Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Τριγυρνώ μες στην Αθήνα'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Τριγυρνώ μες στην Αθήνα: Η νυχτερίδα ωρίμασε και βγήκε πάλι παγανιά Ο λόγος γίνεται προφανώς για το comic «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» του Πέτρου Χριστούλια, το δεύτερο της σειράς με πρωταγωνιστή τον Καπετάν Νυχτερίδα, το οποίο είναι υποψήφιο σε διάφορες κατηγορίες των φετινών βραβείων κόμικς, συμπεριλαμβανομένου του βραβείου καλύτερου κόμικ. Πρόκειται για μια σειρά κόμικς, τα οποία δημοσιεύτηκαν αρχικά διαδικτυακά στο socomic.gr και στη συνέχεια τυπώθηκαν απ’ την Jemma Press. Την πρώτη περιπέτεια του Καπετάν Νυχτερίδα την γνωρίσαμε πέρσι με το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», ενώ στο comicdom-con Athens θα κυκλοφορήσει και η τρίτη περιπέτεια, την οποία αναμένουμε να διαβάσουμε. Το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» σαν γενική εικόνα μας προσφέρει μια ωριμότερη προσπάθεια του Πέτρου Χριστούλια να αφηγηθεί την ιστορία του Καπετάν Νυχτερίδα. Ο Χριστούλιας αφού μας γνώρισε τους πρωταγωνιστές, την ιστορία και τη δικιά του μετεμφυλιακή Αθήνα στο «Γυρνώ σαν νυχτερίδα», αυτή τη φορά αναπτύσσει τις ιδέες του πιο άνετα και εμβαθύνοντας περισσότερο, όμως απ’ την άλλη δεν καταφέρνει να ξεπεράσει κάποια αρνητικά στοιχεία που υπήρχαν και στο πρώτο έργο. Αρχικά, λοιπόν, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» μας προσφέρει μια πιο ολοκληρωμένη ιστορία που έχει εμβαθύνει στην ατμόσφαιρα της μετεμφυλιακής Ελλάδας και στους χαρακτήρες της. Η Αθήνα της δεκαετίας του ’50 είναι στο επίκεντρο της ιστορίας. Είναι μια Αθήνα πολυδιάστατη, με διαφορετικούς ανθρώπους και διαφορετικές ιστορίες. Θα γνωρίσουμε την Αθήνα της «υψηλής κοινωνίας», μέσα από το ιατρείο του δρ. Μπουζιανόπουλου. Ο Μπουζιανόπουλος είναι μια τυπική φιγούρα ενός συντηρητικού της εποχής, με ιδιωτικό ιατρείο και φανερή οικονομική άνεση, ο οποίος μιλάει κοφτά στην καθαρεύουσα, χωρίς να σου αφήνει πολλά περιθώρια να τον συμπαθήσεις. Είναι άνθρωπος της ίδια πάστας με τον Μπουγιουρντόπουλο, το μαυραγορίτη που πλούτισε στην κατοχή, αλλά τα πλούτη του έμειναν κρυμμένα μετά το θάνατό του στην Απελευθέρωση. Οι μαυραγορίτες ήταν ένα φαινόμενο με μεγάλη έξαρση στην κατοχική Αθήνα και ιδιαίτερα την περίοδο του μεγάλου λιμού, όπου συγκέντρωσαν τεράστια πλούτη απ’ τη δυστυχία του λαού. Όμως συγκέντρωσαν και μεγάλο μίσος απ’ την κοινωνία και τις δυνάμεις της Αντίστασης. Η ιστορία του Μπουγιουρντόπουλου είναι μια απ’ τις τόσες ιστορίες των συνεργατών των κατακτητών, που ξεκοκάλισαν το λαό αφού επένδυσαν στον πόλεμο, την πείνα και τον θάνατο. Όμως (spoiler) τα πλούτη αποδείχτηκε ότι κανείς δεν τα παίρνει στον τάφο του, σε αντίθεση με το μίσος και την απαξίωση που θα κυνηγάει για πάντα τη μνήμη του. Απ’ την άλλη όμως στο «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» υπάρχει και η άλλη Αθήνα των απλών λαϊκών ανθρώπων, του «προλεταριάτου» που λέει και ο Καπετάν Νυχτερίδας, ο οποίος μπορεί να είναι πλούσιος, αλλά προτιμάει να συχνάζει στα δικά τους μέρη. Αυτή η Αθήνα διασκεδάζει στα ρεμπετάδικα ή απλά εκεί πίνει για να πνίξει τον πόνο της. Το ρεμπέτικο έχει μάλιστα εξέχουσα θέση σε όλο το κόμικ, αφού με έναν πολύ πρωτότυπο τρόπο ο Χριστούλιας έχει δημιουργήσει soundtrack στο κόμικ με τραγούδια του Τσιτσάνη, του Μητσάκη και άλλων. Η Αθήνα του ρεμπέτικου είναι και η Αθήνα ανθρώπων, κτηρίων και επαγγελμάτων για τα οποία ακούγαμε μικροί και ίσως έχουμε δει σε παλιές ελληνικές ταινίες. Οι Αθηναίοι πηγαίνουν τα παιδιά τους το βράδυ στον Καραγκιόζη, ο οποίος εμφανίζεται με ζωντανή ορχήστρα. Ασκούν επαγγέλματα, τα οποία δεν υπάρχουν σήμερα, όπως ο παγοπώλης, ο θυρωρός ή ακόμα και η χαρτορίχτρα που διαβάζει το φλιτζάνι. Και όλοι αυτοί ζουν σε μια πόλη με κτήρια με σιδερένια ασανσέρ που βρίσκει κανείς πια μόνο σε πολύ παλιές πολυκατοικίες. Και φυσικά είναι μια Αθήνα που περιπολείται από αστυνομικούς που περισσότερο θυμίζουν χωροφύλακες με τα καπέλα που κρύβουν το πρόσωπό τους και όποια υποψία προσωπικότητας και ανθρωπιάς, με την αυταρχική φωνή και το αυστηρό ύφος. Σε αυτή την Αθήνα τριγυρνά ο Καπετάν Νυχτερίδας, ο οποίος δεν έχει ξεπεράσει παλιότερα κουσούρια που κουβαλάει από το «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα». Ίσως το βασικότερο κουσούρι του είναι ότι θα μπορούσε και να μην υπάρχει στην ιστορία. Η προσπάθεια μιας μεταφοράς – παρωδίας του Μπάτμαν στη μετεμφυλιακή Ελλάδα παραμένει ασταθής, αφού ο Καπετάν Νυχτερίδας δεν έχει καταφέρει να μας αποδείξει την αξία του ως πρωταγωνιστής μαζί με τον πιστό του Ρόμπιν, τον Δεκαοχτούρα. Και αυτή τη φορά ο Καπετάν Νυχτερίδας δεν έχει να μας προσφέρει πολλά αστεία, πέρα από γκάφες που προκαλούν εύκολο γέλιο. Όμως αυτή τη φορά και η ίδια η ιστορία του Καπετάν Νυχτερίδα παρουσιάζεται πιο ώριμη. Πέρα από την έξυπνη εξέλιξη της ιστορίας με ανατροπές και δουλεμένους χαρακτήρες που τη βοηθάνε να προχωρήσει, το μεγάλο ατού της νέας ιστορίας του Χριστούλια είναι ότι βρήκε έναν κακό που χρειαζόταν το κόμικ. (Από εδώ και πέρα όντως ακολουθούν spoiler για το τέλος της ιστορίας.) Ο δρ. Μπουτζιανόπουλος, ο οποίος είναι θύμα του μαυραγορίτη Μπουγιουρντόπουλου μετά το θάνατο της γυναίκας του δεν έχει πλέον κανέναν ενδοιασμό να γίνει θύτης και να σκοτώσει τον εκμεταλλευτή του. Με έναν τυπικό μονόλογο villain αλλά και με όλα τα χαρακτηριστικά του ιδιοφυούς εγκληματία της μετεμφυλιακής Ελλάδας, που μιλάει σαν να απειλεί τους ήρωές μας και αφηγείται τα γεγονότα στην καθαρεύουσα ο Μπουζιανόπουλος συμπλήρωνε ένα μεγάλο κενό στην ιστορία και μας άφησε τελικά με μια ωραία γεύση. Με το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» οι ιστορίες του Καπετάν Νυχτερίδα, παρά τα κάποια ελαττώματα που παραμένουν, έχουν πια βρει το σωστό δρόμο, έχουν ωριμάσει και έχουν τη δυνατότητα να μας προσφέρουν κι άλλες όμορφες στιγμές στο μέλλον. Και πώς αλλιώς να αποχαιρετήσουμε αυτό το κόμικ; Με το να του ευχηθούμε καλή επιτυχία στα βραβεία την Παρασκευή, αλλά και βάζοντας να ακούσουμε το soundtrack του… Πηγή
  2. Ένας Έλληνας Μπάτμαν στη σκιά της Ακρόπολης Σαν κάθε vigilante που σέβεται τον εαυτό του, ο Νυχτερίδας απεχθάνεται τους μπάτσους και το δηλώνει ανεπιφύλακτα Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Το είδος της υπερηρωικής παρωδίας δεν είναι κάτι καινούργιο. Οι μεταμορφώσεις των σωτήρων της ανθρωπότητας σε ό,τι πιο παράταιρο και τα «ταξίδια» τους στα πιο ανοίκεια μέρη, σε μακρινές εποχές, αποτελούν σταθερή και συχνά επιτυχημένη συνταγή. Μία παρωδία με τον Μπάτμαν στη μεταπολεμική Αθήνα δεν είναι όμως και πολύ συνηθισμένη. Μήπως όμως δεν παρωδείται ο Μπάτμαν αλλά η εικόνα μας για την μεταπολεμική Αθήνα; Μετά το βραβευμένο (καλύτερο διαδικτυακό κόμικς στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2015) «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», μια αστική, σατιρικά ερωτική περιπέτεια στην Τρούμπα της δεκαετίας του 1950 με πρωταγωνιστή έναν μασκοφόρο κατ’ εικόνα αλλά όχι κατ’ ομοίωση του Μπάτμαν, ο Πέτρος Χριστούλιας επιστρέφει στον αλλόκοτο χαρακτήρα και τον τοποθετεί στα σοκάκια της μεταπολεμικής Αθήνας με το «Τριγυρνώ Μες στην Αθήνα» (εκδόσεις Jemma Press). Βοηθός του, «sidekick» όπως θα χαρακτηριζόταν σε έναν συμβατικό υπερηρωικό τίτλο, ας πούμε κάτι σαν Robin, είναι ο Δεκαοχτούρας, ένα πεινασμένο χαμίνι της μεταπολεμικής περιόδου και φλεγματικός μπάτλερ του ο Αλμπερτ (με σπεσιαλιτέ του τα γεμιστά), κατ’ αντιστοιχία με τον Αλφρεντ του αυθεντικού Μπάτμαν. Ο καπετάν Νυχτερίδας του Χριστούλια δεν διαθέτει καμιά υπερηρωική δύναμη, όπως άλλωστε και το «πρωτότυπό» του. Ο Μπάτμαν, ωστόσο, είναι τουλάχιστον πολυμήχανος, ευρηματικός, μυώδης και οικονομικά εύρωστος. Ο Νυχτερίδας έχει κοιλίτσα, είναι αξύριστος, φτωχός κι επιρρεπής στο αλκοόλ και στους έρωτες «με την πρώτη ματιά». Για αδιευκρίνιστους και τεχνηέντως συσκοτισμένους λόγους, φορά ένα φτηνό και παλιομοδίτικο υπερηρωικό κοστούμι, μάσκα, μπέρτα και μπότες που δεν φαίνεται να του χρησιμεύουν σε τίποτε. Οδηγεί όμως ένα «εντυπωσιακό» αυτοκίνητο, με κομπολόι κρεμασμένο στον καθρέφτη του, όχι ακριβώς στα πρότυπα του μπάτμομπιλ. Κι από τις περιπέτειές του στις ταράτσες δεν αντικρίζει το Γκόθαμ αλλά μπουγάδες, απλωμένα σώβρακα, καμινάδες, κεραμίδια, ακάλυπτους, παράγκες και αυλές με πηγάδια σε μια ασπρόμαυρη και ρημαγμένη Αθήνα που πασχίζει να ξεπεράσει το τραύμα της κατοχής και του εμφυλίου, χωρίς να τα καταφέρνει και πολύ καλά. Το σήμα στη στολή του (θα ήθελε να) παραπέμπει στην αφαιρετική νυχτερίδα του Μπάτμαν αλλά μοιάζει περισσότερο με κακοσχεδιασμένο κουνούπι. Και οι εχθροί του δεν θυμίζουν καθόλου τους φαντεζί ψυχοπαθείς και εκκεντρικούς εγκληματίες Joker, Riddler, Two-Face, Penguin κ.ά. αλλά είναι κουτσαβάκια, πορτοφολάδες και παλιοί κατοχικοί μαυραγορίτες. Ασε που πονάει αφάνταστα ο ώμος του με πιθανότητες αρθριτικών… Η Αθήνα του ’50 και τα χαρακτηριστικά σημεία της παίζουν καθοριστικό ρόλο στην πλοκή (αριστερά) όπως επίσης και ένας πρώην μαυραγορίτης της κατοχής (κέντρο) αλλά πίσω απ' όλα κρύβεται ένας μεγάλος (και ανεκπλήρωτος) έρωτας (δεξιά) Η Αθήνα που αναπλάθει ο Χριστούλιας, ως εξωτικός, ανεξερεύνητος και αφιλόξενος τόπος για έναν Πειραιώτη wannabe υπερήρωα («Δεν μου αρέσει να ανεβαίνω στην Αθήνα. Ειδικά το Κολωνάκι με όλους αυτούς τους ξιπασμένους αστούς» μονολογεί ο Νυχτερίδας) είναι το πιο εντυπωσιακό κομμάτι αυτής της σύνθεσης. Ασπρόμαυρη, βρόμικη και καθόλου λαμπερή όπως θέλουν να την παρουσιάζουν οι νοσταλγοί ενός εξωραϊσμένου και ωραιοποιημένου παρελθόντος κατά το οποίο, τάχα, όλα ήταν πιο αληθινά, πιο αγνά και πιο όμορφα. Τα ασανσέρ είναι συχνά χαλασμένα, οι παγοπώλες κάνουν χρυσές δουλειές καθώς τα ψυγεία είναι ακόμα πολυτέλεια, στα καταστήματα κάτω από την Ακρόπολη πωλούνται «Υφάσματα», «Νεωτερισμοί» και «Υποδήματα», στα ταβερνεία και στα καταγώγια η ρετσίνα πάει κι έρχεται, πλανόδιοι κουλουράδες και εφημεριδοπώλες διαλαλούν την πραμάτειά τους και η διασκέδαση του πληθυσμού είναι το Θέατρο Σκιών με τον Καραγκιόζη σε πρώτο ρόλο αλλά και το μπαρμπούτι και τα ρεμπετάδικα. Αυτοί που διαχρονικά παραμένουν ίδιοι είναι οι αστυνομικοί («Α, όλα κι όλα! Εγώ δεν έχω σχέση με τους μπάτσους» ξεκαθαρίζει ο Νυχτερίδας στον Φιόγκο σε μια σκηνή, ενώ σε μια άλλη η δράση εξελίσσεται μπροστά από το 16ο Αστυνομικό Τμήμα φέρνοντας στον νου τον γκαφατζή, μεταμφιεσμένο σε αστυνομικό Κώστα Χατζηχρήστο) και οι ηλικιωμένες γυναίκες που διαβάζουν τον καφέ. Σε αυτήν την Αθήνα προσπαθεί να βάλει τάξη ο καπετάν Νυχτερίδας, ωσάν νέος Δον Κιχώτης, όταν δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα ούτε με τον Αργύρη, τον αυστηρό αδερφό της όμορφης Ασημίνας. Οι λεπτομέρειες στην αναπαράσταση αυτής της Αθήνας, άλλες καλά κρυμμένες στα περιθώρια των εικόνων κι άλλες αμεσότερες, και οι αναφορές-παραπομπές στην πολιτική ιστορία της, ακόμα και τη μεταγενέστερη της δεκαετίας του ’50, δημιουργούν ένα μωσαϊκό από καταστάσεις και γεγονότα που αποσιωπούν οι τουριστικοί οδηγοί. Οι χαφιέδες που καιροφυλακτούν και καταδίδουν, το κτίριο (της Μάρφιν; ) που τυλίγεται στις φλόγες και πάνω απ’ όλα η κατοχική Αθήνα με τους μαυραγορίτες και τις γερμανικές περιπόλους, τον αγκυλωτό σταυρό και τους νεκρούς από έλλειψη φαρμάκων και τροφίμων αποδίδονται ως ψηφίδες της ιστορίας αυτής της πόλης, ενός κοντινού παρελθόντος που θέλει να ξεχάσει. Και το πιο παράξενο; Αποδίδονται με χιουμοριστικό τρόπο μέσα από τις παρανοϊκές περιπέτειες ενός διαταραγμένου κι αλλοπαρμένου, κατά τα άλλα συμπαθέστατου και φιλόδοξου μεσήλικα. Και με το ιδιαίτερο, ελκυστικό σχεδιαστικό στυλ του Πέτρου Χριστούλια (βραβείο καλύτερου Ελληνα σχεδιαστή το 2015) που με την ίδια δεξιοτεχνία εικονογραφεί κωμικές και τραγικές σκηνές, πρόσωπα-καρικατούρες και πρόσωπα εκφραστικά, σκηνές μέσα σε ένα αμάξι και απόψεις μιας ολόκληρης πόλης από «ευρυγώνιο» φακό. Το «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» του Πέτρου Χριστούλια (εκδόσεις Jemma Press) είναι το σίκουελ του βραβευμένου «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα» και δημοσιεύτηκε σε πρώτη φάση στον ιστότοπο socomic.gr Σε μια φαινομενικά ανορθόδοξη ιστορία που σε πρώτη ανάγνωση στοχεύει στην αποδόμηση των στερεοτύπων αλλά ουσιαστικά σχολιάζει την ανθρωπολογικά σύνθετη Ιστορία μιας συγκεκριμένης περιόδου. Με χιούμορ που προκύπτει από το (όχι και τόσο) ανοίκειο των καταστάσεων. Πηγή Αφιέρωμα στον Πέτρο Χριστούλια Ακολoυθήστε τα λινκ για να διαβάσετε και τις πολύ ωραίες παρουσιάσεις των δύο έργων, αμφότερες από τον Indian.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.