Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'γαλέρα'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Όταν μια άνοιξη μας φώναξε ο Καλαϊτζής να πιούμε ένα ποτήρι και να μας πει μια ιδέα που τον βασάνιζε, μια σταλιά ήμασταν, αλλά δεν είχαμε και παιδικές αυταπάτες. Ούτε το ποτήρι θα ήταν ένα ούτε η ιδέα που τον βασάνιζε θα έμενε μόνη για πολύ. Τον Ιούνιο του 2005 κιόλας όλα είχαν πάρει τον δρόμο τους. Είχαμε γνωρίσει πολλούς από τη μεγάλη παρέα του Γιάννη, μια ζωντανή πινακοθήκη μυθικών για μας προσώπων, από τον χώρο των γραφιάδων και των δημιουργών. Ο Γιάννης Καλαϊτζής στα γραφεία της «Γαλέρας» Είχαν ηλικίες που απλώνονταν σε όλη του τη διαδρομή. Έγιναν ανεπαισθήτως μια νέα συλλογικότητα από τον ανθό της δημοσιογραφίας, των ταλέντων και των κινηματικών ευαισθησιών. Όνομα καν δεν είχε, το έδωσε σε μια από τις πρώτες συναντήσεις χωρίς ποτήρι ο Πέτρος Ζερβός. Θα λεγόταν «Γαλέρα» και οι κωπηλάτες της θα συνυπέγραφαν τον Συνεταιρισμό των Ερετών. Ιούνιο του 2005 τυπώθηκε το μηδενικό, δοκιμαστικό, αλλά πλήρες τεύχος. Και τον Οκτώβριο με τις πρώτες δροσιές, το πρώτο κανονικό. Ένα περιοδικό ιδιόμορφο, μεγάλου σχήματος – σαν μικρή εφημερίδα, από ακριβό χαρτί και ανεκτίμητο μεράκι. Μηνιαίο πολιτικό και σατιρικό έντυπο αυτοσυστηνόταν. «ΓΑΛΕΡΑ – Για τις Ακυβέρνητες Πολιτείες». Οι περισσότεροι από τους παλιούς τουλάχιστον ήταν μια Ακυβέρνητη Πολιτεία μόνοι τους. Δεν γράφω εδώ ονόματα, μάταια θα επιχειρούσε κανείς να τους μαρτυρήσει όλους χωρίς αθέλητες παραλείψεις. Σήμερα, 16 χρόνια μετά, κάποιοι απ' αυτή την εξαίσια παρέα δεν είναι στη ζωή. Κάποιοι ίσως έχουν αλλάξει πιο πολύ γαλαξία απ' ότι φαντάζονταν κι οι ίδιοι. Και κάμποσοι έχουν βρεθεί σε κορυφαίες θέσεις ευθύνης. Έτσι είν' η ζωή. Σκληρή, απρόβλεπτη και με χρονοχρέωση. Ήταν ένα όνειρο που έπλεε ήδη σε αντίξοους καιρούς. Η πολιτική συγκυρία βάλτωνε ανάμεσα στα Βατοπέδια και το πρώτο Μνημόνιο. Η οικουμενική και εγχώρια ελευθερία της έκφρασης είχε μικρές και μεγάλες παρενοχλήσεις. Η αγορά φερόταν με δυσανεξία σε τέτοια, χωρίς εκπτώσεις αξιοπρέπειας, «πολυτελή» εγχειρήματα. Αριστερά: «Γαλέρα» τεύχος 1, Οκτώβριος 2005, με σκίτσο του Γ. Ιωάννου. Δεξιά: Το τελευταίο τεύχος της «Γαλέρας» (τ. 51), Ιανουάριος 2010. Η «Γαλέρα» είχε το πείσμα και την αυθεντία του Καλαϊτζή (και άλλα πολλά απ' αυτόν, που δεν μας τα αποκάλυπτε όσο κι αν τον ρωτούσαμε) και τις αντοχές, τα μεράκια, τα ευγενή ελαττώματα όλων όσοι τράβηξαν κουπί. Προς έκπληξη των περισσοτέρων και της λογι(στι)κής κράτησε πάνω από 5 χρόνια το ταξίδι της. Έβγαλε 51 τεύχη, έγινε εκπομπή στο ραδιόφωνο (να ήσασταν από μια μεριά «Στο Κόκκινο» να βλέπατε τον Καλαϊτζή να ραδιοσκηνοθετεί μ' ένθεη μανία κι έξαλλο ενθουσιασμό!). Έκανε συναυλίες, φεστιβάλ, οργάνωσε, με τον οίστρο και την επιμονή του Χρήστου Αλεφάντη, το Παγκόσμιο Κύπελλο Αστέγων. Όλα αυτά αποτελούσαν ένα ανυπολόγιστο ξόδεμα κόπου, αγωνίας, πόρων, συζητήσεων, χυμών σταφυλιού κυρίως. Και του χιούμορ, που κρατάει οικογένειες ή διαλύει σπίτια. Ήταν μια συλλογική, όμορφη περιπέτεια, η περίληψη μόνο της οποίας κατέληγε κάθε μήνα στο τυπογραφείο. Ήταν ίσως η πιο συλλογική και η πιο περιπέτεια που είχαμε περπατήσει οι περισσότεροι από μας, όσοι τουλάχιστον δεν είχαν ζήσει τον Μάη του 68 ή τον Νοέμβρη του '73... Συλλογική, αλλά δεν θα είχε ξεκινήσει καν αν δεν ήταν το πείσμα, οι παραξενιές και η τελειομανία του Γιάννη Καλαϊτζή. Ο Βαγγέλης Χερουβείμ και ο Γιάννης Καλαϊτζής στο στούντο του Ρ/Σ «Στο Κόκκινο» κατά τη διάρκεια ηχογράφησης για την εκπομπή «Γαλέρα στους πέρα κάμπους» Σταματώ εδώ. Έχω την αίσθηση ότι θα με πάρει τηλέφωνο έχοντας μαζέψει – πέντε χρόνια τώρα που λείπει – κάμποσα στοργικά σχολιανά... Γελοιογραφία του Καλαϊτζή από το τεύχος 15 της «Γαλέρας» Και το σχετικό link...
  2. Τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) από τον Μάρτιο 2018 εμπλούτισαν τις συλλογές τους με το αρχείο ενός από τους σημαντικότερους Έλληνες σκιτσογράφους, του Γιάννη Καλαϊτζή (1945-2016). Κορυφαίος γελοιογράφος, σκιτσογράφος και σχεδιαστής κόμικς ο Γιάννης Καλαϊτζής, με πολύχρονη παρουσία στον εκδοτικό χώρο, διατήρησε οργανωμένο με επαγγελματική ευαισθησία ένα εντυπωσιακότατο σε όγκο και θεματολογία αρχείο που καλύπτει όλη την καλλιτεχνική πορεία του, από τη δεκαετία του 1960 έως τον θάνατό του. Από τα νεότερα έργα του που διασώζονται στο αρχείο χαρακτηριστικά είναι το «Curriculum vitae», ένα εξαιρετικό εικαστικά λεύκωμα που δημιούργησε το 1966 αντί για επαγγελματικό βιογραφικό, και ένα σκίτσο των γραφείων της προδικτατορικής «Αυγής» με τον ίδιο και τους δημοσιογράφους της εφημερίδας. Η ωρίμανση του δημιουργού, όπως αποτυπώνεται στο αρχείο, συνδέεται εύλογα με τη Μεταπολίτευση. Στην «Αυγή» από τα πρώτα φύλλα της – το πρώτο σκίτσο-καρικατούρα του Χένρι Κίσιντζερ που εντοπίστηκε στην εφημερίδα είναι στις 12 Οκτωβρίου 1974 – ο Καλαϊτζής «εικονογραφεί» την πολιτική επικαιρότητα και δημοσιεύει τα κόμικς «Ο καλός Στρατιώτης Σβέικ» (1976) και «Τυρόπιτες για την Εστία» (1979), τα οποία διαφυλάσσονται στο αρχείο του. Καθιερωμένος σκιτσογράφος, υπήρξε συστηματικός συνεργάτης πολλών εμβληματικών εντύπων τις δεκαετίες ’70-’80 («Αντί», «Βαβέλ», «Ένα», «Θούριος», «Ντέφι», «Σχολιαστής», «Τέταρτο»). Στο αρχείο του φιλοξενούνται σειρές ταυτισμένων και αταύτιστων γελοιογραφιών και κόμικς που κόσμησαν τις σελίδες τους. Έργα του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Από το 1980 ξεκινά σταθερή συνεργασία με την «Ελευθεροτυπία» η οποία διαρκεί έως το τελευταίο φύλλο της. Ακολούθησε η πρωταγωνιστική του συμμετοχή στο συνεργατικό εγχείρημα της «Εφημερίδας των Συντακτών» το 2012. Η μακροχρόνια και πολυεπίπεδη συνεργασία με τις δύο εφημερίδες αναδεικνύεται πληθωρικά και στο αρχείο, αφού αποτελεί το μεγαλύτερο και πληρέστερο μέρος του: τα σχετικά έργα του Γ. Καλαϊτζή καταλαμβάνουν τα 2/3 του αρχείου. Πρόκειται για πάνω από περίπου 8.000 γελοιογραφίες, προσχέδια και επεξεργασίες τους, αλλά και κόμικς για το «Έψιλον» και το «9» και το «Καρέ Καρέ» της «Εφ. Συν.». Μαζί με την πολιτική επικαιρότητα αγαπημένα θέματα για την αιχμηρή του πένα ήταν η Ακροδεξιά, η Εκκλησία, το Μακεδονικό, οι πρόσφυγες, το περιβάλλον και τα μεταλλαγμένα προϊόντα. Παράλληλα με τις εφημερίδες η φιλόξενη και φιλοξενούμενη «Γαλέρα» (για τις ακυβέρνητες πολιτείες), το περιοδικό με την ξεχωριστή ταυτότητα που ο ίδιος ο Καλαϊτζής εμπνεύστηκε το 2005. Τα εξώφυλλα που σχεδίασε, οι γελοιογραφίες (υπογεγραμμένες και ως Sourlis), η σειρά «Δύο έργα σεξ», οι εικονογραφήσεις άρθρων και πολλά άλλα βρίσκονται συγκεντρωμένα στο αρχείο του και συγκροτούν την ενότητα του εντύπου που άνοιγε πανιά με 51 τεύχη έως το 2010. Έργο του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Μία ακόμα σημαντική κατηγορία στο αρχείο αποτελούν τα κόμικς που δημιούργησε ο Γιάννης Καλαϊτζής. Κόμικς που είτε δημοσιεύθηκαν στον Τύπο (ενδεικτικά «Συνειρμικά Ντεκουπάζ» στο «Τέταρτο» και «Μπον και Βιβέρ» στο «Καρέ Καρέ» της «Εφ. Συν.») και στη συνέχεια κάποια εκδόθηκαν αυτοτελώς («Τσιγγάνικη ορχήστρα» στη «Βαβέλ» και ολοκληρωμένο εκδ. Πολύτυπο 1984) είτε εκδόθηκαν απευθείας σε λευκώματα («Αναζητώντας τα χαμένα δάση», «Τυφών» κ.ά.). Τα πρωτότυπα στο χέρι σχέδια που φυλάσσονται στο αρχείο, οι βινιέτες, τα στριπ, τα σενάρια, οι ολοκληρωμένες επιχρωματισμένες ή μελανωμένες σελίδες και τέλος η έντυπη έκδοσή τους μας κάνουν να αντιληφθούμε πόση τέχνη και επιμονή χρειάζεται σε όλα τα στάδια της εργασίας για να κυκλοφορήσει ένα κόμικ με αφηγηματική ικανότητα και εικαστική αρτιότητα, όπως αυτά του Καλαϊτζή. Μαζί με τα κόμικς συνυπάρχουν και οι εκδόσεις που συγκεντρώνουν θεματικά γελοιογραφίες, δημοσιευμένες και μη, όπως το «2000 στα 4» για τους Ολυμπιακούς (Άγρα, 2003), «Ασύμμετρη κυβέρνηση» (Άγρα, 2007), το άλμπουμ «Heavy Metal Farm» για τα μεταλλαγμένα προϊόντα (ΚΨΜ, 2006) και άλλα. Έργο του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Η περιήγηση στις βασικότερες ενότητες του αρχείου Γιάννη Καλαϊτζή ολοκληρώνεται με μια τελευταία, τα «Γελοιογραφικά πορτρέτα» όπως τα ονόμαζε ο ίδιος. Πρόκειται για μια σημαντική καλλιτεχνικά συλλογή με σκίτσα προσώπων δημοσιευμένα και αδημοσίευτα, με διαφορετικές στιλιστικές απεικονίσεις και προσχέδια, καρπός πολύχρονης ενασχόλησης. Πρόσωπα της πολιτικής, της Αριστεράς, των τεχνών, διανοούμενοι, λογοτέχνες, φίλοι και συνάδελφοι του Καλαϊτζή φιλοτεχνήθηκαν με σχεδιαστική επιδεξιότητα από τον ίδιο, ο οποίος εκτός από τη δική του τεχνοτροπία τόλμησε να πειραματιστεί και με άλλων ομοτέχνων του, σχεδιάζοντας π.χ. τον Λευτέρη Βογιατζή με τη μανιέρα Uderzo ή Μοrris και τη Λυδία Φωτοπούλου ως Moebius. Έργο του Γιάννη Καλαϊτζή που έχουν κατατεθεί στα ΑΣΚΙ Το αρχείο του Γιάννη Καλαϊτζή κατατέθηκε στα ΑΣΚΙ από την κόρη του Μύρινα Καλαϊτζή και τη σύζυγό του Γεωργία Καζαντζίδου. Αριθμεί 151 ταξινομικούς φακέλους και διατηρεί τις ενότητες που σύστησε μέσα στα χρόνια ο δημιουργός του. Μαζί με το πρωτότυπο χαρτώο υλικό στα ΑΣΚΙ βρίσκεται και το «δίδυμο αδελφάκι» του: η ψηφιοποίηση του αρχείου, κατ’ αντιστοίχιση με το πρωτότυπο, που πραγματοποιήθηκε από τη Γ. Καζαντζίδου και αποσκοπεί στην προφύλαξη του ευαίσθητου υλικού, χωρίς να εμποδίζεται η πρόσβαση σε αυτό. Παράλληλα η εξαιρετική ιστοσελίδα του δημιουργού (http://www.gianniskalaitzis.gr/) αποτέλεσε πολύτιμο οδηγό για την καταγραφή του αρχείου. Για τα ΑΣΚΙ η πρόσκτηση του αρχείου Γιάννη Καλαϊτζή σηματοδοτεί τον εμπλουτισμό τους με ένα πολυσχιδές υλικό εικόνας και λόγου, ζωντανό κομμάτι της ιστορίας των εικαστικών τεχνών στην Ελλάδα, των κόμικς και της πολιτικής γελοιογραφίας, καθώς και της ιστορίας της Μεταπολίτευσης και, φυσικά, ζωντανό κομμάτι της ιστορίας της Αριστεράς. Προσωπικά οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον δημιουργό του. Για το σκίτσο του, αλλά ιδιαίτερα για τη γλώσσα του· τα λογοπαίγνια με τα ονόματα και τα αρκτικόλεξα (ο 3ος ο μακρύτερος για τον Γ.Α. Παπανδρέου, Κάγκελα Μέρκελ, ΝΔΤ, Πρθπργς Σμρς και Βνζλς), τα εσκεμμένα «σαρδάμ» (σοδομημένα ομόλογα, έρημος Σαμάρα), οι ανορθολογικοί ορθολογισμοί του (Υπουργείον χάριν Παιδιάς), οι «ιστοσελίδες» κάτω από την υπογραφή του (www.money_vatopediou.gr), η ζαρντινιέρα και τόσα άλλα, ρητά και υπόρρητα, συνέτειναν στην ταύτιση και χρονολόγηση των έργων, αλλά κυρίως έκαναν τη δουλειά μου διασκεδαστική. Αγγελική Χριστοδούλου, ιστορικός, ΑΣΚΙ Η «Εφημερίδα των Συντακτών» ευχαριστεί θερμά την οικογένεια του Γιάννη Καλαϊτζή και τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας για την ευγενική παραχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης των έργων του σκιτσογράφου για αυτό το αφιέρωμα. Και το σχετικό link...
  3. Ο Περικλής Κοροβέσης δεν είναι πια μαζί μας. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ την ευγένεια και το χιούμορ του, την πολιτική του σκέψη και δράση, τους ανυποχώρητους αγώνες του, τα βιβλία και τα κείμενά του, την παρέα του. Κι ένας λόγος ακόμα για να τον θυμόμαστε είναι τα κόμικς και οι γελοιογραφίες του Γιάννη Καλαϊτζή. Σε αυτά πρωταγωνίστησε κατ’ επανάληψη ο Περικλής σε αξέχαστους «ρόλους». Ήταν πολύ καλοί φίλοι. Μαζί συζητούσαν για την πολιτική, τη λογοτεχνία, την τέχνη. Μαζί πορεύτηκαν σε πολλούς από τους αγώνες της Αριστεράς. Συνεργάστηκαν στη «Γαλέρα» και αργότερα στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Μα είχαν και κάτι ακόμα που τους ένωνε. Ο Περικλής Κοροβέσης ήταν ένα σταθερό «μοντέλο» στα κόμικς και τις γελοιογραφίες του Γιάννη Καλαϊτζή. Ο αγαπημένος μας Γιάννης συχνά-πυκνά στα έργα του επέλεγε τη μορφή του άλλου αγαπημένου μας, Περικλή. «Τυφών», εκδόσεις Κώμος, Θεσσαλονίκη, 1997 Ο Καλαϊτζής το συνήθιζε αυτό για πολλούς από τους φίλους του. Όπως γνωρίζουν πολλοί από τους σταθερούς αναγνώστες του, υπήρχαν κάποια πρόσωπα που λάτρευε να σχεδιάζει. Πολλά από αυτά τα αποκάλυπτε κατά καιρούς ο ίδιος, αλλά και όταν έστησε το εξαιρετικό site www.gianniskalaitzis.gr: ο Τέλης Σαμαντάς, ο Γιάννης Bach Σπυρόπουλος, ο Γιώργος Μασσαβέτας, ο Νίκος Προκόβας και φυσικά ο Περικλής Κοροβέσης δάνεισαν τη μορφή τους σε πρόσωπα των ιστοριών του Καλαϊτζή, σε απρόβλεπτους και παράδοξους ρόλους όπως άλλωστε συνέβη και με άλλους περιστασιακούς πρωταγωνιστές του, πραγματικά ή φανταστικά πρόσωπα (Τάσος Μητρόπουλος, Στέλιος Καζαντζίδης, Καραγκιόζης) ή και πιο μόνιμους που υποδύονταν τον γελοιογραφικό εαυτό τους κατά συγκεκριμένες πολιτικές περιόδους (Cabinet Man, Καρατζαφύρερ, Το Λούκι - Λουκάς Παπαδήμος, Κώστας Καραμανλής στη σειρά Μαρξ και Σπένσερ, Ευάγγελος Βενιζέλος και Γιάννα Αγγελοπούλου πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες κ.ά.). «Τυφών», εκδόσεις Κώμος, Θεσσαλονίκη, 1997 Όμως ο Περικλής Κοροβέσης ήταν μια σταθερή αξία που πάντα απολάμβανε την ακούσια συμμετοχή του σε κόμικς και γελοιογραφίες του καλού του φίλου. Στον «Τυφώνα» (1997), σε έναν από τους μεγαλύτερους ρόλους του, ο Περικλής ήταν ο Σουλεϊμάν Σαλίκ, «γενίτσαρος και μπράβος των προσκαλεσμένων του Αββά» που σπέρνει τον τρόμο λίγο πριν αυτοκτονήσει, σε ένα διονυσιακό παραλήρημα στη Σαντορίνη του 1707, την ώρα που εκρήγνυται το ηφαίστειο. Νωρίτερα, το 1990, ο Περικλής είχε γίνει αρχαίος Έλληνας για τις ανάγκες του εκπαιδευτικού κόμικς «Αναζητώντας τα Χαμένα Δάση», μια ιστορία σε ανάθεση της περιφέρειας της Προβηγκίας για τα δάση της Νότιας Ευρώπης που δεν κυκλοφόρησε ποτέ στα ελληνικά, καθώς η τότε ελληνική κυβέρνηση απαίτησε την απόσυρσή της επειδή σε κάποιον χάρτη του εσωφύλλου αναφερόταν η απαγορευμένη τότε λέξη «Μακεδονία» για τη γειτονική μας χώρα. «Αναζητώντας τα Χαμένα Δάση», ακυκλοφόρητο, 1990 Ένας από τους μεγαλύτερους ρόλους του σε κόμικς όμως, ήταν και ο τελευταίος του στην επίσης τελευταία σειρά κόμικς του Γιάννη Καλαϊτζή που είχαμε την τιμή να φιλοξενήσουμε στο Καρέ Καρέ. Στη σειρά «Μπον και Βιβέρ» ο Κοροβέσης έγινε ο Βιβέρ, ο ένας από τους δύο πένητες και περιπλανώμενους κλοσάρ που διατηρώντας τον σαρκασμό και το χιούμορ τους, φιλοσοφούν περί συνταγών και μαγειρικής δίπλα σε κάδους σκουπιδιών, αναζητώντας ένα σάπιο καρότο, ένα μισό κρεμμύδι, ένα σπασμένο πασχαλινό αυγό για να χορτάσουν. «Μπον και Βιβέρ», δημοσιευμένο στο «Καρέ Καρέ» της «Εφ.Συν.», 2014 Μια σύντομη εμφάνιση είχε κάνει και στο «Πέλαγος της Μποτίλιας», μια χιουμοριστική και πιο ενήλικη, ντελιριακή εκδοχή του «Little Nemo in Slumberland» του Winsor McCay αλλά με μπόλικο αλκοόλ, ως Βαζιβουζούκος φρουρός στο παλάτι της όμορφης Νουχτένα. «Πέλαγος της Μποτίλιας», δημοσιευμένο στο «Εννέα» της «Ελευθεροτυπίας», 2001 Τέτοιες «cameo» εμφανίσεις έκανε ο Περικλής και σε πολλές γελοιογραφίες του Καλαϊτζή. Σε μια από αυτές περίμενε στωικά στην ουρά, μαζί με άλλους αγωνιστές και διαμαρτυρόμενους, για να μπει στο «Θάλαμο Ελεύθερης Διαδήλωσης», σε μια σάτιρα των κατασταλτικών μηχανισμών που επιχείρησαν να ποινικοποιήσουν τις κοινωνικές διεκδικήσεις με πρόσχημα τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. «Θάλαμος Ελεύθερης Διαδήλωσης», «Ελευθεροτυπία», 2003. Αναδημοσιεύεται στο «2000 στα 4», εκδόσεις Άγρα, 2003. Λίγο νωρίτερα, την περίοδο που μερίδα του ελληνικού Τύπου έπαιρνε γραμμή από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης για τα θέματα που αφορούσαν την οργάνωση «17 Νοέμβρη» και οι φυλλάδες (το «Στρατόπεδο Υλάρχου Τραγκαουνάκη» κατά Καλαϊτζή) «έδιναν», σωρηδόν και αναπόδεικτα, ονόματα αριστερών ως «τρομοκρατών», ο Περικλής μετατράπηκε σε «εμπόρευμα» μαζί με τη γραφομηχανή του για την «Ψώρα», την «SSpresso», το «Straffi News» και το «Α2 Τσάνελ», σε μια ακόμα από τις πολλές παρουσίες του στα έργα του μεγάλου γελοιογράφου και δημιουργού κόμικς. «Τι σε νοιάζει κυρά μου;», «Ελευθεροτυπία», 2002. Αναδημοσιεύεται στο «Γιαταλεφτά Νοέμβρη», εκδόσεις Λιβάνη, 2002. Ο Περικλής μπορεί να μας άφησε. Αλλά τα έργα του Γιάννη Καλαϊτζή αποτελούν μια ακόμη αφορμή για να τον θυμόμαστε. Πάντα χιουμορίστα. Πάντα αγωνιστή. Και κάποιες φορές πρωταγωνιστή σε υπέροχα κόμικς και μαχητικές γελοιογραφίες. Ευχαριστούμε θερμά την οικογένεια του Γιάννη Καλαϊτζή για την ευγενική παραχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης των εικόνων αυτού του αφιερώματος. Και το σχετικό link...
  4. Ο κορυφαίος γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς Γιάννης Ιωάννου πέθανε πριν από λίγες ημέρες σε ηλικία 74 ετών. Το Καρέ Καρέ, περήφανο που περιλαμβάνεται στις σελίδες της ίδιας εφημερίδας όπου τα τελευταία 3,5 χρόνια δημοσίευε τα έργα του ο μεγάλος δημιουργός, θυμάται τα συγκλονιστικά του κόμικς με πρωταγωνιστή τον Ανδρέα Παπανδρέου. Και κρατάει στη μνήμη του το μήνυμα ότι ο αγώνας ενάντια στην εξουσία και την εξαπάτηση του λαού είναι πιο αποτελεσματικός όταν έχει για όπλο του το σκληρό, καυστικό, ανελέητο χιούμορ. Η παράξενη δεκαετία του 1980 έφερε στην Ελλάδα τη «σοσιαλιστική» επανάσταση και τον ηγέτη της, Ανδρέα Παπανδρέου. Λίγα χρόνια αργότερα, ο μύθος ξέφτισε, ο σοσιαλισμός πέρασε και δεν ακούμπησε, οι ελπίδες προδόθηκαν και ξεχάστηκαν και ο Ανδρέας έδωσε τη θέση του στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Στην απομυθοποίηση του Ανδρέα, εκτός φυσικά από την πολιτική του και τα στελέχη του, συνέβαλαν σημαντικά οι Έλληνες γελοιογράφοι και δημιουργοί κόμικς. Και περισσότερο απ’ όλους, ο άφθαστος Γιάννης Ιωάννου με τη σειρά κόμικς «Ο Τρίτος Δρόμος». Μια σειρά, ίσως τη μοναδική σε ολόκληρο τον κόσμο, που είχε επί σχεδόν μια ολόκληρη δεκαετία για πρωταγωνιστή της έναν εν ενεργεία πρωθυπουργό. Ο Γιάννης Ιωάννου, καχύποπτος από την αρχή απέναντι στον ενθουσιασμό για την έλευση του «σοσιαλισμού», όλα αυτά τα χρόνια, δεν χαρίστηκε ούτε στιγμή στο ΠΑΣΟΚ και επί των ημερών των κυβερνήσεών του έδωσε ορισμένα από τα καλύτερά του κόμικς, πάντα με στόχο να αντισταθεί στην εξουσία που γινόταν όλο και πιο απάνθρωπη, απομακρυνόμενη ταχύτατα από τις διακηρύξεις της και τις απαιτήσεις του λαού. Στο πρώτο άλμπουμ της σειράς, ο ίδιος έγραφε στον πρόλογό του με τον τίτλο «Αλλαγή»: «Όλα αναποδογύρισαν μέσα σε λίγες ώρες. Η δεξιά στην αντιπολίτευση, το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση κι εμείς στην εξουσία. Μας ήταν δύσκολο να συλλάβουμε όλη αυτήν την κοσμογονία που συντελέστηκε έτσι απλά κι ανέμελα με το να ρίξουμε εκείνο το φακελάκι μέσα από τη χαραμάδα στο μεγάλο ξύλινο κουτί με την κλειδαριά. Ως τότε νομίζαμε ότι ο Σοσιαλισμός θέλει αγώνες, αίμα και δάκρυα για να 'ρθει. Ότι το κατεστημένο δεν θ’ άφηνε έτσι εύκολα την εξουσία από τα χέρια του. Κι όμως. Εκείνη την Κυριακή, στις εννιά τη νύχτα, ο πριν από λίγο πρωθυπουργός και αρχηγός της παντοδύναμης δεξιάς βγήκε στην τηλεόραση και μας παρέδωσε την εξουσία ήρεμα και αναίμακτα. Πραγματικός τζέντλεμαν. Μήπως την είχαμε αδικήσει τη δεξιά; Η αλλαγή που όλοι περιμέναμε μας βρήκε απροετοίμαστους. Ποια ήταν τα καθήκοντά μας τώρα; Τι έπρεπε να κάνουμε;». Ο ίδιος αποφάσισε γρήγορα τι έπρεπε να κάνει. Να περιλάβει τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ και, με αρκετή ανοχή στην αρχή που αναπόφευκτα μειωνόταν με ταχείς ρυθμούς μέχρι που έδωσε τη θέση της στον απόλυτο σαρκασμό και την ειρωνεία, να παρουσιάσει με το μοναδικό χιούμορ του την πολιτική του, τις αποφάσεις του, την αλλαγή στάσης του, τις επικίνδυνες στροφές του, τις αλλόκοτες συμμαχίες και επιλογές του. Κι αν στην πρώτη ιστορία του «Τρίτου Δρόμου», ο Ανδρέας ήταν ένα νεογέννητο μωρό που προκαλούσε ενθουσιασμό αλλά και ερωτήματα, σύντομα μετατράπηκε σε έναν περιπλανώμενο τυχοδιώκτη που κουβαλώντας μια ταμπέλα με την επιγραφή «Σοσιαλισμός», αναζητούσε μάταια τη διαδρομή του ακολουθώντας τα πιο αδιέξοδα μονοπάτια στα πιο απίθανα μέρη. Τα επόμενα χρόνια, ο Ανδρέας –τόσο ο πραγματικός όσο και αυτός του Ιωάννου– έχασε εντελώς τον προσανατολισμό του. Και ο (κάποτε τρίτος) δρόμος του έγινε όλο και πιο σκοτεινός, στρωμένος με όλο και πιο «κακές» προθέσεις. Μέχρι τον γκρεμό. Το τελευταίο μέρος της σειράς είχε τον τίτλο «Τρίτος Δρόμος Ήταν και Πέρασε». Με τον Ανδρέα, γέρο και κουρασμένο αλλά ακόμη εγωιστή και γεμάτο αυταπάτες να μονολογεί: «Θα ασχοληθώ με κάτι άλλο… Θα κάνω μια καινούργια αρχή. Έχω όλην τη ζωή μπροστά μου… Να! Ένας νέος ήλιος ανατέλλει για μένα… Σκατά. Τώρα που δεν έχω κοινό να κοροϊδεύω άρχισα να κοροϊδεύω τον εαυτό μου. Αφού ξέρω ότι είναι δύση! Ποτέ δε φαινόταν η ανατολή από δω». Τα βιβλία του Γιάννη Ιωάννου που κυκλοφόρησαν στη σειρά «Τρίτος Δρόμος» (όλα από τις εκδόσεις Καστανιώτη εκτός από το πρώτο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πολύτυπο) ήταν τα εξής: ■ «Ο Τρίτος Δρόμος» (1982) ■ «Ο Τρίτος Δρόμος '83» (1983) ■ «Ο Τρίτος Δρόμος… Δεξιά» (1984) ■ «Ποιος Τρίτος Δρόμος;» (1985) ■ «Ο Τρύπιος Δρόμος» (1986) ■ «Ο Τρίτος Δρόμος, Αυστηρώς Ακατάλληλον» (1987) ■ «Ο Τρίτος Μελόδρομος» (1988) ■ «Τρίτος Δρόμος Ηταν και Πέρασε» (1989) Ο Γιάννης Ιωάννου, εκτός από τη σειρά «Τρίτος Δρόμος», δημιουργούσε ακατάπαυστα γελοιογραφίες και κόμικς από το 1974. Τα πρώτα του έργα στα οποία καταγράφεται η πρώιμη Μεταπολίτευση δημοσιεύτηκαν στο «Αντί» και στο «Βήμα» και στη συνέχεια συλλέχθηκαν στο βιβλίο «Η Άλλη Επταετία» (εκδόσεις Πολύτυπο, 1981) με αρνητικούς πρωταγωνιστές τούς υπουργούς και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Γεώργιου Ράλλη. «Χρωστώ ένα μεγάλο ευχαριστώ στους πολιτικούς της Νέας Δημοκρατίας. Χωρίς αυτούς δεν θα ήταν δυνατό να γίνει αυτή η έκδοση που στην ουσία της είναι αφιερωμένη στο έργο τους» έγραφε ο ίδιος, προλογίζοντας την έκδοση που συνοδεύεται από αναλυτικό χρονολόγιο καταγραφής των σημαντικών γεγονότων της «άλλης επταετίας» (1974 – 1981) με νωπές ακόμη τις μνήμες της γνήσιας «επταετίας» της χούντας. Ακολούθησαν παράλληλα με τον Τρίτο Δρόμο αλλά και μετά από αυτόν, πολλά ακόμα βιβλία, κυρίως από τις εκδόσεις Καστανιώτη, μεταξύ των οποίων «Το Γνήσιο 1984» (εκδ. Σχολιαστής, 1984), «Το Θαύμα» (1985), «ΚάλπηC.O.» (1987), «Αντ’ Αυτού» (με κεντρικό πρόσωπο τον Μένιο Κουτσόγιωργα, 1988), «Τέλος Εποχής» (1989), «Οίκος Ευγηρίας “Οι Νέες Ιδέες”» (1990), «Δε Χάθηκαν Όλα» (1991), «Το Μαύρο Πρόβατο» (που δεν ήταν άλλο από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, 1992), «Δημόσιες Σχέσεις» (εκδ. Λιβάνη, 2008), όλα δημοσιευμένα πρώτη φορά σε περιοδικά και εφημερίδες όπως ο «Ταχυδρόμος», η «Πρώτη», το «Έθνος», η «Θεσσαλονίκη», η «Μακεδονία», το «Ποντίκι», η «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», ο «Σχολιαστής». Τα τελευταία χρόνια, οι όλο και πιο απαισιόδοξες, όλο και πιο αφαιρετικά καρναβαλικές πολιτικές γελοιογραφίες του κοσμούσαν με την παρουσία τους την «Εφ. Συν.» και δεν είναι τυχαίο ότι και αυτός, όπως και ο άλλος μεγάλος πολιτικός γελοιογράφος και δημιουργός κόμικς της μεταπολιτευτικής γενιάς, ο αείμνηστος Γιάννης Καλαϊτζής που είχαν συνεργαστεί και παλαιότερα στο περιοδικό «Γαλέρα», επέλεξαν να είναι συντελεστές σε αυτήν εδώ την εφημερίδα. Και το σχετικό link...
  5. Από το εξώφυλλο της «Τσιγγάνικης Ορχήστρας» - Εκδόσεις Πολύτυπο, 1984 Σκάρωνε σκίτσα όπου κι αν βρισκόταν. Οι ταβερνιάρηδες κι οι καφετζήδες τσατίζονταν όταν τον έβλεπαν να «λερώνει» τα τραπέζια τους. Μόλις έβλεπαν με τι τα «λέρωνε», του ζήταγαν πορτρέτο. Δήλωνε απλώς «σκιτσογράφος». Αυτή ήταν η φύση του. Τα κόμικς ήταν το διάλειμμά του, έστω και αν κάθε τέτοιο διάλειμμα του έτρωγε μερικά χρόνια λεπτομερούς έρευνας και χειρουργικής ακρίβειας ως προς την αφηγηματική και εικαστική αρτιότητα. Τα λάτρευε τα κόμικς, όχι μόνο ως δημιουργός αλλά και ως αναγνώστης και ως δάσκαλος. Το μαρτυρούν οι συμβουλές που απλόχερα πρόσφερε σε κάθε νέο δημιουργό, η επιλογή του να αφιερώσει σχεδόν τη μισή «Γαλέρα» που διηύθυνε στα κόμικς, στα φεστιβάλ που ως καπετάνιος της διοργάνωσε. Στο περιοδικό «Τέταρτο» φιλοτεχνούσε μια σελίδα με «Συνειρμικά Ντεκουπάζ», όπως τα αποκαλούσε. Ο Χατζιδάκις ήταν ενθουσιασμένος με αυτά. Στη «Βαβέλ», αρχές της δεκαετίας του ’80 ξεκίνησε την «Τσιγγάνικη Ορχήστρα», που κυκλοφόρησε ολοκληρωμένη το 1984. Ήταν το πρώτο ελληνικό «graphic novel», όπως το χαρακτηρίζουν όσοι αρέσκονται στη νέα -όχι άμοιρη προθέσεων- ορολογία. Στην πρώτη σελίδα της «Τσιγγάνικης Ορχήστρας», ο δημοσιογράφος Κώστας Φαναρτζής παρουσιάζεται να φορά ένα λευκό πουκάμισο επί οκτώ καρέ. Στο ένατο καρέ, στην ίδια σκηνή, το πουκάμισό του γίνεται μαύρο, «ανακοινώνοντας» στον αναγνώστη ότι αυτό που θα ακολουθήσει δεν υποτάσσεται σε κάποια συμβατική λογική. Η λέξη «Τέλος» φαίνεται να μην του άρεσε και πολύ. Απουσιάζει άλλωστε και από τα τρία μεγάλα βιβλία του. Στην «Τσιγγάνικη Ορχήστρα» το τελευταίο καρέ συνοδεύεται από την επισήμανση «Τέλος στο πρώτο βιβλίο» με σαφή τον υπαινιγμό ότι θα υπάρξει συνέχεια. Δεν υπήρξε. Στα δύο επόμενα, το Μεγάλο μας Τσίρκο, η μεταπολιτευτική Αθήνα του καυσαερίου, των ΜΑΤ και των ξενοδοχείων ημιδιαμονής μεταφέρθηκε λίγους αιώνες πιο πίσω. Το 1990 ξαναχτύπησε με «Το Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης», ένα διονυσιακό αντάμωμα πειρατών, τυχοδιωκτών, σκλάβων και αρχόντων στη Σαντορίνη, διακόσια χρόνια μετά την άλωση της Πόλης. Το «Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης» έχει ως πρωταγωνιστές τον Αλέκο τον Τράκα, κάλπη άρχοντα, και τον Καράμπαμπα, δούλο κι αφέντη του εαυτού του. Ο πρώτος με «μοντέλο» τον παλιό ποδοσφαιριστή Τάσο Μητρόπουλο και ο δεύτερος ως προϊόν «διασταύρωσης» του Στέλιου Καζαντζίδη και του Καραγκιόζη. Οι ομοιότητες, φυσικά, εντοπίζονται μόνο στην εμφάνιση. Ο Διόνυσος σε ένα από τα ταξίδια του δέχτηκε επίθεση από Τυρρηνούς πειρατές. Για να ξεφύγει μεταμόρφωσε τα κατάρτια του πλοίου του σε κληματαριές και τους πειρατές σε δελφίνια. Τη σκηνή απέδωσε σε μελανόμορφη κύλικα ο Εξηκίας (περ. 530 π.Χ.). Στο ίδιο (οινό)πνεύμα και ο Καλαϊτζής στο «Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης». «Ο Τυφώνας», το επόμενο βιβλίο του, διαδραματίζεται σε άλλο τόπο του νησιού, την ίδια νύχτα. Γυμνόστηθες καλλονές καβάλα σε γαϊδούρια εφορμούν από το εξώφυλλο του «Τυφώνα» ωσάν αποφασισμένες να αποδράσουν από τη χάρτινη φυλακή. Η ιδέα προέκυψε από ένα πόστερ του Jules Cheret από τα τέλη του 19ου αι. που διαφήμιζε το περιβόητο καμπαρέ «Μουλέν Ρουζ». Ο Περικλής Κοροβέσης είναι το πιο αγαπημένο «μοντέλο» του Καλαϊτζή. Συμμετέχει σε πληθώρα γελοιογραφιών αλλά ο πιο απρόσμενος ρόλος του είναι αυτός του γενίτσαρου Σουλεϊμάν Σαλίκ στον «Τυφώνα». Ως μπράβος σπέρνει τον τρόμο και δολοφονεί τον Κολαούζο λίγο πριν κι αυτός ουσιαστικά αυτοκτονήσει στα κοχλάζοντα νερά από την έκρηξη του ηφαιστείου. Ο Κολαούζος θα επανέλθει στις τελευταίες σελίδες. Ο Σαλίκ, όχι. Το δισέλιδο που κλείνει τον «Τυφώνα» είναι η παρουσίαση των εικονικών επόμενων τευχών. Οι «τίτλοι» που παρουσιάζονται είναι απολαυστικοί: «Ουρμπάν ο Προφήτης», «Άμλετ, ο Μπαρμπέρης της Ελσινόρης», «Το Μονοπάτι της Δύσεως» (με τα κεφάλαια: Γκογκόσης ο Κατακτητής, Γκογκόσης Εναντίον Γκογκόση, Η Επιστροφή του Γκογκόση κ.ά.). Είχαν προηγηθεί τα «Χαμένα Δάση», εκπαιδευτικό κόμικς για τα δάση της Ευρώπης σε ανάθεση της περιφέρειας της Προβηγκίας, που δεν κυκλοφόρησε ποτέ στα ελληνικά, μια και η τότε κυβέρνηση απαίτησε την απόσυρσή του επειδή σε κάποιον χάρτη αναγραφόταν το όνομα «Μακεδονία». Στα «Χαμένα Δάση» οι χαρακτήρες αποτελούν τις χάρτινες μεταφορές τεσσάρων φίλων του Γιάννη Καλαϊτζή: ο συγγραφέας Περικλής Κοροβέσης, ο μουσικοσυνθέτης Γιάννης–Μπαχ Σπυρόπουλος, ο δημοσιογράφος Τέλης Σαμαντάς και ο δημοσιογράφος Γιώργος Μασσαβέτας δανείζουν τις μορφές τους σε αρχαίους Έλληνες. Στο «Έψιλον» της «Ελευθεροτυπίας» δημιουργούσε αποσπασματικά στριπ ενώ όταν κυκλοφόρησε το «Εννέα» ανέλαβε την τελευταία σελίδα με τα μεθυσμένα ταξίδια στο «Πέλαγος της Μποτίλιας» και στη συνέχεια με τα παραληρηματικά «Έκτακτα Περιστατικά». Ως αρχικωπηλάτης της «Γαλέρας» δημιούργησε ακόμη έναν παιγνιώδη τίτλο: «Μαρξ και Σπένσερ». Mια ιδιαιτερότητα στα έργα του ήταν τα συνεχή λογοπαίγνια, η εσκεμμένη γλωσσική σύγχυση, οι νεολογισμοί και τα αρκτικόλεξα. Από κοντά οι μεταμορφώσεις των χαρακτήρων του, οι αλλαγές στα ονόματα και στην όψη τους. Σε ένα από τα «Έκτακτα Περιστατικά» του, πριν επινοήσει τους «Μαρξ και Σπένσερ», η ιστορία τελειώνει με το μπέρδεμα ανάμεσα στον Γκράουτσο Μαρξ και τον Καρλ Μαρξ. Ο Μαρξ του τελευταίου καρέ δεν μοιάζει λίγο και του Καλαϊτζή; Κόμικς του δημοσιεύτηκαν στο «Ντέφι», στην «Αυγή» και αλλού. Η τελευταία του σειρά δημοσιεύτηκε σε τούτην εδώ την εφημερίδα, στο «Καρέ Καρέ», με τους άστεγους «Μπον και Βιβέρ» να φαντασιώνονται λαβράκι πανέ στην όψη ενός σάπιου κρεμμυδιού. Οι Κοροβέσης και Σπυρόπουλος γίνονται οι «Μπον και Βιβέρ», που αναζητούν σκουπίδια και ονειρεύονται συνταγές με εξωτικά ονόματα και γεύσεις. Αν δεις μαζεμένα όλα αυτά τα κόμικς καταλαβαίνεις πως δεν αποτελούσαν πάρεργο της καλλιτεχνικής του διαδρομής αλλά αναπόσπαστο μέρος της. Κι αν τα δεις εκ του σύνεγγυς, θα ανακαλύψεις τόσες λεπτομέρειες, τόσες ψηφίδες ευφυΐας και χιούμορ που πολλαπλασιάζουν την αξία ενός έργου πάντα ζωντανού, επίκαιρου και προκλητικού στην εξερεύνηση. Ένας αντιεξουσιαστής... ΕΔΑΐτης ➀ Πανσπουδαστική τχ. 45-46, Μάρτιος-Απρίλιος 1963 - ➁ The New Yorker, 13-20.2.2017, εξώφυλλο του John W. Tomac με τίτλο «Liberty’s Flameout» (1-2) Σε ένα από τα πρώτα του σκίτσα στην «Πανσπουδαστική» ο Γιάννης Καλαϊτζής φαντάστηκε το Άγαλμα της Ελευθερίας με τον πυρσό να σβήνει, αφήνοντας να βγαίνει μόνο καπνός (1). Ήταν η περίοδος που ενισχύθηκε η ιμπεριαλιστική εμπλοκή των ΗΠΑ σ' όλο τον κόσμο και οξύνθηκαν οι φυλετικές αντιθέσεις στο εσωτερικό τους. Αλλά ακριβώς την ίδια έμπνευση είχε την περασμένη βδομάδα στο εξώφυλλό του το αμερικανικό περιοδικό «The New Yorker», προκειμένου να εικονογραφήσει τις πρόσφατες αποφάσεις του νέου προέδρου των ΗΠΑ (2). Ποιο είναι αυτό το στοιχείο που κάνει τις δημιουργίες του Καλαϊτζή τόσο επίκαιρες; Το δίχως άλλο η ιδιαίτερη σχέση του με την πολιτική. Μπορεί να μην περιορίστηκε στο πολιτικό σκίτσο η πολύχρονη παρουσία του στον ελληνικό Τύπο, αλλά δεν υπάρχει καμιά πτυχή της τόσο πληθωρικής δημιουργίας του που να μην έχει συνδεθεί άμεσα ή έμμεσα με την πολιτική. Από την εμφάνισή του «με κοντά παντελονάκια», όπως θυμάται ο Γιάνης Γιανουλόπουλος στην πρωτοποριακή προδικτατορική «Πανσπουδαστική» των αρχών της δεκαετίας του 1960, έως τα τελευταία του σκίτσα στην «Εφ.Συν.», η πολιτική στράτευση του Καλαϊτζή ξεχειλίζει. Δεν αναφέρομαι στον προφανή πολιτικό χαρακτήρα των σκίτσων και των γελοιογραφιών κάθε εφημερίδας. Η «στράτευση» του Καλαϊτζή υπηρετούσε εξαρχής μια προσωπική τοποθέτηση στον χώρο της Αριστεράς, όπως ο ίδιος την καταλάβαινε, χωρίς τους περιορισμούς της κομματικής ορθοδοξίας και χωρίς τα ταμπού του αριστερού συντηρητισμού. Την περίοδο που οι σκιτσογράφοι των εντύπων της Αριστεράς ήταν εγκλωβισμένοι σε ένα είδος γελοιογραφικού «σοσιαλιστικού ρεαλισμού» και κομματικής αυτοσυγκράτησης, ο Καλαϊτζής πειραματιζόταν με τα «απαγορευμένα»: τον αντικληρικαλισμό, το γυμνό, τις ερωτικές σχέσεις, την απόρριψη των ταμπού και της ηθικολογίας. Αυτός είναι ο λόγος που τα σκίτσα του Καλαϊτζή παραμένουν και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρα, ακόμα κι εκείνα που είναι ολοφάνερα σημαδεμένα από τη συγκυρία που τα ενέπνευσε. Κάποιες φορές, μάλιστα, ξενίζει η πολιτική γραμμή του σκίτσου του, αν τη συγκρίνει κανείς με τη γενική κατεύθυνση του εντύπου που τον φιλοξενεί, αλλά ακόμα και με την κυρίαρχη άποψη του πολιτικού φορέα που τον εκφράζει τη δεδομένη στιγμή. Από το ξεκίνημά του διαφαίνεται αυτή η ιδιαίτερη προσωπική σκοπιά και το χωρίς όρια χιούμορ του, το οποίο αποδεικνύεται διαχρονικό και υπερτοπικό. Περιοδικό «Αντί», τεύχος 155, 4.7.1980 Το διαπιστώνουμε στην προδικτατορική «Αυγή» της ΕΔΑ, στους «Δρόμους της Ειρήνης», και μετά την πτώση της χούντας πάλι στην «Αυγή» του ΚΚΕ Εσωτερικού, στο «Αντί», στην «Ελευθεροτυπία», στον «Σχολιαστή», στο «Ντέφι», στη «Βαβέλ» και άλλα. Σε όλη αυτή την πορεία διακρίνεται μια πρωτοφανής πολιτική συνέπεια. Μπορεί η γραμμή του σκίτσου να εξελίσσεται, αλλά η γραμμή του σκιτσογράφου συνεχίζει να εδράζεται στις ίδιες αρχές. Παραμένει σημαδεμένη από την εποχή των μεγάλων προσδοκιών της δεκαετίας του '60, αλλά ταυτόχρονα είναι έτοιμη να ξεφύγει από κάθε εύκολο καλούπι. Όπως επιχειρήσαμε να δείξουμε και στο ειδικό αφιέρωμα της «Εφ.Συν.» πριν από έναν χρόνο, η αριστερή ματιά στο σκίτσο του Καλαϊτζή δεν χωρά σε κανένα στερεότυπο. Και φυσικά ο ίδιος ουδέποτε ταυτίστηκε με το έντυπο με το οποίο συνεργαζόταν, όπως συμβαίνει με άλλους ομοτέχνους του, παρά το γεγονός ότι σε όλα υπήρξε κορυφαίος και σημείο αναφοράς των αναγνωστών. Για την ακρίβεια, ταυτίστηκε με δύο απ' αυτά. Μόνο που και τα δύο ήταν και δικά του δημιουργήματα. Πρώτα πρώτα η «Γαλέρα», το περιοδικό που ο ίδιος εμπνεύστηκε και σχεδίασε, και βέβαια η «Εφ.Συν.», η εφημερίδα που δεν θα είχε εκδοθεί χωρίς τη δική του παρότρυνση, επιμονή και συμβολή. Για να αντιληφθεί κανείς τη σχέση των σκίτσων του Γιάννη Καλαϊτζή με την πολιτική είναι χρήσιμη η αναδρομή στην περίοδο που κατέρρεε η «Ελευθεροτυπία» και οι εργαζόμενοι της Χ.Κ. Τεγόπουλος αναζητούσαν τρόπους να αντιδράσουν. Ο Γιάννης, αντίθετα με άλλες γνωστές υπογραφές της εφημερίδας, έδινε εξαρχής το «παρών» στις γενικές συνελεύσεις και υποστήριζε κάθε είδους συλλογική προσπάθεια ανασύνταξης της επιχείρησης, προτείνοντας μορφές αυτοδιαχείρισης. Και όταν φάνηκε ότι το μόνο μέλημα της εργοδοσίας ήταν να «προστατευτεί» από τους εργαζομένους και να εξασφαλίσει τη δική της οικονομική επιβίωση σε βάρος τους, ο Καλαϊτζής έθεσε εξαρχής το σκίτσο του στο πλευρό του αγώνα των εργαζομένων. Δεν ακολούθησε τον δρόμο άλλων επιφανών στελεχών της επιχείρησης (ανάμεσά τους και... αριστεροί σκιτσογράφοι) που προτίμησαν να λουφάξουν ή έσπευδαν να βρουν σωτηρία σε άλλα εκδοτικά συγκροτήματα. Έμεινε μαζί μας και πρωτοστάτησε στις απεργιακές μας κινητοποιήσεις, προσφέροντας ακόμα και το γραφείο του για την έκδοση των δύο ιστορικών απεργιακών φύλλων που κυκλοφόρησαν στις 15 και 22 Φεβρουαρίου 2012. Η αφίσα του για την έκδοση του δεύτερου απεργιακού φύλλου έγινε πρωτοσέλιδο στη γερμανική «Tageszeitung» σε αφιέρωμα για το «Ελληνικό Comeback», δηλαδή τον αγώνα των εργαζομένων για μια συνεταιριστική απάντηση στην κρίση (3). 3. To πρωτοσέλιδο της γερμανικής «Tageszeitung» (15.2.2012) Απολύτως χαρακτηριστικό για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τη δουλειά του ο Καλαϊτζής είναι το γεγονός ότι στο πολύμηνο διάστημα που μεσολάβησε από το κλείσιμο της «Ελευθεροτυπίας» μέχρι το άνοιγμα της «Εφ.Συν.» δεν σταμάτησε να σκιτσάρει κάθε μέρα και να αναρτά τη δουλειά του στον ιστότοπό του (gianniskalaitzis.gr). Όσο για την ιδιαιτερότητα της ματιάς του και την ανεξαρτησία της σκέψης του, αρκεί κανείς να φυλλομετρήσει τις εκδόσεις της «Εφ.Συν.» για να διαπιστώσει ότι δεν έπαψε μέχρι το τέλος να υπηρετεί τις ίδιες αρχές. Μόνιμος στόχος του, ο εγχώριος ναζισμός (4) και η (παρα)εξουσία της Εκκλησίας και των δανειστών (5). 4. «Εφ.Συν.», 1.9.2014 5. «Εφ.Συν.», 9.11.2015 Υποστήριζε την κυβέρνηση της Αριστεράς σε σύγκριση με τους προκατόχους της (6), αλλά χωρίς να παύει να σχολιάζει τα δικά της πεπραγμένα (7 και 8). 6. «Εφ.Συν.», 19.1.2016 7. «Εφ.Συν.», 24.10.2015 8. «Εφ.Συν.», 31.10.2015 Μετά το καλοκαίρι του 2015 από το πενάκι του δεν γλίτωσαν ούτε αυτοί που ονόμαζε «πολύ αριστεροί» (9). 9. «Εφ.Συν.», 16.7.2015 Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι ποτέ δεν δίστασε να ασχοληθεί και με τα πιο επικίνδυνα θέματα (10), ενώ ακόμα και για το συνεταιριστικό εγχείρημα της «Εφ.Συν.», που υποστήριζε με τόση ζέση, ποτέ δεν έπαψε να μας θυμίζει τις δυσκολίες (11). 10. «Εφ.Συν.», 6.10.2015 11. «Εφ.Συν.», 22.7.2014 Αυτοί είναι οι λόγοι που καθιστούν την απώλειά του τόσο δυσβάστακτη για όλους μας. Και το σχετικά links εδώ κι εδώ...
  6. Η Γαλέρα των κόμικς Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Πριν από 10 χρόνια ακριβώς, τον Οκτώβριο του 2005, κυκλοφόρησε ένα ιδιαίτερο περιοδικό, απολύτως ανεξάρτητο από κάθε εκδοτικό συγκρότημα, με εθελοντικές συνεργασίες, εξαιρετικά κόμικς και γελοιογραφίες και υψηλού επιπέδου μαχητική δημοσιογραφία. Η Γαλέρα, με αρχικωπηλάτη τον Γιάννη Καλαϊτζή, σε όσους τράβηξαν κουπί και σε όσους ταξίδεψαν στις σελίδες της θα μείνει αξέχαστη Οταν ξεκίνησαν οι συναντήσεις των συνεργατών της Γαλέρας με στόχο να σχεδιαστεί και να μορφοποιηθεί το έντυπο και να αποκρυσταλλωθεί ο χαρακτήρας του, πολύ πριν από τον Οκτώβριο του 2005, όλοι συμφωνούσαν ότι τα κόμικς και οι γελοιογραφίες θα έπρεπε να παίζουν πρωταρχικό και σημαίνοντα ρόλο στην ύλη του. Αριστερά, το δοκιμαστικό τεύχος της Γαλέρας με σκίτσο τον Μίνωα Κυριακού από τον Πέτρο Ζερβό. Δεξιά, το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους της Γαλέρας με γελοιογραφία του Γιάννη Ιωάννου Ο Γιάννης Καλαϊτζής, εμπνευστής της Γαλέρας και του υβριδικού είδους που αυτή πρέσβευε ανάμεσα σε δημοσιογραφία και τέχνη, κατόρθωσε να συγκεντρώσει τη συντριπτική πλειονότητα των κορυφαίων Ελλήνων καλλιτεχνών των κόμικς που, άλλοι με σταθερή μηνιαία παρουσία και άλλοι με πιο σποραδική, όλοι αφιλοκερδώς και σε εθελοντικό επίπεδο, δημιούργησαν μέσω μιας άτυπης συνέλευσης τις βάσεις της έκδοσης. Ο τίτλος Γαλέρα, άλλωστε, προήλθε ως ιδέα μετά από ένα πολύωρο brainstorming από τα χείλη του γελοιογράφου και δημιουργού κόμικς Πέτρου Ζερβού. Πολύ πριν κυκλοφορήσει το πρώτο τεύχος, το περιοδικό ήταν κιόλας γνωστό από τα ονόματα που είχε ήδη συσπειρώσει και έκανε την πρώτη του συλλογική εμφάνιση με την έκθεση «Φυλακήν τω Στόματί του», με έργα 22 Ελλήνων γελοιογράφων ενάντια στη λογοκρισία και την παράλογη καταδίκη, ερήμην, σε φυλάκιση του Αυστριακού δημιουργού Gerhard Haderer για το εικονογραφημένο βιβλίο του «Η ζωή του Ιησού», στα αντιρατσιστικά φεστιβάλ της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και του Ρεθύμνου, στο Διεθνές Συνέδριο Κόμικς της Μυτιλήνης, στο Πανόραμα Ελληνικής Γελοιογραφίας και Κόμικς στο Βελιγράδι. Αριστερά, η Κραυγή κατά Τάσο Παυλόπουλο (Νοέμβριος 2005). Δεξιά, τo σκάνδαλο με το The Mall γίνεται εξώφυλλο από τον Θανάση Πέτρου (Ιανουάριος 2006) Το τεύχος-πιλότος Νούμερο μηδέν (0) ήταν ενδεικτικό: εξώφυλλο του Πέτρου Ζερβού με τον Μίνωα Κυριακού να παίζει αριστοτεχνικά με μια τράπουλα το παιχνίδι της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, όντας εφοπλιστής και ιδιοκτήτης του ΑΝΤ1. Το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους κοσμούσε μια ολοσέλιδη γελοιογραφία του Γιάννη Ιωάννου, με τον Τζορτζ-Χριστόφορο Μπους να αποτυγχάνει να ανακαλύψει την Αμερική, χαμένος στην κατεστραμμένη από τον τυφώνα «Κατρίνα» Νέα Ορλεάνη. Στο εσωτερικό, κόμικς του Jacek Fras για την πολωνική αντίσταση στον ναζισμό, του Mateusz Skutnik για τον απόπλου της Γαλέρας, οι Πειρασμοί του Soloup, τα Παυσίπονα για Ενοχές της Λουίζας Καραγεωργίου, η Διαρκής Ειρήνη του Δερβενιώτη, Ντίλιος και Παγώνης, Ζερβός, Ζένια. Και πολλές γελοιογραφίες και σκίτσα: Καλαϊτζής (με το ψευδώνυμο Sourlis), Πετρουλάκης, Μακρής, Γρηγοριάδης, Αναστασίου, Παπαγεωργίου, Πέτρου, Ζήκος, Κωνσταντίνου, Δερμεντζόγλου, Τσακνιά, Παυλόπουλος, Brieva, Κουντούρης, Ζήσης, Χαντζόπουλος, Χερουβείμ, Στάθης. Λίγους μήνες αργότερα και αφού έχει επιτευχθεί η μηνιαία κυκλοφορία, διοργανώνεται το Διεθνές Φεστιβάλ Ρεαλιστικών Κόμικς «Καρέ-Καρέ» στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων, με συμμετοχές δεκάδων δημιουργών (Joe Sacco, Phoebe Gloeckner, Felipe Cava, Aleksandar Zograf, Nicole Schulman, Kamel Khelif, Tomas Lavric, Κώστας Κυριακάκης, Πέτρος Χριστούλιας κ.ά.). Η έκθεση μεταφέρεται στο Μουσείο Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης και λίγους μήνες αργότερα στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης πραγματοποιείται το Διεθνές Φεστιβάλ Κόμικς «Προβλήτα 2006», με συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, ομιλίες, παρουσιάσεις, fanzines, flip comics και πολλές εκθέσεις κόμικς και γελοιογραφίας. Αριστερά, εξώφυλλο του Θανάση Πέτρου (Φεβρουάριος 2008). Δεξιά, Βενιζέλος, ΓΑΠ και Καραμανλής σε σκίτσο του Γιάννη Καλαϊτζή (Οκτώβριος 2007) Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η εικαστικά μοναδική έκθεση «Lanza En Astillero» με έργα Ισπανών καλλιτεχνών για τον Δον Κιχώτη, καθώς και η αντίστοιχη ελληνική, οι εκθέσεις έργων του Μποστ και του Φωκίωνα Δημητριάδη, η έκθεση του θρυλικού Miguelanxo Prado, οι «Ιστορίες της Θεσσαλονίκης» κ.ά. Η Γαλέρα στους Πέρα Κάμπους, όπως την αποκαλούσε ο διευθυντής της, ένα απολύτως καταδικασμένο σε αποτυχία μέσο για τη μετάβαση στις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» σε καιρούς χαλεπούς, σκοτεινούς και δυσοίωνους (αλλά το ταξίδι αξίζει περισσότερο, μην το ξεχνάμε, όσο κράτησε ήταν υπέροχο), γίνεται το πρώτο περιοδικό που το «Editorial» γράφεται στην τελευταία σελίδα και μετονομάζεται «Enditorial». Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, μια πλειάδα ακόμη Ελλήνων και ξένων δημιουργών κόμικς, εικονογράφων και γελοιογράφων (Γούσης, Γκογκτζιλάς, Κων, Κούτσης, Διαλυνάς, Σαββαΐδης, Ματζίρης, Μπογιατζίδης, Γεωργοπάλης, Καλανδράνης, Καρασαββίδης, Μαυρογιάννης, Κορδάλης, Σταμενίτης, Αγγελίδης, Τζωρτζακάκης, Δημητρίου, Radibratovic, Dranis, Νικόπουλος, Μαλισιόβας, Latuff, Swain, Nemeth, Sacco, Squaz και πολλοί ακόμα) θα προστεθούν στην κωπηλατική ομάδα, θα τιμήσουν τη Γαλέρα και θα προσφέρουν αφιλοκερδώς τις δουλειές τους, ενώ και η ραδιοφωνική εκπομπή της Γαλέρας «Στο Κόκκινο» θα προστεθεί στην αλυσίδα των παρουσιών του περιοδικού, όπου είναι δυνατόν να υπάρξουν παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο. Αριστερά, ο κατάλογος του διεθνούς φεστιβάλ ρεαλιστικών κόμικς Καρέ Καρέ (2006). Δεξιά, ο κατάλογος της έκθεσης για την υποστήριξη του Αυστριακού δημιουργού Gerhard Haderer (Απρίλιος 2005) Η Γαλέρα άντεξε στα φουρτουνιασμένα κύματα για 51 ολόκληρα τεύχη. Τον Ιανουάριο του 2010 αρμένισε για τελευταία φορά στον ωκεανό των εντύπων και ακολούθησε ένα ακόμα διαδικτυακό τεύχος. Σε συνδυασμό και ιδανική ισορροπία με τα κείμενα γνώμης, τις δεκάδες αποκαλύψεις, τα μαχητικά ρεπορτάζ, τις αναλύσεις και τις κριτικές τέχνης, τα ιστορικά κείμενα, την πολιτική της στράτευση στα κινήματα και τους αγώνες, το μοναδικό εικαστικό της περιεχόμενο, αναμφίβολα τα κόμικς, τα σκίτσα και οι γελοιογραφίες της ήταν εν πολλοίς αυτά που τη διαφοροποίησαν και έδιναν κάθε μήνα τη διακριτή, τόσο ξεχωριστή ταυτότητά της. Σήμερα η παρουσία της θα ήταν πιο αναγκαία από ποτέ. Και ο υπότιτλός της «Μηνιαίο Πολιτικό και Σατιρικό Εντυπο» ίσως να ήταν περιττός, καθώς το Πολιτικό τού καθημερινού βίου επισκιάζει το Σατιρικό από μόνο του. Πηγή Παρουσίαση του περιοδικού
  7. Dr Paingiver

    ΣΟΥΠΑ ΑΠΟ ΚΟΚΑΛΟ

    Στο βιβλίο αυτό περιλαμβάνονται κείμενα του Γιώργου Μπαζίνα που δημοσιεύτηκαν μεταξύ 2007 και 2009 στην εφημερίδα "Γαλέρα". Υπενθυμίζω ότι η Γαλέρα διέκοψε την κυκλοφορία της τον Δεκέμβριο του 2009. Όλα τα κείμενα συνδέονται με την τότε τρέχουσα επικαιρότητα και μόνο ως έτσι ή ως συλλογή κειμένων μπορούν να αντιμετωπιστούν. Είχα διαβάσει σε πρώτη ανάγνωση τα κείμενα καθότι ήμουν τακτικός αναγνώστης της Γαλέρας και θυμάμαι ότι τα διάβαζα με μεγάλο ενδιαφέρον. Χτες και σήμερα όμως που τα ξαναδιάβασα συγκεντρωμένα, μου άφησαν ανάμικτα συναισθήματα. Μου επαναφέραν στο μυαλό εικόνες της τότε καθημερινότητας, όμως όχι με την ίδια αποτελεσματικότητα (ας το πω έτσι) από όταν τα διάβαζα στη Γαλέρα. Τελικά κάποια γραπτά συνδέονται άρρηκτα με την στιγμή που γράφτηκαν και καλό είναι να μένουν έτσι. Η έκδοση συμπληρώνεται από επιλεγμένες γελοιογραφίες των Binet, Wolinsky, Larson, Quino, Blachon, Serre, Vauro, Chumez, Franquin, Rechin, Sine, Stromoski, Ziche, Minoggio, Chiappori, Dalmaviva, Mordillo, Husband και Soulas που από μόνες τους αποτελούν ένα επιπλέον κίνητρο αγοράς αυτού του βιβλίου.
  8. Αυτό το παρελκόμενο είναι ένας ακόμη κατάλογος, από άλλη μια έκθεση κόμικς που έγινε στη Θεσσαλονίκη, παλιά. Το 2006 το περιοδικό Γαλέρα (πάει κι αυτό) διοργάνωσε με τη σειρά του το 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Κόμικς Θεσσαλονίκης. Οι εορταστικές εκδηλώσεις έλαβαν χώρα στον 1ο προβλήτα το λιμανιού της Θεσσαλονίκης και ειδικότερα στο Μουσείο Κινηματογράφου. Το φεστιβάλ γενικά ήταν πολύ-πολύ ωραίο με πολλές και ωραίες εκθέσεις (δείτε παρακάτω τα περιεχόμενα), ομιλίες, συναυλίες, χάπενιγκ και πάρτι. Διεθνές το είπανε γιατί υπήρχαν πολλές (και καλά οργανωμένες) συμμετοχές από την Ισπανία. Από Ελλάδα υπήρχαν επίσης αξιόλογες παρουσίες (δείτε και πάλι παρακάτω τα περιεχόμενα). Γενικά ήταν μια ωραία προσπάθεια. 2ο φεστιβάλ δεν έγινε. Το εισαγωγικό κείμενο του Γιάννη Κουκουλά Ο πίναξ περιεχομένων. Λίγες τυχαίες σελίδες από το εσωτερικό Τα κρέδιτς.
  9. The_Sandman

    ΚΑΡΕ-ΚΑΡΕ

    Έκθεση που διοργάνωσε το περιοδικό "ΓΑΛΕΡΑ" στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων από τις 24 Μαρτίου μέχρι τις 1 Απριλίου 2006. Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων υπάρχει στο οπισθόφυλλο του καταλόγου. Ο κατάλογος αποτελείται από 54 ασπρόμαυρες σελίδες, 21x25 cm και περιείχε comics των Phoebe Gloeckner, Felip H. Cava, Tomaz Lavric (η ιστορία είχε δημοσιευθεί παλιότερα στην Βαβέλ. Όποιος ξέρει που μπορώ να βρω comics του ας στείλει pm!), Kamel Khelif, Nicole Schulman και Gabriele Gamberini. Επίσης κείμενα των Γιάννη Κουκουλά, Ηλέκτρας Σταμπουλή, Felipe Hernandez Cava, Tahar Lamvri και Gianluca Constantini καθώς και βιογραφικά των δημιουργών. Και η αφίσα της έκθεσης
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.