Μετάβαση στο περιεχόμενο

leonidio

Veterans
  • Περιεχόμενο

    3050
  • Εγγραφή

  • Τελευταία επίσκεψη

  • Κερδισμένες ημέρες

    28

Όλα όσα δημοσιεύθηκαν από leonidio

  1. leonidio

    LEE STAN [ (1922-2018) ]

    Και κάτι πολύ ενδιαφέρον για το Σταν Λι: Ο Σταν Λι, ο πατριάρχης της Marvel, μίλησε για όλα μέσα από τους υπερήρωες του, ανάμεσα σε αυτά και το ρατσισμό των ΗΠΑ, τη μισαλλοδοξία, το μίσος και τον Θεό. Τον Αύγουστο του 2017, λίγο μετά από μια συγκέντρωση και συλλαλητήριο λευκών εθνικιστών στη Σάρλοτσβιλ στην Πολιτεία της Βιρτζίνια, ο Στάνλεϊ Μάρτιν Λίμπερ - που τον ξέρουμε ως Σταν Λι - κοινοποίησε μια στήλη που είχε γράψει πριν μισό αιώνα, σχεδόν. Μεταξύ 1965 και 2001, ο Λι έγραφε τη μηνιαία στήλη "Stan's Soapbox" στα Marvel Comics. To 1968, στην κορύφωση του Civil Rights Movement, του κινήματος για τα πολιτικά και ατομικά δικαιώματα των Μαύρων στην Αμερική, ο Σταν Λι έγραψε ένα δυνατό κείμενο για τα κακά που γεννά το μίσος και ο ρατσισμός. "Η μισαλλοδοξία και ο ρατσισμός είναι από τα πιο θανατηφόρα κοινωνικά κακά που μαστίζουν τον κόσμο σήμερα. Αλλά, μιας και δεν πρόκειται για μια ομάδα κοστουμαρισμένων υπερ-κακών, δεν μπορείς να τα σταματήσεις με μια γροθιά στη μύτη, ή με μια βολή από όπλο ακτίνων. Ο μοναδικός τρόπος να τα καταστρέψεις είναι με το να τα εκθέσεις σε κοινή θέα - να αποκαλύψεις το ότι είναι ύπουλα κακά. "Ο μισαλλόδοξος είναι ένας άλογος μισάνθρωπος - κάποιος που μισεί τυφλά, φανατικά, αδιάκριτα. Αν το κόλλημα του είναι οι μαύροι, τότε μισεί ΟΛΟΥΣ τους μαύρους. Αν κάποτε τον προσέβαλε ένας κοκκινομάλλης, μισεί ΟΛΟΥΣ τους κοκκινομάλληδες. Αν κάποιος ξένος πρόλαβε να του πάρει τη δουλειά, είναι θυμωμένος με όλους τους ξένους. Μισεί ανθρώπους που δεν έχει δει ποτέ - ανθρώπους που δεν έχει ποτέ γνωρίσει - με την ίδια ένταση - έχει γι' αυτούς την ίδια χολή. "Τώρα, δεν λέμε ότι είναι παράλογο να ενοχλεί ένας άνθρωπος κάποιον άλλον. Αλλά, αν και ο οποιοσδήποτε έχει το δικαίωμα να αντιπαθεί ένα άλλο άτομο, είναι τελείως παράλογο, προφανώς τρελό να καταδικάζεις μια ολόκληρη ράτσα - να απεχθάνεσαι ένα ολόκληρο έθνος - να διαβάλεις μια ολόκληρη θρησκεία. "Αργά ή γρήγορα, πρέπει να μάθουμε να κρίνουμε ο ένας τον άλλον στη βάση αυτού που πραγματικά είμαστε. "Αργά ή γρήγορα, αν πρόκειται ποτέ να είναι άξιος του προορισμού του ο άνθρωπος, πρέπει να γεμίσουμε την καρδιά μας με επιείκεια. "Γιατί τότε, και μόνον τότε, θα είμαστε πραγματικά άξιοι της ιδέας ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ' εικόνα του Θεού - ενός Θεού, που ΟΛΟΥΣ μας λέει - τέκνα ΤΟΥ". Εδώ η πηγή
  2. Σταν Λι (1922-2018): Ένας Ακόμα Αμερικάνος Υπερήρωας… Σπύρος Δερβενιώτης, Άκης Καπράνος και Άρης Μαλανδράκης αποχαιρετούν τον μεγάλο αμερικάνο δημιουργό που έφυγε από τη ζωή λίγο πριν κλείσει τα 96. Είναι σχεδόν αδύνατο να φανταστεί κανείς το αμερικάνικο κόμικ χωρίς την, καθοριστικής συμβολής, παρουσία του Σταν Λι. Ήταν λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ο κύριος που γεννήθηκε Στάνλεϊ Μάρτιν Λίμπερ (και υπέγραφε κατά καιρούς με διάφορα ψευδώνυμα για να φαίνεται ότι η Marvel έχει μεγάλη ποικιλία σε κειμενογράφους), ασχολήθηκε ενεργά με το κόμικ ύστερα από το τέλος της θητείας του στον αμερικανικό στρατό. Εντάχθηκε στο δυναμικό της εταιρείας που το 1939 ονομαζόταν Timely Publications, στα 50s έγινε γνωστή ως Atlas Comics, για να μετονομαστεί το 1961 σε Marvel και να αποτελέσει τον έναν από τους δύο βασικούς κόμικ πυλώνες του 20ου αιώνα (μαζί φυσικά με την DC). Στη Marvel, ο Σταν Λι υπήρξε δημιουργός, αρχισυντάκτης κι εκδότης, μα πάνω από όλα ταυτίστηκε όσο κανείς με το ίδιο το brand. Όρισε την μεταπολεμική αμερικάνικη ποπ κουλτούρα, στο βαθμό που η φθηνή ψυχαγωγία των χάρτινων υπερηρώων υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι της. Δεν ήταν η μόνη σημαντική φιγούρα αυτού του σύμπαντος, δίπλα του μεγαλούργησαν σπουδαίοι σχεδιαστές όπως ο Τζακ Κίρμπι και ο Στιβ Ντίτκο με τους οποίους συνδημιούργησε εμβληματικούς ήρωες όπως οι Spider-Man, Iron Man, Hulk, Fantastic Four, Black Panther, τόσοι και τόσοι άλλοι, και φυσικά οι X-Men. Ως ποπ φιγούρα που ήξερε καλά τους όρους του παιχνιδιού (για να μην πούμε ότι τους έγραψε κιόλας), ο Σταν Λι στην πορεία πέρασε από το στάδιο του δημιουργού σε εκείνο του ήρωα. Κυριολεκτικά. Σε κάθε τηλεοπτική ή κινηματογραφική μεταφορά ηρώων της Marvel (κι όχι μόνο) δεν παρέλειπε να κάνει χαρακτηριστικά cameos, εξελίχθηκε σε πρεσβευτή του brand, κι έπαιξε χωρίς ανταγωνισμό στο πεδίο της πιο χιτσκοκικής διαχείρισης εικόνας επί της οθόνης ύστερα από τον… ίδιο τον Χίτσκοκ. H Marvel επί των ημερών του υπήρξε το «σπίτι» υπερηρώων που άφηναν χώρο για να φανεί και η τρωτή τους πλευρά. Μετά τη χρυσή εποχή των all american (super)heroes, ο Λι δημιούργησε φιγούρες που ξεπηδούσαν μέσα από τον αστικό ιστό, ήταν περισσότερο προϊόντα της ζωής των πόλεων (κι ενδεχομένως της παρακμής τους) παρά παναμερικανικά σύμβολα. Λίγες εβδομάδες πριν κλείσει τα 96 του χρόνια, ο Σταν Λι έφυγε πλήρης ημερών από τη ζωή, έχοντας εξασφαλίσει για πάντα το στάτους του θρύλου. Σπύρος Δερβενιώτης, Άκης Καπράνος και Άρης Μαλανδράκης τον αποχαιρετούν, βοηθώντας μας να καταλάβουμε τη σημασία της κληρονομιάς που αφήνει… Για τον κομίστα Σπύρο Δερβενιώτη, ο Σταν Λι ανύψωσε το αμερικάνικο κόμικ στο πολιτιστικό του βάθρο Ο Σταν Λι είχε αγαπηθεί απ’ όλους, γιατί ήθελε να αγαπηθεί απ’ όλους. Η ενέργεια που κατανάλωνε για «κλείνει το μάτι» στον αναγνώστη, όλα αυτά τα εσωτερικά αστεία, τα nicknames, τα catchphrases, ήταν ίση (ή και μεγαλύτερη) από την ενέργεια που κατανάλωνε για τη συγγραφή των σεναρίων του. (Σε ίσες ποσότητες καινοτομίας κι αρπακολισμού, τα “Marvel Way” σενάρια ήταν περιγραφή τριών λέξεων, π.χ. «ακολουθεί τρεις σελίδες μάχη», οι καλλιτέχνες σολάρανε κατά το δοκούν και μετά προσθέτονταν οι διάλογοι στις ήδη σχεδιασμένες σελίδες). Αυτό δε συνιστά υποβιβασμό της αξίας του, αντίθετα, είναι το κλειδί της κατανόησης του Stan Lee-gacy: τη δημιουργία (ή για να είμαστε ακριβείς, την τελειοποίηση) του fandom, της κοινότητας των κόμιξάδων, αυτόν τον πυλώνα που κράτησε κι ανύψωσε το αμερικάνικο κόμικ στο πολιτιστικό του βάθρο. Το τελευταίο κομμάτι αυτού του παιχνιδιάρικου πάζλ του Σταν Λι ήταν η αναμενόμενη cameo εμφάνισή του σε κάθε, μα κάθε, ταινία με ήρωες της Marvel (και ήταν πολλές). Ωστόσο υπάρχει μία «cameo εμφάνιση» που λίγοι ίσως καταλάβανε: η φυσιογνωμική του ομοιότητα με τον fictional πρωταγωνιστή του Glow δεν είναι τυχαία: Ένας κυνηγός ευκαιριών, βασιλιάς της υποκουλτούρας, που παίρνει μια ομάδα από ψυχολογικά βασανισμένες misfit υπάρξεις και τις μεταμορφώνει σε μαζικό υπερθέαμα, είναι σε μεταφορά και περίληψη, το γόνιμο πάντρεμα του αποφασισμένου να γοητεύσει Σταν, με τη συμπυκνωμένη street οργή του Τζακ Κίρμπι και την ψυχολογική ιδιοσυγκρασία του Στιβ Ντίτκο, καρπός των οποίων ήταν το μοναδικό χαρμάνι ηρώων της Μarvel. Βουτηγμένοι στην αμφιβολία και με υπερδυνάμεις που καταλήγουν να βλάπτουν τους οικείους τους ίσως περισσότερο απ’ όσο τους αντιπάλους τους, δε θα μπορούσαν να γεννηθούν και να ανθίσουν σε καμία άλλη εποχή από τα 60s της αμφισβήτησης και της αντικουλτούρας, και δε θα μπορούσαν να μιλήσουν σε πιο ευήκοα ώτα από τους baby boomers. ’nuff said. Το αγαπημένο κινηματογραφικό Stan Lee cameo του σινεκριτικού Άκη Καπράνου δεν είναι από υπερηρωική ταινία Όταν έσκασε ο Σταν Λι και η Marvel στο σύμπαν των κόμικ, βρήκαν ως αντίπαλο δέος την DC. Εκείνη αντιπροσώπευε το «κατεστημένο», ενώ η Marvel ερχόταν ως κάτι πιο φρέσκο, trippy, πιο πειραματικό και προοδευτικό: Οι ήρωες της DC ήταν ατσαλάκωτοι με ξεκάθαρες ηθικές γραμμές, οι ήρωες της Marvel πάλι, απόκληροι. Γι’ αυτόν τον λόγο τη γούσταραν πολλοί Ευρωπαίοι κινηματογραφιστές. O Σταν Λι είχε επικοινωνία με τον Φελίνι, αλλά και τον Αλέν Ρενέ που ήθελε μάλιστα να κάνει και κάποια σχετική ταινία. Γνώμη μου είναι πως ο τρόπος που μεταφέρθηκαν τα κόμικ του Σταν Λι, ειδικά τον 21ο αιώνα, στο σινεμά προκαλώντας ένα μεγάλο εμπορικό «μπουμ» ήταν εξαιρετικά αποσυνδεδεμένος από τη φιλοσοφία τους. Τα φιλμ αυτά βέβαια έγιναν πλέον κομμάτι του «κατεστημένου», κομμάτι του mainstream – και οι ηθικές διδαχές τους πεντακάθαρες και ενοχλητικά «ορθές». Ως ελαφρώς «ψυχάκιας» με τα αυθεντικά κόμικ, μπορώ να πω ότι οι ταινίες απέχουν πολύ από το πνεύμα τους. Και είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ενώ οι ταινίες της Marvel κάνουν τρομερά εισιτήρια, οι πωλήσεις των κόμικ πέφτουν συνεχώς. Το αγαπημένο μου Σταν Λι cameo είναι σε μια ταινία που δεν αφορά κάποιον ήρωα κόμικ, και λαμβάνει χώρα στο Mallrats του Κέβιν Σμιθ. Έχει σχετικά μεγάλο ρόλο και παίζει τον εαυτό του. Πολύ ενδιαφέρον, επίσης, είναι ότι στο Fantastic Four του 2005 υποδύεται – επιτέλους – έναν από τους χαρακτήρες που ο ίδιος δημιούργησε, τον Willie Lumpkin, κρίμα που η ταινία ήταν χάλια. Αν έπρεπε πάντως να διαλέξω την αγαπημένη μου στιγμή της Marvel στο σινεμά, αυτή είναι μάλλον το πρώτο Spider-Man του Σαμ Ράιμι. Γιατί ο σκηνοθέτης όντως κουβάλησε αυτό το αναρχικό πνεύμα του “left side of Hollywood” που ταίριαζε πάρα πολύ στον Σταν Λι αλλά και στον ήρωα. Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Άρης Μαλανδράκης εκτιμά βαθιά ότι ο Σταν Λι έφερε στο προσκήνιο τους προβληματικούς κι ευάλωτους ήρωες Σε αντίθεση με τη DC, o Σταν Λι ως ηγετική μορφή στη Marvel, ανέδειξε τους προβληματικούς ήρωες όπως ο Spider-Man, οι X-Men και οι υπολοιποι. Ήρωες με χαρακτηριστικό τους στοιχείο ότι ήταν ευάλωτοι: ειδικά ο Spider-Man ήταν πιο κοντά στους εφήβους, στο κύριο δηλαδή αναγνωστικό κοινό, αφού αναγνώριζαν τον εαυτό τους μέσα σε αυτό το άτολμο και λίγο γκαφατζίδικο παιδί, τον Πίτερ Πάρκερ. Καθώς εκείνος γινόταν Spider-Man έβρισκαν κι οι αναγνώστες μαζί του νοερά τη δύναμη να μετουσιώνουν κάθε αδυναμία σε μια υπερηρωική φαντασίωσή τους. Κάτι σπουδαίο ακόμα είναι ότι συνεργάστηκε με ή ανέδειξε ή έψαχνε διαρκώς να βρει εκλεκτούς σχεδιαστές. Από αυτούς που κάνουν το προσχέδιο μέχρι και τους inkers. Με αποτέλεσμα οι συνεργασίες του να δίνουν πάντα εξαιρετικά αποτελέσματα. Ο Σταν Λι είχε έναν τρόπο να μεταγγίζει αυτό που είχε κατά νου ο σεναριογράφος και να ενσαρκώνεται σε εικόνα από τους σχεδιαστές. Πάντα «τα έβρισκε» μαζί τους. Πηγή
  3. Εντάξει, ήταν πάρα πολύ εύκολο @ProfPhillipMortimer Σωστός
  4. Εσένα ποια είναι η πρώτη σου ανάμνηση από τη Disney; Με αφορμή τα 90 χρόνια του Mickey Mouse, το πλήρωμα του PopCode σκαλίζει τις πρώτες του αναμνήσεις από ένα στούντιο που σημάδεψε τη ζωή μας όσο κανένα άλλο. Τον ξέρεις αυτόν τον τύπο. Βρίσκεται γύρω σου. Τρώει δίπλα σου στο γραφείο. Μπορεί και να έχεις κάτσει μαζί του για καφέ. Είναι τόσο σπάνιος που δεν έχεις καν στο μυαλό σου ότι υπάρχει, μέχρι να σου αποκαλυφθεί από μόνος του. Συνήθως σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Είναι Αυτός Που Δεν Βλέπει Disney. Όχι τώρα. Και ως παιδί. Οι τρύπες της ποπ κουλτούρας που έχουμε όλοι μας στη δική του περίπτωση είναι μαύρες και συμπαντικές. Πώς τον αντιμετωπίζεις αυτόν τον άνθρωπο, πώς τον χειρίζεσαι; Και κυρίως, τι άλλο μπορεί να σου κρύβει; Μην φοβάσαι, αναγνώστη. Το PopCode είναι safe space. Εδώ είσαι ανάμεσα σε φίλους. Με αφορμή τα 90 χρόνια που κλείνει φέτος ο Mickey Mouse, ταξιδέψαμε μέχρι τα γραφεία της Disney και γυρίσαμε για να φτιάξουμε τη δική μας Mickeypedia. Στο σημερινό της κεφάλαιο, το πλήρωμά μας σκαλίζει τις πρώτες του αναμνήσεις από ένα στούντιο που σημάδεψε τη ζωή μας όσο κανένα άλλο. Τα υψωμένα αυτιά του Πλούτο για τον Γρηγόρη Μπάτη https://youtu.be/5iy_W7F6how?t=2 Δεν θυμάμαι πολλά πράγματα από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, αλλά ένα απ' αυτά που μου 'χουν μείνει στο μυαλό είναι η απορία και το πόσο μου "κλώτσαγε" να βλέπω ζώα να συμπεριφέρονται και κυρίως να μιλούν σαν άνθρωποι στα καρτούν. Την πρώτη κρυάδα την πήρα με τον Mickey Mouse που σχεδόν έναν αιώνα έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές. Απεριόριστο respect σ' αυτόν τον ποντικό που έχτισε μια ολόκληρη δυναστεία, απεριόριστη αγάπη για όλα τα ωραία μηνύματα που μας έχει περάσει, αλλά η δική μου πρώτη Disney ανάμνηση μπορεί να έχει μέσα Mickey αλλά επικεντρώνεται στον Πλούτο. Αυτό το πάντα χαμογελαστό σκυλί, που δεν έκανε τίποτα άλλο από το να είναι απλά ένα σκυλί. Με την αθωότητα στα μάτια, με την λαχτάρα στο βλέμμα κάθε που έβλεπε φαγητό, με τον αυθορμητισμό στη συμπεριφορά και με την ατέλειωτη αγάπη και χαρά, για τα απλά όμορφα πράγματα της ζωής. Ο Πλούτο είναι ο μόνος από την super εξάδα της Disney (Mickey, Minnie, Donald, Daisy, Goofy) που δεν είχε ανθρώπινη μορφή ή συμπεριφορά, γιατί δεν είχε κάτι να ζηλέψει από τους ανθρώπους. Αντίθετα, εμείς οι άνθρωποι έχουμε πολλά να ζηλέψουμε από τον απλότητα και την αληθινή αγάπη του Πλούτο και γενικά των ζώων. Αυτό φρονώ πως ήταν και το πιο σπουδαίο μήνυμα που πέρασε ο Walt Disney και το οποίο χρειάστηκε να περάσουν τρεις δεκαετίες για να καταλάβω. O Ντόναλντ μου έκλεψε την καρδιά για τον Πάνο Κοκκίνη (απόσπασμα από εδώ) Μόνο αγάπη για το αγέρωχο παπί που μπήκε στη ζωή μου (κάτι που προφανώς δεν θυμάμαι) ήδη από το μαιευτήριο καθώς ήταν μια από τις πρώτες κούκλες που έφεραν στους γονείς μου ως δώρο. Και, όπως ίσως κατάλαβες, κατέληξε να γίνει η αγαπημένη μου. Ένας ήρωας με τον οποίον έπαθα τέτοια ταύτιση (και όχι μόνο επειδή και οι δυο μας έχουμε την ίδια καταπληκτική άρθρωση) ώστε πήγα ντυμένος ως Ντόναλντ σε πάνω από ένα πάρτι κατά τη διάρκεια του δημοτικού. Επίσης τις δικές του ιστορίες ήταν που καταβρόχθιζα με μανία ευλαβικά κάθε εβδομάδα, με τα χρήματα που μου έδινε η θεία μου (μιλάμε για υπερβολικό ποσό, επειδή ήθελε να την πει στην μάνα μου) για να πάω στο γειτονικό ψιλικατζίδικο. Τσαντίλας και ευαίσθητος. Ερωτοχτυπημένος και μαχητής. Απλά υπέροχος. Και διαχρονικός. Η επιστροφή του άσωτου Lion King για τον Νίκο Σταματίνη Ο Simba ήταν ο πρωταγωνιστής της πρώτης ταινίας που είδα ποτέ μου και της ταινίας που μάλλον συνεχίζω να έχω δει περισσότερες φορές από κάθε άλλη. Καθισμένος στο πάτωμα σε αυτή την κλασική στάση στην οποία βολεύεται μόνο ο Βούδας και οι άνθρωποι με μονοψήφιο αριθμό ηλικίας, όταν βλέπουν κάτι που τους ενθουσιάζει. Εδώ που τα λέμε, όταν απέναντι έχεις έναν τόσο καλογραμμένο villain, όπως είναι ο Scar, τότε κάτι έχεις κάνει και συ με τη ζωή σου. Ο Simba είναι σαν το στερεότυπο της χαμένης γενιάς που τελικά έκανε κάτι. Γόνος πλούσιας οικογένειας με τραυματικές εμπειρίες που, αφού έζησε παρατεταμένη φοιτητική ζωή με κάμπιες, χορούς και πανηγύρια πλάι στους αληταράδες Timon και Pumbaa, διαφοροποιήθηκε και πήρε τη ζωή του στα χέρια του. Η σκηνή με τον θάνατο του Μufasa έχει διαμορφώσει μια ολόκληρη γενιά λίγο λιγότερο από όσο διαμόρφωσε τον Simba. Το Lion King, ακόμα και σήμερα, είναι μια σπουδαία ταινία. Κι όμως, το 'Beauty and the Beast' για τον Κωνσταντίνο Αμπατζή Λατρεύω τον Ντόναλντ, διάβαζα από μικρός Μίκυ Μάους, Κόμιξ, Αλμανάκο κι όποιο περιοδικό ακόμη είχε τις περιπέτειες των ηρώων της Disney, όμως η πρώτη μου 'κανονική΄ ανάμνηση από το σύμπαν της, είναι το animated 'Beauty and the Beast' που κυκλοφόρησε το 1991, όταν δηλαδή ήμουν μόλις πέντε ετών. Θυμάμαι ότι είχα πάει να το δω στο σινεμά με την μητέρα μου και τον αδερφό μου και πως η υπόθεση του τέρατος που το ερωτεύτηκε η πριγκίπισσα μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, αφού με έμαθε σε μια τρυφερή ηλικία ότι όλα είναι πιθανά. Στο τέλος έγινε πάλι πρίγκιπιας βέβαια, οπότε κάπου εκεί χάθηκε το ηθικό δίδαγμα αλλά τότε παραήμουν μικρός για να τα συνειδητοποιήσω όλα αυτά και έτσι απλά περιορίστηκα να ζωγραφίζω το τέρας σε κάτι χαρτιά που θυμάμαι ότι μας είχαν δώσει στο σινεμά. Ήταν ένα ωραίο απόγευμα, ένα ωραίο ορεκτικό από τις τεράστιες ποσότητες Disney που θα κατανάλωνα καθώς μεγάλωνα, μέχρι ακόμη και σήμερα που ευτυχώς για όλους, έχω σταματήσει να ζωγραφίζω. Ο Mickey και το μυστήριο για τη Λία Παπαϊωάννου Παιδικό δωμάτιο που σέβεται τον εαυτό του χωρίς έστω ένα λούτρινο Mickey, Minnie, Donald, Daisy κλπ, δεν υπάρχει. Έτσι και το δικό μου. Αλλά αυτό δεν είναι η πρώτη πραγματική ανάμνησή μου από τον κόσμο της Disney. Η πρώτη φορά που η Disney αιχμαλώτισε την παιδική μου καρδιά ήταν όταν έπεσε στα χέρια μου το πρώτο μου «Μίκυ Μυστήριο». Ο Mickey Mouse ντυμένος σε στυλ ντετέκτιβ σε film noir αντιμέτωπος με ευφάνταστους ληστές, γυναίκες αράχνες που τον γοήτευαν, επικίνδυνες συμμορίες. Ήταν μέσα δεκαετίας του 1990, και θυμάμαι να καταβροχθίζω κάθε τεύχος μέσα σε λίγα λεπτά και μόλις τέλειωνε αναγκαζόμουν να πάρω και Μίκυ Μάους και Ντόναλντ και όλα τα υπόλοιπα υποκατάστατα -τα οποία ναι, ομολογώ, αγοράζω καμιά φορά ακόμα και σήμερα. Κατάφερα να μαζέψω όλα τα «Μίκυ Μυστήριο» εκείνων των πρώτων κύκλων, κατάφερα να δανείσω -και να χάσω- τα περισσότερα. Αλλά ο τυπάκος με την καπαρντίνα και το κοφτερό μυαλό που λύνει κάθε μυστήριο υπάρχει ακόμα μέσα στο μυαλό και την καρδιά μου. Ο απαραίτητος Σκρουτζ Μακ Ντακ για τον Δημήτρη Μπούτσικο Δεν θέλω να κάνω τον Κινέζο (και να ήθελα εδώ που τα λέμε, δεν μπορώ). Ξέρω πόσο αιρετική δείχνει η συμπάθειά μου προς τον Σκρουτζ Μακ Ντακ αφού για μία μεγάλη μερίδα φίλων των κόμιξ, είναι ο πιο μισητός, ο πιο αντιπαθητικός και ο πιο μίζερος χαρακτήρας που σκέφτηκαν στη Ντίσνεϋ. Υπάρχει όμως και μία δεύτερη ανάγνωση, η δικιά μου που σε μεγάλο βαθμό προέκυψε κατά τη διάρκεια της πρώτης μου κατασκηνωτικής εμπειρίας (θα μιλήσουμε αναλυτικότερα σε άλλο κείμενο για αυτό το παιδικό δράμα). Τον όγδοο Ιούλιο της ζωής μου, τον πέρασα σε μία αδιάφορη κατασκήνωση διαβάζοντας κόμιξ. Ολόκληρα μεσημέρια και ολόκληρα βράδια. Με πορτοκαλάδα ή λεμονάδα. Με κρουασάν κεράσι ή τοστ χωρίς τυρί. Τότε, γεννήθηκε και η πιο παράξενη παιδική μου θεωρία. Πίστευα, πιστεύω και θα πιστεύω ότι όλοι οι ήρωες της Λιμνούπολης 'χτίστηκαν' στα πρότυπα του διπόλου 'καλός ή κακός'. Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ, το πλουσιότερο παπί του κόσμου, δεν ασπάζεται αυτή τη διάκριση. Είναι ξεχωριστός. Ναι, αυτό είναι. Χωρίς το θησαυροφυλάκιο, τους θανάσιμους εχθρούς και την εικονογραφημένη του αφέλεια, ο Τζον Ρόμπαξ θα έπληττε αφόρητα, ο Χιούι, ο Λιούι και ο Ντιούι θα πήγαιναν καθημερινά στο σχολείο και ο Μουργόλυκοι θα βοηθούσαν τις παπιογιαγιάδες να περάσουν με ασφάλεια το δρόμο (πρωτοφανές φιάσκο). Πάνω από όλα, ο Σκρουτζ Μακ Ντακ είναι απαραίτητος. Για την ίδια τη πλοκή των κόμιξ, για τον συμπαγή τους σκελετό αλλά και για εμένα. Κατά βάθος, ίσως να είναι απαραίτητος και για όλους μας. Οι ιερές Παρασκευές του Μίκυ Μάους για τον Μάνο Μίχαλο Είναι στιγμές που αναρωτιέμαι αν και πως θα πείσω τα παιδιά μου να διαβάσουν οτιδήποτε έχει σχέση με τη Disney και συγκεκριμένα Μίκυ Μάους, ΚΟΜΙΞ και όλο το χρωματιστό κόσμο που αγόραζα ευλαβικά κάθε Παρασκευή και χανόμουν μέσα του το σαββατοκύριακο. Μέσα από τις σελίδες του Μίκυ Μάους γνώρισα μια διαφορετική πραγματικότητα, η οποία για ορισμένους είναι παραπλανητική επειδή δεν υπάρχουν παπιά και ποντίκια που μιλάνε, ούτε εκατομμυριούχος που κολυμπάει σε κέρματα χωρίς να πονάει. Όμως, οι ιστορίες από τη Λιμνούπολη και το Μίκυ Σίτυ είναι μια μεταφορά των ανθρωπίνων σχέσεων, μια σκιτσαρισμένη ερμηνεία της οικογένειας, της φιλίας, της αντιπαλότητας, του έρωτα, της σκληρής ή καθόλου δουλειάς, της ορφάνιας και πολλών άλλων χαρακτηριστικών μιας κοινωνίας. Δεν θυμάμαι πόσα τεύχη είχα, ήταν πολλά και στεναχωριέμαι που σε μια μετακόμιση από τις πολλές που έκανε η οικογένεια, το έπαιξα "μεγάλος" και είπα δεν θα τα κρατήσω. Είναι από τις πιο λάθος αποφάσεις της παιδικής μου ηλικίας. Από την άλλη, όμως, ίσως και να ήταν για καλό. Από του χρόνου που ο μεγάλος γιος θα διαβάζει, θα αρχίσω πάλι τη συλλογή. Θέλω να δω αν στα χρόνια που μεσολάβησαν η Νταίζη σταμάτησε να το παίζει διπλό ταμπλό. Το 'Bambi' δεν είχε μπέσα για την Ιωσηφίνα Γριβέα Φήμες λένε ότι είχα δει ταινία και νωρίτερα από το 'Bambi' στο θερινό της Σαρωνίδας, κάπου στις αρχές των '90s. Να 'ναι καλά η μεγαλύτερη αδελφή μου που με μύησε στην ποπ κουλτούρα. Της χρεώνω κατά 50% την εμμονή και αργότερα επαγγελματική μου ενασχόληση μαζί της. Σίγουρα λοιπόν είχε αναλάβει να με μυήσει και νωρίτερα. Η πρώτη μου όμως κινηματογραφική ανάμνηση που ταυτόχρονα ήταν και Disney, είναι να πλαντάζω για τη μητέρα του Bambi σαν να τη σκότωσαν στην αυλή μου. Ο θάνατός της ήταν το πρώτο από τα πολλά Disney χαστούκια που θα βίωνα (ΓΙΑΤΙ ΡΕ MUFASA;!;!). Ήταν τόσο έντονη η συγκεκριμένη εμπειρία που μου εντυπώθηκε στο μυαλό ως έναρξη της ταινίας, ενώ στην πραγματικότητα είχαν μετρήσει αρκετά λεπτά μέχρι τον μοιραίο πυροβολισμό. Μέχρι να την ξαναδώ όμως χρόνια αργότερα, ό,τι είχε προηγηθεί είχε σβηστεί από τη μνήμη μου. Αργότερα θα μάθαινα ότι στην ορίτζιναλ σκηνή, η Disney σχεδίαζε να βάλει τον Bambi να δει τη μητέρα του μέσα στη λίμνη του αίματός της. Τα σχέδια αυτά τελικά ακυρώθηκαν ως πολύ σκληρά. Ευτυχώς γιατί θα χτυπιόμουν ακόμη απαρηγόρητη πάνω στα χαλίκια. Τότε η αδερφή μου είχε βρει μια δραστική λύση. Λίγες μέρες αργότερα, με πήγε στα '101 Σκυλιά της Δαλματίας'. Η ψηφοφορία για το όνομα των Μουργόλυκων για τον Γιάννη Σαχανίδη Κάπου στις αρχές του 1992 ξεκίνησε για μένα η φάση που θα ονομάσω φάση Τακτικού Αναγνώστη Περιοδικών της Disney. Και μπορεί να αγάπησα το Κόμιξ και το Αλμανάκο στη συνέχεια περισσότερο από τα υπόλοιπα, αλλά έχω περάσει και από Κλασικά και από Ντόναλντ και από Χαρούμενες Ιστορίες και από Μίκυ Μυστήριο και από Μίκυ Μάους, από όλα. Σε αυτό το τελευταίο έκανε την εμφάνισή του εκείνη τη χρονιά ένα μεγάλο δημοψήφισμα για το πώς θα ονομαστεί στα ελληνικά η μέχρι τότε Συμμορία των Λύκων. Έκοβες το ψηφοδέλτιο, επέλεγες μεταξύ "Συμμορία των Λύκων" και "Συμμορία των Μούργων" και το έστελνες στα γραφεία του περιοδικού, περιμένοντας ανυπόμονα το αποτέλεσμα. Εμείς θέλαμε να τους πούνε Μούργους, το Λύκοι μας φαινόταν πολύ απλό. Βέβαια την επόμενη χρονιά ο Βασίλης Λεβέντης θα ανέβαζε επίπεδο τη λέξη "μούργα", αλλά εμείς μικροί ήμασταν, τι ξέραμε από αυτά. (τα αποκόμματα είναι από εδώ) Μερικούς μήνες αργότερα το δημοψήφισμα επαναλαμβάνεται, αφού το περιοδικό λέει πως οι ψήφοι ήταν μοιρασμένες, μεγάλη κόντρα, Λύκοι-Μούργοι 1-1. Η παράταση ξαναδίνει μοιρασμένο αποτέλεσμα και, σε μια από τις συγκλονιστικότερες αποφάσεις του ελληνικού εκδοτικού κόσμου, το Μίκυ Μάους προχωρά σε συμβιβαστική λύση: Μουργόλυκοι. Ολόκληρη η σχέση μου με τη Disney ξεκίνησε από μια συναρπαστική ψηφοφορία. Τα Κόμιξ από την βιβλιοθήκη της Disney για τον Θωμά Ζάμπρα Ο πατέρας μου αγόραζε τα πάντα. Από το ΚΟΜΙΞ μέχρι το Μίκυ Μυστήριο και τα Αλμανάκο μέχρι το Ντόναλντ. Είχαμε εκατοντάδες τεύχη στιβαγμένα παντού και δεν θυμάμαι την ακριβή ηλικία που ξεκίνησα να τα διαβάζω, αλλά ήταν η αρχή σημαντικού κεφαλαίου. Το διάβασμα τους και η συλλογή τους έγινε εμμονή. Ολόκληρη η ενασχόληση μου με αυτά έγινε τελετουργική. Από την αγορά των τευχών κάθε βδομάδα μέχρι το διάβασμα τους σε ειδική καρέκλα στο σπίτι. Είναι μια φοβερή παιδική ανάμνηση και συνήθεια που συνεχίστηκε μέχρι σχεδόν σήμερα. Και από αυτή την ενασχόληση μου έμεινε ένας από τους αγαπημένους μου δημιουργούς σε οποιαδήποτε κατηγορία. Ο Ντον Ρόσα. Το Βίος και Πολιτεία του Σκρουτζ Μακ Ντακ είναι ακόμα ένα από τα ομορφότερα πράγματα που έχω διαβάσει. Τα Μίκι Μάους απογεύματα Παρασκευής για τον Ευθύμιο Σαββάκη (φωτογραφία από εδώ) Αν για κάθε παιδί του Δημοτικού η Παρασκευή ήταν η ομορφότερη μέρα της εβδομάδας για 4 χιλιάδες λόγους, εγώ είχα 4001: κυκλοφορούσε και στην Πτολεμαΐδα το καινούριο τεύχος του Μίκι Μάους. Η ιεροτελεστία είχε ως εξής. Σχολούσα τύπου 13:30 κι αντί να πάω σπίτι να διαβάσω πήγαινα στο μαγαζί που είχαν εκείνη την εποχή οι γονείς μου και απολάμβανα το υπέροχο συναίσθημα του ότι ερχόταν ΣΚ έχοντας μία τεράστια ανυπομονησία: Να εμφανιστεί ο κύριος Πέτρος. Ο συμπαθητικός γκριζομάλλης παππούλης ήταν ο περιπτεράς απέναντι ακριβώς από το μαγαζί μας και έπιανε βάρδια από τις 17:00 μέχρι τα ξημερώματα. Η άφιξή του προκαλούσε τέτοιο χαμόγελο στο κολλημένο στο τζάμι πρόσωπό μου που αμέσως ανακοίνωνα (φωναχτά) στους γονείς μου ότι ο κύριος Πέτρος έμπαινε στο περίπτερο. Άρα θα άνοιγε τις κούτες που περίμεναν, άρα θα έβγαζε και το καινούριο τεύχος του Μίκι Μάους, άρα εντός 10λεπτου θα το είχα στα χέρια μου. Κι έτσι γινόταν. Για πολλά χρόνια. Έπαιρνα το περιοδικό μέχρι το Λύκειο. Κάθε Παρασκευή. Με άλλο περιπτερά, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια. Αλλά με την ίδια χαρά στο πρόσωπό μου. Είναι απίστευτο το σε πόσες προσωπικές μας ιστορίες έχει πρωταγωνιστήσει αυτό το θρυλικό ποντίκι. Χωρίς να μπορεί καν να το υποψιαστεί. Ο Aladdin για τον Κώστα Μανιάτη https://youtu.be/1bslM1ll6zw?t=12 Όταν βγήκε ο Aladdin και άρχισε να αλωνίζει στα σινεμά, ήμουν 9 χρονών, ψιλομεγάλος δηλαδή, και άρα δεν έχω δικαιολογία γι' αυτό που θα πω στη συνέχεια. Μέχρι τότε, παρότι διάβαζα κόμιξ σαν μανιακός κι έβλεπα κινούμενα σχέδια τα πρωινά σαν να μην υπήρχε αύριο, δεν είχα ξεκαθαρίσει στο μυαλό μου ακόμα ποιος είναι ποιος. Είτε μου έλεγες 'Ποπάι', είτε 'Μίκυ Μάους', είτε τα σιδερότυπα του Hulk Hogan που έβρισκες στο Μπλέηκ, θα σου έλεγα ότι τα φτιάχνει ένας άνθρωπος. Ποιος; Δεν ξέρω, κάποιος που ζωγραφίζει, κάποιος που πάει το πρωί στο γραφείο του, λέει “τι να φτιάξω σήμερα” και σχεδιάζει μία πάπια που μιλάει. Όταν τελείωσε όμως αυτή η ταινία που με είχε πάει ο πατέρας μου να δω σε ένα θερινό σινεμά των Καμμένων Βούρλων, είπα “όπα. Τι γίνεται εδώ; Στου 'Κουτιού τα παραμύθια' δεν έχει τέτοια”. Και όταν λέω “τέτοια”, εννοώ αυτόν τον πρωτοποριακό τρόπο στο να ζωντανεύουν οι εικόνες, σε αυτήν πλαστικότητα στις κινήσεις των χαρακτήρων που εισήγαγε και δεν είχαμε ξαναδεί μέχρι τότε. Εκείνο το βράδυ πρόσεξα ότι το 'Aladdin' είχε γίνει από κάποιους που λέγονταν 'Disney' και από τότε και μετά, όπου έβλεπα το 'Disney' κολλημένο δίπλα σε κάποιον τίτλο, έτρεχα να το δω. Στο μυαλό μου έγινε κάτι σαν “σαν μόνοι της και όλοι τους”. Και κάπως έτσι το βλέπω και σήμερα. Ο Μίκυ που δεν φοβόταν τίποτα για τον Αντώνη Τζαβάρα Ήμουν πέντε ετών όταν πήρα στα χέρια μου το πρώτο Μίκυ Μάους. Ήμουν στο χωριό και ήμουν στο σπίτι ενός μεγαλύτερου ξαδέρφου. Και ήμουν σίγουρα πέντε ετών, γιατί πήγαινα στην Α' Δημοτικού και είχα μόλις αρχίσει να διαβάζω τις πρώτες μου λέξεις. Το Μίκυ Μάους ήταν μια άλλη ανάγνωση. Ένας δεύτερος τρόπος να διαβάζω πριν καλά – καλά μάθω τον πρώτο. Το μάτι και η πλοκή περνούσαν από το ένα καρέ στο διπλανό, μετά στο κάτω, μετά πάλι δίπλα. Ήταν η πρώτη μου επαφή με την αναρχική κι ενστικτώδη ανάγνωση των κόμικς, την οποία δεν εγκατέλειψα ποτέ. Σε εκείνη την παρθενική ιστορία (μου πήρε μήνες να τη διαβάσω κανονικά), ο Μίκυ με βοηθό τον Γκούφυ προσπαθούσαν να ανακαλύψουν μια ανάποδη πυραμίδα που έκρυβε αμύθητους θησαυρούς. Και τη βρήκαν, εννοείται. Η βάση της ήταν λίγα μέτρα κάτω απ' το έδαφος και η κορυφή της έφτανε βαθιά μέσα στη Γη. Τα καρέ της κατάβασης των ηρώων είχαν μια ασφυκτική κλειστοφοβική αίσθηση, αλλά ο Μίκυ ήταν ατρόμητος. Συνέχιζε την εξερεύνησή του περιφρονώντας τις αρχαίες κατάρες των φαραώ και αψηφώντας όλους τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε μια ανάποδη πυραμίδα. Στην πορεία της ζωής μου αγάπησα περισσότερο τον Ντόναλντ και τις ανασφάλειές του, αλλά μπορώ μετά βεβαιότητας να δηλώσω ότι ο πρώτος αληθινός ήρωας που γνώρισα ήταν ένα φανταστικό ποντίκι που δεν είπε ποτέ 'όχι' σε μια καλή περιπέτεια. Η κούπα με τον Μίκυ και τον Πλούτο για τη Ναστάζια Καπέλλα Πιθανότατα η πιο παλιά μου ανάμνηση να είναι από αυτή την κούπα. Μου την είχε κάνει δώρο η νονά μου και πίνω ακόμα καθημερινά από αυτή (παλαιότερα το hemo, πλέον τον καφέ). Μια ακόμα ανάμνηση που χάνεται στην άβυσσο του παρελθόντος είναι το πότε ξεκίνησα να βλέπω Disney Club. Υποθέτω από τότε που ξεκίνησε, που ήμουν 2. Αυτό, που θυμάμαι ακριβώς πότε έγινε, ήταν η πρώτη φορά που διάβασα και έμαθα τι ήταν τα "κόμικς". Είχα τελειώσει την πρώτη δημοτικού το 1997 και πήγα κατασκήνωση στο 'Μαγεμένο Δάσος' με μια φίλη μου τη Μαίρη, που έχω να δω σχεδόν από τότε. Ήταν το μεσημεριανό σιωπητήριο και η Μαίρη διάβαζε τα 'Κλασικά'. Εγώ δεν είχα ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου κόμικς και τι ρώτησα τι είναι. Θυμάμαι ακόμα ότι μου είπε ότι είναι "βιβλίο". Θυμάμαι ακόμα με πόση περιέργεια αντιμετώπισα το γεγονός ότι ήταν βιβλίο, αφού δεν έμοιαζε με κανένα βιβλίο που είχα δει. Της ζήτησα να διαβάσω και μου έδωσε μια ιστορία με την Έιπριλ, τη Μέι και την Τζουν. Ήταν κάπου στη μέση του "βιβλίου" και ήταν πολύ λίγες σελίδες. Τη ρώτησα πού συνεχίζεται και μου είπε ότι δεν συνεχίζεται, αυτό είναι και ότι έχει και άλλες τέτοιες ιστορίες. Το διάβασα ολόκληρο εκείνο το μεσημέρι και ζήτησα από τους γονείς μου να μου φέρουν και άλλα τέτοια στο επόμενο σιωπητήριο. Από τότε ξεκίνησε η σχέση μου με τα κόμικς και ήμουν και εγώ το παιδί της Παρασκευής για το 'Μίκυ Μάους' και του μήνα για το 'Κομιξ', το 'Μεγάλο Μίκυ', το 'Ντόναλντ', τη 'Μίννι', το 'Αλμανάκο' και τα 'Κλασικά' (το οποίο αν και με μύησε, έμελλε να γίνει το λιγότερο αγαπημένο μου από τα κόμικ της Disney). Μάλλον η στιγμή της γέννησης για τον Θοδωρή Δημητρόπουλο Με παιδεύει κάποιες μέρες τώρα αυτό το ερώτημα. Θα μπορούσε το θέμα του άρθρου να είναι "ποια ήταν η πρώτη σου σκέψη" ή "τι ήταν το πρώτο πράγμα που είδες όταν γεννήθηκες" και μπορεί να ήταν οριακά πιο εύκολο να το απαντήσω. (Η πρώτη μου σκέψη λογικά θα ήταν "ΠΕΙΝΑΩ", το πρώτο που είδα θα ήταν κάποιος χαζοχαρούμενος γονιός, ορίστε, πιο εύκολο όντως.) Κάθε φορά που σκέφτομαι πως κάτι θα ήταν η πρώτη μου Disney ανάμνηση, σκέφτομαι μετά κάτι άλλο που πάει ακόμα πιο πίσω. Φίλες, φίλοι, δεν έχω ιδέα. Και φανταστείτε πόσο πιο δύσκολο θα είναι το να σορτάρεις τις ντισνεϊκές σου αναμνήσεις ως παιδί του 2000, με τον κολοσό να προσθέτει διαρκώς μέγεθος στο ήδη δυσθεώρητο μπόι του. Το έχω ξαναγράψει εδώ σε κάποιο άρθρο, αλλά υπάρχει λόγος που στο μέλλον του 'Cloud Atlas' τις ταινίες τις λένε 'τα ντίσνεϊ'. Αλλά αρκετά με το μέλλον, ας ασχοληθούμε με το παρελθόν. Να μια παντελώς ελλιπής, τυχαία λίστα πιθανών πρώτων ντισνεϊκών αναμνήσεων: * Η παντελώς φθαρμένη βιντεοκασέτα του 'Beauty & the Beast', της αγαπημένης μου animation ταινίας μεγαλώνοντας. * Τα κουπόνια των αβάν πρεμιέρ για τις ταινίες Disney που μαζεύαμε από τα διάφορα περιοδικά της Ακτίνας για να βλέπουμε τις νέες ταινίες πρώτοι-πρώτοι. * Το εξώφυλλο ΚΟΜΙΞ για 'Τα Πολλά Πρόσωπα της Μάτζικα Ντε Σπελ', μιας εφιαλτικής τότε, για μένα, ιστορίας (ακόμα θυμάμαι τους ιθαγενείς χωρίς τα πρόσωπα). Αυτό ξέρω ότι δεν είναι η πρώτη μου ανάμνηση γιατί θυμάμαι πολύ καθαρά το αμέσως προηγούμενο τεύχος, 'Το Μυστικό του Παλιού Πύργου', το οποίο το είχα διαβάσει τόσες φορές που είχα χάσει το εξώφυλλο. Για δεκαετίες είχα αυτό το τεύχος στη συλλογή μου χωρίς εξώφυλλο. Όταν το αγόρασα σε καλή κατάσταση πριν λίγα χρόνια μαζί με κάποια άλλα τεύχη που μου λείπαν, το κοίταζα για ώρα σαν χαζός. Είχα διαβάσει το τεύχος δεκάδες φορές, πρώτη φορά θυμόμουν να βλέπω το εξώφυλλο. (Προφανώς το είχα ξαναδεί αλλά το είχα στο μεταξύ ξεχάσει.) * Το Disney Club. * Α Λ Μ Α Ν Α Κ Ο * Υπήρχε περιοδικό Τσιπ & Ντέιλ και φυσικά έχω ακόμα ένα κάρο τεύχη. Ειλικρινά αν μου έλεγες όταν ήμουν μικρός πως τα περιοδικά Disney στην Ελλάδα τα έβγαζαν οι ίδιοι οι γονείς θα το είχα θεωρήσει απολύτως λογικό. * Οι Σφηγκάνθρωποι του Ρομάνο Σκάρπα στο Μίκυ Μάους. Ήταν ιστορία δημοσιευμένη σε μορφή στριπ, σε συνέχειες για αρκετά τεύχη. Φυσικά είχα κάνει τα τεύχη μου φύλλο και φτερό, κόβοντας τις σελίδες της ιστορίας και ενώνοντάς τες μεταξύ τους με σελοτέιπ για να τις διαβάζω ξεχωριστά. Το αποτέλεσμα προφανώς ήταν όλες οι σελίδες του κάθε τεύχος να σκορπίζονται παντού στο πάτωμα. Ήμουν πανέξυπνο παιδί. Τελοσπάντων. Από τότε άλλαξαν πολλά. Τα ΚΟΜΙΞ μου πλέον δεν είναι φθαρμένα (γιατί τις ιστορίες του Don Rosa τις έχω αγορασμένες σε 4-5 διαφορετικές εκδόσεις) και το "Beauty & the Beast' δεν είναι ακόμα η αγαπημένη μου animation ταινία (είναι το 'Lilo & Stitch'). Χμ, τώρα που το σκέφτομαι. Πηγή
  5. Σταν Λι: Αυτή ήταν η ζωή του νονού των κόμικς O ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΤΟΥΣ ΣΟΥΠΕΡ ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤO ΣΥΜΠΑΝ ΤΗΣ MARVEL Στα συννεφάκια των παιδικών του ονείρων ήθελε να γράψει το «μεγάλο αμερικανικό μυθιστόρημα». Αφήνοντας την τελευταία του πνοή στην ηλικία των 95 ετών στο Λος Άντζελες κατάφερε μάλλον κάτι σπουδαιότερο. Δεν θεμελίωσε απλά τον κόσμο των σύγχρονων κόμικς. Συμπαρέσυρε τη φαντασία αναρίθμητων ανθρώπων με το σύμπαν της Marvel, εκεί όπου οι ανθρώπινες αδυναμίες γίνονταν υπερφυσικές δυνάμεις και τα ακίνδυνα τυπάκια της διπλανής πόρτας μεταμορφώνονταν σε υπερήρωες που μπορούσαν να σώσουν τον πλανήτη. © Joe Jusko Ο Στάνλεϊ Μάρτιν Λίμπερ ήρθε στα εγκόσμια στις 28 Δεκεμβρίου του 1922 σε ένα διαμέρισμα ρουμανοεβραίων μεταναστών. Μεγαλώνοντας στην εποχή της Μεγάλης Ύφεσης που προκλήθηκε μετά το χρηματιστηριακό κραχ του 1929, είδε τον πατέρα του, που δούλευε τότε σποραδικά ως ράφτης, να δυσκολεύεται να ζήσει την οικογένειά τους, ενθουσιαζόταν στο Ουάσινγκτον Χάιτς του Μανχάταν με τις ταινίες του Έρολ Φλιν για παρέα και τις ιστορίες του Ρομπέν των Δασών, μοιραζόταν στο Μπρονξ, όπου πήγε σχολείο, με τον αδερφό του Λάρι ένα μικρό υπνοδωμάτιο και έβλεπε τους γονείς του να κοιμούνται σε έναν πτυσσόμενο καναπέ. Μια καθημερινότητα από την οποία πολλοί θα ήθελαν να διακτινιστούν. Δεκαετία του 1930, DeWitt Clinton High School, στο Μπρονξ, © facebook.com/realstanlee Μαθαίνοντας από μικρός την πιάτσα των μεγάλων εργάστηκε γράφοντας νεκρολογίες σε υπηρεσίες ειδήσεων, συντάσσοντας δελτία τύπου για το Εθνικό Κέντρο Φυματίωσης, μεταφέροντας σάντουιτς σε γραφεία, κάνοντας τον τρεχαλατζή για έναν κατασκευαστή παντελονιών, τον ταξιθέτη στο θέατρο Rivoli στο Μπρόντγουεϊ, τον κράχτη συνδρομών για την εφημερίδα New York Herald Tribune. Τελειώνοντας το σχολείο το 1939, λίγο πριν τα 17, θα γραφτεί στο Federal Theatre Project, στο πλαίσιο των προγραμμάτων πολιτισμικής ενίσχυσης που προωθούσε ο 32ος πρόεδρος των ΗΠΑ Φραγκλίνος Ρούζβελτ. Την ίδια χρονιά με ένα κονέ του θείου του Ρόμπι Σόλομον, θα γίνει βοηθός στη νεοσύστατη Timely Comics που έτρεχε ο εκδότης pulp βιβλίων και κόμικς Μάρτιν Γκούντμαν. Την εταιρία που στις αρχές των 60s θα μετεξελισσόταν στη Marvel Comics. Από την άχαρη θέση του να γεμίζει τα μελάνια των σχεδιαστών, ανάμεσα στους οποίους ο Τζακ Κίρμπι, θα βρεθεί μέσα σε δύο χρόνια να δημιουργεί τον πρώτο του υπερήρωα, τον Destroyer, τον Αύγουστο του 1941, λίγους μήνες μετά τη συγγραφή της δίφυλλης ιστορίας «The Traitor's Revenge!» στo τεύχος 3 του «Captain America Comics» που υπέγραψε ως Σταν Λι. Ζώντας στον πυρετό της Χρυσής Εποχής των Κόμικς θα συστήσει τον Jack Frost και τον Father Time. «Συνήθιζα να νιώθω αμήχανα επειδή ήμουν απλώς ένας συγγραφέας βιβλίων κόμικς, ενώ άλλοι άνθρωποι έχτιζαν γέφυρες ή γίνονταν γιατροί. Και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα: η ψυχαγωγία είναι ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή των ανθρώπων. Χωρίς αυτή θα χάνονταν στο σκοτάδι. Νομίζω πως αν μπορείς να διασκεδάζεις τους ανθρώπους, τότε κάνεις κάτι καλό» είχε πει. Όταν ο συγγραφέας Τζο Σάιμον και ο σχεδιαστής Τζακ Κίρμπι, που δημιούργησαν τον Captain America, θα τα σπάσουν με τον εκδότη Μάρτιν Γκούντμαν, ο Σταν Λι θα βρεθεί στα 19 του να διαχειρίζεται δημιουργικά τα πράγματα. Από το 1941 έως το 1972 ο Σταν Λι θα αφήσει το ανεξίτηλο στίγμα του στην ποπ κουλτούρα ως αρχισυντάκτης και καλλιτεχνικός διευθυντής, διαδεχόμενος στο τέλος ως εκδότης τον Γκούντμαν. Η εμπλοκή των ΗΠΑ στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τον βρίσκει να κατατάσσεται στον αμερικανικό στρατό το 1942 και να υπηρετεί ως το 1945. Ως ασυρματιστής θα επιδιορθώνει τηλεγραφόξυλα και θα περάσει το χρόνο του συμμετέχοντας στη δημιουργία εκπαιδευτικών φιλμ και σκίτσων για τις ανάγκες του στρατού. H κατάταξή του ήταν «θεατρικός συγγραφέας», τίτλος που δόθηκε εκείνη την εποχή σε 9 στρατιώτες. Επιστρέφοντας στην εταιρία που πλέον ήταν γνωστή ως Atlas Comics, οι ιστορίες του Σταν Λι δεν είχαν ταξινόμηση. Ρομάντζα, γουέστερν, επιστημονική φαντασία, μεσαιωνικές περιπέτειες, τρόμος, μυστήριο, μια δεκαετία που τον είχε οδηγήσει πολύ κοντά στο να παρατήσει αυτό που έκανε, αφού δεν ικανοποιούσε τις δημιουργικές του ανησυχίες όσο ο ίδιος θα ήθελε. Η έλευση του Flash και της Justice League από το στρατόπεδο της DC Comics, που αναβίωσε την αρχετυπική ιδέα του σούπερ ήρωα ακολουθώντας τις ιδέες του συγγραφέα Τζούλιους Σβαρτς, θα βάλει τον Μάρτιν Γκούντμαν να βάλει τα δύσκολα στον Σταν Λι ζητώντας του να απαντήσει με μια εξίσου δυνατή ιδέα. Ακολουθώντας τη συμβουλή της γυναίκας του, με την οποία μοιράστηκε 69 χρόνια κοινής πορείας, και πιθανώς τον ψυχισμό του, ο Σταν Λι αποφάσισε να αλλάξει τις παιδαριώδεις αφηγήσεις των κόμικς, συστήνοντας σύνθετους χαρακτήρες της καθημερινής ζωής που είχαν ό,τι και οι καθημερινοί άνθρωποι: νεύρα, μελαγχολία, φιλοδοξίες. Τα έβαζαν με τον εαυτό τους, ήταν συνήθως ντροπαλοί με τους άλλους, ανησυχούσαν για το πώς θα πληρώσουν τους λογαριασμούς τους και ήθελαν πάντα να εντυπωσιάζουν τα κορίτσια που τους αρέσαν. Η εμπειρία του από την αληθινή ζωή του είχε δώσει αρκετές παραστάσεις και η φαντασία του ξεπερνούσε κάθε προβλέψιμη σκέψη. Απέναντι στον ιδεαλισμό και την εξιδανικευμένη άποψη για τους σούπερ ήρωες ο Σταν Λι αντιπαρέβαλλε την ιδέα των καθημερινών, τρωτών προσωπικοτήτων που μπορούσαν να βαριούνται, να πονούν και να αρρωσταίνουν. Όπως ακριβώς οι αναγνώστες που επρόκειτο διαβάσουν τις περιπέτειές τους. Το σενάριο της ζωής θα τον βρει να συνεργάζεται ξανά με τον Τζακ Κίρμπι. Ο ένας βάζει τις λέξεις, ο άλλος τις γραμμές. Μαζί θα γεννήσουν στο χαρτί τους Fantastic Four, που βασίστηκαν στο τιμ Challengers of the Unknown που είχε σχεδιάσει για τη DC ο μυθικός δημιουργός. Οι δημοφιλείς ιστορίες πουλάνε και μια πλειάδα φανταστικών χαρακτήρων θα ακολουθήσει. Οι Hulk, Thor, Iron Man και X-Men θα δημιουργηθούν με τον Τζακ Κίρμπι. Ο Daredevil με τον Μπιλ Έβερετ. Ο Doctor Strange και η πιο πετυχημένη κι ευφυής για πολλούς στιγμή της Marvel, o Spider-Man, με τον Στιβ Ντίτκο. Φαινομενικά καθημερινές υπάρξεις, άνθρωποι με αναπηρίες, φιλήσυχοι επιστήμονες που αποκτούσαν ασύλληπτες για τον κοινό νου δυνάμεις και μαζί με τις χάρτινες σελίδες των κόμικ γυρνούσαν τους αναγνώστες σε μέρη που όλα μπορούσαν να συμβούν. 2002, στην 40ή επέτειο του Spider-Man, στα στούντιο της Universal, © Michel Boutefeu/Getty Images «ΣΥΝΗΘΙΖΑ ΝΑ ΝΙΩΘΩ ΑΜΗΧΑΝΑ ΕΠΕΙΔΗ ΗΜΟΥΝ ΑΠΛΩΣ ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΟΜΙΚΣ, ΕΝΩ ΑΛΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΤΙΖΑΝ ΓΕΦΥΡΕΣ Ή ΓΙΝΟΝΤΑΝ ΓΙΑΤΡΟΙ. ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΗΣΑ: Η ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ». Επίμονος τύπος, ο Σταν Λι δημιούργησε σχολή με την περίφημη «Μέθοδο της Marvel» για να ανταποκριθεί στην αυξημένη ανάγκη παραγωγής: Προκειμένου να προλάβει τις προθεσμίες έκδοσης, έκανε ένα γρήγορο brain storming με τους σχεδιαστές, ετοίμαζε μια σύνοψη αντί για ένα πλήρες σενάριο και με βάση αυτή ο δημιουργός καλούταν να γεμίσει τις σελίδες και μετά ο Λι να βάλει τις κατάλληλες λέξεις στα συννεφάκια και να επιβλέψει τα χρώματα. Οι «κακές γλώσσες» έχουν πει πως οι άλλοι έκαναν τη «βρώμικη δουλειά» κι αυτός απλά ενέκρινε. Όπως φάνηκε, είχε τον τρόπο να το κάνει καλά. 2015, Ο Σταν Λι στην πρεμιέρα του Ant-Man στο Dolby Theatre στην Καλιφόρνια, © Kevin Winter/Getty Images/Ideal Image Διορατικός επαγγελματίας, διαισθάνθηκε την ανάγκη σύνδεσης με το αναγνωστικό κοινό του και το 1965 προχώρησε την ιδέα της Merry Marvel Marching Society, ενός φαν κλαμπ στο οποίο έστελνε ηχογραφημένα μηνύματα. Μέσα από τη στήλη Stan's Soapbox επικοινωνούσε με το δικό του τρόπο με όσους τον διάβαζαν, υπογράφοντας με το μότο «Excelsior!». Τα έβαλε με τις φυλετικές διακρίσεις, αντιτάχθηκε στο λόγο του μίσους, υπερασπίστηκε την ιδέα της ελευθερίας των ατόμων. Υπέρτερος; Υπέρτερος. Το 1966 στην τριλογία του Galacticus, στην οποία θα συστήσει τον Silver Surfer, αγγίζει την τελειότητα μαζί με τον Τζακ Κίρμπι. Στις ιστορίες της Marvel η επικαιρότητα ήταν στην πραγματικότητα η πρώτη ύλη: το αμερικάνικο όνειρο, ο πόλεμος του Βιετνάμ, ο φοιτητικός ακτιβισμός στην εποχή που τον είχε πραγματικά ανάγκη, οι ψυχροπολεμικές ισορροπίες, η θρησκοληψία, άλλαζαν ονόματα και τόπους αλλά ήταν αναγνωρίσιμες έννοιες. Και ο Σταν Λι ήταν εκεί για να δώσει με καρέ και λεζάντες τη δική του θεώρηση για τον κόσμο που άλλαζε. Το 1968 θα λανσάρει μαζί με τον Τζιν Κόλαν, τον Falcon, τον πρώτο έγχρωμο σούπερ ήρωα στην ιστορία των κόμικς. Το 1971 θα του ζητηθεί από το υπουργείο Υγείας, Εκπαίδευσης και Πρόνοιας να γράψει μια ιστορία για τους κινδύνους των ναρκωτικών. Θα σκαρφιστεί μια, στο «Amazing Spider-Man», όπου ο κολλητός του Πίτερ Πάρκερ, Χάρι Όσμπορν, είναι εθισμένος στα χάπια. Θα συναντήσει τη λογοκρισία της αρχής δεοντολογίας για τα κόμικς που αρνήθηκε να βάλει τη σφραγίδα της, θα πάρει το ρίσκο να την εκδώσει, θα ξεπουλήσει και θα μνημονευτεί στις επόμενες δεκαετίες για τις κοινωνικές ευαισθησίες του. Τον Αύγουστο του 1972, μετά το τεύχος 124 των Fantastic Four, σταματά τυπικά τη συγγραφή κόμικς και αναλαμβάνει πλέον το ρόλο του εκδότη. Ένα νέο απαιτητικό καρέ που κλήθηκε να συμπληρώσει μετά από μια πορεία τριών δεκαετιών. ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΤΟΥ ΝΙΞΟΝ, ΤΟΥ ΦΟΡΝΤ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΡΤΕΡ, Ο ΣΤΑΝ ΛΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΕ ΣΤΑ 70s ΩΣ Η ΖΩΝΤΑΝΗ ΜΑΣΚΟΤ ΤΗΣ MARVEL. 2004, Ο Σταν Λι ποζάρει στο γραφείο του στο Μπέβερλι Χιλς, Καλιφόρνια, © Vince Bucci/Getty Images/Ideal Image Ως πετυχημένος μεσήλικας έσπασε με τις γκριμάτσες και τη δημόσια στάση του και την παρουσία του την άποψη που ήθελε τα κόμικς να διαβάζονται μόνο από παιδάκια και εφήβους, δίνοντας μεγάλη έμφαση στην επέκταση της Marvel στην αγορά. Μετά το χαρτί, οι ήρωές του έπρεπε να περάσουν στη μεγάλη οθόνη και οι προσπάθειές του επικεντρώθηκαν στη δημιουργία του Marvel Universe. Μπορεί να υποθέσει κανείς πως για αυτό μετακόμισε το 1981 στην Καλιφόρνια και τον πλανήτη Χόλιγουντ. Οι cameo εμφανίσεις του σε όλες τις ταινίες, ήταν απλά δείγμα αυτής της εμμονής του. Η επιστροφή του στα κόμικς, η συνεργασία του με τους John Byrne, τον Mœbius, όπως υπέγραφε ο γάλλος κομίστας Jean Henri Gaston Giraud, και τον Keith Pollard, ήταν η απόδειξη πως τον εξίταρε πάντα κάτι φρέσκο. 2015, στην πρεμιέρα του Avengers: Age Of Ultron στο Dolby Theatre, Καλιφόρνια, © Kevin Winter/Getty Images/Ideal Image Αέναα δαιμόνιος και αντιλαμβανόμενος τη δυναμική του διαδικτύου ιδρύει μαζί με τον εντερπρενέρ και δικηγόρο Πίτερ Πολ το 1998 τη Stan Lee Media, την εταιρία που αντιμετώπισε διάφορα νομικά προβλήματα όταν ανέκυψαν σοβαρά ζητήματα και καταγγελίες για τα μετοχικά της κεφάλαια. Το 2001 θα ιδρύσει την POW! (Purveyors of Wonder) Entertainment για να αναπτύξει κινηματογραφικά, τηλεοπτικά και video game σχέδια. Το 2007 θα δει τον εαυτό του να γίνεται κούκλα στην Comic-Con. To 2012 θα ανεβάσει το δικό του κανάλι στο YouTube. Από το πρώτο φιλμ του Iron Man, το 2008 έως το Ant-Man and the Wasp, το 2018, η σινεφίλ απήχηση της Marvel έφτασε τα 17,6 δισεκατομμύρια δολάρια στο box office. 2016, στην πρεμιέρα του Captain America: Civil War στο Dolby Theatre, Καλιφόρνια, © Frazer Harrison/Getty Images/Ideal Image Δεν αποχωρίστηκε σχεδόν ποτέ το μουστάκι του, πόζαρε πάντα χαμογελαστός κι έπαιρνε πολύ σοβαρά το χόμπι του. Χάνοντας το 2017 τη γυναίκα της ζωής του, Τζοάν, βρέθηκε στη δίνη ενός μιντιακού κυκλώνα για την προσωπική ζωή του και τα περιουσιακά του στοιχεία. Μήνυσε την POW! (Purveyors of Wonder) Entertainment με αγωγή 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων, την οποία απέσυρε μερικούς μήνες μετά, βρέθηκε στο επίκεντρο αστυνομικής έρευνας μετά τις κατηγορίες κακομεταχείρισης ενηλίκου και τη σύλληψη του επιχειρηματία και προσωπικού του συμβούλου Kέιγια Μόργκαν, που φερόταν να διαχειρίζεται τον πλούτο του. Λίγους μήνες μετά, πέθανε στην ίδια ηλικία με την αγαπημένη του, έχοντας ζήσει 95 χρόνια κι έχοντας αφήσει μια σούπερ παρακαταθήκη στους φίλους των κόμικς και στον παγκόσμιο πολιτισμό. Hooray! https://youtu.be/u_29DHdH_ig 10 μαθήματα ζωής από τον Stan Lee «Στη Marvel, τα μόνα πράγματα για τα οποία δεν έχουμε χώρο είναι το μίσος, η μισαλλοδοξία και ο ρατσισμός. Αυτός ο άντρας δίπλα σου; Είναι ο αδελφός σου. Αυτό το κορίτσι εκεί πέρα; Είναι η αδελφή σου». «Η ζωή δεν είναι ποτέ ολοκληρωμένη χωρίς τις προκλήσεις της». «Το να είσαι geek έχει γίνει ένα σύμβολο τιμής. Είναι οι geeks που πραγματικά κάνουν να τα σπάσει μια τηλεοπτική εκπομπή ή μια ταινία ή ένα βιντεοπαιχνίδι. Είναι αυτοί που είναι παθιασμένοι με αυτά τα πράγματα και που συλλέγουν και μιλάνε γι’ αυτά. Ένας geek είναι πραγματικά κάποιος που ενδιαφέρεται για την επικοινωνία και την ψυχαγωγία και βρίσκει τον καλύτερο τρόπο να επωφεληθεί από αυτό». «Ξέρετε, το σύνθημά μου είναι “Excelsior”. Αυτή είναι μια παλιά λέξη που σημαίνει “προς τα πάνω και προς τα εμπρός για μεγαλύτερη δόξα”. Είναι στη σφραγίδα της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Συνεχίστε να προχωράτε κι εάν είναι καιρός να φύγετε, ήρθε η ώρα. Τίποτα δεν διαρκεί για πάντα». «Όσο περισσότερο διαβάζετε, τόσο καλύτερος θα γίνετε ως αφηγητής». «Ήθελα να είναι διαφορετικοί. Όλη η αρχή που διέπει τους X-Men ήταν η προσπάθεια να είναι μια ιστορία ενάντια στο φανατισμό, για να δείξουμε ότι υπάρχει καλό σε κάθε άτομο». «Η ευχαρίστηση να διαβάζω μια ιστορία και να αναρωτιέμαι τι θα έρθει στη συνέχεια για τον ήρωα είναι μια ευχαρίστηση που έχει διαρκέσει αιώνες και, νομίζω, θα είναι πάντα μαζί μας». «Όλοι οι χαρακτήρες στη Marvel ήταν οι ιδέες μου, αλλά οι ιδέες δεν σήμαιναν τίποτα εκτός αν είχα κάποιον που θα μπορούσε να τις εικονογραφήσει». «Για χρόνια, τα παιδιά με ρωτούσαν ποια είναι η μεγαλύτερη υπερδύναμη. Πάντα λέω τύχη. Εάν είστε τυχεροί, όλα λειτουργούν. Είμαι τυχερός». «Νομίζω ότι δεν έχω σταματήσει να νιώθω σαν παιδί». Πηγή
  6. Γιατί ο Σταν Λι έβγαλε 100 φορές λιγότερα χρήματα από τον Τζορτζ Λούκας «Έπρεπε να ήμουν πιο άπληστος», είχε δηλώσει ο θρύλος των κόμικς, που πέθανε στα 95 του. Ο θρύλος των κόμικς Σταν Λι που δημιούργησε τους πιο γνωστούς υπερήρωες της Marvel και έφυγε από τη ζωή στα 95 του χρόνια, έδωσε ώθηση σε μια βιομηχανία που σήμερα κερδίζει δεκάδες δισεκατομμύρια. Μόνο οι ταινίες του κινηματογραφικού σύμπαντος της Marvel έχουν αποφέρει πάνω από 24 δισ. δολάρια, ενώ η εταιρεία συνεχίζει να κερδίζει χρήματα από κόμικς, video games, ρούχα και κάθε είδους παιχνίδια. Θα πίστευε κανείς ότι ο Λι ήταν ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον πλανήτη, θα έκανε όμως λάθος. «Ήμουν ηλίθιος από επιχειρηματικής άποψης», είχε δηλώσει ο ίδιος στο Hollwood Reporter το 2016. «Έπρεπε να ήμουν πιο άπληστος». Ούτε σεντ από την Disney Η Marvel αγοράστηκε και πουλήθηκε αρκετές φορές από τότε που ιδρύθηκε, και η τελευταία φορά ήταν το 2009 όταν η Disney την απέκτησε με 4 δισ. δολάρια – επένδυση που έχει ήδη αποσβέσει από τις ταινίες και μόνο... Όμως ο Λι, που υπήρξε αρχισυντάκτης, εκδότης και πρόεδρος της εταιρείας στη μακροχρόνια καριέρα του, δεν είδε ούτε σεντ από αυτά τα χρήματα. Και αυτό γιατί δεν είχε ποτέ μερίδιο στην ιδιοκτησία της. Πολλοί θεωρούν ότι ο Λι είναι στην ίδια κατηγορία με τον Τζορτζ Λούκας, που δημιούργησε τους χαρακτήρες του «Star Wars» και επίσης πούλησε την εταιρεία Lucasfilm στην Disney. Όμως η περιουσία του Λούκας υπολογίζεται από το Forbes στα 5 δισ. δολάρια, ενώ του Λι είναι κάπου 100 φορές μικρότερη, λίγο πάνω από τα 50 εκατ. δολάρια. «Ο Λούκας τα έκανε όλα μόνος του», έχει δηλώσει σχετικά ο Λι. «Είχε τις ιδέες, έκανε την παραγωγή των ταινιών, τις έγραψε και τις σκηνοθέτησε και είχε τα δικαιώματα του merchandising. Ήταν όλα δικά του. Ενώ εγώ δούλευα για εκδότη. Αν τα κόμκς δεν πήγαιναν καλά, ο εκδότης χρεοκοπούσε». Ξεκίνημα με 8 δολάρια την εβδομάδα Ήταν έφηβος ακόμη όταν έπιασε την πρώτη του δουλειά στην Timely Publications, που κυκλοφορούσε τα κόμικς της Marvel. O πρώτος του μισθός ήταν 8 δολάρια την εβδομάδα και η υπογραφή του μπήκε για πρώτη φορά το 1941 σε μια ιστορία του Captain America. Η μεγάλη επιτυχία ήρθε το 1961 με τη δημιουργία των Fantastic Four που άλλαξαν την ιστορία των κόμικς. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια ο Λι εμπνεύστηκε τρεις από τους διασημότερους υπερήρωες, τους Spider-Man, Iron Man και Hulk. Στα τέλη των 60s η Marvel προσπέρασε την DC Comics και έγινε η πρώτη σε πωλήσεις εταιρεία κόμικς, και το 1972 ο Σταν Λι έγινε υπεύθυνος των εκδόσεών της. Ο Σταν Λι στο γραφείο του 1 εκατ. το χρόνο εφ' όρου ζωής Η Marvel έκανε πλούσιο τον Σταν Λι, όχι όμως και κροίσο. Eίχε χρειαστεί να κάνει ακόμη και μήνυση στην εταιρεία το 2002, ισχυριζόμενος ότι δεν λάμβανε τα ποσοστό των κερδών από ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, που οριζόταν σε συμβόλαιο του 1998. Κέρδισε τη δίκη και έτσι έλαβε το 10% των εισπράξεων από ταινίες όπως οι «Spider-Man» και «Spider-Man 2», καθώς και ετήσια αποζημίωση 1 εκατ. δολαρίων εφ' όρου ζωής. Περιστοιχιζόταν από απατεώνες Μόλις τον περασμένο Μάιο μήνυσε την πρώην εταιρεία του, POW! Entertainment, ισχυριζόμενος ότι εξαπατήθηκε στην παραχώρηση δικαιωμάτων της δουλειάς του σε κινεζική εταιρεία. Ζητούσε αποζημίωση άνω του 1 δισ. δολαρίων, αλλά τελικά απέσυρε τη μήνυση δύο μήνες μετά, τον Ιούλιο. «Ο Σταν Λι σε όλη του τη ζωή περιστοιχιζόταν από σκοτεινούς τύπους», έχει δηλώσει στους Los Angeles Times ο Μπομπ Μπάτσελορ, συγγραφέας της βιογραφίας του που κυκλοφόρησε πέρυσι. «Αν είχε... αραχνοαίσθηση όπως ο Spider-Man για τους απατεώνες γύρω του, όλα θα ήταν καλύτερα για τον κόσμο και για την περιουσία του». 130 δολάρια για ένα αυτόγραφο Τα τελευταία χρόνια ο Λι ήταν περιζήτητος σε συνέδρια/φεστιβάλ κόμικς σε όλο τον κόσμο. Έδινε το παρών στα περισσότερα, αλλά σε βάρος της υγείας του. Στις αρχές του χρόνου ακύρωσε ταξίδι για συνέδριο στις Φιλιππίνες, ενώ στο Comic Con της Silicon Valley τον περασμένο Απρίλιο έδειχνε εξαντλημένος και ταλαιπωρημένος. Οι φαν πλήρωναν όλο και περισσότερα χρήματα για ένα αυτόγραφο ή/και μία σέλφι με τον θρύλο των κόμικς. Η τιμή για ένα αυτόγραφό του ήταν 50 δολάρια το 2010, μέχρι το 2016 είχε διπλασιαστεί στα 100 δολάρια και πιο πρόσφατα είχε φτάσει τα 130 δολάρια. Πηγή
  7. Το Αρκαδικό έπος σε μια πρωτότυπη έκδοση κόμικς ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΖΕΙ Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΠΑΝΤΑΧΡΟΝΟΥ ΜΑΘΗΤΗ ΓΙΩΡΓΗ ΛΕΛΕΔΑΚΗ Μια διαφορετική προσέγγιση της ιστορικής μάχης και του ολοκαυτώματος της Ιεράς Μονής Αρκαδίου αποτελεί η καλαίσθητη έκδοση «Του Αρκαδίου το Ολοκαύτωμα», η οποία παρουσιάστηκε το απόγευμα της περασμένης Κυριακής στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ι.Ν. Τεσσάρων Μαρτύρων στο Ρέθυμνο. Πρόκειται για απόδοση των γεγονότων με κόμικς. Συγγραφέας ο νεαρός μαθητής Γεώργιος Λελεδάκης και εικονογράφος ο Σπυρίδωνας Ζαχαρόπουλος. Ο 15χρονος μαθητής Γεώργιος Λελεδάκης έχει τιμηθεί και με 1ο βραβείο ταινίας μικρού μήκους με το ίδιο αντικείμενο, ενώ όπως τονίστηκε στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του, πρόκειται για ένα δραστήριο και φιλομαθή νεαρό, που χαρακτηρίζεται για το δημιουργικό του πνεύμα και τα πολλά του χαρίσματα. Για την ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη έκδοση, αλλά και για τον νεαρό συγγραφέα μίλησαν ο θεολόγος και συγγραφέας Θεόδωρος Ρηγινιώτης και ο Γιώργης Καλογεράκης, δάσκαλος ειδικής αγωγής και συγγραφέας, Τον συντονισμό της παρουσίασης έκανε η κ. Φιλιππάκη, συνεργάτης των εκδόσεων «Έαρ», από τις οποίες κυκλοφορεί το βιβλίο – κόμικς. Η αίθουσα της εκδήλωσης ήταν κατάμεστη από κόσμο. Μεταξύ άλλων παρευρέθηκαν ο Σεβ. Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιος, η Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου κ. Μαρία Λιονή, ο Δήμαρχος Ρεθύμνου κ. Γιώργης Μαρινάκης, ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητροπόλεως μας, πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Νικηφόρος, ο Αντιδήμαρχος Ρεθύμνου κ. Λελεδάκης, η Πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου κ. Κουτσαλεδάκη, ο Πρόεδρος της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου κ. Μιχάλης Τρούλης και ο υποψήφιος βουλευτής κ. Νίκος Κοτζαμπασάκης. Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης προβλήθηκε και η βραβευμένη, ομώνυμη ταινίας μικρού μήκους, του ίδιου δημιουργού, που γυρίστηκε με χρησιμοποίηση Playmobil στους ρόλους των Κρητών αγωνιστών και των Τούρκων στρατιωτών, σε συνδυασμό ηχητικά αποσπάσματα από το θεατρικό έργο «Αρκάδι» του Γιώργη Καλογεράκη. «ΜΙΑ ΟΑΣΗ ΣΕ ΜΙΑ ΑΝΥΔΡΗ ΕΡΗΜΟ» Μιλώντας για την έκδοση ο θεολόγος κ. Θοδωρής Ρηγηνιώτης είπε μεταξύ άλλων τα εξής: «Η εικονογραφημένη νουβέλα «Του Αρκαδιού το Ολοκαύτωμα» θεωρώ ταπεινά πως είναι μια όαση σε μια άνυδρη έρημο – μια όαση, που μπορεί να συνδέσει τον αναγνώστη, ανεξαρτήτως ηλικίας, αλλά προπαντός μικρό, με μια κορυφαία στιγμή της ιστορίας του τόπου μας και του λαού μας• στιγμή, από εκείνες που «διδάσκουν τους λαούς πώς οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι», για να δανειστώ το επίγραμμα από το άγαλμα του Κολοκοτρώνη που βρίσκεται στην Αθήνα, στην οδό Σταδίου. Υψώνει έτσι μια γέφυρα προς τα Κλασικά Εικονογραφημένα του παλιού καιρού, μια μνημειώδη σειρά κόμικς, που μετέφερε όχι μόνο αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας (που ήταν επανεκδόσεις ξένης σειράς), αλλά και μεγάλες στιγμές και περιπέτειες ηρώων από διάφορες περιόδους της ιστορίας της πατρίδας μας, από την αρχαιότητα, το Βυζάντιο και την επανάσταση του 1821. Τα κόμικς αυτά, που νομίζω πως ψυχαγώγησαν (με την έννοια του όρου) τη δική μας γενιά, σήμερα χλευάζονται από ορισμένους «μοντέρνους» ερευνητές και αρθρογράφους ως συντηρητικά. Δεν παρατηρούμε όμως την ίδια ευαισθησία για τα βίαια, παρανοϊκά ή πορνογραφικά υποπροϊόντα που κατέκλυσαν τον τόπο μας ιδίως από τις δεκαετίες του 1970 και 80 σε μορφή κόμικς και σήμερα πέρασαν στο επόμενο επίπεδο, σε τηλεοπτικές και κινηματογραφικές παραγωγές και παιχνίδια υπολογιστών, που κυριολεκτικά έχουν καταλάβει ως βάρβαροι επιδρομείς τη φαντασία των εφήβων μας…» Ο ίδιος, μιλώντας για τον συγγραφέα, τόνισε, ότι «Αγαπητέ Γιώργο, Δεκαπέντε χρονών, ορισμένοι άνθρωποι έγιναν άγιοι• ορισμένοι άλλοι, ήρωες. Κάποιοι σε παρόμοια ηλικία πρόσφεραν την ίδια τη ζωή τους γι’ αυτά που πίστευαν και αγαπούσαν. Και κάποιοι, ομοίως, έδωσαν τα πρώτα δείγματα των ξεχωριστών χαρισμάτων, με τα οποία τους είχε προικίσει το Θεός, για να διαγράψουν μια λαμπρή πορεία προόδου στην επιστήμη, την τέχνη ή σε άλλους τομείς της ζωής – μεταξύ των οποίων στη φιλανθρωπία και στην προσευχή. Σ’ εσένα θα ήθελα να πω με μεγάλο σεβασμό (αφού σε ευχαριστήσω που με έκανες κοινωνό της προσπάθειάς σου κατά τη διάρκεια της διαμόρφωσής της) ότι πρέπει να θυμάσαι πρωτίστως πως ό,τι έκανες και ό,τι θα κάνεις στο μέλλον, έστω κι αν εσύ είσαι ο πρωτεργάτης, δεν το έκανες και δεν θα το κάνεις μόνος σου. Θα χρειάζεται πάντοτε τη βοήθεια του Θεού, καθώς και τη βοήθεια άλλων ανθρώπων, συνεργατών και υποστηρικτών σου. Και είναι πολύ ωραίο να γίνεται έτσι, ώστε να μην είμαστε εγωιστές και να μη νομίζουμε πως είμαστε ανώτεροι ή καλύτεροι από τους άλλους ανθρώπους, τους αδελφούς μας. Και ο ίδιος ο Χριστός, αν και παντοδύναμος, διάλεξε συνεργάτες και ζήτησε τη βοήθειά τους για να εξαπλώσει στους ανθρώπους το λόγο Του. Πόσο μάλλον εμείς. Με αυτό που πρόσφερες τώρα, το Αρκάδι, είμαι βέβαιος ότι θα λάβεις αποδοχή και δημοσιότητα στην τοπική μας κοινωνία δυσανάλογη με την ηλικία σου. Ίσως βρεθούν και ελάχιστοι που θα το απορρίψουν και θα πουν πως ένας έφηβος δεν είναι σωστό ν’ ασχολείται με την ιστορία, αλλά μόνο με δραστηριότητες σωματικές, με τον αθλητισμό, με τα αγωνιστικά αυτοκίνητα και τα κορίτσια… Αλλά κατά βάσιν είμαι βέβαιος ότι θα λάβεις έντονη αποδοχή και δημοσιότητα και πρέπει να τα διαχειριστείς με ψυχραιμία, αυτοσυγκράτηση και ταπείνωση. Να μην πάρει ο νους σου αέρα και να μη νομίσεις πως έγινες κιόλας μεγάλος, είτε σε ηλικία, είτε σε δυνατότητες και σε σημασία. Είσαι ακόμη 15 χρονών. Αλλά έβαλες, με τη βοήθεια του Θεού και των ανθρώπων που σε αγαπούν, σε εκτιμούν και σε στηρίζουν, τις βάσεις, για να γίνεις κάτι μεγάλο σε δυνατότητες και σε σημασία όχι μόνο για τον εαυτό σου και την οικογένειά σου, αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία – ίσως και παγκόσμια, μετά από δεκαετίες, αλλά οπωσδήποτε για τον τόπο μας και το λαό μας. Το έργο που μας προσφέρεις απόψε, σε επιφορτίζει με μια ευθύνη. Αυτή την ευθύνη, αν θέλεις την αποδέχεσαι, και φυσικά δεν πρέπει να καταπνίξει τον αυθορμητισμό, την αθωότητα και την παιδικότητα ακόμη που συνάδει με την ηλικία σου… Όμως αυτή η ευθύνη υπάρχει και είναι η ίδια ευθύνη που πυροδότησε το δημιουργικό ταλέντο του Ρήγα Φεραίου, τη συγγραφική δύναμη του αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη, τον ιεραποστολικό ζήλο του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και γενικά το πνεύμα, τη δύναμη και τη φλόγα όλων των αληθινών διδασκάλων και διαφωτιστών του Γένους μας, με τη βοήθεια των οποίων οι Έλληνες της Τουρκοκρατίας, για αιώνες βυθισμένοι στο σκοτάδι της άγνοιας και της δουλείας, θυμήθηκαν ποιοι είναι και διέβλεψαν το δρόμο για τη λευτεριά τους.» «ΕΧΕΙΣ ΚΑΘΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΑΙΣΘΑΝΕΣΑΙ ΠΕΡΗΦΑΝΟΣ ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ» Μιλώντας για τον δημιουργό της νέας έκδοσης ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας κ. Γιώργος Καλογεράκης, μίλησε με θερμά λόγια, τονίζοντας μεταξύ άλλων, τα εξής: « Φίλε Γιώργη, έχεις κάθε δικαίωμα σήμερα να αισθάνεσαι περήφανος και ευτυχισμένος, με όλους εμάς γύρω σου να σε περιβάλουμε με τις ευχές μας και την αγάπη μας. Μαζί σου νιώθω υπερήφανος και ευτυχισμένος κι εγώ ως υπεύθυνος της Θεατρικής Ομάδας Μητροπόλεως, καθώς και κάθε μέλος της Ομάδας. Σήμερα η Ομάδα Μητροπόλεως γεννά έναν ακόμα συγγραφέα. Σήμερα βλέπω ότι ο σπόρος που 17 χρόνια τώρα σπέρνουμε, έπεσε σε γης καρπερή, βλάστησε και απέδωσε καρπούς, κατά την ευαγγελική παραβολή. Σήμερα ένας διακαής μου πόθος, βλέπω σιγά-σιγά να πραγματοποιείται! Το 2016, είχαμε παρουσιάσει ως Ομάδα το θεατρικό μου έργο «Αρκάδι», στα πλαίσια των εορτασμών των 150 χρόνων από το Ολοκαύτωμα της Μονής. Δεν το κρύβω ότι κάποια μελανά σύννεφα που είχαν φανεί στις σχέσεις των μελών της Ομάδας τότε, με είχαν γεμίσει με απογοήτευση και με είχαν κάνει να πιστέψω ότι η όλη προσπάθεια δεν είχε την τύχη που θα της άξιζε. Όμως η Θεία Πρόνοια είναι αυτή που τελικά δικαιώνει κάθε αγώνα! Τότε πίστεψα ότι η κατάθεση ψυχής που είχα κάνει πήγε χαμένη… Σήμερα βλέπω ότι είχα κάνει λάθος και ότι κακώς απελπίστηκα. Σήμερα, δύο χρόνια μετά, βλέπω ότι η συγκεκριμένη παράσταση έδωσε τον καρπό του σήμερα!» Ο ίδιος συμπλήρωσε, ότι «Το Αρκάδι, το δειλινό της 9ης Νοεμβρίου 1866, μέσα από το τραγικό του Ολοκαύτωμα, πέρασε οριστικά στην Αθανασία και έγινε παράδειγμα για τους όποιους καταδυναστευομένους του κόσμου τούτου. Να τονίσω μια σοβαρή λεπτομέρεια εδώ. Δεν ήταν πρίγκιπες και βασιλείς, ούτε στρατάρχες αυτοί που χάραξαν ανεξίτηλα το φλογισμένο βιβλίο της Ιστορίας στο Αρκάδι. Ήταν απλοί άνθρωποι και αυτό τους καθιστά ακόμα μεγαλύτερους στη συνείδηση όλων μας. Γιατί οι ίδιοι απέδειξαν ότι καθένας μας μπορεί με τις επιλογές του να γράψει Ιστορία. Η συμβολή σου, Γιώργη μας, στο να κατανοήσουν οι παιδικές ψυχές σήμερα αυτή τη μεγάλη εθελοθυσία είναι σίγουρα σημαντική.» ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΚΛΑΔΟΣ Πηγή
  8. leonidio

    Παρουσίαση : Ρίγη 9° Τεύχος, 21/11/2018

    Την Τετάρτη 21, Νοεμβρίου στις 7 το απόγευμα, θα κάνουμε παρουσίαση για τα Ρίγη. Θα μιλήσουν οι: Malk (Nϊκος Γιαμαλάκης), Παναγιώτης Τσαούσης, Captain Jimmy, Γιώργος Λαγκώνας και άλλοι απ΄ όσους συμμετείχαν στα Ρίγη μέχρι σήμερα. Σας περιμένουμε
  9. leonidio

    ΡΙΓΗ

    Ορίστε και το 9ο τεύχος με 4 ενδιαφέρουσες ιστορίες Τα εξώφυλλα προστέθηκαν στο πινακάκι της παρουσίασης. Πιο πολύ μου άρεσε ο Κήπος με τα Αγάλματα (Σενάριο: Γιώργος Λαγκώνας, Σχέδιο: Captain Jimmy), αν και εκτίμησα το εντελώς διεστραμμένο χιούμορ του Κακόγουστου Αστείου (Τσαούσης). ΟΙ δύο ιστορίες του Malk ήταν ενδιαφέρουσες: η Ποινή (σε δικό του σενάριο) ήταν πολύ καλοσχεδιασμένη, αλλά με κάπως προβλέψιμη πλοκή. Το Mr.Valdemar (δική του διασκευή από διήγημα του Πόε) ήθελε λίγες περισσότερες σελίδες, για να αναπτυχθεί όπως έπρεπε. Φυσικά και εδώ, το σχέδιο είναι εξαιρετικό. Πραγματικά όμως, θα ήθελα να δω κάποια στιγμή και κάτι που να ολοκληρώνεται σε περισσότερες σελίδες ή/και σε περισσότερα τεύχη, έτσι ώστε να μπορεί να ανασάνουν τα σενάρια λίγο περισσότερο. Δύσκολο δεδομένων των συνθηκών, το καταλαβαίνω, αλλά μακάρι Το γεγονός ότι η σειρά συνεχίζεται με ιστορίες σε καλό επίπεδο, είναι από μόνο του πολύ θετικό
  10. R.I.P. Stan Lee: Ο βίος και οι υπερδυνάμεις του Αρχιερέα των Marvel Comics Τελικά ήταν θνητός ο δημιουργός των διάσημων υπερ-ηρώων που πέθανε στα 95 αφού γαλούχησε γενιές και γενιές φανατικών αναγνωστών «Ήθελα να αισθάνεται ο αναγνώστης ότι είμαστε όλοι φίλοι» είχε πει σε μια παλιότερη συνέντευξή του, «ότι μοιραζόμαστε κάτι μυστικό, το οποίο αγνοεί ο έξω κόσμος». Όταν προς τα τέλη της δεκαετίας του '70 κατέφταναν επιτέλους και στην χώρα μεταφρασμένοι στα ελληνικά, ο ένας μετά τον άλλον οι τίτλοι της Marvel Comics (ο πρώτος, το «Μάστερ Κουνγκ Φου», είχε κυκλοφορήσει τον Ιούνιο του 1976) από τις εκδόσεις «Καμπανάς» (Kabanas Hellas), τα αγοράκια ανά την επικράτεια ήταν πανέτοιμα να χαθούν στο σύμπαν των διάσημων στην Αμερική υπερ – ηρώων διαβάζοντας («ρουφώντας» σε σημείο παραισθητικής εμμονής, για την ακρίβεια) τα «περιοδικά της σκληρής γενιάς», όπως διαφημίζονταν από τις ελληνικές εκδόσεις που τα αντιπροσώπευαν. Το δεύτερο τεύχος του "ελληνικού" Spider-Man που κυκλοφόρησε το 1978. πήρχαν ήδη περιπετειώδη (προ)εφηβικά κόμικς φυσικά στην ελληνική αγορά, υπήρχε ακόμα και ο Σούπερμαν της DC, αλλά αυτοί εδώ (ο Σπάιντερ Μαν, ο Κάπταιν Αμέρικα, οι X-Men, o Χουλκ, ο Θορ και οι υπόλοιποι) ήταν κάτι άλλο, πολύ πιο συναρπαστικό, συγχρόνως μαγευτικά απόκοσμο, ψυχεδελικά καλειδοσκπικό και ωμά ρεαλιστικό, καθώς στα περισσότερα κόμικς της Μάρβελ, η δράση και οι συχνά ενήλικων ζητημάτων ιστορίες συνέβαιναν κατά κανόνα σε πραγματικά μέρη και κυρίως στη Νέα Υόρκη, όχι στην «Μητρόπολη» του Σούπερμαν ή την «Γκόθαμ» του Μπάτμαν. Είναι αδύνατον να μεταδώσει κανείς τον ενθουσιασμό και τη συγκίνηση που νιώθαμε με κάθε καινούργιο τεύχος (και για μια περίοδο κυκλοφορούσαν κατά ριπάς, γι' αυτό και «κάηκαν» γρήγορα) περιοδικού της Μάρβελ που έβγαινε, με τις αποκαλυπτικές ιστορίες που έμεναν μετέωρες για να συνεχιστούν στο επόμενο, με την εικονογραφική πανδαισία κορυφαίων μαστόρων του είδους όπως ο μεγάλος Jack Kirby και με τα κείμενα που σε τραβούσαν από το γιακά μέσα στην ιστορία, και συνήθως ήταν γραμμένα από τον «Αρχιερέα» Stan Lee. Ο Στανλεϊ Λϊμπερ το 1942, κατά τη θητεία του στον αμερικανικό στρατό με την ειδικότητα του συγγραφέα εκπαιδευτικών εγχειριδίων για το Σώμα Διαβιβαστών Συγγραφέας, διευθυντής σύνταξης, εκδότης, μεγιστάνας, ακαταπόνητος «πλασιέ» των κόμικς (και αργότερα των blockbuster ταινιών) της εταιρείας του αλλά και της ίδιας της επιμελώς δομημένης περσόνας του, ο άνθρωπος που υπήρξε η ενσάρκωση και η επιτομή της Marvel (αν όχι των κόμικς εν γένει στο μυαλό εκατομμυρίων αναγνωστών), υπήρξε σίγουρα ο πιο κομβικός παράγοντας της μεταπολεμικής περιόδου των κόμικς, της αποκαλούμενης και «αργυρής εποχής» του μέσου. Αειθαλής και δραστήριος μέχρι το τέλος, σε βαθμό που ήταν έτοιμος να πιστέψει κανείς – ειδικά αν είχε υπάρξει μικρός φανατικός αναγνώστης των κόμικς του – ότι μπορεί και να είχε και ο ίδιος κάποιες από τις υπερδυνάμεις που η οργιώδης φαντασία του χάριζε στους ήρωές του, εξέπνευσε τελικά στα 95 του, παρότι η Siri, η «ψηφιακή βοηθός» των συσκευών της Apple είχε αποφασίσει να τον πεθάνει πρόωρα τον περασμένο Ιούλιο. 1962: Η πρώτη εμφάνιση του Πίτερ Πάρκερ / Σπάιντερ Μαν διά χειρός Stan Lee και Steve Ditko. O "Stan Lee" εξάλλου δεν είχε γεννηθεί ποτέ πραγματικά. 'Ηταν απλά το ψευδώνυμο που στάθηκε τελικά ανάμεσα στα πολλά που χρησιμοποιούσε στα πρώτα χρόνια της Marvel έτσι ώστε να φαίνεται ότι η εταιρεία του διαθέτει στόλο συγγραφέων (ήταν γύρω στα μέσα των '70s όταν τελικά άλλαξε με τις απαραίτητες νομικές διαδικασίες το επώνυμό του σε Λι). Ο Στάνλεϊ Μάρτιν Λίμπερ γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη στις 28 Δεκεμβρίου του 1922 και με την αποφοίτηση του από το Λύκειο εργαζόταν ήδη ως βοηθός σύνταξης στα Timely Comics. εκδοτική εταιρεία που αργότερα μετονομάστηκε σε Atlas. Μετά τη θητεία του – κυρίως ως συγγραφέας εκπαιδευτικών εγχειριδίων για το Σώμα Διαβιβαστών / Σηματοδοτών – στον αμερικανικό στρατό κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αποφάσισε να αφοσιωθεί στη συγγραφή και παραγωγή κόμικς. Ήταν η εποχή της ακμής της «χρυσής εποχής» του μέσου, όμως την επόμενη «Μακαρθική» δεκαετία οι συντηρητικές κραυγές υπέρ της λογοκρισίας των κόμικς εισακούστηκαν με αιχμή την «πραγματεία» του ψυχιάτρου Φρέντρικ Γουέρταμ που είχε τίτλο «Η αποπλάνηση των αθώων» και μεταξύ άλλων εγκαλούσε ιστορίες του εικονογραφημένου αφηγηματικού είδους ως «ψυχολογικά ομοφυλοφιλικές». Έτσι εγκαθιδρύθηκε ο περιβόητος κώδικας (αυτο)λογοκρισίας των εκδοτών κόμικς με την ονομασία Comics Code Authority ο οποίος ανάγκαζε πλέον τους δημιουργούς να εξαντλούν την προσεκτικότητα και τη δυνατότητα τους για λοξά υπονοούμενα για να μην πέσουν στα νύχια των λογοκριτών. Ο Stan Lee το 1966. Το 1961 οι εκδόσεις Atlas είχαν μετονομαστεί σε Marvel, έπνεαν όμως κι αυτές τα λοίσθια όπως και άλλοι οργανισμοί του ίδιου αντικειμένου, όταν ο Stan Lee αποφάσισε να εμπιστευτεί απολύτως τον οίστρο του και να αλλάξει τον ρου της ιστορίας των κόμικς, δημιουργώντας μαζί με τον Jack Kirby τους «Τέσσερις Φανταστικούς» με ήρωες τέσσερις αστροναύτες που αποκτούν υπερδυνάμεις μετά από ένα περίεργο, συμπαντικό ατύχημα. Την επόμενη χρονιά μαζί με έναν άλλον κορυφαίο καλλιτέχνη του είδους, τον Steve Ditko (τον επονομαζόμενο «J.D. Salinger των κόμικς» που πέθανε επίσης σε βαθύ γήρας τον Ιούνιο που μας πέρασε) θα δημιουργούσε τον «απόλυτο» του ήρωα, τον Spider-Man και τα υπόλοιπα ανήκουν στην ένδοξη ιστορία της Μάρβελ. Τα τελευταία χρόνια είχε απασχολήσει τη δημοσιότητα κυρίως με διάφορα ζητήματα νομικής και οικονομικής φύσεως σε σχέση με την περιουσία του («δεν υπήρξα καλός διαχειριστής χρημάτων» είχε παραδεχτεί πρόσφατα) καθώς και με τη συγγραφή απομνημονευμάτων στα οποία επιχειρούσε να απαλύνει τις κατηγορίες που είχε κατά καιρούς δεχτεί ότι είχε «ρίξει» πολύτιμους συνεργάτες του όπως ο Jack Kirby, οι οποίοι πέθαναν πένητες σχεδόν ενώ ο ίδιος ζούσε μυθικά. Μια πρόσφατη φωτογραφία παρέα με τον Deadpool, έναν από τους πιο "αιρετικούς" υπερ-ήρωες του σύμπαντος της Marvel Η σχέση του με το διάσημο brand θα κρατούσε ως το τέλος της ζωής του, παρά το γεγονός ότι κατά τον 21ο αιώνα λειτουργούσε κυρίως ως επίτιμος πρεσβευτής της Marvel. Τα δικαιώματα του ως ιδιοκτήτης είχαν παραχωρηθεί στην Disney και έπρεπε να φτάσει στα δικαστήρια για να πάρει χρήματα από τις ταινίες με τους ήρωες του που γυρίζονται εδώ και δυο δεκαετίες σχεδόν η μία μετά την άλλη, παρότι εμφανίζεται στις περισσότερες να κάνει ένα σήμα – κατατεθέν πέρασμα α λα Χίτσκοκ και να κλείνει το μάτι στον θεατή. Όπως μας το έκλεινε όταν ήμασταν πιτσιρικάδες και βλέπαμε το όνομά του φαρδύ πλατύ κάτω (αλλά συχνά και πάνω) στη σελίδα, συχνά με αστερίσκους που μας παρέπεμπαν με χιούμορ σε άλλη ιστορία διαφορετικού τεύχους, ακόμα και διαφορετικού τίτλου της Marvel, κι εμείς τρέχαμε σαν τρελοί να το αναζητήσουμε στον ζοχάδα περιπτερά (ή ιδιοκτήτη πρακτορείου τύπου τα ατέλειωτα καλοκαίρια). «Ήθελα να αισθάνεται ο αναγνώστης ότι είμαστε όλοι φίλοι» είχε πει σε μια παλιότερη συνέντευξή του, «ότι μοιραζόμαστε κάτι μυστικό, το οποίο αγνοεί ο έξω κόσμος». Πηγή
  11. leonidio

    LEE STAN [ (1922-2018) ]

    Άσχετα από τις προσωπικές απόψεις, ήταν τεράστια μορφή στο χώρο της 9ης Τέχνης και ο βασικός αναμορφωτής των αμερικάνικων κόμικς, ο άνθρωπος που άλλαξε την πορεία τους και δημιούργησε το μεγαθήριο που βλέπουμε σήμερα. Εντάξει, σίγουρα έκανε και μεγάλα λάθη (η σχέση του με τον Jack Kirby και ο τρόπος που του συμπεριφέρθηκε ήταν ίσως το μεγαλύτερο), αλλά στο τέλος μόνο τα καλά μετράνε και σε αυτά ο Σταν Λι ήταν σπουδαίος. Και αυτό που κρατάμε πολλοί από εμάς, είναι ότι έκανε τα παιδικά μας χρόνια πολύ ωραιότερα, όπως έγραψε και ο @x for xepeta πιο πάνω. Τουλάχιστον, έφυγε πλήρης ημερών και (ας ελπίσουμε) ευχαριστημένος. Το καστ του Big Bang Theory τον αποχαιρέτησε στο facebook με αυτή την ανάρτηση: In loving memory of Stan Lee. It was an honor to have him on The Big Bang Theory. Thank you for being a real life super hero to so many generations. Your legend will live on. Μπορείτε να διαβάσετε την είδηση εδώ και να (ξανα)δείτε το απόσπασμα του επεισοδίου, όπου εμφανίστηκε ο Stan Lee
  12. leonidio

    ΣΧΕΔΙΑ

    Το εξώφυλλο του τεύχους 63. Το εξώφυλλο προστέθηκε στο πινακάκι της παρουσίασης. ΟΙ γελοιογραφίες στο άλμπουμ Το τεύχος 64, που ήδη κυκλοφορεί, φιλοξενεί συνέντευξη του Λευτέρη Σταυριανού, καθώς και ένα μόνοστηλο, που μας ενημερώνει ότι το περιοδικό θα έχει δικό του περίπτερο στην εκδήλωση. Επίσης, μαθαίνουμε ότι οι νικητές του διαγωνισμού 121 Λέξεις, θα δουν τις ιστορίες τους δημοσιευμένες στο περιοδικό. Πραγματικά, πολύ αξιέπαινη πρωτοβουλία Για όποιον ενδιαφέρεται να συμμετάσχει στο διαγωνισμό ή απλά να μάθει για το project, η ιστοσελίδα είναι 121words.com
  13. Συγχαρητήρια, Γιάννη. Διαδέχεσαι έναν πολύ πετυχημένο ΜοΜ και είμαι σίγουρος ότι κι εσύ θα μας προσφέρεις πολλά μέσα στη Δ.Ο. Συγχαρητήρια για την εκλογή σου, το άξιζες και με το παραπάνω
  14. Αν και δυστυχώς, ο κόσμος ήταν πολύ λιγότερος από ότι θα περίμενα, με δεδομένο ότι η εκδήλωση αφορούσε μια από τις μεγαλύτερες εκδοτικές εταιρείες στην Ελλάδα όσο αφορά στα κόμικς (και όχι μόνο), ήταν μια εξαιρετική βραδιά. Ο κ. Αργυρού ήταν φιλικότατος, πολύ επικοινωνιακός και άνετος και - το κυριότερο κατά τη γνώμη μου - με πολύ σαφείς, ξεκάθαρες και ενδιαφέρουσες απαντήσεις σε ό,τι τον ρωτήσαμε. Ισχύουν τα ίδια και για τον κ. Χατζόπουλο, για όσα κλήθηκε να απαντήσει και μας άνοιξε την όρεξη για την επόμενη συζήτηση σε δύο εβδομάδες. Τα μελλοντικά εκδοτικά σχέδια της εταιρείας μου άνοιξαν την όρεξη, αφού προβλέπεται καταιγισμός από πολύ ενδιαφέροντες τίτλους μέσα στο προσεχές διάστημα Συγχαρητήρια για την πρωτοβουλία
  15. Είναι πραγματικά απίστευτη η είδηση Όσο κι αν το διαβάζω, τόσο δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Πραγματικά απορώ πώς θα γίνει η σύνδεση των δύο συμπάντων και με δύο τόσο διαφορετικούς ήρωες. Ανυπομονώ να το διαβάσω. Να ευχηθώ να το δούμε στα ελληνικά εφόσον αξίζει. Δύσκολο σε κάθε περίπτωση, αλλά εγώ το εύχομαι έτσι κι αλλιώς. Προβλέπω ότι θα πάρει φωτιά το φόρουμ στην είδηση και μόνο
  16. Κάποια ακόμα τευχάκια Marvel, σε καλές καταστάσεις στα 2 ευρώ: G.I. Joe 113 Marvel Tales featuring Spider-Man 239, 251 Spectacular Spider-Man 177 X-Men Classic 78 Double Dragon 4,5, 6 William Shatner's Tek World 3, 4 Sleepwalker 25 Alf 3, 44 Count Duckula 3 Και επίσης (κι αυτά στα 2 ευρώ): Teenage Mutant Ninja Turtles Adventures (1989) 12, 13, 17, 20, 21, 23
  17. Ένα οδυνηρό παραμύθι Συντάκτης: Γιάννης Κουκουλάς Στα παραμύθια οι «κακοί» παρουσιάζονταν και έπρεπε να φαίνονται ως πραγματικοί κακοί. Και ο Κακός Λύκος είναι ένας από τους διασημότερους τέτοιους κακούς των παραμυθιών. Στο νέο βιβλίο του ο Soloúp σκιαγραφεί το πορτρέτο ενός σύγχρονου «κακού λύκου» με τα μάτια των άλλων. Που τελικά δεν είναι και τόσο κακός. Οσο κι αν η ελληνική δικαιοσύνη επιμένει να τον θεωρεί και να τον αντιμετωπίζει ως τέτοιον. Ανέκαθεν τα κόμικς μπορούσαν –και το έκαναν– να αφηγηθούν μεγάλες ιστορίες κοινωνικού περιεχομένου που απευθύνονταν αποκλειστικά σε ενήλικο κοινό. Τις τελευταίες δεκαετίες, από τότε που τα graphic novels καθιερώθηκαν ως αυτόνομες ενιαίες εκδόσεις, στοχεύοντας σε έμπειρους και «ώριμους» (ίσως η λέξη να μην είναι η κατάλληλη αλλά, χάριν συμβάσεως και για την οικονομία του λόγου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί – άλλωστε και οι Αμερικανοί αναφέρονται σε «mature readers») αναγνώστες, με ακόμα πιο εμφατικό τρόπο η θεματολογία των κόμικς έχει απλωθεί σε κάθε κοινωνική και πολιτική πτυχή. Τα κόμικς που αγγίζουν ευαίσθητες πλευρές των εύθραυστων ανθρώπινων σχέσεων, είτε ως μυθοπλασίες είτε ως απομνημονεύματα και αυτοβιογραφίες, αποτελούν μια διακριτή τάση με θαυμαστά δείγματα έως τώρα και απ’ ό,τι φαίνεται με μεγάλη δυναμική και πλούσιο μέλλον. Τέτοιο δείγμα είναι και «Ο Συλλέκτης» του Soloup με υπότιτλο «έξι διηγήματα για έναν κακό λύκο» (εκδόσεις Ικαρος) που δομείται ως μια σπονδυλωτή ιστορία με κεντρικό πρόσωπο τον Διονύση, έναν πατέρα που βυθίζεται στην άβυσσο της γραφειοκρατίας πασχίζοντας απελπισμένα να ξαναδεί το παιδί του. H «σιωπηλή κραυγή» ενός «κακού λύκου» Με τη χρήση εναλλακτικών εκδοχών γνωστών παραμυθιών όπως η «Κοκκινοσκουφίτσα» και η «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων», με αλληγορίες όπως το «Σπήλαιο» του Πλάτωνα και με τις διαφορετικές οπτικές γωνίες από τις οποίες ο αναγνώστης μαθαίνει τα γεγονότα, ο Soloup δημιουργεί ένα συγκινητικό έργο που διαβάζεται σαν παραμύθι. Οι διαφορετικές σχεδιαστικές τεχνοτροπίες που εφαρμόζει ο δημιουργός, η επιλογή άλλοτε ασπρόμαυρων σχεδίων και άλλοτε έγχρωμων εικόνων, οι εναλλαγές σε διάφορους χρόνους εντός των οποίων εκτυλίσσονται οι αριστοτεχνικά συνδεδεμένες μεταξύ τους ιστορίες και η απόδοση του πρώτου λόγου στην αφήγηση σε διαφορετικά πρόσωπα σε κάθε κεφάλαιο, συνθέτουν ένα έργο που το θέμα του αποκαλύπτεται σιγά – σιγά κρατώντας τον αναγνώστη σε μια βασανιστική στάση αναμονής. Οταν πλέον ξετυλιχτεί η υπόθεση και περιγραφεί μέσω πολλαπλών οπτικών γωνιών η δυσάρεστη οικογενειακή κατάσταση του πρωταγωνιστή, γίνεται ξεκάθαρο με δραματικό τρόπο και το γιατί από ένας ευτυχισμένος πατέρας και σύζυγος, ο Διονύσης αυτοπροσδιορίζεται ως «συλλέκτης» καθώς και το τι ακριβώς «συλλέγει». Τα παραμύθια και οι αλληγορίες που ιδιοποιείται, προσαρμόζει και τροποποιεί ο Soloup αποκτούν τότε νόημα και «ηθικό δίδαγμα». Καθιστώντας το δικό του «παραμύθι» μια οδυνηρή παραβολή για τις οικογενειακές σχέσεις και το πώς αυτές, όταν «στραβώσουν», μπορούν να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε «Συλλέκτες» και «Κοκκινοσκουφίτσες». Βιβλιοπαρουσίαση Την Τετάρτη 14 Νοεμβρίου στο βιβλιοπωλείο Public της Πλατείας Συντάγματος, στο Public Café (5ος όροφος), θα γίνει η πρώτη επίσημη παρουσίαση του νέου βιβλίου του Soloúp «O Συλλέκτης - Εξι διηγήματα για έναν κακό λύκο» (εκδόσεις Ικαρος). Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο ιστορικός τέχνης Γιάννης Κουκουλάς, ο δικηγόρος και μέλος του Δ.Σ. του International Council on Shared Parenting (ICSP), Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος, και ο δημιουργός του «Συλλέκτη». Μετά τις ομιλίες και τη συζήτηση με το κοινό, θα παρουσιαστεί πρωτότυπη μουσική σύνθεση, γραμμένη ειδικά για τον «Συλλέκτη», από τους «Drums & Voice Jazztronica Duet», ένα πρότυπο Nu Jazz ντουέτο τυμπάνων-φωνής, από την Αγγελική Τουμπανάκη και τον Ηλία Δουμάνη. Πηγή Συνέντευξη του Soloup στο Γιάννη Κουκουλά για την Εφημερίδα των Συντακτών Μην ξεχάσετε την παρουσίαση του κόμικ
  18. Ο Αστερίξ και ο Υπεριταλικός: Η νέα εποχή και το ιστορικό πνεύμα του Αστερίξ Οι περιπέτειες του Αστερίξ έχουν μπει για τα καλά σε μία νέα εποχή. Ο «Υπεριταλικός» είναι το τρίτο τεύχος που μας έρχεται, πάντα στις εκδόσεις Μαμούθκομιξ, από τους νέους δημιουργούς, Ντιντιέ Κονράντ (σχέδιο) και Ζαν-Υβ Φερί (σενάριο), μετά το «ο Αστερίξ στους Πίκτους» και τον «Πάπυρο του Καίσαρα». Καθώς η χρονική απόσταση μεταξύ των τευχών μικραίνει, δημιουργούνται ελπίδες για μία νέα πορεία, γεμάτη πολλές νέες ιστορίες από τους αγαπημένους Γαλάτες. Όπως και πολλές άλλες περιπέτειες, ο «Υπεριταλικός» ξεκινάει στη ρωμαϊκή σύγκλητο όπου ο συγκλητικός Λάκτους Μπίφιδους υπεύθυνος για το οδικό δίκτυο, βρίσκεται να κατηγορείται από τους πολιτικούς αντιπάλους του για την κατάσταση των δρόμων. Βρίσκει διέξοδο στα θεάματα, στη διοργάνωση ενός μεγάλου αγώνα με άρματα που θα περάσει από όλη την ιταλική χερσόνησο. Η συμμετοχή στον αγώνα είναι ανοιχτή για όλους τους λαούς και το κάλεσμα φτάνει. Ο αγώνας προσελκύει το ενδιαφέρον του Καίσαρα που τον βλέπει ως ευκαιρία να αναδειχθεί, ακόμα μία φορά, η ρωμαϊκή ανωτερότητα απέναντι στους «βάρβαρους» αλλά και η υπακοή των λαών της ιταλικής χερσονήσου στην εξουσία της Ρώμης. Όμως, το κάλεσμα θα φτάσει μέχρι τη Γαλατία και το ανυπότακτο χωριό όπου ο Οβελίξ θα αποφασίσει να γίνει ηνίοχος, παίρνοντας τον Αστερίξ για συνοδηγό του. Για τους φανατικούς αναγνώστες Αστερίξ –αμφιβάλλω αν υπάρχει και άλλη κατηγορία-, η ιστορία θυμίζει ένα μείγμα «Γύρου της Γαλατίας», «Ολυμπιακούς αγώνες» με μία μικρή δόση από «Κορσική». Τα μεγάλα ταξίδια, οι διαγωνισμοί –που έχουν πάντα ασαφείς κανόνες σχετικά με τις μπούφλες, όπως τονίζει ο Οβελίξ- και η ενότητα όσων καταπιέζονται από τους Ρωμαίους είναι κλασικές θεματικές. Ο Φερί της αξιοποιεί για να δώσει μία νέα ιστορία που θα κινείται στο μήκος κύματος των ιστοριών του Γκοσινύ που έκαναν εκατομμύρια ανθρώπους να αγαπήσουν τους ανυπόταχτους Γαλάτες. Οι ιστορίες του Αστερίξ πάντα μεγαλουργούν όταν καταφέρουν να συνδυάσουν μαθήματα ιστορίας, μυθοπλασία και αναχρονισμούς. Περνώντας μέσα από την ιταλική χερσόνησο, πολλούς αιώνες προτού αποτελέσει ενιαίο ιταλικό κράτος, οι Αστερίξ και Οβελίξ θα γνωρίσουν τους λαούς που ηττήθηκαν από τους Ρωμαίους στα πρώτα χρόνια της συγκρότησης της αυτοκρατορίας και δίνουν τους δικούς τους αγώνες ακόμα. Πλάι σε αυτούς είναι πλήθος λαών του αρχαίου κόσμου, καθώς Βρετανοί, Γότθοι, Σκανδιναβοί και πολλοί ακόμα συμμετέχουν στην αρματοδρομία, για να αποτινάξουν τον τίτλο του βαρβάρου και να ταπεινώσουν τους ρωμαίους. Αποδίδονται, όπως επιβάλλει η παράδοση του Αστερίξ, με δικές τους γραμματοσειρές στους διαλόγους και με έμφαση σε διάφορα στερεότυπα –οι Βρετανοί αντιμετωπίζουν φλεγματικά τη διάλυση του άρματος τους- χωρίς ίχνος ρατσισμού. Μέσα στην πορεία της αρματοδρομίας, θα εμφανιστούν στον αρχαίο κόσμο στιγμιότυπα της μεταγενέστερης ιταλικής χερσονήσου. Η Μόνα Λίζα, ο πύργος της Πίζας, η Βενετία που βυθίζεται και πολλά ακόμα είναι παρόντα στην πορεία των Γαλατών και θα προσφέρουν ευκαιρίες για διάφορα αστεία, λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένα. Κομμάτι των αναχρονισμών είναι και η κριτική σε σύγχρονα φαινόμενα. Δεν θα μπορούσαν να λείπουν σπόντες στην αξιοποίηση του αθλητισμού για τις επιδιώξεις της πολιτικής εξουσίας αλλά και για την εμπορευματοποίηση της εικόνας των αθλητών, η οποία θα παρασύρει ακόμα και τους ανατρεπτικούς πρωταγωνιστές σε μία συμφωνία με το βασικό χορηγό της αρματοδρομίας. Τίποτα από αυτά δεν ξενίζει, αντιθέτως συνεχίζει την παράδοση όσων στοιχείων έκαναν τόσο αγαπητό τον Αστερίξ και την εικόνα του ανυπότακτου Γαλάτη που τα βάζει με έναν κόσμο που μοιάζει πολύ με τον δικό μας. Φυσικά, δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι μπούφλες στους Ρωμαίους και όλα τα σχετικά γκαγκ. Οι λεγεωνάριοι παρατάσσονται κατά μήκος της αρματοδρομίας με διπλό ρόλο: οπαδοί του Ρωμαίου αρματοδρόμου αλλά και σαμποτέρ στην προσπάθεια των υπολοίπων. Θα εκπληρώσουν το ρόλο τους, κάνοντας την ψυχή του Οβελίξ να αγαλλιάσει, ο οποίος, κουρασμένος από τις συναντήσεις με τους άλλους λαούς που κατοικούν στη χερσόνησο, θα αναφωνήσει « Αληθινοί Ρωμαίοι, όπως στη Γαλατία!» Ο «Υπεριταλικός» είναι μακράν το καλύτερο τεύχος της νέας περιόδου. Από αυτό και μόνο δημιουργούνται προσδοκίες για τη συνέχεια αφού οι νέοι δημιουργοί βρίσκουν σταδιακά τα πατήματα τους. Ωστόσο, ισχύει ό,τι γράφαμε για τον «Πάπυρο του Καίσαρα». Υπάρχει ακόμα κάποια απόσταση από τις καλύτερες στιγμές του Αστερίξ, τα αριστουργήματα του Γκοσινύ. Ο κόσμος του Αστερίξ προσφέρεται για νέες προσπάθειες, για απρόσμενα αστείους και έξυπνους συνδυασμούς του αρχαίου κόσμου με τον σύγχρονο. Οι Φερί και Κονράντ, για να φτάσουν να γράψουν τη δική τους ιστορία, ίσως πρέπει να αναπτύξουν δικές τους θεματικές και να μην αρκεστούν σε ό,τι τους έχει κληρονομηθεί. Έχουν αποδείξει, εξάλλου, ότι έχουν αυτή τη δυνατότητα και το μέλλον τους ανήκει. Πηγή
  19. Μπάτμαν: Η pop εκδοχή της αναγεννησιακής αντίφασης Ο Μπάτμαν θεωρείται - δικαίως - η πιο σκοτεινή persona του σύμπαντος των χάρτινων, comic, υπερηρώων και ο πιο «αληθινός», ο πιο ανθρώπινος. Διότι δεν έχει καμία υπερφυσική ή μεταφυσική υπερδύναμη. Ούτε καν μια επιστημονικοφανή. Δηλαδή δεν τον τσίμπησε καν ραδιενεργή αράχνη μεταφέροντάς του, μεγεθυμένες, τις δυνάμεις της, όπως συνέβη με τον Spider-Man. Ούτε είναι ένας τυχεράκιας εξωγήινος που στο περιβάλλον της Γης, η φυσιολογία του απλώς τον μετατρέπει σε υπεράνθρωπο, όπως ο Superman. Ο Μπάτμαν βασίζεται στην εξαιρετική φυσική του κατάσταση - αποτέλεσμα εντατικής γυμναστικής - και στην εντυπωσιακή οικονομική του επιφάνεια, την οποία κληρονόμησε και δεν φαίνεται να κάνει και πολλά για να την αβγατίσει, που του επιτρέπει να δημιουργεί και να εξελίσσει φουτουριστικά gadget και επίγεια και εναέρια οχήματα, τα οποία τον βοηθούν στην αέναη σταυροφορία του εναντίον του εγκλήματος. Ενώ ο δυϊσμός του, αν και βασικό χαρακτηριστικό των περισσότερων υπερηρώων, στον Μπάτμαν - κατά κόσμον ο βαθύπλουτος Μπρους Γουέιν - προκύπτει από την βαθιά του κατάθλιψη λόγω του βίαιου θανάτου των γονιών του, τον οποίο δεν θα ξεπεράσει ποτέ. Στην πραγματικότητα, ο Μπάτμαν, περισσότερο ακόμη και από «σκοτεινός ιππότης» - όπως παρουσιάζεται - είναι ένας ιδιωτικός ντεντέκτιβ με κάπως εξεζητημένη εμφάνιση, μεγάλα ψυχολογικά ζητήματα και τρελά λεφτά, που του επιτρέπουν να έχει άφθονο ελεύθερο χρόνο. Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας δηλαδή. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι, εν πολλοίς, εκείνα που κατέστησαν τον Μπάτμαν έναν εκ των διαχρονικότερων υπερηρώων, απολαμβάνοντας, μέχρι και σήμερα, από το μακρινό 1939 που πρωτοεμφανίστηκε, ανεξάντλητης δημοφιλίας, αναγνωρισιμότητας και εμπορικής επιτυχίας. Ντα Βίντσι και Ζορό Το μυαλό, η ψυχή, το δημιουργικό δαιμόνιο πίσω από αυτόν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα είναι ο Μπομπ Κέιν, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 24 Οκτωβρίου του 1915, στην Νέα Υόρκη. Την πόλη στην οποία παραπέμπει απευθείας η Γκόθαμ, το νοσηρό αστικό σκηνικό δράσης του Μπάτμαν. Τους διαλόγους υπέγραψε ο Μπιλ Φίνγκερ. Ίσως δεν έχει χυθεί τόσο μελάνι για την ανάλυση της προσωπικότητας ενός φανταστικού ήρωα - ακόμη και από το λογοτεχνικό σύμπαν - όσο αυτό που χύθηκε για τον Μπάτμαν. Από αυτή την άποψη, το ενδιαφέρον για τον δημιουργό του είναι εύλογο. Κυρίως, για το πώς «γεννήθηκε» στο μυαλό του ο Μπάτμαν. Από όσα είπε πολλές δεκαετίες αργότερα ο ίδιος ο Κέιν προκύπτει, ότι ο Μπάτμαν είναι το αποτέλεσμα ενός μίγματος επιρροών, από τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι και τον Ζορό, σε συνδυασμό… με την υπόσχεση μεγαλύτερης αμοιβής από την DC Comics. «Υποθέτω ότι εξαρχής είχα μελάνι στις φλέβες μου αντί για αίμα» έλεγε για την παιδική ηλικία του. Από όσο μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου, είχα ένα μολύβι στο χέρι μου. Όταν ήμουν δέκα, ο μπαμπάς μου ήταν τυπογράφος στη New York Daily News και έφερνε στο σπίτι όλα τα κόμικς της εφημερίδας και τα αντέγραφα αμέσως. Τα έκανα σχεδόν τόσο τέλεια όσο τα πρωτότυπα». Αυτή η άτυπη εκπαίδευση οδήγησε τον νεαρό Κέιν στο να δημιουργήσει τα δικά του κόμικς και μέχρι το 1938 πωλούσε χιουμοριστικές μικρές ιστορίες στην DC Comics, συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικών «Professor Doolittle» και «Ginger Snapp». Εκείνη την χρονική στιγμή θα εμφανιζόταν ο Μπάτμαν. Σε συνέντευξή του τον Ιούνιο του 1989, με αφορμή τα γυρίσματα της ταινίας «Μπάτμαν» του Τιμ Μπάρτον, με τον Μάικλ Κίτον στον ρόλο του υπερήρωα και έναν γκροτέσκα δαιμονικό Τζακ Νίκολσον στον ρόλο του Τζόκερ, αναφέρει σχετικά: «’Ηταν η χρονιά μετά την εμφάνιση του Superman το 1938. Ήμουν 18 ετών. Έπινα ένα ποτό με τον Βίνσετ Σάλιβαν (σσ. πρωτοπόρος επιμελητής και εκδότης κόμικ, η ψυχή της εμβληματική DC Comics στα πρώτα της βήματα) και μου λέει, “μπορείς να μου βρεις έναν άλλο χαρακτήρα υπερήρωα, γιατί ψάχνουμε έναν;”. Λέω, πόσα βγάζουν ο (Τζέρι) Σίγκελ και ο (Τζο) Σούστερ; (σσ. δημιουργοί του Superman). Έβγαζαν λοιπόν περίπου 800 δολάρια την ιστορία, δηλαδή 1.600 δολάρια την εβδομάδα. Και εγώ έκανα cartoons για την DC βγάζοντας όχι παραπάνω από 30 δολάρια την εβδομάδα. Του λέω “άκου, αν πρόκειται να βγάζω 1.500 δολάρια την εβδομάδα, μπορώ να ζωγραφίσω τα πάντα!”. Λοιπόν, πιστέψέ το, ήταν Παρασκευή και λέω, “την Δευτέρα θα έχετε έναν νέο υπερήρωα”. Αυτή είναι η αλήθεια». Εντάξει, όχι όλη. Διότι, ναι μεν ο «τοκετός» μιας ιδέας είναι στιγμιαίος, αλλά η «ζύμωσή» της είναι το αποτέλεσμα μακρόχρονης διαδικασίας. Ο Κέιν, φυσικά, το παραδέχθηκε: «Στην πραγματικότητα, όλοι έχουμε επηρεαστεί από πολλές επιρροές στην ζωή μας. Και σε ό,τι κάνεις μετά, βάζεις πολλά από την δική σου προσωπικότητα. Το θέμα είναι ότι όλοι βλέπουμε τα ίδια πράγματα ταυτόχρονα, αλλά τα ερμηνεύουμε με τον δικό μας τρόπο. Όταν ήμουν, 12 ή 13 ετών είδα ένα βιβλίο με εφευρέσεις του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Και, όπως γνωρίζετε, ήταν εκείνος που άνοιξε τους δρόμους στις περισσότερες από τις εφευρέσεις που έχουμε σήμερα. Προέβλεψε την πτήση του ανθρώπου, το ελικόπτερο, το πολυβόλο, την ατμομηχανή. Ένα όμως τράβηξε πραγματικά την προσοχή μου τότε και αυτό ήταν ένας άνθρωπος πάνω σε έλκηθρο με μεγάλα φτερά νυχτερίδας. ‘Ηταν το πρώτο ανεμόπτερο σε πτήση, 500 χρόνια πριν. Και ο Ντα Βίντσι είχε γράψει ότι “το πουλί δεν θα έχει κάτι άλλο για μοντέλο, από την νυχτερίδα”. Ετσι, κοιτώντας αυτά τα μεγάλα φτερά και διαβάζοντας αυτό το απόσπασμα, ήταν σαν να “φυτεύτηκε” ο Μπάτμαν στο μυαλό μου. Αλλά δεν ήμουν ακόμα έτοιμος να δημιουργήσω τον Μπάτμαν, τον έβαλα στην άκρη και πήγα στις ταινίες. Είδα το “Σημάδι του Ζορό” με τον Νταγκλας Φέρμπανκς, ο οποίος ήταν το ίνδαλμα των παιδικών μου χρόνων, ενός παιδιού της Νέας Υόρκης, του Μπρονξ συγκεκριμένα. Ο Ζορό ήταν ο πιο τολμηρός διάβολος που είχα δει στη ζωή μου. Ήταν χιλιάδες φορές λιγότερο ακροβατικός από τον Μπάτμαν, αλλά μου έδωσε την ιδέα της διπλής ταυτότητας. Τη μέρα ήταν ο βαρετός δανδής Δον Ντιέγκο Βέγκα, γιος μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες στο Μεξικό, γύρω στο 1820. Ήταν όμως η εποχή που κυριαρχούσαν οι Ισπανοί κατακτητές, που προκαλούσαν όλων των ειδών τις τρομερές αδικίες εναντίον των φτωχών. Και ο Δον Ντιέγκο συνέβαινε να είναι πολύ αλτρουιστής και αποφάσισε να γίνει διώκτης του εγκλήματος. Ετσι, τη νύχτα, φορούσε τη μάσκα, ένα μαντήλι με σχισμές στα μάτια, έδενε την θήκη ενός αξιόπιστου σπαθιού στο πλευρό του και εφορμούσε από μια σπηλιά πάνω σε ένα μαύρο άλογο που νομίζω ότι το έλεγαν Θύελλα. Πραγματικά εδώ μπορείτε να δείτε την αναφορά όπου πολλά χρόνια αργότερα μετουσιώθηκε στην ιδέα ενός σπηλαίου νυχτερίδας και του αυτοκινήτου-νυχτερίδα, αντί του αλόγου. Ήταν μια βαθιά επιρροή αυτή για μένα η διπλή ταυτότητα. Υπήρχαν και άλλα παραδείγματα διπλής ταυτότητας, αλλά εμπνεύστηκα τη δική μου από τον Ζορό». Ακόμη μία επιρροή ήταν ο χαρακτήρας του Phantom που εμφανίστηκε το 1934. «Ηταν ένας διώκτης του εγκλήματος από την Αφρική» λέει ο Κέιν. «Φορούσε μια γκρίζα στολή με μάσκα και κάτι πήρα από αυτό. Στο πρώτο εξώφυλλο του Batman το 1939, ήταν απλά μια γκρίζα φιγούρα με κουκούλα και είχε άκαμπτα πτερύγια νυχτερίδας που ήταν κάπως στερεωμένα στο πίσω μέρος των χεριών του. Ο λόγος που αναθεώρησα αυτό το κομμάτι ήταν ότι κατάλαβα πως θα ήταν πολύπλοκο να πολεμά έτσι. Οπότε έκανα αλλαγές στην εμφάνιση σε κάθε ιστορία. Πραγματικά, ο Μπάτμαν άρχισε να ωριμάζει πολύ γρήγορα, μόλις μέσα σε ένα χρόνο. Τα σχέδια γίνονταν καλύτερα, τα φτερά της νυχτερίδας έρεαν καλύτερα κλπ.». Το όνομα του Μπρους Γουέιν εμπνεύστηκε από τον Ρόμπερτ Μπρους ή Ροβέρτο τον Α’ της Σκωτίας, τον θρυλικό ηγέτη του Μεσαίωνα και διακρίθηκε στους πολέμους της Σκωτσέζικης Ανεξαρτησίας. Ο θρίαμβος του «Σκοτεινού Ιππότη» Η πρώτη ιστορία του Μπάτμαν στο Detective Comics ήταν μόλις έξι σελίδες αλλά αμέσως τράβηξε το ενδιαφέρον του κοινού. Από την δεύτερη εμφάνιση άρχισε να πουλάει καλά. «Πολύ καλύτερα ακόμη και από την πρώτη φορά που σύστησα τον Ρόμπιν». Ο Ρόμπιν, ένα αγόρι υπερήρωας, μπαίνει στην ζωή του Μπάτμαν το 1940 και για τον Κέιν αποτελεί ένα «σπουδαίο άγγιγμα ιδιοφυίας», διότι έδωσε τη δυνατότητα να ταυτιστούν τα παιδιά με έναν συνομήλικό τους υπερήρωα που παλεύει δίπλα στο ίνδαλμα τους. Ο Μπάτμαν κατάκτησε νωρίς το Χόλιγουντ, επισφραγίζοντας την επιτυχία του. Η πρώτη σειρά με τις περιπέτειές του γυρίστηκε το 1943 από την Columbia. Ο Κέιν θυμάται την φτωχή παραγωγή και την έκπληξη του όταν είδε ένα μικρό γκρι αυτοκίνητο που προοριζόταν για Batmobile. «’Ηξερα ότι ήταν χαμηλός ο προϋπολογισμός αλλά αυτό ήταν γελοίο» έλεγε αργότερα. Τότε είπε στον σκηνοθέτη να πάρει μια μαύρη λιμουζίνα, να της κολλήσει ένα πτερύγιο που να μοιάζει με φτερό νυχτερίδας και θα είχε ένα αξιοπρεπές Batmobile. Ο Κέιν συνέχισε να σκιτσάρει τις περιπέτειες του Μπάτμαν μέχρι και το 1943 και μετά αφοσιώθηκε στο καθημερινό κόμικ «Μπάτμαν και Ρόμπιν» για τις εφημερίδες. Επέστρεψε στην δημιουργία μεγάλων ιστοριών του Μπάτμαν το 1946 και εξακολουθούσε να έχει ενεργητική συμβολή στην δημιουργία του μέχρι που αποσύρθηκε από την ενεργό καλλιτεχνική δράση το 1968. Η επιτυχία της τηλεοπτικής μεταφοράς του Μπάτμαν το 1966 άνοιξε νέο κύκλο δημοφιλίας του ήρωα και του δημιουργού του σε ένα νέο κοινό. Η δουλειά του μπήκε στις αίθουσες τέχνης και στα μουσεία, επηρεάζοντας το ρεύμα της pop art. Ο Κέιν συνέβαλε ως καλλιτεχνικός σύμβουλος και στις πρώτες τρεις ταινίες του Μπάτμαν από το 1989. Έφυγε από την ζωή στις 3 Νοεμβρίου του 1998. Ο Μπάτμαν αιχμαλώτισε τις καρδιές και τα μυαλά των νέων γενιών επί επτά δεκαετίες και εξακολουθεί να το κάνει. Ο «Σκοτεινός Ιππότης» έχει καταστεί ένας μύθος που ξεπερνά σε επιρροή τις εκδόσεις και τις μεταφορές του στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Έγινε αναπόσπαστο κομμάτι του λαϊκού πολιτισμού των Αμερικανών και έγινε αποδεκτός από όλες τις τάξεις και τα πνευματικά επίπεδα συμβάλλοντας εντυπωσιακά στην αποενοχοποίηση της τέχνης των κόμικ από την «ρετσινιά» του προϊόντος της «υποκουλτούρας». Αν και ο Μπάτμαν δεν υπονόησε αντισυστημικές οπτικές, ωστόσο, ο κόσμος του είναι ένα νοσηρό «περιβόλι» στο οποίο «ανθίζουν» η βία, το έγκλημα, η πολιτική και οικονομική διαφθορά, η παρακμή κάθε αξίας του αστικού κόσμου. Ο μανιχαϊσμός του είναι δηλωμένος αλλά στην πράξη γίνεται ασαφής. Το αίσθημα και η ανάγκη για δικαιοσύνη δεν ξεφεύγει από την προσωπική, ωμή οριοθέτηση της εκδίκησης και σε συνδυασμό με την κυριαρχία του αρχετυπικού «μοναχικού τιμωρού», του φοβικού έστω και στην υποψία συνεργατικής δράσης - ο Ρόμπιν θα είναι πάντα ένα ανείπωτο βάρος - οδηγεί σε ένα αίσθημα ματαιότητας. Στην Γκόθαμ, η οποία θα μπορούσε άνετα να είναι η επιτομή της καπιταλιστικής μητρόπολης, εντελώς διαφορετική από την Μητρόπολη του Superman που αφήνει περιθώρια στην ψευδαίσθηση του θριάμβου του Καλού, τα όρια ανάμεσα στο Καλό και το Κακό είναι τόσο δυσδιάκριτα, όσο εκείνα της τυχαιότητας με την οποία αποφασίζει την τύχη των θυμάτων του, στρίβοντας ένα κέρμα, ο επίσης διχασμένος, πρώην εισαγγελέας - άγγελος της Κάθαρσης, Χάρβεϊ Ντεντ, που ένα ατύχημα θα τον μετατρέψει στον επικίνδυνο εγκληματία Two-Face. ‘Η όπως η επίσης σκοτεινή Σέλινα Κάιλ, η Catwoman. Ακόμη και ο Τζόκερ, ο πλέον αμοραλιστής εχθρός του Μπάτμαν, λειτουργεί ως ένα ιδιότυπο alter ego για έναν υπερήρωα ο οποίος υπάρχει μέσα από την ύπαρξη του απόλυτου Κακού. Παρά τις συνεχείς, αντικειμενικές προσαρμογές του στην αισθητική κάθε εποχής, την πρόσκαιρη «ελαφρότητα» του χαρακτήρα του από την στιγμή της εμφάνισης του «πολύχρωμου» Ρόμπιν, τους διαφορετικούς καλλιτέχνες και συγγραφείς που πήραν την σκυτάλη των ιστοριών του στο πέρασμα του χρόνου, ο Μπάτμαν εξακολουθεί να κοιτά μέσα από την μάσκα του κατευθείαν στην ψυχή μας, στις μύχιες σκέψεις και τα ανεκπλήρωτα όνειρά μας, στην «σκοτεινή» μας πλευρά. Ίσως επειδή έρχεται από πολύ μακριά. Από το αναγεννησιακό πνεύμα που όμως γεννήθηκε μέσα από την «σκοτεινιά» του Μεσαίωνα και τον κουβαλά. Ίσως γι’ αυτό ο Κέιν έλεγε με κάθε ευκαιρία: «Και τώρα κλείνοντας θέλω να πω, σ’ ευχαριστώ Λεονάρντο, όπου κι αν βρίσκεσαι!». Πηγή
  20. Sabrina: Μια ιστορία για την εποχή της μέτα-αλήθειας. Από τη γέννηση τους τα κόμικ ήταν καταραμένα να θεωρούνται πιο παιδικά, εξαιτίας της χρήσης σχεδίου. Παρά την τρομερή άνοδο των ταινιών βασισμένων σε αυτά ή (κυρίως) τις δημιουργίες ανθρώπων όπως ο Alan Moore ή ο Spiegelman, η αντίληψη αυτή δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα, αλλά που και που η ζωή μας επιφυλάσσει μερικές ευχάριστες εκπλήξεις. Μια από αυτές ήταν η υποψηφιότητα του graphic novel Sabrina για το βραβείο Man Booker, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία. Η σύνοψη της ιστορίας κεντρίζει εύκολα το ενδιαφέρον, ανάμεσα στα άλλα βιβλία της λίστας (#true_story: κοντινό μου άτομο που διάβαζε τη λίστα ενθουσιάστηκε με τη σύνοψη της Sabrina, αλλά απογοητεύτηκε όταν διαπίστωσε πως πρόκειται για κόμικ, μιας και δυσκολεύεται στην ανάγνωσή τους): ένας υπάλληλος στην αεροπορία ζει μια απλή καθημερινή ζωή, με τα όποια διάφορα προβλήματα, τα οποία μπορούν να τύχουν στον καθένα μας. Ξαφνικά, ένας γνωστός του από τα παλιά έρχεται να μείνει στο σπίτι του για όσο χρονικό διάστημα χρειαστεί, αφού πρόσφατα η κοπέλα του εξαφανίστηκε και δεν ξέρει πως να το διαχειριστεί. Όταν ένα βίντεο διαρρεύσει στο διαδίκτυο, η θλίψη της απώλειας θα δώσει τη θέση της στην παράνοια των θεωριών συνωμοσίας. O Nick Drnaso άφησε στο παρελθόν την ανθολογική μορφή της προηγούμενης δουλειάς του και επιχείρησε να αφηγηθεί μια ιστορία με αρχή μέση και τέλος. Θεωρητικά, το σενάριο θα μπορούσε να είναι γεμάτο από ανατροπές, αγωνία και μυστήριο, αλλά στις διακόσες σελίδες του graphic novel δεν θα βρείτε άλλη μια συνηθισμένη ιστορία μυστηρίου. Δεν θα βρείτε πουθενά κάποιον ντετέκτιβ ή αστυνομικό να αναζητά το δολοφόνο. Δε θα βρείτε πουθενά βίαιες απεικονίσεις δολοφονιών. Στο επίκεντρο μπαίνει το πένθος και ο τρόπος με τον οποίον αυτό εκφράζεται από τον καθένα μας. Το αγόρι της Sabrina θα κλειστεί στο σπίτι του παλιόφιλου του, ακούγοντας μια ραδιοφωνική εκπομπή για θεωρίες συνωμοσίας, ενώ η αδερφή της προσπαθεί να μοιραστεί τις σκέψεις και τα συναισθήματα της με αγνώστους. Μια διαφορετικού είδους απώλεια βιώνει και ο φίλος του αγοριού της Sabrina, τον οποίον η γυναίκα του παράτησε πρόσφατα παίρνοντας μαζί και την κόρη τους. Η καθημερινότητα όλων των κεντρικών προσώπων θα αλλάξει δραματικά, όταν δημοσιευθεί ένα βίντεο, προσδίδοντας στην ιστορία διαστάσεις τρόμου. Προσοχή όμως, ο τρόμος δεν πηγάζει από φρικιαστικές, αιματοβαμμένες εικόνες, αλλά από την σχεδόν παράλογη συμπεριφορά του κόσμου, ο οποίος αρχίζει να μελετάει εξονυχιστικά κάθε καρέ του βίντεο και να διατυπώνει διάφορες θεωρίες. Η σκέψη πως αυτή η συμπεριφορά αποτελεί τρόπο ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως -και δεν πρόκειται απλά για μια υποτιθέμενη δυστοπική κοινωνία- είναι αρκετή για να διαλύσει τη ψυχολογία του αναγνώστη και να σβήσει κάθε ελπίδα σωτήριας του ανθρώπινου είδους. Το κερασάκι στην τούρτα είναι το σχέδιο του Drnaso. Απ’ τα πρόσωπα απουσιάζει κάθε ίχνος έκφρασης (εκτός από το σχεδόν μόνιμο μειδίαμα), το γύρω περιβάλλον αποτελείται από τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία, ενώ τα πάνελ είναι τοποθετημένα με γεωμετρική ακρίβεια. Έτσι, το πλήρως ελεγχόμενο σχέδιο αφήνει την αίσθηση πως όλα όσα βλέπουμε είναι σκηνοθετημένα, σαν ένα ποστ στο ίνσταγκραμ ή σαν τον κόσμο του Truman Show. Και εκεί ακριβώς κρύβεται -για μένα τουλάχιστον- η επιτυχία του σχεδίου. Ενώ ντύνει με εικόνες μια καθημερινή ιστορία του τώρα, δίνει την εντύπωση πως απεικονίζει μια δυστοπική κοινωνία του μέλλοντος, όπου η εμμονή με την άσκηση πλήρη ελέγχου σε όλες τις πτυχές της ζωής και την εξήγηση διάφορων καταστάσεων (γιατί εξαφανίστηκε η Sabrina;) οδηγεί στην παράνοια. Παρά την καλλιτεχνική αναγνώριση που δέχτηκε, η Sabrina παραλίγο να μη δημοσιευτεί, καθώς ο Nick Drnaso τη θεωρούσε υπερβολικά καταθλιπτική. Ευτυχώς ή δυστυχώς, είχε απόλυτο δίκιο -προσωπικά δυσκολεύτηκα τρομερά να γράψω το άρθρο μόνο και μόνο επειδή έφερνα στο μυαλό μου τις θεματικές που αγγίζει η ιστορία-, αλλά σίγουρα είναι μια ιστορία που αξίζει να διαβαστεί. Σαν κάθε πραγματικό έργο τέχνης αποτελεί γροθιά στο στομάχι παρουσιάζοντας τον πάτο που έχει πιάσει η ανθρωπότητα και πολύ φοβάμαι πως θα είναι επίκαιρο ανάγνωσμα για πολλά χρόνια. Πηγή
  21. H μικρή Εστέρ σαρκάζει την κοινωνία μας με κέφι (της Ελένης Σβορώνου) της Ελένης Σβορώνου Ως νέο Μικρό Νικόλα έχουν υποδεχτεί οι Γάλλοι την Εστέρ, τη δεκάχρονη ηρωίδα της νέας σειράς graphic novel του Ριάντ Σατούφ. «Γεννημένη» στις σελίδες του περιοδικού Τύπου, όπως ακριβώς και ο Μικρός Νικόλας, η Εστέρ βγήκε σε βιβλίο το 2016 και γοήτευσε το γαλλικό κοινό. Το βιβλίο απαρτίζεται από τις περιπέτειες της ηρωίδας όπως ακριβώς δημοσιεύτηκαν στο Nouvel Observateur. Συνολικά παρατίθενται 52 επεισόδια με κάθε ένα από αυτά να καταλαμβάνει μία ακριβώς σελίδα του βιβλίου. Στη Γαλλία αυτή την εποχή κυκλοφορεί ήδη ο τρίτος τόμος (σε 100.000 αντίτυπα!). Στην Ελλάδα οι εκδόσεις Ποταμός μας σύστησαν την Εστέρ πέρυσι μεταφράζοντας τον πρώτο τόμο. H Εστέρ σε κερδίζει αμέσως. Πανέξυπνη σχολιάζει και σαρκάζει με παιδική όμως αφέλεια τα πάντα: την οικογένεια, την εκπαίδευση, την πολιτική ορθότητα που καταλήγει γελοία, τον ρατσισμό, την ποπ κουλτούρα, αλλά και τη δική της γενιά. Την εμμονή της με τις οθόνες (όνειρο της Εστέρ είναι να αποκτήσει iPhone αλλά οι δικοί της αρνούνται να της αγοράσουν πριν πάει στο γυμνάσιο), τις μόδες που ακολουθεί κατά γράμμα, την ανύπαρκτη σχέση της με τη φύση, τις στερεοτυπικές εκφράσεις της, την αγάπη των αγοριών για ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου και χίλια δυο άλλα. Πάνω απ’ όλα όμως η Εστέρ είναι παιδί, για την ακρίβεια βρίσκεται στο τέλος της παιδικής ηλικίας και στο κατώφλι της εφηβείας. Η φωνή της είναι μεν δανεική από τον δημιουργό της, εκείνος βέβαια είναι αυτός που καυτηριάζει τα τρωτά της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας, αλλά η Εστέρ παραμένει παιδί. Ο Σατούφ ξέρει καλά να το κάνει αυτό μια και στο βραβευμένο αυτοβιογραφικό graphic novel του L’ Arabe du Futur πάλι ένα παιδί είναι ο βασικός ήρωας. Η ματιά του Σατούφ στην παιδική ηλικία είναι τρυφερή. Η Εστέρ λατρεύει (ακόμη) τον πατέρα της. Τον θεωρεί τον πιο δυνατό και ικανό άντρα του κόσμου. Έχει άχτι τον αδερφό της, που τον στολίζει με ένα σωρό κοσμητικά, απολαμβάνει τα κοριτσίστικα παιχνίδια με τις φίλες της, βλέπει τα αγόρια ως κατώτερο είδος (ο πατέρας της βέβαια είναι εξαίρεση) αλλά κατασυγκινείται με κάτι παλιά ερωτικά τραγούδια που ακούει στης γιαγιάς της! Μοιράζεται χαρές και λύπες με τις φίλες της αλλά δε διστάζει να πουλήσει την κολλητή της όταν γνωρίζει μια πιο ενδιαφέρουσα παρέα στην κατασκήνωση. Δε βγαίνει πάντα νικήτρια. Κάποιες φορές την πατάει. Θαυμάζει τα είδωλα της ποπ μουσικής, χτενίζεται και ντύνεται μιμούμενη τα είδωλά της, αλλά δεν χάνει ποτέ τον αυθορμητισμό του παιδιού. Είναι ένας ολοκληρωμένος, τρισδιάστατος χαρακτήρας με τον οποίο κάθε παιδί μπορεί να ταυτιστεί. Οι μεγάλοι θα θυμηθούν την παιδική τους ηλικία αλλά κυρίως θα απολαύσουν την κοινωνική κριτική. Όπως έκαναν οι μεγάλοι την εποχή που άκουγαν Λιλιπούπολη στο Τρίτο. Η γαλλική (αλλά και η ευρωπαϊκή γενικότερα) κοινωνία στο στόχαστρο λοιπόν. Αγαπημένο θέμα η σχέση με τον ξένο. Ο Σατούφ μιλάει εκ πείρας αλλά όχι τόσο για να διδάξει την αποδοχή του ξένου, άλλωστε τι κομίστας θα ήταν αν ήταν διδακτικός, αλλά για να αναδείξει τις υπερβολές του άλλου άκρου, της πολιτικά ορθής ματιάς. Σε ένα επεισόδιο ο αδερφός της Εστέρ ταράζει τους γονείς του στις ερωτήσεις για την καταγωγή τους. Αναζητά επιμόνως μια ξενική καταγωγή. «Μπα, από το Παρίσι είμαστε όλοι», λέει αδιάφορα η μαμά. Για να προκαλέσει βαθιά απογοήτευση στον γιο της. Γιατί στο σχολείο είναι μόδα να είσαι ξένος. Οι καλύτεροι, οι ωραιότεροι, οι γρηγορότεροι, οι κουλ είναι ξένοι. Πραγματική ταπείνωση να είσαι σκέτος Γάλλος χωρίς ολίγο από κάτι άλλο! Το σχολείο είναι για κλάματα. Η δασκάλα της Εστέρ είναι πανάσχημη. Και όπως λέει η ίδια με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «μια άσχημη δασκάλα δεν μπορεί να σε κάνει να ονειρεύεσαι». Η Ιστορία διδάσκεται με τον πιο στερεοτυπικό τρόπο. Η Εστέρ ακούει το μάθημα για την Ζαν Ντ’ Αρκ, αυτή με το απαίσιο χτένισμα που άκουσε φωνές από το υπερπέραν και έκανε όλους τους άντρες της Γαλλίας να την υπακούνε (ναι σιγά!) και τελικά κάηκε στην πυρά γιατί όλοι στράφηκαν εναντίον της. Τόσο πειστική και ενδιαφέρουσα ακούγεται η Ιστορία στα παιδιά! Κι εκεί που το μάθημα Ιστορίας για τον εκατονταετή πόλεμο βαίνει προς το τέλος του, μια συμμαθήτρια της Εστέρ πετάγεται για να ρωτήσει τη δασκάλα αν υπήρχαν τότε Εβραίοι και Άραβες στη Γαλλία. Γιατί αν υπήρχαν, γιατί δεν αναφέρονται; Μήπως γιατί είναι ρατσιστική η χώρα κλπ; Αλλά η δασκάλα αλλάζει την κουβέντα και η Εστέρ σχολιάζει: «Ορίστε γιατί δε μου αρέσει το σχολείο. Δε μιλάμε ποτέ για τα πραγματικά ενδιαφέροντα πράγματα». Δε λείπουν και οι τραγικές στιγμές της ζωής ενός παιδιού, όπως ο θάνατος του πατέρα μιας φίλης της Εστέρ ή ένα δύσκολο διαζύγιο που προκαλεί φοβίες σε άλλη φίλη της ηρωίδας. Αλλά ακόμη και σε αυτές τις καταστάσεις υπάρχει μια λυτρωτική κωμική πλευρά. Οι μεγάλοι συχνά είναι αμήχανοι έως γελοίοι μπροστά στη δυστυχία ενός παιδιού. Οπότε προκαλούν γέλιο. «Πω ρε φίλε!», που θα έλεγε και η φίλη της Εστέρ, αυτός ο Σατούφ έχει υπέροχο ανατρεπτικό χιούμορ που ανατέμνει την κοινωνία και θέτει σε αμφισβήτηση τις βεβαιότητές σου. Οι περιπέτειες της Εστέρ διαβάζονται με μια ανάσα, με ένα διαρκές χαμόγελο στο πρόσωπο. Το πενάκι του Σατούφ τιμά την παράδοση των μεγάλων Γάλλων δημιουργών του είδους, κι ο νους βέβαια πάει στον Γκοσινί. Αλλά ο Σατούφ έχει το δικό του ύφος. Ασπρόμαυρο αδρό σκίτσο, με ένα ή δυο χρώματα το πολύ σε κάθε ιστορία, κάνει το καρέ να φέρνει σε επιζωγραφισμένη φωτογραφία εποχής ή σε παλιά γελοιογραφία, της εποχής του Φαντάζιο και του Ρομάντζο. Κατά τα άλλα τίποτα ρετρό ή νοσταλγικό δεν υπάρχει. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το πλήθος στοιχείων που χωράει σε ένα καρέ, με αποτέλεσμα το αναγνωστικό κοινό της μέσης ηλικίας να χρειάζεται οπωσδήποτε τα γυαλιά πρεσβυωπίας. Θα τα φορέσει όμως ευχαρίστως γιατί δε θα θελήσει να χάσει καμία λεπτομέρεια, όπως εκείνα τα τοξάκια με σχόλια κάτω από τη φιγούρα της Beyonce: «Ξανθιά»+ «Μαύρη» + «Πολύ πλούσια» + «Πολύ ευλύγιστη» + «Πολύ χοντρή» = «Τέλεια». Ή τα σχόλια στη φανταστική φωτογραφία από το μέλλον που ονειρεύεται η Εστέρ. Είναι παντρεμένη με έναν κούκλο της ποπ σκηνής και έχουν τρία παιδιά που έχουν όλα από ένα iPhone. Για να μην αναγκαστούν να ζήσουν την τραγική παιδική ηλικία που είχε η μητέρα τους χωρίς iPhone! Μακάρι να γεννηθεί και καμία ελληνίδα Εστέρ αλλά όχι μιμούμενη το πρότυπό της. Η χιουμοριστική και συνάμα διεισδυτική και ανατρεπτική ματιά στην ελληνική κοινωνία μέσα από τα μάτια ενός παιδιού θα ήταν ενδιαφέρουσα αλλαγή στην λογοτεχνική μας παραγωγή. Σύγχρονα κόμικς και graphic novel ελληνικής κοπής που να απευθύνονται σε παιδιά είναι λιγοστά. Ο αυτοσαρκασμός δεν μας αρέσει. Ιδίως αυτός ο αυτοσαρκασμός που να γίνεται αντιληπτός σε διαφορετικά επίπεδα τόσο από τα παιδιά όσο και από τους ενήλικες. Μεγάλη τέχνη. Δε μας λείπει το χιούμορ ούτε η δεξιότητα του κομίστα. Λείπει η λοξή ματιά στα καθ’ ημάς. Ο Ριαντ Σατούφ είναι από τους πιο δυναμικούς σύγχρονους κομίστες. Γεννημένος το 1978 από Σύρο πατέρα και Γαλλίδα μητέρα, έζησε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Λιβύης, Συρίας και Βρετάνης. Σχεδιάζει κόμικς τα τελευταία 20 χρόνια. Επί δέκα χρόνια υπήρξε συνεργάτης στο Charlie Hebdo. Είναι από τους λίγους συγγραφείς graphic novel που βραβεύτηκε δύο φορές με το βραβείο Fauve d’ Or στο διεθνές φεστιβάλ κόμικς στην Angouleme. Είναι επίσης βραβευμένος σκηνοθέτης (περισσότερα στο https://en.wikipedia.org/wiki/Riad_Sattouf). Ιnfo: Ριάντ Σατούφ, Τα ημερολόγια της Εστέρ. Ιστορίες από της ζωή της Εστέρ, ετών 10.μτφ: Α. Λουκάκου. Ποταμός: 2017. Πηγή
  22. ΓΡΑ – ΓΡΟΥ, τα πολλαπλά περάσματα (της Κατερίνας Προκοπίου) της Κατερίνας Προκοπίου Έχω στα χέρια μου το graphic novel ΓΡΑ – ΓΡΟΥ των Τ. Ζαφειριάδη, Γ. Παλαβού και Θ. Πέτρου από τις εκδόσεις Ίκαρος. Πέρα από τη λατρεία μου για τα graphic novels με ιντρίγκαρε να το διαβάσω και το ότι έχω αναμνήσεις από το εστιατόριο ΓΡΑ – ΓΡΟΥ, έξω από το χωριό Καστανιά του Βερμίου, που ορίζει το πέρασμα από την Κεντρική στη Δυτική Μακεδονία, όταν μικρή πηγαίνοντας για τα Κοίλα ή το Καλονέρι Κοζάνης, χωριά όπου είχαν τοποθετήσει αρχικά τους Ίωνες πρόσφυγες παππούδες μου, απαραιτήτως σταματούσαμε να ξεδιψάσουμε κάτω από το εκκλησάκι του Αγίου Χριστόφορου, του σκυλομούρη, ή να φάμε σογλάκια, όπως τά ‘λεγε η Σουλτάνα του Ηράκλη, θεια του πατέρα μου, που μ’ άρεσε να κάθομαι απέναντί της και να χαρτογραφώ τις πολυάριθμες ελιές του προσώπου της. Θυμάμαι στο τελευταίο ταξίδι να περπατάμε με τον παππού – είχα πάψει από καιρό να λέω «πάω πίσω παππού μου», τώρα πια ήμουν συνοδοιπόρος και συνομιλήτρια – πίσω από το ΓΡΑ – ΓΡΟΥ σε ένα ύψωμα με έναν τεράστιο σταυρό και να μου διηγείται ιστορίες «να εδώ μόλις είχαν φύγει οι Γερμανοί, οι αντάρτες πιάσαν έναν δοσίλογο, έναν ΠΑΟτζή, τον σκοτώσαν και τον πετάξαν στον γκρεμό εκεί…» Αφού τρώγαμε τα σογλάκια, συνεχίζαμε τον φιδόδρομο και συναντούσαμε έξω από το χωρίο Καστανία στα δεξιά τα ερείπια από ένα χάνι, όπου διανυχτέρευσαν ένα βράδυ ο παππούς με τον μπαμπά μου πιτσιρικά, όταν φύγαν οι Γερμανοί και ο παππούς πήγε αμέσως με τα άλογα να τον φέρει πίσω, που είχε εγκλωβιστεί για όλη τη διάρκεια της Κατοχής στα Κοίλα. Στην επιστροφή βρήκαν τη γέφυρα του Αξιού ανατιναγμένη από τους Γερμανούς και βάλαν ξύλα να ενώσουν την όχθη με τη γκρεμισμένη γέφυρα, για να περάσουν τα άλογα. Τα περάσματα, λοιπόν! Πόσα περάσματα μέσα σε ένα graphic novel! Κατ’ αρχήν ο χώρος, το ΓΡΑ – ΓΡΟΥ ορίζει το πέρασμα από την Κεντρική στη Δυτική Μακεδονία, στη συνέχεια το δικό μου πέρασμα, αυτό του αναγνώστη τη στιγμή της ανάγνωσης, στη χώρα των αναμνήσεων, όπου εγκιβωτίζονται τα περάσματα των προσφύγων από την Ιωνία στις νέες τους πατρίδες, με το πέρασμα από την Κατοχή στην προεμφυλιοπολεμική Ελλάδα μέσα από το πέρασμα της ιωνικής προφορικής αφήγησης στις επόμενες γενιές. Στην ατμοσφαιρική ιστορία του graphic novel η ένθετη ιστορία – αναδρομή στο παρελθόν, που αποδίδεται οπτικά με διαφορετικά χρώματα από το αφηγηματικό παρόν, αποτελεί πέρασμα από το παρελθόν στο παρόν καθώς το παραδοσιακό χτίσιμο του γεφυριού και το στοίχειωμα του πρωτομάστορα συνομιλεί με το χτίσιμο της Εγνατίας, το πέρασμα από την Ευρώπη στην Ασία, που ποιος γνωρίζει πόσα στοιχειώματα απαίτησε. Η αναφορά στον αρχιτέκτονα Μιμάρ Σινάν (1489 – 1588), που βίωσε το πέρασμα από την ορθόδοξη κοινότητα στην οθωμανική, καθώς ήταν ελληνικής καταγωγής Καππαδόκας και με το παιδομάζωμα ανατράφηκε ως γενίτσαρος στην Κωνσταντινούπολη. Η γλώσσα των μαστόρων της πέτρας, τα κουδαρίτικα, γλώσσα διαβατήριο για το πέρασμα, την ένταξη στην συντεχνία. Το πέρασμα από τη ρεαλιστική αφήγηση στο φανταστικό, το πέρασμα μέσω του γεφυριού από τη μία κατάσταση στην άλλη, στην ‘απέναντι’. Ο Άγιος Χριστόφορος ο περαματάρης, περνούσε τους οδοιπόρους από έναν χείμαρρο, που δεν είχε γέφυρα, από όπου πέρασε στις πλάτες του και τον ίδιο τον Χριστό, εξ ου και το όνομα Χριστόφορος,αλλά και για έναν ανεξήγητο λόγο κυνοκέφαλος κάτι μεταξύ ανθρώπου και ζώου, ένα άλλου είδους μυστηριώδες πέρασμα αυτό. Πρωτίστως όμως το graphic novel ως είδος αποτελεί ένα πέρασμα από το κόμικς στη λογοτεχνία, ένα υβρίδιο μεταξύ μυθιστορήματος και κόμικς. Έχουμε ειδολογική διαμεσικότητα καθώς είναι ένα υβριδικό μέσο, που συνδυάζει την εικόνα με το κείμενο και εκμεταλλεύεται τα εκφραστικά μέσα άλλων τεχνών, όπως της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου και των εικαστικών τεχνών, θέτοντας, σύμφωνα με τον Umberto Eco σε λειτουργία μια επιδέξια τεχνική δανεισμού τρόπων και αναφορών σε αξίες από την τέχνη, τροφοδοτώντας ταυτόχρονα με τις δικές του συμβάσεις και τις άλλες μορφές τέχνης. Στα graphic novels έχουμε διαμεσική αφήγηση, καθώς ως μέσον έχουν τις δικές τους συμβάσεις και ταυτόχρονα ακολουθούν και τις συμβάσεις της λογοτεχνίας. Αλλά και ως έκδοση το συγκεκριμένο graphic novel αποτελεί πέρασμα προς διαφορετικού τύπου εκδόσεις καθώς συνοδεύεται από το εικονιστικό soundtrack του Μιχάλη Σιγανίδη, ΓΡΑ – ΓΡΟΥ. (*) Η Κατερίνα Προκοπίου είναι φιλόλογος Πηγή
  23. leonidio

    THE AMAZING SPIDER-MAN: ΣΚΟΤΕΙΝΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ!

    Μια ακόμα εκδοτική παρουσία του πολυαγαπημένου Ανθρώπου Αράχνη στην Ελλάδα, η οποία θα ολοκληρωθεί σε τρία τεύχη, που θα κυκλοφορήσουν ανά δίμηνο περίπου. Εδώ ο τίτλος βρίσκεται στο vol.4 πλέον και η Anubis παρουσιάζει σε αυτό το τεύχος τα δύο πρώτα (από τα τρία συνολικά, εάν δεν κάνω λάθος) τεύχη από το Dark KIngdom (το οποίο κατά την πάγια μεταφραστική λογική της εταιρείας αποδόθηκε ως "Σκοτενοί Αντίπαλοι") και λογικά, θα δούμε και τη συνέχειά του, το επόμενο story arc, Scorpio Rising εάν κρίνω από το εξώφυλλο του επόμενου τεύχους, που αντιστοιχεί στο #9 της αμερικανικής έκδοσης. Διάφοροι παλαιοί γνώριμοι κάνουν την εμφάνισή τους, δεν έχω διαβάσει την ιστορία για να εκφέρω άποψη, αλλά δεν έχω πλέον εμπιστοσύνη στη Marvel. Συνεπώς, όσοι πιστοί προσέλθετε. Η έκδοση της Anubis στα γνωστά επίπεδα. Ευχαριστούμε για τα υπόλοιπα εξώφυλλα τον constantinople.
  24. leonidio

    ΝΕΟΣ ΜΠΛΕΚ

    Το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο του τεύχους 59, το οποίο κυκλοφόρησε χτες στα κεντρικά περίπτερα. Το εξώφυλλο προστέθηκε στο πινακάκι της παρουσίασης.
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.