Search the Community
Showing results for tags 'αντώνης βαβαγιάννης'.
-
Σταθερά ενάντια σε κάθε λογική Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Ενα απολύτως ετερόκλιτο καστ χαρακτήρων που διαρκώς εμπλουτίζεται με νέες προσθήκες εξακολουθεί να αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο ο Αντώνης Βαβαγιάννης φιλοτεχνεί σουρεαλιστικές μικρές ιστορίες που αντιστέκονται σθεναρά σε κάθε πρόβλεψη και λογική Σιδερόφρακτοι ιππότες, κομμένα κεφάλια, ξεκοιλιασμένα πτώματα, ακρωτηριασμένα κορμιά, αφηνιασμένα άλογα σε μια λίμνη αίματος. Μια σκληρή μάχη με αδίστακτους πολεμιστές κορυφώνεται. Και ξάφνου, ένας από αυτούς σταματάει και φωνάζει «Οπα! Οπα! Παιδιά! Ο φακός μου!» Με τέτοιες απρόβλεπτες ατάκες οι χαρακτήρες των «Κουραφέλκυθρων» (εκδόσεις Jemma Press, πρώτη δημοσίευση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα socomic.gr) ανατρέπουν το αναμενόμενο και εγκαθιδρύουν ως κανονικότητα του δικού τους κόσμου το παράλογο, το άκαιρο, το ετεροχρονισμένο. Ο τέταρτος τόμος της σειράς έχει υπότιτλο «Εμένα μου φαίνονται συμπαθέστατα» και στο εξώφυλλο φιγουράρει ο κύριος Δαπόντες, ο στοργικός μπαμπάς που δέχεται με συμπάθεια και κατανόηση κάθε νέο αμόρε της κόρης του, ακόμα και την κραυγάζουσα Χρύσα Ρώπα σε μια ενοχλητική επίδειξη των αειθαλών φωνητικών χορδών της. Η Ζοζεφίνα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα με τις σχολικές της επιδόσεις («Μήπως πρέπει να αλλάξω τάπερ για κολατσιό;» αναρωτιέται αντικρίζοντας έναν ακόμη απογοητευτικό έλεγχο), ο Κύριος Κλιάφας εξομολογείται στον μπάρμαν Λούθερ τα μυστικά και τα απωθημένα του («Ιπτάμενοι αρουραίοι καταχέζουν το μπαλκόνι μου»), ο Κλέαρχος με το τικ του αποτυγχάνει να «ολοκληρώσει» τα ραντεβού του και ο Θείος Αιμίλιος, μακράν ο πιο δημοφιλής χαρακτήρας της σειράς, επιμένει να αερολογεί αναμασώντας με νοσταλγία τις μεγαλύτερες κοινοτοπίες, κολλημένος σε ένα εξωραϊσμένο παρελθόν που προκαλεί χασμουρητά στους ακροατές του και άφθονο γέλιο στους αναγνώστες του (για να μην ξεχάσουμε την έμμεση, σύντομη αλλά συγκλονιστική παρουσία του Θείου Αιμίλιου σε ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή σημερινού αρχηγού πολιτικού κοινοβουλευτικού κόμματος με αμφισβητούμενες αντιληπτικές ικανότητες, όταν ανάγνωσε επιστολή τηλεθεατών με τα λόγια του χαρακτήρα, μην καταλαβαίνοντας ότι πρόκειται για μια αθώα αλλά απολαυστική φάρσα). Ο Βαβαγιάννης με την πολυεπίπεδη προσωπικότητά του και τις πολλές επαγγελματικές ενασχολήσεις του (δάσκαλος, δημιουργός κόμικς, ραδιοφωνικός παρουσιαστής, τραγουδιστής του συγκροτήματος «Empty Frame»), ενσωματώνει και εντάσσει οργανικά στις σελίδες του στοιχεία από εντελώς διαφορετικές σφαίρες του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Το δυσάρεστο σχολικό περιβάλλον («Η Ζοζεφίνα έχει απορίες»), οι ιδεοτυπικά κυνικοί ντετέκτιβ ανθρωποκτονιών («CSI: Πλατεία Βάθη»), τα meeting εργασίας προς εξύμνηση του εργοδότη («Καλή ιδέα αφεντικό!») διανθίζονται με one-shot «περιστατικά» από την ιστορία της τέχνης (ο Μποτιτσέλι μαλώνει τη μάνα του γιατί επενέβη στην «Αφροδίτη»), από άγνωστες πτυχές της θρησκείας (ο Ιούδας ως ναυαγοσώστης δίνει σωτήρια και μοιραία φιλιά, ο Θεός ανακοινώνει στον γιο του και σε ένα περιστέρι την ελευθερία της βούλησης), από παρωδίες παραμυθιών (η Χιονάτη συναντά τους οκτώ νάνους, το ασχημόπαπο γεννιέται από αυγό τίγρης) κ.λπ. Οσο διαφορετικές και να φαίνονται μεταξύ τους όλες αυτές οι μονοσέλιδες ιστορίες, συνδέονται αδιάρρηκτα μέσω της κοινής αίσθησης του παραλόγου που αποπνέουν. Ο αναγνώστης, ιδιαίτερα αυτός που παρακολουθεί σταθερά τη σειρά τα τελευταία χρόνια, γνωρίζει ότι «κάτι δεν πάει καλά» με την ψυχοσύνθεση αυτών των πρωταγωνιστών και χαιρέκακα περιμένει να τους δει να πέφτουν ακόμη πιο χαμηλά, να ξεστομίζουν ακόμη μεγαλύτερες ασυναρτησίες, να πράττουν ενάντια σε κάθε λογική. Αυτοί ανταποκρίνονται. Και έτσι εδραιώνεται μια σχέση αγάπης που, προϊόντος του χρόνου, γίνεται όλο και πιο σουρεαλιστική, όλο και πιο απρόβλεπτη, όλο και πιο ανθρώπινη. Πηγή
-
- 10
-
-
- Αντώνης Βαβαγιάννης
- JEMMA PRESS
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Ο Αντώνης Βαβαγιάννης φτιάχνει το πιο παράξενο κόμικ που έχεις διαβάσει ποτέ. (Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson) Aπό την πρώτη στιγμή που μπήκα στο σπίτι του Αντώνη Βαβαγιάννη, του ανθρώπου που φτιάχνει τα 'Κουραφέλκυθρα', υποκρινόμουν. Κάθισα στην αριστερή πλευρά του καναπέ του σαλονιού του, εκείνος σε μια πολυθρόνα διαγώνια αριστερά μου και πάτησα το rec στο κινητό που άφησα στο τραπέζι ανάμεσά μας, χωρίς να έχω καθαρή τη συνείδησή μου, αφού άλλα ήθελα να του πω κι άλλα του έλεγα. Όσο εκείνος μου μιλούσε για το πού μεγάλωσε, για τη δουλειά του πέρα από τα κόμιξ και τις σπουδές του στη μουσική, ήθελα απλώς να τον διακόψω και να του πω αυτό που σκεφτόμουν από την πρώτη στιγμή που μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Μετά από 12:53 ηχογραφημένης συνέντευξης, ένιωσα πως ο πάγος είχε σπάσει αρκετά, ώστε τελικά να τον ρωτήσω: ''Αντώνη, τι συμβαίνει στο μυαλό σου''; ''Τι συμβαίνει στο μυαλό μου; Πολλοί άνθρωποι με περιμένουν πιο αστείο και πιο τρελό με βάση το κόμικ. Αυτό είναι απλώς το χιούμορ που μου αρέσει. Με πολύ καλούς φίλους με τους οποίους έχω άνεση, κάνω αστεία όπως αυτά του κόμικ. Κατά τα άλλα, δεν θα δεις στη ζωή μου κάτι από τα 'Κουραφέλκυθρα''. Είναι αδύνατον να προσδιορίσεις τη σημασία της λέξης 'Κουραφέλκυθρα', αφού δεν είναι καν λέξη. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να εξηγήσεις τι είναι τα 'Κουραφέλκυθρα', πέρα του ότι πρόκειται για μια σειρά από κόμιξ του Αντώνη Βαβαγιάννη με το πιο παράξενο, ασυνήθιστο και απρόσμενο χιούμορ που κυκλοφορεί εκεί έξω, τα οποία μπορείς να βρεις τόσο online, όσο και σε χαρτί. Ας πάμε τότε σε αυτά που μπορούμε να προσδιορίσουμε. Πίσω από τα Κουραφέλκυθρα βρίσκεται μόνο ο Αντώνης: ''Τελευταία πολλοί με ρωτάνε αν φτιάχνω μόνο εγώ τα Κουραφέλκυθρα ή μου γράφουν στη σελίδα σαν να είμαστε πολλοί. Ίσως για αυτό ευθύνεται ο πληθυντικός του τίτλου''. Ένας από αυτούς ήμουν κι εγώ, αφού μόλις πήρα τηλέφωνο στον αριθμό που μου είχαν δώσει ( πληθυντικός έτσι; ) από τη σελίδα των 'Κουραφέλκυθρων' στο Facebook όταν τους ζήτησα συνέντευξη, σκεφτόμουν πως θα έπρεπε να συστηθώ από την αρχή και να πω ξανά τι ακριβώς ήθελα, αφού ίσως στο Facebook μου είχε απαντήσει κάποιος άλλος από την πολυμελή τους ομάδα. ''Όχι, δεν έχω personal assistants που απαντάνε τα μηνύματα'', μου είπε ο Αντώνης χαμογελώντας. Όχι μόνο δεν έχει βοηθούς, αλλά ούτε περπατάει μέσα στο σπίτι χρησιμοποιώντας ξυλοπόδαρα, ούτε έχει τζίβες, στις οποίες υπάρχουν περασμένα κοχύλια. Δεν είναι καν vegan. Αυτά ήταν μερικά ακόμα πράγματα που είχα φανταστεί ότι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος που έχει το χιούμορ των 'Κουραφέλκυθρων'. Αντ' αυτού ο Αντώνης είναι ένας καθημερινός άνθρωπος, 35 χρονών, που φοράει ρούχα που φοράω κι εγώ και θα μπορούσα άνετα να κάνω παρέα μαζί του. Και το κυριότερο; Έχει την πιο φυσιολογική δουλειά στον κόσμο. Είμαι δάσκαλος σ' ένα σχολείο στην Πλάκα. Η πρώτη μου επιλογή όταν έδωσα εξετάσεις με τις δέσμες ήταν να περάσω μουσικολογία. Ευτυχώς, δεν πέρασα, γιατί τώρα θα ήμουν άνεργος. Ανήκω στην καλή φουρνιά του παιδαγωγικού που οι απόφοιτοί του άρχισαν να δουλεύουν αμέσως σε σχολεία. Μου αρέσει πολύ αυτή η δουλειά, αλλά πάντα είχα στο μυαλό μου να ασχοληθώ αποκλειστικά με την τέχνη ή να κάνω κάτι που να μην μου τρώει χρόνο από τη μουσική και τα κόμιξ. Από τη στιγμή που αυτό δεν είναι εφικτό, το να είμαι δάσκαλος είναι ό,τι καλύτερο. Μπορεί να είναι κουραστικό, αλλά δεν βαριέμαι ποτέ, αφού κάνω συνεχώς πράγματα που ικανοποιούν το δημιουργικό κομμάτι του εαυτού μου. Από πολύ μικρός άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική και με το κόμικ. Σπούδασα μουσική, αλλά δεν έκανα ποτέ μαθήματα στο κόμικ. Με ένα φίλο μου από το δημοτικό φτιάχναμε μαζί κομιξάκια όταν ήμασταν ακόμα 7-8 ετών. Ήταν εντελώς ανορθόγραφα και δεν καταλάβαινες καθόλου τι γινόταν σε αυτά, αλλά το παλεύαμε. Ξεκίνησα να ασχολούμαι σοβαρά με τα κόμιξ πριν 10 χρόνια. Είχα κάνει κάποια κόμιξ με τον Σπύρο Δερβενιώτη για τα οποία είχα γράψει το σενάριο. Στη συνέχεια, όμως, θέλησα να κάνω κάτι δικό μου. Σκέφτηκα να φτιάξω ένα στριπάκι που να περιλαμαβάνει 2-3 ήρωες (τον Κλιάφα, την Ζοσεφίνα και την οικογένεια Δαπόντε) και σιγά σιγά θα έβαζα καινούργιους. Έφτιαξα ένα δείγμα και το έστειλα στο '9' της Ελευθεροτυπίας, αλλά δεν μου απάντησε κανείς. Οπότε άρχισα να ανεβάζω τα 'Κουραφέλκυθρα' στο Vamvax, ένα site που ανεβάζω καμμένα αστεία με τους φίλους μου. Τα ανακάλυψε σιγά σιγά κόσμος, άρχισαν να αποκτούν ένα μικρό κοινό που τα ακολουθούσε και τα σχολίαζε. Το κοινό άρχισε να αυξάνεται μέχρι που κυκλοφόρησε ένα τευχάκι. Στη συνέχεια, τα 'Κουραφέλκυθρα' πήγαν στο site της Comicdom, μετά στο So Comic και αισίως έχουν κλείσει τα 9 χρόνια. Συναντάω πολλούς ανθρώπους που δεν καταλαβαίνουν τα 'Κουραφέλκυθρα' και τα διαβάζουν και δεύτερη φορά για να τα κατανοήσουν. Μου αρέσει αυτό. Θέλω ο αναγνώστης να χρειαστεί να γκουγκλάρει κάτι για να καταλάβει μια αναφορά. Αρέσει και σε μένα ως αναγνώστη άλλων κόμιξ να μπαίνω στη διαδικασία να ψάχνω τι μπορεί να σημαίνει μια αναφορά στην ποπ κουλτούρα, στην ιστορία ή κάτι άλλο. Υπάρχει κόσμος που δεν του αρέσει το κόμικ και πλέον έχει γίνει αρκετά δημοφιλές, ώστε να το δηλώνει, ενώ στο παρελθόν δεν θα ασχολούνταν καν. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει κόσμος που μου δίνει συγχαρητήρια, αλλά δεν πιάνει το χιούμορ, είτε επειδή δεν καταλαβαίνει τις αναφορές είτε επειδή για αυτόν είναι πολύ σουρεάλ. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω κάτι πιο mainstream για να αρέσει σε όλους. Ούτε το αποφεύγω ούτε το επιδιώκω. Χαίρομαι για το κοινό που έχει το συγκεκριμένο κόμικ και χρειάστηκε πολύς καιρός για να το αποκτήσει. Πάνω από όλα με νοιάζει να το βρίσκω εγώ αστείο. Υπάρχουν κάποια παλιότερα 'Κουραφέλκυθρα', τα οποία δεν θυμάμαι και μόλις τα βλέπω γελάω και άλλα πάλι που δεν μου αρέσουν. Όταν έχω μια ιδέα που μου αρέσει και με κάνει να γελάω, ανυπομονώ να τη βγάλω στο χαρτί. Μπορεί στα 'Κουραφέλκυθρα' να μην βάζω ιστορίες από τη δουλειά μου, ωστόσο η Ζοσεφίνα είναι ένας χαρακτήρας εμπνευσμένος από το σχολείο. Από την τάση που έχουν τα παιδιά να ρωτούν τον δάσκαλο εντελώς άσχετα πράγματα από αυτό που λέει εκείνη τη στιγμή. Μου αρέσουν οι χαρακτήρες με παιδικές και ανώριμες αντιδράσεις. Τα παιδιά στο σχολείο μου δίνουν έμπνευση κυρίως για τους 'Προτελευταίους', ένα κόμικ που φτιάχνω με τον Θανάση Πετρόπουλο και περιλαμβάνει αληθινές ιστορίες. Όταν ήμουν μικρός, τα αγαπημένα μου κόμιξ ήταν ο Αστερίξ, η Μαφάλντα, ο Αρκάς, η Βαβούρα αλλά και τα κλασικά που πουλούσαν τα περίπτερα όπως τα Μίκι Μάους και τα Ποπάι. Σήμερα, διαβάζω αρκετά αμερικάνικα κόμιξ, αλλά και πολύ καλές ελληνικές δουλειές που γίνονται τελευταία, όπως το 'HARD ROCK' του Τάσου Μαραγκού και το 'Μαρμελάδα Κεράσι' του Pan Pan. Αγαπημένες μου σειρές, από τις πιο πρόσφατες, είναι το 'The Ηandmaid's Τale', το 'Game of Thrones', το οποίο έχω διαβάσει κιόλας και με απογοήτευσε μετά την 5η σεζόν και το 'Breaking Bad'. Από παλιές έβλεπα φουλ 'Monty Python' και 'Simpsons'. Εμπνέομαι από την ιστορία, τα παραμύθια, την ποπ κουλτούρα, τη θρησκεία. Μερικές φορές θα ακούσω κάτι, θα το σημειώσω και θα σκεφτώ το πώς μπορώ να το κάνω σενάριο για κόμικ. Υπάρχουν άλλες φορές που λέω 'σήμερα θα πρέπει να βρω ιδέα να γράψω' και αρχίζω να ξεφυλλίζω βιβλία και να ψάχνω στο ίντερνετ για να βρω θέμα. Για παράδειγμα το Ασχημόπαπο έτσι βγήκε. Αποφάσισα μια μέρα ότι ήθελα να βρω μια ιδέα και να φτιάξω ένα κόμικ και έκατσα και το έφτιαξα. Περιέργως δεν έχω φάει καμία φοβερή επίθεση σε θέματα που αφορούν τη θρησκεία. Πιθανόν, να μην έχουν πάρει ακόμα χαμπάρι το κόμικ. Γιατί όσο γνωστό και να είναι, πρόκειται ακόμα για κάτι περιθωριακό. Δεν μου την έχουν πέσει χοντρά ούτε σε προσωπικό μήνυμα ούτε στη σελίδα των 'Κουραφέλκυθρων'. Βέβαια, στις ιστορίες που αφορούν τη θρησκεία υπάρχουν κλασικά σχόλια του τύπου 'ποτέ δεν κάνετε τέτοιο αστείο για τον Μωάμεθ ή για τους Εβραίους'. Δεν έχω αυτολογοκρίνει κάποια ιδέα μου, αφού δεν ασχολούμαι με θέματα που έχουν σχέση με την επικαιρότητα. Δεν θα σχεδιάσω κάτι που είναι σήμερα αστείο και δεν θα είναι μετά από λίγο καιρό. Την έχω πατήσει, βέβαια, κάποιες φορές στο παρελθόν, όπως στην περίπτωση του Pokemon Go, για το οποίο έφτιαξα μια ιστορία που θεωρούσα πως θα την έβλεπε κάποιος μετά από πέντε χρόνια και θα καταλάβαινε σε τι αναφερόμουν. Στην πραγματικότητα, η συγκεκριμένη τρέλα κράτησε πέντε εβδομάδες κι αν δει κάποιος σήμερα το συγκεκριμένο κόμικ δεν θα καταλάβει καν σε τι αναφερόμουν. Αγαπημένος μου χαρακτήρας είναι ο Κλιάφας. Του έχω αδυναμία, γιατί ήταν ο πρώτος που σκέφτηκα Ίσως είναι και ο χαρακτήρας που μου μοιάζει περισσότερο, αφού είναι λίγο απαισιόδοξος όπως κι εγώ. Ο πιο έξυπνος και ενδιαφέρον χαρακτήρας είναι η Ζοζεφίνα, ενώ τον Θείο Αιμίλιο κάποιοι τον λατρεύουν και κάποιοι βαριούνται και δεν τον διαβάζουν καν, επειδή έχει πολύ κείμενο. Τα ονόματα των χαρακτήρων προσπαθώ να μην έχουν σχέση μεταξύ τους. Για αυτό πολλά από αυτά είναι ξενόφερτα (π.χ. Τζακ, Γκουστάβ). Το 'Κλιάφας' είναι μάρκα πορτοκαλάδας σε μια επαρχιακή πόλη. Το 'Δαπόντε' προέρχεται από ένα Καισάριο Δαπόντε που αναφερόταν σε κάποιο βιβλίο της Ιστορίας του λυκείου. Το 'Σαβαγιάρ' είναι μάρκα μπισκότου. Το 'Παίχτε Πανκ' έχει βγει από ένα live που έπαιζα ένα καλοκαίρι με τους 'Empty Frame' στο Πεδίο του Άρεως. Βγήκαμε να παίξουμε στις 3 το πρωί και παρόλο που το στιλ μουσικής μας δεν έχει καμία σχέση με πανκ, κάποιος από το κοινό άρχισε να φωνάζει 'Παίχτε πανκ, παίχτε Sex Pistols'. Γενικώς, αυτή είναι κλασική ατάκα σε συναυλίες σε καταλήψεις. Όνειρο μου είναι να συνεχίσω να φτιάχνω τα 'Κουραφέλκυθρα' και έχω μια σκέψη για να μπορέσει να γίνει αυτοχρηματοδοτούμενη η σειρά. Να χρηματοδοτείται και να συντηρείται από τους ίδιους τους αναγνώστες, ώστε να βγαίνουν περισσότερα τεύχη από όσα βγαίνουν σήμερα. Επίσης, να βγει ξανά το 'Κουραφέλκυθρα-Omnibus' που έχει εξαντληθεί και να κυκλοφορήσει και δεύτερος τόμος. Πρέπει να σκεφτώ μια φοβερή ιστορία σχετικά με το πώς μου ήρθε στο μυαλό η λέξη 'Κουραφέλκυθρα', γιατί με ρωτάει συχνά ο κόσμος, αλλά στην ουσία δεν έχω κάτι συγκεκριμένο να του πω. Και το σχετικό link...
-
- 12
-
-
-
- Αντώνης Βαβαγιάννης
- Κλιάφας
- (and 8 more)
-
Γι'άλλη μία χρονιά τα θρυλικά Κουραφέλκυθρα είναι και πάλι μαζί μας...! Αυτή την φορά έχουν το ίδιο εξώφυλλο και μπροστά και πίσω και μιας και είναι αυτόνομα στριπάκια,μπορούν να διαβαστούν και από τις δύο πλευρές...! Τα επεισόδια (και) αυτής της έκδοσης εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην γνωστή ιστοσελίδα socomic.gr...! Την γραφιστική επιμέλεια είχε η Ελευθερία Σκλάβου...! Η ποιότητα της έκδοσης είναι η χαρακτηριστική της Jemma...!Σκληρό εξώφυλλο,ματ χαρτί και θερμοκόλληση στην ράχη...!Γενικά πολύ ανθεκτικό τομάκι...! Όλη αυτή η προσπάθεια έγινε στην μνήμη του Γιάννη Καλαϊτζή...!
-
Ένα μεγάλο αφιέρωμα στο περιοδικό που σημάδεψε την ελληνική αντικουλτούρα για τρείς δεκαετίες Ένα από τα σημαντικά πράγματα που μας έφερε το 1981, δεν ήταν μόνο η πρώτη φορά ΠΑΣΟΚ, αγαπητοί μας φίλοι, άλλα και η Βαβέλ, ένα περιοδικό κόμιξ (και όχι μόνο), όπως διατείνονταν άλλωστε και το ίδιο για 27 ολόκληρα χρόνια στο εξώφυλλο του. Εξώφυλλο του πρώτου τεύχους της βαβέλ – Φλεβάρης 1981 Το 1981 ο κόσμος στην Ελλάδα ήταν ακόμα αγουροξυπνημένος από την εφταετία της χούντας και η επαφή με DIY τάσεις και πολιτιστικές κινήσεις που διενεργούταν εκείνη την εποχή στην Ευρώπη και την Αμερική ήταν ελάχιστες. Αυτό το κενό ήρθε να γεμίσει το περιοδικό Βαβέλ το οποίο είχε ως πρότυπο το Ιταλικό περιοδικό linus. Το Linus εκδόθηκε το 1965, είχε αριστερό προσανατολισμό (οι εκδότες του άνηκαν στο κομμουνιστικό κόμμα) και ήταν το πρώτο περιοδικό κόμιξ της γείτονος χώρας που στόχευε σε ενήλικο κοινό. Η Bαβέλ, πέρα από την επιρροή της από το Linus, ήταν μάλλον και συνεχιστής ελληνικών underground εντύπων όπως το fanzine Χαρακίρι και του βραχύβιου περιοδικού Κολούμπρα (15 τεύχη). Η Βαβέλ έκανε ντου σε μια απαίδευτη -όσον αφορά στα κόμιξ- κοινωνία και πρότεινε κάτι νέο, αφού μέχρι τότε, ό,τι είχε ζωγραφιές και μπαλονάκι με λόγια ονομαζόταν αυτόματα “μικυμάου” και θεωρείτο ότι απευθυνόταν σε παιδιά. Κάπως έτσι ήρθαμε σε επαφή με τις ερωτικές ιστορίες του Milo Manara (αυστηρά δια ενηλίκους), τα ψυχεδελικά trip στον Sci Fi κόσμο του Moebius, τον κωμικά άναρχο κόσμο του Edika, τον δυστοπικό κόσμο του Billal, τα ρεμάλο-ρέμαλα του Reiser και τον κυνισμό του Altan. Ο τρομερός Altan Εκτός όμως του να φέρει στην Ελλάδα όλους αυτούς τους δημιουργούς (κάποιους μάλιστα στη συνέχεια του έφερε εδώ και κυριολεκτικά) φρόντισε να δώσει βήμα και ουσιαστικά να γεννήσει την ελληνική σκηνή κόμιξ. Εκεί πρωτοεμφανίστηκαν ο Αρκάς με τον Κόκκορα του, ο Γιάννης Καλαϊτζής σαν κομίστας (εκτός από πολιτικός γελοιογράφος) με την Τσιγγάνικη Ορχήστρα, εκεί έκανε τα πρώτα του βήματα ο χαοτικός Λέανδρος με τον Παρία του, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου ακόμα και ο Βαγγέλης Περρής πριν τον ρουφήξει ο τηλεοπτικός βόθρος. Από κόμικ του Λέανδρου – 1996 Ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στον Κωστάκη Ανάν, τον συγγραφέα που μέσα από τις μικρές νεοελληνικές ιστορίες σουρεαλισμού (που άφηνε σύμφωνα με τον μύθο σε φάκελο στα σκαλοπάτια της Βαβέλ), κατάφερε να αναδειχθεί σε έναν από τους πιο γλαφυρούς και αστείους συγγραφείς της ελληνικής X generation, χωρίς κάνεις να τον έχει δει ή να γνωρίζει το πραγματικό του όνομα. Διήγημα του Κωστάκη Ανάν αυτή η φώτο τυχαία βγήκε με μήκος 666 πίξελς Το «..και όχι μόνο» που συμπλήρωνε την υποσημείωση του εξώφυλλου “περιοδικό κόμιξ”, ήταν το ζουμί του περιοδικού. Πέρα από την ανάδειξη του κόμικ σαν τέχνης και όχι σαν “καραγκιοζάκια” , σε μια εποχή που οι πληροφορίες από έξω έρχονταν με το σταγονόμετρο, η Βαβέλ με αγνό DIY στυλ, αυτόνομη και χωρίς να έχει στόχο το κέρδος, προσέφερε μια εναλλακτική και ιδιαίτερα πολιτική πρόταση μέσα από τα κόμιξ του την αρθρογραφία του και τις κινηματογραφικές και μουσικές του προτάσεις, που ήταν μακριά από τα βαθιά κομματικοποιημένα στεγανά της μεταπολίτευσης. Από το κόμικ του Δημήτρη Παπαϊωάννου «Ο Τρομερός ΜΕΒΕΡ» Πάντα ανατρεπτικό, είτε όταν έβαζε γυμνό και σεξ σε εποχές που ακόμα υπήρχε λογοκρισία, είτε όταν αναφερόταν στα δικαιώματα των κρατούμενων όπως τότε με το ιστορικό εξώφυλλο του τεύχους 35 με τα σκιτσάκια του φυλακισμένου για την πολίτικη του δράση Dario Dalmaviva, είτε όταν προκαλούσε τα χρηστά ήθη της εποχής με κόμιξ που είχαν ομοφυλόφιλους ήρωες, όπως αυτά του Ralf Konig. Η Βαβέλ δεν έχασε ποτέ τον πολίτικο της λόγο, στηλιτεύοντας μέχρι και το τέλος της το 2008, τον άκρατο καταναλωτισμό άλλα και τον κεκαλυμμένο πουριτανισμό της ελληνικής κοινωνίας. Το επόμενο μεγάλο βήμα η Βαβέλ το έκανε όταν διοργάνωσε τα φεστιβάλ κόμιξ στο Γκάζι. Τα φεστιβάλ του περιοδικού περιελάμβαναν εκθέσεις κόμιξ με καλεσμένους διάσημους κομίστες από το εξωτερικό και liveάκια. Η απήχηση του κόσμου αυξάνονταν σταδιακά κάθε χρονιά, μαθαίνοντας τα κόμιξ σε άσχετους που πηγαίναν για το hype, άλλα φέρνοντας και τους “ψαγμένους” σε επαφή με διάσημους σχεδιαστές του εξωτερικού και νέους Έλληνες δημιουργούς και fanzines. Σταδιακά μέσω των φεστιβάλ η Βαβέλ απέκτησε μια τέτοια προβολή, ώστε έπαψε πλέον να ανήκει στο underground και αυτό σίγα-σιγά για διαφόρους λόγους (οικονομικής φύσεως κυρίως) σήμανε και το τέλος του εντύπου, το οποίο μέσα σε 27 χρόνια κατάφερε να εκδώσει 246 τεύχη και σχεδόν 10 χρόνια μετά, βλέπουμε ότι το κενό που άφησε στον χώρο των διαφορετικών, μη mainstream εντύπων δυσαναπλήρωτο. Η επίδραση της Βαβέλ σε μια γενιά νέων δημιουργών κόμιξ (και όχι μόνο) ήταν τεράστια και όχι μόνο ως προς την διαμόρφωση του στυλ του άλλα κυρίως ως προς την γνωριμία τους με έναν διαφορετικό κόσμο έκφρασης. Ρωτήσαμε έξι δημιουργούς να μας μιλήσουν για την σχέση τους με το περιοδικό. Ιφιγένεια Καμπέρη Στις αρχές του 80 στο μικροαστικό σπιτικό μας ένα πράγμα που υπήρχε σε αφθονία ήταν τα περιοδικά και τα κόμιξ. Αντί, Σχολιαστής, Αστερίξ, Ισνογκούντ, Λούκυ-Λουκ, Μαφάλντα, Παραπέντε έφτιαχναν έναν τεράστιο πύργο στο κομοδίνο του μπαμπά μου. Παρόλο που δεν ήξερα να διαβάζω, ξετρελαινόμουν με οποιοδήποτε σχέδιο. Υπήρχε και ο απαγορευμένος καρπός, το κόμικς με τα παράξενα γράμματα που ήξερα ότι λένε “βαβέλ”. Αυτό δεν έπρεπε να το ανοίγω γιατί “ήταν για μεγάλους”. Αν πω ότι δεν διάβαζα που και που στα κρυφά, θα είναι ψέμα. Με εντυπωσίαζε η ένταση του ασπρόμαυρου σχεδίου και με τρόμαζαν οι γκροτέσκες φιγούρες. Ειδικά αυτοί οι αηδιαστικοί εξερευνητές με τις στριφογυριστές μύτες που γύριζαν στη ζούγκλα και παντού υπήρχαν κατσαρίδες! Σκεφτόμουν πως αυτός που τους έφτιαξε μάλλον δεν ήξερε να ζωγραφίζει καλά, αλλιώς για ποιόν λόγο να τους είχε κάνει τόσο άσχημους. Είχε και άλλα όμως, είχε διαστημικά, μαρκησίες, ντετέκτιβ, τέρατα, πανκς και πολλές γυμνές γυναίκες που πάντα φαίνονταν να μην περνάνε και τόσο καλά. Παρόλα αυτά δεν τις λυπόμουν γιατί ίσως τελικά να μην τα πέρναγαν και τόσο άσχημα. Εγώ πάντως θα ήθελα να ήμουν στη θέση τους. Αυτό εξηγούσε φυσικά το γιατί δεν έπρεπε να διαβάζω αυτόν τον θησαυρό, είναι γνωστό ότι οι μεγάλοι κρατάνε τα καλύτερα μόνο για τον εαυτό τους! Και αν νομίζουν ότι όταν ήμουν 5 δεν ήξερα πάρα πολύ καλά τι έκαναν η Άντα, η Βαλεντίνα, η Ντρούνα, η Ζυστίν, η Λούμπνα είναι πολύ γελασμένοι! Τα χρόνια πέρασαν, έμαθα να διαβάζω και, ακολουθώντας την οικογενειακή μας παράδοση, αγόρασα την πρώτη μου Βαβέλ τον Ιανουάριο του 1993 και συνέχισα να την παίρνω κάθε μήνα μέχρι το τελευταίο τεύχος. Τάσος Μαραγκός (Τασμάρ) Πρέπει να ήταν το 1989 ή 1990, δεν θυμάμαι καλά. Είχα πάρει την μεγάλη απόφαση να πάω στο πρακτορείο τύπου, στην παραλία της Ερμούπολης και να προμηθευτώ το πρώτο μου περιοδικό με γυμνές γυναίκες. Ήμουν πολύ ντροπαλό παιδάκι και σκεφτόμουν τι θα πει ο κύριος του πρακτορείου που μέχρι τότε με είχε συνηθίσει να αγοράζω Λούκυ Λουκ, X-Men και ιστορίες με παπιά. Είχα βαρεθεί όμως τις κυρίες με τα μαγιό από τα εξώφυλλα των σταυρόλεξων του παππού μου και έπρεπε επιτέλους να δω τι κρύβεται πίσω από αυτά τα μαγιό. Οργάνωσα καλά το σχέδιο μου, πως θα πάω, θα το πάρω και θα εξαφανιστώ επιστρέφοντας μετά από χρόνια στο πρακτορείο τύπου. Μπαίνοντας στο πρακτορείο κατευθύνθηκα στο ράφι, στο βάθος, εκεί που ήξερα ότι έχει αυτά τα κολασμένα έντυπα. Άρχισα να βλέπω τα εξώφυλλα και έπρεπε να επιλέξω γρήγορα γιατί ένιωθα το μάτι του κύριου Πρακτορείου να με χτυπάει στην πλάτη. Παντού βυζιά, βυζιά, κώλοι και άλλα ωραία σημεία του γυναικείου σώματος που ήδη με είχαν κάνει να κοκκινίζω και να νιώθω ένα φούσκωμα στο παντελόνι μου. Το μάτι μου όμως καρφώθηκε σε ένα εξώφυλλο που είχε μια πανέμορφη, γυμνή γυναίκα αλλά ήταν σκίτσο και όχι φωτογραφία. Βαβέλ έλεγε. Δεν είχα ιδέα τι ήταν. Το άρπαξα, πλήρωσα και έφυγα για το σπίτι κρύβοντάς το μέσα από το μπουφάν μου. Στο σπίτι, αφού βεβαιώθηκα ότι έλειπαν όλοι, το άνοιξα και άρχισα να το διαβάζω. Αυτό ήταν. Από τότε άλλαξε η ματιά μου για τα κόμικς. Ευχαριστώ Βαβέλ. Τάσος Παπαιωάννου Ξεκίνησα να διαβάζω Βαβέλ, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν πήγαινα γυμνάσιο και όταν είχε αρχίσει να φθίνει η φάση της (οι ειδικοί έχουν να λένε για την Βαβέλ της δεκαετίας των 80s). Ένας γενναίος, σκατολογικός, λάγνος, βέβηλος κόσμος απλωνόταν μπροστά μου. Λίγο καιρό μετά, ο Λέανδρος έκανε την παρουσία του στις σελίδες της και ήταν λες και έτρωγα καρμικό χαστούκι από το πουθενά. Μετά ήρθε και το φεστιβάλ βαβέλ και άλλαξε το τοπίο, έγινε πιο γιορτή. Χαίρομαι που έζησα την φάση αυτή και έχω κάτι καλό να θυμάμαι. Στα ‘00s η φάση Βαβέλ είχε φτάσει ήδη στην παρακμή της και φυσικά μετά ήρθε και το επεισοδιακό της τέλος. RIP Βαβέλ. Αντώνης Βαβαγιάννης Η πρώτη επαφή με τη «Βαβέλ» ήταν στην παιδική μου ηλικία. Πάντα σε κάποιο σπίτι «ψαγμένων» φίλων των γονιών μου θα έπαιζε ένα ράφι, κάτω από τα Αστερίξ και τις Μαφάλντες, που θα υπήρχαν αυτά τα ακατανόητα κόμιξ. Το πρώτο ξεφύλλισμα γινόταν απλά για να βρεθεί κάποιο «ακατάλληλο» στιγμιότυπο, που για την ηλικία και την εποχή μπορούσε να θεωρηθεί «τσόντα»! Μετά μεγαλώνοντας κι αποκτώντας μια σφαιρικότερη σχέση με τα κόμιξ από το Λούκι Λουκ και το Αλμανάκο, μέσα σε μια κούτα του ξάδερφού μου γεμάτη με Βαβέλ γνώρισα μια από τις μεγαλύτερες κομιξικές μου αγάπες, τον Edika. Αλλά όχι μόνο. Τόσα πολλά και διαφορετικά μεταξύ τους κόμικ. Αστεία και σοβαρά. «Βρόμικα» και «μεγαλίστικα» και τόσο μπροστά για την εποχή τους. Δεν νομίζω να υπάρχει μεγαλύτερη επιρροή για τη δικιά μου γενιά σκιτσογράφων από τη Βαβέλ και νομίζω ότι είμαστε πολύ τυχεροί που μεγαλώσαμε σε μια εποχή που κυκλοφορούσε. Γιώργος Γούσης Σαν παιδί, δεν υπήρξα ποτέ φανατικός αναγνώστης κόμικ. Είχαμε μια αδιάφορη σχέση. Διάβαζα μόνο τα καλοκαίρια στις διακοπές και μονάχα ότι έβρισκα στο περίπτερο. Δηλαδή Μίκυ Μάους, Αστερίξ και Λούκυ Λουκ. Μεγαλώνοντας κιόλας, στην εφηβεία, τα έκοψα τελείως. Είναι εντελώς περίεργοι οι λόγοι που αργότερα, όταν κόντευα τα είκοσι, με έσπρωξαν στο να δοκιμάσω να δημιουργήσω μια σύντομη ιστορία κόμικ για να πάρω μέρος στον διαγωνισμό του ένθετου περιοδικού για κόμικς <<9>> της Ελευθεροτυπίας. Μέσω αυτού ήταν και η πρώτη μου επαφή με τα Ελληνικά κόμικ. Όταν όμως σύντομα κατάλαβα πως αυτή η τέχνη θα ήταν η βασική μου ασχολία από εκεί και πέρα, άρχισα να ψάχνω που θα μπορούσα να βρω κόμικ που να ταιριάζουν στο γούστο μου και στο αισθητικό μου κριτήριο για να τα περιεργαστώ και να τα μελετήσω. Το περιοδικό της Βαβέλ ήταν για εμένα λίγο πολύ μονόδρομος. Εκεί υπήρχαν δημοσιευμένα κόμικ ξένων δημιουργών που θα μου έκαναν εντύπωση και θα προσπαθούσα να αντιγράψω και να επηρεαστώ σαν νέος δημιουργός. Αν δεν υπήρχε η Βαβέλ θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η απόσταση και ο χρόνος που θα έπρεπε να σπαταλήσω για να βρω τις δουλειές όλων αυτών των δημιουργών έναν έναν από μόνος μου. Δεν ήταν όμως μόνο το περιοδικό. Η Βαβέλ είχε δύο ακόμη σημαντικούς πομπούς γνώσης. Το βιβλιοπωλείο για κόμικ που είχε στο κέντρο της Αθήνας και μπορούσες να βρεις πληθώρα άλμπουμς χωρίς να πρέπει να σκάψεις πρώτα ανάμεσα σε χιλιάδες τευχάκια με σουπερηρωικά κόμικ που ήταν το κυρίαρχο προϊόν των υπόλοιπων κομιξάδικων. Και το πιο σημαντικό απ’ όλα, το φεστιβάλ της Βαβέλ. Πρόλαβα και πήρα μέρος στα τρία τέσσερα τελευταία φεστιβάλ της σαν νέος δημιουργός και ήταν για μένα στιγμές που θα μου μείνουν αξέχαστες, κυρίως επειδή το κλίμα των ανθρώπων και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα με έκαναν να αισθάνομαι χαρά που ήμουν μέρος αυτού του συνόλου. Από την άλλη, ενώ η Βαβέλ ήταν πρωτοπόρος στα κόμικ και αισθητικά μου ταίριαζε περισσότερο, σαν δημιουργός δεν δημοσίευσα ποτέ στο περιοδικό της γιατί δεν έδιναν αμοιβές κι έτσι, εφόσον στο <<9>> πληρωνόμασταν, προτιμούσαν όλοι να δημοσιεύουν εκεί. Αυτός πιστεύω είναι και ο βασικός λόγος που η Βαβέλ ανέδειξε ελάχιστους Έλληνες δημιουργούς σε σχέση με το <<9>> που παρήγαγε μια ολόκληρη γενιά νέων δημιουργών και άνοιξε τον δρόμο σε πολλούς από εμάς για να δουν την τέχνη τους και επαγγελματικά. Μπαίνοντας στην διαδικασία να γράψω όλα αυτά, το μόνο που μου μένει σαν επίγευση είναι το πόσο λείπει ένα τέτοιο περιοδικό για κόμικ στις μέρες μας που να μπορεί να αμοίβει και τους δημιουργούς, τώρα που το επίπεδο των κόμικ που παράγονται από Έλληνες ανεβαίνει χρόνο με τον χρόνο και το κοινό αρχίζει δειλά δειλά να τα νιώθει σαν μέρος της ψυχαγωγίας του. Τηλέμαχος Σταυρόπουλος (Helm) Στις παλιές Βαβέλ του πατέρα μου είδα για πρώτη φορά στη ζωή μου απεικονίσεις του έρωτος και ακόμα μέχρι σήμερα όταν κλείνω τα μάτια μου και φαντάζομαι το σεξ δεν βλέπω χρώματα και απτή σάρκα αλλά μαύρες αδρές γραμμές σαν του Crepax ή ίσως του Baldazzini να αιωρούνται και να σμίγουν πάνω σε ένα λευκό -σαν κέλυφος αυγού- Πλατωνικό κενό. Αυτό το αντίκρισμα της λίμπιντο ήταν απαραίτητο για να μου συμπληρώσει φαντασιακά όρια από τα υπερωικά αμερικάνικα κόμιξ και τα μικιμάου που επίσης διάβαζα μικρός. Έτσι έμαθα ότι μπορείς να κάνεις τέχνη για εσωτερικούς λόγους, ή για απόλαυση και πάθος, χωρίς να χρειάζεται σώνει και καλά να βγάζει περισσότερο νόημα, να είναι επαγγελματικό ζήτημα ή να αρχίζει και να τελειώνει κάτι οριστικά. Έμαθα επίσης ότι η υπομονή έχει όρια, ο Pazienza όχι. Από τη Βαβέλ επίσης έμαθα και ίσως αμφίβολης αξίας μαθήματα, όπως το ότι μπορείς να κάνεις τέχνη για εσωτερικούς λόγους, ή για απόλαυση και πάθος, χωρίς να χρειάζεται σώνει και καλά να βγάζει περισσότερο νόημα, να είναι επαγγελματικό ζήτημα, ή να αρχίζει και να τελειώνει κάτι οριστικά. Όπως και να’χει, όταν σκέφτομαι ‘Βαβέλ’, καυλώνω λίγο και θέλω να φτιάξω κόμιξ. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ευχαριστώ από αυτό. Ακολουθούν κάποια από τα αγαπημένα μας εξώφυλλα: 20 χρόνια πριν η “φάση” φαινόταν ότι θα στραβώσει Ένα από τα πολλά εξώφυλλα που διακόσμησε ο Moebius Pop αιματοχυσίες Όταν ξεκινούσε ο Αρκάς Ο πάντα πικρόχολος Altan Αγνός μηδενισμός 2001: Ένα εξώφυλλο τιμιότατης σάτιρας στον “νεόπλουτο τύπο” της εποχής, δυστυχώς επτωχεύσαμεν Και το σχετικό link...
-
Μιλήσαμε με Κάποιους Από τους Καλύτερους Κομιξάδες της Ελλάδας Το ελληνικό κόμικ είναι πιο δυνατό από ποτέ. Φωτογραφίες: Νίκος Κατσαρός Θυμάμαι πως, όταν ήμουν μικρός, είχα περάσει μια αρκετά μεγάλη περίοδο που ήθελα να γίνω κομιξάς. Όπως πολλά πιτσιρίκια, έτσι κι εγώ, είχα πωρωθεί με το αγαπημένο μου κόμικ, τον Garfield, και είχα αρχίσει να φτιάχνω τους δικούς μου χαρακτήρες. Βέβαια, υπήρχε ένα πρόβλημα και αυτό δεν ήταν άλλο από το γεγονός πως, ακόμη και σήμερα, δεν είμαι ικανός να ζωγραφίσω ούτε ένα σπιτάκι. Τα βιβλία που είχα παραγγείλει από κάτι διαφημίσεις τύπου telemarketing δεν βοήθησαν την κατάσταση και έτσι η καριέρα μου τελείωσε πριν καν αρχίσει. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη μεγάλη μου επιτυχία, τον Κόμη Φράγκουλα, τον οποίο είχα τη φαϊνή ιδέα να ζωγραφίσω με ανεξίτηλο μαρκαδόρο σε μία από τις ντουλάπες του δωματίου μου -το αποτελέσμα ήταν τραγικό- φρικάροντας τη μάνα μου. Μεγάλο ρόλο στην αγάπη μου για τα κόμικς έπαιξε και το περιοδικό «9» που είχε ξεκινήσει να κυκλοφορεί εκείνη την εποχή. Μέσα από τις σελίδες του παρέλασαν και αναδείχτηκαν πολλά γνωστά ονόματα του χώρου και δικαίως αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ιστορίας του ελληνικού κόμικ. Μάλιστα, είχα λάβει μέρος -με τον Φράγκουλα, αν θυμάμαι καλά- σε έναν από τους διαγωνισμούς του περιοδικού και ακόμη και σήμερα ειλικρινά ντρέπομαι που έστειλα αυτά τα εκτρώματα στους ανθρώπους. Τέλος πάντων. Τα χρόνια πέρασαν και η εγχώρια σκηνή έχει εξελιχθεί τρομερά. Πλέον, υπάρχουν Έλληνες δημιουργοί που συνεργάζονται με τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους του κόσμου και που καταφέρνουν, σε πείσμα των καιρών, να επιβιώνουν κάνοντας αυτό που αγαπούν. Συναντήσαμε κάποιους από τους πιο γνωστούς και ενδιαφέροντες κομιξάδες εκεί έξω και τους επισκεφτήκαμε στον χώρο τους, για να τους φωτογραφίσουμε και να κουβεντιάσουμε μαζί τους. Ένα σημαντικό στατιστικό που προέκυψε είναι πως οι περισσότεροι δείχνουν μια προτίμηση στις γάτες. Τα υπόλοιπα μπορείτε να τα μάθετε διαβάζοντας όσα είπαμε μαζί τους. Μιχάλης Διαλυνάς VICE: Έχεις καταφέρει να συνεργαστείς με τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους στον κόσμο, όπως η Marvel και η DC Comics. Η ερώτηση είναι απλή: πώς στο καλό τα κατάφερες; Μπορώ για αρχή να σου πω ότι έγινε με πολλά χρόνια εξάσκησης, αλλά η αλήθεια είναι πως μετά από αυτό, τους έστειλα mail και τους έδειξα τη δουλειά μου. Στη Marvel, με την οποία συνεργάστηκα το 2013, τους είχα στείλει δυο-τρεις φορές και έκανα για δείγματα σελίδες, όπως κάνουν όλοι. Μου είπαν, «Ωραία, καλά πας, στείλε μας ξανά, όταν έχεις κάτι να μας δείξεις». Αφού τελείωσα το πρώτο μου κόμικ στην Dark Horse, το Amala's Blade, τους το έστειλα. Τους άρεσε και μου εμπιστεύτηκαν τον σχεδιασμό ενός τεύχους Superior Spider-Μan. Με την DC ήταν διαφορετικά, δεν τους είχα στείλει δουλειά μου, αλλά ήρθαν εκείνοι σε επαφή μαζί μου, επειδή είχα συνεργαστεί με την editor που δούλευε σε μια άλλη εταιρεία, προτού πάει εκεί. Ήξερε τη δουλειά μου και θεώρησες πως θα ταίριαζα στο Gotham Academy. Από τότε, έχω σχεδιάσει σε δύο τεύχη τους και ελπίζω να σχεδιάσω ξανά στο μέλλον. Μόλις, δηλαδή, τελειώσω με το The Woods. Πώς μπήκες στη φάση των κόμικς; Όπως όλοι οι δημιουργοί κόμικς. Διάβαζα μικρός, έπαιρνα από τα περίπτερα και τα πρακτορεία ξένου Τύπου στην Κρήτη και μου έστελνε η θεία μου από την Αγγλία διάφορα τεύχη Spawn, Batman, TMNT, ακόμη και Power Rangers. Κάποια στιγμή, ξεκίνησα να σχεδιάζω και όταν ήμουν στο Λύκειο κυκλοφόρησε το 9 στην Ελευθεροτυπία. Από εκείνη τη στιγμή, είδα ότι ίσως να υπάρχει ένα μέλλον και ένα πάτημα, ώστε να φτιάξω και εγώ κόμικς στην Ελλάδα και ίσως και στο εξωτερικό. Ευτυχώς, τα πράγματα πήγαν καλά, είμαι εδώ ακόμη και σχεδιάζω. Να υποθέσω πως ζεις από αυτό, σωστά; Ναι, πλέον είναι full-time δουλειά. Όπως όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες, έτσι και εγώ, πρέπει να κυνηγάω τη δουλειά και να κλείνω project. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα και έτρωγα μόνο ρύζι και μακαρόνια, για να μπορέσει να αφήσω το στίγμα μου με ένα καλό κόμικ. Τα τελευταία χρόνια σχεδιάζω τη σειρά The Woods με τον συγγραφέα James Tynion IV και την εκδοτική Boom! Με αυτούς ήμουν τυχερός και κατάφερα να εξασφαλίσω πως θα σχεδίαζα 36 τεύχη. Τώρα είμαι στο τεύχος 31, οπότε, όταν τελειώσω -τον Σεπτέμβριο- θα είμαι πάλι στο κυνήγι της επόμενης συνεργασίας. Πόσο δύσκολο είναι να κάνεις αυτήν τη δουλειά μένοντας στην Ελλάδα; Βασικά, είναι ευχή και κατάρα. Έχουμε επτά με δέκα ώρες διαφορά με τις ΗΠΑ, οπότε έχουμε ένα προβάδισμα στα deadlines, αλλά από την άλλη είναι κακό, επειδή όταν σκάνε τα mail, είναι μετά τις 10 το βράδυ και μερικές φορές μιλάς μαζί τους για αλλαγές μέχρι τα ξημερώματα. Το κόστος ζωής στην Αμερική είναι πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με εδώ, οπότε είναι καλό να μένεις Ελλάδα, αλλά για να μπορώ να συναναστραφώ με τους εργοδότες και τους συνεργάτες μου από εκεί, θα πρέπει να περιμένω πότε θα μπορέσουμε να βρεθούμε σε κάποιο συνέδριο. Για παράδειγμα, με τον συγγραφέα του Woods έχω βρεθεί τρεις φορές και με τους editors μου, δύο. Προς το παρόν, νιώθω καλά που είμαι εδώ και πηγαίνω μια φορά τον χρόνο στο New York Comic Con και βλέπω κόσμο. Θέλω να μου μιλήσεις για το κεφάλαιο Χελωνονιντζάκια . Ξέρω πως τα λατρεύεις, αλλά και πως δουλεύεις με αυτά. Είχα πάθει πατατράκ τις πρώτες μέρες, λες και είχα ξεχάσει πως να σχεδιάζω, έπρεπε να θυμίσω στον εαυτό μου ότι τώρα έχω την ευκαιρία να αφήσω ένα κομμάτι μου στην ιστορία τους, αλλά ταυτόχρονα να περάσω καλά και να μην αγχώνομαι. Δεν ξέρω αν ακούγεται περίεργο αυτό. Τα Χελωνονιντζάκια είναι η παιδική μου αγάπη. Όταν βγήκε η πρώτη ταινία το 1990, ήμουν έξι χρονών και βαθιά χωμένος στη «Χελωνομανία». Φιγούρες, παιδικά μπλουζάκια, τα πάντα. Αλλά και τώρα, είναι λες και δεν άλλαξε τίποτα, παρακολουθώ τη νέα σειρά στο Nickelodeon, διαβάζω τα κόμικς και αγοράζω τις φιγούρες. Απλώς τώρα τα σχεδιάζω κιόλας, όποτε έχω χρόνο. Τον Δεκέμβριο βγήκε το τελευταίο τεύχος που σχεδίασα και πρόκειται να δουλέψω πάνω σε άλλες περιπέτειές τους πολύ σύντομα. Η συνεργασία μου με την IDW -την εκδοτική που τα βγάζει- είναι πολύ διασκεδαστική και χαίρομαι όποτε μου στέλνουν, για να με ρωτήσουν, αν έχω λίγο χρόνο να επισκεφτώ ξανά τους πράσινους φίλους μου. Τι θα δούμε από εσένα μέσα στο 2017; Φέτος θα είναι το φινάλε της σειράς The Woods στο τεύχος 36, το οποίο θα βγει τον Οκτώβριο. Είμαι πολύ χαρούμενος γι' αυτό. Θα κυκλοφορήσουν τρεις τόμοι από αυτό μέχρι το τέλος της χρονιάς, Όπου να' ναι, θα βγει και ο πρώτος τόμος Teenage Mutant Ninja Turtles Universe και σύντομα θα σχεδιάσω ξανά ένα νέο τεύχος, το οποίο δεν γνωρίζω πότε θα κυκλοφορήσει. Επίσης, μέσα στη χρονιά θα έχουμε και κάποια άλλα νέα, σχετικά με την τηλεοπτική μεταφορά του The Woods από το SyFy Channel. Ηλίας Κυριαζής Θυμάσαι την πρώτη ιστορία που σχεδίασες; Πρέπει να ήταν στην Γ΄ή Δ΄ Δημοτικού και είχε γίνει ολόκληρο θέμα. Είχε γυμνούς ανθρώπους, τέρατα και ξεκοιλιάσματα και την είχαν δει στο σχολείο, είχαν καλέσει τους γονείς μου, χαμός. Fun times. Η κυκλοφορία του Manifesto σε έκανε ευρύτερα γνωστό ακόμα και σε κόσμο που δεν ασχολούνταν μέχρι τότε με Έλληνες σχεδιαστές. Τι θυμάσαι από εκείνη την εποχή; Αυτοί που ασχολούνταν με τους Έλληνες σχεδιαστές τότε, ήταν κυρίως οι Έλληνες σχεδιαστές. Αυτό άλλαξε σιγά-σιγά με το 9. Τo περιοδικό έκανε αδιαμφισβήτητα μεγάλο καλό στα ελληνικά κόμικς και εγώ σίγουρα δε θα είχα καριέρα χωρίς αυτό. Τότε βέβαια, το βλέπαμε κάπως αλλιώς, υπήρχε το κλίμα ότι κάτι ξεκινάει, κάτι πάει να γίνει, αλλά -ίσως λόγω οικονομικής κρίσης- το πράγμα ξεκίνησε να φρενάρει προτού προφτάσει να καταφέρει όλα όσα ήλπιζα ότι θα μπορούσε. Το γεγονός ότι μια ολόκληρη γενιά δημιουργών μπόρεσε να κάνει το ξεκίνημα της μέσω του 9 δεν είναι καθόλου αμελητέο, αλλά μου είναι πολύ δύσκολο να μην έχω γλυκόπικρα συναισθήματα για το περιοδικό. Γενικότερα για την εποχή κάπως πιο γλυκά, επειδή ήμουν και στα early 20s μου και το ζούσα. Αλλά και τα κόμικς ήταν πολύ καλά μαζί μου: μου έδωσαν φίλους, αυτοπεποίθηση, αναγνωρισιμότητα, χαρτζιλίκι και κάπου να ανήκω. Τώρα, μετά το τέλος του πάρτι, έχουν μείνει στον χώρο οι δημιουργοί που το εννοούσαν και οι πιο πιστοί αναγνώστες, αλλά έχει χαθεί το casual αναγνωστικό κοινό, που κάνει τη μεγάλη διαφορά. Πώς προέκυψαν οι συνεργασίες σου με αμερικανικούς εκδοτικούς οίκους, όπως οι IDW και DC Comics; Είχα δει πως η φάση στην Ελλάδα με τα κόμικς βάλτωνε και ψαχνόμουν για έξω. Είχα ξεκινήσει τα ταξίδια στο San Diego Comic Con και να στέλνω email. Για την DC κέρδισα έναν διαγωνισμό ταλέντων που έκανε για το έντυπο Zuda και το ίδιο συνέβη και με την Dark Horse Comics. Στην ΙDW με έφερε ο Scott Lobdell, τον οποίο πλησίασα, επειδή γούσταρα τα X-Men που έγραφε στα 90s, του άρεσε και εκείνου η δουλειά μου και ξεκινήσαμε μια συνεργασία που μας έδωσε τα κόμικς Ghostbusters, Galaxy Quest και έχουμε ακόμη μέλλον. Πόσο εύκολο είναι το να είσαι επαγγελματίας κομίστας στην Ελλάδα; Είμαι επαγγελματίας κομίστας, όμως απλώς κατοικώ στη χώρα. Δεν εργάζομαι εδώ. Ας απαντήσει κάποιος ή κάποια που βιοπορίζεται μόνο από την Ελλάδα, για να μας πει πώς τα καταφέρνει. Πώς βλέπεις την ελληνική σκηνή κόμικς και όλες τις προσπάθειες που γίνονται για την προώθησή της; Είναι μια ειρωνεία που πονάει λίγο, το πόσο ανεβασμένο είναι το επίπεδο καλλιτεχνικά -και στους παλιότερους και στους νεότερους- σχετικά με τα «χρόνια της άνθησης» των 00s. Το διεθνές κοινό αγκαλιάζει τα ταλέντα που προέρχονται από τη χώρα μας, οπότε φιλοδοξούμε σύντομα να συμβεί το ίδιο και με το ελληνικό. Τα conventions, η διαδικτυακή παρουσία, οτιδήποτε φέρνει κόσμο στα κόμικς γενικότερα βοηθά και τους Έλληνες δημιουργούς και βέβαια, μην ξεχνάμε πως έχει ανοίξει πια και ο δρόμος για τη διεθνή αγορά. Όσο δύσκολα και να είναι τα πράγματα εδώ, υπάρχει ο δρόμος για να κάνει καριέρα ένας δημιουργός. Πάνω σε τι δουλεύεις αυτήν την εποχή; Σχεδιάζω τη σειρά Dirk Gently's Holistic Detective Agency, που είναι βασισμένη στα ομώνυμα βιβλία του Douglas Adams και στην τηλεοπτική σειρά του Max Landis, του BBC America και της IDW. Γιάννης Ρουμπούλιας Πότε έπιασες πρώτη φορά πενάκι αποφασισμένος να φτιάξεις μια ιστορία και πώς κατάλαβες ότι πάει κάπου όλο αυτό; Στην ηλικία που ξεκίνησα, δεν ήξερα καν τι σημαίνει «πενάκι». Ανέκαθεν με γοήτευε το μέσο των κόμικς και θεωρούσα πολύ συναρπαστικό το να μπορείς να αφηγηθείς μέσω σχεδίων μια δική σου ιστορία. Έτσι, δεν ήταν δύσκολο να αποφασίσω πως ήθελα να ασχοληθώ περισσότερο με αυτό από πολύ μικρή ηλικία. Η πρώτη φορά που έφτιαξα μια ολοκληρωμένη ιστορία, ήταν νομίζω το καλοκαίρι μεταξύ ΣΤ΄ Δημοτικού και Α΄ Γυμνασίου, σε σχολικό τετράδιο που πλέον θα ήταν άχρηστο, καθώς το σχολείο είχε τελειώσει. Ήταν μια ιστορία του Κόναν του Βάρβαρου. Νομίζω ότι κάπου υπάρχει ακόμη, θαμμένη σε μια κούτα μαζί με άλλα σχέδια εκείνων των αρχαίων εποχών. Έχεις προλάβει τον χώρο των κόμικς πριν από την εισβολή των social media στην καθημερινότητά μας. Πόσο διαφορετικός είναι ο τρόπος προσέγγισης του κόσμου, αλλά και των καλλιτεχνών σήμερα σε σχέση με πριν από 10-12 χρόνια; Τα πράγματα είναι σαφέστατα καλύτερα ως επί το πλείστον. Πλέον, μπορούμε να δείξουμε τη δουλειά μας στα πέρατα του κόσμου με πολύ μεγαλύτερη ευχέρεια απ' ό,τι στο παρελθόν. Η αγορά, όσον αφορά τη δουλειά μας, δεν περιορίζεται από τα σύνορα. Μπορεί κάποιος να δουλεύει από την Ελλάδα και να γίνει εύκολα γνωστός σε ολόκληρο τον πλανήτη μέσω του Ίντερνετ. Μια τέτοια ευκολία ωθεί όλο και περισσότερους νέους καλλιτέχνες να δείχνουν τη δουλειά τους. Όλο και περισσότερος κόσμος γνωρίζει και αγαπάει πια το μέσο και την ποπ κουλτούρα ευρύτερα. Ωστόσο, πάντα πρέπει να εκθέτουμε τη δουλειά μας με προσοχή, διότι πολλοί αετονύχηδες μπορεί να σφετεριστούν τη δουλειά κάποιου, αλλά τα καλά που προσφέρει το Ίντερνετ είναι σίγουρα πολύ περισσότερα από αυτόν τον μικρό κίνδυνο. Είσαι από τους λίγους Έλληνες καλλιτέχνες που είχαν τη χαρά να δουν ένα έργο τους να γίνεται ταινία, Tα Χρονικά του Δρακοφοίνικα: Αδάμαστος , έστω και αν ήταν δική σου προσπάθεια. Πόσο διαφορετική ήταν η προσέγγιση και πως ένιωσες, όταν την είδες για πρώτη φορά ολοκληρωμένη; Γενικά, θεωρώ πως ο κινηματογράφος και τα κόμικς ως τέχνες είναι ξαδέρφια. Πάντα ήταν οι μεγάλες μου αγάπες και τις έχω μελετήσει και τις δύο. Η τέχνη της αφήγησης μέσω της εικόνας και το χτίσιμο ενδιαφερόντων χαρακτήρων είναι τα πιο σημαντικά στοιχεία, για να δημιουργήσει κάποιος μια καλή ιστορία. Κάθε φορά που ένας δημιουργός ολοκληρώνει ένα έργο, το συναίσθημα δε μπορεί να συγκριθεί. Οφείλω εδώ να σημειώσω πως χρωστάω πολλά σε όλους τους συνεργάτες μου, για οτιδήποτε έχω καταφέρει έως τώρα. Πιστεύω πάρα πολύ στην ομαδική δουλειά και πάντα την επιδιώκω, επειδή η πείρα μου μού έχει δείξει πως οι μονάδες και οι εγωισμοί παράγουν μόνο ελλειπή και άνευρα έργα. Ήταν και η πρώτη ελληνική ταινία επικής φαντασίας, σωστά; Δεν θα έπρεπε, ειδικά εμείς με τη μυθολογία που έχουμε, να είμαστε από τους πρώτους στην Ευρώπη που κάνουν τέτοιες ταινίες; Δυστυχώς, ως χώρα και νοοτροπία είμαστε λίγο πίσω στον χώρο του θεάματος. Το κοινό μας έχει μια τάση να σνομπάρει αντίστοιχες ελληνικές προσπάθειες, θεωρώντας τις –λανθασμένα- υποδεέστερες των εισαγόμενων. Κατά τη γνώμη μου, στο μόνο πράγμα που υστερούν, είναι η έλλειψη αξιόλογου budget και οι ευκαιρίες να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους οι πραγματικά δημιουργικοί άνθρωποι του χώρου. Αυτό όμως είναι κάτι που σιγά-σιγά ως δημιουργοί το διορθώνουμε, εκπαιδεύοντας κατάλληλα το κοινό στο οποίο απευθυνόμαστε. Έχουμε υπέροχες τοποθεσίες που θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε, τεράστια ιστορία και μύθους από τους οποίους μπορούμε να αντλήσουμε αμέτρητα σενάρια και σίγουρα, πολύ ταλέντο και δημιουργικότητα. Δυστυχώς, η αδράνεια, η ευθυνοφοβία και η ημιμάθεια κάποιων ανθρώπων σε κρατικές θέσεις-κλειδιά έχουν μπλοκάρει κατά καιρούς πολλά project που θα μπορούσαν να φέρουν παγκόσμια αναγνώριση και έσοδα στη χώρα μας. Έχεις καταφέρει να ζεις από την τέχνη σου, αλλά και ως illustrator. Πόσο δύσκολο είναι αυτό στην Ελλάδα της κρίσης; Στην Ελλάδα, είναι γενικά δύσκολο να ζεις πλέον κάνοντας οτιδήποτε ως ελεύθερος επαγγελματίας, δυστυχώς. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι, παρόλο που πολλοί συνάδελφοι θα μπορούσαν να δουλεύουν από εδώ και η δουλειά τους να εκδίδεται στο εξωτερικό, σιγά-σιγά μετακομίζουν σε άλλες χώρες. Εκεί χρίζουν καλύτερης φορολογικής μεταχείρισης και δεν αντιμετωπίζονται από τις κρατικές υπηρεσίες ως απατεώνες. Ελπίζω αυτό να αλλάξει σύντομα, για να μπορέσουμε να κάνουμε αυτό που αγαπάμε, στο μέρος που μεγαλώσαμε και ζούμε. Τι ετοιμάζεις αυτό τον καιρό; Πολλά και διάφορα. Συνεχίζουμε το έγχρωμο webcomic Χρονικά του Δρακοφοίνικα: Ημίθεος κάθε Σάββατο στο socomic.gr, ετοιμάζω το νέο άλμπουμ του Χρονικά του Δρακοφοίνικα: Αδάμαστος με τη Jemma Press, το νέο τεύχος των Μυθοναυτών από την Addart σε σχέδιο και σενάριο δικό μου, αλλά και μια νέα εκπομπή που έχει να κάνει με την ποπ κουλτούρα, στο YouTube. Υγεία να έχουμε και ελπίζω ότι όλα θα υλοποιηθούν. Λουκία Τζωρτζοπούλου Πόσο καιρό ασχολείσαι με τα κόμιξ σε δημιουργικό επίπεδο; Επισήμως, ασχολούμαι από το 2012 περίπου. Τι θα πρότεινες να διαβάσει πρώτα κάποιος που θέλει να ξεκινήσει να παρακολουθεί τη δουλειά σου; Έχω συγκριτικά μικρή σε ποσότητα και μάλλον ετερόκλητη δημοσιευμένη δουλειά. Σε γενικές γραμμές, ό,τι δημιουργώ έχει σχέση με το σινεμά (κυρίως το ασιατικό), το Japanese horror, τους Τρεις Σωματοφύλακες, το vaporwave, τα σουρεάλ κολάζ και τα χειροποίητα GIFs. Πολλά GIFs. Στο blog μου ανεβάζω τακτικά ό,τι καινούριο φτιάχνω, καθώς και δείγματα από παλιότερα και μελλοντικά κόμικς μου. Οπότε, το blog είναι ο εύκολος τρόπος να πάρει κανείς μια γεύση από τη δουλειά μου. Ακόμη, τρέχω κι ένα side-blog όπου κατά καιρούς ανεβάζω «χειροποίητα», καρτουνίστικα GIFs που εμπνέονται από διάφορες ελληνικές ταινίες. Θα ήθελα να μου πεις δυο λόγια και για τον Θρόνο του Πόρθου , ένα φανζίν που κυκλοφόρησες πριν από λίγα χρόνια και πήγε πολύ καλά. Ο Θρόνος του Πόρθου ήταν ένα mini-comic βασισμένο στα κλασικό μυθιστόρημα Οι Τρεις Σωματοφύλακες του Αλέξανδρου Δουμά. Ήταν μια μάλλον γλυκόπικρη και οριακά σκατολογική ιστορία που παρουσίαζε τον διάλογο του Πόρθου με τον υπηρέτη του κατά τη διάρκεια της πρωινής του τουαλέτας. Παρ' όλες τις ατέλειές του, είμαι χαρούμενη που βγήκε σαν ολοκληρωμένο κόμικ, επειδή αποτέλεσε το πρώτο βήμα ενός μεγαλύτερου project με τους -τρεις συν έναν- Σωματοφύλακες που θέλω να δημιουργήσω σύντομα. Ο Θρόνος του Πόρθου βρίσκεται πλέον online στα αγγλικά. Ποιοι δημιουργοί μπορείς να πεις ότι επηρέασαν το στιλ σου; Δεν μπορώ να πω με σιγουριά. Κατά βάση, έχω επηρεαστεί από τα late 80s και 90s anime που έβλεπα μικρή, κυρίως των Kunihiko Ikuhara και Osamu Dezaki και τις κλασικές ταινίες της Disney, αναπόφευκτα. Επίσης, είμαι fan της δουλειάς του Winshluss, επειδή κατά τη γνώμη μου συνδυάζει άψογα την ενήλικη, σκοτεινή, κάφρικη θεματολογία με το χαριτωμένο, παιδικό σχεδιαστικό στιλ. Έχεις συμμετάσχει ως ηθοποιός και σε ταινίες - μάλιστα, έχεις παίξει και στην πρώτη ελληνική ταινία πολεμικών τεχνών, το F.L.S. Πώς προέκυψε αυτό; Γνωριζόμασταν με τον Θάνο, τον σκηνοθέτη της ταινίας, βοηθούσαμε ο ένας τον άλλον για τα κινηματογραφικά μας project από διάφορα πόστα - για παράδειγμα, ο Θάνος είχε κάνει τη διεύθυνση φωτογραφίας για τη δική μου μικρού μήκους animated ταινία. Έτσι, μου πρότεινε τον ρόλο της Μizuno για το F.L.S., την πτυχιακή του ταινία. Ήταν μια φιλική διανομή ρόλου, όπως και η συμμετοχή μου στο Goldfish, δυο χρόνια αργότερα. Επίσης, είχα σχεδιάσει μια από τις ιστορίες για την ανθολογία κόμικς που ήταν βασισμένη στο F.L.S., καθώς και μια από τις αφίσες για το Goldfish. Τι ετοιμάζεις αυτήν την εποχή; Αυτόν τον καιρό προετοιμάζομαι για το Comicdom που θα γίνει τον Απρίλη. Θα έχω δυο νέα κόμικς. Το ένα θα παρουσιάζει την ιστορία ενός luchador (σ.σ. αθλητής μεξικάνικης πάλης) ντετέκτιβ και το άλλο θα αφορά έναν ακόμη Σωματοφύλακα: Θα είναι μια ιστορία για τον Άραμη και, ουσιαστικά, θα είναι το δεύτερο μέρος της νοητής τετραλογίας των Σωματοφυλάκων που θα ήθελα να ολοκληρώσω μελλοντικά. Αντώνης Βαβαγιάννης Πώς μπήκες στο τριπάκι να γίνεις κομίστας; Δεν ήταν ιδιαίτερα συνειδητοποιημένη απόφαση. Απλά το να φτιάχνω κόμικς είναι ένα από τα πράγματα που μου αρέσει να κάνω. Όταν ξεκίνησα τα Κουραφέλκυθρα, δεν υπήρχε ενδιαφέρον από κανένα έντυπο να τα δημοσιεύσει, οπότε ξεκίνησα να τα ανεβάζω αρχικά στη σελίδα μου. Έχω την εντύπωση, ότι είναι ένα από τα πρώτα ελληνικά διαδικτυακά κόμικ. Σιγά-σιγά, αυτό που έκανα είχε ανταπόκριση από τον κόσμο για κάποιον περίεργο λόγο. Βέβαια, αυτό πήρε χρόνια. Πριν από τα Κουραφέλκυθρα είχα γράψει το σενάριο για τρία κόμικς. Τον Φωτογράφο 1+2, σε σκίτσα Σπύρου Δερβενιώτη και το AVPD, σε σκίτσα Κώστα Φουτσίδη. Τι είναι τα Κουραφέλκυθρα ; Δεν είναι καν λέξη! Η ονομασία μου φανερώθηκε σε ένα όραμα ή απλά το διάβασα σε ένα βιβλίο με «μαργαριτάρια», ως τίτλο μιας έκθεσης. Δεν θα μάθεις ποτέ ποιο από τα δύο είναι η αλήθεια. Ποιοι Έλληνες ή ξένοι κομίστες σε έχουν εμπνεύσει; Από Έλληνες, ο Αρκάς και ο Γιάννης Καλαϊτζής και από ξένους ο Gary Larson, η Kate Beaton, ο Nicholas Gurewitz, ο Εdika και βέβαια ο Gosciny. Πέραν των κόμικς, είσαι και μέλος του συγκροτήματος Empty Frame, με τους οποίους μόλις κυκλοφορήσατε το τέταρτο σας άλμπουμ. Πες μου δυο λόγια για αυτό. Οι Empty Frame ξεκίνησαν περίπου ίδια εποχή με τα Κουραφέλκυθρα. Είμαι πολύ περήφανος που είμαι μέλος αυτής της μπάντας. Θεωρώ ότι έχουμε γράψει πολύ ωραία μουσική μαζί και ελπίζω κάποτε να ακουστεί περισσότερο. Έχουμε βγάλει δύο άλμπουμ και δύο soundtracks. Η τελευταία κυκλοφορία μας είναι το soundtrack μιας χορευτικής παράστασης με τίτλο Hands και περιέχει instrumental ατμοσφαιρικά κομμάτια, τα οποία παίζαμε live στη σκηνή κατά τη διάρκεια της παράστασης. Έχεις γράψει ιστορία και ως «Γκάλης Κούπερ». Θέλεις να μας πεις περισσότερα για εκείνη τη βραδιά; Ίσως είναι ό,τι πιο δημοφιλές έχω κάνει - τζάμπα τα χρόνια που τρώω παίζοντας μουσική και κάνοντας κόμικς. Το πάρτι εκείνο ήταν υπέροχο και δεν ήταν η μόνη αστεία στολή πρέπει να σου πω. Θυμάμαι την εξαιρετική στολή «Καραμολέγκολας», καθώς και τους τρεις φίλους που είχαν ντυθεί «Reunion των Hanson». Είναι η σκιτσογραφία το βασικό σου επάγγελμα; Ωραίο αστείο. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια, από τότε που τα Κουραφέλκυθρα πήγαν στο Socomic.gr, είναι πια μια πηγή συμπληρωματικών εσόδων. Πριν από αυτό, δεν έβγαζα σχεδόν τίποτα από τα κόμικς - για τη μουσική δεν το συζητάμε καν. Η πρωινή δουλειά μου είναι μια από τις πιο δύσκολες, αλλά και πιο ωραίες που υπάρχουν. Είμαι δάσκαλος σε Δημοτικό σχολείο. Τέλος, θα ήθελα να μου πεις τι ετοιμάζεις αυτήν την εποχή. Ετοιμάζεται το τευχάκι Κουραφέλκυθρα - Εμένα Μου Φαίνονται Συμπαθέστατα, που θα κυκλοφορήσει από την Jemma Press τον Απρίλη, στο Comicdom Con 2017 και περιλαμβάνει μια επιλογή από Κουραφέλκυθρα που δημοσιεύτηκαν στο Socomic την περασμένη χρονιά. Κυκλοφορεί ήδη το δεύτερο τεύχος των Προτελευταίων που κάνουμε μαζί με τον Θανάση Πετρόπουλο και με τους Εmpty Frame θα παίξουμε την Κυριακή 19 Μαρτίου στο Vinyl Is Back. DaNi Πώς ξεκίνησες την ενασχόλησή σου με τα κόμικς; Διάβαζα από μικρή κόμικς και παράλληλα σχεδίαζα, οπότε το να φτιάχνω και τις δικές μου ιστορίες ήρθε φυσικά. Ουσιαστικά, συνδύασα τα δύο αγαπημένα μου πράγματα και μέχρι στιγμής χαίρομαι πολύ γι' αυτό. Είναι κάτι που κάνεις επαγγελματικά; Τον τελευταίο χρόνο, τα κόμικς είναι η δουλειά από την οποία ζω κάθε μήνα και με αυτό ασχολούμαι κάθε μέρα. Από εκεί και πέρα, μπορεί να τύχει να αναλλάβω και κάποιο έξτρα project, ανάλογα με τον χρόνο που θα έχω. Συνήθως, είναι συνεργασίες με μπάντες για σχέδια σε κάποιο δίσκο ή για αφίσες, άλλες φορές για κάποιο logo και πάει λέγοντας. Σε βοήθησαν οι σπουδές στην Καλών Τεχνών όσον αφορά την τέχνη σου; Συγκεκριμένα στα κόμικς, δεν νομίζω πως με έχει βοηθήσει η Καλών Τεχνών ιδιαίτερα, καθώς έκανα τελείως διαφορετικά πράγματα στη σχολή - σπούδαζα στον τομέα της γλυπτικής. Συνολικά, σαν καλλιτέχνη και σαν άνθρωπο σίγουρα με έχει βοηθήσει και με έχει εξελίξει, όσον αφορά τις θεωρητικές γνώσεις αλλά και τεχνικές. Όμως τα κόμικς τα έχω δουλέψει μόνη μου, είτε διαβάζοντας και αναλύοντας ιστορίες που μου άρεσαν είτε παρατηρώντας τους αγαπημένους μου σχεδιαστές. Ποιοι καλλιτέχνες έχουν επηρεάσει το στιλ σου; Η πρώτη μου αγάπη ήταν ο Mike Mignola. Στη συνέχεια, ανακάλυψα και άλλους, όπως ο Eduardo Risso. Γενικά, μου αρέσουν καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν έντονα μαύρα στο σχέδιό τους και δυναμικά στησίματα στις σελίδες τους. Η αυτοέκδοση σου Tales from the Strips κέρδισε το Βραβείο Κοινού στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς του 2015. Θέλεις να μου πεις λίγα λόγια γι' αυτό; Ήταν μια πολύ όμορφη στιγμή, επειδή δεν το περίμενα καθόλου. Δεν είχα δηλώσει ποτέ ξανά συμμετοχή στα βραβεία και το βράδυ που γίνονταν το είχα ξεχάσει τελείως. Να σκεφτείς, δεν είχα κατέβει καν να τα παρακολουθήσω, ήμουν ακόμη στο τραπέζι μου στις αυτοεκδόσεις και με πήραν τηλέφωνο, για να μου πουν ότι κέρδισα. Είναι πάντα ωραίο να βλέπεις ότι υπάρχει κόσμος που, όχι μόνο παρακολουθεί τη δουλειά σου, αλλά του αρέσει και τόσο, ώστε να την ψηφίσει κιόλας. Ποια θεωρείς πώς ήταν η πιο σημαντική στιγμή της πορείας σου; Μέχρι στιγμής, μπορώ να ξεχωρίσω δύο. Την πρώτη φορά που είχα πάει να δουλέψω στο London Super Comic Con και ήρθα σε επαφή με την 2000 AD, με τους οποίους συνεργάζομαι από τότε σε διάφορες ιστορίες. Ήταν η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά. Η άλλη, είναι η πρώτη φορά που πήγα ως επισκέπτρια στο New York Comic Con και είδα τους περισσότερους από τους αγαπημένους μου σχεδιαστές και τη δουλειά τους από κοντά. Είχα χαζέψει. Ποια είναι τα σχέδιά σου για το προσεχές μέλλον; Να συνεχίσω να δουλεύω κανονικά στα κόμικς και να έχω τον χρόνο να φτιάχνω παράλληλα τις δικές μου ιστορίες. Αλεξία Οθωναίου Με τι ασχολείσαι αυτήν την εποχή, όσον αφορά τα κόμικς; Αυτό τον καιρό δημοσιεύω το διαδικτυακό κόμικ Ιστορίες που Κρύβονταν σε Προφανή Μέρη στο socomic.gr, το κόμικ στριπ Μαντάμ Ξυδέα Πομπιντού στην Εφημερίδα των Συντακτών και το κόμικ Ψ στο περιοδικό Unfollow. Κάνεις μαθήματα κόμικς σε ανήλικα προσφυγόπουλα, θέλεις να μου μιλήσεις λίγο γι' αυτήν την εμπειρία; Πράγματι, κάνω μαθήματα κόμικ σε ασυνόδευτους ανήλικες πρόσφυγες, κυρίως έφηβους. Λόγω της γλώσσας και του διαφορετικού πολιτισμικού background η επικοινωνία είναι πολύ δύσκολη, αλλά, όταν το χάσμα γεφυρώνεται, είναι πολύ συγκινητικό. Μετά τα πρώτα μαθήματα, αναρωτήθηκα σοβαρά, αν είχα να προσφέρω κάτι σε αυτά τα παιδιά, δηλαδή, αν θα τους ωφελούσε σε κάτι να μάθουν να φτιάχνουν κόμικ ή αν θα κατάφερνα να τους μάθω πώς να εκφραστούν μέσα από αυτό το μέσο στο σύντομο διάστημα που θα βρίσκονται στην Ελλάδα. Κατόπιν σκέψης κατέληξα πως τα κόμικς είναι πάνω απ' όλα ιστορίες και πως όλοι χρειαζόμαστε τις ιστορίες, για να επιβιώσουμε - αυτά τα παιδιά ίσως περισσότερο από όλους. Έτσι, αποφάσισα να συνεχίσω. Η επαφή μου με αυτά τα παιδιά μου μαθαίνει πολλά και ελπίζω και αυτά να μάθουν κάτι χρήσιμο από εμένα. Ο κόσμος δείχνει να αγαπά τις ιστορίες του Δράκουλα που ζει ένα ελληνικό δράμα, τις οποίες φτιάχνεις σε συνεργασία με τη Δήμητρα Αδαμοπούλου. Πώς προέκυψε η συγκεκριμένη ιδέα και συνεργασία; Η σειρά Dracula ολοκληρώθηκε φέτος με την έκδοση του τρίτου και τελευταίου βιβλίου της σειράς. Εμένα μου άρεσε η ιδέα μιας σειράς όπου ο Δράκουλας, μια αρχέτυπη, παραδοσιακή μορφή κακού, έρχεται σε αντιδιαστολή με τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα – το συγκαλυμμένο κακό. Η Δήμητρα είχε εξαρχής μια συμπάθεια προς τον Δράκουλα και όλη αυτή τη μυθολογία του απέθαντου. Το να βάλουμε τον Δράκουλα να ζει στην Ελλάδα του σήμερα, γεννούσε από μόνο του μια σειρά από αστείες και παράδοξες εικόνες, που μας έδωσε την ευκαιρία να μιλήσουμε για την καθημερινότητα στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία με έναν χιουμοριστικό και σχετικά ανάλαφρο τρόπο. Τι περιμένουμε από εσένα μέσα στο επόμενο διάστημα; Ετοιμάζω την έκδοση του νέου μου κόμικ άλμπουμ, Ιστορίες που Κρύβονταν σε Προφανή Μέρη, τον Απρίλιο και σκοπεύω να συνεχίσω τις τρέχουσες συνεργασίες μου. Από 'κει και πέρα θα ήθελα να ασχοληθώ ξανά με μια μεγαλύτερη αφήγηση όπως της Τσακισμένης Αυγής - το προηγούμενο graphic novel μου. Έχω κάτι στο μυαλό μου, αλλά για την ώρα είναι σκόρπιες σημειώσεις και σκέψεις. Θανάσης Πετρόπουλος Είναι αλήθεια πως για μεγάλο διάστημα έκανες κόμικς, χωρίς να τα κυκλοφορείς; Αλήθεια είναι, εάν σκεφτείς πώς σχεδιάζω κόμικς από πιτσιρίκι και το πρώτο μου προσωπικό κόμικ άλμπουμ κυκλοφόρησε πριν από τέσσερα. Τότε, μάλλον ναι, ήταν μεγάλο το διάστημα, αν και ο χρόνος είναι πάντα σχετικός. Ας πούμε ότι πήρα τον χρόνο μου. Απ' ό,τι έχω δει, ασχολείσαι με το θέατρο και το ραδιόφωνο πέραν των κόμικς. Μέσα σου ποια θεωρείς πως είναι η βασική σου ιδιότητα; Θα πω απλώς πως μέσα μου είμαι ένας άνθρωπος που τον τρώει ένα σαράκι να επικοινωνήσει μέσα από την Τέχνη, θέλω να είμαι δημιουργικός με παραπάνω από έναν τρόπους. Ασχολούμαι επαγγελματικά με την υποκριτική γύρω στα 12 χρόνια, με τα κόμικς έξι και με το ραδιόφωνο άλλα τόσα, αν και το τελευταίο είναι περισσότερο ένα χόμπι, καθώς δεν πληρώνομαι γι' αυτό. Αυτό το σκόρπισμα όμως έχει επιπτώσεις, πιστεύω πως τίποτα από αυτά που κάνω δεν τα κάνω τόσο καλά όσο θα μπορούσα. Όταν ασχολείσαι με πάρα πολλά πράγματα ταυτόχρονα, είναι μοιραίο να μην αποδίδεις τα μέγιστα σε κανένα από όλα αυτά. Ιδιαίτερα η υποκριτική, θέλει αφοσίωση. Είμαι ένας μπάσταρδος ηθοποιός/κομιξάς/ραδιοφωνικός παραγωγός. Από ποια κυκλοφορία σου θα πρέπει να ξεκινήσει κάποιος που θέλει να γνωρίσει τη δουλειά σου; Όλες οι δουλειές που έχω κυκλοφορήσει, είτε μόνος μου - Πλασματικά Νούμερα, Καμμένα Βούρλα- είτε με τον φίλο μου τον Αντώνη Βαβαγιάννη - Προτελευταίοι, Προτελευταίοι Ξανά- είναι κομμάτια του ίδιου παζλ. Δηλαδή του εαυτού μου και με αντιπροσωπεύουν πλήρως. Αξίζει να σημειωθεί πως τα Πλασματικά Νούμερα ανέβαιναν στο site Comicdom Press και τα Καμμένα Βούρλα, Πλασματικά Νούμερα -το Δυο- και Πρότελευταιοι στο SoComic.gr. Αν πρέπει όμως να διαλέξω μια, την πιο αντιπροσωπευτική, αυτή είναι τα Καμμένα Βούρλα από την Jemma Press. Βγάζεις αρκετά χρήματα, για να ζήσεις από τα κόμικς; Ούτε κατά διάνοια. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν αποκλειστικά από τα κόμικς σε αυτήν τη χώρα και είναι αυτοί που ασχολούνται με αυτά όλη μέρα. Κάποιοι σχεδιάζουν και για εκδοτικούς οίκους του εξωτερικού -και πάλι παίζεται, αν ζουν από αυτά- και οι περισσότεροι συνήθως συμπληρώνουν το εισόδημα με εικονογραφήσεις και σχέδια παντός τύπου. Εγώ απλώς βγάζω ένα μικρό χαρτζιλίκι Τι είναι η ομάδα CReatures; Η ομάδα αυτή ξεκίνησε το 2010 από παλιούς συμφοιτητές, παλιούς συμμαθητές και γενικά φίλους από διαφορετικούς χώρους -δημοσιογράφους, σκηνοθέτες, σχεδιαστές, ηθοποιούς και άλλους- και γέννησε πολύ ωραία πράγματα. Ένα από τα οποία είναι ο ιντερνετικός ραδιοφωνικός σταθμός CR Radio που φιλοξενεί εδώ και πέντε με έξι χρόνια την εβδομαδιαία εκπομπή Προτελευταίοι, που εκπέμπει μέχρι και σήμερα και στην οποία έχει βασιστεί το ομώνυμο κόμικ στριπ. Τα CReatures εξελίχτηκαν σε μια πολύ δυναμική εταιρεία παραγωγής βίντεο και graphic / web design, στην οποία συμμετέχω, όποτε μπορώ, με την ιδιότητα του ηθοποιού. Τι ετοιμάζεις για το προσεχές μέλλον; Ένα πειραγμένο, παραφυσικό, ελληνικό γκόθικ κόμικ με μια δόση χιούμορ - ό,τι να 'ναι, δηλαδή. Πηγή Σημείωση δική μου: αν ακολουθήσετε το σύνδεσμο για την πηγή, θα δείτε μετά τις συνεντεύξεις και σχέδια των καλλιτεχνών. Ζητώ συγγνώμη, αλλά η συγκεκριμένη ιστοσελίδα είναι πολύ βαριά, μου πήρε πάνω από μία ώρα να ανεβάσω το άρθρο και δεν έχω ούτε το χρόνο, ούτε την υπομονή να ανεβάσω και τα σκίτσα. Ευελπιστώ στην κατανόησή σας.
-
- 15
-
-
- Μιχάλης Διαλυνάς
- Ηλίας Κυριαζής
- (and 6 more)
-
Βλέπουμε λοιπόν την φάτσα του θείου Αιμίλιου στο εξώφυλλο του κόμικ και μας ξυπνάνε ευχάριστες αναμνήσεις...! Το συγκεκριμένο τεύχος είναι η συνέχεια των Κουραφέλκυθρων,όπως δημοσιεύτηκαν στο socomic.gr από τον Απρίλιο του 2014 μέχρι τον Μάρτιο του 2015,καθώς και μία επιλογή από "ανέκδοτα με μέτριο γέλιο"...!Επίσης φιλοξενούνται και δύο guest artists οι οποίοι είναι ο Μιχάλης Διαλυνάς και ο Tomek...!Τέλος την γραφιστική επιμέλεια την έχει κάνει η Ελευθερία Σκλάβου...!
-
Πρόκειται για την μεταφορά στο χαρτί των στριπ που κυκλοφόρησαν στο socomic από τους Αντώνη Βαβαγιάννη (Κουραφέλκυθρα,AVPD) και Θανάση Πετρόπουλο (Καμμένα Βούρλα)...!Τα στριπάκια αυτά είναι εμπνευσμένα από τις εκπομπές που είχαν οι δημιουργοί στο crradio.gr,το αρχείο των οποίων μπορείτε να το ακούσετε στο mixcloud.com...! Η εισαγωγή του κόμικ έγινε από τον Τάσο Ζαφειριάδη και το σχέδιο στο εξώφυλλο είναι παρμένο από την φωτογραφία των δύο δημιουργών που υπάρχει στο οπισθόφυλλο...! Την σελιδοποίηση την έκανε η Ελευθερία Σκλάβου και την φωτογραφία του οπισθόφυλλου την επιμελήθηκε ο Νίκος Κατσαρός...! Προς το τέλος του κόμικ υπάρχουν μερικά guest strips από αρκετούς συναδέλφους των δημιουργών,τους οποίους κι ευχαριστούν...! Αυτοί είναι οι εξής : Δήμητρα Αδαμοπούλου Σπύρος Δερβενιώτης Μιχάλης Διαλυνάς Τάσος Ζαφειριάδης Ηλίας Κυριαζής Αλεξία Οθωναίου Παναγιώτης Πανταζής Tomek Και δύο σελίδες από το εσωτερικό...!
- 5 replies
-
- 28
-
-
- athenscon
- socomic.gr
-
(and 4 more)
Tagged with:
-
Τα Κουραφέλκυθρα του Αντώνη Βαβαγιάννη είναι το χιούμορ που έχουμε ανάγκη Όταν γνωρίζεις τον Αντώνη Βαβαγιάννη για πρώτη φορά, βλέπεις μπροστά σου έναν χαμογελαστό, ευγενή, χαμηλών τόνων άνθρωπο, πολύ ήρεμο και συγκροτημένο, σχεδόν ντροπαλό. Μετά πιάνεις στα χέρια σου τα Κουραφέλκυθρα και γνωρίζεις έναν άλλο Βαβαγιάννη, τον άνθρωπο που κρύβεται πίσω από τον “Θείο Αιμίλιο”, τη “Ζωζεφίνα”, τον “Λούθερ”, τον “κύριο Κλιάφα” και όλους τους τρομερούς χαρακτήρες του κόμικ που τον έκανε γνωστό και αγαπήθηκε από χιλιάδες κόσμου. Και βλέπεις τον υπέροχο σαρκασμό, την καυστική πένα και την παράξενα αλλά απολαυστικά χιουμοριστική ματιά του Αντώνη πάνω σε καθημερινές στιγμές που, λίγο-πολύ, όλοι έχουμε βιώσει κάποια στιγμή στη ζωή μας. Την τρίτη φορά που θα τον γνωρίσεις, θα παίζει πιάνο, κιθάρα ή μαντολίνο και θα τραγουδά στους Empty Frame, ένα από τα μακροβιότερα (υπάρχουν από το 2005) και πιο πολυσυζητημένα συγκροτήματα της εναλλακτικής, αγγλόφωνης μουσικής σκηνής στην Αθήνα. Πρόσφατα μάλιστα δημιούργησαν και το soundtrack για την τηλεοπτική σειρά του Mega, “Ηρωίδες”, έπειτα από πρόταση του ίδιου του σκηνοθέτη της σειράς. Όταν δεν σκιτσάρει και δεν βρίσκεται πάνω στη σκηνή ή σε κάποιο στούντιο ηχογράφησης, επιστρέφει στην κανονική του ζωή. Διδάσκει τα πιτσιρίκια της Τετάρτης Δημοτικού στη Σχολή Χιλλ. Κοινώς, όσο κι αν δείχνει έτσι εκ πρώτης όψεως, ο Αντώνης Βαβαγιάννης δεν είναι ακριβώς “το αγόρι της διπλανής πόρτας”. Και επειδή δεν συναντάς κάθε μέρα έναν άνθρωπο με τόσο διαφορετικές και ενδιαφέρουσες ασχολίες που, ταυτόχρονα, έχει και ένα τόσο φανατικό κοινό να τον υποστηρίζει, συναντηθήκαμε μαζί του για να μάθουμε περισσότερα για αυτόν -και κυρίως να γνωρίσουμε από κοντά τον άνθρωπο που δημιούργησε τον Θείο Αιμίλιο. Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι με τα κόμικ; Πάντα ασχολιόμουν με το κόμικ. Τα πρώτα κόμικ που έφτιαξα στην ουσία ήταν όταν ήμουν πιτσιρικάς, στο Δημοτικό, και ο στόχος τους ήταν να κοροϊδεύουμε ανελέητα έναν φίλο μας από την παρέα -δεν μπορώ να πω πως είμαι ιδιαίτερα περήφανος για αυτά (γέλια). Σε κάποια φάση είχα ένα site που λεγόταν vamvax, όπου και άρχισα να ανεβάζω εκεί κάποια κομιξάκια. Το πρώτο “εμπορικό”, ας πούμε, κόμικ που έκανα ήταν “Ο Φωτογράφος”. Το είχε δει στο site ο Σπύρος Δερβενιώτης και μου πρότεινε να το κάνουμε μαζί. Ανέλαβε αυτός το σκίτσο κι εγώ την ιστορία και εκδόθηκε από τα Ελληνικά Γράμματα, τα οποία έχουν κλείσει πλέον και αγνοείται η τύχη του, υπάρχουν κάποιοι τυχεροί που έχουν λίγα αντίτυπα. Τυχεροί, άτυχοι, δεν ξέρω (γέλια). Το πρώτο δικό μου κόμικ, σκίτσο και σενάριο, που είναι στην ουσία εμπορικό είναι τα “Κουραφέλκυθρα”, τα οποία τα κάνω εδώ και 7 περίπου χρόνια. Πώς σου ήρθε η ιδέα για τα Κουραφέλκυθρα; Γιατί δεν έχουν και το πλέον συνηθισμένο περιεχόμενο. Όταν ήμουν μικρός διάβαζα ένα περιοδικό που λεγόταν “Βαβούρα”. Εκεί υπήρχαν κάποιοι χαρακτήρες που, με το που έβλεπες τον τίτλο και τον χαρακτήρα, ήξερες τι θα γίνει στην κάθε ιστορία. Οπότε η ιδέα δούλεψε κάπως πάνω σε αυτό. Ήθελα να κάνω κάποιους χαρακτήρες που αυτά που θα κάνουν και θα λένε θα είναι πολύ στάνταρ και όλη η πλάκα θα εξελίσσεται στο ενδιάμεσο. Δεν ήθελα να περιοριστώ σε έναν χαρακτήρα και μια ιδέα και να είναι συνέχεια οι ίδιοι, ήθελα να μπορώ συνέχεια να τους ανανεώνω. Που δηλαδή ακόμα και αυτό δεν μπόρεσα να το κρατήσω και κατέληξα να βάζω κι εκεί γελοιογραφίες που δεν είχαν καμία σχέση με τους χαρακτήρες. Τελικά σε καλό βγήκε. Προσωπικά μου φάνηκε πως τα Κουραφέλκυθρα ήταν σαν να έγιναν διάσημα μέσα σε ένα βράδυ -παρότι υπάρχουν τόσα χρόνια- και έκτοτε τα βλέπω σχεδόν κάθε μέρα σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο ή μου τα αναφέρει κάποιος στη κουβέντα. Εντάξει “διάσημα” τώρα δεν ξέρω αν είναι (γέλια). Κοίταξε είναι αρκετά δημοφιλή, είναι αλήθεια, αλλά για πολλά χρόνια δεν ήταν έτσι, ήταν βασικά ένα πράγμα που άνηκε σε ένα πολύ φανατικό αλλά πολύ μικρό κοινό. Ακόμα και μετά τα πρώτα που ανέβασα στο comicdom.gr, υπήρχε ένα κοινό που τα ακολουθούσε σταθερά αλλά μιλάμε για 100-200 άτομα, όχι παραπάνω. Συνέβαλε κάτι στο να γίνουν περισσότερο γνωστά; Σίγουρα συνέβαλε το ότι όταν συμπλήρωσα τα 100 στριπάκια μου έκανε φιλική συμμετοχή ο Αρκάς. Του άρεσε πολύ το κόμικ και δέχτηκε με χαρά να συμμετάσχει. Νομίζω αυτό με βοήθησε πάρα πολύ τότε. Από εκεί και πέρα νομίζω πως χτίστηκε με τα χρόνια, του πήρε πολύ καιρό αλλά από στόμα σε στόμα και με λίγο σπρώξιμο από δω κι από εκεί έφτασε σε αυτό που είναι σήμερα. Αυτό που με κάνει να γελάω με τα Κουραφέλκυθρα είναι πως δεν έχουν ένα ξεκάθαρο χιούμορ. Είναι ένα μείγμα αμήχανων, άβολων και κάπως γελοίων (με την καλύτερη δυνατή έννοια) καταστάσεων που αρχικά σου προκαλούν νευρικό γέλιο και μετά απλά δεν μπορείς να σταματήσεις. Αυτό είναι πραγματικά καλό, σε ευχαριστώ πολύ. Είναι η επιδίωξή μου αυτή, δεν είναι τυχαίο (γέλια). Πιστεύεις πως το βλέπει έτσι και ο περισσότερος κόσμος; Πιάνει αυτό το είδος χιούμορ; Κοίτα νομίζω πως αυτοί που τα διαβάζουν το έχουν πιάσει το χιούμορ. Σε αυτούς που δε θα αρέσει, δε θα ασχοληθώ ιδιαίτερα. Δηλαδή αν κάποιος δει ένα-δύο και δεν “τα πιάσει”, επειδή έχουν μπόλικες αναφορές σε ταινίες και ποπ κουλτούρα γενικότερα, αν κάποιος δεν πολυασχολείται νομίζω ότι θα το παρατήσει εύκολα. Δεν είναι πως απευθύνονται σε ένα “συγκεκριμένο” κοινό, αλλά αν ο άλλος δεν είναι λίγο μυημένος δε θα καταλάβει το στυλ και το χιούμορ. Κάποια στιγμή είχε βγει και μια αγγλική μετάφραση των Κουραφέλκυθρων, σωστά; Ναι έγινε μια αγγλική μετάφραση, δυστυχώς όμως δεν είχα ούτε το χρόνο ούτε τη διάθεση να το επιδιώξω πολύ. Έφτιαξα το αγγλικό site και ανέβαζα σταθερά κι εκεί γινόταν κάτι εντελώς διαφορετικό από ότι γινόταν στα ελληνικά. Δηλαδή στα ελληνικά Κουραφέλκυθρα, οι περισσότεροι που τα διαβάζουν γουστάρουν τους χαρακτήρες. Έρχεται για παράδειγμα ο άλλος και σου λέει “κάνε κι άλλο Θείο Αιμίλιο, είναι ο αγαπημένος μου”. στο αγγλικό, επειδή είναι τόσο μεγάλος ο όγκος των web comics, ποτέ κανείς δεν έκατσε να επενδύσει στους χαρακτήρες της σειράς και να τους μάθει και να τους γουστάει το ίδιο -που είναι λογικό. Οπότε έβλεπα στα στατιστικά της Google πως όποτε ανέβαζα τέτοια κόμικ τα διάβαζαν ελάχιστοι. Κάποιες γελοιογραφίες όμως που ήταν αυτοτελείς, επειδή ανέβαιναν και σε site όπως το Reddit ή το 9GAG κλπ, είχαν τεράστια απήχηση και έπιαναν περισσότερο. Έτσι κάπως το παράτησα, ίσως το ξαναπιάσω κάποια στιγμή. Παρατηρώντας την ελληνική σκηνή του κόμικ τα τελευταία χρόνια, βλέπω πως ναι μεν έχει ανέβει κάποια σκαλοπάτια και έχει κερδίσει περισσότερη προσοχή από το κοινό, παραμένει όμως παραγκωνισμένη. Πώς βλέπεις τα πράγματα εσύ, “από μέσα”; Είναι αρκετά underground και ίσως παραμείνει για πάντα έτσι. Αλλά το ότι έχει ανέβει πολύ ισχύει. Και από την άποψη του πόσοι δημιουργούν πλέον κόμικ (και φτιάχνουν και ωραία πράγματα) και από την άποψη του πόσος περισσότερος κόσμος θα έρθει, ας πούμε, στο ComicDom σε σχέση με παλιότερα, όλα αυτά δείχνουν μια σημαντική άνοδο. Όλα αυτά όμως στο ίδιο underground πλαίσιο. Πέρα από τους γελοιογράφους που εργάζονται σε εφημερίδες και αυτούς που κάνουν δουλειές και στο εξωτερικό, δεν νομίζω πως μπορεί να ζήσει κανείς από το κόμικ. Στο φετινό ComicDom, όπου έγινε ο κακός χαμός από κόσμο, άκουσα κάποια στιγμή ένα παιδί που βρισκόταν δίπλα μου να λέει στον φίλο του “Καλύτερα όταν ήμασταν εμείς κι εμείς, τώρα δεν μπορείς να το απολαύσεις”... (γέλια) Ναι, υπάρχει και αυτός ο κόσμος. ...ναι, και παρότι μπορώ να καταλάβω ακριβώς τι εννοεί, μου κακοφαίνεται κάπως που σε αυτές τις μικρές κοινωνίες -είτε μιλάμε για κόμικ, είτε για μουσική, είτε για εικαστικά- υπάρχει αυτός ο “ελιτισμός” αν θες. Το βλέπεις αυτό στο χώρο των κόμικ; Εντάξει σίγουρα κάποιοι το έχουν αυτό. Προσωπικά δεν έχω τέτοια κολλήματα. Αφενός θα κάνω αυτό που μου αρέσει και δε θα επιχειρήσω να προσεγγίσω κάποιον που δε θα ασχολιόταν μαζί μου εξ αρχής. Αλλά το να βοηθήσεις κάποιον να ανακαλύψει κάτι που ίσως να μην το ανακάλυπτε ποτέ από μόνος του είναι κάτι πολύ θετικό και πολύ καλό. Από που εμπνέεσαι για τα Κουραφέλκυθρα; Μπορεί να φανεί περίεργο -βλέποντας το αποτέλεσμα- και, OK, πολύ κλισέ, αλλά κυρίως από την καθημερινή ζωή. Είναι πράγματα που μου έρχονται είτε σε συζητήσεις με φίλους, είτε παρατηρώντας γύρω μου και γενικά τα περισσότερα από αυτά είναι πράγματα που μου ήρθαν κάποτε και απλά τα σημείωσα σε ένα μπλοκάκι και μετά τα δούλεψα κάπως και δημιούργησα τα κόμικ. Συνήθως έτσι λειτουργώ. Ε και κάποιες φορές είναι, ξέρεις, απλά η φάση “Ω Θεέ μου είναι Δευτέρα και αύριο πρέπει να στείλω κάτι! Τι έχω μπροστά μου; Μια αλατιέρα. Αλατιέρα, αλάτι, τι μπορώ να κάνω με το αλάτι, χμ”. (γέλια) Πες μου λίγο και για την άλλη σου ασχολία, το συγκρότημα των Empty Frame. Επίσης πολλά χρόνια, κοντεύουμε 10 πλέον. Είμαστε μια παρέα φίλων στην ουσία, που πρώτα απ’ όλα θέλαμε να κάνουμε μια μπάντα για να παίζουμε μαζί και έπειτα να χρησιμοποιήσουμε κλασικά όργανα, όπως το τσέλο και το πιάνο, μέσα σε ένα ροκ σχήμα. Αυτό σιγά σιγά διαμορφώθηκε από τις διάφορες μουσικές επιρροές που έχουμε και πήρε τη μορφή που έχει σήμερα. Νομίζω πως δεν είχαμε σκεφτεί στην αρχή που θα πήγαινε, αυτό που βγήκε όμως μας ευχαριστεί πάρα πολύ. Και είναι κάτι σχετικά μοναδικό, δεν το κάνει πολύς κόσμος, οπότε δεν ακούς και αυτό το, ξέρεις, “α, παίζουν όπως εκείνοι”. Έχετε κυκλοφορήσει δύο άλμπουμ μέχρι σήμερα... Ναι, δύο άλμπουμ και δύο soundtrack -το ένα, αυτό για τις “Ηρωίδες”, που είναι ηχογραφημένο, και το άλλο για μία χορευτική παράσταση που ίσως ηχογραφηθεί σύντομα. Από άποψη οργάνωσης, είναι καλύτερα τα πράγματα στην ελληνική μουσική σκηνή από ότι σε αυτή του κόμικ; Δεν νομίζω. Γενικά δεν είμαστε καθόλου ευχαριστημένοι από το πώς λειτουργεί η ελληνική μουσική σκηνή. Αλλά αυτό είναι μεγάλη κουβέντα. (γέλια) Σίγουρα. Πίσω στα Κουραφέλκυθρα, ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια; Δεν έχω κάποιο σκοπό να τα σταματήσω. Τώρα, ότι μπαίνω κατά καιρούς στον πειρασμό να φτιάξω μια μεγαλύτερη ιστορία, μπαίνω. Αλλά και αυτό θα είναι περισσότερο σα διάλειμμα. Το καλό με τα Κουραφέλκυθρα είναι πως, επειδή έχουν πολλούς χαρακτήρες μου δίνουν μεγάλη ελευθερία και δεν με κουράζουν καθόλου. Θα ένιωθα τρομερά περιορισμένος αν είχα, π.χ., μόνο δύο βασικούς χαρακτήρες. θέλω να κάνω πολλά διαφορετικά πράγματα και να αλλάζω συνέχεια. Για περισσότερο Βαβαγιάννη επισκεφθείτε τα: www.vamvax.net facebook.com/Kouraphelkythra emptyframe.bandcamp.com πηγη
-
Του Αντώνη Βαβαγιάννη... http://www.balderduck.com/ υ.γ: https://scontent-cdg.xx.fbcdn.net/hphotos-xfp1/v/l/t1.0-9/10639351_426839124139963_3057443749335178008_n.jpg?oh=a264eb2c8f43341f6ae84a0c42660736&oe=558C62B4 υ.γ2:Για την εκδοση: Κουραφέλκυθρα...δεν είναι καν λέξη Εικονογράφηση:Αντώνης Βαβαγιάννης Comicdom press, 2008 64 σελ. ISBN 978-960-98646-0-2, [Κυκλοφορεί]
-
Κάνοντας για το 2014 έναν εγχώριο εκδοτικό απολογισμό για τον χώρο των κόμικς, θυμόμαστε τις ελληνικές δημιουργίες. Η χρονιά που μας πέρασε άφησε δουλειές όμορφες, ενδιαφέρουσες και ολοκληρωμένες. Από αυτές επιλέξαμε τις αγαπημένες μας πέντε (κι ένα bonus track). Είναι ξεκάθαρο: το επίπεδο των δημιουργών στη χώρα μας έχει ανέβει. Το «Αϊβαλί» (εκδ. Κέδρος), το οδοιπορικό του Soloup στη μικρασιατική πόλη, ήταν μια μεγάλη έκπληξη, ιδίως αν αναλογιστούμε το μέχρι πρότινος γελοιογραφικό ύφος του δημιουργού. Ο Soloup αλλάζει το σχέδιο σε σχέση με ό,τι τον είχαμε συνηθίσει, ερευνά, διαβάζει, φωτογραφίζει, παντρεύει την παράδοση με τη σύγχρονη σκιτσογραφία, ακροβατεί ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν και, θέτοντας πρωταγωνιστές τρεις Ελληνες Αϊβαλιώτες συγγραφείς, τον Φώτη Κόντογλου, τον Ηλία Βενέζη, την Αγάπη Βενέζη–Μολυβιάτη κι έναν Τούρκο, τον Αχμέτ Γιορουλμάζ, και με φόντο ματωμένα κεφάλαια της ιστορίας, εστιάζει στο ανθρώπινο δράμα και συνθέτει ένα γκράφικ νόβελ (448 σελίδων!) που γοητεύει. Τα «Χαρακώματα – ιστορίες από την οδό Γάγγραινας» (εκδ. Jemma) των Τάσου Ζαφειριάδη και Πέτρου Χριστούλια έρχονται 100 χρόνια μετά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι ένα κόμικς άλμπουμ που συλλέγει ολοσέλιδα στριπ με ιστορίες των Γάλλων στρατιωτών στο Δυτικό Μέτωπο. Εκεί, οι εγκλωβισμένοι στρατιώτες προσπαθούν να συμφιλιωθούν, όσο τους επιτρέπεται, με την εφιαλτική καθημερινότητα, έχοντας στο πλευρό τους έναν ισχυρό σύμμαχο: το χιούμορ. Καρτουνίστικο σχέδιο, διακωμώδηση της τραγικότητας, λεπτή ειρωνεία, αιφνιδιαστικές ατάκες και στο βάθος βομβαρδισμένα τοπία, αδέσποτες σφαίρες και λάσπες. Μικρά ανέκδοτα, βασισμένα σε ιστορικά ντοκουμέντα. Οι αναμετρήσεις με τους απέναντι, τους «Ξινολάχανους», διασκεδάζουν. Η «Παναγιά η Χελιδονού» (εκδ. Comicdom Press) είναι η διασκευή σε γκράφικ νόβελ του ομώνυμου διηγήματος της Γαλλίδας συγγραφέως Marguerite Yourcenar από τον Γιώργο Τσιαμάντα. Μέσα από τα όμορφα, γήινα και εναρμονισμένα με το ύφος της ιστορίας σχέδια του δημιουργού, ακολουθούμε τον καλόγερο Θεράπων που εγκαθίσταται κάπου μεταξύ Αχαρνών και Κηφισιάς και εξοργίζεται όταν βλέπει ότι οι κάτοικοι καλούν τους παλιούς θεούς. Καίει τις ελιές που ο κουφαλιασμένος κορμός τους κρύβει δαίμονες, γκρεμίζει αιωνόβια πλατάνια στη σκιά των οποίων στήνονται παγανιστικές γιορτές. Και αποφασισμένος να φυλακίσει μια για πάντα τις Νύμφες, χτίζει στην είσοδο της σπηλιάς τους μία εκκλησία. Η «Θαυμαστή καμήλα» (εκδ. Ικαρος) είναι ένα κόμικς παραμύθι του διάσημου Ευγένιου Τριβιζά όπως το σχεδίασε ο Νίκος Κούτσης, όπου η αιώνια παιδική αφέλεια του πρώτου ταίριαξε με το έντονο σχεδιαστικό ταμπεραμέντο του δεύτερου. Ο Νίκος Κούτσης αγαπάει και σχεδιάζει τους σούπερ ήρωες, όμως η προσγείωσή του στον παραμυθένιο κόσμο μοιάζει ομαλή και είναι ξεκάθαρο πως απόλαυσε τη συνεργασία. Μέσα από ζωντανά σχέδια, ζωηρούς χρωματισμούς και ανατολίτικες μυρωδιές, ακολουθούμε τη σύντομη και διδακτική ιστορία μιας όμορφης, ντελικάτης και ματαιόδοξης καμήλας που ήθελε να γίνει πιο όμορφη, με οποιοδήποτε κόστος. Τα «Κουραφέλκυθρα» του Αντώνη Βαβαγιάννη (εκδ. Jemma) με την πρώτη ματιά, τουλάχιστον στο σχεδιαστικό τους κομμάτι, δεν σου γεμίζουν το μάτι. Απλοϊκές γραμμές, ναΐφ χαρακτήρες, άγαρμπο στήσιμο που θυμίζουν ένα κακέκτυπο του Southpark. Και όμως, αυτό το βιβλίο συλλέγει κάποια από τα πιο έξυπνα στριπάκια που έχουμε διαβάσει εδώ και καιρό. Αποστομωτικά λογοπαίγνια, γελοιογραφίες, υπερβολές, ανέκδοτα και χοντράδες. Ο θείος Αιμίλιος όταν ανοίγει το στόμα του δεν λέει να το κλείσει, η μαθήτρια δημοτικού Ζοζεφίνα έχει εξωπραγματικές απορίες (ο Βαβαγιάννης στο επάγγελμα είναι δάσκαλος), ο πελάτης εστιατορίου βρίσκει συνεχώς κάτι στη σούπα του (ένας φόρος τιμής στον παλιό, καλό Αρκά). Ενα πανηγύρι παρωδίας τραγελαφικών καταστάσεων και τελικής ατάκας. Τέλος, και εμβόλιμα σε αυτή την πεντάδα των ελληνικών κόμικς, τη χρονιά που πέρασε, ήρθε μία σημαντική έκδοση που μας βοηθά να κατανοήσουμε τη μαγεία, αλλά και το θεωρητικό υπόβαθρο αυτής της αφηγηματικής τέχνης. Στα ελληνικά είδαμε το σημαντικό «Κατανοώντας τα κόμικς» του Scott McCloud (εκδ. Webcomics, μτφ. Νίκος Καμπουρόπουλος, πρώτη έκδοση 1993), ντοκιμαντέρ με τη μορφή κόμικς που προσδιορίζει, αναλύει και αποδομεί… τα κόμικς. Στημένο με ιδιοφυή και θαρραλέο τρόπο, είναι ένα ανάγνωσμα που αφήνει να φανούν νέα δεδομένα στον τρόπο που διαβάζουμε και αξιολογούμε μια κόμικς ιστορία, ένα εγχειρίδιο για νέους δημιουργούς, ένα εργαλείο για όσους διδάσκουν το κόμικς (αποτελεί βασική βιβλιογραφία στο σχετικό τμήμα της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών) και μια υπενθύμιση πως οι δυνατότητες των κόμικς είναι απεριόριστες. Ιδού και το σχετικό λινκ.
- 1 reply
-
- 19
-
-
- Soloup
- JEMMA PRESS
- (and 8 more)