Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'ελευθεροτυπία'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. ftsgr

    ΜΑΝΑ ΡΕΙΒΕΡ

    Το 2004 η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, στην συλλογή της ΤΟ ΑΛΜΠΟΥΜ ΤΟΥ ΜΗΝΑ, κυκλοφορεί το ΜΑΝΑ ΡΕΙΒΕΡ του ΣΠΥΡΟΥ ΔΕΡΒΕΝΙΩΤΗ. Πρωταγωνίστρια είναι μια φευγάτη μητέρα 2 παιδιών και...ρέηβερ! Μεγάλο μέγεθος (23x30), έγχρωμο, 52 σελίδες, 5 ευρώ. https://manaraver.wordpress.com/ Ομαδοποίηση για Το Άλμπουμ Του Μήνα - Αφιέρωμα στον Σπύρο Δερβενιώτη
  2. Η Αριστερά του Γιάννη Καλαϊτζή στα σκίτσα της «Εφ. Συν.» (2012-2016) Αν κάτι ξεχωρίζει τους μεγάλους πολιτικούς γελοιογράφους κατά τις τελευταίες δεκαετίες από εκείνους που προηγήθηκαν είναι το γεγονός ότι δεν αρκέστηκαν να παρακολουθούν ως σχολιαστές τη γραμμή του εντύπου με το οποίο συνεργάζονταν. Διεκδίκησαν και κατέκτησαν έναν αυτόνομο ρόλο, ακολουθώντας τις δικές τους ιδιαίτερες πολιτικές αρχές, αξίες και τοποθετήσεις, φτάνοντας κάποια στιγμή και στο σημείο να δίνουν αυτοί τον τόνο, ακόμα και να υποσκελίζουν το πολιτικό μήνυμα του πρωτοσέλιδου τίτλου. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν χωρίς αμφιβολία οι δύο κορυφαίοι γελοιογράφοι της «Εφ. Συν.» που χάσαμε πρόωρα, ο Γιάννης Καλαϊτζής και ο Γιάννης Ιωάννου. Ο Γιάννης Καλαϊτζής βέβαια δεν υπήρξε απλώς ένας πολύτιμος συνεργάτης. Εξ αρχής είχε αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία ενός συνεταιριστικού δημοσιογραφικού εντύπου βασισμένου στον πυρήνα των απολυμένων της «Ελευθεροτυπίας», από τη στιγμή που η εργοδοσία της την είχε οδηγήσει στο κλείσιμο. Αλλά το εγχείρημα αυτό της «Εφ. Συν.» συνέπεσε με την κορύφωση της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης στη χώρα και την έως τότε απρόβλεπτη συγκρότηση μιας κυβέρνησης με πυρήνα την Αριστερά. Η ματιά του Καλαϊτζή μέσα από τα σκίτσα του από τον Νοέμβριο του 2012 έως τον Φεβρουάριο του 2016 υπήρξε μια εξαιρετικά διεισδυτική κριτική ερμηνεία των πρωτοφανών αλλαγών στη χώρα, συνδυάζοντας την κοινωνική ευαισθησία και το αδυσώπητο χιούμορ με την επιμονή στις αξίες της Αριστεράς. Η κρίση και η τρόικα Ακολουθώντας τη γραμμή που είχε χαράξει από το 2010 στην «Ελευθεροτυπία», ο Καλαϊτζής από τα πρώτα φύλλα της «Εφ. Συν.» (Νοέμβριος 2012) ασκεί σκληρή κριτική στην πολιτική της τρικομματικής μνημονιακής συγκυβέρνησης, στην οποία αποδίδει πλήρη υποταγή στην τρόικα των δανειστών που εικονογραφείται ως τρικέφαλος Κέρβερος. Τα πολιτικά πρόσωπα (κυρίως Σαμαράς και Βενιζέλος) είναι στο στόχαστρό του, αλλά πάντοτε σε σχέση με συγκεκριμένες πράξεις ή δηλώσεις τους και με αναφορά στις σκοτεινές τους διασυνδέσεις με τη διαπλοκή. Αντίθετα με τη λογική του συρμού που αποφεύγει να μιλήσει για τα πρόσωπα αυτής της διαπλοκής, ο Καλαϊτζής δεν διστάζει να λέει τα πράγματα με το όνομά τους (σκίτσο 1, 16.2.2013). 1. «Εφ. Συν.» 16.2.2013 Το δεύτερο σημείο που τον διαφοροποιεί από την πλειονότητα των συναδέλφων του είναι πως δεν περιορίζεται στην καταγγελία των μνημονίων (όπου συμφωνούσαν οι πάντες), αλλά τα συνδέει με την πλήρη υποταγή στους τραπεζίτες, τις υπερβολικές αμυντικές δαπάνες, την εγκατάλειψη των νοσοκομείων (σκίτσο 2, 22.7.2013) και των Πανεπιστημίων, τη σκλήρυνση της αστυνομική βίας, προκειμένου να επιβληθούν τα απάνθρωπα μέτρα. 2. «Εφ. Συν.» 22.7.2013 Η Αριστερά στην κυβέρνηση Εγκαίρως ο Καλαϊτζής διαβλέπει τις δυσκολίες που θα συναντήσει η ενδεχόμενη κυβέρνηση της Αριστεράς και δεν διστάζει να προβλέψει την απροθυμία των Ευρωπαίων ομοϊδεατών του ΣΥΡΙΖΑ να συμπράξουν μαζί του (σκίτσο 3, 11.6.2014), αλλά και τις δεσμεύσεις που κληρονόμησε από την κυβέρνηση Σαμαρά (σκίτσο 4, 20.11.2014). Την επομένη του δημοψηφίσματος το σκίτσο συνοψίζει με εξαιρετικό τρόπο την πίεση των δανειστών (σκίτσο. 5, 7.7.2015). 3. «Εφ. Συν.» 11.6.2014 4. «Εφ. Συν.» 20.11.2014 5. «Εφ. Συν.» 7.7.2015 Αλλά η υποχρέωση του ΣΥΡΙΖΑ να υποχωρήσει δεν δικαιολογεί καθόλου στα μάτια του Καλαϊτζή τη στάση αυτών που ονομάζει «πολύ αριστερούς», οι οποίοι υποτίμησαν τη σημασία να στηριχτεί αυτή η πρωτόγνωρη για την ελληνική Αριστερά προσπάθεια (σκίτσο 6, 24.7.2015) Αυτή υπήρξε ίσως μια από τις πιο δύσκολες πολιτικές επιλογές του Καλαϊτζή, εφόσον τον έφερε σε τροχιά σύγκρουσης με φίλους και συντρόφους με τους οποίους συμπορεύτηκε επί δεκαετίες. Αλλά η ανεξαρτησία της σκέψης και η πίστη στις δικές του αριστερές αξίες δεν ήταν γι’ αυτόν διαπραγματεύσιμες. 6. «Εφ. Συν.» 24.7.2015 Οι μετανάστες και ο ρατσισμός Ξεχωριστό κεφάλαιο στην παρέμβαση του Καλαϊτζή αποτελούν τα σκίτσα του για το προσφυγικό και την κριτική στην εφαρμογή ρατσιστικών μέτρων από την κυβέρνηση Σαμαρά (σκίτσο 7, 28.2.2013). Και με την αύξηση των προσφυγικών ροών το 2015 και το 2016 είναι ο Καλαϊτζής εκείνος που θα αντιταχθεί στον δημόσιο ρατσιστικό λόγο (σκίτσο 8, 25.9.2015) και θα στρέψει την προσοχή μας στο πραγματικό ζήτημα, δηλαδή το ανθρώπινο δράμα στις ακτές και τις θάλασσές μας (σκίτσο 9, 28.1.2016). 7. «Εφ. Συν.» 28.2.2013 8. «Εφ. Συν.» 25.9.2015 9. «Εφ. Συν.» 28.1.2016 Η απειλή του ναζισμού Εξ αρχής ο Καλαϊτζής συλλαμβάνει τον ιδιαίτερο ρόλο που έχει αναλάβει στις συνθήκες της κρίσης να παίζει η Χρυσή Αυγή. Δεν αρκείται – όπως συνέβαινε κατά κανόνα με άλλους πολιτικούς γελοιογράφους την περίοδο εκείνη – στην περιγραφή με ναζιστικά χαρακτηριστικά της διεθνούς επέμβασης στην Ελλάδα, αλλά αποκαλύπτει με τον δικό του τρόπο την ιδιαίτερη σχέση του βαθέος κράτους με τη ναζιστική οργάνωση (σκίτσο 10, 19.1.2015). Αποκαλύπτει την ιδιαίτερη σχέση Σαμαρά-Χρυσής Αυγής έναν ολόκληρο χρόνο προτού αποκαλυφτεί η διασύνδεση στο πρόσωπο του Τ. Μπαλτάκου (σκίτσο 11, 23.5.2013). Και γελοιοποιεί με έναν μοναδικό τρόπο την προσπάθεια των χρυσαυγιτών να κρυφτούν πίσω από τη Σύμβαση του Παλέρμο, ισχυριζόμενοι ότι τα εγκλήματά τους είναι ανύπαρκτα εφόσον δεν προκύπτει οικονομικό κίνητρο στη δράση τους (σκίτσο 12, 1.9.2014). 10. «Εφ. Συν.» 19.1.2015 11. «Εφ. Συν.» 23.5.2013 11. «Εφ. Συν.» 23.5.2013 Η ευθύνη της Εκκλησίας Από την κριτική ματιά του Καλαϊτζή δεν ξεφεύγουν τα στελέχη της Διοικούσας Εκκλησίας, τα οποία εξάλλου του είχαν δώσει από δεκαετίες πολλές αφορμές να τα σχολιάσει. Στα σκίτσα του Καλαϊτζή το αρκτικόλεξο ΔΙΣ δεν σημαίνει Διαρκής Ιερά Σύνοδος, αλλά δισεκατομμύρια (σκίτσο 13, 29.11.2013). Και κατά τη γνώμη του ορισμένοι εκπρόσωποι της Εκκλησίας μετέχουν στο ρατσιστικό μέτωπο που συγκροτήθηκε στην αρχή της κρίσης (σκίτσο 14, 22.10.2013). 13. «Εφ. Συν.» 29.11.2013 14. «Εφ. Συν.» 22.10.2013 Τα μέσα ενημέρωσης Μια σειρά από τις προφητικές γελοιογραφίες του Καλαϊτζή αναφέρεται στη μονοκρατορία των μέσων ενημέρωσης και στους ιδιοκτήτες τους. Από την πολιορκία και την κατάκτηση της ΕΡΤ, μέχρι την απογοήτευση των στελεχών της τηλεόρασης μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και τον ρόλο τους στη διάδοση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού (σκίτσο 15, 6.3.2015). Και βέβαια στον πυρήνα της κριτικής του στάσης βρίσκεται συνεχώς η ξεχωριστή θέση της συνεταιριστικής «Εφ. Συν.» (σκίτσο 16, 22.7.2014). 15. «Εφ. Συν.» 6.3.2015 16. «Εφ. Συν.» 22.7.2014 Αυτό το συνοπτικό διάγραμμα των παρεμβάσεων του Γιάννη Καλαϊτζή μέσω της «Εφ. Συν.» αποτυπώνει την ιδιαιτερότητα της σχέσης με την πολιτική. Ήταν μέχρι το τέλος στρατευμένος στις αξίες και τις ιδέες της Αριστεράς, χωρίς να διστάζει ακόμα και μπροστά στα «δύσκολα», χωρίς όμως να ταυτίζεται με τις όποιες σκοπιμότητες του πολιτικού παιχνιδιού. Με μια αξιοθαύμαστη ικανότητα – που βέβαια ενισχυόταν από το μοναδικό του ταλέντο – κατόρθωνε να δίνει τον προσωπικό του τόνο χωρίς να προδίδει αυτό που ο ίδιος θεωρούσε συλλογική προσπάθεια. Ένα σπάνιο χάρισμα που καθιστά ακόμα και σήμερα το σύνολο του έργου του ένα πραγματικό μνημείο της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας, αλλά και της εξέλιξης των ιδεών της Αριστεράς. Και το σχετικό link...
  3. Τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) από τον Μάρτιο 2018 εμπλούτισαν τις συλλογές τους με το αρχείο ενός από τους σημαντικότερους Έλληνες σκιτσογράφους, του Γιάννη Καλαϊτζή (1945-2016). Κορυφαίος γελοιογράφος, σκιτσογράφος και σχεδιαστής κόμικς ο Γιάννης Καλαϊτζής, με πολύχρονη παρουσία στον εκδοτικό χώρο, διατήρησε οργανωμένο με επαγγελματική ευαισθησία ένα εντυπωσιακότατο σε όγκο και θεματολογία αρχείο που καλύπτει όλη την καλλιτεχνική πορεία του, από τη δεκαετία του 1960 έως τον θάνατό του. Από τα νεότερα έργα του που διασώζονται στο αρχείο χαρακτηριστικά είναι το «Curriculum vitae», ένα εξαιρετικό εικαστικά λεύκωμα που δημιούργησε το 1966 αντί για επαγγελματικό βιογραφικό, και ένα σκίτσο των γραφείων της προδικτατορικής «Αυγής» με τον ίδιο και τους δημοσιογράφους της εφημερίδας. Η ωρίμανση του δημιουργού, όπως αποτυπώνεται στο αρχείο, συνδέεται εύλογα με τη Μεταπολίτευση. Στην «Αυγή» από τα πρώτα φύλλα της – το πρώτο σκίτσο-καρικατούρα του Χένρι Κίσιντζερ που εντοπίστηκε στην εφημερίδα είναι στις 12 Οκτωβρίου 1974 – ο Καλαϊτζής «εικονογραφεί» την πολιτική επικαιρότητα και δημοσιεύει τα κόμικς «Ο καλός Στρατιώτης Σβέικ» (1976) και «Τυρόπιτες για την Εστία» (1979), τα οποία διαφυλάσσονται στο αρχείο του. Καθιερωμένος σκιτσογράφος, υπήρξε συστηματικός συνεργάτης πολλών εμβληματικών εντύπων τις δεκαετίες ’70-’80 («Αντί», «Βαβέλ», «Ένα», «Θούριος», «Ντέφι», «Σχολιαστής», «Τέταρτο»). Στο αρχείο του φιλοξενούνται σειρές ταυτισμένων και αταύτιστων γελοιογραφιών και κόμικς που κόσμησαν τις σελίδες τους. Έργα του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Από το 1980 ξεκινά σταθερή συνεργασία με την «Ελευθεροτυπία» η οποία διαρκεί έως το τελευταίο φύλλο της. Ακολούθησε η πρωταγωνιστική του συμμετοχή στο συνεργατικό εγχείρημα της «Εφημερίδας των Συντακτών» το 2012. Η μακροχρόνια και πολυεπίπεδη συνεργασία με τις δύο εφημερίδες αναδεικνύεται πληθωρικά και στο αρχείο, αφού αποτελεί το μεγαλύτερο και πληρέστερο μέρος του: τα σχετικά έργα του Γ. Καλαϊτζή καταλαμβάνουν τα 2/3 του αρχείου. Πρόκειται για πάνω από περίπου 8.000 γελοιογραφίες, προσχέδια και επεξεργασίες τους, αλλά και κόμικς για το «Έψιλον» και το «9» και το «Καρέ Καρέ» της «Εφ. Συν.». Μαζί με την πολιτική επικαιρότητα αγαπημένα θέματα για την αιχμηρή του πένα ήταν η Ακροδεξιά, η Εκκλησία, το Μακεδονικό, οι πρόσφυγες, το περιβάλλον και τα μεταλλαγμένα προϊόντα. Παράλληλα με τις εφημερίδες η φιλόξενη και φιλοξενούμενη «Γαλέρα» (για τις ακυβέρνητες πολιτείες), το περιοδικό με την ξεχωριστή ταυτότητα που ο ίδιος ο Καλαϊτζής εμπνεύστηκε το 2005. Τα εξώφυλλα που σχεδίασε, οι γελοιογραφίες (υπογεγραμμένες και ως Sourlis), η σειρά «Δύο έργα σεξ», οι εικονογραφήσεις άρθρων και πολλά άλλα βρίσκονται συγκεντρωμένα στο αρχείο του και συγκροτούν την ενότητα του εντύπου που άνοιγε πανιά με 51 τεύχη έως το 2010. Έργο του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Μία ακόμα σημαντική κατηγορία στο αρχείο αποτελούν τα κόμικς που δημιούργησε ο Γιάννης Καλαϊτζής. Κόμικς που είτε δημοσιεύθηκαν στον Τύπο (ενδεικτικά «Συνειρμικά Ντεκουπάζ» στο «Τέταρτο» και «Μπον και Βιβέρ» στο «Καρέ Καρέ» της «Εφ. Συν.») και στη συνέχεια κάποια εκδόθηκαν αυτοτελώς («Τσιγγάνικη ορχήστρα» στη «Βαβέλ» και ολοκληρωμένο εκδ. Πολύτυπο 1984) είτε εκδόθηκαν απευθείας σε λευκώματα («Αναζητώντας τα χαμένα δάση», «Τυφών» κ.ά.). Τα πρωτότυπα στο χέρι σχέδια που φυλάσσονται στο αρχείο, οι βινιέτες, τα στριπ, τα σενάρια, οι ολοκληρωμένες επιχρωματισμένες ή μελανωμένες σελίδες και τέλος η έντυπη έκδοσή τους μας κάνουν να αντιληφθούμε πόση τέχνη και επιμονή χρειάζεται σε όλα τα στάδια της εργασίας για να κυκλοφορήσει ένα κόμικ με αφηγηματική ικανότητα και εικαστική αρτιότητα, όπως αυτά του Καλαϊτζή. Μαζί με τα κόμικς συνυπάρχουν και οι εκδόσεις που συγκεντρώνουν θεματικά γελοιογραφίες, δημοσιευμένες και μη, όπως το «2000 στα 4» για τους Ολυμπιακούς (Άγρα, 2003), «Ασύμμετρη κυβέρνηση» (Άγρα, 2007), το άλμπουμ «Heavy Metal Farm» για τα μεταλλαγμένα προϊόντα (ΚΨΜ, 2006) και άλλα. Έργο του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Η περιήγηση στις βασικότερες ενότητες του αρχείου Γιάννη Καλαϊτζή ολοκληρώνεται με μια τελευταία, τα «Γελοιογραφικά πορτρέτα» όπως τα ονόμαζε ο ίδιος. Πρόκειται για μια σημαντική καλλιτεχνικά συλλογή με σκίτσα προσώπων δημοσιευμένα και αδημοσίευτα, με διαφορετικές στιλιστικές απεικονίσεις και προσχέδια, καρπός πολύχρονης ενασχόλησης. Πρόσωπα της πολιτικής, της Αριστεράς, των τεχνών, διανοούμενοι, λογοτέχνες, φίλοι και συνάδελφοι του Καλαϊτζή φιλοτεχνήθηκαν με σχεδιαστική επιδεξιότητα από τον ίδιο, ο οποίος εκτός από τη δική του τεχνοτροπία τόλμησε να πειραματιστεί και με άλλων ομοτέχνων του, σχεδιάζοντας π.χ. τον Λευτέρη Βογιατζή με τη μανιέρα Uderzo ή Μοrris και τη Λυδία Φωτοπούλου ως Moebius. Έργο του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Το αρχείο του Γιάννη Καλαϊτζή κατατέθηκε στα ΑΣΚΙ από την κόρη του Μύρινα Καλαϊτζή και τη σύζυγό του Γεωργία Καζαντζίδου. Αριθμεί 151 ταξινομικούς φακέλους και διατηρεί τις ενότητες που σύστησε μέσα στα χρόνια ο δημιουργός του. Μαζί με το πρωτότυπο χαρτώο υλικό στα ΑΣΚΙ βρίσκεται και το «δίδυμο αδελφάκι» του: η ψηφιοποίηση του αρχείου, κατ’ αντιστοίχιση με το πρωτότυπο, που πραγματοποιήθηκε από τη Γ. Καζαντζίδου και αποσκοπεί στην προφύλαξη του ευαίσθητου υλικού, χωρίς να εμποδίζεται η πρόσβαση σε αυτό. Παράλληλα η εξαιρετική ιστοσελίδα του δημιουργού (http://www.gianniskalaitzis.gr/) αποτέλεσε πολύτιμο οδηγό για την καταγραφή του αρχείου. Για τα ΑΣΚΙ η πρόσκτηση του αρχείου Γιάννη Καλαϊτζή σηματοδοτεί τον εμπλουτισμό τους με ένα πολυσχιδές υλικό εικόνας και λόγου, ζωντανό κομμάτι της ιστορίας των εικαστικών τεχνών στην Ελλάδα, των κόμικς και της πολιτικής γελοιογραφίας, καθώς και της ιστορίας της Μεταπολίτευσης και, φυσικά, ζωντανό κομμάτι της ιστορίας της Αριστεράς. Προσωπικά οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον δημιουργό του. Για το σκίτσο του, αλλά ιδιαίτερα για τη γλώσσα του· τα λογοπαίγνια με τα ονόματα και τα αρκτικόλεξα (ο 3ος ο μακρύτερος για τον Γ.Α. Παπανδρέου, Κάγκελα Μέρκελ, ΝΔΤ, Πρθπργς Σμρς και Βνζλς), τα εσκεμμένα «σαρδάμ» (σοδομημένα ομόλογα, έρημος Σαμάρα), οι ανορθολογικοί ορθολογισμοί του (Υπουργείον χάριν Παιδιάς), οι «ιστοσελίδες» κάτω από την υπογραφή του (www.money_vatopediou.gr), η ζαρντινιέρα και τόσα άλλα, ρητά και υπόρρητα, συνέτειναν στην ταύτιση και χρονολόγηση των έργων, αλλά κυρίως έκαναν τη δουλειά μου διασκεδαστική. Αγγελική Χριστοδούλου, ιστορικός, ΑΣΚΙ Η «Εφημερίδα των Συντακτών» ευχαριστεί θερμά την οικογένεια του Γιάννη Καλαϊτζή και τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας για την ευγενική παραχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης των έργων του σκιτσογράφου για αυτό το αφιέρωμα. Και το σχετικό link...
  4. Ο Περικλής Κοροβέσης δεν είναι πια μαζί μας. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ την ευγένεια και το χιούμορ του, την πολιτική του σκέψη και δράση, τους ανυποχώρητους αγώνες του, τα βιβλία και τα κείμενά του, την παρέα του. Κι ένας λόγος ακόμα για να τον θυμόμαστε είναι τα κόμικς και οι γελοιογραφίες του Γιάννη Καλαϊτζή. Σε αυτά πρωταγωνίστησε κατ’ επανάληψη ο Περικλής σε αξέχαστους «ρόλους». Ήταν πολύ καλοί φίλοι. Μαζί συζητούσαν για την πολιτική, τη λογοτεχνία, την τέχνη. Μαζί πορεύτηκαν σε πολλούς από τους αγώνες της Αριστεράς. Συνεργάστηκαν στη «Γαλέρα» και αργότερα στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Μα είχαν και κάτι ακόμα που τους ένωνε. Ο Περικλής Κοροβέσης ήταν ένα σταθερό «μοντέλο» στα κόμικς και τις γελοιογραφίες του Γιάννη Καλαϊτζή. Ο αγαπημένος μας Γιάννης συχνά-πυκνά στα έργα του επέλεγε τη μορφή του άλλου αγαπημένου μας, Περικλή. «Τυφών», εκδόσεις Κώμος, Θεσσαλονίκη, 1997 Ο Καλαϊτζής το συνήθιζε αυτό για πολλούς από τους φίλους του. Όπως γνωρίζουν πολλοί από τους σταθερούς αναγνώστες του, υπήρχαν κάποια πρόσωπα που λάτρευε να σχεδιάζει. Πολλά από αυτά τα αποκάλυπτε κατά καιρούς ο ίδιος, αλλά και όταν έστησε το εξαιρετικό site www.gianniskalaitzis.gr: ο Τέλης Σαμαντάς, ο Γιάννης Bach Σπυρόπουλος, ο Γιώργος Μασσαβέτας, ο Νίκος Προκόβας και φυσικά ο Περικλής Κοροβέσης δάνεισαν τη μορφή τους σε πρόσωπα των ιστοριών του Καλαϊτζή, σε απρόβλεπτους και παράδοξους ρόλους όπως άλλωστε συνέβη και με άλλους περιστασιακούς πρωταγωνιστές του, πραγματικά ή φανταστικά πρόσωπα (Τάσος Μητρόπουλος, Στέλιος Καζαντζίδης, Καραγκιόζης) ή και πιο μόνιμους που υποδύονταν τον γελοιογραφικό εαυτό τους κατά συγκεκριμένες πολιτικές περιόδους (Cabinet Man, Καρατζαφύρερ, Το Λούκι - Λουκάς Παπαδήμος, Κώστας Καραμανλής στη σειρά Μαρξ και Σπένσερ, Ευάγγελος Βενιζέλος και Γιάννα Αγγελοπούλου πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες κ.ά.). «Τυφών», εκδόσεις Κώμος, Θεσσαλονίκη, 1997 Όμως ο Περικλής Κοροβέσης ήταν μια σταθερή αξία που πάντα απολάμβανε την ακούσια συμμετοχή του σε κόμικς και γελοιογραφίες του καλού του φίλου. Στον «Τυφώνα» (1997), σε έναν από τους μεγαλύτερους ρόλους του, ο Περικλής ήταν ο Σουλεϊμάν Σαλίκ, «γενίτσαρος και μπράβος των προσκαλεσμένων του Αββά» που σπέρνει τον τρόμο λίγο πριν αυτοκτονήσει, σε ένα διονυσιακό παραλήρημα στη Σαντορίνη του 1707, την ώρα που εκρήγνυται το ηφαίστειο. Νωρίτερα, το 1990, ο Περικλής είχε γίνει αρχαίος Έλληνας για τις ανάγκες του εκπαιδευτικού κόμικς «Αναζητώντας τα Χαμένα Δάση», μια ιστορία σε ανάθεση της περιφέρειας της Προβηγκίας για τα δάση της Νότιας Ευρώπης που δεν κυκλοφόρησε ποτέ στα ελληνικά, καθώς η τότε ελληνική κυβέρνηση απαίτησε την απόσυρσή της επειδή σε κάποιον χάρτη του εσωφύλλου αναφερόταν η απαγορευμένη τότε λέξη «Μακεδονία» για τη γειτονική μας χώρα. «Αναζητώντας τα Χαμένα Δάση», ακυκλοφόρητο, 1990 Ένας από τους μεγαλύτερους ρόλους του σε κόμικς όμως, ήταν και ο τελευταίος του στην επίσης τελευταία σειρά κόμικς του Γιάννη Καλαϊτζή που είχαμε την τιμή να φιλοξενήσουμε στο Καρέ Καρέ. Στη σειρά «Μπον και Βιβέρ» ο Κοροβέσης έγινε ο Βιβέρ, ο ένας από τους δύο πένητες και περιπλανώμενους κλοσάρ που διατηρώντας τον σαρκασμό και το χιούμορ τους, φιλοσοφούν περί συνταγών και μαγειρικής δίπλα σε κάδους σκουπιδιών, αναζητώντας ένα σάπιο καρότο, ένα μισό κρεμμύδι, ένα σπασμένο πασχαλινό αυγό για να χορτάσουν. «Μπον και Βιβέρ», δημοσιευμένο στο «Καρέ Καρέ» της «Εφ.Συν.», 2014 Μια σύντομη εμφάνιση είχε κάνει και στο «Πέλαγος της Μποτίλιας», μια χιουμοριστική και πιο ενήλικη, ντελιριακή εκδοχή του «Little Nemo in Slumberland» του Winsor McCay αλλά με μπόλικο αλκοόλ, ως Βαζιβουζούκος φρουρός στο παλάτι της όμορφης Νουχτένα. «Πέλαγος της Μποτίλιας», δημοσιευμένο στο «Εννέα» της «Ελευθεροτυπίας», 2001 Τέτοιες «cameo» εμφανίσεις έκανε ο Περικλής και σε πολλές γελοιογραφίες του Καλαϊτζή. Σε μια από αυτές περίμενε στωικά στην ουρά, μαζί με άλλους αγωνιστές και διαμαρτυρόμενους, για να μπει στο «Θάλαμο Ελεύθερης Διαδήλωσης», σε μια σάτιρα των κατασταλτικών μηχανισμών που επιχείρησαν να ποινικοποιήσουν τις κοινωνικές διεκδικήσεις με πρόσχημα τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. «Θάλαμος Ελεύθερης Διαδήλωσης», «Ελευθεροτυπία», 2003. Αναδημοσιεύεται στο «2000 στα 4», εκδόσεις Άγρα, 2003. Λίγο νωρίτερα, την περίοδο που μερίδα του ελληνικού Τύπου έπαιρνε γραμμή από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης για τα θέματα που αφορούσαν την οργάνωση «17 Νοέμβρη» και οι φυλλάδες (το «Στρατόπεδο Υλάρχου Τραγκαουνάκη» κατά Καλαϊτζή) «έδιναν», σωρηδόν και αναπόδεικτα, ονόματα αριστερών ως «τρομοκρατών», ο Περικλής μετατράπηκε σε «εμπόρευμα» μαζί με τη γραφομηχανή του για την «Ψώρα», την «SSpresso», το «Straffi News» και το «Α2 Τσάνελ», σε μια ακόμα από τις πολλές παρουσίες του στα έργα του μεγάλου γελοιογράφου και δημιουργού κόμικς. «Τι σε νοιάζει κυρά μου;», «Ελευθεροτυπία», 2002. Αναδημοσιεύεται στο «Γιαταλεφτά Νοέμβρη», εκδόσεις Λιβάνη, 2002. Ο Περικλής μπορεί να μας άφησε. Αλλά τα έργα του Γιάννη Καλαϊτζή αποτελούν μια ακόμη αφορμή για να τον θυμόμαστε. Πάντα χιουμορίστα. Πάντα αγωνιστή. Και κάποιες φορές πρωταγωνιστή σε υπέροχα κόμικς και μαχητικές γελοιογραφίες. Ευχαριστούμε θερμά την οικογένεια του Γιάννη Καλαϊτζή για την ευγενική παραχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης των εικόνων αυτού του αφιερώματος. Και το σχετικό link...
  5. Πέθανε στις 2 Απριλίου ο Juan Gimenez, ένας πολύ μεγάλος σχεδιαστής, ένας σπουδαίος δημιουργός κόμικς. Ο Αργεντινός καλλιτέχνης είχε πρόσφατα επισκεφθεί την Ισπανία όπου κατά πάσα πιθανότητα μολύνθηκε με κορονοϊό. Πέθανε ύστερα από βραχεία νοσηλεία στη χώρα του σε ηλικία 77 ετών. Στην αρχή της καριέρας του εμπνεύστηκε από δημιουργούς όπως ο Hugo Pratt και ο Francisco Solano Lopez, ενώ μετέπειτα συνεργάστηκε με κορυφαίους σεναριογράφους όπως ο Carlos Trillo, ο Emilio Balcarce, ο Roberto Dal Pra κ.ά. Τα έργα του δημοσιεύτηκαν σε μεγάλα περιοδικά της Ευρώπης και της Νότιας Αμερικής, είχε κατ’ επανάληψη τιμηθεί με σημαντικά βραβεία και διακρίσεις μεταξύ των οποίων το βραβείο «Yellow Kid» του φεστιβάλ της Λούκα, ενώ είχε συμμετάσχει και στην εμβληματική ταινία animation «Heavy Metal» του 1981. Αναμφίβολα όμως, η σημαντικότερη δουλειά του που τον έκανε ευρύτερα γνωστό ήταν «Το Έπος των Μεταβαρόνων» που συνδημιουργούσε με τον Χιλιανό συγγραφέα Alejandro Jodorowsky από το 1992 ως το 2003 (δημοσιεύτηκε στα ελληνικά από το περιοδικό «9» από το 2000 έως το 2004 και κυκλοφόρησε σε αυτόνομες εκδόσεις από την «Ελευθεροτυπία»), μια τραγική και συνάμα επική ιστορία επιστημονικής φαντασίας και πολιτικής δυστοπίας. Ως φόρο τιμής και αποχαιρετισμό στον Juan Gimenez και στο ιδιαίτερα πλούσιο έργο του, το «Καρέ Καρέ» αναδημοσιεύει τον επίλογο του αείμνηστου Άγγελου Μαστοράκη, διευθυντή του περιοδικού «9», στην παρουσίασή του με τίτλο «Το Έπος των Μεταβαρόνων: τρεις βασικοί άξονες διήγησης και η δυναμική τους» από το συνέδριο «Αποχρώσεις δύο κόσμων: κόμικς και [επιστημονική] φαντασία» που πραγματοποιήθηκε στη Μυτιλήνη το 2005 (τα πρακτικά με τίτλο «Θέα από Ψηλά» κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ηλίβατον): «Κι έπειτα ο τελευταίος Μεταβαρόνος, ο Ακατονόμαστος, θα λύσει όλα τα συμβόλαιά του και θα αποσυρθεί. Για ένα χρονικό διάστημα θα ασχοληθεί παίζοντας με τις τεράστιες δυνάμεις του, καταστρέφοντας ουράνια σώματα στις έρημες περιοχές του σύμπαντος. Ώσπου να φτάσει η στιγμή που θα αντιμετωπίσει το αδιέξοδο της ύπαρξής του. Θέλοντας να κλείσει τους λογαριασμούς του με την Κάστα θα ανακαλέσει τα ολογραφήματα των προγόνων του και θα τους καταραστεί. Θα αποφασίσει να μην καταστρέψει ποτέ ξανά κανένα είδος ζωής, επιστρέφοντας μετά από έναν πλήρη ανελικτικό κύκλο στην ισορροπία του προ-μεταβαρονικού παρελθόντος, στην ισορροπία των Καστάκα. Ο Ακατονόμαστος ανακαλύπτει τη μόνη δύναμη που μπορεί να τον επαναφέρει, αυτόν που είναι η υπέρτατη δύναμη της καταστροφής, πίσω στην υπηρεσία της ζωής. Τη Συμπόνια. Έτσι, επανασυνδέεται με το προαιώνιο προστατευτικό πνεύμα της φυλής του, το οποίο του ξαναζωντανεύει την απονεκρωμένη έως τότε Γεύση του, την πιο “σωματική” από τις αισθήσεις του. Με αυτή τη συμβολική κίνηση, το πνεύμα-τοτέμ των Καστάκα αποκαθιστά τον Ακατονόμαστο στην ανθρώπινή του ολότητα, του αποκαλύπτει το πραγματικό νόημα της αγάπης και επανακαθορίζει τα καθήκοντα της νέας του ελευθερίας. Και τότε, ο τελευταίος των Μεταβαρόνων συνειδητοποιεί ποιος είναι ο πραγματικός στόχος του Πολεμιστή. Είναι η απελευθέρωση της Ανθρωπότητας από τις εξουσιαστικές δομές. Ο Ακατονόμαστος θα τις διαλύσει, θα τις καταστρέψει, θα τις εξαφανίσει. Για να φτάσουμε έτσι στο τελευταίο καρέ του Έπους, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το πρώτο αρχικό καρέ το οποίο ανοίγει την ιστορία των Μεταβαρόνων. Είναι και τα δύο ολοσέλιδα. Στο πρώτο, ένα γιγαντιαίο Μεταμπούνκερ δεσπόζει μέσα σε μια εφιαλτική και κλειστοφοβική υπόγεια πόλη. Στο τελευταίο, το Μεταμπούνκερ ταξιδεύει, μικροσκοπικό ανάμεσα σε εκατομμύρια άστρα, με μια μοναδική φράση να το συνοδεύει: “Για να απελευθερωθούν όλοι οι Γαλαξίες”». Και το σχετικό link...
  6. Αντίο σε έναν δημιουργό κόμιξ που αγαπήσαμε πολύ. Δεύτερη μεγάλη απώλεια για τον κόσμο των κόμιξ μέσα σε δύο βδομάδες. Μετά τον Albert Uderzo που έφυγε από τη ζωή στις 24 Μαρτίου, βυθίζοντας στο πένθος όσους μεγάλωσαν με Asterix, τώρα χάσαμε και τον Juan Gimenez. Ο σπουδαίος Αργεντινός δημιουργός κόμιξ έφυγε χτες από τη ζωή σε ηλικία 76 ετών μετά από επιπλοκές λόγω του κορονοϊού. O Gimenez, γεννημένος το 1943 στη Μεντόζα, σχεδίασε πλήθος κόμιξ κατά τη δεκαετία του ’70 στην Αργεντινή, την Ιταλία και την Ισπανία, δίνοντας έμφαση σε ιστορίες πολέμου και επιστημονικής φαντασίας. Ο κόσμος τον έμαθε ευρύτερα το 1981 μέσα από τη συμμετοχή του στην animated ταινία Heavy Metal αλλά και στο κόμικ Metal Hurlant που είχε δημιουργήσει ο σπουδαίος Moebius. Βέβαια το σημαντικότερο έργο του Gimenez ήρθε στις αρχές των 90s, όταν συνεργάστηκε με τον λατρεμένο Alejandro Jodorowsky προκειμένου να δημιουργήσουν από κοινού το Metabarons, δηλαδή το γαμιστερό spinoff κόμικ του Incal που γνωρίσαμε και αγαπήσαμε ως πιτσιρίκια διαβάζοντας το 9 της Ελευθεροτυπίας. Οι Μεταβαρώνοι κράτησαν από το 1992 μέχρι το 2003, ενώ έπειτα ακολούθησε πλήθος συγκεντρωτικών εκδόσεων σε διάφορες γλώσσες ανά τον κόσμο. Ελάχιστοι άλλοι κομιξάδες ερέθισαν τόσο πολύ την διαστημική μας φαντασία όσο ο Juan Gimenez. Η οπτική ταυτότητα των Μεταβαρώνων έμεινε για πάντα χαραγμένη στην αισθητική μας. Και μπορεί το όνομά του να μην είναι και το γνωστότερο στους ανθρώπους που δεν παρακολουθούν στενά τον χώρο των κόμιξ, αλλά από τη μεριά μας μπορούμε τουλάχιστον να πούμε ότι αυτό το site θα ήταν διαφορετικό χωρίς την επιρροή του. Αντίο λοιπόν, μεγάλε. Καλό ταξίδι. Με διαστημόπλοιο φυσικά. Και το σχετικό link...
  7. Valtasar

    ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΑΡΟΝΩΝ

    Το 2003, η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, στην συλλογή της ΤΟ ΑΛΜΠΟΥΜ ΤΟΥ ΜΗΝΑ, κυκλοφορεί τα 2 πρώτα τεύχη της σειράς ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΑΡΟΝΩΝ, σε κείμενα Jodorowsky και σχέδια Gimenez. Το 2007 κυκλοφόρησε το 3ο άλμπουμ της σειράς, ενώ τον Απρίλη του 2010 το 4ο. Η ξένη σειρά αποτελείται από 8 συνολικά τεύχη. Μεγάλο μέγεθος, καλό χαρτί και εκτύπωση, αφορά μια επική περιπέτεια φαντασίας. Ευχαριστούμε για το εξώφυλλο τον Pavlos the Paingiver. Bedetheque Ομαδοποίηση για Το Άλμπουμ Του Μήνα --- Το μέλος The_Sandman πρόσθεσε ΕΔΩ: 1. Όθων: ο Προπάτορας #4-7 2. Ονωράτα: η Προ-προγιαγιά #84-87 3. Άγκναρ: ο Προπάππους #94-97 4. Όντα: η Προγιαγιά #107-110 5. Σιδεροκέφαλος: ο Παππούς #114-118 6. Ντόνα Βισέντα Γκαμπριέλα ντε Ρόκχα: η Γιαγιά #149-152 7. Αγκόρα: η Πατέρας-Μητέρα #168-171 8. Ακατανόμαστος: ο Τελευταίος των Μεταβαρόνων #218-222 0. Castaca - Νταγιάλ: ο Προπάτορας #388-392 + μια μικρή έξτρα ιστορία με τον Μεταβαρόνο στο #270
  8. Kατεβαίνεις το ημιυπόγειο στο Κουκάκι, και ένας κόσμος σού φανερώνεται. Οι χαρακτήρες του γελοιογράφου και εικαστικού Γιάννη Λογοθέτη - και του εγγονού του Χριστόφορου - είναι γνώριμοι, είναι σχεδόν ταυτοτικό το ύφος του, γνωστό από τα έντυπα δεκαετιών, την τηλεόραση, τον δρόμο που χάραξε ο αιρετικός και πάντα γελαστός καλλιτέχνης που περνάει τη μισή ημέρα του εδώ στο ημιυπόγειο που περιγράφουμε και που περικλείεται ο δικός του κόσμος. Ο γνωστός και ως ΛοΓό βέβαια, έχει και μια άλλη πλευρά, εξίσου σημαντική, είναι στιχουργός τα τελευταία 40 και παραπάνω χρόνια περίπου 400 δισκογραφημένων τραγουδιών, ορισμένων τεράστιων επιτυχιών όπως το «Έτσι είναι ζωή» ή το «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε» με τη Μοσχολιού και βέβαια ένας εκ των εισηγητών του λεγόμενου χιουμοριστικού τραγουδιού, με σουξέ όπως «Το σκυλάκι το κανίς» ή τον γνωστό κύκλο τραγουδιών «Γελοιογραφίες» με τον Θέμη Ανδρεάδη. Ο ΛοΓό, από το εργαστήριό του, θυμάται μια εποχή, μας διαβάζει το κείμενο που είχε γράψει για τον δίσκο του «Τραγούδια με νόημα» ο μέγας Μποστ, αναλύει τις δικές του θέσεις για το ελληνικό τραγούδι και τη γελοιογραφία και περιγράφει τη διαδρομή του στην τέχνη και τη δημοσιογραφία (για πολλά χρόνια ο ΛοΓό εργάστηκε στα «ΝΕΑ» και τον «Ταχυδρόμο» του ΔΟΛ). Καθόμαστε και απαγγέλλει τραγούδι του για το πάλαι ποτέ καφέ μπαρ Φελλός στο Κουκάκι, στέκι πολλών. Σας θυμάμαι από τον Φελλό στην οδό Δράκου. Μαζευόμασταν εκεί πολλοί: Κατσιμίχας, Γιώργος Σαρρής, Θαλασσινός, Θανάσης Συλιβός. Αναρωτιέμαι παρατηρώντας πως έχετε κάνει τραγούδι ένα στέκι σας, λογική σας στα τραγούδια είναι η ζωή σας; Θα σου πω. Από πολύ μικρός έκανα σκίτσα και έγραφα τραγούδια. Τα βιβλία μου στην τσάντα μου μέσα στα περιθώρια είχαν σκίτσα. Είχα και ραδιόφωνο και ήμουν κολλημένος. Άρα πάντα θυμάστε να ζωγραφίζετε και να ακούτε τραγούδια. Να ακούω ελληνικά και ξένα για την ακρίβεια. Μου άρεσαν ορισμένοι που ακούω και σήμερα: Ντιν Μάρτιν, Πέρι Κόμο, Νατ Κινγκ Κόουλ, Ρενάτο Καροζόνε. Στα «Τραγούδια με νόημα» σε ένα τραγούδι του Ρενάτο έχω βάλει ελληνικά λόγια και το λέει ο Γκιωνάκης. Πώς προκύψαν τα σκίτσα; Έμενα σε μια αυλή με 5-6 οικογένειες. Περιοχή; Ταμπούρια στον Πειραιά. Κάθε εβδομάδα κάθε οικογένεια έπαιρνε το περιοδικό «Ρομάντσο» και γύρναγε σε όλους! Εγώ κόλλησα στα σκίτσα. Ποιοι ήταν τότε; Αρχέλαος, Χριστοδούλου, Πολενάκης, Παυλίδης. Κάποια στιγμή ρώτησα ένα παιδί στη γειτονιά μου που έκανε σκίτσα, τον Σταματάκη, πώς γίνονται αυτά. «Με σινική μελάνη. Να τα κάνεις μοντέρνα» μου είπε. Κατάλαβα πως έπρεπε να κάνω τα παπούτσια με κρεπ, κάτι τέτοιο. Μέχρι που πήρα μέρος σε μια έκθεση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, και ήλθε ο Γ. Π. Σαββίδης με τη γυναίκα του και την Ειρήνη Παπά και μόλις έφτασε στα δικά μου του άρεσαν πολύ, περίπου αρχές του '60. Έτσι μπήκατε στον «Ταχυδρόμο»; Ο Γ. Π. Σαββίδης ήταν τότε διευθυντής. Ναι! Όλοι θέλανε να βάλουν κάτι στον «Ταχυδρόμο», τότε. Μου άρεσε τόσο πολύ το περιβάλλον της Χρήστου Λαδά που πήγαινα χωρίς να κάνω τίποτε. Ποιους θυμάστε; Σκαλιώρας, Ζενάκος, Κώστας Μητρόπουλος, η Βαφία, μια γλύπτρια. Ένα πολύ ωραίο περιβάλλον. Και; Μου δώσανε ένα μυθιστόρημα να το εικονογραφήσω, έβλεπα τον Αργυράκη να εικονογραφεί, τον Μυταρά. Από ένστικτο τα έκανα όλα αυτά, σε συνέχειες, το διάβαζα κι έβρισκα εικόνες, σκέφτηκα οι εικόνες να είναι κομμένες από μαύρο χαρτί και κολλημένες σε φόντο λευκό και μου έβγαιναν τόσο ωραία. Στον «Ταχυδρόμο» έμεινα κάνα δυο χρόνια και μετά έφυγα έξω γιατί έγινε η χούντα. Λέτε συχνά πως στενοχωρηθήκατε πολύ με τη χούντα. Πολύ. Από πιτσιρίκος φοβόμουν αυτούς που φόραγαν στολές, γι' αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου το '81 μού έκανε ένα δώρο μεγάλο που δεν φοβόμουν πλέον τους αστυνομικούς. Μόλις έγινε χούντα τι κάνατε; Ήμουν παντρεμένος κατ' αρχάς. Υπήρχε μια δημοσιογράφος, η Γιολάντα Τερέντσιο, η οποία είχε φίλο έναν γελοιογράφο στο Λονδίνο που λεγόταν Λέσλι Ίλιγουορθ και δούλευε στην «Daily Mail». Ήταν διάσημος, είχε και εκπομπή με έναν άλλο διάσημο γελοιογράφο, τον Βίκι, το παίζανε «αριστερός - δεξιός». Με έστειλε σε αυτόν να με βοηθήσει. Πού μένατε; Πήγα και τον βρήκα, χάρηκε πολύ. Μας πήγαινε σε μπαρ και έλεγε «οι Έλληνές μου». Αυτός είχε μια σοφίτα στη Φλιτ Στριτ. Μας την έδωσε. Μετά πήγαμε Παρίσι και τελικά γυρίσαμε Αθήνα. Μετά; Κάνω διάφορες δουλειές. Η γυναίκα μου είναι γραφίστρια και εργαζόταν στον Χάρη Πάτση, μέχρι που έκανα τα πρώτα μου τραγούδια και πήρα και λεφτά. Πώς γνωρίσατε τον Δήμο Μούτση; Είχα πάει σε ένα μαγαζί στην Πλάκα, στην Παλιά Αθήνα, να βρω κάποιον και γνωριστήκαμε. Εν τω μεταξύ είχε κάνει ο Μποστ κάτι τραγούδια. Μου λέει ο Μούτσης να κάνουμε κάτι τέτοιο, ήταν τότε με την κόρη του Βουσβούνη που είχε πάρει τον Γαλαξία της Βλάχου. Πήγαινα εκεί σπίτι τους και φτιάχναμε τραγούδια. Καθόταν αυτός στο πιάνο και στο τέλος βγήκε το «Χαράματα με το πρώτο λεωφορείο» που είπε ο Μητσιάς. Αντί για τραγούδι σατιρικό, βγήκε δραματικό! Μπαίνω στο τραγούδι, μετά στην Κολούμπια γνωρίζομαι με τον Λουκιανό και κάνουμε σε μικρό δισκάκι το «Αχ Μαρία» και το «Κοίταξε να δεις». Και πουλάει 60.000 αντίτυπα! Μετά; Μετά ο Τ. Β. Λαμπρόπουλος με γνωρίζει με τον Χατζηνάσιο και κάνουμε το «Έχει ο Θεός», μεγάλο δίσκο. «Πάρε τον ηλεκτρικό», «Αν μ' αγαπάς φίλα σταυρό». Ενώ εκεί κάναμε μεγάλη επιτυχία, εγώ είχα στον νου μου πάντα το χιουμοριστικό τραγούδι. Το γελοιογραφικό όπως το λέω. Και πάω μια βραδιά σε μια μπουάτ στην Πλάκα και βλέπω έναν πιτσιρικά που τραγουδούσε: τον Θέμη Ανδρεάδη. Έκανε και κάτι πλάκες. Λέω ωραίος αυτός. Ξεκινήσαμε να κάνουμε τραγούδια, έβαλε κάτι μουσικούλες ο Θέμης, βγήκαν τα τραγούδια, ο δίσκος είναι οι «Γελοιογραφίες». Χαμός. Αφού όμως έπεσε η χούντα, ήταν κομμένος ο δίσκος και ο Θέμης επί χούντας. Μετά μου λέγανε οι κοπέλες στην Κολούμπια πως εκεί πέρα είχε τόσο πολλή δουλειά, που ξενυχτούσαν για να φακελώνουν δίσκους, εποχή που είχε ουρές για Μίκη. Αυτός ο δίσκος χάλαγε τον κόσμο. Είχαμε κάνει και μερικοί γελοιογράφοι μια έκθεση στου Μπαχαριάν. Χαμός, ουρές, ο κόσμος είχε ανάγκη τότε. Στα έντυπα πώς μπαίνετε; Είχαμε πάει διακοπές, κάπου στην Εύβοια, δεν είχα δουλειά τότε. Πήγαινα και έπαιρνα από την ΑΕΠΙ κάτι προκαταβολές, στη Σπυρίδωνος Τρικούπη για τα τραγούδια μου, ένα μικρό μαγαζί. Με ψάχνει τότε ο Ροδόλφος Μορώνης και άλλοι. Τον είχε βάλει ο Φιλιππόπουλος και με γυρίζουν πίσω για να πάω στην «Ελευθεροτυπία», τέτοια ευκαιρία δεν χάνεται, σκέφτηκα! Πόσο μείνατε; Οκτώ χρόνια δούλεψα, μετά έφυγε από κει ο Φιλιππόπουλος και με πήρε στο «Έθνος». Στις «Εικόνες» είχα δικό μου δισέλιδο. Μετά πήγα, στα κυριακάτικα «ΝΕΑ», με διευθυντή τον Λυκούργο Κομίνη. Μετά στα καθημερινά «ΝΕΑ», μετά ξανά στο «Έθνος», με φωνάξανε στα «ΝΕΑ» γιατί μια γελοιογραφία μου την είχε πάρει η «Monde» και είχε κάνει ένα σχόλιο, τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Μετά πήγα στη «Νίκη», μέσω Δημήτρη Μαρούδα. Και με μισθό μεγαλύτερο από το «Έθνος». Τι άλλο θυμάστε από τις εφημερίδες; Στην «Ελευθεροτυπία» δεν μου είπε ποτέ κανείς τίποτε. Μια φορά σε μια σύσκεψή της, ένας αρχισυντάκτης, πετάγεται και λέει: «Νομίζεις πως σε πληρώνουμε γι' αυτή την κουτσουλιά που κάνεις; Σε πληρώνουμε για την υπογραφή σου». Και τσαντίζομαι και κάνω ένα τετράγωνο την άλλη μέρα με μια υπογραφή μου μέσα. Τίποτε άλλο. Και μπήκε. Δουλεύατε με χαρακτήρες στη γελοιογραφία τότε ή γενικά με επικαιρότητα; Είχα χαρακτήρες. Μερικά χρόνια είχα τα Φτωχαδάκια. Μερικά από αυτά γίνανε τραγούδια, το «Πεινιάου», με τον Μαργαρίτη. Ένα τύπος με μπαλώματα, όπως είναι τώρα οι φτωχοί, πάντα πεινάω έλεγε. Και μια γάτα δίπλα σκελετωμένη έλεγε κι αυτή: Πεινιάου. Το λέμε παρέα με τον Μαργαρίτη. Έκανα και εικονογραφήσεις. Αλλά δεν ήθελα να βάλω πρόσωπα, π.χ. τον Μητσοτάκη ή τον Ανδρέα. Το έκανα λίγο, αλλά μου φαινόταν φτηνό. Οι μεγάλοι τότε; Ο Μητρόπουλος, ο Κυρ, ο Μποστ μοναδικός. Τον αγαπούσατε. Ήμασταν φίλοι, έμενε εδώ, στη γωνία (σ.σ.: Ακρόπολη), όταν παντρεύτηκα νοικιάσαμε ένα σπίτι πολύ κοντά στον Μποστ. Είχα βγει στο τραγούδι, είχα κάνει καλές αρπαχτές σε περιοδεία. Ήμουν και στη Νεράιδα, ένα καλοκαίρι. Εγώ τα έλεγα κι έκλεινα το πρώτο μέρος. Μετά έβγαινε ο Κόκοτας, ο Διονυσίου. Φτιάξατε ένα ρεύμα δικό σας. Δεν επαναλήφθηκε. Βαρέθηκα το ξενύχτι. Έγινε ρεύμα, όλες οι εταιρείες πήγαν να μιμηθούν, ο μόνος που έκανε κάτι ήταν ο Μηλιώκας. Αυτά που έκανα εγώ τα δούλευα τριάντα χρόνια με γελοιογραφίες. Μια λεζάντα σε γελοιογραφία μπορείς να την αλλάξεις δέκα φορές για να πετύχει, για να έχει ενδιαφέρον ως λεζάντα. Το ίδιο πράγμα είναι το τραγούδι. Δηλαδή; Δεν είναι παιχνίδι των λέξεων. Όπως είχε πει ο Σακελλάριος το ποίημα πρέπει να είναι ακαταλαβίστικο, αλλιώς είναι τσιφτετέλι. Το τραγούδι έχει μια αρχιτεκτονική, μια ιστορία απλή, να έχει ένα θέμα που να είναι ευρηματικό, να έχει ρεφρέν ή μια φράση, αυτό είναι το τραγούδι, αλλιώς είναι ιστορία, όπως έκανε ο Σαββόπουλος, με τον Κοεμτζή. Το τραγούδι είναι Σακελλάριος. Επηρεαστήκατε από κάποιον; Αγαπούσα, δεν τους ήξερα, εμένα μου άρεσε το ελληνικό τραγούδι, αυτά που άκουγα ήταν δεκαετίας '50 - '60. Τσιτσάνης, Μητσάκης κ.τ.λ. Στιχουργούς; Δεν τους ήξερα άλλα μετά που έμαθα ξεχώρισα ορισμένους. Όπως ο Χρήστος Κολοκοτρώνης, η Παπαγιαννοπούλου, ο Τσάντας, ο Βίρβος που ήταν φίλος μου. Δεν μου αρέσουν αυτοί που φτιάχνουν πολλά πράγματα μέσα σε ένα. Γράφουν πολύ ωραία, βέβαια, ορισμένοι. Πολύ ωραίος ήταν ο Ρασούλης. Τον γνώρισα όταν δούλευα στην «Αυγή» κι αυτός στη «Δημοκρατική Αλλαγή». Σήμερα υπάρχει χιουμοριστικό τραγούδι; Π.χ. ο Παντελής Αμπαζής μού έρχεται στο μυαλό. Ναι, υπάρχει. Όχι ακριβώς τέτοιο, υπάρχει ο Φοίβος Δεληβοριάς. Ένα άλλο παιδί είναι ο Βαγγέλης Χατζηγιάννης. Τώρα σκέφτηκαν να βγάλουν ξανά ορισμένα δικά μου που δεν πολυακούστηκαν. Οι λόγοι υπάρχουν για να γραφτεί; Πάντα υπάρχουν λόγοι. Να υπάρχουν τραγούδια που να σε ανεβάζουν. Αλλά τα ραδιόφωνα παίζουν δυστυχία. Ο Κηλαηδόνης μού άρεσε πολύ, και είχε κάποια σχέση με αυτά που λέμε. Σαν θέματα. Πόσα έχετε γράφει; Που έχουν κυκλοφορήσει; Τετρακόσια. Σας έχει τραγουδήσει η Μοσχολιού, ο Μητσιάς, αυτά μείνανε. Μα έχουν μείνει και τα άλλα. Κάτι παιδιά από την Κρήτη έχουν διασκευάσει την «Πεθερά». Και αρέσει σε πολύ κόσμο. Θυμάστε πως γράψατε ένα τραγούδι σας; Μοιάζετε συχνά να περνάτε εκεί καθημερινά γεγονότα σας. Τη «Λούλα». Ήταν μια πολύ όμορφη κοπέλα στην Πλατεία Δεξαμενής. Δούλευα στην «Ελευθεροτυπία» και ανέβαινα από Κολοκοτρώνη προς Κολωνάκι όπου έμενα τότε. Και αυτή έπινε με κάτι φίλους της μπίρες. Ήξερε πως γράφω: «Καλέ κύριε Γιάννη, για μένα δεν θα γράψεις;». Πήγα ένα βράδυ στο σπίτι, κάθισα σε μια πολυθρόνα. Απέναντι είχε ένα μπουκάλι με λίγο ουίσκι, θυμήθηκα αυτή την κοπέλα. Τούλα τη λέγανε μα δεν μου άρεσε το όνομα. Γράφω. Θυμήθηκα στη γειτονιά μου μια κοπέλα που τη λέγανε Λούλα, και ήταν ωραίο. Το «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα»; Ήταν αφίσα που διαφήμιζε τσιγάρα του Παπαστράτου με καραβάκια! Πάντα παρατηρούσατε γύρω σας; Έτσι κι αλλιώς! Καθόμουν και έβλεπα ανθρώπους κι έλεγα από μέσα μου: αυτόν πρέπει να τον λένε έτσι και να κάνει αυτή τη δουλειά. Η καθημερινότητά σας; Έρχομαι εδώ, στο εργαστήριο. Κάτι δουλεύω. Μετά αφού έχω βαρεθεί ανεβαίνω στον πεζόδρομο της Ακρόπολης, πάω προς Αποστόλου Παύλου, μετά Μοναστηράκι, σε φίλους που έχουν σχέση με μουσική, πάω στην κεντρική αγορά, περπατώ, δεν έχω αμάξι. Παίρνω κάναν γαύρο και γυρνάω σπίτι. Από την Πλάκα. Βγάζετε κάτι τώρα; Τώρα βγαίνει ένα βιβλίο με τα τραγουδάκια μου όλα. Και αυτά που δεν έχουν κυκλοφορήσει. Μυστικό της έμπνευσης; Πήγαινα προς την εφημερίδα και δεν είχα τίποτε να σχεδιάσω. Κι έβλεπα κάτι και εμπνεόμουν. Στίχους πώς γράφατε; Βρίσκω τις δύο πρώτες αράδες που μου αρέσουν και έχω βρει και τη μουσική. Σε αυτές τις διαδρομές που κάνω δουλεύω αυτό το τραγούδι. Όλα έχουν μια αρχή. Το «Έτσι είναι η ζωή»; Δραματικό πάντως τραγούδι... Ναι είναι. Υπάρχει μέσα μια φράση που την έλεγε η μάνα μου. Κάντε ένα σχόλιο για την πολιτική σήμερα... Πιστεύω ότι ο χειρότερος γελοιογράφος είναι πιο έξυπνος από τον καλύτερο πολιτικό για αυτό ψηφίζω γελοιογράφους. Και το σχετικό link...
  9. Retroplaymo

    ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ [1999 (ΚΥΡ)]

    Λοιπόν μιας και με μια πρωτη ψαχτική, παρουσίαση για τον ΚΥΡ δεν βρήκα και στις γελοιογραφίες δεν "κολλάει", οπότε, το παρκάρω εδώ. Εν έτη 1999, οι εκδόσεις Αρμονία, δια μέσου της εφημερίδας Ελευθεροτυπίας κυκλοφορούν ένα μίνι λεξικό, διαστάσεων 9.0 x 13.0, του οποίου την εικονογράφηση στο εξώφυλλο την είχε κάνει ο Γιάννης Κυριακόπουλος, ο γνωστός μας ΚΥΡ. Αν υπάρχει θέμα που να "κολλάει" το παρόν και δεν το πρόσεξα θα αυτοκαταστραφεί με συνοπτικές!
  10. ftsgr

    Η ΧΩΜΑΤΕΡΗ

    Τον Ιούνιο (;; του 2007 κυκλοφόρησε το #5 της σειράς "συλλογή ΕΝΝΕΑ". Είχε κυκλοφορήσει πρώτα μέσα στο 9 στα τεύχη 39, 41, 43-64 και 66 από τον Μάρτιο ως τον Νοέμβριο του 2001. Tιμή 12 ευρώ. ΕΔΩ υπάρχει μία παλαιότερη συζήτηση σχετικά με την Χωματερή. Ομαδοποίηση για τη Συλλογή Εννέα - Αφιέρωμα στον Λέανδρο
  11. Η Τέτη Σώλου για μεγάλο διάστημα εργάστηκε στον εκδοτικό χώρο, συμβάλλοντας στην καθιέρωση της κουλτούρας του κόμικ στις εικονογραφήσεις παιδικών βιβλίων. Από μικρή υπήρξε καλλιτεχνική φύση. Στα εφηβικά της χρόνια την ώρα του μαθήματος σκιτσάριζε στα τετράδια των ασκήσεων. Στη Νομική της Κομοτηνής όπου φοίτησε, σύντομα κατάλαβε ότι δεν ήθελε να γίνει δικηγόρος. Ωστόσο η φοίτησή της στη σχολή της άνοιξε παράθυρο στον κόσμο, προσφέροντάς της έναν συστηματικό τρόπο σκέψης. Εκεί επίσης έγινε πιο έντονη η επιθυμία της να ζωγραφίζει. «Δεν έχω πάει σε σχολή σκίτσου, διάβαζα πολλά κόμικς, σκιτσάριζα πολύ και όταν παλεύεις κάτι πολύ, το ραφινάρεις». Η Ιζόλα, το alter ego της Τέτης, γεννήθηκε την εποχή που αποφάσισε να κρατήσει αποστάσεις από το χώρο του παιδικού βιβλίου. «Συνέβη μέσα στην περίοδο της κρίσης, το 2013, τότε που άρχισα να νιώθω έντονα γύρω μου την έκπτωση αξιών και είχα την ανάγκη να κάνω κάτι δημιουργικό για να κρατηθώ». Η Τέτη εμπνέεται τις ιστορίες της ηρωίδας της από τα ταξίδια που γεννάν καινούργια συναισθήματα, σκέψεις και τρόπους έκφρασης, «από αυτά που πιάνει η περιφερειακή όραση», από τις συναναστροφές, την καθημερινή ζωή, απ’ όλα όσα ακούει και βλέπει τις ώρες που περνάει στα καφέ ζωγραφίζοντας. Μία ηρωίδα αυτονομείται Σύντομα μετά τη δημιουργία της η Ιζόλα αυτονομήθηκε, άρχισε να υπογράφει τα σκίτσα και να δημοσιεύει με το όνομά της, ενώ δεν άργησε να της ανοίξει η πόρτα της Ελευθεροτυπίας. «Όλοι ήξεραν ότι πίσω από την Ιζόλα ήμουν εγώ» λέει χαμογελώντας η δημιουργός και συνεχίζει «Μόλις σε ένα χρόνο από τη γέννησή της έκανε και την πρώτη ατομική της έκθεση, πήρε μέρος στο Comicdom, έκανε πράγματα που εγώ δίσταζα να κάνω όλα τα προηγούμενα χρόνια. Στην ουσία με απελευθέρωσε, γιατί μπορούσα να μιλάω με τρόπο που με ενδιέφερε για πράγματα που μου άρεσαν». Η ανταπόκριση του κοινού υπήρξε άμεση, κάτι που ενθάρρυνε τη δημιουργό να συνεχίσει. Το όνομα της ηρωίδας φυσικά είναι αναφορά στην εταιρεία ηλεκτρικών που για δεκαετίες μονοπωλούσε τα ελληνικά νοικοκυριά, γι’ αυτό και το λογότυπο του κόμικ παραπέμπει σε εκείνο της εταιρείας. «Το πρώτο ψυγείο του σπιτιού που θυμάμαι ως πιτσιρίκι ήταν Ιζόλα και εμένα με μάγευε η ελληνική γραμματοσειρά, γιατί μπορούσα να τη διαβάσω, άρα την ένιωθα δική μου. Έτσι καταγράφηκε μέσα μου. Παρεμπιπτόντως, το ψυγείο αυτό ζει ακόμη και δουλεύει στο εξοχικό μας». Το όνομα της Ιζόλας όμως έχει διπλή προέλευση. Η δεύτερη είναι κλείσιμο ματιού στον Τριστάνο και την Ιζόλδη. Τριστάνος πάντως υπάρχει και στη ζωή της Ιζόλας. Έχουν στενή σχέση. Είναι φίλος; Είναι κάτι περισσότερο; Δεν ξέρουμε ακόμη. Η δημιουργός λέει «Ανάρτησα το σκίτσο στο facebook, άρεσε και όλα έγιναν γρήγορα. Η Ιζόλα είναι πιο ανεξάρτητη από αυτόν και τον φέρνει βόλτα. Του τη λέει σε κάθε ευκαιρία αλλά γλυκά». Το ότι έχει μια στενή σχέση με τον Τριστάνο δεν την εμποδίζει να έχει κι άλλες σχέσεις, να περνάει καλά με τις φίλες της, τις Σοράγιες, που ζουν τη ζωή στο φουλ. Ανεξάρτητος χαρακτήρας Η Ιζόλα είναι μια ανεξάρτητη νέα γυναίκα, που εμπιστεύεται τη λογική της και υποστηρίζει το φύλο της. Δεν έχει ανασφάλειες σε σχέση με αυτά που νιώθει ούτε ορίζεται από το περιβάλλον. Κινείται άνετα ανάμεσα στις συμβάσεις του καθωσπρεπισμού και της υπέρβασης. Ενώ βλέπει το άσχημο κομμάτι της ζωής επιμένει να χαμογελάει και να δημιουργεί τις συνθήκες για μια ζωή με αξιόλογες εμπειρίες. «Είναι από τις γυναίκες που η ηλικία αποτελεί απλώς μια λεπτομέρεια, γιατί αυτό που εκπέμπουν είναι πολύ γοητευτικό. Υπάρχουν γύρω μας Ιζόλες. Είναι για παράδειγμα εκείνες οι χαρακτηριστικές γριές που έχουν φυτέψει τον πρώην, έχουν ξεπεράσει και την κατάθλιψη και βρίσκονται στη φάση που ντύνονται, περιποιούνται τον εαυτό τους και χαίρονται τη ζωή. Είναι εκείνες που αν μια νεότερη γυναίκα τους ζητήσει συμβουλή, θα της δώσουν μια πολύ ελεύθερη απάντηση». Η Τέτη Σώλου όταν δεν σκιτσάρει γράφει, ερευνώντας κυρίως θέματα που αφορούν την ιστορία. Άρθρα της δημοσιεύονται στο Documento, σε άλλες εφημερίδες και στο Hellas Special. «Ο αγαπημένος μου συγγραφέας, ο Ηλίας Πετρόπουλος, έλεγε ότι η ιστορία γράφεται τόσο στα πεδία των μαχών όσο και στις μικρές αγγελίες των εφημερίδων. Εγώ με τις μάχες δεν το ’χω αλλά με τις εφημερίδες ανέπτυξα μεγάλη σχέση». Η εποχή που την αφορά κυρίως είναι τα πρώτα σαράντα χρόνια του 20ού αιώνα, οι ιστορίες που αν και δεν ακούστηκαν πολύ αποτελούν κομμάτια του παζλ για την κατανόηση της καθημερινής ζωής της εποχής. «Ο Πετρόπουλος μου άνοιξε τον δρόμο. Τώρα πώς τον περπατάω εγώ είναι άλλο πράγμα». Info Μπορείτε να βρείτε τις ιστορίες της Ιζόλας στο Skitsografeio.blogspot.gr και στο www.facebook.com/izola.art/ Τo Hellas Special θα το βρείτε στο www.tetysolou.wordpress.com Και το σχετικό link...
  12. γνωριζει κανεις πως μπορω να προμηθευτω την σειρα μπλακσαντ?
  13. O Τάσος Μαραγκός (Tasmar) δημιουργεί κόμικς εδώ και 19 χρόνια και είναι υπεύθυνος για τα “Krak Komiks”, τα «Αδέσποτα Σκίτσα», το «Όλα είναι Κόμικξς», το “Holy Shit Comix!” και τώρα τελευταία και για την εικονογράφηση του βιβλίου του Βασίλη Παπαθεοδώρου «Μα γιατί μου φταίνε όλα;! (το βιβλίο της γκρίνιας)», από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Εκτός από αυτά, έχουμε δει τη δουλειά του στο «9», στην «Εφημερίδα των Συντακτών» και πολλά άλλα. Προσφάτως όλα τα επεισόδια του “Hard Rock” συγκεντρώθηκαν και κυκλοφόρησαν σε έναν όμορφο τόμο και στο πλαίσιο αυτής της κυκλοφορίας, είχαμε την ευκαιρία και τη χαρά να μιλήσουμε μαζί του για το “Hard Rock”, τα κόμικς και πολλά άλλα ενδιαφέροντα πράγματα που θα διαβάσετε στη συνέχεια. Έχω διαβάσει κατά καιρούς ότι έχεις δηλώσει ότι έχεις επηρεαστεί από τους Peter Bagge , Robert Crumb, Gilbert Shelton, Andrea Pazienza, κλπ. Κάποιος Έλληνας μέσα σ’ αυτούς; Σίγουρα μου άρεσε πολύ ο Λέανδρος, όταν ήταν στην «Βαβέλ». Δεν ξέρω όμως αν με έχει επηρεάσει. Κάποιοι σε επηρεάζουν και το βλέπεις εμφανέστατα στη δουλειά σου, όπως στο σκίτσο ή στο σενάριο. Κάποιοι άλλοι σε επηρεάζουν χωρίς να το βγάζεις στη δουλειά σου ή μπορεί να το βγάζεις και να μη φαίνεται. Αυτό είναι το καλύτερο φυσικά. Θυμάσαι το πρώτο κόμικ που διάβασες ποτέ; Χμ… Εδώ δεν θυμάμαι τι διάβαζα πριν από 5 χρόνια. (Γελάει). Το πρώτο κόμικ. Χμ… Σίγουρα θα ήταν κάτι σε «Μίκυ Μάους» ή «Ποπάυ». Θυμάμαι μία παιδική φωτογραφία, στην οποία με κρατάει η μάνα μου, μάλλον δεν περπατούσα ακόμα και έχω «Μίκυ Μάους» στα χέρια μου. Μάλλον κάτι τέτοιο θα ήταν. Μαμούθκομιξ ή κάτι παρόμοιο; Μαμούθκομιξ αργότερα αρκετά. Επειδή μεγάλωσα στη Σύρο, δεν έβρισκες τόσο εύκολα κόμικς. Δεν μιλάμε φυσικά για αμερικάνικα και τέτοια, αυτά με τίποτα. Ακόμα και το «Λούκυ Λουκ» και «Αστερίξ», τα έμαθα στην Αθήνα, που ανέβαινα με την μάνα μου το ’85-’86. Χριστούγεννα, βόλτες στο «Μινιόν», τέτοια πράγματα. Πηγαίναμε στην αδερφή της μάνας μου, η οποία μας φιλοξενούσε και είχε μεγάλη συλλογή από «Αστερίξ» και «Λούκυ Λουκ», τα οποία μου φαίνονταν πολύ «εξωτικά», αφού είχα συνηθίσει στα παπιά, στα «Μίκυ Μάους» και σε τέτοια. Γιατί σχεδιάζεις κόμικς; Γιατί διάβαζα. Διάβαζα, μου άρεσαν πάρα πολύ και από μικρός μου φαινόταν πολύ ωραίο, θυμάμαι ειδικά με το «Λούκυ Λουκ», να σκέφτομαι ότι υπάρχει κάποιος άνθρωπος, που ζει κάνοντας κάτι τέτοιο. Μου φαινόταν απίστευτο. Γι’ αυτό και γιατί μου αρέσει το μέσο γενικά: Η εικόνα και ο λόγος, με τους οποίους μπορείς να κάνεις φοβερούς συνδυασμούς. Διαβάζεις ακόμα; Έχεις τον χρόνο; Ναι φανατικά. Τον χρόνο δεν τον έχω. Έχω στο σπίτι ένα «βουνό» αυτή τη στιγμή στο τραπέζι, που μαζεύω εδώ και καιρό. Αλλά ναι, διαβάζω. Είναι και πολλοί δημιουργοί που θα σου πουν «εγώ δεν διαβάζω κόμικς, φτιάχνω μόνο». Δεν ξέρω, δεν μπορώ να το κάνω… Και το να διαβάζω κόμικς και το να τα δημιουργώ, είναι μια σύνδεση με την παιδική μου ηλικία. Εκτός από μια περίοδο στην εφηβεία που νόμιζα ότι «τα κόμικς είναι για παιδάκια», αλλά μετά ξαναγύρισα. Πόση χρήση τεχνολογίας απαιτεί η δουλειά σου; Γίνονται όλα με το μολύβι και το χέρι και το περνάς από υπολογιστή ή είναι όλο υπολογιστής πλέον; Εξαρτάται πως θέλει να δουλεύει ο καθένας. Εντάξει, είναι πολύ σπάνιο πλέον να δουλεύει κάποιος μόνο με παραδοσιακά μέσα. Έχει αρχίσει και γίνεται πιο διαδεδομένο να δουλεύεις ψηφιακά μόνο, ειδικά τώρα που έχουν βγει τα Cintiq. Το Cintiq είναι ένα tablet, το οποίο είναι και μεγάλη οθόνη και δουλεύεις εκεί πάνω με ένα γάντι. Δεν μου αρέσει καθόλου. Θέλω σίγουρα να έχω χαρτί, μολύβι και μελάνι και μετά στον υπολογιστή χρώμα, κείμενο, τα «μπαλονάκια». Σπάνια θα το κάνω αποκλειστικά στο χέρι. Και μόνο το κείμενο που θα γράψεις, απαιτεί κάποιο χρόνο. Αν είναι για κάποια έκθεση, θα το κάνω, αλλά αν είναι για ολόκληρο τεύχος, θα χρησιμοποιήσω υπολογιστή. Κάποιο αστείο ή παράξενο περιστατικό από κάποιο signing, Comicdom κλπ, στο οποίο έχεις πει «Ω ρε διάολε πως μπλέχτηκα εγώ σ’ αυτό» ή «Τι είναι αυτός ο τύπος» κλπ; Θα σου πω κάτι που μου συνέβη τώρα τελευταία σε ένα φεστιβάλ στη Θεσσαλονίκη. Κλείνει 9, για παράδειγμα, την Κυριακή το φεστιβάλ, είναι 8:50, οπότε έχω αρχίσει και μαζεύω σιγά-σιγά το τραπέζι. Εμφανίζονται δύο κυρίες, γύρω στα 70 περίπου, αλλά φαίνονταν αστικής τάξης, με τα κοσμήματα τους, με την όλη συμπεριφορά. Έδειχναν πολύ ενδιαφέρον, με ρωτούσαν για τα πράγματα που έχω και ποια από αυτά μπορούν να τα βρουν σε βιβλιοπωλεία. «Αυτά τα βρίσκετε στα βιβλιοπωλεία και αυτά (είχα κάποια μαγνητάκια, κάποιες αφίσες κλπ) μόνο από μένα». «Α, ωραία», λένε, «θα πάρουμε ένα μαγνητάκι για να στηρίξουμε, αφού τα υπόλοιπα τα βρίσκουμε και σε βιβλιοπωλεία». Έχω βγάλει ένα μαγνητάκι με έναν παππά που λέει “free spanking”. Είναι να πάρουν δύο μαγνητάκια, ετοιμάζουν το δίευρο και με ρωτάει η μία από τις δύο κυρίες με πολύ αθώο ύφος «Τι σημαίνει spanking;» (γελάμε κι οι δύο). Εγώ κόλλησα εκείνη την ώρα, ήταν μεγάλες σε ηλικία, λέω «Εε τι να σας πω τώρα, εμ.. σημαίνει σφαλιάρα». Πετάγεται μία κοπέλα που με βοηθούσε στο τραπέζι και λέει «Σεξουαλική σφαλιάρα» (γέλια). Το κατάλαβε η κυρία, λέει «Α οκ» και συνέχισε και πήρε το μαγνητάκι, χωρίς να πει κάτι τύπου «Ααα τι είναι αυτά τα πράγματα». Προς τιμήν τους πάντως. Θα έμπαινε άνετα και ως ιστορία στο Hard Rock, έτσι; Και ιστορία και στριπάκι θα μπορούσε να γίνει! Κάτι ενδιαφέρον που έχεις διαβάσει τον τελευταίο καιρό από Έλληνα ή ξένο κομίστα; Έχω διαβάσει αρκετά τον τελευταίο καιρό. Χτες βράδυ διάβαζα το τελευταίο τεύχος του “Love and Rockets”, απ’ τα αδέρφια Hernandez. Βγάζουν 40 χρόνια κόμικς και είναι σαν να τα διαβάζεις για πρώτη φόρα. Φοβερή δουλειά και το κρατάνε ακόμα πολύ καλά. Υπάρχει συνεργασία και αλληλεγγύη μεταξύ της ελληνικής σκηνής ή υπάρχουν μικροί και λίγο μεγαλύτεροι κύκλοι; Αλληλεγγύη δεν υπάρχει. Κανονικά θα έπρεπε να υπάρχει και ένα σωματείο σκιτσογράφων. Οι γελοιογράφοι έχουν κάποιο σύλλογο, αλλά καλό θα ήταν να υπάρχει και για μας, ως εργαζόμενους. Αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει, αφού ο καθένας κοιτάει την πάρτη του και υπάρχουν μετά κι αυτοί οι μικροί κύκλοι που είπες. Φυσικά υπάρχουν κι οι ίντριγκες, λογικό είναι. Η δουλειά που κάνει ο ένας μπορεί να μην αρέσει στον άλλον. Αλλά και μένα, δεν μου αρέσει η δουλειά κάποιων, αλλά την εκτιμώ. Μπορεί να μην διαβάσω τα κόμικς τους, αλλά τη δουλειά τους θα την αναγνωρίσω: κάνει καλό ή κακό σενάριο, καλό σχέδιο, πολύ καλό σχέδιο κλπ. Μου κάνει εντύπωση που δεν έχει δημιουργηθεί κάτι αντίστοιχο με την ελληνική rock και metal σκηνή στην μουσική, γι’ αυτό ήθελα να το ρωτήσω Τρώμε πολύ χρόνο μόνοι μας, ενώ στην μουσική υπάρχει περισσότερη συντροφικότητα είτε στην μπάντα είτε στο live που θα παίξουν 2-3 μπάντες μαζί. Στο κόμικ και στο σκίτσο δεν υπάρχουν αυτά, υπάρχει πολλή μοναξιά στο σπίτι, οπότε δημιουργούνται αυτοί οι μικροί κύκλοι με τα άτομα που, δεν είναι απαραίτητο ότι ταιριάζει η δουλειά τους, απλώς έτυχε να είναι φίλοι. Πιστεύω ότι στο θέμα των κόμικς, θα μπορούσε κάποιος να ενώσει τους δημιουργούς. Αυτό είχε κάνει κάποτε ο Μαστοράκης με το «9», το οποίο έδωσε boost στη ελληνική σκηνή και με τον τρόπο που λειτουργούσε, παρόλο που έπεσε στο τέλος. Συνεργάστηκα κι εγώ μαζί τους, αλλά προς το τέλος, που είχε πέσει, οπότε δεν είναι καλό που το λέω (γελάει). Για 10 χρόνια έκανε κάτι πολύ σημαντικό, γιατί έβαζε τα κόμικς στα σπίτια μας και πλήρωνε τους δημιουργούς. Μας έπαιρναν στα σοβαρά. Όχι όπως σε άλλες περιπτώσεις που ήθελαν να συνεργαστούμε, αλλά δεν έδιναν λεφτά. - Για ποιο λόγο δεν δίνετε λεφτά; - Δεν υπάρχει budget. Μια χαρά budget υπάρχει και δεν μιλάμε για τώρα που υπάρχει η κρίση, μιλάμε για πριν 7-8 χρόνια. Κάποιος θα μπορούσε να ενώσει τη σκηνή. Κάποιο σοβαρό άτομο που ξέρει τη δουλειά να φτιάξει ένα περιοδικό. Αλλά μετά μπλέκουμε σε άλλα… Ποιός θα χρηματοδοτήσει το περιοδικό κλπ, κλπ. Και η «Βαβέλ» και το «9» ήταν από τις αγαπημένες μου και πιστεύω καλύτερες ελληνικές δουλειές συλλογικού χαρακτήρα. Και η «Βαβέλ» ήταν πολύ σημαντικό κομμάτι. Αυτό είναι και το κρίμα για την ελληνική σκηνή. Εκεί γύρω στο 2007-2008, άρχισε να ανεβαίνει πολύ η ελληνική σκηνή με παραγωγές, εκδοτικούς οίκους, δημιουργούς καινούρια ονόματα που έκαναν φοβερές δουλειές και τότε «έσκασε» η κρίση. Το «9», για παράδειγμα, έκλεισε λόγω της οικονομικής κρίσης που βίωσε και η εφημερίδα. Δηλαδή αν δεν υπήρχε όλο αυτό το πράγμα, η ελληνική σκηνή θα είχε πάει ακόμα καλύτερα από ότι τώρα, που ήδη πάει καλά. Η κρίση δεν πήγε πίσω το κόμικ στην Ελλάδα. Κάποτε πήγαινες στο Comicdom και μπορούσες να πάρεις όλα τα καινούρια ελληνικά που είχαν κυκλοφορήσει. Πλέον, είναι τόσο μεγάλος ο αριθμός τους, που χρειάζεται μεγάλο πορτοφόλι για να το κάνεις αυτό. Ανεβαίνει και η παραγωγή και το επίπεδο, με τις πωλήσεις υπάρχει ένα θέμα γιατί δυσκολεύεται και ο κόσμος. Θεωρείς ότι κάποιοι σκιτσογράφοι που είναι «γνωστοί» στην Ελλάδα, κάνουν καλό ή κακό; Σου θέτω ως παράδειγμα τον Αρκά με τα πιο πολιτικά του σκίτσα του τελευταίου διαστήματος και την απόφαση του να συνεργαστεί με το «Πρώτο Θέμα», αποφάσεις που και οι δύο έχουν ξεσηκώσει κύμα αντιδράσεων. Κάνει καλό, σας προσφέρει δημοσιότητα, έστω και κακή ή δεν σας επηρεάζει; Ο Αρκάς είναι μια κατηγορία μόνος του. Αν ρωτήσεις κάποιον στο δρόμο που δεν ασχολείται με κόμικς «πες μου κάτι σχετικό με κόμικς» θα σου πει «Αρκάς». Το κακό είναι ότι ο κόσμος δεν το ψάχνει πιο πολύ. Και μπορεί να μην φταίει μόνο ο κόσμος, αλλά και τα μαγαζιά. Π.χ. θυμάμαι το Public στη Θεσσαλονίκη, όταν ζούσα εκεί, που είχε 3 βιβλιοθήκες “Graphic Novel”, μια βιβλιοθήκη που έλεγε “Manga” και μία που έλεγε «Αρκάς». Και εμείς οι υπόλοιποι κάπου καταχωνιασμένοι και αν. Νομίζω ότι θα έπρεπε να δοθεί λίγος χώρος και σε μας, γιατί υπάρχουν αξιόλογες δουλειές. Ειδικά φέτος είδα φοβερά καινούρια πράγματα και μάλιστα κι από κορίτσια, τα οποία αποτελούν και την πλειοψηφία στα καινούρια ταλέντα στην Ελλάδα. Διαβάζοντας το Hard Rock, είδα και ένα poster για συμμετοχή του στο Βερολίνο. Πώς προέκυψε αυτό; Είχαμε βγάλει το πρώτο επεισόδιο του Hard Rock στα αγγλικά το 2012. Ο Λευτέρης Σταυριανός (Jemma) μου είχε προτείνει να πάμε σε ένα φεστιβάλ στο Λονδίνο με αυτό, να δούμε τι θα γίνει. Επειδή είχαν περάσει 5 χρόνια από όταν είχε κυκλοφορήσει, ήθελα να είναι προσεγμένο, οπότε έκατσα και το ξανασχεδίασα με καινούριο σχέδιο. Το αγγλικό Hard Rock, το πρώτο, είναι ακριβώς το ίδιο, όλο ξανασχεδιασμένο από την αρχή. Δεν έγιναν τρομερά πράγματα, είχαν μείνει κάποια κομμάτια. Τον Σεπτέμβρη του 2011 είχα πάει διακοπές στο Βερολίνο. Εκεί, στο διεθνές φεστιβάλ λογοτεχνίας του Βερολίνου, ήταν και μια μέρα αφιερωμένη στα κόμικς – graphic novel, αν και δεν συμφωνώ με τον όρο. Πήγα, παρακολούθησα κάποιες ομιλίες και είχε άτομα από διάφορες χώρες της Ευρώπης. Από την Ελλάδα τότε ήταν ο Αλέκος Παπαδάτος, ο οποίος παρουσίαζε το Logicomix. Εκεί γνωρίστηκα με τους διοργανωτές και την επόμενη χρονιά, που συνέπεσε μάλιστα με την μετακόμιση μου στο Βερολίνο, κάλεσαν εμένα. Στο πλαίσιο της αντίστοιχης μέρας comics – graphic novel, παρουσιάστηκε το Hard Rock, μαζί και με μια έκθεση στο γαλλικό ινστιτούτο στο Βερολίνο. Δεν έγινε κάτι άλλο, δεν εκδόθηκε εκεί πχ, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν το κυνήγησα κιόλας. Τώρα που βγήκε ο τόμος, σκεφτόμαστε με τον Λευτέρη (Σταυριανό) να το δούμε για Αμερική, Γαλλία και Ισπανία. Είδα σωστά ότι τα Αδέσποτα Σκίτσα συμμετείχαν σε έκθεση στη Σύρο; Τα Αδέσποτα Σκίτσα ξεκίνησαν όταν γύρισα από το Βερολίνο και εγκαταστάθηκα για λίγο στο Ρέθυμνο και όντας σε μια πολύ δημιουργική φάση, σχεδίαζα συνεχώς. Τα σκίτσα αυτά τα μάζεψα για μια έκθεση στη Θεσσαλονίκη, κολλούσε κι ο τίτλος και έτσι δημιουργήθηκαν. Μετά υιοθέτησα και το ίδιο όνομα στο στριπάκι για την «Εφημερίδα των Συντακτών» και δεν χρησιμοποίησα το «Όλα είναι κόμικξς!» που είχα στην «Ελευθεροτυπία» και στο SoComic. Και μετά τη Θεσσαλονίκη έγινε και στη Σύρο, άλλες 2 φόρες. Είναι και πολύ ωραίος ο τόμος και πολύ προσεγμένη έκδοση. Έχοντας διαβάσει τα ΚΡΑΚ κόμικς τότε και τώρα συγκεντρωμένα εδώ, νομίζω ότι είναι πολύ πιο ωραία. Είπαμε με τον Λευτέρη να κρατήσουμε όσο το δυνατόν πιο χαμηλή την τιμή του Hard Rock και να μην το βγάλουμε με σκληρό εξώφυλλο πχ, ώστε να είναι προσιτό στον κόσμο. Και σε αυτούς που είχαν διαβάσει τα παλιά και τα θέλουν συγκεντρωμένα και για τους καινούριους αναγνώστες. Και νομίζω ότι για 288 σελίδες, καλά τα πήγαμε. Θες να μας πεις μερικά λόγια τον τόμο του Hard Rock και τα διάφορα «καλούδια» που περιέχει; Έχει όλες τις παλιές ιστορίες συγκεντρωμένες, έχει ένα καινούριο επεισόδιο 26 σελίδων και έχει μια τετρασέλιδη ιστορία με κάποιους guest artists, όπως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις. Όταν ετοίμαζα το βιβλίο, μου ήρθε η ιδέα να ετοιμάσω αυτή την ψυχεδελική ιστορία που συμμετέχουν διάφοροι δημιουργοί. (Σημείωση: Με συμμετοχές από: Δημήτρη Κάσδαγλη, Tomek, Μιχάλη Διαλυνά, Χρήστο Σταμπουλή, Κωστή Τζωρτζακάκη, Κώστα Κυριακάκη, Πέτρο Χριστούλια, Θανάση Ψαρρό, Γιώργο Γούση, Johnny Sapilla, Ηλία Κυριαζή, Γιάννη Ρουμπούλια, Δημήτρη Πανταζή, Δημήτρη Καμένο, Αγγελική Σαλαμαλίκη, Κωνσταντίνο Σκλαβενίτη, Τάσο Ζαφειριάδη και Τάσο Παπαϊωάννου). Πόσο «αληθινές» είναι οι ιστορίες που διαβάζουμε στο Hard Rock; 80 fiction – 20 αληθινά. Υπάρχουν ιστορίες που είναι πραγματικές. Το πρώτο επεισόδιο με τις φυλακές είναι αλήθεια. Είχαμε μπάντα όταν ήμουν 15-16 χρονών, το κτίριο αυτό υπάρχει ακόμα, και είχαμε ένα κελί που παίζαμε. Οι εικόνες που έχω σκιτσάρει είναι από φωτογραφίες που έχω από τότε. Αυτό με την καθηγήτρια στην 5ήμερη, δεν έχει γίνει (γέλια). Αυτό με τις τουρίστριες, δεν έχει γίνει αλλά θα μπορούσε. Ήμασταν σε νησί και προλάβαμε το τέλος της εποχής του “Greek Kamaki”. Έτσι γεννήθηκε η ιστορία με τα καρπούζια. Είναι κάποιος από όλους ο Τάσος ή οι χαρακτήρες έχουν κομμάτια από διάφορους; Δεν είναι κάποιος ο Τάσος. Πολλοί μου λένε από τα πρώτα τεύχη κιόλας, ότι «είσαι ο Μάρκος». Μοιάζω λίγο, αλλά δεν είμαι. Ποτέ δεν σκέφτηκα να κάνω τον εαυτό μου, ούτε το alter ego μου. Όλοι έχουν στοιχεία κι από μένα, κι από άλλο κόσμο. Απλώς με βοηθάνε οι αληθινές ιστορίες και οι αληθινές προσωπικότητες να χτίσω την ιστορία. Να φανταστώ ότι τα μουσικά γούστα του Μάρκου, σε βρίσκουν σύμφωνο. Είδα t-shirts Ramones, Motorhead, Iron Maiden, Cramps κλπ. Κάπως έτσι ξεκίνησα κι εγώ. Στην αρχή metal, μέχρι το 1993 που έφυγε ο Dickinson από τους Iron Maiden και ξενέρωσα. Δεν έχω ακούσει οτιδήποτε καινούριο έχουν βγάλει από τότε, μόνο αν πετύχω κάτι στο ραδιόφωνο. Τότε άρχισα να ακούω πιο πολύ και punk, new wave. Και πριν άκουγα, π.χ. σε μαγαζιά που συχνάζαμε για καφέ ή μπύρα, απλώς τότε άρχισα να τα εκτιμώ πιο πολύ. Στην πορεία των κόμικς βλέπουμε τον Μάρκο και τον Γόγο να μεγαλώνουν, να πηγαίνουν στρατό κλπ. Θα τους δούμε αργότερα με γυναίκες, παιδιά, σακούλες supermarket και την υπόλοιπη «φυσική εξέλιξη»; Η αλήθεια είναι ότι έχω πολλές ιδέες για τον Μάρκο. Όπως βλέπουμε φεύγει από την Σύρο, θα είναι στην Αθήνα όπου δεν θα λέγεται Hard Rock πλέον, γιατί αυτό ήταν συνδεδεμένο με το νησί. Το κακό είναι ότι δεν βγαίνουν πολλά χρήματα με αυτό και για να γίνουν όλα αυτά, θα πρέπει να έχω κάνει παράλληλα κι άλλες δουλειές, για να υπάρχουν τα χρήματα. Όπως, παραδείγματος χάριν, έγινε τώρα με την εικονογράφηση για τις εκδόσεις Καστανιώτη (Βασίλης Παπαθεοδώρου «Μα γιατί μου φταίνε όλα;! (Το βιβλίο της γκρίνιας)»), το οποίο βοηθάει να βγάζω κάποια χρήματα και μετά να κάνω και κάτι άλλο. Αν μπορούσα να ζω με το να κάνω μόνο τον Μάρκο, θα τον βλέπαμε να πηγαίνει μέχρι και στο γηροκομείο. Γενικά το «ψήνω» πολύ να φτιάξω και επόμενα επεισόδια σε πιο προσεγμένες εκδόσεις από τα τευχάκια και με επεισόδια μεγαλύτερα των 24 σελίδων που είναι μέχρι τώρα. Μου δίνεις πάσα για την επόμενη ερώτηση τώρα. Ένας μουσικός, π.χ. ροκ, τζαζ, θα χρειαστεί να παίξει στα μπουζούκια για να βγάλει τα προς το ζην και να κάνει αυτά που θέλει. Ένας φωτογράφος γάμους και βαφτίσεις. Υπάρχει κάτι αντίστοιχο για έναν σκιτσογράφο; Οι εικονογραφήσεις. Άλλες μπορεί να του αρέσουν και άλλες να μην του αρέσουν, αλλά είναι επαγγελματικό το θέμα. Και γραφιστικά ίσως, αλλά δεν είναι απαραίτητο όσοι ασχολούνται με την εικονογράφηση να έχουν και γνώσεις γραφιστικής. Κι εγώ γραφιστική σπούδασα, αλλά με εικονογράφηση ασχολούμαι. Πιστεύεις έχουν μειωθεί ή εξαλειφθεί οι «κολλημένοι» γονείς και δάσκαλοι που βλέπουμε στο Hard Rock; Όχι, πιστεύω ότι έχει γίνει χειρότερο και δεν μπορώ να το καταλάβω αυτό. Έχουν περάσει 20 χρόνια από τότε, βλέπεις μια μεγαλύτερη «ελευθερία» στο δρόμο, όπως π.χ. περισσότερα τατουάζ και piercing. Στα ‘90s αναγκαζόμουν να βγάζω τα σκουλαρίκια στο σχολείο και είχα φάει αποβολή για σκισμένο παντελόνι. Παρ' όλο όμως που βλέπεις τα τατουάζ στο δρόμο, πιστεύω ότι υπάρχει περισσότερος συντηρητισμός. Δεν ξέρω ποιος είναι ο λόγος που έχει γίνει αυτό, είναι ο φόβος για το πώς έχουν γίνει τα πράγματα, δεν ξέρω. Είδα τώρα τελευταία και αυτό με τον παπά τον επιδειξία. Η κοπέλα το δημοσιοποίησε και έπεσαν να τη φάνε. «Δεν γίνεται να φταίει ο παππάς!». Αυτά υπάρχουν χρόνια τώρα. Πόσο εύκολο είναι να εκδώσει κάποιος κόμικ στην Ελλάδα; Ειδικά αν δεν είναι με υπερήρωες με κάπα και κολάν; Είναι εύκολο νομίζω. Στην Ελλάδα δεν θα δεις τέτοια κόμικ, υπερηρωικά. Πιστεύω είναι εύκολο, αρκεί να κάνεις καλή δουλειά. Αν κάνεις καλή δουλειά, θα σε εκδώσουν. Εδώ βλέπω να εκδίδονται πράγματα, τα οποία δεν… Υπάρχει κι αυτή η άποψη ότι είμαστε κλίκα, αλλά αυτό δεν ισχύει. Αν πας στον Λευτέρη στο Jemma και κάνεις πραγματικά καλή δουλειά, θα σε εκδώσει. Προτιμάς να ασχολείσαι με δικό σου σχέδιο και σενάριο, σωστά; Ναι. Τόσα χρόνια που το κάνω, μόνο τώρα ασχολήθηκα με την εικονογράφηση καθαρά, όπως στο βιβλίο του Βασίλη Παπαθεοδώρου, με τον οποίο δέσαμε και κάναμε μαζί τη δουλειά. Επόμενα σχέδια; Κάτι που ετοιμάζεις; Είδα ανέβασες κάτι στο Facebook για τον Henri de Toulouse-Lautrec. Θες να μας πεις κάτι γι’ αυτό; Δεν είναι κόμικ ο Toulouse-Lautrec. Έχει να κάνει με μια έκθεση αφίσας που θα γίνει στο μουσείο Μπενάκη τον Σεπτέμβριο. Μια έκθεση προς τιμήν του, που ξεκίνησε από την Γαλλία με 100 έργα και επέλεξαν και 16 άτομα από Ελλάδα, από διάφορους τομείς: εικαστικούς, designers, γραφίστες. Κι από τον χώρο των κόμικς, επέλεξαν εμένα. Για άλλα μελλοντικά σχέδια δεν έχω ιδέα. Έχω πολλές ιδέες, αλλά πρέπει να κοιτάξω και το βιοποριστικό κομμάτι. Σε βοηθάει το deadline; Ναι. Όταν ήμουν στο SoComic είχα καθημερινό deadline για 5 μέρες την εβδομάδα, για 7 μήνες. Στην αρχή είχα σκεφτεί «πώς θα το κάνω αυτό;» και είχα ετοιμάσει 30 στριπάκια, να έχω για έναν μήνα. Μόλις ξεκίνησε να δημοσιεύεται, είχα άλλα 30 έτοιμα. Κάποια στιγμή έφτασα να μην έχω για την επόμενη μέρα. Στην αρχή ήταν τρομακτικό αυτό, αλλά μετά από 1-2 εβδομάδες κυλούσε πολύ ωραία. Ήταν και η καλύτερη περίοδος επαγγελματικά, γιατί έκανα μόνο αυτό: Στριπάκια, ότι ήθελα και πληρωνόμουν γι’ αυτό. Το είχα προσαρμόσει πολύ ωραία στην καθημερινότητα μου: Ξυπνούσα, έπινα τον καφέ μου, έλεγα «τι θα κάνω σήμερα;», θα δω λίγη επικαιρότητα, είναι καλοκαίρι; Θα κάνω κάτι καλοκαιρινό. Πάσχα; Κάτι πασχαλινό. Οπότε το ετοίμαζα και το έστελνα κάθε απόγευμα. Το deadline πάντα βοηθάει. Αν και υπάρχουν φορές που λες «έχουμε καιρό» και τελικά παραδίδεις τελευταία μέρα. Μιλήσαμε για πολλά ακόμα: την «Ντόροθυ», όχι από τον «Μάγο του Οζ», αλλά από τη Σύρο, τον Αρκά και τη συνεργασία του με γνωστή εφημερίδα, μοιραστήκαμε συγκλίνουσες σκέψεις και ιδέες για την αξιοπρέπεια, τα «όχι» που πρέπει να λέγονται ειδικά σε μέσα που ξέρεις ότι προωθούν τον ναζισμό και δεν συμφωνείς, τους Last Drive, για τα έντυπα που θέλουν να πληρώνουν τους καλλιτέχνες με προβολή, για κάποια επόμενα σχέδια του, για τη φορολογία που δεν βοηθάει ιδιαίτερα να γίνουν πράγματα, τη γραβάτα του Καμμένου και πολλά ακόμα που δεν χωράνε εδώ. Υπάρχουν καλλιτέχνες που δεν σε κερδίζουν μόνο με τα έργα τους, αλλά και με τη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα τους και ο Τάσος είναι ένας από αυτούς. Θέλω να ευχαριστήσω τον Τάσο για τη συζήτηση – συνέντευξη που μας παραχώρησε και ευελπιστώ να τα ξαναπούμε σύντομα, με την ευκαιρία της κυκλοφορίας κάποιου καινούριου επεισοδίου του “Hard Rock”! Και το σχετικό link...
  14. Kurdy Malloy

    [ΚΑΘΕ ΤΕΥΧΟΣ]3. Blacksad

    Το παρόν είναι το τρίτο μέρος της σειράς άρθρων "Κάθε τεύχος" στην οποία θα παραθέσω σημειώσεις και παρατηρήσεις που έχω κρατημένες επί σειρά ετών. Η λογική όλων αυτών των παρατηρήσεων ήταν να διαβάζονται οι σειρές: 1. Στη γλώσσα που γράφτηκαν 2. Με τη σειρά που γράφτηκαν Έτσι πιστεύω ότι μπόρεσα να αποκομίσω την όσο γίνεται κοντινότερη εντύπωση με αυτή που είχαν οι αναγνώστες της κάθε σειράς που την παρακολούθησαν πχ από την αρχή. Μερικά πράγματα δεν παρακάμπτονται ούτε ότι μεταγενέστερο έχω διαβάσει μπορώ να το ξε-διαβάσω, αλλά τι να γίνει; Μετά από 2 κλασσικές και παλιές σειρές είπα να βάλω και μία μοντέρνα στο παιχνίδι. Η πλέον βραβευμένη σειρά του 21ου αιώνα, ο Blacksad. Στο παρόν θα υπάρχει ένας κατάλογος των ιστοριών και το κάθε τεύχος θα ακολουθεί σε ξεχωριστό ποστ. Αυτό δίνει σε όλους σας τη δυνατότητα αν θέλετε να προσθέτετε την κριτική και τις παρατηρήσεις σας ελεύθερα. Με ένα κλικ στο link του πρώτου ποστ θα κατευθυνόμαστε στο αντίστοιχο του εν λόγω τεύχουν χωρίς μπλεξίματα. Η σειρά δημοσιεύτηκε ταυτόχρονα σε Γαλλία και Ισπανία, εδώ για λόγους γλωσσομάθειας χρησιμοποιείται η γαλλική έκδοση Η σειρά των τευχών όπως δημοσιεύτηκαν στη Γαλλία είναι: Quelque part entre les ombres - Κάπου ανάμεσα στις σκιές, 2000. Κριτική - παρουσίαση: Kurdy Malloy (#2) Arctic-Nation, 2003 Âme Rouge, 2005 L'Enfer, le silence, 2010 Amarillo, 2013
  15. Από το εξώφυλλο της «Τσιγγάνικης Ορχήστρας» - Εκδόσεις Πολύτυπο, 1984 Σκάρωνε σκίτσα όπου κι αν βρισκόταν. Οι ταβερνιάρηδες κι οι καφετζήδες τσατίζονταν όταν τον έβλεπαν να «λερώνει» τα τραπέζια τους. Μόλις έβλεπαν με τι τα «λέρωνε», του ζήταγαν πορτρέτο. Δήλωνε απλώς «σκιτσογράφος». Αυτή ήταν η φύση του. Τα κόμικς ήταν το διάλειμμά του, έστω και αν κάθε τέτοιο διάλειμμα του έτρωγε μερικά χρόνια λεπτομερούς έρευνας και χειρουργικής ακρίβειας ως προς την αφηγηματική και εικαστική αρτιότητα. Τα λάτρευε τα κόμικς, όχι μόνο ως δημιουργός αλλά και ως αναγνώστης και ως δάσκαλος. Το μαρτυρούν οι συμβουλές που απλόχερα πρόσφερε σε κάθε νέο δημιουργό, η επιλογή του να αφιερώσει σχεδόν τη μισή «Γαλέρα» που διηύθυνε στα κόμικς, στα φεστιβάλ που ως καπετάνιος της διοργάνωσε. Στο περιοδικό «Τέταρτο» φιλοτεχνούσε μια σελίδα με «Συνειρμικά Ντεκουπάζ», όπως τα αποκαλούσε. Ο Χατζιδάκις ήταν ενθουσιασμένος με αυτά. Στη «Βαβέλ», αρχές της δεκαετίας του ’80 ξεκίνησε την «Τσιγγάνικη Ορχήστρα», που κυκλοφόρησε ολοκληρωμένη το 1984. Ήταν το πρώτο ελληνικό «graphic novel», όπως το χαρακτηρίζουν όσοι αρέσκονται στη νέα -όχι άμοιρη προθέσεων- ορολογία. Στην πρώτη σελίδα της «Τσιγγάνικης Ορχήστρας», ο δημοσιογράφος Κώστας Φαναρτζής παρουσιάζεται να φορά ένα λευκό πουκάμισο επί οκτώ καρέ. Στο ένατο καρέ, στην ίδια σκηνή, το πουκάμισό του γίνεται μαύρο, «ανακοινώνοντας» στον αναγνώστη ότι αυτό που θα ακολουθήσει δεν υποτάσσεται σε κάποια συμβατική λογική. Η λέξη «Τέλος» φαίνεται να μην του άρεσε και πολύ. Απουσιάζει άλλωστε και από τα τρία μεγάλα βιβλία του. Στην «Τσιγγάνικη Ορχήστρα» το τελευταίο καρέ συνοδεύεται από την επισήμανση «Τέλος στο πρώτο βιβλίο» με σαφή τον υπαινιγμό ότι θα υπάρξει συνέχεια. Δεν υπήρξε. Στα δύο επόμενα, το Μεγάλο μας Τσίρκο, η μεταπολιτευτική Αθήνα του καυσαερίου, των ΜΑΤ και των ξενοδοχείων ημιδιαμονής μεταφέρθηκε λίγους αιώνες πιο πίσω. Το 1990 ξαναχτύπησε με «Το Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης», ένα διονυσιακό αντάμωμα πειρατών, τυχοδιωκτών, σκλάβων και αρχόντων στη Σαντορίνη, διακόσια χρόνια μετά την άλωση της Πόλης. Το «Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης» έχει ως πρωταγωνιστές τον Αλέκο τον Τράκα, κάλπη άρχοντα, και τον Καράμπαμπα, δούλο κι αφέντη του εαυτού του. Ο πρώτος με «μοντέλο» τον παλιό ποδοσφαιριστή Τάσο Μητρόπουλο και ο δεύτερος ως προϊόν «διασταύρωσης» του Στέλιου Καζαντζίδη και του Καραγκιόζη. Οι ομοιότητες, φυσικά, εντοπίζονται μόνο στην εμφάνιση. Ο Διόνυσος σε ένα από τα ταξίδια του δέχτηκε επίθεση από Τυρρηνούς πειρατές. Για να ξεφύγει μεταμόρφωσε τα κατάρτια του πλοίου του σε κληματαριές και τους πειρατές σε δελφίνια. Τη σκηνή απέδωσε σε μελανόμορφη κύλικα ο Εξηκίας (περ. 530 π.Χ.). Στο ίδιο (οινό)πνεύμα και ο Καλαϊτζής στο «Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης». «Ο Τυφώνας», το επόμενο βιβλίο του, διαδραματίζεται σε άλλο τόπο του νησιού, την ίδια νύχτα. Γυμνόστηθες καλλονές καβάλα σε γαϊδούρια εφορμούν από το εξώφυλλο του «Τυφώνα» ωσάν αποφασισμένες να αποδράσουν από τη χάρτινη φυλακή. Η ιδέα προέκυψε από ένα πόστερ του Jules Cheret από τα τέλη του 19ου αι. που διαφήμιζε το περιβόητο καμπαρέ «Μουλέν Ρουζ». Ο Περικλής Κοροβέσης είναι το πιο αγαπημένο «μοντέλο» του Καλαϊτζή. Συμμετέχει σε πληθώρα γελοιογραφιών αλλά ο πιο απρόσμενος ρόλος του είναι αυτός του γενίτσαρου Σουλεϊμάν Σαλίκ στον «Τυφώνα». Ως μπράβος σπέρνει τον τρόμο και δολοφονεί τον Κολαούζο λίγο πριν κι αυτός ουσιαστικά αυτοκτονήσει στα κοχλάζοντα νερά από την έκρηξη του ηφαιστείου. Ο Κολαούζος θα επανέλθει στις τελευταίες σελίδες. Ο Σαλίκ, όχι. Το δισέλιδο που κλείνει τον «Τυφώνα» είναι η παρουσίαση των εικονικών επόμενων τευχών. Οι «τίτλοι» που παρουσιάζονται είναι απολαυστικοί: «Ουρμπάν ο Προφήτης», «Άμλετ, ο Μπαρμπέρης της Ελσινόρης», «Το Μονοπάτι της Δύσεως» (με τα κεφάλαια: Γκογκόσης ο Κατακτητής, Γκογκόσης Εναντίον Γκογκόση, Η Επιστροφή του Γκογκόση κ.ά.). Είχαν προηγηθεί τα «Χαμένα Δάση», εκπαιδευτικό κόμικς για τα δάση της Ευρώπης σε ανάθεση της περιφέρειας της Προβηγκίας, που δεν κυκλοφόρησε ποτέ στα ελληνικά, μια και η τότε κυβέρνηση απαίτησε την απόσυρσή του επειδή σε κάποιον χάρτη αναγραφόταν το όνομα «Μακεδονία». Στα «Χαμένα Δάση» οι χαρακτήρες αποτελούν τις χάρτινες μεταφορές τεσσάρων φίλων του Γιάννη Καλαϊτζή: ο συγγραφέας Περικλής Κοροβέσης, ο μουσικοσυνθέτης Γιάννης–Μπαχ Σπυρόπουλος, ο δημοσιογράφος Τέλης Σαμαντάς και ο δημοσιογράφος Γιώργος Μασσαβέτας δανείζουν τις μορφές τους σε αρχαίους Έλληνες. Στο «Έψιλον» της «Ελευθεροτυπίας» δημιουργούσε αποσπασματικά στριπ ενώ όταν κυκλοφόρησε το «Εννέα» ανέλαβε την τελευταία σελίδα με τα μεθυσμένα ταξίδια στο «Πέλαγος της Μποτίλιας» και στη συνέχεια με τα παραληρηματικά «Έκτακτα Περιστατικά». Ως αρχικωπηλάτης της «Γαλέρας» δημιούργησε ακόμη έναν παιγνιώδη τίτλο: «Μαρξ και Σπένσερ». Mια ιδιαιτερότητα στα έργα του ήταν τα συνεχή λογοπαίγνια, η εσκεμμένη γλωσσική σύγχυση, οι νεολογισμοί και τα αρκτικόλεξα. Από κοντά οι μεταμορφώσεις των χαρακτήρων του, οι αλλαγές στα ονόματα και στην όψη τους. Σε ένα από τα «Έκτακτα Περιστατικά» του, πριν επινοήσει τους «Μαρξ και Σπένσερ», η ιστορία τελειώνει με το μπέρδεμα ανάμεσα στον Γκράουτσο Μαρξ και τον Καρλ Μαρξ. Ο Μαρξ του τελευταίου καρέ δεν μοιάζει λίγο και του Καλαϊτζή; Κόμικς του δημοσιεύτηκαν στο «Ντέφι», στην «Αυγή» και αλλού. Η τελευταία του σειρά δημοσιεύτηκε σε τούτην εδώ την εφημερίδα, στο «Καρέ Καρέ», με τους άστεγους «Μπον και Βιβέρ» να φαντασιώνονται λαβράκι πανέ στην όψη ενός σάπιου κρεμμυδιού. Οι Κοροβέσης και Σπυρόπουλος γίνονται οι «Μπον και Βιβέρ», που αναζητούν σκουπίδια και ονειρεύονται συνταγές με εξωτικά ονόματα και γεύσεις. Αν δεις μαζεμένα όλα αυτά τα κόμικς καταλαβαίνεις πως δεν αποτελούσαν πάρεργο της καλλιτεχνικής του διαδρομής αλλά αναπόσπαστο μέρος της. Κι αν τα δεις εκ του σύνεγγυς, θα ανακαλύψεις τόσες λεπτομέρειες, τόσες ψηφίδες ευφυΐας και χιούμορ που πολλαπλασιάζουν την αξία ενός έργου πάντα ζωντανού, επίκαιρου και προκλητικού στην εξερεύνηση. Ένας αντιεξουσιαστής... ΕΔΑΐτης ➀ Πανσπουδαστική τχ. 45-46, Μάρτιος-Απρίλιος 1963 - ➁ The New Yorker, 13-20.2.2017, εξώφυλλο του John W. Tomac με τίτλο «Liberty’s Flameout» (1-2) Σε ένα από τα πρώτα του σκίτσα στην «Πανσπουδαστική» ο Γιάννης Καλαϊτζής φαντάστηκε το Άγαλμα της Ελευθερίας με τον πυρσό να σβήνει, αφήνοντας να βγαίνει μόνο καπνός (1). Ήταν η περίοδος που ενισχύθηκε η ιμπεριαλιστική εμπλοκή των ΗΠΑ σ' όλο τον κόσμο και οξύνθηκαν οι φυλετικές αντιθέσεις στο εσωτερικό τους. Αλλά ακριβώς την ίδια έμπνευση είχε την περασμένη βδομάδα στο εξώφυλλό του το αμερικανικό περιοδικό «The New Yorker», προκειμένου να εικονογραφήσει τις πρόσφατες αποφάσεις του νέου προέδρου των ΗΠΑ (2). Ποιο είναι αυτό το στοιχείο που κάνει τις δημιουργίες του Καλαϊτζή τόσο επίκαιρες; Το δίχως άλλο η ιδιαίτερη σχέση του με την πολιτική. Μπορεί να μην περιορίστηκε στο πολιτικό σκίτσο η πολύχρονη παρουσία του στον ελληνικό Τύπο, αλλά δεν υπάρχει καμιά πτυχή της τόσο πληθωρικής δημιουργίας του που να μην έχει συνδεθεί άμεσα ή έμμεσα με την πολιτική. Από την εμφάνισή του «με κοντά παντελονάκια», όπως θυμάται ο Γιάνης Γιανουλόπουλος στην πρωτοποριακή προδικτατορική «Πανσπουδαστική» των αρχών της δεκαετίας του 1960, έως τα τελευταία του σκίτσα στην «Εφ.Συν.», η πολιτική στράτευση του Καλαϊτζή ξεχειλίζει. Δεν αναφέρομαι στον προφανή πολιτικό χαρακτήρα των σκίτσων και των γελοιογραφιών κάθε εφημερίδας. Η «στράτευση» του Καλαϊτζή υπηρετούσε εξαρχής μια προσωπική τοποθέτηση στον χώρο της Αριστεράς, όπως ο ίδιος την καταλάβαινε, χωρίς τους περιορισμούς της κομματικής ορθοδοξίας και χωρίς τα ταμπού του αριστερού συντηρητισμού. Την περίοδο που οι σκιτσογράφοι των εντύπων της Αριστεράς ήταν εγκλωβισμένοι σε ένα είδος γελοιογραφικού «σοσιαλιστικού ρεαλισμού» και κομματικής αυτοσυγκράτησης, ο Καλαϊτζής πειραματιζόταν με τα «απαγορευμένα»: τον αντικληρικαλισμό, το γυμνό, τις ερωτικές σχέσεις, την απόρριψη των ταμπού και της ηθικολογίας. Αυτός είναι ο λόγος που τα σκίτσα του Καλαϊτζή παραμένουν και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρα, ακόμα κι εκείνα που είναι ολοφάνερα σημαδεμένα από τη συγκυρία που τα ενέπνευσε. Κάποιες φορές, μάλιστα, ξενίζει η πολιτική γραμμή του σκίτσου του, αν τη συγκρίνει κανείς με τη γενική κατεύθυνση του εντύπου που τον φιλοξενεί, αλλά ακόμα και με την κυρίαρχη άποψη του πολιτικού φορέα που τον εκφράζει τη δεδομένη στιγμή. Από το ξεκίνημά του διαφαίνεται αυτή η ιδιαίτερη προσωπική σκοπιά και το χωρίς όρια χιούμορ του, το οποίο αποδεικνύεται διαχρονικό και υπερτοπικό. Περιοδικό «Αντί», τεύχος 155, 4.7.1980 Το διαπιστώνουμε στην προδικτατορική «Αυγή» της ΕΔΑ, στους «Δρόμους της Ειρήνης», και μετά την πτώση της χούντας πάλι στην «Αυγή» του ΚΚΕ Εσωτερικού, στο «Αντί», στην «Ελευθεροτυπία», στον «Σχολιαστή», στο «Ντέφι», στη «Βαβέλ» και άλλα. Σε όλη αυτή την πορεία διακρίνεται μια πρωτοφανής πολιτική συνέπεια. Μπορεί η γραμμή του σκίτσου να εξελίσσεται, αλλά η γραμμή του σκιτσογράφου συνεχίζει να εδράζεται στις ίδιες αρχές. Παραμένει σημαδεμένη από την εποχή των μεγάλων προσδοκιών της δεκαετίας του '60, αλλά ταυτόχρονα είναι έτοιμη να ξεφύγει από κάθε εύκολο καλούπι. Όπως επιχειρήσαμε να δείξουμε και στο ειδικό αφιέρωμα της «Εφ.Συν.» πριν από έναν χρόνο, η αριστερή ματιά στο σκίτσο του Καλαϊτζή δεν χωρά σε κανένα στερεότυπο. Και φυσικά ο ίδιος ουδέποτε ταυτίστηκε με το έντυπο με το οποίο συνεργαζόταν, όπως συμβαίνει με άλλους ομοτέχνους του, παρά το γεγονός ότι σε όλα υπήρξε κορυφαίος και σημείο αναφοράς των αναγνωστών. Για την ακρίβεια, ταυτίστηκε με δύο απ' αυτά. Μόνο που και τα δύο ήταν και δικά του δημιουργήματα. Πρώτα πρώτα η «Γαλέρα», το περιοδικό που ο ίδιος εμπνεύστηκε και σχεδίασε, και βέβαια η «Εφ.Συν.», η εφημερίδα που δεν θα είχε εκδοθεί χωρίς τη δική του παρότρυνση, επιμονή και συμβολή. Για να αντιληφθεί κανείς τη σχέση των σκίτσων του Γιάννη Καλαϊτζή με την πολιτική είναι χρήσιμη η αναδρομή στην περίοδο που κατέρρεε η «Ελευθεροτυπία» και οι εργαζόμενοι της Χ.Κ. Τεγόπουλος αναζητούσαν τρόπους να αντιδράσουν. Ο Γιάννης, αντίθετα με άλλες γνωστές υπογραφές της εφημερίδας, έδινε εξαρχής το «παρών» στις γενικές συνελεύσεις και υποστήριζε κάθε είδους συλλογική προσπάθεια ανασύνταξης της επιχείρησης, προτείνοντας μορφές αυτοδιαχείρισης. Και όταν φάνηκε ότι το μόνο μέλημα της εργοδοσίας ήταν να «προστατευτεί» από τους εργαζομένους και να εξασφαλίσει τη δική της οικονομική επιβίωση σε βάρος τους, ο Καλαϊτζής έθεσε εξαρχής το σκίτσο του στο πλευρό του αγώνα των εργαζομένων. Δεν ακολούθησε τον δρόμο άλλων επιφανών στελεχών της επιχείρησης (ανάμεσά τους και... αριστεροί σκιτσογράφοι) που προτίμησαν να λουφάξουν ή έσπευδαν να βρουν σωτηρία σε άλλα εκδοτικά συγκροτήματα. Έμεινε μαζί μας και πρωτοστάτησε στις απεργιακές μας κινητοποιήσεις, προσφέροντας ακόμα και το γραφείο του για την έκδοση των δύο ιστορικών απεργιακών φύλλων που κυκλοφόρησαν στις 15 και 22 Φεβρουαρίου 2012. Η αφίσα του για την έκδοση του δεύτερου απεργιακού φύλλου έγινε πρωτοσέλιδο στη γερμανική «Tageszeitung» σε αφιέρωμα για το «Ελληνικό Comeback», δηλαδή τον αγώνα των εργαζομένων για μια συνεταιριστική απάντηση στην κρίση (3). 3. To πρωτοσέλιδο της γερμανικής «Tageszeitung» (15.2.2012) Απολύτως χαρακτηριστικό για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τη δουλειά του ο Καλαϊτζής είναι το γεγονός ότι στο πολύμηνο διάστημα που μεσολάβησε από το κλείσιμο της «Ελευθεροτυπίας» μέχρι το άνοιγμα της «Εφ.Συν.» δεν σταμάτησε να σκιτσάρει κάθε μέρα και να αναρτά τη δουλειά του στον ιστότοπό του (gianniskalaitzis.gr). Όσο για την ιδιαιτερότητα της ματιάς του και την ανεξαρτησία της σκέψης του, αρκεί κανείς να φυλλομετρήσει τις εκδόσεις της «Εφ.Συν.» για να διαπιστώσει ότι δεν έπαψε μέχρι το τέλος να υπηρετεί τις ίδιες αρχές. Μόνιμος στόχος του, ο εγχώριος ναζισμός (4) και η (παρα)εξουσία της Εκκλησίας και των δανειστών (5). 4. «Εφ.Συν.», 1.9.2014 5. «Εφ.Συν.», 9.11.2015 Υποστήριζε την κυβέρνηση της Αριστεράς σε σύγκριση με τους προκατόχους της (6), αλλά χωρίς να παύει να σχολιάζει τα δικά της πεπραγμένα (7 και 8). 6. «Εφ.Συν.», 19.1.2016 7. «Εφ.Συν.», 24.10.2015 8. «Εφ.Συν.», 31.10.2015 Μετά το καλοκαίρι του 2015 από το πενάκι του δεν γλίτωσαν ούτε αυτοί που ονόμαζε «πολύ αριστεροί» (9). 9. «Εφ.Συν.», 16.7.2015 Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι ποτέ δεν δίστασε να ασχοληθεί και με τα πιο επικίνδυνα θέματα (10), ενώ ακόμα και για το συνεταιριστικό εγχείρημα της «Εφ.Συν.», που υποστήριζε με τόση ζέση, ποτέ δεν έπαψε να μας θυμίζει τις δυσκολίες (11). 10. «Εφ.Συν.», 6.10.2015 11. «Εφ.Συν.», 22.7.2014 Αυτοί είναι οι λόγοι που καθιστούν την απώλειά του τόσο δυσβάστακτη για όλους μας. Και το σχετικά links εδώ κι εδώ...
  16. Στο τεύχος # 360 του Έψιλον της Ελευθεροτυπίας,που κυκλοφόρησε την 01/03/1998,βρίσκουμε ένα αφιέρωμα στον Ντούσαν Ρέλιτς,έναν Γιουγκοσλάβο σχεδιαστή κόμικς και γελοιογράφο,ο οποίος ήρθε σαν πρόσφυγας στην Ελλάδα...!Την επιμέλεια αυτού του αφιερώματος επιμελήθηκε ο Άρης Μαλανδράκης,ενώ οι φωτογραφίες είναι του Χρ.Λιάτση...! Και σε μεμονωμένο αρχείο της μορφής cbr...! ΝΤΟΥΣΑΝ ΡΕΛΙΤΣ - ΤΑ ΣΚΙΤΣΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ Μαλανδράκης Άρης,Ελευθεροτυπία - Έψιλον,01031998.cbr Καλή σας ανάγνωση...!
  17. Στο τεύχος # 361 του περιοδικού Έψιλον της Ελευθεροτυπίας,που κυκλοφόρησε στις 08/03/1998,έχουμε ένα άρθρο σχετικό με τον κόσμο της Ένατης Τέχνης...! Ο Άρης Μαλανδράκης ρωτάει μερικούς από τους ανθρώπους του χώρου για το ποιες είναι οι αγαπημένες τους ηρωίδες κόμικς...!Τα άτομα που ερωτήθηκαν είναι ο Ανδρέας Ζαφειράτος,ο Δημήτρης Βανέλλης,ο αείμνηστος Γιάννης Καλαϊτζής,ο Γιώργος Μπότσος,o Κώστας και Δημήτρης Βιτάλης και η Σοφία Μιλάσεβιτς...! Όσοι έχετε την περιέργεια να μάθετε τις προτιμήσεις τους,μπορείτε να διαβάσετε παρακάτω...! Κι όσοι θέλετε να το κατεβάζετε σαν μεμονωμένο αρχείο,ζήλεψα από τον GCF και το έκανα κι εγώ σε cbr μορφή...! ΗΡΩΙΔΕΣ ΚΟΜΙΞ Μαλανδράκης Άρης,Ελευθεροτυπία - Έψιλον,08031998.cbr Να επισημάνω ότι η δεύτερη σελίδα του άρθρου είναι ουσιαστικά η πρώτη και πρέπει να μπήκε κατά λάθος στο στήσιμο του περιοδικού...!Εγώ τις έβαλα με την σειρά που έχουν δημοσιευθεί...! Καλή σας ανάγνωση...!
  18. Η παρουσίαση του θεατρικού Μικρός Ήρως που είχε ανεβάσει ο Πιατάς. Το σαλόνι... ...και όλο το άρθρο σε cbr, για να υπάρχει σε εικόνες υψηλής ανάλυσης. Τουρνέ για Σπίθα και Θαλάσση Μαλανδράκης Άρης, Έψιλον Τ532 Ελευθεροτυπίας, 17-06-2001.cbr
  19. Στο τεύχος # 340,του περιοδικού Έψιλον της Ελευθεροτυπίας που κυκλοφόρησε στις 12/10/97,υπάρχει ένα αφιέρωμα στον μεγάλο σκηνοθέτη Φεντερίκο Φελίνι,ο οποίος μαθαίνουμε ότι πριν τον κατακτήσει η Έβδομη Τέχνη είχε κι άλλα ταλέντα...! Το άρθρο φέρει την υπογραφή του Άρη Μαλανδράκη,με φωτογραφικό υλικό επίσης από το αρχείο του ίδιου...! Καλή ανάγνωση...!
  20. Ο αξιαγάπητος ΚΥΡιος Κυριακόπουλος Μια ανοιχτόκαρδη κουβέντα με τον πιο αγαπητό Έλληνα γελοιογράφο Στο σπίτι παίρναμε «Τα Νέα» και την «Ελευθεροτυπία». Την «Ελευθεροτυπία» την άρπαζα πρώτος εγώ, την άπλωνα ωραία, στρωτά στο χαλί, να μη τσαλακώνεται, και τη διάβαζα, την ξεκοκάλιζα. Τα Σάββατα ιδιαίτερα, όταν είχα να απολαύσω τον ολοσέλιδο ΚΥΡ. Ένα σεντόνι με πανέξυπνο χιούμορ, με τα μικρά μίνιμαλ σχεδιασμένα ανθρωπάκια του που κυκλοφορούσαν στην Αθήνα με φόντο την Ακρόπολη, σε πάρκα, πλατείες, σπίτια, όλα ζωγραφισμένα ολοκάθαρα και απλά. Χωρίς σκιές και λεπτομέρειες. Μία ανθοστήλη εδώ, ένα λαμπατέρ εκεί. Ανθρωπάκια Έλληνες, απλός λαός, με τα ολοστρόγγυλα ορθάνοιχτα μάτια τους, σαν να απορούν μονίμως με όλα όσα συμβαίνουν. Μίνιμαλ και οι ατάκες τους. Μια φράση που χτύπαγε στόχο και πυροδοτούσε το γέλιο της έκπληξης, της ευχαρίστησης, της γλυκιάς εκδίκησης προς το κατεστημένο – έτσι όπως το καυτηρίαζε ο ΚΥΡ. ΚΥΡ, Γιάννης Κυριακόπουλος. Ο χαμογελαστός κύριος που εμφανιζόταν πάντα στις φωτογραφίες φορώντας τα γυαλιά του και κρατώντας την πίπα του. Δημοφιλής και αποδεκτός παντού γιατί η σάτιρά του ήταν πάντα έξυπνη και διακριτική, δαιμόνια αληθινή χωρίς να γίνεται χυδαία ή άγαρμπη. Τα σκίτσα του καταγράφουν καθημερινά την ελληνική πραγματικότητα εδώ και 50τόσα χρόνια. Μια καθημερινή συνήθεια που, στο τέλος της κάθε χρονιάς, έρχεται πακέτο σε ένα λεύκωμα όπου είναι συγκεντρωμένα όλα τα σκίτσα. Κλασική παράδοση χριστουγεννιάτικου, και πάντα ευπρόσδεκτου, δώρου: σου πήρα το λεύκωμα του ΚΥΡ. Το φετινό λεύκωμα που ετοιμάζει πυρετωδώς για τις εκδόσεις Διόπτρα, έχει τίτλο «Πρώτη φορά πουθενά». Ο ΚΥΡ δεν εμφανίζεται πια σε καμιά εφημερίδα, το χαρτί έδωσε τη θέση του στα πίξελς. Σήμερα, ο ΚΥΡ έρχεται ηλεκτρονικά στο email μας καθημερινά, χαρίζοντάς μας την πιο χαμογελαστή καλημέρα. Η πρόσβαση του κόσμου μέσω internet είναι πολύ μεγαλύτερη, τον εκπλήσσει και τον ίδιο πόσοι είναι συνδρομητές -δωρεάν- στην ιστοσελίδα του. Συνεχίζει να καταγράφει την ελληνική σύγχρονη ιστορία, το χιούμορ του είναι αειθαλές και αστραπιαίο, η πίπα μόνο αντικαταστάθηκε από ένα ηλεκτρονικό τσιγάρο και στη συλλογή του πρόσθεσε άλλη μία αναγνώριση δίπλα στα διεθνή βραβεία: πριν λίγες μέρες, στο Προεδρικό Μέγαρο, ο ΚΥΡ βραβεύτηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Παυλόπουλο με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος του Φοίνικος. Τιμή που απονέμεται σε Έλληνες πολίτες που υπερέχουν στις τέχνες και τη λογοτεχνία, την επιστήμη, τη δημόσια διαχείριση, τη ναυτιλία, το εμπόριο και τη βιομηχανία. Μπροστά σε αυτή την επισημότητα, ο ΚΥΡ παρέμεινε ο ίδιος, αγαπημένος μας γελοιογράφος: έκανε δώρο στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ένα σκίτσο που γράφει «Στο τέλος, σε φιλική ατμόσφαιρα, ο ΚΥΡ είπε στον Πρόεδρο… “Δεν είναι οξύμωρο, σε μια χώρα ανέργων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, να λέγεται ΠΡΟΚΟΠΗΣ;…”» Ο κύριος Κυριακόπουλος ζει σε ένα περιβάλλον γεμάτο αγάπη. Έχει αποκτήσει το πρώτο του εγγόνι, «Γιάννης Κυριακόπουλος κι αυτός» λέει με τεράστιο χαμόγελο. Η σύντροφός του, η γνωστή δημοσιογράφος Εύη Κυριακοπούλου, είναι μία κομψή, ευγενική παρουσία που του υπενθυμίζει τρυφερά κάτι για τη συνέχεια της ημέρας και αποσύρεται. Ο κύριος Γιάννης κάθεται στο γραφείο με τα πενάκια του, τις λευκές κόλλες χαρτί και αραδιασμένα τα μικρά αξεσουάρ του σκιτσογράφου μπροστά του. Όλα είναι απλά, στρωτά και συντονισμένα στο πηγαίο του χιούμορ. Από πίσω του, η «πολυτιμότερη συλλογή του», όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος: ένας ολόκληρος τοίχος γεμάτος από πορτρέτα του που του έχουν σχεδιάσει άλλοι διάσημοι σκιτσογράφοι, Έλληνες και ξένοι. «…Ο Μποστ… ο Καλαϊτζής… ο Αργυράκης… ο Ιωάννου… ο Αρχέλαος… ο Παυλίδης… ο Κώστας ο Μητρόπουλος… ο Αλέκος Φασιανός… ο Στάθης… αυτό είναι του Plantu από τη Le Monde… κι εκεί στην άκρη το πιο πολύτιμο, του Wolinski που σκοτώσανε στο Παρίσι…». Όλοι αγαπούν τον ΚΥΡ. Αλλά κατά κάποιο τρόπο, μοιάζει σαν να τον βρήκαμε έτσι, έτοιμο, έναν αιώνια φρέσκο, χιουμορίστα φίλο. Πώς ήταν πριν; Του ζητάω να πάμε πίσω, στα παιδικά, νεανικά του χρόνια... «Η ζωή μου άρχισε από τη Νέα Σμύρνη. Είμαι παιδί προσφύγων της Μικράς Ασίας. Την προσφυγιά δεν τη γνώρισα, αλλά όλη μου η παρέα, όλη η γειτονιά ζούσαμε με σκηνικό τον εμφύλιο. Ο πατέρας μου ήταν εργολάβος, έφτιαχνε σπίτια και όλοι οι πατριώτες τα έδιναν σε αυτόν να τους τα φτιάξει. Καλά ζούσαμε, δεν είχα παράπονο. Πήγα σε σχολεία της Νέας Σμύρνης και μετά σε ιδιωτικό Γυμνάσιο. Εκεί βγάζαμε και ένα περιοδικό όπου άρχισα για πρώτη φορά να κάνω γελοιογραφίες. Μάλιστα σε μια-δυο σατίριζα και ένα συμμαθητή μας που έκανε το διαιτητή σε αγώνες μπάσκετ. Σύμπτωση, αυτόν το φίλο μου τον ξανασατίρισα μετά από χρόνια, όταν έγινε υπουργός Παιδείας – ήταν ο Πέτρος ο Μώραλης του Πασόκ. Κατά τα άλλα, στην τάξη πάντα ήμουν έτοιμος να πετάξω καλαμπούρια. Καλός μαθητής δεν ήμουνα. Δεν θα μπορούσα να μπω ούτε στο Πανεπιστήμιο ούτε στο Πολυτεχνείο. Το μόνο άριστα το είχα στα τεχνικά. Κι έτσι στράφηκα σε μία άλλη μορφή τέχνης, ήθελα κάτι μεταξύ διαφήμισης, γραφικών τεχνών, διακόσμησης… κάτι τέτοιο. Κι έτσι πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών της Ιταλίας. Τα πρωινά μου ήταν ολίγον τι ακαδημαϊκά αλλά τα βράδια φοιτούσα σε νυχτερινή σχολή όπου μάθαινα γραφικές τέχνες, κάναμε αφίσες, κεραμική και λοιπά. Μου άρεσε πιο πολύ αυτό. Αλλά και πάλι δεν είχα βρει το στίγμα μου, το χώρο μου. Κάποια μέρα έτυχε να πάω στην Αμερικάνικη Βιβλιοθήκη στη Ρώμη και καθώς έψαχνα τα διάφορα βιβλία, τράβηξα ένα που ήτανε του Αμερικάνου Ρουμανοεβραίου Στέινμπεργκ. Και άρχισαν να χτυπάνε οι καμπάνες! Έμπνευση! Γύρισα θυμάμαι στο δωμάτιό μου και αμέσως άρχισα να σχεδιάζω. Τα είδε μία συμμαθήτριά μου Ιταλίδα και μου πρότεινε να τα πάω σε ένα χιουμοριστικό περιοδικό που κυκλοφορούσε τότε, το «Il Travaso». Ήταν αντίστοιχο του εγγλέζικου Punch. Δεν ήταν πολιτικά σκίτσα, είχαν κοινωνικό χιούμορ. Πήγα, τους αρέσανε, κράτησαν ένα σεβαστό αριθμό και μου έδωσαν κι ένα χαρτί για να πάω να πληρωθώ στο ταμείο. (Γελάει) Ένιωσα για πρώτη φορά ότι κάτι είχα κάνει. Μάλιστα με αυτά τα λεφτά, μάζεψα κάτι φίλους μου Έλληνες και Ιταλούς και τους έκανα το τραπέζι σε μία πιτσερία». Στην Ιταλία, εκείνη την περίοδο, υπήρχε έντονα ένα μεγάλο αριστερό κίνημα. Πώς ήταν η δική σας ζωή εκεί σε ένα τέτοιο φοιτητικό σκηνικό; Η αλήθεια είναι ότι τότε, το Partito Comunista Italiano ήταν μεγάλη υπόθεση. Είχε 8 εκατομμύρια μέλη με ταυτότητες. Τόσα δεν είχε ούτε η Σοβιετική Ένωση. Στο Τορίνο όπου ήταν όλες οι αυτοκινητοβιομηχανίες, η Φίατ, η Λάντσια, η Άλφα Ρομέο και είχε πολλή εργατιά, θυμάμαι μία Πρωτομαγιά η παρέλαση κρατούσε χιλιόμετρα, είχε κοκκινίσει το σύμπαν. Σαν φοιτητικό κίνημα, όμως, μέσα στη Σχολή Καλών Τεχνών δεν το αισθάνθηκα. Άλλωστε είχα ζήσει και έναν εμφύλιο, δεν ήθελα να ξαναμπαίνω σε διχασμούς. Στη σχολή δεν είχαμε αριστερούς - δεξιούς ίσως γιατί τα τρία πέμπτα εκεί ήταν κοπέλες, υπήρχε μεγαλύτερη προσήλωση στην τέχνη παρά σε άλλα. Σαν νέος ήσασταν άτακτος; Σε ένα μεγάλο μέρος της παιδικής μου ηλικίας πήγαινα στα Κατηχητικά. Τότε με την παρέα για να έχουμε ένα γήπεδο, μία λέσχη, έπρεπε να μαζευόμαστε στα Κατηχητικά ή στους προσκόπους. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο. Ακόμα και για να γίνεις αθλητής, να γραφτείς ας πούμε στον Πανιώνιο, χρειαζόταν ειδική άδεια από το Υπουργείο Παιδείας. Αλλά μισούσα τις στολές. Γι’ αυτό πήγα Κατηχητικό, εκεί ήταν η περισσότερη παρέα. Αν με ρωτήσεις τώρα αν έχω μετανιώσει, ναι υπήρξαν κάποια πράγματα για τα οποία έχω μετανιώσει αλλά περνούσαμε και ωραία. Κατασκηνώσεις, μαζί όλη η παρέα... …Έτσι λοιπόν, στα φοιτητικά χρόνια μου είχα αρχίσει και έδινα σκίτσα. Κάποια μέρα λαμβάνω από την Αθήνα ένα επείγον πακετάκι, ήταν το περιοδικό «Ταχυδρόμος» που έβγαζε τότε ο Οργανισμός Λαμπράκη με διευθυντή τον Γιώργο Σαββίδη. Στο περιοδικό υπήρχε ένα δισέλιδο που έγραφε «Ποιος είναι ο Κυριακόπουλος;» και είχε όλα μου τα σκίτσα που είχα δημοσιεύσει στο ιταλικό περιοδικό. Σε εκείνα τα σκίτσα υπέγραφα ως «Κύργια» και στο τελευταίο άλφα έβαζα μία ελληνική σημαία. Στη Ρώμη τότε ήταν και η Ροζίτα Σώκου λεχώνα, με τον άντρα της τον Ιταλό, μόλις είχε γεννηθεί η κόρη τους. Με ρωτάει λοιπόν, τι έχεις σκοπό να κάνεις; Θα πας στην Αθήνα; Αν πας θα σου γράψω ένα γράμμα για τη φίλη μου την Ελένη Βλάχου. Να πας να τη δεις. Μια μέρα, αφού είχα γυρίσει στην Ελλάδα, είχα το γράμμα στην τσέπη μου και περνούσα από την Πλατεία Καρύτση, εκεί που ήταν ο «Ταχυδρόμος». Λέω, δεν πάω επάνω να ευχαριστήσω αυτούς τους ανθρώπους που μου κάνανε αυτό το αφιέρωμα; Ανεβαίνω, ζητάω τον κύριο Σαββίδη, περνάω μέσα και τον βλέπω όρθιο, με ένα χαμόγελο μεγάλο, να με χαιρετάει και να μου λέει καθίστε, φωνάζει και τον Κώστα τον Μητρόπουλο, τα έχασα εγώ με αυτή την υποδοχή. Με συγκίνησε. Μου λέει, εμείς κάθε Σάββατο που βγαίνουμε, αφιερώνουμε δύο σελίδες στο χιούμορ και θέλουμε ελληνικές υπογραφές. Ό,τι έχετε να μας το φέρνετε κι εμείς θα το δημοσιεύουμε. Άρχισα έτσι συνεργασία και ταυτόχρονα πήγα και στην Ελένη Βλάχου που με σύστησε στο διευθυντή των «Εικόνων», Τάκη Λαμπρία, και άρχισα να στέλνω και σε αυτούς σκίτσα· μου κάνανε ειδικά δισέλιδα. Ακόμα και όταν πήγα στο στρατό μπορούσα και τους έστελνα συνεργασίες. Ήμουν έφεδρος αξιωματικός του Μηχανικού στο Κιλκίς και έμενα έξω σε δικό μου δωμάτιο. Είχα μαζί τα σύνεργά μου, σκιτσάριζα σε χαρτάκια, τα έβαζα σε φάκελο και τα ταχυδρομούσα. Μετά από καιρό, μια εβδομάδα αφού είχα πάρει το απολυτήριό μου, παίρνω ένα τηλεφώνημα από τον Τάκη Λαμπρία και μου λέει, κύριε Κυριακόπουλε, η Ελένη Βλάχου ετοιμάζει εφημερίδα, τη «Μεσημβρινή». Εσύ μέχρι τώρα κάνεις χιούμορ αλλά εμείς θέλουμε πολιτικό σκίτσο. Κάνε μία δοκιμή και φέρε μας. Το πάλεψα, δεν με δυσκόλεψε και πολύ η μεταφορά από το ένα είδος στο άλλο. Τους αρέσανε. Όταν κάνω ένα σκίτσο, βάζω έναν στόχο και γυρίζω γύρω από αυτόν, βρίσκω μια ιδέα, προσπαθώ, ξαναπροσπαθώ. Εάν δεν πετύχω αυτό που θέλω, τσακ, πετάγομαι σε άλλο στόχο, παρόμοιου γεγονότος ή περιεχομένου. Μέχρι να το βρω. Κι έτσι, κυκλοφόρησε το φύλλο της «Μεσημβρινής», ανοίγω να δω τα σκίτσα και βλέπω υπογραφή: «του ΚΥΡ». Εκεί είδα για πρώτη φορά τη λέξη ΚΥΡ. Η Ελένη Βλάχου ήθελε να μπει έτσι το όνομα. Έγινε επίσημα η νονά μου. Κι από εκεί σιγά σιγά προχωρήσαμε… περιοδικά, εφημερίδες, εκθέσεις… Η καθαρή γραμμή που έχετε χαρακτήριζε πάντα τα σκίτσα σας; Ναι, πάντα μου άρεσε το μίνιμαλ. Ήμουνα πιο πολύ της γαλλικής σχολής και όχι της αγγλικής. Καθαρή γραμμή, όχι πολλές φιοριτούρες. Οι Εγγλέζοι, για παράδειγμα, φτιάχνουν έναν άνθρωπο που κάθεται σε ένα γραφείο μιλώντας σε έναν άλλο και λέει το αστείο, κι από πίσω κάνουν τη βιβλιοθήκη, τα αμπαζούρ, το ένα, το άλλο… Εγώ μπορεί να βάλω μια ανθοστήλη μόνο. Κι αυτό για να γεμίσει το σκίτσο, δηλαδή. Να ζυγίζω την εικόνα. Έχετε κάποια tips, κάποια στάνταρντς που ακολουθείτε στην έμπνευσή σας; Αποφεύγω να σκιτσάρω πολιτικά πρόσωπα. Μία στα χίλια θα χρειαστεί να βάλω τον Σαμαρά ή τον Καραμανλή ή τον Τσίπρα. Εγώ θέλω να σχολιάζουν το γεγονός απλοί άνθρωποι. Οι αναγνώστες. Αυτή είναι η αρχή μου. Ο απλός λαός. Άνθρωποι όλων των κατηγοριών. Δυο συνταξιούχοι που τους καίει το θέμα, η γιαγιά με το κλασικό τσεμπέρι, ο τύπος με την τραγιάσκα ο επαρχιώτης, ο κουλτουριάρης με τα γυαλιά, ο πιτσιρικάς, ο πατέρας κ.λπ. Και τους βάζω να μιλάνε στο καφενείο, σε ένα παγκάκι, στην κρεβατοκάμαρα ένας να κουβεντιάζει με τη γυναίκα του... Φροντίζω να είμαι πάντα πολύ καλά ενημερωμένος, δημοσιογραφικά. Διαβάζω δύο εφημερίδες, ει δυνατόν μία της δεξιάς και μία της altera parte, βλέπω τις ειδήσεις στο ίντερνετ, ακούω ραδιόφωνο και μεγάλος μου τροφοδότης πληροφοριών είναι η γυναίκα μου που έρχεται απ’ έξω: «ξέρεις, στο κομμωτήριο όλες οι γυναίκες ήταν έξω φρενών με αυτό.. αυτό… κ.λπ.». Ή ερχόντουσαν τα πιτσιρίκια μου: «Μπαμπά, ξέρεις, όλοι συζητάγανε που ακρίβυνε η βενζίνη ξέρω ’γω…». Πιο πολύ ποντάρω στο τι καίει τον κόσμο ώστε εγώ να πάρω το παράπονό του και να το ρίξω στα μούτρα της εξουσίας. Και επειδή το λένε λαϊκοί άνθρωποι στο σκίτσο μου, αμέσως ο αναγνώστης ευχαριστιέται. Για έμπνευση από τις ειδήσεις, παλιά, είχαμε τις εφημερίδες γιατί ήταν το μόνο μέσον που δεν ήταν κρατικό. Το ραδιόφωνο ήταν κρατικό, τηλεόραση δεν υπήρχε… Ο κόσμος έπαιρνε πολύ τις εφημερίδες τότε. Την υπερ-προσφορά για σάτιρα που υπάρχει στις μέρες μας πώς την αντιμετωπίζετε; Πολλές φορές με ρωτάνε: Κι αν δεν έχεις κάποια φορά ιδέα; Τους λέω, τι λέτε τώρα; Ώσπου να στεγνώσει το μελάνι, έχουνε βγει τρεις νέες ιδέες. Κι αυτό που λέω πάντα: αν ζούσα στη Φινλανδία θα ήμουνα στο ταμείο ανεργίας. Η Ελλάδα είναι ο παράδεισος του γελοιογράφου. Οι γελοιογράφοι είναι η μόνη τάξη η οποία από την πολιτική έχει πριμοδοτηθεί. Έχετε πει ότι το πολιτικό σκίτσο υπάρχει κατ’ εξοχήν στην εφημερίδα. Αυτό πώς το βλέπετε σήμερα με την κυριαρχία του ίντερνετ; Παλιότερα υπήρχε το ερώτημα, αν βουλιάξει ο τύπος θα βουλιάξει και η γελοιογραφία; Σωστό ερώτημα. Γιατί η γελοιογραφία είναι το μόνο πράγμα που θέλει μία σχετική απόσταση από το μάτι. (Δείχνει με το χέρι του την απόσταση ανάγνωσης μίας εφημερίδας). Μου λέγανε παλιότερα, γιατί δεν τα κάνεις τα σκίτσα σου καρτούν για την τηλεόραση; Όχι. Γιατί εκεί είναι μακριά. Ο άλλος το σκίτσο το θέλει «εκεί», για να δει τη γραμμή. Αυτό που πέτυχε ο υπολογιστής, το ίντερνετ. Σήμερα, μόνο η «Καθημερινή» και τα «Νέα» έχουν συναδέλφους και πολύ καλούς μάλιστα… Όταν άρχισαν να κλείνουν οι εφημερίδες ή δεν βγαίνανε για να έχουν συνεργάτες, ο γιος μου επέμενε πολύ στο ίντερνετ. Ευτυχώς, το παιδί. Κυρίως ήθελα να κάνω καθημερινά ένα σκίτσο για να τα έχω για αυτή την παράδοση που κρατάω, του ημερολογίου στο τέλος της χρονιάς. Το να τα κάνω και να τα βάζω στο συρτάρι για το τέλος της χρονιάς, δεν έχει νόημα. Η γελοιογραφία γίνεται για να τη δούνε. Έτσι αποφάσισα να τη δημοσιεύω στη σελίδα μου στο ίντερνετ, αυτό άρχισε να διαδίδεται και έφτασα σήμερα να έχω 22 και 24 χιλιάδες χτυπήματα καθημερινά. Σημαντικό είναι ότι παίρνω μηνύματα. Ειδικά τώρα που βραβεύτηκα πήρα ένα ολόκληρο πάκο από email. Ήταν συγκινητικό, δεν το περίμενα. Μου γράφανε, ξέρεις, σημασία δεν έχει τόσο το βραβείο που πήρες όσο το χαμόγελο που δίνεις καθημερινά στον κόσμο την ώρα που ξεκινάμε τη μέρα. Είναι πιο επικοινωνιακό από τις εφημερίδες γιατί εδώ ξέρεις ότι πατάει το κουμπί ειδικά για σένα και μόνο. Εδώ τώρα έχω επισκεψιμότητα όσο τα «Νέα» και η «Καθημερινή» μαζί. Ευτυχώς, έπεσαν και μερικές διαφημίσεις. Ήμουν λίγο αυστηρός στις επιλογές μου στην αρχή, δεν ήθελα να βάζω κάτι πιτσερίες κλπ. Ήθελα να είναι σαν μπουτίκ (γελάει). Το διαχειρίζομαι μόνος μου το site, δεν είναι τίποτα σπουδαίο. Είναι 5-6 πελάτες στους οποίους κάθε δυο μήνες στέλνω εγώ το τιμολόγιο κι αυτοί βάζουν στο λογαριασμό μου τα χρήματα. Δεν έχω ούτε να τρέξω, ούτε να κάνω κανένα λογιστικό κατόρθωμα. Έτσι βγήκε και ο τίτλος του νέου άλμπουμ «Πρώτη φορά πουθενά». Βλέπεις, έχει γίνει έθιμο πλέον αυτό το ημερολόγιο. Κάποτε ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης, πολύ αξιόλογος άνθρωπος, μου είχε πει ότι αυτά τα ημερολόγια είναι σαν να βλέπεις την ιστορία της νεότερης Ελλάδας χιουμοριστικά. Θέλεις να δεις τι έγινε το 1998; Παίρνεις το ημερολόγιο εκείνης της χρονιάς και το βλέπεις. Μερικές φορές βλέποντας παλιά ημερολόγια, αναρωτιέμαι – τι ήθελα να πω εδώ; Ήτανε γεγονότα που είχανε συμβεί τότε. Έχει δημιουργηθεί ένα συγκεκριμένο κοινό που το περιμένει και το παίρνει. Ποια θεωρείτε ότι ήταν η καλύτερη περίοδος για την πολιτική γελοιογραφία; Για μένα η καλύτερη περίοδος ήταν της «Ελευθεροτυπίας». Ο τότε ιδιοκτήτης της, ο Τεγόπουλος και ο Φυντανίδης, λαμπρός διευθυντής της, ήταν της άποψης: βάλτε ό,τι θέλετε, αρκεί να το υπογράψετε. Βρίστε και την «Ελευθεροτυπία» αρκεί να το υπογράψετε. Μην το αφήσετε σαν να είναι άποψη της εφημερίδας. Ήταν ωραία στάση αυτή. Για να πω την αλήθεια, την περίοδο στην αρχή της «Μεσημβρινής», δεξιάς εφημερίδας, πώς να το κάνουμε, δεν μπορούσα να βρίσω ούτε το βασιλιά, ούτε το παλάτι, ούτε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον μεγάλο… Η χειρότερη περίοδός μου ήταν της χούντας. Έκλεισε η εφημερίδα που εργαζόμουνα. Τότε ο Λαμπρίας πήρε άδεια και άνοιξε τις «Εικόνες». Εκεί εγώ έκανα ένα κόμικ, τον Τρωικό Πόλεμο. Πώς μου ήρθε τώρα εμένα και έκανα ότι η Ιθάκη ήταν η κατεχομένη υπό των μνηστήρων χώρα και περίμενε τον Οδυσσέα να έρθει να την ελευθερώσει. Ε λοιπόν εκεί μέσα πέρναγα τέρατα. Είχα κάνει την Ιθάκη, το νησί, βάζοντας μία ταμπέλα επάνω: «Ιθάκη Ιθακησίων Ειδωλολατρών». Τελικά το μυρίστηκαν από τη χούντα και μου απαγορέψανε να εργάζομαι. Ό,τι σκίτσο έστελνα μου το επέστρεφαν με μία κόκκινη μολυβιά. Είχε αντίκτυπο και στο βιοπορισμό μου. Ευτυχώς που δεν ήμουνα παντρεμένος, να έχω πολλά έξοδα. Ήταν δύσκολη περίοδος. Ζούσα με τη μητέρα μου, είχαμε κάποιο εισόδημα, είχα κι εγώ κάτι στην άκρη… Δεν μπορώ να πω ότι υπέφερα. Εκείνη τη εποχή έβγαζε η Ελένη Βλάχου το «Hellenic Review» στο Λονδίνο. Άρχισα να της στέλνω αντιστασιακά σκίτσα με ψευδώνυμο, Μακ Πάπα. Όλοι νόμιζαν ότι είμαι ένα σκωτσέζος σκιτσογράφος. Τελικά το Μακ Πάπα (γελάει) ήταν τα αρχικά των συνταγματαρχών: Μακαρέζος, Παπαδόπουλος, Πατακός. Προσπαθούσα να είναι λίγο διαφορετική η τεχνική των σκίτσων. Μετά την απελευθέρωση, έγινε μία έκθεση εναντίον του φασισμού στο Άλσος Κηφισιάς. Μεταξύ των άλλων υπήρχε και ένα περίπτερο με το τι είχε δημοσιεύσει ο ξένος τύπος για τη χούντα. Εκεί είχε και τα σκίτσα του Σκωτσέζου Μακ Πάπα. Εγώ ήμουν σε άλλο περίπτερο, πιο δίπλα. Τη λογοκρισία και την αυτολογοκρισία πώς την έχετε διαχειριστεί; Πολλές φορές λέμε ότι δεν πρέπει να υπάρχει αυτολογοκρισία. Όχι, έχω μία αυτολογοκρισία. Ας πούμε για μερικά από τα σκίτσα του «Charlie Hebdo» έχω αντίρρηση. Έκαναν τώρα τις γελοιογραφίες με τους σεισμούς της Ιταλίας στην Αματρίτσε, τα σπαγγέτι α λα Αματριτσάνα κι αντί για ντομάτα είχανε τα αίματα… Δεν θέλω να σατιρίζω πράγματα τα οποία ο άλλος σέβεται. Γιατί να σατιρίσω εγώ τον Μωάμεθ; Πάγματα πάνω από την πολιτική; Ο άλλος προσεύχεται σε αυτά κάθε μέρα, γιατί να τα θίξω; Άλλο: μου αρέσουν πολύ τα σόκιν, όταν στηρίζονται πάνω σε μία λεπτή γραμμή. Λίγο να κλίνεις προς τη μία, γίνεσαι χυδαίος. Αν πας προσεκτικά, έχεις εκατό τοις εκατό επιτυχία. Πώς αντιμετωπίζετε τον τρόπο που αντιδράει πια ο κόσμος απέναντι σε ό,τι δεν συμφωνεί; Παράδειγμα ο Αρκάς ο οποίος τελευταία κάνει μία οξεία πολιτική σάτιρα... Δεν συμφωνώ, δεν συμφωνώ με αυτά που του λένε! Ο Αρκάς είναι μεγάλος και δεν θέλω καμία κουβέντα εναντίον του. Η αλήθεια είναι ότι τώρα μπήκε στον χώρο της πολιτικής ο Αρκάς. Μπορώ να πω, με μεγάλη επιτυχία. Έχει έναν ωραίο τρόπο σκέψης. Μου έχει κάνει και δύο πολύ ωραία σκίτσα…» (Δείχνει τον τοίχο με τα σκίτσα του) Φαντάζομαι, θα έχετε κάποιο τεράστιο αρχείο. Κάποια στιγμή δεν θα πρέπει να το αξιοποιήσετε; Αυτά τα πράγματα είναι σαν την τυρόπιτα. Τρώγονται ζεστά. Τι νόημα έχει τώρα μία γελοιογραφία με τον Αντρέα Παπανδρέου ή με τον Γέρο Παπανδρέου;… Αδημοσίευτα σκίτσα όχι, δεν έχω. Τι θα πει αυτό. Ή θα δημοσιευτεί ή θα σκιστεί. Η Ελένη Βλάχου έλεγε ότι η γελοιογραφία είναι κάτι που δεν μπορώ να το διορθώσω. Σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο μπορώ και διορθώνω, σβήνω μια γραμμούλα, μία φράση… στο σκίτσο δεν μπορώ να το κάνω. Θυμάμαι και το άλλο που είχε πει, το είπα μάλιστα και στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Δείξτε μου τα σκίτσα μίας χώρας και θα σας πω τι πολίτευμα έχει. Στην Ελλάδα υπάρχει ένα τιμ από καμιά δεκαριά γελοιογράφους που είναι πάρα πολύ αξιόλογοι. Συγκρίνοντάς τους με τους ξένους, αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, γιατί ποιος ενδιαφέρεται τώρα τι είπε ο Φίλης και τι είπε ο Κατρούγκαλος, αν όμως αυτή η δεκάδα των γελοιογράφων ήταν μέσα στα τεκταινόμενα της κεντρικής Ευρώπης ή της Αμερικής θα ήταν πρώτα ονόματα. Υπάρχει πολλή οξυδέρκεια στο μυαλό των ελλήνων γελοιογράφων. Πολλοί μπερδεύουνε το σκιτσογράφο με το γελοιογράφο. Κάποιος που κάνει ένα ωραίο σκίτσο νομίζει ότι είναι και γελοιογράφος. Δεν είναι. Η ιδέα μετράει και η συχνότητα που το κάνεις. Ο Κώστας Μητρόπουλος είναι 91 ετών και κάθε μέρα κάνει αυτό που βλέπεις στα «Νέα». Αντίθετα έχει εκλείψει εκείνη η παλιά γελοιογραφία που έβλεπες σε οικογενειακά περιοδικά όπως το «Ρομάντσο», τα κλασικά αστεία με την πεθερά, με τον μεθυσμένο που γύριζε αργά κ.λπ. Αυτό το είδος σάτιρας πέρασε στην τηλεόραση σε χυδαία μορφή. Στεναχωριέμαι που χάνονται τα έντυπα. Εγώ αν δεν διαβάσω τις δύο μου εφημερίδες τη μέρα, δεν αισθάνομαι ότι ενημερώνομαι. Θέλω να πιάσω χαρτί στα χέρια μου. Ένας γάλλος διευθυντής εφημερίδας είχε πει στον Φυντανίδη «κάποτε θα υπάρξουν μόνο δύο εφημερίδες σε όλες τις χώρες: μια πολύ σοβαρή και μία πολύ λαϊκή». Όταν είσαστε σκοτεινός πώς είσαστε; Όταν δεν πάνε καλά τα πράγματα, όταν έχετε μια κακοθυμία;… Απλά δεν υπάρχει παραγωγικότητα. Ίσως γιατί χρειάζεσαι να ξεδώσεις λίγο. Επειδή η δική μου δουλειά δεν έχει άλλα κεφάλαια, δεν είμαι οδοντίατρος να έχω μηχανήματα, δεν έχω γραμματέα, είμαι μόνο εγώ και ένα άσπρο χαρτί. Όλο το κεφάλαιο της δουλειάς μου είναι να μην είμαι κακόκεφος. Η γυναίκα μου και τα παιδιά μου το ξέρουν και αποφεύγουν να έρθουμε σε μία δύσκολη κατάσταση (γελάει). Είναι το επάγγελμα του μπαμπά, ας μην του το κλείσουμε το μαγαζί. Κι εγώ προσπαθώ όσο μπορώ να είμαι καλοδιάθετος. Η καθημερινότητά σας; Πώς είναι; Ξυπνάω κατά τις 10, ενημερώνομαι πάρα πολύ καλά μιάμισι-δύο ώρες. Δεν είχα ποτέ μου ωράριο, εκτός αν μου το επέβαλλε η εφημερίδα. Αλλά πάντα είχα αυτό το όριο – ότι μέχρι τις 6 πρέπει να έχει έρθει το σκίτσο γιατί πάμε για τύπωμα. Ενημερώνομαι, και το απόγευμα εκτελώ το σκίτσο. Το βραδάκι ή θα βγούμε με καμιά παρέα και κυρίως με τον Διονύση Σαββόπουλο, που είμαστε πολύ φίλοι. Όπως επίσης και με τον Μάκη Μάτσα, τον Μετζικώφ, τον γλύπτη τον Βαρώτσο… Είμαστε μια παρεούλα. Ή θα βγούμε, ή θα κάτσω με τη γυναικούλα μου να πιούμε ένα κρασάκι στην τηλεόραση να δούμε καμιά ταινία, ανάβουμε και το τζάκι μας… Τώρα έχουμε και το εγγόνι που έρχεται κάθε Κυριακή και Δευτέρα και το βλέπουμε. Πρώτο εγγόνι: Γιάννης Κυριακόπουλος (γελάει). Την Αθήνα κατά καιρούς την έχετε παρουσιάσει στα σκίτσα σας και την έχετε σατιρίσει. Ποια είναι η δικιά σας Αθήνα; Ποια σημεία της αγαπάτε και ποια όχι; Εάν εσένα η μάνα σου ζει στη Θεσσαλονίκη και έχει βγει πουτάνα, δεν πας τακτικά στη Θεσσαλονίκη (γελάει και σοβαρεύει)… Δεν κατεβαίνω τακτικά στην Αθήνα. Μετά από πολλά χρόνια στη Νέα Σμύρνη ήρθαμε εδώ στη Φιλοθέη. Πάντα το όνειρο με τη γυναίκα μου, επειδή ήμασταν παιδιά των πολυκατοικιών, ήταν λίγο ένας κηπάκος, λίγο πράσινο και ησυχία. Πουλήσαμε κάποια πατρικά, πήραμε αυτό εδώ το σπίτι και είμαστε σε μία ωραία ησυχία. Όσες φορές χρειάστηκε να κατέβω από ανάγκη στην Αθήνα με ενοχλούσε πολύ η εικόνα με τους ζητιάνους, με κατέθλιβε. Ήταν σαν να ακούω τη μάνα μου από την Κατοχή που μου έλεγε για τον κόσμο που ζητούσε να φάει γιατί πείναγε. Όποτε κατεβαίνω, πληγώνομαι. Πάντως η περιοχή που μου αρέσει πολύ είναι το Μοναστηράκι. Με την παρέα δεν έχουμε κάποιο συγκεκριμένο στέκι, πάμε σε διάφορα μέρη, σε σπίτια πολλές φορές αλλά και ό,τι προκύψει, από πολύ καλό έως κουτούκι. Info: Εάν θέλετε να λαβαίνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπορείτε να μπείτε σε αυτό το site και γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση: i-kyr.gr Πηγή Αφιέρωμα στον Κυρ
  21. Θεωρήθηκε, απολύτως δίκαια, ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στον χώρο των κόμικς. Δημιούργησε ορισμένες από τις πιο εμβληματικές σειρές όπως η «Χωματερή» και η «Μητρόπολη». Και κάποια στιγμή, αθόρυβα αποσύρθηκε. Το όνομά του δεν ξεχάστηκε ποτέ. Σήμερα, μετά από πολυετή απουσία, ο Λέανδρος επιστρέφει. Στους παροικούντες την ελληνική σκηνή των κόμικς, το όνομα του Λέανδρου είναι συνώνυμο ενός θρύλου. Κι αυτό γιατί κατόρθωσε στα λίγα χρόνια της δημιουργίας του να φιλοτεχνήσει ορισμένα συγκλονιστικά έργα με μοναδική μαεστρία. Λέγεται πως όταν ο μεγάλος Moebius αντίκρισε για πρώτη φορά τα κόμικς του Λέανδρου, καλεσμένος στο Φεστιβάλ της Βαβέλ, εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που ζήτησε να τον γνωρίσει και δήλωσε αστειευόμενος: «Αυτόν ή θα τον κάνω φίλο μου ή θα τον σκοτώσω». «Ο Παρίας» (Βαβέλ, 1999) και «Με Μεγάλωσαν Σκυλιά» (Babelart, 2009) Ξεκίνησε την καριέρα του από τη «Βαβέλ» το 1996, όπου δημιούργησε μικρές ιστορίες με τη μητρόπολη και την αστική βία στο επίκεντρο. Πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριές του ήταν συνήθως πρόσωπα του κοινωνικού και οικονομικού περιθωρίου, «αταίριαστες» φιγούρες σε έναν κόσμο που επιζητεί την κομφορμιστική ομοιομορφία, μορφές που κινούνται στα όρια της παραβατικότητας, έξω από κάθε συμβατικότητα, στις παρυφές της «σκοτεινής πλευράς» της πόλης ή εντελώς βουτηγμένες μέσα της. Δεν είναι τυχαίος ο τίτλος της συλλογής πολλών εξ αυτών των ιστοριών σε ενιαίο τόμο από τη «Βαβέλ»: «Με Μεγάλωσαν Σκυλιά» (εκδ. Babelart, 2009). Τέτοια πρόσωπα πρωταγωνιστούν και στον «Παρία» (εκδ. Βαβέλ, 1999), ένα μίνι graphic novel-ύμνος στην εξεγερσιακή βία και εύγλωττο οπισθόφυλλο: «Δεν έχω πατρίδα, δεν έχω πίστη, δεν έχω λαό, δεν έχω σπίτι, δεν έχω μέλλον. Είμαι αθώος […] Ο Παρίας γεννήθηκε για να ξαναπεθάνει. Ο Παρίας δεν είναι άτομο, είναι φαινόμενο. Είναι άκληρος, μόνος, άσχημος, τρελός, παιδί, ηλίθιος, αδερφή, γυναίκα, πρεζάκιας, ζητιάνος, σκυλί αδέσποτο, ο τελευταίος των τελευταίων, ο πιο κάτω κι απ’ τους κάτω…». Απόσπασμα από τον «Παρία» Το 2000 ξεκινά τη συνεργασία του με το περιοδικό «9» της «Ελευθεροτυπίας» όπου δημιουργεί τη σειρά «Μητρόπολη» με μικρές αυτοτελείς ιστορίες, ποτισμένες από πικρό χιούμορ και τίτλους όπως «Ο Μικρός Σατανάς», «Πανικός στα Σχολεία», «Η Επίθεση του 10μετρου Ποντικού», «Ζούνε Ανάμεσά μας», «Ο Τιμωρός» κ.ά. Λίγους μήνες αργότερα εγκαινιάζει έναν νέο τίτλο με ιστορίες που λαμβάνουν χώρα σε μια «Χωματερή» (σε ενιαίο τόμο κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις της «Ελευθεροτυπίας», 2007) και πρωταγωνιστές τους θαμώνες της. Κατσαρίδες, μυρμήγκια, αρουραίοι, σκουλήκια, σκουπιδοφάγοι γλάροι κι ένα ανθρώπινο κρανίο, ως γκροτέσκες αντανακλάσεις όλων όσα συμβαίνουν στον «καθωσπρέπει» κόσμο του φωτός, διαγκωνίζονται για ένα κομμάτι μουχλιασμένο ψωμί και διαγωνίζονται για την πιο φαρμακερή ατάκα, ανάμεσα στα απόβλητα, τα απορρίμματα, όλα όσα περίσσεψαν κι όσα δεν χώρεσαν στην πλαστή ευδαιμονία «εκεί έξω». Εξώφυλλα του Λέανδρου από τη «Βαβέλ» (2006) και από το περιοδικό «9» (2000) Με τη λήξη της «Χωματερής», ο Λέανδρος αναλαμβάνει το σενάριο της σειράς «Σε Βλέπω», σε σχέδια του Ηλία Κυριαζή, μια καυστική παρωδία του αλήστου μνήμης Big Brother και πρωταγωνιστές τους εθελουσίως εγκλείστους σε ένα σπίτι υπό διαρκή τηλεοπτική παρακολούθηση. Το 2007, διαδεχόμενος τον Κυρ στις σελίδες της «Ελευθεροτυπίας», δημιουργεί για λίγους μήνες τη σειρά «Η Ζωή στην Αστική Δημοκρατία», ίσως την πιο άμεσα πολιτική και αιχμηρά χιουμοριστική απόπειρά του, στα χρόνια της δεύτερης θητείας του Κώστα Καραμανλή, με πρωταγωνιστές τον ίδιο τον πρωθυπουργό, τον Γιώργο Παπανδρέου και trash φιγούρες όπως τον Θέμο Αναστασιάδη και τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο. Μετά την «Ελευθεροτυπία» θα ακολουθήσουν κάποιες σποραδικές εμφανίσεις έργων του στην αντιεξουσιαστική εφημερίδα «Βαβυλωνία» και μια μεγάλη έκθεση στο 13ο Διεθνές Φεστιβάλ Κόμικς της Αθήνας. Κάπου τότε το κοινό των κόμικς άρχισε να χάνει τα ίχνη του και να τον αναζητά όλο και περισσότερο. «Μα πού χάθηκε αυτός ο Λέανδρος;», και κυρίως «γιατί εξαφανίστηκε;» είναι μερικές κατ’ επανάληψη διατυπωμένες ερωτήσεις απ’ όσους αναγνώριζαν το μοναδικό του ταλέντο, την ικανότητά του να αποδίδει ιδανικά την αστική καταχνιά και την απαισιοδοξία όπως το πέτυχαν εμβληματικές μορφές των ευρωπαϊκών κόμικς, ο Pazienza, ο Liberatore, ο Moebius, να αφηγείται με μελανά χρώματα, άλλοτε με αγανακτισμένο χιούμορ, άλλοτε με ασυγκράτητη οργή τη βία της εξουσίας απέναντι στη ζωή και να υπερασπίζεται όσους τους μεγάλωσαν σκυλιά, τους Παρίες αυτού του κόσμου κι όσους συνωστίζονται στις Χωματερές. Για τους τελευταίους, έχει να πει πολλά ακόμη… Απόσπασμα από την πρώτη «Χωματερή» (περιοδικό «9» της «Ελευθεροτυπίας», 2001) Και το σχετικό link...
  22. Οι περισσότεροι από μας γνωρίζουν το περιοδικό "9" που κυκλοφορούσε για αρκετά χρόνια ως ένθετο με την εφημερίδα Ελευθεροτυπία. Ενα περιοδικό που έγραψε τη δική του -σημαντική- ιστορία στον χώρο των κομικς στην Ελλάδα.Αναμεσα στα πολλά που πρόσφερε ήταν και η δημοσίευση αρκετών εξαιρετικών albums σε συνεχειες .Αυτός υπήρξε και ο σημαντικότερος λόγος για μένα, της αγοράς του για πολύ καιρό. Τον τελευταίο ενα χρόνο προσπάθησα να βρώ εναν αρκετά μεγάλο αριθμό τευχών του,για να μπορέσω να συμπληρώσω και να διαβασω ξανα κάποιες ιστορίες που με είχαν εντυπωσιάσει στο περελθόν. Καποια στιγμή μου ήρθε η ιδέα να αφαιρέσω τα ενθετα από το περιοδικό και να τα "δέσω" σε album. Συνήθως καθε ιστορια ολοκληρωνοταν σε 3-4 τευχη του 9 .Για να μην χρειάζεται λοιπόν να ξεφυλιζω ολα αυτα τα τευχη προτίμησα να τα εχω σε ενα τομο. Για να γίνει αυτό -και επειδή οι τόμοι που μαζεύτηκαν ήταν αρκετοί- προσπαθησα να βρώ τον πλέον οικονομικό τρόπο .Κατέληξα στο μαγαζί φωτοτυπιών απέναντι από το σπίτι μου όπου με ένα κόστος 2,5-3 euro μπορούσα να δεσω ενα τομο. Το κόστος περιελάμβανε την κόλληση των σελίδων με τη μέθοδο της θερμοκόλλησης ,την προσθήκη ζελατίνας μπροστά από το εξώφυλλο για προστασία,την δημιουργία εξώφυλλου από χαρτόνι που ειχε πανω εγχρωμη φωτοτυπία του εξώφυλλου του album και οπισθόφυλλο από χαρτόνι και προστατευτική ζελατίνα . Αν ήθελα και έγχρωμη φωτοτυπία στο οπισθόφυλλο το κόστος ανέβαινε στα 3 euro ανα τόμο. Ετσι υπολογίζοντας και την αγορά των τευχών καθε τομου (συνήθως 3 ή 4 ) και με κόστος 50λεπτα και κατω ,ενας τόμος έφθανε να κοστιζει 4 - 5 euro . Πρέπει να πω εδώ οτι ολα τα albums που έφτιαξα δεν έχουν κυκλοφορήσει από κάποια εκδοτική στην χώρα μας μέχρι σήμερα . Πρίν δεθει καθε τόμος σκαναριζα τις ιστορίες ,τις οποίες μπορείτε να βρείτε στις ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ. Οι σειρές που έφτιαξα είναι : Αρπαχτικά (3 τόμοι) ,Travis (7 τόμοι ) ,Χρυσή Πόλη (5 τόμοι ) ,Αρμαδα (8 τόμοι) ,Οι Φρουροί (2 τόμοι) ,Θαλασσένια (1 τόμος που περιέχει και τα 9 album που δημοσίευσε το περιοδικό) ,Εξαίρετοι Κύριοι & Συντροφία (2 τόμοι που περιλαμβάνουν ολα όσα δημοσίευσε το περιοδικό) ,Το Επος των Μεταβαρόνων (4 τόμοι). Τέλος έχω φτιαξει και 2 album από το περιοδικό ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ τα TRITON και Η Μνήμη της Πέτρας. Παραθέτω φωτογραφίες όπου προσπαθώ να δειξω όσο καλύτερα γίνεται ,την θερμοκόλληση,τα χαρτονένια εξώφυλλα και τις ζελατινες . Η συλλογή αυτή "στεγάζεται " σε 2 ξύλινα box απο το ΙΚΕΑ . Θερμοκόλληση Ράχες Προστατευτική ζελατίνα Οπισθόφυλλα Ανοιγμα τομου Η συλλογή ανα σειρά Το παρόν αφιερώνεται στον Λύκο του Ονταριο και τον KILLMATH (για το δούλεμα που μου έριξαν όσο καιρό μαζευα τα τευχη) καθώς επίσης και στους batigoal ,totally_wired και Geo Trou που μοιράζονται την ίδια "αρρώστια" με μενα........
  23. totally_wired

    Εννέα της Ελευθεροτυπίας

    Κατά προτίμηση: Ανταλλαγή (1 με 1) με Εννέα που δεν έχω (είναι αρκετά, όχι μόνο αυτά που έχω στις αναζητήσεις) σε πμ Ανταλλαγή (1 με 1) με το Komics της καθημερινής (έχω ελάχιστα) Πώληση σε πακέτο 12 ευρώ όλα (σύνολο 74 τεύχη (~16 cent/τεύχος)) Πώληση σε πακέτο των 10 στα 2 ευρώ (20 cent/τεύχος) Χάρισμα σε όσους θέλουν 2-3 πριν πάμε σε πώληση σε πακέτα των 10 ή σε χάρισμα, θα περιμένουμε μερικές μέρες. Γενικά προτιμώ από Αθήνα και συναλλαγή μέσω λέσχης ή συνάντηση αλλά εάν κάποιος θέλει ΕΛΤΑ υπενθυμίζω πως πρέπει να καλύψει και το κόστος της συσκευασίας. 103, 151, 152, 153, 155, 157, 165. 167, 169, 170, 173, 176, 179, 180, 181, 183, 184, 185, 186, 188. 190, 191, 193, 195, 196, 198, 199 200, 201, 202, 203, 218, 220, 222, 270, 282, 291, 292, 295, 296, 297, 298, 299 300, 301, 303, 304, 308, 309, 310, 311. 312, 313, 314, 322, 325, 326, 327, 330, 332, 350, 360, 361, 362, 363, 364, 365, 367, 368, 369, 370, 374, 379 405 εκτός πακέτου χάρισμα σε μέτρια/κακή κατάσταση 338, 453, 485
  24. vaios

    ΝΑΥΤΙΛΟΣ

    Το βιβλίο περιέχει ένα ανθολόγημα κειμένων, της γνωστής στήλης του Στάθη ναυτίλος, από το 2001 έως το 2006. Τα κείμενα, οιονεί χρονογραφήματος, στολίζονταν με βινιέτες, σκίτσα και γελοιογραφίες του συγγραφέα. Η θεματολογία τους ποικίλη, αφορά κυρίως την πολιτική, την ελληνική ιστορία, τη γλώσσα, ενίοτε και κοινωνικά ζητήματα. Για το Στάθη είναι αδιανόητο ό πρωθυπουργός να μη μιλάει σωστά ελληνικά, ο ιστορικός να μιλάει για ασυνέχεια του ελληνικού έθνους, ο γλωσσολόγος να θεωρεί ξένη γλώσσα την αρχαία ελληνική. Στα γραφτά του έχουν τιμητική θέση οι ποιητές και οι αρχαίοι έλληνες συγγραφείς. Λυρικός κι ο ίδιος παρατηρεί : Βλέπεις τα κοριτσίστικα στήθη να γεμίζουν έαρ και θες να γράψεις μιαν ωδή στην Άνοιξη. Αναφωνεί για τον ελλείποντα χρόνο ανάγνωσης: Αχ Θεέ μου! Πόσον Μαιγκρέ δεν έχω διαβάσει ακόμα; Οι ατάκες του στην επικεφαλίδα· καθημερινά εφευρήματα: Μην σε πιάσουν στον ύπνο, θα δουν το όνειρό σου Άνθρωπος της σφαιρικής γνώσης δεν παραλείπει να αναφερθεί και στα κόμικς: Στην Ελλάδα κάποτε έβλεπες πράγματα που θύμιζαν απλώς αυτό-που-θα-μπορούσαν-να-είναι. Λόγου χάριν ένα παιδικό περιοδικό κόμικς· όπου, σπανίως τα χρώματα συνέπιπταν με τα περιγράμματα. Αν δε, είσαι υπομονετικός, θα συναντήσεις να φιγουράρουν σε κάποια γωνιά της στήλης γνωστούς σου χάρτινους ήρωες, όπως τον Τεν Τεν και τους φίλους του. Το βιβλίο έτυχε ειδικής εκδοτικής μεταχείρισης· από τα υλικά βιβλιοδεσίας ως την επιμέλεια της εκτύπωσης και τη συνολική εμφάνιση. Χάρηκα όλα τα κείμενα αλλά κορυφαίο θεωρώ εκείνο για τον πατέρα (σ.142). Ο ναυτίλος σταμάτησε να ταξιδεύει, με το πλοίο Ελευθεροτυπία, ναυβάτες του οποίου είμασταν και όλοι εμείς εκείνης της γενιάς, κάπου μέσα στο Δεκέμβρη του 2011. Του ευχόμαστε καλή συνέχεια. Vaios
  25. ftsgr

    DISNEY ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ

    Η εφημερίδα Ελευθεροτυπία κυκλοφόρησε στις 25 Μαρτίου 2007 εβδομαδιαία κάθε Κυριακή το "Disney Παιδική Εγκυκλοπαίδεια". Τίτλος πρωτοτύπου "Disney Childrens Encyclopedia Collection". Μεγάλο μέγεθος, έγχρωμο, 64 σελίδες. Προσεγμένη έκδοση με καλό χαρτί και "σκληρό" εξώφυλλο (χαρτόνι με μία επικάλυψη σαν "μαξιλαράκι"). Η τιμή του είναι 5,90. Την ξένη λίστα με τα βιβλία μπορείτε να την δείτε εδώ. Πάντως κλασικά η ξένη λίστα δεν έχει την ίδια σειρά με την Ελληνική... Όποιος ενδιαφέρεται για να πάρει τα βιβλία μπορεί να καλέσει στο 8001192967 (χωρίς χρέωση). Ευχαριστούμε για τα εξώφυλλλα τον bonadrug. .
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.