν επιτυχημένους ή δυσλειτουργικούς γάμους, το έλλειμμα της αγάπης και τη λαχτάρα για σεξ, τους μηχανισμούς επιβίωσης σ’ έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, το όνειρο της φυγής από τη χώρα, τα κυρίαρχα μοντέλα ομορφιάς. Η Σατραπί φέρνει στην επιφάνεια ιστορίες πικρές, σκληρές ή κι απλώς γελοίες, σχολιάζοντας την ασφυξία, το ιδιότυπο αντάρτικο ή και την κενότητα ορισμένων ηρωίδων της. Κι όπως στο «Περσέπολις» έτσι κι εδώ, οι σελίδες της ξεχειλίζουν από χιούμορ και τρυφερότητα. Και το σχετικό link...
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.