Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'βασίλης λώλος'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Ο πέμπτος δίσκος των Doors αποτελεί εμβληματικό έργο στην ιστορία της ροκ. Τα κομμάτια του τραγουδιούνται και χορεύονται ακόμα φέρνοντας πάντα στον νου τον χαρισματικό δημιουργό τους. Η Leah Moore γράφει την ιστορία αυτών των τραγουδιών και 10 σχεδιαστές τα «ντύνουν» με όμορφες εικόνες και ψυχεδελικά χρώματα. Γράφαμε στο προηγούμενο τεύχος για το «The King» του Rich Koslowski, μια ιστορία πικρού χιούμορ και μυστηρίου με τον «βασιλιά» Έλβις και τη μουσική του στο επίκεντρο έστω κι αν αυτός έχει φύγει πριν από πολλές δεκαετίες χωρίς όμως το έργο του να ξεχαστεί. Ένα ακόμα αξέχαστο έργο είναι αναμφίβολα κι αυτό του Τζιμ Μόρισον και του θρυλικού του συγκροτήματος, The Doors. Μπορεί ο Μόρισον να πέθανε νεότατος, μόλις 27 ετών το 1971 και πάνω στο απόγειο της καριέρας του, αλλά οι παρακαταθήκες που άφησε στη ροκ μουσική συνέβαλαν καθοριστικά στην εξέλιξή της. Ήταν άλλωστε μια εκρηκτική προσωπικότητα: ποιητής, στιχουργός, συνθέτης, σκηνοθέτης που δεν μάσαγε τα λόγια του ενώ οι ζωντανές εμφανίσεις του ξεσήκωναν τα πλήθη και συχνά ξέφευγαν από κάθε έλεγχο όπως όταν συνελήφθη, κατηγορήθηκε, δικάστηκε και καταδικάστηκε για «άσεμνες» κινήσεις του επί σκηνής σε μια συναυλία στο Μαϊάμι. Από τη δισκογραφία των Doors, ίσως ο σημαντικότερος και πιο δημοφιλής δίσκος είναι το «Morrison Hotel» που ηχογραφήθηκε τον Νοέμβριο του 1969 και κυκλοφόρησε λίγους μήνες αργότερα. Ένας δίσκος του οποίου το όνομα παραπέμπει στο επίθετο του ηγέτη του συγκροτήματος αν και προέκυψε τυχαία μετά από μια βόλτα των μελών του στη Σάντα Μόνικα. Τότε, οι τέσσερις φίλοι έκπληκτοι είδαν ένα ξενοδοχείο με όνομα «Morrison Hotel» και μπήκαν στα κρυφά για να φωτογραφηθούν παρά την άρνηση του ρεσεψιονίστ να τους επιτρέψει την είσοδο. Αυτή είναι και η τελευταία ιστορία του βιβλίου «Morrison Hotel» (εκδόσεις Οξύ, μετάφραση: Σάββας Αργυρού) σε σχέδια του Tony Parker και σενάριο της Leah Moore, συγγραφέως, ιδρύτριας του project «Electricomics» και κόρης του γκουρού των σύγχρονων κόμικς, Alan Moore. H Moore υπογράφει και όλες τις υπόλοιπες ιστορίες του βιβλίου που καθεμιά φέρει τον τίτλο και ενός από τα τραγούδια του ομώνυμου δίσκου σε σχέδια μιας πλειάδας δημιουργών (John Pearson, Mike Oeming, Marguerite Sauvage, Sebastian Piriz, Guillermo Sanna, Coleen Doran, Ryan Kelly, Armitano, Jill Thompson, John Snyder και ο Βασίλης Λώλος που δίνει εικόνα στο «Queen of the Highway», μια ιστορία στην οποία εκτός από τα μέλη του γκρουπ εμφανίζονται και οι Τζον Λένον, Λιτλ Ρίτσαρντ, Τσακ Μπέρι και άλλα μυθικά ονόματα της ροκ). Το πιο ενδιαφέρον σε όλο το βιβλίο είναι πως η Moore σε συνεργασία με τους σχεδιαστές προσπάθησαν και κατάφεραν να αποφύγουν μια απλή εικονοποίηση των μουσικών κομματιών. Ακόμα κι αυτό βέβαια θα είχε την αξία του, καθώς η σεναριογράφος και οι δημιουργοί θα μπορούσαν να προτείνουν τις δικές τους αναγνώσεις πάνω σε πασίγνωστα τραγούδια που όμως οι στίχοι τους είναι πολυεπίπεδοι και κάποιες φορές αινιγματικοί. Δεν ήταν όμως αυτός ο στόχος του «Morrison Hotel». H Moore επιδίωκε να φιλοτεχνήσει όχι μόνο τη δική της ερμηνεία πάνω στους στίχους του Morrison, αλλά να παρουσιάσει κατά κάποιον τρόπο και την ιστορία των τραγουδιών, τις συνθήκες εντός των οποίων γράφτηκαν, τραγουδήθηκαν και ηχογραφήθηκαν, τις σχέσεις των μελών κατά τη διάρκεια της παραγωγής του δίσκου, την ψυχοσύνθεση και τη διάθεση του Morrison εκείνες τις μέρες, τη συμπεριφορά του κοινού, την αντιμετώπιση από τους κριτικούς και τα ΜΜΕ κ.λ.π. Και ως προς αυτό τα κατάφερε περίφημα καθώς το δικό της «Morrison Hotel» είναι ένα βιβλίο για τα πάντα γύρω από το πρώτο «Morrison Hotel». Ο κιθαρίστας του γκρουπ Robby Krieger, προλογίζοντας το βιβλίο, θυμάται τις δυσκολίες που είχε το συγκρότημα στον προηγούμενο δίσκο του «Soft Parade» και την εντελώς διαφορετική ψυχολογία των μελών του στο «Morrison Hotel»: «Αποφασίσαμε να περάσουμε καλά και να κάνουμε κάτι απλό και γεμάτο μπλουζ... Και εγένετο – “Roadhouse Blues”, “Peace Frog”, “Maggie M’ Gill” και “The Spy”… μερικά από τα αγαπημένα μου. Επίσης περάσαμε πολύ καλά στη φωτογράφιση για το εξώφυλλο του άλμπουμ. Ο Ρέι οδηγούσε στο κέντρο του Λος Άντζελες και ανακάλυψε το Ξενοδοχείο Morrison. Δωμάτια με 2,50 δολάρια τη βραδιά! Έτσι, πήραμε τον φίλο μας Χέντρι Ντιλτζ να έρθει και να μας φωτογραφίσει στο ξενοδοχείο. Έγινε ένα από τα πιο εμβληματικά εξώφυλλα άλμπουμ όλων των εποχών. Ελπίζω το νέο μας graphic novel να αιχμαλωτίσει όλα αυτά τα πράγματα και οι αναγνώστες να είναι εκεί μαζί μας εν τω πνεύματι». Δεν ξέρω αν το βιβλίο της Moore και των συνεργατών της αιχμαλωτίζει «όλα» αυτά τα πράγματα στα οποία αναφέρεται ο Krieger, όλα όσα έζησαν και έκαναν οι Doors στη σύντομη διάρκεια της ζωής του συγκροτήματος. Ήταν όμως μια ξέφρενη ζωή και μια ξέφρενη πορεία προς την κορυφή. Αυτό το κλίμα το αποδίδει ιδανικά η Moore με το έργο της αποφεύγοντας, ευτυχώς, τις νεκρολογίες και τους επικήδειους και επιλέγοντας να εστιάσει στα χρώματα, στα όνειρα, στις παραισθήσεις μιας συγκλονιστικής εποχής για το ροκ και την ανυπότακτη νεολαία. Και το σχετικό link...
  2. Ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα των ελληνικών κόμικς πριν από είκοσι χρόνια και ένας επιτυχημένος και πολυβραβευμένος δημιουργός στις ΗΠΑ σήμερα, ο Βασίλης Λώλος, επιστρέφει στην «Αθήνα» που τον έχει σημαδέψει για να μοιραστεί εμπειρίες, πάθη και λάθη. Το εξώφυλλο από την Αθήνα ως φόρος τιμής στο «Akira» Από πολύ μικρός, είχε καταφέρει να φτιάξει ένα σπουδαίο όνομα στα ελληνικά κόμικς στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Με το σπαρακτικό άλμπουμ του «Η Γεννήτρια - Victor Van Dread», τα κόμικς του στο «9» της «Ελευθεροτυπίας», τη συμμετοχή του στην καλλιτεχνική ομάδα του «SUBart», το «Omikron Rom-Zine», το «JIN 474» και πολλά ακόμη έργα του, ο Βασίλης Λώλος κατάφερε να εξασφαλίσει γρήγορα συνεργασίες με ορισμένους από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους στις ΗΠΑ. Το 2005 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και το 2006 κυκλοφόρησε η πρώτη του μεγάλη επιτυχία, το «The Pirates of Coney Island» σε συνεργασία με τον Rick Spears, από την Image Comics. Έναν χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε το «The Last Call» από την Oni Press, μια εντελώς δική του σειρά που προσέλκυσε το ενδιαφέρον του Χόλιγουντ, ενώ ο Steven Spielberg εξεδήλωσε ενδιαφέρον να τη σκηνοθετήσει για τη Universal Pictures. Για το «The Last Call», μάλιστα, ο Λώλος απέσπασε το 2008 το βραβείο Harvey στην κατηγορία του «καλύτερου νέου ταλέντου». Το «5», μια πρωτοποριακή αυτοέκδοση, ήταν μια ακόμη επιτυχημένη απόπειρα σε συνεργασία με τους Rafael Grampá, Gabriel Bá, Becky Cloonan και Fábio Moon, για την οποία η δημιουργική ομάδα βραβεύτηκε το 2008 με το βραβείο Eisner της «καλύτερης ανθολογίας». Ακολούθησαν πολλές ακόμη συνεργασίες και πολλά ακόμη σπουδαία κόμικς στις ΗΠΑ αλλά, απ’ ότι φαίνεται, ο Λώλος είχε έναν ανοιχτό λογαριασμό με την Αθήνα που επιχείρησε να «κλείσει» με την κυκλοφορία του νέου άλμπουμ του, «Αθήνα», από τις εκδόσεις Jemma Press. Το «The Pirates of Coney Island» σε εξώφυλλο της Becky Cloonan (δεξιά) και το πρώτο trade του «The Last Call» (αριστερά) Στην «Αθήνα», ο Λώλος πιάνει την προσωπική του ιστορία από το ξεκίνημα των γυμνασιακών του χρόνων στις αρχές της δεκαετίας του ’90 στη Νέα Σμύρνη και με μικρές αφηγήσεις μοιράζεται με τους αναγνώστες περιστατικά των nineties με έναν απολαυστικό, αυτοσαρκαστικό τρόπο. Άλλες από τις ιστορίες του είναι χιουμοριστικές, άλλες έχουν δραματική κατάληξη, όλες, όμως, κατά τον ίδιο, είναι «αληθινές» και παρουσιάζουν την ταραγμένη εφηβεία ενός παιδιού που προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις μεταφυσικές του ανησυχίες και το Nintendo, στις ημιπαραβατικές συμπεριφορές και τους πρώιμους έρωτες: «Όταν βγήκε το Γκέιμ Μπόι στην αγορά το '90-'91 χώρισε όλα τα παιδάκια σε δύο κατηγορίες. Τους “έχων Γκέιμ Μπόι” και τους “μη έχων Γκέιμ Μπόι”. Πολύ μαλακισμένη κίνηση από την Κυρά-Νιτέντο αν θες τη γνώμη μου γιατί, ναι, σίγουρα υπήρχαν παιχνίδια ακριβά και φτηνά και πριν το Γκέιμ Μπόι. Αλλά όλα τα παιδάκια φάγανε ένα σκληρό κοινωνικό σοκ και αν ήσουν εκεί η εποχή είχε λίγο κάτι από “Λορντ οφ δε φλάις”, λίγο από το “Ντας Εξπέριμεντ” και τη “Φάρμα των Ζώων”. Καλά, για λίγο, μετά από μερικά χρόνια έπεσε η τιμή και κούλαραν τα πράγματα αλλά και πάλι. Α, ρε πουτάνα Νιτέντο, με τα ωραία σου». Με τέτοιες προσωπικές εξομολογήσεις, μακριά από νοσταλγικές αναπολήσεις και γλυκερές μνήμες, ο Λώλος καταγράφει μια σκληρή αλλά όχι-και-τόσο-μακρινή-εποχή στην Αθήνα που παρουσιάζεται σκοτεινή και μαύρη, βρόμικη και αφιλόξενη όχι μόνο για τα παιδιά αλλά για όλους. Δεν παραμένει, όμως, μόνο στα παιδικά του χρόνια και τα ταξικά «παιχνίδια», αλλά με συνεχείς μικρές, συνήθως μονοσέλιδες, εξιστορήσεις από φαινομενικά ασήμαντα περιστατικά-θραύσματα, πάντα στην Αθήνα, εκθέτει με ειλικρίνεια, συχνά με ωμότητα, τη γνώμη του για την πόλη, την πολιτική, την τέχνη, τα ελληνικά κόμικς. Εμβόλιμα ανασύρονται και περνούν από τις σελίδες, για να εξαφανιστούν αμέσως μετά, οι βόλτες του με σκέιτμπορντ, οι εφηβικοί καβγάδες, μολότοφ που σκίζουν τον αέρα, ματατζήδες που καταδιώκουν περαστικούς, φαντάσματα φίλων από το παρελθόν. Κι όλα αυτά με τη μοναδική σχεδιαστική δεξιοτεχνία του Λώλου που καταφέρνει να αποδώσει τον εαυτό του με αμέτρητους τρόπους ανάλογα με το ύφος κάθε ιστορίας και με την ψυχολογική του κατάσταση. Δεν πρόκειται άλλωστε ούτε για απομνημονεύματα ούτε για αυτοβιογραφία. Η «Αθήνα» του Λώλου είναι μια συλλογή από ιστορίες που δεν έχει καμιά σημασία αν συνέβησαν ή αν είναι προϊόντα φαντασίας. Όλες μαζί συνθέτουν ένα παζλ από εσκεμμένα μπερδεμένα μικρά πολαρόιντ της νεανικής αλλά ποτέ ανέφελης ζωής της σημερινής γενιάς των σαραντάρηδων με τα οδυνηρά ματαιωμένα όνειρα. Οι ανομοιόμορφες σελίδες του Λώλου, τα ανισομεγέθη καρέ, οι ευφυώς τοποθετημένες Ben-Day dots, τα σχέδια που πότε προσεγγίζουν ρεαλιστικές απεικονίσεις και πότε γίνονται σουρεαλιστικές καρικατούρες, οι έξυπνες ονοματοποιίες, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση που προσθέτει αμεσότητα, οι «δηλωμένες» πηγές (το εξώφυλλο ως φόρος τιμής στο κινηματογραφικό και εμβληματικό «Akira», οι ιστορίες του Andrea Pazienza κ.ά.), όλα μαζί δημιουργούν ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον και ασυνήθιστο άλμπουμ με πρωταγωνιστή τον «ίδιο» και την «Αθήνα» ή καλύτερα τον ίδιο στην Αθήνα, μια και η ζωή του φαίνεται εν πολλοίς να έχει καθοριστεί από την πόλη. Μια πόλη διόλου ελκυστική, σχεδόν εχθρική και απωθητική. Μια πόλη, όμως, ικανή να αποτελεί την πρώτη ύλη και το επίκεντρο ενός ολόκληρου βιβλίου για την οποία ο Λώλος μονολογεί: «Τι μέρος ε; Ο χρόνος θα δείξει. Μερικές φορές η Αθήνα είναι σαν το Τρίγωνο των Βερμούδων. Ποντικοπαγίδα… Κολοσσαίο. Λαβύρινθος με διάφανους τοίχους. Τσιμεντο-νεκροταφείο». Και το σχετικό link...
  3. Οι Μιχάλης Διαλυνάς, Ηλίας Κυριαζής και Βασίλης Λώλος μας εξήγησαν πώς είναι να βλέπουν τις δουλειές τους να πηγαίνουν καλά στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Για να καταλάβει κανείς τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι δημιουργοί στην Ελλάδα, αρκεί να σκεφτεί ότι περισσότερο από έναν αιώνα μετά την εμφάνισή τους, συνεχίζουμε να μην είμαστε σίγουροι για το πώς πρέπει να τα αναφέρουμε. Κόμικς, κόμιξ ή μήπως κόμικ χωρίς τελικό -σ; Κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, αλλά ακόμα και κόντρα στην ίδια την λογική μερικές φορές, από το 2000 κι έπειτα αναπτύχθηκε στην χώρα μας μία σκηνή που έδωσε απρόσμενες διεθνείς διακρίσεις. Παρ' όλα αυτά, ο μέσος αναγνώστης συνήθως αρκείται σε ένα αποκαρδιωτικό "τι είναι αυτά τα μικιμάου;". Σήμερα, υπάρχουν αρκετοί Έλληνες κομίστες που βιοπορίζονται από τη τέχνη τους, δουλεύοντας με το εξωτερικό. Το να εκδίδονται δουλειές σου από τη Marvel, τη DC και την Image δεν είναι μικρό πράγμα, το αντίθετο μάλιστα. Οι Μιχάλης Διαλυνάς, Ηλίας Κυριαζής και Βασίλης Λώλος, οι τρεις κατεξοχήν αρμόδιοι απάντησαν στο πώς είναι να βλέπεις τη δουλειά σου να εκδίδεται στην Αμερική. Μιχάλης Διαλυνάς| "Ήθελα να σχεδιάσω ιστορίες με χελώνες νίντζα" Τι ήταν αυτό που σε έκανε να αναζητήσεις την τύχη σου στο εξωτερικό; Πάντα ήθελα να κάνω comics. Μεγάλωσα στο Λονδίνο στα τέλη του ’80, όπου για καλή μου τύχη ήταν η κατάλληλη εποχή και το ιδανικό μέρος για να βρω πρόσβαση σε μεγάλη ποικιλία comics - ειδικά στα Teenage Mutant Ninja Turtles. Όνειρο μου ήταν να σχεδιάσω κι εγώ ιστορίες με νίντζα χελώνες! Από το μηδέν έως το δέκα, σε πόσο κακή κατάσταση βρίσκεται το επάγγελμα του κομίστα στην Ελλάδα; Δεν έχει αλλάξει πολύ από παλιά, δεν μπορείς να ζήσεις 100% από αυτό εδώ. Πριν ξεκινήσω να δουλεύω έξω έκανα κυρίως διαφήμιση και εικονογραφούσα εξώφυλλα για να ζήσω, οπότε όπως και τότε οι πιο πολλοί κάνουν άλλες δουλειές παράλληλα με τα comics. Ήταν ο κύριος λόγος που με ώθησε να κυνηγήσω το όνειρο μου στο εξωτερικό. Ήθελα να το κάνω full-time και ο μόνος τρόπος ήταν η συνεργασία με τον εκεί εκδοτικό. Και γιατί δεν μεταναστεύεις μόνιμα; Ο λόγος είναι κυρίως οικονομικός. Η καθημερινή ζωή, το νοίκι είναι φτηνότερα εδώ. Θα ήθελα πολύ να είμαι εκεί ώστε να έχω καλύτερο networking σε καθημερινή βάση αλλά για αυτό υπάρχουν τα συνέδρια. Έτσι μπορώ, μέσα στην χρονιά, να ταξιδεύω ώστε και να γνωρίσω από κοντά τους αναγνώστες των βιβλίων αλλά και να μιλήσω με τους συντάκτες μου για μελλοντικά projects. Τι ένιωσες όταν είδες για πρώτη φορά δουλειά σου τυπωμένη στο εξωτερικό; Κάθε φορά που βλέπω ένα νέο μου project τυπωμένο είναι περίεργο και συγκινητικό! Χαρακτηριστικά μπορώ να σου πω 3 περιπτώσεις: Την πρώτη φορά που είδα την Γαλλική έκδοση του The Woods, ανατρίχιασα που η δουλειά μου ήταν τυπωμένη σε μεγάλη έκδοση, πιο μεγάλη από την Αμερικανή και με σκληρό εξώφυλλο. Φαινόταν πιο εντυπωσιακό, είχε κύρος. Τη δεύτερη, ένιωσα πολύ περήφανος όταν έκανα την πρώτη μου δουλειά με την DC, ήταν μια μικρή ιστορία στο Gotham Academy αλλά ήταν η πρώτη φορά που έγραψα και σχεδίασα μια ιστορία στο πλαίσια της Gotham city! Η τελευταία ήταν το dream job. Όταν έκανα το πρώτο μου τεύχος Χελωνονιντζάκια! Κατάφερα να κάνω αυτό που πάντα ήθελα από παιδί κι αυτή η χαρά συνεχίζεται και σήμερα κάθε φορά που σχεδιάζω τους αγαπημένους μου ήρωες. Τι χρειάζεται κάποιος για να μπορέσει να εκδώσει τα έργα του στο εξωτερικό; Θα απαντήσω με αυτό που μου είπαν την πρώτη φορά που έδειξα δουλειά μου στην Αμερική πριν από 10 χρονιά: Πέρα από το σχεδιαστικό και το να μπορείς να επικοινωνήσεις μια ιστορία στον αναγνώστη, πρέπει πάνω απ’ όλα να είσαι επαγγελματίας. Θα πρέπει να είσαι συνεννοήσιμος κατά την διάρκεια της συνεργασίας και να παραδίδεις την δουλειά σου στο deadline που έχετε συμφωνήσει με την εταιρία, μιας και υπάρχει παγκόσμια ημερομηνία κυκλοφορίας του comic σου. Μπορείς να μας απαριθμήσεις τις σημαντικότερες δουλειές σου; Στην καριέρα μου, μπορώ να πω ότι η σειρά The Woods που έκανα με τον James Tynion IV είναι η πιο σημαντική. Είναι η πιο μεγάλη δουλειά που έχω κάνει ποτέ, κράτησε 36 τεύχη, δηλαδή 4 χρονιά από την ζωή μου σχεδίαζα αυτή την ιστορία. Πάνω στο Woods έμαθα πολλά, δημιούργησα φιλίες και εξελίχτηκα σαν σχεδιαστής. Τα τελευταία χρόνια είναι σε development για να γίνει τηλεοπτική σειρά με τον σκηνοθέτη Brad Peyton (Rampage, San Andreas) και το κανάλι SYFY και το comic τιμήθηκε με το βραβείο GLAAD media award for Outstanding comic το 2017 για την αντιπροσώπευση της LGBTQ κοινότητας στα comics. Πώς είναι να συνεργάζεσαι με έναν διάσημο σεναριογράφο όπως ο James Tynion IV (σ.σ: γνωστός για τη δουλειά του στο Batman Eternal); Όταν γνώρισα τον James και αρχίσαμε την συνεργασία μας στο The Woods το 2013, ήμασταν και οι δυο πρωτάρηδες στο χώρο. Η σειρά αυτή ήταν και για τους δύο μας το πρώτο μεγάλο creator-owned project, κατά την διάρκεια του οποίου γίναμε ο καθένας καλύτερος στο τομέα του και παράλληλα αναπτύξαμε μια πιο φιλική σχέση, κάνοντας έτσι την συνεργασία μας ακόμα πιο καλή. Σε αυτό πιστεύω οφείλεται και η επιτυχία της σειράς. Το project αυτό είναι ένα τεράστιος σταθμός στην καριέρα μου και μπορώ να πω ότι η γενικότερη συνεργασία μου με το James και με την Boom! Studios είναι ένα κεφάλαιο που δεν έχει κλείσει ακόμα, αλλά δεν μπορώ να αποκαλύψω παραπάνω προς το παρόν. Πώς βλέπεις την ελληνική κόμικς σκηνή σήμερα; Έχει προοδεύσει σε σχέση με τις αρχές των 00s; Θεωρώ ότι είμαστε σε καλή κατάσταση τώρα. Βγαίνουν όλα και πιο πολλά graphic novels και comics κάθε χρόνο. Το βλέπω πολύ με το πως μεγαλώνει η σκηνή των αυτοεκδόσεων χρόνο με το χρόνο. Οπότε υπάρχει πολύ νέο αίμα με ιστορίες και πάθος να δημιουργήσει νέα comics! Μελλοντικά σχέδια; Επόμενα βήματα; Αυτό τον καιρό, σχεδιάζω τεύχη του Teenage Mutant Ninja Turtles που θα κυκλοφορήσουν το φθινόπωρο. Το πρώτο που θα βγει είναι ένα μεγάλο 40σέλιδο τεύχος με πρωταγωνιστή τον Michelangelo, την αγαπημένη μου χελώνα. Τον Ιανουάριο θα βγει ο τόμος Lucy Dreaming, ένα βιβλίο που έκανα με τον συγγραφέα και τραγουδιστή των Say Anything, Max Bemis και πρόκειται για την ιστορία μίας έφηβης κοπέλας που ταξιδεύει σε φανταστικούς μυθιστορηματικούς κόσμους στον ύπνο της. Τέλος, πρόκειται να ξεκινήσω του χρόνου άλλο ένα μεγάλο project αλλά όπως είπα και πριν δεν μπορώ να μπω σε λεπτομέρειες ακόμα, οπότε stay tuned! Ηλίας Κυριαζής | "Στα 00s ήταν για 5 λεπτά cool το να κάνεις comics" Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να αναζητήσεις την τύχη σου ως κομίστας στο εξωτερικό; Βρήκα ταβάνι στην Ελλάδα. Όταν "επιτυχία" σημαίνει να πουλάς 1000 αντίτυπα και με τη δουλειά σου να ασχολείται ένας μικρός κύκλος ή πρέπει να βγεις έξω και τα comics να είναι το επάγγελμα σου ή να μείνεις εδώ και να είναι το χόμπι σου. Από το μηδέν έως το δέκα, σε πόσο κακή κατάσταση βρίσκεται το επάγγελμα του κομίστα στην Ελλάδα; Ένα; Δύο; Ξέρω πόσο ζόρικα ήταν όταν σταμάτησα εγώ να δουλεύω στην Ελλάδα και έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε. Τελικά, τι είναι εκείνο που σε κρατά από το να κάνεις το μεγάλο βήμα της μόνιμης μετανάστευσης; Δε σηκώνεται κανείς εύκολα να μεταναστέψει αν δεν είναι εντελώς απαραίτητο. Να ‘ναι καλά το ίντερνετ. Και δεν είναι ότι είμαι ξεχωριστή περίπτωση, τεράστια μερίδα των καλλιτεχνών που δουλεύουν στα αμερικάνικα comics κατοικούν εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών. Μπορείς να μας περιγράψεις τα συναισθήματα όταν είδες για πρώτη φορά δουλειά σου τυπωμένη στο εξωτερικό; Πρώτη δουλεία τυπωμένη (γιατί πρώτα ήταν κάποια ψηφιακά πράγματα) ήταν το Galaxy Quest: Global Warning για την IDW. Γενικά επειδή το όλο θέμα του εξωτερικού έγινε σε βήματα, μου είναι δύσκολο να εντοπίσω μια συγκεκριμένη στιγμή που ένιωσα ότι "εδώ είμαστε, συνέβη στ’ αλήθεια". Είναι ένας συνεχής αγώνας, να βρεις πάντα την επόμενη δουλειά, να ανεβαίνεις με κάθε σου project… Αλλά οκ, δέκα χρόνια μετά είμαι ακόμα εδώ οπότε so far so good. Τι χρειάζεται κάποιος για να μπορέσει να εκδώσει τα έργα του στο εξωτερικό; Να είναι πολύ καλός στη δουλειά του, να έχει επαγγελματική συμπεριφορά και να έχει και λίγη τύχη. Μπορείς να μας απαριθμήσεις τις σημαντικότερες δουλειές σου; Πέρα από τα ελληνικά, είναι δουλειές σε Ghostbusters, G.I.Joe, Vampirella, Dr Wh, κ.α. Είναι τα comics που έγραψα και σχεδίασα ο ίδιος: το Elysium Online, που εξερευνά την πιθανότητα ψηφιακής μεταθανάτιας ζωής, το Melody(DC comics), που έχει να κάνει με το κυνήγι της επιδραστικότερης μελωδίας όλων των εποχών και το Falling For Lionheart, η ρομαντική κομεντί με τους έρωτες ενός ευαίσθητου σουπερήρωα. Είναι το Secret Identities, η σειρά που συν-δημιούργησα στην Image Comics για τα μυστικά που κρύβουν οι ήρωες πίσω από τις μάσκες τους. Είναι το Dirk Gently’s Holistic Detective Agency, βασισμένο στα ομώνυμα βιβλία του Douglas Adams και αδερφάκι της τωρινής τηλεοπτικής σειράς. Πώς βλέπεις σήμερα την ελληνική σκηνή των κόμικς; Έχει προοδεύσει σε σχέση με τις αρχές των 00s; Ε, δεν υπάρχει σχέση. Σε καλλιτεχνικό επίπεδο πολύ καλύτερα - σε εμπορικό μπορεί ο οποιοσδήποτε να φανταστεί... Στα 00s για κάποιο λόγο ήταν για πέντε λεπτά πολύ cool το να κάνεις comics κι έπιασε πολύς κόσμος το μολύβι. Στις δύσκολες συνθήκες της κρίσης όμως αυτοί που επιμένουν με τα comics είναι αυτοί που πραγματικά το θέλουν. Πλέον οι παλιότεροι έχουν γίνει στ’ αλήθεια καλοί και οι νεότεροι ξεκινούν με άλλη φόρα. Είναι κρίμα που τώρα που εκπληρώνεται επιτέλους η υπόσχεση που έδιναν τότε τα "νέα ταλέντα" των 00s, η προσοχή των media και του κοινού να έχει τραβηχτεί από τα comics. Για τους καλλιτέχνες της γενιάς μου, ειδικά όσους πρόλαβαν το "9", είναι τόσο ειρωνικό που τα πρωτόλεια τους έμπαιναν σε 80 χιλιάδες σπίτια ενώ τις άρτιες δουλειές τους τις διαβάζουν μόνο οι "μυημένοι". Το Manifesto, πολλά χρόνια μετά την πρώτη του κυκλοφορία, απασχολεί ακόμα το κοινό. Πώς νιώθεις γι' αυτό και γιατί πιστεύεις ότι το αγάπησε ο κόσμος; Μιλώντας για comics που ωφελήθηκαν επειδή έμπαιναν σε 80 χιλιάδες σπίτια με το "9", ε; Η σχέση μου με το Manifesto έχει περάσει πολλά κύματα αλλά στην τελική είναι αυτό που λες, δεν μπορώ παρά είναι ευγνώμων που ένα comic μου συνεχίζει να απασχολεί το κοινό τόσα χρόνια μετά, να εκδίδεται και να ξαναεκδίδεται. Είναι λαχείο αυτό. Και μεγάλη ευτυχία για έναν καλλιτέχνη να ξεφεύγει μια δουλειά του από το σύντομο κύκλο που κάνουν τα περισσότερα comics: κυκλοφορούν, στην καλύτερη εξαντλούν το τιράζ τους και εξαφανίζονται. Μελλοντικά σχέδια; Επόμενα βήματα; Υπάρχουν τουλάχιστον δύο projects έτοιμα για κυκλοφορία αλλά δεν είναι ακόμα ανακοινώσιμα. Το ένα μάλιστα θα είναι η πρώτη δουλειά μου, μετά από πολλά χρόνια, που θα κυκλοφορήσει πρώτα στην Ελλάδα. Βασίλης Λώλος | "Σημαντική είναι η δουλειά. Η τέχνη κι επικοινωνία" Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να αναζητήσεις την τύχη σου ως κομίστας στο εξωτερικό; Δεν είχα άλλη επιλογή. Τι σημαίνει αυτό θα πει κάποιος; Ο Άγγελος Μαστοράκης, ο αρχισυντάκτης του "9", που ήταν ιδιαίτερη προσωπικότητα με αντιπαθούσε όσο δεν φαντάζεσαι. Είχε τους λόγους του. Είχε στήσει ένα μοντέλο που λειτουργούσε στο mainstream κοινό του "9" της Ελευθεροτυπίας και ήταν ευχαριστημένος με αυτό τον flat σταθερό οδηγό. Για πάνω από έναν χρόνο αντιμετώπιζα καθημερινά το "δεν υπάρχει εδώ χώρος για σένα". Για αυτό και νιώθω ότι σχέδια μου κατά τη διαμονή μου στο περιοδικό βγάζουν μία κούραση. Ο θάνατος της έκφρασης! Ευτυχώς το κατάλαβα νωρίς. Έστειλα δείγμα της δουλειάς μου σε ένα site που λεγόταν Manga Academy Publishing. Με τύπωσαν αμέσως σε έναν οδηγό για το πώς να σχεδιάζεις comics. Ήταν αυτό που χρειαζόμουν. Άρχισα να φτιάχνω ένα σοβαρό online-portfolio και μέχρι το 2004 είχα βρει αναγνώριση και δουλειά. Οπότε γιατί έφυγα; Η ερώτηση είναι: γιατί να μείνεις κάπου που δε σε θέλουν; Από το μηδέν έως το δέκα, σε πόσο κακή κατάσταση βρίσκεται το επάγγελμα του κομίστα στην Ελλάδα; Για να με ρωτάς έτσι ως εξωτερικός παρατηρητής σημαίνει ότι ο "Βασιλιάς είναι γυμνός". Αυτήν την στιγμή δεν μπορείς να βιοποριστείς από τα comics στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει υποδομή, δεν υπάρχουν πλατφόρμες, όποιος υποστηρίζει το αντίθετο λέει μπούρδες. Είμαι ο πρώτος Έλληνας που έσπασε το φράγμα και πέρασε επιτυχημένα στην αμερικανική αγορά. Έχω βραβευτεί με το Eisner και το Harvey Award (σ.σ: τα πιο σημαντικά βραβεία comics παγκοσμίως). Η Universal Pictures, το 2008, αγόρασε τα δικαιώματα για το The Last Call που έγραψα και σχεδίασα. Αυτά τα αναφέρω γιατί θέλω να τονίσω ότι έχω δει και την θετική και την αρνητική πλευρά του "τέρατος" των comics. Τελικά, τι είναι εκείνο που σε κρατά από το να κάνεις το μεγάλο βήμα της μόνιμης μετανάστευσης; Όλα έχουν τον σωστό τους χώρο και χρόνο. Το 2005 μετακόμισα στη Νέα Υόρκη. Σήμερα είμαι στα Εξάρχεια. Αύριο ποιος ξέρει; Μπορείς να μας περιγράψεις τα συναισθήματα όταν είδες για πρώτη φορά δουλειά σου τυπωμένη στο εξωτερικό; Όταν είδα την πρώτη μου δουλειά τυπωμένη απλά είπα "Καιρός ήταν". Τι χρειάζεται κάποιος για να μπορέσει να εκδώσει τα έργα του στο εξωτερικό; Πλέον είναι εύκολο. Να είναι καλός, πρωτότυπος και να βρεθεί στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή. Το "τύπωμα" αυτό καθ’ αυτό δεν σημαίνει τίποτα. Σημαντική είναι η δουλειά. Η τέχνη κι επικοινωνία. Μπορείς να μας απαριθμήσεις τις σημαντικότερες δουλειές σου; Το The Pirates of Coney Island(Image comics 2005) ήταν σημαντικό γιατί ανέπτυξα μία χρωματική παλέτα που είναι ακόμη σύγχρονη, το 80s στυλ που -13 χρόνια μετά- λέγεται new retro wave. Επηρέασε πολύ κόσμο όταν βγήκε, μόνο και μόνο γιατί έβγαζε μάτι στα ράφια των βιβλιοπωλείων δίπλα σε άλλα comics, σε μία εποχή που όλα έμοιαζαν υπερβολικά μουντά για τα γούστα μου. Η σειρά The Last Call, επειδή δεν είναι κάθε μέρα που διαγωνίζονται στο Χόλιγουντ για το ποιος θα αγοράσει τα δικαιώματα ενός έργου σου για να το κάνει ταινία. Μία μέρα διαβάζεις σε ένα casual email που στέλνει η Universal Pictures ότι ο Spielberg ενδιαφέρεται να σκηνοθετήσει το σενάριό σου. Ναι, είμαι περήφανος μόνο και μόνο ότι έγινε αυτό (όπως κι άλλα). Είναι διάφορα που μπορώ να αναφέρω. Όπως η συνεργασία μου με τον Ozzy Ozbourne για το αγγλικό Heavy Metal Magazine. Ή το πρώτο τεύχος του Hats, τα οποίο αυτοεξέδωσα στην Αμερική και το πούλησα στο πρώτο συνέδριο comics που πήγα. Ένας από τους ανθρώπους που το αγόρασε ήταν συντάκτης της Marvel. Έτσι, κάτι που έκανα για τον εαυτό μου μου έδωσε την πρώτη μου δουλειά στην εταιρεία. Τέλος, η σειρά επιστημονικής φαντασίας και παραφυσικού τρόμου με τίτλο Electronomicon βρίσκεται σε συνεχή δημιουργία από το 2006 μέχρι… και σήμερα το απόγευμα. Πώς βλέπεις σήμερα την ελληνική σκηνή των κόμικς; Έχει προοδεύσει σε σχέση με τις αρχές των 00s; Ναι. Και οχι. Ναι, γιατί υπάρχουν παιδιά που γεννήθηκαν το 2000 και σήμερα δημιουργούν κι εκφράζονται εκεί έξω σε μία νέα ιντερνετική/διαστημική εποχή. Όχι, γιατί υπάρχει μία άλλη γενιά που τους λέει ότι δεν αξίζουν αν δεν υποκύψουν, αν δεν γονατίσουν πνευματικά μπροστά τους. Εγώ προτείνω το εξής: να μην υποκύψουν ποτέ, μπροστά σε κανένα δόγμα, μπροστά σε κανένα αυτοδιορισμένο (ψευτο)φύλακα. Έχεις κερδίσει κορυφαία βραβεία, έχεις συνεργαστεί με Marvel και DC Comics. Πιστεύεις ότι η δουλειά σου έχει αναγνωριστεί στην χώρα μας ή ότι αυτά είναι ψιλά γράμματα για τα ελληνικά δεδομένα; Εμένα με ενδιαφέρει να δημιουργώ τέχνη και να την επικοινωνώ με άτομα που κυμαίνονται στο ίδιο μήκος κύματος. Είμαι 37 στα 38, ήμουν 27 όταν είχα πάρει το "Όσκαρ των comics" κι έκλεινα συμφωνία με ένα από τα μεγαλύτερα studio του Χόλυγουντ. Είμαι ΟΚ. Μελλοντικά σχέδια; Επόμενα βήματα; Συνεχίζω να υπηρετώ την τέχνη. Δεν έχει νόημα να πω "τα τάδε θα βγει σε έναν χρόνο, είναι super wow, αγοράστε το!". Κάθε μέρα κάνω κάτι ενδιαφέρον και το ανεβάζω στο Instagram και το Youtube ενώ αν θέλει κάποιος να επικοινωνήσει μαζί μου μπορεί να το κάνει στο steamrobo@gmail.com . Πηγή
  4. GeoTrou

    GENNITRIA

    Θαμμένο κάτω από τόνους βιβλίων και κόμικς, βρέθηκε αυτό εδώ το τεύχος από τον Βασίλη Λώλο. Ως εκδοτική αναφέρεται η Dethgrip Inc, πρόκειται ωστόσο για αυτοέκδοση, η οποία πιθανότατα πρωτοεμφανίστηκε στο 1ο Comic-Zine Festival της ΛΕ.ΦΙ.Κ. Μέσα στις σελίδες του, διαβάζουμε μια σκοτεινή ιστορία υπερφυσικού τρόμου, η οποία προφανώς συνδέεται κάπως με τη γνωστή Γεννήτρια. Δυστυχώς, δεν έχω διαβάσει το κόμικ αυτό για να ξέρω πώς ακριβώς. Κι επειδή η σύνδεση είναι άμεση, αν κάποιος δεν έχει πρότερη επαφή, δεν καταλαβαίνει και πολλά. Από την άλλη, το σχέδιο (ένα μείγμα manga και Mignola) είναι ενδιαφέρον και τα βαριά μελάνια δημιουργούν την ανάλογη ατμόσφαιρα, αλλά έχω την αίσθηση ότι η χαμηλού επιπέδου εκτύπωση δεν το βοηθά να αναδειχθεί.
  5. The_Sandman

    THE GATE

    Το μόνο που ήθελε ο ταγματάρχης Thomas Blake Jr. από παιδί ήταν να φτάσει στα σύνορα του σύμπαντος. Και να που τώρα του δίνεται επιτέλους η ευκαιρία. Δεν νομίζω να χρειάζεται να ξέρετε κάτι παραπάνω για αυτή την cosmic horror περιπέτεια. Λίγος Lovecraft, λίγος Kubrick και 68 σελίδες στις οποίες ο Λώλος είχε την άνεση να απλώσει όσο ήθελε την ιστορία, Οι διάφορες σχεδιαστικές τεχνοτροπίες εναλλάσσονται σύμφωνα με τις ανάγκες της αφήγησης με άξονα πάντα την πανταχού παρούσα αισθητική των γιαπωνέζικων manga. Ωραία δουλειά. Ιδιαίτερη. Το εξώφυλλο "αρνητικό" βγάζει περισσότερο νόημα
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.