Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'εκδόσεις μικρος ηρως'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Οι Ζο, Ζετ και Ζοκό, τρεις από τους λιγότερο γνωστούς ήρωες του δημιουργού τού Τεντέν, Hergé, κυκλοφορούν για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο «Στρατόπλοιο Η.22». Ο Βέλγος κομίστας Hergé, κατά κόσμον Georges Remi, είναι παγκοσμίως γνωστός ως ο δημιουργός του Τεντέν. Ο νεαρός δημοσιογράφος με το μικρό τσουλούφι και το λευκό σκυλάκι του Μιλού, έχει κάνει τον γύρο του κόσμου λύνοντας μυστήρια και εξαρθρώνοντας εγκλήματα, κάνοντάς τον έναν από τους πιο δημοφιλείς, αγαπημένους μα και αμφιλεγόμενους ήρωες κόμικς του κόσμου. Λιγότερο γνωστό όμως είναι πως ο Hergé είχε δημιουργήσει κι άλλους ήρωες εκτός από τον Τεντέν και την παρέα του. Ήρωες όπως οι σκανδαλιάρηδες Quick & Flupke δημιουργήθηκαν παράλληλα με τον νεαρό ρεπόρτερ αλλά δεν απέκτησαν την ίδια δημοφιλία, χωρίς όμως να στερούνται γοητείας. Μια από αυτές τις σειρές έχουμε τη χαρά να δούμε πρώτη φορά στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως σε μετάφραση Γαβριήλ Τομπαλίδη, το 1ο άλμπουμ των Ζο, Ζετ και Ζοκό με τίτλο «Το Στρατόπλοιο Η.22». Ο Ζο κι η Ζετ Λεγκράντ είναι τα δύο παιδιά του μηχανικού και αεροναυπηγού κυρίου Λεγκράντ και της κυρίας Λεγκράντ που, μαζί με τον κατοικίδιο χιμπαντζή τους Ζοκό, μπλέκουν σε μεγάλες περιπέτειες. Δημιουργήθηκαν το 1936, όταν οι εκδότες του Hergé από τη συντηρητική καθολική γαλλική εφημερίδα Coeurs Vaillants ζήτησαν να φτιάξει μια σειρά πιο «προσγειωμένη» και «οικογενειακή» από τις συχνά βίαιες περιπέτειες του Τεντέν. Ο Βέλγος σχεδιαστής, έχοντας μόνο εκείνους ως βήμα στη γαλλική αγορά, τους έκανε τη χάρη και δημιούργησε την οικογένεια Λεγκράντ με τόπο δράσης το Παρίσι. Η σειρά όμως δεν ευδοκίμησε να έχει παραπάνω από 5 άλμπουμ λόγω φόρτου εργασίας του δημιουργού. Το άλμπουμ «Το Στρατόπλοιο Η.22» που μας παρουσιάζεται στα ελληνικά απαρτίζεται από τα δύο συνεχόμενα τεύχη «Η Διαθήκη του κυρίου Παμπ» και «Προορισμός: Νέα Υόρκη» που πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1938 και 1939. Ο εκκεντρικός εκατομμυριούχος κ. Παμπ πεθαίνει και αφήνει 10 εκατομμύρια δολάρια κληρονομιά σε όποιον κατασκευάσει το πρώτο αεροπλάνο που θα καλύψει την απόσταση Παρίσι-Νέα Υόρκη με ταχύτητα 1.000 χιλιομέτρων την ώρα. Ο κύριος Λεγκράντ κατασκευάζει το αεροσκάφος «Στρατόπλοιο Η.22» αλλά διάφοροι σκοτεινοί ανταγωνιστές προσπαθούν να το σαμποτάρουν. Οι Ζο και Ζετ, μαζί με τον Ζοκό, βοηθούν τον πατέρα τους ενάντια στους σαμποτέρ και καταλήγουν μάλιστα να πιλοτάρουν το σκάφος και να χαθούν στις τέσσερις γωνιές της Γης! Το «Στρατόπλοιο Η.22» είναι μια κλασική γαλλοβελγική ιστορία περιπέτειας. Διατηρεί κάθε στοιχείο που κάνει τα κόμικς του Hergé ξεχωριστά (όπως τη χρήση της «καθαρής γραμμής») και αποτελεί σίγουρα ένα ξεχωριστό απόκτημα για κάθε λάτρη του Βέλγου δημιουργού και του Τεντέν. 📌 «Το Στρατόπλοιο Η.22» με τους Ζο, Ζετ και Ζοκό κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως σε μετάφραση Γαβριήλ Τομπαλίδη. Και το σχετικό link...
  2. Αρχίζει σε λίγες μέρες το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου της Super League με χαμηλές, χαμηλότατες προσδοκίες ως προς το θέαμα και την ποιότητα όσων θα συμβούν τους προσεχείς μήνες. Η αρχή (και το πρόωρο τέλος) των ομάδων μας στα Κύπελλα Ευρώπης είναι ενδεικτική. Το ποδόσφαιρο, με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις και περιπτωσιολογικές αναλαμπές, δεν ήταν ποτέ υγιές σ’ αυτή τη χώρα, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες. Στην Αγγλία όμως, εκεί που το ποδόσφαιρο αποτελεί μέρος της κουλτούρας του λαού εδώ και περισσότερο από ενάμιση αιώνα, με πολλά προβλήματα (χουλιγκανισμός, εμπορευματοποίηση κ.ά.) είναι η αλήθεια κατά το παρελθόν, το σπορ όχι μόνο γνώρισε και εξακολουθεί να γνωρίζει μέρες δόξας, αλλά αποτέλεσε παλαιότερα και βασικό θέμα σε πολλά κόμικς που δίδαξαν και προήγαγαν την ευγενή άμιλλα, τον μαζικό αθλητισμό, τον υγιή ανταγωνισμό. Ενώ εμείς θα έχουμε να θυμόμαστε τα σεξιστικά πρωτοσέλιδα των αθλητικών φυλλάδων και τις φωτογραφίες κουμπουροφόρων προέδρων, οι Άγγλοι εδώ και πάνω από 50 χρόνια διάβαζαν κόμικς με ποδοσφαιριστές, με πιο γνωστή σειρά ίσως το δημοφιλές «Roy of the Rovers». Ανάμεσα στα πολλά τέτοια παιδικά και εφηβικά αναγνώσματα ξεχωρίζει η σειρά «Τα Μαγικά Παπούτσια του Μπίλυ» (Billy ’s Boots) του σεναριογράφου Fred Baker που σχεδιάστηκε από πλειάδα καλλιτεχνών στην υπερεικοσαετή πορεία του. Η σειρά είχε ξεκινήσει από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 σε σενάριο και σχέδια του Frank Purcell και μετά μια μεγάλη διακοπή σημείωσε τεράστια επιτυχία κυρίως από το 1970 και μετά, ενώ δημοσιεύτηκε σε πολλά παιδικά περιοδικά («Tiger», «Valiant», «Eagle», «Roy of the Rovers»). Στην Ελλάδα οι ιστορίες του Μπίλυ δημοσιεύονταν παλαιότερα στο περιοδικό «Τρουένο» και αργότερα στο «Γκολ», ενώ πιο πρόσφατα στο «Μπλεκ». O πρώτος τόμος της σειράς κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως (μετάφραση: Γαβριήλ Τομπαλίδης, 116 σελίδες) και θυμίζει όλες τις παλιές, καλές, αγνές και ρομαντικές ιστορίες ενός δωδεκάχρονου που, ενώ προσπαθεί να παίξει ποδόσφαιρο, να ξεχωρίσει, να γίνει δημοφιλής στον σχολικό του μικρόκοσμο και να τα καταφέρει στις αλάνες της γειτονιάς του, αποτυγχάνει. Μέχρι που ανακαλύπτει ένα ζευγάρι ποδοσφαιρικά παπούτσια, δύο παλιές, φθαρμένες και τρύπιες μπότες. Και η ζωή του αλλάζει. Όπως περιγράφει ο Μι Δέλτα στο προλογικό σημείωμα της ελληνικής έκδοσης: «Ο ορφανός Μπίλυ Ντεν είναι ένα νεαρό αγόρι που ζει με τη γιαγιά του. Διακατέχεται από μεγάλη αγάπη για το ποδόσφαιρο αλλά όχι και από το αντίστοιχο ταλέντο. Τότε, κι ενώ στο σχολείο δέχεται ένα ιδιότυπο “bullying” σε σχέση με το ταλέντο του από τα παιδιά-συμμαθητές του, ανακαλύπτει στη σοφίτα του σπιτιού του ένα ζευγάρι αθλητικών παπουτσιών τα οποία όπως αποδεικνύεται ανήκαν στον φημισμένο ποδοσφαιριστή της δεκαετίας του ’20, Charles “Dead Shot” Keen. Φορώντας αυτά τα παπούτσια, ο Μπίλυ αντιλαμβάνεται πως μεταμορφώνεται σε έναν εξαιρετικό ποδοσφαιριστή και γρήγορα δημιουργεί μια σχέση λατρείας με τα αντίπαλα δίχτυα. Έχοντας γίνει δεινός σκόρερ, ανακαλύπτει πως τα παπούτσια παρουσιάζουν μια δική τους “ποδοσφαιρική νοημοσύνη”, καθώς τον τοποθετούν στις καταλληλότερες θέσεις εντός του γηπέδου ώστε να είναι στο σωστό σημείο τη σωστή στιγμή για την ομάδα του σχολείου του, αλλά πολύ σύντομα η φήμη του αρχίζει να εξαπλώνεται. Απόρροια αυτής της δημοσιότητας είναι αρκετοί μάνατζερ να τρέξουν ώστε να τον παρακολουθήσουν από κοντά». Είναι προφανές ωστόσο πως τα πράγματα δεν θα είναι πάντα τόσο ρόδινα. Κι αυτό γιατί σύντομα αρχίζουν τα δύσκολα. Ο Μπίλυ θα αρχίσει να χάνει τα παπούτσια και να τα αναζητά εναγωνίως, άλλες φορές αυτά θα τρυπάνε ή θα σκίζονται, τα διλήμματα για την ομάδα στην οποία θα αγωνιστεί θα είναι μεγάλα και το άγχος ακόμη μεγαλύτερο για ένα μικρό, ορφανό παιδί που ζει σε ένα φτωχικό σπίτι σε μια δύσκολη εποχή για την οικονομικά κατώτερη τάξη της Αγγλίας». Και αυτό είναι που κάνει «Τα Μαγικά Παπούτσια του Μπίλυ» ακόμα πιο ενδιαφέρουσα ιστορία. Μέσα από μια ποδοσφαιρική περιπέτεια ξεδιπλώνεται μια σπάνια ηθογραφία της εποχής και μια ακούσια αλλά πολύτιμη κοινωνιολογική έρευνα. Με την κουλτούρα του λαϊκού και παιδικού αθλητισμού στο επίκεντρο, μακριά από πανάκριβα συμβόλαια, γκάγκστερ ολιγάρχες και στημένα στοιχήματα. Και το σχετικό link...
  3. Βασιλεύς των κόμικς

    POPEYE

    Αν και 90 ετών ο σιδηρόμπρατσος (όπως τοv ονομάσανε οι Ιταλοί ) ναύτης με πάντα το ένα μάτι κλειστό ( όπως μας υποδεικνύει και το όνομα του). Ο Ποπάϋ είναι πάντα σε φόρμα δυνατός και γερός, ίσως φταίει η συχνή κατανάλωση σπανακιού, έτοιμος να μας διασκεδάσει με την αφέλεια του και την αγαθή διάθεση να βοηθήσει τους πάντες. Έχοντας ένα μικρό πέρασμα στα διάσημα στριπ Thimble Theater κατάφερε να γίνει πρωταγωνιστής της σειράς αλλά να έχει το δικό του στριπ και αργότερα το δικό του κόμικ αλλά και σειρά κινουμένων σχεδίων αφήνοντας στην λήθη το κόμικ που τον γνώρισε στον κόσμο. Στην Ελλάδα τον γνωρίσαμε σε κόμικ το 1970 από τον Τερζόπουλο στο ΒΕΛΟΣ και το 1973 στο ομώνυμο περιοδικό από τον Δραγούνη, ακολούθησαν ο Μαστραντώνης και ο Ν. Λυμπερόπουλος (μερικά στριπ στο περιοδικό Kids 'N Fun). Το 2015 απόγονος του Δραγούνη έκδωσε 6 τεύχη σαν ένθετα στον ΤΗΛΕΘΕΑΤΗ (που παλιά έβαζε μονοσέλιδα στριπ του σπανακοφάγου ) βασισμένο στην τότε νέα σειρά της IDW . Μετά από 4 χρόνια ο Λεοκράτης Ανεμοδουράς μας κάνει την έκπληξη, όπως συνηθίζει με τις απρόβλεπτες αλλά αξιόλογες κινήσεις του. Η σειρά συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε την τελευταία φορά από το τεύχος 7 δηλαδή της Αμερικανικής έκδoσης. Η έκδοση είναι ανώτερη από την προηγούμενη (ότι πληρώνεις, αυτό παίρνεις άλλο 1.5 ευρώ άλλο 3.90 που είναι και η τιμή του τεύχους σαν αυτόνομο) Εκτός από τις ιστορίες του τεύχους έχουμε και ένα αφιέρωμα στην ιστορία του διάσημου ναύτη. Το αρνητικό που βρίσκω είναι ότι πρόκειται μόνο για 4 τεύχη. Ελπίζω σε συνέχιση της σειράς, γιατί το αξίζει, αλλά δεν έχει από πίσω μια πολυεθνική σαν την Disney να έχει μια ''πλάτη''να στηριχτεί. Δεν νομίζω ότι ο Ποπάϋ είναι υποδεέστερος του Μίκυ. Καλή Ανάγνωση
  4. Ο μικρός Μανώλης από τα Βουρλά της Μικράς Ασίας, πρόσφυγας το 1922 στην αφιλόξενη Ελλάδα, περιγράφει μια ζωή χωρίς πατρίδα. Κι ονειρεύεται τα χρόνια που όλοι μαζί ζούσαν φτωχικά αλλά αγαπημένοι. Μέχρι τον ξεριζωμό και την ξενιτιά. Ο Soloup με το «Αϊβαλί» και ο Θανάσης Πέτρου με τα «1922 – Το τέλος ενός ονείρου» και «1923 – Εχθρική πατρίδα» πρόσφεραν τα τελευταία χρόνια μια νέα διάσταση και προσέγγιση στο θέμα της Μικρασιατικής Καταστροφής, όσων προηγήθηκαν της κατάρρευσης του μεγαλοϊδεατισμού και όσων ακολούθησαν την τραγωδία που εκτυλίχθηκε πριν από ακριβώς έναν αιώνα στα παράλια της άλλης πλευράς του Αιγαίου. Την άτυπη αυτή τριλογία έρχεται να συμπληρώσει ακόμη ένα βιβλίο σε σενάριο του Alain Glykos και σχέδια του Antonin με τίτλο «Μανώλης» (Εκδόσεις Μικρός Ήρως, 190 σελίδες). Αυτή τη φορά όμως με πρωταγωνιστή ένα μικρό αγόρι που ζει με την πολυμελή οικογένειά του στα Βουρλά, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Σμύρνη. Ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα πολυπολιτισμικό και πολυεθνικό περιβάλλον, λατρεύει τα λουκούμια, τρώει κουραμπιέδες, κανταΐφια, μπάμιες και μουσταλευριά με πετιμέζι, λατρεύει τον Καραγκιόζη στις δίγλωσσες αφίσες των πλανόδιων θιάσων, παίζει με τον Ισμέτ και τη Νεβρά στο Γκιουλ Μπαξέ και με αφοπλιστική ειλικρίνεια συλλογιέται: «Ο Ισμέτ είναι λίγο πιο μεγάλος από μένα, δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα και δεν έχουμε την ίδια θρησκεία. Τι σημασία έχει;» Μέχρι που ακούγονται εκρήξεις από κάπου μακριά. Οι εκρήξεις σιγά σιγά θα πλησιάσουν και από κει και πέρα η μεγάλη και καταγεγραμμένη Ιστορία είναι γνωστή. Τα θύματά της όμως, ήταν εκατομμύρια. Και τα περισσότερα άγνωστα και αγνοημένα από την επίσημη Ιστορία. Ένα από αυτά, ο μικρός Μανώλης, θα ταξιδέψει στην Ελλάδα ως πρόσφυγας, θα φτάσει στο Ναύπλιο κι από κει στον Πειραιά, θα υιοθετηθεί προσωρινά, θα το σκάσει για την Κρήτη για να βρει τη μητέρα του, για να καταλήξει μακριά από την Ελλάδα, την απροετοίμαστη κι απρόθυμη να υποδεχθεί τους ανθρώπους που υποτίθεται ότι υπεράσπισε. Όπως επισημαίνει και ο Soloup στο εξαιρετικό προλογικό του σημείωμα: «Υπάρχουν πολλά επιχειρήματα κι απ’ όλες τις πλευρές για να ξεκινήσει ο πόλεμος. Τα πιστεύεις. Καλοστημένες δικαιολογίες που κρύβουν επιδιώξεις και συμφέροντα σ’ ένα άλλο, τρομακτικό Θέατρο Σκιών. Επιχειρήματα που τρέφουν μια πλαστή λογική για έναν πόλεμο πάντα παράλογο, τόσο μακριά απ’ τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων […] Γιατί; Για ποιον λόγο να σταματήσει έτσι απότομα το παιχνίδι ανάμεσα στον Μανώλη και τον φίλο του τον Ισμέτ; Γιατί να είναι τόσο δύσκολο, ενήλικες πια, να μιμηθούμε τα παιδιά; Μπορεί ν’ απαντήσει κάποιος σοβαρά σ’ ετούτη την παιδική απορία; Μπορεί να μας διδάξει επιτέλους κάτι μια παιδική αφήγηση;». Και το σχετικό link...
  5. Ο Κόρτο Μαλτέζε, ο τυχοδιώκτης κυνηγός της περιπέτειας του Ούγκο Πρατ, «επιστρέφει» στο παρόν και ταξιδεύει στις θάλασσες του Τόκιο και στα βουνά του Περού τις μέρες της πτώσης των Δίδυμων Πύργων. Για περισσότερα από είκοσι χρόνια (1967-1989), ο Ούγκο Πρατ φιλοτεχνούσε ιστορίες με πρωταγωνιστή έναν τυχοδιώκτη ναυτικό στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο μοναχικός και λιγομίλητος Κόρτο Μαλτέζε, ταγμένος πάντα στο πλευρό των αδύναμων και φύσει ενάντια σε εξουσιαστές και αποικιοκράτες, ταξίδεψε όπου γραφόταν η Ιστορία. Μετά τον θάνατο του Πρατ το 1995, ο Κόρτο Μαλτέζε έμεινε «ορφανός» για είκοσι χρόνια μέχρι οι Ruben Pellejero και Juan Díaz Canales, διατηρώντας το πνεύμα της δουλειάς του μεγάλου δασκάλου, να αναβιώσουν τον δημοφιλή χαρακτήρα. Μέχρι σήμερα οι δυο Ισπανοί καλλιτέχνες έχουν δημιουργήσει τρεις ιστορίες με τον Κόρτο Μαλτέζε με αρκετά μεγάλη επιτυχία. Η μεγάλη στροφή στη νέα περίοδο του πολυδιάστατου ήρωα ήρθε όμως με το έργο των Γάλλων δημιουργών Martin Quenehen και Bastien Vivès που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες. Κι αυτό γιατί «Ο Μαύρος Ωκεανός» (μετάφραση: Τατιάνα Ραπακούλια, Γαβριήλ Τομπαλίδης, εκδόσεις Μικρός Ήρως) ανανεώνει ριζικά και αναπάντεχα τον μύθο του ταξιδευτή και θαλασσοπόρου Κόρτο, μεταφέροντάς τον στη σύγχρονη εποχή. Κάτι παρόμοιο είχαν εφαρμόσει λίγα χρόνια νωρίτερα οι δημιουργοί του Mister No στη σειρά «Revolution» πάνω σε μια ιδέα του σεναριογράφου Michele Masiero: αφηγήθηκαν μια συναρπαστική ιστορία του διάσημου πολεμιστή και πιλότου στη Νότιο Αμερική, τοποθετώντας τον όμως 25 ολόκληρα χρόνια μετά από το κανονικό χρονικό πεδίο δράσης του. Ακόμα πιο τολμηροί οι Quenehen και Vivès, μετέφεραν τον Κόρτο Μαλτέζε έναν αιώνα μετά από την εποχή του. Ο νέος Κόρτο Μαλτέζε μοιάζει πολύ με τον πρωτότυπο, φορά το ίδιο σκουλαρίκι-κρίκο αλλά όχι την κλασική ναυτική στολή. Θυμίζει περισσότερο έναν νέο της σύγχρονης εποχής με τα t-shirts του και τα χακί πουκάμισα, την μπαντάνα του και το τζόκεϊ. Η ζωή του όμως είναι τελείως διαφορετική. Η περιπέτειά του στον «Μαύρο Ωκεανό» ξεκινά από μια πειρατεία και συνεχίζεται στην Ιαπωνία, μέσα σε παραδοσιακά θέατρα και στα βουνά του Περού, στην αναζήτηση ιερών αντικειμένων αμύθητης οικονομικής και πολιτικής αξίας. Και όπως πάντα, ο Κόρτο θα πάρει το μέρος της δικαιοσύνης και της αλήθειας, θα προστατέψει όσους αθώους κινδυνεύουν, θα σεβαστεί την ανθρώπινη ζωή, θα αντιταχθεί σε νοσταλγούς του φασισμού και εμπόρους κοκαΐνης, θα βυθιστεί σε κόσμους γεμάτους παραισθήσεις και μαγικό ρεαλισμό αλλά όχι το 1901 όπως συνήθως. Το 2001! Αυτή την αλλαγή στη μορφή και το πεδίο δράσης του Κόρτο Μαλτέζε υπερασπίζεται η Patrizia Zanotti, επικεφαλής του οργανισμού CONGSA που διαχειρίζεται παγκοσμίως το έργο του Ούγκο Πρατ, σε συνέντευξή της που δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Το να έβλεπε [ο Ούγκο Πρατ] τον Κόρτο στη νέα χιλιετία αντιμέτωπο με θεματικές της εποχής, θα του προκαλούσε μεγάλο ενδιαφέρον μα πάνω απ’ όλα θα εκτιμούσε το γεγονός πως δύο νεαροί δημιουργοί εξέφρασαν την επιθυμία να ερμηνεύσουν εκ νέου τον ήρωά του, δίνοντάς του μια νέα ζωή και μια καινούργια νιότη! Για έναν δημιουργό, το να βλέπει τον ήρωά του να καταφέρνει να μεταδώσει τις αξίες που τον έκαναν σύμβολο σε επόμενες γενιές, σημαίνει να συνεχίσει να ζει και σε μια εποχή διαφορετική. Είναι κάτι το φανταστικό, μια μαρτυρία της δύναμης και της οικουμενικότητας του ήρωα που τον καθιστούν ικανό να ανεξαρτητοποιηθεί από τον δημιουργό του». Και συνεχίζει ξεκαθαρίζοντας ότι δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία η ναυτική στολή αλλά οι πράξεις: «Το σημαντικό είναι η ουσία, όχι η μορφή, ο χαρακτήρας του Κόρτο είναι τόσο ισχυρός ώστε να του επιτρέπει να μπορεί να βγάλει τη στολή του χωρίς να χάσει τίποτα από το ελεύθερο πνεύμα του και το ενδιαφέρον που δείχνει για τους συνανθρώπους του». Αυτή η ικανότητα προσαρμογής είναι απολύτως ταιριαστή με το ελεύθερο πνεύμα του κοσμοπολίτη Κόρτο που μάχεται διαρκώς για την ελευθερία να απολαμβάνει τη θάλασσα και τα ταξίδια. Όπως επισημαίνει και ο Benoit Mouchart στον επίλογό του: «Γεμάτος περιέργεια για άλλους πολιτισμούς, ο Κόρτο είναι πολίτης του κόσμου χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς τα δεσμά καμιάς θρησκείας ή ιδεολογίας. Ενώ προτιμά να σταθεί στο πλευρό των καταπιεσμένων παρά των ισχυρών, ρίχνεται στη μάχη για να υπηρετήσει τα συμφέροντα των φίλων του ή… τα δικά του! Απαλλαγμένος από κάθε μορφή αφελούς ιδεαλισμού, αυτός ο σύγχρονος και ελευθερόφρονας Οδυσσέας, αρνείται σθεναρά να χαρακτηριστεί “ήρωας”». Δεν είναι ακόμη γνωστό αν η απόπειρα των Quenehen και Vivès θα έχει συνέχεια. Η τόλμη τους όμως να αναμετρηθούν με έναν θρύλο και να τον επανεπικαιροποιήσουν τόσο έξυπνα είναι σίγουρα αξιέπαινη και ενδιαφέρουσα. Και το σχετικό link...
  6. Ο νεαρός δημιουργός πίσω από το πιο «καραντινάτο» ελληνικό κόμικ επέστρεψε με τη δεύτερη συνέχεια από τους Έγκλειστους. Πώς όμως επέλεξε για πρωταγωνιστή ένα οξύθυμο καναρίνι, του αρκούν τέσσερα καρέ για ένα αστείο και τι άποψη έχει για τα lockdowns; Στις μεγάλες κινεζικές πόλεις οι άνθρωποι τραγουδούσαν στα μπαλκόνια των σπιτιών τους για να δώσουν κουράγιο ο ένας στον άλλον κατά τη διάρκεια των lockdowns. Σε μία μικρή γωνία όμως της Αθήνας όμως, ένας άνθρωπος με πιτζάμες ούρλιαζε ότι θέλει να βγει έξω αφού δεν αντέχει άλλο. Την ίδια στιγμή το καναρίνι του, ο Αγαθοκλής, τον κοιτούσε με χαιρέκακο ύφος αφού το αφεντικό του έπαιρνε – επιτέλους – μία γεύση από τη δική του ζωή. Όχι, δεν πρόκειται για κάποιο σενάριο δυστοπικής ταινίας, αλλά τη βασική ιδέα πίσω από τους Έγκλειστους, ένα κόμικ που γεννήθηκε στις καραντίνες, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως, υπογράφει ο Περικλής Κουλιφέτης και ελπίζει να συνεχίσει την πορεία του και μετά το τέλος της πανδημίας. Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε η δεύτερη συνέχεια της σειράς του νεαρού κομίστα και έτσι είχαμε την ευκαιρία να ρίξουμε μία ματιά στον κόσμο του. Πώς ακριβώς έγινε αυτό; Βάζοντας πάνω στο τραπέζι κάποια κρίσιμα ερωτήματα, όπως για παράδειγμα το γιατί έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα καναρίνι αλλά και τι θα έκανε σήμερα ο αγαπημένος του συνθέτης Dmitri Shostakovich. «Ο Δρόμος για την ελευθερία (;)». Ωραίος τίτλος. Σε έναν ιδανικό κόσμο τι χρειάζεται κανείς για να φτάσει μέχρι εκεί; Καλή ερώτηση. Ψυχική ηρεμία, αρμονία με τον εαυτό του και τους γύρω του, αλλά και έναν δίκαιο κόσμο που να μην καταρρέει. Μάλλον αυτά, δεν έχω φτάσει ακόμα εκεί για να ξέρω! Ήμασταν και πριν τον κορονοϊό φυλακισμένοι ή αυτό μας προέκυψε με την Covid-19; Πιο πριν ήμασταν φυλακισμένοι του χρέους, των τραπεζών, των κοινωνικών ρόλων και στερεότυπων, των επιλογών μας και του θανάτου. Απλά όλα αυτά δε μας πίεζαν τη μύτη, το στόμα και τα αυτιά με προστατευτικά πανάκια και λαστιχάκια. Επίσης μπορούσαμε να μετακινηθούμε. Πόσα κοινά χαρακτηριστικά μοιραζόμαστε με τα ωδικά πτηνά στα κλουβιά; Κοίταζα στη βιτρίνα ένος pet shop της Κυψέλης ένα σύμπλεγμα κλουβιών. Ήταν κολλητά μεταξύ τους, είχαν μεταλλικούς μονοκόμματους «τοίχους» στο ενδιάμεσο έτσι ώστε να μη βλέπει το ένα πουλί το άλλο, με αποτέλεσμα το καθένα να βλέπει μόνο μπροστά στη βιτρίνα και πίσω στο μαγαζί. Δεν αμφιβάλλω πως οι πολυκατοικίες μας έχουν περισσότερες επιλογές ελευθερίας αλλά και πάλι οι συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες. Και η καραντίνα τις έκανε λίγο πιο ευδιάκριτες. Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη αφορμή ή κάποιος συγκεκριμένος χαρακτήρας που λειτούργησε ως έμπνευση πίσω από τον Στάθη και τον Αγαθοκλή, τους πρωταγωνιστές του κόμικ; Η ιδέα πίσω από τη δημιουργία του Αγαθοκλή (και συνεπακόλουθα των Εγκλείστων) ήταν το εξής ερώτημα όταν ξεκίνησαν τα lockdowns: ποιος ζει χειρότερη καραντίνα από εμάς; Η απάντηση γέννησε ένα καταπιεσμένο, χαιρέκακο καναρίνι – κάτι ανάμεσα σε Angry Bird και Stewie Griffin από το Family Guy. Ο Στάθης, μάλλον, έχει αρκετά στοιχεία του εαυτού μου, λίγο πιο υποτονικός και μουρτζούφλης – άλλωστε φορά τις πυτζάμες μου! Πόσο δύσκολο είναι να παραμείνεις απλός στα κόμικς χωρίς να γίνεις βαρετός; Για να είσαι απλός και όχι βαρετός στα κόμικς πρέπει να εκφράζεις κάποια αλήθεια (τον εαυτό σου ή τη γύρω κατάσταση ή και τα δύο) και οι χαρακτήρες σου να έχουν όντως χαρακτήρα. Δες τα Peanuts και τη Μαφάλντα: φαινομενικά απλά κόμικς με παιδιά όπου οι χαρακτήρες εκφράζουν αληθινούς προβληματισμούς και με τη συμπεριφορά τους σε κάνουν να ταυτίζεσαι μαζί τους. Οπότε ναι, είναι δύσκολο. Αν και προσωπικά πιστεύω ότι πολυλογώ συχνά στα κόμικς μου. Αρκούν τέσσερα καρέ για να γελάσει ένας αναγνώστης; Φυσικά, όταν το χιούμορ είναι άμεσο και πετυχημένο! Κάποιοι τα καταφέρνουν και με ένα, κάποιοι αποτυγχάνουν και με δέκα. Εγώ στους Έγκλειστους όταν με έπαιρνε ανέβαζα τον αριθμό των καρέ αλλά προσπάθησα να μείνω στα τέσσερα. Τι θα έλεγε ο Dmitri Shostakovich αν έβλεπε τους Έγκλειστους; Ότι ο κομμουνισμός πέθανε αλλά η κρατική βία κι η σάτιρα επέζησαν! Ήταν άνθρωπος του χιούμορ, πάντως, ελπίζω να γέλαγε – και να τους έκανε όπερα. Υπάρχει ελπίδα για κάτι καλύτερο ή περισσότερο επαγγελματικό στον ελληνικό πλανήτη των κόμικς ή μόνο μεράκι, μπόλικος αυτοσαρκασμός και ρομαντική διάθεση; Αναλόγως τι θεωρούμε επαγγελματικό ή καλύτερο. Να μπορούμε να ζούμε από τα κόμικς κρατώντας τη δημιουργική μας ελευθερία; Δύσκολα. Ζούμε σε μια χώρα που εδώ και 10 χρόνια παραμένει τσακισμένη (οικονομικά, κοινωνικά, ηθικά) και τείνει στα δύσκολα να ξεχνάει τους «αρτ γουόρκερς». Επαγγέλματα που παραδοσιακά «είχαν λεφτά» ακόμα δεν έχουν ανακάμψει – αυτό ταυτόχρονα απελπίζει και δικαιώνει εμάς τους ονειροπόλους, που δεν κάναμε την επιλογή με βάση «τα καλά λεφτά». Προτιμώ πάντως να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο. Οι δημιουργοί πληθαίνουν, μαζί τους και η γκάμα των κόμικς, όλο και περισσότεροι εκδοτικοί οίκοι ενδιαφέρονται για τα κόμικς και φτάνουν σε όλο και περισσότερα βιβλιοπωλεία, περίπτερα και γωνιές του ίντερνετ. Για την ώρα κρατάμε το μεράκι, τον αυτοσαρκασμό και τον ρομαντισμό σε μπόλικες δόσεις. Ίσως το μέλλον να είναι καλύτερο. Οι Έγκλειστοι θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά την πανδημία; Θα ήθελα να τους συνεχίσω! Οι Έγκλειστοι απελευθερώθηκαν από την πανδημία (περίπου) αλλά ο κόσμος παραμένει ένα ζόρικο μέρος να μείνεις. Ο Στάθης και ο Αγαθοκλής είναι ένα δίδυμο με καλή χημεία που μπορεί εύκολα να σχολιάσει την επικαιρότητα, οπότε πιστεύω πως δεν έχουν πει ακόμα την τελευταία τους λέξη. Τελικά, πού και πώς ακριβώς γεννιέται ένα αστείο; Παντού γύρω μας, στις γωνιές της καθημερινής μας ρουτίνας. Είναι οι μικρές απρόβλεπτες στιγμές που σπάνε το συνηθισμένο και σου προκαλούν ένα ασυναίσθητο γέλιο. Είναι μια μικρή επανάσταση στο καθεστώς της πραγματικότητας. Και το σχετικό link...
  7. 32 χρόνια μετά την πρωτη κυκλοφορία της Μπαλάντας στην χωρά μας, από την Ars Longa το 1987, το εμβληματικό και μεγαλύτερο έργο του Ιταλού δημιουργού Hugo Pratt, "Η Μπαλάντα της Αλμυρής Θάλασσας", με πρωταγωνιστή τον ονειροπόλο, ρομαντικό και τυχοδιώκτη ναυτικό, Κόρτο Μαλτέζε, έρχεται ξανά στο προσκήνιο. Αυτή την φορά η εκδοτική Μικρός Ηρώς του Λεοκράτη Ανεμοδούρα, σε συνεργασία με την "Εφημερίδα των Συντακτών", προσφέρει από αυτό το Σάββατο (21/9) το αριστουργηματικό έργο του Pratt, στο αναγνωστικό κοινό των κόμικς, το οποίο και θα ολοκληρωθεί σε 4 μέρη. Η έκδοση είναι ίδιας ποιότητας με την προηγούμενη σειρά του Κόρτο Μαλτέζε που κυκλοφόρησε η εκδοτική, με illustration εξώφυλλο, καλό χαρτί και έγχρωμη. Ομολογώ ότι είμαι πολύ ενθουσιασμένος, μιας και μεσώ αυτής της συνεργασίας μεταξύ εκδοτικής και εφημερίδας, δίνεται η δυνατότητα να προστεθεί ένα από τα καλύτερα έργα, κατά γενική ομολογία, του Hugo Pratt, στην συλλογή μας. Μιας και δεν έχω στην κατοχή μου την αρχική ασπρόμαυρη έκδοση, θα τιμήσω στο έπακρο αυτή την προσπάθεια. Σελίδα δείγμα. Αφιέρωμα στον Κόρτο Μαλτέζε, εδώ. Παρουσίαση της έκδοσης του 1987, εδώ.
  8. Μάσκες, στολές και κοσμοπλημμύρα. Όταν θέλεις να ξεφύγεις απ’ όλα αυτά, το βενετσιάνικο καρναβάλι δεν είναι η καλύτερη επιλογή. Η πρεμιέρα της νέας ταινίας «Spider-Man: No Way Home», της τρίτης κατά σειρά με πρωταγωνιστή τον Τομ Χόλαντ κάτω από την κόκκινη-μπλε στολή τις τελευταίες ημέρες του 2021, προκάλεσε εκστατικές αντιδράσεις στους θαυμαστές του διασημότερου ήρωα της Marvel. Σε αυτή τη χρονική συγκυρία, ανήμερα της κινηματογραφικής πρεμιέρας κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως μία από τις πιο ιδιαίτερες περιπέτειες του Ανθρώπου Αράχνη. Ο λόγος για το «Spider-Man: Το μυστικό του κρυστάλλου», την πρώτη ιστορία ιταλικής παραγωγής με τον δημοφιλέστατο χάρτινο υπερήρωα. Η προέλευση της ιστορίας δεν αποτελεί απλά μια τυπική καταγραφή, μια αναφορά για τους λάτρεις της στατιστικής. Απεναντίας έχει βαθιές ουσιαστικές προεκτάσεις στην ίδια την ιστορία, αφού όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 2003, μετά από παρασκηνιακές συνομιλίες του αρχισυντάκτη της ιταλικής Panini Ενρίκο Φορναρόλι με τα μεγάλα κεφάλια της Marvel, αποτέλεσε ένα πρωτότυπο υφολογικό πείραμα, μια ενδιαφέρουσα ανάμιξη δύο διακριτών καλλιτεχνικών σχολών. «Το Μυστικό του Κρυστάλλου αντιπροσωπεύει [...] ένα πρώτο, επιτυχημένο [...] παράδειγμα για το πώς οι μεγάλοι ήρωες του αμερικανικού κόμικς μπορούν να αποκτήσουν νέα πνοή διαμέσου των δασκάλων του ιταλικού κι ευρωπαϊκού κόμικς», επισημαίνει ο Φορναρόλι στην εισαγωγή. Πράγματι, οι δυο Ιταλοί δημιουργοί δεν μπήκαν στη διαδικασία να μιμηθούν τους συναδέλφους του από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού Ωκεανού. Μιλάμε άλλωστε για δυο βετεράνους με μακρά ιστορία στον χώρο της 9ης Τέχνης: τους Τίτο Φαράτσι (σενάριο) και Τζόρτζιο Καβατσάνο (σχέδιο), γνωστοί αμφότεροι από τις ιστορίες τους για την Disney Ιταλίας. Ανάμεσα στις συνεργασίες τους ξεχωρίζει η «Σκοτεινή Πόλη» (Μίκυ Μυστήριο Β’ Κύκλος) και η «Αληθινή Ιστορία του Χίλια Εννιακόσια», διασκευή της κλασικής ταινίας «Novecento». Η αποτύπωση του παρασκηνίου δεν δυσκόλεψε τον Καβατσάνο ο οποίος είναι γέννημα-θρέμμα Βενετός. Εκείνος μάλιστα έδωσε την ιδέα για τη δημιουργία του «κακού» αφού γνώριζε καλά τους τοπικούς μύθους. Από εκεί και πέρα, τη σκυτάλη πήρε ο Φαράτσι, ο οποίος ισορρόπησε το τοπικό στοιχείο με τα βασικά μιας περιπέτειας με τον Πίτερ Πάρκερ στο προσκήνιο – εσωτερικός μονόλογος, πνευματώδεις ατάκες και ένας επιβλητικός αντίπαλος που αρχικά βγάζει τον ήρωα εκτός μάχης. Ο Πίτερ Πάρκερ ταξιδεύει στη Βενετία για οδοιπορικό κατ’ εντολή του Τζ. Τζόνα. Παρά τις ελπίδες του για χαλάρωση, τελικά θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα μυστήριο που έχει τις ρίζες του στο νησί Μουράνο, γνωστό για την τέχνη της υαλουργίας, και τον απόκοσμο κόμη Αλεβίζε Τζάνους. Παρά τη μικρή έκταση, «Το μυστικό του κρυστάλλου» αποτελεί ένα σημείο αναφοράς τόσο στην Ιστορία της 9ης Τέχνης όσο και σε αυτήν του ήρωα. Και το σχετικό link...
  9. Για μιά ακόμα φορά ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΧΟΣ στο σενάριο και ο σχεδιαστης ΚΩΣΤΑΣ ΦΡΑΓΚΙΑΔΑΚΗΣ ετοίμασαν ένα τεύχος του αγέραστου ΜΙΚΡΟΥ ΗΡΩΑ . Για την επέτειο της 28 Οκτωβρίου οι Εκδόσεις ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΣ με συνεργασία με την ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ σαν διανομέα κυκλοφορούν αυτό το 36 σέλιδο τεύχος . Τίτλος ΤΟ ΤΑΜΠΟΥΡΙ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ .βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα που έγιναν σε μια συνοικία στον ΥΜΗΤΤΟ . Σίγουρα αργότερα θα βγεί και αυτόνομο με τιμή 3,9 λίγο τσιμπημένο ,συμφέρει να το πάρεις με την εφημερίδα για να έχεις και το τετρασέλιδο ΚΑΡΕ-ΚΑΡΕ . ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ . ΖΗΤΩ Η ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ GREEK COMICS ΒΑΣΙΛΕΥΣ των ΚΟΜΙΚΣ
  10. Ακόμη μια δύσκολη χρονιά έφτασε στο τέλος της χωρίς κάποιο ελπιδοφόρο μήνυμα για την επόμενη. Τα ελληνικά κόμικς ωστόσο στάθηκαν στο ύψος τους με πολλές νέες κυκλοφορίες και με τους εκδοτικούς οίκους να αντιστέκονται και να επιμένουν. Όπως κάθε τελευταία εβδομάδα του έτους, καταγράφουμε ορισμένα από τα κόμικς που μας κράτησαν συντροφιά σε εποχές κατήφειας και απομόνωσης. Γυμνά Οστά Δημοσθένης Παπαμάρκος, Κανέλλος Cob (εκδόσεις Polaris) Χρόνια μετά το τέλος του πολιτισμού όπως τον ξέραμε, ένας από τους τελευταίους ανθρώπους πασχίζει να επιβιώσει μαζί με το συμβιωτικό του. Οι μηχανές που έχουν κυριεύσει τον κόσμο απαιτούν ενέργεια και «τρέφονται» από τους λιγοστούς επιζήσαντες, ενώ αυτοί έχουν ανάγκη τις μηχανές για να αντέξουν λίγο παραπάνω σε μια εύθραυστη ισορροπία αμοιβαίου συμφέροντος. Η τεχνολογία δεν εξελίχθηκε όπως ναρκισσιστικά την ονειρευόταν ο άνθρωπος, και οι Παπαμάρκος και Cob φιλοτεχνούν ένα πολυεπίπεδο φιλοσοφικό και οντολογικό σχόλιο για τη φύση της ύπαρξης και την ηθική της επιβίωσης, με αμέτρητες αναφορές στην ιστορία της ανθρωπότητας και της τέχνης. 1922 Θανάσης Πέτρου (εκδόσεις Ίκαρος) Μετά το «Όμηροι του Γκαίρλιτς», ο Θανάσης Πέτρου επιστρέφει στη νεότερη ελληνική ιστορία και ειδικότερα στις τραγικές μέρες που προηγήθηκαν της Καταστροφής της Σμύρνης. Καταγράφοντας το οδοιπορικό μιας ομάδας αβοήθητων Ελλήνων στρατιωτών στην Τουρκία με προορισμό τη Σμύρνη, χωρίς «πυξίδα», χωρίς τροφή, χωρίς σχέδιο και ουσιαστικά εγκαταλελειμμένων από το κράτος, ερμηνεύει εν πολλοίς την αναμενόμενη έκβαση της προσπάθειας. Ο Πέτρου (που φέτος έδωσε επίσης το σπαρακτικό ψυχολογικό δράμα «Υπομονή Θέλει» από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως και πιο πρόσφατα το «Ξημέρωσε ο Θεός τη Μέρα» σε σενάριο Τάσου Ζαφειριάδη από τις εκδόσεις Πατάκη) με εντυπωσιακή τεκμηρίωση, προσπαθώντας και πετυχαίνοντας να μείνει πιστός στα πραγματολογικά και ιστορικά δεδομένα, στήνει μια συγκινητική μυθοπλασία με πρωταγωνιστές τους ανθρώπους-θύματα του διαχρονικού μεγαλοϊδεατισμού μας. ’21, Η Μάχη της Πλατείας Soloup (εκδόσεις Ίκαρος) Τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 ήταν η κατάλληλη αφορμή για τη δημιουργία ενός εντυπωσιακού σε μέγεθος και πληροφορίες βιβλίου γύρω από την πιο σημαντική στιγμή της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Για να περιγράψει ο Soloup όλα όσα συνέβησαν πριν αλλά και μετά την επανάσταση, χωρίζει το βιβλίο του σε πολλά μικρά κεφάλαια, οιονεί λήμματα, που συνδέονται όμως αριστοτεχνικά μεταξύ τους μέσω μιας πανέμορφης ιστορίας που εξελίσσεται στο σήμερα. Ένας ηλικιωμένος λάτρης της Ιστορίας και μια νεαρή κοπέλα που διψά να την κατανοήσει συζητούν στη σκιά του Κολοκοτρώνη στην Παλιά Βουλή και «διδάσκουν» πώς πρέπει να προσεγγίζεται το παρελθόν, χωρίς πανηγυρισμούς και αφορισμούς. Οι Τρομοκράτες Νικόλας Ρώσσης (εκδόσεις Jemma Press) Το σκάνδαλο Ιράνγκεϊτ συντάραξε τη διεθνή κοινή γνώμη τη δεκαετία του 1980 γιατί τα είχε όλα: παράνομο εμπόριο όπλων, σκοτεινές διαδρομές βρόμικου χρήματος, μυστικούς πράκτορες, στρατιωτικούς, πολιτικούς και παρακράτος σε συντονισμένη δράση, επέμβαση στα πολιτικά πράγματα ξένων χωρών με άρωμα ανατροπής νόμιμων κυβερνήσεων, επικίνδυνα παιχνίδια πολιτικής επικράτησης. Ενορχηστρωτής του σκανδάλου ήταν ο Λευκός Οίκος επί Ρέιγκαν, με πρώτο βιολί τον στρατιωτικό καριέρας Όλιβερ Νορθ. Σε όλο αυτό το χάος προσπαθεί να βάλει τάξη και να το καταγράψει ο Νικόλας Ρώσσης στην πρώτη του και εντυπωσιακά δοσμένη και τεκμηριωμένη μεγάλη ιστορία κόμικς. Μέρες Λατρείας Γιώργος Γούσης, Παναγιώτης Πανταζής (εκδόσεις Polaris) Το Πάσχα στο χωριό για τον Τίτο, έναν έφηβο από την Αθήνα σε ολιγοήμερες διακοπές, ήταν πάντα το ίδιο. Οι ίδιες συνήθειες, τα ίδια φαγητά, τα ίδια έθιμα, το ίδιο πρόγραμμα, οι ίδιες προβλέψιμες εξελίξεις. Η εφηβεία όμως είναι μια έκρηξη συναισθημάτων και προσδοκιών. Τα πάντα διογκώνονται, οι χαρές γίνονται θρίαμβοι και οι στενοχώριες καταστροφές. Ο Τίτος, το συγκεκριμένο Πάσχα, παίρνει την απόφαση να μη γυρίσει στην Αθήνα αν δεν ζήσει κάτι πραγματικά μεγάλο. Οι εφηβικοί έρωτες προαναγγέλλουν τη μετάβαση από την άγουρη παιδικότητα στην ενηλικίωση και το παιδί μεγαλώνει απότομα σε ένα γλυκόπικρο κλίμα αθωότητας με ημερομηνία λήξης. Παλιές Πουτάνες Σπύρος Δερβενιώτης (εκδόσεις Χαραμάδα) Πίσω από τη μεγάλη εικόνα της Ιστορίας που γράφεται πάντα από τους νικητές, βρίσκονται άνθρωποι. Οι πολλοί και ανώνυμοι συνήθως δεν επηρεάζουν τα πράγματα και η Ιστορία τούς αποσιωπά. Κάποιοι γράφονται με χρυσά γράμματα γιατί βρέθηκαν στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή και πήραν πρωτοβουλίες. Και κάποιοι κρύβονται στο βάθος, στις σκιές, καταφέρνοντας να βγαίνουν πάντα αλώβητοι και θριαμβευτές. Σε αυτές τις Παλιές Πουτάνες αναφέρεται με το γνωστό χιούμορ του και δεν τους χαρίζεται καθόλου ο Δερβενιώτης, σε μια δράκα διαπλεκόμενων τυχοδιωκτών που διαχρονικά είναι με το μέρος των νικητών αλλά πάντα στα μουλωχτά. Σπαζοραχούλα ή Το Μάτι της Μέδουσας Στιβ Στιβακτής – Έλενα Γώγου (εκδόσεις Jemma Press) Αν το Brokeback Mountain γυριζόταν στην Ελλάδα και αν οι δημιουργοί του είχαν χιούμορ, θα λεγόταν Σπαζοραχούλα. Ο Στιβακτής και η Γώγου πλάθουν μια υπέροχα αστεία και μαγικά ρεαλιστική σαρκαστική ιστορία για το κυνήγι της ευτυχίας και της αυτογνωσίας σε έναν εχθρικό κόσμο, αυτόν της ελληνικής επαρχίας. Έναν κόσμο που διαθέτει όμως και αμέτρητες νησίδες ελπίδας και σωτηρίας, αρκεί να ξέρεις πού να ψάξεις και να τολμήσεις να περιπλανηθείς. Στις πολλές Ελλάδες που ξεδιπλώνονται όσο πιο βαθιά τολμά να ταξιδέψει, αναζητά ο βοσκός Κωνσταντής το παλικάρι των ονείρων του κόντρα σε προκαταλήψεις και αγκυλώσεις, αλλά με θαρραλέους και ανοιχτόμυαλους συμμάχους. Αποτυπώματα 1967-1975 Κυριάκος Ρόκος (εκδόσεις Στερέωμα) Ένα από τα πρώτα ολοκληρωμένα κόμικς που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα (1978) δημιουργήθηκε από έναν γλύπτη. Ο Κυριάκος Ρόκος το φιλοτέχνησε στο Παρίσι κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της δικτατορίας και αποτελεί ένα μοναδικό ιστορικό και καλλιτεχνικό αποτύπωμα. Με μια επινοημένη και φαινομενικά ακατάληπτη γλώσσα που παρ’ όλα αυτά λειτουργεί αφηγηματικά και βγάζει νόημα και με εικόνες ρέουσες, γεμάτο παραλλαγμένες διαφημίσεις, σλόγκαν και ειδήσεις της εποχής, δίνει ιδανικά το κλίμα της ανελευθερίας, της θλίψης, της καταπίεσης αλλά και της ανυπακοής, της διαμαρτυρίας, της εξέγερσης ενάντια στη χούντα. Τα Θέλουμε Όλα Κυριάκος Μαυρίδης (Εκδόσεις των Συναδέλφων) Βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Νάνι Μπαλεστρίνι, το έργο του Κυριάκου Μαυρίδη αποτελεί ένα πλήρως τεκμηριωμένο ντοκουμέντο, συνοδευμένο από εκτενείς σημειώσεις του δημιουργού, για τον μεγάλο απεργιακό αγώνα των εργατών της Φίατ στην Ιταλία το 1969. Με παραστατικότητα και χωρίς μεγαλοστομίες, ο Μαυρίδης μεταφέρει το αγωνιστικό κλίμα από τις διαδηλώσεις, τις κινητοποιήσεις, τις συνελεύσεις των Ιταλών εργατών, ακόμα και από τις αντιφάσεις του κινήματος που τις κρίσιμες στιγμές, απέναντι στην αδιαλλαξία της εργοδοσίας και τον κρατικό αυταρχισμό, στάθηκε ενωμένο και έγινε παράδειγμα για το μέλλον. Ρεμπέτικο – Ιστορία και Πρωταγωνιστές Νίκος Κουφόπουλος και 14 σχεδιαστές (εκδόσεις Ελυζέ) Όσα και να γραφτούν για το Ρεμπέτικο και την ιστορία του, θα είναι πάντα λίγα. Ο Νίκος Κουφόπουλος με τα σενάριά του επιχειρεί και επιτυγχάνει να φωτίσει ακόμα περισσότερες πλευρές του καθαρά ελληνικού μουσικού και κοινωνικού φαινομένου. Σε συνεργασία με 14 σχεδιαστές καταγράφει σημαντικές στιγμές του ρεμπέτικου γύρω από τα απαγορευμένα τραγούδια και τα ρεμπέτικα της κατοχής, τους τεκέδες του Πειραιά, τους σμυρνέικους αμανέδες, τις απαγορεύσεις και τη λογοκρισία, τον Βαμβακάρη, τον Τσιτσάνη, τον Παπαϊωάννου, τον Μπαγιαντέρα, την Μπέλλου, τη Νίνου, τον Χατζιδάκι. Σε μια χρονιά με λοκντάουν και την πανδημία να μονοπωλεί τις ζωές μας, δεν θα μπορούσαν να λείψουν και τα ανάλογα κόμικς. «Οι Έγκλειστοι» του Περικλή Κουλιφέτη (εκδόσεις Μικρός Ήρως) είναι μια χιουμοριστική και μελαγχολική συνάμα καταγραφή των ατέλειωτων ωρών της καραντίνας που μοιράζονται ο Στάθης και το μισάνθρωπο καναρίνι του, ο Αγαθοκλής, ενώ το «Το Λέει η Επιστήμη» (αυτοέκδοση) του Πάνου Γερακάκη είναι μια συλλογή από σαρκαστικά στριπάκια με πρωταγωνιστές σε πολλά από αυτά τον «Μωυσή» πρωθυπουργό μας και τον εκπρόσωπό του, Σωτήρη Τσιόδρα. Αξιοσημείωτες για τη χρονιά που φεύγει ήταν επίσης οι δυο νέες περιοδικές ανθολογίες από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως («Non Stop Comics», μια συλλογή από ιστορίες κυρίως δράσης και περιπέτειας και «Μουσικά Καρέ», μια έκδοση που εξερευνά τη σχέση κόμικς και μουσικής), η συλλογική δουλειά «Τσοντοκόμικ» ως ένας ύμνος στο απενοχοποιημένο σεξ και το «Ο Μαρίνος Ρούσος θα παίξει την Τρομπέτα του», ένα φλιπ κόμικς φτιαγμένο από Έλληνες δημιουργούς με τη τζαζ στο επίκεντρο, στη μνήμη του Soter Tas που έχασε τη ζωή του λίγο πριν φιλοτεχνήσει τη δική του συμμετοχή στο βιβλίο. Τέλος, δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτόν τον απολογισμό η σπουδαία πρωτοβουλία του Τάσου Μαραγκού (ο οποίος κυκλοφόρησε μέσα στη χρονιά δυο νέα μικρά αλμπουμάκια και τη συνέχεια του εμβληματικού «Hard Rock») «Πενάκια εναντίον Γκλομπ», που συγκέντρωσε διαδικτυακά έργα πολλών δημιουργών με θέμα την αστυνομική βία και ασυδοσία. Στα αξιοσημείωτα επίσης η 5η συνέχεια του «1800» του Θανάση Καραμπάλιου, το 2ο μέρος από τα «Μυστήρια Πράματα» του Θανάση Πετρόπουλου, καθώς και οι δυο νέες εκδόσεις του κύκλου του «World War Sapiens» του Δημήτρη Καμένου, όλα από τη Jemma Press. Με την ευχή ότι του χρόνου θα μπορούμε να γράφουμε για ακόμη περισσότερα κόμικς, από το Καρέ Καρέ, Καλή Χρονιά! Και το σχετικό link...
  11. Γιατί πολλά ζωάκια-χαρακτήρες των παιδικών κινουμένων σχεδίων φορούν γάντια; Γιατί έχουν λιγότερα δάχτυλα; Ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας τους; Ο Rich Koslowski δίνει τις δικές του απαντήσεις σε ένα πανέξυπνο mockumentary με μαύρο χιούμορ και πολλές αλληγορίες. Η ιστορία των κινουμένων σχεδίων είναι συναρπαστική και παράλληλη με αυτήν του κινηματογράφου αλλά και των επιστημονικών ανακαλύψεων. Στο αναλυτικό προλογικό σημείωμα του νέου βιβλίου του Rich Koslowski «Τρία Δάχτυλα» (εκδόσεις Μικρός Ήρως, μετάφραση: Γαβριήλ Τομπαλίδης, 146 σελίδες), περιγράφεται η πορεία από το 1833 και την πρωτοποριακή συσκευή του Ιωσήφ Πλατό, που ονομάστηκε φενακιστοσκόπιο, μέχρι τις τεράστιες κινηματογραφικές επιτυχίες των στούντιο του Ουόλτ Ντίσνεϊ («Η Χιονάτη και οι Επτά Νάνοι», «Πινόκιο», «Φαντασία» κ.ά.) μέσω αμέτρητων άλλων επινοήσεων με ευφάνταστα ονόματα (πραξινοσκόπιο, κινητοσκόπιο, ροτοσκόπηση κ.ά.). Σημαντική τομή σε αυτήν την ξέφρενη πορεία αποτέλεσε η εμφάνιση του Μίκι Μάους και των υπόλοιπων funny animals του Ντίσνεϊ στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Ήταν απολύτως απρόσμενη η επιτυχία κάποιων περίεργων χαρακτήρων με τσιριχτές φωνές, παράξενων ζώων σε απρόβλεπτες και αφύσικες συμπεριφορές που φορούσαν λευκά γάντια και είχαν τέσσερα δάχτυλα (οι Αμερικανοί ονομάζουν αυτούς τους χαρακτήρες «τριδάκτυλους» καθώς δεν μετρούν τον αντίχειρα, εξ ου και ο τίτλος «Τρία Δάχτυλα» του βιβλίου του Rich Koslowski). Αυτήν την πέρα από κάθε λογική επιτυχία προσπαθεί να ερμηνεύσει ο Koslowski, συνθέτοντας μια απολαυστική παρωδία ντοκιμαντέρ, ένα κόμικς-mockumentary όπως αποκαλούνται οι εσκεμμένες απομιμήσεις ντοκιμαντέρ με φανταστική θεματολογία, κάτι σαν το εμβληματικό «Ζέλιγκ» του Γούντι Αλεν. Στο παστίς του Koslowski, τα καρτούν συνυπάρχουν με τους ανθρώπους στον πραγματικό κόσμο (θυμίζοντας τον αλλόκοτο κόσμο τού «Ρότζερ Ράμπιτ»), αλλά τη δεκαετία του 1920 αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας και θεωρείται αδιανόητο ότι θα μπορούσαν ποτέ να γίνουν πρωταγωνιστές στη βιομηχανία του Χόλιγουντ, φέρνοντας στον νου τον ρατσισμό εναντίον των μαύρων και όλες τις απαγορεύσεις, θεσμικές ή μη, που ίσχυαν για αυτούς. Ο δαιμόνιος και φιλόδοξος πειραματιστής με το όνομα Ντίζι Ουόλτερς, προφανής παραπομπή στον Ουόλτ Ντίσνεϊ, ανακαλύπτει σε ένα κακόφημο νάιτ κλαμπ σε κάποιο σκοτεινό σοκάκι της Τούνσβιλ, «του πιο εξαθλιωμένου μέρους της πόλης, μια περιοχή που κατοικούσαν ως επί το πλείστον πολύ φτωχά καρτούν», τον πιανίστα ποντικό και αρουραίο Ρίκι Ρατ, επίσης προφανής παραπομπή στον ποντικό Μίκι Μάους. Και μαζί ξεκινούν μια μεγάλη καριέρα όπου τον ρόλο του καθοδηγητή, ατζέντη και σκηνοθέτη έχει ο Ουόλτερς και τον ρόλο του σταρ ο αρουραίος. Όπως γράφει και ο Koslowski: «Ο αρουραίος που καθόταν στο πιάνο θα οδηγούσε τον Ντίζι σε αυτό το μονοπάτι… Το μονοπάτι προς το βασίλειο που ήταν γνωστό ως Χόλιγουντ και μαζί θα κατέληγαν να κυβερνούν αυτό το βασίλειο». Όλη αυτή τη διαδρομή προς την επιτυχία των δύο αστέρων του κόσμου της διασκέδασης και της ψυχαγωγίας οι αναγνώστες την παρακολουθούν μέσα από τα λόγια, εν είδει μεταγενέστερων συνεντεύξεων, άλλων προσώπων, ανθρώπων και καρτούν, που συνεργάστηκαν μαζί τους ή έπαιξαν κάποιο ρόλο στην καριέρα τους και στην προσωπική τους ζωή αλλά και από τις εξομολογήσεις του ψυχικά κατεστραμμένου, ηλικιωμένου, μέθυσου και καπνιστή Ρίκι Ρατ, που απογοητευμένος και μετανιωμένος για τα σκοτεινά σημεία της διαδρομής του «σπάει» και ξεσπάει μπροστά στην «κάμερα». Έτσι, με ευφυώς αλλαγμένα όλα τα ονόματα ταινιών, τίτλων και ονομάτων, οι αναγνώστες μαθαίνουν μια εναλλακτική ιστορία του Ντίσνεϊ και του Μίκι Μάους, μια παρωδία με μαύρο και πικρό χιούμορ για τα άδυτα της φανταχτερής βιομηχανίας. Στο πλαίσιο αυτό, η πρώτη πολύ δημοφιλής ταινία μικρού μήκους με τον Μίκι, «Steamboat Willie» γίνεται «Railroad Rickey», o ανταγωνιστής Πόρκι Πιγκ λέγεται «Πόρτλι Πιγκ» και είναι ένας ασθενικός γεράκος που βήχει ασταμάτητα, η Μίνι Μάους μετονομάζεται σε «Μίλι Μαρσούπιαλ» και είναι μια υπέρβαρη και μοναχική πρώην σεξοβόμβα, ο Φέλιξ ο Γάτος είναι ένας ρατσιστής πρώην ηθοποιός με το όνομα «Φρίντριχ φον Κατζ», οι Ντόναλντ Ντακ, Ντάφι Ντακ, Συλβέστερ, Μπαγκς Μπάνι, Γκούφι γίνονται Ντάνιελ Ντακ, Ντάπερ Ντακ, Σλαϊβέστερ, Μπάγκι Μπάνι, Σίλι αντιστοίχως. Το μεγάλο ερώτημα και μυστήριο όμως που διατρέχει το βιβλίο του Koslowski από την αρχή και για τη μεγαλύτερη έκτασή του είναι το ποιοι ήταν οι λόγοι που έκαναν τόσο δημοφιλή τον Ρίκι Ρατ, και γιατί κανείς άλλος χαρακτήρας δεν κατόρθωσε ποτέ κάτι παρόμοιο παρά τις προσπάθειες των στούντιο και των ατζέντηδων. Ποιο ήταν το μεγάλο μυστικό του πανέξυπνου Ουόλτερς και του παράξενου αρουραίου που τους άνοιξε διάπλατα τον δρόμο προς την αποθέωση; Η απάντηση-αποκάλυψη έρχεται βραδυφλεγώς μέσα από τις «συνεντεύξεις» των πρωταγωνιστών της εποχής, αποσπάσματα από «ειδήσεις», εξώφυλλα πλαστών εφημερίδων, εκμυστηρεύσεις μετά από χρόνια. Και είναι σοκαριστική. Πέρα από το πολυεπίπεδο σενάριο και το σασπένς που χτίζεται με μαεστρία σε μια κατά τα άλλα παρωδιακού τύπου εξιστόρηση, το «Τρία Δάχτυλα» ξεχωρίζει και για τα απολύτως ταιριαστά σχέδια του δημιουργού του, ο οποίος επιτυγχάνει να αποδώσει με πολλές ρεαλιστικές λεπτομέρειες ανθρώπους, πόλεις, τοπία, εσωτερικά κτιρίων κ.λ.π. σε πλήρη αρμονία με τα καρτούν που είναι φυσικά σχεδιασμένα ως… καρτούν και με τρόπο που παραπέμπουν σε άλλους γνωστούς χαρακτήρες. Για το εντυπωσιακά φιλοτεχνημένο «Τρία Δάχτυλα», ο Rich Koslowski τιμήθηκε το 2003 με το βραβείο Ignatz του καλύτερου graphic novel της χρονιάς, ενώ ήταν υποψήφιος και για τα βραβεία Harvey και Ursa Major Award. Αρκετά ακόμα βραβεία βρίσκονται στη συλλογή του για άλλες δουλειές του («The 3 Geeks», «BB Wolf & and the Three LP’s», «Weapon Omega», «Archie versus Predator» κ.ά.), ενώ στα ελληνικά έχει κυκλοφορήσει και το «The King», επίσης από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως. Και το σχετικό link...
  12. Ο Έλβις Πρίσλεϊ ήταν ο «βασιλιάς». Λατρεύτηκε όσο λίγοι, ανέβηκε στην κορυφή και έφυγε ξαφνικά στα 42 του. Πολλοί οπαδοί του πιστεύουν ακόμα όμως ότι ζει κάπου «εκεί έξω». Το «The King» του Rich Koslowski είναι μια καθηλωτική ιστορία μυστηρίου για την πίστη στον βασιλιά του ροκ εντ ρολ. Δεκάδες ροκ τραγουδιστές και συγκροτήματα έχουν γίνει αντικείμενα λατρείας και έχουν αποκτήσει φανατικούς οπαδούς τα τελευταία 60 χρόνια. Το φαινόμενο Έλβις Πρίσλεϊ όμως, με εξαίρεση ίσως τους Beatles, δεν μπορεί να συγκριθεί με κανέναν. Γεννημένος το 1935 σε μια επαρχία του Μισισίπι κατάφερε να είναι είδωλο μιας ολόκληρης γενιάς μόλις σε ηλικία 20 ετών. Ο ρυθμός του, η κίνησή του στη σκηνή, ο χορός του, η φωνή του που προσαρμοζόταν στη μελωδία με έναν ανεξήγητο τρόπο, πότε γεμάτη πάθος και υπονοούμενα στις μπαλάντες και πότε άγρια και ξεσηκωτική στα ροκ εντ ρολ και κάντρι τραγούδια του ήταν τα στοιχεία που τον μετέτρεψαν σε μύθο. Ήταν το καλό παιδί της Αμερικής, ένας πατριώτης που υπηρέτησε ολόκληρη τη θητεία του και τραγουδούσε συχνά για τον στρατό, ενώ ταυτόχρονα έγινε ένα σεξ σύμβολο που με τις κινήσεις του, τα μαλλιά του, τις μεγάλες φαβορίτες του και τον ξέφρενο ρυθμό του έγινε ένα πολιτιστικό φόβητρο, πρωτοπόρος μιας μουσικής που αργότερα ταυτίστηκε με την αντίσταση, την αμφισβήτηση, την ελευθερία. Πρόλαβε να ανεβεί στην κορυφή αλλά και να αποκαθηλωθεί πολύ γρήγορα, εξαρτημένος από τα φάρμακα, υπέρβαρος και για ένα διάστημα αποσυρμένος. Πέθανε νωρίς, σε ηλικία μόλις 42 ετών αλλά δεν ξεχάστηκε ποτέ. «The King is gone but he’s not forgotten» (ο βασιλιάς έφυγε μα δεν ξεχάστηκε) τραγουδούσε γι’ αυτόν ο Neil Young και πράγματι οι θαυμαστές του δεν τον ξέχασαν ποτέ. Κάποιοι μάλιστα δεν πίστεψαν ποτέ ότι ο βασιλιάς πέθανε. Από την πρώτη μέρα του θανάτου του ακούστηκαν και γράφτηκαν αμέτρητες εικασίες για τον Έλβις. Πολλές μετατράπηκαν σε αστικούς μύθους που αμφισβητούσαν την επίσημη εκδοχή με διάφορα ευφάνταστα σενάρια. Όπως γράφει και ο Γαβριήλ Τομπαλίδης, μεταφραστής του «The King» (εκδόσεις Μικρός Ήρως, 244 σελίδες) στον εξαιρετικό και κατατοπιστικό πρόλογό του με τίτλο «Ο Βασιλιάς πέθανε, ζήτω ο Βασιλιάς» για τα περιστατικά όπου κάποιοι, κάπου «έβλεπαν» τον Έλβις: «Οι λιγοστές θεάσεις που θα μπορούσαν έστω να ληφθούν στα σοβαρά είχαν κάποια ξεκάθαρη εξήγηση που δυστυχώς για τους λάτρεις των συνωμοσιών δεν ήταν εκείνη που θα επιθυμούσαν. Οι “θεάσεις” συνεχίστηκαν και στις επόμενες δεκαετίες καταλήγοντας στις πρώτες σελίδες σκανδαλοθηρικών φυλλάδων προκαλώντας κυρίως το γέλιο». Μια τέτοια «θέαση» είναι το κεντρικό θέμα του «The King». Το 2005, 38 χρόνια μετά τον θάνατο του Έλβις Πρίσλεϊ, εμφανίζεται στο Λας Βέγκας ένας παράξενος τραγουδιστής φορώντας κράνος και μάσκα και ντυμένος με την κλασική λευκή στολή του Έλβις και ισχυρίζεται ότι είναι ο Βασιλιάς. Στις συναυλίες του στα καζίνα του Λας Βέγκας παρατηρείται κοσμοσυρροή. Χιλιάδες άνθρωποι αποθεώνουν τον αινιγματικό ηλικιωμένο άντρα που στα σόου του τραγουδά, χορεύει και μιλά όπως ο Έλβις. Στην τηλεόραση, στις εφημερίδες και στα περιοδικά τα αφιερώματα στον σωσία, μίμο ή απατεώνα δίνουν και παίρνουν. Κάποιοι πείθονται ότι πρόκειται για τον ίδιο τον Έλβις. Ο ίδιος αυτοαποκαλείται «Θεός». Ένας βετεράνος και παρηκμασμένος δημοσιογράφος καλείται από τον ίδιο τον παράξενο, παχουλό σόουμαν για γνωριμία και συνέντευξη. Ο Πολ Έρφουρτ έρχεται απρόθυμα στο Βέγκας με σκοπό να καλύψει το θέμα για το Time, πάλι κατ’ απαίτηση του νέου Έλβις. Και ενώ είναι βέβαιος πως πρόκειται για έναν απατεώνα που μεταμφιέζεται επιτυχημένα για να ξεγελά τους αφελείς και να δηλώνει Θεός της μουσικής, σιγά-σιγά αρχίζει να αλλάζει γνώμη. «Ο Απόλλωνας ήταν ο θεός του τραγουδιού πολύ καιρό πριν. Ύστερα όμως η ελληνική μυθολογία πέρασε στο περιθώριο, έτσι; Όταν δεν πιστεύουν πια σ’ εσένα δεν υπάρχεις. Έτσι πάνε τα πράγματα. Χάθηκε εδώ και καιρό τώρα. Πολύ καιρό στην πραγματικότητα. Άντεξε πολύ όμως. Διάολε, υπήρξαν περίπου ογδόντα θεοί ή ημίθεοι των τραγουδιών μετά από εκείνον. Κάποιοι σημαντικοί. Ο Μότσαρτ, ο Μπετόβεν φυσικά, οι Σειρήνες, σέξι κοπελιές. Διάολε, ακόμα και ο Σιντ Βίσιους ήταν ημίθεος για λίγο. Όχι για πολύ όμως. Για κανέναν μήνα. Πάμε σε μένα τώρα. Ήταν η σειρά μου... Εντάξει, η σειρά του Έλβις να πάρει τα ηνία όταν τόσοι πολλοί άνθρωποι παγκοσμίως πίστευαν πως ήταν θεός, ενώ ακόμα βρισκόταν εν ζωή. Σπάνιο πράγμα. Το κατάλαβε αυτό λίγο πριν από το τέλος, ξέρετε. Για να γίνει πραγματικά θεός όμως κάποιος δεν μπορεί να είναι θνητός. Πρέπει να υπερβεί το γήινο πεδίο. Ζόρικο πράγμα. Και γι’ αυτό και ο Έλβις έπρεπε να πεθάνει εκείνο το βράδυ. Για να πάρει τη θέση που του ανήκει στο Πάνθεον. Τη θέση που μου ανήκει» εκμυστηρεύεται με αποφασιστικότητα στον αποσβολωμένο δημοσιογράφο. Που όσο η λογική του αντιστέκεται στο να πιστέψει τον αλλόκοτο μασκοφόρο, τόσο τα λόγια του, η αγάπη του κόσμου και οι ικανότητές του τον κάνουν να το ξανασκεφτεί, να σκαλίσει το παρελθόν του, να αναζητήσει το πρόσωπο πίσω από το προσωπείο. Πάνω σ’ αυτήν την ιδέα στήνει ένα καθηλωτικό σενάριο ο Rich Koslowski που από τη μια θυμίζει παρωδία νουάρ και ιστοριών με γκάγκστερ, αλλά από την άλλη του δίνει την ευκαιρία για έναν πλούσιο φιλοσοφικό στοχασμό γύρω από την πίστη, την ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύψει ή να επινοήσει τους θεούς του, τον ρόλο του Τύπου στη δημιουργία, αλλά και στο γκρέμισμα των ειδώλων. Αφήνοντας πάντα μια παιχνιδιάρικη χαραμάδα πιθανότητας να μπορούσαν όλα αυτά να ήταν αληθινά. Σ’ αυτό το κλίμα αγωνιώδους αμφιβολίας, δεν είναι τυχαίο ότι μεταξύ των πολλών ρήσεων του Έλβις που παρεμβάλλονται ανάμεσα στα κεφάλαια του βιβλίου ο Rich Koslowski επιλέγει και το «Αν με ξεχάσουν, θα πρέπει να κάνω κάτι που θα αξίζει να το θυμούνται». Και το σχετικό link...
  13. Στη μεγάλη παράδοση των περιοδικών κόμικς που δημοσίευαν πολλές ιστορίες από διαφορετικούς δημιουργούς σε κάθε τεύχος τους προστέθηκε πριν από λίγους μήνες και το Non-Stop Comics που κυκλοφόρησε ήδη και το δεύτερο τεύχος του. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα τα πρώτα περιοδικά-ανθολογίες με κόμικς που προέρχονταν σε κάθε τεύχος από πολλούς και διαφορετικούς δημιουργούς. «Η Κολούμπρα», το «Μαμούθ», η «Πράσινη Γάτα» ήταν κάποια από αυτά τα πρωτοπόρα και πολυσυλλεκτικά περιοδικά που πάτησαν πάνω στα βήματα πολλών ανάλογων περιοδικών που κυκλοφορούσαν παράλληλα ή είχαν κυκλοφορήσει αρκετά χρόνια νωρίτερα κυρίως στη Γαλλία (Fluide Glacial, Metal Hurlant, A Suivre κ.ά.), στις ΗΠΑ (Raw, Zap, Weirdo κ.ά.), στην Αγγλία (2000 AD κ.ά.) και σε μικρότερο βαθμό στην Ιταλία (Frigidaire, Linus κ.ά.) και στην Ισπανία (El Vibora κ.ά.). Αυτή η εκδοτική πρακτική συνεχίστηκε στη χώρα μας με κύριο εκπρόσωπο πρώτα τη «Βαβέλ» από το 1981 και στη συνέχεια με το «Παρά Πέντε», το «Μικρό Παρά Πέντε», την «Επόμενη Μέρα» κ.ά. Ακόμα και το περιοδικό «9», αν και ένθετο στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» χρησιμοποίησε αυτή τη μέθοδο, όπως και ο πολύ πρόσφατος «Μπλε Κομήτης» που πριν κλείσει πρόλαβε να δημοσιεύσει εξαιρετικά κόμικς Ελλήνων και ξένων δημιουργών. Τέτοιες περιοδικές ανθολογίες υπήρχαν παλαιότερα και για τις μικρότερες σε ηλικία αναγνώστριες που στη «Μανίνα», την «Κατερίνα» και άλλα εβδομαδιαία ή μηνιαία έντυπα διάβαζαν πολλές διαφορετικές ιστορίες, αλλά και για μικρούς αναγνώστες που απολάμβαναν το «Αγόρι», το «Τρουένο», τη «Βαβούρα», το παλιό «Μπλεκ». Από αυτή την παράδοση αντλεί την ύπαρξή του το νέο διμηνιαίο περιοδικό «Non-Stop Comics» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως και θα δημοσιεύει σε κάθε τεύχος του κάποιους από τους τίτλους που δημοσιεύονταν στο νέο «Μπλεκ» των ίδιων εκδόσεων αλλά και άλλες ιστορίες. Αρχισυντάκτης του «Non-Stop Comics» είναι ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς και συνεργάτες-αρθρογράφοι οι Γαβριήλ Τομπαλίδης, Ίωνας Αγγελής, Γιώργος Ζωιτάς, Γιάννης Παπαδόπουλος, Μάνος Νομικός. Όπως γράφει ο αρχισυντάκτης και υπεύθυνος έκδοσης Λεωκράτης Ανεμοδουράς στο editorial του πρώτου τεύχους εξηγώντας την επιλογή του τίτλου: «Γιατί όμως Non-Stop Comics; Βασικά γιατί θεωρούμε ότι είναι μια λέξη που μας αντιπροσωπεύει ως εκδοτική φιλοσοφία! Είναι αλήθεια ότι είμαστε non-stop, ακόμα και αυτή τη δύσκολη περίοδο όπου δεν υπάρχει ξεκάθαρος ορίζοντας». Ως προς τα κόμικς του, στα δύο πρώτα τεύχη δημοσιεύεται το εξαιρετικό και σκοτεινό «Kill or be Killed» των Ed Brubaker και Sean Phillips καθώς και νέες ιστορίες του περιπετειώδους «Λάργκο Γουίντς» με τον τυχοδιώκτη πρωταγωνιστή των Jean Van Hamme και Philipe Francq, του ιστορικού φουτουριστικού fantasy και ιδιαίτερα δημοφιλούς στη χώρα μας «Στορμ» των Martin Lodewijk, Romano Molenaar και Jorg de Vos και του δυστοπικού «Δικαστή Ντρεντ» των John Wagner και Dan Cornwell σε ένα μέλλον ολοκληρωτισμού και αστυνομοκρατίας. Από το Καρέ Καρέ, ευχές για μακροημέρευση και ασταμάτητα κόμικς! Και το σχετικό link...
  14. Τα πυρηνικά όπλα στον πλανήτη είναι αρκετά για να τον καταστρέψουν αμέτρητες φορές. Οι Alcante, Bollee και Rodier στο «Η Βόμβα» περιγράφουν το πώς ξεκίνησε η φρενίτιδα για τους εξοπλισμούς κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και πώς κορυφώθηκε με τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα. «Ισχύς έκρηξης ισοδύναμη με δεκαπέντε χιλιάδες τόνους TNT. Θερμοκρασία εδάφους περίπου τρεις χιλιάδες βαθμοί Κελσίου. Σχεδόν όλα τα ξύλινα σπίτια κατέρρευσαν σε ακτίνα δυο χιλιομέτρων γύρω από το “σημείο μηδέν”. Πάνω από εξήντα χιλιάδες άτομα νεκρά ώσπου να ανοιγοκλείσεις τα μάτια (με τη συντριπτική πλειονότητα να είναι άμαχοι, άντρες, γυναίκες, γέροι και παιδιά, πρέπει να το υπενθυμίσουμε αυτό). Πάνω από διακόσιες χιλιάδες νεκροί συνολικά στα επόμενα χρόνια, θύματα άμεσα ή έμμεσα των επιπτώσεων της βόμβας. Ύστερα, υπάρχουν εικόνες που δίνουν σάρκα και οστά στους αριθμούς. Φωτογραφίες όπου βλέπεις πτώματα αποτεφρωμένα, περιοχές ολοκληρωτικά ισοπεδωμένες, ρημαγμένες, αφανισμένες. Αντικείμενα κατεστραμμένα, συντριμμένα, λιωμένα. Ρολόγια σταματημένα οριστικά στη μοιραία ώρα, 8:15. Χαρτονομίσματα απανθρακωμένα, παρ’ όλο που βρίσκονταν μέσα σε χρηματοκιβώτια. Τα σιχαμερά χνάρια της περίφημης μαύρης βροχής. Πληγές που αιμορραγούν, παράξενα σημάδια πάνω στα κορμιά, παιδιά που χάνουν τα μαλλιά τους. Σκίτσα των επιζώντων που απεικονίζουν αληθινούς ζωντανούς-νεκρούς, με το δέρμα να κρέμεται λιωμένο, να προσπαθούν να ανακουφίσουν τα εγκαύματά τους μέσα στις δεξαμενές νερού. Το ποτάμι να παρασέρνει αμέτρητα πτώματα. Ο πίνακας ενός σχολείου, με τα μηνύματα των επιζώντων που γυρεύουν απελπισμένα τους δικούς τους…». Αυτά είναι λίγα από τα λόγια του σεναριογράφου Didier Alcante στον εκτενή επίλογό του από το «Η Βόμβα» (μετάφραση: Τατιάνα Ραπακούλια, εκδόσεις Μικρός Ήρως, 480 σελίδες), ένα μνημειώδες έργο για μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην Ιστορία της ανθρωπότητας. Ο Alcante σε συνεργασία με τον Laurent-Frederic Bollee συνέθεσε ένα πολυεπίπεδο και κλιμακωτής έντασης σενάριο για όλα όσα προηγήθηκαν της 6ης Αυγούστου του 1945, το οποίο ανέλαβε να εικονοποιήσει ο Dennis Rodier. Οι τρεις συνεργάτες δούλεψαν πυρετωδώς για πέντε ολόκληρα χρόνια και το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Κι αυτό γιατί οι τρεις δημιουργοί δεν αρκέστηκαν στην καταγραφή της καταστροφής αλλά έπιασαν το νήμα από πολύ νωρίτερα, από το 1933 και τις διαλέξεις του καθηγητή Λίο Σίλαρντ στο Πανεπιστήμιο Φρίντριχ-Βίλχελμς του Βερολίνου. Σε μια σκηνή με έντονο συμβολισμό, ο εβραϊκής καταγωγής φυσικός βλέπει από το παράθυρο του αμφιθεάτρου στο οποίο διδάσκει τους ναζί να παρελαύνουν κρατώντας σημαίες με αγκυλωτούς σταυρούς. Συνειδητοποιεί ότι η χώρα του βουλιάζει στον ναζισμό και αποφασίζει να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ. Πιθανώς για παρόμοιους λόγους μεταναστεύει στις ΗΠΑ και ο Ιταλός φυσικός Ενρίκο Φέρμι λίγο πριν βραβευτεί με Νόμπελ από τη Σουηδική Ακαδημία το 1938. Από τους διαλόγους αυτών των δύο μεγαθήριων της Φυσικής κάπου στο Μανχάταν, μπαίνουν οι βάσεις για την αλυσιδωτή αντίδραση που θα οδηγούσε αργότερα στην ατομική βόμβα. Είχε βέβαια μεσολαβήσει η ναζιστική επεκτατικότητα, η θηριωδία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, τα εκατομμύρια νεκρών στην Ευρώπη και πολλά χρόνια εισβολών και πολέμου. Όλα αυτά τα χρόνια τόσο στις ΗΠΑ όσο και στη Γερμανία και σε μικρότερο βαθμό και σε άλλες μεγάλες χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία, γίνονταν πυρετώδεις προσπάθειες για τη χαλιναγώγηση των σχάσιμων υλικών του μικρόκοσμου, των ραδιενεργών υλικών όπως το ουράνιο και το πλουτώνιο. Όλες αυτές οι προσπάθειες είχαν έναν και μόνο απώτερο σκοπό: τη δημιουργία μιας βόμβας που όμοιά της δεν είχε ξαναϋπάρξει, ενός όπλου που ο πρώτος κάτοχός του θα γινόταν ο επικρατέστερος «παίκτης» στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή τη διαδρομή προς τη δημιουργία της «μητέρας όλων των βομβών» αφηγούνται με κάθε λεπτομέρεια οι Alcante, Bollee και Rodier και, όσο κι αν ο αναγνώστης γνωρίζει την τραγική κατάληξη, δεν παύει να παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα όλα όσα συνέβαιναν σε μυστικά εργαστήρια, σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, σε προεδρικά και πρωθυπουργικά γραφεία, σε πανεπιστήμια, στον Λευκό Οίκο και στο Κρεμλίνο· όλα όσα έπρατταν επιστήμονες όπως ο Αϊνστάιν, ο Χάιζενμπεργκ, ο Οπενχάιμερ και πολιτικοί όπως ο Τρούμαν, ο Ρούσβελτ, ο Στάλιν, ο Τσόρτσιλ. Πρωταγωνιστές στις αποφάσεις ήταν φυσικά οι πολιτικοί αλλά κι ο ρόλος των επιστημόνων, άλλων με τον ενθουσιασμό τους για τις ανακαλύψεις τους που θα μπορούσαν να σημάνουν το τέλος του πολέμου, άλλων με τις επιφυλάξεις τους για το ποιος θα έπρεπε να έχει την ευθύνη της απελευθέρωσης μιας φαινομενικά ανεξέλεγκτης δύναμης και άλλων με την άρνησή τους να συμβάλουν σε εκατομμύρια θανάτους υπό οποιοδήποτε πρόσχημα, ήταν καθοριστικός. Πολύ έξυπνα οι δημιουργοί της «Βόμβας» εναλλάσσουν τους χώρους της δράσης του βιβλίου τους και μεταφέρουν ιδανικά αυτά τα αντικρουόμενα αισθήματα, είτε των επιστημόνων είτε των στρατιωτικών είτε ακόμα και των ηγετών των Μεγάλων Δυνάμεων, που ακόμα και αυτοί δεν γνώριζαν τι ακριβώς πάνε να κάνουν και σε τι μπορεί να οδηγήσει τον κόσμο η πυροδότηση ενός όπλου του οποίου τις συνέπειες δεν γνώριζε και δεν μπορούσε να προβλέψει κανείς. Είναι αυτονόητο πως για την περιγραφή όλων των γεγονότων που οδήγησαν στον σχεδιασμό, στην κατασκευή και τη ρίψη της βόμβας απαιτείται τιτάνια και πολυετής έρευνα και για την απόδοσή τους με πειστικό αλλά και ελκυστικό τρόπο είναι απαραίτητη η τεκμηρίωση. Στο τέλος του βιβλίου τους οι τρεις δημιουργοί παραθέτουν μια εκτενή σειρά πηγών που δεν περιορίζονται μόνο σε βιβλία και έρευνες του παρελθόντος, αλλά επεκτείνονται και σε διαδικτυακούς ιστοτόπους, σε ντοκιμαντέρ, σε επιστημονική αρθρογραφία και σε κόμικς που έχουν ασχοληθεί με το θέμα όπως τα «Dans un Recoin de ce Monde» της Fumiyo Kouno, «Gen d’ Hiroshima» του Keiji Nakazawa και «Les Reveurs Lunaires» των Cedric Villani και Baudoin. Όπως επισημαίνει και ο Alcante: «Έπρεπε να αφομοιώσουμε, να κατανοήσουμε και να συνοψίσουμε δεκάδες βιβλία, άρθρα και ντοκιμαντέρ για να τροφοδοτήσουμε τις σκηνές μας. Συζητούσαμε αφηγηματικές επιλογές ως τα ξημερώματα, ξαναγράφαμε σκηνές πάλι και πάλι, επαληθεύαμε, ξεκινούσαμε ξανά από το μηδέν, ετοιμάζαμε storyboard, σκιτσάραμε, μελανώναμε… ατέλειωτη δουλειά […] Από την αρχή συμφωνήσαμε ότι το θέμα επέβαλλε απόλυτη ακρίβεια, τόσο σε ιστορικό όσο και σε επιστημονικό επίπεδο. Όλα τα γεγονότα, οι ημερομηνίες, τα πρόσωπα, καθώς επίσης και οι τόποι, τα κτίρια, τα οχήματα, οι στολές, όλα επαληθεύτηκαν πολλές φορές». Θα νόμιζε κάποιος όμως διαβάζοντας για αυτή την εμμονή στην ακρίβεια και τη λεπτομέρεια στη δημιουργία της «Βόμβας» ότι πρόκειται για ένα βαρύ ακαδημαϊκό έργο ή για έναν αναλυτικό οδηγό ιστορικών γεγονότων. Ισχύει το αντίθετο. Με τη δεξιοτεχνία στην εναλλαγή των σκηνών, των προσώπων και των χώρων όπου εξελίσσονται τα γεγονότα και, κυρίως, με την εστίαση στους συναισθηματικούς κόσμους των πρωταγωνιστών, η «Βόμβα» κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα. Τα ασπρόμαυρα σχέδια του Rodier συμβάλλουν και αυτά καθοριστικά στο αποτέλεσμα καθώς ισορροπεί ιδανικά ανάμεσα στα μεγάλα πλάνα των εργοστασίων, των θαλασσών, των ουρανών και των πόλεων και στα κοντινά πλάνα των προσώπων, των εκφράσεών τους, της θλίψης τους, των συγκεχυμένων διαθέσεών τους. Και τέλος, το πιο σημαντικό σε ένα τέτοιο έργο είναι ότι οι δημιουργοί του δεν υιοθετούν και δεν εφαρμόζουν μια υποτιθέμενη ουδετερότητα απέναντι στα γεγονότα, ωσάν η Ιστορία να αποφάσισε για το πώς έπρεπε να γίνουν τα πράγματα. Αντιθέτως παίρνουν θέση, πότε άμεσα και πότε έμμεσα αλλά πάντα με σαφή τρόπο. Έτσι μεταφέρουν μέσω της πλοκής τους την προφανή απορία για το αν εντέλει η ατομική βόμβα που έριξε το πρωί της 6ης Αυγούστου του 1945 το Enola Gay στη Χιροσίμα ήταν απαραίτητη για τον τερματισμό του πολέμου – με τη Γερμανία ήδη ηττημένη και κατεστραμμένη – ή απλώς έπεσε για να καταλάβουν όλοι ποιος θα είναι ο κυρίαρχος της επόμενης μέρας. H απάντηση που δίνουν είναι φυσικά το δεύτερο. Γι’ αυτό και επιλέγουν να κλείσουν το έργο τους με περισσότερες από είκοσι συγκλονιστικές σελίδες από τη Χιροσίμα την ώρα της καταστροφής, που δεν χρειάζονται καθόλου λόγια. Με το σφίξιμο στο στομάχι να γίνεται ακόμα πιο οδυνηρό με την ευφυή αντίστιξη του αντιστράτηγου Λέσλι Γκρόουβς, στρατιωτικού προϊσταμένου του Σχεδίου Μανχάταν για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας, να διαβάζει το τηλεγράφημα από τον Ειρηνικό λίγο μετά τη ρίψη («Αποτέλεσμα άψογο. Επιτυχία σε όλα τα επίπεδα») και να πανηγυρίζει κραυγάζοντας «Τα καταφέραμε! Πετύχαμε!» την ώρα που δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι απανθρακώνονταν, αφήνοντας σαν ακτινογραφία τη σκιά τους στα ερείπια μιας ισοπεδωμένης πόλης, ενός ισοπεδωμένου πολιτισμού. Και το σχετικό link...
  15. Ένα από τα πιο δημοφιλή και εμβληματικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο «Μόμπι Ντικ» του Αμερικανού συγγραφέα Χέρμαν Μέλβιλ, διασκευασμένο σε κόμικς από τους Olivier Jouvray και Pierre Alary, προσφέρεται στους αναγνώστες της ειδικής έκδοσης της «Εφ.Συν.» σήμερα και τα δύο επόμενα Σάββατα. Η εμμονή του ανθρώπου να κυριαρχήσει απέναντι στη φύση με κάθε τίμημα, η εκδίκηση, η προσωπική αφοσίωση σε έναν στόχο, η τρέλα αποτελούν τα βασικά θέματα ενός βιβλίου που γράφτηκε πριν από 170 χρόνια, αλλά παραμένει επίκαιρο μέχρι σήμερα. Ο «Μόμπι Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ γράφτηκε το 1851 και σε πρώτο επίπεδο αφορά τη μονομανή καταδίωξη μιας θηριώδους λευκής φάλαινας από τον εμφανώς διαταραγμένο Κάπτεν Άχαμπ που έβαλε στόχο της ζωής του να καμακώσει το «θηρίο» από τότε που αυτό του έφαγε το ένα πόδι. Αφηγητής είναι ένας νεαρός ναύτης, ο Ισμαήλ, ενώ στους πρωταγωνιστές συγκαταλέγεται και ένας «ευγενής άγριος», ο εξωτικός Κουίκουεγκ που συχνά παίζει τον ρόλο του καταλύτη στις δύσκολες καταστάσεις, κατορθώνοντας να λύνει τα προβλήματα με απλότητα και αμεσότητα. Οι ζωές των τριών ανθρώπων καθώς και δεκάδων άλλων ναυτικών, αξιωματικών κ.λ.π. εξελίσσονται πάνω στα φαλαινοθηρικά και μέσα στις φουρτουνιασμένες θάλασσες με έναν και μόνο στόχο. Αλλά ποιος είναι αυτός; Είναι κοινός για όλους; Από την εξέλιξη της συναρπαστικής πλοκής αποδεικνύεται πως όχι. Αυτό το μωσαϊκό στάσεων, αντιλήψεων, προθέσεων και επιδιώξεων που περιγράφει με ένα σχεδόν ρομαντικό στιλ ο Μέλβιλ, μεταφέρουν ιδανικά οι Olivier Jouvray (σενάριο) και Pierre Alary (σχέδιο) στη δική τους προσαρμογή (μετάφραση: Τατιάνα Ραπακούλια, εκδόσεις Μικρός Ήρως). Ο Jouvray επιλέγει ευφυέστατα τις σκηνές και τα περιστατικά στα οποία δίνει έμφαση, κάτι που ελαχιστοποιεί τις συνέπειες από την αναπόφευκτη περικοπή υλικού όταν επιδιώκεται η προσαρμογή ενός τεράστιου λογοτεχνικού έργου σε κόμικς ενώ παράλληλα ο Alary παίρνει άριστα στην απόδοση των εκφράσεων των χαρακτήρων, αντισταθμίζοντας έτσι την απώλεια του γραπτού λόγου. Αποφεύγοντας τις «φωτογραφικές» αναπαραστάσεις αλλά και την «καθαρότητα» και επιλέγοντας αντ’ αυτών σκοτεινά χρώματα στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, σχέδια που πλημμυρίζουν από γραμμές και μολυβιές, περιγράμματα που ξεφεύγουν από τα πρόσωπα και τα αντικείμενα τα οποία υποτίθεται ότι ορίζουν, σκιές που δεν υπακούν στους κανόνες της φύσης αλλά αντανακλούν τη διάθεση των χαρακτήρων και το κλίμα της υπόθεσης, καταφέρνει να πλάσει μια ατμόσφαιρα που αποπνέει υγρασία και μοναξιά, φόβο και διαρκή απειλή. Μια απειλή που είναι το αποτέλεσμα της εμμονής ενός καπετάνιου που παλεύει να πάρει εκδίκηση. «Βλέπω ακόμα τον ίδιο εφιάλτη κάθε νύχτα…» λέει ο Κάπτεν Άχαμπ. Και επιλέγει να ζήσει εντός αυτού του εφιάλτη για πάντα. Μόνο μέσα στον εφιάλτη η ζωή του έχει κάποιο νόημα. Που δεν είναι άλλο από το προδιαγεγραμμένο τέλος. Του εφιάλτη και της ζωής. Και το σχετικό link...
  16. Η Σοφία και ο Γκάμπριελ γύρισαν όλη την Ευρώπη για να αναδείξουν τα περιβαλλοντικά προβλήματα. Ύστερα, το ταξίδι τους έγινε κόμικς. Τώρα, τα έσοδα από τις πωλήσεις θα διατεθούν για τους πυρόπληκτους του περασμένου καλοκαιριού. Τι κοινό έχει η Λισαβόνα με την Κρακοβία; Η πρώτη είναι η μόνη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που κοιτάζει τον Ατλαντικό ενώ η δεύτερη θεωρείται – όχι άδικα – η πιο όμορφη πόλη της Πολωνίας. Η πορτογαλική πόλη είναι διάσημη για τον ήλιο της ενώ η πολωνική για την ατμοσφαιρική της αρχιτεκτονική. Τίποτα όμως από όλα αυτά δεν θα έχει καμία σημασία αν σιγά-σιγά τα κράτη δεν αλλάξουν τις πολιτικές τους για το περιβάλλον. Αργά ή μάλλον γρήγορα τα πράγματα θα γίνουν πολύ χειρότερα για όλους μας. Η κλιματική κρίση δεν μας χτυπά απλά την πόρτα, αλλά βρίσκεται ήδη εδώ. Αρκεί κάποιος να ρίξει μια ματιά στο τι συνέβη το περασμένο καλοκαίρι στα ελληνικά δάση. Δυστυχώς η λέξη καταστροφή δεν αρκεί για να περιγράψει την κατάσταση. Μήπως φοβάσαι για το μέλλον; Καλά κάνεις. Κάτι πρέπει να γίνει και άμεσα. Ένα κόμικ για την κλιματική κρίση Ειλικρινά, τι ακριβώς συμβαίνει στον κόσμο μας; Στο νέο κόμικς που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως με τίτλο Η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής παρακολουθούμε σε πραγματικό τόπο και χρόνο τις εξελίξεις που τρέχουν. Όχι, δεν πρόκειται για κάποια δυσνόητη επιστημονική θεωρία ή κάποια ακαταλαβίστικη ανάλυση για τους κινδύνους που διατρέχει η Γηραιά Ήπειρος. Είναι απλά ένα πανέξυπνο graphic novel. Δύο αδέρφια, η Σοφία και ο Γκάμπριελ, αποφασίζουν να γυρίσουν κυριολεκτικά όλη την Ευρώπη – από τη Λισαβόνα μέχρι την Κρακοβία, και από την Αθήνα μέχρι το Παρίσι – για να αναζητήσουν τόσο τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης όσο και τους τρόπους, με τους οποίους εμείς οι Ευρωπαίοι μπορούμε να εργαστούμε για ένα μέλλον περισσότερο φιλικό για το περιβάλλον. Το ταξίδι τους είναι αληθινό και όχι fictional ενώ για κάθε κακή είδηση υπάρχει μια τουλάχιστον καλή λύση. Μπορεί λοιπόν το 80% της παγκόσμιας ενέργειας να προέρχεται από ορυκτά καύσιμα, στο Παρίσι όμως το σύστημα ανταλλαγής ποδηλάτων μας γλιτώνει από άπειρο καυσαέριο. Την ίδια ώρα που η Δυτική Γερμανία έχει πληγεί τα τελευταία χρόνια από πρωτόγνωρες πλημμύρες, νέοι εναλλακτικοί τρόποι ενέργειας (χρήση των περιττωμάτων των γουρουνιών για αυτόν τον σκοπό) δίνουν ελπίδα. Φυσικά, πολύ συχνά τα αρνητικά ξεπερνούν τα θετικά. Έτσι, τα αδέρφια έρχονται αντιμέτωπα με τις «πέτρες του λιμού» στην Τσεχία· πέτρινους, δηλαδή, σχηματισμούς που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι τον 16ο αιώνα με την ελπίδα να γλιτώσουν από την πανούκλα, και οι οποίοι εμφανίστηκαν ξανά εξαιτίας της πολύ χαμηλής στάθμης των ποταμών. Ακόμα χειρότερα; Μια βόλτα στο Μάτι Αττικής, εκεί όπου παίχτηκε η μεγαλύτερη περιβαλλοντική τραγωδία της Ευρώπης. Στο τέλος όμως της μέρας το πρόσημο είναι θετικό: αν πραγματικά το θελήσουμε μπορούμε να σώσουμε τον πλανήτη. Οι καλές πρακτικές είναι ικανές να νικήσουν τις μεγάλες περιβαλλοντικές καταστροφές. Για αυτό και όλα τα έσοδα από το συγκεκριμένο κόμικς θα διατεθούν για τους πυρόπληκτους των πυρκαγιών μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Το κόμικς είναι επιδοτούμενο από το πρόγραμμα Bridging European and Local Climate Action (BEACON). Σκοπός του προγράμματος είναι η ενδυνάμωση της συνεργασίας με σκοπό την ενίσχυση της δράσης πέρα από τα σύνορα κάθε χώρας, για την προστασία του κλίματος σε τοπικό, εθνικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο, ούτως ώστε να επιτευχθεί η Συμφωνία του Παρισιού που υπεγράφη το 2016. Τι καταλαβαίνουμε τελικά από την εν λόγω έκδοση σχετικά με την περιβαλλοντική κρίση; Ότι είμαστε όλοι μαζί σε αυτό. Δεμένοι σε ένα άρμα που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς τον γκρεμό. Ήρθε η ώρα λοιπόν να πατήσουμε φρένο – και αυτό το κόμικ είναι ένα μικρό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση, για να αναστραφεί η κλιματική κρίση. Και το σχετικό link...
  17. Μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, το άλμπουμ "Η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής" θα διαθέσει όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις του στους πυρόπληκτους των πρόσφατων καταστροφών. Το μοναδικό παράπλευρο κέρδος από τις πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές που αφάνισαν πάνω από 1.200.000 στρέμματα φέτος το καλοκαίρι, είναι οι ασίγαστες πρωτοβουλίες υποστήριξης και ουσιαστικής αλληλεγγύης από οργανισμούς, οργανώσεις πολιτών, ΜΚΟ, ιντερνετικές ομάδες, παρέες ή ακόμα και μεμονωμένα άτομα. Σε αυτό το αλληλέγγυο πλαίσιο, μόλις κυκλοφόρησε ένα κόμικ – σε μορφή προσεγμένου άλμπουμ –, που ό,τι βγάλει από τις πωλήσεις του θα το διαθέσει στους πυρόπληκτους του Αυγούστου μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Ο λόγος για το θεματολογικά καραεπίκαιρο «Η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής» των Mπρούνο Πίντο, Κίκο Νογκέιρα, Νούνο Ντουάρτε που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως. Μέσα από ζωηρά χρώματα και ευρωπαϊκής αισθητικής σκίτσο, το γραφιστικό αυτό μυθιστόρημα αφηγείται την ιστορία της νεαρής Σοφίας, που γυρίζει την Ευρώπη με τρένο παρέα με τον μικρό αδελφό της Γκάμπριελ. Ο λόγος του ταξιδιού είναι η ολοκλήρωση μιας εργασίας της που διερευνά τα αίτια και φυσικά τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής – που πλέον έχει γίνει κρίση κανονική. Είναι αυταπόδεικτο πόσο η αναζήτηση της Σοφίας και του Γκάμπριελ σχετίζεται με τις φετινές δικές μας πυρκαγιές και τις επιπτώσεις τους… Μάλιστα, καθώς τα δυο αδέλφια εξετάζουν τι κάνουν, και κυρίως τι παραπάνω θα μπορούσαν να κάνουν οι Ευρωπαίοι για ένα πιο φιλικό περιβάλλον, ταξιδεύουν και στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στο Μάτι, όπου συνομιλούν με ανθρώπους που βίωσαν από πρώτο χέρι την τραγωδία της 23ης Ιουλίου 2018. Αξίζει να σημειωθεί πως «Η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής» επιδοτείται από το πρόγραμμα Bridging European and Local Climate Action (BEACON). Σκοπός του προγράμματος είναι η ενδυνάμωση της συνεργασίας και η ενίσχυση της δράσης μεταξύ των χωρών για την προστασία του κλίματος σε τοπικό, εθνικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο, ούτως ώστε να τηρηθεί η Συμφωνία του Παρισιού που υπεγράφη το 2016. Το πρόγραμμα BEACON χρηματοδοτείται από το European Climate Initiative (EUKI). Πληροφορίες: «Η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής» των Mπ. Πίντο, Κ. Νογκέιρα, Ν. Ντουάρτε, εκδόσεις «Μικρός Ήρως», τιμή 8€. Και το σχετικό link...
  18. Τι σημαίνει να είσαι μπαμπάς στη σύγχρονη εποχή; Πόσο αλλάζει η ζωή σου με τον ερχομό ενός μωρού; Σε ποια στερεότυπα πρέπει να μην υποκύψεις; Και πώς σε βλέπουν οι άλλοι στον νέο σου ρόλο; Ο Νικόλας Στεφαδούρος στις «Μπαμπαδοϊστορίες» δίνει τις δικές του χιουμοριστικές απαντήσεις. Οι περιπέτειες των μπαμπάδων κατά την ανατροφή των παιδιών τους δεν αποτελούν συνηθισμένη θεματική στα κόμικς. Κατά το παρελθόν άλλωστε, τα στερεότυπα και τα κοινωνικά-οικογενειακά ήθη ήθελαν τον μπαμπά να βρίσκεται διαρκώς έξω από το σπίτι για δουλειές, ενώ όταν γύριζε κατάκοπος έπρεπε να ξεκουραστεί. Τα λίγα κόμικς που έχουν υπάρξει με πρωταγωνιστές μπαμπάδες κατά την άσκηση του πατρικού τους ρόλου ήταν όμως απολαυστικά. Στο «Gasoline Alley»του Frank King, ήδη από τη δεκαετία του 1920, ένας υπέροχος «πατέρας» μεγάλωσε ιδανικά τον θετό του γιο διδάσκοντάς τον τα πάντα για τη φύση, την τέχνη, την καλοσύνη, ενώ στο πιο πρόσφατο «Lunarbaboon», μια εμβληματική σειρά της εποχής μας από τον Christopher Grady, ένας άλλος φανταστικός μπαμπάς μαθαίνει τον δικό του γιο να επιβιώνει με σεβασμό στη διαφορετικότητα, να υποστηρίζει τους πρόσφυγες και τους φτωχούς, να αντιστέκεται στη βία και το μπούλινγκ. Κι ένας Έλληνας μπαμπάς, ο Νικόλας Στεφαδούρος, φιλοτεχνεί τις δικές του ιστορίες και μεταφέρει τις γονεϊκές του εμπειρίες από την πρώτη μέρα της γέννησης της κόρης του, πάντα με χιούμορ, αγάπη προς τα παιδιά, κατανόηση και καταπληκτικά σχέδια για μια πανέμορφη αλλά και δύσκολη περίοδο της ζωής μπαμπά και παιδιού. Οι «Μπαμπαδοϊστορίες» (εκδόσεις Μικρός Ήρως, 68 σελίδες, πρώτη δημοσίευση στο all4mama.gr) είναι στο σύνολό τους αυτοτελή στριπάκια των λίγων καρέ, συνήθως δυο ή τριών, μέσω των οποίων ο Στεφαδούρος προλαβαίνει και καταφέρνει με απόλυτη επιτυχία να αφηγηθεί και να αποδώσει κάθε φορά ένα ξεχωριστό περιστατικό της βρεφικής ή πρώιμης παιδικής ηλικίας. Και το κάνει κάθε φορά με ένα πανέξυπνο χιούμορ και εκφράζοντας έναν μεγάλο πλούτο συναισθημάτων πάντα με επίκεντρο το παιδί και τις ανάγκες του. Χωρίς να μετανιώνει ούτε λεπτό, ούτε στιγμή για τα νέα του καθήκοντα (ή τα καθήκοντα του πρωταγωνιστή του με τον οποίο πιθανώς μοιράζονται πολλές κοινές εμπειρίες…). Όπως γράφει και ο ίδιος στον επίλογό του: «Και ξαφνικά γίνεσαι “μπαμπάς” και όλα αλλάζουν. Τέλος το σινεμά, τέλος η μπάλα, τέλος τα καφεδάκια έξω και η φράση “ελεύθερος χρόνος” πλέον φαντάζει εξωτικό νησί που δεν θα δεις ποτέ! Τώρα είσαι master στο άλλαγμα της πάνας, ειδήμων στη σωστή θερμοκρασία του μπιμπερό και ικανός να κοιμίσεις μωρό, γράφοντας παράλληλα αυτό το κείμενο με ένα δάκτυλο. Το μικρό δάκτυλο. Γιατί όλα αυτά; Γιατί απλά γουστάρεις να είσαι “μπαμπάς”!» Για όλα αυτά ένας μπαμπάς όπως και αυτός του Στεφαδούρου δεν περιμένει ανταλλάγματα. Νιώθει όμως την ευτυχία να τον πλημμυρίζει όταν η μικρή του κόρη του προσφέρει ψεύτικο τσάι για να τον ανακουφίσει από το κρυολόγημα, όταν επιμένει ότι ο μπαμπάς της είναι «όμο’ φος», όταν μοιράζονται την τελευταία σοκοφρέτα, όταν χορεύουν μαζί στα πάρτι, όταν απλώς θέλει να του πει μια καληνύχτα. Και αυτό είναι αρκετό. Και το σχετικό link...
  19. «Με τη γνωστή ”Ιουλιανή Συνθήκη του Λονδίνου” (6 Ιουλίου 1827), οι τρεις μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) ζητούσαν επιτακτικά από τον Οθωμανό σουλτάνο Μαχμούτ Β′ να παραχωρήσει ανεξαρτησία στην Ελλάδα: Για την ακρίβεια στις περιοχές Μοριά, Ρούμελη, Κυκλάδες, Εύβοια, που στα προηγούμενα επτά σχεδόν χρόνια μαχόταν στον Αγώνα της Εθνεγερσίας. Η τυχαία εμπλοκή που οδήγησε στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου (20 Οκτωβρίου 1827, που θεωρήθηκε υποκριτικά ως ατυχές συμβάν και που κατέληξε στην καταστροφή της οθωμανικής αρμάδας) υπήρξε ο ακρογωνιαίος λίθος για τη δημιουργία ενός πραγματικά ανεξάρτητου κράτους μέσα από μία σειρά πρωτοκόλλων διπλωματικής κινητικότητας. «Το Αιγαίο στις Φλόγες» (πρωτότυπος τίτλος L’ Archipel en Feu, 1884) είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα πειρατικής δράσης, η αφήγηση του οποίου αρχίζει δύο μέρες πριν από την καθοριστική Ναυμαχία του Ναυαρίνου, αλλά στη συνέχεια της αφήγησης, οι συνέπειες της ναυμαχίας δεν επηρεάζουν την πλοκή. Όπως όλα τα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν, ντύνει και σ′ αυτό την πλοκή του με ακριβείς ιστορικές, γεωγραφικές και τεχνικές πληροφορίες, αν και σε σύγκριση με άλλα μυθιστορήματα του, μάλλον φτωχές σε πλήθος θα μπορούσαν να θεωρηθούν. Αρχικά το μυθιστόρημα δημοσιεύθηκε σε συνέχειες από τις 29 Ιουνίου έως τις 3 Αυγούστου 1884 στην παρισινή εφημερίδα Les Temps (Οι Καιροί) και μέσα στην ίδια χρονιά εκδόθηκε και σε βιβλίο. Αμέσως μετά τη δημοσίευση του στη Γαλλία, δημοσιεύθηκε πρώτη φορά και στα ελληνικά σε συνέχειες από τον Ιούλιο 1884 έως τον Ιανουάριο 1885, σε καθημερινή εφημερίδα των Αθηνών, που συμπτωματικά είχε τον ίδιο τίτλο με τη γαλλική: Καιροί. Οι κάτοικοι του Οίτυλου συνέταξαν μανιφέστο ζητώντας τη διακοπή της δημοσίευσης και το «σκάνδαλο» προκάλεσε τη δημοσίευση πολλών άρθρων σε εφημερίδες , ειδικά αντιπολιτευόμενες τον Τρικούπη. Ο Βερν υποχρεώθηκε να δικαιολογηθεί επικαλούμενος την ιστορική αλήθεια των ντοκουμέντων και τον δεδηλωμένο ένθερμο φιλελληνισμό του». Όλα τα βιβλία του Ioύλιου Βερν γράφονται πάνω στη ραχοκοκαλιά ενός ταξιδιού, όλα είναι από µόνα τους ταξίδια. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως είναι ο πατέρας της «γεωγραφικής μυθοπλασίας». Σε ένα από αυτά τα ταξίδια του λοιπόν πρωταγωνιστεί η ελεύθερη Ελλάδα που αρχίζει να αναδύεται μέσα από τις στάχτες τεσσάρων αιώνων σκλαβιάς. Η πάταξη της πειρατείας και των σκλαβοπάζαρων στο Αιγαίο είναι μια από τις προτεραιότητες του νεογεννηθέντος κράτους. Η ιστορία αρχίζει μια δύο μέρες πριν από την καθοριστική ναυμαχία του Ναυαρίνου, όπου οι Μεγάλες Δυνάμεις έβαλαν τέλος στη ναυτική κυριαρχία του οθωμανικού στόλου στα ελληνικά παράλια. Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, με τα σκηνικά της δράσης να εναλλάσσονται από το μανιάτικο Οίτυλο, στην αγγλοκρατούμενη Κέρκυρα, τα ανελέητα κυνηγητά και τα φοβερά σκλαβοπάζαρα, εκτυλίσσεται μια ναυτική περιπέτεια στο Αρχιπέλαγος που κυριολεκτικά φλέγεται από τις ομοβροντίες των κανονιών και τα ρεσάλτα των πειρατικών τσούρμων. To βιβλίο του Ιουλίου Βερν «Το Αιγαίο στις Φλόγες» μεταφέρεται σε κόμικς για πρώτη φορά παγκοσμίως από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως. Ο Γιώργος Βλάχος προσαρμόζει το σενάριο και ο Θανάσης Καραμπάλιος σκιτσάρει με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Μια περιπέτεια έρωτα και προδοσίας από τη Μάνη μέχρι την Κρήτη, που εξυμνεί τη συμμετοχή των Φιλελλήνων στον Αγώνα του ’21 και μιλά για την τιμή, τη φιλία και την ανιδιοτέλεια, στην επέτειο των 200 ετών από την Επανάσταση του 1821. Το πρώτο μέρος του κόμικς είναι ήδη διαθέσιμο στο site των εκδόσεων, ενώ από τις 29 Ιουλίου θα βρίσκεται σε βιβλιοπωλεία, κομιξάδικα και περίπτερα. Το δεύτερο μέρος θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο. Και το σχετικό link...
  20. Βασιλεύς των κόμικς

    ΦΡΑΝΚΕΝΣΤΑΪΝ

    Ηταν μια συνηθισμένη βραδινή συγκέντρωση φίλων πριν αρκετά χρόνια ,προτου ανακαλυφτουν τα ράδιοφωνα ,η τηλεόραση τα επιτραπέζια και κάθε είδους σύγχρονης διασκέδασης .Ο μόνος τρόπος να περάσει ο χρόνος ήταν η αφήγηση ιστοριών .Η Μαίρη έφτιαξε μια δική της .Τον ''ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΡΟΜΗΘΕΑ '',μία ιστορια που πραγματεύεται την μεγαλομανία του άνθρώπου να γίνει θεός .Ο Δώκτορας ΦΡΑΝΚΕΣΤΑΙΝ συράβει τα καλύτερα ανθρωπινά όργανα απο πτώματα ,(χρησιμοποιώντας και το μυαλό ενος εγκληματία )και καταφέρνει να ξαναδώσει ζωή .Γνωστο και σαν το ΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΦΡΑΝΚΕΣΤΑΙΝ εγινε βιβλιο και έμεινε σταθμός στην λογοτεχνία ,αλλα και στο πάνθεον σαν ένα από τα διαχρονικά πλάσματα που σκορπουν τον τρόμο όπως ο Κόμης Δράκουλας ,η Μούμια ,ο Αορατος Ανθρωπος αλλά και από τα μοντέρνα Φρέντυ Κρούγκερ (μια εξέλιξη του Δράκουλα ,όπως ο βρυκόλακας σε πιάνει στην πιο ευαλωτη στιγμή ,την ωρα που κοιμάσαι έτσι και ο Φρέντυ μπαίνει στα ονειρά σου ) Τσακυ ,Τζέισον Βάρχνας ( ενας σύγχρονος Φρανκεσταιν που όλο σκοτώνεται αλλα ολο ζωντανεύει ,στο 4ο μέρος ζωντανεύει από έναν κεραυνο όπως και ο Φρανκυ ) Μία ώθηση έδωσε φυσικά και ο κινηματογράφος που από νωρις κατάλαβε την δυναμική των ΄΄τεράτων αυτων με κορυφαία την UNIVERSAL που στην δεκαετία του 1930 έκανε τα πιο κλασσικές ταινίες .Στην ταινία το τέρας ερμήνευσε ο Μπόρις Κάρλωφ ενώ ακούστηκε και η κλασσική ατάκα IT;S ALIVE ,IT;S ALIVE. Το έργο θα ολοκληρωθει σε τρία άλμπουμ και θα διανεμηθει μέσω της εφημερίδας ΕΦ.ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ κάθε Σάββατο.
  21. Τα αγαπημένα τραγούδια ξεχειλίζουν από εικόνες. Διαφορετικές για κάθε ακροατή. Εννιά δημιουργοί κόμικς περνούν από τη θέση του ακροατή στη θέση του σχεδιαστή τέτοιων εικόνων προσθέτοντας τη δική τους ενδιαφέρουσα καλλιτεχνική οπτική. «Δεν είναι λίγες οι φορές που ακούγοντας ένα αγαπημένο τραγούδι σκαρφιζόμαστε τη δική μας ιστορία που θα μπορούσε να το συνοδεύει. Ιστορίες που δεν είναι ποτέ ίδιες μεταξύ τους. Οι πολλαπλές ερμηνείες που δίνουμε σε ένα τραγούδι σε συνδυασμό με το μίνιμαλ στοιχείο του είναι και το γοητευτικό. Κάτι όμως ακόμα πιο γοητευτικό είναι η εικονοποίησή τους!», γράφει ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς στο εντιτόριαλ του νέου περιοδικού «Μουσικά Καρέ» (εκδόσεις Μικρός Ήρως). Και κρίνοντας από το περιεχόμενο του περιοδικού, η εικονοποίηση δεν είναι μόνο γοητευτική αλλά και πανέμορφη και πανέξυπνη. «Τράβα βρε μάγκα» από την Αγγελική Σαλαμαλίκη Η ιστορία της σχέσης των κόμικς με τη μουσική βέβαια δεν είναι σημερινή αλλά κρατάει χρόνια. Την περιδιαβαίνει ο Θοδωρής Μανίκας στον πρόλογό του επισημαίνοντας τις πολλαπλές μορφές και εκφάνσεις αυτής της σχέσης: «Κόμικς ως artwork εξωφύλλων δίσκων αλλά και πολυσέλιδα κόμικς ως ένθετα σε δίσκους βινυλίου (από το θρυλικό εξώφυλλο του μέγιστου Crumb για το Cheap Thrills της Janis Joplin ώς το πόνημα του designer Στέργιου Δελιαλή για το δεύτερο και τελευταίο άλμπουμ των Poll). Κόμικς με βιογραφίες μουσικών και φανταστικές περιπέτειες που έχουν ως ήρωες σταρ της μουσικής (από τον Bob Dylan και τους Kiss ως τον Elvis και τον Αργεντινό σαξοφωνίστα Gato Barbieri). Ουκ ολίγα κόμικς και graphic novels, σχεδιασμένα ή/και σεναριογραφημένα από μουσικούς (από τον Charlie Watts ως τον Glenn Danzig και από όλους σχεδόν τους Grateful Dead ώς τον Nick Cave). Καλλιτέχνες που επιλέγουν ως εικόνα τους μια κομικσοειδή καρικατούρα […] Αφίσες, flyers συναυλιών και φεστιβάλ, προωθητικά διαφημιστικά υλικά κ.λ.π. Περιοδικά κόμικς και φανζίν, με μουσικές (συνήθως ροκ) θεματικές. Σειρές κινουμένων σχεδίων με πλείστες μουσικές αναφορές αλλά με συχνές “παρουσίες” διάσημων μουσικών στα καρέ των επεισοδίων τους (κορυφαίες, οι αμερικανικές σειρές The Simpsons και Beavis and Butt-Head)». «Don’t stop me now» των Queen από την Αρινέλλα Κοτσίκο Από όσα γράφει ο Θοδωρής Μανίκας, εξάγεται το συμπέρασμα ότι το επόμενο και πολύ αποφασιστικό βήμα προς την ολοκλήρωση αυτής της σχέσης δεν μπορεί να είναι άλλο από τη μεταφορά/προσαρμογή των κόμικς σε τραγούδια και το αντίθετο. Αυτό το δεύτερο υλοποιούν με μεγάλη επιτυχία οι εννιά δημιουργοί κόμικς που συμμετέχουν στα «Μουσικά Καρέ». Τον Μαύρο Γάτο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, ένα τραγούδι «ανυπακοής» που σιγοψιθύρισαν ή βροντοφώναξαν πολλές γενιές νέων σε συναυλίες, πάρτι, πλατείες και πορείες, επιλέγει ο Θανάσης Καραμπάλιος που ακολουθεί κατά γράμμα τους στίχους του συνεπώνυμου του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Θανάση, με αποκορύφωμα τη σύλληψη του μποέμ Γάτου όταν «βγήκε σεργιάνι το χαφιεδοτσουρμό, αυτοί που αποτελούνε τον εθνικό κορμό». Ο «Μαύρος γάτος» του Βασίλη Παπακωνσταντίνου από τον Θανάση Καραμπάλιο Τους στίχους και τη μουσική του Freddie Mercury από το «Don’t stop me now» των Queen εικονογραφεί η Αρινέλλα Κοτσίκο επιτυγχάνοντας να αποδώσει ιδανικά τις στιγμές έκστασης και απόλαυσης μιας κοπέλας που νιώθει σαν «sex machine, ready to reload, like an atom bomb about to explode». Σε ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου, το «Δημοσθένους Λέξις», προσφέρει τις εικόνες του ο Περικλής Κουλιφέτης τοποθετώντας τον αφηγητή σε μια έρημη πόλη όπου «οι δρόμοι θα ´ναι αδειανοί κι η πολιτεία μου πιο ξένη, τα καφενεία όλα κλειστά κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι», για να σταθεί αμέσως μετά μπρος στην πύλη του ΕΑΤ-ΕΣΑ «με τις κουβέρτες στη μασχάλη, χωρίς Βουλή, χωρίς Θεό, σα βασιλιάς σ' αρχαίο δράμα». «Δημοσθένους Λέξις» του Διονύση Σαββόπουλου από τον Περικλή Κουλιφέτη Ο Νικόλας Κούρτης με την ιστορία του δίνει μορφή στην αγωνία, το ξεπέρασμα του φόβου, την ανάκτηση της αυτοεκτίμησης, την απελευθέρωση και την απογείωση του εαυτού από το «I am the Fire» των Halestorm, ενώ ο Σταύρος Κιουτσιούκης πλάθει μια δική του ιστορία με τίτλο «Το Λάιβ» που εκτυλίσσεται σε ένα μπαρ της Θεσσαλονίκης υπό τους ήχους του «Are you gonna be my girl?» των Jet. Στο ασπρόμαυρο Πασαλιμάνι που ομορφαίνει με λίγες προσεκτικά επιλεγμένες κόκκινες πινελιές, της Ρόζας Εσκενάζυ από το «Τράβα βρε μάγκα», σε στίχους και μουσική του Κώστα Σκαρβέλη, μας ταξιδεύει η Αγγελική Σαλαμαλίκη δίνοντας τη δική της εκδοχή στα λόγια του τραγουδιού. Μια εκδοχή που ολοκληρώνεται με ένα απολύτως αιτιολογημένο φονικό, λίγο κόκκινο αίμα και μερικά κόκκινα άνθη που ξεφυτρώνουν από τα κεραμίδια. Τη σπουδαία, γεμάτη συναίσθημα ποίηση από τα Υπόγεια Ρεύματα μετατρέπει σε κόμικς ο Κωνσταντίνος Σκλαβενίτης στο «Σαν Έρημα Καράβια», εικονογραφώντας τη θλίψη και τη μοναξιά μιας ανολοκλήρωτης σχέσης ενώ ο Νικόλας Στεφαδούρος δίνει εικόνες σε ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια των Oasis, το «Wonderwall» σε στίχους και μουσική του Noel Gallagher. Σε ένα από τα πιο τρανταχτά και όμορφα παραδείγματα του πόσο αποτελεσματική και γοητευτική μπορεί να είναι η προσαρμογή ενός έργου τέχνης σε μια άλλη τέχνη που χρησιμοποιεί άλλη γλώσσα, άλλα μέσα και εντελώς διαφορετικά εργαλεία. Ιδιαίτερα όταν το πρωτότυπο έργο είναι εσκεμμένα αφαιρετικό ως προς τα νοήματά του αφήνοντας τον ακροατή να συμπληρώνει αυτός την αφήγηση, αλλά αναπόφευκτα συγκεκριμενοποιείται και αποκτά μία από τις πιθανές ερμηνείες και διαστάσεις του όταν εικονοποιείται, χωρίς αυτό να απαγορεύει την ύπαρξη άλλων, αμέτρητων εκδοχών, προσλήψεων, αναπλαισιώσεων και προσαρμογών. «Camouflage» του Stan Ridgway από τον Κώστα Φραγκιαδάκη Τελευταίο μουσικό κομμάτι του περιοδικού είναι το «Camouflage» του Stan Ridgway που αφηγείται φιλοτεχνώντας τη δική του ιστορία ο Κώστας Φραγκιαδάκης σε χρώμα του Μιχάλη Τόρη και ιστορική επιμέλεια του Γιάννη Μονογυιού. Το «Camouflage» αποτελεί και τη μεγαλύτερη σε έκταση ιστορία των «Μουσικών Καρέ» καθώς ο Φραγκιαδάκης δεν αρκείται στην εικονογράφηση των στίχων, αλλά με βάση αυτούς πλάθει μια δική του εκδοχή των φανταστικών περιστατικών που περιγράφονται στο τραγούδι. Με αποτέλεσμα ένα έτσι κι αλλιώς πολύ φορτισμένο με νοήματα και συναισθήματα τραγούδι για τον αγώνα επιβίωσης ενός Αμερικανού φαντάρου στις ζούγκλες του Βιετνάμ να αποκτά εικόνες. Και η «σωτηρία» του που σύμφωνα με το τραγούδι αποδίδεται στην αυταπάρνηση και τους ηρωισμούς του «Camouflage» να παραμένει ένα άλυτο αίνιγμα. Το εξώφυλλο του άλμπουμ «Μουσικά Καρέ» από τον Νίκο Κούτση Τα «Μουσικά Καρέ», μια έκδοση που αναμένεται να έχει πολλές συνέχειες, με το πρώτο τεύχος τους εξερεύνησαν και παρουσίασαν τη δυνατότητα εικονοποίησης των τραγουδιών καθώς και τη μεταφορά τους σε κόμικς. Η πολύπλευρη αυτή σχέση μεταξύ των κόμικς και της μουσικής δεν εξαντλείται όμως σε αυτό. Τα επόμενα τεύχη θα είναι αφιερωμένα σε άλλες πτυχές της σχέσης αυτής με επίκεντρο τους στίχους, τη μουσική και τις εικόνες που γεννούν τα τραγούδια. Μια άλλη διάσταση της σχέσης της μουσικής με τα κόμικς έδωσε η συλλογή ιστοριών με τίτλο «Song Stories» (εκδόσεις Ένατη Διάσταση, 2019). Σε αυτήν επτά δημιουργοί κόμικς (Έφη Θεοδωροπούλου, Άρης Λάμπος, Κλήμης Κεραμιτσόπουλος, Γιώργος Καμπάδαης, Σοφία Σπυρλιάδου, Νικόλας Στεφαδούρος και Σταύρος Κιουτσιούκης) εικονογραφούν τις αληθινές ιστορίες που κρύβονται πίσω από τα τραγούδια αγαπημένων καλλιτεχνών και δημοφιλών συγκροτημάτων (Παύλος Παυλίδης, Rotting Christ, Nightstalker, 12ος Πίθηκος, Στίχοιμα, Social Waste), «απαντώντας» στα συνήθη ερωτήματα που το κοινό θέτει στους καλλιτέχνες, όπως «Μα πού βρίσκετε όλες αυτές τις ιδέες; Από πού αντλείτε την έμπνευσή σας; Ποιοι είναι οι καλλιτέχνες που σας έχουν επηρεάσει;». Και το σχετικό link...
  22. Με τίτλο «Υπομονή θέλει», οι Θανάσης Πέτρου και Μαρία Παναγιώτου αφηγούνται την οδυνηρή ιστορία μιας νέας γυναίκας που σταδιακά «χάνεται», βυθισμένη στις εσωτερικές της συγκρούσεις, την οικογενειακή πίεση, τις αντιφατικές κοινωνικές νόρμες. «Είναι λογικό να έχεις κατάθλιψη. Ίσως ένας ψυχολόγος να σε βοηθούσε». «Χαζομάρες! Θα πιάσω δουλειά, θα κάνω φίλους, θα μου περάσουν όλα! Υπομονή θέλει». Ο διάλογος στις πρώτες σελίδες τού «Υπομονή θέλει», σε σχέδια του Θανάση Πέτρου και σενάριο του ίδιου σε συνεργασία με τη Μαρία Παναγιώτου (εκδόσεις Μικρός Ήρως, 82 σελίδες), μεταξύ της πρωταγωνίστριας και μιας φίλης της είναι η αρχή της πορείας προς ένα αδιέξοδο. Η αυταπάτη που τροφοδοτείται από μια κοινωνικά «επιβεβλημένη» ελπίδα οδηγεί στην εναπόθεση του μέλλοντος σε εξωγενείς παράγοντες. «Δουλειά, φίλοι, λίγη τύχη και όλα θα πάνε καλά» είναι το μότο μιας κοινωνίας που μιλά και σκέφτεται με ευχές και συνθήματα. Δυστυχώς δεν θα πάνε… Και μια γυναίκα αρχίζει να βουλιάζει στον εαυτό της. Δεν ζητάει βοήθεια – θεωρείται ένδειξη αδυναμίας κάτι τέτοιο. Μάθαμε ότι πρέπει να είμαστε «δυνατοί», «σκληροί», «να αντέχουμε», «να κάνουμε υπομονή». Από την άλλη δεν υπάρχει και κανείς να τη βοηθήσει. «Έγινα 25. Και πάλι τσακώθηκα με τη μαμά… Βαρέθηκα να μου λέει ότι θα μείνω γεροντοκόρη» σκέφτεται η νεαρή γυναίκα. Και στο μυαλό της έρχεται η φωνή της μαμάς: «Αν δεν παντρευτείς και δεν κάνεις παιδιά θα είσαι ένα… τίποτα!» της λέει. Κι έτσι φουντώνουν οι φωνές που «ακούει» η νεαρή κοπέλα. Φωνές που κάτι λένε αλλά συνήθως κρύβονται κάτω από την κατακραυγή και τα φάρμακα. Στο εξαιρετικό, κατατοπιστικό προλογικό του σημείωμα ο ψυχίατρος Λυκούργος Καρατζαφέρης επισημαίνει: «Αν μείνουμε σε μία μόνο θεώρηση, θα χάσουμε πολλά από τον πλούτο που η εμπειρία κουβαλάει. Ο J. Watkins (2010) μας θυμίζει πως “αν και οι άνθρωποι που παρουσιάζουν χαρακτηριστικά ψυχωσικά συμπτώματα (παραληρητικές ιδέες, ψευδαισθήσεις, απώλεια επαφής με την πραγματικότητα) ενδέχεται να έχουν πολύ διαφορετικές εσωτερικές εμπειρίες και να παλεύουν με πολύ δύσκολες καταστάσεις, μόλις διαγνωσθούν με “ψυχωσική νόσο” τείνουν να αντιμετωπίζονται με έναν πολύ ομοιόμορφο τρόπο, με τους περισσότερους να λαμβάνουν ψυχοτρόπα φάρμακα τα οποία συστήνεται να παίρνουν για μεγάλες περιόδους, πιθανότατα εφ’ όρου ζωής. Τα φάρμακα είναι πιθανόν να αποτελούν για πολλούς το μόνο σημαντικό στοιχείο μιας συνεχιζόμενης θεραπείας”. Όμως, τόσο οι λεγόμενες παρανοϊκές σκέψεις όσο και οι φωνές που συχνά τις συνοδεύουν μπορεί να αποτελούν έκφραση μιας μεταφοράς για υποβόσκοντα μηνύματα. Ορισμένες φορές, όταν οι άνθρωποι διηγούνται τις ιστορίες τους αυτές ακούγονται παράξενες, αλλά αν μπορέσουμε να τις αποκωδικοποιήσουμε ίσως μπορέσουμε να εξακριβώσουμε τη σημασία τους και τη σύνδεση ανάμεσα στις σκέψεις και τα συναισθήματα». Κι επειδή όλοι λίγο-πολύ έχουμε βρεθεί είτε οι ίδιοι είτε κάποιο κοντινό μας πρόσωπο σε μια κατάσταση που αυτά που λέμε ή αισθανόμαστε απαιτούν αποκωδικοποίηση, ο Λυκούργος Καρατζαφέρης διευκρινίζει ότι «η ικανότητα της αποκωδικοποίησης των φωνών και των παρανοϊκών σκέψεων ως έκφρασης μιας μεταφοράς για υποβόσκουσες σημασίες είναι ένα σημαντικό βήμα προς την ανάρρωση. Αν αναγνωριστούν οι μεταφορές, τότε οι φωνές και οι παρανοϊκές σκέψεις θα αρχίσουν να βγάζουν νόημα. Η σχέση με τις φωνές θα αλλάξει με θετικό τρόπο». Στο «Υπομονή θέλει» αυτός ο θετικός τρόπος δεν έρχεται ποτέ, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που οι Πέτρου και Παναγιώτου επιλέγουν να δώσουν τέλος και να αφήσουν τη συνέχεια ανοικτή σε κάθε αναγνώστη. Μικρή σημασία θα είχε άλλωστε μια «κάποια λύσις», καθώς το επίκεντρο του βιβλίου δεν είναι η «θεραπεία» αλλά η καταγραφή της πορείας προς το πρόβλημα, ο εντοπισμός των ψηφίδων που ασυνείδητα τοποθετούνται μία μία στο τεράστιο ψηφιδωτό της ψυχικής διαταραχής. Σκόρπιες εικόνες, αποσπασματικές σκηνές, μικρά πολαρόιντ καθημερινότητας μιας νέας κοπέλας προστίθενται το ένα στο άλλο και όταν η «μεγάλη εικόνα» αρχίζει να σχηματίζεται, είναι πια αργά. Με αυτόν τον φαινομενικά αποσπασματικό τρόπο, με εικόνες και σκηνές που πέφτουν η μια πάνω στην άλλη δημιούργησε και ο Θανάσης Πέτρου την ιστορία. Στον μικρό του πρόλογο περιγράφει συνοπτικά τη διαδικασία και τα συναισθήματα όταν διάβασε πρώτη φορά το σενάριο της Μαρίας Παναγιώτου: «Διαβάζοντάς το, σοκαρίστηκα! Ήταν τόσο αληθινό! Οι εμμονικές επαναλήψεις, η άμεση, κοφτή γραφή ηχούσαν στα αφτιά μου σαν ποίημα ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε παραλήρημα […] Έτσι, με τον τρόπο που διαβάζεται το κείμενό της, σαν να βρίσκεσαι σε εμπύρετη κατάσταση, ξεκίνησα να το δουλεύω τον Ιούλιο του 2019. Προσπαθώντας να ξεφύγω από αγκυλώσεις και στεγανά που δημιουργούν σε έναν σχεδιαστή τα λεπτομερή και καλά δομημένα σενάρια, τσαλαβουτώντας σε υλικά και διαφορετικές τεχνικές, ολοκλήρωσα σε έναν μήνα το κόμικς». Οι Θανάσης Πέτρου και Μαρία Παναγιώτου δεν είναι οι πρώτοι ούτε φυσικά οι τελευταίοι δημιουργοί κόμικς που ασχολούνται με το θέμα της ψυχικής υγείας. Από τη δεκαετία του 1970 κιόλας ο Justin Green είχε φιλοτεχνήσει το εν μέρει αυτοβιογραφικό «Binky Brown meets the Holy Virgin Mary» για τα προσωπικά του προβλήματα από την παιδική του ηλικία. Αυτοβιογραφικό ήταν και το «Marbles» της Ellen Forney με υπότιτλο «Mania, Depression, Michelangelo and Me» όπως και τα «Μήπως είσαι μάνα μου;» και «Θανατάδικο» της Άλισον Μπέχτελ, ενώ πιο αυτοσαρκαστικά και χιουμοριστικά περιέγραψε τον ψυχικό του κόσμο ο Ivan Brunetti στο «Schizo». Σε αυτή την αλυσίδα έρχεται να προστεθεί το «Υπομονή θέλει», ένα βιβλίο-σοκ με τα υπέροχα – για μια ακόμη φορά – σχέδια του Θανάση Πέτρου που μπορεί να μην είναι αυτοβιογραφικό αλλά μας αφορά όλους. Ιδιαίτερα στην παρούσα συνθήκη που η ψυχική υγεία δοκιμάζεται καθημερινά. Και το σχετικό link...
  23. Βασιλεύς των κόμικς

    ΡΟΒΙΝΣΩΝΑΣ ΚΡΟΥΣΟΣ

    Γεννήθηκε το 1632 στην Αγγλία. Μεγάλωσε στο περιβάλλον μιας εύπορης οικογένειας. Ο πατέρας ήθελε να τον κάνει δικηγόρο, όμως το όνειρο του ίδιου ήταν να ταξιδέψει στη θάλασσα. Ακολουθώντας το όνειρό του, ο Ροβινσώνας ναυαγεί σ' ένα ερημονήσι όπου έρχεται αντιμέτωπος με την άγρια φύση και τον φόβο των εισβολέων, κατορθώνει χάρη στην ευρηματικότητα και τη σκληρή δουλειά όχι απλά να επιβιώσει, αλλά πραγματικά να δημιουργήσει μια νέα ζωή. Θα καταφέρει όμως να νικήσει τη μοναξιά, τις αδυναμίες και τα πάθη του και να ανακαλύψει την ουσία της ύπαρξής του; Πρόκειται για μια ιστορία που ακροβατεί ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, μια ιστορία που παρουσιάζει το μεγάλο ταξίδι της ζωής μας. Την περιπέτεια για την οποία όλοι μας έχουν γεννηθεί και πρέπει να ζήσουμε. Ο πιο γνωστος ναυαγός της κλασσικης λογοτεχνίας μαζί με τον συντροφό του Παρασκευα υπό τον συγγραφέα Δανιήλ Νταφόε εμπνεύσαν και άλλα μυθιστορήματα όπως την ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΕΛΒΕΤΩΝ ΡΟΜΠΙΝΣΩΝ ,ταινίες ,μίνι σειρές και σειρές όπως την γνωστή οικογένεια Ρόμπινσον που βρεθήκαν ΧΑΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ αλλά και διάφορες κόμικς εκδοχες όπως αυτη την Γαλλικη μεταφορα .Η εκδοτική συνεχίζει την σειρά λογοτεχνικών έργων .Το έργο θα ολοκληρωθει σε τρία άλμπουμ και θα διανεμηθει μέσω της εφημερίδας ΕΦ.ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ κάθε Σάββατο. Το άλμπουμ συνοδεύεται από βιογραφία του συγγραφέα και αφιέρωμα του βιβλίου και την πορειά του γραμμένο από τον Γ. Τομπαλίδη . ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ GREEKCOMICS ΒΑΣΙΛΕΥΣ των ΚΟΜΙΚΣ
  24. Ο παραπάνω τίτλος, εντός μάλιστα εισαγωγικών, θα μπορούσε να είναι τα λόγια κάποιου μισάνθρωπου και ανθρωποφοβικού κακότροπου γρουσούζη. Ή κάποιου που κακοποιείται διαρκώς και δεν έχει καμία διέξοδο. Κάποιου που σχεδιάζει την εκδίκησή του αλλά δεν μπορεί να την εφαρμόσει. Και γι’ αυτό είναι χαιρέκακος, απολαμβάνει τη δυστυχία των άλλων όταν έρχεται να συμπληρώσει και να πλαισιώσει τη δική του. Ιδιαίτερα τη δυστυχία του θύτη του. Ή κάποιου που είναι όλα αυτά μαζί. Ο Αγαθοκλής είναι όλα αυτά μαζί. Τα οποία διογκώνονται λόγω της «έκτακτης» συνθήκης του εγκλεισμού και οδηγούν τη συμβίωσή του με τον Στάθη σε οριακές καταστάσεις. Σχήμα λόγου όμως, καθώς ο καημένος ο Αγαθοκλής, ένα μικρό φυλακισμένο πουλάκι, δεν μπορεί να κάνει και πολλά κλεισμένος στο κλουβί του, παρά να μονολογεί χαιρέκακα για την κατάντια του ανθρώπινου είδους την ώρα που ο μεγάλος του «αντίπαλος», ο άνθρωπος Στάθης, βιώνει με τη σειρά του την οδύνη του εγκλεισμού, της καραντίνας, του ατέρμονου λοκντάουν. Παρουσιάσαμε από αυτές εδώ τις στήλες τη σειρά «Οι Έγκλειστοι» του Περικλή Κουλιφέτη πριν από λίγους μήνες, με το λοκντάουν να την καθιστά εκ των πραγμάτων επίκαιρη. Σήμερα οι «Έγκλειστοι» δεν είναι μόνο επίκαιροι αλλά και «βγαλμένοι μέσα από τη ζωή». Οι περιπέτειές τους, φιλοτεχνημένες από τον Περικλή Κουλιφέτη (εκδόσεις Μικρός Ήρως, 44 σελίδες) είναι η καλλιτεχνική ανταπόκριση ενός χιουμορίστα και ευαίσθητου δημιουργού από ένα μικροαστικό, εργένικο διαμέρισμα σε συνθήκες απομόνωσης. Ο Αγαθοκλής που δεν έχει να χάσει τίποτα εκτός από το κλουβί του, και ο Στάθης που ανέχεται και αποδέχεται να χάσει τα πάντα μεμψιμοιρώντας και θρηνώντας, είναι δυο ξένοι στο ίδιο σπίτι. Ο πρώτος μισεί τον δεύτερο και όλη την ανθρωπότητα. Ο δεύτερος κάνει υπομονή. Ο πρώτος κάνει ασκήσεις επί χάρτου για το απονενοημένο και τη μεγάλη απόδραση. Ο δεύτερος απελπίζεται. Ο πρώτος θέλει να πράξει μα δεν μπορεί. Ο δεύτερος μπορεί να πράξει μα δεν θέλει. Κι έτσι συνυπάρχουν δυσλειτουργικά και εξ ανάγκης σε μια παράλογη συνθήκη που τους καταρρακώνει και τους δυο. Διαβάζοντας τις ιστορίες τους ο αναγνώστης θα έπρεπε να ταυτιστεί με τον Αγαθοκλή. Αν το σκεφτεί καλύτερα όμως, δεν είναι παρά ένας άβουλος Στάθης, θύτης και θύμα ταυτόχρονα που αισθάνεται ασφάλεια στη μοναξιά κι ευτυχία στη θέα του Αγαθοκλή που περνά ακόμη χειρότερα από αυτόν. Και το σχετικό link...
  25. Βασιλεύς των κόμικς

    ΠΙΝΟΚΙΟ

    Πινόκιο, το γνωστό σκοτεινό παραμύθι του CARLO COLLODI (όπως όλα τα παλιά παραμύθια σχεδόν άλλωστε) που στο πέρασμα των χρόνων έγιναν αρκετές αλλαγές για να γίνει πιο εύπεπτο για τις μικρές ηλικίες, σε μία ακόμη διασκευή για κόμικς από τους CHAUVEL /MC BURNIE. Η ιστορία γνωστή, το ξύλινο παιδί που θέλει να γίνει αληθινό και περνά από αρκετές περιπέτειες μέχρι να τα καταφέρει .Το πιο μεγάλο πρόβλημά του είναι το όταν λέει ψέματα, η ξύλινη μύτη του ...μεγαλώνει. Η πιο γνωστή μορφή του ξύλινου ήρωα είναι αυτή που του έδωσαν οι σχεδιαστές των στούντιο ΝΤΙΣΝΕΥ στην αξεπέραστη υπέροχη ταινία, που αν και πέρασαν αρκετά χρόνια, δεν υπάρχει άλλη που να έχει την δυναμική και την μαγεία της. Η εκδοτική ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΣ αναλαμβάνει την έκδοση, με έναν ήρωα που απασχόλησε -με άλλη εκδοχή τόσο την πρώτη γενιά ΑΝΕΜΟΔΟΥΡΑ (Στέλιος με 3 εκδοτικές περιόδους, 1975 -1984- 1991) όσο και την δεύτερη (Γιώργος κ Κατερίνα 2004). Το έργο ολοκληρώνεται σε 2 άλμπουμ και διανέμεται μαζί με την ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, παίρνοντας σε λίγες μέρες τον δρόμο της αυτονομίας.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.