Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην Κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για ετικέτες 'Πέτρος Μαρτινίδης'.

  • Αναζήτηση ανά ετικέτες

    Πληκτρολογήστε ετικέτες χωρισμένες με κόμματα.
  • Αναζήτηση ανά συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Ενότητες

  • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΝΕΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΒΟΗΘΕΙΑ
    • ΝΕΑ
  • ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
    • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
    • ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ
  • ΧΑΛΑΡΩΜΑ
    • ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
    • ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ
    • ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Διάφορα
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Ντόναλντ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Super Μίκυ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Κόμιξ
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μίκυ Μάους
  • ΝΤΙΣΝΕΥ's Μπλα μπλα
  • VINTAGE's Συζήτηση
  • VIDEO GAMES's Γεν. Συζήτηση για Video Games

Blogs

  • Valt's blog
  • Dr Paingiver's blog
  • GCF about comics
  • Vet in madness
  • Θέμα ελεύθερο
  • Film
  • Comics, Drugs and Brocc 'n' roll
  • I don't know karate, but i know ka-razy!
  • Γερμανίκεια
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ή Η ΑΧΡΗΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • Κομικσόκοσμος
  • The Unstable Geek
  • Σκόρπιες Σκέψεις
  • Dhampyr Diaries
  • Περί ανέμων και υδάτων

Ημερολόγια


Βρείτε αποτελέσματα σε ...

Βρείτε αποτελέσματα που ...


Ημερομηνία Δημιουργίας

  • Αρχή

    Τέλος


Τελευταία ενημέρωση

  • Αρχή

    Τέλος


Φιλτράρετε με αριθμό ...

Εγγραφή

  • Αρχή

    Τέλος


Ομάδα


Member Title


MSN


Website URL


Yahoo


Skype


Πόλη


Επάγγελμα


Ενδιαφέροντα

  1. Η Ανατολική Σήραγγα στην άκρη της Αποικίας Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Εσφαλμένα, μια μερίδα αναγνωστών είχε ταξινομήσει και κατατάξει κάποτε τον Αρκά στην ευρεία Αριστερά. Λίγο τα έντυπα στα οποία δημοσιεύονταν τα έργα του («Βαβέλ», «Παρά Πέντε», «Ελευθεροτυπία» κ.ά.), λίγο η θεωρούμενη ως εναλλακτική κουλτούρα των κόμικς, λίγο το ιδιότυπο χιούμορ του, και ο Αρκάς, αυθαίρετα, είχε γίνει «δικός μας» σε έναν κόσμο μανιχαϊστικών διπόλων. Τα τελευταία χρόνια αυτός κάνει ό,τι μπορεί για να αποτινάξει από πάνω του αυτή τη «ρετσινιά». Σε σημείο που έγινε, άθελά του ίσως, σημαία της «άλλης πλευράς» (πόσο αστεία ακούγεται η διάκριση σε αυτές τις πλευρές όταν οι πόλοι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ…) Ωστόσο, η έννοια του διπόλου ήταν πάντα το βασικό εργαλείο των απολαυστικών ιστοριών του. Ο σεξουαλικά καταπιεσμένος Κόκκορας και το ακόλαστο Γουρούνι μπον βιβέρ, ο διανοούμενος Ισοβίτης και ο κυνικός Μοντεχρήστος, ο μπαμπάς-σπουργίτι και ο σκληρός γιος του, ο αφελής Καστράτο και η επαναστάτρια Λουκρητία… Σε κάθε ιστορία του Αρκά υπήρχε ένα δίπολο και ανάμεσα στους πόλους στηνόταν ένας ολόκληρος μύθος, τέτοιος που να ταυτίζεσαι με το θύμα και να το λυπάσαι, αλλά να ζηλεύεις ενοχικά τον θύτη. Στην «Αποικία» (εκδόσεις Γράμματα), το δίπολο άλλαξε. Ο ένας πόλος, ο Λαυρέντης, είναι ο ευκολόπιστος και άοκνος εργάτης που καταπίνει αμάσητα όλα όσα του σερβίρει το καθεστώς, πιστεύοντας πως υπηρετεί κάποιον ανώτερο σκοπό, και ο άλλος πόλος, ο Προκόπης, είναι ο αντικαθεστωτικός και υποψιασμένος μέρμηγκας που ειρωνεύεται τον Λαυρέντη, αμφισβητεί ανοιχτά τις εντολές της Μεγάλης Μητέρας, που συμβολίζει τον πατερούλη Στάλιν, και των φερέφωνών της, που παρουσιάζονται μόνο ως «φωνές» από διάσπαρτα μέσα στις σήραγγες μεγάφωνα, και προσδοκά την ανατροπή. Οι παραλληλισμοί με τη Σοβιετική Ενωση επί σταλινισμού είναι παραπάνω από προφανείς και η ευκολία με την οποία ο Αρκάς προβαίνει στην έμμεση πολιτική κριτική του εκπλήσσει τον εξοικειωμένο με το έργο του αναγνώστη που είχε συνηθίσει, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, σε πιο πολυσύνθετους χαρακτήρες και πιο ενδιαφέροντα κοινωνικά σχόλια, που δεν εξαντλούνται στην πολυφορεμένη τα τελευταία χρόνια αναθεωρητική εξομοίωση του κομμουνισμού με τον ναζισμό ως -τάχα- δυο όψεων των ίδιων ολοκληρωτικών πρακτικών και μεθόδων. Με δεδομένη, ωστόσο, τη μαεστρία του Αρκά στα λογοπαίγνια και στις φαρμακερές ατάκες αλλά και την αξία που αποκτά η σιωπή συνδυασμένη με τις γκριμάτσες των χαρακτήρων, η «Αποικία» έχει και σημεία που θυμίζουν το παλιό, καλό χιούμορ του Αρκά. Μέχρι εκεί όμως. Για όσους, πιθανώς, ελπίζουν ότι θα ανακαλύψουν νέα «όπλα» στην αντικομμουνιστική εκστρατεία τους, δεν θα τα βρουν εδώ. Είναι όλα παλιά και μεταχειρισμένα, με ωραίο περιτύλιγμα όμως. Επιλεκτικές ευαισθησίες ↳ Πάνω: Η Πύλη του Αουσβιτς γίνεται Ανατολική Σήραγγα στην «Αποικία» του Αρκά και από ναζιστικό κολαστήριο μετατρέπεται σε τόπο εξορίας των αντιφρονούντων εργατών. Κάτω, από αριστερά: Η Πύλη από τον Κ. Γρηγοριαδη («Εφ. Συν.») και από τον Soloup (εφημερίδα «Ποντίκι») σε σκίτσα που προκάλεσαν αντιδράσεις Απ’ ό,τι φαίνεται, παραφράζοντας τον Οργουελ, «όλες οι αποστάσεις είναι ίσες αλλά μερικές είναι πιο ίσες από τις άλλες». Ταιριάζει απόλυτα στην επιλεκτική ευαισθησία όσων θίγονται από τη χρήση εικόνων του Ολοκαυτώματος για σκοπούς που δεν σχετίζονται άμεσα με αυτό. Πολλοί ισχυρίζονται ότι καμιά χρήση τέτοιας εικόνας δεν είναι επιτρεπτή γιατί σχετικοποιεί το απόλυτο έγκλημα και το συγκρίνει με άλλα, ανόμοια, διαφορετικής κλίμακας. Κρατούν, λοιπόν, τις ίδιες αποστάσεις από κάθε τέτοια εικόνα που έχει ενταχθεί τροποποιημένη σε νέα συμφραζόμενα, ανεξαρτήτως σκοπού. Ισως μπορεί κανείς να συμφωνήσει ως προς το ότι η γελοιογραφική εγγενής υπερβολή, ορισμένες φορές, μπορεί να ξεπεράσει τα ανεκτά όρια κάποιων -χωρίς φυσικά αυτό να στερεί το δικαίωμα του εκάστοτε δημιουργού να ξεπερνά τα «όρια», εσκεμμένα ή μη- καθώς και ότι η πύλη του Αουσβιτς είναι μια τόσο έντονα χαραγμένη στη συλλογική μνήμη εικόνα που πολύ δύσκολα μπορεί να αξιοποιηθεί out of context, αλλά θα ήταν αναμενόμενη αυτή η ευαισθησία αν επιδεικνυόταν σε κάθε περίπτωση. Το 2015, για παράδειγμα, ο Soloup στο «Ποντίκι» μετέτρεψε την πύλη σε είσοδο για Ελληνες που ετοιμάζονταν να τη διαβούν υπό την απειλή του περίστροφου του Σόιμπλε, με την επιγραφή να έχει αλλάξει από το ναζιστικό και εφιαλτικό «Η Εργασία Απελευθερώνει» σε «There is No Alternative». Τότε, κάποιοι είχαν ξεσπαθώσει και η εφημερίδα «Bild» είχε βρει την ευκαιρία να επιτεθεί στον γελοιογράφο και σε όσους διαπράττουν αντίστοιχα «εγκλήματα». Για άγνωστους λόγους, ίσως γιατί δεν το πήραν χαμπάρι, δεν είχε συμβεί κάτι αντίστοιχο, ωστόσο, όταν ο ίδιος δημιουργός στο πολυβραβευμένο βιβλίο του «Αϊβαλί» είχε εντάξει την πύλη του Αουσβιτς σε μια σπαρακτική σύνθεση μαζί με εικόνες του Γκόγια από τη συγκλονιστική σειρά χαρακτικών «Οι Συμφορές του Πολέμου» και εικόνες που παραπέμπουν στις φρικαλεότητες του Γκουαντάναμο. Τον περασμένο Ιούλιο, επίσης, ο γελοιογράφος Κώστας Γρηγοριάδης, για ένα έργο του που δημοσιεύτηκε στην «Εφ.Συν.», βρέθηκε στο στόχαστρο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Αθηνών γιατί παρουσίασε την καγκελόπορτα με την επιγραφή να έχει αλλάξει για ακόμη μία φορά και να έχει γίνει «Το 12ωρο Απελευθερώνει», ως ένα ειρωνικό σχόλιο για την απόφαση της αυστριακής κυβέρνησης να θεσμοθετήσει τη δωδεκάωρη ημερήσια εργασία. Δεν υπήρξε καμιά αντίδραση, όμως, για την ανιστόρητη χρήση της πύλης από τον Αρκά στην «Αποικία». Ανιστόρητη γιατί, αν μη τι άλλο, μετατρέπει την επιγραφή της σε «Ανατολική σήραγγα», τόπο όπου στέλνονται τα αντικαθεστωτικά μυρμήγκια του ιδιότυπου «κομμουνιστικού» καθεστώτος της αποικίας. Κι έτσι, κατά τον Αρκά, οι κομμουνιστές που φυλακίζονταν μαζί με τους Εβραίους, τους ομοφυλόφιλους και άλλες ομάδες στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης εξισώνονται με τους θύτες τους. Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι κοιτώνες των μυρμηγκιών-εργατών, όχι μόνο των αντιφρονούντων αλλά όλων, παραπέμπουν επίσης στους απάνθρωπους θαλάμους όπου στοιβάζονταν οι μελλοθάνατοι στα ναζιστικά κολαστήρια. Αυτό φυσικά δεν ενόχλησε ορισμένους από τους θιγμένους σε προηγούμενες περιπτώσεις, γιατί στο πλαίσιο του ιστορικού αναθεωρητισμού τους, είναι πολύ βολική η εξομοίωση του ναζισμού με τον κομμουνισμό. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι ευαισθησίες και οι ευθιξίες περί σχετικισμού και εργαλειοποίησης του Ολοκαυτώματος πάνε περίπατο. Η κριτική της συμφοράς στην Αριστερά Σε πρόσφατο άρθρο-βιβλιοπαρουσίαση με τον «στρατευμένο», πιασάρικο και ισοπεδωτικό τίτλο «Η αριστερά ως συμφορά» στο «The Athens Review of Books» (τεύχος Ιουνίου 2018), ο Πέτρος Μαρτινίδης, καθηγητής πανεπιστημίου, συγγραφέας και ένας από τους πρώτους Ελληνες που ασχολήθηκαν με τη θεωρία των κόμικς («Συνηγορία της Παραλογοτεχνίας», «Κόμικς - Τέχνη και Τεχνικές της Εικονογραφήγησης», «Πώς Πάνε στον Παράδεισο του Αρκά;» κ.ά.), κατορθώνει σε λίγες σελίδες και με αφορμή την «Αποικία» του Αρκά να περιγράψει ολόκληρη την ιστορία της Σοβιετικής Ενωσης με έναν δικό του, απολύτως αυθαίρετο, τρόπο ανάγνωσης, να αποθεώσει τον Αρκά και τα αυτοσαρκαστικά ανέκδοτα των Σοβιετικών πολιτών για τη χώρα τους, να συμπεράνει ούτε λίγο ούτε πολύ ότι η Αριστερά είναι συνώνυμο της συμφοράς, να τα συνδέσει όλα αυτά με τον ΣΥΡΙΖΑ, η επίθεση στον οποίο απ’ ό,τι φαίνεται είναι και ο βασικός στόχος του άρθρου, το οποίο τελικά «καταφέρνει» να ενοχοποιήσει τον Λένιν για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και να βγάλει λάδι τους ναζί. «Κανείς δεν μπορεί να πει αν η τύχη της Ρωσίας θα ήταν καλύτερη στην περίπτωση που ο Λένιν συνέκλινε σε μια κυβέρνηση με τους σοσιαλδημοκράτες Εσέρους και τους Μενσεβίκους, με τους οποίους άλλωστε είχε ξεκινήσει από κοινού, αντί να ανατρέψει την κυβέρνηση Κερένσκι. Ισως, τότε, ο εκσυγχρονισμός της τεράστιας και βαθιά συντηρητικής χώρας να είχε πάρει άλλους δρόμους. Μαζί και του υπόλοιπου κόσμου. Αντ’ αυτών, η υπόσχεση ευδαιμονίας και ειρήνης έφερε μια νέα συμφορά κι έναν ακόμη πόλεμο – τον τρομερότερο όλων», αναφέρει στον επίλογό του ο Πέτρος Μαρτινίδης. Με άλλα λόγια, αν ο Λένιν είχε συμβιβαστεί τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, δεν θα γινόταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος! Ποιος Χίτλερ και ποιοι ναζί, ποια Βαϊμάρη και ποιος φασισμός; Ο Λένιν έφταιγε! Ο παραλληλισμός, μάλιστα, με το σήμερα αφορά ευθέως τον ΣΥΡΙΖΑ που κατά τον αρθρογράφο θα μπορούσε να συνεργαστεί με Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ και άλλες δυνάμεις παλαιότερα ώστε να αποφευχθεί η σημερινή κατάσταση. Με δυσθυμία, δυσκολεύεται να αποφασίσει ο Πέτρος Μαρτινίδης αν όλα αυτά τα δεινά οφείλονται στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι «αριστερό» κόμμα και άρα έφερε την έμφυτη στην Αριστερά «συμφορά» ή αν πρέπει να τον εγκαλέσει γιατί είπε ψέματα και δεν φέρθηκε «αριστερά». Πέρα του ασυνάρτητου της σκέψης και της κριτικής του αρθρογράφου στο συγκεκριμένο θέμα, εδώ γίνονται ορατές και αντιληπτές οι αφανείς ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ που στο όνομα της Αριστεράς, εφάρμοσε μια τέτοια πολιτική που δίνει λαβές σε κάποιους να ξιφουλκούν όχι μόνο εναντίον του υπαρκτού σοσιαλισμού αλλά και κάθε αριστερής προοπτικής. Στο πλαίσιο αυτό ο Μαρτινίδης αν και προχωρεί σε μια «μεγαλόψυχη» αναγνώριση του αυταρχισμού και της διαφθοράς της εξουσίας, βρίσκει την ευκαιρία με αφορμή τον ΣΥΡΙΖΑ να τσουβαλιάσει την Αριστερά σε πρακτικές που μόνο έξω από τις διακηρύξεις της βρίσκονται. Γράφει: «Για μια ακόμη φορά, η αριστερά λειτούργησε ως συμφορά. Επειδή αρνήθηκε το μόνο πεδίο στο οποίο έχει πράγματι διαπρέψει ιστορικά: τον έλεγχο του εγγενούς αυταρχισμού και της μόνιμης διαφθοράς της εξουσίας.» Ολα αυτά με αφορμή την «Αποικία» του Αρκά… Φυσικά ο δημιουργός κόμικς δεν ευθύνεται για τις αυθαίρετες ερμηνείες των δυνατοτήτων και των επιδόσεων της Αριστεράς από τρίτους, ούτε για τα λογικά χάσματα της σκέψης τους. Φέρει όμως έμμεσα την ευθύνη των «διδαγμάτων» που προκύπτουν από την ανάγνωση του έργου του και μόνο αυτού. Αν και πολύ φοβάμαι, ότι αυτά τα «διδάγματα» είναι αποτελέσματα ανάλογων λογικών χασμάτων και αυθαιρεσιών. Πηγή
  2. Φαινόμενο «Αρκάς»: Ο άνθρωπος – μυστήριο που κρύβεται πίσω από το μύθο Εσείς ξέρετε ποιος είναι ο αγαπημένος μας Αρκάς; Αν έφτιαχνε κόμμα θα «χτυπούσε» έως και αυτοδυναμία στις εκλογές. Εάν εμφανιζόταν για να δώσει μια διάλεξη, η αμοιβή του Γιάνη Βαρουφάκη για μία ολόκληρη τέτοια δεν θα αρκούσε για ένα δικό του δεκάλεπτο. Υπάρχει άραγε εν ζωή Έλληνας που θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί μαζί του στο υποθετικό ερώτημα «ποιος είναι πιο δημοφιλής»; Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε εννέα γλώσσες. Το brand του ψευδωνύμου του έχει γίνει ανάρπαστο σε μπλουζάκια, ρολόγια και τσάντες. Και όμως ελάχιστοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο τον έχουν γνωρίσει δια ζώσης. Ένα φαινόμενο πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς το μυστήριο με την ταυτότητα του κοντεύει τη συμπλήρωση 40 χρόνων. Από το 1981 που ο Αρκάς έκανε πρεμιέρα με τον «Κόκορα» στο περιοδικό «Βαβέλ», μόνο φήμες ή «ενδείξεις» απειλούν την ανωνυμία του κορυφαίου κομίστα. Η δαιμόνια πένα του έχτισε το μύθο, το «τρικ» της αφάνειας τον σφυρηλάτησε. Θα ήταν εξίσου μεγάλη η επιτυχία του αν ο Αρκάς ήταν ένα δημόσιο πρόσωπο; Αν ήταν οικείος τηλεοπτικά, αν έδινε συνεντεύξεις και εξέφραζε άποψη στο δημόσιο λόγο; Προφανώς όχι, το μυστηριώδες και πρωτοφανές που διέπουν την (αδιαφανή) υπόσταση του απηχεί ένα μεγάλο κομμάτι της γοητείας του. Συμπληρώνοντας το παζλ της τεράστιας απήχησης των χαρακτήρων του. Μοιάζει με προιόν ευφάνταστου σεναρίου ότι αυτή η τόσο προβεβλημένη φυσιογνωμία, που έχει ανάγει το best-seller σε ρουτίνα για οτιδήποτε έχει εκδώσει, κυκλοφορεί, άγνωστος μεταξύ αγνώστων, ανάμεσα μας. Σε μια εποχή καταιγιστικής ροής πληροφορίας, που θεωρητικά ουδέν μένει κρυφό υπό τον ήλιο του διαδικτύου, οι βιογραφικές πληροφορίες είναι ελάχιστες για τον άνθρωπο που δημιούργησε τη δική του σχολή χιούμορ. Όλως παραδόξως το internet κρατά το «στόμα» του ερμητικά κλειστό, ενώ ούτε η δημοσιογραφική, άπληστη, τάση να ξεσκεπάζει τα πάντα τον «αγγίζουν». Για φωτογραφία του φυσικά ούτε λόγος, ενώ την ίδια ώρα ελάχιστοι μπορούν να ισχυριστούν ότι τον γνωρίζουν προσωπικά. Από το 1982 κιόλας, όταν μέσα από τη «Βαβέλ» ήταν γνωστός σε λίγους και «καλούς», το αναγνωστικό κοινό αξίωσε να μάθει την ταυτότητα του. Ο Αρκάς υιοθέτησε τότε το στίγμα που θα τον συνόδευε για πάντα. «Πολλοί αναγνώστες μας ζήτησαν επίμονα μια παρουσίαση του Αρκά, πιστεύοντας πως μετά από ένα χρόνο και ένα μήνα ζωής στις σελίδες της Βαβέλ είναι καιρός να γίνουν οι συστάσεις. Εμείς πιστεύουμε πως το αίτημα είναι λογικό και δίκαιο. Όμως ο Αρκάς είναι τύπος εξαιρετικά συνεσταλμένος για να δεχτεί οποιαδήποτε προβολή του. Χρειάστηκε ιδιαίτερη επιμονή για να υπερνικήσουμε αυτή την έμφυτη σεμνότητά του και ιδού το αποτέλεσμα», ανέφερε η ανακοίνωση του περιοδικού, συνοδευόμενη από μια φωτογραφία ενός γενειοφόρου άνδρα, που είχε στον ώμο του το διάσημο κόκορα. Αυτό που θεωρείται βέβαιο για τον Αρκά είναι ότι κατάγεται από την Αρκαδία, κατά τα άλλα οι φήμες δίνουν και παίρνουν. Ένα από τα πιθανά ονόματα που έχει αναφερθεί είναι το Άρης Καστρινός, εξού και το «ΑΡ-ΚΑΣ», ενώ κάποια – λίγα – κόμικ του φέρουν την υπογραφή «Γεράσιμος Σπανοδημήτρης». Τόσο αυτό όμως όσο και το επικρατέστερο «Αντώνης Ευδαίμων» θεωρούνται ψευδώνυμα. Με το δεύτερο υπογράφεται κείμενό που αποδόθηκε σε αυτόν εν έτει 1984, στη «Βαβέλ», κάτι που επιβεβαιώθηκε ένα χρόνο αργότερα, καθώς το χρησιμοποιεί στην εικονογράφηση του διηγήματος «Ένα παιδί και ο σκύλος του». Το εν λόγω κείμενο ήταν μια απάντηση στο σπουδαίο ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη και στην επιστολή που είχε αυτός δημοσιεύσει στη «Βαβέλ», με αφορμή την πρώτη απόπειρα του (μετέπειτα διάσημου σκηνοθέτη και δημιουργού της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας) Δημήτρη Παπαϊωάννου στον κόσμο των κόμικ. Ο «Αντώνης Ευδαίμων» είχε διαφωνήσει με κάποιες από τις απόψεις του μεγάλου εικαστικού περί κόμικ, χαρακτηρίζοντας τα «μια καινούργια, εντελώς αυτόνομη τέχνη». Σα να είχε ψυχανεμιστεί την επανάσταση που οι δικοί του «ήρωες» θα ενσάρκωναν στην ελληνική σκιτσογραφία, ανέφερε τότε στον επίλογο τα εξής: «Τα κόμικ έχουν προ πολλού αποδείξει ότι δεν είναι ο φτωχός συγγενής των άλλων τεχνών. Είναι μια ρωμαλέα αυτοδύναμη τέχνη με τεράστιες εκφραστικές ικανότητες…» Αυτές οι τεράστιες εκφραστικές ικανότητες, που εκδηλώθηκαν μέσα από τον Ισοβίτη, τον Καστράτο, το θρυλικό σπουργίτι και τόσες άλλες εμβληματικές μορφές της φαντασίας του, μεγάλωσαν γενιές και γενιές, αναδεικνύοντας το αισθητήριο του δικού του χιούμορ του σε μέτρο σύγκρισης για μια ολόκληρη χώρα. Τα ευφυολογήματα του έγιναν πρότυπο για κάθε επίδοξο κυνικό ευθυμολόγο, καθώς οι κυκλοφορίες των συλλογών του έσπαγαν η μία μετά την άλλη τα ταμεία. Κάποιοι απ’ αυτούς που μπορούν να καυχηθούν ότι τον γνωρίζουν προσωπικά είναι ο συγγραφέας Πέτρος Χατζόπουλος (κατά κόσμον Αύγουστος Κορτώ), ο πρώην εκδότης της «Βαβέλ» και ιδιοκτήτης του εκδοτικού οίκου «Παρά Πέντε» Γιώργος Μπαζίνας και η εκδότρια Άννα Πατάκη. Στενοί φίλοι του είναι ο συγγραφέας και φίλος του Πέτρος Μαρτινίδης (ο οποίος έχει γράψει μάλιστα δύο βιβλία για το έργο του) και ο Βαγγέλης Τρικεριώτης, εκδότης και ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου «Πρωτοπορία». Εστω και αν γνωρίζεται προσωπικά με τους εκδότες με τους οποίους κλείνει συμφωνίες για την έκδοση ενός βιβλίου, όπως έχει διαβεβαιώσει ο κ. Μαρτινίδης, κανείς ποτέ δεν μπήκε στον πειρασμό να δώσει έστω μία πληροφορία για την ταυτότητα του. Η επιθυμία του έχει γίνει σε αξιοθαύμαστο βαθμό σεβαστή από το περιβάλλον δράσης του και έτσι τα στεγανά παρέμειναν ανθεκτικά. Υπάρχει όμως μία, χαμένη στο βάθος του χρόνου αναφορά, που μπορεί να κρύβει τη λύση του μυστηρίου… Ένας από τους φίλους του Αρκά ήταν και ο αείμνηστος Σάκης Μπουλάς, όπως ο ίδιος αποκάλυψε σε τηλεοπτική συνέντευξη του στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Ερωτηθείς τότε για ποια πράγματα είναι περήφανος, υπέδειξε μεταξύ άλλων: «Ένα απ’ αυτά είναι και το ότι γνωρίζω τον Αρκά. Και μάλιστα ο Αντώνης είχε κάνει και ένα σκίτσο προσωπικά για μένα, πάνω σε χαρτοπετσέτα, στην ταβέρνα που ήμασταν». Ο «Αντώνης» λοιπόν… Λίγοι το είδαν, ακόμη λιγότεροι το θυμούνται. Ειπώθηκε όμως και ήταν αυθόρμητο πάνω στην εκφορά του λόγου. Που σημαίνει ότι το ένα σκέλος από το «Αντώνης Ευδαίμων» ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αν δεν έμοιαζε τόσο πολύ το δεύτερο με προϊόν φαντασίας, μοιραία δεν θα είχαμε καμία αμφιβολία για το αν έχουμε να κάνουμε με ψευδώνυμο ή όνομα! Ένα περιστατικό που καταδεικνύει πόσο πρόσεχε και προσέχει ο Αρκάς να μην εκτεθεί έστω σε ελάχιστη δημοσιότητα, είναι μια εμπειρία που είχε o συγγραφέας του βιβλίου «Παρθένος με Καρκίνο» και μεγάλος θαυμαστής του Κώστας Σεμερτζάκης. Συνέβη σε ένα Kannabishop, που πουλούσε τα γνωστά μπλουζάκια με λογότυπο χαρακτήρων του Αρκά. Έτυχε να βρίσκεται εκεί ο ιδιοκτήτης της αλυσίδας και στην ερώτηση του κ. Σεμερτζάκη αν γνωρίζει τον κομίστα, απάντησε ότι «πρόκειται για έναν εξαιρετικό, αλλά δύσκολο άνθρωπο, που δεν θέλει να ξέρει κανείς ποιος είναι». Διηγήθηκε μάλιστα και ένα περιστατικό, όταν είχαν πάει παρέα στο κατάστημα που θα τύπωνε τις στάμπες στα t-shirt. Εμφανίστηκε ο ίδιος ο Αρκάς, αλλά ως βοηθός του… εαυτού του. Κατά την επιλογή των χρωμάτων, ο ιδιοκτήτης των Kannabishop διαφώνησε ευγενικά με την πρόταση του ανθρώπου που έφτιαχνε τις στάμπες. «Έχω την αίσθηση πως στον κύριο Αρκά δεν θα άρεσε αυτό το χρώμα», είπε και με την απάντηση που έλαβε αναγκάστηκε να δαγκωθεί για να μην ξεσπάσει σε γέλια: «Να πεις του Αρκά ότι είναι μαλ…ας!» Στην Ελλάδα δεν υπάρχει καταγεγγραμένο προηγούμενο για το φαινόμενο της «ανωνυμίας», φυσικά ωστόσο δεν είναι πρωτόγνωρο σε παγκόσμιο επίπεδο. Πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Πορτογάλου ποιητή και συγγραφέα Φερνάντο Πεσσόα, ο οποίος κυκλοφορούσε τα έργα του με διάφορα ψευδώνυμα. Ο κόσμος τον θαύμαζε χωρίς να ξέρει ποιος είναι και μόνο μετά θάνατον προβλήθηκε, δημοσιεύτηκαν φωτογραφίες του και γνώρισε το κοινό ποιος ήταν. «Υπάρχει μία διάθεση να μην ανακατεύεται πολύ με τον κόσμο. Φαντάζομαι ότι είναι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν θα στριμωχνόταν σε ένα λεωφορείο, δεν θα «πατιόταν» σε μία ουρά για να βγάλει εισιτήρια για μια καλή παράσταση ή κάτι τέτοιο. Προτιμάει να κρατάει μία απόσταση, να μην τον αναγνωρίζουν στο δρόμο ή να μην τον αναγνωρίζουν ως ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Πρόκειται για μία πιο φιλοσοφική στάση ζωής», έχει πει για αυτόν ο κ. Μαρτινίδης. Μερικές από τις ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες που έχουν δημοσιευτεί για τη ζωή του Αρκά συνθέτουν έναν εξαιρετικά πολυτάλαντο άνθρωπο. Σύμφωνα με αυτές σπούδασε αρχιτεκτονική και Ιστορία της τέχνης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Συνεργάστηκε ως σκηνογράφος στα θέατρα «Στοά» και «Τέχνης Κάρολου Κουν» και παράλληλα ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, πραγματοποιώντας το 1980 μια ατομική έκθεση με την επωνυμία «Ώρα». Το 1996 έγραψε το λιμπρέτο της όπερας «Το ταγκό των σκουπιδιών», που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής, ενώ είναι και δημιουργός παραστάσεων, έχοντας ανεβάσει στο θέατρο τρία δικά του έργα! Πρόκειται για το «Εχθροί εξ αίματος» (2007), το «Βιολογικός μετανάστης» (2011) και το «Επείγοντα Περιστατικά» (2013). Είναι αυτοδίδακτος στη σκιτσογραφία και το 1980 αυτοπροτάθηκε για να φιλοξενηθούν τα σκίτσα του στη «Βαβέλ», όπως έχει αναφέρει ο Γιώργος Μπαζίνας. Έχει αποκαλύψει μάλιστα ότι το πρώτο έντυπο στο οποίο απευθύνθηκε ο Αρκάς αρνήθηκε να συνεργαστεί μαζί του! «Πριν έρθει σε εμάς είχε κάνει μια απόπειρα επαφής με μεγάλο εβδομαδιαίο περιοδικό της εποχής κι εκείνη τον απέρριψαν πανηγυρικώς ως μη συμβατό με τα χρηστά ήθη και τη σεμνοτυφία των αναγνωστών τους! Ο εκδότης της θρυλικής «Βαβέλ» χαρακτηρίζει τη δουλειά του Αρκά «εκτός αποδεκτών πλαισίων της εποχής, ελευθερόστομη και αλογόκριτη στην έμπνευσή της», και τον ίδιο «εξ’ αρχής ολοκληρωμένο, πρωτότυπο και εφευρετικό δημιουργό, τόσο στην τεχνική, όσο και στο διαβρωτικό του χιούμορ». Σε ότι αφορά τη γνωριμία τους, εξηγεί ότι από τότε είχε το χούι να μένει ανεπιφανής. «Ήταν ιδιαίτερα σεμνός, δεν εμφανίστηκε ποτέ ο ίδιος, παρά έστειλε τη δουλειά του με μια φίλη του να μας τη δείξει. Τον γνώρισα όταν εξέφρασα την εκτίμησή μου για τη δουλειά του και ζήτησα την άμεση δημοσίευση των έργων του». Τις φήμες περί των σπουδών του επιβεβαιώνει εμμέσως πλην σαφώς ο Πέτρος Μαρτινίδης, με ένα σημείωμα στο επίσημο site του σκιτσογράφου (www.arkas.gr). Γραφεί λοιπόν με το «μανδύα» των εικασιών: «Μπορεί να ‘χει σπουδές θεατρολόγου (εάν λάβουμε υπ’ όψιν τις καταιγιστικές ατάκες των διαλόγων τους), ή σπουδές αρχιτέκτονα (επειδή, ακριβώς, τίποτε στο έργο του δεν προϊδεάζει για κάτι τέτοιο). Απίθανο, τέλος, φαίνεται να ‘ναι παντρεμένος, αφού οι ήρωές του προβληματίζονται περί το σεξ χωρίς ποτέ να σχολιάζουν την έγγαμη εκδοχή του». Πέτρος Μαρτινίδης Ύστερα από 1614 λέξεις πιθανολογίας και απόπειρας αποκρυπτογράφησης πληροφοριών, το ερώτημα που προκύπτει μοιραία είναι το εξής: έχει πραγματικά σημασία να μάθουμε ποιος κρύβεται πίσω από το μύθο με την επιγραφή «Αρκάς»; Ή μήπως είναι πιο σημαντικό να ανακαλύψουμε πιο… ζώο ξυπνούν μέσα μας οι ήρωες του; Σε ποιους από τους διαλόγους του αναγνωρίζουμε κάτι δικό μας – κρυμμένες η μη πτυχές του χαρακτήρα μας; Το λόγο δηλαδή για τον οποίο έχει «γράψει» στο θυμικό μας ανεξίτηλα ο πιο σουρεάλ δημιουργός της νιότης μας (και βάλε…). Πηγή
  3. Αρκάς, ο μεγάλος διάσημος-αφανής σκιτσογράφος Τέσσερα πρόσωπα και ένα… σκίτσο μιλούν για τον άνθρωπο που έχουν δει ελάχιστοι Μα ποιος είναι τέλος πάντων αυτός ο Αρκάς; Είναι κοντός, ψηλός, πληρώνει ΕΝΦΙΑ, πάει διακοπές στη Μύκονο, στην Αντίπαρο, στην Κέρκυρα, στην Αλόννησο; Του αρέσει ο κινηματογράφος; Τρώει τα σπαράγγια; Τα όσπρια πώς τα βρίσκει; Αδιάφορα, νόστιμα, υγιεινά; Γιατί δεν εμφανίζεται; Γιατί μας αποφεύγει και προτιμάει να κινείται μακριά από τις -ενίοτε- ανθρωποφάγες μασέλες της δημοσιότητας; Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης Μία πιθανή απάντηση σε όλα τα παραπάνω θα μπορούσε να είναι: «Ο Αρκάς ανήκει στις ελάχιστες εξαιρέσεις ανθρώπων που, επί δύο δεκαετίες, προκαλούν το γενικό θαυμασμό με το έργο τους, ενώ, ως πρόσωπα, παραμένουν απολύτως ανεπιφανή», σχολιάζει σε κείμενό του με τίτλο «Από το αβγό στον παράδεισο», ο προσωπικός φίλος και συγγραφέας, Πέτρος Μαρτινίδης. «Κυρίες και κύριοι το όνομά μου είναι Αντώνης Ευδαίμων. Κάποιοι άλλοι πάλι αρέσκονται να με αποκαλούν Γεράσιμο Σπανοδημήτρη. Ή… Άρη Καστρινό (ΑΡ-ΚΑΣ)», θα μπορούσε ίσως να πει σοβαρολογώντας… αστειευόμενος αν μας συστηνόταν ο ίδιος. Eπιλέγει στα 30 και κάτι χρόνια -από τη στιγμή που ο διάσημος «Κόκκορας», δημοσιευόταν στο περιοδικό Βαβέλ- να παραμένει αφανής. Το όνομα Αντώνης Ευδαίμων είναι ένα από τα ονόματα που του αποδόθηκαν κατά καιρούς. Το πιθανότερο όμως είναι ότι κανείς από όλους αυτούς που του αποδίδουν ονοματεπώνυμα και στοιχεία ληξιαρχικών πράξεων δεν έχει ανατρέξει επισήμως στα ληξιαρχικά κατάστιχα για να διασταυρώσει κατά πόσο αληθεύουν οι πληροφορίες του. Ο Αρκάς δεν προτιμάει ούτε να δηλώνει ούτε και να εμφανίζεται δημοσίως. Βρίσκεται ανάμεσά μας, και κατά κάποιον άγραφο κανόνα όσοι τον γνωρίζουν, σέβονται την επιθυμία του να μην γίνουν ποτέ γνωστές λεπτομέρειες για το βιογραφικό του. Δύο πράγματα είναι βέβαια: Ο Αρκάς είναι άρρεν, έλληνας πολίτης, και δεν επιθυμεί να κυκλοφορεί ανάμεσά μας, δοξαζόμενος ή αποδοκιμαζόμενος από τα Μέσα Ενημέρωσης. Στέκεται σε κάποια γωνιά, παρατηρεί, αφορίζει και αφορίζεται, σαρκάζει και σαρκάζεται μέσα από το χιούμορ του. Τέσσερα πρόσωπα που είτε τον γνωρίζουν προσωπικά, είτε συνεργάστηκαν πρόσφατα μαζί του μιλούν για εκείνον... Αύγουστος Κορτώ, συγγραφέας Ο Αύγουστος Κορτώ - όπως υπογράφει τα βιβλία του απευθυνόμενα σε ενήλικες - ή Πέτρος Χατζόπουλος -το πραγματικό του όνομα, με το οποίο υπογράφει τα παιδικά του βιβλία- συνεργάστηκε πρόσφατα με τον Αρκά. Για την ακρίβεια, όντας ένας από τους πιο φανατικούς θαυμαστές του σκιτσογράφου, ο Κορτώ τον προσέγγισε, ζητώντας από εκείνον να του παραχωρήσει ένα σκίτσο του. Το σκίτσο αυτό θα κοσμούσε το εξώφυλλο του καινούργιου του βιβλίου με τίτλο «Έρως Ανίκατε Μάσαν». «Ο Αρκάς ήταν και παραμένει ένας από τους πολύ αγαπημένους μου συγγραφείς και ευθυμογράφους. Όταν αποφάσισα να εκδώσω τη συγκεκριμένη συλλογή, επικοινώνησα μαζί του, Παρότι δεν σχεδιάζει για έργα τρίτων, με τρομερή γενναιοδωρία μου επέτρεψε να χρησιμοποιήσω κάποιο από τα υπάρχοντα σχέδιά του. Με δεδομένο ότι ο «Κόκκορας» ήταν από τα πρώτα βιβλία του που διάβασα, είχα ως ίνδαλμα το γουρούνι. Το βιβλίο μου περιλαμβάνει ως επί το πλείστον αυτοβιογραφικές ιστορίες με έντονο το στοιχείο του αυτοσαρκασμού και παραληρηματικό τόνο. Υπήρξα πάρα πολύ παχύς στα νιάτα μου. Κάποια στιγμή μάλιστα είχα φτάσει να ζυγίζω ακόμα και 150 κιλά, ενώ θυμάμαι αρκετές τραγελαφικές στιγμές από αυτό το διάστημα της ζωής μου. Ήμουν ένα ανεξάντλητο πεδίο καθημερινής κωμωδίας κυρίως στα μαθητικά μου χρόνια. Τα πολλά κιλά τα έχασα γύρω στα 22 μου, ήδη όμως είχα προλάβει να περάσω αρκετά "στραπάτσα"». Πώς προσέγγισα τον Αρκά «Η προσέγγιση του Αρκά έγινε μέσω της εκδότριάς μου, Άννας Πατάκη. Ήταν πολύ φιλικός και προσηνής. Ο ίδιος απέχει από την προσωπική έκθεση και μάλλον πολύ καλά κάνει. Άλλωστε είναι και αυτό ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της γοητείας του», λέει ο Αύγουστος Κορτώ. Πέτρος Μαρτινίδης. Διδάσκει θεωρία και κριτική της αρχιτεκτονικής και σχεδιασμό θεατρικών χώρων στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ Ίσως είναι από εκείνους που έχουν ασχοληθεί περισσότερο από κάθε άλλον μαζί του, προσεγγίζοντας και αναλύοντας τον Αρκά. Ο Πέτρος Μαρτινίδης τον γνώρισε πολλά χρόνια πριν, όταν είχε αρχίσει να σχολιάζει για πρώτη φορά τα σκίτσα του. «Για το χιούμορ του έχω ήδη γράψει αρκετά σε ένα παλαιότερο βιβλίο μου με τίτλο "Η υψηλή τέχνη της απελπισίας". Αργότερα ξαναδούλεψα πάνω στο βιβλίο και προσέθεσα μία νέα εισαγωγή, εκδίδοντας το βιβλίο: "Πώς πάνε στον παράδεισο του Αρκά" μέσω της ιστορίας του χιούμορ. Αν θέλετε να σας πω τώρα για το τι νούμερο παπούτσι φοράει ή ποιες ταινίες προτιμάει και ποιο είναι το βιογραφικό του, από τη στιγμή που ο ίδιος δεν θέλει να το κοινοποιήσει για ποιο λόγο να το κάνω; Αυτό που μπορώ να σχολιάσω είναι ότι ο Αρκάς διαθέτει αυτόν τον ιδιότυπο σαρκασμό που αυτοκατεδαφίζει τους σαρκάζοντες. Αυτή είναι και η ουσία του χιούμορ απέναντι στην ειρωνεία, η οποία συνηθίζει να μιλάει με αυστηρό ή σπουδαιοφανές ύφος για τα πράγματα. Ας πούμε, όλος ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό κάνει. Χιούμορ όμως σημαίνει, μιλάω για σοβαρά πράγματα αστειευόμενος». «Ο Αρκάς είναι Έλληνας» Σύμφωνα με τον Πέτρο Μαρτινίδη, ο διάσημος σκιτσογράφος «είναι Έλληνας κι όχι ξένος όπως νόμιζα κι εγώ κάποτε όταν είχε πρωτοεμφανιστεί ο "Κόκκορας" . Τότε είχα θεωρήσει ότι τα σκίτσα του μπορεί να ήταν μετάφραση από κάποια ιταλικά κόμιξ. Σε ό,τι αφορά την ηλικία του Αρκά, εάν υπολογίσουμε τα χρόνια που σχεδιάζει, πρέπει σήμερα να είναι 55, το πολύ 60 ετών. Επίσης, εάν θέλετε να σας βεβαιώσω, σας βεβαιώνω: Ο Αρκάς είναι άνδρας, κάτι που μπορεί να τεκμαίρει κανείς και από ύφος του χιούμορ του. Ανάλογα παραδείγματα "ανωνυμίας" υπάρχουν και στο εξωτερικό. Πολλοί συγγραφείς έχουν εμφανιστεί με ψευδώνυμα κατά καιρούς με δεδομένο ότι είναι γνωστοί στους ακαδημαϊκούς κύκλους. Στην "Ιστορία της Ο" ένα ελαφρώς πορνογραφικό μυθιστόρημα, το οποίο είχε προκαλέσει εντύπωση στα τέλη της δεκαετίας του ’60 - αρχές του ’70, λεγόταν ότι ήταν ενός διάσημου γάλλου γλωσσολόγου της εποχής, ονόματι Jean Paul Hand, ο οποίος εμφανιζόταν με γυναικείο ψευδώνυμο γιατί δεν ήθελε να φανεί ο ίδιος». Γνωρίζεται με τους εκδότες που κλείνει συμφωνίες για την έκδοση ενός βιβλίου; «Προφανώς! Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι είναι και πολύ φίλος με το Βαγγέλη Τρικεριώτη, ιδιοκτήτη του βιβλιοπωλείου Πρωτοπορία και εκδότη. Απλώς προτιμάει να μην τον αναγνωρίζουν στο δρόμο ή να μην τον αναγνωρίζουν ως ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, όπως κάνει για παράδειγμα ο Στάθης, πολύ καλός σκιτσογράφος μεν, ο οποίος όμως βρίσκεται πολιτικά ακόμη στο 19ο αιώνα με σύνθημα το «προλετάριοι όλοι της γης ενωθείτε». Είναι εντελώς διαφορετικό να καγχάζει κανείς το σύμπαν όπως κάνει ο Αρκάς, και διαφορετικό να χρησιμοποιεί κάποιος ένα είδος στρατευμένου χιούμορ, το οποίο παύει αυτομάτως να είναι χιούμορ καθώς γίνεται στράτευση». «Πώς γνωριστήκαμε…» Περιγράφοντας τη γνωριμία μαζί του, ο Πέτρος Μαρτινίδης θυμάται ότι πριν από αρκετά χρόνια -πρέπει να ήταν στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980- όταν ο ίδιος ως αναγνώστης του Αρκά έτυχε να τον συναντήσει. «Ήμουν και είμαι φανατικός των κόμιξ. Είχε γράψει ένα βιβλίο γύρω στο 1980 με 1981 με τίτλο "Κόμιξ, τέχνη και τεχνικές της εικονογραφήγησης", όπου μιλούσα για τις διαφορές της γελοιογραφίας με το κόμιξ. Παρεμπιπτόντως σε μία ομιλία μου ανέλυα και μερικά από τα σκίτσα του Αρκά, καθώς είχαν μόλις αρχίσει να κυκλοφορούν τα πρώτα από αυτά. Μετά την ομιλία μου ήρθε ένας κύριος να με χαιρετήσει, λέγοντάς μου "Γεια είμαι ο Αρκάς". Αργότερα γίναμε φίλοι για διάφορους λόγους». Γιατί δεν εμφανίζεται δημοσίως «Αν θέλετε ένα σχόλιο πιο προσωπικό σε ότι αφορά την επιλογή του να μην εμφανίζεται -φαντάζομαι ότι αν το διαβάσει δεν θα μου κακιώσει- θα έλεγα ότι υπάρχει μία διάθεση να μην ανακατεύεται πολύ με τον κόσμο. Φαντάζομαι ότι είναι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν θα στριμωχνόταν σε ένα λεωφορείο, δεν θα "πατιόταν" σε μία ουρά για να βγάλει εισιτήρια για μια καλή παράσταση ή κάτι τέτοιο. Είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος προτιμάει να κρατάει μία απόσταση από τον κόσμο και ιδίως αυτή την περίοδο δεν είναι και ό,τι το θελκτικότερο υπάρχει. Πρόκειται για μία πιο φιλοσοφική στάση ζωής ή όπως αλλιώς θέλετε να την χαρακτηρίσετε…». Γράφει ο ίδιος τα οπισθόφυλλα των βιβλίων του; «Αν δείτε και τα οπισθόφυλλα των βιβλίων του, τα οποία είναι επίσης σε τρίτο πρόσωπο -παρά το γεγονός ότι δεν τον έχω ρωτήσει-, έχω την εντύπωση ότι πρέπει να τα γράφει ο ίδιος. Κι εγώ άλλωστε το ίδιο κάνω. Τα οπισθόφυλλα των μυθιστορημάτων ή άλλων βιβλίων μου τα γράφω ο ίδιος, δεν ζητάω να τα γράφει κάποιος άλλος. Και φαντάζομαι ότι εφόσον στα οπισθόφυλλά του γράφει σε τρίτο πρόσωπο για τον εαυτό του, δεν το κάνει μέσα σε κάποιο παραλήρημα μεγαλείου. Το κάνει όμως για να εκφράσει την κατάσταση, στην οποία εδώ και πολύ καιρό διατελεί, χωρίς να διατηρεί μία δημόσια προσωπική εικόνα μολονότι διαθέτει δημόσια εικόνα εξαιτίας των έργων του. Δεν αγαπάει τη δημοσιότητα και κατά συνέπεια, μοιραία, και τους δημοσιογράφους. Μην ξεχνάτε ότι διάφορα ποιήματα του Πεσόα κυκλοφορούσαν όσο ζούσε με ψευδώνυμο και ο κόσμος θαύμαζε το συγκεκριμένο ποιητή χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι. Αφού πέθανε, τον έψαξαν, τον προέβαλαν, βγήκαν φωτογραφίες του στη δημοσιότητα. Ο ίδιος υπέγραφε με ψευδώνυμο όχι επειδή μισούσε τον κόσμο, αλλά γιατί δεν ήθελε να έρχεται αντιμέτωπος με ερωτήματα όπως: "γιατί έγραψες αυτό και γιατί το έγραψες έτσι;". Εξάλλου, από τη στιγμή που δημοσιεύονται βιβλία ή κόμιξ είναι έκθετα σε οποιαδήποτε ανάγνωση ή κριτική. Ο αναγνώστης μπορεί να τα βρει θεϊκά, σιχαμένα ή οτιδήποτε άλλο», εξηγεί ο Πέτρος Μαρτινίδης Η σχέση του Αρκά με τη ζωή και το θάνατο «Η επιθανάτια αγωνία είναι ένα στοιχεία που συναντάει κανείς στα βιβλία του Αρκά. Στην προσωπική του ζωή πάντως είναι μια χαρά. Πηγαίνει διακοπές, σινεμά, θέατρο. Βρίσκεται ανάμεσά μας. Ένας κανονικός άνθρωπος. Δεν ξέρω πάντως εάν έχει και κάποια οπισθόβουλη διάθεση, η οποία υπαγορεύει ότι αυτή η διάθεση μυστηρίου του Αρκά κάνει πιο θελκτικό το έργο του. Δεν νομίζω όμως. Παραείναι γενναιόδωρος άνθρωπος στην προσωπική του ζωή για να κάνει τέτοιες μικρότητες. Έτσι κι αλλιώς όταν διαβάζει κανείς τα βιβλία του, τα χαίρεται, επομένως τι σημασία μπορεί να έχει ποιος είναι ο Αρκάς;», λέει ο Πέτρος Μαρτινίδης. Γιώργος Μπαζίνας, εκδότης ΒΑΒΕΛ ιδιοκτήτης εκδοτικού οίκου Παρά Πέντε Η γνωριμία του εκδότη του ιστορικού περιοδικού «ΒΑΒΕΛ» και μετέπειτα του περιοδικού «Παρά Πέντε» μετράει πάνω 30 χρόνια. Ο Αρκάς μφανίζεται για πρώτη φορά στη «ΒΑΒΕΛ» με τον… ανασφαλή «Κόκκορα» το 1981. Ο Γιώργος Μπαζίνας συνεργάστηκε με τον Αρκά και αργότερα στα περιοδικά που διαδέχθηκαν τη «ΒΑΒΕΛ»: στο «Παρα Πέντε» και στο «Μικρό Παραπέντε». Για τον ίδιο, ακόμα και στα πρώτα του βήματα, ο Αρκάς ήταν ένας από τους πιο ολοκληρωμένους καλλιτέχνες της εποχής του. «Μεγάλο περιοδικό της εποχής τον είχε απορρίψει» «Αυτό που ενδεχομένως θα μπορούσε να σας βοηθήσει στη γενικότερη εικόνα του Αρκά, είναι πως όταν έφερε τα σκίτσα του για πρώτη φορά στη ΒΑΒΕΛ, είχε ήδη διαμορφώσει την καλλιτεχνική του αντίληψη. Είχε μελετήσει και είχε αναπτύξει την τεχνική που εμπεριέχει το comic-strip, τα σκιτσάκια του όπως εμφανίζονται στον Κόκκορα. Η δουλειά που συνήθως μας έφερναν οι νέοι καλλιτέχνες, ήταν τις περισσότερες φορές ατελής, πρωτόλεια και χρειαζόταν επεξεργασία για να λάβει δημοσιεύσιμη μορφή. Ο Αρκάς αντιθέτως ήταν ολοκληρωμένος δημιουργός. Όχι μόνο στην τεχνική, αλλά και στο διαβρωτικό του χιούμορ. Διέθετε εξαρχής πρωτότυπο και εφευρετικό υλικό, γι' αυτό άλλωστε κι έγινε αμέσως δημοφιλής ανάμεσα στους αναγνώστες μας, τους οποίους είχαμε συνηθίσει στα πιο προωθημένα ευρωπαϊκά κόμικς και τους μεγαλύτερους χιουμορίστες της εποχής. Ο ίδιος ήταν ιδιαίτερα σεμνός, δεν εμφανίστηκε ποτέ ο ίδιος, παρά έστειλε τη δουλειά του με μια φίλη του να μας τη δείξει. Τον γνώρισα όταν εξέφρασα την εκτίμησή μου για τη δουλειά του και ζήτησα την άμεση δημοσίευση των έργων του. Αυτό που είναι σημαντικό να ειπωθεί επίσης, είναι ότι η δουλειά του ήταν εκτός αποδεκτών πλαισίων της εποχής, ελευθερόστομη και αλογόκριτη στην έμπνευσή της. Γνωρίζω μάλιστα ότι πριν έρθει σε εμάς, είχε κάνει μια απόπειρα επαφής με μεγάλο εβδομαδιαίο περιοδικό της εποχής κι εκείνη τον απέρριψαν πανηγυρικώς ως μη συμβατό με τα χρηστά ήθη και τη σεμνοτυφία των αναγνωστών τους». Άννα Πατάκη, εκδότρια - εκδόσεις Πατάκη Η Άννα Πατάκη, γνώρισε πρόσφατα τον Αρκά μέσω τηλεφώνου με αφορμή το βιβλίο του Αύγουστου Κορτώ, «Έρως Ανίκατε Μάσαν», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Η γνωριμία της μαζί του περιορίστηκε στις τηλεφωνικές διαπραγματεύσεις που αφορούσαν στο εξώφυλλο του καινούργιου βιβλίου. «Ο Πέτρος Χατζόπουλος, όπως είναι το πραγματικό όνομα του Αύγουστου Κορτώ, μου είπε κάποια στιγμή συζητώντας για το εξώφυλλο, ότι θα ήθελε πάρα πολύ να έχει ένα έργο του Αρκά. Έτσι, βρήκα το τηλέφωνό του και τον κάλεσα. Δεν σας κρύβω βέβαια ότι ήταν μία καλή αφορμή για να τον γνωρίσω κι εγώ, καθότι είμαι θαυμάστριά του. Μιλήσαμε στο τηλέφωνο και τον ρώτησα αν θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε κάποιο από τα σκίτσα του. Ήταν πολύ ευγενικός, γνώριζε το έργο του Κορτώ και μου ζήτησε να του μεταφέρω ότι είναι θαυμαστής του. Στη συνέχεια με κάλεσε να διαλέξω μία εικόνα του με την προϋπόθεση να μην κοπεί, αλλά να τυπωθεί ολόκληρη στο εξώφυλλο. Διαλέξαμε τη συγκεκριμένη εικόνα, η οποία είναι εμβληματική για τον ίδιο τον Αρκά, και ταίριαζε απόλυτα στο συγκεκριμένο βιβλίο. Αρχικά είχα σκεφτεί να του ζητήσω να σχεδιάσει κάτι ειδικά για το βιβλίο. Εκείνος όμως μου απάντησε ότι δεν σχεδιάζει για τρίτους. Άφησε όμως το ελεύθερο στην περίπτωση κατά την οποία μου άρεσε κάποιο από τα ήδη υπάρχοντα σκίτσα του, να επιλέξω ένα από αυτά». Ως επιμύθιο στο αφιέρωμα που ποτέ εκείνος δεν θα ζητούσε, επιλέγοντας να εμφανίζεται μέσα από τα σκίτσα του και όχι μέσω της αδηφάγου δημοσιογραφικής διάθεσης για έκθεση προσώπων και πραγμάτων, αφήσαμε ένα σκίτσο. Το σκίτσο αυτό ήρθε στη δημοσιότητα το 1982, μετά από επιθυμία των αναγνωστών του περιοδικού «ΒΑΒΕΛ» να δουν μία φωτογραφία του. Σε απάντησή τους, ακολούθησε δημοσίευση στο περιοδικό με ένα σκίτσο του Αρκά, στο οποίο εικάζεται ότι ο γενειοφόρος άνδρας που εικονίζεται είναι ο ίδιος. Το σχόλιο που συνόδευε τη φωτογραφία ανέφερε: «Πολλοί αναγνώστες μας ζήτησαν επίμονα μια παρουσίαση του Αρκά, πιστεύοντας πως μετά από ένα χρόνο και ένα μήνα ζωής στις σελίδες της βαβέλ είναι καιρός να γίνουν οι συστάσεις. Εμείς πιστεύουμε πως το αίτημα είναι λογικό και δίκαιο. Όμως ο Αρκάς είναι τύπος εξαιρετικά συνεσταλμένος για να δεχτεί οποιαδήποτε προβολή του. Χρειάστηκε ιδιαίτερη επιμονή για να υπερνικήσουμε αυτή την έμφυτη σεμνότητά του και ιδού το αποτέλεσμα: Ο επίσημος ιστότοπος του Αρκά: www.arkas.gr Ορίστε και το λινκ για το άρθρο. Πολλά περισσότερα για τον Αρκά, εδώ φυσικά. ΥΓ: Έχω την υποψία - σχεδόν βεβαιότητα - ότι κάποιος είχε ξεθάψει αυτό το σκίτσο και την επιστολή και τα είχε αναρτήσει στο φόρουμ; Ποιος; Πού; ΥΓ 2: Η απάντηση δόθηκε από τον κατάλληλο άνθρωπο (δείτε το παρακάτω ποστ)
  4. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα που διάβασα πρόσφατα. Εκκινώντας από τον Μποστ, ο συγγραφέας εξετάζει τα όρια μεταξύ γελοιογραφίας και κόμικς και κατ'επέκταση πού σταματάει η στατικότητα και πού αρχίζει η αφήγηση. Εδώ είναι και το λινκ της ηλεκτρονικής έκδοσης της εφημερίδας.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.