Μετάβαση στο περιεχόμενο

Έρχεται νέο ελληνικό περιοδικό κόμικς...


totally_wired

Προτεινόμενες Καταχωρήσεις


  • Member ID:  10513
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  148
  • Content Count:  7656
  • Reputation:   55403
  • Achievement Points:  7659
  • Days Won:  18
  • With Us For:  5400 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  39

πάντως η διαφήμιση λέει σε όλη την Ελλάδα..

 

post-10513-0-78668000-1505405255_thumb.jpg

 

εκδόσεις Polaris

 

και η σελίδα του στο fb 

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  277
  • Group:  Root Admin
  • Topic Count:  1671
  • Content Count:  28469
  • Reputation:   190048
  • Achievement Points:  27559
  • Days Won:  758
  • With Us For:  6360 Days
  • Status:  Online
  • Last Seen:  
  • Age:  51

Βέβαια ότι το πρώτο τεύχος, που υποτίθεται είχε όλο το χρόνο μπροστά του να διαλέξει ιστορίες ξεκινάει με διασκευή με χαλάει.

 

Σχετικά είναι όλα :) Εάν διάβαζα ότι κάποιος αποφάσισε να μεταφέρει σε κόμικ ένα αστυνομικό του Γιάννη Μαρή, προσωπικά θα έκανα κωλοτούμπες! :) Πρακτικά, γκουγκλάρωντας για να δω τι είναι αυτό το Γκιαγκ, έπεσα σε αυτό εδώ στην περιγραφή του βιβλίου στην Πολιτεία.

 

"Οι ήρωες αυτών των διηγημάτων, στρατιώτες που πολέμησαν στη μικρασιατική εκστρατεία, έρχονται αντιμέτωποι με τους ρόλους που τους επιβάλλουν οι παραδοσιακοί κανόνες και το βίωμα του πολέμου. "

 

Σε μια άλλη κριτική που πέτυχα, έχει μια περίληψη των διαφόρων ιστοριών του βιβλίου. Δεν την μεταφέρω εδώ, αφού μπορεί να αποτελέσει ενός είδους σπόιλερ, αλλά είναι ωραίες ιστορίες με σεξ, βια και αίμα, εν πολλοίς αποτελέσματα του πως κάνει τον άνθρωπο ο πόλεμος (όσοι έχουν διαβάσει κάποια του Μυριβήλη θα μπούνε στο πνεύμα :) ). 

 

Οπότε ο βασικός μου φόβος, που είναι το κουλτούρα-για-την-κουλτούρα διαφόρων, σα να ξεπερνιέται :) Ομολογουμένως και ο Γούσης ως δημιουργός δεν μου έχει δείξει κουλτούρα-για-την-κουλτούρα :) (και ακόμα περιμένω εκείνο το μεγάλο το ρημάδι το αστυνομικό που λαμβάνει χώρα κάπου 1920-1930 στην Ήπειρο).

 

Κοντός ψαλμός αλληλούια :)

 

:cheers5:

 

 

edit ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των Ελλήνων δημιουργών, είναι κατ'εμέ το σενάριο. Οπότε δεν βρίσκω εξ'αρχής κακή ιδέα το να πάνε σε πατημένα μονοπάτια :)

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  30061
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  464
  • Content Count:  6111
  • Reputation:   53908
  • Achievement Points:  6111
  • Days Won:  49
  • With Us For:  3648 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  29

@Aoshi Δε νομίζω ότι οι μεταφορές είναι η εύκολη λύση σε περίπτωση που δεν έχεις χρόνο, αν και κατανοώ το «παράπονό» σου. :)

 

@Germ Το Γκιακ (δεν το έχω διαβάσει) έκανε έναν μικρό χαμούλη στα της ελληνικής λογοτεχνίας, κυρίως λόγω της γλώσσας που χρησιμοποιεί, και γενικά ο Παπαμάρκος θεωρείται από τα πολύ μεγάλα ταλέντα των νεότερων λογοτεχνών. Θα ήταν ωραίο να δούμε να γράφει και κάνα πρωτότυπο κόμικ.

 

Αυτό που θα ήθελα να δω είναι κάποια ιστορία μεγάλου μήκους που θα βγαίνει σε συνέχειες. Ίσως οι συνήθειές μας έχουν απομακρυνθεί από αυτή τη λογική, αλλά θα μου άρεσε (νομίζω :P ).

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  277
  • Group:  Root Admin
  • Topic Count:  1671
  • Content Count:  28469
  • Reputation:   190048
  • Achievement Points:  27559
  • Days Won:  758
  • With Us For:  6360 Days
  • Status:  Online
  • Last Seen:  
  • Age:  51


  • Member ID:  25682
  • Group:  Members
  • Topic Count:  146
  • Content Count:  4225
  • Reputation:   26861
  • Achievement Points:  4271
  • Days Won:  10
  • With Us For:  4255 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  

Παιδιά ωραία όλα αυτά που λέτε και ωραίο το εξώφυλλο αλλά προσωπικά δεν μου κάνει το κλίκ :) 

 

Μου αρέσει βέβαια η όλη δομή και ελπίζω να μου προκαλέσει το ενδιαφέρον αργότερα και να το πάρω. Καλή αρχή πάντως.

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  2414
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  206
  • Content Count:  5711
  • Reputation:   45731
  • Achievement Points:  5808
  • Days Won:  48
  • With Us For:  6166 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  37

Εντάξει, και οι Ντισνεϊκοί λίγο πολύ δεν το έχουμε και με το «στυλ της Βαβέλ» όπως και να το κάνουμε, και το αντίστροφο φυσικά :P Μπορεί να υπάρχουν άτομα που γουστάρουν και το ένα και το άλλο, αλλά είναι παντελώς διαφορετικά είδη :P Κι εγώ θα το τσιμπήσω το πρώτο τεύχος τιμής ένεκεν για να δούμε τι παίζει και για να έχω μία ιδέα του τι συμβαίνει στον χώρο, όμως οι πιθανότητες να το συνεχίσω είναι αμυδρές. Βλέποντας και κάνοντας.

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  20685
  • Group:  Administrator
  • Topic Count:  758
  • Content Count:  12956
  • Reputation:   94832
  • Achievement Points:  9268
  • Days Won:  427
  • With Us For:  4643 Days
  • Status:  Online
  • Last Seen:  
  • Age:  42

Πολύ ευχάριστα νέα...! :yes:

 

Πάντα χαίρομαι όταν γίνεται μία νέα προσπάθεια στον περιοδικό χώρο των κόμικς...!Αν και οι προτιμήσεις μου απέχουν λίγο από αυτό το είδος κόμικς,παρόλα αυτά θα το τιμήσω σίγουρα κι από εκεί και πέρα βλέπουμε...!Μακάρι να μου αρέσει και να το συνεχίσω...!Όπως και να έχει πάντως εύχομαι ο τίτλος να είναι καλότυχος και καλοτάξιδος...! :best:

 

 

:beer:

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  11226
  • Group:  Members
  • Topic Count:  132
  • Content Count:  2611
  • Reputation:   16012
  • Achievement Points:  2661
  • Days Won:  10
  • With Us For:  5333 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  156

Εγω παντως το ηξερα το Γκιακ σαν βιβλιο και μαλιστα για ενα διαστημα που ειχα δουλεψει σε βιβλιοπωλειο ειχε "περπατησει"  αρκετα και επισης ευγενεστατα τα παιδια που ηταν στις εκδοσεις Αντιποδες.

 

Τωρα το ποσο καλη ειναι η μεταφορα και γενικα το περιοδικο θα δειξει! Παντως μεχρι να βγει προβλεπω το Thread να φτασει αρκετες σελιδες με τις προβλεψεις και συνομωσιες μας!! 

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  3787
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  488
  • Content Count:  12120
  • Reputation:   82102
  • Achievement Points:  12142
  • Days Won:  79
  • With Us For:  6053 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  49

Αφού θα 'ναι διμηνιαίο, γιατί γράφει Σεπτέμβριος-Νοέμβριος στο εξώφυλλο;

 

Τριμηνιαίο γράφει στο Facebook.

 

To λόγκο θυμίζει προϊόν ετικέτας :P

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  31217
  • Group:  Members
  • Topic Count:  41
  • Content Count:  1364
  • Reputation:   9805
  • Achievement Points:  1380
  • Days Won:  1
  • With Us For:  3073 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  1

Τριμηνιαίο γράφει στο Facebook.

Όντως. Πάντως στο άρθρο γράφει ότι θα είναι διμηνιαίο.

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  30604
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  536
  • Content Count:  6810
  • Reputation:   55519
  • Achievement Points:  6810
  • Days Won:  161
  • With Us For:  3415 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  32

Αυτό το γυμνά οστά φαίνεται πολύ δυνατό σχεδιαστικά. Πολύ γουστάρω με την όλη φάση :)

 

Θα τους ζητήσω να στέλνουν ένα αντίτυπο ένα τσααακ πιο βόρεια :P

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  25002
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  158
  • Content Count:  2118
  • Reputation:   21721
  • Achievement Points:  2118
  • Days Won:  3
  • With Us For:  4387 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  31

Πολυ καλα τα νεα! Ελπιζω σε καλη επιλογη ιστοριων :) Θα τιμηθει σιγουρα :)

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  5
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  277
  • Content Count:  5903
  • Reputation:   28721
  • Achievement Points:  5903
  • Days Won:  22
  • With Us For:  6435 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  7

Ελπίζω να μην επαληθευθεί το όνομα του εντύπου (κομήτης - συνήθως κάποιος που εμφανίζεται μια φορά και μετά δεν τον ξαναβλέπεις) και να μείνει κοντά μας για αρκετό καιρό. Δεν μπορώ να κρίνω όσα λίγα έχω δει, γενικά είμαι αισιόδοξος θα έλεγα, ελπίζω να είναι ποιοτικό και ενδιαφέρον με μπόλικη Ελληνική και γιατί όχι και ξένη ύλη όπως ίσως κάποτε το 9. Άντε κι αν όλα πανε καλά, ας γίνει με τον καιρό πιο συχνή η επαφή μας, πάντως για αρχή το τρίμηνο είναι νομίζω μια απόλυτα ρεαλιστική και προσγειωμένη επιλογή μέχρι να μπει σε πιο σταθερή και συχνή τροχιά γύρω από τις βιβλιοθήκες μας. Εγώ το πρώτο τεύχος σκοπεύω να το τιμήσω φυσικά και ευελπιστώ να είναι καλό για να γίνω και σταθερός αναγνώστης του.

Επεξεργασία από Yoshimitsu
Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  4236
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  153
  • Content Count:  1514
  • Reputation:   18102
  • Achievement Points:  2201
  • Days Won:  21
  • With Us For:  5990 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  46

Ευχάριστα νέα! :)  Θα το τιμήσω σίγουρα, με τράβηξαν ήδη οι πρώτες περιγραφές αλλά και οι συμμετοχές αξιόλογων δημιουργών! Ποντάρω επίσης στην εμπειρία που έχουν ασφαλώς αποκομίσει οι συντελεστές, από όλες αυτές τις δεκαετίες που κυκλοφορούν οι ελληνικές περιοδικές εκδόσεις. Θα τους βοηθήσει - θέλω να πιστεύω - να μας προσφέρουν κάτι ποιοτικό, για να κρατηθεί η προσπάθειά τους και να έχει επιτυχία το ρίσκο που παίρνουν, μιας και οι εποχές είναι όντως δύσκολες. :)

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  12721
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  88
  • Content Count:  1922
  • Reputation:   17545
  • Achievement Points:  1922
  • Days Won:  10
  • With Us For:  5051 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  44

Πολύ ευχάριστα νέα! Αν και, με το δικό μου το μυαλό, θα πήγαινα σε κάτι πιο "εύπεπτο" και πιο "προσβάσιμο" σε μικρότερες ηλικίες από αυτές που φαντάζομαι ότι απευθύνεται, σίγουρα είναι θα είναι μια καλή προσπάθεια και θα την τιμήσουμε, και προσωπικά αλλά και ως Λέσχη.

 

Κάτι παλεύουμε να γίνει, αναμένετε νεώτερα.......

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  25407
  • Group:  Members
  • Topic Count:  14
  • Content Count:  345
  • Reputation:   4169
  • Achievement Points:  345
  • Days Won:  0
  • With Us For:  4317 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  32

Σίγουρη αγορά το πρώτο τεύχος. Λέει ότι θα κυκλοφορήσει και σε βιβλιοπωλεία, οπότε λογικά θα υπάρχει και μια έκπτωση στην αρχική τιμή. Για να δούμε...

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  31613
  • Group:  Members
  • Topic Count:  58
  • Content Count:  4188
  • Reputation:   32816
  • Achievement Points:  4367
  • Days Won:  83
  • With Us For:  2869 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  40

edit ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των Ελλήνων δημιουργών, είναι κατ'εμέ το σενάριο.

Για μένα το σενάριο είναι το 80% ενός κόμικ, για να μην πω παραπάνω.

Και όντως τους Έλληνες δεν τους εμπιστεύομαι σ΄αυτόν τον τομέα.

Απ΄ό,τι κατάλαβα στο περιοδικό θα περιλαμβάνονται μόνο κόμικ Ελλήνων σεναριογράφων.

Αν μετάφραζαν κανένα απ΄τα τόσα αξιόλογα BD που δεν υπάρχουν στα ελληνικά, θα το σκεφτόμουν να το αγοράσω.

Αλλά τώρα όχι. Δυστυχώς δεν θα το τιμήσω :NoNo:

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  31933
  • Group:  Members
  • Topic Count:  16
  • Content Count:  373
  • Reputation:   3402
  • Achievement Points:  373
  • Days Won:  3
  • With Us For:  2660 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  7

Θα το πάρω οπωσδήποτε :yes:

 

Η τιμή για τριμηνιαίο είναι καλή και όπως και να το κάνουμε είναι μια νέα προσπάθεια από Έλληνες δημιουργούς. Ό,τι και να περιέχει στην τελική, πιστεύω αξίζει να του δώσουμε μια ευκαιρία και λίγο χρόνο για προσαρμογή και βελτίωση.

 

Τέτοιες προσπάθειες νομίζω πρέπει να επιβραβεύονται ακόμα και από τους αντι-φαν του είδους (αν υπάρχει η οικονομική ευχέρεια) γιατί είναι ο μόνος τρόπος να δούμε ακόμα περισσότερα και καλύτερα πράγματα στο μέλλον στον ευρύτερο τομέα των ελληνικών κόμικς :)

 

:hop: :hop: :hop:

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  12801
  • Group:  Members
  • Topic Count:  6
  • Content Count:  645
  • Reputation:   3994
  • Achievement Points:  645
  • Days Won:  0
  • With Us For:  5039 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  28

Δεν πρέπει να προτρέχουμε και να είμαστε αρνητικοί χωρίς λόγο. Το έχω ξαναδεί αυτό στο φόρουμ σε φάση "α είναι ελληνικό άρα δεν το παίρνω".

Well, ας δούμε πρώτα τι είναι και μετά κρίνουμε. 

Προσωπικά θα τιμήσω το πρώτο τεύχος και αν αξίζει σαφώς και θα το συνεχίσω. Η χαμηλή συχνότητα κυκλοφορίας για μένα είναι ένα συν ώστε να μπορώ να το αγοράζω συνεχόμενα. 

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  277
  • Group:  Root Admin
  • Topic Count:  1671
  • Content Count:  28469
  • Reputation:   190048
  • Achievement Points:  27559
  • Days Won:  758
  • With Us For:  6360 Days
  • Status:  Online
  • Last Seen:  
  • Age:  51

@Germ Το Γκιακ (δεν το έχω διαβάσει) έκανε έναν μικρό χαμούλη στα της ελληνικής λογοτεχνίας, κυρίως λόγω της γλώσσας που χρησιμοποιεί, και γενικά ο Παπαμάρκος θεωρείται από τα πολύ μεγάλα ταλέντα των νεότερων λογοτεχνών. Θα ήταν ωραίο να δούμε να γράφει και κάνα πρωτότυπο κόμικ.

Εδώ με έβαλε ο Γκεο να ψιλοψάχνομαι. Κάτι αυτό που έγραψε, κάτι που ψιλοτσίμπησα με όσα διάβασα τριγύρω για δαύτον, γκουγκλαρα μπας και βρω κάποιο απόσπασμα από τούτο. Και βρήκα. Και μ'εστειλε. Το βιβλιαράκι μπήκε στα προς αγορά και ανάγνωση (όταν με το καλό :) )

 

Και για να περάσει η ώρα, μιας και έρχεται ΣΚ, μιας και θα κάνει καμιά βδομάδα για να το πιάσουμε αυτό εδώ στα χεράκια μας, το απόσπασμα που πέτυχα στο blog του Σαραντάκου.

 

@xepeta. Το διαβάζεις. Σου κάνει.

 

 

 

 

ΗΡΘΕ Ο ΚΑΙΡΟΣ ΝΑ ΦΥΓΟΥΜΕ
 
Ποια; Αυτή που ’βαλε τα τσιγάρα στην τσέπη του μακαρίτη; Αυτή είναι η θεια-Ανθή. Η χήρα που λέμε. Α, νόμιζα που την ήξερες. Όχι, όχι. Δεν τον είχε σόι.
 
 
Έλα πιο δώθε μη μας ακούνε. Με τη θεια-Ανθή που λες, είχανε ιστορία. Μου τα ’χε πει ο μακαρίτης. Ήμανε μικρότερος απ’ αυτόνα, αλλά κάναμε πολλή παρέα έναν καιρό. Προτού να φύγω να πάω στη Θήβα. Είσαι ίδιος ο πατέρας σ’, μου ’λεγε, γι’ αυτό σε αγαπάω πολύ, ρε παιδί. Είχα, να πούμε, γυρίσει ένα απόγεμα και θυμάμαι δεν είχα προφτάσει καλά καλά να κατεβώ απ’ τ’ αμάξι και περνούσε και μου λέει, άσ’ τα κι έλα να πιούμε ένα ουζάκι. Ήμανε μόλις απ’ το ταξίδι. Του λέω, ρε Κυριακούλη, να πάω να πω ένα γεια στη μάνα μ’ κι έρχομαι. Ασ’ τη μάνα σ’, μου λέει. Η μάνα πάντα περιμένει. Έλα, πάμε. Καθόμασταν, το θυμάμαι σαν τώρα στου γερο-Χρήστο, δεν θυμάμαι αν το πρόλαβες εσύ. Κει που ’ναι τώρα το ταχυδρο­μείο. Τέλος πάντων. Καθόμασταν που λες και τα συζητάγαμε και του λέω, έδωσα λόγο Κυριακούλη. Άιντε επιτέλους, ρε μπαγάσα, μου λέει, γεροντοπαλίκαρο κόντεψες. Και με ποιανού να ’χουμε το καλό ερώτη­μα; Ξένη, του λέω, απ’ τη Θήβα. Πού να την ξέρεις. Θα τη φέρω όμως, του λέω, τ αϊ-Λιος να τηνε δείτε κιόλας. Με κοιτάει. Μου λέει, ξένη ε; Γιατί, ρε, του το ’πα έτσι στα γελαστά, είχες κάνα κορίτσ’ στο χωριό τόσον καιρό να μου δώσεις και δε μου το ’χες πει; Δε μιλάει, δε λαλάει. Ρε Κυριάκο, ρε καλέ μου, ρε χρυσέ μου; Τι έπαθες; Τίποτα. Με κοιτάει και μιλιά. Φοβήθκα, λέω πάει, μου ’μεινε σέκος. Του πιάνω το χέρι, το σφίγγω, παγωμένο. Ώπα. Με ζώσανε τα φίδια. Βάνω και πιάνω τα κλειδιά έτοιμος να τον φορτώσω να φύ­γουμε στο νοσοκομείο. Ρε του λέω, είσαι καλά; Μίλα ρε, του λέω, τι έχεις; Μου κάνει νόημα. Κάτσε, μου λέει. Συμπάθα με, δεν είν’ τίποτα. Ρε, τι τίποτα; Σα να σε πήρε ίσκιος έκανες. Είσαι καλά; Θες να σε πάω στο γιατρό; Κάτσε, κάτσε, μου κάνει. Μια χαρά είμαι. Πα­ραγγέλνουμε ένα μεζέ, να πούμε, δεν γλωσσιάζει μπουκιά. Τον κοιτάω, τίποτα. Μια το τσιγάρο, μια το ποτήρι. Άμα είπα τίποτα άθελά μ’, Κυριάκο, του λέω, και παραξηγήθηκες να μου το πεις, να σου πω και συγγνώμη. Αλλά άμα είναι να καθόμαστε και να μη μου λες κουβέντα, να σηκωθώ να φύγω. Δεν είμαστε τίποτα παιδιά. Μην είσ’ αψύς, μου λέει. Πες του Χρήστο να μας φέρει ένα ακόμα και θα σου πω.
 
Το δεκαεννιά, μου λέει, που μπήκε ο στρατός στη Σμύρνη, εγώ ήμανε από τους πρώτους στην πόλη. Τι σχέση έχ’ αυτό; του κάνω. Πάψε κι άκου, μου λέει. Ήμανε που λες απ’ την αρχή. Τις δυο πρώτες μέρες έπειτα που κατεβήκαμε γινόταν ο κακός χαμός. Είχε βγει το ευζωνικό σε λάθος μεριά κι όπως πέρναγε απ’ τα σοκάκια για να ’ρθει να πέσει προς τα μας, βρήκα­νε κάτι Τούρκους φαντάρους, πέσανε κάτι ντουφε­κιές, κι ύστερα αρχίνησε και γίνηκε το μάλ’-βράσ’. Έβραζε ο τόπος να πούμε και γινήκανε πράματα ουκ ολίγα. Κι απ’ τους δυο, υπ’ όψιν. Φκιάσαμε πράματα που να μ’ τα πεις τώρα ότι τα ’καμα γω, θα σου πω εί­σαι ψεύτης. Να καταλάβεις, μου δώσανε καινούργιο όπλο, γιατί είχε σπάσει το κοντάκι. Εμ, σπάει το κοντάκι; Κι όμως. Με τόσο λύσσα βάραγα που το έσπα­σα. Ας είναι. Άμα περάσανε κείνες οι μέρες κι ηρέμη­σε το πράμα, μας παίρνουνε και μας στέλνουνε τη μονάδα τη δίκιά μου στο Καντιφεκαλιέ. Στην πόλη μέσα πάλιε, αλλά στο στρατόπεδο.
 
Πρώτη φορά εκεί πήραμε μια ανάσα, να πούμε. Παίρναμε και καμιά άδεια να κάνουμε την τσάρκα μας. Κι η Σμύρνη ήτανε πολιτεία. Τι Αθήνα και Σαλο­νίκη. Τις είχα δει και τις δυο στον πόλεμο, μα σαν την Σμύρνη, Γούσια, μόνο στην Αμέρικα έχει πόλεις. Αμάξια, εστιατόρια, καφενεία με κομπανίες, πράμα­τα που δε λέγεται. Περπάταγα, θυμάμαι, κι όλο σκεφτόμανε πότε να περάσει ο πόλεμος, να ξετελέψω από φαντάρος, να ’χω όλον τον καιρό δικό μ’, να τη γυρνάω μέρα νύχτα.
 
Ρε Κυριακούλη, του ’χα πει, να με συμπαθάς, αλλά τούτα όλα μου τα ’χεις ματαπεί. Τι σχέση έχουν; Ρε καλόπαιδο, έτσι το ’χε το συνήθειο να σε λέει άμα αρχίναγε και θύμωνε, άσε με ν’ αποσώσω. Μη με δια­κόπτεις δις στην ώρα.
 
Λοιπόν, τον Μήτσο του Ρέντζη που λένε, τονε ξέ­ρεις; Α μπράβο. Μ’ αυτόνα ήμανε που λες και γυρνάγαμε έτσι ένα απόγιομα σε κάτι σοκάκια πίσω απ’ την παραλία. Είχαμε άδεια απογεματινή και ψάχαμε να βρούμε να πιούμε κάνα ουζάκι να πούμε. Κι όπως
 
περνάμε, που λες, κάτω από ’να μπαλκονάκι μας φω­νάζουν δυο κορίτσα. Επ, είπαν, πού πάτε τέτοια ώρα, ελάτε απάν’ να σας ψήσουμε έναν καφέ. Μας αγαπά­γανε, βλέπεις, τότες οι Έλληνες εκεί. Άμα χτύπαγες πόρτα Έλληνα και ζήταες νερό, σε βάνανε μέσα στο σπίτι και σου δίνανε και το κανάτι που λέει ο λόγος. Εμείς απ, κουμπωθήκαμε όμως, που λες. Γιατί κορίτσα πράμα, κι ωραία κορίτσα, να θένε να σε βάνουν έτσι στο σπίτι, μας φάνηκε παράξενο. Πουτάνες θα ’ναι, μου λέει ο Μήτσος, καλλιά να φεύγουμε. Άντε ρε, του λέω. Ό,τι και να ’ναι δεν τρώνε. Κι άμα θέλουμε σκωνόμαστε και φεύγουμε. Το άργητο είναι; του λέω.
 
Όντως μας ανοίξανε, από δω, μας λένε, και τι να σου πω, ρε Γούσια. Δέκα φορές μας είπανε από δω. Τόσο μεγάλο ήτανε το σπίτ’. Με τα πολλά φτάνομε σε μια σάλα, μας καθίζουνε. Είχαμε χαζέψει εμείς. Το σπίτι ήταν σαν το διοικητήριο να πούμε μεγάλο. Πιά­νο είχε, ζουγραφιές στους τοίχους γύρω γύρω, τραπέζα όλο γυαλί κι απάνω ποτήρια κρύσταλλα. Τι να σου λέω και τι να δεις. Σα χάνοι κοιτάγαμε ολόγυρα. Με σκουντάει ο Μήτσος, ρε, μου λέει, τούτες δω είν’ αρχόντισσες. Πάψε, του ’πα, μην πεις καμιά κουταμάρα. Πάψε να ιδούμε. Μας ρωτήξανε τα κορίτσα, θέτε καφέ, λεμονάδα; Λέμε μεις, καφέ. Φεύγει η μία, η πιο μεγάλη ας λέμε, γιατί κι οι δυο μικρές ήσανε σαν και μας, κι η άλλη μας δείχνει ένα ντιβάνι και λέει, καθί­στε, θα φέρει η αδερφή μ’ τους καφέδες. Κάθεται κι αυτή σε μια καρέκλα αντίκρυ και μας λέει πόσο χαίρουνταν που ’χανε έρθει οι Έλληνες στην πόλη και που σε λίγα χρόνια θα γινόντουσαν κι αυτοί κράτος με μας και τέτοια. Στο μεταξύ, γύρισε κι η άλλη μ’ ένα δίσκο με τους καφέδες σε κάτι φλιτζάνια, Γούσια, όλο κεντητά με χρώμα και σκέδια χρυσαφιά. Φάτε και λουκούμια, μας λέει, και μας τ’ ακουμπάει μπροστά.
 
Τα ’χαμε χάσει εμείς. Κοιτιόσαντε αυτές, γελάνε, μη ντρέπεστε λένε, πάρτε. Φχαριστώ, τους λέω γω, τέ­τοια καλοσύνη δεν έχω ματαπαντήσει. Να σας έχει καλά η Παναγιά. Στην υγειά σας, τους λέω, έτσι με το νερό. Σιγά σιγά πιάσαμε και ξεθαρρέψαμε και αρχινήσαμε την ψιλή κουβέντα. Κάποια στιγμή μας ρωτάνε από πού είστε; Απ’ το Μαλισσάτ, τους λέω γω, απ’ την Αθήνα. Ποια Αθήνα, μου λέει η μία; Για τήρα δω στο χάρτη, εσείς είστε εκατό χιλιόμετρα απ’ την Αθήνα, και σκώνεται ο διάολος και πάει σε μια κορνίζα στον τοίχο και μου δείχνει. Θάμαξα, λέω κοίτα κορίτσ’ πρά­μα πόσα ξέρει. Είπαμε κι άλλα πολλά και στο τέλος ντραπήκαμε που καθόμασταν τόσο μεγάλη βεγγέρα σε ξένο σπίτι κι είπαμε ψέματα ότι πρέπει να φύγουμε γιατί δήθεν έπρεπε να γυρίσουμε στο τάγμα. Ντάξει, μας λένε αυτές, να μας ξαναπεράσετε, να ναι δω κι ο αδερφός μας να σας φιλέψουμε και κάνα ουζάκι, γιατί ο καφές δεν πιάνει. Μας πάνε προς την πόρτα κι εκεί στο πλατύσκαλο, γυρνάει η μικρή και μου κάνει, θες να πάμε σινεμά; Πού να ξέρω γω τότες τι ναι ο σινεμάς; Αλλά ντράπκα, ναι, της λέω. Έλα, μου λέει, άμα μπορείς την Πέμπτη να με πάρεις να πάμε.
 
Την Πέμπτη όντως σινιαρίστηκα και δυο και τρεις πήγα και τη βρήκα. Μ’ ανοίγει πάλι η αδερφή της, βάστα δυο λεπτά, μου λέει, κι έρχεται η μικρή. Περι­μένω γω στην πόρτα κι όταν έρχεται χάνω τη μιλιά μου. Λουλούδ’ άσπρο. Βγαίνει κι η μεγάλη από πίσω, να την προσέχεις, μου λέει, και μην αργήσετε πολύ. Ούτε να κουνήσω το κεφάλι να πω ναι δεν μπόραγα. Έτρεμα ολόκρηος. Με πήρε αλαμπρατσέτα και βγή­καμε στο σεργιάνι κι απ’ την κουβέντα την πολλή ούτε σινεμά πήγαμε εκείνη τη μέρα ούτε τίποτα. Παγαίναμε πάνω κάτω το λιμάνι και μόνο μιλάγαμε. Σαν πήρε και σουρούπωσε, μου λέει, τράβα με σπίτι για θ’ ανησυχήσουν οι δικοί μ’. Αλλά να περάσεις κι αύριο να με πάρεις. Θα πάμε να φάμε μια πάστα. Γύ­ρισα κείνο το βράδυ στο στρατόπεδο και μ’ είχε πιάσει πυρετός που δεν κοιμήθκα ντιπ όλη νύχτα. Την επομένη όμως ξαναπήγα και την πήρα.
 
Μη σ’ τα πολυλογώ, πάγαινα και την έβλεπα κάθε που έβγαινα κι άλλοτε καθόμασταν στο σπίτι, άλλο­τε σεργιανίζαμε, με τα πολλά γνώρισα και τον αδερ­φό της, γιατί ήταν ορφανή και δεν είχε γονιούς, και μου λέει το και το, τι σκοπό έχεις με την αδερφή μου, γιατί πολλά σούρτα φέρτα. Εγώ την αδερφή σ’, του είπα, την αγαπάω κι ούτε που την έχω πειράξει. Μόνο στη βόλτα πάμε κι έπειτα τη γυρνάω στο σπίτ’. Αδερφός της είσαι όμως και κουμάντο κάνεις εσύ. Άμα θες να την παρατήσω ήσυχη να μου το πεις, αλλά σ’ το λέω στα ίσα, του ’πα, γω μια φορά δεν το ’χω σκοπό να την αφήσω. Γι’ αυτό να δώσουμε λόγο και με το καλό που θα τελειώσει ο πόλεμος την παίρ­νω γυναίκα. Δώσαμε τα χέρια και τα συμφωνήσαμε κι έκτοτε πάγαινα καθημερνά στο σπίτι κι όταν βγαίνα­με μου ’χαν εμπιστοσύνη και γυρνάγαμε και πιο αργά. Κι όλο, της έλεγα, να, καρτέρα λίγο να τελειώσει το πράμα και μετά θα γράψω στους δικούς μ’ να πάρου­νε το καράβι και να ’ρθουνε να περάσουμε τις βέρες.
 
Κι εκεί που η δουλειά πάγαινε ρολόι κι ήμασταν στα μέλια, ξαναρχίσανε τα όργανα και πάω ένα απόγιομα στο σπίτι και της λέω το και το, το σκώνουνε το τάγμα απ’ τη Σμύρνη, ξαναπαίρνουμε το δρόμο. Να μη στεναχωριέσαι, της είπα, δεν έχουνε πολλά ψωμιά οι Τούρκοι ακόμα, θα τελέψουμε στα γρήγορα. Κι έμπηξε τα κλάματα κι ούτε που σταμάταγε, μέχρι που ’ρθε κι ο αδερφός της κει που καθόμασταν και τη μάλωσε και της λέει τι κάνεις έτσ’, λες και κλαις πεθα­μένο; Θα πάει και θα ’ρθει κι όλα καλά. Έτσι είναι, λέω κι εγώ, να μου γράφεις και θα σου απαντάω κι όσο να σου φανεί θα ’μαι πίσω.
 
Ήρθε ο καιρός να φύγουμε και το βράδυ πριν ζή­τησα απ’ τον διοικητή και πήγα και την είδα. Κάτσα­με τα ξανάπαμε και στο τέλος με φίλησε και μου ’βαλε στην τσέπη ένα πακέτο τσιγάρα, τη μάρκα την Τουρμάκ, μια τούρκικια που μ’ άρεσε. Κει που θα πας, μου λέει, να τα καπνίζεις και να με θυμάσαι.
 
Γούσια, γω γράμματα καλά δεν ήξερα κι όταν μου φτάνανε τα γράμματα σελίδες μου ’ρχόταν βαριά που γω δεν μπόραγα να γράψω πάνω από δέκα σει­ρές, να της πω αυτά που ’χα κατά νου. Κι έτσ’ έστελ­να μαζί με το γράμμα και ζουγραφιές που έφτιαχνα πάν’ στα πακέτα απ’ τα τσιγάρα που μου ’πεμπε με το φάκελο. Πέρναγε ο καιρός όμως και τελειωμό δεν είχε ο σκοτωμός κι άρχισε να με πιάνει εμένα η απελπισιά. Κι όταν γίνηκε και μας πήρανε φαλάγγι οι Τούρκοι κι αρχίσαμε να γυρνάμε σαν τα κοπάδια, κο­πήκανε και τα γράμματα και τα όλα. Πρόλαβα μόνο εγώ κι έδωσα σ’ έναν ντόπιο και τον διάταξα να της πάει ένα τελευταίο ραβασάκι που της έγραφα, Ανθούλα μου είμαι καλά. Φεύγουμε με τα καράβια. Θα γυρίσω πάλι. Άμα πάρεις το γράμμα μου, να ξέρεις θα σε περιμένω. Κι έπειτα φύγαμε.
 
Γύρισα στο χωριό κι απ’ τη δίκιά μ’ τη σειρά ήμα­νε εγώ και καμιά εικοσαριά ακόμα. Μα μήτε που μ’ ένοιαζε. Είχα μάθει που ’χε γίνει το κακό στη Σμύρνη κι ούτε που μ’ είχε μείνει ψυχή να χαρώ που ’μουνα ζωντανός κι έβλεπα τη μάνα μ’. Κι ήρθε και πέρασε καιρός κι εγώ μήτε να φάω μήτε να βγω απ’ το σπίτ’ ήθελα, κι άκουγα που ’λεγε η μάνα μ’ στη γειτονιά ότι τάχατες ήμανε άρρωστος απ’ την κακουχία και γι’ αυτό. Αλλά γω για μήνες με το ζόρι σκωνόμουνα απ’ το κρεβάτι μέχρι που ’ρχεται και με πιάνει ο πατέρα μ’ και μ’ αρωτάει τι γίνηκε και μ’ έχει φάει τέτοιο μα­ράζι. Το και το, του λέω. Με βάζει πόστο και μου λέει, τόσοι και τόσοι πεθάνανε στον πόλεμο, άντρες και παλικάρια κι εσύ κάθεσαι και μυξοκλαίς για μια γυναίκα; Θα βρεις άλλη και θα παντρευτείς και θα τα λησμονήσεις τούτα όλα. Μ’ έκανε και ντράπκα, γιατί ήμανε και μικρός ακόμα και του ’χα σέβας του πατέ­ρα μ’ Και πώς να του το ’λεγα που απ’ όσους είχα δει και πεθάνανε, κι απ’ τα χέρια μ’, και φίλους, εγώ μο­νάχα την Ανθή θυμόμανε.
 
Το ’μαθε κι η μάνα μ’, Γούσια, και το βάλανε αμέτι μουχαμέτι να μου βρούνε νύφη, να παντρευτώ, να μου περάσει. Και μες στο χρόνο είχα πέντε προξενιά κι όλα τα χάλαγα, μέχρι που στο τέλος φέρανε τον γούμενο απ’ το μοναστήρι να μου πει που ’ναι αμαρ­τία να σκέφτομαι ακόμα τους πεθαμένους. Κι έτσι το πήρα απόφαση κι εγώ κι έδωσα λόγο τότες και παντρεύκα τη Ρίνα. Ίσα που χόρεψα στο γάμο κι είπανε τότες που ήμανε τάχα αδέξιος στο χορό, γι’ αυτό. Είχανε πει και στον συμπέθερο ότι ήμανε απ’ τη φτιαξιά μ’ βαρύς και δε μίλαγα, κι όλα τα κουκουλώσανε.
 
Μια μέρα το χειμώνα του εικοσιτέσσερο, έκοβα πασσάλια για το φράχτη, θυμάμαι, κι έρχεται η Ρίνα, γκαστρωμένη στον Γιάννη, και μου λέει ήρθανε πρό­σφυγες στο χωριό κι είπε ο πρόεδρος να μαζευτείτε οι άντρες όσοι μπορείτε να πάτε να τους διώξετε, γιατί άμα ’ρθούνε δώθε θα μας πάρουνε τα κτήματα. Τ’ ακούω κι εγώ και γίνομαι πυρ. Πήγαμε κείθε και τους καταστρέψαμε, ρε Γούσια, το καταλαβαίνεις; Τόσο αγριεμένο δεν τον είχα ξαναδεί τον Κυριάκο. Πήγαμε κείθε, μου λέει, κι είχανε παλάτια και γυρνάγανε οι αθρώποι με κουστούμια και φορέματα, κι άμα γυρίσαμε μεις πίσω στο χωριό, τα κορίτσα μας τα βρήκαμε ακόμα με τα σιγκούνια. Τους αναστατώσαμε, τους κάναμε ζημιά, και τώρα που πέσανε στην ανάγκη μας τους κλωτσάγαμε σαν τα πατσαβούρια. Πήγα, μου ’πε, έτσι όπως ήμανε με την κοσόρα στο χέρι και τους βρίσκω που τους είχανε κυκλωμένους και τους τραβάγανε και τους βρίζανε. Κι όπως κάνω να μιλήσω, να πω σταματήστε ρε ζα, την είδα, Γούσια, μου λέει. Καθότανε ξακριστά σαν παιδί δαρμένο και τήραε εμάς. Έψαχνε με τα ματάκια της κι έσφιγγε στον κόρφο ένα πάκο χαρτιά δεμένα με το σπάγκο, τον θυμάμαι που μου είπε κι έκλαψε. Πρώτη φορά είδα τον Κυριάκο να κλαίει. Με τιμώρησε ο Θεός, Γούσια, μου είπε, γιατί ο άντρας δεν κάνει να δίνει δυο φορές λόγο για το ίδιο πράμα.
 
Ω ρε! Τον σηκώνουν. Ούτε το πήρα γραμμή. Είν’ η ώρα. Έλα πάμε. Θα σ’ τα πω μετά.

 

 

 

 

:cheers5:

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  30604
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  536
  • Content Count:  6810
  • Reputation:   55519
  • Achievement Points:  6810
  • Days Won:  161
  • With Us For:  3415 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  32

Τα 5.9 είναι μια χαρά τιμή για περιοδικό ανθολογία κόμικς. Αν είμαστε συνέχεια με τα "δεν έχει ξένα", "βγαίνει πολύ αραιά", "είναι λίγες σελίδες", "θα περιμένω να το βρω με έκπτωση", μην κλαιγόμαστε μετά για το ότι δεν βγαίνει τίποτα νέο πλέον. 

 

Θέλετε ξένα; Στηρίχτε το τώρα για να μην μπει μέσα και να βγάλει (αν) και ένα μικρό κέρδος και αργότερα θα έρθουν οι μικροί ξένοι, που θα τους ακολουθήσουν λίγο πιο μεγάλοι ξένοι κ.ο.κ. Εκτός και αν περιμένετε να βγει στην Ελλάδα του 17 το επόμενο μέταλ χάρλαντ με το δίφραγκο.

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  3787
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  488
  • Content Count:  12120
  • Reputation:   82102
  • Achievement Points:  12142
  • Days Won:  79
  • With Us For:  6053 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  49

Εδώ με έβαλε ο Γκεο να ψιλοψάχνομαι. Κάτι αυτό που έγραψε, κάτι που ψιλοτσίμπησα με όσα διάβασα τριγύρω για δαύτον, γκουγκλαρα μπας και βρω κάποιο απόσπασμα από τούτο. Και βρήκα. Και μ'εστειλε. Το βιβλιαράκι μπήκε στα προς αγορά και ανάγνωση (όταν με το καλό :) )

 

Και για να περάσει η ώρα, μιας και έρχεται ΣΚ, μιας και θα κάνει καμιά βδομάδα για να το πιάσουμε αυτό εδώ στα χεράκια μας, το απόσπασμα που πέτυχα στο blog του Σαραντάκου.

 

@xepeta. Το διαβάζεις. Σου κάνει.

 

 

 

 

ΗΡΘΕ Ο ΚΑΙΡΟΣ ΝΑ ΦΥΓΟΥΜΕ
 
Ποια; Αυτή που ’βαλε τα τσιγάρα στην τσέπη του μακαρίτη; Αυτή είναι η θεια-Ανθή. Η χήρα που λέμε. Α, νόμιζα που την ήξερες. Όχι, όχι. Δεν τον είχε σόι.
 
 
Έλα πιο δώθε μη μας ακούνε. Με τη θεια-Ανθή που λες, είχανε ιστορία. Μου τα ’χε πει ο μακαρίτης. Ήμανε μικρότερος απ’ αυτόνα, αλλά κάναμε πολλή παρέα έναν καιρό. Προτού να φύγω να πάω στη Θήβα. Είσαι ίδιος ο πατέρας σ’, μου ’λεγε, γι’ αυτό σε αγαπάω πολύ, ρε παιδί. Είχα, να πούμε, γυρίσει ένα απόγεμα και θυμάμαι δεν είχα προφτάσει καλά καλά να κατεβώ απ’ τ’ αμάξι και περνούσε και μου λέει, άσ’ τα κι έλα να πιούμε ένα ουζάκι. Ήμανε μόλις απ’ το ταξίδι. Του λέω, ρε Κυριακούλη, να πάω να πω ένα γεια στη μάνα μ’ κι έρχομαι. Ασ’ τη μάνα σ’, μου λέει. Η μάνα πάντα περιμένει. Έλα, πάμε. Καθόμασταν, το θυμάμαι σαν τώρα στου γερο-Χρήστο, δεν θυμάμαι αν το πρόλαβες εσύ. Κει που ’ναι τώρα το ταχυδρο­μείο. Τέλος πάντων. Καθόμασταν που λες και τα συζητάγαμε και του λέω, έδωσα λόγο Κυριακούλη. Άιντε επιτέλους, ρε μπαγάσα, μου λέει, γεροντοπαλίκαρο κόντεψες. Και με ποιανού να ’χουμε το καλό ερώτη­μα; Ξένη, του λέω, απ’ τη Θήβα. Πού να την ξέρεις. Θα τη φέρω όμως, του λέω, τ αϊ-Λιος να τηνε δείτε κιόλας. Με κοιτάει. Μου λέει, ξένη ε; Γιατί, ρε, του το ’πα έτσι στα γελαστά, είχες κάνα κορίτσ’ στο χωριό τόσον καιρό να μου δώσεις και δε μου το ’χες πει; Δε μιλάει, δε λαλάει. Ρε Κυριάκο, ρε καλέ μου, ρε χρυσέ μου; Τι έπαθες; Τίποτα. Με κοιτάει και μιλιά. Φοβήθκα, λέω πάει, μου ’μεινε σέκος. Του πιάνω το χέρι, το σφίγγω, παγωμένο. Ώπα. Με ζώσανε τα φίδια. Βάνω και πιάνω τα κλειδιά έτοιμος να τον φορτώσω να φύ­γουμε στο νοσοκομείο. Ρε του λέω, είσαι καλά; Μίλα ρε, του λέω, τι έχεις; Μου κάνει νόημα. Κάτσε, μου λέει. Συμπάθα με, δεν είν’ τίποτα. Ρε, τι τίποτα; Σα να σε πήρε ίσκιος έκανες. Είσαι καλά; Θες να σε πάω στο γιατρό; Κάτσε, κάτσε, μου κάνει. Μια χαρά είμαι. Πα­ραγγέλνουμε ένα μεζέ, να πούμε, δεν γλωσσιάζει μπουκιά. Τον κοιτάω, τίποτα. Μια το τσιγάρο, μια το ποτήρι. Άμα είπα τίποτα άθελά μ’, Κυριάκο, του λέω, και παραξηγήθηκες να μου το πεις, να σου πω και συγγνώμη. Αλλά άμα είναι να καθόμαστε και να μη μου λες κουβέντα, να σηκωθώ να φύγω. Δεν είμαστε τίποτα παιδιά. Μην είσ’ αψύς, μου λέει. Πες του Χρήστο να μας φέρει ένα ακόμα και θα σου πω.
 
Το δεκαεννιά, μου λέει, που μπήκε ο στρατός στη Σμύρνη, εγώ ήμανε από τους πρώτους στην πόλη. Τι σχέση έχ’ αυτό; του κάνω. Πάψε κι άκου, μου λέει. Ήμανε που λες απ’ την αρχή. Τις δυο πρώτες μέρες έπειτα που κατεβήκαμε γινόταν ο κακός χαμός. Είχε βγει το ευζωνικό σε λάθος μεριά κι όπως πέρναγε απ’ τα σοκάκια για να ’ρθει να πέσει προς τα μας, βρήκα­νε κάτι Τούρκους φαντάρους, πέσανε κάτι ντουφε­κιές, κι ύστερα αρχίνησε και γίνηκε το μάλ’-βράσ’. Έβραζε ο τόπος να πούμε και γινήκανε πράματα ουκ ολίγα. Κι απ’ τους δυο, υπ’ όψιν. Φκιάσαμε πράματα που να μ’ τα πεις τώρα ότι τα ’καμα γω, θα σου πω εί­σαι ψεύτης. Να καταλάβεις, μου δώσανε καινούργιο όπλο, γιατί είχε σπάσει το κοντάκι. Εμ, σπάει το κοντάκι; Κι όμως. Με τόσο λύσσα βάραγα που το έσπα­σα. Ας είναι. Άμα περάσανε κείνες οι μέρες κι ηρέμη­σε το πράμα, μας παίρνουνε και μας στέλνουνε τη μονάδα τη δίκιά μου στο Καντιφεκαλιέ. Στην πόλη μέσα πάλιε, αλλά στο στρατόπεδο.
 
Πρώτη φορά εκεί πήραμε μια ανάσα, να πούμε. Παίρναμε και καμιά άδεια να κάνουμε την τσάρκα μας. Κι η Σμύρνη ήτανε πολιτεία. Τι Αθήνα και Σαλο­νίκη. Τις είχα δει και τις δυο στον πόλεμο, μα σαν την Σμύρνη, Γούσια, μόνο στην Αμέρικα έχει πόλεις. Αμάξια, εστιατόρια, καφενεία με κομπανίες, πράμα­τα που δε λέγεται. Περπάταγα, θυμάμαι, κι όλο σκεφτόμανε πότε να περάσει ο πόλεμος, να ξετελέψω από φαντάρος, να ’χω όλον τον καιρό δικό μ’, να τη γυρνάω μέρα νύχτα.
 
Ρε Κυριακούλη, του ’χα πει, να με συμπαθάς, αλλά τούτα όλα μου τα ’χεις ματαπεί. Τι σχέση έχουν; Ρε καλόπαιδο, έτσι το ’χε το συνήθειο να σε λέει άμα αρχίναγε και θύμωνε, άσε με ν’ αποσώσω. Μη με δια­κόπτεις δις στην ώρα.
 
Λοιπόν, τον Μήτσο του Ρέντζη που λένε, τονε ξέ­ρεις; Α μπράβο. Μ’ αυτόνα ήμανε που λες και γυρνάγαμε έτσι ένα απόγιομα σε κάτι σοκάκια πίσω απ’ την παραλία. Είχαμε άδεια απογεματινή και ψάχαμε να βρούμε να πιούμε κάνα ουζάκι να πούμε. Κι όπως
 
περνάμε, που λες, κάτω από ’να μπαλκονάκι μας φω­νάζουν δυο κορίτσα. Επ, είπαν, πού πάτε τέτοια ώρα, ελάτε απάν’ να σας ψήσουμε έναν καφέ. Μας αγαπά­γανε, βλέπεις, τότες οι Έλληνες εκεί. Άμα χτύπαγες πόρτα Έλληνα και ζήταες νερό, σε βάνανε μέσα στο σπίτι και σου δίνανε και το κανάτι που λέει ο λόγος. Εμείς απ, κουμπωθήκαμε όμως, που λες. Γιατί κορίτσα πράμα, κι ωραία κορίτσα, να θένε να σε βάνουν έτσι στο σπίτι, μας φάνηκε παράξενο. Πουτάνες θα ’ναι, μου λέει ο Μήτσος, καλλιά να φεύγουμε. Άντε ρε, του λέω. Ό,τι και να ’ναι δεν τρώνε. Κι άμα θέλουμε σκωνόμαστε και φεύγουμε. Το άργητο είναι; του λέω.
 
Όντως μας ανοίξανε, από δω, μας λένε, και τι να σου πω, ρε Γούσια. Δέκα φορές μας είπανε από δω. Τόσο μεγάλο ήτανε το σπίτ’. Με τα πολλά φτάνομε σε μια σάλα, μας καθίζουνε. Είχαμε χαζέψει εμείς. Το σπίτι ήταν σαν το διοικητήριο να πούμε μεγάλο. Πιά­νο είχε, ζουγραφιές στους τοίχους γύρω γύρω, τραπέζα όλο γυαλί κι απάνω ποτήρια κρύσταλλα. Τι να σου λέω και τι να δεις. Σα χάνοι κοιτάγαμε ολόγυρα. Με σκουντάει ο Μήτσος, ρε, μου λέει, τούτες δω είν’ αρχόντισσες. Πάψε, του ’πα, μην πεις καμιά κουταμάρα. Πάψε να ιδούμε. Μας ρωτήξανε τα κορίτσα, θέτε καφέ, λεμονάδα; Λέμε μεις, καφέ. Φεύγει η μία, η πιο μεγάλη ας λέμε, γιατί κι οι δυο μικρές ήσανε σαν και μας, κι η άλλη μας δείχνει ένα ντιβάνι και λέει, καθί­στε, θα φέρει η αδερφή μ’ τους καφέδες. Κάθεται κι αυτή σε μια καρέκλα αντίκρυ και μας λέει πόσο χαίρουνταν που ’χανε έρθει οι Έλληνες στην πόλη και που σε λίγα χρόνια θα γινόντουσαν κι αυτοί κράτος με μας και τέτοια. Στο μεταξύ, γύρισε κι η άλλη μ’ ένα δίσκο με τους καφέδες σε κάτι φλιτζάνια, Γούσια, όλο κεντητά με χρώμα και σκέδια χρυσαφιά. Φάτε και λουκούμια, μας λέει, και μας τ’ ακουμπάει μπροστά.
 
Τα ’χαμε χάσει εμείς. Κοιτιόσαντε αυτές, γελάνε, μη ντρέπεστε λένε, πάρτε. Φχαριστώ, τους λέω γω, τέ­τοια καλοσύνη δεν έχω ματαπαντήσει. Να σας έχει καλά η Παναγιά. Στην υγειά σας, τους λέω, έτσι με το νερό. Σιγά σιγά πιάσαμε και ξεθαρρέψαμε και αρχινήσαμε την ψιλή κουβέντα. Κάποια στιγμή μας ρωτάνε από πού είστε; Απ’ το Μαλισσάτ, τους λέω γω, απ’ την Αθήνα. Ποια Αθήνα, μου λέει η μία; Για τήρα δω στο χάρτη, εσείς είστε εκατό χιλιόμετρα απ’ την Αθήνα, και σκώνεται ο διάολος και πάει σε μια κορνίζα στον τοίχο και μου δείχνει. Θάμαξα, λέω κοίτα κορίτσ’ πρά­μα πόσα ξέρει. Είπαμε κι άλλα πολλά και στο τέλος ντραπήκαμε που καθόμασταν τόσο μεγάλη βεγγέρα σε ξένο σπίτι κι είπαμε ψέματα ότι πρέπει να φύγουμε γιατί δήθεν έπρεπε να γυρίσουμε στο τάγμα. Ντάξει, μας λένε αυτές, να μας ξαναπεράσετε, να ναι δω κι ο αδερφός μας να σας φιλέψουμε και κάνα ουζάκι, γιατί ο καφές δεν πιάνει. Μας πάνε προς την πόρτα κι εκεί στο πλατύσκαλο, γυρνάει η μικρή και μου κάνει, θες να πάμε σινεμά; Πού να ξέρω γω τότες τι ναι ο σινεμάς; Αλλά ντράπκα, ναι, της λέω. Έλα, μου λέει, άμα μπορείς την Πέμπτη να με πάρεις να πάμε.
 
Την Πέμπτη όντως σινιαρίστηκα και δυο και τρεις πήγα και τη βρήκα. Μ’ ανοίγει πάλι η αδερφή της, βάστα δυο λεπτά, μου λέει, κι έρχεται η μικρή. Περι­μένω γω στην πόρτα κι όταν έρχεται χάνω τη μιλιά μου. Λουλούδ’ άσπρο. Βγαίνει κι η μεγάλη από πίσω, να την προσέχεις, μου λέει, και μην αργήσετε πολύ. Ούτε να κουνήσω το κεφάλι να πω ναι δεν μπόραγα. Έτρεμα ολόκρηος. Με πήρε αλαμπρατσέτα και βγή­καμε στο σεργιάνι κι απ’ την κουβέντα την πολλή ούτε σινεμά πήγαμε εκείνη τη μέρα ούτε τίποτα. Παγαίναμε πάνω κάτω το λιμάνι και μόνο μιλάγαμε. Σαν πήρε και σουρούπωσε, μου λέει, τράβα με σπίτι για θ’ ανησυχήσουν οι δικοί μ’. Αλλά να περάσεις κι αύριο να με πάρεις. Θα πάμε να φάμε μια πάστα. Γύ­ρισα κείνο το βράδυ στο στρατόπεδο και μ’ είχε πιάσει πυρετός που δεν κοιμήθκα ντιπ όλη νύχτα. Την επομένη όμως ξαναπήγα και την πήρα.
 
Μη σ’ τα πολυλογώ, πάγαινα και την έβλεπα κάθε που έβγαινα κι άλλοτε καθόμασταν στο σπίτι, άλλο­τε σεργιανίζαμε, με τα πολλά γνώρισα και τον αδερ­φό της, γιατί ήταν ορφανή και δεν είχε γονιούς, και μου λέει το και το, τι σκοπό έχεις με την αδερφή μου, γιατί πολλά σούρτα φέρτα. Εγώ την αδερφή σ’, του είπα, την αγαπάω κι ούτε που την έχω πειράξει. Μόνο στη βόλτα πάμε κι έπειτα τη γυρνάω στο σπίτ’. Αδερφός της είσαι όμως και κουμάντο κάνεις εσύ. Άμα θες να την παρατήσω ήσυχη να μου το πεις, αλλά σ’ το λέω στα ίσα, του ’πα, γω μια φορά δεν το ’χω σκοπό να την αφήσω. Γι’ αυτό να δώσουμε λόγο και με το καλό που θα τελειώσει ο πόλεμος την παίρ­νω γυναίκα. Δώσαμε τα χέρια και τα συμφωνήσαμε κι έκτοτε πάγαινα καθημερνά στο σπίτι κι όταν βγαίνα­με μου ’χαν εμπιστοσύνη και γυρνάγαμε και πιο αργά. Κι όλο, της έλεγα, να, καρτέρα λίγο να τελειώσει το πράμα και μετά θα γράψω στους δικούς μ’ να πάρου­νε το καράβι και να ’ρθουνε να περάσουμε τις βέρες.
 
Κι εκεί που η δουλειά πάγαινε ρολόι κι ήμασταν στα μέλια, ξαναρχίσανε τα όργανα και πάω ένα απόγιομα στο σπίτι και της λέω το και το, το σκώνουνε το τάγμα απ’ τη Σμύρνη, ξαναπαίρνουμε το δρόμο. Να μη στεναχωριέσαι, της είπα, δεν έχουνε πολλά ψωμιά οι Τούρκοι ακόμα, θα τελέψουμε στα γρήγορα. Κι έμπηξε τα κλάματα κι ούτε που σταμάταγε, μέχρι που ’ρθε κι ο αδερφός της κει που καθόμασταν και τη μάλωσε και της λέει τι κάνεις έτσ’, λες και κλαις πεθα­μένο; Θα πάει και θα ’ρθει κι όλα καλά. Έτσι είναι, λέω κι εγώ, να μου γράφεις και θα σου απαντάω κι όσο να σου φανεί θα ’μαι πίσω.
 
Ήρθε ο καιρός να φύγουμε και το βράδυ πριν ζή­τησα απ’ τον διοικητή και πήγα και την είδα. Κάτσα­με τα ξανάπαμε και στο τέλος με φίλησε και μου ’βαλε στην τσέπη ένα πακέτο τσιγάρα, τη μάρκα την Τουρμάκ, μια τούρκικια που μ’ άρεσε. Κει που θα πας, μου λέει, να τα καπνίζεις και να με θυμάσαι.
 
Γούσια, γω γράμματα καλά δεν ήξερα κι όταν μου φτάνανε τα γράμματα σελίδες μου ’ρχόταν βαριά που γω δεν μπόραγα να γράψω πάνω από δέκα σει­ρές, να της πω αυτά που ’χα κατά νου. Κι έτσ’ έστελ­να μαζί με το γράμμα και ζουγραφιές που έφτιαχνα πάν’ στα πακέτα απ’ τα τσιγάρα που μου ’πεμπε με το φάκελο. Πέρναγε ο καιρός όμως και τελειωμό δεν είχε ο σκοτωμός κι άρχισε να με πιάνει εμένα η απελπισιά. Κι όταν γίνηκε και μας πήρανε φαλάγγι οι Τούρκοι κι αρχίσαμε να γυρνάμε σαν τα κοπάδια, κο­πήκανε και τα γράμματα και τα όλα. Πρόλαβα μόνο εγώ κι έδωσα σ’ έναν ντόπιο και τον διάταξα να της πάει ένα τελευταίο ραβασάκι που της έγραφα, Ανθούλα μου είμαι καλά. Φεύγουμε με τα καράβια. Θα γυρίσω πάλι. Άμα πάρεις το γράμμα μου, να ξέρεις θα σε περιμένω. Κι έπειτα φύγαμε.
 
Γύρισα στο χωριό κι απ’ τη δίκιά μ’ τη σειρά ήμα­νε εγώ και καμιά εικοσαριά ακόμα. Μα μήτε που μ’ ένοιαζε. Είχα μάθει που ’χε γίνει το κακό στη Σμύρνη κι ούτε που μ’ είχε μείνει ψυχή να χαρώ που ’μουνα ζωντανός κι έβλεπα τη μάνα μ’. Κι ήρθε και πέρασε καιρός κι εγώ μήτε να φάω μήτε να βγω απ’ το σπίτ’ ήθελα, κι άκουγα που ’λεγε η μάνα μ’ στη γειτονιά ότι τάχατες ήμανε άρρωστος απ’ την κακουχία και γι’ αυτό. Αλλά γω για μήνες με το ζόρι σκωνόμουνα απ’ το κρεβάτι μέχρι που ’ρχεται και με πιάνει ο πατέρα μ’ και μ’ αρωτάει τι γίνηκε και μ’ έχει φάει τέτοιο μα­ράζι. Το και το, του λέω. Με βάζει πόστο και μου λέει, τόσοι και τόσοι πεθάνανε στον πόλεμο, άντρες και παλικάρια κι εσύ κάθεσαι και μυξοκλαίς για μια γυναίκα; Θα βρεις άλλη και θα παντρευτείς και θα τα λησμονήσεις τούτα όλα. Μ’ έκανε και ντράπκα, γιατί ήμανε και μικρός ακόμα και του ’χα σέβας του πατέ­ρα μ’ Και πώς να του το ’λεγα που απ’ όσους είχα δει και πεθάνανε, κι απ’ τα χέρια μ’, και φίλους, εγώ μο­νάχα την Ανθή θυμόμανε.
 
Το ’μαθε κι η μάνα μ’, Γούσια, και το βάλανε αμέτι μουχαμέτι να μου βρούνε νύφη, να παντρευτώ, να μου περάσει. Και μες στο χρόνο είχα πέντε προξενιά κι όλα τα χάλαγα, μέχρι που στο τέλος φέρανε τον γούμενο απ’ το μοναστήρι να μου πει που ’ναι αμαρ­τία να σκέφτομαι ακόμα τους πεθαμένους. Κι έτσι το πήρα απόφαση κι εγώ κι έδωσα λόγο τότες και παντρεύκα τη Ρίνα. Ίσα που χόρεψα στο γάμο κι είπανε τότες που ήμανε τάχα αδέξιος στο χορό, γι’ αυτό. Είχανε πει και στον συμπέθερο ότι ήμανε απ’ τη φτιαξιά μ’ βαρύς και δε μίλαγα, κι όλα τα κουκουλώσανε.
 
Μια μέρα το χειμώνα του εικοσιτέσσερο, έκοβα πασσάλια για το φράχτη, θυμάμαι, κι έρχεται η Ρίνα, γκαστρωμένη στον Γιάννη, και μου λέει ήρθανε πρό­σφυγες στο χωριό κι είπε ο πρόεδρος να μαζευτείτε οι άντρες όσοι μπορείτε να πάτε να τους διώξετε, γιατί άμα ’ρθούνε δώθε θα μας πάρουνε τα κτήματα. Τ’ ακούω κι εγώ και γίνομαι πυρ. Πήγαμε κείθε και τους καταστρέψαμε, ρε Γούσια, το καταλαβαίνεις; Τόσο αγριεμένο δεν τον είχα ξαναδεί τον Κυριάκο. Πήγαμε κείθε, μου λέει, κι είχανε παλάτια και γυρνάγανε οι αθρώποι με κουστούμια και φορέματα, κι άμα γυρίσαμε μεις πίσω στο χωριό, τα κορίτσα μας τα βρήκαμε ακόμα με τα σιγκούνια. Τους αναστατώσαμε, τους κάναμε ζημιά, και τώρα που πέσανε στην ανάγκη μας τους κλωτσάγαμε σαν τα πατσαβούρια. Πήγα, μου ’πε, έτσι όπως ήμανε με την κοσόρα στο χέρι και τους βρίσκω που τους είχανε κυκλωμένους και τους τραβάγανε και τους βρίζανε. Κι όπως κάνω να μιλήσω, να πω σταματήστε ρε ζα, την είδα, Γούσια, μου λέει. Καθότανε ξακριστά σαν παιδί δαρμένο και τήραε εμάς. Έψαχνε με τα ματάκια της κι έσφιγγε στον κόρφο ένα πάκο χαρτιά δεμένα με το σπάγκο, τον θυμάμαι που μου είπε κι έκλαψε. Πρώτη φορά είδα τον Κυριάκο να κλαίει. Με τιμώρησε ο Θεός, Γούσια, μου είπε, γιατί ο άντρας δεν κάνει να δίνει δυο φορές λόγο για το ίδιο πράμα.
 
Ω ρε! Τον σηκώνουν. Ούτε το πήρα γραμμή. Είν’ η ώρα. Έλα πάμε. Θα σ’ τα πω μετά.

 

 

 

 

:cheers5:

 

Βασικά δεν κατάλαβα, αλλά θα δείξει :)

Θα το παρω :cheers3:

Επεξεργασία από x_for_xepeta
Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  277
  • Group:  Root Admin
  • Topic Count:  1671
  • Content Count:  28469
  • Reputation:   190048
  • Achievement Points:  27559
  • Days Won:  758
  • With Us For:  6360 Days
  • Status:  Online
  • Last Seen:  
  • Age:  51

τι δεν κατάλαβες? το τι λέει στο διήγημα? :)

 

:cheers5:

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  3787
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  488
  • Content Count:  12120
  • Reputation:   82102
  • Achievement Points:  12142
  • Days Won:  79
  • With Us For:  6053 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  49

Ναι, φαντάστηκα ότι το προτείνεις σα θεματολογία, αλλά δεν έννοιωσα ότι η θεματολογία αυτή είναι κάτι που κατέκτησα ή τουλάχιστον ψάχνω ιδιαίτερα. Εγώ ξώφαλτσος ήμουν σε αυτά :D Βρε θα το πάρω έτσι και αλλιώς.

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  2066
  • Group:  Honored
  • Topic Count:  79
  • Content Count:  4673
  • Reputation:   26431
  • Achievement Points:  4707
  • Days Won:  4
  • With Us For:  6199 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  48

Εμ σιγά μην το άφηνες :P

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  14558
  • Group:  Members
  • Topic Count:  49
  • Content Count:  3365
  • Reputation:   28692
  • Achievement Points:  3365
  • Days Won:  2
  • With Us For:  4802 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  32

Μετραω αντίστροφα λέμε!τέλεια νέα!

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  4830
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  480
  • Content Count:  2663
  • Reputation:   16024
  • Achievement Points:  2665
  • Days Won:  3
  • With Us For:  5907 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  45

Τα 5.9 είναι μια χαρά τιμή για περιοδικό ανθολογία κόμικς. Αν είμαστε συνέχεια με τα "δεν έχει ξένα", "βγαίνει πολύ αραιά", "είναι λίγες σελίδες", "θα περιμένω να το βρω με έκπτωση", μην κλαιγόμαστε μετά για το ότι δεν βγαίνει τίποτα νέο πλέον. 

 

Θέλετε ξένα; Στηρίχτε το τώρα για να μην μπει μέσα και να βγάλει (αν) και ένα μικρό κέρδος και αργότερα θα έρθουν οι μικροί ξένοι, που θα τους ακολουθήσουν λίγο πιο μεγάλοι ξένοι κ.ο.κ. Εκτός και αν περιμένετε να βγει στην Ελλάδα του 17 το επόμενο μέταλ χάρλαντ με το δίφραγκο.

 

Πάνω κάτω ΑΚΡΙΒΩΣ αυτό  :spidey_yeah_that:

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  12721
  • Group:  Veterans
  • Topic Count:  88
  • Content Count:  1922
  • Reputation:   17545
  • Achievement Points:  1922
  • Days Won:  10
  • With Us For:  5051 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  44

Τα 5.9 είναι μια χαρά τιμή για περιοδικό ανθολογία κόμικς. Αν είμαστε συνέχεια με τα "δεν έχει ξένα", "βγαίνει πολύ αραιά", "είναι λίγες σελίδες", "θα περιμένω να το βρω με έκπτωση", μην κλαιγόμαστε μετά για το ότι δεν βγαίνει τίποτα νέο πλέον. 

 

Θέλετε ξένα; Στηρίχτε το τώρα για να μην μπει μέσα και να βγάλει (αν) και ένα μικρό κέρδος και αργότερα θα έρθουν οι μικροί ξένοι, που θα τους ακολουθήσουν λίγο πιο μεγάλοι ξένοι κ.ο.κ. Εκτός και αν περιμένετε να βγει στην Ελλάδα του 17 το επόμενο μέταλ χάρλαντ με το δίφραγκο.

 

 

Πάνω κάτω ΑΚΡΙΒΩΣ αυτό  :spidey_yeah_that:

 

Θα πάω λίγο παραπέρα από τον καμπίσιο φίλο και θα πω ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΥΤΟ!

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους


  • Member ID:  277
  • Group:  Root Admin
  • Topic Count:  1671
  • Content Count:  28469
  • Reputation:   190048
  • Achievement Points:  27559
  • Days Won:  758
  • With Us For:  6360 Days
  • Status:  Online
  • Last Seen:  
  • Age:  51


  • Member ID:  31613
  • Group:  Members
  • Topic Count:  58
  • Content Count:  4188
  • Reputation:   32816
  • Achievement Points:  4367
  • Days Won:  83
  • With Us For:  2869 Days
  • Status:  Offline
  • Last Seen:  
  • Age:  40

Προσωπικά δεν καταλαβαίνω με ποιο τρόπο στηρίζοντας περιοδικό ελλήνων κομικογράφων θα έρθουν περισσότερα ξένα κόμικς στην Ελλάδα.
Ας μου εξηγήσει κάποιος το σκεπτικό :)

Σύνδεσμος για σχολιασμό
Μοιραστείτε με άλλους ιστότοπους

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Επισκέπτης
Απάντηση σε αυτό το θέμα ...

×   Έχετε επικολλήσει περιεχόμενο με μορφοποίηση.   Κατάργηση μορφοποίησης

  Επιτρέπονται μόνο 75 emoticons maximum.

×   Ο σύνδεσμός σας έχει ενσωματωθεί αυτόματα.   Εμφάνιση ως σύνδεσμος

×   Το προηγούμενο περιεχόμενό σας έχει αποκατασταθεί.   Διαγραφή εκδότη

×   Δεν μπορείτε να επικολλήσετε εικόνες απευθείας. Ανεβάστε ή εισάγετε εικόνες από URL

×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Χρησιμοποιώντας αυτή τη σελίδα, αποδέχεστε τις Όρους χρήσης μας.