Search the Community
Showing results for tags 'Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη'.
-
Από τον Παπαφλέσσα (αριστερά) μέχρι τον Μιαούλη (δεξιά) η εικονογραφία βασίζεται σε ζωγραφικά έργα καλλιτεχνών του 19ου αιώνα, ενώ δεσπόζουν τα σύμβολα όπως η σημαία και κυριαρχούν η λεβεντιά και η γενναιότητα. Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα των εκδόσεων Ατλαντίς (Πεχλιβανίδης) έφεραν τη δεκαετία του 1950 στην Ελλάδα μια πλειάδα έργων της παγκόσμιας κλασικής λογοτεχνίας (Οι Άθλιοι, Μεγάλες Προσδοκίες, Έγκλημα και Τιμωρία, Μόμπυ Ντικ, Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, Δον Κιχώτης, Άμλετ κ.ά.) διασκευασμένων και προσαρμοσμένων σε κόμικς. Από τα μέσα της δεκαετίας όμως, επιχειρώντας να διευρύνουν το κοινό τους, εμπλούτισαν τη σειρά με θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος και ιστορίες από την αρχαιότητα, το Βυζάντιο και το 1821, σε τεύχη που κυκλοφορούσαν αποκλειστικά στην ελληνική αγορά και ήταν δημιουργημένα από Έλληνες συγγραφείς, σεναριογράφους, ζωγράφους, εικονογράφους, χαράκτες κ.λπ. Έχοντας την κατάλληλη άδεια από τους Αμερικανούς εκδότες, ανέθεσαν σε σημαντικούς δημιουργούς το έργο αυτό (Βασίλης Ρώτας, Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Νίκος Ρούτσος στα σενάρια, Κώστας Γραμματόπουλος, Άκης Αβαγιανός, Παύλος Βαλασάκης, Βασίλης Ζήσης, Νίκος Καστανάκης, Γιάννης Δραγώνας, Μέντης Μποσταντζόγλου στα σχέδια) και προχώρησαν στην έκδοση μιας σειράς τίτλων γύρω από την ελληνική επανάσταση που όλοι χαρακτηρίζονταν από την αποθέωση της ελληνικής ψυχής, τους ηρωισμούς, το απαράμιλλο θάρρος, το πάθος για την ελευθερία, το ακατάβλητο πνεύμα. Και, φυσικά, από τις αναγκαίες κορόνες περί του μεγαλείου της θρησκείας, της τρισχιλιετούς και αδιαιρέτου ελληνικής ιστορίας, της αυτοθυσίας και της αυταπάρνησης. Οι ήρωες της Επανάστασης στις εικόνες των εξωφύλλων, παραπέμπουν στη βυζαντινή αγιογραφία Ατσαλάκωτοι μπουρλοτιέρηδες Διάσημοι συγγραφείς, όπως ο Βασίλης Ρώτας, και δεξιοτέχνες εικονογράφοι, όπως ο Κώστας Γραμματόπουλος, είναι υπεύθυνοι για τον μεγαλύτερο αριθμό τευχών της σειράς Σχεδόν στο σύνολο των έργων που αφορούν την ελληνική επανάσταση επαναλαμβάνονται, είτε στα προλογικά σημειώματα είτε στα κείμενα του εκάστοτε αφηγητή, οι γνωστές ρητορείες περί αδάμαστου ελληνισμού, αναμασώνται ηθικοπλαστικού τύπου διδάγματα και επανέρχονται κλισέ εκφράσεις και στερεοτυπικά απαράλλαχτα υμνητικά λογύδρια για την ανδρεία, τη γενναιότητα, την αποφασιστικότητα, την αφοσίωση, την ανιδιοτέλεια, την πίστη, το έθνος, την πατρίδα, την ορθοδοξία, την εθνεγερσία. Η γλώσσα αυτή σε συνδυασμό με τις εικόνες που στηρίζονταν σε μια εύκολα χειραγωγήσιμη και διαχειρίσιμη σχεδιαστική «καθαρότητα» και απλοποίηση συνέθεταν σε κάθε αυτοτελή ιστορία ένα μικρό παραμύθι που, στην περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα της μετεμφυλιακής Ελλάδας και με τη Δεξιά να επικρατεί εξοντώνοντας και εξορίζοντας τους πολιτικούς αντιπάλους της, συνόδευε τον κυρίαρχο κρατικό λόγο όπως εκφραζόταν και επιβαλλόταν στα σχολικά βιβλία, στις γιορτές και στις παρελάσεις, στις εθνικές αφηγήσεις. Δεν είχαν σημασία και τόσο πολύ η ιστορική ακρίβεια, ο αναστοχασμός, η διαλεκτική, η τεκμηρίωση, η σχέση της ελληνικής επανάστασης με άλλες εξεγέρσεις της εποχής της, η σύνθεση του επαναστατικού υποκειμένου, το πολιτικό στοιχείο. Το μόνο ή ένα από τα λίγα που ενδιέφεραν τους συντελεστές των Κλασσικών Εικονογραφημένων ήταν να περιγράψουν σε αδρές γραμμές αυτά που, λίγο-πολύ, μάθαιναν τα παιδιά στα σχολεία χρησιμοποιώντας μια γλώσσα απλή και κατανοητή, χωρίς υπαινιγμούς και «κινδύνους» για παρεξηγήσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι το μεγαλύτερο μέρος των εξωφύλλων των Κλασσικών Εικονογραφημένων που αφορούσαν το 1821 αποτελούσαν ταυτόχρονα τις αλήστου μνήμης εικόνες στις σχολικές αίθουσες (ορισμένες χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα!) που ανασύρονταν σε κάθε εθνική εορτή, καρφώνονταν με πινέζες ή στερεώνονταν με σελοτέιπ και κάλυπταν με τα βλοσυρά και αποφασιστικά πρόσωπα των ηρώων τοίχους και διαδρόμους, πάντα σε γαλανόλευκο φόντο, ανάμεσα σε καριοφίλια και αρχαιοπρεπή τσιτάτα προορισμένα να συντελούν στην εθνική ανάταση, με ισχυρές δόσεις κιτς. Παράδοξο ήταν, ωστόσο, το γεγονός ότι η πλειονότητα των δημιουργών που συνεργάστηκαν και φιλοτέχνησαν τα εγχώρια Κλασσικά Εικονογραφημένα ήταν προοδευτικοί καλλιτέχνες αριστερών καταβολών, με θητεία -προγενέστερα αλλά και μεταγενέστερα- σε εντελώς διαφορετικά έντυπα. Μια εξήγηση δίνει ο Γιάννης Σκαρπέλος, πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου, στο αναλυτικότατο και διεξοδικό βιβλίο του Ιστορική Μνήμη και Ελληνικότητα στα Κόμικς (εκδόσεις Κριτική, 2000): «Είναι επικίνδυνα απλουστευτική η στάση όσων καταδικάζουν τα Κλασσικά Εικονογραφημένα ως λιανοπωλητές του αμερικανικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, επειδή τα διένεμε η σύζυγος του Αμερικανού Πρέσβη στα ορφανοτροφεία. Και την θεωρούμε ως επικίνδυνα απλουστευτική, διότι μέσα από την αξιολογική κρίση και απόρριψη τα διαγράφουν, παραβλέποντας το γεγονός ότι τα τεύχη των Κλασσικών Εικονογραφημένων επανεκδίδονταν ως τα τέλη τουλάχιστον της δεκαετίας του ’70, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 επιχειρήθηκε μια ακόμη επανέκδοσή τους. Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα μίλησαν για το παρελθόν σε πολλές γενιές, εξοικειώνοντάς τες με μια εκδοχή του η οποία μπορούσε να συμβαδίζει ταυτόχρονα με τις αριστερές πεποιθήσεις των δημιουργών και με τις δεξιές αντιλήψεις που επιβάλλονταν στην κοινωνία. »Πιστεύουμε ότι η ιδεολογική ισορροπία ανάμεσα στα δύο, αλλά και το γεγονός ότι είναι μία από τις λίγες σειρές με τόσο μακροχρόνια και συστηματική παρουσίαση του παρελθόντος, καθιστά εύλογη την ενασχόληση με αυτήν, και τη συσχέτιση με τις υπόλοιπες εκδοχές του παρελθόντος που αναπτύσσονται την ίδια περίοδο, τους υπόλοιπους λόγους για το παρελθόν – πολιτικούς ή εκπαιδευτικούς». Από την άλλη, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα τεύχη συνέβαλαν στη φιλαναγνωσία και είχαν μια αναμφισβήτητη εκπαιδευτική και παιδαγωγική διάσταση, καθώς έδιναν στα παιδιά την ευκαιρία να διαβάσουν ολοκληρωμένες ιστορίες και να παρακολουθήσουν εικονοποιημένα τα περιστατικά που λαμβάνουν χώρα σε αυτές. Οι εικόνες, τα πορτρέτα, οι τοπιογραφίες και οι πολυπληθείς σκηνές μάχης βασίζονταν εν πολλοίς στη διαδεδομένη εικονογραφία της ελληνικής επανάστασης, όπως την είχαν διαμορφώσει ζωγράφοι του δέκατου ένατου αιώνα, μεταξύ των οποίων ο Ευγένιος Ντελακρουά, ο Καρλ Κρατσάιζεν, ο Θεόδωρος Βρυζάκης, ο Διονύσιος Τσόκος, ο Πέτερ Φον Ες, ο Λουντοβίκο Λιπαρίνι, ο Τζοβάνι Μπότσι κ.ά., ορισμένοι μάλιστα εξ αυτών έχοντας ιδία πείρα, καθώς βρέθηκαν στην Ελλάδα το 1821 και τα χρόνια που ακολούθησαν. Ο εξωραϊσμός των πολεμικών σκηνών, η ωραιοποίηση των ηρώων, οι ευθυτενείς κορμοστασιές, οι ατσαλάκωτες και ολόλευκες φουστανέλες, τα γυαλιστερά καριοφίλια, τα φροντισμένα μουστάκια εν καιρώ πολέμου συνέβαλαν σε μια εικόνα εορταστικού πανηγυριού παρά θανατηφόρων μαχών σώμα με σώμα. Τα κείμενα, αν και υπέπιπταν συχνά σε έναν ηθικοδιδακτικό και πατερναλιστικό τρόπο αφήγησης, μιλώντας για ηρωισμούς, μαρτυρικούς θανάτους, θρυλικές εφορμήσεις και επικούς θριάμβους, ήταν πάντα προσεγμένα ως προς το γλωσσικό μέρος. Και με εξαίρεση ορισμένες υπερβολές, για παράδειγμα στον ρόλο της θρησκείας, εμφορούνταν από μια εξύμνηση του προτάγματος για ελευθερία, για αγώνα, για εξέγερση. Μέσα στις αντιφάσεις τους, τα Κλασσικά Εικονογραφημένα για την ελληνική επανάσταση προσφέρουν ψήγματα γνώσης για το ιστορικό παρελθόν αλλά, ακόμη περισσότερο, αποτελούν αποτυπώματα της χρονικής συγκυρίας κατά την οποία δημιουργήθηκαν, μιας ταραγμένης και σκοτεινής περιόδου της σύγχρονης Ελλάδας. Και το σχετικό link...
- 3 replies
-
- 15
-
- Βασίλης Ρώτας
- Νίκος Ρούτσος
- (and 8 more)
-
-
- 2
-
- Κλασσικά Εικονογραφημένα
- Βασίλης Ρώτας
- (and 3 more)